Παράκαμψη βοηθητικών συνδέσμων
English
|
Français
|
Ελληνικά
|
Επικοινωνία
|
Χάρτης Πλοήγησης
|
Οδηγίες
|
Ανοιχτά Δεδομένα
|
Αναζήτηση
Η Βουλή
|
Οργάνωση & Λειτουργία
|
Βουλευτές
|
Διοικητική Οργάνωση
|
Διεθνείς Δραστηριότητες
|
Ενημέρωση
|
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
Νομοθετική Διαδικασία
Ημερ. Διάταξη Ολομέλειας
Εβδομαδιαίο Δελτίο
Κατατεθέντα Σ/Ν ή Π/Ν
Επεξεργασία στις Επιτροπές
Συζητήσεις & Ψήφιση
Ψηφισθέντα Σ/Ν
Αναζήτηση
ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
Διαδικασίες
Μέσα Κοινοβουλευτικού Ελέγχου
Ειδικές Διαδικασίες
Ειδικές Συζητήσεις και Αποφάσεις
Εβδομαδιαίο Δελτίο
Ειδικές Ημερήσιες Διατάξεις
Ημερήσιες Διατάξεις Επερωτήσεων
Δελτίο Επίκαιρων Ερωτήσεων
ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ
Κατηγορίες
Συνεδριάσεις/Πρακτικά
Εκθέσεις - Πορίσματα
Ευρετήρια Πρακτικών Επιτροπών
Δραστηριότητες
Εβδομαδιαίο Δελτίο
Μηνιαίο Δελτίο
ΠΡΑΚΤΙΚΑ
Συνεδριάσεις Ολομέλειας
Ευρετήρια Πρακτικών Ολομέλειας
Αναθεωρήσεις Συντάγματος
Διάσκεψη Προέδρων ΙΣΤ' Περ.
Οπτικο-ακουστικό υλικό Ολομέλειας
Οπτικο-ακουστικό υλικό Κοινοβουλευτικών Επιτροπών
Σύνδεσμοι
ΠΡΑΚΤΙΚΑ
Συνεδριάσεις Ολομέλειας
Περίδος: ΙΒ, Σύνοδος: Α΄, Συνεδρίαση: ΡΚΘ΄ 18/04/2008
(Σημείωση: Ο παρακάτω πίνακας περιεχομένων δεν αποτελεί το τελικό κείμενο, διότι εκκρεμούν ορθογραφικές και συντακτικές διορθώσεις)
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
Η’ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗ
ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΙΒ’
ΣΥΝΟΔΟΣ A’
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΡΚΘ’
Παρασκευή 18 Απριλίου 2008
ΘΕΜΑΤΑ
Α. ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
1. Επικύρωση Πρακτικών, σελ.
2. Ανακοινώνεται ότι τη συνεδρίαση παρακολουθούν μαθητές από το 21ο Δημοτικό Σχολείο Χαλκίδας, το 2ο Γυμνάσιο Συκεώνος Θεσσαλονίκης, το Ιδιωτικό Δημοτικό Σχολείο Ναυστάθμου Κρήτης, το Ιδιωτικό Γυμνάσιο Αριστοτελείου Κολλεγίου Θεσσαλονίκης και το 4ο Γυμνάσιο Μυτιλήνης, σελ.
3. Ανακοινώνεται ότι ο Πρόεδρος της Επιτροπής Συντονισμού της κυβερνητικής πολιτικής στον τομέα του χωροταξικού σχεδιασμού και της αειφόρου ανάπτυξης, Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και τα μέλη της Επιτροπής, Υπουργοί Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Πολιτισμού, Τουριστικής Ανάπτυξης, Μεταφορών και Επικοινωνιών και Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής κατέθεσαν το γενικό πλαίσιο χωροταξικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης, σελ.
4. Ανακοινώνονται ευχές για τις Άγιες μέρες του Πάσχα στους εργαζομένους στη Βουλή, στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες και στους αστυνομικούς, σελ.
5. Ανακοινώνεται ότι η Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος καταθέτει την Έκθεσή της, σελ.
Β. ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
1. Κατάθεση αναφορών, σελ.
2. Απαντήσεις Υπουργών σε ερωτήσεις Βουλευτών, σελ.
3. Συζήτηση επικαίρων ερωτήσεων.
α) Προς τον Πρωθυπουργό i) σχετικά με την πολιτική ανάπτυξης του αγροτικού τομέα κ.λπ., σελ.
ii) σχετικά με την αντιπυρική προστασία της χώρας κ.λπ., σελ.
iii) σχετικά με τα κρούσματα ντόπινγκ στον αθλητισμό κ.λπ., σελ.
iv) σχετικά με τη σχέση Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Πολιτικής κ.λπ., σελ.
β) Προς τον υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, σχετικά με την κατασκευή νέου κτιρίου στέγασης του Μουσικού Σχολείου Βαρθολομιού Νομού Ηλείας κ.λπ., σελ.
γ) Προς τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, σχετικά με την πώληση του Ο.Τ.Ε. στη Deutsche Telecom κ.λπ., σελ.
δ) Προς τον Υπουργό Πολιτισμού, σχετικά με τα κρούσματα ντόπινγκ στον αθλητισμό κ.λπ., σελ.
4. Συζήτηση επερώτησης Βουλευτών του ΠΑ.ΣΟ.Κ. προς τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας, σχετικά με την αμυντική βιομηχανία, σελ.
Γ. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
1. Ψήφιση στο σύνολο του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών: «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις για τους αποχωρούντες από την υπηρεσία δικαστικούς λειτουργούς και άλλες διατάξεις», σελ.
2. Κατάθεση Σχεδίου Νόμου.
Οι Υπουργοί Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης κατέθεσαν σχέδιο νόμου: «Παράταση Ειδικών Επιδοτήσεων και άλλες διατάξεις», σελ.
ΟΜΙΛΗΤΕΣ
Α. Επί των επικαίρων ερωτήσεων:
ΑΛΑΒΑΝΟΣ Α., σελ.
ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Γ., σελ.
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ Ι., σελ.
ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ Κ., σελ.
ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗΣ Γ., σελ.
ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗΣ Γ., σελ.
ΛΑΦΑΖΑΝΗΣ Π., σελ.
ΛΥΚΟΥΡΕΝΤΖΟΣ Α., σελ.
ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ Γ., σελ.
ΠΑΠΑΡΗΓΑ Α., σελ.
ΧΑΛΒΑΤΖΗΣ Σ., σελ.
Β. Επί της επερώτησης:
ΕΥΘΥΜΙΟΥ Π., σελ.
ΚΑΤΣΙΦΑΡΑΣ Α., σελ.
ΚΟΥΜΠΟΥΡΗΣ Δ., σελ.
ΜΑΓΚΡΙΩΤΗΣ Ι., σελ.
ΜΠΑΝΙΑΣ Ι., σελ.
ΜΠΟΥΓΑΣ Ι., σελ.
ΠΑΓΚΑΛΟΣ Θ., σελ.
ΡΟΝΤΟΥΛΗΣ Α., σελ.
ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ Κ., σελ.
ΤΑΣΟΥΛΑΣ Κ., σελ.
ΤΟΓΙΑΣ Β., σελ.
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ
Η΄ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗ
ΙΒ΄ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΣΥΝΟΔΟΣ Α΄
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΡΚΘ΄
Παρασκευή 18 Απριλίου 2008
Αθήνα, σήμερα στις 18 Απριλίου 2008, ημέρα Παρασκευή και ώρα 10.43΄ συνήλθε στην Αίθουσα των συνεδριάσεων του Βουλευτηρίου η Βουλή σε ολομέλεια για να συνεδριάσει υπό την προεδρία του Προέδρου αυτής κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΙΟΥΦΑ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αρχίζει η συνεδρίαση.
Παρακαλείται ο κύριος Γραμματέας να ανακοινώσει τις αναφορές προς το Σώμα.
(Ανακοινώνονται προς το Σώμα από τον κ. Κωνσταντίνου Τσιάρα, Βουλευτή Καρδίτσας, τα ακόλουθα:
Α. ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ
1) Η Βουλευτής Ευβοίας κ. ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΕΡΛΕΠΕ - ΣΗΦΟΥΝΑΚΗ κατέθεσε αναφορά με την οποία o Δήμος Ελυμνίων Νομού Εύβοιας ζητεί να επιτρέψουν οι αρμόδιες αρχές στους πληγέντες καταστηματάρχες να αποκαταστήσουν τις ζημιές που προκλήθηκαν από τη θεομηνία της 24ης Μαρτίου 2008.
2) Ο Βουλευτής Λασιθίου κ. ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΧΙΜΑΚΗΣ κατέθεσε δημοσίευμα εφημερίδας το οποίο αναφέρεται σε περιστατικό που αφορά στον ξυλοδαρμό ενός πολίτη από λιμενικό υπάλληλο.
3) Ο Βουλευτής Λασιθίου κ. ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΧΙΜΑΚΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η κ.Πετράτου Βασιλική,αναπληρώτρια εκπαιδευτικός ΤΕ01/19 Κομμωτικής ζητεί τη μονομοποίησή της στη Δημόσια Εκπαίδευση.
4) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο κ. Φώτης Μουχλιάρης ζητεί την επίσπευση των διαδικασιών συνταξιοδότησής του από το Ι.Κ.Α..
5) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η κυρία ΄Αννα Μουχλιάρη ζητεί την επίσπευση των διαδικασιών συνταξιοδότησής της από το Ι.Κ.Α..
6) Ο Βουλευτής Λασιθίου κ. ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΧΙΜΑΚΗΣ κατέθεσε δημοσίευμα εφημερίδας το οποίο αναφέρεται στον αναξιοποίητο αρχαιολογικό χώρο που βρίσκεται στο κέντρο του Αγίου Νικολάου κ.λπ..
7) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Σύλλογος Γονέων τριών τέκνων, επαρχίας Εδέσσης «ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ» ζητεί την ένταξη των τριτέκνων στις διατάξεις για τις προσλήψεις ένστολου προσωπικού Δημοτικής Αστυνομίας.
8) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η κ. Κονίδου Μαρία ζητεί πληροφορίες για επιδοτούμενα μεταπτυχιακά προγράμματα.
9) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο κ. Συμεών Μελεκίδης ζητεί την επίλυση ιδιοκτησιακού του προβλήματος.
10) Ο Βουλευτής Λασιθίου κ. ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΧΙΜΑΚΗΣ κατέθεσε δημοσίευμα εφημερίδας το οποίο αναφέρεται στο πρόβλημα διάθεσης της φετινής παραγωγής πατάτας του Οροπεδίου Λασιθίου.
11) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η κυρία Μαρία Ταχτά, νοσηλεύτρια στο Κέντρο Υγείας Ζακύνθου ζητεί πληροφορίες για τους όρους και τις διαδικασίες μονιμοποιησής της.
12) Ο Βουλευτής Σερρών κ. ΜΑΡΚΟΣ ΜΠΟΛΑΡΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία οι Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί Επαγγελματικής Εκπαίδευσης των Υπουργείων Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας διαμαρτύρονται για την υποβάθμιση της τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης.
13) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο κ. Παναγιώτης Ασλανίδης ζητεί το διορισμό του γιού του Αλέξανδρου Ασλανίδη στο Δημόσιο Τομέα.
14) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμος Μενηϊδος Πέλλας ζητεί χρηματοδότηση για τη δημιουργία Πάρκου Κυκλοφοριακής Αγωγής στην περιοχή του.
15) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο κ. Γρηγόριος Γεωργιάδης, ιατρός ζητεί πληροφορίες για το χρόνο απόκτησης της ειδικότητας του χειρουργού.
16) Η Βουλευτής Πέλλης κ. ΠΑΡΘΕΝΑ ΦΟΥΝΤΟΥΚΙΔΟΥ - ΘΕΟΔΩΡΙΔΟΥ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Θεατρολόγων ζητεί την άμεση πλήρωση των οργανικών θέσεων για τον κλάδο ΠΕ32 Θεατρικών Σπουδών, στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.
17) Η Βουλευτής Πέλλης κ. ΠΑΡΘΕΝΑ ΦΟΥΝΤΟΥΚΙΔΟΥ - ΘΕΟΔΩΡΙΔΟΥ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο κ. Νικόλαος Γεωργίου,πρόεδρος του συλλόγου νεφροπαθών Ν.Πέλλας «Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ» ζητεί την οικονομική ενίσχυση του συλλόγου,για τη μισθοδοσία νοσηλευτών.
18) Ο Βουλευτής Ζακύνθου κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΒΑΡΒΑΡΙΓΟΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η κυρία Ευριδίκη Μπότσιου - Ακτύπη, ιδιοκτήτρια ακινήτου στη Ζάκυνθο ζητεί την ολοκλήρωση των διαδικασιών μίσθωσης του ακινήτου της για τη στέγαση της ΔΟΥ Ζακύνθου.
19) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο κ. Θεόδωρος Σιδηρόπουλος ζητεί τη διευθέτηση χρέους του προς το Ι.Κ.Α..
20) Η Βουλευτής Πέλλης κ. ΠΑΡΘΕΝΑ ΦΟΥΝΤΟΥΚΙΔΟΥ - ΘΕΟΔΩΡΙΔΟΥ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμος Μενηίδος Νομού Πέλλας ζητεί την άμεση εκτίμηση των ζημιών που προκλήθηκαν στην παραγωγή βερίκοκου από τις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας και την αποζημίωση των δικαιούχων.
21) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία οι κ. Πρόδρομος Πασχαλίδης και Βασίλειος Αβραμίδης, κάτοικοι Αριδαίας Πέλλας ζητούν τη λειτουργία τμήματος του Ο.Α.Ε.Ε. στην Αριδαία Πέλλας.
22) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η κ. Θεοφανώ Καλφοπούλου ζητεί να της χορηγηθεί η σύνταξη γήρατος από τον Ο.Α.Ε.Ε., του αποθανόντος πατέρα της.
23) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμος Αριδαίας Νομού Πέλλας ζητεί τη διαπλάτυνση της γέφυρας που βρίσκεται στην είσοδο του Τοπικού Διαμερίσματος Λουτρακίου Αριδαίας.
24) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η κ. SRARKISYAN SVETLANA ζητεί να της χορηγηθεί η ελληνική υπηκοότητα.
25) Ο Βουλευτής Λαρίσης κ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΕΞΑΡΧΟΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία οι Καθηγητές του 4ου ΕΠΑΛ Λάρισας ζητούν να μην καταργηθεί ο Τομέας Μηχανολογίας του 4ου ΕΠΑΛ Λάρισας.
26) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία καταστηματάρχες του Δ.Δ.Παναγίτσας του Δήμου Βεγορίτιδας Νομού Πέλλας ζητούν την αποκατάσταση του δρόμου, που βρίσκεται μπροστά από τα καταστήματά τους.
27) Ο Βουλευτής Πέλλης κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων Γιαννιτσών ζητεί την απλούστευση των διαδικασιών που απαιτούνται, για την επέκταση των κτηνοτροφικών μονάδων.
28) Ο Βουλευτής Α΄ Αθηνών κ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ (ΝΑΣΟΣ) ΑΛΕΥΡΑΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία Αναπληρωτές και Ωρομίσθιοι Εκπαιδευτικοί Ειδικότητας Κομμωτικής ζητούν το μόνιμο διορισμό τους στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.
29) Ο Βουλευτής Αρκαδίας κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΡΕΠΠΑΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η Τοπική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Αρκαδίας ζητεί την παράταση ισχύος των υπουργικών αποφάσεων με τις οποίες ρυθμίζονται τα κίνητρα του αναπτυξιακού νόμου και αφορούν τις πυρόπληκτες περιοχές.
30) Η Βουλευτής Πέλλης κ. ΘΕΟΔΩΡΑ ΤΖΑΚΡΗ κατέθεσε αναφορά με την οποία η Πανελλήνια Ομοσπονδία Σωματείων Εργαζομένων σε ψυγεία-διαλογητήρια κονσερβοποιεία-κιβωτοποιεία και λοιπούς συναφείς κλάδους διαμαρτύρεται για την αύξηση των ημερομισθίων για τη θεώρηση του βιβλιαρίου ασθενείας από 50 ένσημα σε 100.
31) Ο Βουλευτής Λασιθίου κ. ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΧΙΜΑΚΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία τα Τμήματα Χρηματοοικονομικής και Ελεγκτικής των Τ.Ε.Ι. Ηπείρου, Καλαμάτας, Κρήτης και Δυτικής Μακεδονίας ζητούν τον καθορισμό των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων των πιο πάνω Τ.Ε.Ι..
32) Ο Βουλευτής Λαρίσης κ. ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΡΟΝΤΟΥΛΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η Ένωση Εργατοτεχνιτών και Υπαλλήλων Εργοστασίου Ελλενίτ Θεσσαλονίκης ζητεί την εφαρμογή της νομοθεσίας για την ένταξη στο πρόγραμμα ειδικής επιδότησης ανεργίας των απολυθέντων από την ΕΛΛΕΝΙΤ Α.Ε.
33) Ο Βουλευτής Β΄ Θεσσαλονίκης κ. ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΤΣΙΟΚΑΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών ζητεί τη στήριξη των καπνοπαραγωγών της χώρας μετά την περικοπή των επιδοτήσεων.
34) Ο Βουλευτής Λασιθίου κ. ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΧΙΜΑΚΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο κ. Ζαχαρίας Καψαλάκης,αιρετός Α.Π.Υ.Σ.Π.Ε. Κρήτης ζητεί την ίδρυση υπηρεσιών του Ο.Σ.Κ. στην Κρήτη κ.λπ..
35) Ο Βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας κ. ΧΡΙΣΤΟΣ ΒΕΡΕΛΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμος Ανακτορίου Νομού Αιτωλοακαρνανίας ζητεί την έγκριση των πιστώσεων για τη συντήρηση και βελτίωση της Ε.Ο. Αμφιλοχίας-Λευκάδας και της Π.Ε.Ο. Βόνιτσας-Ακτίου.
36) Ο Βουλευτής Λασιθίου κ. ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΧΙΜΑΚΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η Οικογένεια Ντουμπερέτ του Γκαμπριέλ ζητεί τη νομιμοποίηση της παραμονής της στη χώρα μας.
37) Ο Βουλευτής Ευβοίας κ. ΣΥΜΕΩΝ (ΣΙΜΟΣ) ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμος Αιδιψού Νομού Εύβοιας ζητεί τη λειτουργία Νοσοκομείου στη Βόρεια Εύβοια με έδρα την Ιστιαία,την ολοκλήρωση των μελετών του Βόρειου οδικού άξονα Ψαχνά-Ιστιαία και διαμαρτύρεται για τη λειτουργία λιθανθρακικής μονάδας ηλεκτροπαραγωγής στο Μαντούδι.
38) Ο Βουλευτής Μεσσηνίας κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΥΣΕΛΑΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Φαρμακευτικός Σύλλογος Μεσσηνίας ζητεί να απλοποιηθεί και να ενιαιοποιηθεί η διαδικασία συνταγογράφησης και εκτέλεσης των συνταγών, καθώς και η υποβολή τους στα ασφαλιστικά ταμεία.
39) Οι Βουλευτές Χανίων κ. ΜΑΝΟΥΣΟΣ - ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΟΛΟΥΔΑΚΗΣ, Λαρίσης κ. ΜΑΞΙΜΟΣ ΧΑΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ , Φθιώτιδος κ. ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΑΪΚΟΥΡΑΣ, Ρεθύμνου κ. ΄ΟΛΓΑ ΚΕΦΑΛΟΓΙΑΝΝΗ και Χίου κ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΟΣΜΙΔΗΣ κατέθεσαν αναφορά σχετικά με τη διαχείριση των πνευματικών δικαιωμάτων.
Β. ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΕ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ
1. Στην με αριθμό 3890/8-1-08 ερώτηση του Βουλευτού κ. Κωνσταντίνου Αϊβαλιώτη δόθηκε με το υπ’ αριθμ. 7017/4/7756/28-1-08 έγγραφο από την Υφυπουργό Εσωτερικών η ακόλουθη απάντηση:
«Σε απάντηση της ανωτέρω ερώτησης, που κατέθεσε ο Βουλευτής κ. Κ. Αϊβαλιώτης, σε ό,τι μας αφορά, σας γνωρίζουμε ότι η εκτεταμένη χρήση Αυτόματων Ταμειολογικών Μηχανών (Α.Τ.Μ.) έχει δημιουργήσει νέες, διαρκώς εξελισσόμενες μορφές απάτης με επίκεντρο τα Α.Τ.Μ. και θύματα πελάτες των τραπεζών, αλλά και τα ίδια τα πιστωτικά ιδρύματα. Οι αρμόδιες Υπηρεσίες μας, παρακολουθώντας τις εξελίξεις στη συγκεκριμένη εγκληματική δραστηριότητα, λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την κατά το δυνατό αποτελεσματική αντίδραση απέναντί της. Ειδικότερα, εξεδόθησαν οδηγίες - κατευθύνσεις προς τις περιφερειακές Υπηρεσίες για το χειρισμό υποθέσεων απατών σε βάρος τραπεζών με τη μέθοδο της παγίδευσης των Α.Τ.Μ., ενώ έχει αναπτυχθεί μόνιμη' συνεργασία και αμοιβαία ενημέρωση τραπεζών και Ελληνικής Αστυνομίας στο θέμα αυτό. Επίσης, η αρμόδια Διεύθυνση του Αρχηγείου της Αστυνομίας, λόγω της διεθνούς διαστάσεως του συγκεκριμένου εγκλήματος, συμμετέχει ενεργά στον Αναλυτικό Φάκελο Εργασίας TERMINAL της EUROPOL, του οποίου η χώρα μας είναι μέλος.
Στα πλαίσια αυτά, η έντονη δραστηριότητα των Υπηρεσιών μας, σε συνδυασμό με την ενδελεχή διερεύνηση των υποθέσεων απάτης μέσω των Α.Τ.Μ., έχει αποδώσει θετικά αποτελέσματα και οδήγησε στην εξάρθρωση σημαντικού αριθμού εγκληματικών οργανώσεων που δραστηριοποιούνταν στον τομέα αυτόν. Ενδεικτικά σημειώνεται ότι, από 01-01-2007 έως σήμερα, έχουν εξαρθρωθεί περισσότερες από 15 τέτοιες σπείρες. Μέλη αυτών ήταν κυρίως Ρουμάνοι και δευτερευόντως Βούλγαροι και Έλληνες. Σε μία περίπτωση, με διεθνή διάσταση, τα μέλη ήταν Γάλλοι υπήκοοι, ενώ πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη εξαρθρώθηκε σπείρα με μέλη της υπηκόους της Π.Γ.Δ.Μ.
Τέλος, σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνουν οι ίδιες οι τράπεζες για την αντιμετώπιση της προαναφερόμενης μορφής εγκληματικότητας και την προστασία των πελατών τους, αρμόδιο να σας ενημερώσει είναι το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, στο οποίο διαβιβάζουμε φωτοτυπία της ερώτησης.
Ο Υφυπουργός
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΧΗΝΟΦΩΤΗΣ»
2. Στην με αριθμό 4190/10-1-08 ερώτηση των Βουλευτών κυρίων Κωνσταντίνου Αλυσανδράκη, Νικολάου Μωραΐτη και Εύας Μελά δόθηκε με το υπ’ αριθμ. ΤΚΕ/Φ.2/2885/30-1-08 έγγραφο από την Υφυπουργό Εσωτερικών η ακόλουθη απάντηση:
«Σε απάντηση της ερώτησης, με αριθμό πρωτ. 4190/10-1-08, που κατέθεσαν στη Βουλή οι Βουλευτές κύριοι Κώστας Aλυσανδράκης, Νίκος Μωραΐτης και Εύα Μελά, με θέμα «Απολύσεις συμβασιούχων εργαζομένων στην 18η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Ν. Άρτας και Πρέβεζας», σας πληροφορούμε τα εξής:
Η μετατροπή συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου ή έργου σε συμβάσεις αορίστου χρόνου καθώς και η μονιμοποίηση του προσωπικού αυτού απαγορεύεται ρητώς από τη Συνταγματική διάταξη της παρ. 8 του άρθρου 103.
Περαιτέρω, με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6 του Π.Δ. 164/2004, τίθενται περιορισμοί στη σύναψη διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου.
Ο συνολικός χρόνος διάρκειας των συμβάσεων ορισμένου χρόνου περιορίζεται σε 24 μήνες, ανεξάρτητα αν πρόκειται για διαδοχικές ή μη συμβάσεις ορισμένου χρόνου, εφόσον καταρτίζονται μεταξύ του ίδιου εργοδότη και του ίδιου εργαζομένου με την ίδια ή παρεμφερή ειδικότητα και με τους ίδιους ή παρεμφερείς όρους εργασίας.
Σημειώνεται ότι στον ανωτέρω περιορισμό των 24 μηνών υπάγονται και οι απασχολούμενοι με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου για κάλυψη εποχιακών, πρόσκαιρων, απρόβλεπτων και επειγουσών αναγκών, ανεξαρτήτως αν πρόκειται για διαδοχικές (με διακοπή μικρότερη των τριών μηνών), ή με συμβάσεις, εκτός αν κατ' εξαίρεση και για συγκεκριμένους λόγους επιτρέπεται από ειδική διάταξη νόμου, ο συνολικός χρόνος διάρκειας να υπερβαίνει τους 24 μήνες.
Με την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων καθιερώνεται ένα πλαίσιο κανόνων για να αποτραπεί τυχόν κατάχρηση που προκαλείται από τη χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, αντί αορίστου χρόνου. Σκοπός των κανόνων αυτών είναι να οριοθετήσουν κατά το δυνατόν σαφέστερα τις σχέσεις ή συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, με ταυτόχρονη πρόβλεψη κυρώσεων για την παραβίαση των κανόνων αυτών, ώστε το διαμορφούμενο νέο θεσμικό πλαίσιο να αποτελεί εγγύηση για την αποτροπή επανάληψης στο μέλλον του φαινομένου των συμβασιούχων ορισμένου χρόνου που εξυπηρετούν πάγιες ανάγκες των υπηρεσιών.
Ενόψει των ανωτέρω, είναι αυτονόητο ότι οι φορείς του δημόσιου τομέα θα πρέπει στο μέλλον και προκειμένου να καλύψουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες της υπηρεσίας ή του φορέα, να φροντίσουν για την πλήρωση κενών οργανικών θέσεων μονίμου προσωπικού ή την πρόσληψη προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
Κατά τα λοιπά αρμόδιο να απαντήσει είναι το Υπουργείο Πολιτισμού, προς το οποίο επίσης απευθύνεται η ανωτέρω ερώτηση.
Ο Υφυπουργός
ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΩΗΣ»
3. Στην με αριθμό 3060/10-12-07 ερώτηση του Βουλευτή κ. Βασιλείου Έξαρχου δόθηκε με το υπ’ αριθμ. 492/9-1-08 έγγραφο από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων η ακόλουθη απάντηση:
«Απαντώντας στην παραπάνω ερώτηση που κατέθεσε ο Βουλευτής κ. Β. Έξαρχος, σας πληροφορούμε τα εξής:
Η τελευταία μεταρρύθμιση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής σηματοδότησε μια νέα φάση στις ενισχύσεις για τη στήριξη του εισοδήματος των γεωργών, εισάγοντας την έννοια της Ενιαίας Αποδεσμευμένης Ενίσχυσης στον Α΄ πυλώνα της Κ.Α.Π. και ενισχύοντας τον Β΄ πυλώνα με μεταφορά πόρων από τον Α΄ πυλώνα.
Επίσης βασικό στοιχείο της μεταρρύθμισης απετέλεσε η σύνδεση της καταβολής των ενισχύσεων με την υποχρέωση των παραγωγών να τηρούν τις οδηγίες και τους κανονισμούς για την προστασία του περιβάλλοντος, τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων, καθώς και να ακολουθούν τις ορθές γεωργικές και περιβαλλοντικές πρακτικές με στόχο την προστασία του περιβάλλοντος.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας για τη μεταρρύθμιση της Κ.Α.Π. το 2003, είχε προβλεφθεί ότι η Επιτροπή, δύο (2) χρόνια μετά την έναρξη της εφαρμογής της ενιαίας αποδεσμευμένης ενίσχυσης ή το αργότερο έως 31 Δεκεμβρίου 2009 θα υποβάλλει έκθεση προς το Συμβούλιο, συνοδευόμενη από σχετικές προτάσεις.
Ο «έλεγχος υγείας» που επιχειρεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει στόχο τη βελτίωση της λειτουργίας και τον περαιτέρω εκσυγχρονισμό της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, καθώς και την προσαρμογή της στις νέες προκλήσεις και δυνατότητες που παρουσιάζονται μετά το 2007 στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 Κρατών-Μελών.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 21/11/07 προέβη σε ανοικτή ανακοίνωση σχετικά με το θέμα αυτό, την οποία έθεσε σε δημόσια διαβούλευση. Η ίδια ανακοίνωση παρουσιάστηκε από την Επίτροπο Γεωργίας κα Boel στο Συμβούλιο Υπουργών της 26-27 Νοεμβρίου, στη βάση της οποίας θα υποβληθούν αργότερα, την άνοιξη του 2008, οι επίσημες προτάσεις, με στόχο την κατάληξη των διαπραγματεύσεων σε επίπεδο Συμβουλίου Υπουργών Γεωργίας μέχρι το τέλος του έτους, δηλαδή επί Γαλλικής Προεδρίας.
Η έκθεση κινείται σε τρεις βασικούς άξονες:
- Με ποιο τρόπο η ενιαία αποδεσμευμένη ενίσχυση θα γίνει περισσότερο αποτελεσματική, αποδοτική και απλή.
- Πώς θα βελτιωθεί ο προσανατολισμός των αγροτικών προϊόντων στην αγορά, λαμβανομένης υπόψη της παγκοσμιοποίησης και πώς θα διαχειριστούμε τις νέες προκλήσεις σε μία Ευρωπαϊκή Ένωση 27 Κρατών-Μελών.
- Πώς θα αντιμετωπιστούν οι μεγάλες προκλήσεις από τις κλιματικές αλλαγές μέχρι τα βιοκαύσιμα και τη διαχείριση των υδατικών πόρων.
Η Ανακοίνωση της Επιτροπής θίγει τα εξής σημεία:
1. Αύξηση της διαφοροποίησης σταδιακά από 5% σε 13%, χωρίς να γίνεται αναφορά στην υφιστάμενη ατέλεια των 5.000 ευρώ ανά εκμετάλλευση, βάσει της οποίας οι όποιες παρακρατήσεις επιστρέφονται στον παραγωγό.
2. Θέσπιση ανώτατου και κατώτατου ορίου ενισχύσεων ανά εκμετάλλευση.
3. Μετάβαση από το ιστορικό στο περιφερειακό μοντέλο της Ενιαίας Ενίσχυσης.
4. Κατάργηση ορισμένων παρεμβατικών μέτρων, όπως η δημόσια αποθεματοποίηση και η υποχρεωτική αγρανάπαυση (set-aside), μέτρων των οποίων η χώρας μας έχει κάνει από ελάχιστη έως καθόλου χρήση την τελευταία τουλάχιστον δεκαετία.
5. Κατάργηση των ποσοστώσεων γάλακτος από το 2014 και μετά, θέμα για το οποίο, λόγω της εντελώς ανεπαρκούς κατανομής τους για τη χώρα μας, το Υπουργείο είχε κατ' επανάληψη στο παρελθόν ζητήσει με επιμονή την ανάγκη σημαντικής τουλάχιστον αύξησης για την Ελλάδα.
6. Εμπλοκή του Β΄ πυλώνα σε νέα πεδία δραστηριοποίησης, όπως η αντιμετώπιση προβλημάτων που οφείλονται στις κλιματικές αλλαγές, η περαιτέρω ενθάρρυνση μέτρων υπέρ της βιο-ενέργειας, η ορθότερη διαχείριση των υδατικών πόρων και η ασφαλιστική κάλυψη της παραγωγής σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών.
Θα είμαστε παρόντες στη διαπραγμάτευση που θα απασχολήσει το Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας κατά το 2008 και θα συνεισφέρουμε με εποικοδομητικό τρόπο στην επιτυχή της κατάληξη. Ζούμε σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, απέναντι στο οποίο δεν μπορούμε να αντιδρούμε πάντα με αρνητισμό και στασιμότητα.
Οι θέσεις που θα ακολουθήσει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κατά τη διαπραγμάτευση σχετικά με τον «έλεγχο υγείας» της ΚΑΠ, συνοψίζονται στα εξής:
1. Η αύξηση της διαφοροποίησης εμπεριέχει θετικά και αρνητικά στοιχεία: μειώνει την άμεση στήριξη του ετήσιου εισοδήματος του 7% περίπου του συνόλου των παραγωγών, είτε πρόκειται για κατά κύριο επάγγελμα αγρότες είτε όχι. Από την άλλη πλευρά οι εξοικονομούμενοι πόροι αναδιανέμονται μεταξύ των Κρατών - Μελών υπέρ του πυλώνα Β΄, με αποτέλεσμα να εισπράττουμε υψηλότερα ποσά από όσα συνεισφέραμε με τη μείωση των επιδοτήσεων που εφαρμόζεται στο 7% των δικαιούχων. Σημειωτέον ότι τα μέτρα του Β΄ πυλώνα απευθύνονται μόνο υπέρ των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών. Συνεπώς, εάν η κατάληξη των διαπραγματεύσεων οδεύει προς την αύξηση της διαφοροποίησης, θα προσπαθήσουμε να πετύχουμε την παράλληλη αύξηση της ατέλειας των 5.000 ευρώ.
2. Η θέσπιση ανώτατου ορίου ενισχύσεων ανά εκμετάλλευση είναι θετικό μέτρο και το υποστηρίζουμε. Επιθυμούμε, ωστόσο, την αναδιανομή των εξοικονομούμενων πόρων μεταξύ των Κρατών-Μελών, όπως συμβαίνει με τη δυναμική διαφοροποίηση. Η θέσπιση, τώρα, ενός κατώτατου ορίου θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή υπό την προϋπόθεση ότι θα αφορά σε ένα ελάχιστο ποσό ανά δικαιούχο και όχι σε μία ελάχιστη έκταση. Σε κάθε περίπτωση, είναι κάτι το οποίο οι θιγόμενοι δικαιούχοι θα μπορούν να αντιμετωπίσουν μέσω ενοποίησης των αιτήσεών τους για ενίσχυση.
3. Η μετάβαση από το ιστορικό στο περιφερειακό μοντέλο είναι κάτι το οποίο, σε βάθος χρόνου, πρέπει να γίνει και στη χώρα μας. Απλώς, δεν πρέπει να γίνει βεβιασμένα και χωρίς τον πολύ έγκαιρο προϊδεασμό των ενδιαφερομένων.
4. Η υποχρεωτική μετάβαση προς την πλήρη αποδέσμευσή μας ευνοεί, όχι μόνο διότι ήδη την εφαρμόζουμε αλλά και διότι θα οδηγήσει στην ενιαία εφαρμογή της ΚΑΠ σε όλη την Ευρώπη, εξισορροπώντας έτσι θέματα ανταγωνισμού μεταξύ των Κρατών-Μελών.
5. Οι παρεμβατικοί μηχανισμοί έχουν ήδη ατονήσει ή δεν εφαρμόζονται στη χώρα μας. Δεν εφαρμόσαμε ποτέ τη δημόσια αποθεματοποίηση στο βόειο κρέας και στα γαλακτοκομικά προϊόντα, ενώ έχουμε να την εφαρμόσουμε από το 1991 στο σιτάρι. Οι ποσοστώσεις του γάλακτος θα καταργηθούν ούτως ή άλλως το 2014, ενώ τέλος είμαστε υπέρ της κατάργησης της υποχρεωτικής αγρανάπαυσης, δοθείσης μάλιστα της τρέχουσας κατάστασης της διεθνούς αγοράς σιτηρών και ζωοτροφών.
6. Η συμπερίληψη και νέων δράσεων στο Β΄ πυλώνα είναι καλοδεχούμενη και την υποστηρίζουμε. Βέβαια το πρόβλημα συνίσταται στους περιορισμένους ίδιους πόρους του συνολικού κοινοτικού προϋπολογισμού.
Συμπερασματικά, τα θετικά στοιχεία του «ελέγχου υγείας» είναι περισσότερα από τα αρνητικά. Θα προσπαθήσουμε, με επιχειρήματα, με την κατάλληλη διαπραγματευτική τακτική και με τις απαραίτητες συμμαχίες, να καταλήξουμε στο καλύτερο αποτέλεσμα για τους αγρότες μας.
Ο Υπουργός
Α. ΚΟΝΤΟΣ»
4. Στην με αριθμό 4109/9-1-08 ερώτηση του Βουλευτή κ. Δημητρίου Κουσελά δόθηκε με το υπ’ αριθμ. 19/30-1-08 έγγραφο από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής η ακόλουθη απάντηση:
«Σε απάντηση του αριθ. πρωτ. 4109/09-01-2008 εγγράφου σας, με το οποίο μας διαβιβάσθηκε ερώτηση του Βουλευτή κ. Δ. Κουσελά, που κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
1. Με βάση το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο (ν. 2932/2001), οι πλοιοκτήτριες εταιρείες υποβάλλουν μέχρι την 31 η Ιανουαρίου κάθε έτους δηλώσεις δρομολόγησης των πλοίων τους σε δρομολογιακές γραμμές, για την κάλυψη των αναγκών του ενδεικτικού ακτοπλοϊκού δικτύου της χώρας κατά τη δρομολογιακή περίοδο από την 01 Νοεμβρίου κάθε έτους μέχρι την 31 Οκτωβρίου του επομένου έτους.
Εφόσον δεν υποβληθούν δηλώσεις δρομολόγησης σε γραμμές του ακτοπλοϊκού δικτύου της χώρας ή από αυτές που υποβλήθηκαν δεν καλύπτονται πλήρως οι πάγιες ανάγκες του μεταφορικού έργου, το ΥΕΝΑΝΠ προβαίνει στις προβλεπόμενες διαδικασίες του άρθρου όγδοου του ν. 2932/2001 (Α΄ 145) και συγκεκριμένα στη δημοσίευση προσκλήσεων εκδήλωσης ενδιαφέροντος για τη σύναψη συμβάσεων ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας διάρκειας τριών έως πέντε ετών για την αποκλειστική εξυπηρέτηση συγκεκριμένων γραμμών, άνευ μισθώματος. Εάν και με τη διαδικασία αυτή δεν καλυφθούν οι συγκοινωνιακές ανάγκες, εκδίδεται από το ΥΕΝΑΝΠ προκήρυξη για την εξυπηρέτηση δρομολογιακών γραμμών με σύναψη σύμβασης ή συμβάσεων δημόσιας υπηρεσίας κατόπιν μειοδοτικού διαγωνισμού, έναντι μισθώματος.
2. Στο πλαίσιο αυτό για τη δρομολογιακή περίοδο από 01/11/2007 έως 31/10/2008 και δεδομένου ότι για την εξυπηρέτηση των Κυθήρων και Αντικυθήρων, δεν κατατέθηκαν από τις ακτοπλοϊκές εταιρείες σχετικές δηλώσεις δρομολόγησης ή αυτές που κατατέθηκαν δεν κάλυπταν επαρκώς τις συγκοινωνιακές ανάγκες, εκδόθηκε από το ΥΕΝΑΝΠ, μετά από γνώμη του Συμβουλίου Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών, η αριθ. 3327.1/01/41/17-7-2007 «Προκήρυξη Μειοδοτικών Διαγωνισμών για την Εξυπηρέτηση Δρομολογιακών Γραμμών με σύναψη Σύμβασης ή Συμβάσεων Ανάθεσης Δημόσιας Υπηρεσίας Διάρκειας μέχρι δώδεκα (12) ετών», στην οποία συμπεριλαμβάνονταν μεταξύ άλλων για την κάλυψη των συγκοινωνιακών αναγκών των Κυθήρων - Αντικυθήρων με την ηπειρωτική χώρα:
α) ένα (01) δρομολόγιο την εβδομάδα στη γραμμή «Πειραιάς - Κύθηρα - Αντικύθηρα» και επιστροφή,
β) ένα (01) δρομολόγιο την εβδομάδα στη γραμμή «Γύθειο - Κύθηρα - Αντικύθηρα - Καστέλι Κίσσαμου» και επιστροφή,
γ) ένα (01) δρομολόγιο την εβδομάδα στη γραμμή «Ν. Βοιών- Κύθηρα - Αντικύθηρα» και επιστροφή,
δ) ένα (01) δρομολόγιο την εβδομάδα στη γραμμή «Ν. Βοιών- Κύθηρα» και επιστροφή,
ε) ένα (01) δρομολόγιο την εβδομάδα στη γραμμή «Γύθειο- Κύθηρα» και επιστροφή,
στ) ένα (01) δρομολόγιο την εβδομάδα στη γραμμή «Κύθηρα- Καλαμάτα - Καστέλι Κίσσαμου-Κύθηρα» και
ζ) ένα (01) δρομολόγιο την εβδομάδα στη γραμμή «Πειραιάς - Κύθηρα» και επιστροφή.
3. Στο διαγωνισμό που πραγματοποιήθηκε στο ΥΕΝΑΝΠ την 10η Σεπτεμβρίου 2007 δεν υπήρξε επιχειρηματικό ενδιαφέρον από τις ακτοπλοϊκές εταιρείες και ως εκ τούτου δεν κατατέθηκαν σχετικές προσφορές για την εξυπηρέτηση των εν λόγω δρομολογιακών γραμμών.
Δεδομένης της ανάγκης κάλυψης των συγκοινωνιακών αναγκών των Κυθήρων και Αντικυθήρων με την ηπειρωτική χώρα, αποφασίστηκε σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις της εν λόγω προκήρυξης και κατόπιν σχετικών προτάσεων των φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Δήμοι Κυθήρων - Αντικυθήρων), από το αρμόδιο Συμβούλιο Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών (στο οποίο συμμετέχουν εκπρόσωποι Επιμελητηρίων, πλοιοκτητών, ναυτικών πρακτόρων, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης κ.α.) η επανάληψη του διαγωνισμού με τροποποιημένους όρους.
4. Κατόπιν τούτου, από το ΥΕΝΑΝΠ εκδόθηκε η αριθ. πρωτ. 3327.1/79/07/09-11-2007 «Επανάληψη μειοδοτικών διαγωνισμών για την Εξυπηρέτηση Δρομολογιακών Γραμμών με σύναψη Σύμβασης ή Συμβάσεων Ανάθεσης Δημόσιας Υπηρεσίας Διάρκειας μέχρι δώδεκα (12) ετών» στην οποία, μεταξύ άλλων, επαναπροκηρύχθηκαν για την κάλυψη των συγκοινωνιακών αναγκών των Κυθήρων και Αντικυθήρων με την ηπειρωτική χώρα:
α) ένα (01) δρομολόγιο την εβδομάδα στη γραμμή «Πειραιάς - Κύθηρα - Αντικύθηρα» και επιστροφή,
β) ένα (01) δρομολόγιο την εβδομάδα στη γραμμή «Γύθειο - Κύθηρα - Αντικύθηρα - Καστέλι Κίσσαμου» και επιστροφή,
γ) ένα (01) δρομολόγιο την εβδομάδα στη γραμμή «Ν. Βοιών- Κύθηρα -Αντικύθηρα» και επιστροφή,
δ) τέσσερα (04) δρομολόγια την εβδομάδα στη γραμμή «Ν. Βοιών- Κύθηρα» και επιστροφή,
ε) ένα (01) δρομολόγιο την εβδομάδα στη γραμμή «Γύθειο- Κύθηρα» και επιστροφή και
στ) ένα (01) δρομολόγιο την εβδομάδα στη γραμμή «Πειραιάς - Κύθηρα» και επιστροφή, με δωρεάν μετακίνηση των κατοίκων των νήσων Κυθήρων και Αντικυθήρων από και προς Νεάπολη Βοιών.
5. Επειδή και ο εν λόγω διαγωνισμός απέβη άκαρπος, για την εξυπηρέτηση της δρομολογιακής γραμμής, θα επαναληφθεί μετά από γνωμοδότηση Σ.Α.Σ. με τους ίδιους ή άλλους όρους.
Ο Υπουργός
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α. ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗΣ»
5. Στην με αριθμό 4068/9-1-08 ερώτηση του Βουλευτή κ. Μαυρουδή Βορίδη δόθηκε με το υπ’ αριθμ. Φ900α/5703/9450/30-1-08 έγγραφο από τον Υφυπουργό Εθνικής Άμυνας η ακόλουθη απάντηση:
«Σε απάντηση της υπ' αριθμ. 4068/9-1-2008 ερώτησης της Βουλής των Ελλήνων, που κατέθεσε ο Βουλευτής κ. Μαυρουδής Βορίδης, με θέμα τους βετεράνους πολεμιστές της Κύπρου, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
Με την παράγραφο 1 του άρθρου 21 του ν. 2641/98 «Παλλαϊκή Άμυνα και άλλες διατάξεις» η Πολιτεία, μέσω του ΥΠ.ΕΘ.Α, αναγνώρισε επίσημα την προσφορά των ηρώων των Ενόπλων μας Δυνάμεων που ενεπλάκησαν στα γεγονότα της Κύπρου τη χρονική περίοδο από 20-7-74 έως 20-8-74, καθώς και στα γεγονότα που έλαβαν χώρα το 1964 στην Τυλληρία και Λευκωσία και το 1967 στην Κοφίνου και στους Αγίους Θεοδώρους. Κατ' αυτόν τον τρόπο επιλύθηκε μία χρόνια εθνική εκκρεμότητα που αποτελούσε ιστορική αναγκαιότητα, με την ηθική και υλική αποκατάσταση όλων των αγωνιστών των παραπάνω περιόδων.
Σε εκτέλεση των ως άνω διατάξεων, εξεδόθη η υπ' αριθμ. Φ. 002/180006/Σ.3113/2-8-2000 Κοινή Απόφαση Υφυπουργών Εθνικής 'Αμυνας και Οικονομικών, αναφορικά με τον καθορισμό, ανά πολεμική περίοδο, ζωνών πρόσω ή επιχειρήσεων νήσου Κύπρου.
Πέραν των ανωτέρω, σας ενημερώνουμε ότι με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 2109/92 υπήχθησαν στις προστατευτικές διατάξεις των εδαφίων α' και β' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 1648/86 οι ακόλουθες κατηγορίες προσώπων:
- Όσοι έλαβαν μέρος στα πολεμικά γεγονότα της Τυλληρίας - Λευκωσίας το 1964 και Κοφίνου - Αγ. Θεοδώρων το 1967, εφόσον κατέστησαν ανάπηροι ή κατέστησαν ανίκανοι από τις κακουχίες της στρατεύσεως και τραυματίσθηκαν, ανεξάρτητα από τη διάρκεια της υπηρεσίας τους.
- Τα τέκνα ή η σύζυγος ή η χήρα μητέρα προσώπων που εφονεύθησαν ή εξαφανίστηκαν στα πολεμικά γεγονότα Τηλληρίας - Λευκωσίας το 1964 και Κοφίνου- Αγ. Θεοδώρων το 1967.
Επιπλέον, το ΥΠ.ΕΘ.Α. προέβη στις παρακάτω, κατά θεματικές ενότητες, ενέργειες:
- Απονομή Ηθικών Αμοιβών με την απονομή μεταλλίων για τους νεκρούς, αγνοούμενους όλων των κατηγοριών του προσωπικού, για τους εφέδρους, κληρωτούς οπλίτες και ιδιώτες εθελοντές.
- Καταχώρηση Στρατολογικών Μεταβολών στα Μητρώα.
- Χαρακτηρισμός όλων των συντάξεων και των ταυτοτήτων ως «Πολεμικών».
- Αντικατάσταση των ουδέτερων όρων με κυριολεκτικούς στις διαφορές κανονιστικές πράξεις.
- Προσμέτρηση του χρόνου υπηρεσίας που διανύθηκε στην Κύπρο στο διπλάσιο (Έκδοση Φ.002/180006/Σ.3113/02-08-2000 Κ.Υ.Α).
- Αναγραφή των ονομάτων των πεσόντων στο πάρκο του Ελληνικού Στρατού.
- Καθιέρωση Ετήσιας Ημέρας Εθνικής Μνήμης προς τιμήν των θυμάτων και πολεμιστών της Κύπρου.
- Συμμετοχή των τραυματιών στις εθνικές παρελάσεις.
- Έκδοση Υπουργικής Απόφασης που αφορά στην παροχή νοσηλείας σε μέλη οικογενειών στρατιωτικών πεσόντων σε διατεταγμένη υπηρεσία, η οποία συμπεριλαμβάνει και τους πεσόντες-αγνοουμένους στην Κύπρο.
- Ίδρυση του Στρατιωτικού Μουσείου ΕΛ.Δ Υ.Κ.
Εξάλλου, έχουν υλοποιηθεί ή ευρίσκονται στο στάδιο της επιτελικής επεξεργασίας-μελέτης τα παρακάτω θέματα:
- Χορήγηση εφ' άπαξ οικονομικού βοηθήματος, όπως έπραξε η Κυπριακή Δημοκρατία.
- Κατ' εξαίρεση συμμετοχή των οικογενειών των πεσόντων-αγνοουμένων στα στεγαστικά προγράμματα του Α.Ο.Ο.Α. με τη προώθηση σχετικής νομοθετικής ρύθμισης.
- Αναπροσαρμογή του μερίσματος από το Μ.Τ..Σ. και λήψη οικονομικής ενίσχυσης από το ΕΚΟΕΜΣ, μετά από απόφαση των αρμοδίων οργάνων (Διοικητικού Συμβουλίου και Διοικούσας Επιτροπής αντίστοιχα) και εκδήλωση ενεργειών για νομοθετική ρύθμιση του θέματος.
- Έκδοση λευκώματος πεσόντων-αγνοουμένων.
Επιπρόσθετα σας κάνουμε γνωστό ότι στο σχέδιο νόμου «Ρυθμίσεις θεμάτων αναπήρων πολέμου, προσωπικού του ΥΠ.ΕΘ.Α. και άλλες διατάξεις», το οποίο ήδη έχει κατατεθεί στην Βουλή, περιλαμβάνονται ευνοϊκές διατάξεις για τους αγωνιστές της Κύπρου.
Συμπερασματικά, θεωρούμε ότι το ΥΠ.ΕΘ.Α. έχει προβεί μέχρι σήμερα στη θέσπιση σημαντικών μέτρων για την ηθική και υλική υποστήριξη των οικογενειών των αγωνιστών της Κύπρου, με την προώθηση δε και την υλοποίηση των προτεινομένων μέτρων θεωρούμε ότι η Διοίκηση θα αποδώσει, στο μέτρο του δυνατού, τις δέουσες τιμές σε εκείνους που αγωνίσθηκαν για την εθνική υπόθεση της Κύπρου.
Ο Υφυπουργός
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Α. ΤΑΣΟΥΛΑΣ»
6. Στην με αριθμό 7248/26-2-2008 ερώτηση του Βουλευτή κ. Εμμανουήλ Στρατάκη δόθηκε με το υπ’ αριθμ. Β793/20-3-2008 έγγραφο από τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών η ακόλουθη απάντηση:
«Σε απάντηση της ερώτησης με αριθμό 7248/26-2-2008 που κατατέθηκε στη Βουλή από τον Βουλευτή κ. Μανόλη Στρατάκη, σας πληροφορούμε τα παρακάτω:
Το ΥΠ.Μ.Ε. σε συνεργασία με το YΠ.OI.O. και την Κ.τ.Π. Α.Ε., η οποία είναι ο Τελικός Δικαιούχος, με σκοπό την ανάπτυξη των ευρυζωνικών δικτύων της χώρας, έχει δρομολογήσει την υλοποίηση της δράσης «Χρηματοδότηση επιχειρήσεων για την ανάπτυξη της ευρυζωνικής πρόσβασης στις Περιφέρειες της Ελλάδας», προϋπολογισμού 210 εκατ. ευρώ, στο πλαίσιο των Μέτρων 4.2 και 4.3 του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Κοινωνία της Πληροφορίας» του Κ.Π.Σ. 2000-2006.
Στο πλαίσιο της ανωτέρω Δράσης θα χρηματοδοτηθούν επενδυτικές πρωτοβουλίες σε δύο κύριους άξονες:
α) Την ανάπτυξη της ευρυζωνικής πρόσβασης στην περιφέρεια της Ελληνικής Επικράτειας, μέσω της χρηματοδότησης για την ανάπτυξη υποδομών και
β) Την τόνωση της ζήτησης στην περιφέρεια της Ελληνικής Επικράτειας, μέσω της επιδότησης τελικών χρηστών ευρυζωνικών υπηρεσιών.
Σκοπός του έργου είναι να ενισχύσει την ανάπτυξη της απαραίτητης υποδομής για την παροχή ευρυζωνικών υπηρεσιών σε εκείνες τις περιοχές της Ελλάδας, όπου δεν υπάρχει σήμερα αντίστοιχη επαρκής υποδομή και δεν προβλέπεται να αναπτυχθεί με βάση τις επικρατούσες γεω-κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες και τις υφιστάμενες συνθήκες αγοράς τηλεπικοινωνιών. Στόχος της κρατικής ενίσχυσης είναι η γεφύρωση του ψηφιακού χάσματος στις περιοχές αυτές.
Οι παρεχόμενες υπηρεσίες οι οποίες θα αναπτυχθούν θα προσφέρονται σε προσιτές τιμές, αντίστοιχες του μέσου όρου στην Ευρωπαϊκή ένωση.
Ο Υπουργός
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ»
7. Στην με αριθμό 8313/12-3-2008 ερώτηση του Βουλευτή κ. Γεώργιου Παπαγεωργίου δόθηκε με το υπ’ αριθμ. 12272/ΕΥΣ/1455/28-3-2008 έγγραφο από τον Υφυπουργό Οικονομίας και Οικονομικών η ακόλουθη απάντηση:
«Σε απάντηση του ανωτέρω σχετικού, σας γνωστοποιούμε τα παρακάτω:
Στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα της Χωρικής Ενότητας «Θεσσαλίας - Στερεάς Ελλάδας-Ηπείρου», της προγραμματικής περιόδου 2007-2013 και στον 20 άξονα προτεραιότητας με τίτλο «Υποδομές και υπηρεσίες προσπελασιμότητας Στερεάς Ελλάδας», μεταξύ άλλων δύνανται να συγχρηματοδοτηθούν από το ταμείο ΕΤΠΑ, έργα ολοκλήρωσης, αναβάθμισης και βελτίωσης του οδικού δικτύου της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας.
Επίσης στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας θα κατευθυνθούν επιπλέον πόροι του Ταμείου Συνοχής μέσω των ΕΠ Προσπελασιμότητα και Περιβάλλον και αειφόρος ανάπτυξη.
Εφαρμόζοντας τις προβλεπόμενες από τις διατάξεις εφαρμογής των Ε.Π. διαδικασίες και τα εγκεκριμένα κριτήρια ένταξης, οι αρμόδιες για τη διαχείριση των Ε.Π. Αρχές, θα προχωρήσουν το ταχύτερο δυνατό στην ένταξη συγκεκριμένων έργων σε ένα Επιχειρησιακό Πρόγραμμα.
Οι προτάσεις που θα υποβληθούν προκειμένου να ενταχθούν και να χρηματοδοτηθούν θα αξιολογηθούν σύμφωνα με τα κριτήρια αξιολόγησης που εγκρίθηκαν από την Επιτροπή Παρακολούθησης του Επιχειρησιακού Προγράμματος της περιόδου 2007-2013, κατόπιν προσκλήσεων της αρμόδιας Αρχής και μετά από την εξειδίκευση του προγράμματος.
Ο Υφυπουργός
Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ»
8. Στην με αριθμό 3610/20.12.07 ερώτηση του Βουλευτή κ. Ιωάννη Δημαρά δόθηκε με το υπ’ αριθμ. Φ900α/5697/9441 έγγραφο από τον Υφυπουργό Εθνικής Άμυνας η ακόλουθη απάντηση:
«Σε απάντηση της υπ' αριθμ. 3610/20-12-2007 ερώτησης της Βουλής των Ελλήνων, που κατέθεσε ο Βουλευτής κ. Γιάννης Δημαράς, με θέμα τη χορήγηση αδειών περιπτέρων, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν.3036/2002, δικαίωμα εκμετάλλευσης περιπτέρου έχουν οι ανάπηροι πολέμου και Εθνικής Αντίστασης, οι ανάπηροι ειρηνικής περιόδου (ν. 1370/1944), οι ανάπηροι αγωνιστές τoυ Δημοκρατικού Στρατού (ν.1863/1989), οι ανάπηροι πολέμου αμάχου πληθυσμού (ν.812/1943), τα θύματα των ανωτέρω κατηγοριών καθώς και οι ανάπηροι του αντιδικτατορικού αγώνα, υπό την προϋπόθεση ότι λαμβάνουν πολεμική ή στρατιωτική σύνταξη από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.
Το εν λόγω ευεργέτημα δίδεται στους παραπάνω δικαιούχους, εφόσον πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις όπως συγκεκριμένο όριο εισοδήματος, μόνιμη διαμονή κατά την τελευταία δεκαετία και μη διορισμός στο Δημόσιο.
Πανελλαδικά, οι ανάπηροι πολέμου όλων των παραπάνω κατηγοριών και τα θύματα αυτών ανέρχονται σε 24.185, εκ των οποίων 8.259 είναι ανάπηροι και 15.926 θύματα. Εξ' αυτών οι 11.000 περίπου διαθέτουν άδεια εκμετάλλευσης περιπτέρου ή κυλικείου, ενώ οι υπόλοιποι τυγχάνουν αναποκατάστατοι.
Το ΥΠ.ΕΘ.Α., λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι παραπάνω δικαιούχοι είναι κυρίως μεγάλης ηλικίας και με την πάροδο των ετών ολοένα εκλείπουν, και επιδεικvύοντας ευαισθησία στις ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες, έχει επεξεργαστεί σχέδιο νόμου στο οποίο προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η παραχώρηση του δικαιώματος εκμετάλλευσης περιπτέρου σε άτομα με αναπηρία και πολυτέκνους, νομοσχέδιο το οποίο ήδη συζητείται στη Βουλή.
Ο Υφυπουργός
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Α. ΤΑΣΟΥΛΑΣ»
9. Στην με αριθμό 4170 ερώτηση του Βουλευτή κ. Άδωνι Γεωργιάδη δόθηκε με το υπ’ αριθμ. Φ900α/5705/9452/4.2.08 έγγραφο από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας η ακόλουθη απάντηση:
«Σε απάντηση της υπ' αριθμ. 4170/10-1-2008 ερώτησης της Βουλής των Ελλήνων, που κατέθεσε ο Βουλευτής κ. Γεωργιάδης Σπυρίδων-Άδωνις, με θέμα τα μέτρα ασφαλείας στα πεδία βολών και την επικινδυνότητα αυτών για τις κατοικημένες περιοχές, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
Το πεδίο βολής Μεγάρων είναι χαρακτηρισμένο ως «μόνιμο πεδίο βολής όπλων καμπύλης τροχιάς» και λειτουργεί στον εν λόγω χώρο εδώ και τριάντα χρόνια. Η εκτέλεση των βολών είναι περιοδική, πραγματοποιείται δε πάντα σε συνεργασία με τους τοπικούς φορείς και με προτεραιότητα την ασφάλεια των κατοίκων.
Η περιοχή πτώσεως των βλημάτων καταλαμβάνει έκταση 3.379 στρ., ανήκει στο Τ.ΕΘ.Α. και είναι οριοθετημένη με κολωνάκια από την Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού.
Στον χώρο που παρεμβάλλεται μεταξύ του πεδίου βολής και των θέσεων ανάπτυξης των πυροβολαρχιών βολής, απ' όπου διέρχονται οι τροχιές των βλημάτων, έχει ανεγερθεί μικρός αριθμός κτισμάτων και υπάρχουν καλλιεργούμενες εκτάσεις οι οποίες όμως δεν επηρεάζονται από τη λειτουργία του πεδίου βολής. Στο παρελθόν και μέχρι σήμερα δεν έχουν σημειωθεί ατυχήματα στο εν λόγω πεδίο βολής και γενικά κατά την εκτέλεση των βολών δεν έχει προκύψει κανένα πρόβλημα που να άπτεται θεμάτων ασφαλείας και παρεμπόδισης των δραστηριοτήτων του τοπικού πληθυσμού.
Αποτελεί τον μόνο κατάλληλο χώρο εγγύς της Σχολής Πυροβολικού για εκτέλεση βολών πυροβολικού, χωρίς την εκτέλεση των οποίων η εκπαίδευση των Αξιωματικών και Υ.Ε.Α της Σχολής δε δύναται να ολοκληρωθεί.
Σε όλα τα πεδία βολής λαμβάνονται αυστηρά μέτρα ασφαλείας σύμφωνα με τους στρατιωτικούς κανονισμούς και τις ισχύουσες διαταγές του ΓΕΣ. Με την ανάπτυξη της τεχνολογίας και την προμήθεια από τον ελληνικό στρατό σύγχρονων οπλικών συστημάτων, βελτιωμένων και σύγχρονων πυρομαχικών καθώς και νέων μέσων παρατήρησης και επιτήρησης της διαδικασίας των βολών, έχει επιτευχθεί η μέγιστη ασφάλεια κατά την εκτέλεση βολών και έχει περιορισθεί στο ελάχιστο η πιθανότητα πρόκλησης ατυχήματος.
Τέλος, σας διαβεβαιώνουμε ότι τόσον η Π.Α. όσον και το Π.Ν. λαμβάνουν όλα τα προσήκοντα μέτρα προκειμένου να υπάρχει απόλυτη ασφάλεια κατά την διαδικασία της εκτέλεσης βολών από τις Ένοπλες Δυνάμεις.
Ο Υπουργός
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ-ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ι. ΜΕΪΜΑΡΑΚΗΣ»)
(Στο σημείο αυτό εισέρχεται στην Αίθουσα ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης κ. Κωνσταντίνος Καραμανλής)
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Κύριες και κύριοι συνάδελφοι, εισερχόμεθα στην συμπληρωματική ημερήσια διάταξη της
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Ψήφιση στο σύνολο του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών: «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις για τους αποχωρούντες από την υπηρεσία δικαστικούς λειτουργούς και άλλες διατάξεις».
Κύριε Υπουργέ της Οικονομίας και των Οικονομικών, μήπως έχετε να κάνετε κάποια διόρθωση;
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ (Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών): Όχι, κύριε Πρόεδρε.
Ερωτάται το Σώμα: Γίνεται δεκτό το νομοσχέδιο και στο σύνολο, όπως διενεμήθη;
ΠΟΛΛΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Δεκτό, δεκτό.
ΒΕΡΑ ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ (Ε΄Αντιπρόεδρος της Βουλής): Κατά πλειοψηφία.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Το νομοσχέδιο έγινε δεκτό και στο σύνολο κατά πλειοψηφία.
Συνεπώς το νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών: «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις για τους αποχωρούντες από την υπηρεσία δικαστικούς λειτουργούς και άλλες διατάξεις» έγινε δεκτό κατά πλειοψηφία σε μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου και έχει ως εξής:
(Να καταχωριστεί το κείμενο του νομοσχεδίου σελ.4α)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Κύριοι συνάδελφοι, παρακαλώ το Σώμα να εξουσιοδοτήσει το Προεδρείο για την υπ’ ευθύνη του επικύρωση των Πρακτικών της σημερινής συνεδρίασης ως προς την ψήφιση στο σύνολο του παραπάνω νομοσχεδίου.
ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Το Σώμα παρέσχε τη ζητηθείσα εξουσιοδότηση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχω την τιμή να ανακοινώσω στο Σώμα ότι ο Πρόεδρος της Επιτροπής Συντονισμού της κυβερνητικής πολιτικής στον τομέα του χωροταξικού σχεδιασμού και της αειφόρου ανάπτυξης, Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και τα μέλη της Επιτροπής, Υπουργοί Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Πολιτισμού, Τουριστικής Ανάπτυξης, Μεταφορών και Επικοινωνιών και Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής κατέθεσαν το «Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης». Ο τρόπος και η διαδικασία έγκρισης από την Ολομέλεια θα καθοριστούν από τη Διάσκεψη των Προέδρων, μετά από εισήγηση του Προέδρου του Σώματος.
Επίσης, θα ήθελα να κάνω γνωστό προς το Σώμα ότι την εβδομάδα αμέσως μετά τις γιορτές του Πάσχα, την Τρίτη 6 Μαΐου στις 10.30΄ θα ξεκινήσει η συζήτηση του νομοσχεδίου για την ενεργειακή αποδοτικότητα των κτηρίων και το απόγευμα, μετά τον κοινοβουλευτικό έλεγχο, θα γίνει η πρώτη συνεδρίαση για τη Συνταγματική Αναθεώρηση. Σχετικά μ’ αυτό το θέμα έχω ενημερώσει τα κόμματα. Αντί η συνεδρίαση αυτή να γίνει την Πέμπτη το απόγευμα, θα γίνει την Τρίτη το πρωί.
Συμφωνεί το Σώμα;
ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Συνεπώς το Σώμα συμφώνησε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εισερχόμαστε στη συζήτηση των
ΕΠΙΚΑΙΡΩΝ ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ
Επίκαιρες ερωτήσεις πρώτου κύκλου:
Πρώτα θα συζητηθεί η δεύτερη με αριθμό 845/51/15-4-2008 επίκαιρη ερώτηση του Προέδρου του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος κ. Γεωργίου Παπανδρέου προς τον Πρωθυπουργό, σχετικά με την πολιτική ανάπτυξης του αγροτικού τομέα κ.λπ..
Το κείμενο της επίκαιρης ερώτησης προς τον Πρωθυπουργό έχει ως ακολούθως:
«Η απογοήτευση από την αντιαγροτική πολιτική της Κυβέρνησης, η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα για το σήμερα και το αύριο είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της ζωής στην ελληνική ύπαιθρο. Οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι βρίσκονται σε δεινή οικονομική κατάσταση και δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν τις υποχρεώσεις τους, αφού το εισόδημά τους μειώνεται.
Το κόστος παραγωγής συνεχώς αυξάνει, οι τιμές των καυσίμων, των λιπασμάτων, των φυτοφαρμάκων, του πολλαπλασιαστικού υλικού ανεβαίνουν ανεξέλεγκτα.
Η ελληνική κτηνοτροφία λόγω της μεγάλης αύξησης της τιμής των ζωοτροφών και των χαμηλών τιμών του κρέατος και του γάλακτος οδηγείται σε διάλυση. Οι αγρότες πωλούν φτηνά και οι καταναλωτές αγοράζουν ακριβά λόγω της ασύδοτης κερδοσκοπίας των μεσαζόντων και των καρτέλ.
Υπάρχουν καθυστερήσεις στην καταβολή των ενισχύσεων και των αποζημιώσεων και η γραφειοκρατία και η αδιαφάνεια στη διαχείριση των δικαιωμάτων ταλαιπωρούν τους αγρότες. Η αδυναμία της Κυβέρνησης να διαπραγματευτεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση απειλεί με εξαφάνιση από τον παραγωγικό χάρτη της χώρας μας βασικά προϊόντα και οδηγεί σε μείωση των πόρων για την ύπαιθρο.
Για το λόγο αυτό ερωτάται ο κύριος Πρωθυπουργός
1.Για την έλλειψη πολιτικής και σχεδίου ανάπτυξης του αγροτικού τομέα που αντιμετωπίζει πολύ σοβαρά προβλήματα και μεγάλες προκλήσεις.
2.Για τη μεγάλη αύξηση του κόστους παραγωγής των αγροτικών προϊόντων και την αδυναμία της Κυβέρνησης να προασπίσει το εισόδημα των αγροτών».
Το λόγο έχει ο Πρωθυπουργός κ. Κώστας Καραμανλής.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα τελευταία χρόνια μια σειρά από κρίσιμα γεγονότα δημιουργούν, σε παγκόσμιο επίπεδο, μια νέα πραγματικότητα στον τομέα της γεωργίας. Τέτοια γεγονότα είναι: η ραγδαία αύξηση της ζήτησης βασικών αγροτικών προϊόντων· η ενεργειακή πρόκληση και η στροφή ενός μεγάλου μέρους της διεθνούς αγροτικής παραγωγής στις ενεργειακές καλλιέργειες· η κλιματική αλλαγή και τα ακραία καιρικά φαινόμενα, που συνεπάγονται ακόμη μεγαλύτερους κινδύνους στον αγροτικό χώρο· και ο κίνδυνος της λειψυδρίας.
Όλα αυτά -μόνο σ’ ένα χρόνο, το 2007- οδήγησαν, σε διεθνές επίπεδο, στην αύξηση της τιμής βασικών αγροτικών προϊόντων κατά 40%. Όλα αυτά δείχνουν ξεκάθαρα επιτακτικές ανάγκες, αλλά και ευκαιρίες που αναπτύσσονται μπροστά μας. Δείχνουν την ανάγκη ανάπτυξης ευέλικτης αγροτικής πολιτικής, με το βλέμμα στα προβλήματα του σήμερα, αλλά και στις ανάγκες του αύριο, στις ανάγκες δηλαδή που δημιουργούνται από την παγκοσμιότητα των αγορών και την ένταση του ανταγωνισμού, από τις νέες απαιτήσεις των καταναλωτών, από την κλιματική αλλαγή και τα προβλήματα που μπορεί να επιφυλάσσει. Ιδίως, μάλιστα, δείχνουν τους αυξημένους κινδύνους φυσικών καταστροφών και, πάνω απ’ όλα, τον κίνδυνο της λειψυδρίας.
Εάν θέλουμε να διασφαλίσουμε μια καλύτερη προοπτική για τον αγροτικό κόσμο, οφείλουμε να δούμε, αλλά και να προετοιμαστούμε τόσο για τους κινδύνους, όσο και για τις ευκαιρίες που έρχονται.
Αυτή είναι η δική μας αντίληψη. Αυτή είναι η αντίληψη που καθοδηγεί την πολιτική μας. Οι κοντόφθαλμες πολιτικές του παρελθόντος απέτυχαν, και μάλιστα παταγωδώς.
Σε αντίθεση, λοιπόν, με όσα ισχυρίζεται ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, η Ελλάδα εφαρμόζει σήμερα συγκροτημένη πολιτική Αγροτικής Ανάπτυξης. Σχεδιάζει διορατικά, σχεδιάζει έγκαιρα. Απόδειξη είναι και το γεγονός ότι το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης «Αλέξανδρος Μπαλτατζής» 2007-2013, με συνολικό προϋπολογισμό που ξεπερνά τα 6 δισεκατομμύρια ευρώ, είναι από τα πρώτα που εγκρίθηκαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σημαντικά μέτρα αυτού του Προγράμματος αφορούν στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της αγροτικής παραγωγής, στην προστασία των υδάτινων πόρων, στην ενίσχυση καλλιεργειών φιλικών προς το περιβάλλον, στην προστασία και τον εμπλουτισμό του δασικού πλούτου της Χώρας.
Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται: στην οργάνωση του αγροτικού τομέα, με βάση τις αρχές της επιχειρηματικότητας· στην οργάνωση των παραγωγών σε σύγχρονους, αυστηρά επιχειρηματικούς συνεταιρισμούς· στην εφαρμογή προγραμμάτων προβολής των αγροτικών προϊόντων και προώθησης των εξαγωγών· στην κατασκευή αναγκαίων υποδομών, όπως εγγειοβελτιωτικά και αρδευτικά έργα, αναδασμοί, αγροτική οδοποιία.
Σημειώνω ότι σήμερα υλοποιούνται 46 μεγάλα δημόσια εγγειοβελτιωτικά έργα, με συνολικό προϋπολογισμό που ξεπερνά τα 450 εκατ. ευρώ.
(Στο σημείο αυτό, χτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του Προέδρου της Κυβέρνησης.)
Πέρα από την εφαρμογή αναπτυξιακών προγραμμάτων, οι αγρότες μας θα έχουν, μέχρι το 2013, σημαντικό εγγυημένο εισόδημα, με τη μορφή «ενιαίας ενίσχυσης». Οι κοινοτικές επιδοτήσεις στη νέα προγραμματική περίοδο θα φτάσουν τα 18 δις ευρώ.
Κινούμαστε ταυτόχρονα σε δύο άξονες: Ο πρώτος αφορά στην ανάπτυξη συγκροτημένης στρατηγικής για τα βασικά αγροτικά προϊόντα μας -βαμβάκι, καπνό, τεύτλα, λάδι, σιτηρά-, και αυτό γίνεται μέσα από έναν ευρύ κύκλο διαβουλεύσεων με την επιστημονική κοινότητα και τους φορείς εκπροσώπησης των αγροτών μας.
Ο δεύτερος άξονας αφορά στην ανάπτυξη συγκροτημένων παρεμβάσεων, για να βγουν από το περιθώριο οι τοπικές, παραδοσιακές, πιστοποιημένες καλλιέργειες, να υπάρξει δηλαδή δυναμική άνοδος αυτού που ονομάσαμε «άλλη γεωργία».
Αυτά τα τελευταία χρόνια, απλοποιήθηκαν οι διαδικασίες ένταξης στα αναπτυξιακά προγράμματα του Γ’ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και υπήρξε σημαντική επιτάχυνση στην απορρόφηση των κοινοτικών πόρων.
Επισπεύσαμε την καταβολή των αυξημένων αποζημιώσεων ΕΛΓΑ και ΠΣΕΑ και έγινε πράξη η δέσμευσή μας για την ίδρυση και τη λειτουργία Τοπικών Κέντρων Αγροτικής Ανάπτυξης (ΤΟΚΑΑ). Επίσης, υλοποιούνται πάνω από 650 Επενδυτικά Σχέδια στη μεταποίηση και την εμπορία γεωργικών προϊόντων, με προϋπολογισμό περίπου 600 εκατ. ευρώ, και έχουν εγκριθεί γύρω στα 2.350 Επενδυτικά Σχέδια για τη μεταποίηση και την εμπορία των δασοκομικών προϊόντων.
Στη φυτική παραγωγή, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, από το Μάρτιο του 2004 μέχρι σήμερα, έχουν εγκριθεί πάνω από 7.000 Σχέδια Βελτίωσης, με δημόσια δαπάνη 310 εκατ. ευρώ.
Στη ζωική παραγωγή, έχουν εγκριθεί περίπου 4.500 Σχέδια, με δημόσια δαπάνη 350 εκατ. ευρώ.
Στο πλαίσιο της Κοινοτικής Πρωτοβουλίας «LEADER+», έχουν ενταχθεί 2.700 Επενδυτικά Σχέδια, που αφορούν στον αγροτουρισμό, στις παραδοσιακές μονάδες αγροτοβιοτεχνίας, καθώς και στην προώθηση μικρών έργων σε 40 μειονεκτικές και ορεινές περιοχές της Χώρας.
Στο πλαίσιο των Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων Ανάπτυξης Αγροτικού Χώρου, έχουν λάβει έγκριση 1.600 ιδιωτικές επενδύσεις στον αγροτουρισμό και τις αγροτοβιοτεχνίες, συνολικής δημόσιας δαπάνης 170 εκατ. ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τέλος την κτηνοτροφία, έχουν ληφθεί πάνω από 36 μέτρα για τη βελτίωση της ποιότητας των κτηνοτροφικών προϊόντων, την αύξηση της ανταγωνιστικότητάς τους, την είσοδο νέων ανθρώπων στο επάγγελμα, τη διασφάλιση του εισοδήματος των κτηνοτρόφων.
Ανάμεσα στ’ άλλα, πρώτη φορά χορηγήθηκαν άτοκα δάνεια ύψους 300 εκατ. ευρώ, για πέντε χρόνια, με κάλυψη των τόκων από τον κρατικό προϋπολογισμό. Επίσης, καταβλήθηκαν σε 90.000 κτηνοτρόφους των ορεινών και μειονεκτικών περιοχών, που ήταν δικαιούχοι της εξισωτικής αποζημίωσης του 2007, πάνω από 150 εκατ. ευρώ, δέκα μήνες νωρίτερα από τον προβλεπόμενο χρόνο πληρωμής, προκειμένου να διευκολυνθούν στην αγορά ζωοτροφών και την κάλυψη βασικών αναγκών.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, προσθέτω ακόμη ότι:
- Ξεκίνησε η διαφημιστική καμπάνια για την προβολή του ελληνικού κρέατος.
- Διευρύνεται ο ρόλος του Ελληνικού Οργανισμού Γάλακτος και Κρέατος, με σκοπό την πάταξη των παράνομων «ελληνοποιήσεων» εισαγόμενων κρεάτων.
- Κατατίθεται νομοσχέδιο για θέματα κτηνοτροφίας, με το οποίο δίδονται λύσεις σε σημαντικά θεσμικά αλλά και διαρθρωτικά προβλήματα.
- Μπήκε σε τάξη το άναρχο και, σε πολλές περιπτώσεις, άδικο σύστημα της καταβολής επιδοτήσεων. Τον περασμένο Δεκέμβριο, έγινε η μεγαλύτερη από ποτέ εφάπαξ πληρωμή στο 97,5% των δικαιούχων αγροτών, ύψους 1,75 δις ευρώ.
Όλα αυτά αποδεικνύουν έμπρακτο, ουσιαστικό ενδιαφέρον και συγκροτημένο σχέδιο για την προάσπιση των συμφερόντων του αγροτικού κόσμου.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Το λόγο έχει ο Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης κ. Γεώργιος Παπανδρέου.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το 2003, η Ελλάδα και η τότε Κυβέρνηση πάλεψε να διασφαλίσει πόρους για τη νέα Κ.Α.Π… Μια νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική, που με το σωστό εθνικό σχεδιασμό, θα συνέβαλε αποφασιστικά στη μετάβαση σε ένα νέο πρότυπο αγροτικής ανάπτυξης, ώστε να αντιμετωπιστούν χρόνιες ασθένειες του παρελθόντος, με κύρια βάση το διατροφικό τομέα, την ποιότητα των προϊόντων, την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών, ιδιαίτερα φιλικών προς το περιβάλλον, αλλά και την αξιοποίηση της ελληνικής πολιτισμικής παράδοσης. Δηλαδή, ένα πολύ ισχυρό μείγμα για την ανταγωνιστικότητα και την προβολή –θα έλεγα, ακόμη και αυτοπροβολή- των προϊόντων μας στις διεθνείς αγορές. Ένα ισχυρό μείγμα, που θα διασφάλιζε τα ελληνικά προϊόντα να βρίσκονται στο υψηλότερο σκαλί εκτίμησης των καταναλωτών παγκοσμίως, δηλαδή, μια Ελλάδα με προϊόντα αξιώσεων.
Την υλοποίηση της νέας Κ.Α.Π., βεβαίως, δεν την κάναμε εμείς. Την αναλάβατε εσείς. Χωρίς κανένα σχέδιο, τα έχετε κάνει «θάλασσα». Υποσχεθήκατε, κύριε Καραμανλή, ότι θα δίνατε μάχες στις Βρυξέλλες, πηγαίνοντας ο ίδιος στα Συμβούλια των Υπουργών Γεωργίας. Βεβαίως, δεν πήγατε ποτέ. Πήγαν, όμως, οι Υπουργοί σας, που κάθε φορά που διαπραγματεύτηκαν τα προϊόντά μας, οι αποφάσεις ήταν οδυνηρές, όπως για τους καπνοπαραγωγούς. Ήταν ανικανότητα ή συνειδητή πολιτική για τον καπνό, για να βοηθήσει τους καπνοβιομήχανους ή μάλλον τους μεσάζοντες της βιομηχανίας. Διότι, με τη φορολογική σας πολιτική, κτυπήσατε και τα ελληνικά τσιγάρα. Και πάλι, δηλαδή, αποβλέπετε στην εξυπηρέτηση ειδικών συμφερόντων και όχι στο συμφέρον των πολλών, που σε αυτήν την περίπτωση είναι οι αγρότες.
Οι καπνοπαραγωγοί, που χθες διαδήλωσαν στην Αθήνα, ξέρουν ότι εξαιτίας σας, μετά το 2009, θα χάσουν το 50% του εισοδήματός τους. Τα ίδια και οι τευτλοκαλλιεργητές και οι εργαζόμενοι στην Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης. Τα λεφτά που χάνουν τα διαχειρίζεται ο Υπουργός Γεωργίας στο περιβόητο πρόγραμμα «ΜΠΑΛΝΤΑΤΖΗ», στο οποίο αναφέρθηκε ο Πρωθυπουργός. Όμως, τα διαχειρίζεται αυθαίρετα. Και αν κρίνουμε από τον τρόπο διακυβέρνησής σας, τα λεφτά αυτά δεν θα πάνε στην ανάπτυξη, αλλά σε ρουσφέτια και σε ενίσχυση των δικών σας παιδιών. Λεφτά, που δικαιούται σήμερα ο αγρότης, θα πάνε σε ρουσφετολογικές, κομματικές εξυπηρετήσεις.
Για το αληθές αυτής της καταγγελίας να ρωτήσετε τον Υπουργό σας, τον Υπουργό Γεωργίας, ο οποίος ήδη γυρνά ανά την Ελλάδα και τάζει, με τα λεφτά αυτά, διάφορες εξυπηρετήσεις σε «ημετέρους», του κόμματός σας.
Είναι μια βαθύτατα διεφθαρμένη πολιτική αντίληψη, που πλήττει την αγροτιά. Πλήττει την ορθολογική ανάπτυξη. Πλήττει τη χώρα. Δεν πήγατε ποτέ, κύριε Πρωθυπουργέ, στις Βρυξέλλες για τους αγρότες. Τουλάχιστον πάτε μέχρι το ελληνικό Υπουργείο Γεωργίας! Αυτά που είπατε θα ακούγονταν πολύ ωραία –και ακουγόντουσαν πολύ ωραία- το 2004. Σήμερα, είναι 2008. Σήμερα, κρίνεστε για το έργο σας και οι αγρότες έχουν κάκιστη εντύπωση για το έργο της Νέας Δημοκρατίας.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
Δείτε τα εσείς, αυτά τα μεγάλα και ψεύτικα λόγια, όταν πάτε στο Υπουργείο. Τι γίνεται με τους υπάρχοντες πόρους. Δείτε τι ποινές εισπράττουμε και σε τι επιστροφές υποχρεωνόμαστε. Δείτε τι λένε τα κοινοτικά ελεγκτικά όργανα για τη λειτουργία του Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε.. Δείτε την πλήρη διάλυση των υπηρεσιών. Δείτε την αναξιοκρατία, το «στρογγυλοκάθισμα» των κομματικών σας μηχανισμών, τη δοξασία της εξυπηρέτησης των «ημετέρων». Αυτών και μόνο αυτών.
Μιλήσατε για τα τοπικά κέντρα αγροτικής ανάπτυξης σε όλη την Ελλάδα. Πείτε μου συγκεκριμένα, πόσα και πού λειτουργούν. Διότι εμείς, έχουμε την εντύπωση -εμείς πηγαίνουμε στην επαρχία και δεν ξέρω αν πηγαίνετε εσείς, κύριε Πρωθυπουργέ- ότι δεν λειτουργούν πουθενά. Πείτε μας, λοιπόν, πού και πόσα λειτουργούν.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
Πώς, λοιπόν, να πάει μπροστά η αγροτιά, πώς να πάει έτσι μπροστά η χώρα, με κομματισμό και πελατειακή αντίληψη, από τη δικαιοσύνη με το κυνήγημα του εισαγγελέα Μπάγια, μέχρι και την αγροτική οικονομία;
Προχθές, στο Κιλελέρ και στο Αρμένιο, που είχα βρεθεί, είδα μόνο ανασφάλεια, φόβο και απελπισία.
Ακούστε, κύριε Πρωθυπουργέ, την κραυγή αγωνίας των γεωργών και των κτηνοτρόφων, που δεν τα βγάζουν πέρα. Ακούστε τις διαμαρτυρίες τους για τους μεσάζοντες και τα καρτέλ, που απομυζούν πράγματι τον ιδρώτα τους. Βλέπουν τα προϊόντα τους στο ράφι των super market (σούπερ μάρκετ) να πουλιούνται τέσσερις και πέντε φορές πάνω από την τιμή που τα αγόρασε ο χονδρέμπορος.
Ακούστε και τη μεγάλη αύξηση της τιμής των ζωοτροφών. Για τις χαμηλές τιμές, του γάλακτος, του κρέατος και για τις παράνομες ελληνοποιήσεις. Για τις καθυστερήσεις, συνεχώς, στην πληρωμή ενισχύσεων και αποζημιώσεων. Για τη γραφειοκρατία και την αδιαφάνεια στη διαχείριση των δικαιωμάτων. Για τις μεγάλες καθυστερήσεις στην ενεργοποίηση σύγχρονων προγραμμάτων, της νέας περιόδου. Για την πρόωρη συνταξιοδότηση, για τους νέους αγρότες που χρειαζόμαστε, για τα βιολογικά προϊόντα, τον αγροτουρισμό.
Ακούστε τους αγρότες και των πυρόπληκτων περιοχών. Τους έχετε ξεχάσει εντελώς.
Εγώ τους ακούω. Εμείς τους ακούμε και μιλάμε με τους αγρότες, με ειλικρίνεια.
Για το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και για μένα προσωπικά, το αγροτικό ζήτημα αποτελεί κρίσιμο εθνικό αναπτυξιακό ζήτημα. Χρειάζεται σχέδιο, βούληση, έγνοια για να χτυπηθούν τα καρτέλ, να ελεγχθούν οι μεσάζοντες, να προστατευτεί το εισόδημα των αγροτών, να αντιμετωπίσουμε την αλματώδη αύξηση του κόστους παραγωγής, να πάμε σε μια νέα αντίληψη αγροτικής ανάπτυξης, της «πράσινης» ανάπτυξης.
Μπορεί και έχει λαμπρό μέλλον η αγροτική και η κτηνοτροφική οικονομία της χώρας μας. Όμως, χρειάζονται και απαιτούνται νέες σχέσεις εμπιστοσύνης με την αγροτιά, τις οποίες εμείς, το ΠΑ.ΣΟ.Κ., χτίζουμε. Χρειάζεται σχέδιο και βούληση να πάμε σε μια νέα εποχή στον αγροτικό τομέα. Κι αυτή τη βούληση κι αυτό το σχέδιο, εμείς το έχουμε.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
Εσείς, έχετε ξεχάσει την αγροτιά. Εσείς, δεν έχετε κανένα σχέδιο.
Το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα θα βρεθεί και θα βρίσκεται πάντα κοντά στον αγρότη.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Το λόγο έχει ο Πρωθυπουργός κ. Κώστας Καραμανλής.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να ξεκινήσουμε με μια βασική αλήθεια, γιατί εδώ όλα διαστρεβλώνονται.
Τα μεσογειακά προϊόντα, που ενδιαφέρουν, όπως είναι φυσικό, περισσότερο την Ελλάδα και τους Έλληνες αγρότες, τα είχατε ξεχάσει από τη διαπραγμάτευση της νέας ΚΑΠ. Αυτή είναι η πραγματικότητα!
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ: Κάνετε λάθος.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης): Και εμείς τα βάλαμε μέσα, με τους καλύτερους δυνατούς όρους.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος): Κάνετε λάθος.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης): Αυτή είναι η αλήθεια. Και η αλήθεια αυτή δεν αλλάζει, όσα ψεύδη και αν επιστρατεύετε!
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
(Διαμαρτυρίες από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος): Τα διαστρεβλώνετε. Δεν τα ξεχάσαμε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Παρακαλώ, κύριοι συνάδελφοι.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης): Δεύτερον, είναι άραγε φιλοαγροτική η πολιτική που δεν απορροφούσε τα κοινοτικά κονδύλια ως το 2004, και αντιαγροτική η δική μας πολιτική, που ανέβασε την απορροφητικότητα από το 18% στο 80% σήμερα;
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
Είναι μήπως φιλοαγροτική πολιτική η ασυδοσία που διέκρινε τη δική σας πολιτική στους συνεταιρισμούς των «ημετέρων», και έρχεστε εδώ και μιλάτε για κομματισμό;
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
Και είναι αντιαγροτικοί οι έλεγχοι που αποκατέστησαν τη δικαιοσύνη και έκοψαν τις σπατάλες;
Είναι φιλοαγροτική η πολιτική σας, που με κάθε μέσο επιχειρούσε να φιμώσει τις διαμαρτυρίες των αγροτών -φαινόμενο τόσο συχνό επί ΠΑΣΟΚ-, και αντιαγροτική η δική μας πολιτική του διαλόγου και της συναινετικής επίλυσης των προβλημάτων τους;
Είναι φιλοαγροτική πολιτική η καθυστέρηση της πληρωμής των αποζημιώσεων, επί ένα και ενάμιση χρόνο επί των ημερών σας, και αντιαγροτική η δική μας πολιτική, με την οποία παίρνουν οι αγρότες τις αποζημιώσεις στην ώρα τους;
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, όλοι οι Έλληνες γνωρίζουμε πολύ καλά τις δυσκολίες που πέρασε και περνά ο αγροτικός κόσμος. Ξέρουμε τόσο τις ευκαιρίες που χάθηκαν, όσο και τα αίτια που οδήγησαν τον αγροτικό τομέα στην καθήλωση και στη συρρίκνωση. Από το 1981 έως και σήμερα, έχουν εισρεύσει στη χώρα μας τεράστιοι κοινοτικοί πόροι, τόσο για αγροτικές επιδοτήσεις, όσο και για έργα υποδομών στον αγροτικό τομέα.
Δυστυχώς, όμως, πολλές φορές στο παρελθόν κυριάρχησαν λαϊκίστικες αντιλήψεις· επικράτησαν κομματικές σκοπιμότητες· θριάμβευσαν καιροσκοπικές αντιλήψεις και αναπτύχθηκαν παθογένειες, που είχαν δυσμενέστατες επιπτώσεις. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Κυρίως, όμως, υπήρξε έλλειμμα πολιτικής μπροστά στις ανάγκες που δημιουργούνταν. Η κακοδιοίκηση, η κακοδιαχείριση και οι διπλοεγγραφές είχαν ως αποτέλεσμα να αδικούνται οι πραγματικοί αγρότες και να επιβάλλονται στη Χώρα τεράστια κοινοτικά πρόστιμα. Μόνο για την περίοδο 1996-2004, επιβλήθηκαν πρόστιμα που ξεπερνούν τα 850 εκατ. ευρώ, πολλά από τα οποία κληθήκαμε να πληρώσουμε μετά το 2004.
Στις πρακτικές αυτές έχει δοθεί οριστικό τέλος, με μηχανισμούς και διαδικασίες διαφάνειας. Ταυτόχρονα, πετύχαμε, όπως ήδη είπα, σημαντική επιτάχυνση στην απορρόφηση των κοινοτικών πόρων.
Στα κρίσιμα ζητήματα που έρχονται από το παρελθόν περιλαμβάνεται και το έλλειμμα βασικών υποδομών, κυρίως σ’ ό,τι αφορά το νερό. Κι αυτό είναι ζήτημα μείζονος σημασίας για τα χρόνια που έρχονται. Καμία στήριξη δεν θα είναι αρκετή αύριο, εάν δεν φροντίσουμε για το νερό σήμερα. Είναι στις πρώτες μας προτεραιότητες. Προχωρούμε στην κατασκευή λιμνοδεξαμενών, φραγμάτων, εγγειοβελτιωτικών και αρδευτικών έργων.
Σε ό,τι αφορά το κόστος και τις τιμές: Είναι γεγονός ότι, σε διεθνές επίπεδο, υπάρχει αύξηση του κόστους της αγροτικής παραγωγής. Υπάρχουν όμως και σημαντικές αυξήσεις στις τιμές παραγωγού σε πολλά προϊόντα, όπως ο αραβόσιτος, το σιτάρι, το ρύζι, το βαμβάκι, ο καπνός, τα οπωροκηπευτικά.
Ο Έλληνας αγρότης έχει να αντιμετωπίσει και τον ανταγωνισμό εισαγόμενων προϊόντων. Άμεσες κρατικές παρεμβάσεις για την παρεμπόδιση των εισαγωγών απαγορεύονται από τους κοινοτικούς Κανονισμούς. Διενεργούνται, ωστόσο, ουσιαστικοί έλεγχοι στις εισαγωγές και τη διακίνηση των αγροτικών προϊόντων, που αποδίδουν αποτελέσματα. Δίδεται μάλιστα ιδιαίτερη έμφαση στην αποτροπή «ελληνοποίησης» των εισαγόμενων αγροτικών προϊόντων, έτσι ώστε να εξασφαλίζονται ο υγιής ανταγωνισμός, το εισόδημα των παραγωγών και η προστασία του καταναλωτή.
Αναπτύσσουμε, ακόμη, συστηματικές προσπάθειες τόσο για τον περιορισμό του κόστους παραγωγής, όσο και για την εξασφάλιση καλύτερων τιμών:
- Ενθαρρύνεται έμπρακτα το συνεταιριστικό κίνημα για αθροιστικές προμήθειες λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, ώστε να μειωθεί το κόστος για τους αγρότες.
- Ενισχύουμε τις συλλογικές δράσεις των Ομάδων Παραγωγών, προκειμένου να καθετοποιήσουν την παραγωγή τους και να τη διαθέτουν απευθείας στους καταναλωτές, χωρίς τη μεσολάβηση τρίτων.
- Εφαρμόζουμε Σύστημα Ολοκληρωμένης Διαχείρισης στην καλλιέργεια του καπνού, γεγονός που μείωσε τη χρήση λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, περιόρισε το κόστος παραγωγής, βελτίωσε την ποιότητα και διασφαλίζει το εισόδημα των καπνοπαραγωγών, προστατεύοντας ταυτόχρονα τον παραγωγό και το περιβάλλον.
Ακόμη, πρωτοστατούμε στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έτσι ώστε το σύνολο των πόρων του τομέα να διατεθεί, έως το 2013, για τη στήριξη των καπνοπαραγωγών και των καπνοπαραγωγικών περιοχών.
Γενικότερα, σε ό,τι αφορά την προστασία του καταναλωτή:
- Ενισχύσαμε τους μηχανισμούς που υπήρχαν για τους ελέγχους της αγροτικής παραγωγής έως την πρώτη μεταποίηση, και δημιουργήσαμε νέους θεσμούς στο πλευρό του πολίτη-καταναλωτή.
- Έχουμε στενή συνεργασία με την Αυτοδιοίκηση για την αποτροπή αθέμιτων πρακτικών.
- Ενεργοποιήσαμε και στελεχώσαμε τη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, ώστε να υπάρχει άμεση αντίδραση απέναντι στα όποια προβλήματα.
- Θεσπίσαμε το Συνήγορο του Καταναλωτή ως ανεξάρτητη Αρχή.
- Ενισχύουμε διαρκώς τη λειτουργία του ΕΦΕΤ, για τον καλύτερο έλεγχο των τροφίμων.
Στόχος, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι η διασφάλιση δυναμικής και ευέλικτης αγροτικής ανάπτυξης, με τη μέγιστη αξιοποίηση των παραδοσιακών πλεονεκτημάτων μας. Είναι μια εθνική στρατηγική για την ελληνική γεωργία του αύριο, με ιδιαίτερη έμφαση σε νέες αγορές, σε νέα ποιοτικά προϊόντα, αλλά και σε νέες δραστηριότητες, που ενισχύουν την αγροτική οικονομία. Ο αγροτουρισμός, η αγροτοβιοτεχνία, η τυποποίηση, η μεταποίηση είναι βασικές πτυχές αυτής της νέας πολιτικής.
Καταλήγοντας, θυμίζω ότι δώσαμε λύση στο πρόβλημα με τα πανωτόκια. Βελτιώσαμε σημαντικά τους όρους και τις προϋποθέσεις στεγαστικών δανείων για τους αγρότες. Οι αγρότες μας έχουν σήμερα μειωμένα επιτόκια κατά 40%, αυξημένη διάρκεια αποπληρωμής του δανείου κατά 75%, επιδότηση του επιτοκίου μέχρι και 70%. Αυξήσαμε κατά 2.100 ευρώ το αφορολόγητο όριο για τα αγροτικά νοικοκυριά. Αναμορφώσαμε το φόρο γονικών παροχών και κληρονομιών.
Αυξήσαμε τις συντάξεις του ΟΓΑ στα 330 ευρώ. Όλα τα παραπάνω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, συγκροτούν ένα ενιαίο σχέδιο ανάπτυξης του αγροτικού κόσμου, μια σύγχρονη, δυναμική και ευέλικτη αγροτική πολιτική.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχω την τιμή να ανακοινώσω στο Σώμα ότι τη συνεδρίασή μας παρακολουθούν από τα άνω δυτικά θεωρεία της Βουλής, αφού προηγουμένως ξεναγήθηκαν στους χώρους του Μεγάρου της Βουλής των Ελλήνων, τριάντα οκτώ μαθητές και μαθήτριες και δύο συνοδοί-δάσκαλοι από το 21ο Δημοτικό Σχολείο Χαλκίδας.
Η Βουλή τους καλωσορίζει.
(Χειροκροτήματα από όλες τις πτέρυγες Βουλής)
Εισερχόμεθα στη συζήτηση της τρίτης με αριθμό 847/53/15.4.2008 επίκαιρης ερώτησης της Προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας κ. Αλέκας Παπαρήγα προς τον Πρωθυπουργό, σχετικά με την αντιπυρική προστασία της χώρας κ.λπ..
Η επίκαιρη ερώτηση της Προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, κ. Παπαρήγα, έχει ως ακολούθως:
«Βρισκόμαστε πολύ κοντά στην καλοκαιρινή περίοδο και είναι προφανείς οι κίνδυνοι για νέες μεγάλες πυρκαγιές για παραπέρα καταστροφή σε δασικό πλούτο. Σε κτηριακές υποδομές και ίσως ξανά σε ανθρώπινα θύματα. Παρ’ όλα αυτά, σε όλα τα κρίσιμα ζητήματα στην προστασία των δασών, τίποτα δεν άλλαξε.
Υπάρχουν τεράστιες ελλείψεις σε προσωπικό, τόσο στη δασική υπηρεσία -50% κενές οργανικές θέσεις- όσο και στην πυροσβεστική -πάνω από τέσσερις χιλιάδες κενές θέσεις-. Το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται με εποχικό προσωπικό ούτε με εξαντλητικά ωράρια που υπονομεύουν την ετοιμότητα και επιπροσθέτουν κινδύνους ατυχημάτων, αλλά με μαζικές προσλήψεις και μονιμοποίηση των εποχικών. Τα μέσα και οι υλικοτεχνικές υποδομές είναι ανεπαρκέστατα, αρκεί να σημειωθεί ότι το 40% των πυροσβεστικών οχημάτων είναι πάνω από δεκαπέντε ετών. Ακόμα και η σύνταξη των δασικών χαρτών «καρκινοβατεί».
Αλλά και σε πρακτικά ζητήματα της ετοιμότητας για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, ουσιαστικά περιορίζεται σε εγκυκλίους που επαναλαμβάνουν τις γνωστές κάθε φορά οδηγίες για αποψίλωση και καθαρισμό των δασών, για καθαρισμό των χωματερών, για έλεγχο και συντήρηση του εξοπλισμού, των δασικών δρόμων, για επέκταση πυροφυλακίων και άλλα.
Για όλα τα παραπάνω, προσωπικό, υποδομές, ζητήματα ετοιμότητας, χρειάζεται επαρκής χρηματοδότηση, που την αρνείται όμως η Κυβέρνηση. Από τον προϋπολογισμό και από τον ειδικό φορέα δασών προβλέπονται μόνο 29.000.000 ευρώ από τα οποία, αν αφαιρεθούν τα χρέη του περασμένου χρόνου και κονδύλια για άλλες δράσεις, απομένουν λιγότερο από 10.000.000 ευρώ για τη χρηματοδότηση της Δασικής Υπηρεσίας.
Ερωτάται ο κύριος Πρωθυπουργός πως τοποθετείται στα παραπάνω προβλήματα και τι μέτρα θα πάρει η Κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει».
Το λόγο έχει ο Πρωθυπουργός, κ. Κώστας Καραμανλής.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, καθόλου δεν αμφισβητώ το ενδιαφέρον του Κομμουνιστικού Κόμματος για ζητήματα κοινωνικής και περιβαλλοντικής προστασίας. Θα έλεγα, όμως, πως ούτε η Αντιπολίτευση μπορεί να αμφισβητεί το ενδιαφέρον της Κυβέρνησης. Η προστασία του περιβάλλοντος, η προστασία του φυσικού μας πλούτου, είναι εθνική υπόθεση που μας αγγίζει όλους.
Και βέβαια, για την αντιπυρική προστασία δεν διατίθενται, κυρία Παπαρήγα, μόνο 10 εκατ. ευρώ, όπως αναφέρετε στην ερώτηση.
Σημειώνω: Ο προϋπολογισμός της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, για το 2008, είναι αυξημένος κατά 85%: από τα 3,13 εκατ. ευρώ που ήταν το 2007, έφτασε στα 5,78 εκατ. ευρώ το 2008. Για τη λειτουργία των Δασικών Υπηρεσιών, έχουν προβλεφθεί στους προϋπολογισμούς των περιφερειών της Χώρας πιστώσεις 131 εκατ. ευρώ. Για τη δασοπροστασία, έχει προβλεφθεί στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης το ποσό των 13 εκατομμυρίων ευρώ. Από το Κεντρικό Ταμείο Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών, του ίδιου υπουργείου, έχουν προβλεφθεί πιστώσεις 15,8 εκατ. ευρώ. Για τη συντήρηση του δασικού οδικού δικτύου της Χώρας, διατίθενται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων περισσότερα από 4,5 εκατ. ευρώ.
Σημειώνω ακόμη ότι το Υπουργείο Εσωτερικών χρηματοδοτεί τους Δήμους, τις Κοινότητες και τους Αναπτυξιακούς Συνδέσμους με 35 εκατ. ευρώ για την εκτέλεση προγραμμάτων προληπτικού καθαρισμού της βλάστησης -είναι το μεγαλύτερο ποσό που έχει δοθεί ποτέ, σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με το 2003. Οι κατανομές μάλιστα ολοκληρώνονται μέσα στις επόμενες ημέρες. Από το πρόγραμμα «Θησέας» χρηματοδοτούνται και είναι σε εξέλιξη έργα που άπτονται της πυροπροστασίας, ύψους 7,7 εκατ. ευρώ.
Σε ό,τι αφορά το ανθρώπινο δυναμικό, σημειώνω την αξιοποίηση της Ελληνικής Αγροφυλακής για την προστασία του περιβάλλοντος, και την πρόσληψη, το 2007, 632 νέων πυροσβεστικών υπαλλήλων, καθώς και την πρόσληψη επιπλέον 1.260 δόκιμων πυροσβεστών, με διαγωνισμό, που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη. Θα έχουμε δηλαδή σχεδόν 1.900 άτομα επιπλέον, μέσα σε δύο χρόνια, ενώ από το 2001 έως το 2004 δεν είχε γίνει καμία πρόσληψη.
Σημειώνω, ακόμη, ότι ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες για την επαναπρόσληψη των 5.500 εποχικών πυροσβεστών που βρίσκονται, από την 1η Απριλίου, στις Υπηρεσίες και εκπαιδεύονται, ώστε να αναλάβουν τα καθήκοντά τους με αυξημένο χρόνο εργασίας, από τους πέντε στους οκτώ μήνες, για την επόμενη πενταετία. Το προσωπικό αυτό προσλαμβάνεται από το 2003 και η εμπειρία που έχει αποκτήσει είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Εκσυγχρονίζεται το πρόγραμμα εκπαίδευσης με τη συνεργασία της Πολεμικής Αεροπορίας, αλλά και φορέων άλλων χωρών με εμπειρία στη δασοπυρόσβεση. Μπήκε σε πιλοτική λειτουργία το «Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Πολιτικής Προστασίας», με το οποίο δημιουργείται βάση δεδομένων για τη χαρτογράφηση κινδύνων. Διευκολύνεται, έτσι, ο συντονισμός επιχειρήσεων με τη χρήση των πιο πρόσφατων δορυφορικών εικόνων υψηλής ευκρίνειας.
Σε ό,τι αφορά τα πυροσβεστικά μέσα:
- Από τον Απρίλιο του 2004 μέχρι σήμερα, το Πυροσβεστικό Σώμα προμηθεύτηκε 352 οχήματα, και αναμένεται να παραλάβει άλλα 80.
- Από τον Ιούλιο του 2005, διενεργήθηκε ανοικτός διαγωνισμός για την προμήθεια 175 υδροφόρων πυροσβεστικών οχημάτων, με κόστος πάνω από 34 εκατ. ευρώ, και άλλα 36 βρίσκονται στο στάδιο της κατασκευής.
Θέλω να υπογραμμίσω ότι δίνουμε ακόμη μεγαλύτερη έμφαση στην επιχειρησιακή αυτοδυναμία των Περιφερειακών Διοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών. Ο σχεδιασμός του Πυροσβεστικού Σώματος για το σκοπό αυτό έχει ολοκληρωθεί και κινείται σε αναβαθμισμένο επίπεδο. Για πρώτη φορά δημιουργούνται, σε επίπεδο νομού, Υποστηρικτικές Ομάδες Διαχείρισης Δασικών Πυρκαγιών Μεγάλης Έκτασης. Συνεργαζόμαστε στενά με τις εθελοντικές οργανώσεις και ομάδες που είναι επισήμως καταγεγραμμένες στο Μητρώο της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Το λόγο έχει η Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και Γενική Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας κ. Αλέκα Παπαρήγα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΑΠΑΡΗΓΑ (Γενική Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας): Βεβαίως και δεν θα αναπτύξω τις γενικότερες θέσεις μας για το ζήτημα, αλλά θα τοποθετηθώ στα πολύ συγκεκριμένα ζητήματα που θέσαμε και ακούσαμε αυτή τη στιγμή από τον Πρωθυπουργό, παίρνοντας υπόψη ότι η 1η του Μάη δεν είναι μόνο η Εργατική Πρωτομαγιά, αλλά είναι και η έναρξη της αντιπυρικής περιόδου.
Τα κενά στο Πυροσβεστικό Σώμα παραμένουν. Μιλήσατε για χίλιους διακόσιους που πρόκειται να προσληφθούν. Αυτοί, στην καλύτερη περίπτωση θα είναι έτοιμοι μετά τον Οκτώβρη. Άλλωστε το είπατε, δεν θα είναι έτοιμοι την 1η του Μάη. Από αυτά που είπατε, καταλαβαίνουμε ότι την 1η του Μάη θα παραμένει το 40% των κενών που υπάρχουν στο Πυροσβεστικό Σώμα και οι πεντέμισι χιλιάδες εποχικοί, οι οποίοι θα κληθούν να εκτελέσουν ένα δύσκολο έργο.
Μάλιστα, οι εποχικοί, επειδή είναι εποχικοί και δεν προβλέπονται από τα ποσά που εκταμιεύονται, δεν μπορούν να κάνουν υπερωρίες. Ξέρετε, η πυρόσβεση δεν είναι 08.00΄-15.00΄, χτυπάω κάρτα και φεύγω. Δεν προβλέπεται να κάνουν υπερωρίες, γιατί δεν υπάρχουν κονδύλια εκταμίευσης, αφού είναι εποχικοί και επομένως θα είναι «τρύπιο», να το πω έτσι, το δυναμικό, όχι γιατί δεν προσφέρει, αλλά γιατί δεν φτάνει. Δεν παίρνουμε πόσες πυρκαγιές θα ξεσπάσουν -μακάρι να μην ξεσπάσει καμμία- αλλά όλες οι δυνάμεις πρέπει να είναι στη θέση τους.
Κι εμείς ξεκαθαρίζουμε, με την ευκαιρία: προσλήψεις, οι εποχιακοί να γίνουν μόνιμοι, όχι διαφορετικού τύπου απασχόλησης από τους υπόλοιπους πυροσβέστες. Οι μεν είναι έτσι, οι άλλοι είναι αορίστου χρόνου και με τις σημερινές συνθήκες οι αορίστου χρόνου σημαίνει ότι ανά πάσα στιγμή φεύγουν. Γιατί, από τους πεντέμισι χιλιάδες, μόνο το 30% μπορούν να προσληφθούν μέσα στους χίλιους διακόσιους που είπατε. Πότε θα προσληφθούν αυτοί οι πεντέμισι χιλιάδες; Όταν γίνουν πενήντα και εξήντα χρόνων;
Κύριε Πρωθυπουργέ, έχουμε κι εμείς στοιχεία για την κατάσταση της Δασικής Υπηρεσίας. Κατ’ αρχήν, τα δάση δεν έχουν καθαριστεί. Στείλατε εγκύκλιο στους δήμους και στις νομαρχίες, αλλά μιλάμε τώρα για μια κατάσταση στα δάση που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί έτσι. Το δάσος δεν είναι κήπος και νεκροταφείο, για να το καθαρίσει η νομαρχία και ο δήμος. Θέλει άλλου τύπου μηχανήματα. Και αυτή τη στιγμή πάρα πολλά δάση είναι σε κατάσταση τέτοια, που πρέπει να ευχόμαστε να μην υπάρξει εμπρησμός. Γιατί οι εμπρηστές εκεί θα χτυπήσουν.
Εμείς ζητάμε επίσης και άλλα πράγματα. Όλοι οι κάτοικοι που είναι κοντά σε περιοχές που έχουν δάση, όπου υπάρχει κίνδυνος εμπρησμού, ακούσιου ή κυρίως εκούσιου, έχουν αυτή τη στιγμή ενημερωθεί πώς θα γίνει η εκκένωση του χωριού τους, για να μην έχουμε το πρόβλημα που είχαμε με την τραγική μητέρα και τα τέσσερα παιδιά που έχασε; Έχει γίνει τέτοια ενημέρωση, τέτοια συζήτηση; Υπάρχουν τέτοιοι σχεδιασμοί; Θα τους αναλάβει η Τοπική Αυτοδιοίκηση, θα τους αναλάβουν οι δασικοί; Έχει γίνει κάτι;
Για την προετοιμασία της Δασικής Υπηρεσίας: η Δασική Υπηρεσία έχει και αυτή ελλείψεις σε προσωπικό και δεν έχουν γίνει προσλήψεις. Στον τακτικό προϋπολογισμό το 2007 διατέθηκαν 13.000.000 ευρώ. Η πρόβλεψη για το 2008 είναι πάλι 13.000.000 ευρώ, χωρίς κάποια διαφοροποίηση. Υπάρχουν οφειλές από πέρσι, υπάρχουν υπόλοιπα από πέρσι, 2.000.000 ευρώ, παραδείγματος χάριν. Και γενικά όμως, με βάση τα στοιχεία που έχουμε, προκύπτει ένα έλλειμμα της τάξης των 9.000.000 ευρώ.
Στις δημόσιες επενδύσεις, οι προβλεφθείσες πιστώσεις για το 2008 είναι 8.000.000 ευρώ. Οι οφειλές από πέρσι φτάνουν τα 2,5 εκατομμύρια ευρώ. Περίπου 2.000.000 ευρώ θα διατεθούν για το πρόγραμμα «Θησέας» για τα περιαστικά δάση των Ο.Τ.Α.. Οπότε πάλι θα μείνει έλλειμμα 3,5 εκατομμύρια ευρώ.
Ο Υφυπουργός Γεωργίας εξάγγειλε ότι από τον ειδικό φορέα δασών θα διατεθούν για τις ανάγκες της Δασικής Υπηρεσίας επιπλέον 8.000.000 ευρώ. Από αυτά όμως, τα 2.000.000 διατέθηκαν για τα περσινά έργα, ενώ σημαντικό ποσό, έως 4.000.000 ευρώ, θα διατεθεί για να φτιαχτούν οι δασικοί χάρτες. Και εδώ μπαίνει ένα ερώτημα, αν οι δασικοί χάρτες εκπονούνται με πραγματικά επιστημονικά κριτήρια. Έχουμε ακούσει κάποιες γνώμες, που αμφισβητούν αυτό το ζήτημα και θέλει πάρα πολύ ψάξιμο.
Επομένως και για την Πυροσβεστική και για τη Δασική Υπηρεσία και από πλευράς πόρων, αλλά κυρίως ανθρώπινου δυναμικού, υπάρχει πρόβλημα. Εμείς ρωτάμε: οι πυροσβέστες έχουν πάρει καινούργια εξάρτυση, σύγχρονη, για τα δάση, μάσκα κ.λπ.; Δεν φοράει τα ίδια ο πυροσβέστης όταν πάει να πιάσει το κλειδί της κυρίας που έπεσε στον ακάλυπτο ή στο φωταγωγό ή να απελευθερώσει κάποιον από το ασανσέρ, με αυτά που φοράει όταν πάει να σβήσει τις φωτιές στα δάση. Έχουν τον απαραίτητο εξοπλισμό;
Κύριε Πρωθυπουργέ, κοιτάξτε να δείτε, δεν θεωρούμε ότι υπήρξε ή υπάρχει κυβέρνηση η οποία να χαίρεται όταν καίγονται τα δάση και όταν υπάρχουν νεκροί. Δεν το πιστεύουμε αυτό πράγμα. Όμως τι πιστεύουμε; Μια γενική πολιτική, την οποία υπερασπίζεστε με πάθος, έχει αυτές τις παρενέργειες, που τις βλέπετε, αλλά δεν μπορεί να «μπαλώσετε τις τρύπες», γιατί αυτή η πολιτική δεν αφήνει περιθώρια για μια φιλεργατική πολιτική, που απαιτούν οι πυροσβέστες και οι υπάλληλοι της Πυροσβεστικής και για μια πολιτική διάθεσης των απαραίτητων κονδυλίων, με πολύ έλεγχο, με διαφάνεια για τα εξοπλιστικά μέσα.
Αυτό είναι το ζήτημα. Ούτε η προηγούμενη Κυβέρνηση ούτε εσείς χειροκροτείτε όταν μπαίνουν οι πυρκαγιές. Αλλά το αποτέλεσμα εμείς κρίνουμε και όχι τις προθέσεις.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Το λόγο έχει ο Πρωθυπουργός κ. Κώστας Καραμανλής.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σας παρουσίασα αναλυτικά στοιχεία για τα κονδύλια που προβλέπονται για το ζήτημα της αντιπυρικής προστασίας. Αυτά είναι δεδομένα και δεν επιδέχονται αμφισβήτηση.
(Στο σημείο αυτό, την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει ο Α΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΡΛΑΣ.)
Εμείς ποτέ δεν θα πούμε πως ό,τι έγινε για την πυροπροστασία, είναι αρκετό. Αυτό κανένας δεν μπορεί να το πει σε μια εποχή σαν τη σημερινή, που απαιτεί διαρκή προσαρμογή στα νέα δεδομένα.
Όλοι σήμερα αναγνωρίζουν ότι οι κίνδυνοι που προκαλεί η κλιματική αλλαγή σ’ ολόκληρο τον κόσμο υπερβαίνουν καταφανώς τις δυνατότητες των επιμέρους κρατών. Και αυτό αφορά τόσο την προστασία του περιβάλλοντος, όσο και την αντιμετώπιση απειλών και έκτακτων αναγκών.
Συνεπώς, πέρα από αυτά που κάνουμε εμείς για την ενίσχυση της πυροπροστασίας, βασικό ζητούμενο είναι η διεύρυνση της διεθνούς συνεργασίας. Και αυτό αφορά, πρώτ’ απ’ όλα, την προστασία του περιβάλλοντος, διότι μόνο η συστράτευση ολόκληρου του κόσμου μπορεί να βάλει φραγμό στην υποβάθμιση του περιβάλλοντος και στις δυσμενείς επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Το ίδιο ισχύει, ωστόσο, και για την προστασία από τις συνέπειες των ακραίων καιρικών φαινομένων. Το είδαμε κατ’ επανάληψη τα τελευταία χρόνια, όταν μεγάλες χώρες, όπως η Γαλλία, η Αγγλία, η Γερμανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, αντιμετώπισαν μεγάλες πλημμύρες ή πυρκαγιές. Δυστυχώς, το βιώσαμε και εμείς το περασμένο καλοκαίρι, με μια καταστροφή που προσέλαβε διαστάσεις εθνικής τραγωδίας.
Γι’ αυτό το λόγο, η Ελλάδα επιδιώκει την ανάπτυξη κοινών ευρωπαϊκών μηχανισμών και δράσεων. Έχουμε ήδη ενισχύσει τη συνεργασία μας με χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Γαλλία, με την οποία έχουμε υπογράψει «Διοικητικό Μνημόνιο» για τη διάθεση εναέριων μέσων αεροπυρόσβεσης από τη μία χώρα στην άλλη. Συμμετέχουμε στο κοινό πρόγραμμα των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου (Γαλλίας, Ισπανίας, Πορτογαλίας, Ιταλίας), το οποίο με τη συμμετοχή της Ελλάδας θα αποκαλείται εφεξής «FIRE 5». Στο πλαίσιο αυτό, παίρνουμε μέρος, μάλιστα αυτές τις ημέρες, σε μια μεγάλη άσκηση δασοπυρόσβεσης με τη χρήση εναερίων μέσων στη Σαρδηνία.
Ένα δεύτερο, κρίσιμης σημασίας στοιχείο για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών είναι η κατάλληλη οργάνωση και προετοιμασία των τοπικών κοινωνιών· όσο πιο άμεση είναι η αντίδραση, τόσο πιο καλά αποτελέσματα έχουμε.
Χρειάζεται, λοιπόν, διαρκής αναβάθμιση στην οργάνωση των τοπικών κοινωνιών, για να μετέχουν πιο άμεσα και πιο αποτελεσματικά στην ενίσχυση της τοπικής ανάπτυξης, στη βελτίωση της καθημερινότητας, στην αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων. Γι’ αυτό το λόγο, προωθούμε και τη διοικητική μεταρρύθμιση στη δομή της Χώρας, ώστε να έχουμε ισχυρότερες και, άρα, αποτελεσματικότερες μονάδες Αυτοδιοίκησης και Αποκέντρωσης.
Τέλος, μέσω του ενιαίου πλέον Υπουργείου Εσωτερικών επενδύουμε συστηματικά στην προώθηση πιο στενής, πιο αρμονικής, πιο αποτελεσματικής συνεργασίας της Κεντρικής Διοίκησης με τις Περιφέρειες και την Αυτοδιοίκηση. Και αυτό αφορά γενικά τη βελτίωση της καθημερινότητας του πολίτη, αλλά, πάνω απ’ όλα, αφορά την αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων, την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών.
Με την εποπτεία της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, ενισχύσαμε και ενισχύουμε τη συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκομένων φορέων, ούτως ώστε να αναπτύσσουν κοινές δράσεις και πρωτοβουλίες τόσο για την πρόληψη, όσο και για την αντιμετώπιση των κινδύνων από πυρκαγιές, πλημμύρες ή άλλες έκτακτες καταστάσεις.
Σημειώνω, επιπλέον, ότι βρίσκεται σε εξέλιξη η θεσμοθέτηση Εθνικού Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας της Χώρας. Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στη διασπορά των δυνάμεων και τη διεξαγωγή εντατικών περιπολιών από προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος, της Ελληνικής Αστυνομίας και των Ενόπλων Δυνάμεων. Μπήκαν ήδη σε επιχειρησιακή ετοιμότητα τέσσερα Κινητά Συντονιστικά Επιχειρησιακά Κέντρα. Έχουν ενταθεί οι καθαρισμοί σε περιοχές όπου είναι πολύ πιθανή η έναρξη πυρκαγιών. Προχωρούν οι διαδικασίες για την κατασκευή και τη συντήρηση, μέσω ΣΔΙΤ, έξι Πυροσβεστικών Υπηρεσιών και ενός Πυροσβεστικού Σταθμού, με κόστος που ξεπερνά τα 155 εκατ. ευρώ. Αναπτύσσεται συστηματική προσπάθεια για την πλήρη αποκατάσταση των παράνομων χωματερών, οι οποίες, όπως ξέρετε, τα τελευταία είκοσι και πλέον χρόνια αποτελούσαν μόνιμη εστία ρύπανσης.
Καταλήγω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, λέγοντας ότι τα προβλήματα, τα κενά, οι αδυναμίες πράγματι υπάρχουν. Οι κίνδυνοι αυξάνονται, εντείνονται, μεγεθύνονται. Η Κυβέρνηση λαμβάνει ολοένα και περισσότερα μέτρα. Χρειάζεται, ωστόσο, στενότερη συνεργασία όλων: Κεντρικής Διοίκησης, Αυτοδιοίκησης, Κράτους και πολιτών. Χρειάζεται η κινητοποίηση της κοινωνίας των πολιτών και η συνεργασία της με το Κράτος.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Εισερχόμεθα στη συζήτηση της με αριθμό 846/52/15-4-2008 επίκαιρης ερώτησης του Προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς κ. Αλέξανδρου Αλαβάνου προς τον Πρωθυπουργό, σχετικά με τα κρούσματα ντόπινγκ στον αθλητισμό κ.λπ..
Αναλυτικότερα η ερώτηση του κ. Αλαβάνου έχει ως εξής:
«Το τεράστιο πρόβλημα του ντόπινγκ στον ελληνικό αθλητισμό, η προφανής αναποτελεσματικότητα και η αδυναμία της πολιτείας να πάρει κατάλληλα μέτρα αποδεικνύεται ξανά από το γεγονός ότι ολόκληρη η εθνική ομάδα άρσης βαρών βρέθηκε θετική σε σχετικούς ελέγχους.
Ο επαγγελματισμός, η υπερβολική εμπορευματοποίηση, τα μεγάλα χρηματικά ποσά που διακινούνται στον τομέα του επαγγελματικού αθλητισμού, οι ασύδοτες χορηγίες, η εκτός ορίων κρατική επιθυμία για αθλητικές διακρίσεις, η διεκδίκηση και πολιτική αξιοποίηση σημαντικών αθλητικών διοργανώσεων εξακολουθούν να αποτελούν τη βασική στρατηγική ανάπτυξη του αθλητισμού. Τα γεγονότα αυτά σπρώχνουν αθλητές, ακόμα και εφήβους και παιδιά που ασχολούνται με τον αθλητισμό, σε ακραία ανταγωνιστικές αντιλήψεις και πρακτικές για την κατάκτηση της «διάκρισης» και αρκετούς στη χρήση φαρμάκων και απαγορευμένων ουσιών, που καταστρέφουν την υγεία τους.
Σήμερα φαίνεται καθαρά ότι, πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν αρνητικά στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας και δεν τιμωρήθηκαν όπως έπρεπε, έτυχαν προστασίας και εξακολουθούν να δηλητηριάζουν τον ελληνικό αθλητισμό και την νεολαία. Η πολιτεία εφάρμοσε την αθλητική νομοθεσία επιλεκτικά, μη τιμωρώντας τους βασικούς υπευθύνους, οι οποίοι κατά το νόμο ορίζονται σαφώς ως συντελεστές ποινικού αδικήματος.
Ερωτάται ο κύριος Πρωθυπουργός:
1. Θα συνεχίσει η αθλητική πολιτική να πορεύεται στο δρόμο του εμπορευματοποιημένου αθλητισμού ή θα δοθεί προτεραιότητα στην ενίσχυση του αθλητισμού στην εκπαίδευση, στην τοπική αυτοδιοίκηση και τα ερασιτεχνικά σωματεία, προστατεύοντας την υγεία των νέων;
2. Ποια πολιτική ενάντια στο ντόπινγκ σκέπτεται να εφαρμόσει η Κυβέρνηση και γιατί μέχρι σήμερα δεν έχει εφαρμοστεί η ισχύουσα νομοθεσία και κυρίως όσον αφορά την απόδοση ευθυνών για αθλητές και συντελεστές κατά τα άρθρα 58, 59, 60 του ν. 3057;».
Το λόγο έχει ο Πρωθυπουργός κ. Κώστας Καραμανλής.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θέλω, πριν απ’ όλα, να υπογραμμίσω ρητά και κατηγορηματικά ότι η αθλητική πολιτική δεν πορεύεται στο δρόμο του «εμπορευματοποιημένου αθλητισμού», όπως αναφέρεται στην ερώτηση του κ. Αλαβάνου. Ούτε, βέβαια, είναι αρνητικό το γεγονός ότι η Χώρα διεκδικεί και αναλαμβάνει σημαντικές διεθνείς αθλητικές διοργανώσεις. Αντιθέτως, διεκδικούμε, αναλαμβάνουμε και πετυχαίνουμε με τρόπο μοναδικό τη διοργάνωση διεθνών εκδηλώσεων. Ούτε ο πρωταθλητισμός ούτε οι διεθνείς διοργανώσεις μπορεί να συγχέονται με οτιδήποτε άλλο. Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν πρέπει να συγχέεται, κατ’ ανάγκην, με το ντόπινγκ. Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν πρέπει να συγχέεται με τον -αν μπορώ να πω την έκφραση- «μεταλλαγμένο» πρωταθλητισμό. Μην κάνουμε αυτό το λάθος.
Είναι αυτονόητο ότι όλοι μας είμαστε μετωπικά αντίθετοι στη χρήση απαγορευμένων φαρμάκων και ουσιών. Αυτό είναι δεδομένο, είναι αδιαπραγμάτευτο. Όλοι συμφωνούμε ότι το παράνομο αυτό φαινόμενο του μεταλλαγμένου πρωταθλητισμού αλλοιώνει τις αρχές, τους στόχους, το νόημα του αθλητισμού. Τελικά, μετατρέπει τον αθλητισμό σ’ ένα γιγαντιαίο διεθνές «Κολοσσαίο», με καταστροφικές συνέπειες για την υγεία, ακόμα και για την ίδια τη ζωή των αθλητών. Η μετάλλαξη του πρωταθλητισμού σε κυνική μάχη επιβίωσης, όπου το κέρδος είναι σημαντικότερο από τον αθλητισμό, δεν είναι βέβαια ούτε τωρινό, ούτε αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο. Εισήχθη στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες όπου βρήκε πρόσφορο έδαφος, έτοιμο να δεχθεί μετάλλια με οποιοδήποτε τίμημα. Όλοι είμαστε μετωπικά αντίθετοι σε τέτοια φαινόμενα.
Τόσο η τελευταία υπόθεση, όσο και οι άλλες που εντοπίστηκαν από το Εθνικό Συμβούλιο Καταπολέμησης του Ντόπινγκ, ερευνώνται από τη Δικαιοσύνη και οι υπαίτιοι θα λογοδοτήσουν. Να μην έχει κανένας αμφιβολία γι’ αυτό! Ταυτόχρονα, η Κυβέρνηση προωθεί νέα μέτρα για να διορθωθούν αδυναμίες του παρελθόντος και να κλείσουν, όσο γίνεται περισσότερο ερμητικά, οι πόρτες του εισαγόμενου εγκλήματος. Νοσηρές καταστάσεις δεν πρόκειται να επιβιώσουν. Η Πολιτεία είναι αποφασισμένη να πάρει όλα τα αναγκαία μέτρα για την πάταξη του φαινομένου αυτού.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αμέσως μόλις έγιναν γνωστά τα κρούσματα ντόπινγκ στους αθλητές της άρσης βαρών, συγκροτήθηκε ειδική επιτροπή, στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι όλων των εμπλεκόμενων φορέων, με αποστολή την κατάρτιση πορίσματος για τη λήψη πρόσθετων νομοθετικών μέτρων.
Εξετάζονται, κυρίως, μέτρα που αφορούν: πρώτον, στον εξορθολογισμό των προνομίων που σήμερα δίδονται στους πρωταθλητές· δεύτερον, στην αυστηροποίηση των πειθαρχικών και ποινικών κυρώσεων που επιβάλλονται στους παραβάτες πράξεων χρήσης, διάθεσης και εμπορίας απαγορευμένων ουσιών· τρίτον, στην ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση του ΕΣΚΑΝ με την αναγκαία υλικοτεχνική υποδομή και τη συνδρομή εξειδικευμένου νομικού προσωπικού· τέταρτον, στην αναβάθμιση του εργαστηρίου ανίχνευσης απαγορευμένων ουσιών του ΟΑΚΑ· και, πέμπτον, στην αποτροπή της εμπορίας απαγορευμένων ουσιών μέσω του Διαδικτύου.
Κάνουμε διάκριση, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ανάμεσα στον υγιή και το «μεταλλαγμένο» πρωταθλητισμό. Και αυτό το τονίζω για έναν απλό, αλλά πολύ σημαντικό λόγο: Μιλώντας για το ντόπινγκ, είναι εύκολο να παρασυρθούμε σε γενικεύσεις που προσβάλλουν, που θίγουν το σύνολο των πρωταθλητών μας. Και αυτό δεν πρέπει να γίνει· είναι άδικο για τους πρωταθλητές μας, που κόπιασαν, που προσπάθησαν, που ανέδειξαν τον ελληνικό αθλητισμό. Ακόμη, κάνουμε σαφή διαχωρισμό ανάμεσα στον πρωταθλητισμό και τον αθλητισμό. Στηρίζουμε και τα δύο: και τον υγιή πρωταθλητισμό και το μαζικό αθλητισμό. Αυτή είναι η πολιτική μας. Η άσκηση με τη συστηματική καθοδήγηση είναι ουσιαστική κοινωνική επένδυση, αφού βελτιώνει την ποιότητα ζωής του ανθρώπου και συμβάλλει στην ανάπτυξη διαπροσωπικών σχέσεων, καθώς και σε μια καλύτερη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και το φυσικό περιβάλλον.
Ο στόχος μας είναι διττός: Από τη μια, επιδιώκουμε να προσελκύσουμε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους στο χώρο του μαζικού, του ερασιτεχνικού αθλητισμού και, από την άλλη, δημιουργούμε τις προϋποθέσεις για να υπάρχουν περισσότερες διέξοδοι άθλησης για εκείνους που το επιθυμούν. Το αίτημα που προβάλλεται στην ερώτηση για «ενίσχυση του αθλητισμού στην εκπαίδευση, στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στα ερασιτεχνικά σωματεία», στην ουσία παραβιάζει ανοιχτές πόρτες. Και αυτό γιατί η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού σχεδιάζει και χρηματοδοτεί προγράμματα μαζικού αθλητισμού με τον τίτλο «Άθληση για Όλους», τα οποία γίνονται πράξη από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, καθώς και από νομικά πρόσωπα δημόσιου και ιδιωτικού δικαίου, με βάση τα αιτήματα που υποβάλλουν οι φορείς. Τα προγράμματα αυτά δίνουν την ευκαιρία σε χιλιάδες συμπολίτες μας να αθλούνται δωρεάν, κοντά στον τόπο της κατοικίας τους. Σκοπός είναι η βελτίωση της φυσικής κατάστασης, η καλλιέργεια αθλητικής συνείδησης, η αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου και η αναψυχή των αθλουμένων.
Σήμερα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αναπτύσσονται γύρω στα 10.300 προγράμματα «Άθλησης για Όλους» σε 580 δήμους, από τα οποία επωφελούνται περίπου 200.000 άτομα. Με κύρια μέριμνα τη διεύρυνση των δυνατοτήτων άθλησης για τη νέα γενιά, υλοποιείται πιλοτικά στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη το πρόγραμμα «Αθλοχώροι στη Γειτονιά». Τα σχολεία, μετά το σχολικό πρόγραμμα, ανοίγουν για να δώσουν στα παιδιά περισσότερες δυνατότητες άθλησης, με την επίβλεψη καθηγητών φυσικής αγωγής, που επιβλέπουν και την ασφάλεια των χώρων. Στα προγράμματα αυτά απασχολούνται πάνω από 2,5 χιλιάδες καθηγητές φυσικής αγωγής σε όλη τη Χώρα.
Παράλληλα, εφαρμόζεται Εθνικό Σύστημα Υποστήριξης Αναπτυξιακού Αθλητισμού, με στόχο τον αθλητικό προσανατολισμό των νέων, την επιστημονική αθλητική εκπαίδευση, τη σύνδεση του σχολικού με τον σωματειακό αθλητισμό. Και αυτό για να μη χάνονται ταλέντα, που θα μπορούσαν να διακριθούν στον αγωνιστικό αθλητισμό. Στο πλαίσιο του προγράμματος αυτού, λειτουργούν 400 πυρήνες – ομάδες, με περισσότερα από πέντε χιλιάδες παιδιά ηλικίας 8-10 ετών. Το πρόγραμμα εφαρμόζεται από 130 καθηγητές φυσικής αγωγής σε όλη τη χώρα.
Καταλήγω λοιπόν: Αθλητισμός για όλους. Πρωταθλητισμός μακριά από το ντόπινγκ - είναι έγκλημα! Και απέναντι στο έγκλημα είμαστε αμείλικτοι!
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Το λόγο έχει ο Πρόεδρος του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς κ. Αλέξανδρος Αλαβάνος.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΛΑΒΑΝΟΣ (Πρόεδρος του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς): Κύριε Πρωθυπουργέ, διαφωνώ εντελώς όχι με τις υποθέσεις σας -δεν μπαίνω στις υποθέσεις σας- αλλά με την τοποθέτησή σας και ο κύριος λόγος που διαφωνώ είναι γιατί βλέπω αυτά τα παιδιά από σχολείο –λύκειο, γυμνάσιο;- προσκεκλημένα στη Βουλή που παρακολουθούν τη σημερινή μας συνεδρίαση και σκέφτομαι ότι πολλοί γονείς, όταν ξέρουν ότι το παιδί τους είναι στο γυμναστήριο, είναι ήσυχοι: «δεν είναι στο ύποπτο στέκι». Και βλέπουμε σήμερα, όπως έχουμε δει και στο παρελθόν, χωρίς να αντιδράσουμε ουσιαστικά ότι, αντί ο αθλητισμός να είναι ένας δρόμος ασφάλειας και αξιών και άσκησης για τα παιδιά μας. Βλέπουμε την κορυφή του παγόβουνου, ότι είναι ένας άλλος δρόμος προς τις ουσίες.
Είναι ουσίες ακραίες, ουσίες οι οποίες σκοτώνουν. Και αυτό δεν είναι μόνο στην κορυφή του παγόβουνου. Η δική σας τοποθέτηση -και γι’ αυτό διαφωνώ- λέει ότι εμείς φτιάχνουμε τον μπαχτσέ και μας βγήκε και μια τσουκνίδα, δεν πειράζει, θα την ξεριζώσουμε. Εγώ λέω ότι αυτό που βλέπουμε ως ντόπινγκ και ως κατάχρηση παράνομων ουσιών, αλλά και νόμιμων σε πλατιά κλίμακα των συμπληρωμάτων διατροφής και των βιταμινών είναι ο καρπός αυτού που ακριβώς καλλιεργείται σήμερα και στη χώρα μας.
Οι αιτίες είναι πολλές. Πρώτον, αναφερθήκατε στον πρωταθλητισμό. Αύριο το πρωί εγώ θα πάω να παρακολουθήσω το πρωτάθλημα ξιφασκίας. Ένας απ’ αυτούς που το διεκδικεί είναι ο γιος μιας συνεργάτιδάς μου. Το δέχομαι αυτό. Είναι μεγάλο πράγμα, η άσκηση, η άμιλλα, η νίκη, η αποδοχή της ήττας. Δεν πρόκειται όμως περί τούτου. Στην Ελλάδα ειδικά με τους Ολυμπιακούς Αγώνες και εν όψει των «Ολυμπιακών Αγώνων» έχει εγκατασταθεί το δόγμα: ο πρωταθλητισμός αγιάζει τα μέσα. Με όποιο μέσο μπορούμε να κάνουμε πρωταθλητισμό. Και δεν μπορώ να πω ότι είναι κάτι που φύτρωσε μόνο στην Ελλάδα. Εκεί οδήγησαν όλες αυτές οι προσπάθειες που είδαμε διεθνώς, που φέρνουν αθλητές σε κακή κατάσταση. Σκέφτομαι τον Κάρλ Λιούς, ο οποίος πήρε το χρυσό μετάλλιο στην Ολυμπιάδα επειδή ο πρώτος ο Μπεν Τζόνσον είχε ακυρωθεί λόγω αναβολικών. Σήμερα είναι ένα ερείπιο. Σκέφτομαι τις αθλήτριες της ανατολικής Γερμανίας επί Χόνεκερ που από γυναίκες γίνονταν άντρες.
Μέχρι που θα πάει αυτή η αντίληψη; Τι θα δώσουμε για να κερδίσουμε ένα εκατοστό στο άλμα; Τι θα δώσει ο συγκεκριμένος αθλητής αλλά κι εμείς σαν σύνολο για να κερδίσει ένα εκατοστό στον αγώνα δρόμου κ.λπ.; Νομίζω ότι έχουμε έναν πόλεμο. Δε νομίζω ότι μπορούμε να λέμε πως είναι ένα θέμα που θα το αντιμετωπίσουμε. Είναι ένα θέμα ζωής και θανάτου και το βλέπουμε να έρχεται και στη χώρα μας. Άρα, πρέπει να απορρίψουμε αυτή την ιδέα του πρωταθλητισμού, χωρίς όρια.
Το δεύτερο που θέλω να πω είναι ότι αυτό το τεράστιο οικονομικό παιχνίδι που γίνεται, γινόταν παλιά στο ποδόσφαιρο. Σήμερα έχει περάσει σε όλες τις πτυχές του αθλητισμού, στα οικονομικά συμφέροντα, στις φαρμακευτικές εταιρείες στους μεσάζοντες, στους εμπόρους, σε αυτούς που τηλεφωνούν στην Κίνα, στις ξένες εταιρείες, στις πολυεθνικές. Και έχει καταλήξει να είναι το θερμοκήπιο αυτών των προβλημάτων.
(Στο σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει ο Πρόεδρος της Βουλής κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΙΟΥΦΑΣ)
Το τρίτο που μας ανησυχεί πάρα πολύ είναι ο πρωταθλητισμός να χρησιμοποιηθεί ως ένας χώρος επιρροής οικονομικών ή πολιτικών δυνάμεων. Είναι τιμή για κάθε κόμμα και για το δικό μας να έχεις το πρότυπο ενός ανθρώπου που αναδείχθηκε στον αθλητισμό, έδωσε και προσέφερε. Βλέπω εδώ τον κ. Ιωαννίδη που τον έχετε στο Υπουργικό Συμβούλιο. Βλέπουμε όμως εδώ και κάτι άλλο. Βλέπουμε διάφορους «γκουρού» και διάφορους παράγοντες, οι οποίοι δεν διώχθηκαν, ενώ οι αθλητές τους, είχαν συλληφθεί να χρησιμοποιούν αυτές τις ουσίες, να παρελαύνουν από τα ευρωψηφοδέλτια, από τα ψηφοδέλτια της αυτοδιοίκησης, να είναι νομάρχες, να είναι υποψήφιοι Βουλευτές. Είναι μια προσπάθεια επιρροής που την βλέπουμε και σήμερα με ανησυχητικό τρόπο. Με ανησυχεί, κύριε Υπουργέ, το γεγονός ότι κάθε μεγάλη οικονομική δύναμη στη χώρα μας, για να είναι άξια του ονόματός της ή πρέπει να έχει μια εφημερίδα ή πρέπει να ελέγχει μια ομάδα ή μια ομοσπονδία. Με ανησυχεί με όλα αυτά που συζητήσαμε, για παράδειγμα ότι το «MARFIN INVESTMENT GROUP» αφού απέτυχε να χωθεί στην Α.Ε.Κ. σήμερα στα πλαίσια αυτών των οικονομικών ανταγωνισμών που βλέπουμε να γίνονται στο ποδόσφαιρο –ανταγωνισμός μεταξύ οικονομικών δυνάμεων- παίζει παιχνίδια με τον Παναθηναϊκό και με αυτή τη λαϊκή βάση που τους δίνει δύναμη πίεσης και υπαγόρευσης απέναντι στις πολιτικές δυνάμεις.
Με ανησυχεί η έλλειψη ενημέρωσης που υπάρχει. Μας είπατε όλα αυτά για τα σχολεία. Δεν υπάρχουν. Ρωτήστε αυτά τα παιδιά απ’ τα σχολεία.
Και να σας πω ποιο είναι το χειρότερο φαινόμενο απ’ όλα, κατά τη γνώμη μου; Δεν είναι αυτό που έγινε με την Ομοσπονδία της άρσης βαρών. Το χειρότερο φαινόμενο είναι ότι υπάρχουν γονείς οι οποίοι πιέζουν τους γυμναστές μέσα στα γυμναστήρια να δώσουν συμπληρώματα διατροφής στα παιδία τους, για να γίνουν πρωταθλητές. Αυτό σημαίνει μια άλλη κουλτούρα, μια άλλη κατάσταση που επιβάλλεται από το γεγονός ότι έχουμε μια άλλη τεχνολογία. Τις ουσίες που χρησιμοποιούσαν οι Αμερικάνοι, τις χρησιμοποιούν σήμερα στην Κένυα. Έχουν ξεφύγει οι Αμερικάνοι πια. Δεν ανιχνεύονται μέχρι κάποιο διάστημα. Δεν μας αφήνει επομένως δυνατότητα να δούμε το θέμα του ντόπινγκ ως μια εξαίρεση, αλλά ως ένα κεντρικό χαρακτηριστικό του αθλητισμού που έχουμε.
Και ξέρω ότι κληρονομήσατε μια βεβαρημένη κατάσταση με τους Ολυμπιακούς στους οποίους είχαμε αντιταχθεί για μια σειρά λόγους εμείς, όπως και μ’ αυτή την προσπάθεια να βρούμε την εθνική μας ταυτότητα μέσα από τα εκατοστά ή τα λεπτά τα οποία κερδίζουμε. Προσαρμοστήκατε όμως σ’ αυτή την κατάσταση και την είδατε απλώς ως μια επιρροή, δηλαδή ποιος θα επηρεάζει τη μία ή την άλλη Ομοσπονδία.
Καταλήγοντας, κύριε Πρωθυπουργέ, θα ήθελα να πω ότι δεν αμφισβητώ κανενός κόμματος τις προθέσεις σ’ αυτό το θέμα. Αμφισβητώ, όμως, την πολιτική τοποθέτηση και την αποτελεσματικότητα.
Και θα ήθελα να σας θέσω μια σειρά από ερωτήματα. Δεν ξέρω εάν μπορείτε να απαντήσετε τώρα, αλλά να τα σημειώσετε. Στο σκάνδαλο που είναι σε εξέλιξη τώρα στο θέμα της άρσης βαρών η απόδοση ποινικών ευθυνών θα γίνεται σε όλους; Θα δημιουργηθεί ανεξάρτητη αρχή αντιντόπινγκ πέρα από την Επιτροπή; Εκτός από τις αρχικές τιμωρίες στους επαγγελματίες αθλητές ομαδικών αθλημάτων, θα εφαρμόζονται διοικητικές, οικονομικές και πειθαρχικές ποινές και στις ομάδες, που επωφελούνται από το ντοπάρισμα; Αντίστοιχες ποινές θα μπαίνουν και σε οικονομικό επίπεδο και στις εθνικές αθλητικές ομοσπονδίες; Θα παίρνουμε ένα ποσοστό των κερδών των αθλητικών εταιρειών για να ενισχύσουμε το Ε.Σ.ΚΑ.Ν., το Εργαστήριο Αντιντόπινγκ κ.λπ.; Θα εναρμονίσουμε τη νομοθεσία για το ντόπινγκ με την αντίστοιχη για την παραγωγή, εισαγωγή, εμπορία και διακίνηση φαρμακευτικών ουσιών; Θέλουμε αυστηρή νομοθεσία στη διακίνηση των συμπληρωμάτων διατροφής, όπως υπάρχει σε μια σειρά –όχι σε όλες- από άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα υπάρξει ενημέρωση στα σχολεία κ.λπ.;
Θα ήθελα να καταλήξω, κύριε Πρωθυπουργέ, στο εξής: Έχουμε αυτό το τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα και έχω μια ερώτηση. Πού είναι ο κ. Σανιδάς; Ο κ. Σανιδάς όταν είναι για κοινωνικό ζήτημα, για τους συμβασιούχους, επιτίθεται. Όταν είναι για δημοκρατικό ζήτημα, για την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, επιτίθεται. Όταν είναι ένα θέμα ενός έντιμου και άξιου δικαστού, που έχει την κρίση των συναδέλφων του, όπως ο κ. Μπάγιας, επιτίθεται. Έχουμε το θέμα του ντόπινγκ. Το είχαμε τόσα χρόνια. Πού είναι ο κ. Σανιδάς; Ανησυχούμε. Αντί να έχουμε στην κορυφή της δικαιοσύνης πρόσωπα τα οποία έχουν μια κοινωνική ευαισθησία, έχουμε τελικά πρόσωπα που πάνε να μας δημιουργήσουν ξανά, να ξαναγεννήσουν το σύνδρομο Κόλλια, του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο οποίος ντρόπιασε και το Σώμα του με το ρόλο που έπαιξε.
Ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Το λόγο έχει ο Πρωθυπουργός κ. Κώστας Καραμανλής.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα ξεκινήσω με το τελευταίο. Πιστεύω ότι, παρά τα όσα ισχυριστήκατε, δεν διαφέρουν πολύ οι απόψεις μας για το ζήτημα του ντόπινγκ. Διαφέρουν, όμως, πάρα πολύ σε αυτά που είπατε για τη Δικαιοσύνη. Εμείς πιστεύουμε ότι η Δικαιοσύνη πρέπει να μένει ανεπηρέαστη να κάνει τη δουλειά της. Την κάνει τη δουλειά της. Για το συγκεκριμένο ζήτημα ασκήθηκαν, από την πρώτη ώρα, ποινικές διώξεις. Εν πάση περιπτώσει, επιθέσεις -και μάλιστα προσωπικού χαρακτήρα- σε δικαστικούς λειτουργούς δεν είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να προσφέρει η δημόσια ζωή μας.
Έρχομαι τώρα στο συγκεκριμένο θέμα. Το δόγμα, όπως είπατε, «ο πρωταθλητισμός αγιάζει τα μέσα» με βρίσκει κατηγορηματικά αντίθετο και εμένα και την Κυβέρνηση. Να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
Και για να πάω και ένα βήμα πιο εκεί: Ούτε πίστεψα ούτε δέχθηκα ποτέ ούτε το δέχομαι τώρα -και είμαι κατηγορηματικά αντίθετος με τη λογική αυτή- ότι η συλλογή μεταλλίων είναι εθνική υπόθεση ή υπόθεση εθνικής, συλλογικής υπερηφάνειας. Δεν το πιστεύω αυτό.
Όμως δεν μπορούμε από την άλλη πλευρά να γενικεύουμε. Δεν μπορούμε να θεωρούμε ότι όλοι όσοι διακρίνονται στον αθλητισμό ή κάνουν πρωταθλητισμό, είναι αναμεμειγμένοι σε αυτή την υπόθεση της κατάντιας.
Αναφερθήκατε σε ένα παράδειγμα, στον Ιωαννίδη. Ο Ιωαννίδης και πολλοί άλλοι έκαναν, επί δεκαετίες, πρωταθλητισμό σε κορυφαίο επίπεδο, είτε ως αθλητές είτε ως προπονητές. Όχι μόνο δεν ενθάρρυναν αυτή την κατάσταση, αλλά κατάφεραν να προσφέρουν σωστά, υγιή πρότυπα για τα παιδιά. Αυτή είναι η πραγματικότητα
Έρχομαι τώρα στην ουσία. Η Ελλάδα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, υπήρξε πρωτοπόρος σε θέματα καταπολέμησης του ντόπινγκ, συμμετέχοντας σε όλα τα διεθνή όργανα και διοργανώνοντας διεθνείς συσκέψεις· ήταν μία από τις χώρες που υπέγραψαν στο Παρίσι, τον Οκτώβριο του 2005, τη διεθνή σύμβαση της UNESCO για την καταπολέμηση του ντόπινγκ· είναι μέσα στις πρώτες τριάντα χώρες που ενσωμάτωσαν τη σύμβαση αυτή στο εσωτερικό τους δίκαιο.
Το Εθνικό Συμβούλιο Καταπολέμησης του Ντόπινγκ, από τον Ιούνιο του 2005 -οπότε και απέκτησε το αναγκαίο θεσμικό πλαίσιο για να εκπληρώσει τους στόχους του- έως το τέλος Μαρτίου αυτής της χρονιάς, έχει πραγματοποιήσει περίπου 6.500 ελέγχους, τόσο εντός όσο και εκτός αγώνων.
Αποτέλεσμα:
-Διαπιστώθηκαν συνολικά 42 παραβάσεις ντόπινγκ.
-Επιβλήθηκαν από τα αρμόδια όργανα πειθαρχικές ποινές σε 31 περιπτώσεις.
-Στάλθηκαν στον Εισαγγελέα, για διακρίβωση ποινικών ευθυνών, οκτώ υποθέσεις.
Να υπογραμμίσω ότι το Εθνικό Συμβούλιο Καταπολέμησης του Ντόπινγκ δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ενημέρωση αθλητών, προπονητών και γονέων, με στόχο την ευαισθητοποίησή τους και την πρόληψη του ντόπινγκ. Στο ενημερωτικό υλικό, αλλά και στις ενημερωτικές εκδηλώσεις που διοργανώνει, πάντα τονίζεται η επικινδυνότητα της ανεξέλεγκτης χορήγησης συμπληρωμάτων διατροφής στους αθλητές.
Η Κυβέρνηση, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην καταπολέμηση του ντόπινγκ. Είναι αυτονόητο ότι αυτό θα πράξει και στο μέλλον, με ακόμη μεγαλύτερη ένταση και αποφασιστικότητα.
Μια αναφορά, τώρα, στις προτάσεις της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής για τη διαμόρφωση θεσμικού πλαισίου εγγυήσεων διαφάνειας στον αθλητισμό. Αναφορικά με το Εθνικό Συμβούλιο Καταπολέμησης του Ντόπινγκ: Από το 2004, ξεκινήσαμε τη δραστηριοποίησή του με την έκδοση των κανονιστικών πράξεων που εκκρεμούσαν από το 2002.
Αναφορικά με τις αθλητικές ομοσπονδίες: Μέσω του Ελεγκτικού Συμβουλίου της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού, πραγματοποιούνται σε ετήσια βάση, ή και εκτάκτως, έλεγχοι σε όλες τις αναγνωρισμένες αθλητικές ομοσπονδίες όσον αφορά την οικονομική τους διαχείριση και την εφαρμογή του νόμου.
Για τους αθλητές: Αναθεωρούνται –το είπα και στην αρχική μου τοποθέτηση- δραστικά τα προνόμια που παρέχονται στους ερασιτέχνες αθλητές. Αναμένεται το πόρισμα της ειδικής επιτροπής που συστάθηκε για θέματα αντιμετώπισης του ντόπινγκ.
Για τα γυμναστήρια: Απαγορεύθηκε, από το 2006, η διάθεση κάθε είδους ουσιών ή συμπληρωμάτων διατροφής από τα ιδιωτικά γυμναστήρια.
Για τους δειγματολήπτες: Είναι ήδη έτοιμη η τροπολογία για να αλλάξει ο τρόπος επιλογής των δειγματοληπτών και να ανατεθεί η δειγματοληψία αποκλειστικά στο ΕΣΚΑΝ, καθώς είχαν παρατηρηθεί προβλήματα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Για την πρόληψη και την αγωγή υγείας: Ιδιαίτερη έμφαση αποδίδεται στην ενημέρωση αθλητών, προπονητών και γονέων για την ευαισθητοποίηση και την πρόληψη.
Για το σχολικό αθλητισμό και τους ελέγχους ντόπινγκ: Το Γραφείο Φυσικής Αγωγής του Υπουργείου Παιδείας, σε συνεργασία με το ΕΣΚΑΝ, διεξάγουν τα τελευταία χρόνια σχετικούς ελέγχους στα σχολικά πρωταθλήματα.
Για τη διεθνή συνεργασία: Συμμετέχουμε ενεργά σε όλα τα διεθνή όργανα και έχουμε υπογράψει όλες τις διεθνείς συμβάσεις που αφορούν στο θέμα του ντόπινγκ.
Με μια φράση, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τον πήχη τον ανεβάζουμε πολύ ψηλά. Σε θέματα χρήσης απαγορευμένων ουσιών είμαστε αμείλικτοι. Πλήρης διαλεύκανση, πλήρης κάθαρση!
Την ίδια στιγμή όμως –και θέλω να το τονίσω αυτό- πρέπει να στείλουμε ένα ακόμη μήνυμα: το ντόπινγκ δεν είναι ο κανόνας. Το μήνυμα αυτό το οφείλουμε στον αγώνα, το οφείλουμε στις θυσίες χιλιάδων παιδιών που αγαπούν τον αθλητισμό· το οφείλουμε στις νέες και στους νέους μας που έχουν ως όραμά τους τον πρωταθλητισμό, τον υγιή πρωταθλητισμό. Δεν πρέπει να ταυτιστεί η διάκριση, ο πρωταθλητισμός, με αυτές τις αρνητικές εικόνες.
Ένα είναι βέβαιο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Η Ελλάδα -η πατρίδα του Ολυμπισμού- έχει μια τεράστια, πράγματι, ηθική ευθύνη και υποχρέωση: να διαφυλάττει τα αθλητικά ιδεώδη που ξεκίνησαν από αυτόν εδώ τον τόπο, κυρίως μέσα από το Ολυμπιακό Πνεύμα, και διαδόθηκαν σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Αυτή την υποχρέωση καλούμαστε να την υπηρετούμε όλοι.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχω την τιμή να ανακοινώσω στο Σώμα ότι τη συνεδρίασή μας παρακολουθούν από τα άνω δυτικά θεωρεία της Βουλής, αφού προηγουμένως ξεναγήθηκαν στους χώρους του Μεγάρου της Βουλής των Ελλήνων, σαράντα εννέα μαθητές και μαθήτριες και δύο συνοδοί-καθηγητές από το 2ο Γυμνάσιο Συκεώνος Θεσσαλονίκης.
Η Βουλή τους καλωσορίζει.
(Χειροκροτήματα απ’ όλες τις πτέρυγες της Βουλής)
Τώρα θα συζητηθεί η τελευταία του πρώτου κύκλου η οποία είναι η με αριθμό 838/50/14-4-2008 επίκαιρη ερώτηση του Προέδρου του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού κ. Γεωργίου Καρατζαφέρη προς τον Πρωθυπουργό, σχετικά με τη σχέση Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Πολιτικής κ.λπ..
Το περιεχόμενο της επίκαιρης ερώτησης έχει ως ακολούθως:
«Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας του Ινστιτούτου Επικοινωνίας σε συνεργασία με το Πάντειο Πανεπιστήμιο, που διοργάνωσε ο ΣΕΒ: «Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης: Δεοντολογία, κέρδος και εξουσία» η πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών αναδεικνύει ως πρωτεύοντα θέματα ευθύνης των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης την αξιοπιστία των ειδήσεων (86,1%) και την παραγωγή ποιοτικών προγραμμάτων (85,2%). Κατά την ίδια πάντα έρευνα οι Έλληνες πολίτες ανησυχούν για τις επιπτώσεις των Μ.Μ.Ε. στη δημόσια ζωή και την κοινωνία (90,5%). Οι πολίτες φαίνεται, επίσης, να αμφισβητούν ότι τα Μ.Μ.Ε. αποτελούν ένα ανεξάρτητο θεσμό χωρίς εξωτερικές παρεμβάσεις (76,6%). Περισσότεροι από τους μισούς, άλλωστε -54%- δηλώνουν πολύ ή αρκετά δυσαρεστημένοι από το σύνολο των Μ.Μ.Ε., μοιράζοντας την ευθύνη εξίσου στους ιδιοκτήτες των Μέσων και στους δημοσιογράφους. Αναφορικά με τη σχέση Μ.Μ.Ε.-πολιτικής οι πολίτες αποφαίνονται ότι η λέξη που τη χαρακτηρίζει είναι η «συγκάλυψη».
Ερωτάσθε: α. Αναγνωρίζετε ή όχι την ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας για αυτήν την πραγματικότητα;
β. Πράττετε τα «δέοντα» για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου;».
Το λόγο έχει ο Πρωθυπουργός κ. Κώστας Καραμανλής.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν συνηθίζω να σχολιάζω δημοσκοπήσεις, παρά το ότι τις θεωρώ χρήσιμα εργαλεία. Το ερώτημα είναι: Υπάρχει ρόλος της Πολιτείας στα Μέσα Ενημέρωσης, δοθείσης της κατοχυρωμένης -εδώ και αιώνες- ελευθερίας του Τύπου στη Δημοκρατία; Η απάντηση είναι «φυσικά και υπάρχει». Ο ρόλος αυτός έχει σαφώς οριοθετηθεί όχι μόνο από τον Καταστατικό Χάρτη, αλλά και από ευρωπαϊκές και διεθνείς συνθήκες. Είναι ρόλος ενίσχυσης της ελευθερίας, χωρίς αυτή να μετατρέπεται σε ασυδοσία. Είναι ρόλος ελέγχου από τις συνταγματικά κατοχυρωμένες Αρχές, με πρώτο το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, το οποίο και ενισχύσαμε νομοθετικά.
Δημιουργήθηκαν –το ξέρουμε όλοι αυτό- στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο παθογένειες ετών, είτε γιατί η Πολιτεία δεν θέλησε να ρυθμίσει το τοπίο είτε γιατί το ρύθμισε ελλιπώς. Στα τελευταία τέσσερα χρόνια, έγιναν σημαντικά βήματα:
Προωθήσαμε ολοκληρωμένο θεσμικό πλαίσιο -με τον ν.3592, που ψηφίστηκε τον Ιούλιο του 2007-, ύστερα από μία διετία ανοικτού διαλόγου τόσο με τους ενδιαφερόμενους φορείς, όσο βεβαίως και με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ο νόμος για τη συγκέντρωση και την αδειοδότηση είναι από τους πλέον πρωτοποριακούς σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Δεν κρυφτήκαμε πίσω απ’ το δάχτυλό μας! Απελευθερώσαμε το ιδιοκτησιακό καθεστώς, βάζοντας όμως αυστηρό όριο της συγκέντρωσης δύναμης στην αγορά και ελέγχοντας αυτή τη συγκέντρωση μέσω της Επιτροπής Ανταγωνισμού και του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης- όπως ακριβώς συμβαίνει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
Δίλημμα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν είχαμε. Απέναντι στο άναρχα δομημένο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο της αναλογικής εποχής, του χθες δηλαδή, φέρνουμε με συστηματική δουλειά το αύριο πιο κοντά στη χώρα μας. Βαδίζουμε γοργά προς την ψηφιακή εποχή. Θέλω στο σημείο αυτό να επισημάνω ότι, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση άλλοι είχαν ήδη μπει στην ψηφιακή εποχή, εμείς παραλάβαμε ένα περιβάλλον όπου η Χώρα είχε κατοχυρώσει διεθνώς μόνον 136 συχνότητες, από το 1961 - και έκτοτε ουδέν.
Κατοχυρώσαμε πάνω από 2.500 συχνότητες. Ξεκινήσαμε εδώ και δύο χρόνια την ψηφιακή τηλεόραση, με πρώτη την ΕΡΤ, που εκπέμπει ήδη τρία ψηφιακά προγράμματα. Ένα μάλιστα - το «πρίσμα+» είναι το πρώτο, πανευρωπαϊκά, ψηφιακό πολυσυλλεκτικό κανάλι που απευθύνεται σε άτομα με αναπηρία, σε συνανθρώπους μας δηλαδή που ήταν χρόνια αποκλεισμένοι από την ενημέρωση και την ψυχαγωγία.
Ολοκληρώσαμε τους χάρτες συχνοτήτων, με μελέτες του Πολυτεχνείου, για τη μετάβαση στην ψηφιακή εποχή. Σε λίγο ολοκληρώνονται και οι χάρτες του ραδιοφώνου, ώστε να μπορεί να αρχίσει η διαδικασία αδειοδότησης.
Ως προς τους κανόνες διαφάνειας: Ολοκληρώσαμε τις συζητήσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το «βασικό μέτοχο» -θέμα που δεν εγκαταλείψαμε- και καταλήξαμε σε κοινό τόπο, συμβατό με τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Προχωρήσαμε σε νόμο για τα Περιφερειακά Μέσα Ενημέρωσης, ο οποίος θεσπίζει αντικειμενικό πλαίσιο λειτουργίας με κανόνες διαφάνειας για τις καταχωρίσεις. Από το 2004 λειτουργεί Επιτροπή που ελέγχει αν το 30% της κρατικής διαφήμισης κατευθύνεται στα Μέσα της Περιφέρειας. Και το πετύχαμε αυτό για πρώτη φορά το 2006, όταν το 32% της κρατικής διαφήμισης πήγε όντως σε Μέσα της Περιφέρειας. Από τις προηγούμενες κυβερνήσεις ουδέποτε είχε γίνει σεβαστός αυτός ο νόμος.
Προωθήσαμε και εφαρμόσαμε νέο νομοθετικό πλαίσιο για τη δημοσιοποίηση των δημοσκοπήσεων. Ήδη από το 2004, δημοσιοποιούμε όλα τα οικονομικά στοιχεία της κρατικής διαφήμισης. Γνωρίζει πια ο πολίτης πού πήγε και το τελευταίο ευρώ του δημόσιου χρήματος - αλλαγές, θα μου επιτρέψετε να πω, επαναστατικές σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν, όπου η κρατική διαφήμιση αποτελούσε προσωπικό όπλο στα χέρια της εκάστοτε κυβέρνησης.
Συζητούμε με τους Ευρωπαίους εταίρους μας για τα προβλήματα που συνδέονται με το Ίντερνετ. Το Διαδίκτυο είναι χώρος ελεύθερης έκφρασης, νέος χώρος επικοινωνίας που χρειάζεται πολύ προσεκτική προσέγγιση, η οποία να διασφαλίζει την ελευθερία στο χρήστη και το σεβασμό των δικαιωμάτων όλων των πολιτών.
Σε ό,τι αφορά τη δημόσια τηλεόραση: Διασφαλίσαμε την ανεξαρτησία της και την αντικειμενική προσέγγιση στα γεγονότα. Είναι έξω από τη λογική μας η άσκηση οποιασδήποτε παρέμβασης. Κάναμε βήματα μπροστά σεβόμενοι την ανεξαρτησία του δημοσιογραφικού λειτουργήματος, σεβόμενοι πάνω απ’ όλα τον Έλληνα πολίτη. Και συνεχίζουμε στην ίδια κατεύθυνση, που αποδίδει ήδη καρπούς.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Το λόγο έχει ο Πρόεδρος του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού κ. Γεώργιος Καρατζαφέρης.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗΣ (Πρόεδρος του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού): Πριν ξεκινήσω την παρέμβασή μου θα ήθελα να ευχηθώ σε όλες και όλους «χρόνια πολλά». Σε δέκα ημέρες έρχεται η μεγαλύτερη γιορτή για μας τους ορθόδοξους. Να ευχηθώ λοιπόν σε όλους «καλό πάσχα».
Κύριε Πρωθυπουργέ, το εθνικό θέμα θα το προσπεράσετε. Εύκολα ή δύσκολα θα το προσπεράσετε. Το Ασφαλιστικό το προσπερνάτε, εύκολα ή δύσκολα. Την ακρίβεια το ίδιο. Την οικονομική δυσπραγία το ίδιο. Αυτό όμως που είναι γυμνό ηλεκτροφόρο καλώδιο, νιτρογλυκερίνη, μίγμα με πυρηνική γόμωση είναι το παιχνίδι με τους δημοσιογράφους. Και ήρθα εδώ να σας πω ορισμένα πράγματα για το καλό της Δημοκρατίας, την προστασία του πολιτικού κόσμου αλλά και τη δική σας προστασία.
Υπάρχει η μεγάλη πλειοψηφία των δημοσιογράφων –και να το ξεκαθαρίσω αυτό- που κάνουν έντιμα τη δουλειά τους, ανεξάρτητα και αδέσμευτα. Υπάρχει όμως και μια ομάδα μισθοφόρων, η οποία κάνει την κακή δουλειά. Είναι ένα μεγάλο καλάθι με μήλα που υπάρχουν μέσα ένα-δύο σάπια, που πρέπει να τα απομονώσουμε για να μη σαπίσει όλο το καλάθι.
Υπάρχει η ομάδα των μισθοφόρων. Υπάρχει η ομάδα του κ. Ρουσόπουλου η οποία ενεργεί έξυπνα –ομολογουμένως ενεργεί έξυπνα- αλλά υπάρχει κι η ομάδα του κ. Καραχάλιου, η οποία ενίοτε ενισχύεται και με κορυφαίο κομματικό σας στέλεχος, η οποία ενεργεί άγαρμπα. Είστε νομικός, είμαι δημοσιογράφος και ξέρω καλά τα πράγματα. Πράγματι, επαναλαμβάνω, ότι η ομάδα η οποία λειτουργεί υπό τον κ. Ρουσόπουλο λειτουργεί άψογα. Είδατε ότι ένα μήνα είχε καθίσει πίσω εις το σκάνδαλο Ζαχόπουλου, το πράγμα πήγαινε κι ερχόταν άγρια για την Κυβέρνησή σας. Μόλις μπήκε η ομάδα του κ. Ρουσόπουλου το μετέφερε το θέμα ως ενδοδημοσιογραφική κρίση και βγήκε για σας μια χαρά. Και μπράβο του! Είναι μάγος σ’ αυτά.
Ο κ. Καραχάλιος με τις άγαρμπες κινήσεις του δημιουργεί προβλήματα που πάλι έρχεται εκ των υστέρων ο κ. Ρουσόπουλος να μπορέσει να τα διορθώσει. Αυτά είναι τα πραγματικά περιστατικά.
Υπάρχουν ακραία φαινόμενα, κύριε Πρωθυπουργέ. Και σας λέω: Πέραν των μισθοφόρων, ένας δημοσιογράφος που παίρνει 5.000 ευρώ από τον Δήμο Αθηναίων, δηλαδή από σας, από την Κυβέρνησή σας, όταν ο ίδιος συμπτωματικά είναι στο κρατικό κανάλι και παίρνει άλλα δέκα, από εκεί και πέρα δεν μπαίνει στον πειρασμό της μη αντικειμενικής παρουσιάσεως των γεγονότων;
Υπάρχουν ή όχι δημοσιογράφοι, οι οποίοι δουλεύουν σε Γραφεία Τύπου; Και είναι τεράστιο το θέμα κατά πόσο μπορεί ένας δημοσιογράφος να είναι υπάλληλος κάποιου και εν συνεχεία να είναι κριτής των πραγμάτων. Και θα ήθελα να καταθέσω ερώτηση να δώσετε τα ονόματα των δημοσιογράφων που δουλεύουν στα Γραφεία Τύπου του ευρύτερου δημόσιου τομέα, να ξέρουμε επιτέλους ο καθένας πού αναφέρεται.
Υπάρχουν τρόποι και τρόποι, ομοιόμορφα, non paper. Και την άλλη μέρα βλέπεις στις εφημερίδες, επτά, οκτώ δημοσιογράφους –κι εκεί είναι η ευθεία του Ρουσόπουλου- εναντίον ενός κόμματος ή κάποιων προσώπων. Και διερωτάσαι: Επτά, οκτώ δημοσιογράφοι στις 9.00΄ το βράδυ σκέφτηκαν το ίδιο πράγμα και το διατυπώνουν με τις ίδιες λέξεις; Αυτό είναι το άγαρμπο.
Κύριε Πρωθυπουργέ, πηγαίνετε σε δύο δικά σας θέματα εσωτερικά. Ζητήστε ένα από τα Δελτία Τύπου για την προχθεσινή υπόθεση με τον κ. Τατούλη. Θα δείτε, λοιπόν, ότι υπάρχουν και γραφίδες πέρα από τις ανεξάρτητες, δηλαδή, εκείνοι οι οποίοι δουλεύουν δημοσιογραφικά, αντικειμενικά, σωστά, έντιμα, υπάρχουν όμως και γραφίδες, οι οποίες έχουν λειτουργήσει εκ του πονηρού. Και θα δείτε πού θα φθάσετε!
Δείτε την υπόθεση Σουφλιά ποιοι τη σηκώνουν, πέρα από τους έντιμους και ανεξάρτητους δημοσιογράφους. Και θα δείτε πού θα φθάσετε!
Και, βεβαίως, δεν έχω την απαίτηση, κύριε Πρωθυπουργέ, να έχετε τόση δημοκρατία και να καλέσετε τους υπόλοιπους τέσσερις πολιτικούς Αρχηγούς και να μας πείτε για τα μυστικά κονδύλια.
Πηγαίνετε, όμως, εσείς, κύριε Πρωθυπουργέ, να δείτε τα μυστικά κονδύλια του Υπουργείου Εξωτερικών και εκεί θα δείτε πρόσωπα και πράγματα και είμαι σίγουρος ότι θα αντιληφθείτε τι θέλω να σας πω εδώ. Τι παιχνίδια γίνονται; Χρήματα που έπρεπε να πάνε και στις δύο πλευρές της Θράκης, δεν πάνε και εξαντλούνται για άλλου είδους παιχνίδια.
Θα ήθελα να πω τούτο για εκείνο το αφτί που πρέπει να το ακούσει: Μην χαϊδεύεις το ποντίκι, κινδυνεύεις από πανώλη. Μην παίζεις στο παρασκήνιο, κινδυνεύεις να βγεις στη σέντρα. Μην παίζεις στο παρόν, διακινδυνεύοντας το μέλλον. Μην εκτίθεσαι στον ιό, γιατί κινδυνεύεις από ανήκεστο βλάβη της υγείας σου. Μην εμπιστεύεσαι την αυριανή ημέρα, ξεχνώντας τη χθεσινή και την προχθεσινή.
Κύριε Πρωθυπουργέ, γνωρίζετε πολύ καλά από ιστορία. Εξάλλου, η διατριβή σας έχει να κάνει με ιστορικό πρόσωπο. Σας θυμίζω, λοιπόν, ότι πολλοί καίσαρες και πάρα πολλοί αυτοκράτορες δεν έπεσαν από εχθρικό στρατό, αλλά από τους μισθοφόρους των πραιτοριανών τους.
Σας τα λέω όλα αυτά και ανοίγω τα μάτια σας, γιατί θέλω να προστατεύσω τα δικά μου μάτια.
Ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Το λόγο έχει ο Πρωθυπουργός κ. Κώστας Καραμανλής.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να ξεκαθαρίσουμε μερικά πράγματα. Εγώ ούτε ομάδες ξέρω ούτε μισθοφόρους ξέρω, ούτε μυστικά κονδύλια ξέρω. Είναι αντίθετα στη φιλοσοφία μου και δεν έχουν σχέση με τη σημερινή Κυβέρνηση. Δεν ξέρω αν γίνονταν στο παρελθόν ούτε με ενδιαφέρει. Αν γίνονταν, τα καταδικάζω.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
Θέλω να ξεκαθαρίσω και κάτι ακόμη. Δεν ξέρω αν είναι στη φαντασία σας, αλλά αν αυτά- έστω και σε ελάχιστο ποσοστό- συνέβαιναν, θα είχα, προφανώς, διαφορετική μεταχείριση από τον Τύπο και τις τηλεοράσεις δώδεκα χρόνια τώρα.
(Ζωηρά και παρατεταμένα χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
Φτάνω στο δωδέκατο χρόνο Αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας και είμαι πάντα στο στόχαστρο σχεδόν του συνόλου του Τύπου και των ραδιοτηλεοπτικών μέσων. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Πώς, λοιπόν, θα μπορούσε να δικαιολογηθεί αυτό με τις εικονικές πραγματικότητες που περιγράφετε;
Δύο στοιχεία μόνο: Στις 31 Μαρτίου κάθε έτους, οι έχοντες νόμιμο συμφέρον, π.χ. η ΕΣΗΕΑ, μπορούν να προμηθευθούν και να προμηθεύονται τον κατάλογο των ονομάτων των δημοσιογράφων που εργάζονται στους κρατικούς οργανισμούς. Και αυτό για πρώτη φορά το κάναμε εμείς, και για πρώτη φορά έγινε το 2005.
Θέλω να πω δυο λέξεις ακόμα για την αξιοπιστία της δημόσιας τηλεόρασης. Είπα ήδη μερικά πράγματα. Άλλωστε, η έρευνα που εσείς επικαλεστήκατε για να υποβάλετε αυτή την ερώτηση, σας δίνει μία ακόμα απάντηση για το πόσο αξιόπιστη έγινε η δημόσια τηλεόραση τα τελευταία χρόνια.
Η δημόσια τηλεόραση, σεβόμενη όλες τις φωνές, προωθεί ποιοτικά προγράμματα για την ψυχαγωγία του πολίτη, άλλαξε σε πολλά τις δομές της, οργανώνεται καλύτερα εσωτερικά, αξιοποιεί στελέχη και ικανούς ανθρώπους από την ελεύθερη αγορά, οργάνωσε τα οικονομικά της, για να είναι συνεπής απέναντι στο ελληνικό και το ευρωπαϊκό δίκτυο. Εξυγιάναμε τα οικονομικά της εταιρείας· από το 2006 έχει οδηγηθεί σε θετικά αποτελέσματα στη λειτουργική της χρήση.
Και ένα τελευταίο σχόλιο. Ετέθη το ερώτημα αν είμαι ικανοποιημένος από την ποιότητα της ενημέρωσης ή την πληρότητά της. Ευθέως λοιπόν σας λέω ότι δεν είμαι. Συντάσσομαι με τη μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών.
Το θέμα, όμως, είναι ότι η Πολιτεία ούτε λογοκρίνει ούτε επιβάλλει αυθαίρετα το περιεχόμενο. Κινείται, ως οφείλει, στο πλαίσιο των νόμων, με τα συντεταγμένα της όργανα.
Είναι αλήθεια ότι τα περισσότερα δελτία ειδήσεων παρουσιάζουν ένα μόνο θέμα -μία ολόκληρη ώρα την ημέρα, και επί βδομάδες συχνά, το ίδιο θέμα- και έχουν κοινό που τα παρακολουθεί. Δεν θα σχολιάσω ούτε το ένα ούτε το άλλο. Θα σημειώσω ότι η χώρα μας, και στον τομέα της ενημέρωσης, δεν μπορεί να ομφαλοσκοπεί και να είναι φοβική, να μην παρακολουθεί τι συμβαίνει γύρω μας.
Βεβαίως, υπάρχουν σήμερα πολλοί τρόποι ευρείας πληροφόρησης, και η νέα γενιά τους αξιοποιεί. Νομίζω ότι περνάμε ακόμα μία μεγάλη «παρένθεση εσωστρέφειας» στην τηλεοπτική ενημέρωση. Αυτή η παρένθεση μπορεί να κλείσει μόνο με τη βελτίωση της ποιότητας της παιδείας μας, φυσικά με την ανάπτυξη της τεχνολογίας και με τη στάση και συμπεριφορά όλων μας.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας.)
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗΣ (Πρόεδρος του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού): «Και όμως, κινείται».
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Παρακαλώ, κύριε Πρόεδρε, δεν έχετε το λόγο. Να μην καταγράφεται τίποτα. Παρακαλώ!
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗΣ (Πρόεδρος του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού): …
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεχθείτε τις ευχές μου και τις ευχές των Αντιπροέδρων του Προεδρείου για τις άγιες μέρες του Πάσχα. Ευχόμαστε, «καλές γιορτές, καλή Ανάσταση».
Τις ίδιες ευχές απευθύνει το Προεδρείο στους εργαζόμενους στη Βουλή, στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες και στους αστυνομικούς που βρίσκονται στο Σώμα.
Συνεχίζουμε την ημερήσια διάταξη των επικαίρων ερωτήσεων.
(Στο σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει ο Α΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΡΛΑΣ)
Εισερχόμεθα στη συζήτηση της πρώτης με αριθμό 829/14-4-2008 επίκαιρης ερώτησης πρώτου κύκλου του Βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας κ. Γεωργίου Κοντογιάννη προς τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, σχετικά με την κατασκευή νέου κτηρίου στέγασης του Μουσικού Σχολείου Βαρθολομιού Νομού Ηλείας κ.λπ..
Ο κ. Κοντογιάννης αναλυτικότερα στην επίκαιρη ερώτησή του αναφέρει:
«Παρά τις διαβεβαιώσεις και τη θέληση του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων για την κατασκευή νέου κτηρίου στέγασης του Μουσικού Σχολείου Βαρθολομιού Νομού Ηλείας, μερίδα του Τύπου αμφισβητεί τη βούληση του Υπουργείου.
Οι αμφιβολίες έγκεινται στο φόβο ότι τα λυόμενα κτίσματα, που έχει διαβεβαιώσει το Υπουργείο ότι θα τοποθετηθούν για να καλύψουν τις τρέχουσες ανάγκες λειτουργίας του Μουσικού Σχολείου, μέχρι την αποπεράτωση της κατασκευής του νέου κτηρίου, θα είναι μόνιμα και το νέο κτήριο δεν θα κατασκευαστεί.
Η κατασκευή του νέου κτηρίου είναι μείζονος σημασίας για τους κατοίκους και ιδιαίτερα τους μαθητές που φοιτούν στο Μουσικό Σχολείο του Βαρθολομιού, μιας και τόσα χρόνια συστεγάζεται σε λυόμενα κτίσματα με το Γενικό Λύκειο Βαρθολομιού.
Κατόπιν τούτων, ερωτάται ο αρμόδιος Υπουργός:
1. Ποιες ενέργειες έχουν γίνει μέχρι σήμερα για την κατασκευή του νέου κτηρίου του Μουσικού Σχολείου Βαρθολομιού και ποιο είναι το χρονοδιάγραμμα έναρξης και αποπεράτωσης της κατασκευής του νέου κτηρίου;
2. Σε ποιες ενέργειες έχει προβεί το Υπουργείο, ώστε να τοποθετηθούν άμεσα οι λυόμενες αίθουσες εμβαδού επτακόσια τ.μ., οι οποίες θα καλύψουν προσωρινά τις ανάγκες στέγασης του Μουσικού Σχολείου, μέχρι την αποπεράτωση της κατασκευής του νέου κτηρίου;».
Στην επίκαιρη ερώτηση του κ. Κοντογιάννη θα απαντήσει ο Υφυπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Λυκουρέντζος.
Κύριε Υπουργέ, έχετε το λόγο.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΥΚΟΥΡΕΝΤΖΟΣ (Υφυπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Κύριε Πρόεδρε, σας ευχαριστώ πάρα πολύ.
Κύριε συνάδελφε, η υπόθεση του Μουσικού Σχολείου του Βαρθολομιού συζητείται τους τελευταίους μήνες με τις δικές σας πρωτοβουλίες, τη δική σας επιμονή για να φθάσουμε στην ολοκλήρωση των διαδικασιών, έτσι ώστε να παραδώσουμε σύντομα στην τοπική κοινωνία του Δήμου Βαρθολομιού, στη νεολαία του Νομού Ηλείας, ένα σύγχρονο μουσικό σχολείο.
Θέλω να αναφέρω τα εξής στοιχεία: Στις 10.7.2007 η συνεργασία του διευθύνοντος συμβούλου του Ο.Σ.Κ. και του προκατόχου μου Υφυπουργού, του κ. Καλού, είχε ως αποτέλεσμα να εκδοθεί έγγραφο από τον οργανισμό, έτσι ώστε ο Δήμος Βαρθολομιού και η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ηλείας να μας υποβάλουν την τεχνική έκθεση και βεβαίως και το τοπογραφικό διάγραμμα, το οποίο απαιτείται για να σχεδιάσουμε τη μελέτη κατασκευής του σχολείου.
(Στο σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει η Ε΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΒΕΡΑ ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ).
Στη συνέχεια, μαζί σας και με το διευθύνοντα σύμβουλο του οργανισμού, τον κ. Παταργιά, επισκεφθήκαμε το Βαρθολομιό, είδαμε επιτόπου τα προβλήματα τα οποία εσείς μας έχετε υποδείξει πολλές φορές, διαπιστώσαμε ότι έτσι ακριβώς διαμορφώνονται και κατόπιν συνεργασίας με το Δήμο Βαρθολομιού και με τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, αφού προηγήθηκε έγγραφο στις 28.12.2007 πάλι του διευθύνοντος συμβούλου, είχαμε την απάντησή τους λίγο αργότερα, περί τα τέλη Φεβρουαρίου, όπου μας υποβάλουν την τεχνική περιγραφή εργασιών αναβάθμισης οι οποίες προσδιορίζονται στο ύψος των 200.000 ευρώ για την τοποθέτηση αιθουσών βαρέως τύπου επτακοσίων τετραγωνικών μέτρων, αλλά και το τοπογραφικό διάγραμμα του χώρου για την προσωρινή στέγαση.
Εκ παραλλήλου, μας υπεβλήθη τοπογραφικό σχέδιο οικοπέδου περίπου πεντέμισι χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων -η πρόταση αυτή συζητήθηκε στις 13.3.2008 στην αρμόδια επιτροπή καταλληλότητος και αναγκαιότητος- για το οποίο απαιτείται έγκριση τοπικού ρυμοτομικού με χαρακτηρισμό του χώρου αυτού ως σχολικού.
Με λίγα λόγια, η υπόθεση θα ολοκληρωθεί πάρα πολύ σύντομα. Βρισκόμαστε σε πάρα πολύ καλό δρόμο, έχουμε στα χέρια μας την τεχνική έκθεση, είναι εξασφαλισμένη η δαπάνη, τόσο για τις επιδιορθώσεις του υφισταμένου σχολικού συγκροτήματος, όσο και για την τοποθέτηση των νέων αιθουσών βαρέως τύπου και βεβαίως, με τη διασφάλιση του οικοπέδου, το χαρακτηρισμό του ως σχολικού, να είστε βέβαιος ότι η καλύτερη δυνατή μελέτη για μουσικό σχολείο θα υλοποιηθεί στο Βαρθολομιό.
Και αυτό δεν το λέω για να σας ικανοποιήσω προσωπικά, αλλά διότι είναι απόφαση της πολιτικής ηγεσίας, του κ. Στυλιανίδη και προσωπική μου, να εφαρμόσουμε στις νέες μελέτες όλες τις προδιαγραφές σε ό,τι ονομάζουμε «έξυπνο σχολείο», ένα σχολείο φιλικό στο περιβάλλον που θα κάνει εξοικονόμηση ενέργειας, που θα αναπτύσσει φιλική σχέση με το περιβάλλον σε όλες του τις δράσεις, οικονομία στη χρήση του νερού, φυσικό αερισμό και πολλά άλλα. Ας μην τα αναφέρω όλα. Ένα τέτοιο σχολείο θα σας παραδώσουμε, με μια αίθουσα πολλαπλών εκδηλώσεων, η οποία θα μπορεί να χρησιμοποιείται και να αξιοποιείται και από την τοπική κοινωνία για πολιτιστικές δραστηριότητες.
Σας ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Και εγώ σας ευχαριστώ.
Το λόγο έχει ο ερωτών Βουλευτής κ. Κοντογιάννης.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗΣ: Κατ’ αρχάς, κυρία Πρόεδρε, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κύριο Υπουργό, τον κ. Λυκουρέντζο, για την αμεσότητα με την οποία αντιμετώπισε το πρόβλημα στέγασης του Μουσικού Σχολείου Ηλείας που εδρεύει στο Βαρθολομιό.
Πρόκειται για ένα σχολείο που τα παιδιά κάνουν μάθημα μαζί με τους μαθητές του γενικού λυκείου, αφού δεν υπάρχουν ειδικές εγκαταστάσεις. Τα προβλήματα δε που δημιουργούνται από αυτήν τη συστέγαση είναι εύκολο να τα αντιληφθείτε. Αρκεί να σκεφθείτε μόνο ότι την ώρα που τα παιδιά του μουσικού σχολείου πρέπει να κάνουν τις ασκήσεις τους, κάποια άλλα παιδιά του γενικού χρειάζονται ησυχία για να μελετήσουν.
Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, λοιπόν, με πολλές από τις ασκήσεις τα παιδιά να τις παίρνουν στο σπίτι, έχουν καταφέρει όχι μόνο να μάθουν μουσική, αλλά και να αγαπηθούν απ’ όλους, ιδιαίτερα δε από το ελληνικό Κοινοβούλιο, το οποίο επί τρία συνεχόμενα έτη προσκαλεί το Μουσικό Σχολείο του Βαρθολομιού στη γιορτή της Εθνικής Επετείου της 25ης Μαρτίου.
Μάλιστα, για μία ακόμα φορά θέλω να εκφράσω προς το Προεδρείο τις ευχαριστίες των παιδιών και των δασκάλων για την προσφορά που είχε γίνει πέρυσι από τη Βουλή για την αγορά μουσικών οργάνων.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το προειδοποιητικό κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Όμως, η κατάσταση, κύριε Υπουργέ, όπως είδατε και εσείς με τις επισκέψεις που κάνατε εκεί, έχει φθάσει στο απροχώρητο. Χαίρομαι, ιδιαίτερα για τις διαβεβαιώσεις σας ότι η προσωρινή εγκατάσταση των λυομένων αιθουσών δεν θα επηρεάσει καθόλου την κατασκευή του νέου κτηρίου και ότι ουσιαστικά, ομιλούμε για δύο διαφορετικά πράγματα που θα υπηρετήσουν τον ίδιο σκοπό, την καλύτερη λειτουργία, δηλαδή, του Μουσικού Σχολείου Βαρθολομιού.
Εκείνο που ζητώ είναι από τη μια να μεταφερθούν το συντομότερο δυνατόν οι λυόμενες αίθουσες, να μπορέσουν, δηλαδή, τα παιδιά από τη νέα σχολική περίοδο να φοιτήσουν εκεί, για να πάψουν να υφίστανται τα προβλήματα και αυτήν την απίστευτη ταλαιπωρία και από την άλλη, να προχωρήσουν το ταχύτερο δυνατόν οι διαδικασίες έγκρισης του χώρου για την κατασκευή του νέου κτηρίου.
Μάλιστα, σήμερα το απόγευμα, στο Βαρθολομιό, κύριε Υπουργέ, κατά σύμπτωση συνεδριάζει και το Δημοτικό Συμβούλιο, για να εγκρίνει την αγορά του οικοπέδου, όπου θα στεγαστεί το νέο κτήριο.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Εκείνο που ζητεί και η Συμπολίτευση και η Αντιπολίτευση είναι η δική σας διαβεβαίωση την οποία ακούσαμε ότι η παρουσία των λυομένων θα είναι προσωρινή και δεν θα γίνει μόνιμη.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Και εγώ σας ευχαριστώ, κύριε Κοντογιάννη.
Το λόγο έχει ο Υφυπουργός για να δευτερολογήσει.
Ορίστε, κύριε Υφυπουργέ, έχετε το λόγο.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΥΚΟΥΡΕΝΤΖΟΣ (Υφυπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε.
Κύριε συνάδελφε, πρώτον, πολύ σύντομα, όταν θα μας διαθέσετε το οικόπεδο, αμέσως θα ξεκινήσουν οι διαδικασίες για την εφαρμογή της μελέτης. Μπορείτε αυτό να το παράσχετε ως ενημέρωση στο Δημοτικό Συμβούλιο το οποίο συνεδριάζει.
Δεύτερον, σας βεβαιώνω ότι είναι επιλογή μας να είναι προσωρινή η στέγαση των μαθητών στις αίθουσες βαρέως τύπου τις οποίες θα εγκαταστήσουμε και, τρίτον, σας ενημερώνω ότι η δαπάνη στην οποία αναφέρεστε, είναι ήδη εξασφαλισμένη από τον οργανισμό.
Επαναλαμβάνω ότι το πρόβλημα –όχι σ’ εσάς, αλλά στην Ολομέλεια- της σχολικής στέγης είναι δυσχερές διότι απατούνται πόροι και προγραμματισμός σε βάθος χρόνου, παρά το γεγονός ότι οι ανάγκες είναι πιεστικές απ’ την καθημερινή ζωή των μαθητών, όπως την περιγράψατε.
Και θέλω να σημειώσω, κυρία Πρόεδρε, ότι για το πενταετές πρόγραμμα του Ο.Σ.Κ. δεν υπάρχουν πόροι από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όλη η δαπάνη θα καλυφθεί από δημόσιους εθνικούς πόρους από τον τακτικό προϋπολογισμό.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το προειδοποιητικό κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Υφυπουργού)
Και βεβαίως, εάν σήμερα αντιμετωπίζουμε τόσες ανάγκες για σχολική στέγη, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι πόροι, οι οποίοι τα προηγούμενα χρόνια υπήρχαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν χρησιμοποιήθηκαν. Έχουμε ένα δυσβάσταχτο βάρος στις πλάτες μας ως πολιτική ηγεσία, αλλά με τη συνεργασία της Τοπικής και της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, με τη συνεργασία του συνόλου της κοινωνίας –γιατί σ’ αυτήν την υπόθεση συντρέχουν οι απόψεις όλων- πιστεύουμε ότι θα επιτύχουμε τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.
Σας ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Και εγώ σας ευχαριστώ.
Επίκαιρες ερωτήσεις δευτέρου κύκλου:
Η με αριθμό 834/14-4-2008 επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας κ. Σπήλιου Λιβανού προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σχετικά με την ορθολογική χρήση των υδάτινων πόρων στη γεωργία, κ.λπ., δεν συζητείται λόγω κωλύματος του κυρίου Υπουργού και διαγράφεται.
Επίσης, η δεύτερη με αριθμό 840/15-4-2008 επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος κ. Λεωνίδα Γρηγοράκου προς τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, σχετικά με τα προβλήματα του Τμήματος Τεχνολογίας Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών του T.E.I. Καλαμάτας-Παράρτημα Σπάρτης, δεν συζητείται λόγω κωλύματος του κυρίου Υπουργού, και διαγράφεται.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, γίνεται γνωστό στο Σώμα ότι τη συνεδρίασή μας παρακολουθούν από τα άνω δυτικά θεωρεία της Βουλής, αφού προηγουμένως ξεναγήθηκαν στους χώρους του Μεγάρου της Βουλής των Ελλήνων, δεκατρείς μαθήτριες και μαθητές και τέσσερις συνοδοί δάσκαλοι από το Ιδιωτικό Δημοτικό Σχολείο Ναυστάθμου Κρήτης.
Η Βουλή τους καλωσορίζει.
(Χειροκροτήματα από όλες τις πτέρυγες της Βουλής)
Εισερχόμαστε στη συζήτηση της τέταρτης με αριθμό 851/15-4-2008 επίκαιρης ερώτησης του Βουλευτή του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς κ. Παναγιώτη Λαφαζάνη προς τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, σχετικά με την πώληση του Ο.Τ.Ε. στη Deutsche Telecom κ.λπ..
Η επίκαιρη ερώτηση του κ. Λαφαζάνη έχει ως ακολούθως:
«Η Κυβέρνηση έχει έτοιμη συμφωνία με βάση την οποία ο Ο.Τ.Ε. παραδίδεται στην ουσία στον έλεγχο και τη διαχείριση της Deutsche Telecom.
Η Κυβέρνηση, για να εκχωρήσει αυτόν τον ουσιαστικό έλεγχο του Ο.Τ.Ε. στη γερμανική εταιρεία, αξιοποίησε ως όχημα τη Marfin Investment Group, με το αζημίωτο για την τελευταία, αφού επέτρεψε στη Marfin να φθάσει ανενόχλητη στο 20% του μετοχικού κεφαλαίου του Ο.Τ.Ε..
Η στρατηγική «συμμαχία» του Ο.Τ.Ε. με την Deutsche Telecom, την οποία επικαλείται η Κυβέρνηση για να «χρυσώσει το χάπι» της εκχώρησης του Ο.Τ.Ε., είναι απολύτως προσχηματική, αφού ο συσχετισμός ανάμεσα στις δύο εταιρείες είναι πέρα για πέρα άνισος, ενώ η Deutsche Telecom παίρνει ουσιαστικά και το management του Ο.Τ.Ε..
Κατόπιν τούτων, ερωτάται ο κ. Υπουργός τα εξής:
1. Για ποια «στρατηγική συμμαχία» Ο.Τ.Ε. - Deutsche Telecom μιλάει η Κυβέρνηση, από τη στιγμή που η Deutsche Telecom παίρνει ουσιαστικά και το management του Ο.Τ.Ε.;
2. Προτίθεται η Κυβέρνηση να αναθεωρήσει, έστω και την ύστατη στιγμή, την πολιτική της και αντί της μετατροπής του Ο.Τ.Ε. και των βαλκανικών επενδύσεών του σε παράρτημα των φιλοδοξιών της Deutsche Telecom να διατηρήσει και να ενισχύσει μέχρι το 51% το ποσοστό του δημοσίου στον Ο.Τ.Ε.;».
Στην επίκαιρη ερώτηση του κ. Λαφαζάνη θα απαντήσει ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών κ. Αλογοσκούφης.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ (Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, βεβαίως η ερώτηση χαρακτηρίζεται από πολλές ανακρίβειες. Αυτό για το οποίο μπορώ να πω εγώ είναι η στρατηγική της Κυβέρνησης.
Η στρατηγική της Κυβέρνησης σχετικά με τον Ο.Τ.Ε., έχει αποτυπωθεί στο πρόγραμμά της, το οποίο είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε και χθες –όπου τοποθετήθηκε και ο Πρωθυπουργός και εγώ- αλλά και σε διάφορες δημόσιες τοποθετήσεις που έχουν γίνει.
Η στρατηγική, λοιπόν, της Κυβέρνησης είναι ξεκάθαρη. Η προοπτική στρατηγικής συμμαχίας του Ο.Τ.Ε. με κάποιον σημαντικό ευρωπαϊκό τηλεπικοινωνιακό οργανισμό, θεωρείται θετική και για τον Οργανισμό και για την ελληνική οικονομία και για τη στρατηγική της χώρας μας, αναφορικά με την εξωστρέφεια και τις προοπτικές της στην ευρύτερη περιοχή.
Στόχος αυτής της στρατηγικής μας είναι και η ανάπτυξη του Ο.Τ.Ε. μέσα στο ιδιαίτερα ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον και ο εκσυγχρονισμός του, και η συμμετοχή του στη μεγάλη προσπάθεια που γίνεται για τη διάδοση της ευρυζωνικότητας και το γενικότερο εκσυγχρονισμό των τηλεπικοινωνιών και στη χώρα, αλλά και στις γειτονικές μας χώρες, στα Βαλκάνια και στη Νοτιοανατολική Ευρώπη ευρύτερα.
Στην απελευθερωμένη ευρωπαϊκή αγορά τηλεπικοινωνιών, οι στρατηγικές συμμαχίες τηλεπικοινωνιακών οργανισμών είναι μονόδρομος, λόγω και των οικονομιών κλίμακας που δημιουργούνται. Και αυτό το είδαμε και σε άλλες περιπτώσεις απελευθέρωσης, όπως για παράδειγμα στις αεροπορικές συγκοινωνίες, όπου η χώρα μας έμεινε πίσω λόγω των αβελτηριών του παρελθόντος, με αποτέλεσμα σήμερα να έχουμε μείνει με μια προβληματική Ολυμπιακή Αεροπορία η οποία ίσως είναι η μόνη –μαζί με την «ALITALIA»- που δεν έχει μπει σε στρατηγικές συμμαχίες με άλλες ευρωπαϊκές εταιρείες.
Η γενική μας αρχή για τις αποκρατικοποιήσεις είναι η μεγιστοποίηση των ωφελειών για την οικονομία και για τους πολίτες. Και ειδικότερα για τον Ο.Τ.Ε., η προοπτική –γιατί ακόμα δεν υπάρχει καμία συμφωνία- συνεργασίας με ένα μεγάλο ευρωπαϊκό τηλεπικοινωνιακό οργανισμό επιβεβαιώνει αυτή την αρχή.
Η Κυβέρνηση τα τελευταία τέσσερα χρόνια ασχολήθηκε με την εξυγίανση του Ο.Τ.Ε. -γιατί ο Ο.Τ.Ε., πράγματι, βρισκόταν σε πάρα πολύ δύσκολη θέση- η οποία –άλλωστε επικυρώθηκε και στην αγορά- έγινε και με τον εξορθολογισμό του αριθμού των απασχολουμένων μέσω της εθελουσίας εξόδου, που συμφωνήθηκε με τους εργαζομένους, και με το νέο Γενικό Κανονισμό Προσωπικού, και με την αναδιάρθρωση των διεθνών του επενδύσεων, και με την ενίσχυση των εμπορικών του δυνατοτήτων –με την εξαγορά της γνωστής αλυσίδας «ΓΕΡΜΑΝΟΣ»- και με τον εξορθολογισμό των θυγατρικών του.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Υπουργού)
Σήμερα, λοιπόν, ο Ο.Τ.Ε. έχει ισχυροποιηθεί σε σχέση με το παρελθόν, αλλά δεν παύει, και στο ευρωπαϊκό αλλά και στο διεθνές πλαίσιο, να χρειάζεται ένα στρατηγικό σύμμαχο. Και σ’ ένα τηλεπικοινωνιακό περιβάλλον σύγκλισης των τηλεπικοινωνιακών τεχνολογιών, σε ένα περιβάλλον έντασης του ανταγωνισμού και ισχυρού ελέγχου από τις ρυθμιστικές αρχές, και τις εθνικές και τις ευρωπαϊκές, σε ένα περιβάλλον πρακτικών συγκέντρωσης και συμμαχιών σχεδόν παντού, η λύση της στρατηγικής συμμαχίας προσφέρει στον Ο.Τ.Ε. τη δυνατότητα, και την ανταγωνιστικότητά του να βελτιώσει, και να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά όλες τις προκλήσεις θεμελιώνοντας παράλληλα την εξωστρέφειά του. Έτσι, θα μπορέσει να ανταγωνιστεί καλύτερα και στην ελληνική αγορά, όπου θα αντιμετωπίσει τα επόμενα χρόνια πολύ εντονότερο ανταγωνισμό, αλλά και στις διεθνείς αγορές.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Το λόγο έχει ο επερωτών Βουλευτής κ. Λαφαζάνης.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΑΦΑΖΑΝΗΣ: Κύριε Υπουργέ, σας άκουσα με προσοχή. Δεν μας διαφωτίσατε καθόλου. Πολύ φοβούμαι ότι από το πολιτικό σκάνδαλο της εταιρείας «ΓΕΡΜΑΝΟΣ» βαδίζουμε σε ένα νέο πολιτικό –χειρότερο ακόμη- σκάνδαλο, της εκχώρησης του Ο.Τ.Ε. σε Γερμανούς.
Μου είπατε ότι λέω ανακρίβειες. Ευχαρίστως, να δεχθώ την κατηγορία σας, αν μας λέγατε εσείς ακρίβειες.
Μιλάτε για στρατηγική συμμαχία. Ποια στρατηγική συμμαχία, κύριε Αλογοσκούφη;
Λέτε ότι διαπραγματεύεστε, για να κάνετε αυτή τη στρατηγική συμμαχία. Ανοίχτε τα χαρτιά σας! Ποιες διαπραγματεύσεις κάνετε; Κάτω από το τραπέζι; Κρυφά; Εγώ δεν λέω να μας πείτε τις λεπτομέρειες. Πείτε μας το πλαίσιο των διαπραγματεύσεων. Ακριβώς! Ποιο είναι αυτό το πλαίσιο πάνω στο οποίοι διαπραγματεύεστε ερήμην της Βουλής, χωρίς κανένας να ξέρει τίποτα; Ξαφνικά θα μας εμφανίσετε εδώ μια συμφωνία, θα την φέρετε να την κυρώσετε με την οριακή Πλειοψηφία που διαθέτετε στη Βουλή και θα μας πείτε: «Τέλειωσε ο Ο.Τ.Ε.!».
Κύριε Αλογοσκούφη, δεν είναι ιδιοκτησία σας ο Ο.Τ.Ε.. Ο Ο.Τ.Ε. ανήκει στον ελληνικό λαό. Είναι περιουσία του ελληνικού λαού.
Θα σας πω και κάτι άλλο. Έγινε θέμα στη Γερμανική Βουλή από αριστερούς Βουλευτές της Γερμανίας, οι οποίοι κατηγόρησαν την Κυβέρνηση της Γερμανίας. Της είπαν ότι δεν είναι δυνατόν το γερμανικό δημόσιο να θέλει να ελέγξει τις τηλεπικοινωνίες στην Ελλάδα, διότι και εμείς ως γερμανικό δημόσιο, ως Γερμανία, δεν θέλουμε καμμία χώρα να ελέγξει τις δικές μας τηλεπικοινωνίες.
Δείχνουν μια ευαισθησία οι αριστεροί Γερμανοί Βουλευτές, την οποία δεν τη δείχνετε εσείς. Εσείς έρχεστε και λέτε: «Παραδίδουμε τα πάντα αυτή τη στιγμή» με μια συμφωνία την οποία κρατάτε επτασφράγιστο μυστικό, για να την εμφανίσετε αιφνιδιαστικά.
Θα σας πω και κάτι άλλο. Με το ν. 3371/2005 δεσμευτήκατε νομικά να παραχωρήσετε το 4% του μετοχικού κεφαλαίου που διαθέτει το δημόσιο στο Τ.Α.Π.-Ο.Τ.Ε.. Κύριε Αλογοσκούφη, πέρασαν τρία χρόνια. Γιατί δεν τηρείτε τη θεσμοθετημένη νομοθετικά δέσμευσή σας και να πάτε το 4% στο Τ.Α.Π.-Ο.Τ.Ε. Διαπραγματεύεστε αυτή τη στιγμή στο όνομα του 28%, από τη στιγμή που δεν διαθέτετε το 28%. Το 4% ανήκει στο ΤΑΠ-Ο.Τ.Ε.. Το πάτε στο Ι.Κ.Α.. Το δώσατε ως αντιστάθμισμα μιας απαράδεκτης συμφωνίας για την εθελούσια έξοδο στον Ο.Τ.Ε. και αυτή τη στιγμή ζημιώνεται το συμφέρον του ΤΑΠ-Ο.Τ.Ε. -κατ’ επέκταση του Ι.Κ.Α.- και το συμφέρον των ασφαλισμένων, οι οποίοι δεν γνωρίζουν τίποτα, διότι διαπραγματεύεστε στο όνομά τους.
Αυτά είναι πράγματα απαράδεκτα και νομικά διάτρητα! Θα σας παρακαλούσα πάρα πολύ. Σταματήστε αυτήν την πορεία του ξεπουλήματος της χώρας! Οι Γερμανοί παίρνουν το αεροδρόμιο. Οι Γερμανοί πήραν τα ναυπηγεία. Οι Γερμανοί διαπραγματεύονται με τη Δ.Ε.Η. και τώρα πηγαίνουν στην Αλβανία να κάνουν, μέσω Αλβανίας, τη συνεργασία τους. Οι Γερμανοί τώρα παίρνουν τον Ο.Τ.Ε.
Οι Γερμανοί ξανάρχονται σ’ αυτήν τη χώρα ως δύναμη οικονομικής κατοχής, κύριε Αλογοσκούφη; Αυτό είναι το όραμά σας; Αυτή είναι η προοπτική σας; Σταματήστε αυτήν την πώληση, αυτήν την εκχώρηση, αυτήν την παράδοση! Κρατήστε το 28% και κάντε μια προσπάθεια σταδιακής ανάκτησης του 51% του Ο.Τ.Ε. Ο Ο.Τ.Ε. έχει προοπτικές. Μπορούμε να κάνουμε ανασυγκρότηση, επενδύσεις, να δώσουμε προοπτική. Αυτό που κάνετε είναι εθνικό έγκλημα και θα οδηγήσει σε εθνική καταστροφή.
Σας ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Κι εγώ σας ευχαριστώ.
Το λόγο έχει ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών κ. Αλογοσκούφης για τη δευτερολογία του.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ (Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών): Δυστυχώς, δεν απέφυγε τις υπερβολές ο αγαπητός συνάδελφος ούτε στην ομιλία του.
Η πραγματικότητα είναι ότι ο ελληνικός λαός είναι πλήρως ενήμερος για τη στρατηγική της Κυβέρνησης για τον Ο.Τ.Ε.. Υπάρχει στο πρόγραμμά μας, σε ένα πρόγραμμα που εγκρίθηκε σε δύο διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις.
Ήδη από το φθινόπωρο του 2006 έχουν προσληφθεί από την ελληνική Κυβέρνηση σύμβουλοι, οι οποίοι αναζητούσαν σε όλη την Ευρώπη ένα κατάλληλο ευρωπαϊκό τηλεπικοινωνιακό οργανισμό, προκειμένου να συνάψει στρατηγική συμμαχία με τον Ο.Τ.Ε. Αυτό στην πρώτη φάση δεν κατέστη δυνατό, διότι δεν υπήρξε ενδιαφέρον από τους κατάλληλους ευρωπαϊκούς τηλεπικοινωνιακούς οργανισμούς. Υπήρξε από κάποιους οργανισμούς, αλλά όχι από οργανισμούς που θεωρήθηκαν, τόσο από τους συμβούλους μας όσο και από εμάς, κατάλληλοι.
Όπως γνωρίζετε, μέσα στο καλοκαίρι μια συγκεκριμένη επενδυτική εταιρεία άρχισε να αγοράζει από την ελεύθερη αγορά μετοχές που είχε διαθέσει η προηγούμενη Κυβέρνηση, η οποία είχε διαθέσει το 66% του Ο.Τ.Ε. στην ελεύθερη αγορά. Είχαμε δύο συναντήσεις με τους εκπροσώπους αυτής της επενδυτικής εταιρείας στις 24 Σεπτεμβρίου 2007, για να τους προειδοποιήσουμε ότι δεν τους θεωρούμε κατάλληλους στρατηγικούς εταίρους για τον Ο.Τ.Ε και να σταματήσουν να αγοράζουν. Δεν εισακουστήκαμε. Συνέχισαν να αγοράζουν.
Είχαμε μια δεύτερη συνάντηση μαζί τους στις 27 Νοεμβρίου του 2007 όπου τους είπαμε και πάλι να σταματήσουν, και παρ΄ όλα αυτά πάλι συνέχιζαν να αγοράζουν. Και όπως ξέρετε, φέραμε νομοθετική ρύθμιση στη Βουλή για να σταματήσουμε αυτή τη συγκεκριμένη εταιρεία και αυτή τη συγκεκριμένη τακτική. Διότι δεν θεωρούμε ότι αυτό που χρειάζεται ο Ο.Τ.Ε. είναι ένα στρατηγικό εταίρο, ο οποίος θα είναι μια επενδυτική εταιρεία, η οποία δεν έχει σχέση με τις τηλεπικοινωνίες.
Έκτοτε υπήρξε μια ιδιωτική συμφωνία μεταξύ της συγκεκριμένης επενδυτικής εταιρείας και μιας μεγάλης γερμανικής τηλεπικοινωνιακής εταιρείας. Θεωρούμε ότι η γερμανική τηλεπικοινωνιακή εταιρεία είναι κατάλληλος εταίρος για τον Ο.Τ.Ε. Και μέσω των συμβούλων μας γίνονται οι διαπραγματεύσεις με πλήρη διαφάνεια και όλα τα δεδομένα, όπου καταλήξουμε, θα έρθουν στη Βουλή.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΑΦΑΖΑΝΗΣ: Το πλαίσιο μπορείτε να μας το πείτε;
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ (Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών): Χθες ο Πρωθυπουργός αναφέρθηκε με πολύ μεγάλη σαφήνεια στο τι επιδιώκουμε. Επιδιώκουμε μια ισορροπία στη μετοχική σύνθεση και μια ισορροπία στο διοικητικό συμβούλιο και στη διοίκηση του οργανισμού.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΑΦΑΖΑΝΗΣ: Ο διευθύνων σύμβουλος θα ορίζεται από τους Γερμανούς;
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ (Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών): Οι λεπτομέρειες θα έρθουν στη Βουλή και θα έχετε την ευκαιρία να τοποθετηθείτε, εάν και όταν υπάρξει συμφωνία.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΑΦΑΖΑΝΗΣ: Δεν είναι λεπτομέρειες.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ (Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών): Δεν είναι της παρούσης να αδυνατίσουμε τη διαπραγματευτική θέση του ελληνικού δημοσίου απαντώντας σήμερα σε εσάς. Να είστε βέβαιοι ότι όπως ενέκρινε ο ελληνικός λαός το πρόγραμμά μας για τη συγκεκριμένη αυτή πρωτοβουλία, έτσι θα εγκρίνει και τα αποτελέσματα αυτής της πρωτοβουλίας.
Ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Σας ευχαριστώ.
Θα συζητηθεί τώρα η τρίτη με αριθμό 853/15-4-2008 επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος κ. Σπυρίδωνος Χαλβατζή προς τον Υπουργό Πολιτισμού, σχετικά με τα κρούσματα ντόπινγκ στον αθλητισμό κ.λπ..
Η επίκαιρη ερώτηση του κ. Χαλβατζή έχει ως εξής:
«Το νέο μεγάλο κρούσμα ντόπινγκ που αφορά της Εθνική Ομάδα της άρσης βαρών καθώς και τα κρούσματα σε άλλα αθλήματα, είναι ένας μόνο κρίκος στην αλυσίδα των φαινομένων που συνοδεύουν τον αθλητισμό της χώρας, με τεράστιες επιπτώσεις στην υγεία των αθλητών, ακόμα και στη ζωή ορισμένων, στην υγεία χιλιάδων νέων που αθλούνται σε γυμναστήρια και συλλόγους και στη διαμόρφωση αντιλήψεων και συμπεριφορών, με κύρια χαρακτηριστικά στοιχεία τον άκρατο ανταγωνισμό, τον αμοραλισμό, την αδιαφορία για το κοινωνικό σύνολο.
Η υποκρισία κυβερνητικών και αθλητικών αρχών και άλλων εμπλεκομένων δεν έχει όριο.
Από τα κρούσματα αυτά ορισμένα βλέπουν το φως της δημοσιότητας και αποκτούν δημόσια διάσταση (π.χ. Ολυμπιακοί Αγώνες Αθήνας), τα περισσότερα συγκαλύπτονται. Αποδεικνύεται ότι οι κυβερνήσεις, η σημερινή της Νέας Δημοκρατίας και παλαιότερα του ΠΑ.ΣΟ.Κ., παρά τις διακηρύξεις είναι εξαιρετικά αναποτελεσματικές στην αντιμετώπισή τους.
Η βασικότερη αιτία που σήμερα αποσιωπάται ή υποβαθμίζεται, από την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και τα άλλα κόμματα, είναι η βαθιά εμπορευματοποίηση του αθλητισμού και η παράδοση κορυφαίων συλλογικών και δημοφιλών αθλημάτων στους μεγάλους μονοπωλιακούς οικονομικούς ομίλους, που επενδύουν με κριτήριο τα κέρδη τους, την αύξηση της πολιτικής επιρροής τους και τη χειραγώγηση της νεολαίας και του λαού.
Η επιδίωξη των κυβερνήσεων για μετάλλια και οι υψηλές επιδόσεις, για «εθνικούς θριάμβους» πάση θυσία, οξύνουν τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους αθλητές.
Ερωτάται ο κ. Υπουργός τι προτίθεται να πράξει ώστε:
Να αλλάξει κατεύθυνση η ανάπτυξη του αθλητισμού, αντιμετωπίζοντας την εμπορευματοποίηση καθώς και να δοθεί ώθηση στο μαζικό λαϊκό αθλητισμό και τη σωματική αγωγή σε όλες τις εκδοχές τους, χορηγώντας για αυτό τους αναγκαίους πόρους;
Να υλοποιηθούν προτάσεις και επισημάνσεις φορέων και της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής, για τον άμεσο περιορισμό, έστω, αυτών των φαινομένων;».
Στην επίκαιρη ερώτηση του κ. Χαλβατζή θα απαντήσει ο Υφυπουργός Πολιτισμού αρμόδιος για θέματα αθλητισμού, κ. Ιωάννης Ιωαννίδης.
Ορίστε, κύριε Ιωαννίδη έχετε το λόγο.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ (Υφυπουργός Πολιτισμού): Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε.
Κύριε συνάδελφε, απαρέγκλιτος στόχος μας είναι ο καθαρός αθλητισμός, ο αθλητισμός απαλλαγμένος από κάθε έννοια ή πρακτική που τον διαβρώνουν ή τον υπονομεύουν. Αυτή η θέση μας είναι αδιαπραγμάτευτη. Προέρχομαι από το αθλητικό κίνημα και γνωρίζω καλά πως οι αθλητές μπορούν να αγωνίζονται, στηριζόμενοι στις δυνάμεις τους και να πετυχαίνουν με την αξία τους και τον κόπο τους. Αυτό είναι το μήνυμα που πρέπει να περνάμε στα παιδιά μας, στην αθλούμενη νεολαία.
Αναφέρεστε στην ερώτησή σας στην ανάγκη ανάπτυξης του μαζικού ερασιτεχνικού αθλητισμού. Από την πρώτη στιγμή που ανέλαβα τα καθήκοντά μου είπα πώς κύριος στόχος μας θα είναι η ανάπτυξη του μαζικού και του ερασιτεχνικού αθλητισμού, η ενίσχυση πολιτικών και δράσεων άθλησης προς όφελος ανθρώπων κάθε ηλικίας και κυρίως της νέας γενιάς.
Γνωρίζετε, πως η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού σχεδιάζει και χρηματοδοτεί προγράμματα μαζικού αθλητισμού υπό τον τίτλο: «Άθληση για όλους» με σκοπό την καλλιέργεια της διά βίου άθλησης. Μέσω των προγραμμάτων αυτών δίνεται η ευκαιρία σε χιλιάδες συμπολίτες μας να αθλούνται δωρεάν κοντά στον τόπο κατοικίας τους. Συνολικά αναπτύσσονται 10.318 προγράμματα άθλησης για όλους, τα οποία πραγματοποιούνται σε πεντακόσιους ογδόντα δήμους και από τα οποία επωφελούνται, περίπου, διακόσιες χιλιάδες συμπολίτες μας.
Επιδιώκουμε να διευρύνουμε τις δυνατότητες άθλησης για τη νέα γενιά και σε συνεργασία με το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ανοίγουμε τα σχολεία μετά το ημερήσιο πρόγραμμα, ώστε να παιδιά να μπορούν να αθληθούν εκτός ωρών σχολικού προγράμματος, κοντά στο σπίτι τους, υπό την επίβλεψη καθηγητών Φυσικής Αγωγής.
Η νέα γενιά χρειάζεται κυψέλες για να αθληθεί, χρειάζεται χώρους άθλησης κοντά στο σπίτι, χωρίς να επιβαρύνεται ο οικογενειακός προϋπολογισμός. Χρειάζεται τις αλάνες που είχαμε εμείς όταν ήμασταν νέοι.
Επίσης, σε συνεργασία με το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, σχεδιάζουμε την αναβάθμιση του σχολικού αθλητισμού και την επέκταση των τμημάτων αθλητικής διευκόλυνσης στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Παράλληλα, δρομολογούμε την πραγματοποίηση επιστημονικών μετρήσεων στους μαθητές για την αξιολόγηση των αθλητικών ικανοτήτων τους, το σωματότυπο, τις διατροφικές συνήθειες, καθώς και την εκτίμηση των επιπέδων υγείας τους.
Χαρακτηριστικό της σημασίας που αποδίδουμε στον αθλητισμό, είναι τα ποσά που δαπανούμε ετησίως για την προαγωγή του. Ενδεικτικά, επιτρέψτε μου, σας αναφέρω τα ποσά δαπανών για το 2007. Πρόγραμμα άθλησης για όλους 6,5 εκατομμύρια ευρώ, αναπτυξιακός αθλητισμός σε συνεργασία με το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων 5,33 εκατομμύρια ευρώ, αθλητικές ομοσπονδίες 66.000.000 ευρώ, αθλητικά σωματεία 18.000.000 ευρώ, εθνικά αθλητικά στάδια 22.000.000 ευρώ, Ο.Α.Κ.Α., Σ.Ε.Φ. 30.000.000 ευρώ, Ε.Ο.Ε. 6.000.000 ευρώ, Ολυμπιακή προετοιμασία 15.000.000 ευρώ.
Είναι σαφές, λοιπόν, ότι το κράτος μεριμνά για την καλλιέργεια και την προαγωγή του αθλητισμού σε κάθε του έκφανση. Για το έτος 2008 ο προϋπολογισμός είναι ακόμη μεγαλύτερος του 2007.
Στο δεύτερο ερώτημα θα απαντήσω στη δευτερολογία μου.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Το λόγο έχει ο επερωτών Βουλευτής κ. Χαλβατζής.
ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΧΑΛΒΑΤΖΗΣ: Κύριε Υπουργέ, αλήθεια στέλνετε μήνυμα. Το ουσιαστικό είναι ότι το μήνυμα αυτό δεν φθάνει και δεν αρκεί. Χρειάζονται μέτρα.
Εμείς επαναλαμβάνουμε ότι το τελευταίο διάστημα περίσσεψε υποκρισία από διάφορους παράγοντες, κυβερνητικούς, αθλητικούς και άλλους εμπλεκόμενους. Όλες οι κυβερνήσεις μέχρι σήμερα, της Νέας Δημοκρατίας, παλαιότερα του ΠΑ.ΣΟ.Κ., από διακηρύξεις πήγαιναν πολύ, πολύ καλά. Όμως, τα μέτρα ήταν αναποτελεσματικά. Δεν υπάρχει πολιτική βούληση να πάρετε εκείνα τα μέτρα και να συγκρουστείτε με τις αιτίες που γεννούν, αναπαράγουν και οξύνουν το πρόβλημα. Χρήμα, δόξα, κέρδη επιχειρήσεων, φαρμακοβιομηχανιών, επικοινωνία, χειραγώγηση κυρίως των νέων ανθρώπων, είναι οι βασικοί λόγοι που δεν σας αφήνουν, κι αν ακόμη θέλετε, να πάρετε τα ανάλογα αυστηρά, σκληρά μέτρα. Αυτό είναι το πρώτο.
Δεύτερον, μακριά από μας η ισοπέδωση. Καμμία φορά δεν υποστηρίξαμε ότι όλα τα μετάλλια μυρίζουν. Αλίμονο. Υπάρχουν κρούσματα, υπάρχει προπαγάνδα, διαφήμιση αυτών των ουσιών.
Αυτά πρέπει να τα προσέξετε, κύριε Υπουργέ, για την υγεία, για τη ζωή των ίδιων των παιδιών, των νέων.
Τρίτον, από τη στιγμή που ο αθλητισμός από μέσο εξυπηρέτησης μιας πραγματικής ανθρώπινης ανάγκης γίνεται μέσο προβολής πλουτισμού και η νίκη αναγορεύεται σε αυτοσκοπό, ξεκινούν και αναπτύσσονται όλα αυτά τα φαινόμενα εκπτώσεων. Σήμερα, μια εποχή απόλυτης κυριαρχίας της εμπορευματοποίησης, τα φαινόμενα είναι εκτεταμένα και αφορούν όχι μόνο αθλητές και προπονητές, αλλά κυρίως πολυεθνικές εταιρείες, φαρμακοβιομηχανίες, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
Η καπιταλιστική οικονομία αντανακλάται και στο φαινόμενο αθλητισμός και τον καθορίζει κατ’ εικόνα και ομοίωσή της με άκρατο ανταγωνισμό, χωρίς αρχές, με μοναδικό κριτήριο το κέρδος των λίγων πάση θυσία.
Τέταρτον, οι άξονες αντιμετώπισης του προβλήματος, κατά την άποψη του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, είναι η κατάκτηση του δικαιώματος στον αθλητισμό από το λαό και τη νεολαία, ελεύθερα και μάλιστα χωρίς πληρωμή.
Επίσης, η κατάργηση του αθλητισμού-επιχείρηση και βεβαίως εμείς υποστηρίζουμε την κατάργηση του επαγγελματικού αθλητισμού.
Πέμπτο, ήταν αναμενόμενη η επίθεση του κ. Αλαβάνου εναντίον της DDR. Τότε που οργίαζε ο αντισοβιετισμός, δεν θυμάμαι να καταδικάστηκε αθλητής σοσιαλιστικής χώρας για ντόπινγκ. Εκεί, πριν από όλα και κυρίως, αναπτύσσετο μαζικός λαϊκός αθλητισμός, υπήρχαν οι υποδομές, υπήρχαν όλες εκείνες οι δυνατότητες για να αναπτυχθούν τα ταλέντα. Και εμείς έχουμε πάρα πολλά ταλέντα στη χώρα μας και μπορούν να αναπτυχθούν.
Τέλος, ήταν αναμενόμενη αυτή η επίθεση, όπως είπα, από τον κ. Αλαβάνο, γιατί η λογική του ΣΥ.ΡΙΖ.Α –κάνει λόγο και στην ερώτησή του- είναι για υπερβολική εμπορευματοποίηση. Δηλαδή, είναι ποσοτικό ή είναι ποιοτικό το πρόβλημα; Αυτό που θέλουμε από σας είναι να πάρετε μέτρα, κύριε Υπουργέ, κυρίως στην ανάπτυξη του μαζικού λαϊκού αθλητισμού. Υπάρχουν χιλιάδες αδιόριστοι γυμναστές, υπάρχουν σχολίατροι που είναι αδιόριστοι και πρέπει όλοι να υπηρετήσουν αυτό το σκοπό.
Σας ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Ευχαριστούμε, τον κ. Χαλβατζή.
Το λόγο έχει ο Υφυπουργός Πολιτισμού κ. Ιωαννίδης.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ (Υφυπουργός Πολιτισμού): Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε.
Κύριε συνάδελφε, ξέρετε την εκτίμηση που σας έχω και δεν νομίζω ότι διαφέρουμε στο στόχο που θέλουμε να πετύχουμε. Έχω γίνει κουραστικός. Κάθε φορά που βγαίνω να μιλήσω, το πρώτο και τελευταίο πράγμα που λέω –πρόσφατα μίλησα στους γυμναστές βορείου Ελλάδος, χθες μίλησα στην ορκωμοσία των γυμναστών των τελειοφοίτων και νυν επιστημόνων των Τ.Ε.Φ.Α.Α..- ότι έχετε ευθύνη, γιατί πράγματι έχετε σχέση με τα παιδιά -και αυτό είναι μεγάλο αίσθημα ευθύνης- και μπορείτε να τα κατευθύνετε -και πρέπει- προς τον αθλητισμό, ο οποίος δίνει ψυχική και σωματική υγεία και είναι ένα κομμάτι της παιδείας, έχει αξίες που δεν διδάσκονται αλλού. Υπάρχει συνεργασία, υπάρχει αυτοσυγκέντρωση, υπάρχει ο ανταγωνισμός, υπάρχει η ομαδικότητα από τη νεαρά ηλικία. Επομένως, λοιπόν, όλα αυτά τα οποία λέτε –είμαι ποτισμένος από αυτά τα πράγματα- θέλω να τα κάνω γιατί το χρωστάμε στα παιδιά μας. Είναι η καλύτερη νεολαία που υπήρξε ποτέ και πρέπει να τους δώσουμε αυτά που δικαιούνται. Το τι κάνουμε εμείς, δεν μας αγγίζουν τόσο σ’ αυτήν την ηλικία. Τα παιδιά όμως είναι το μέλλον αυτού του τόπου και χρωστάμε αυτά τα πράγματα. Γι’ αυτό το λόγο, το πρώτο πράγμα, από τότε που ανέλαβα, που έκανα ήταν να πάω στο Ε.Σ.ΚΑ.Ν. και να τους πω να κάνετε –και το είπα ενώπιον όλων των Συνομοσπονδιών- ελέγχους. Θέλετε χρήματα, θέλετε άτομα να σας βοηθήσουν; Ό,τι θελήσετε, θα το κάνουμε. Ο προϋπολογισμός από 410.000 ευρώ πήγε 487.000 ευρώ και θα είναι, σχεδόν, διπλάσιος το 2008.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Υφυπουργού)
Παρακαλώ την ανοχή σας, κυρία Πρόεδρε, γιατί είναι και σοβαρά τα θέματα. Ήδη το σκάνδαλο έσκασε 4 Απριλίου 2008. Στις 3 Μαρτίου 2008 -γιατί αναφέρατε τη διακομματική στην οποία ήμουν και μέλος και έγιναν πάρα πολλές προτάσεις, η πιο σοβαρή ήταν το πόρισμα των δειγματοληπτών θα πρέπει να είναι σε μία ενιαία μορφή μαζί με το Ε.Σ.ΚΑ.Ν.- ένα μήνα πριν, η νομοπαρασκευαστική επιτροπή της Γενικής Γραμματείας ομόφωνα το είχε εγκρίνει για να έλθει στο νομοσχέδιο που θα φέρνουμε αμέσως μετά το Πάσχα. Με αυτά που έγιναν στις 4 Απριλίου 2008 έχουμε κάνει μία επιτροπή, στην οποία συμμετέχουν όλοι οι φορείς. Η τελευταία συγκέντρωση είναι τη Μεγάλη Δευτέρα, όπου και θα μας κάνουν τις προτάσεις.
Είμαστε, λοιπόν, αποφασισμένοι να βάλουμε στο νομοσχέδιο που θα έλθει μετά το Πάσχα και τα καινούργια αυτά μέτρα και να αυστηροποιήσουμε τις ποινές. Δεν μπορεί το ναρκωτικό να είναι κακούργημα και το ντόπινγκ το οποίο είναι χειρότερο, γιατί το μεν ναρκωτικό απαξιώνει, το δε ντόπινγκ πολλές φορές καταξιώνει, να μην είναι στην ίδια κατηγορία. Να μπορεί να μπει η Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, να τα βλέπει όλα αυτά και να ελέγχει τις παραγγελίες. Να εξορθολογήσουμε τα κίνητρα, γιατί για καλό βγαίνουν τα κίνητρα, αλλά πολλές φορές γίνεται εμπορευματοποίηση των κινήτρων. Άρα, και αυτό το θέμα είναι πολύ σοβαρό. Να δώσουμε στο Ε.Σ.ΚΑ.Ν. όλη τη δύναμη που χρειάζεται και τη νομική και οποιαδήποτε άλλη για να μπορεί να ανταπεξέλθει πλήρως ως ανεξάρτητη αρχή και να μην έχει καμία δέσμευση από πουθενά. Να κάνουμε ελέγχους καθ’ όλη τη διάρκεια της προετοιμασίας. Ο Πρωθυπουργός, προηγουμένως, απάντησε με λεπτομέρειες στα θέματα αυτά.
Άρα, λοιπόν, είμαστε με αυτά που ζητάτε στο ίδιο μήκος κύματος. Δεν υπάρχει περίπτωση και καμμία διάθεση να συγκαλύψουμε. Δεν ζητάμε να ψάξουμε θύματα για να κάνουμε τους ήρωες, αλλά ταυτόχρονα δεν υπάρχει καμμία διάθεση να συγκαλυφθεί το παραμικρό. Θέλουμε καθαρό αθλητισμό.
Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Και εγώ, σας ευχαριστώ.
Η τελευταία με αριθμό 849/15-4-2008 επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού κ. Αθανασίου Πλεύρη προς τους Υπουργούς Εσωτερικών και Εξωτερικών, σχετικά με την προστασία της Ελληνικής Μειονότητας στη Βόρεια Ήπειρο κ.λπ., δεν συζητείται κατόπιν συνεννόησης του κυρίου Υπουργού και του κυρίου Βουλευτή και διαγράφεται.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ολοκληρώθηκε η συζήτηση των επικαίρων ερωτήσεων.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εισερχόμαστε στην ημερήσια διάταξη των
ΕΠΕΡΩΤΗΣΕΩΝ
Θα συζητηθεί η υπ’ αριθμόν 69/2-4-2008 επερώτηση των Βουλευτών του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κ.κ. Ιωάννη Mαγκριώτη, Μιχάλη Καρχιμάκη, Απόστολου Κατσιφάρα, Χρήστου Αηδόνη, Αλέξανδρου Αθανασιάδη, Ιωάννη Αμοιρίδη, Δημητρίου Ανδρουλάκη, Αντωνίας (Τόνιας)Αντωνίου, Χρύσας Αράπογλου, Ευάγγελου Αργύρη, Ευάγγελου Βενιζέλου, Xρίστου Βερελή, Mιλτιάδη Bέρρα, Κωνσταντίνου Βρεττού, Κωνσταντίνου Γείτονα, Σοφίας Γιαννακά, Ιωάννη Δημαρά, Ιωάννη Διαμαντίδη, Άννας Διαμαντοπούλου, Ιωάννη Δριβελέγκα, Πέτρου Ευθυμίου, Κωνσταντίνου Καρτάλη, Χαράλαμπου Καστανίδη, Λούκας Κατσέλη, Βασιλείου Κεγκέρογλου, Σπύρου Κουβέλη, Δημητρίου Κουσελά, Ευσταθίου Κουτμερίδη, Ιωάννη Κουτσούκου, Ανδρέα Λοβέρδου, Ιωάννη Μανιάτη, Παναγιώτη Μπεγλίτη, Αθανάσιου Μωραΐτη, Γρηγορίου Νιώτη, Γεωργίου Ντόλιου, Βασιλείου Οικονόμου, Θεόδωρου Πάγκαλου, Γεωργίου Παπακωνσταντίνου, Ευάγγελου Παπαχρήστου, Φίλιππου Σαχινίδη, Νικολάου Σηφουνάκη, Αναστασίου Σιδηρόπουλου, Κωνσταντίνου Σκανδαλίδη, Εμμανουήλ Σκουλάκη, Κωσνταντίνου Σπηλιόπουλου, Εμμανουήλ Στρατάκη, Θεοδώρας Τζάκρη, Βασιλείου Τόγια, Θεοχάρη Τσιόκα, Ελπίδας Τσουρή, Γεωργίου Φλωρίδη, Παρασκευής (Εύης) Χριστοφιλοπούλου και Μιχάλη Χρυσοχοΐδη προς τους Υπουργούς Εθνικής Άμυνας και Οικονομίας και Οικονομικών, σχετικά με την Αμυντική Βιομηχανία.
Πριν δώσω το λόγο στον πρώτο επερωτώντα κ. Ιωάννη Μαγκριώτη, σας ενημερώνω ότι ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας κ. Παναγιωτόπουλος όρισε για τη συζήτηση ως Κοινοβουλευτικό Εκπρόσωπο το Βουλευτή Φωκίδας κ. Ιωάννη Μπούγα.
Το λόγο έχει ο πρώτος επερωτών κ. Ιωάννης Μαγκριώτης.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΡΙΩΤΗΣ: Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε.
Η επερώτησή μας συζητείται ως κορύφωση δεκάδων ερωτήσεων από συναδέλφους Βουλευτές από όλες τις περιοχές όπου υπάρχουν αμυντικές βιομηχανίες. Έρχεται ως συνέχεια και θέλει να εκφράσει τους εργαζόμενους στις αμυντικές βιομηχανίες, αλλά και αυτούς που συνεργάζονται με τις αμυντικές βιομηχανίες. Έρχεται να εκφράσει επαγγελματίες, μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που ένα μεγάλο κομμάτι της δραστηριότητάς τους έχει να κάνει και συνδέεται με τις αμυντικές βιομηχανίες.
Η επερώτησή μας έχει να κάνει με την αγωνία όλων μας για το μέλλον της αμυντικής βιομηχανίας, τη σχέση της με τις Ένοπλες Δυνάμεις και το αξιόμαχο και αξιόπιστο της εθνικής αμυντικής πολιτικής και στρατηγικής. Έχει να κάνει με την απασχόληση των χιλιάδων εργαζομένων και φυσικά με τα εισοδήματα επαγγελματιών και μικρομεσαίων. Έχει να κάνει με την οικονομία και την κοινωνία της χώρας, με την ασφάλεια και το μέλλον της. Δεν είναι, δηλαδή, μια μεμονωμένη επερώτηση.
Αυτήν την αγωνία την εκφράζουν και οι επαγγελματίες του χώρου, την εκφράζουν και οι εργαζόμενοι. Την εξέφρασαν σε ένα μεγαλειώδες συλλαλητήριο, τις προηγούμενες ημέρες, στην Αθήνα. Γνώστης αυτής της μεγάλης κινητοποίησης από όλη την Ελλάδα είστε και εσείς, κύριε Υφυπουργέ, αφού σε σας, αφού πέρασαν από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, κατέληξαν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων για να διατυπώσουν και να εκφράσουν και την αγωνία τους, αλλά και τα αιτήματά τους, τα ώριμα και δίκαια αιτήματά τους.
Η συζήτηση της επερώτησης γίνεται σε μια περίοδο όπου η οικονομία της χώρας μας μπαίνει στην «γκρίζα» ζώνη, οικονομία με υψηλές αβεβαιότητες για το προσεχές μέλλον, που οφείλεται στην πολιτική της Κυβέρνησης, ιδιαίτερα στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα, στον αναπτυξιακό τομέα και επηρεάζεται και εντείνεται από τις διεθνείς εξελίξεις, από τα παιγνίδια της διεθνούς κερδοσκοπίας που ξεκινούν από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και βεβαίως εκτείνονται σε όλο τον κόσμο.
Και σκέφτομαι, κύριε Υπουργέ, τώρα πως συζητούμε μέσα σε αυτό το περιβάλλον και βλέπουμε όλη αυτήν την κρίση, για την οποία ο κύριος Πρωθυπουργός είπε χθες στη συζήτηση προ ημερησίας διατάξεως που προκάλεσε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. για την πορεία της οικονομίας, πως η οικονομία μας είναι οχυρωμένη, αντέχει, ενώ άλλες οικονομίες –ισχυρές- της Ευρώπης έχουν προβλήματα, όπως και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και πως ό,τι στραβό παρατηρείται τις τελευταίες ημέρες, ιδιαίτερα με την ακρίβεια και τον πληθωρισμό, οφείλεται στη διεθνή κρίση που υπάρχει και ό,τι απ’ αυτήν εισάγεται στη χώρα μας.
Μεγάλη η έπαρση και η αυταρέσκεια του Πρωθυπουργού. Θα ήταν καλό να ήταν έτσι τα πράγματα. Καμμιά σχέση όμως δεν έχουν όλα αυτά που είπε με την πραγματικότητα.
Η έκρηξη στο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που σημειώνει ιστορικά ρεκόρ για τη χώρα μας – ξεπέρασε το 14,5% - δεν έχει να κάνει καθόλου με τη διεθνή χρηματοοικονομική κρίση, με την κρίση στο χρηματοπιστωτικό τομέα. Είναι ενδογενές, αυτοπαραγόμενο φαινόμενο και οφείλεται στην αναπτυξιακή και οικονομική σας πολιτική, κομμάτι της οποίας είναι και η πολιτική στις αμυντικές βιομηχανίες.
Υποφέρει η αμυντική βιομηχανία, συρρικνώνεται η απασχόληση, συρρικνώνονται δραστικά τα εισοδήματα και ο κύκλος εργασιών εκατοντάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, γιατί υποχρηματοδοτήθηκε η αμυντική βιομηχανία τα τέσσερα κυβερνητικά σας χρόνια, παρ’ ότι οι προεκλογικές σας διακηρύξεις ήταν στον αντίποδα.
Αυτή η υποχρηματοδότηση, η περικοπή σημαντικών προγραμμάτων, η μη ανάθεση καινούργιων δημιούργησε τη γκρίζα ζώνη στην αμυντική βιομηχανία, τη γκρίζα τετραετία και, βεβαίως, την αβεβαιότητα για το αύριο, το μαύρο προσεχές μέλλον, όπως προβλέπεται απ’ όλες τις πλευρές.
Με την οικονομική σας πολιτική δημιουργήσατε τρομερά αδιέξοδα στο οικογενειακό εισόδημα, περιορίσατε δραστικά την αγοραστική δύναμη της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών και αυτό δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας και ανάπτυξης της χώρας.
Γνωρίζετε πάρα πολύ καλά πως αν δεν ήταν οι εισαγόμενοι πόροι από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αν δεν ήταν τα δάνεια των επιχειρήσεων και κυρίως των νοικοκυριών για τη στέγασή τους και για τη διατήρηση σε ένα ελάχιστο επίπεδο της ευημερίας τους με τα καταναλωτικά δάνεια, σήμερα η αύξηση του Α.Ε.Π. θα ήταν μηδενική. Εισαγόμενη και δανειακή, λοιπόν, η παρατηρούμενη ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, επιτείνει ακόμη περισσότερο την αβεβαιότητα και για το παρόν, πολύ περισσότερο για το μέλλον.
Η έκρηξη της ακρίβειας που αντανακλά το δομικό πληθωρισμό, που και αυτός είναι αυτοτροφοδοτούμενος και είναι προέκταση των αδυναμιών της οικονομικής σας πολιτικής, στον οποίο βεβαίως προστίθεται και η διεθνής κρίση, είναι από τα μεγάλα προβλήματα των ημερών, είναι από τα τραγικά αδιέξοδα που θα βρούμε μπροστά μας στο προσεχές μέλλον.
Άκουσα προηγουμένως τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών να απαντά σε μια ερώτηση. Και δεν θέλω να χάσω την ευκαιρία να απαντήσω στον κ. Αλογοσκούφη. Είπε πως από τις αρχές του 2004 έχουμε αναθέσει σε συμβούλους να βρουν στρατηγικούς Ευρωπαίους επενδυτές για τον Ο.Τ.Ε.. Μέχρι τώρα δεν τον βρίσκαμε, τώρα μας προέκυψε.
Ερωτώ εγώ: γιατί τέσσερα και πλέον χρόνια δεν βρίσκαμε σοβαρό στρατηγικό Ευρωπαίο εταίρο; Μήπως η Κυβέρνηση είχε στο μυαλό της να βρει άλλον εταίρο, με τον οποίον στο τέλος δεν μπόρεσαν να τα βρουν στη μοιρασιά; Γιατί αυτή ήταν η προοπτική των προηγούμενων μηνών για τον Οργανισμό Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος.
Γιατί λοιπόν ξαφνικά η «DEUTSCHE TELECOM», η οποία μια ολόκληρη τετραετία συζήταγε επανειλημμένως μαζί σας και ποτέ δεν έβρισκε σημείο επαφής και είχε παραιτηθεί από την επιδίωξη εξαγοράς και συνεργασίας με τον Ο.Τ.Ε., επανήλθε ξαφνικά; Τι άλλαξε;
Διότι η δική της προοπτική δεν άλλαξε, όπως ξέρετε πολύ καλά, αλλά είναι ένας από τους προβληματικούς τηλεπικοινωνιακούς οργανισμούς.
Από την άλλη πλευρά, γνωρίζετε καλά ότι δεν ζούμε και κανένα κλίμα ευφορίας στις τηλεπικοινωνίες αυτήν την περίοδο, όπως πριν από μία πενταετία, που να δικαιολογεί αυτήν τη στροφή. Ένα πράγμα άλλαξε, το deal που πάτε να κάνετε με ενδιάμεση τιμή. Πάτε να πουλήσετε, δηλαδή, τον Ο.Τ.Ε. σε τιμή ευκαιρίας. Και το μέρισμα, το πλεονέκτημα δηλαδή του μάνατζμεντ, την υπεραξία αυτή του δημοσίου, αυτό το δημόσιο αγαθό, το έχετε ήδη εκχωρήσει σε τρίτους. Γιατί διαφορετικά δεν είχε και κανέναν άλλο λόγο η «DEUTSCHE TELEKOM» να αγοράσει πανάκριβα τις μετοχές ενός ιδιώτη, όποιος και αν ήταν αυτός, εάν δεν υπήρχε ταυτόχρονα η συμφωνία ότι αυτό σημαίνει και παραχώρηση του μάνατζμεντ στον Α΄ ή Β΄ βαθμό. Αυτό είναι το δεδομένο που άλλαξε, ένα δηλαδή υποκειμενικό δεδομένο, η δική σας επιλογή, είναι που φέρνει την «DEUTSCHE TELEKOM» προνομιούχο εταίρο του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος.
Αυτή είναι η πραγματικότητα, αυτή είναι η πολιτική σας. Ακυρώστε ταχύτατα αυτήν την επιλογή σας. Πέρα από το ότι είναι παράτυπη, γιατί δεν είναι αποτέλεσμα διεθνούς διαγωνισμού, δεν εξυπηρετεί ούτε το συμφέρον του Ο.Τ.Ε. ούτε την ανάπτυξη της χώρας μας ούτε και την ασφάλεια, γιατί η ζημιά που θα επέλθει δεν θα είναι αντιστρεπτή.
Κύριε Υπουργέ, η αμυντική βιομηχανία της χώρας μας είναι σημαντικός μεταποιητικός κλάδος. Έχει ένα σημαντικό δυναμικό εργαζομένων με πολύ υψηλή τεχνογνωσία και τεχνολογία και προσφέρει πολύ στις Ένοπλες Δυνάμεις, στην εγχώρια οικονομία και στη δημιουργία εισοδημάτων. Η αμυντική βιομηχανία της χώρας μας είναι μέρος της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Περίπου 170.000.000.000 ευρώ είναι ο αθροιστικός τζίρος των αμυντικών προϋπολογισμών των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από αυτά, περίπου 80.000.000.000 ευρώ, όπως γνωρίζετε, είναι ο προϋπολογισμός των προμηθειών. Αυτή είναι η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία αθροιστικά, οι αμυντικές ανάγκες των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Ελλάδα έχει μια αυξημένη συμμετοχή, γιατί έχει υψηλές δαπάνες για την άμυνά της και βεβαίως, υψηλές δαπάνες για τις αμυντικές προμήθειες. Γι’ αυτό και είναι μια από τις χώρες που ανέπτυξε αμυντική βιομηχανία σε πολλούς τομείς και κλάδους και θα ήταν λάθος, εάν δεν το είχε κάνει. Γι’ αυτόν το λόγο το ΠΑ.ΣΟ.Κ. στήριξε την αμυντική βιομηχανία τα προηγούμενα χρόνια. Εσείς στα λόγια και προεκλογικά και μετεκλογικά τη στηρίζετε, στην πράξη όμως κοιτάτε αλλού. Οι επιλογές σας είναι τελείως διαφορετικές.
Τα 20.000.000.000 έως 25.000.000.000 ευρώ περίπου του επόμενου Ε.Μ.Π.Α.Ε. είναι ένας τεράστιος τζίρος, όπως καταλαβαίνετε, και ποσοστιαία στην ευρωπαϊκή αγορά και στις ευρωπαϊκές ανάγκες. Αυτό αμέσως-αμέσως μας δίνει ένα πλεονέκτημα στη διαπραγμάτευση μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σε μία ευρωπαϊκή στρατηγική για τις αμυντικές δαπάνες της βιομηχανίας, για να συμμετέχουμε με ένα σημαντικό μερίδιο και έναν αποφασιστικό ρόλο τόσο στη μεταποίηση και στην παραγωγή όσο και στην εμπορία και στις αμυντικές προμήθειες. Αυτό το πλεονέκτημα το έχει απολέσει η χώρα μας κατά τα χρόνια της δικής σας διακυβέρνησης. Αυτή είναι η αλήθεια και η πραγματικότητα.
Θα καταθέσω έναν πίνακα, τον οποίο βεβαίως δεν μπορείτε να αμφισβητήσετε, γιατί είναι επίσημος πίνακας. Σε αυτόν τον πίνακα αναφέρεται ποιος ήταν ο τζίρος της αμυντικής βιομηχανίας το 2003, που ήταν το τελευταίο έτος όπου συνολικά η διακυβέρνηση ήταν στα χέρια του ΠΑ.ΣΟ.Κ., αλλά και ποιος είναι ο τζίρος και αντίστοιχα οι ζημιές, τα κέρδη, τα δάνεια των αμυντικών βιομηχανιών. Είναι ολοκληρωμένα και σταθμισμένα τα στοιχεία του 2006, είναι ακόμη χειρότερα, στο χείλος της καταστροφής και του μηδενισμού, τα στοιχεία για το 2007, καθώς και τα προβλεπόμενα για το 2008. Καταθέτω τον πίνακα για την ενημέρωσή σας.
(Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Ιωάννης Μαγκριώτης καταθέτει για τα Πρακτικά τον προαναφερθέντα πίνακα, ο οποίος βρίσκεται στο αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής)
Θα πω απλώς ότι περίπου 500.000.000 αθροιστικά ήταν το 2003 και 333.000.000 το 2006, ενώ είναι πολύ λιγότερα τα προβλεπόμενα για το 2008.
Απαξιώνετε με τον τρόπο αυτόν την αμυντική βιομηχανία. Την απαξιώνετε τεχνολογικά, διότι φεύγει κρίσιμο δυναμικό με υψηλή τεχνογνωσία, συρρικνώνεται η απασχόληση, αλλά ταυτόχρονα συρρικνώνεται, όπως είπα, δραστικά και η δραστηριότητα πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που επίσης απασχολούν πολλούς και στηρίζουν τις τοπικές και περιφερειακές αγορές με την απασχόληση και τα εισοδήματα. Μάλιστα, με τις επιλογές που έχετε κάνει, οι αμυντικές βιομηχανίες τα τελευταία χρόνια υποαπασχολούνται.
Τον τελευταίο χρόνο, το 2007, με δικές σας εκτιμήσεις το παραγωγικό δυναμικό κατά το 1/3 ουσιαστικά απασχολείται και προσφέρει. Με αυτόν τον τρόπο μεγαλώνουν τα ανοίγματα, τα χρέη και βεβαίως οι ζημιές στην αμυντική βιομηχανία. Και αντί να δώσετε δουλειά στην αμυντική βιομηχανία, εσείς εγγυάστε νέα δάνεια περισσότερο για να καλύπτετε το κόστος λειτουργίας των αμυντικών βιομηχανιών που λόγω της επιλογής σας απαξιώνονται και δεν λειτουργούν παραγωγικά. Μάλιστα κάνετε κάτι ακόμη χειρότερο, γιατί πολλές φορές δεν μπορείτε απευθείας να διορίσετε στις αμυντικές βιομηχανίες κομματικούς σας φίλους. ΄Ετσι, λοιπόν, τρίτοι, προμηθευτές, εργολάβοι και συνεργάτες των αμυντικών βιομηχανιών, όπως στα Ε.Α.Σ.Κ., προσλαμβάνουν με τις δικές τους βέβαια διαδικασίες, όπως κάθε ιδιωτική επιχείρηση, δεκάδες, εκατοντάδες, τριακόσιους αθροιστικά υπαλλήλους, οι οποίοι κατά παράτυπο κατ’ αρχάς τρόπο, γιατί είναι συνεργάτες και υπεργολάβοι των αμυντικών βιομηχανιών, τους προσφέρουν στην αμυντική βιομηχανία. Αυτά τα εκτρώματα μόνο επί των ημερών σας παρατηρούνται, κύριε Υπουργέ, και πρέπει τάχιστα να τα εξουδετερώσετε, γιατί δεν τιμούν την Κυβέρνηση, δεν τιμούν την πολιτεία, πολύ περισσότερο τους νέους ανέργους.
Τα οικονομικά στοιχεία τα κατέθεσα προηγουμένως, κύριε Υπουργέ, που αφορούν τις χρηματοδοτήσεις, που αφορούν τα ελλείμματα, που αφορούν την απαξίωση και την απασχόληση.
Θέλω να κάνω δύο αναφορές ειδικά για την ΕΛ.Β.Ο., τη μεγάλη αυτή βιομηχανία που έχει έδρα τη Θεσσαλονίκη. Οι άλλοι συνάδελφοι από τις άλλες εκλογικές περιφέρειες θα αναφερθούν και στις άλλες αμυντικές βιομηχανίες ειδικότερα.
Με έγγραφο που σας κατέθεσε η διοίκηση των εργαζομένων αλλά και η διοίκηση της επιχείρησης που εσείς έχετε ορίσει κατά πλειοψηφία στο Δ.Σ., στις 21.3.2008, πριν λίγες δηλαδή ημέρες, σας αναφέρει πολύ χαρακτηριστικά. Πρώτο και τραγικό ότι επί οκτώ μήνες ο βασικός μέτοχος, το κράτος, ο εκπρόσωπός σας αρνείται να συμμετέχει σε συνεδρίαση του Δ.Σ. και συνεχώς ακυρώνεται και αναβάλλεται -πρωτοφανές για βιομηχανία, για επιχείρηση- και δεν συνεδριάζει για να πάρει κρίσιμες αποφάσεις το Δ.Σ. που η πλειοψηφία είναι το κράτος, οι δικοί σας διορισμένοι, γιατί δεν πάει ο βασικός μέτοχος, ο εκπρόσωπος του δημοσίου. Πριν λίγα εικοσιτετράωρα μετά τη μεγάλη κινητοποίηση και διαδήλωση, την κατάθεση της επερώτησης μας, αναγκαστήκατε να στείλετε το Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Μακεδονίας-Θράκης ως εκπρόσωπο του Υπουργείου Οικονομικών και του Υπουργείου Άμυνας -γιατί δεν θέλατε να πάτε οι ίδιοι να δεσμευθείτε- και να προσφέρει 20.000.000 ευρώ για το κόστος λειτουργίας -γιατί δεν ονοματίστηκαν προγράμματα, το τονίζω αυτό- για να πληρώσετε τους μισθούς και τα δώρα του Πάσχα για τους εργαζόμενους, γιατί και αυτά δεν τα έχει το ταμείο της εταιρείας το οποίο το έχετε στεγνώσει γιατί έχετε περικόψει και έχετε περιστείλει όλα τα προγράμματα.
Δεν θέλω να πω πολύ περισσότερα. Αυτό που θέλω να σας πω είναι ότι οι εργαζόμενοι σας ζητούν και όχι μόνο οι εργαζόμενοι, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις της περιοχής, η διοίκηση, αυτή που εσείς ορίσατε, επιτέλους θα εντάξετε ένα μεγάλο πρόγραμμα στρατηγικού χαρακτήρα στην Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων, στην ΕΛ.Β.Ο. ή θα δίνετε κάθε φορά κατ’ αποκοπή περιορισμένη εργασία να συντηρείτε απλώς τη λειτουργία της βιομηχανίας στο όριο της μηδενικής ουσιαστικά παραγωγικότητας με τον τρόπο αυτό σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, σε βάρος της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, σε βάρος της απασχόλησης και βεβαίως, όπως είπα, των συνεργαζόμενων μικρομεσαίων επιχειρήσεων;
Σας καταθέτω και το έγγραφο των εργαζομένων στην ΕΛ.Β.Ο., κύριε Υπουργέ.
(Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Ιωάννης Μαγκριώτης καταθέτει για τα Πρακτικά το προαναφερθέν έγγραφο, το οποίο βρίσκεται στο αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής)
Θα πω πάρα πολύ χαρακτηριστικά και παραστατικά πώς αποτυπώνεται η πολιτική σας στα νομοθετήματά μας, στις αποφάσεις σας, στις εγκυκλίους και βεβαίως στον προγραμματισμό σας. Και δεν είναι καθόλου τυχαίες οι χρονολογικές συμπτώσεις, κύριε Υπουργέ.
Λέγατε διάφορα: ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν έχει καλό θεσμικό πλαίσιο για τις αμυντικές προμήθειες. Φέρατε εδώ νομοσχέδιο, το προπαγανδίσατε και το ψηφίσατε. Είπατε μάλιστα ότι με το νέο θεσμικό πλαίσιο θα υπάρχει έκρηξη πλέον στην ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας.
Προσέξτε τώρα. Ο ν. 3433 που ψηφίσατε στις 6/4/2006 καθορίζει το καθεστώς των αμυντικών προμηθειών. Λίγους μήνες μετά, ο Σύνδεσμος Ελλήνων Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού σας στέλνει έγγραφό του στις 16/4/2007. Το καταθέτω και πιστεύω, κύριε Υπουργέ, ότι το έχετε. Τι σας λέει; Σας λέει: «Η μείωση των δαπανών για την κάλυψη των αναγκών των Ενόπλων Δυνάμεων. Με τις όποιες προμήθειες έγιναν δεν στηρίχτηκε η εγχώρια αμυντική βιομηχανία- βιοτεχνία στο βαθμό που υπάρχει δυνατότητα και από την κοινοτική νομοθεσία. Η αναδιοργάνωση των υπηρεσιών προμηθειών του ΥΠ.ΕΘ.Α., η οποία χρειάστηκε πάρα πολύ χρόνο.» Τρία χρόνια ήσασταν ήδη στην Κυβέρνηση. «Η μη εφαρμογή του νέου νόμου, επειδή δεν υπεγράφησαν οι κοινές υπουργικές αποφάσεις.» Αυτά οδήγησαν στη δραστική μείωση της δικής τους απασχόλησης και της προμήθειας στις αμυντικές βιομηχανίες και στις μαζικές απολύσεις εργαζομένων. Να, λοιπόν, πώς αποτυπώνεται από το Σύνδεσμο Ιδιωτών Κατασκευαστών που συνεργάζονται –και είναι μεγάλο το κομμάτι αυτό- με μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αποκαλείτε ραχοκοκαλιά της οικονομίας, στο έγγραφό στις 16/4/2007, δηλαδή, ένα χρόνο μετά την ψήφιση του νόμου, ο οποίος θα έφερνε την έκρηξη και την ανάπτυξη στις αμυντικές βιομηχανίες και θα συμπαρέσυρε και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
(Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Ιωάννης Μαγκριώτης καταθέτει για τα Πρακτικά το προαναφερθέν έγγραφο, το οποίο βρίσκεται στο αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής)
ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΝΙΚΗΦΟΡΑΚΗΣ: Το ρολόι το έχετε υπ’ όψιν σας;
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΡΙΩΤΗΣ: Έχω πει ότι θα καλύψω και τη δευτερολογία μου. Μην αγχώνεστε, κύριε συνάδελφε.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Έχει πάρει και τη δευτερολογία του. Μην ανησυχείτε.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΡΙΩΤΗΣ: Στις 6/12/2006 υπάρχει εντολή από τον τότε Υφυπουργό Οικονομίας αρμόδιο για το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους τον κ. Δούκα προς εσάς, προς του Υ.ΕΘ.Α.. Δεν ήσασταν, βέβαια, εσείς κύριε Υπουργέ. Προς την ηγεσία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Ζητά την αναστολή κάθε διαγωνισμού μέχρι τις 7/4/2007. Τονίζω ότι αυτό έγινε στις 6/12/2006. Δηλαδή, έξι μήνες μετά την ψήφιση του νομοθετήματός σας έρχεται και λέει ότι θα αναστείλετε κάθε διαδικασία διαγωνισμού μέχρι τον Απρίλιο. Το καταθέτω το έγγραφο στα Πρακτικά της Βουλής. Θα το έχετε, φαντάζομαι, στο ντοσιέ σας, κύριε Υπουργέ, γιατί στο Υπουργείο σας το απεύθυνε. Είπε το δεύτερο εξάμηνο του 2007.
(Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Ιωάννης Μαγκριώτης καταθέτει για τα Πρακτικά το προαναφερθέν έγγραφο, το οποίο βρίσκεται στο αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής)
Και θα πει τώρα κάθε καλόπιστος παρατηρητής: Μα, υποτίθεται ότι ψήφισαν πριν από έξι μήνες ένα νομοθέτημα για την ανάπτυξη των κρατικών προμηθειών στις αμυντικές βιομηχανίες. Γιατί μετά από μερικούς μήνες έρχονται και ακυρώνουν την ίδια τη δική τους διακηρυγμένη πολιτική;
Οι ερμηνείες είναι απλές. Πρώτον, όπως είδατε, το έγγραφο εστάλη παραμονή ψήφισης του προϋπολογισμού του 2007. Είναι η δημοσιονομική λογική που συνήθως κάνετε, για να μην εγγράψετε δαπάνες, να τις αφαιρέσετε για να στρογγυλέψετε και να σας βγουν τα νούμερα. Δεύτερον, όπως όλοι ξέρουμε, το 2007 ήταν προεκλογικό έτος. Θέλατε, λοιπόν, τις εξαγγελίες να τις κάνετε παραμονές των εκλογών. Και τις κάνατε κατά κόρον παραμονές των εκλογών σε όλη την ελληνική περιφέρεια και ειδικότερα στη Θεσσαλονίκη όλοι οι υποψήφιοι του κόμματός σας και ο ίδιος ο Πρόεδρός σας.
Νέες υποσχέσεις προς την Ελληνική Βιομηχανία για νέα μεγάλα προγράμματα, όπως το «Τ.Ο.ΜΑ.» «Τ.Ο.ΜΑ.» ακούμε και «Τ.Ο.ΜΑ.» δεν βλέπουμε. Πέρα από το ότι είναι παράτυπο, ότι προαναγγείλατε τη συμφωνία, πως θα έχει τη συμπαραγωγή η ΕΛ.Β.Ο., πριν υπάρξει η συμφωνία με τη ρώσικη πλευρά, για να καθησυχάσετε τους εργαζόμενους ότι κάποια δουλειά θα πάρουν στο προσεχές μέλλον. Προαναγγείλατε μια συμφωνία, η οποία, όπως άλλοι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες έλεγαν, δεν είναι ακόμα καν στον προθάλαμο της συζήτησης. Απλώς, ήταν παραμονές του ταξιδιού του κ. Πούτιν στην Αθήνα και έγινε για να εισπράξει ο κ. Καραμανλής τα συγχαρητήρια. Ήταν το δώρο, για να του πει «κάτι ακόμα έχουμε για σας», για να πείτε και εσείς μια καλή κουβέντα, για να ανοίξετε και το δρόμο για τον αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη που ακόμα βεβαίως τίποτε δεν έχει ξεκινήσει, παρ’ όλα τα δώρα και τις εκχωρήσεις που έχετε κάνει προς τη ρώσικη πλευρά.
Υπάρχει, όμως και μία ακόμη παρατήρηση ενός καλόπιστου παρατηρητή. Στις 7/12/2006, την ίδια μέρα δηλαδή, το γνώριζε το Υπουργείο Οικονομίας. Γιατί τότε δημοσιοποιήθηκε το έγγραφο αυτό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στις 7/12/2006. Είναι ερμηνευτική ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εφαρμογή του άρθρου 296 της Συνθήκης της Ε.Ο.Κ. για τις δημόσιες συμβάσεις ιδιαίτερα στον τομέα των προμηθειών. Αυτή η ερμηνευτική ανακοίνωση σπρώχνει και πιέζει, θέλει να περιορίσει ακόμη περισσότερο την ανάπτυξη των τοπικών αμυντικών βιομηχανιών, ιδιαίτερα σε χώρες σαν τη δική μας. Γιατί θέλει να στηρίξει τις ισχυρές αμυντικές βιομηχανίες στην Ευρώπη και τους μεγάλους εμπόρους. Δεν είναι δεσμευτική αυτή η ερμηνευτική ανακοίνωση. Εσείς, όμως, τρέξατε έξι μήνες πιο μπροστά και με το ν. 3334 να υιοθετήσετε τις πιο ακραίες ερμηνείες της εγκυκλίου της ανακοίνωσης αυτής που δεν το οφείλατε και αυτός ήταν ακόμα ένας από τους λόγους που οδήγησε στη δραματική συρρίκνωση της δραστηριότητας, τόσο των δημοσίων αμυντικών δαπανών...
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Κύριε συνάδελφε, έχετε εξαντλήσει και το χρόνο της δευτερολογίας σας.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΡΙΩΤΗΣ: Κλείνω, κύριε Πρόεδρε.
Κλείνω, λοιπόν, λέγοντας ότι εμείς με την επερώτησή μας θέλουμε να αναδείξουμε τα προβλήματα της αμυντικής βιομηχανίας στο παρόν και το μέλλον, το ζωτικό παρόν και το μέλλον για μια χώρα που έχει υψηλές αμυντικές δαπάνες, για μια χώρα που δεν έχει ισχυρό παραγωγικό μεταποιητικό ιστό και που συνεχώς συρρικνώνεται από την πολιτική σας. Γι’ αυτούς τους δύο σημαντικούς λόγους, αλλά και γιατί γύρω από την αμυντική βιομηχανία λειτουργούν πάρα πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δημιουργούν εισοδήματα, θέσεις απασχόλησης και στηρίζουν τις τοπικές αγορές, σας εγκαλούμε λοιπόν και σας καταγγέλλουμε για την τετραετή σας πολιτική που οδήγησε στην απαξίωση και τη συρρίκνωση, πολύ περισσότερο στο μαύρο και τραγικό αύριό τους.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Ευχαριστώ.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σας ενημερώνω ότι έχουν οριστεί για τη σημερινή συζήτηση ως Κοινοβουλευτικοί Εκπρόσωποι από τον Κοινοβουλευτικό Εκπρόσωπο του Κ.Κ.Ε. κ. Χαλβατζή ο Βουλευτής κ. Δήμος Κουμπούρης και από τον Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ο Βουλευτής κ. Γιάννης Μπανιάς.
Το λόγο έχει ο κ. Πέτρος Ευθυμίου.
ΠΕΤΡΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η συζήτηση για την αμυντική βιομηχανία αφορά τα μείζονα στρατηγικά συμφέροντα ασφάλειας της χώρας αλλά και τα θέματα ανάπτυξης της χώρας.
Έχουμε τρεις λόγους για τους οποίους η εθνική αμυντική βιομηχανία έπρεπε να είναι στην κορυφή της προτεραιότητας των πολιτικών κάθε κυβέρνησης. Ο πρώτος λόγος είναι ότι είμαστε η μόνη χώρα στην Ευρώπη που αντιμετωπίζουμε εθνική απειλή με διεκδικήσεις στα κυριαρχικά μας δικαιώματα, άρα οι Ένοπλες Δυνάμεις πρέπει να είναι ισχυρές και κυρίως να περιορίζουν όσο είναι δυνατόν την εξάρτηση στην αμυντική τους διάταξη.
Δεύτερον, δεν υπάρχει πιο σύγχρονη βιομηχανία αιχμής από την αμυντική. Άρα, επενδύοντας στην αμυντική βιομηχανία, κατ’ ουσία κάνεις επένδυση στον πιο κρίσιμο κλάδο ανάπτυξης της οικονομίας. Δεν γνωρίζει η Κυβέρνηση ότι ακόμα και το διαδίκτυο, που τόσο επαίρεται ότι το υπηρετεί, γεννήθηκε από τη στρατιωτική έρευνα; Η στρατιωτική έρευνα σήμερα είναι η αιχμή κάθε έρευνας και διαχέεται στην οικονομία και είναι συντελεστής ανάπτυξης.
Τρίτον, και πιο σημαντικό, όταν στην Ευρώπη θέλουν να υπάρξει φωνή της Ευρώπης με Κοινή Αμυντική και Εξωτερική Πολιτική, όταν δηλαδή η αμυντική βιομηχανία της Ευρώπης πρέπει να είναι αυτοτελής, γιατί χρειάζεται στον κόσμο ισορροπία, δεν μπορεί ο κόσμος να εξαρτάται από τη βούληση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, χρειάζεται μία ισχυρή πολιτικά Ευρώπη με αμυντική διάσταση, τότε πρέπει η εθνική συμβολή στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία να γίνει από θέση ισχύος, από θέση ανταγωνισμού.
Δεν υπάρχει, λοιπόν, πιο κρίσιμο θέμα στρατηγικής επιλογής για μια χώρα σαν την Ελλάδα, αν θέλει εθνική αμυντική βιομηχανία πρώτης γραμμής, στον ύψιστο βαθμό της επιστημονικής έρευνας. Και τι ζούμε; Και όχι δυστυχώς με τη ρητορική της Αντιπολίτευσης, αλλά με τα αδιάψευστα στοιχεία που το γνωρίζει κάθε Έλληνας πολίτης που ασχολείται: Ζήσαμε μία περίοδο που η Νέα Δημοκρατία συστηματικά απαξίωνε μια μεγάλη θετική επένδυση που έκαναν οι κυβερνήσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ. -του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κώστα Σημίτη- ώστε να υπάρχει εθνική αμυντική βιομηχανία. Συνοδεύσατε την ύπαρξή σας ως αντιπολίτευση με ψεύδη και συκοφαντίες, που καταρρέουν τώρα στα δικαστήρια, στα οποία σύρατε έντιμους δημόσιους λειτουργούς. Τα δικαστήρια στα οποία τους σύρατε τους συνεχάρησαν για τις επιλογές τους. Αυτό, λοιπόν, που συκοφαντούσατε με το ένα χέρι τώρα υψώνεται και σας διαψεύδει και σας οδηγεί στη θέση του συκοφάντη. Από το άλλο χέρι δεσμευόσασταν με το γνωστό βαρύγδουπο τρόπο που επιφυλάσσει ο κ. Καραμανλής στις ψευδείς υποσχέσεις του.
Να μη μιλήσω για τον κ. Σπηλιωτόπουλο, που τα κείμενά του έχουν μείνει στην ιστορία ως κείμενα που περιείχαν σκέτο αέρα. Ήταν επιδέξιος πιλότος στα F16 αλλά πολιτικά συνόδευε τον αέρα στις πολιτικές του εξαγγελίες και όχι τα μεγέθη της πράξης. Λέγατε, λοιπόν, ότι εσείς δεσμεύεστε ότι θα συνεχίσετε την πορεία ανάπτυξης της εθνικής αμυντικής βιομηχανίας που βρήκατε από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και εξαγγέλλατε ότι στην Ε.Α.Σ. άμεσα θα ξεκινήσουν τα προγράμματα 400.000.000 ευρώ τα οποία είχατε δέσμευση ούτως ή άλλως να υπηρετήσετε από τις αποφάσεις του 2003 του ΚΥ.Σ.Ε.Α.. Ακόμη εξαγγέλλατε ότι στην Ε.Α.Β. θα αναθέσετε έργο ύψους 700.000.000 ευρώ και ότι στην ΕΛ.Β.Ο. θα αναθέσατε το νέο «Τ.Ο.ΜΑ.». Δεσμευτήκατε, λοιπόν, για όλα αυτά διά στόματος Πρωθυπουργού. Κοιτάξτε τις δηλώσεις του το 2005 στην Έκθεση της Θεσσαλονίκης. Ψάξτε στα χαρτιά σας. Τις έχω μαζί μου, τις δηλώσεις του κ. Σπηλιωτόπουλου. Άρα δεσμευτήκατε άμεσα για 1.200.000.000 ευρώ.
Το αποτέλεσμα ήταν το 2004-2007 αντί στην αμυντική βιομηχανία να εισρεύσουν 1.200.000.000 ευρώ, να υπογραφούν συμβάσεις ύψους μόλις 193.100.000 ευρώ, δηλαδή το 1/6 όσων υποσχεθήκατε να εισρεύσουν στα ταμεία των τριών σκελών της αμυντικής βιομηχανίας. Ξέρετε τι σημαίνει αυτό, κύριε Υφυπουργέ; Σημαίνει ότι κατ’ ουσίαν στις τρεις αιχμές της αμυντικής βιομηχανίας της Ελλάδας δίνετε ετησίως το 1/3 των λειτουργικών τους εξόδων. Δηλαδή παίρνουν το 1/3 της μισθοδοσίας. Όχι ανάπτυξη δεν έχουμε αλλά έχουμε πλήρη συνειδητή υπερχρέωση. Κάθε Έλληνας θα αναρωτιόταν, είναι δυνατόν η όποια ελληνική κυβέρνηση –κανείς δεν αμφισβητεί τον πατριωτισμό κανενός αλλά αμφισβητεί την πολιτική του διαύγεια και το χαρακτήρα των επιλογών-, η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας να μην το βλέπει; Είπατε στη Βουλή με τον κ. Δούκα ότι οι δυσχέρειες χρηματοδότησης της αμυντικής βιομηχανίας οφείλονται στην απογραφή. Πρώτον και κύρια η απογραφή είναι δική σας επιλογή. Εσείς στήσατε το «colpo grosso» της απογραφής για να απαρνηθείτε όσα υποσχεθήκατε στον ελληνικό λαό. Και δεν συμπαρασύρατε μόνο τον ελληνικό λαό στην οικονομική δυσπραγία που ζει σήμερα κάθε ελληνικό νοικοκυριό, αλλά τινάζετε και στον αέρα όλα τα ίχνη εθνικής παραγωγικής ισχύος με κορυφαίο παράδειγμα το χώρο της αμυντικής βιομηχανίας την οποία υποχρηματοδοτείτε στο όνομα της απογραφής.
Όμως, δεν είναι μόνο αυτό. Αυτό που είναι σαφές από την πολιτική σας είναι ότι έχετε κάνει τη μοιραία επιλογή σε όλα τα επίπεδα, στις τηλεπικοινωνίες με τον Ο.Τ.Ε., στην ενέργεια με τη Δ.Ε.Η., τώρα στην εθνική, αμυντική βιομηχανία να τελειώσετε με ό,τι είναι εθνικό. Θέλετε να τελειώσει η ελληνική οικονομία ως ελληνική. Πιστεύετε ότι πρέπει να εκχωρηθεί και να γίνει παράρτημα των πάσης φύσεως πολυεθνικών. Ο Ο.Τ.Ε στην «DEUTSCHE TELEKOM», η Δ.Ε.Η. στην «R.W.E.» και η Εθνική Αμυντική Βιομηχανία σε όποιον πλειοδοτήσει. Δεν μπορώ να σας πω ότι έχετε βρει τον αγοραστή. Όποιος πλειοδοτήσει, όπου πλειοδοτήσει.
Με λίγα λόγια τελειώνετε παντού, ότι συνιστά εθνική, αναπτυξιακή βάση και δημιουργείτε τους όρους και τις προϋποθέσεις, όχι την πώληση των «ασημικών του σπιτιού» όπως λέγατε κάποτε με τον κ. Αλογοσκούφη για το ΠΑ.ΣΟ.Κ. να κάνετε, αλλά να πουλήσετε όλο το σπίτι. Και θέλουμε να καταλάβουμε πού θα οδηγηθεί η ελληνική οικονομία, η ελληνική άμυνα. Διότι, ξέρετε πάρα πολύ καλά, ότι απολύτως συνειδητά αναστέλλετε ώριμα προγράμματα και δεν τα προχωράτε. Είναι προγράμματα που ήδη η τεχνογνωσία και της Ε.Α.Σ. και της Ε.Α.Β. μπορούν να δημιουργήσουν. Εδώ έχω λίστα έτοιμων συμβάσεων, που δεν υπογράφονται αναιτιολόγητα και ανεξήγητα. Είναι συμβάσεις για τα πυρομαχικά των «ΑΠΑΤΣΙ», για τα πυρομαχικά των «ΚΑΡΛΓΚΟΥΣΑΒ», από την option της Σύμβασης των 155 χιλιοστών, από τις καπνογόνες βομβίδες. Γιατί δεν υπογράφονται; Είναι φανερό ότι έχετε κάνει τη στρατηγική επιλογή σας. Όμως, είναι εξίσου φανερό ότι υπάρχει και άλλος δρόμος. Θέλω να αναφερθώ προσωπικά σε αυτό που χτίσαμε μαζί με την Ε.Α.Β..
Κύριε Τασούλα, υπάρχει άλλος δρόμος, φτάνει να τον πιστεύεις και να έχεις το σθένος να τον ακολουθήσεις. Είμαι περήφανος που έχω και την προσωπική σφραγίδα, ως συμμέτοχος των κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ ότι μέσα στην Ε.Α.Β. σε συνεργασία με το Τ.Ε.Ι. Χαλκίδας χτίσαμε ένα υποδειγματικό πρότυπο συνεργασίας της Ανώτατης Εκπαίδευσης της χώρας με την Εθνική Αμυντική Βιομηχανία, γιατί στην Εθνική Αμυντική Βιομηχανία οι πεντέμισι χιλιάδες εργαζόμενοι αλλά και οι επιχειρήσεις που συνεργάζονται είναι στελέχη ξεχωριστά, είτε επιστημονικά είτε τεχνικά, πολύ υψηλού επιπέδου.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Κλείνω, κυρία Πρόεδρε.
Και αν αποφασίσουμε να χτίσουμε με στρατηγική εθνικής ανάπτυξης, όπως χτίζουμε μέσα στην Ε.Α.Β. με το Τμήμα Τ.Ε.Ι., τα υψηλά στελέχη που μέσα στη δομή της ίδιας επιχείρησης αναπτύσσουν την έρευνα και την τεχνογνωσία, μπορούμε να αποκτήσουμε και εθνικό αναπτυξιακό κεφάλαιο και κυρίως την κατοχύρωση ότι η ανάπτυξη και η άμυνα αυτής της χώρας είναι έργο της πατρίδας και όχι έργο των ντίλερ, όποιοι και αν είναι αυτοί στους οποίους θέλετε να εκχωρήσετε την πατρίδα.
Γι’ αυτό να ανατάξετε πλήρως την πορεία σας, να διαφυλάξετε την Εθνική Αμυντική Βιομηχανία, ειδάλλως ο ελληνικός λαός θα φροντίσει με την ετυμηγορία του να επαναφέρει τη χώρα στην πορεία που είναι αναγκαία.
Σας ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Κι εγώ σας ευχαριστώ.
Το λόγο έχει τώρα ο κ. Απόστολος Κατσιφάρας.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΤΣΙΦΑΡΑΣ: Αγαπητοί συνάδελφοι, η ανάγκη στήριξης της εγχώριας Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας έπρεπε να είναι ένας εθνικός στόχος που πρέπει να τον υπηρετούν πάνω απ’ όλα το σύνολο των εθνικών κυβερνήσεων και αυτό ιδιαίτερα σε εποχή ρευστότητας στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια, σε μια εποχή όπου έχουμε ακόμη πολλά εθνικά ανοικτά μέτωπα και πάνω απ’ όλα σε μια εποχή που οφείλουμε να ολοκληρώσουμε την εθνική μας οικονομία και την εθνική μας παραγωγική διαδικασία.
Και όταν πραγματικά είμαστε από τις χώρες που δαπανούμε σε επίπεδο τακτικού προϋπολογισμού τα περισσότερα, πρέπει να έχουμε μια αντίστοιχη πολιτική που να μπορεί να αξιοποιεί παραγωγικά για το συμφέρον της οικονομίας, της εργασίας, της απασχόλησης και πάνω απ’ όλα για να μπορούμε να παρακολουθούμε τις εξελίξεις στην έρευνα και την τεχνολογία και να μη χαρίζουμε εθνικούς πόρους, που δύσκολα μπορούμε να τους έχουμε ως ελληνική οικονομία, σε άλλες οικονομίες και να πηγαίνουν αυτές πολύ μπροστά στην παραγωγή τους, στην έρευνα και στην ανάπτυξή τους.
Άρα, λοιπόν, εσείς, κύριε Υπουργέ, κρίνεστε σήμερα μετά από τέσσερα ολόκληρα χρόνια που κυβερνάτε. Και μπορούμε σήμερα και αξιοκρατικά να καταθέσουμε την κρίση μας. Και δεν σας κρίνουμε μόνο εμείς ως κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Σας κρίνουν οι εργαζόμενοι, σας κρίνει η ελληνική κοινωνία, σας κρίνει η ίδια η ανάγκη και η ιστορική ευθύνη που είχατε.
Παρουσιάσατε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα. Όμως παγιδευτήκατε και κυλήσατε την τετραετία με συνεχείς εξαγγελίες επαναλαμβανόμενες ως κόπια. Και πάνω απ’ όλα αναλωθήκατε στο μόνιμο δογματισμό σας να απαξιώνετε την πολιτική του ΠΑ.ΣΟ.Κ. έως σημεία προκλητικής συμπεριφοράς. Υπερβήκατε το μέτρο, όμως δεν σκύψατε στα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία.
Η κατάσταση, δυστυχώς και για τη χώρα και για την οικονομία, αλλά και για τις ίδιες τις επιχειρήσεις, είναι τραγική. Είναι απογοητευτική στα Ε.Α.Σ., στην Ε.Β.Ο., στην Ε.Α.Β.. Αποδιοργάνωση επικρατεί παντού, όπως επίσης και διοικητική παραλυσία, ρουσφετολογία, κομματισμός.
Και πάνω απ’ όλα, κύριοι Υπουργοί, φέρατε τις θέσεις «ψυγείο» που είχαν ξεχαστεί για πάρα πολλά χρόνια. Όπου πάτε σήμερα, σε όποιο εργοστάσιο, τα περισσότερα ικανά στελέχη, που είναι κεφάλαιο για την επιχείρηση και για τη χώρα, τα έχετε στις θέσεις «ψυγείο».
Αυτό δεν τιμά την πολιτική της χώρας μας. Όχι τη Νέα Δημοκρατία, δεν τιμά την εθνική πολιτική!
Και εδώ ελέγχεστε, κύριε Υπουργέ. Δεν έχετε το δικαίωμα να καταστρέφετε και να απαξιώνετε το πιο ικανό και παραγωγικό ανθρώπινο δυναμικό, γιατί είναι επένδυση για τη χώρα.
Γραφειοκρατία και αναχρονισμός. Πού; Εκεί που θέλουμε επιχειρηματική δραστηριότητα, θέλουμε ανταγωνιστικότητα, θέλουμε επιχειρήσεις να μπορούν ισότιμα να διεκδικήσουν προγράμματα από την Ευρώπη και από διεθνείς οίκους. Αυτό όμως χρειάζεται ένα σχέδιο εκσυγχρονισμού…
(Στο σημείο αυτό κτυπάει προειδοποιητικά το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Θα πάρω και τη δευτερολογία μου, αγαπητή κυρία Πρόεδρε.
…χρειάζεται ανοιχτές πολιτικές και όχι αγκυλώσεις και δόγματα μικροπολιτικά.
Απαξιώσατε, κύριε Υπουργέ, οικονομικά τις επιχειρήσεις. Ουσιαστικά τις έχετε οδηγήσει σε οικονομική κατάρρευση. Αλήθεια, με ποια επιχειρήματα μπορείτε να σχολιάσετε –σοβαρά επιχειρήματα όμως- ότι ο τζίρος έπεσε τα τρία χρόνια, από το 2004 μέχρι το 2006 –μιλάω για διαχειριστικές χρονιές με δικά σας στοιχεία- κατά 35%; Ποιο σοβαρό επιχείρημα μπορείτε να βρείτε, που να στέκεται όμως, όχι για δική σας εσωτερική κατανάλωση;
Η μείωση του τζίρου είναι 35%. Οι επιχειρήσεις συντηρούνται και πληρώνουν το προσωπικό με δάνεια. Κύριε Υπουργέ, αυτό δεν σας τιμά. Ελέγχεστε γι’ αυτό. Με δανεισμό συντηρείτε οικονομικά τις επιχειρήσεις σήμερα και έχετε υπονομεύσει το οικονομικό και αναπτυξιακό τους μέλλον για τα επόμενα χρόνια που έχουμε μπροστά μας.
Επίσης, τι έχετε να πείτε για τα κέρδη και τις ζημιές που αυξήθηκαν κατά 51%; Μπορεί να σταθεί η οικονομική μονάδα στον ανταγωνισμό και να βασίζεται μόνο στα δάνεια και να έχει υπερχρέη; Πόσο θα μπορέσετε να κρατήσετε; Αυτό όμως είναι μια δική σας πολιτική. Είναι η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας την τελευταία τετραετία.
Αγαπητή κυρία Πρόεδρε, θέλω να εκμεταλλευτώ λίγο το χρόνο μου και να μιλήσω για το εργοστάσιο που βρίσκεται στην περιοχή μου, την Αχαΐα και τη δυναμική του, δηλαδή την Ε.Β.Ο..
Κύριε Υπουργέ, το οπλικό σύστημα 5.56 ξέρετε ότι έχει καταντήσει «γεφύρι της Άρτας»; Έχετε βαρεθεί να το εξαγγέλλετε, εσείς, η προηγούμενη πολιτική ηγεσία, έχουν βαρεθεί να το ακούν οι εργαζόμενοι, έχει βαρεθεί να το ακούει το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Έχετε πολιτική βούληση να το εξαγγείλετε, ναι ή όχι; Και αν την έχετε, πότε αυτό θα οριστικοποιηθεί; Διαφορετικά τουλάχιστον κρατήστε την αξιοπρέπειά σας. Μην κοροϊδεύετε τους εργαζόμενους, μην εμπαίζετε τις περιοχές, μην εμπαίζετε με την οικονομία των περιοχών. Κρατήστε το έλασσον, την αξιοπρέπεια της πολιτικής.
Από το 2004 έχουμε βαρεθεί να ακούμε συνεχείς εξαγγελίες. Έχετε πολιτική βούληση να το κάνετε; Κάντε το. Δεν έχετε; Αξιοπρέπεια. Όμως να έχετε πρόταση για την περιοχή και ειλικρινή διάθεση, γιατί δεν μπορεί να παίζετε όλες τις πελατειακές σας πολιτικές.
Έχουμε φτάσει στο σημείο στο Αίγιο να αντιστοιχούν σε κάθε διευθυντή τρεις εργαζόμενοι για να φτιάξετε τους υμετέρους. Σε μια εποχή που καταρρέει οικονομικά το συγκρότημα, εσείς για να φτιάξετε πενήντα-εβδομήντα δεξιούς κομματικούς σας παράγοντες, τους δώσατε θέσεις ευθύνης διευθυντών, τμηματαρχών και ό,τι άλλο θέλετε.
Επίσης, κύριε Υπουργέ, σε ποια λογική βασίζεται η τελευταία απόφασή σας να καταργήσετε τη διεύθυνση ανάπτυξης του εργοστασίου;
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Τυπικά λέτε ότι τη συγχωνεύσατε με μια άλλη διεύθυνση. Όμως όλους τους εργαζόμενους, που ήταν έμπειρο προσωπικό, από τη διεύθυνση ανάπτυξης…
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Πρέπει να ολοκληρώσετε, κύριε συνάδελφε. Τελείωσε ο χρόνος σας.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΤΣΙΦΑΡΑΣ: Τελειώνω, κυρία Πρόεδρε. Σέβομαι το χρόνο, να ολοκληρώσω μόνο τη φράση μου.
…τους μεταφέρατε σε άλλες διευθύνσεις, απαξιώνοντάς τους και ταυτόχρονα απαξιώνοντας και τις γνώσεις τους, σε μια εποχή που θέλουμε και είχε το εργοστάσιο ποιοτικό έλεγχο.
Αλήθεια, κύριε Υπουργέ, με τέτοια απαξιωτική συμπεριφορά, όταν καταργείτε την αιχμή του δόρατος του εργοστασίου, που θα μπορεί να είναι το στρατηγικό πλεονέκτημα…
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαϊδου): Ολοκληρώστε.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΤΣΙΦΑΡΑΣ:...εσείς τι πολιτική περιμένετε από εκεί;
Αγαπητέ, κύριε Υπουργέ, η πολιτική σας δεν δίνει προοπτική και μέλλον στην ελληνική αμυντική βιομηχανία. Πρέπει να αλλάξετε γρήγορα τους στόχους μας και η χώρα μας να αποκτήσει ένα εθνικό σχέδιο,…
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαϊδου): Και μ’ αυτό ολοκληρώσατε.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΤΣΙΦΑΡΑΣ:...ένα σχέδιο υλοποίησης των στόχων.
Ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαϊδου): Κι εγώ σας ευχαριστώ.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχω την τιμή να ανακοινώσω στο Σώμα ότι από τα άνω δυτικά θεωρεία παρακολουθούν τη συνεδρίασή μας, αφού προηγουμένως ξεναγήθηκαν στους χώρους του Μεγάρου της Βουλής σαράντα επτά μαθητές και μαθήτριες και τρεις συνοδοί καθηγητές από το Ιδιωτικό Γυμνάσιο Αριστοτελείου Κολλεγίου Θεσσαλονίκης.
Η Βουλή τους καλωσορίζει.
(Χειροκροτήματα απ’ όλες τις πτέρυγες της Βουλής)
Το λόγο έχει ο κ. Βασίλειος Τόγιας.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΤΟΓΙΑΣ: Κυρία Πρόεδρε, αγαπητοί συνάδελφοι, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μιλώντας κανείς για αμυντική βιομηχανία πρέπει να έχει υπόψη του και την αυτονόητη υπηρεσία που πρέπει να παρέχει στην εθνική άμυνα η εξέλιξή της, η ανάπτυξή της, ο σχεδιασμός της και επίσης σε ό,τι αφορά το επενδυτικό μέρος πρέπει να έχει υπόψη του ότι στην αμυντική βιομηχανία απασχολούνται χιλιάδες εργαζόμενοι και γύρω της κινείται ένας ολόκληρος οικονομικός κύκλος.
Έχοντας υπ’ όψιν αυτά τα δύο νομίζω ότι τέσσερα χρόνια τώρα η Κυβέρνηση πρέπει πρώτα απ’ όλα να μας απαντήσει σ’ ένα πολύ καθαρό ερώτημα. Κύριε Υπουργέ, η Κυβέρνησή σας σκοπεύει να καταργήσει την αμυντική βιομηχανία; Γιατί ό,τι απάντηση και να δώσετε, πάντως στα τέσσερα χρόνια η απάντηση είναι «ναι, σκοπεύουμε να την κλείσουμε ή, εν πάση περιπτώσει, την έχουμε κλείσει εν τοις πράγμασι».
Και θα σας πω για την πιο χαρακτηριστική περίπτωση που είναι η Ε.Α.Β., η οποία είναι στην περιοχή μου, στο Νομό Βοιωτίας, όπως πολύ καλά ξέρετε, στην Τανάγρα. Καλό θα ήταν να επισκεφθείτε τις εγκαταστάσεις της Ε.Α.Β. για να αναπολήσετε τα παλιά, να σας εξηγήσουν εκεί και οι εργαζόμενοι αλλά και η διοίκηση τι γινόταν πριν τέσσερα χρόνια και τι γίνεται τώρα επί τέσσερα χρόνια. Οι αριθμοί είναι αδιάψευστοι μάρτυρες μιας πραγματικότητας που εκφράζει την πολιτική βούληση της Κυβέρνησής σας και λέει: «Εμείς δεν θέλουμε αμυντική βιομηχανία».
Προσέξτε: Το 2003, έναν χρόνο πριν αναλάβετε, η Ε.Α.Β. είχε 320.000.000 ευρώ κύκλο εργασιών και για πρώτη φορά δημιουργεί κι ένα κέρδος, 1,5 εκατομμύρια ευρώ. Από το 2004 και μετά συμβαίνει κάθε, μα κάθε χρόνο να έχει πτώση σε κύκλο εργασιών 160.000.000 - 170.000.000 ευρώ και να μην υπάρχουν λεφτά ούτε για τη μισθοδοσία, να προσφεύγει, δε, διαρκώς η Ε.Α.Β. σε δανεισμό, να δανείζεται 30.000.000 με 40.000.000 ευρώ κάθε χρόνο τρεις-τέσσερις φορές κυρίως για να εξυπηρετεί λειτουργικές δαπάνες και να πληρώνει τη μισθοδοσία. Και όλα αυτά τα χρόνια να μην έχει ανατεθεί κανένα πρόγραμμα! Δηλαδή μιλάμε για την επιχείρηση του μηδενικού έργου. Και όχι μόνον αυτό, αλλά να κοροϊδεύετε κιόλας. Γιατί τι άλλη έκφραση να χρησιμοποιήσει κανείς; Να πηγαίνει ο κ. Σπηλιωτόπουλος με πανηγυρισμούς και παράτες στην Ε.Α.Β., στην κοπή της πίτας τον Ιανουάριο του 2005, και να λέει: «Ήρθα εδώ για να σας αναλύσω τους σχεδιασμούς της Κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή και ειδικά του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας για την εταιρεία» και να αναφέρει και να δεσμεύεται από τότε για οκτώ αναθέσεις έργων για την Πολιτική Αεροπορία, μια για το Πολεμικό Ναυτικό, μια για το Γ.Ε.Ε.Θ.Α., ύψους 710.000.000 ευρώ και όλα αυτά τα χρόνια να μην έχει ανατεθεί στην Ε.Α.Β. κανένα έργο; Και το επαναλαμβάνω: Κανένα έργο, απολύτως μηδέν!
Κι όχι μόνον αυτό, αλλά να γίνονται και ακυρώσεις όπως, για παράδειγμα, η ακύρωση του προγράμματος για τα ελικόπτερα Χιούι -παρενθετικά να σας πω ότι είχαμε και νεκρούς, δυο νεκρούς όλο αυτό το διάστημα- να μην υπάρχει καμμιά συμμετοχή στα δορυφορικά προγράμματα και οι ανεκπλήρωτες υποσχέσεις των 700.000.000 ευρώ αναβάλλονται πλέον και μετατίθενται για το επόμενο,…
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Κυρία Πρόεδρε, θα χρειαστώ και τη δευτερολογία μου.
…το επιχειρησιακό πρόγραμμα της Ε.Α.Β. 2008-2010, όπου ξαναλέτε τα ίδια, για 438.501.000 ευρώ.
Και αυτό το θεωρείτε ως προϋπόθεση για να συνεχίσει να υπάρχει σε λειτουργία η Ε.Α.Β.. Τέσσερα χρόνια, λοιπόν, μηδέν.
Και από δω και πέρα, τι λέει η διοίκηση της Ε.Α.Β.; Φέρτε μας αυτά -τα ίδια, δηλαδή- και να έρθουμε πάλι μετά από τέσσερα χρόνια -θεωρητικά σας το λέω, ελπίζω να μην είστε στη θέση σας ως κυβέρνηση- για να παρουσιάσετε πάλι μηδενικό έργο.
Και όλα αυτά με λειτουργικά έξοδα της Ε.Α.Β. 160.000.000 - 170.000.000 ευρώ ετησίως και από αυτά 65.000.000 ευρώ να πηγαίνουν για τη συντήρηση των έργων τα οποία είναι από το 2002. Εδώ μιλάμε για το απόλυτο κενό, για την απόλυτη απραξία, για την απόλυτη αδράνεια. Και αυτή η πραγματικότητα των αριθμών εδώ δεν διαβάζεται διπλά. Δεν υπάρχουν άλλοθι. Είναι έτσι καταγραμμένη. Η πραγματικότητα μιλάει από μόνη της.
Και προφανώς, πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, όταν φαίνεται ότι από την Κυβέρνησή σας δεν υπάρχει η πολιτική βούληση στήριξης της Βιομηχανίας, για τον απλούστατο λόγο ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις όλα αυτά τα χρόνια δεν έχουν αναθέσει το παραμικρό αντικείμενο εργασιών στην Ε.Α.Β.. Δεν υπάρχει, λοιπόν, πολιτική βούληση. Αυτό που εμείς αναρωτιόμαστε και σας παρακαλούμε και σας προκαλούμε, εν όψει αυτών των δεδομένων, να μας το πείτε καθαρά, είναι αν έχετε σχεδιασμό -για την στρατηγική σίγουρα δεν έχετε- σχέδιο κατάργησης της αμυντικής βιομηχανίας στην Ελλάδα.
Όμως, οι εργαζόμενοι και όλοι μας, περιμένουμε μια καθαρή απάντηση, όχι μισόλογα. Πείτε: Εμείς δεν πιστεύουμε ότι χρειάζεται η Ελλάδα, σε αυτές τις κρίσιμες συνθήκες ή λόγο της ιδιαιτερότητάς της ή για οποιοδήποτε λόγο, αμυντική βιομηχανία. Όμως, δεν μπορείτε πια να κρύβεστε ή να στρουθοκαμηλίζετε.
Και ταυτόχρονα, εφόσον δανείζεστε, είστε όχι μόνο επικίνδυνοι, αλλά είστε και ζημιογόνοι. Και δεν έχετε πολιτική, αλλά και η πολιτική σας ζημιώνει. Γιατί, επιτέλους, έχετε καταντήσει την αμυντική βιομηχανία, βιομηχανία προβληματικών επιχειρήσεων; Αν θέλετε να την κλείσετε, γιατί την φορτώνετε με χρέη; Γιατί πάτε και δανείζεστε για να εξυπηρετείτε λειτουργικές δαπάνες και μισθοδοσίες;
Κύριε Πρόεδρε, θέλω να κλείσω με το εξής. Πριν από δυο-τρία χρόνια, η Ε.Α.Β. είχε προκηρύξει ένα διαγωνισμό, κύριε Υπουργέ, με βάση το Α.Σ.Ε.Π. Ήταν ένας σκανδαλώδης διαγωνισμός, ο οποίος, με ευθύνη της τότε διοίκησης της Ε.Α.Β., είχε δημιουργήσει ένα μεγάλο σκάνδαλο, είχαν γίνει διαρροές και είχαν γίνει αποκαλύψεις για σκονάκια που ευτέλιζαν τους νέους ανθρώπους που συμμετείχαν σε εκείνο τον διαγωνισμό. Από τότε το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας είχε διατάξει μια Ε.Δ.Ε. και επανέλαβε τον διαγωνισμό. Αναγνώρισε τότε ότι υπήρχε πρόβλημα στο διαγωνισμό και τον επανέλαβε.
Κύριε Υπουργέ, σας ζητώ να δώσετε το πόρισμα για εκείνο τον διαγωνισμό, για εκείνο το μεγάλο σκάνδαλο στη δημοσιότητα, στο Κοινοβούλιο, για να δούμε αν καταλογίστηκαν…
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Πρέπει να ολοκληρώσετε, κύριε συνάδελφε.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΤΟΓΙΑΣ: Ολοκληρώνω, κυρία Πρόεδρε. Είναι ένα σημαντικό θέμα.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Έχει τελειώσει η δευτερολογία σας.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΤΟΓΙΑΣ: Περιμένουν χιλιάδες οικογένειες να δουν αν καταλογίστηκαν, επιτέλους, κάποιες ευθύνες για το μεγάλο σκάνδαλο που έγινε επί της Κυβέρνησή σας και που ο τότε προκάτοχός σας εδώ στη Βουλή είχε πει: «Διατάζω Ε.Δ.Ε. και θα αποδοθούν οι ευθύνες».
Να μας ενημερώσετε για το πόρισμα, γιατί, εκτός του ότι…
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Είστε σαφής. Πρέπει, όμως, να κλείσετε.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΤΟΓΙΑΣ: Απαξιώνετε την αμυντική βιομηχανία, με τα ρουσφέτια σας και την πολιτική σας ευτελίζετε και τις συνειδήσεις των νέων ανθρώπων.
Ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Και εγώ σας ευχαριστώ.
Το λόγο έχει τώρα ο κ. Κωνσταντίνος Σπηλιόπουλος.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα οφέλη από την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας για τη χώρα μας είναι προφανή. Είναι οφέλη για την εθνική μας άμυνα, για την εθνική μας οικονομία και βεβαίως, για την ανάπτυξη της έρευνας και της τεχνολογίας.
Εγώ θα σας μιλήσω, στο λίγο χρόνο που έχω, για τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα, για την εταιρεία Ε.Α.Σ., στην οποία βεβαίως ανήκει και το μεγάλο εργοστάσιο της Ε.Β.Ο. στην πόλη καταγωγής μου, το Αίγιο.
Κατ’ αρχάς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θέλω να θυμίσω την εξέλιξη από το 2004 μέχρι σήμερα, για να δείξω και να κατανοήσουμε καλύτερα τη σταδιακή, αλλά σταθερή απαξίωση της εταιρείας Ε.Α.Σ. από το 2004 μέχρι σήμερα από την πολιτική που εφάρμοσε η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Το 2004, όταν αναλάβατε την κυβέρνηση, μετά τις εκλογές του Μαρτίου, υπήρχε στην εταιρεία αυτή, στην εταιρεία Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα, ένα καλό επίπεδο οργάνωσης. Υπήρχαν παραγγελίες και υπήρχε βεβαίως προοπτική για την ανάπτυξη της εταιρείας.
Τότε η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έλεγε πολλά. Στο κυβερνητικό σας πρόγραμμα μιλούσατε για αναδιοργάνωση, για εκσυγχρονισμό της αμυντικής βιομηχανίας, για μακροπρόθεσμες προγραμματικές συμβάσεις, για έρευνα, για ανάπτυξη, για συνεργασίες στρατηγικού χαρακτήρα και βεβαίως μιλούσατε –το θεωρώ πολύ σημαντικό αυτό- για μεγαλύτερη συμμετοχή στην υλοποίηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων με την αξιοποίηση αντισταθμιστικών ωφελημάτων.
Τι είδαμε, όμως, σε αυτή την τετραετία που πέρασε; Είδαμε ότι οι προεκλογικές αυτές υποσχέσεις, όπως όλες οι υποσχέσεις της Κυβέρνησης σας, ήταν βεβαίως χωρίς αντίκρισμα. Το 2004, η Ε.Α.Σ. είχε εγκεκριμένα προγράμματα από την προηγούμενη κυβέρνηση, την κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Είχε το πρόγραμμα για τα πυρομαχικά των αρμάτων των 120 χιλιοστών με προϋπολογισμό 400.000.000. Αυτό το πρόγραμμα είχε εγκριθεί από το 2003. Ακόμη αναζητείται. Εγκρίνεται και ακυρώνεται συνεχώς.
Υπήρχε επίσης, το τυφέκιο 5.56 χιλιοστών με προϋπολογισμό 252.000.000 ευρώ για το εργοστάσιο της Ε.Β.Ο. στο Αίγιο και η διαδικασία της δημοπρασίας, του διαγωνισμού, ήταν στην ολοκλήρωσή της. Ακυρώθηκε και αυτή η διαδικασία και βεβαίως σήμερα όλα τα εργοστάσια της Ε.Α.Σ. είναι χωρίς δουλειά και δανείζονται για να καλύψουν τα λειτουργικά έξοδα, κάτι που το παραδέχεται και το ίδιο το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης. Σε ερώτησή μας πρόσφατα παραδέχθηκε ότι την περίοδο 2004-2007 δανείστηκε η Ε.Α.Σ., τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα, 870.000.000 ευρώ. Επίσης, παραδέχεται το Υπουργείο ότι την περίοδο 2004-2007, οι συμβάσεις που υπεγράφησαν και που εδόθησαν στα εργοστάσια ήταν 109.000.000 ευρώ, ενώ την ίδια περίοδο τα λειτουργικά έξοδα είναι 320.000.000 ευρώ.
Για το 5.56 που ήταν ένα μεγάλο πρόγραμμα και μια μεγάλη ευκαιρία για την Ε.Β.Ο. και για το εργοστάσιο του Αιγίου, θα ήθελα να πω τα εξής. Όταν ανέλαβε η Νέα Δημοκρατία ακύρωσε το διαγωνισμό, που ήταν στο τέλος του και ξεκίνησε –έτσι είπε τότε- έναν καινούργιο διαγωνισμό ο οποίος βέβαια δεν κατέληξε πουθενά και δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
Μάλιστα, το 2006, ο τότε Υπουργός Άμυνας με δελτίο Τύπου μας πληροφορούσε: «Εντός του Ιανουαρίου 2006 υπογράφεται με διακρατική συμφωνία η προμήθεια εκατόν δώδεκα χιλιάδων τυφεκίων G36 από τη Γερμανική «HK», ύψους 252.000.000 ευρώ και κατασκευή 100% στο Αίγιο». Και έλεγε και άλλα και κατέληγε ότι το χρονοδιάγραμμα πληρωμών θα καλύψει μέχρι το 2019, εξασφαλίζοντας μέχρι τότε τους μισθούς και τα ημερομίσθια των εργαζομένων στο εργοστάσιο του Αιγίου.
Όταν, όμως, άλλαξε ο Υπουργός και ήρθε ο καινούργιος Υπουργός ακύρωσε το διαγωνισμό, σταμάτησε το διαγωνισμό.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Θα πάρω και τη δευτερολογία μου, κυρία Πρόεδρε.
Και βεβαίως, είναι κάτι που μας απήντησε επισήμως σε ερώτησή μας. Ακούστε τι είπε στην απάντηση. Είπε: «Εξετάζεται ακόμη και η σκοπιμότητα της προμήθειας του 5.56». Δεν είπε μόνο ότι ακυρώνεται ο διαγωνισμός και θα ξεκινήσουμε άλλον.
Μάλιστα πρόσφατα σε άλλη ερώτησή μας, ο Υπουργός επιβεβαίωσε ότι ο διαγωνισμός ακυρώθηκε. Υπάρχει πλήρης επιβεβαίωση.
Τι σημαίνει, λοιπόν, αυτό; Σημαίνει ότι ένας μακροχρόνιος προγραμματισμός, ένας σχεδιασμός ετών και μια μεγάλη προοπτική για το εργοστάσιο παύει να υπάρχει.
Θέλω να θυμίσω κάτι, όμως, κύριε Υφυπουργέ. Ο ελληνικός στρατός είναι ο μόνος στρατός μέσα στο ΝΑΤΟ που δεν έχει το τυφέκιο 5.56 χιλιοστών.
Τι σημαίνει αυτό; Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει θέμα συμβατότητας. Και υπάρχει και κάτι άλλο. Ίσως, υπάρχει πίεση για άμεση προμήθεια για το όπλο αυτό από άλλα μέσα, από άλλες πηγές.
Δυστυχώς, κύριε Υφυπουργέ, με την πολιτική που εφαρμόζετε, η εταιρεία αιμορραγεί, υπολειτουργεί και υπερχρεώνεται συνεχώς. Και, βεβαίως, όλα αυτά γίνονται με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, γιατί αντί να έχουμε δουλειά, αντί να έχουμε παραγωγή, αντί να έχουμε ανάπτυξη του εργοστασίου και της επιχείρησης, έχουμε συνεχώς συρρίκνωση.
Αυτή την κατάσταση δεν την περιγράφουμε μόνο εμείς, αλλά και στελέχη δικά σας. Μάλιστα, θέλω να θυμίσω ότι το 2006 ο Διευθύνων Σύμβουλος της Ε.Α.Σ. κ. Φυντανίδης, με δημοσίευμα στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», έλεγε με δηλώσεις του «η Κυβέρνηση πρέπει να σκύψει γρήγορα το κεφάλι πάνω στην αμυντική βιομηχανία, αν θέλουμε να τη σώσουμε». Και συνεχίζει λέγοντας «την τελευταία διετία δεν ανατέθηκε στην εταιρεία από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας ούτε ένα από τα εκκρεμή εδώ και χρόνια μεγάλα προγράμματα, όπως αυτά είναι το 5.56 και τα πυρομαχικά αρμάτων και τα πυρομαχικά όλμων 120 χιλιοστών».
Ακόμα, βέβαια, δεν έχει γίνει τίποτα γι’ αυτά. Και αυτές είναι οι δηλώσεις του τότε διευθύνοντος συμβούλου της Ε.Α.Σ..
Καταθέσαμε τότε μία ερώτηση στον Υπουργό και ρωτούσαμε «τι λέει ο διευθύνων σύμβουλος για την επιχείρησή σας» -μας λέτε άλλα- και τότε μας απάντησε ότι είναι προσωπικές απόψεις. Ακούστε! Προσωπικές απόψεις του διευθύνοντος συμβούλου της κρατικής επιχείρησης, την οποία ελέγχει το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας! Αυτό απάντησε ο Υπουργός!
Την ίδια ώρα, στο εργοστάσιο έχουμε υπολειτουργία. Το εργοστάσιο δουλεύει 25%! Μόνο 25%! Την ίδια ώρα, όμως, υπάρχουν δεκάδες προαγωγές κομματικών στελεχών και φίλων, όπως ακούστηκε, για να καλύψετε τα κομματικά ρουσφέτια. Και, βέβαια, υπάρχει παράνομη πρόσληψη ενοικιαζομένων εργαζομένων που δεν έχουν αντικείμενο σε διοικητικές ή άλλες θέσεις, μέσω παράνομων αναθέσεων συμβάσεων σε κάποιες εταιρείες που υποτίθεται ότι κάνουν παραγωγικό έργο και συμφωνία με την επιχείρηση. Όμως, προφανώς είναι μία μέθοδος για να καλύπτει αυτή τη ρουσφετολογική σας τακτική.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Την ίδια ώρα, όμως, υπάρχει έγκριση μέσω του Α.Σ.Ε.Π. για πρόσληψη διακοσίων δεκαοκτώ ατόμων, επιστημόνων, τεχνικών, κ.λπ.. Γιατί δεν το προχωράτε, παρά προσλαμβάνετε μ’ αυτόν τον τρόπο και ρουσφετολογικά άτομα για να καλύψετε βεβαίως τις πολιτικές σας ανάγκες;
Την ίδια ώρα, όμως, που έχει τέτοια προβλήματα η επιχείρηση, κύριε Υφυπουργέ, η ίδια η επιχείρηση θέλει να διαφημίσει την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας μέσω βεβαίως χρημάτων της Ε.Α.Σ.
Έχω εδώ στα χέρια μου συμβόλαια για τη διαφήμιση της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου στην εφημερίδα «LE MONDE» και στην εφημερίδα «OBSERVER», πληρώνοντας η επιχείρηση δεκάδες χιλιάδες ευρώ απ’ αυτά που δεν έχει, για να διαφημίσει την πολιτική ηγεσία, την ώρα που συρρικνώνεται η επιχείρηση.
Καταθέτω στα Πρακτικά αυτές τις συμφωνίες.
(Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Κωνσταντίνος Σπηλιόπουλος καταθέτει για τα Πρακτικά τα προαναφερθέντα έγγραφα, τα οποία βρίσκονται στο αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής)
Τελειώνω, λέγοντας το εξής: Αποδεικνύεται, κύριε Υφυπουργέ, κύριοι συνάδελφοι, ότι συνειδητά η επιχείρηση Ε.Α.Σ. απαξιώνεται. Υπάρχει έλλειψη προγραμματισμού, σχεδίου, στόχων. Και βεβαίως όλα αυτά αλλάζουν, όταν αλλάζει και η πολιτική ηγεσία, λες και δεν υπάρχει κάποια ενιαία γραμμή στην Κυβέρνηση.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Όμως, φαίνεται ότι υπάρχει άλλη κατεύθυνση για προμήθεια απ’ ευθείας από άλλες πηγές των προϊόντων τα οποία θα μπορούσε να παράξει η Ελληνική Βιομηχανία. Έτσι, όμως, υπάρχει ένα χτύπημα και στην Ελληνική Πολεμική Βιομηχανία και στην ελληνική οικονομία.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Ολοκληρώστε, κύριε συνάδελφε, σας παρακαλώ.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ: Ολοκληρώνω, κυρία Πρόεδρε.
Θα ήθελα να θέσω ένα ερώτημα.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Μην ανοίγετε και άλλο θέμα, κύριε συνάδελφε.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ: Ποια είναι η προστιθέμενη αξία όλων αυτών των δισεκατομμυρίων ευρώ των εξοπλισμών που πληρώνει η χώρα μας για την ελληνική βιομηχανία και την ελληνική οικονομία;
Φοβόμαστε, κύριε Υφυπουργέ –και τελειώνω μ’ αυτό- ότι με την πολιτική σας, επανερχόμαστε, δυστυχώς, στην περίοδο του 1992 που πολλοί θυμούνται ότι τότε ήταν μία περίοδος έκρηξης απολύσεων, αντιδράσεων και συρρίκνωσης της πολεμικής μας βιομηχανίας.
Έτσι πιστεύουμε ότι λειτουργείτε το σύστημα και σήμερα.
Σας ευχαριστώ πολύ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Και εγώ σας ευχαριστώ.
Το λόγο έχει τώρα ο Υφυπουργός κ. Κωνσταντίνος Τασούλας.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΑΣΟΥΛΑΣ (Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας): Κυρία Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι πράγματι σημαντικό θέμα η εθνική άμυνα και η αμυντική βιομηχανία της χώρας.
Είναι σημαντικό θέμα και για την ασφάλεια της χώρας και για την εθνική οικονομία. Και πρέπει πράγματι να ασχολούμεθα σοβαρά με τα προβλήματα της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας -και της ιδιωτικών συμφερόντων- γιατί αφορά όχι μόνο συνολικά πάνω από δεκατέσσερις χιλιάδες εργαζομένους, αλλά και γιατί εξασφαλίζει θέσεις εργασίας και καλό υλικό για την άμυνα της χώρας.
Όμως, υπάρχει μία μεγάλη διαφορά όσων περίπου αυτονόητων είπα και όσων είπε προηγουμένως η Αξιωματική Αντιπολίτευση, δια των συναδέλφων που μίλησαν. Η διαφορά είναι ότι ναι μεν είναι πολύ σοβαρά θέματα αυτά που αφορούν στην άμυνα και στην αμυντική βιομηχανία, αλλά όχι για τους λόγους, τα κριτήρια και τις προφανείς αντιφάσεις που εσείς θέσατε απ’ αυτό εδώ το Βήμα, αλλά για άλλους εντελώς διαφορετικούς λόγους τους οποίους εξακολουθείτε να αγνοείτε, εξακολουθείτε να αρνείστε να επισημάνετε και κυρίως εξακολουθείτε να αρνείστε να παραδέχεστε.
Θα μπορούσα στη μηδενική αποτίμηση της παραγωγής έργου της κρατικής εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, να σας απαντήσω ότι δεν συμβαίνει αυτό, δεν έχουμε μηδενική παραγωγή έργου τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Έχουμε συμβάσεις ύψους 130.000.000 ευρώ με τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα, 115.000.000 ευρώ με την ΕΛ.Β.Ο., πολύ περισσοτέρων εκατομμυρίων ευρώ με την Ε.Α.Β., ενώ έχουμε εν εξελίξει και προγράμματα εκατοντάδων εκατομμυρίων μ’ αυτές τις μονάδες.
Όμως, αυτό που κυρίως αξίζει να πει και να εξηγήσει κανείς εδώ πέρα είναι ότι δεν αξίζει να μπερδευόμαστε από τις επισημάνσεις σας που είναι και οι δύο αντίθετες συγχρόνως στο ίδιο κείμενο της επερωτήσεως -και με τη φιλελευθεροποίηση του μηχανισμού προμηθειών των Ενόπλων Δυνάμεων και με τη διαδικασία των απευθείας αναθέσεων- αλλά και με την προμήθεια των τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης, την οποία χλεύασε ο πρώτος εισηγητής σας ως δήθεν «δωράκι» προς τον κ. Πούτιν ενώ συγχρόνως, εγκαλείτε την Κυβέρνηση γιατί αυτά τα οχήματα μάχης –που ήδη αποκαλέσατε χλευαστικά «δωράκι»- δεν τα αναθέτει στην ΕΛ.Β.Ο..
Όμως, οι ακροατές μας δεν θα πρέπει να παρασυρθούν και από άλλες επίσης αντιφάσεις σας που έχουν να κάνουν, ας πούμε, με τη δήθεν εγκατάλειψη των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων, ενώ είναι γνωστό ότι τα τελευταία αυτά χρόνια τα οποία εσείς προσπαθήσατε να μηδενίσετε, έγιναν οι μοναδικές σημαντικές επενδύσεις -κυρίως σε μηχανολογικό εξοπλισμό- ύψους 20.000.000 ευρώ που δεν είχαν γίνει τα προηγούμενα είκοσι χρόνια στην τότε μορφή που είχαν οι εταιρείες που αποτέλεσαν το προκάτοχο σχήμα. Από αυτά τα 20.000.000 ευρώ επενδύσεων στα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα, τα 13.000.000 ευρώ τουλάχιστον έγιναν στο εργοστάσιο του Αιγίου. Αυτές, λοιπόν, οι επενδύσεις δεν μαρτυρούν αυτή τη μηδενική σημασία και αυτή την απαξίωση που θελήσατε να προσδώσετε μέσω των αντιφάσεών σας.
Παρά, όμως, τις αντιφάσεις σας -και παρά το ότι όχι παρεμπιπτόντως, αλλά κυρίως απασχόλησε τον κύριο εισηγητή σας το θέμα του Ο.Τ.Ε. και όχι το θέμα της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας- το θέμα υπάρχει, το θέμα υφίσταται και το θέμα απασχολεί σοβαρά την Κυβέρνηση, η οποία στηρίζει και με θεσμικό, αλλά και με πραγματικό τρόπο την Εγχώρια Αμυντική Βιομηχανία, έξω από τις αντιφάσεις, όπως επεσήμανα, των δικών σας παρατηρήσεων.
(Στο σημείο αυτό την Προεδρικής Έδρα καταλαμβάνει ο Α΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΡΛΑΣ)
Ο τρόπος με τον οποίο γίνονται σήμερα οι προμήθειες των Ενόπλων Δυνάμεων, οι οποίες –σημειώνω- είναι πελάτες μεγάλοι, κύριοι, σημαντικοί –αλλά πελάτες!- των εγχώριων αμυντικών βιομηχανιών, μέσα στο ανταγωνιστικό και κανονιστικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιγράφεται στην ισχύουσα νομοθεσία, στο ν. 3433/2006, και είναι σαφής.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις αγοράζουν αμυντικό υλικό είτε μέσω διακρατικών συμφωνιών -είναι προφανές τι σημαίνει αυτό- είτε μέσω διεθνών διαγωνισμών είτε μέσω διαπραγματεύσεων, οι οποίες εγκρίνονται από το Ανώτατο Συμβούλιο Προμηθειών, που είναι στο Υπουργείο Αμύνης και το οποίο Συμβούλιο Προμηθειών έχει μέλη ανωτάτους δικαστικούς ή εισαγγελικούς λειτουργούς και εκπρόσωπο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Η διαδικασία αυτή των διαπραγματεύσεων, γίνεται, προκειμένου να αντιμετωπιστούν προμήθειες αμυντικού υλικού που θεωρούνται είτε απόρρητες είτε επείγουσες είτε έχουν χρεία μυστικότητας είτε, τέλος, ανατίθενται σε κρατικού ιδιοκτησιακού καθεστώτος αμυντικές βιομηχανίες.
Αυτός ο μηχανισμός αναθέσεως προμηθειών αμυντικού υλικού έχει εκσυγχρονιστεί από την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας υπέρ της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, διότι καθιερώνεται στο άρθρο 30 του νόμου που προανέφερα η υποχρεωτικότητα –τουλάχιστον το 35% της αξίας του υλικού που προμηθεύεται το Υπουργείο Αμύνης από το αμυντικό σύστημα- να περιέχει ελληνική προστιθέμενη αξία.
Οι έννοιες της εγχώριας βιομηχανικής συμμετοχής και της ελληνικής προστιθέμενης αξίας, με κατώτατο όριο το 35%, είναι το μεγαλύτερο θεσμικό κίνητρο και η μεγαλύτερη θεσμική υποστήριξη της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, που είχε ποτέ το νομικό μας οπλοστάσιο προς την κατεύθυνση της υποβοηθήσεως της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας ώστε να συμβάλει με την παραγωγή της στο εξοπλιστικό υλικό των ενόπλων δυνάμεων.
Οι διαδικασίες των απευθείας αναθέσεων, που άλλοτε χλευάζετε άλλοτε συνιστάτε, υπήρξε ένας μηχανισμός που κατά κόρον αξιοποιήθηκε κατά το παρελθόν, αλλά που το θεσμικό πλαίσιο σήμερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει υιοθετηθεί από τη χώρα μας το περιορίζει δραστικά και δραματικά. Και είναι η σημερινή Κυβέρνηση και το σημερινό Υπουργείο Εθνικής Αμύνης, το οποίο, επειδή ακριβώς έδωσε με τη μέθοδο της απευθείας αναθέσεως έργο στην ΕΛ.Β.Ο., οδηγήθηκε ενώπιον του ευρωπαϊκού δικαστηρίου. Και ακόμη είμαστε στη φάση της αξιολογήσεως των εξηγήσεων που δίνει το Υπουργείο Αμύνης, ότι δηλαδή αυτή η διαδικασία δεν παραβιάζει τον Κανονισμό, αλλά συνιστά ένα νόμιμο τρόπο αναθέσεως της προμήθειας για την οποία έγινε η παραπομπή της χώρας μας στο ευρωπαϊκό δικαστήριο.
Αυτά τα θέματα είναι και σοβαρά και αξίζει να συζητούνται και στη Βουλή, όχι όμως μέσα από τις αντιφάσεις και την προσπάθεια να γίνουμε αρεστοί, αλλά μέσα από την πραγματική τους διάσταση και την προσπάθεια να αναδείξουμε το θέμα, το οποίο τελικά οδηγεί πράγματι στο ότι χρειάζεται υποστήριξη η εγχώρια αμυντική βιομηχανία. Μόνο που τη χρειάζεται μέσα από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, μέσα από το πλαίσιο που μας έχει επιβληθεί και το οποίο έχουμε ενσωματώσει και όχι μέσα από διαδικασίες απειλών, συκοφαντιών ή προσπαθειών να κολακεύσουμε τις αγωνίες των εργαζομένων σε αυτόν τον τομέα.
Ακούστηκε ότι τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα στερούνται εξαιτίας της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας μιας σημαντικής δυνατότητας συμπαραγωγής που πηγάζει από την προμήθεια των βλημάτων των αρμάτων μάχης των 120 χιλιοστών. Και ακούστηκε ότι αυτή η προμήθεια δεν πραγματοποιείται και ότι στοιχίζει η καθυστέρησή της στην παραγωγική ενδυνάμωση των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων.
Αξίζει να θυμηθούμε επιγραμματικά την περιπέτεια αυτής της προμήθειας. Η προκήρυξη η οποία είχε γίνει για τα βλήματα των αρμάτων μάχης των 120 χιλιοστών ήταν μία προκήρυξη που αφορούσε και στα άρματα και στα βλήματά τους. Οι προσφορές που έγιναν επί κυβερνήσεων ΠΑ.ΣΟ.Κ. αφορούσαν και στα άρματα και στα βλήματά τους. Η απόφαση όμως του Κ.Υ.Σ.Ε.Α. αφορούσε μόνον στα άρματα. Ξεχάστηκαν τα βλήματα. Και αγοράσαμε άρματα χωρίς να συνοδεύονται από τα πυρομαχικά τους. Και δεν είναι μόνο ότι αγοράσαμε άρματα χωρίς τα πυρομαχικά τους, είναι και το ότι η διαπραγμάτευση η οποία θα γινόταν για ανάληψη έργου συμπαραγωγής από την εγχώρια αμυντική βιομηχανία θα είχε άλλη δύναμη, άλλη αξίωση και άλλη επιβολή των απόψεών μας εάν αφορούσε μία πολύ μεγαλύτερη προμήθεια, ένα μεγαλύτερο όφελος, δηλαδή, του αντισυμβαλλομένου, παρά ξεχωριστά.
Παρά αυτή την παράλειψη, παρά το ότι η προμήθεια έγινε ξεχωριστά για τα άρματα μάχης, σήμερα η Κυβέρνηση με διακρατική συμφωνία διαπραγματεύεται την ολοκλήρωση αυτής της ξεχασμένης από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. απαραίτητης προμήθειας πυρομαχικών και παλεύει να πετύχει το μέγιστο δυνατό επίπεδο συμπαραγωγής για τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα. Και όχι μόνο συμπαραγωγής στο μέγιστο δυνατό επίπεδο, αλλά και τη μεταφορά, ένεκεν αυτής της συμπαραγωγής, εκείνης της τεχνογνωσίας η οποία θα διευρύνει τις δυνατότητες των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων, όχι μόνο στα συγκεκριμένα πυρομαχικά της συγκεκριμένης προμήθειας, αλλά και ως υποκατασκευαστού για άλλες παραγγελίες, άλλων χωρών, χωρίς να είναι προμηθεύτρια χώρα η Ελλάδα.
Αυτή είναι η πραγματικότητα. Και αυτήν την πραγματικότητα την υπηρετούμε μέσα από τις διαδικασίες σεβασμού του δημοσίου χρήματος και μέσα από διαδικασίες σεβασμού της διαφάνειας, η οποία διαφάνεια στο θέμα των αμυντικών προμηθειών έχει τόσο τραυματιστεί που ακόμη και σήμερα μία από τις πιο εύκολες μορφές, να επιβάλει κανείς μομφή και συκοφαντία και λάσπη στον πολιτικό του αντίπαλο, είναι να πει ότι συνεχίζονται αυτά που γινόντουσαν στο παρελθόν. Γι’ αυτό είπα προηγουμένως ότι πέραν των αντιφατικών ισχυρισμών σήμερα, προβήκατε και σε τέτοιου είδους συκοφαντικούς ισχυρισμούς, γιατί μίλησαν συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ. από αυτό το Βήμα για υπακοή της Κυβέρνησης σε προμηθευτές, σε μεσάζοντες και αγγλιστί, σε dealers. Επειδή το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δημιούργησε μία τεράστια σκιά γύρω από αυτά τα θέματα κι επειδή αυτή η σκιά εξακολουθεί να πλανάται πάνω από τις αμυντικές προμήθειες, επωφελείστε στην πραγματικότητα, της σκιάς που οι ίδιοι δημιουργήσατε με τη δική σας συμπεριφορά και πάτε να βγάλετε πολιτικά οφέλη. Δεν πρόκειται όμως περί αυτού σήμερα.
Σήμερα όλα γίνονται με διαφάνεια, όλα υπόκεινται σε προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και όλα είναι στο φως, χωρίς να χρειάζεται κανείς να αξιοποιεί, όπως επιχειρήσατε να κάνετε, τη σκιά που εσείς δημιουργήσατε και που προσπαθείτε να τη διατηρήσετε πάνω από το δημόσιο βίο της χώρας.
Επειδή ακούστηκαν αριθμοί θα αναγκαστώ να αναφέρω ορισμένους.
Τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα έχουν για την ακρίβεια αναλάβει παραγγελίες από το Υπουργείο Αμύνης από την άνοιξη του 2004 έως σήμερα, ύψους 125.000.000 ευρώ. Το πρόγραμμα του ελαφρού τυφεκίου 5.56 χιλιοστών έχει εγκριθεί από το ΚΥ.Σ.Ε.Α., βρίσκεται μέσα στο Ε.Μ.Π.Α.Ε. και δεν έχει αποποιηθεί η Κυβέρνηση την κατασκευή αυτού του τυφεκίου.
Αυτό που υφίσταται η Κυβέρνηση είναι κάτι το οποίο οφείλω να επαναλάβω από αυτό το Βήμα και να απευθυνθώ προς την Αξιωματική Αντιπολίτευση. Το Ενιαίο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Ανάπτυξης και Εκσυγχρονισμού των Ενόπλων Δυνάμεων, το λεγόμενο Ε.Μ.Π.Α.Ε., της περιόδου 2006 -2010 έχει μία σημαντική υποθήκη από το παρελθόν σας, η οποία έχει να κάνει με το γεγονός ότι το 75% των πιστώσεών του, των προβλέψεών του, των κονδυλίων του διατίθεται για την κάλυψη παραγγελιών του παρελθόντος. Ενιάμισι δισεκατομμύρια ευρώ του Ε.Μ.Π.Α.Ε. του 2006 -2010, υπηρετεί υποχρεώσεις που εσείς δεν ολοκληρώσατε, υποχρεώσεις που εσείς δεν εξοφλήσατε και τις οποίες η επόμενη Κυβέρνηση, ως είναι φυσικό, εξοφλεί. Εάν αυτά δεν υπήρχαν, αντιλαμβάνεστε ότι η δυνατότητα να ανατεθούν ακόμα περισσότερες παραγγελίες στην Αμυντική Βιομηχανία της χώρας, θα ήταν πολύ πιο ευχερής.
Εκτός από τις παραγγελίες οι οποίες εδόθησαν, υπάρχει προς υπογραφή για την επόμενη πενταετία για τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα έργο που πλησιάζει τα 400.000.000 ευρώ. Επίσης, η εταιρεία διεκδικεί και άλλα προγράμματα, εκτός από αυτά που βρίσκονται στο Ε.Μ.Π.Α.Ε., όπως τα υλικά μέσα για εκσυγχρονισμό του σύγχρονου μαχητή, τα πυροτεχνικά μέσα διασπάσεως ναρκοπεδίων και το πρόγραμμα κατασκευής πυρομαχικών.
Το θέμα της ΕΛ.Β.Ο. τώρα, για την οποία και σήμερα και χθες και όλο αυτόν τον καιρό απασχολείται το Υπουργείο Αμύνης για να βρει λύση και θα βρει λύση σε ένα πρόβλημα που αφορά την περίοδο, μέχρι να λήξη το έτος. Για την ΕΛ.Β.Ο. υπήρξε κατασκευαστικό έργο το οποίο ανετέθη αυτά τα χρόνια από το Υπουργείο Αμύνης και αφορά σε συμβάσεις ύψους 113.000.000 ευρώ. Και υπάρχουν και στο εν εξελίξει Ε.Μ.Π.Α.Ε., προγράμματα που ενδιαφέρουν και αφορούν την ΕΛ.Β.Ο. και μιλάμε για οχήματα μεταφοράς κοντέινερς, ύψους 13.000.000 ευρώ, ρυμουλκούμενα, ύψους 1,5 εκατομμυρίων ευρώ, άλλα οχήματα που περιλαμβάνονται στο Ε.Μ.Π.Α.Ε. ύψους 112.000.000 ευρώ, λεωφορεία, απορριμματοφόρα και ασθενοφόρα, ύψους περίπου 5.000.000 ευρώ.
Όλα αυτά σε συνδυασμό με την άμεση προσπάθεια που κάνουμε και που θα φέρει συντομότατα αποτέλεσμα, γιατί μας ενδιαφέρουν πρωτίστως οι εργαζόμενοι στην ΕΛ.Β.Ο., ώστε να αντιμετωπιστεί το διαφαινόμενο έλλειμμα 20.000.000 ευρώ που αντιμετωπίζει η εταιρεία για τη χρήση του έτους που διανύουμε, αποδεικνύουν και το ενδιαφέρον και τη συνέχεια αυτού του ενδιαφέροντος του Υπουργείου Αμύνης γι’ αυτή τη σημαντική βιομηχανία στρατιωτικών οχημάτων. Η οποία, αντιλαμβανόμενη την απόφαση του ΚΥΣΕΑ για την προμήθεια των ρωσικών τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης, έστειλε ένα άκρως ενημερωτικό έντυπο προς το Υπουργείο Αμύνης, όπου φαίνεται σαφώς και το ενδιαφέρον της και η δυνατότητά της να αξιοποιήσει αυτήν την προμήθεια που θα κάνει το Υπουργείο Αμύνης για την οποία και είπατε ότι πρέπει να κάνουμε, αλλά και χλευάσατε κατά την ανάπτυξη της σημερινής σας, αντιφατικής κατά τη γνώμη μου, επερωτήσεως.
Η Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία είναι μία εταιρεία η οποία για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια σημειώνει σημαντικές διεθνείς επιτυχίες μέσα σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον. Η Ε.Α.Β. κατάφερε ανταγωνιστικά να αναλάβει τη δομική και ηλεκτρονική αναβάθμιση των F16 της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας, που σταθμεύουν στην Ευρώπη. Και η Ε.Α.Β. συνεργάζεται τα τελευταία χρόνια μετά το 2004 με το Υπουργείο Αμύνης, εις τρόπον ώστε να έχουμε τα εξής αποτελέσματα: Το 2004 υπέγραψε συμβάσεις 99.000.000 ευρώ. Απ’ αυτές τα 70.000.000 αφορούν προγράμματα των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Το 2005 υπεγράφησαν συμβάσεις 186.000.000 ευρώ εκ των οποίων τα 104.000.000 αφορούσαν προγράμματα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Το 2007 καλύφθηκε ο στόχος του επιχειρησιακού σχεδίου για την υπογραφή συμβάσεων ύψους 300.000.000 ευρώ.
Η Ε.Α.Β. προχωρεί και σε άλλου είδους εκσυγχρονισμούς, εις τρόπον ώστε να έχουμε εξυγίανση του ισολογισμού της με την εφαρμογή των διεθνών λογιστικών προτύπων για τη χρήση του προηγούμενου έτους. Επίσης, οι στόχοι της Ε.Α.Β., όπως περιλαμβάνονται στο στρατηγικό της σχέδιο, περιλαμβάνουν τις επιδιώξεις οι οποίες είναι βάσιμες και κατορθωτές να καταστεί δηλαδή επικερδής με σημείο ισοσκελισμού εσόδων-εξόδων το 2010. Να καταστεί επιτέλους ταμειακά ανεξάρτητη, με σημείο ισοσκελισμού το 2011 και επίσης, να καταστεί, όπως είναι και να οριστικοποιηθεί και να αναβαθμίζεται συνεχώς ως μία εταιρεία υψηλού τεχνολογικού επιπέδου με αναπτυξιακή πορεία.
Αυτές οι παραδοχές έχουν να κάνουν με την πολεμική μας βιομηχανία, με την άμυνα της χώρας, με τις θεσμικές δυνατότητες που υπάρχουν, για να βοηθηθεί η αμυντική μας βιομηχανία και με τις δυνατότητες που έχει το Υπουργείο Αμύνης, που δεν είναι ιδιοκτήτης αυτών των εταιρειών. Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 το Υπουργείο Αμύνης επί Νέας Δημοκρατίας δημιούργησε αυτές τις μονάδες και στο Αίγιο και στη Μαγνησία και στην ΕΑΒ, για να ενισχύσει την άμυνα της χώρας. Και ακριβώς, επειδή δημιουργήσαμε αυτές τις βιομηχανίες, παρά το ότι σήμερα δεν ανήκουν ιδιοκτησιακά στο Υπουργείο Αμύνης, αλλά στο Υπουργείο Οικονομικών και είμαστε ο κυριότερος πελάτης τους, παρά ταύτα, το ενδιαφέρον μας παραμένει συνεχές και κινείται το σχέδιό μας σε δύο άξονες.
Πάγια θέση της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Αμύνης είναι αφ’ ενός η συμπαραγωγή σε οπλικά συστήματα να στηρίζει την ανάπτυξη της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας σε βραχυπρόθεσμη βάση. Καθώς, η εγχώρια βιομηχανική συμμετοχή αναθέτει υποκατασκευαστικό έργο και οι διατάξεις περί Ε.Π.Α., που το 2006 πρωτοεπεβλήθησαν θεσμικά, διασφαλίζουν την απασχόληση. Αφ’ ετέρου, οι πόροι από τα αντισταθμιστικά ωφελήματα αξιοποιούνται με γνώμονα τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, δημιουργώντας σήμερα τις παραγωγικές δομές της βιομηχανίας του αύριο. Στο πλαίσιο αυτό, εξαιρετική σημασία αποκτά η συνεργασία που δρομολόγησε το Υπουργείο Αμύνης με τους συλλογικούς φορείς της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, σε μία προσπάθεια να επέλθει η αυτορύθμιση της αγοράς. Και μπορεί να διαβάσετε έγγραφα του Σ.Ε.Κ.Π.Υ., όπου εξέφραζε ευλόγως και δικαίως την αγωνία του για τη δουλειά που παίρνουν τα μέλη του, αλλά ο Σ.Ε.Κ.Π.Υ. και άλλοι φορείς της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας που συνδικαλιστικά υπάγονται σε άλλες οργανώσεις στο Σ.Ε.Β., είναι σε διαρκή επικοινωνία και επαφή με το Υπουργείο Αμύνης και συμμετέχουν με γνωμάτευση και με άποψη σε όλες τις θεσμικές πρωτοβουλίες που παίρνουμε και που έχουν να κάνουν με το πλαίσιο, βάσει του οποίου γίνονται οι εξοπλισμοί.
Το πρόβλημα της άμυνας της χώρας και της αμυντικής βιομηχανίας, σε συνδυασμό με τις οικονομικές δυνατότητες της χώρας και τις ανάγκες διαφάνειας, είναι υπαρκτό και το ενδιαφέρον μας πρέπει να είναι συνεχές και ειλικρινές. Γιατί αν δεν είναι ειλικρινές, περιορίζεται σε μία συμπαθή πρόσκαιρη δημαγωγία, η οποία δεν συμβαδίζει με τη συμπεριφορά μας, όταν είχαμε τις ευθύνες της διακυβερνήσεως. Σήμερα, επαναλαμβάνω, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ολοκληρωμένη ανάπτυξη του τρέχοντος Ε.Μ.Π.Α.Ε., είναι η κληρονομιά των 9,5 δισεκατομμυρίων ευρώ από το παρελθόν της δικής σας διακυβερνήσεως, η οποία περίπου έχει δεσμεύσει το 75% του τρέχοντος Ε.Μ.Π.Α.Ε.. Παρά ταύτα, και αν δεν προκαλούμεθα, ουδέποτε καταδεχθήκαμε να ρίξουμε ευθύνες σε άλλους, ή σε άλλες περιόδους, αλλά δεχόμαστε ότι υπάρχει πρόβλημα και ότι πρέπει να το αντιμετωπίσουμε και το αντιμετωπίζουμε σοβαρά. Μόνο που το αντιμετωπίζουμε διαφορετικά απ’ ό,τι εσείς, χωρίς κολακείες, χωρίς δημαγωγίες, χωρίς αντιφάσεις, εξοπλίζοντας το θεσμικό πλαίσιο και στηρίζοντας την εγχώρια αμυντική βιομηχανία, ώστε μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα να σταθεί με δύναμη στα πόδια της, να ανταπεξέλθει στον ανταγωνισμό, να μην περιμένει ότι μπορεί συνεχώς να στηρίζεται με διαδικασίες οι οποίες είναι νομικά επισφαλείς στο ευρύτερο περιβάλλον που ζούμε, αλλά να περιμένει χάρις σ’ αυτά που της δίνουμε και χάρις σ’ αυτά που έχει ως τεχνογνωσία και αξία, να σταθεί αντάξια των προσδοκιών μας, στα πόδια της και να μπορέσει να φέρει εις πέρας το σημαντικό έργο που έχει να κάνει και για τους εργαζόμενους και για την εθνική οικονομία και για την άμυνα της χώρας, η οποία χρειάζεται την κρατικού και την ιδιωτικού συμφέροντος εγχώρια αμυντική βιομηχανία.
Ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Ευχαριστούμε, κύριε Υφυπουργέ. Θα έχετε στη διάθεσή σας δέκα λεπτά για δευτερολογία.
Ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κ. Πάγκαλος έχει το λόγο.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, κύριοι συνάδελφοι, βεβαίως έχει δικαίωμα μία παράταξη να έχει την αντίληψή της για τη λειτουργία της οικονομίας. Είναι δυνατόν κάποιος να είναι φιλελεύθερος και μάλιστα ακραίος φιλελεύθερος. Μπορεί κάποιος να παραβλέπει ακόμα ορισμένα βασικά στοιχεία της πραγματικότητας. Το γεγονός, ας πούμε, ότι η ίδια η κυβερνητική παράταξη αρνείται να χαρακτηρισθεί ως νεοφιλελεύθερη και διαμαρτύρονται όταν τους χαρακτηρίζουμε ως νεοφιλελεύθερους. Θεωρούν ότι έχουν ανακαλύψει μία ελληνική ιδεολογία που λέγεται «κοινωνικός φιλελευθερισμός». Επίσης, είναι δυνατόν να παραβλέπει κάποιος το γεγονός ότι ο νεοφιλελευθερισμός έχει ηττηθεί παγκοσμίως, αποδοκιμασθεί και εγκαταλειφθεί. Ακόμα και ο κ. Μακέιν στις Η.Π.Α. διαρρηγνύει τα ιμάτιά του, για να πείσει ότι δεν είναι, όπως ο κ. Μπους, στον τομέα της οικονομίας. Ας πούμε ότι εσείς είστε οι φιλελεύθεροι. Αυτό δεν σας δίνει το δικαίωμα να είστε σουρεαλιστές. Γιατί: τι είδους φιλελεύθεροι είστε σε έναν κλάδο, ο οποίος σε ό,τι αφορά την προσφορά προϋποθέτει οπωσδήποτε ολιγοπώλιο –μην μου πείτε ότι μπορεί να έχετε πραγματικά ελεύθερη προσφορά και ανταγωνισμό- και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων έχετε μονοπώλιο. Από εκεί προέρχεται η προσφορά, όταν θέλετε να αγοράσετε. Και όταν θέλετε να πουλήσετε, έχετε μόνο ψώνιο, διότι οι πελάτες σας είναι μόνο το κράτος. Επομένως, μην μας πουλάτε εδώ πέρα θεωρίες. Εδώ είναι κρατική η λειτουργία των βιομηχανιών αυτών, κρατικές οι διοικήσεις, κρατικές οι αποφάσεις, η ευθύνη είναι δική σας, απόλυτη και απέραντη.
Η πραγματικότητα είναι ότι αυτές τις βιομηχανίες τις απαξιώνετε, κύριε Υφυπουργέ. Γνωρίζετε ότι εγώ εκτιμώ πολύ τις σκέψεις σας και την απέραντη γνώση που έχετε για την ελληνική γλώσσα, τη φιλοσοφία και άλλες θεωρητικές επιστήμες, τις οποίες έχω προσπαθήσει και εγώ ταπεινώς να υπηρετήσω κατά καιρούς.
Σας παρακολουθούσα να βασανίζεστε. Η ομιλία σας ήταν ένα Βατερλό, δεν είχε αρχή και τέλος. Τίποτε δεν καταλάβαμε. Σας θέσαμε συγκεκριμένα θέματα. Να μας πείτε, γιατί αυτή τη ρημάδα αγωγή την έχετε αναβάλει οκτώ φορές μη προσερχόμενοι στο δικαστήριο. Δεν έχετε το θάρρος να πείτε «επιτέλους, κάναμε μία αγωγή, γιατί κάναμε λάθος, διότι είμαστε νέοι στην εξουσία, διότι παρασυρθήκαμε από οπαδούς φανατικούς, οι οποίοι δεν γνώριζαν την πραγματικότητα, αποσύρουμε την αγωγή». Τι είναι αυτό το πράγμα. Να είστε μονίμως ενάγοντες και να μην προσέρχεται ο εκπρόσωπός σας στο δικαστήριο; Έχει αναβληθεί οκτώ φορές η αγωγή σας, ίσως για να μην έχει την τύχη της άλλης αγωγής που μπήκε στο αρχείο. Τι είναι αυτή η ιστορία του Διοικητικού Συμβουλίου που δεν συνεδριάζει, γιατί δεν προσέρχεται ο εκπρόσωπος του Βασικού Μετόχου, ο εκπρόσωπός σας, κύριε Υφυπουργέ; Δεν πρέπει να απαντήσετε σ’ αυτά; Τότε, τι είδους κοινοβουλευτικό έλεγχο κάνουμε εδώ; Και τι είναι όλες αυτές οι στοιχειώδεις ανακρίβειες τις οποίες με μία ματιά και μόνο μπορεί κάποιος να ανακαλύψει; Είναι δυνατόν να έχετε τόση άγνοια του τι συμβαίνει στον τομέα της οικονομίας, που είναι υπό τον έλεγχο του Υπουργείου σας; Και αν συμβαίνει έτσι, πόσο κακής προθέσεως πρέπει να είναι αυτοί που σας παρασύρουν σε τέτοιου είδους απαντήσεις για να σας γελοιοποιήσουν!
Μας είπατε εδώ ότι δεν έχει επενδύσει το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και επενδύσατε εσείς DuFink 556, 20.000.000 ευρώ. Το ποσό αυτό δόθηκε το 2003. Το 2003 ήσασταν στην Κυβέρνηση;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΑΣΟΥΛΑΣ (Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας): Μόνο που δεν είπα αυτό.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ: Αυτό είπατε. Τι είπατε; Εγώ αυτό άκουσα. Είπατε ότι δώσατε 20.000.000 για το 556. Δόθηκαν το 2003. Δεν αμφισβητείτε την ημερομηνία. Δεν τα δώσατε εσείς, λοιπόν.
Είπατε ότι δεν έγιναν επενδύσεις από το 1993 έως το 2003 στην ΠΥΡ.ΚΑΛ.. Εγώ βλέπω εδώ 125.000.000. Αυτά δεν είναι επενδύσεις; Μπορεί να μην είναι αρκετές. Πείτε μας δεν κάνατε αρκετές επενδύσεις αλλά μη μας λέτε ότι δεν κάναμε καθόλου επενδύσεις.
Πέραν τούτου, είπατε ότι αναθέταμε την προμήθεια πυρομαχικών και ενδεχομένως να το κάναμε. Αλλά έχω ένα χαρτί της «RHEINMETALL DEFENCE» γραμμένο στα Ελληνικά. Υπογράφει ο κ. Ματίας Κούλα, Αντιπρόεδρος Διευθυντής Πωλήσεων και ο κ. Μικαέλ Χάινζερμαν Διευθύνων Σύμβουλος και λέει η τελευταία παράγραφος για τα πυρομαχικά αρμάτων εκατόν είκοσι χιλιοστών: «Τέλος, μετά το γεγονός ότι κατά τη συνάντηση του Προέδρου του Ομίλου «RHEINMETALL» τη 2α Αυγούστου 2007 με τον κύριο γενικό διευθυντή Γ.Δ.Α.Ε.Ε., ύστερα από πρόσκληση του τελευταίου, ο κ. Βασιλάκος ανακοίνωσε την απόφαση της ελληνικής Κυβέρνησης να προχωρήσει στην προμήθεια των πυρομαχικών κινητικής ενέργειας DM63, είμαστε σε αναμονή της έναρξης των προβλεπομένων διαδικασιών για την ολοκλήρωση των ανωτέρω αποφάσεων». Εδώ σας λέει ο Γερμανός, κολλητός σας -γιατί μόνο έτσι μπορώ να τον περιγράψω- τη 2α Αυγούστου -σκεφθείτε τι σχέσεις έχετε, καταφέρατε και κινητοποιήσατε το Γερμανό στις 2 Αυγούστου, που δεν υπάρχει άνθρωπος να εργάζεται στη Γερμανία στις 2 Αυγούστου- ότι εσείς έχετε αναθέσει πριν από την απόφαση του Κ.Υ.Σ.Ε.Α., που αφορά την εν λόγω ανάθεση.
Αναθέτετε παραγγελίες και το Κ.Υ.Σ.Ε.Α. αποφασίζει εκ των υστέρων.
Καταθέτω αυτό το έγγραφο για τα Πρακτικά, γιατί μπορεί να έχει και σημασία για το μέλλον.
(Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Θεόδωρος Πάγκαλος καταθέτει για τα Πρακτικά το προαναφερθέν έγγραφο, το οποίο βρίσκεται στο αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής).
Μην μου πείτε τώρα ότι σας απειλώ, διότι είπατε πριν ότι υπήρχαν και απειλές. Εγώ δεν γνωρίζω κυβέρνηση η οποία να απειλείται από κυβερνητικούς λόγους. Για όνομα του Θεού! Μην είστε τόσο ευπαθής.
Αλλά υπάρχει και άλλο έγγραφο εδώ. Εσωτερικό σημείωμα του κ. Λινάρδη, Γενικού Διευθυντή του Κλάδου Πολιτικού Τομέα, ο οποίος μαίνεται την 7η Ιανουαρίου του 2008 και λέει: «Σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε, η εταιρεία μας είτε έχει υποστεί απώλεια εσόδων είτε η φήμη και το καλό της όνομα έχει υποστεί ζημία στην ελεύθερη αγορά και εμπόριο.
1η περίπτωση: Συμφωνητικό με «ΛΑΡΚΟ» (2006) για προμήθεια εκρηκτικών. Υπήρξε συμμετοχή των Ε.Α.Σ. στο διαγωνισμό και αναλάβαμε την προμήθεια εκρηκτικών αξίας περίπου 750.000 ευρώ. Το συμφωνητικό δεν υπεγράφη έως σήμερα» -γιατί δεν υπεγράφη;- «με αποτέλεσμα η «ΛΑΡΚΟ» να αμφισβητεί τη συμμετοχή μας». Γιατί δεν υπεγράφη;
«2η περίπτωση: Πυρίμαχη κατασκευή για «ΛΑΡΚΟ» με χρόνο παράδοσης τέλος 2006. Εξακολουθεί να μην έχει κυοφορήσει η αντίστοιχη παραγγελία της πρώτης ύλης, με αποτέλεσμα η «ΛΑΡΚΟ» να αμφισβητεί κ.λπ.». Γιατί δεν έχει προμηθευτεί η εταιρεία σας την πρώτη ύλη, για να κάνει αυτή την παραγγελία.
«3η περίπτωση: Διαγωνισμός 2005 για σκάγια. Δεν καρποφόρησε, με αποτέλεσμα η επανάληψή του να στοιχίσει στην εταιρεία διαφορά τιμής αγοράς περίπου 400.000 ευρώ εντός δεκαοκτώ μηνών». Μισό εκατομμύριο ευρώ.
«4η περίπτωση: «ADAM ΕΠΕ» (Αλαμάνου). Παρά τις αρνητικές εισηγήσεις υπηρεσιών μας από το μέσο του 2006, η κ. Αλαμάνου εξακολουθούσε να πληρώνεται ως αντιπρόσωπος-πλασιέ, ενώ δεν προσέφερε τις υπηρεσίες της».
Εδώ έχετε και πρόβλημα με ποινικές προεκτάσεις. Πληρώνετε μία κυρία Αλαμάνου, την οποία δεν γνωρίζω δυστυχώς, γιατί μπορεί να έχει θέλγητρα τα οποία να μην είμαι σε θέση να εκτιμήσω, για να μην εργάζεται και να κυκλοφορεί επικερδώς. Και δεν ξέρω και κατά πόσο εργαζόταν και ως πλασιέ. «Κύριος οίδε», τι επλάσαρε.
«5η περίπτωση: Η εταιρεία μας κατανάλωσε δεκατέσσερα εκατομμύρια κιλά νιτρικής αμμωνίας και διέθεσε το προϊόν χωρίς να υπάρξει παράπονο. Έρχεται, όμως, τώρα η «ΛΑΡΚΟ» για νέο συμφωνητικό και δημιουργεί θέμα ποιότητας και η Υποδιεύθυνση Ποιότητας δεν μας έχει ενημερώσει σχετικά».
Το καταθέτω και αυτό στα Πρακτικά.
(Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Θεόδωρος Πάγκαλος καταθέτει για τα Πρακτικά το προαναφερθέν έγγραφο, το οποίο βρίσκεται στο αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής).
Εδώ είναι μέσα στα πλαίσια των Ε.Α.Σ. μία εικόνα κακοδιοίκησης, σύγχυσης και μάχης υπηρεσιών. Ποιος τα δημιουργεί αυτά; Ποιος τα περιθάλπει; Ποιος τα αφήνει να εξελίσσονται και να κυοφορούνται; Ποιες είναι οι στοχεύσεις της Κυβέρνησης; Γιατί εδώ, κύριε Υπουργέ, λείπει η στοιχειώδης διοικητική επάρκεια, την οποία δεν μπορώ παρά να σας αναγνωρίσω. Εάν δεν ασχολείστε, αυτό είναι γιατί δεν θέλουν να ασχοληθείτε. Και το να μη θέλετε να ασχοληθείτε, μπορεί να έχει μόνο μία εξήγηση, ότι για κάποιους λόγους θέλετε να ευτελίσετε αυτές τις βιομηχανίες, να τις οδηγήσετε σε αδιέξοδα, να δημιουργήσετε ένα χάος και να τις εκποιήσετε στη μικρότερη δυνατή τιμή. Ε αυτό είναι λάθος και σας εξήγησα για ποιο λόγο είναι λάθος στην αρχή. Γιατί δεν εκποιούν κυβερνήσεις σοβαρές χωρών τέτοιου είδους βιομηχανίες, που έχουν τόσο μεγάλη σημασία, όσο φιλελεύθερη και εάν είναι η αντίληψή τους για την οικονομία.
Εγώ θα ήμουν προσωπικά ευτυχής, κύριε Υπουργέ, εάν δεν είχαμε αμυντική βιομηχανία ούτε και δαπάνες αμυντικές. Θα ήταν απερίγραπτη η ευτυχία μου εάν είχα την τύχη να γεννηθώ Λουξεμβούργιος, ας πούμε. Αλλά δεν είμαι Λουξεμβούργιος. Υπάρχει και η ευτυχής πλευρά του να μην είναι κάποιος Λουξεμβούργιος. Και έχω ένα πρόβλημα. Είμαι στην ασταθέστερη γωνία της Ευρώπης. Γύρω μας δεν έχουν σταθεροποιηθεί τα Βαλκάνια και το γνωρίζετε καλά. Είμαστε αυτές τις ημέρες μέρος του προβλήματος της αστάθειας των Βαλκανίων.
Από την άλλη πλευρά του Αιγαίου αποσταθεροποιείται η τουρκική πολιτική σκηνή. Έχουμε πρωτοφανείς εξελίξεις. Παραπέμπεται η πολιτική ηγεσία της χώρας από το δικαστήριο ομοφώνως, με πρόταση κατάργησης των πολιτικών τους δικαιωμάτων. Έχουμε πραξικόπημα δικαστικό, κατ’ έμπνευση του Στρατού.
Δεν μπορούμε να είμεθα ασφαλείς. Έχουμε ανάγκη την άμυνα. Τα παιχνίδια σας, πέραν του ότι είναι οικονομικά και πολιτικά αφελή, είναι και εθνικά επικίνδυνα, κύριε Υπουργέ. Συνέλθετε επιτέλους. Συμμαζευτείτε.
Αποκαταστήστε καλές και έντιμες διοικήσεις οι οποίες να πάρουν τον έλεγχο αυτών των βιομηχανιών και να τις οδηγήσουν προς την κατεύθυνση της παραγωγής, της έρευνας, της επάρκειας, ώστε να μπορέσουμε να είμαστε σίγουροι ότι από την πλευρά των εξοπλισμών, που είναι τελείως απαραίτητοι για να έχουμε κάποια ισορροπία αμυντική, με δεδομένο το γεγονός ότι είμαστε χώρα μικρή με μικρές δυνάμεις σε ό,τι αφορά τα άτομα και επομένως πρέπει να αντεπεξέλθουμε έχοντας μία υπερεπάρκεια σε ό,τι αφορά την ποιότητα και τη σύγχρονη μορφή των εξοπλισμών μας.
Δεν μπορείτε σε τέτοιο κλάδο, που σας έχει ανατεθεί η ευθύνη, να κάνετε παιχνίδια και πειραματισμούς με άσκοπους και άκαιρους και αδιέξοδους φιλελευθερισμούς.
Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Ευχαριστώ κι εγώ, κύριε Πάγκαλε.
Το λόγο έχει τώρα ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας κ. Μπούγας.
Πριν έρθετε στο Βήμα, κύριε Μπούγα, έχω την τιμή να ανακοινώσω στο Σώμα ότι από τα άνω δυτικά θεωρεία παρακολουθούν τη συνεδρίαση, αφού πρώτα ξεναγήθηκαν στους χώρους του Μεγάρου της Βουλής, είκοσι εννιά μαθητές και μαθήτριες και τρεις συνοδοί-καθηγητές από το 4ο Γυμνάσιο Μυτιλήνης.
Η Βουλή τους καλωσορίζει, τους εύχεται καλές σπουδές και επάνοδο στην όμορφη ιδιαίτερη πατρίδα τους.
(Χειροκροτήματα από όλες τις πτέρυγες της Βουλής)
Ορίστε, κύριε Μπούγα, έχετε το λόγο.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΠΟΥΓΑΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κύριε Πρόεδρε, κατηγόρησε ο κ. Πάγκαλος τη Νέα Δημοκρατία ότι δεν έχει ιδεολογικό στίγμα. Δικαιούμαι, συμπεραίνω…
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ: Ότι έχετε σας είπα. Δεν έχετε καταλάβει. Ότι έχετε. Αυτό είναι το δράμα.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΠΟΥΓΑΣ: Ότι έχουμε; Μάλιστα. Εγώ λοιπόν, κάνω την ερώτηση προς εσάς και μάλιστα την κάνω πολύ συγκεκριμένα: Μέσα από τη διατύπωση της επερώτησης την οποία συζητούμε σήμερα και με βάση αυτά τα οποία ελέχθησαν από όσους εκ των επερωτώντων έλαβαν το λόγο, προκύπτει, κύριε συνάδελφε, ιδεολογικό στίγμα για σας; Προκύπτει ότι έχετε αντιληφθεί σε ποιο χώρο οφείλει να κινηθεί η εγχώρια αμυντική βιομηχανία.
Διότι γνωρίζετε πάρα πολύ καλά, πως τέτοιου είδους βιομηχανίες, οι οποίες προμηθεύουν μόνο την εγχώρια αγορά, είναι δύσκολο ακόμη και να επιβιώσουν, πόσο μάλλον να είναι ανταγωνιστικές στο σύγχρονο διεθνές περιβάλλον, όταν μάλιστα είναι υποχρεωμένες να διαχειρίζονται τεχνολογία αιχμής.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η προστασία του εθνικού συμφέροντος – και νομίζω ότι όλοι συμφωνούμε σε αυτό – εκ μέρους όλων των πολιτικών δυνάμεων προϋποθέτει να προσεγγίζουν με υπευθυνότητα και συνέπεια θέματα τα οποία άπτονται της εξωτερικής πολιτικής, της άμυνας και της ασφάλειας της χώρας. Οι διεθνείς σχέσεις και η άμυνα δεν προσφέρονται και ασφαλώς δεν πρέπει να μεταβάλλονται σε πεδίο εκδήλωσης κομματικών ανταγωνισμών ή άσκησης επικοινωνιακών τακτικών.
Αυτό ασφαλώς, για να μην υπάρξει παρεξήγηση όσων λέω, δεν σημαίνει ότι οι κυβερνητικοί χειρισμοί στους κρίσιμους αυτούς τομείς δεν εμπίπτουν στον έλεγχο της Αντιπολίτευσης και πολύ περισσότερο δεν εμπίπτουν στο πεδίο του κοινοβουλευτικού ελέγχου. Σημαίνει όμως ότι ο έλεγχος αυτός, τον οποίον δικαιούται και οφείλει να ασκεί η Αντιπολίτευση, πρέπει να είναι προσεκτικός, πρέπει να είναι υπεύθυνος, πρέπει να είναι συγκεκριμένος, χωρίς υπερβολές και ιδίως, χωρίς κινδυνολογίες. Αυτά τα βασικά χαρακτηριστικά σοβαρού ελέγχου φοβάμαι ότι δεν τα έχει η σημερινή επερώτηση και όσα, για την ανάπτυξή της, ελέχθησαν σ΄ αυτήν την Αίθουσα.
Δυστυχώς, κύριοι συνάδελφοι, οι Βουλευτές του ΠΑ.ΣΟ.Κ., αναπτύσσοντας τη συζητούμενη επερώτηση του κόμματός τους για την αμυντική βιομηχανία, δεν σεβάστηκαν το πλαίσιο αυτών των αρχών που εξέθεσα προηγουμένως, αλλά σε μια προσπάθεια περιγραφής της κατάστασης με τα μελανότερα χρώματα τα οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει κάποιος, επιχείρησαν ατυχώς μία ακόμη προσπάθεια επικοινωνιακής τακτικής και εμφάνισαν αυτήν την κατάσταση, όχι γιατί έτσι είναι η πραγματικότητα, αλλά γιατί με αυτόν τον τρόπο ήλπιζαν ότι θα κατεδείκνυαν ως εσφαλμένη την ακολουθούμενη κυβερνητική πολιτική στον τομέα αυτό και θα κέρδιζαν, κατά τους ίδιους, αντιπολιτευτικούς πόντους.
Συκοφαντικές υποθέσεις αναφέρθηκαν σε αυτήν την Αίθουσα, δυσφημιστικές παρατηρήσεις, επισημάνσεις οι οποίες δεν έχουν καμμία απολύτως σχέση με την πραγματικότητα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ο τομέας της άμυνας είναι ελάχιστα προνομιακός για την άσκηση εκ μέρους σας κοινοβουλευτικού ελέγχου, όχι μόνο γιατί η παρούσα Κυβέρνηση έχει και σε αυτόν τον τομέα να επιδείξει έργο, αλλά κυρίως διότι τα χρόνια που είχατε τη διακυβέρνηση στιγμάτισαν αποτυχημένες και αδιαφανείς επιλογές και σε αυτόν τον τομέα. Θυμίζω το νεφελώδες πλαίσιο των προμηθειών των αμυντικών συστημάτων που μας κληροδοτήσατε, τα χαμένα αντισταθμιστικά ωφελήματα, την προτίμηση την οποία δείχνατε σε κάθε ευκαιρία σε μεσάζοντες αντί των διακρατικών συμφωνιών και τα προβλήματα τα οποία μας αφήσατε στο στρατιωτικό προσωπικό, προβλήματα τα οποία έχουν για πολλές δεκαετίες σωρευτεί και καλούμεθα να αντιμετωπίσουμε.
Στα τέσσερα χρόνια που η Νέα Δημοκρατία ασκεί τη διακυβέρνηση της χώρας προχωρήσαμε σε αρκετές και σημαντικές ρυθμίσεις, με στόχο τον εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων, τη διαφάνεια των αμυντικών εξοπλισμών και τη μέριμνα για το στρατιωτικό προσωπικό.
Κύριοι συνάδελφοι, στο πλαίσιο του κυβερνητικού προγράμματος της Νέας Δημοκρατίας -θα μιλήσω μόνο συμπληρωματικά, διότι ο κύριος Υπουργός τα ανέλυσε- η ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας αποτελεί στρατηγικό στόχο, έτσι ώστε να υφίσταται υγιής ανάπτυξη που προσθέτει στην αμυντική ικανότητα της χώρας και δημιουργεί πραγματικές και υγιείς θέσεις απασχόλησης.
Οφείλω να υπενθυμίσω σε όσους το λησμονούν ή θέλουν να το λησμονούν ότι η ίδρυση των σημαντικότερων αμυντικών βιομηχανιών προγραμματίστηκε και υλοποιήθηκε στη δεκαετία του 1970 από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, όπως επίσης οφείλω να υπενθυμίσω, ιδίως προς τους επερωτώντες συναδέλφους του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ότι την προσπάθεια εκείνη της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας το κόμμα σας, το κόμμα του ΠΑ.ΣΟ.Κ. που άσκησε κατόπιν την κυβέρνηση, την προσέγγισε ως μία ευκαιρία επαγγελματικής αποκατάστασης «ημετέρων» στις αμυντικές βιομηχανίες. Τις κατέστησε με αυτόν τον τρόπο προβληματικές, με αποτέλεσμα να απορροφούν πολύ περισσότερους δημόσιους πόρους, χωρίς να υφίσταται αντίστοιχη αντιπαροχή προς το κράτος.
Η παρούσα Κυβέρνηση και σε αυτόν τον τομέα έρχεται να αποκαταστήσει τις στρεβλώσεις του παρελθόντος. Σε αυτό το πλαίσιο, η Κυβέρνηση επιδιώκει τον εκσυγχρονισμό της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, την ανάπτυξη, όπως οφείλουμε να κάνουμε, διεθνών συνεργειών, καθώς επίσης και τη διεύρυνση του πελατολογίου της ώστε η αμυντική μας βιομηχανία να καταστεί βιώσιμη και ανταγωνιστική.
Κατά την υλοποίηση του Ε.Μ.Π.Α.Ε. 2006-2010, επιδιώκουμε την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη συμμετοχή της κρατικής και ιδιωτικής εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας στις προμήθειες των Ενόπλων Δυνάμεων.
Με το νέο νόμο για τις προμήθειες αμυντικού υλικού, καταστήσαμε υποχρεωτική τη συμμετοχή της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας στα εξοπλιστικά προγράμματα. Ενθαρρύνουμε τη συνεργασία μεταξύ των εταιρειών της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας καθώς και με μεγάλους διεθνείς οίκους και υποστηρίζουμε τις προσπάθειες που καταβάλλονται μέσω του Ευρωπαϊκού Αμυντικού Οργανισμού.
Αξιοποιούμε το θεσμό των Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα και ένα παράδειγμα γι’ αυτό είναι το πρότυπο έργο του κέντρου εξομοιωτών πτήσης για την εκπαίδευση χειριστών ελικοπτέρων της Αεροπορίας Στρατού, συνολικού προϋπολογισμού 78.000.000 ευρώ.
Επίσης, η προσπάθεια για την εξυγίανση και την εξωστρέφεια της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας αποδίδει ήδη καρπούς, παρά το έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον, το οποίο, νομίζω, πολύ καλά γνωρίζετε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η υλοποίηση από την Ε.Α.Β. του προγράμματος δομικής και ηλεκτρονικής αναβάθμισης των F-16 της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας που σταθμεύουν στην Ευρώπη, έργο συνολικού ποσού περίπου 50.000.000 δολαρίων.
Ακόμη, η Ε.Α.Β. συμμετέχει στο σχεδιασμό και στην κατασκευή τμήματος της ατράκτου του αεροσκάφους της Beoing, καθώς και σε άλλες διεθνείς συμπαραγωγές.
Οι συμφωνίες αυτές, αλλά και όσες ανέφερε προηγουμένως ο Υπουργός, δεν επιτεύχθηκαν τυχαία, κύριοι συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ., αλλά οφείλονται στη στρατηγική ανάπτυξης και εξωστρέφειας της επιχείρησης, η οποία σταδιακά υλοποιεί επενδυτικά προγράμματα ύψους πολλών δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Από τον πρώτο εκ των ομιλητών που έλαβαν το λόγο, για να αναπτύξουν την επερώτηση, δόθηκε ένας κατάλογος του συνολικού τζίρου των αμυντικών εταιρειών.
Εγώ, όμως, ερωτώ: Γνωρίζετε τι ποσοστό αναφέρεται σε αναθέσεις εθνικές και τι ποσοστό αναφέρεται σε παραγγελίες από το εξωτερικό; Πόσες ήταν οι παραγγελίες που ελάμβαναν οι εθνικές βιομηχανίες από το εξωτερικό το 2004 και πόσες είναι σήμερα; Είναι ένα κρίσιμο στοιχείο το οποίο οφείλετε να ερευνήσετε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ..
Τελειώνοντας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, οφείλω να πω ότι και σ’ αυτό τον τομέα η Κυβέρνηση, λαμβάνοντας υπ' όψιν τα προβλήματα, τις δυσκολίες, αλλά και το διεθνή περίγυρο, ακολουθεί μία σοβαρή και συγκροτημένη πολιτική για την ανάπτυξη της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας σε ένα περιβάλλον, επαναλαμβάνω έντονου διεθνούς ανταγωνισμού. Σταδιακά διορθώνονται τα σφάλματα και οι παραλήψεις και νομίζω ότι μπορούμε, έχουμε τη δυνατότητα να ατενίζουμε και σ’ αυτόν τον τομέα, με αισιοδοξία το μέλλον. Προσεκτικότεροι πρέπει να είστε εσείς, κύριοι συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ., διότι, ωθούμενοι και από συνδικαλιστές της παρατάξεώς σας, διατυπώνετε επερωτήσεις οι οποίες όχι μόνο δεν έχουν κανένα ιδεολογικό στίγμα, αλλά δυστυχώς –και λυπάμαι που το λέω- δεν περιέχουν και καμιά πολιτική επισήμανση.
Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Το λόγο έχει ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, κ. Δήμος Κουμπούρης.
ΔΗΜΟΣ ΚΟΥΜΠΟΥΡΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τόσο από το κείμενο της επερώτησης όσο και από το Βήμα αυτό από τους ομιλητές, έγινε μία σειρά από διαπιστώσεις για τα προβλήματα της πολεμικής βιομηχανίας που υπάρχουν σε γενικές γραμμές και δεν μπορεί κανείς να το αμφισβητήσει.
Το ερώτημα είναι ποιες είναι οι αιτίες που γεννούν αυτά τα προβλήματα, γιατί υπάρχουν αυτά τα προβλήματα στην πολεμική βιομηχανία;
Η απάντηση για μας είναι πολιτική απάντηση και έχει πολιτικές αιτίες και βρίσκεται στις πολιτικές που έχουν ακολουθήσει οι κυβερνήσεις και της Νέας Δημοκρατίας σήμερα και παλαιότερα οι κυβερνήσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ..
Υπάρχει μία πραγματικότητα, κυρίες και κύριοι Βουλευτές. Άσχετα αν αρέσει σε κάποιον αυτή η πραγματικότητα, δεν μπορεί κανείς να την αμφισβητήσει. Υπάρχει η πραγματικότητα που λέει ότι τα τελευταία χρόνια έχει ενταθεί η επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού σε όλο τον κόσμο, η επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού στην περιοχή μας. Υπάρχει η πραγματικότητα που λέει ότι στα πλαίσια αυτής της επιθετικής πολιτικής των ιμπεριαλιστών είτε των Αμερικάνων είτε των Ευρωπαίων, η χώρα μας έχει ευθυγραμμιστεί με αυτήν την πολιτική, έχει πάρει μέρος στο σχεδιασμό της αλλά και σε διάφορες επιχειρήσεις.
Υπάρχει εδώ μία αντιφατικότητα. Αφού η χώρα μας έχει γίνει πρωταθλητής, όσον αφορά τα ζητήματα που έχουν σχέση με τους εξοπλισμούς και τα χρήματα που ξοδεύονται γι’ αυτούς τους εξοπλισμούς, από την άλλη μεριά η πολεμική βιομηχανία μαραζώνει, συρρικνώνεται, ιδιωτικοποιείται και φυσικά μετατρέπεται με την πολιτική που έχει ακολουθηθεί σε συμπληρωματική επιχειρηματική επιχείρηση. Έχουμε παράδειγμα με την ιδιωτικοποίηση της ΕΛ.Β.Ο., έχουμε τα προβλήματα με τον κλείσιμο των ναυπηγείων. Δεν δίνονται παραγγελίες, δεν δίνονται σήμερα παραγγελίες στην πολεμική βιομηχανία κ.λπ..
Εδώ φαίνεται ότι όλες οι κυβερνήσεις έχουν προκρίνει τους εξοπλισμούς από το εξωτερικό και φυσικά στη συνέχεια τη συρρίκνωση και το κλείσιμο αυτών των επιχειρήσεων. Αλλά και αυτές οι επιχειρήσεις, όπως ανήκουν σήμερα στον δημόσιο τομέα, δεν δουλεύουν για το δημόσιο τομέα. Εδώ δεν αναφέρθηκε -και είναι πολύ σημαντικό το ζήτημα- για το χτύπημα των δικαιωμάτων των εργαζομένων όλα αυτά τα χρόνια και στην πολεμική βιομηχανία, που φυσικά το μεταβλητό κεφάλαιο που ακούει στο όνομα εργατική δύναμη μέσα σε αυτές τις επιχειρήσεις, έχει δεχθεί, μαζί με το σύνολο της εργατικής τάξης στη χώρα μας, χτυπήματα σε όλα του τα δικαιώματα, π.χ. στα εργασιακά, στα μισθολογικά. Μέσα σε αυτές τις επιχειρήσεις ένα μεγάλο μέρος του προσωπικού εργάζεται σε εργολάβους και φυσικά υπάρχουν εργαζόμενοι οι οποίοι δεν έχουν σταθερό μόνιμο χρόνο απασχόλησης με όλα όσα συνεπάγονται από αυτήν ακριβώς τη λογική που έχει επικρατήσει.
Εδώ έχουν ευθύνες και οι ηγεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος, οι οποίες συμβιβάστηκαν σ’ αυτήν τη λογική, στήριξαν τη λογική της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, στήριξαν τη λογική των ιδιωτικοποιήσεων, στήριξαν τις λογικές εκείνες και έτσι, με τη μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης γίνεται μεγαλύτερη εκμετάλλευση των εργαζόμενων και φυσικά είναι μεγαλύτερα τα κέρδη και μέσω του δημόσιου τομέα για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Η θέση του Κ.Κ.Ε. είναι, ότι αυτές οι επιχειρήσεις πρέπει να είναι επιχειρήσεις οι οποίες θα λειτουργήσουν μέσα από έναν ενιαίο δημόσιο φορέα πολεμικής βιομηχανίας. Αλλά και αυτό βέβαια από μόνο του δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα, εάν δεν υπάρξουν γενικότερες πολιτικές ανατροπές προς όφελος του λαού και των εργαζομένων και αν φυσικά μέσα από αυτές τις αλλαγές η πολεμική βιομηχανία δεν γίνει πραγματικά αμυντική βιομηχανία για τη χώρα μας, αντί να παίζουν στα σχέδια των ιμπεριαλιστών.
Η θέση μας είναι, από τα χρήματα που έχουν ψηφιστεί από τη Βουλή στον κρατικό προϋπολογισμό να πάει ένα μεγάλο μέρος, εκείνο που χρειάζεται γι’ αυτές τις ανάγκες, στα ελληνικά αμυντικά συστήματα. Γιατί δεν πηγαίνει αυτό το κομμάτι; Είναι ένα κομμάτι που φυσικά θα δώσει ζωή, θα λύσει προβλήματα και φυσικά θα δώσει πνοή σ’ αυτές τις επιχειρήσεις.
Πρώτα απ’ όλα να γίνει ανάθεση παραγγελιών άμεσα, μακροπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα σ’ αυτές τις επιχειρήσεις. Δεύτερον, να γίνουν οι αναγκαίες επενδύσεις που χρειάζονται σ’ αυτές τις επιχειρήσεις, δηλαδή μηχανήματα, μετεγκαταστάσεις που χρειάζονται να γίνουν, γιατί υπάρχουν και τέτοια προβλήματα, και φυσικά να εκσυγχρονιστούν για να ανταποκρίνονται στις σημερινές ανάγκες της τεχνολογίας και της παραγωγικότητας, για να μπορέσουν να ανταποκριθούν. Τρίτον, να πραγματοποιηθεί η ικανοποίηση των προβλημάτων των εργαζομένων, των αιτημάτων, να ικανοποιηθούν τα προβλήματα που έχουν σχέση με τους μισθούς και τα μεροκάματα, που έχουν σχέση με τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα, που έχουν σχέση με τις εργασιακές τους σχέσεις, να απομακρυνθούν οι εργολάβοι που παίζουν το ρόλο του μεσάζοντα και φυσικά καλύπτουν εργασιακές σχέσεις με φτηνό εργασιακό κόστος και με ανασφάλιστους εργαζόμενους. Και φυσικά να υπάρξει μονιμότητα για όλο το προσωπικό που χρειάζεται να εργάζεται σ’ αυτές τις επιχειρήσεις. Επίσης, κύριε Υπουργέ, πρέπει να γίνουν και οι αναγκαίες προσλήψεις, που χρόνια συζητούνται και φυσικά αυτές οι προσλήψεις μ΄ αυτήν τη λογική δεν γίνονται.
Θα ήθελα στο τέλος να αναφερθώ σ΄ ένα ζήτημα, που έχει σχέση με τη μετεγκατάσταση ορισμένων επιχειρήσεων. Εμείς συμφωνούμε ότι μπορεί να γίνει μια τέτοια μετεγκατάσταση, αρκεί να γίνει σχεδιασμένα, μακροπρόθεσμα, να γίνει σε όφελος των εργαζομένων, να διατηρηθεί ο δημόσιος χαρακτήρας αυτών των επιχειρήσεων και φυσικά η γη που θα προκύψει από τη μετεγκατάσταση αυτών των επιχειρήσεων, να παραχωρηθεί στους κατοίκους για να υπάρξει ανάπλαση προς όφελός τους. Έχοντας υπ΄όψιν ότι είναι γνωστή η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στο Ελληνικό και ότι η γη είναι εμπόρευμα το οποίο είναι πολύ προσοδοφόρο τα τελευταία χρόνια για τους ιδιώτες και τους καπιταλιστές, για μας, χρειάζεται να γίνει αγώνας όλων των φορέων και των ίδιων των εργαζομένων και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των κατοίκων, ώστε, πραγματικά, μέσα από μια τέτοια εξέλιξη, να προκύψουν θετικά αποτελέσματα και για τους εργαζόμενους και για τους κατοίκους αυτών των περιοχών.
Σας ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Ευχαριστούμε τον κ. Κουμπούρη.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχω την τιμή να ανακοινώσω στο Σώμα ότι οι Υπουργοί Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης κατέθεσαν σχέδιο νόμου: «Παράταση Ειδικών Επιδοτήσεων και άλλες διατάξεις».
Παραπέμπεται στην αρμόδια Διαρκή Επιτροπή.
Το λόγο έχει ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς κ. Μπανιάς.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΠΑΝΙΑΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, για να μιλήσουμε για την Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία, χρειάζεται να αναφερθούμε και να μιλήσουμε για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα η βιομηχανία, για το μέλλον των εργαζόμενων σ΄ αυτήν και κυρίως για τις προθέσεις της Κυβέρνησης και γενικότερα για την πολιτική της, για την εθνική άμυνα και τις στρατιωτικές δαπάνες. Πριν όμως, θα ήθελα να κάνω μία κρίσιμη επισήμανση. Πιστεύω ότι κατ’ ευφημισμόν ονομάζεται αμυντική αυτή η βιομηχανία, αφού με βάση τις εξελίξεις που σημειώνονται στον κόσμο, στην Ευρώπη και στην Ελλάδα και το γεγονός ότι η Ελλάδα μετέχει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε πολέμους σε άλλες χώρες και στρατιωτικές επιχειρήσεις εκτός Ελλάδος, τα προϊόντα αυτής της βιομηχανίας, χρησιμοποιούνται και εξυπηρετούν όχι μόνο αμυντικούς αλλά και επιθετικούς σκοπούς. Θα ήταν ίσως, λοιπόν, πιο σωστό να μιλάμε για πολεμική βιομηχανία.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εξετάζοντας εκ πρώτης όψεως όλες τις πλευρές της πραγματικότητας και της πολιτικής της Κυβέρνησης, μπορούμε να πούμε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα εξαιρετικά αντιφατικό φαινόμενο. Έχουμε αφ’ ενός, κλιμάκωση των εξοπλισμών και των εξοπλιστικών δαπανών και φιλόδοξες προτεραιότητες στο προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας για την αναδιοργάνωση και τον εκσυγχρονισμό της κρατικής αμυντικής –όπως ονομάζεται- βιομηχανίας και αφ’ ετέρου, συνεχή απαξίωση της κρατικής αμυντικής βιομηχανίας. Αυτά τα πράγματα, φαίνεται κατ’ αρχήν να είναι αντιφατικά και πρέπει να πούμε δυο λόγια από ποια στοιχεία προκύπτει η εκτίμηση γι’ αυτήν την πολιτική της Κυβέρνησης και για την απαξίωση της βιομηχανίας.
Η Ελλάδα κλιμακώνει τους εξοπλισμούς της, έχει τις μεγαλύτερες δαπάνες ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος από όλες τις χώρες του ΝΑΤΟ. Δεύτερον, στις προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησης μετά τις τελευταίες εκλογές, διαπιστώσαμε τάση ενίσχυσης αυτών των δαπανών. Τρίτον, οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνει η Ελλάδα στο Αφγανιστάν, στο Κόσοβο, έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ζητάει αύξηση των πολεμικών δαπανών, οδηγούν και υποχρεώνουν σε μια τέτοια αύξηση των δαπανών.
Σ΄ ό,τι αφορά την απαξίωση της κρατικής αμυντικής βιομηχανίας, παρακολουθούμε περιορισμούς σε συμβάσεις και αναθέσεις στην κρατική αμυντική βιομηχανία, αποδιοργάνωση και αναχρονισμό στην κρατική αμυντική βιομηχανία, αδυναμία να ανταποκριθεί στις συμβατικές της υποχρεώσεις και μάλιστα πολλές φορές, με καταλογισμό υψηλών ποινικών ρητρών και ταυτόχρονα παρακολουθούμε οργανωτική ανεπάρκεια, παραλυτική λειτουργία, γιγάντωση της γραφειοκρατίας και υποαπασχόληση προσωπικού, με παραμερισμό μάλιστα ικανών στελεχών και πολλές φορές -συχνά γίνεται αυτό το τελευταίο διάστημα- με δανεισμό προσωπικού από ιδιωτικές επιχειρήσεις, που ασχολούνται με εξοπλιστικά προγράμματα και όλα αυτά συμβαίνουν με φανερή την αδιαφορία της Κυβέρνησης. Την ίδια περίοδο, βλέπουμε διάφορες μικρές ιδιωτικές επιχειρήσεις στον τομέα των εξοπλισμών να παρουσιάζουν μεγάλη δραστηριότητα και μάλιστα με ιδιαίτερα σημαντική την πλευρά της εξαγωγικής δραστηριότητας.
Ο κύριος Υφυπουργός, μας μίλησε για συμβάσεις εκατομμυρίων ευρώ και επενδύσεις στην Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία τα τελευταία χρόνια. Έναντι ποίων όμως αναθέσεων και πληρωμών, σε ιδιωτικές επιχειρήσεις στην ίδια περίοδο; Δεν μας είπε, ο κύριος Υφυπουργός. Ενώ κυρίως την ίδια περίοδο, σημειώνουμε ότι έχουμε πληρωμές δισεκατομμυρίων ευρώ για αγορές αμυντικών και επιθετικών οπλικών συστημάτων σε ξένες βιομηχανίες και πολυεθνικές όπλων και οπλικών συστημάτων. Εύλογα, λοιπόν, δημιουργείται το ερώτημα: Πού οφείλεται αυτό το αντιφατικό φαινόμενο, μεταξύ διακηρύξεων και πραγματικότητας; Είναι τυχαίο ή έχει τις αιτίες και τις εξηγήσεις του; Προφανώς ισχύει αυτό, ότι έχει πραγματικές αιτίες και εξηγήσεις.
Συγκεκριμένα εξετάζοντας πιο προσεκτικά το φαινόμενο, διαπιστώνουμε ότι το φαινόμενο αυτό έχει σχέση με τη φιλοσοφία της Κυβέρνησης και με τη στρατηγική που υλοποιεί πολιτικά αυτήν τη φιλοσοφία. Ό,τι και να μας λέει η Κυβέρνηση, στην πραγματικότητα έχει υιοθετήσει το καπιταλιστικό μοντέλο στην πιο ακραία νεοφιλελεύθερη εκδοχή του. Πιστεύουμε ότι η Κυβέρνηση εφαρμόζει με καθυστέρηση δεκαετιών, πολιτικές που έχουν χρεωκοπήσει στις ΗΠΑ, στην Αγγλία και αλλού. Πολλές από αυτές εγκαταλείπονται, όχι βεβαίως εγκαταλείποντας το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά για άλλες επιλογές, που μπορούν να διορθώσουν πράγματα που αποδείχθηκε ότι δεν ήταν αποτελεσματικά γι’ αυτό το σύστημα.
Πιστεύουμε ότι αυτήν την επιλογή την κάνει συνειδητά η Κυβέρνηση, γιατί εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου και όχι τα συμφέροντα της χώρας και του ελληνικού λαού. Βασικό όχημα αυτής της πολιτικής είναι οι ιδιωτικοποιήσεις. Η Κυβέρνηση προχωράει ακάθεκτη στην ιδιωτικοποίηση των πάντων, όλων των νευραλγικών πλευρών και τομέων του δημόσιου τομέα: τη βιομηχανία, τον ασφαλιστικό τομέα, την ενέργεια, τις τηλεπικοινωνίες, τις συγκοινωνίες, την παιδεία, την υγεία και το περιβάλλον. Ξεπουλάει τα πάντα στο κεφάλαιο, με τη λογική του άκρατου επιθετικού νεοφιλελευθερισμού.
Στο πλαίσιο αυτής της λογικής, οι κρατικές επιχειρήσεις, είτε αφήνονται να μετατρέπονται σε προβληματικές και πουλιούνται για ένα κομμάτι ψωμί -έχουμε πολλά παραδείγματα- είτε αν είναι κερδοφόρες, η Κυβέρνηση προχωρά στη σταδιακή εκχώρησή τους, εκχώρηση μέρους του ποσοστού που συνεχώς αυξάνεται ή σε εκχώρηση του μάνατζμεντ ή και στα δυο μαζί. Βλέπουμε ότι αυτό γίνεται σε όλους τους στρατηγικούς τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας μας.
Πιστεύουμε ότι την ίδια τύχη επιφυλάσσει η Κυβέρνηση και στην αμυντική βιομηχανία. Το φαινόμενο αυτό έχει επίσης σχέση με την εξάρτηση της χώρας μας από τις Η.Π.Α., από το ΝΑΤΟ και από τις άλλες μεγάλες χώρες της Ευρώπης. Πρέπει να πούμε ότι η άμυνα της χώρας μας εξαρτάται στρατιωτικά απολύτως από τα οπλικά συστήματα αυτών των χωρών και πολιτικά από τις επιλογές και τις διαθέσεις τους. Καταλαβαίνουμε πόσο επικίνδυνο μπορεί να είναι αυτό το πράγμα.
Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε ότι η ασφάλεια της χώρας, παραδίδεται στους ξένους και στα ιδιωτικά συμφέροντα. Υπάρχει ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα δεκαετίας, που ακούμε ότι μπορεί να φθάσει τα 22.000.000.000 ευρώ. Εμείς πιστεύουμε ότι θα υπερβούμε αυτό το ποσό με βάση τις νέες κατευθύνσεις και υποχρεώσεις που προκύπτουν από τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Ο στόχος της Κυβέρνησης, που τον διακήρυξε προεκλογικά, είναι η σταδιακή ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας αλλά δεν περπατάει και δεν προκύπτει από τα πραγματικά στοιχεία. Στην πραγματικότητα η Κυβέρνηση, διαπραγματεύεται νέες παραγγελίες όπλων και οπλικών συστημάτων από ξένες χώρες.
Οι δικές μας θέσεις είναι ότι χρειάζεται απέναντι σ’ αυτήν την πολιτική που ασκείται και οδηγεί σε αδιέξοδα και σ΄ αυτές που φαίνονται να είναι κατ’ αρχήν αντιφάσεις, αλλά που στην πραγματικότητα δεν είναι, χρειάζεται μια πολιτική ειρήνης και αφοπλισμού. Καμμία σχέση και συμμετοχή σε στρατιωτικές επεμβάσεις σε άλλες χώρες, υπό οποιοδήποτε πρόσχημα. Κανένας Έλληνας στρατιώτης εκτός των συνόρων της Ελλάδας. Βαθμιαία αποστρατιωτικοποίηση και κατάργηση των εξοπλισμών. Κρατική και αποκλειστικά αμυντική η βιομηχανία εξοπλισμών. Να σταματήσει η ιδιωτικοποίηση σ’ αυτόν τον κρίσιμο εθνικά τομέα. Αξιοποίηση της κρατικής βιομηχανίας και για άλλους μη στρατιωτικούς σκοπούς, όπως θα μπορούσαμε να αναφέρουμε χαρακτηριστικά: πυροσβεστικά αεροπλάνα, ελικόπτερα, υδροπλάνα, κ.λπ.. Συμπαραγωγή με τους μεγάλους προμηθευτές και τέλος σωστή αξιοποίηση του υπάρχοντος προσωπικού με πραγματικές αμοιβές, εκείνες που χρειάζονται με βάση το κόστος της ζωής σήμερα και με όχι ελαστικές εργασιακές σχέσεις, αλλά με εργασιακές σχέσεις, που θα ανταποκρίνονται στην αξιοπρέπεια των εργαζομένων.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Ευχαριστούμε, κύριε Μπανιά.
Το λόγο έχει ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού κ. Ροντούλης.
ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΡΟΝΤΟΥΛΗΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Μιλάμε για προμήθειες, για εξοπλισμούς, για αντισταθμιστικά οφέλη. Όλα καλά, κύριε Υφυπουργέ, υπό μία προϋπόθεση όμως. Το βάθρο όλων αυτών, το έθεσε ο ίδιος ο αξιότιμος Πρωθυπουργός της χώρας. Μιλάμε, λοιπόν, για όλα αυτά, υπό την προϋπόθεση ότι η Κυβέρνηση ούτε απειλείται ούτε εκβιάζεται. Αυτά δεν είναι δικά μας λόγια, είναι λόγια του αξιοτίμου Προέδρου της Κυβέρνησης.
Όμως, πώς θα αντιδρούσατε στην περίπτωση που σας επεδείκνυα ότι η πρωθυπουργική αυτή ρήση απαξιώνεται εν των ένδων, διότι θα καταθέσω στα Πρακτικά κάτι που συνέβη μόλις χθες. Θα καταθέσω πλειάδα Πρακτικών, για να λάβετε γνώση.
Ο κ. Χαρακόπουλος, δικός σας Βουλευτής, εκ Λαρίσης ορμώμενος –έχω δηλώσεις του που θα καταθέσω στα Πρακτικά- σε εφημερίδα με τίτλο «Κινδύνευσε η κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή» δηλώνει ξεκάθαρα στους κυβερνητικούς παράγοντες το εξής: «Θα βρεθώ στη δυσάρεστη θέση να καταψηφίσω, αν δεν υλοποιήσετε αυτά που είχατε πει στη Λάρισα για τους μεταταγέντες στο εργοστάσιο ζάχαρης».
Τα καταθέτω στα Πρακτικά, για να λάβει γνώση ο κύριος Υφυπουργός και να δείτε τι λένε οι Βουλευτές σας.
(Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Αστέριος Ροντούλης καταθέτει για τα Πρακτικά τα προαναφερθέν έγγραφα, τα οποία βρίσκονται στο αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής)
Θέλω, λοιπόν, να σας θέσω κάποια ερωτήματα. Το μήνυμα που περνάτε στην κοινωνία ποιο είναι; Μπορείτε να διαχειριστείτε υποθέσεις επιπέδου Ο.Τ.Ε.; Μπορείτε να διαχειριστείτε υποθέσεις δισεκατομμυρίων -διότι, όταν μιλάμε για εξοπλιστικά προγράμματα, μιλάμε για εκατομμύρια εκατομμυρίων ευρώ- τη στιγμή που σε επίπεδο εργοστασίου ζάχαρης απειλείστε, εκβιάζεστε από ένα Βουλευτή σας;
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να θέσω και ένα άλλο ερώτημα. Μ' αυτό τον τρόπο δεν υποτιμάτε τους δικούς σας Βουλευτές, που επί ημέρες έδιναν και αυτοί έναν αγώνα για τους εργαζόμενους στη ζάχαρη; Ο κ. Αλογοσκούφης δηλαδή, με άλλα λόγια και οι Υπουργοί και οι Υφυπουργοί σας που χειρίστηκαν την υπόθεση, ο κ. Λέγκας για παράδειγμα, θα πρέπει να απαντήσουν, αν έγιναν οι όποιες υποχωρήσεις υπό την πίεση απειλής και εκβιαστικών διλημμάτων. Αυτό είναι το ένα ενδεχόμενο, πράγμα που δείχνει ότι η πλειοψηφία της παρατάξεώς σας, είναι τουλάχιστον παραπαίουσα, για να μη χαρακτηρίσω διαφορετικά τα πράγματα.
Δύο τινά συμβαίνουν: Ή ο Βουλευτής Λαρίσης λέει την αλήθεια, οπότε τότε εκτίθεται σύμπασα η Κυβέρνηση, διότι αυτό που καταλαβαίνω εγώ, οι Βουλευτές και όλη η κοινωνία, είναι ότι αρκεί να βρούμε ένα Βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας που θα απειλήσει το κυβερνητικό σχήμα, προκειμένου να περάσει αυτό που θέλουμε ή ο αξιότιμος Βουλευτής Λαρίσης κ. Χαρακόπουλος, έχει μπερδέψει, έχει παρανοήσει τα πράγματα και θεώρησε τις επαφές, τις θεμιτές επαφές που όλοι κάνουμε για διάφορα ζητήματα με κυβερνητικούς παράγοντες, ως εκβιαστικό δίλημμα καταψήφισης νομοσχεδίου. Τότε ο ίδιος είναι «τζάμπα μάγκας». Είναι επαναστάτης και αντάρτης του γλυκού νερού.
Εμένα προσωπικά δεν με ενδιαφέρει ο κ. Χαρακόπουλος, ό,τι θέλει ας κάνει. Με ενδιαφέρει όμως η εικόνα που δίνει μία Κυβέρνηση, η οποία διαχειρίζεται ένα πακτωλό κονδυλίων. Διότι τα κονδύλια που θα πρέπει να δώσετε τους επόμενους δώδεκα με δεκαοχτώ μήνες, κύριε Υφυπουργέ, είναι γύρω στα 10.000.000.000 ευρώ.
Μιλάμε για τρομακτικά ποσά. Τα ακούει ο κόσμος και τρελαίνεται. Αυτά τα ποσά, τα 10.000.000.000 ευρώ, για να μη σας αδικώ, είναι και προμήθειες όπλων, προμήθειες των Ενόπλων Δυνάμεων γενικότερα, που έρχονται από την περίοδο του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Δεν είναι μόνο δικές σας. Θα αποπληρωθούν και ποσά που έρχονται από άλλες εποχές.
Σε κάθε περίπτωση όμως, θα πρέπει να καταλάβει ο κόσμος κάτι, ότι η Ελλάδα από την τέταρτη θέση που ήταν παγκοσμίως, όσον αφορά την προμήθεια οπλικών συστημάτων, έχει φθάσει στην τρίτη. Γίναμε χάλκινοι πρωταθλητές δηλαδή παγκοσμίως. Έχουμε φθάσει στην τρίτη θέση. Μετά από την Κίνα και την Ινδία είναι η Ελλάδα. Και αυτό το γνωρίζετε πάρα πολύ καλά.
Έχω μπροστά μου, κι επίσης θα καταθέσω στα Πρακτικά της Βουλής, μια συνέντευξη του κ. Βαγγέλη Βασιλάκου, του Γενικού Διευθυντή Εξοπλισμών του Υπουργείου Άμυνας. Τη θεωρώ πάρα πολύ σημαντική. Γιατί; Διότι δεν πρέπει στη σημερινή συζήτηση αντιμετωπίζοντας το δέντρο, δηλαδή την ελληνική αμυντική βιομηχανία, να χάσουμε το δάσος, το όλον, που είναι οι εξοπλισμοί.
Λέει, λοιπόν, τα εξής ο κ. Βασιλάκος, ο οποίος κατηγόρησε –άκουσον, άκουσον- τον Πρόεδρο του Λαϊκού Ορθοδόξου Συναγερμού για κοινοβουλευτική ασυδοσία. Τώρα όμως θα δούμε ποιοι είναι οι ασύδοτοι.
Λέει, λοιπόν, ο ίδιος ο κ. Βασιλάκος: «Και σ’ αυτόν τον τομέα» -δηλαδή των εξοπλισμών- «το ΠΑ.ΣΟ.Κ. έχει τεράστιες πολιτικές ευθύνες, τόσο για την επιλογή οπλικών συστημάτων όσο και για τις αδιαφανείς διαδικασίες προμήθειας αυτών».
Και συνεχίζει, απευθυνόμενος στο έντυπο μέσο: «Εσείς πώς θα κρίνατε συμβάσεις που έχουν ανώτατο όριο ποινικών ρητρών» -προφανώς συμβάσεις που έχει κάνει το ΠΑ.ΣΟ.Κ.- «που δέχονται εταιρικές αντί τραπεζικές εγγυητικές επιστολές, που συγχέουν την συμπαραγωγή με την ελληνική προστιθέμενη αξία, που αναγκάζουν το ελληνικό δημόσιο, να καταβάλλει χρήματα για τη μη εξάσκηση δικαιώματος προαίρεσης» -δηλαδή option- «που μεταβιβάζουν την κυριότητα οπλικών συστημάτων στο ελληνικό δημόσιο χωρίς αυτά να έχουν παραληφθεί;» Αυτά τα λέει ο κ. Βασιλάκος για το ΠΑ.ΣΟ.Κ..
Κι εγώ ρωτάω: Εσείς είστε τώρα η υπεύθυνη Κυβέρνηση. Γιατί δεν τους βάλατε φυλακή; Δικά σας λεφτά διαχειρίστηκαν, να τα χαρίσετε;
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ: Δεν πάνε σε δίκη, κύριε συνάδελφε.
ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΡΟΝΤΟΥΛΗΣ: Μα αυτό ακριβώς λέω, κύριε Υπουργέ.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ: Οκτώ φορές…
ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΡΟΝΤΟΥΛΗΣ: Αν αυτά που λέτε ευσταθούν -και τα λέει ο δικός σας, ο κ. Βασιλάκος- θα πρέπει να τους πάτε στη φυλακή. Είχατε κάνει εξεταστική των πραγμάτων επιτροπή. Τι έγινε μ’ αυτό το πράγμα; Τίποτα, ναυάγιο! Άρα λοιπόν ή λέτε ψέματα, οπότε είστε κακοήθεις, ή δεν λέτε ψέματα, αλλά τότε υπάρχει μια μεγάλη παράλειψη εκ μέρους σας, το να κλείσετε τους κλέφτες στη φυλακή. Άλλο ενδεχόμενο δεν υπάρχει. Εκτός αν υπάρχει, το οποίο με μεγάλη χαρά θα πρέπει να ακούσω.
Και βεβαίως σας άκουσα να λέτε ότι η μεγάλη αλλαγή που φέρατε, είναι οι περιβόητες διακρατικές συμφωνίες. Το επικαλεστήκατε κι εσείς στην ομιλία σας και το έχω σημειώσει.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Θα ήθελα ένα επιπρόσθετο λεπτό, κύριε Πρόεδρε. Μου είναι αρκετό.
Και είπατε, κύριε Υπουργέ, κλείνοντας το μάτι, ότι «ξέρετε τι σημαίνει αυτό», υπονοώντας ότι βγάζετε τους μεσάζοντες. Αυτό είναι το βασικό επιχείρημα που έχετε.
Σας λέω, λοιπόν, ότι τους έχετε απλώς βαφτίσει διαφορετικά. Οι «μεσάζοντες» τώρα, έχουν γίνει «αντιπρόσωποι» ή, για να το πω κατά πολιτικά ορθό τρόπο, είναι «οι στα επιτελεία διαπιστευμένοι των εταιριών». Περί αυτού πρόκειται. Άρα, λοιπόν, όχι μόνο δεν διώξατε τους μεσάζοντες, αλλά τώρα παίζουν ακόμη μεγαλύτερο ρόλο, εφόσον δεν υπάρχουν οι διεθνείς διαγωνισμοί. Άρα, λοιπόν, μην επαίρεστε γι’ αυτό το εγχείρημα.
Και, βεβαίως, έχετε κι ένα δεύτερο επιχείρημα, που κι αυτό είναι μετέωρο. Τι λέτε; Λέτε ότι «επικροτούμε αυτόν τον τρόπο», δηλαδή τις διακρατικές συμφωνίες, «διότι παρεισφρέει και η λεγόμενη πολιτικοδιπλωματική παράμετρος», δηλαδή κάνουμε τέτοιους χειρισμούς στα εξοπλιστικά, για να έχουμε ανταλλάγματα στην εξωτερική πολιτική της χώρας.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει επανειλημμένα το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Τελειώστε.
ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΡΟΝΤΟΥΛΗΣ: Σ’ ένα λεπτό τελειώνω, κύριε Πρόεδρε.
Και σας ερωτώ: Από τα F-16 που αγοράστηκαν την τελευταία στιγμή και εν όψει της επισκέψεως του Πρωθυπουργού στο Λευκό Οίκο -διότι αυτό ήταν το κίνητρο- και μάλιστα χωρίς να λάβει γνώση η Πολεμική Αεροπορία, που από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης το έμαθε αυτό το πράγμα, τι ανταλλάγματα περιμένατε;
Είδαμε τη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών στην περίπτωση των Σκοπίων. Και μέχρι σήμερα μας πιέζουν, προκειμένου να δεχθούμε τον όρο «Νέα Μακεδονία». Διότι περί αυτού πρόκειται, ή για να μη σας αναφέρω τη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών στο Κυπριακό, το ακανθώδες αυτό πρόβλημα, που θέλουν να ενσκήψει και πάλι ένα νέο σχέδιο Ανάν, βελτιωμένο, πιθανόν και χειρότερο από το παλαιότερο.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Λοιπόν,…
ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΡΟΝΤΟΥΛΗΣ: Τελειώνω, κύριε Πρόεδρε. Δυο δεύτερα σας παρακαλώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Τελειώστε, κύριε Ροντούλη.
ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΡΟΝΤΟΥΛΗΣ: Σε κάθε περίπτωση ο κόσμος…
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Θα μείνουμε μόνοι μας εγώ και εσείς εδώ.
ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΡΟΝΤΟΥΛΗΣ: Ξέρετε τι λέει στα καφενεία ο κόσμος, κύριε Υφυπουργέ, όταν ακούει προμήθειες κ.λπ. Ενόπλων Δυνάμεων; Το μεγάλο φαγοπότι.
Ευχαριστώ πολύ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Ευχαριστώ, κύριε Ροντούλη.
Το λόγο έχει ο Υπουργός, ο κ. Τασούλας.
Κύριε Υπουργέ, έχετε το λόγο για δέκα λεπτά.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΑΣΟΥΛΑΣ (Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας): Κύριε συνάδελφε, αναφερθήκατε σε μία γκάμα θεμάτων και μάλιστα, είπατε ότι κάποια στιγμή, μιλώντας, έκλεισα και το μάτι.
ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΡΟΝΤΟΥΛΗΣ: Εντός εισαγωγικών, κύριε Υφυπουργέ. Υπονοώντας το είπα.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΑΣΟΥΛΑΣ (Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας): Δεν ξέρω αν έχω αποκτήσει τικ, έχοντας αντιλέγοντα εσάς, αλλά ούτε το μάτι κλείνω ούτε ακόμη έχω αποκτήσει τικ.
Το βέβαιο είναι ότι η συζήτηση κλείνει και έχει ένα ενδιαφέρον πολιτικό. Είμαι αναγκασμένος να σας πω ότι η αναφορά σας στο συντοπίτη σας συνάδελφο της Νέας Δημοκρατίας, δεν έγινε στη βάση του διλήμματος που εσείς σώνει και καλά θέλετε…
ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΡΟΝΤΟΥΛΗΣ: Ο ίδιος τα λέει.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΑΣΟΥΛΑΣ (Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας): Δεν έγινε στη βάση του διλήμματος που εσείς σώνει και καλά θέλετε να θέσετε, ή είναι έτσι ή είναι αλλιώς.
ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΡΟΝΤΟΥΛΗΣ: Σας εξεβίασε. Κοιτάξτε τα Πρακτικά.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Κύριε Ροντούλη, μη διακόπτετε.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΑΣΟΥΛΑΣ (Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας): Υπάρχει και η τρίτη εκδοχή ότι εσείς με τον ενθουσιασμό σας και με την αγωνία σας να βλέπετε ακόμη και κλεισίματα ματιών, προσπαθείτε να βαπτίσετε την άποψή του ότι συνιστά εκβιασμό.
Η πλειοψηφία της Κυβερνήσεως είναι στέρεη, συμπαγής και δεν έχει κανένα πρόβλημα ούτε καν από τα διλλήματα τα οποία με ενθουσιασμό, επειδή ακούτε τον εαυτό σας, θέτετε.
Επίσης, θα ήθελα να σας πω, κύριε Πάγκαλε, ότι υπάρχουν και στην πολιτική τα Βατερλό και εγώ δεν έχω κανένα πρόβλημα να…
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ: Σχήμα λόγου ήταν αυτό. Και είμαι και απόστρατος ναύτης.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΑΣΟΥΛΑΣ (Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας): Ναι υπάρχουν Βατερλώ. Και μάλιστα, αν θέλετε να το επιτείνω, εγώ σας αναγνωρίζω ότι για σας σήμερα ήταν Τραφάλγκαρ, ας πούμε. Επειδή πρόσφατα εορτάστηκε στη Μεγάλη Βρετανία η νίκη του Ναυάρχου Νέλσωνος, εγώ σας θεωρώ ότι σήμερα καταγάγατε ένα Τραφάλγκαρ.
Το πρόβλημα όμως δεν είναι το δικό μου ή το δικό σας Βατερλώ ή Τραφάλγκαρ. Το πρόβλημα είναι με τις απόψεις μας, να μην οδηγούμε σε Βατερλώ την αμυντική βιομηχανία. Και θα σας πω τι εννοώ.
Υπάρχει το θέμα της βιωσιμότητος και της αναπτύξεως της αμυντικής βιομηχανίας. Το θέμα της βιωσιμότητος και της αναπτύξεως μας νοιάζει με τον τρόπο που περιέγραψα και που θα μπορούσε να ήταν, ενδεχομένως, αποτελεσματικότερος, χωρίς, όμως, τις αντιφάσεις στις οποίες εσείς περιπίπτετε.
Υπάρχει, όμως και το θέμα της ανάγκης να συμφωνήσουμε σε μερικά πράγματα, που θα βοηθήσουν την ανάδειξη της αμυντικής βιομηχανίας. Γιατί, όπως εσείς μας επηρεάζετε με τα 9,5 δισεκατομμύρια υποχρεώσεις που μας αφήσατε, έτσι ενδεχομένως και μία δική μας αταξία ή ακαταστασία ή επιπολαιότητα, θα επηρεάσει τις μεθεπόμενες κυβερνήσεις. Υπ' αυτήν την έννοια, έχει αξία η συνεννόηση.
Πρόσφατα, το Ινστιτούτο Αμυντικών Αναλύσεων, που είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που εποπτεύεται από το Υπουργείο Αμύνης, εξέδωσε μέσα στο τρέχον έτος μία ενδιαφέρουσα μελέτη με θέμα: «Αμυντική Έρευνα και Ανάπτυξη. Καινοτομία, συνεργασία, δικτύωση και Προεκτάσεις. Η αμυντική πρακτική». Τη συνέγραψαν ο κ. Παναγιώτης Ανδριανέσης, που είναι αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού και ο κ. Παναγιώτης Κωττής, που είναι καθηγητής του Πολυτεχνείου.
Εξετάζουν το φαινόμενο της έρευνας και ανάπτυξης της άμυνας στις Ηνωμένες Πολιτείες, που είναι το πιο ισχυρό κράτος σ΄ αυτόν τον τομέα. Αναφέρω, επί παραδείγματι, ότι μόνο το 2005, οι Ηνωμένες Πολιτείες, διέθεσαν για έρευνα και ανάπτυξη της άμυνάς τους, 132.000.000.000 δολάρια. Και αφού αναφέρουν αυτό το επιτυχημένο, ισχυρότατο και ανεπανάληπτο παράδειγμα, ποσοτικά και ενδεχομένως και ποιοτικά, έχουν ένα κεφάλαιο με θέμα: «Προεκτάσεις για την Ελλάδα».
Επιτρέψτε μου να διαβάσω λίγα πράγματα πολύ ενδιαφέροντα: «Βεβαίως, η Ελλάδα είναι μία πολύ μικρότερη χώρα, που δεν διαθέτει αντίστοιχες οικονομίες κλίμακος ούτε αντίστοιχες υποδομές.
Όμως είναι μια χώρα, που έχει δαπανήσει και δαπανά σημαντικά ποσά για την άμυνα και με ορισμένα εγγενή πλεονεκτήματα. Ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μάλιστα θεωρείται από πολλούς ότι ανήκει στον αποκαλούμενο σκληρό πυρήνα.
Παράλληλα, διατηρεί άριστες σχέσεις με τις Η.Π.Α., χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ταυτίζεται σ΄ όλες τις στρατηγικές επιλογές. Επιπλέον, αν και διαθέτει ισχυρό στρατό για την αμυντική της προστασία, δεν αποτελεί απειλή, καθώς δεν έχει επεκτατικές βλέψεις.
Αναμφισβήτητα η Ελλάδα, έχει ήδη δαπανήσει υπέρογκα για το μέγεθός της ποσά σε οπλικά συστήματα και διαθέτει ήδη ένα οπλοστάσιο με σημαντικά έξοδα συντηρήσεως. Επομένως, οποιαδήποτε επενδυτική κίνηση στον τομέα της άμυνας, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε συνεργασία, μάλλον θετικό αποτέλεσμα θα είχε.
Μια τέτοια ενέργεια, θα μεταφραζόταν σε ανάπτυξη, ξένες επενδύσεις, νέες θέσεις εργασίας και ενδεχομένως» -λέει κάτι πολύ φιλόδοξο, αλλά που δεν μπορούμε να το αποκλείσουμε- «η αμυντική βιομηχανία, να γινόταν η ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας.
Στο σημείο αυτό, πρέπει να τονιστεί το γεγονός ότι η αμυντική τεχνολογία δεν ταυτίζεται με τα όπλα και τους πυραύλους μόνο. Αμυντική βιομηχανία, είναι και τα δορυφορικά συστήματα επικοινωνιών και το αεροπορικό υλικό και το λογισμικό και βεβαίως, πολλοί ακόμη τομείς. Άλλωστε μέσα από την παρούσα μελέτη, έχει καταστεί σαφές ότι η αμυντική τεχνολογία, είναι σε πάρα πολλές περιπτώσεις στενά συνδεδεμένη με την πολιτική».
Προτείνει εκ μέρους της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας, να ανιχνεύσει προθέσεις μεγάλων κατασκευαστών για ελληνική συμμετοχή στα προγράμματά τους και βάζει τη μοναδική προϋπόθεση αυτής της επιδόσεως:
«Ένα τόσο φιλόδοξο σχέδιο, απαιτεί σταθερό μακροοικονομικό περιβάλλον, που να εμπνέει εμπιστοσύνη στην πρωτοβουλία την επιχειρηματική. Πρωτίστως, όμως, απαιτεί πολιτική συμφωνία και διαμόρφωση κατάλληλης στρατηγικής, με μακροπρόθεσμους στόχους προς το σκοπό της αξιοποιήσεως της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας».
Στέκομαι στην ανάγκη να υπάρξει συνεννόηση, για την ανάγκη μιας μακροπρόθεσμης πορείας στήριξης της αμυντικής βιομηχανίας. Η θεωρία που αναπτύξατε, επικρίνοντάς με για Βατερλώ, ότι η αμυντική βιομηχανία απευθύνεται σ΄ έναν πελάτη της που είναι ολιγοψώνιο στην ουσία, όπως είναι το ελληνικό κράτος, το Ελληνικό Υπουργείο Εθνικής Αμύνης, αδικεί τις προοπτικές της ελληνικής βιομηχανίας, δεν εξασφαλίζει τη βιωσιμότητά της και ασφαλώς, η θεωρία του ολιγοψωνίου, δεν εξασφαλίζει πολύ περισσότερο τη μελλοντική της ανάπτυξη.
Όλη η λογική σας όλα αυτά τα χρόνια, ήταν ότι αυτές οι μονάδες, είναι για να προμηθεύουν αυτό το Υπουργείο. Σήμερα προσπαθούμε, χωρίς τεράστια επιτυχία και μάλιστα, αν θέλετε να πω χωρίς αξιοσημείωτη επιτυχία, αλλά προσπαθούμε με μικρές επιτυχίες, να αλλάξουμε τη νοοτροπία ότι είναι ολιγοψώνιο το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης και εκεί πρέπει να απευθύνονται οι αμυντικές βιομηχανίες και να ενθαρρύνουμε κινήσεις που σας διάβασα ότι γίνονται, όπως επί παραδείγματι, η δουλειά που κάνει η Ε.Α.Β. με ξένες χώρες, όπως ας πούμε η φιλοδοξία μας, τα πυρομαχικά των 120 χιλιοστών για τα LEO να αποτελέσουν, όχι μόνο μια ευκαιρία ποσοτικής και οικονομικής, σημαντικής για την Ελλάδα και για τα Ε.Α.Σ. συμπαραγωγής, αλλά και μιας μεταφυτεύσεως τέτοιας τεχνογνωσίας που αύριο θα επιτρέψει την ενίσχυση της εξωστρέφειας των ελληνικών αμυντικών συστημάτων.
Πρέπει δηλαδή να καταλάβουμε ότι ασφαλώς έχει σημασία η επικαιρότητα, ασφαλώς έχει σημασία να επιχειρούμε να αποδείξουμε στους εργαζόμενους, που δικαίως ανησυχούν για τις δουλειές τους, ότι εμείς εδώ σας στηρίζουμε και πλειοδοτούμε, αλλά έχει μεγάλη σημασία να καταλήξουμε, στο ότι όχι μόνο η βιωσιμότητα σήμερα ή αύριο της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, αλλά και η ανάπτυξή της, απαιτεί να συμφωνήσουμε σε ορισμένες παραδοχές, στις οποίες φοβούμαι ότι μ΄ αυτά που είπατε, μας απελπίζετε ότι μάλλον θα δυσκολευτούμε να συμφωνήσουμε.
Παρά ταύτα, εμείς συνεχίζουμε, έχοντας μια αντίληψη ότι θέλει στήριξη για το σήμερα η αμυντική μας βιομηχανία, αλλά κυρίως θέλει και μια αλλαγή του μοντέλου, στο οποίο είχατε επιμείνει και στο οποίο είχατε στραφεί και το οποίο μοντέλο, είναι να απευθύνεται μόνο και αποκλειστικά στο μεγάλο πελάτη, το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης και όταν έχει δυσκολίες, να επιστρατεύουμε την πίεση που και ανθρώπινα και κοινωνικά και πολιτικά είναι αντιληπτή, προς το Υπουργείο Αμύνης για να δώσει παραγγελίες.
Αυτό μπορεί να πετύχει μια, δυο, τρεις, τέσσερις φορές, αλλά μαζί με το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης, μαζί με τις παραγγελίες στο Ε.Μ.Π.Α.Ε., μαζί με τη συνεργασία που έχουμε με την Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία, πρέπει πάντα να βλέπουμε και την ανάγκη να μεγαλώσουμε την εξωστρέφειά της.
Εμείς αυτό το αντιλαμβανόμαστε. Στηρίζουμε τη βιωσιμότητά τους και την αγωνία τους και καταλαβαίνουμε τους εργαζόμενους. Γι’ αυτό, αυτές τις ημέρες, θα δώσουμε λύση στο τρέχον πρόβλημα της ΕΛ.Β.Ο. που αντιμετωπίζει άνοιγμα 20.000.000 ευρώ στη φετινή της χρήση, αλλά συγχρόνως αντιλαμβανόμεθα ότι μόνο με τέτοιους τρόπους, δεν αποκτά μακρινό ορίζοντα η εγχώρια αμυντική βιομηχανία. Θέλουμε να αναπτύξει την εξωστρέφειά της και την παροτρύνουμε γι’ αυτό.
Και το ότι θεσπίσαμε στο άρθρο 30 του ν. 3433/2006, την υποχρέωση των προμηθευτών για τουλάχιστον 35% ελληνική προστιθέμενη αξία επί ποινή ακυρότητος της προσφοράς, αν δεν περιλαμβάνεται αποδεδειγμένα ελληνική προστιθέμενη αξία στα παραγγελθησόμενα υλικά και πάσχει από ακυρότητα η προσφορά, αυτό δεν έγινε μόνο για να εκβιάσουμε τους ξένους σώνει και καλά να συνεργαστούν με τις εγχώριες επιχειρήσεις, αλλά έγινε, για να έρθει σε μεγαλύτερη επαφή η εγχώρια βιομηχανία με τους προμηθευτές και μαζί μ’ αυτήν την επαφή, να αποκτήσει την τεχνογνωσία, που θα επιτρέψει την απελευθέρωσή της από το «μονοψώνιο» που λέτε και το άνοιγμα των φτερών της, ώστε αύριο να έχει μεγάλους πελάτες και το ελληνικό Υπουργείο και άλλα Υπουργεία και άλλους μεγάλους κατασκευαστές.
Αυτό φιλοδοξούμε και αυτό πιστεύω να το επιτύχουμε, είτε μαζί είτε μόνοι.
Ευχαριστώ για την προσοχή σας.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Ευχαριστούμε, κύριε Υπουργέ.
Έχω την τιμή να ανακοινώσω στο Σώμα ότι η Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος καταθέτει την Έκθεσή της, σύμφωνα με το άρθρο 119 του Κανονισμού της Βουλής.
Η έκθεση της Επιτροπής θα καταχωρισθεί στα Πρακτικά.
(Στο σημείο αυτό η προαναφερθείσα έκθεση καταχωρίζεται στα Πρακτικά και έχει ως εξής:
«Η΄ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Ε Κ Θ Ε Σ Η
ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΡΟΣ ΤΗΝ Η΄ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Η Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος, η οποία συνεστήθη με την υπ’ αριθμ. 851/506/24.1.2008 απόφαση του Προέδρου της Βουλής, συνήλθε την 29η Ιανουαρίου, την 14η, 20ή, 21η, 27η και 28η Φεβρουαρίου, την 6η και 12η Μαρτίου και την 2α και 9η Απριλίου 2008, σε δέκα (10), συνολικά, συνεδριάσεις υπό την Προεδρία της Προέδρου αυτής, κυρίας Άννας Μπενάκη – Ψαρούδα, στην Αίθουσα Γερουσίας του Μεγάρου της Βουλής, με αντικείμενο την επεξεργασία του περιεχομένου των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος, όπως αυτές καθορίσθηκαν με την απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής της ΙΑ΄ Κοινοβουλευτικής Περιόδου.
Η Επιτροπή συγκροτήθηκε από 27 μέλη και συγκεκριμένα από τους Βουλευτές, κ.κ. Κωνσταντίνο Αγοραστό, Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, Κωνσταντίνο Γκιουλέκα, Νικόλαο - Γεώργιο Δένδια, Θαλασσινό Θαλασσινό, Ηλία Καλλιώρα, Αναστάσιο Καραμάριο, Εμμανουήλ Κεφαλογιάννη, Χρήστο Μαρκογιαννάκη, Κωνσταντίνο Μαρκόπουλο, Κυριάκο Μητσοτάκη, Μιχαήλ Μπεκίρη, Άννα Μπενάκη – Ψαρούδα, Ιωάννη Μπούγα, Αθανάσιο Μπούρα, Παναγιώτη (Πάνο) Παναγιωτόπουλο, Αικατερίνη Παπακώστα – Σιδηροπούλου, Φεβρωνία Πατριανάκου, Μάριο Σαλμά, Ιωάννη Τραγάκη, Γεώργιο Τρυφωνίδη, Κωνσταντίνο Αλυσαδράκη, Αχιλλέα Κανταρτζή, Δήμο Κουμπούρη, Φώτιο Κουβέλη, Νικόλαο Τσούκαλη και Αθανάσιο Πλεύρη.
Μετά από πρόταση και συνεννοήσεις του Προέδρου της Βουλής, κ. Δημητρίου Γ. Σιούφα, με τις Κοινοβουλευτικές Ομάδες των Κομμάτων, η Επιτροπή, ομοφώνως, εξέλεξε Διακομματικό Προεδρείο. Το αξίωμα του Προέδρου κατέλαβε η κυρία Άννα Μπενάκη – Ψαρούδα, πρώην Πρόεδρος της Βουλής, των Α΄ και Β΄ Αντιπροέδρων, οι κ.κ. Αχιλλέας Κανταρτζής και Φώτιος Κουβέλης, αντιστοίχως και του Γραμματέα, ο κ. Αθανάσιος Πλεύρης.
Η Επιτροπή, ομοφώνως, αποδέχθηκε την κοινή πρόταση της Προέδρου της Επιτροπής και των Εισηγητών των Κομμάτων για τη διεξαγωγή της συζήτησης σε οκτώ ενότητες.
Η πρώτη ενότητα περιλαμβάνει τα άρθρα 14 παρ. 9, 17 παρ. 1 και προσθήκη, 20 παρ. 1, 22 παρ. 1 και 117 παρ. 7, η δεύτερη τα άρθρα 16 παρ. 1,5,6,7,8 και προσθήκη και 111 παρ. 2, η τρίτη τα άρθρα 29 παρ. 2, 57, 58, 62 και 115 παρ. 6 και 7, η τέταρτη τα άρθρα 24 παρ. 1 εδ. ε, παρ. 2 και ερμηνευτική δήλωση και 117 παρ. 3 και 4, η πέμπτη τα άρθρα 28 παρ. 3 και ερμηνευτική δήλωση, 78 και 79, η έκτη τα άρθρα 88 παρ. 2 εδ. γ΄, δ΄ και ε΄, 90 παρ. 5, 95, 98 παρ. 1 εδ. β΄, 100, 115 παρ. 2 και 118 παρ. 5, η εβδόμη τα άρθρα 101 (ερμηνευτική δήλωση), 102 παρ. 1 εδ. δ΄, 103 παρ. 2,3,5,8, 104 και 118 παρ. 7 και η ογδόη τα άρθρα 101 Α, 108 παρ. 1 και 2, 111 παρ. 6 και το άρθρο 5.
Οι ψηφοφορίες έγιναν σε μία συνεδρίαση, της 9ης Απριλίου 2008, είτε κατ’ άρθρα ή παραγράφους άρθρων, είτε κατά αναθεωρητέα διάταξη, όπως εμφαίνεται στην πρόταση της Επιτροπής, που παρατίθεται στο τέλος της Έκθεσης.
Στις συνεδριάσεις της Επιτροπής έλαβαν τον λόγο ο Γενικός Εισηγητής της Πλειοψηφίας, κ. Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος, οι Ειδικοί Αγορητές, του Κ.Κ.Ε., κ. Αχιλλέας Κανταρτζής, του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., κ. Φώτιος Κουβέλης και του ΛΑ.Ο.Σ., κ. Αθανάσιος Πλεύρης, οι Ειδικοί Εισηγητές της Νέας Δημοκρατίας, κ.κ. Κωνσταντίνος Γκιουλέκας, Ιωάννης Μπούγας, Νικόλαος – Γεώργιος Δένδιας, Αθανάσιος Μπούρας, Χρήστος Μαρκογιαννάκης, Αναστάσιος Καραμάριος και Αικατερίνη Παπακώστα - Σιδηροπούλου, οι Βουλευτές - Μέλη της Επιτροπής, καθώς και Βουλευτές, που δεν μετείχαν στη σύνθεσή της, όπως αυτό αποτυπώνεται στα πρακτικά των συνεδριάσεων.
Σε ορισμένες συνεδριάσεις της Επιτροπής παρέστη και εξέθεσε τις απόψεις του ο Υπουργός Εσωτερικών, κ. Προκόπης Παυλόπουλος.
Οι Εισηγήσεις του Γενικού Εισηγητού της Πλειοψηφίας, των Ειδικών Αγορητών των Κομμάτων και των Ειδικών Εισηγητών έχουν ως ακολούθως:
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ (ΠΑΝΟΥ) ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. Θεωρώ απαραίτητο να κάνω μία ευρύτερη πολιτική αναφορά στο κλίμα, μέσα στο οποίο ξεκίνησε η Επιτροπή μας αυτήν την ουσιαστική διαδικασία.
Πρόκειται για μία κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία, που αποτελεί κομβικό σημείο για τη λειτουργία της ελληνικής πολιτείας, τη λειτουργία των πολιτειακών δομών, τη λειτουργία των θεσμών και του πολιτεύματος. Δεν θα αποφύγω, όμως, να κάνω μία γενικότερη πολιτική αναφορά. Διότι για να ξεκινήσει αυτή η διαδικασία, όπως προβλέπει το Σύνταγμα στην προαναθεωρητική φάση, συνέπραξαν και οι Βουλευτές της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, δηλαδή οι Βουλευτές του ΠΑ.ΣΟ.Κ..
Κατά την παρούσα περίοδο βλέπουμε η Αξιωματική Αντιπολίτευση, με επιλογές της ηγεσίας της, να προτιμά να εμφανίζεται δια της απουσίας της, να δηλώνει την απουσία της σε όλα τα επίπεδα. Το είδαμε, κατά τη διάρκεια πρόσφατης συζήτησης στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, το βλέπουμε κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων της Επιτροπής για την Αναθεώρηση του Συντάγματος και το βλέπουμε και σε άλλες διαδικασίες.
Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι τη στάση αυτή, οι συνάδελφοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είμαι βέβαιος ότι δεν την επέλεξαν και είναι θέμα κομματικής πειθαρχίας, είναι επιλογή της ηγεσίας της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αποτελεί μία στάση γνήσια αντικοινοβουλευτική –αυτό πρέπει να το τονίσουμε- αποτελεί μία στάση, που απάδει προς οποιαδήποτε αντίληψη θεώρησης και λειτουργίας του κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα. Είναι πρωτοφανής στάση –θα λέγαμε- για τα κοινοβουλευτικά χρονικά, με δεδομένο ότι κανείς δεν εμποδίζει τους συναδέλφους να είναι παρόντες, να καταγγέλλουν, να διαφωνούν, να απορρίπτουν, να προτείνουν. Προφανώς, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. θέλει να ξεφύγει από τη δοκιμασία που σας προανέφερα, διότι το «ασκώ κριτική», το «καταγγέλλω», το «αντιπροτείνω» το «προβληματίζομαι» προϋποθέτουν θέσεις, κρίση, αξιολόγηση, δομημένη πολιτική αντίληψη, την οποία φαίνεται ότι, στην παρούσα φάση, η ηγεσία της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης δεν τη διαθέτει. Το τονίζω, το επισημαίνω, διότι η στάση, που ακολουθείται είναι πρωτοφανής και δεν είναι μόνο στη διαδικασία της Επιτροπής Αναθεώρησης, αλλά την είδαμε και την εισπράξαμε και κατά τη διάρκεια συνεδρίασης της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων, όπου η παρουσία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. υποδηλώθηκε δι’ επιστολοχάρτου, δι’ επιστολής που απεστάλη στην Πρόεδρο κυρία Μαρία Κόλλια - Τσαρουχά.
Θα πω ότι είναι κρίμα, διότι εδώ δεν ήλθαμε να κάνουμε συζήτηση σε μία κλειστή λέσχη νομικών ή δημοσιολογούντων, να συζητήσουμε άνθρωποι, οι οποίοι έχουμε τελειώσει τη νομική επιστήμη ή ενδιαφερόμαστε για τα δημόσια ή για τα θεσμικά ή για τα συνταγματικά προβλήματα του τόπου. Αυτή η συζήτηση και το περιεχόμενό της, τα διεξαγόμενα αυτής της διαδικασίας αφορούν και επηρεάζουν έμμεσα τη ζωή του ‘Έλληνα και της Ελληνίδας. Βεβαίως, εάν θέλουν οι συμπολίτες μας μία απάντηση για το τι θα γίνει με την ανεργία, για το τι θα κάνουμε με το κυκλοφοριακό, για το τι θα κάνουμε με την τρύπα του όζοντος, για το τι θα κάνουμε με την ακρίβεια, η απάντηση αυτή δεν απορρέει άμεσα από το προϊόν της δουλειάς μας.
Επηρεάζεται, όμως, έμμεσα, συνολικά το επίπεδο ζωής, συνολικά το πλαίσιο ζωής, διότι το Σύνταγμα είναι η κρηπίδωση, είναι το πλαίσιο, μέσα στο οποίο θα έλθει, στη συνέχεια, ο κοινός νομοθέτης να αναπτύξει τις δικές του πρωτοβουλίες, σύμφωνα με την αντίληψη που εκφράζει η εκάστοτε κυβερνώσα πλειοψηφία, για να διαμορφώσει συνθήκες, που θα επηρεάσουν και τα προβλήματα της απασχόλησης και τα προβλήματα της καθημερινότητας και της ακρίβειας, του κόστους ζωής και τα προβλήματα ποιότητας ζωής. Άρα, θέτουμε το πλαίσιο, μέσα στο οποίο ο κοινός νομοθέτης θα πάρει πρωτοβουλίες για να επηρεάσει προς το καλύτερο –θέλουμε να ελπίζουμε- τα ζητήματα της καθημερινότητας του Έλληνα και της Ελληνίδας.
Αυτό το πλαίσιο τίθεται εδώ και δεν τίθεται ούτε για ένα χρόνο, ούτε για δύο χρόνια. Είναι μεσομακροπρόθεσμη η πρωτοβουλία, που ανέλαβε η Βουλή, είναι καθαρά πρωτοβουλία της Βουλής των Ελλήνων και, κατά συνέπεια, και πρέπει να προβληθεί και πρέπει να αξιολογηθεί ανάλογα και πρέπει να είναι σεβαστή από όλες τις πλευρές. Για να κάνουμε μία σύντομη αναδρομή θα πρέπει να πούμε, ότι το Σύνταγμα του 1975 με τις διαδοχικές αναθεωρήσεις, που υπήρξαν, από τότε μέχρι σήμερα, έδωσε μία στέρεη βάση για να αναπτυχθεί αυτό, που ονομάζεται μεταπολιτευτικό πείραμα κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην Ελλάδα. Παρά τα προβλήματα, που υπήρχαν εδώ και τριάντα τέσσερα χρόνια, αυτό το Σύνταγμα δημιούργησε μία στέρεη βάση για να αναπτυχθεί το πείραμα της Μεταπολίτευσης, το οποίο παρ’ ότι μπορεί να έχει ελλείψεις, παρ’ ότι μπορεί να έχει δυσλειτουργίες, παρ’ ότι ακούγονται ενστάσεις για τα ζητήματα των κοινωνικών δικαιωμάτων κ.ο.κ., οφείλουμε να πούμε ότι έδωσε στη χώρα ένα κοινοβουλευτικό και δημοκρατικό βίο αδιατάρακτο, έναν βίο πρωτόγνωρο για τα πολιτικά δεδομένα του νέου ελληνικού κράτους, όπως συγκροτήθηκε από τον αγώνα της απελευθέρωσης μέχρι σήμερα. Κατά τούτο θα πρέπει να το αξιολογήσουμε αυτό πολύ θετικά. Επίσης πρέπει να πούμε και να αξιολογήσουμε, με πολύ θετικό τρόπο, τη συμβολή όλων των πολιτικών δυνάμεων από το 1975 μέχρι σήμερα, από τη Δεξιά μέχρι την Αριστερά, στο κοινό γίγνεσθαι, στην από κοινού δημιουργία θεσμών που άντεξαν, που προσέφεραν και που τοποθέτησαν από πλευράς πολιτειακών δομών και πολιτικών δομών το μεταδικτατορικό ελληνικό κράτος στην πρώτη γραμμή μεταξύ των υπολοίπων ευρωπαϊκών κρατών.
Πρέπει να πούμε –για να μην γκρινιάζουμε στην Ελλάδα- ότι σε αρκετά πράγματα μπορεί να έχουμε πρόβλημα ή να παρουσιάζουμε θεσμική υστέρηση, αλλά σε άλλα πράγματα η Ελλάδα είναι πρωτοπόρος στην Ευρώπη, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Η πιο πρόσφατη Αναθεώρηση, ενώ εισήγαγε σημαντικές βελτιώσεις, ταυτόχρονα εισήγαγε και ρυθμίσεις, οι οποίες στην πορεία των ετών, πολύ γρήγορα αποδείχθηκαν αναποτελεσματικές ή ατελέσφορες ή ρυθμίσεις, οι οποίες δημιούργησαν πρόβλημα και θα δημιουργήσουν σοβαρότερο πρόβλημα τις επόμενες δεκαετίες στην ομαλή εξέλιξη του πολιτικού βίου. Μία χαρακτηριστική είναι η ρύθμιση για το ασυμβίβαστο, η απαράδεκτη και ολισθηρά, από συνταγματικής πλευράς, αλλά και ουσίας της πολιτικής, αυτή ρύθμιση. Άλλες, όμως, υπήρξαν κατ’ εξοχήν θετικές. Μέσω αυτής της διαδικασίας έχουμε τη δυνατότητα να κατοχυρώσουμε τις αποτελεσματικές ρυθμίσεις και της τελευταίας Αναθεώρησης, να τις εμπεδώσουμε, αλλά κυρίως να προχωρήσουμε σε αλλαγές που δεν ήταν τότε δυνατό να υιοθετηθούν και ταυτόχρονα να διορθώσουμε κάποιες ρυθμίσεις της τελευταίας Αναθεώρησης, οι οποίες αποδείχθηκαν και ατελέσφορες, αλλά και στην εφαρμογή τους αρνητικές σε αυτό το μικρό, αλλά ουσιαστικό από πλευράς συμπερασμάτων διάστημα, που διέρρευσε από τότε μέχρι σήμερα. Ακούμε συνεχώς να επαναλαμβάνονται κάποια πράγματα από διαφορετικά στόματα διαφορετικών πτερύγων της Βουλής εντός και εκτός Βουλής. Αυτό που θέλω να ξεκαθαρίσω είναι ότι η Αναθεώρηση που προτείνουμε δεν συνιστά επίθεση εναντίον του δημοσίου χώρου, γιατί αυτό ακούγεται. Ακούγεται ότι στα πλαίσια του πνεύματος της παγκοσμιοποίησης, στα πλαίσια του πνεύματος κυριαρχίας των αγορών το οποίο σαρώνει την πολιτική σκέψη σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, η Νέα Δημοκρατία έρχεται να προσαρμόσει και το συνταγματικό χάρτη. Ότι, δηλαδή, κατά κάποιο τρόπο ζητάει την ιδιωτικοποίηση του κοινωνικού χώρου, ζητάει τη συρρίκνωση του δημοσίου χώρου υπέρ του ιδιωτικού. Σε καμμία περίπτωση. Η Αναθεώρηση, που προτείνουμε, ενισχύει το κοινωνικό κράτος, ενισχύει το δημόσιο χώρο και επιτρέψτε μου να πω ότι το πνεύμα και το γράμμα της είναι απόλυτα σύμφωνα με την πολιτική φιλοσοφία και τα κεντρικά πολιτικά ιδεολογήματα της Νέας Δημοκρατίας. Δηλαδή, με το γεγονός ότι ελεύθερη αγορά δεν σημαίνει ασύδοτη αγορά, με το γεγονός ότι σε μία ευνομούμενη, σύγχρονη αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, ο ιδιωτικός χώρος υπόκειται σε νόμους και σε δομές, που αφορούν το καλό του ευρύτερου συνόλου και ακριβώς μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια κινούμαστε τόσο για την πρόταση, που κάνουμε, για το θέμα του άρθρου 24 –μιλάω για το θέμα του δασικού πλούτου της χώρας- όσο και για το θέμα των μεγάλων αλλαγών στην Παιδεία. Και αναφέρομαι ειδικότερα στην πρότασή μας για το άρθρο 16.
Για μας –το τονίζω και το επισημαίνω- η παιδεία εξακολουθεί να αποτελεί δημόσιο αγαθό, όπως, επίσης και η υγεία εξακολουθεί να αποτελεί δημόσιο αγαθό. Θεωρούμε ότι αυτά τα δημόσια αγαθά πρέπει να παρέχονται σε όλους τους πολίτες της ευνομούμενης ελληνικής δημοκρατικής πολιτείας και να μην υπόκεινται σε εμπορευματοποίηση. Η ύπαρξη του ιδιωτικού τομέα δεν εμποδίζει σε τίποτε αυτά τα οποία πιστεύουμε και αυτά τα οποία προτείνουμε.
Κάτω απ’ αυτά τα πλαίσια, ένα από τα πιο ξεχωριστά σημεία της προτάσεως της Νέας Δημοκρατίας αφορά το άρθρο 22, δηλαδή προτείνουμε να υπάρξει ρητή πρόβλεψη του ελληνικού κράτους να φροντίζει για τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής. Γνωρίζουμε –και θα τα πούμε στην πορεία των συζητήσεων όταν θα πάμε από ενότητα σε ενότητα- ότι υπάρχουν και άλλες προσεγγίσεις. Υπήρξε μία προσέγγιση από το ΠΑ.ΣΟ.Κ., υπάρχει μία άλλη προσέγγιση από τα Κόμματα της Αριστεράς. Θέλω να ξεκαθαρίσουμε από την αρχή ότι εμείς δεν προσήλθαμε, ως Νέα Δημοκρατία, στις εργασίες της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος της ελληνικής πολιτείας, ούτε με αγκυλώσεις, ούτε έχοντας προαποφασίσει πράγματα από την αρχή μέχρι το τέλος, ούτε με διάθεση επιβολής των πάντων στους πάντες. Πιστεύουμε στο διάλογο, πιστεύουμε στη συναίνεση. Είμαστε έτοιμοι να συνομιλήσουμε με όλες τις πτέρυγες των Κομμάτων, που εκπροσωπούνται, των Κομμάτων, που είναι παρόντα σε αυτήν την κορυφαία διαδικασία και να βρούμε λύσεις. Κομματικοί εγωισμοί, πολιτικές εγωπάθειες, κυβερνητικές αλαζονείες δεν έχουν θέση σε αυτήν την διαδικασία και δεν ταιριάζουν στο πολιτικό ήθος και στην πολιτική φιλοσοφία της Νέας Δημοκρατίας και ιδιαίτερα του Πρωθυπουργού και Αρχηγού του Κόμματος, του Κώστα Καραμανλή. Κατά συνέπεια, προς όλες τις πτέρυγες, προς όλες τις κατευθύνσεις λέμε: «Ελάτε να συζητήσουμε. Μπορεί και πρέπει να βρούμε λύση». Δεν μπορούμε με τη στάση μας, με εγωπάθειες, με μονομανίες, με το οποιοδήποτε αλαζονικό σύνδρομο να γίνουμε καταγέλαστοι στα μάτια της κοινής γνώμης ότι επιχειρούμε για να επιδοθούμε σε μία νομική και πολιτική εκζήτηση, να κάνουμε δηλαδή ένα «σαλόνι» πολιτικής παραφιλολογίας χωρίς να καταλήξουμε σε αποτέλεσμα. Θα πρέπει να υπάρξει προϊόν αυτής της διαδικασίας, διότι αλλιώς θα αναλάβει ο καθένας βαρύτατες ευθύνες. Ο Ελληνικός Λαός θα δει, ποιοί τορπίλισαν και ποιοί έλαβαν μέρος με ειλικρινή και εποικοδομητική διάθεση στη διαδικασία αυτή. Η διαδικασία αυτή δεν σηκώνει διακωμώδηση. Η διαδικασία αυτή δεν επιτρέπει μικροκομματικά και μικροπολιτικά παιχνίδια. Πρέπει να φθάσουμε σε πέρας. Πρέπει να αναθεωρήσουμε διατάξεις του παρόντος συνταγματικού χάρτη και να φθάσουμε σε αποτέλεσμα, που να δικαιώνει τις προσδοκίες του Έλληνα και της Ελληνίδας, οτιδήποτε και αν ψηφίζουν. Από αυτές τις κεντρικές πολιτικές αρχές, από τις οποίες θα εμφορούνται όλες οι προτάσεις, τις οποίες κατέθεσε η Νέα Δημοκρατία, με δεδομένη την πρόθεσή μας να συμμετάσχουμε με ουσιαστικό τρόπο σ’ αυτές τις διαδικασίες, να έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο αυτές οι διαδικασίες και να συνδιαμορφώσουμε το τελικό κείμενο αλλαγών στο Σύνταγμα, χωρίς να ανατρέχουμε ούτε καν στον αριθμό των Βουλευτών του κάθε Κόμματος. Εμείς θεωρούμε ότι πρέπει από κοινού να συμμετάσχουμε και αν θέλετε, θα απορρίψουμε και την κομματική αριθμητική, διότι, όπως είπα, ούτε αλαζονεία, ούτε μονομανία, ούτε κομματική και πολιτική εγωπάθεια πρέπει να υπάρξει.
2. Η διαδικασία στην Επιτροπή Αναθεώρησης άρχισε με το άρθρο 14 παράγραφος 9, ένα άρθρο, το οποίο έχει προκαλέσει, κατά καιρούς, θύελλα επικρίσεων, σε βάρος της Κυβέρνησης.«Η μεγάλη γκάφα της Νέας Δημοκρατίας, ο Βασικός Μέτοχος». «Το Βατερλώ του Καραμανλή, ο Βασικός Μέτοχος». Τα έχουμε δει να γράφονται σε εφημερίδες, να εκτοξεύονται, εν είδει αφορισμών, από τηλεοπτικούς και κοινοβουλευτικούς άμβωνες, σε βάρος του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης. Ποια είναι, λοιπόν, αυτή η γκάφα, ποιο είναι αυτό το Βατερλώ του Καραμανλή και της Κυβέρνησης; Το γεγονός ότι ο κ. Καραμανλής, η Νέα Δημοκρατία σήκωσαν στην πλάτη τους ένα βάρος, που θεωρούν ότι αντιστοιχεί σε κάτι, που τους ανατέθηκε σε μια εντολή που τους δόθηκε από τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού! Να ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, το θέμα: Χρειάζεται μια τέτοια πρόβλεψη στο Σύνταγμα της Ελλάδος; Υπάρχει πρόβλημα ή δεν υπάρχει πρόβλημα; Ρωτάω δημόσια: Υπάρχει πρόβλημα διαπλοκής στην Ελλάδα; Υπάρχει πρόβλημα μιας αμαρτωλής σχέσης –με την πολιτική έννοια του όρου- μεταξύ προμηθευτών του δημοσίου, εργολάβων δημοσίων έργων και ιδιοκτητών Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας; Όποιος πιστεύει ότι δεν υπάρχει να σηκωθεί στο Εθνικό Κοινοβούλιο και να το πει. Την ίδια πρόκληση είχα απευθύνει υπό την ιδιότητα του Γενικού Εισηγητή της Νέας Δημοκρατίας και στην προαναθεωρητική φάση, αλλά ουδείς πήρε το λόγο να μου πει ότι δεν υπάρχει πρόβλημα διαπλοκής στην Ελλάδα. Να το κλείσουμε αυτό το θέμα, επιτέλους. Επειδή, λοιπόν, όλοι, έστω και δια της σιωπής, συναινούμε στο ότι υπάρχει πρόβλημα και ότι είναι ίσως ένα από τα κομβικά προβλήματα της δημοκρατίας μας, που αφορά στην ποιότητα, αλλά και στην ποσότητα της δημοκρατίας σήμερα στην Ελλάδα, πρέπει να αποφασίσουμε επιτέλους να το ρυθμίσουμε.
Τώρα, λένε, «μα υπήρξαν προβλήματα στις Βρυξέλλες με την Επιτροπή Ανταγωνισμού τον κ. Σβάουγκ κ.λπ.». Ασφαλώς υπήρξαν. Αυτό ακυρώνει την πολιτική πρόθεση και τη γενναιότητα του κ. Καραμανλή και της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας; Ποιοι είναι αυτοί, που μόλις ο κ. Σβάουγκ έστειλε τους φετφάδες, πετάχτηκαν και άρχισαν να θριαμβολογούν; Μπορούν να μας πουν οι διάφοροι παράγοντες της Αντιπολίτευσης ή των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, γιατί θριαμβολογούσαν τότε; Για τη νίκη ποίων σε βάρος ποίων; Επειδή, λοιπόν, στην Ελλάδα κάποιοι συνηθίζουν να δημιουργούν σύγχυση και λένε, «θα καθίσει τώρα ο απλός πολίτης να ψάξει μέσα στα προβλήματα της καθημερινότητας τι ισχύει και τι δεν ισχύει, τι έκανε ο κ. Σβάουγκ και τι δεν έκανε», πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα. Βεβαίως, υπήρξε πρόβλημα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά το πρόβλημα δεν αφορούσε ούτε ανθρώπινα δικαιώματα, ούτε πολιτικά δικαιώματα. Το πρόβλημα αφορούσε ζητήματα ανταγωνισμού. Δηλαδή, έκρινε η αρμόδια διεύθυνση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι ο τρόπος, με τον οποίο είχε διατυπωθεί η παράγραφος 9 του άρθρου 14 δεν ήταν συμβατός με τα όσα έχουν θεσμοθετηθεί στο ευρωπαϊκό πλαίσιο κοινής όδευσης και κοινής συμβίωσης στα θέματα του ανταγωνισμού. Αυτό ήταν. Είναι η πρώτη φορά, που στο εθνικό δίκαιο της Ελλάδας επισημαίνονται τέτοιου είδους ζητήματα; Όχι, βέβαια. Δεν αντιλαμβάνομαι, λοιπόν, γιατί κάποιοι έσπευσαν να πανηγυρίσουν και εξακολουθούν να πανηγυρίζουν. Και δεν αντιλαμβάνομαι, λοιπόν, γιατί –και μιλάω για την ηγετική ομάδα του ΠΑ.ΣΟ.Κ., δεν φταίνε οι απλοί Βουλευτές του ΠΑ.ΣΟ.Κ. οι οποίοι δεν διαχειρίστηκαν κάποια από αυτές τις σημαντικές αποφάσεις- τα μέλη της ηγετικής ομάδας του ΠΑ.ΣΟ.Κ., που πανηγύριζαν, όταν αποφάσισαν οι Βρυξέλλες αυτά που αποφάσισαν, δεν απολογήθηκαν για το γεγονός ότι, κατά τον ίδιο τρόπο, εκρίθη από την αρμόδια Διεύθυνση των Βρυξελλών και ο νόμος Βενιζέλου. Με ποιά διαφορά όμως; Ότι εκείνοι έκαναν το νόμο Βενιζέλου για τα μάτια του κόσμου, για τα μάτια των «ιθαγενών» σαν πρόσχημα, σαν πολιτικό άλλοθι -να τι κάναμε εμείς- αλλά δεν τόλμησαν, ποτέ, να τον εφαρμόσουν. Αυτή η Κυβέρνηση δεν διεκδίκησε, ποτέ, το αλάθητο. Για το όνομα του Θεού. Στην πολιτική όποιος πράττει, μάχεται, αγωνίζεται, δημιουργεί θα κάνει και λάθη. Αυτή η Κυβέρνηση, όμως, είπε ότι έδωσε δια στόματος Πρωθυπουργού, δια στόματος όλων μας μια υπόσχεση στον Ελληνικό Λαό πριν το 2004 ότι οφείλουμε να ρυθμίσουμε το θέμα που αφορά την ποιότητα της δημοκρατίας στην Ελλάδα και είναι το θέμα της διαπλοκής. Το προσπάθησε αυτή η Κυβέρνηση. Υπήρξαν ζητήματα, που αφορούσαν στη συναρμογή με το ευρωπαϊκό πλαίσιο -επιχειρεί η Κυβέρνηση να τα διορθώσει- αλλά η πρόθεσή της είναι σταθερή, είναι διαρκής, αυτό το μεγάλο θέμα που απειλεί την ποιότητα της καθημερινής δημοκρατίας, να ρυθμιστεί. Και εδώ είναι η διαφορά μας με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ίσως, θα έπρεπε να είμαστε περισσότερο μαχητικοί στις Βρυξέλλες. Εγώ έχω δει το Ηνωμένο Βασίλειο ως Υπουργός Εργασίας να δίνει μάχες για να παρατείνει τη διάρκεια ισχύος του Opt-out, της περίφημης ατομικής σύμβασης εργασίας. Το έχω δει, το έχω υποστεί. Ήμουν μέλος του Συμβουλίου Υπουργών Εργασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έβγαινε από την αίθουσα ο κ. Μολυβιάτης, ο τότε συνάδελφος Υπουργός των Εξωτερικών, γιατί τον έπαιρνε επανειλημμένως τηλέφωνο ο κ. Τζακ Στρο, ο ομόλογός του και του έλεγε, «τι θέση θα πάρει η Ελλάδα στο Opt-out», «γιατί η Ελλάδα συμπεριφέρεται έτσι στο Opt-out». Προσέξτε, μιλάμε για μια απόφαση για την οποία η Μεγάλη Βρετανία είναι από τις ελάχιστες χώρες, που εφαρμόζει το καθεστώς αυτό. Τι σημαίνει Opt-out; Ουσιαστικά η κατάργηση της συλλογικής συμβάσεως και η δυνατότητα του εργαζομένου να συνάπτει με τον εργοδότη ατομική σύμβαση εργασίας, κάτω από τα όρια των συλλογικών συμβάσεων. Αυτό σημαίνει την κατάργηση ουσιαστικά των συλλογικών συμβάσεων στην Ευρώπη. Η Αγγλία το έχει και μια δυό χώρες ακόμη. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει αποφασίσει να καταργηθεί και η Αγγλία παλεύει, ώστε να αφεθεί το κάθε κράτος να ρυθμίζει τα εργασιακά του, όπως αυτό επιθυμεί. Δηλαδή, μια απόφαση που ξαναλέω, πηγαίνει την Ευρώπη πριν το Διαφωτισμό. Και, όμως, έρχεται και το παλεύει η Αγγλία. Ήρθε ο Υπουργός Οικονομίας της Αγγλίας σε Συμβούλιο Υπουργών Εργασίας να το παλέψει! Λοιπόν, δεν κατάλαβα γιατί αισθάνονται ορισμένοι ότι πρέπει να «βάλουμε την ουρά στα σκέλια»; Δεν το κατάλαβα αυτό. Γιατί το πνεύμα αυτό θριαμβολογίας σε βάρος μιας υπόθεσης, που αφορά τη δημοκρατία στην Ελλάδα και γιατί αυτές οι ιαχές και οι κραυγές; Προς τι; Ποιόν εξυπηρετούν; Ποιόν θέλουν να ικανοποιήσουν; Από την άλλη πλευρά η Νέα Δημοκρατία είναι φιλελεύθερο Κόμμα και εμείς δίναμε αυτήν τη μάχη, όταν κάποιοι πίστευαν στις θεωρίες του κολεκτιβισμού. Βεβαίως είμαστε φιλελεύθερο κόμμα. Δεν δαιμονοποιούμε κανέναν επιχειρηματία, διότι, όταν η Κυβέρνηση έδινε αυτή τη μάχη –και η πρόθεσή της η πολιτική είναι συνεχής- για να ξεκαθαριστεί αυτό το μείζον θέμα ποιότητος της δημοκρατίας, έλεγαν ορισμένοι, το κάνει για τον άλφα ή βήτα. Όχι. Καμμία δαιμονοποίηση κανενός επιχειρηματία. Η ιδιωτική επιχείρηση είναι κύτταρο δημιουργίας στην ελληνική οικονομία. Είναι ο βασικός μοχλός για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Αλλά ιδιωτική οικονομία δεν σημαίνει ασύδοτη οικονομία. Σημαίνει κανόνες, σημαίνει εταιρική ευθύνη, σημαίνει κοινωνική υπευθυνότητα, σημαίνει ξεκάθαρο πλαίσιο δραστηριότητας τον «κύκλο με την κιμωλία», για να παραφράσω τον Μπρέχτ. Τον θέτει το κράτος. Μέσα στο χώρο που αφήνει παίζει ελεύθερα ο ιδιώτης επιχειρηματίας αλλά δεν περνάει τον «κύκλο με την κιμωλία», δεν περνάει τα όρια της δημοκρατίας, δεν περνάει τα όρια του εθνικού και του κοινωνικού κράτους.
Βλέπω τον προβληματισμό πολλών συναδέλφων ο οποίος είναι υγιέστατος. Αυτή η διατύπωση δεν λέμε ότι αποτελεί το θέσφατο. Σε καμμία περίπτωση. Γι’ αυτό είμαστε ανοιχτοί να συνδιαμορφώσουμε την τελική διατύπωση. Δίνουμε ένα προσχέδιο και τονίζουμε το μείζον. Δεν δίνουμε εξετάσεις, νομοτεχνικό διαγώνισμα στις Βρυξέλλες ούτε στα διαπλεκόμενα, ποιος είναι ο καλύτερος μαθητής να σηκώσει το χέρι και να βαθμολογηθεί. Δίνουμε εξετάσεις ως προς την πολιτική μας πρόθεση και τη σταθερότητα της πολιτικής μας απόφασης να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα. Αυτό είναι όλο, χωρίς υπερβολές, χωρίς ακρότητες, χωρίς προσωποποιήσεις, χωρίς δαιμονοποιήσεις.
Είμαστε ανοικτοί λοιπόν, να συνδιαμορφώσουμε και μια άλλη διατύπωση και να καταλήξουμε σ’ ένα συμπέρασμα. Νομίζω ότι μπορούμε να συμπέσουμε και σ’ αυτά τα θέματα. Όχι μόνο μπορούμε, πρέπει να συμπέσουμε σ’ αυτά τα θέματα. Εγώ θα έλεγα να μην πέσουμε, διότι ακόμα και να αν πέσουμε ηρωικώς, θα είναι πλήγμα για την ελληνική κοινωνία να πέσει η Βουλή και τα Κόμματα σ’ ένα μέτωπο, που είναι ανοικτό.
Βλέπουμε την εξαχρείωση του καθημερινού τηλεοπτικού τοπίου και την εισπράττουμε σε μία αποκορύφωση του σχετικού τηλεοπτικού και παρατηλεοπτικού δράματος με βάση τα τελευταία γεγονότα της «Ζαχοπουλιάδας». Να μην πέσουμε, λοιπόν, να σταθούμε όρθιοι, ακόμα και αν πέσουμε ηρωικώς. Όρθιοι να σταθούμε και να δώσουμε τη μάχη μέχρι το τέλος.
Θα σταθώ -χωρίς να υποτιμώ τα θέματα της δικαστικής προστασίας- στο θέμα της κοινωνικής συνοχής. Δεν αντιλαμβάνομαι τις ενστάσεις του Εισηγητού του ΛΑ.Ο.Σ., διότι το να ταυτίσουμε, λέει, την κοινωνική πολιτική με τα όρια του έθνους είναι κάτι το οποίο μπορεί να αποβεί πολύ επικίνδυνο. Διότι και για τις μειονότητες, αλλά και για τους μετανάστες, σ’ όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες ισχύει η αρχή της ενσωμάτωσης και όχι η αρχή της γκετοποίησης. Δεν μπορείς να ενσωματώσεις, αν δεν εφαρμόσεις πολιτικές κοινωνικής συνοχής και κοινωνικής μέριμνας προς κάθε κατεύθυνση. Δίνουμε ιδιαίτερη σημασία σ' αυτό. Και σ’ αυτό μπορεί να συμπέσουμε με τον Εισηγητή του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.. Είναι ένα σημείο, το 21 και 22 –λέω για τις προτάσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ και της Νέας Δημοκρατίας- στο οποίο μπορεί και πρέπει να συμπέσουμε. Γιατί; Αυτόν τον καιρό, στις Ηνωμένες Πολιτείες διεξάγεται μία προεκλογική εκστρατεία στο εσωτερικό των δύο μεγάλων Κομμάτων, Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών.
Στη Μητρόπολη του καπιταλισμού, ένα από τα βασικά σημεία που συζητείται στο οικονομικό πρόγραμμα των δύο υποψηφίων του Δημοκρατικού Κόμματος είναι το αν θα πρέπει να δημιουργηθεί στην Αμερική Εθνικό Σύστημα Υγείας Πρόγραμμα της κ. Χίλαρι Κλίντον και αντιστοίχηση στο πρόγραμμα του κ. Ομπάμα, το αν θα πρέπει να ακολουθηθεί κοινωνική στεγαστική πολιτική γι’ αυτούς που χάνουν τα σπίτια τους μετά το κραχ των Τραπεζών και είχαν πάρει στεγαστικό δάνειο και τους γίνεται κατάσχεση. Πρόγραμμα για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, με ειδικές επιδοτήσεις για ομάδες ανέργων που βρίσκονται στα όρια του κοινωνικού αποκλεισμού. Όταν, λοιπόν, και στην κοιτίδα του καπιταλισμού, με την πλέον ελεύθερη ή ασύδοτη μορφή του, υπάρχει ένας σοβαρός προβληματισμός για την έννοια της κοινωνικής συνοχής και της κοινωνικής πολιτικής, εμείς οφείλουμε στο συνταγματικό χάρτη της Ελλάδος, με έμφαση, να τονίσουμε την ανάγκη να ακολουθεί η ελληνική πολιτεία σε πολιτικές κοινωνικής συνοχής, σε πολιτικές κοινωνικής μέριμνας, σε πολιτικές εξασφάλισης κατωτάτου ελαχίστου αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης. Τη διατύπωση θα τη βρούμε.
Τονίζω ότι είναι ένα ακόμα σημείο στο οποίο μπορούμε να συναντηθούμε, για να δώσουμε σάρκα και οστά σ’ αυτήν την Αναθεώρηση, που ορισμένοι έσπευσαν να τη θεωρήσουν πεθαμένη, πριν καν ξεκινήσει.
3. Η δεύτερη ενότητα, ουσιαστικά, περιλαμβάνει ένα άρθρο, το περίφημο θα έλεγα –κατά άλλους περιβόητο- κατά τα προτεινόμενα ή τα προταθέντα από διαφορετικές πλευρές των κομμάτων της Βουλής, περιεχόμενο του άρθρου 16 του Συντάγματος.
Κατ’ αρχάς, εγώ θα ξεκαθαρίσω το εξής: Είμαι εναντίον της κάθε είδους δαιμονοποίησης. Γι’ αυτό πρέπει να πω ότι παρακολουθώ, με πολλή προσοχή και τις προτάσεις της Αριστεράς. Δεν υπάρχουν ακατάλληλες προτάσεις. Δεν υπάρχουν προτάσεις πολιτικά ηθικές ή ανήθικες. Όλες οι προτάσεις είναι χρήσιμες και όλοι εμβολιάζουμε, μία κοινή πορεία αλλαγής στο συνταγματικό χάρτη της χώρας και την εμβολιάζουμε με θετικά αντισώματα, με θετικές σκέψεις.
Να μη δαιμονοποιούμε τίποτα, λοιπόν. Ίσως είναι το άρθρο εκείνο, το οποίο έχει συγκεντρώσει τις περισσότερες αντικρουόμενες απόψεις και τις περισσότερες αντικρουόμενες προσεγγίσεις από διαφορετικές πλευρές. Θα ξεκαθαρίσω το εξής: Ακούω να εκτοξεύεται η κατηγορία ότι η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. λέει η Αριστερά, γιατί εγώ θα έλεγα ότι με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. συμπίπτουμε σε πολλά στο άρθρο 16 και είναι προς τιμήν της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ούτε συμπαιγνία σημαίνει, ούτε δικομματικό παιχνίδι σημαίνει, ουτε τίποτα. Τα δύο μεγάλα κόμματα, τα οποία κυβερνούν τη χώρα από το 1974 μέχρι σήμερα, συμπίπτουν σ’ ένα κρίσιμο σημείο αλλαγής του συνταγματικού χάρτη της χώρας. Και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Δεν είναι για ψόγο, είναι για έπαινο. Αλλά, δυστυχώς, δεν ήσαν παρόντες να υποστηρίξουν την άποψή τους. Και λυπάμαι γι’ αυτό.
Επειδή, ακριβώς, υπάρχει αυτή η σύμπτωση, έχουν ακουστεί πολλά. Και ορισμένα από αυτά –λυπάμαι που το λέω- αλλοιώνουν την ουσία και το περιεχόμενο των προτάσεων της Νέας Δημοκρατίας. Ακούγεται ότι δι’ αυτού, η Νέα Δημοκρατία ξεπουλάει την παιδεία, την εμπορευματοποιεί, παύει, δηλαδή, η παιδεία να είναι δημόσιο αγαθό. Ουδέν ψευδέστερον και αναληθέστερον. Αν διενοείτο να κάνει κάτι τέτοιο η Νέα Δημοκρατία, θα ήταν σε πλήρη αντίθεση με τα ιδεολογικά και πολιτικά της θεμέλια όπως τα έθεσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, που την ίδρυσε, και δεν θα ήμασταν στη Νέα Δημοκρατία. Για τη Νέα Δημοκρατία, η παιδεία παραμένει δημόσιο αγαθό, υπό την εγγύηση του κράτους. Τελεία και παύλα. Εάν κάνουμε κάποια συγκεκριμένη πρόταση για τη δημιουργία μη κερδοσκοπικών κοινωφελούς χαρακτήρα, μη κρατικών πανεπιστημίων, το κράτος προχωρεί σ’ αυτήν τη διαδικασία, κατά παραχώρηση. Κατά παραχώρηση θα ασκείται από μη κρατικούς φορείς. Άρα η παιδεία, παραμένει δημόσιο αγαθό, υπό την εγγύηση του κράτους, και θεωρούμε ως πρωταρχικό στόχο της πολιτικής μας στο χώρο της παιδείας, την περαιτέρω ενίσχυση και αναβάθμιση του δημοσίου πανεπιστημίου, κάτι που δεν το λέμε στα λόγια. Πριν από τη συνταγματική αναθεώρηση, ξεκίνησε η διαδικασία με το νέο νόμο-πλαίσιο για τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα που ψηφίστηκε το 2007, πριν από τις εκλογές, ήδη εφαρμόζεται ένα μεγάλο μέρος των διατάξεών τους, ένα άλλο μέρος θα τύχει της προβλεπόμενης εφαρμογής σε λίγο καιρό, και βεβαίως υπεγράφη και υποστηρίχθηκε τότε από τη Βουλή των Ελλήνων, από τη συνάδελφο κυρία Μαριέττα Γιαννάκου.
Τι λέει η Νέα Δημοκρατία ; Η Νέα Δημοκρατία λέει απλά το εξής: Τόσα χρόνια που έχουμε ερμητικά κλείσει την υπόθεση της ανώτατης παιδείας μας στην προοπτική δημιουργίας κοινωφελούς χαρακτήρα μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων, πετύχαμε το καλύτερο; Είμαστε ικανοποιημένοι με την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο; Θα κάνω ορισμένες διαπιστώσεις, οι οποίες νομίζω ότι δεν υπόκεινται στον υποκειμενισμό μου, αλλά ότι είναι αντικειμενικές.
Το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο, μέχρι πρότινος –τώρα ξεκινάει μία προσπάθεια ανάταξης και αναβάθμισης, η οποία είναι ακόμα στην αρχή της- βρίσκεται στις πιο κακές μέρες του. Γιατί; Εγώ θα αναγνωρίσω ότι στην Ελλάδα έχουμε από τα πιο λαμπρά επιστημονικά μυαλά και ορισμένους από τους πιο λαμπρούς ακαδημαϊκούς καθηγητές. Επίσης, το σπουδαστικό επίπεδο στην Ελλάδα, είναι αρκετά υψηλό. Τι δεν πάει, λοιπόν, καλά; Ο τρόπος οργάνωσης του ελληνικού πανεπιστημίου είναι αναχρονιστικός. Το ελληνικό πανεπιστήμιο, κυριαρχείται εδώ και πολλές δεκαετίες από οργανωμένες ομάδες, που επιδιώκουν μικροκομματικά, συντεχνιακά και μικροπολιτικά συμφέροντα. Το ελληνικό πανεπιστήμιο, δεν διοικείται δημοκρατικά. Το ελληνικό πανεπιστήμιο, διοικείται από μία ολιγαρχία κομματικών και παρακομματικών συντεχνιών. Και δεν με ενδιαφέρει αν σ’ αυτήν την ολιγαρχία των συντεχνιών, μετέχουν και ορισμένοι συνδικαλιστές που πρόσκεινται στο δικό μου χώρο. Δεν με ενδιαφέρει! Ίσα-ίσα, μου είναι περισσότερο αποκρουστικό και το καταγγέλλω δημόσια. Αυτή είναι η εικόνα. Ακούω το αίτημα και από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και από την Αριστερά. Θα σας πω, εκ των προτέρων, ότι είναι σωστό το αίτημα. Η παιδεία χρειάζεται περισσότερα χρήματα. Βεβαίως. Συντάσσομαι μαζί σας. Όμως, απαντάει σωστά ο Καραμανλής. «Να τα δώσω» -λέει ο Καραμανλής- αλλά «πού να τα δώσω αυτά τα λεφτά»; Σ’ ένα σύστημα, το οποίο είναι διάτρητο; Σ’ ένα βαρέλι το οποίο δεν έχει πάτο; Διότι περί αυτού πρόκειται. Πού να δοθούν τα χρήματα για την παιδεία; Στα πανεπιστήμια, που δεν θέλουμε να αξιολογούνται; Στα πανεπιστήμια, που δεν προωθούν την έρευνα; Σε ποια πανεπιστήμια να δώσουμε περισσότερα χρήματα; Η Νέα Δημοκρατία λέει, λοιπόν, σήμερα να δοθεί προτεραιότητα και να αναβαθμιστεί το δημόσιο πανεπιστήμιο. Προχωρούμε προς αυτό. Σ’ όλον τον κόσμο, η εμμονή στο «δημόσιο» και το «κρατικό» αποδεικνύεται ατελέσφορη, εάν θέλουμε και επιθυμούμε να αναπτύξουμε τις ζωντανές δυνάμεις της κοινωνίας, αν θέλουμε να δώσουμε ώθηση, στις πρωτοβουλίες της κοινωνίας των πολιτών, αν θέλουμε σαν Ελλάδα, να κάνουμε το χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης, χώρο προσέλκυσης σπουδαστικού δυναμικού και από χώρες πέραν των ελληνικών συνόρων και ταυτόχρονα, να επαναπατρίσουμε το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα των Ελλήνων φοιτητών και των Ελληνίδων φοιτητριών, που σπουδάζουν στις τέσσερις άκρες της γης. Γιατί να μην ανταποκριθούμε σ’ αυτό το στοίχημα; Προτείνουμε, λοιπόν, να επιτραπεί μέσω της συνταγματικής Αναθεώρησης η αλλαγή του συγκεκριμένου άρθρου και η προσαρμογή του, κατά το κείμενο των προτάσεών μας, ώστε να είναι δυνατή η δημιουργία μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων. Αυτό σημαίνει ότι δεν διανέμονται κέρδη.
Δίπλα, λοιπόν, στο δημόσιο αναβαθμισμένο πανεπιστήμιο –γιατί αυτή είναι η προοπτική της πολιτικής μας- να δώσουμε την ευκαιρία σε κοινωφελείς πρωτοβουλίες. Για παράδειγμα, αναφέρομαι στην πρόσφατη πρωτοβουλία του Ιδρύματος Νιάρχου. Γιατί να μην τους δώσουμε την ευκαιρία, από κοινού με άλλους, να δώσουν στην πολιτεία και στον Ελληνικό Λαό, τη δυνατότητα μέσω της προσφοράς τους και μιας εθνικής ευεργεσίας, να υπάρξει ένα άλλο ίδρυμα ανταγωνιστικό, υπό την εποπτεία του κράτους μη κερδοσκοπικό, κοινωφελούς χαρακτήρα, το οποίο θα αναπτύξει τις πραγματικές ακαδημαϊκές δυνατότητες του τόπου, θα επιτρέψει σε περισσότερους Έλληνες και Ελληνίδες να σπουδάσουν, θα συμβάλει αποφασιστικά στο να «σηκώσουμε» το μέσο όρο σπουδών στην Ελλάδα, ενώ επιπλέον, θα δώσει τη δυνατότητα αφ’ ενός μεν να κρατήσουμε στην Ελλάδα τα παιδιά που σπουδάζουν στο εξωτερικό και αφ’ ετέρου να προσελκύσουμε σπουδαστικό δυναμικό και από άλλες χώρες, από χώρες της γεωγραφικής περιφέρειάς μας; Γιατί όχι; Στο κάτω-κάτω, σε τι βοήθησε την παιδεία μέχρι σήμερα ο σφικτός κρατικός εναγκαλισμός; Θέλετε να σας δώσω θλιβερές εικόνες; Μέχρι να ψηφίσει η Κυβέρνηση Καραμανλή το νέο νόμο-πλαίσιο για την ανώτατη παιδεία, στην Ελλάδα τα ελληνικά πανεπιστήμια ηρνούντο, επιμόνως, να αξιολογούνται. Υπάρχει καμμιά διαδικασία στο σημερινό κόσμο, σε Ανατολή και Δύση, σε Βορρά και Νότο, που να μην υφίσταται την αξιολόγηση; Ο αντίλογος έγκειται, στο ποιος θα αξιολογεί. Οι επιθεωρητές του Υπουργείου Παιδείας; Μα για την αξιολόγηση των πανεπιστημίων, διεθνώς, υπάρχουν διεθνή στάνταρς και διεθνείς προδιαγραφές. Εμείς δεν είπαμε ότι θα πηγαίνει ο Επιθεωρητής από το Υπουργείο Παιδείας να αξιολογεί το κάθε πανεπιστήμιο. Εμείς είπαμε ότι και τα ελληνικά πανεπιστήμια, πρέπει να αξιολογούνται με τον τρόπο που αξιολογούνται όλα τα πανεπιστήμια διεθνώς, με τις ίδιες προδιαγραφές και με τις ίδιες διαδικασίες. Αυτό είναι το πρώτο ουσιαστικό βήμα, για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στην ενίσχυση, πρώτα, του δημοσίου πανεπιστημίου. Και τι λέμε με την πρότασή μας; Με την πρότασή μας λέμε ότι, κατά τον ίδιο τρόπο, θα αξιολογείται και το μη κρατικό πανεπιστήμιο. Μέσα από τις δομές και τις διαδικασίες, μέσα από τα κριτήρια που θα επιλέγεται το επιστημονικό και διδακτικό προσωπικό, οι διδάσκοντες στο δημόσιο πανεπιστήμιο, μέσα από τα ίδια κριτήρια και τις ίδιες διαδικασίες αξιολόγησης, υπό την εποπτεία πάντα του κράτους, θα επιλέγονται και οι διδάσκοντες στο μη κρατικό κοινωφελούς χαρακτήρα μη κερδοσκοπικό ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα. Να πάμε και πιο πέρα; Προβλέπουμε την ψήφιση ειδικού νόμου, ο οποίος θα ορίζει το πλαίσιο. Με πλήρεις λεπτομέρειες, θα καθοριστούν όλα μέσα από τη Βουλή των Ελλήνων, για να μπορέσει να λειτουργήσει αυτό το ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα της νέας μορφής. Να σας πάω ακόμη πιο πέρα. Ήρθα εγώ με πρότασή μου –την κατέθεσα προσωπικά και άκουσα να συζητείται από πολλές πλευρές- να σας προτείνω να έχουμε και ad hoc νόμο, για την ίδρυση καθενός ξεχωριστά τέτοιου ιδρύματος. Δηλαδή πέραν του νόμου-πλαισίου, που θα υπάρξει κατ’ εντολή του Συντάγματος –γιατί η πρότασή μας ορίζει την ύπαρξη ειδικού νόμου- από εκεί και πέρα για το καθένα ξεχωριστά ίδρυμα που θα δημιουργηθεί, η αδειοδότησή του να γίνεται με ad hoc νόμο, ο οποίος θα συζητείται από τη Βουλή. Θα είναι τα πάντα στο φως, θα παρέχονται πλήρως οι προβλεπόμενες διαδικασίες, θα ξετινάζονται οι προϋποθέσεις, το ποιοί είναι από πίσω, ποιοί είναι μπροστά, ποιά κεφάλαια, ποιά διάρθρωση ακαδημαϊκού προσωπικού έχει, ποια προγράμματα σπουδών, τα πάντα, μέσα από ειδικό νόμο, που θα περνάει από τη Βουλή.
Για να γίνω σαφής, έχουμε, λοιπόν, πρώτα τη συνταγματική επιταγή, δεύτερον, τον ειδικό νόμο-πλαίσιο και, τρίτον, ad hoc νόμο, για την αδειοδότηση ενός εκάστου τέτοιου ιδρύματος μέσα από τη Βουλή των Ελλήνων.
Πλήρεις εγγυήσεις. Το λέω, γιατί στα πλαίσια του υπερβολικού και εξωπραγματικού αντιλόγου, έχω ακούσει ότι πάμε να κάνουμε πανεπιστήμια τα κέντρα ελευθέρων σπουδών, ότι δηλαδή, κατά το παλαιό ρητό «κάθε πόλη και στάδιο, κάθε χωριό και γυμναστήριο» έχουμε τώρα «κάθε πόλη και στάδιο, κάθε χωριό και πανεπιστήμιο». Μη διακωμωδούμε έτσι μια πρόταση, η οποία είναι ειλικρινής, είναι σοβαρή, είναι συγκροτημένη και φιλοδοξεί να δώσει μια άλλη προοπτική, την προοπτική του εικοστού πρώτου αιώνα στην ελληνική παιδεία.
Βεβαίως, θα μου πείτε ότι δεν φθάνει μόνο αυτή. Ασφαλώς. Έχουν να γίνουν πολλά ακόμη για το δημόσιο πανεπιστήμιο. Πάρα πολλά. Όπως επίσης, έχουμε μπροστά μας τη μεγάλη πρόκληση της μεταρρύθμισης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, για να καθίσουμε να δούμε όλα τα Κόμματα από κοινού, τί παιδεία θέλουμε και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Να καθίσουμε να δούμε, πώς απαντά η Ελλάδα στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης, πώς θέλουμε να διδάσκεται η γλώσσα μας και η ιστορία μας, με τί προσόντα θα βγάλουμε τον Έλληνα πολίτη και την Ελληνίδα σ’ ένα διεθνές ανταγωνιστικό πεδίο, ώστε να είναι και Έλληνες, να είναι και πολίτες του κόσμου. Να μπορούν να σταθούν ανταγωνιστικά σε μια εποχή, όπου όλα δείχνουν, πως οι κοινωνικές διαστρωματώσεις και οι κοινωνικές ανισότητες, δεν θα προσδιορίζονται, από την κατοχή ή όχι των μέσων παραγωγής, αλλά από τις δυνατότητες πρόσβασης στα γνωστικά πεδία, παλαιά, σύγχρονα και καινούργια. Αυτές είναι οι προκλήσεις του μέλλοντος. Θα μείνουμε έτσι, ως Ελλάδα; Θα καθόμαστε να μηρυκάζουμε τα προϊόντα, δεύτερα, τρίτα, τέταρτα και πέμπτα, των διυλιστηρίων της παγκοσμιοποίησης; Δεν έχετε τέτοιους προβληματισμούς η Αριστερά; Μας ενδιαφέρει ο προβληματισμός και του Κ.Κ.Ε. και του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και του ΛΑ.Ο.Σ. και του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος. Δεν μπορούμε να συναντηθούμε σ’ αυτά; Θέλω να εκφράσω τη λύπη μου για την επιλογή του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Όταν ξεκινούσαμε την αναθεωρητική διαδικασία –και την ξεκινήσαμε, από κοινού με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και όχι μόνο με το ΠΑ.ΣΟ.Κ., γιατί απαιτούνται ειδικές πλειοψηφίες- φαινόταν ότι το άρθρο 16, πέραν των άλλων, θα είναι η κορυφαία πρόταση των δύο μεγαλυτέρων κομμάτων εξουσίας στην Ελλάδα, στην οποία θα μπορούσαμε να έχουμε συναντηθεί. Και θα έπρεπε να έχουμε συναντηθεί. Την πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. θα μπορούσαμε και εμείς με κάποιες αλλαγές να την ψηφίσουμε. Δεν κατάλαβα, γιατί αυτή η πρόταση αποτέλεσε τη θρυαλλίδα –διότι αυτή είναι η πικρή αλήθεια- για να τιναχτεί στον αέρα η υπόθεση της συμμετοχής του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην παρούσα Επιτροπή της Αναθεώρησης του Συντάγματος και να υποχρεωθεί η ηγεσία του, να διατάξει άτακτη υποχώρηση. Δεν πρέπει ο κ. Παπανδρέου, ο οποίος δεν είναι μόνο Αρχηγός ενός Κόμματος –το λέω με πολύ σεβασμό στο πρόσωπό του- να έλθει κάποτε να αναλάβει τις ευθύνες, που του αναλογούν, ως παράγοντα του πολιτεύματος; Δεν είναι μόνο Αρχηγός κόμματος. Είναι και Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του. Εμείς του αναγνωρίζουμε ότι στα θέματα των αλλαγών στην παιδεία και στα θέματα αναθεώρησης του άρθρου 16, σε αρκετά τέτοια σημεία στο παρελθόν υπήρξε πρωτοπόρος. Εγώ έχω το θάρρος να το αναγνωρίσω. Να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Δεν καταλαβαίνω τώρα, γιατί οδηγήθηκε σε άτακτη υποχώρηση. Γιατί δεν μπορεί να συγκεντρώσει και να συνενώσει το κόμμα του; Είναι αυτή εικόνα Αξιωματικής Αντιπολίτευσης; Τη μία προτείνει αλλαγές στο άρθρο 16 προς τη σωστή κατεύθυνση και την άλλη, κρύβεται από τον ίδιο της τον εαυτό και θέλει να αποτελέσει εναλλακτική πρόταση και να προσφέρει πρόταση εξουσίας στον Ελληνικό Λαό, που θα πάει να ψηφίσει αύριο το πρωί στην κάλπη, μέσα στο εκλογικό παραβάν; Νομίζω ότι ιδιαίτερα, στη συζήτηση του άρθρου 16, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν έπρεπε να απουσιάσει από αυτήν τη διαδικασία. Αυτό είναι βέβαιο. Όμως, εάν έπρεπε να είναι παρόν, τουλάχιστον, σε μία συζήτηση, έπρεπε να είναι παρόν στη σημερινή συζήτηση. Η απουσία του από την συζήτηση του άρθρου 16 –κατά κυριολεξία το ΠΑ.ΣΟ.Κ. έλαμψε διά της απουσίας του, γιατί εγώ πιστεύω ότι έπρεπε να ήταν παρών και ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ- δεν δείχνει μόνο τα τεράστια αδιέξοδα. Δείχνει ότι αυτό το Κόμμα, δεν είναι μόνο σε πλήρη αδυναμία να κυβερνήσει. Είναι σε πλήρη αδυναμία, να ασκήσει τα καθήκοντά του, ως Αξιωματική Αντιπολίτευση. Με όλα όσα έχουν προηγηθεί και αφορούν στο άρθρο 16, νομίζω ότι αυτές οι αλήθειες έπρεπε να ειπωθούν.
4. Η τρίτη ενότητα περιλαμβάνει άρθρα τα οποία, θα έλεγα, αφορούν και την ποιότητα, αλλά και το εύρος της Δημοκρατίας στον τόπο μας. Θα ξεκινήσω από το άρθρο 29, παράγραφος 2 του Συντάγματος. Θα έλεγα ότι, τα τελευταία χρόνια, είναι πάντοτε επίκαιρα τα θέματα, τα οποία θίγονται και ρυθμίζονται από αυτό το άρθρο. Πολλοί ομιλούν για τη χαμένη τιμή του πολιτικού κόσμου. Αλλοίμονο, αν το δεχθούμε ως άποψη και ως διαπίστωση. Από την άλλη, δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια σε μία εντονότατη δυσπιστία, η οποία αναπτύσσεται στην πλειοψηφία της κοινής γνώμης και αφορά και τα οικονομικά των Κομμάτων και τα οικονομικά των πολιτικών και τα οικονομικά της πολιτικής.
Το περίεργο είναι ότι αυτή η δυσπιστία εξαπλώνεται, όλο και περισσότερο, με τη βοήθεια και μέρους των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, οι φορείς των οποίων, όμως, όταν φτάνει η μπάλα στο γήπεδό τους, όταν πρόκειται να μιλήσουμε για θέματα διαφάνειας, ευνομίας, εύρυθμης λειτουργίας κ.ο.κ., στην περιοχή τους, εκεί σηκώνουν τα χέρια ψηλά. Κάποια στιγμή, λοιπόν, θα πρέπει να κάνουμε μία ευρεία συζήτηση. Και δεν εννοώ στο καφενείο, στο σπίτι μας ή στην κλαδική του Κόμματός μας ή στην Κεντρική Επιτροπή του Κόμματός μας. Θα πρέπει να κάνουμε μία ευρεία συζήτηση στην Αίθουσα του Εθνικού Κοινοβουλίου, για να καλύψουμε τα ζητήματα της διαφάνειας από όλες τις πλευρές και προς κάθε κατεύθυνση. Διότι είναι εύκολο να εμφανίζονται όψιμοι εισαγγελείς και τιμητές του δημοσίου βίου. Και είναι πολύ εύκολο κάποιοι να βγαίνουν στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, κουνώντας απειλητικά το δείκτη του χεριού τους και να υποδεικνύουν ως υπεύθυνους για ό,τι κακό συμβαίνει σήμερα στον τόπο τους πολιτικούς, τους Βουλευτές.
Το δύσκολο είναι -αλλά είναι και αυτό το οποίο επιθυμεί ο Ελληνικός Λαός- να ξεκαθαριστούν, σε θεσμικό επίπεδο, τα θέματα της διαφάνειας, μια κι έξω, να απαντήσουμε σε ορισμένα βασικά ερωτήματα: Πού είναι τα κέντρα ισχύος σήμερα; Είναι μέσα στα θεσμοθετημένα όργανα της πολιτείας ή ένα μέρος των κέντρων ισχύος και των κέντρων λήψεως αποφάσεων βρίσκεται εκτός Βουλής, εκτός Κυβερνήσεως, στα εξωπολιτικά και εξωκοινοβουλευτικά κέντρα, σε επιχειρηματικούς ομίλους; Και βεβαίως, δεν έχει κανείς τίποτα με την επιχειρηματικότητα. Ίσα-ίσα, για εμάς, η επιχειρηματικότητα αποτελεί τον ουσιαστικό μοχλό για να δημιουργηθεί περισσότερος πλούτος, για να μπορέσουμε να μπούμε σε πολιτικές αναδιανομής, να δημιουργηθεί κοινωνικό μέρισμα υπέρ των αδυνάτων. Πρέπει, όμως, όταν συζητούμε για κανόνες, να βάζουμε κανόνες σε όλη τη λειτουργία του συστήματος. Κι αν υπάρχουν κέντρα λήψεως αποφάσεων έξω από τα θεσμικά όργανα της πολιτείας, θα πρέπει να το δούμε. Δεν μπορεί να λειτουργούν ανεξέλεγκτα, δεν μπορεί να επηρεάζουν την πολιτική ζωή ανεξέλεγκτα, δεν μπορεί να λειτουργούν μέσα σε συνθήκες αδιαφάνειας και συνωμοτικότητας. Η Νέα Δημοκρατία με τις προτάσεις της για την αναμόρφωση του άρθρου 29, παράγραφος 2 θεωρεί ότι κάνουμε σημαντικά βήματα. Δεν λέμε ότι λύνουμε όλα τα προβλήματα. Θεωρούμε, όμως, ότι κάνουμε σημαντικά βήματα, για να αποκαταστήσουμε την εικόνα του πολιτικού κόσμου στα μάτια της κοινής γνώμης.
Προτείνουμε, λοιπόν, να ανατεθεί η ελεγκτική αρμοδιότητα τόσο για τα οικονομικά των πολιτικών Κομμάτων, για τα οικονομικά της πολιτικής συνολικότερα, όσο και για τον έλεγχο του «πόθεν έσχες» των Βουλευτών, σε Ειδικό Τμήμα του Συνταγματικού Δικαστηρίου, το οποίο, όπως γνωρίζετε, προβλέπεται να συσταθεί, με βάση την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας. Είναι μία πρόταση, που θα τη συζητήσουμε στα πλαίσια του άρθρου 100.
Λέμε, λοιπόν, ότι ένα Ειδικό Τμήμα του Συνταγματικού Δικαστηρίου θα ασχολείται, πρώτον, με τον έλεγχο της διαφάνειας των οικονομικών των πολιτικών Κομμάτων -λειτουργικές, εκλογικές δαπάνες- δεύτερον με τον έλεγχο των προεκλογικών και λειτουργικών δαπανών των Βουλευτών και των υποψηφίων Βουλευτών και από εκεί και πέρα με τα θέματα του ετησίου ελέγχου του «πόθεν έσχες» των Βουλευτών και των μελών της Κυβέρνησης, με την επιβολή σχετικών κυρώσεων κ.ο.κ.. Γνωρίζω, βεβαίως, ότι εδώ υπάρχει ένας προβληματισμός και είμαι βέβαιος ότι θα εκφραστεί και από την πλευρά αρκετών συναδέλφων. Τι μπορεί να κάνει το υπό ίδρυσιν Συνταγματικό Δικαστήριο, σε σχέση με αυτά τα αιτήματα, το οποίο δεν γίνεται σήμερα, πόσο μπορεί να αποκατασταθεί η διαφάνεια σε ευρύτερο επίπεδο από την κατάσταση, που επικρατεί σήμερα; Εγώ δεν λέω ότι, σήμερα, το σύστημα δεν λειτουργεί. Θα ήταν αδικία να πούμε ότι το σύστημα του «πόθεν έσχες», όπως έχει λειτουργήσει αυτή την περίοδο, δεν λειτουργεί. Θα ήταν, πράγματι, αδικία να το πούμε. Υπάρχουν, όμως, ζητήματα, που αφορούν και στις εντυπώσεις και την ουσία και θεωρούμε ότι, κυρίως, τα θέματα της ουσίας αντιμετωπίζονται καλύτερα με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας.
Το άρθρο 57, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, και η πρόταση για την αναθεώρησή του αποτελούν το χρονικό μιας μεγάλης αποτυχίας και ενός μεγάλου ολισθήματος, το οποίο έγινε κατά την προηγηθείσα διαδικασία Αναθεώρησης. Δεν θέλω να πω ότι δικαιωθήκαμε εμείς, που φωνάζαμε, τότε, μέσα στη Βουλή, προπηλακιζόμενοι και υβριζόμενοι δεξιόθεν και όχι αριστερόθεν, διότι οφείλω να πω ότι η Αριστερά, παρόλο που δεν υπερασπίζεται το αστικό πλαίσιο κοινοβουλευτικής πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης, ήταν συνεπής, γιατί το δικαίωμα στην εργασία είναι βασικό ατομικό δικαίωμα, το οποίο με την προηγηθείσα συνταγματική Αναθεώρηση ήλθαμε να το περιστείλουμε. Και αυτό αναγνωρίστηκε και από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, στην οποία προσέφυγε συνάδελφος. Αυτή είναι η πραγματικότητα και είναι προς τιμή των Κομμάτων της Αριστεράς που ακολούθησαν, με συνέπεια, αυτή τη γραμμή. Το θέμα είναι τώρα, τί κάνουμε. Εγώ το πολέμησα, από την αρχή μέχρι το τέλος και θα το κάνω όσο αισθάνομαι πολίτης, ούτε καν Βουλευτής. Το άρθρο 57, όπως διαμορφώθηκε, έχει ένα περιεχόμενο ντροπής, ντροπής για τον πολιτικό κόσμο, ντροπής για τον αστικό κοινοβουλευτισμό, ντροπής για το αντιπροσωπευτικό σύστημα. Τί ορίζει; Ποια είναι η πεμπτουσία του συστήματος αντιπροσώπευσης στην αστική Κοινοβουλευτική Δημοκρατία; Είναι ότι οι εκπρόσωποι του έθνους έρχονται εδώ για να αντιπροσωπεύσουν μία όσο το δυνατόν ευρύτατη κλίμακα ηλικιακών κατηγοριών, κοινωνικών κατηγοριών, επαγγελματικών κατηγοριών, μορφωτικών κατηγοριών, κοινωνικών ομάδων, εισοδηματικών τάξεων, παραγωγικών τάξεων. Πώς κατοχυρώνεται αυτή η αντιπροσώπευση; Με την απαγόρευση του Βουλευτή να ασκεί επάγγελμα; Δηλαδή, θέλουμε να ξεκόψουμε το Εθνικό Κοινοβούλιο από τις ζωντανές δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας; Πώς θα διαμορφώσει ο πολιτικός προσωπική και, κυρίως, κοινωνική συνείδηση; Πώς διαμορφώνεται η κοινωνική συνείδηση; Μόνο στο εκπαιδευτικό σύστημα ή στον οικογενειακό περίγυρο ή μόνο στην κλαδική του Κόμματος ή στο Πολιτικό Γραφείο, που, κάποιος να παρίσταται ως παρακοιμώμενος του ενός πολιτικού, ή του άλλου; Έτσι διαμορφώνεται η πολιτική, η προσωπική, η κοινωνική συνείδηση στη σημερινή κοινωνία;
Είναι δυνατόν εδώ να εκτρέφουμε πολιτικές και ηγετικές προσωπικότητες του μέλλοντος, οι οποίες δεν θα γνωρίζουν, τί είναι η δίγραμμος επιταγή, δεν θα έχουν πάει ποτέ στο Ι.Κ.Α. να κολλήσουν ένσημα, δεν θα ξέρουν αυτά που υφίσταται ο Έλληνας πολίτης στα γκισέ των Τραπεζών, με λίγα λόγια, δεν θα έχουν βγάλει ποτέ μεροκάματο; Αυτή θα είναι η ποιότητα του πολιτικού κόσμου, την οποία θα προσφέρουμε στην σημερινή και αυριανή ελληνική κοινωνία; Νομίζω ότι χρειάστηκε πολύ λίγος χρόνος -και το είχαμε προβλέψει από τότε- πολύ λιγότερος από ό,τι προσδοκούσαμε και εμείς, για να αντιληφθούν όλοι οι συνάδελφοι το μέγιστο ολίσθημα που διεπράχθη τότε, γιατί πρόκειται για μέγιστο ολίσθημα. Δεν λέει κανένας ότι ο Βουλευτής δεν πρέπει να έχει δεσμεύσεις και περιορισμούς στην άσκηση του επαγγέλματος. Ασφαλώς πρέπει να έχει. Έχουν διατυπωθεί πολλές προτάσεις, οι οποίες θα μας είναι πολύ χρήσιμες στην πορεία αυτών των ρυθμίσεων και αυτών των αλλαγών, αλλά επαναλαμβάνω ότι είναι αδιανόητο η Ελλάδα να πρωτοπορεί σε μία θεσμική αθλιότητα σε διεθνές επίπεδο, ούσα η μόνη Χώρα, παγκοσμίως, η οποία έχει καθιερώσει, δια του συνταγματικού της χάρτη το απόλυτο επαγγελματικό ασυμβίβαστο. Ερχόμαστε, λοιπόν, να αλλάξουμε αυτή την απαράδεκτη κατάσταση με αίσθημα ευθύνης προς το μέλλον. Τι λέμε; Λέμε ότι η συνταγματική πρόνοια, που ομιλεί περί του επαγγελματικού ασυμβίβαστου των Βουλευτών καταργείται. Τελείωσε! Δεν μπορούμε να πάμε σε «μεσοβέζικες» λύσεις. Καταργείται. Από εκεί και πέρα μπορεί να υπάρξει νόμος. Ενθαρρύνεται ο κοινός νομοθέτης -πρέπει να γίνει αυτό και το λέω υπεύθυνα- να έλθει και να θεσπίσει κανόνες και διατάξεις, οι οποίες να ορίζουν ένα δεσμευτικό πλαίσιο υποχρεώσεων για την άσκηση του επαγγέλματος από τον Βουλευτή. Απλά πράγματα, καθαρά πράγματα. Μην επιβαρύνουμε το Σύνταγμα με σκοπιμότητες της συγκυρίας και της στιγμής, γιατί είδαμε τις σκοπιμότητες να έχουν παρέλθει, αλλά τις διατάξεις στο Σύνταγμα να μένουν.
Και θέλω να επισημάνω για μία ακόμη φορά, τη συνέπεια των Κομμάτων της Αριστεράς. Το ξέρετε, γιατί εγώ είμαι ιδεολογικός της αντίπαλος και ασκώ αυτό το δικαίωμα. Το ασκώ διαρκώς, γιατί δεν πιστεύω στη διαχειριστική άποψη της πολιτικής. Καλά τα νούμερα, αλλά η πολιτική θα πρέπει να παραμείνει χώρος αντιπαράθεσης ιδεών, πολιτικής, προγραμμάτων. Θέλω, όμως, να σας απευθύνω μία παράκληση, αλλά και μία πρόσκληση. Νομίζω ότι είναι αδιανόητο, τηρουμένων των διαφοροποιήσεων, τηρουμένων των διαφωνιών μας –αυτό είναι το στοιχείο που κάνει τη Δημοκρατία ενδιαφέρον, χρήσιμο για τον τόπο πολίτευμα- να γίνεται τόσο σημαντικός διάλογος, να διατυπώνεται τόσο σημαντικός αντίλογος από κάθε πτέρυγα της Επιτροπής μας και να μην φτάσουμε στο δια ταύτα, να μην φτάσουμε δηλαδή στην ψήφιση προτάσεων και διατάξεων, στις οποίες όχι μόνο μπορεί να συναντηθούμε, αλλά γνωρίζετε ότι στην ουσία συναντώμεθα.
Και το λέω και για το άρθρο 14 παράγραφος 9, το οποίο αφορά στο μείζον θέμα της Δημοκρατίας, σήμερα, στην Ελλάδα. Η Δημοκρατία μας θαμπώνεται και πολλά δικαιώματα πολιτικά και κοινωνικά βρίσκονται υπό αίρεση από αυτή την περίεργη όσμωση ιδιοκτησίας Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, πολιτικών κέντρων εξουσίας και οικονομικών κέντρων εξουσίας. Είναι αδιανόητο, λοιπόν, να έχουμε πολλά σημεία σύμπτωσης στο άρθρο 14 παράγραφος 9, είναι αδιανόητο να συμπίπτουμε στο άρθρο 57 σε πάρα πολλά σημεία και όταν έλθει η ώρα της ψήφου, να μην ψηφίσουμε.
Διατυπώνω, λοιπόν, μία παράκληση, διατυπώνω μία πολιτική έκκληση και προς τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και προς το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, ότι, από την συζήτηση, δεν πρέπει να βγούμε με άθροισμα μηδενικό. Η Επιτροπή Αναθεώρησης της Βουλής, θα πρέπει να έχει να επιδείξει ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Αλλοιώς αναιρούνται, ακυρώνονται και –θα πω μία βαριά έκφραση- διακωμωδούνται, λόγω του αποτελέσματος, όλα αυτά τα οποία ελέχθησαν και είναι πάρα πολύ σημαντικά. Ως προς το άρθρο 57, νομίζω ότι είναι αυτονόητη, από κάθε άποψη, η σημασία της αλλαγής. Έχει καταρριφθεί και δεν νομίζω ότι χρειάζεται να επιχειρηματολογήσω. Ακούγαμε, τότε, ότι ο Βουλευτής, ο οποίος ασκεί επάγγελμα, δεν είναι και συνεπής.
Το αν είναι συνεπής ο Βουλευτής ή όχι, πρώτον κρίνεται από τον Ελληνικό Λαό δια της ψήφου. Διότι ο Βουλευτής είναι αυτός, ο οποίος δοκιμάζεται, ο οποίος απολογείται, πράγμα που δεν κάνει, ας πούμε, ο κάθε καρεκλοκένταυρος, ο διορισθείς από τον οποιονδήποτε κομματικό μηχανισμό, πράγμα που δεν κάνει ο δημοσιογράφος, ο οποίος βγαίνει και παριστάνει τον τιμητή των πάντων. Ο Βουλευτής απολογείται στο καφενείο, απολογείται στη λαϊκή αγορά, απολογείται στο πεζοδρόμιο, απολογείται στον δρόμο, που πηγαίνει. Ένα αυτό. Και δεύτερο, για να το ξεκαθαρίσουμε: Πιστεύετε εσείς ότι οι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν αποδειχθεί χρήσιμοι στην ελληνική κοινωνία, έχουν κολλήσει ένσημα, έχουν δώσει επαγγελματικούς, προσωπικούς και κοινωνικούς αγώνες, θα μπουν στη Βουλή για να κάνουν «χαβαλέ» -για να το πω έτσι- θα μπουν στη Βουλή για να σκοτώνουν την ώρα τους, για να πίνουν καφέ στο κυλικείο;
Όποιος άνθρωπος είναι δημιουργικός και βλέπει τη ζωή και την πολιτική ως πεδίο αγώνων και σύγκρουσης ιδεών, διαλεκτικά, θα εξακολουθεί να το κάνει και μέσα στη Βουλή. Αυτή είναι η αλήθεια και αυτό αποδεικνύει και η καθημερινή πράξη.
Θα αναφερθώ δι’ ολίγων στο άρθρο 62, για το οποίο, επίσης, γίνεται αρκετός λόγος. Γιατί χρειάζεται η βουλευτική ασυλία; Ακούγονται πολλά, ότι οι Βουλευτές έχουν το ακαταδίωκτο και άλλα. Και ξέρετε, κάπου – κάπου, βολεύει και τις εκάστοτε Κυβερνήσεις. Ποιος φταίει για όλα; Οι Βουλευτές φταίνε για όλα. Κάποια στιγμή πρέπει να συζητήσουμε και για τον ρόλο του Βουλευτή στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, σήμερα. Ποιά είναι η πραγματική εξουσία της Βουλής; Πώς πρέπει να ισορροπεί ο Βουλευτής μεταξύ του δικαιώματος να εκφράζει την άποψή του κατά συνείδηση, που του το κατοχυρώνει το Σύνταγμα, και της ανάγκης βεβαίως –γιατί πρέπει να ισορροπεί- να συναποτελεί μέρος του συνεκτικού ιστού ενός πολιτικού Κόμματος, διότι μέσω των πολιτικών Κομμάτων πραγματώνεται η λαϊκή κυριαρχία; Πώς, λοιπόν, πρέπει να ισορροπεί ο Βουλευτής;
Ο Βουλευτής έχει υποχρεώσεις. Βεβαίως έχει υποχρεώσεις, βαρύτατες. Δεν έχει, όμως, και δικαιώματα; Πώς θα μπορεί ο Βουλευτής να φανεί συνεπής στις υποχρεώσεις του, όταν δεν μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματά του, με αποτελεσματικότητα και όταν δεν του αναγνωρίζονται τα δικαιώματα, που πρέπει να έχει; Δεν θέλω να μιλήσω, από Κυβέρνηση σε Κυβέρνηση, για την ανάγκη αρκετών συναδέλφων να περιμένουν στον προθάλαμο και όχι, βεβαίως, των Υπουργών. Οι Υπουργοί έχουν την ευαισθησία, γιατί προέρχονται από το Εθνικό Κοινοβούλιο, υφίστανται την βάσανο της ψήφου του ελληνικού λαού και της κριτικής. Πόσες φορές, όμως, δεν έχω ακούσει για συναδέλφους, οι οποίοι υποχρεούνται να περιμένουν στον προθάλαμο ή στο Γραφείο της γραμματέως του οποιουδήποτε ημιμαθούς ή ανεγκέφαλου κρατικού αξιωματούχου, ο οποίος δεν βγαίνει με την ψήφο και διορίζεται στη θέση του και στο αξίωμά του;
Λοιπόν, η βουλευτική ασυλία, εάν υπάρχει ως θεσμός –να το ξεκαθαρίσουμε- υπάρχει όχι για να είναι επ’ ωφελεία του Βουλευτού, υπάρχει για να είναι επ’ ωφελεία του πολίτη, τον οποίο εκπροσωπεί ο Βουλευτής, για να μπορεί ο Βουλευτής να εκπροσωπεί τον πολίτη, με τέτοιο τρόπο, ώστε να φτάνουν τα αιτήματά του στην Αίθουσα του Εθνικού Κοινοβουλίου. Η βουλευτική ασυλία είναι υπέρ του πολίτη, είναι υπέρ του συστήματος αντιπροσώπευσης και όχι προνόμιο του Βουλευτή. Αυτό πρέπει να γίνει αντιληπτό προς κάθε κατεύθυνση.
Είναι αλήθεια, όμως, ότι τα τελευταία χρόνια η κοινή γνώμη εισέπραξε από διάφορες εκδηλώσεις του Εθνικού Κοινοβουλίου μια αρνητική εικόνα. Δηλαδή, για αρκετά χρόνια είχε εμπεδωθεί μία κακή πρακτική, ότι δεν αίρεται η βουλευτική ασυλία για τον οιονδήποτε και για οποιαδήποτε κατηγορία. Αυτή η εικόνα ήταν απαράδεκτη και πρέπει να έχουμε το θάρρος να το παραδεχτούμε. Και είναι σημαντικό ότι σε επίπεδο πρακτικής τα τελευταία χρόνια αυτή η εικόνα άλλαξε και άλλαξε άρδην.
Τί λέμε, λοιπόν, εμείς εδώ; Ότι δεν μπορεί να νοείται βουλευτική ασυλία, εάν η πράξη για την οποία κατηγορείσαι δεν έχει καμμία σχέση με την άσκηση της πολιτικής σου δραστηριότητας. Τελεία και παύλα. Εάν, όμως, έχει σχέση με την άσκηση της πολιτικής σου δραστηριότητας, η βουλευτική ασυλία πρέπει να παρέχεται.
Προτείνουμε και μία διαδικασία, για την οποία ξέρω ότι θα υπάρχουν συζητήσεις. Ξέρετε ότι συμμετέχω κι εγώ στον σχετικό προβληματισμό, αλλά δεν παύω να στηρίζω την πρότασή μας, γιατί θεωρώ ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, είναι μία πρόταση, που προωθεί την κοινή υπόθεση του πολιτικού κόσμου της Χώρας, δηλαδή την αναβάθμιση της εικόνας της πολιτικής στην Ελλάδα, την προωθεί προς τα εμπρός.
5. Στην τέταρτη ενότητα περιλαμβάνεται ένα θέμα πάρα πολύ ευαίσθητο και πάρα πολύ κρίσιμο -θα έλεγα- για την επιβίωση και την πορεία των κοινωνιών μας, από εδώ και πέρα. Πάντως, είναι θετικό ότι όλοι οι συνάδελφοι επιχειρούν να συμβάλουν στη διαμόρφωση μιας κοινής άποψης και κοινής θετικής θέσης και γι αυτό το τόσο σημαντικό ζήτημα.
Τα θέματα του περιβάλλοντος, από μέρα σε μέρα και από χρόνο σε χρόνο, κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος στο πεδίο του ενδιαφέροντος και της εγρήγορσης της κοινής γνώμης. Ταυτόχρονα, δημιουργούν τεράστιες ανισότητες, μεταξύ Χωρών του σημερινού κόσμου, ενώ αναδεικνύονται σε συγκριτικό πλεονέκτημα ή συγκριτικό μειονέκτημα στην πορεία διαφόρων Χωρών προς την κατάκτηση υψηλών επιπέδων ανάπτυξης. Δεν είναι τυχαίο ότι υπερδυνάμεις - κολοσσοί, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, ελέγχονται για το γεγονός ότι για πολλά χρόνια αρνούνται να συμμορφωθούν προς το πρωτόκολλο του Κυότο, υπερδυνάμεις υπό διαμόρφωση, όπως η Κίνα, δέχονται συγχαρητήρια, μεν, για τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που επιτυγχάνουν -σε ορισμένες περιπτώσεις και πέραν του 10% ετησίως, ρυθμός ανάπτυξης του Α.Ε.Π.- αλλά από την άλλη, επισημαίνεται με κάθε ευκαιρία ότι αποτελούν χώρες πρωταθλήτριες στους ρυπαντές, διεθνώς.
Άλλα ζητήματα, όπως τα ζητήματα της διαχείρισης των σκουπιδιών -ο πολιτισμός μας, ένας πολιτισμός, ο οποίος δημιουργεί σκουπίδια κάθε φύσεως, κατά κυριολεξία και μεταφορικώς- έρχονται κι αυτά στο προσκήνιο και τίθενται επιτακτικά. Στην Αττική, ας πούμε -οι συνάδελφοι, που εκλέγονται στην περιφέρεια αυτή, το γνωρίζουν- έχουμε ένα τεράστιο τέτοιο πρόβλημα και τα επόμενα χρόνια, το πρόβλημα θα τίθεται όλο και περισσότερο, όλο και με μεγαλύτερη ένταση.
Το πρόβλημα είναι σύνθετο και θα ήταν υπεραπλούστευση ή διακωμώδηση του προβλήματος να επιχειρήσουμε να απαντήσουμε στην πρόκληση την οποία συνιστά, μέσα στις γραμμές μιας μεμονωμένης πρότασης για το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα - στο κάτω-κάτω, το έχουμε πει - δεν μπορεί να δώσει λύσεις σε όλα τα προβλήματα της καθημερινότητας του Έλληνα και της Ελληνίδας. Θα λέγαμε ότι τα προβλήματα, τα καθημερινά, δεν επιδιώκει να τα αγγίξει. Τα προσεγγίζει και τα αγγίζει έμμεσα. Δημιουργεί, δηλαδή, τις κρηπίδες, το πλαίσιο, μέσα στο οποίο θα έλθει ο κοινός νομοθέτης να πάρει πρωτοβουλίες, για να αντιμετωπίσει με αποτελεσματικό τρόπο τα προβλήματα αυτά.
Εμείς, λοιπόν, επιχειρούμε να αναβαθμίσουμε, να εκσυγχρονίσουμε, να αναμορφώσουμε αυτό το πλαίσιο, που αφορά στην προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων. Θα παρακαλέσω στη συζήτηση αυτή του άρθρου -είναι μια παράκληση όχι για λόγους ρητορικούς ή για λόγους αβρότητος, αλλά για λόγους πολιτικής ουσίας, που αισθάνομαι την ανάγκη να επαναφέρω συνεχώς- να αφήσουμε τη δαιμονολογία και τη δαιμονοποίηση απ’ έξω. Έχουν γραφτεί πολλά. Έχουν ειπωθεί περισσότερα. Έχουν ακουστεί απαράδεκτοι ισχυρισμοί, κυρίως εκτός Κοινοβουλίου, ότι η Νέα Δημοκρατία, με αυτή την πρότασή της, έρχεται να ξεπουλήσει τα δάση, ότι έρχεται να ιδιωτικοποιήσει τα δάση, ότι αυτή η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας αποτελεί τον ενταφιασμό κάθε ουσιαστικής προοπτικής στο περιβάλλον στη χώρα μας.
Δαιμονοποίηση, δαιμονολογία, αναλήθειες, ανακρίβειες, ψεύδη, ηθελημένα και μη. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν συμβαίνει.
Σας θυμίζω ότι η Νέα Δημοκρατία είναι το Κόμμα, του οποίου ο ιδρυτής, Κωνσταντίνος Καραμανλής, είναι εκ των θεμελιωτών, ίσως ο βασικός πρωταγωνιστής της διαδικασίας θεμελίωσης του μεταδικτατορικού θεσμικού οικοδομήματος, μιας Δημοκρατίας αδιατάρακτης και είναι εκείνος ο οποίος στο Σύνταγμα του 1975, με επιμονή έθεσε το θέμα της προστασίας του περιβάλλοντος και του δασικού πλούτου της Χώρας.
Έκτοτε έγιναν πολλά. Το άρθρο 24 γνωρίζετε ότι αποτέλεσε αντικείμενο αναθεώρησης το 2001, σε μια προσπάθεια, που καταβάλαμε όλοι –και δεν εννοώ τα φυσικά πρόσωπα που συμμετέχουν, εννοώ το Εθνικό Κοινοβούλιο- για να εξισορροπήσουμε και να συγκεράσουμε, θα έλεγα, συγκρουόμενες κοινωνικές και εθνικές προτεραιότητες, να πετύχουμε μια χρυσή τομή. Από τη μιά επιδιώξαμε την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων από ανθρώπινες επεμβάσεις που τα καταστρέφουν και από την άλλη, να δώσουμε τη δυνατότητα στο νομοθέτη και στη διοίκηση να ασκήσουν ακώλυτα τις αρμοδιότητες που τους παρέχει το Σύνταγμα.
Σας θυμίζω ότι, με την αναδιατύπωση, που προωθήθηκε, επετράπη τότε, το 2001, μεταξύ των άλλων, η αλλαγή προορισμού και για τα ιδιωτικά δάση και για τις ιδιωτικές δασικές εκτάσεις, ενώ ως τότε, η δυνατότητα αυτή ίσχυε μόνο για τα δημόσια δάση, για τις δημόσιες δασικές εκτάσεις.
Από το 2001 μέχρι σήμερα, είχαμε μια πολύτιμη εμπειρία. Είδαμε μεταξύ των άλλων ότι, ενώ το πλαίσιο ήταν πολύ θετικό, ήρθε η νομολογία - κυρίως αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας - να ερμηνεύσει το άρθρο 24, σε συνδυασμό με το άρθρο 117 παράγραφος 3 και κάνοντας, με καλή πρόθεση, μια σημαντική προσπάθεια να περισώσει το δασικό πλούτο της χώρας, μας οδήγησε στην πράξη –καλές μεν οι προθέσεις, αλλά στην καθημερινότητα ελεγχόμεθα ως προς τις πράξεις, τις αποφάσεις και τα αποτελέσματα των συγκεκριμένων ενεργειών μας- σε ανελαστικές παραδοχές, που δημιούργησαν αδιέξοδα.
Ας πούμε τα πράγματα με το όνομά τους και δεν χρειάζεται κανείς να εκλέγεται στο Λεκανοπέδιο για να έχει άποψη. Όλοι κυκλοφορείτε, όλοι γνωρίζετε. Αν ανατρέξει κανείς στις παραδοχές και στο πλαίσιο αυτού του είδους των υπερβολών, υπάρχουν περιοχές του Λεκανοπεδίου -για παράδειγμα ένα μέρος του Βύρωνα, από τα πιο πυκνοκατοικημένα που φτάνει στις υπώρειες του Παγκρατίου και περιλαμβάνει και ένα μέρος του Παγκρατίου- που θεωρούνται δάσος.
Τι θα κάνουμε σ’ αυτές τις περιπτώσεις; Αν θέλετε, είναι από τις πιο κραυγαλέες. Στα χαρτιά θα είμαστε ευχαριστημένοι, στις αποφάσεις των διοικητικών δικαστηρίων θα είμαστε ευχαριστημένοι, στο συνταγματικό πλαίσιο θα είμαστε ευχαριστημένοι, αλλά δεν θα μπορούμε να εμπεδώσουμε ένα κράτος δικαίου και στην πράξη δεν θα μπορούμε να προστατεύσουμε, αποτελεσματικά, το περιβάλλον. Θεωρητικά θα είμαστε ευτυχείς, στην καθημερινότητα και στην πράξη θα είμαστε δυστυχείς. Αυτή είναι η αλήθεια.
Παραπλήσιο παράδειγμα: Εδώ και πολλές δεκαετίες ακούω να κανοναρχούμε τους Έλληνες πολίτες, απ’ όλες τις πλευρές της Εθνικής Αντιπροσωπείας, με τη θέση ότι η αυθαίρετη δόμηση αποτελεί έγκλημα. Συμφωνούμε. Βεβαίως, αποτελεί έγκλημα. Τη στιγμή, λοιπόν, που εμείς εξακοντίζουμε βέλη κατά της αυθαίρετης δόμησης, η αυθαίρετη δόμηση καλπάζει. Έχει νόημα αυτό; Έχει νόημα να κλεινόμαστε σ’ ένα δοκιμαστικό σωλήνα πολιτικής και - αν θέλετε - καθημερινής κοινοβουλευτικής εκζήτησης και να νομοθετούμε ερήμην της πραγματικότητας, γνωρίζοντας ότι ενδέχεται αυτά, που νομοθετήσαμε να μην τύχουν εφαρμογής;
Εδώ δεν ζητούμε να απεμπολήσουμε αρχές στο όνομα κάποιου ωμού ρεαλισμού. Εδώ ζητούμε να επιχειρήσουμε, με πρακτικό τρόπο, να εφαρμόσουμε αρχές στην πράξη για να τις καταστήσουμε, όχι κενό γράμμα, αλλά να τις καταστήσουμε αποτελεσματικές.
Ακούω από ορισμένες πλευρές «να μείνει ως έχει το άρθρο 24, διότι αν υπάρξει αλλαγή του άρθρου 24, θα καταστραφούν τα δάση».
Ερώτημα: Το άρθρο 24, όπως είναι, με τις βελτιώσεις του –ασφαλώς έχουν γίνει βελτιώσεις και η αλλαγή του 2001 υπήρξε βελτιωτική- κατάφερε να προστατεύσει αποτελεσματικά τα δάση και τις δασικές εκτάσεις; Απάντηση: «’Όχι». Όχι μόνο δεν κατάφερε, αλλά το σημερινό πλαίσιο, τί έκανε; Το σημερινό πλαίσιο έκανε κάτι ως ένα βαθμό, όχι απολύτως, γιατί υπεισέρχονται και τα προβλήματα της ελληνικής διοίκησης που λειτουργεί με δικά της φέουδα, ανεξάρτητα από το ποιος κυβερνάει τον τόπο και ποιος είναι ο εντολοδόχος του Ελληνικού Λαού. Πού οδηγηθήκαμε στην πράξη; Οδηγηθήκαμε στο να είναι οι Δασικές Υπηρεσίες της Χώρας, σε συνδυασμό με τις Πολεοδομικές Υπηρεσίες, φυτώριο σκανδάλων και διαφθοράς.
Γνωρίζετε όλες τις έρευνες της κοινής γνώμης στην Ελλάδα. Αλλά μπορείτε, ανεξαρτήτως των ερευνών, να το διαπιστώσετε - και είμαι βέβαιος ότι το διαπιστώνετε - γιατί δεν περιμένετε από τις δημοσκοπήσεις να μάθετε, τί σκέπτεται ο Ελληνικός Λαός και οι τριακόσιοι Βουλευτές της Βουλής των Ελλήνων, που είναι εντολοδόχοι του Ελληνικού Λαού και τον εκπροσωπούν επαξίως, ο καθένας με τις απόψεις του και τις ιδεολογικές του αφετηρίες. Επικοινωνείτε καθημερινά με τον Έλληνα και την Ελληνίδα και γνωρίζετε, τί πιστεύουν και πώς κρίνουν αυτά που γίνονται στον τόπο μας.
Έχει πετύχει να προστατέψει το δάσος η σημερινή πολιτική; Είναι ή δεν είναι οι Δασικές Υπηρεσίες του κράτους και οι Πολεοδομικές Υπηρεσίες του κράτους στη συνείδηση του απλού πολίτη από τις πιο προχωρημένες εστίες διαφθοράς στη Δημόσια Διοίκηση, ανεξαρτήτως του ποιός κυβερνάει;
Και εγώ θα παραδεχθώ κάποια πράγματα, αν θέλετε, παρόλο που γνωρίζετε ότι είμαι σφοδρός πολέμιος των όσων έκανε, ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ως Κυβέρνηση. Αλλά δεν μπορεί όλα τα μέλη της ηγετικής ομάδας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και οι διατελέσαντες Υπουργοί και Πρωθυπουργοί να μην ήθελαν να περιστείλουν τη διαφθορά στους συγκεκριμένους τομείς της Δημόσιας Διοίκησης. Δεν το πέτυχαν. Θα αφήσουμε την κατάσταση έτσι; Και αυτό το πλαίσιο, με τις ασάφειες και τις υπερβολές, που προέκυψαν στην πράξη, κυρίως από τη νομολογία, έχει δημιουργήσει αυτό το τέλμα.
Ερχόμαστε, λοιπόν, να εκλογικεύσουμε την κατάσταση, να την προσαρμόσουμε στις απαιτήσεις των καιρών. Και τί λέμε; Βάζουμε ένα όριο και λέμε ότι θα τυγχάνει της απολύτου προστασίας –προσέξτε ο κανόνας που μπαίνει είναι σιδερένιος κανόνας, στο πλαίσιο του Συντάγματος, αλλά, βεβαίως, και στο πλαίσιο των ειδικών νόμων, που θα προκύψουν, η έκταση εκείνη η οποία αποδεδειγμένα κατά την 11η Ιουνίου του 1975 –παίρνουμε ως αφετηρία αυτή την ημέρα, κατά την οποία τέθηκε σε ισχύ το Σύνταγμα που προέκυψε και συνετάγη μετά την πτώση της χούντας- ήταν δάσος ή δασική έκταση. Το βάζουμε ως όριο.
Ακούω, μεταξύ των συναδέλφων τον προβληματισμό «μήπως πρέπει να πάμε παλαιότερα;». Δεν προσέρχεται εδώ η Νέα Δημοκρατία με την απολυτότητα της γνώσης ή με την αλαζονεία του παντογνώστη. Εδώ συνδιαμορφώνουμε πολιτικές. Και είναι κρίμα που, σε μια τόσο σημαντική δουλειά, λάμπουν δια της απουσίας τους οι συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ., όχι ηθελημένα, αλλά διότι έτσι το διέταξε η ηγεσία της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
Εδώ, θα συνδιαμορφώσουμε το πλαίσιο εκείνο το οποίο θα θωρακίσει το περιβάλλον, τα δάση, τις δασικές εκτάσεις στη χώρα μας.
Εμείς, λοιπόν, βάζουμε ένα όριο, την 11η Ιουνίου 1975. Υπάρχουν προτάσεις να πάμε στο 1960; Να τις δούμε. Είπαμε ότι τα συζητούμε όλα για να βρούμε συναινέσεις, να βρούμε συγκλίσεις, αλλά δεν μπορεί –το λέω πάλι- να μετατρέψουμε τη διαδικασία Αναθεώρησης σε ένα φιλολογικό ή νομικό σαλόνι, μία λέσχη, δηλαδή, δημοσιολογούντων, όπου θα ανταλλάσσουμε προβληματισμούς, θα αντλούμε ικανοποίηση ο ένας από τον άλλο για τις επιδόσεις τις ακαδημαϊκές και τις επιστημονικές και θα κλείσουμε τα χαρτιά μας στο τέλος και θα πούμε «αποτέλεσμα μηδέν», «μηδέν εις το πηλίκον».
Πρέπει να διαμορφώσουμε ένα πλαίσιο καλύτερης και ουσιαστικότερης αποτελεσματικότητας για την προστασία του περιβάλλοντος, για την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων στην Ελλάδα, το οποίο να επιτρέπει και την ανάπτυξη, διότι βεβαίως είναι ψευδοδίλημμα η θέση «γρήγορη ανάπτυξη ή περιβάλλον».
Το βάζουμε, λοιπόν, αυτό ως όριο χρονικό και σας καλούμε να καταθέσετε απόψεις, για να δούμε πώς μπορούμε να συνδιαμορφώσουμε αυτήν τη διάταξη που, όπως είπα, είναι κρίσιμη. Και αν δεν πείθονται κάποιοι συνάδελφοι, είναι καλό να έχουν μία επαφή με συναδέλφους από διάφορες περιοχές. Οι Ειδικοί Εισηγητές και πολλοί συνάδελφοι θα δώσουν το πραγματικό περιεχόμενο με γεγονότα, με αιτήματα, με συγκεκριμένες αναφορές και όχι με θεωρητικολογία, όχι με τον ατέρμονα κοχλία της εκζήτησης της νομικής που γυρίζει-γυρίζει, χωρίς αποτέλεσμα.
Θα επαναλάβω –γιατί ισχύει ως πάγια θέση της Νέας Δημοκρατίας- το εξής: Πρέπει να οδηγηθούμε στην Ολομέλεια με ένα κοινό συναινετικό πλαίσιο προτάσεων, το οποίο θα αναδείξει και την προσπάθειά μας, αλλά θα προσφέρει και στον Ελληνικό Λαό πραγματικές λύσεις στα προβλήματά του.
6. Το άρθρο 28, η παράγραφος 3 και η ερμηνευτική δήλωση του Συντάγματος, είναι ένα άρθρο, το οποίο έχει ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα, διότι αφορά ένα μέρος της διαδικασίας ενσωμάτωσης του πρωτογενούς ευρωπαϊκού δικαίου στην ελληνική έννομη τάξη. Αυτή η ανάγκη προκύπτει από το γεγονός ότι, δίπλα στα εθνικά κράτη, τα οποία αποτέλεσαν μετά τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό και τη μεγάλη ιστορική πραγματικότητα μέχρι τουλάχιστον τον 20ο αιώνα, έχουν αναπτυχθεί υπερεθνικές οντότητες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μία τέτοια υπερεθνική οντότητα. Κανείς δεν μας εξανάγκασε να είμαστε μέλη της. Με την ελεύθερη βούληση του Ελληνικού Λαού, όπως και των υπολοίπων Ευρωπαϊκών Λαών βρισκόμαστε στην κοινή ευρωπαϊκή οικογένεια.
Δεν είπε κανείς –γι’ αυτό ήθελα τις απόψεις των συναδέλφων της Αριστεράς, γιατί παρακολουθώ με πολύ προσοχή τον ευρωσκεπτικισμό που αναπτύσσεται και στην Ελλάδα από ορισμένες πλευρές- ότι ως Νέα Δημοκρατία επικροτούμε ό,τι λέγεται ή ό,τι γίνεται στο πεδίο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παραμένουμε το πλέον συνεπές φιλοευρωπαϊκό κόμμα στην Ελλάδα, όχι γιατί πιστεύουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δια μαγείας θα μας λύσει όλα τα προβλήματα, αλλά γιατί πιστεύουμε ότι οι διαδικασίες της απομόνωσης και της περιχαράκωσης στη λογική των εθνικών συνόρων, όπως διαμορφώθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, είναι διαδικασίες που δεν βλέπουν στο μέλλον.
Μπορούμε να είμαστε φανατικά Έλληνες και Ελληνίδες πολίτες και ταυτόχρονα Ευρωπαίοι πολίτες και πολίτες του κόσμου. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι πρέπει να αντιληφθούμε, ποιοί είναι οι μηχανισμοί μέσω των οποίων μπορεί η Ελλάδα να αποτελέσει έναν ισχυρό αρμό στην ευρωπαϊκή οικογένεια, χωρίς να αφαιρέσει τίποτε από την ελληνική ιδιαιτερότητα, χωρίς να χάσει τίποτε από την εθνική της προσωπικότητα, χωρίς να απεμπολήσει τίποτε από την εθνική της αξιοπρέπεια. Να κρατήσουμε τους θεσμούς μας, την παράδοσή μας, την ιστορία μας, τη γλώσσα μας, την πολύτιμη παράδοσή μας στα θέματα πολιτισμού. Άλλωστε, η Ευρώπη μας θέλει με τις αποσκευές μας γεμάτες Ελλάδα. Μία Ελλάδα κενή περιεχομένου, μία Ελλάδα με διαχειριστική σκέψη και διαχειριστική άποψη για το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, είναι ένα «πουκάμισο αδειανό», για να παραφράσω τον ποιητή, για τους Ευρωπαίους.
Αλλά το να είμαι στην Ευρώπη, σημαίνει να παρακολουθώ συνειδητά και τις ευρωπαϊκές διαδικασίες, σημαίνει να αντιλαμβάνομαι, ποιές είναι οι υποχρεώσεις μου και ποιά είναι τα δικαιώματά μου. Σημαίνει, να επιλέγω το πεδίο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως ένα ζωντανό πεδίο καθημερινών πολιτικών, θεσμικών και κοινωνικών αγώνων για να πείθουμε εαυτούς και αλλήλους, να βρίσκουμε συνθέσεις και συναινέσεις, μέσω των οποίων η Ευρώπη θα γίνεται θεσμικά ισχυρότερη, οι ευρωπαϊκές χώρες αναπτυξιακά θα αναβαθμίζονται, όλο και περισσότερο, η κοινωνική δικαιοσύνη θα εμπεδώνεται όλο και περισσότερο στους ευρωπαϊκούς λαούς και ο Ευρωπαίος πολίτης θα αισθάνεται περισσότερο ασφαλής, περισσότερο ευτυχής, με υψηλότερο επίπεδο διαβίωσης, με περισσότερα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Αυτά δεν λύνονται, ως δια μαγείας. Δεν είπε κανείς ότι η Ευρώπη έχει το μαγικό ραβδί να δώσει λύσεις σε όλους και σε όλα. Όχι. Αλλά σκεφτείτε, τί σημαίνει να μετέχεις στην ευρωπαϊκή οικογένεια, σκεφτείτε, τι σημαίνει να είσαι απ’ έξω από την ευρωπαϊκή οικογένεια. Κοιτάξτε σήμερα, πώς χώρες, οι οποίες μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο βρέθηκαν στο πεδίο του Ανατολικού Συμφώνου, του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ακολούθησαν τη μοίρα αυτού του χώρου στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και συνωθούνται, σήμερα, στον προθάλαμο των ευρωπαϊκών θεσμών, χτυπούν την πόρτα, πιέζουν να μπουν μέσα.
Σκεφτείτε, λοιπόν, πού θα ήταν σήμερα η Ελλάδα. Σε ποιά ταχύτητα ανάπτυξης και σε ποιες γεωστρατηγικές και γεωπολιτικές σταθερές θα την είχαν υπαγάγει οι ισχυροί του κόσμου, εάν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, τότε, δεν είχε βρει το θάρρος, την τόλμη, την παρρησία, δεν είχε την αποφασιστικότητα να εντάξει την Ελλάδα, εγκαίρως, στην πρώτη ταχύτητα – στη δεύτερη ουσιαστικά ταχύτητα, για να ακριβολογούμε ιστορικά- των εντεταγμένων χωρών στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Αυτά για να μην ξεχνιόμαστε.
Ακούγονται πολλά στην Ελλάδα μεταξύ ευρωσκεπτικισμού και «ευρωλιγούρας». Ακούμε και την έκφραση, «οι ευρωλιγούρηδες».
Όχι, είμαστε στην Ελλάδα, είμαστε στην Ευρώπη, προβληματιζόμαστε για τα κακώς κείμενα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δίνουμε τη μάχη μέσα στους ευρωπαϊκούς θεσμούς για να αλλάξουν πράγματα, παρακολουθούμε τον κοινό προβληματισμό και άλλων ευρωπαϊκών λαών.
Πρόσφατα, στο Βρετανικό Κοινοβούλιο υπήρξε μία εντονότατη σύγκρουση του Πρωθυπουργού των Εργατικών, του κ. Μπράουν, με τα υπόλοιπα Κόμματα, για το πώς πρέπει να εγκριθεί και για το αν πρέπει να γίνει δημοψήφισμα, για να εγκριθεί η μεταρρυθμιστική συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτά τα παρακολουθούμε. Δεν λέμε ότι είναι θέσφατο ό,τι λέει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν λέμε ότι είναι το φάρμακο για «πάσα νόσο» η Ευρωπαϊκή Ένωση. Λέμε, όμως, ότι είναι ένα πεδίο αναβαθμισμένο για τον Ελληνικό Λαό, για να δίνουμε και να κερδίζουμε μάχες.
Είναι μία οικογένεια, στην οποία βρεθήκαμε, χάρη στην ιστορική τόλμη και την πρωτοβουλία του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Και βεβαίως υπηρετήθηκε - επιτρέψτε μου να πω - με αντιφάσεις και προβλήματα από ολόκληρο τον Ελληνικό Λαό και από όλες τις Κυβερνήσεις, από τότε μέχρι σήμερα και πρέπει να έχουμε το θάρρος να το πούμε. Η Ελλάδα, όμως, συμμετέχει. Η Ελλάδα δεν είναι παρακολούθημα, η Ελλάδα δεν είναι ουραγός. Η Ελλάδα δεν είναι ένα παθητικό παράρτημα, το οποίο σύρεται δεξιά-αριστερά. Η Ελλάδα έχει άποψη, έχει παρέμβαση, προβληματίζεται, παρακολουθεί, διαφωνεί, συμφωνεί, συμβάλλει στο να γίνουν αλλαγές, συμμετέχει. Αυτή, λοιπόν, η πρόταση για το άρθρο 28 αφορά, ακριβώς, αυτήν τη διαδικασία συναρμογής, θα λέγαμε, της ελληνικής εννόμου τάξεως προς το πρωτογενές κοινοτικό δίκαιο, το οποίο παράγεται στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Λέμε, λοιπόν, κάτι και είμαστε σαφείς, το εξειδικεύουμε, διότι η διατύπωση που υπάρχει σήμερα στην ισχύουσα διάταξη του άρθρου 28, παράγραφος 3, είναι πολύ γενικότερη. Το εξειδικεύουμε και λέμε ότι στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 28, προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής: «Για τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο των κανόνων του πρωτογενούς κοινοτικού δικαίου εφαρμόζεται η διαδικασία της παραγράφου αυτής». Νομίζω ότι τα θέματα αυτά είναι σαφή.
Στο άρθρο 78, αν ανατρέξουμε στην πραγματικότητα και ιδιαίτερα στα όσα έγιναν επί των κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ., θα δούμε, ποιά είναι η μοίρα των Κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας. Συνέβη, και κατά την περίοδο του 1990-1993, την περίοδο της διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, τότε με Πρωθυπουργό τον Κώστα Μητσοτάκη, συμβαίνει και στις μέρες μας.
Η Κυβέρνηση ανέλαβε τα δημόσια πράγματα της Χώρας, η Κυβέρνηση έλεγχε τα δημοσιονομικά και τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας και από μέρα σε μέρα, όπως έγραφαν και οι εφημερίδες, «έσκαγαν» οι εγγυήσεις που είχαν δοθεί από το ελληνικό Δημόσιο προς τρίτους και αφορούσαν, κυρίως, τις Δ.Ε.Κ.Ο., που ευρίσκοντο υπό τον έλεγχο του Δημοσίου, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας κλοιός χρεών, επαλλήλων χρεών, διαδοχικών για το Ελληνικό Δημόσιο, που οδηγούσαν τη Χώρα σε οικονομική και σε δημοσιονομική κρίση. Αυτή, λοιπόν, η ιστορία, ότι το ελληνικό Δημόσιο παρέχει σε οποιαδήποτε Δ.Ε.Κ.Ο., προς τρίτους, οποιαδήποτε εγγύηση και στη συνέχεια οι τρίτοι κάνουν το δικό τους παιχνίδι, ξοδεύουν τα χρήματα του Ελληνικού Λαού, διαχειρίζονται εσφαλμένα την περιουσία του Δημοσίου και κάποια στιγμή καταπίπτουν οι εγγυήσεις, που έχουν δοθεί και καλείται το Ελληνικό Δημόσιο, δηλαδή, ο Ελληνικός Λαός να πληρώσει, όλη αυτή η ιστορία, πρέπει να τελειώσει.
Γιατί; Γιατί είδατε, τί εξυπηρέτησε στην εικοσαετία του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Εξυπηρέτησε μία απέραντη πελατειακή φαυλότητα, σε πολλούς κρίσιμους τομείς του Δημοσίου. Έβαζαν τις κομματικές διοικήσεις, έπαιρναν οι κομματικές διοικήσεις τις εγγυήσεις του Δημοσίου, υπέγραφαν, ξόδευαν, διόριζαν, τακτοποιούσαν ημετέρους και, κάποια στιγμή, κατέπιπταν οι εγγυήσεις υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και εκαλείτο ο Ελληνικός Λαός να πληρώσει τα πεπραγμένα της κάθε πράσινης κλαδικής και της κάθε είδους κομματικής νομενκλατούρας. Αυτά έγιναν στην Ελλάδα. Λοιπόν, η πρότασή μας είναι σαφής: Εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου προς τρίτους παρέχονται, μόνο, με ειδικό τυπικό νόμο. Τελείωσε. Πάει η εποχή, που με μία υπογραφούλα το θέμα είχε λυθεί. Διότι αυτή η υπογραφούλα της εκτελεστικής εξουσίας ήταν μια τεράστια πύλη φαυλότητας, διαφθοράς στο δημόσιο βίο, μία ισχυρή σπονδή προς την ενίσχυση και την επέκταση του πελατειακού κομματικού κράτους των κλαδικών. Λοιπόν, σε αυτήν την ιστορία, ούτε θέλουμε, ούτε πρέπει να συμμετέχουμε. Εγγυήσεις του ελληνικού Δημοσίου προς τρίτους παρέχονται, μόνο, με ειδικό τυπικό νόμο.
Στο άρθρο 79 υπάρχει ένα θέμα με τον προϋπολογισμό. Χαίρομαι, γιατί παρατηρείται μία σύγκλιση σε αρκετά σημεία, σοβαρά σημεία, κατά τη γνώμη μου. Εμείς προτείνουμε η Βουλή να έχει τη δυνατότητα επιμέρους προβλέψεων του προϋπολογισμού. Γιατί πρέπει να πούμε ότι σε κάποια σημεία είναι και «παρά φύση» αυτή η διαδικασία, να ερχόμαστε, δηλαδή, εκ των υστέρων να ασχολούμεθα με τον προϋπολογισμό, τη στιγμή, που τα πάντα έχουν προαποφασιστεί.
Να το πω πολύ απλά: Δεν πρόκειται να τα χαλάσουμε, ούτε να διαφωνήσουμε σε αυτά τα σημεία, διότι πολλά απ’ αυτά αποτελούν κοινό τόπο, κοινή κατάκτηση της κοινής λογικής, πόσω μάλλον πρέπει να αποτελούν κοινή κατάκτηση και των πολιτικών δυνάμεων σε αυτό το ιερό πεδίο του Εθνικού Κοινοβουλίου.
Η τελική ευθεία της διαδικασίας αναθεώρησης στην Επιτροπή πρέπει να είναι για όλους μας –και μην παρεξηγηθώ, δεν είμαι σε θέση ούτε να συμβουλεύσω, ούτε να προτρέψω κανέναν από μας, το λέω για τον εαυτό μου πριν από όλα- μία διαδικασία ωρίμανσης των σκέψεων, προβληματισμού, περίσκεψης, για το πού πρέπει να καταλήξουμε.
Καθώς πια θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για τη δρομολόγηση των σχετικών συζητήσεων και των ψηφοφοριών στην Ολομέλεια της Βουλής, η τελική αποφασιστική φάση, θα αναμετρηθούμε όλοι με τις ευθύνες μας απέναντι στους θεσμούς και –μην θεωρηθεί μεγάλη κουβέντα- με την ευθύνη που έχουμε απέναντι στον ιστορικό του μέλλοντος.
Θα πετάξουμε στα σκουπίδια αυτήν τη διαδικασία; Θα αφήσουμε κάποιους από τους ανεύθυνα δημοσιολογούντες και δημοσιογραφούντες να δώσουν την εντύπωση στον Ελληνικό Λαό ότι μαζευόμαστε κάποιες ώρες, σκύβουμε πάνω στα βιβλία, διαλεγόμεθα, συμφωνούμε και διαφωνούμε, διατυπώνουμε επιχειρήματα, βουτάμε το μυαλό μας στη νομική, ακαδημαϊκή και επιστημονική σκέψη, για να περνάει η ώρα; Μία απέραντη διαδικασία αυτοϊκανοποίησης του πολιτικού συστήματος και των πολιτικών του λειτουργών; Ή θα καταλήξουμε σε αποτέλεσμα; Εμείς είμαστε εδώ ως Νέα Δημοκρατία, για να βγούμε απ’ αυτήν την αίθουσα και να πάμε στην Ολομέλεια έχοντας καταλήξει σε αποτέλεσμα. Θα είναι νίκη της Δημοκρατίας, θα είναι νίκη του πολιτικού συστήματος, θα είναι νίκη όλων των Κομμάτων από οπουδήποτε και αν το βλέπει κάποιος, από οποιαδήποτε ιδεολογική αφετηρία και αν εκκινεί. Δεν μπορούμε να βγούμε απ’ αυτήν την αίθουσα χωρίς αποτέλεσμα.
7. Γνωρίζουμε, ως μέλη της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος, ότι η ψηφοφορία θα έχει συμβουλευτική μορφή, συμβουλευτικό περιεχόμενο, συμβουλευτικό νόημα, πλην όμως θα αποτελεί μία πρώτη ένδειξη γραφής, δείγμα προθέσεων για το τι θα γίνει στην Ολομέλεια.
Αντιλαμβάνεσθε ότι αυτή η διαδικασία στην οποία με σπουδή και φροντίδα έχετε προσέλθει όλοι, δεν θα έχει νόημα, εάν δεν καταλήξει, επί του πρακτέου. Εάν, δηλαδή, δεν καταλήξουμε στο τι θα κάνουμε και τι θα αλλάξουμε προσερχόμενοι στην Ολομέλεια της Βουλής, για να συζητήσουμε και να ψηφίσουμε στην τελική και πιο αποφασιστική φάση, αυτή η διαδικασία θα τιναχθεί στον αέρα.
Θεωρώ ότι όλοι οι συνάδελφοι που προσήλθαν εδώ, δεν το επιθυμούν αυτό, διότι κάτι τέτοιο θα αποτελούσε και μία –επιτρέψτε μου να πω- διακωμώδηση εν τη πράξει της πλέον κρίσιμης και σοβαρής διαδικασίας, που προβλέπεται από το Ελληνικό Συνταγματικό πλαίσιο, της διαδικασίας αναθεώρησης του καταστατικού χάρτη της Ελληνικής πολιτείας.
Ακούμε από ορισμένες πλευρές και – εξειδικεύω - από την πλευρά του ΠΑ.ΣΟ.Κ., που λάμπει δια της απουσίας του ότι: «Δεν χάθηκε ο κόσμος, να το αφήσουμε έτσι και να ξαναμπούμε στη φάση την προαναθεωρητική και να θέσουμε πάλι εξ υπαρχής τη διαδικασία». Αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα. Δεν μπορεί να δίνουμε την εντύπωση στον Ελληνικό Λαό ότι ο πολιτικός κόσμος της χώρας είναι σε διαρκή φάση αναθεωρήσεων του Συντάγματος. Το Σύνταγμα δεν είναι ούτε «μπάλα ποδοσφαίρου» ούτε «παίγνιο για μικρούς και μεγάλους», ώστε να εμπλέκεται στα μικροκομματικά παιχνίδια, στις προσωπικές στρατηγικές και στις μικροπολιτικές σκοπιμότητες και να οδηγούμεθα σε τέτοια εικόνα.
Επειδή, ακριβώς, θεώρησε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ότι στα πλαίσια των εσωτερικών διαδικασιών, της πολυδιάσπασης θέσεων και στρατηγικών, δεν του πηγαίνει αυτή η διαδικασία, θέλει να την εγκαταλείψει προσωρινώς και να επανέλθουμε, λέει, από τα επόμενο φθινόπωρο. Αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα.
Αν πραγματικά τιμούμε τον όρκο που δώσαμε ως αντιπρόσωποι του Ελληνικού Λαού στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, αν πραγματικά εννοούμε ότι μέσα από τις διαδικασίες που καθορίζει ο Συνταγματικός Χάρτης της χώρας και ο Κανονισμός της Βουλής, φέρνουμε εδώ τη θέληση, την επιθυμία, εκφράζουμε, αντιπροσωπεύουμε τον Έλληνα και την Ελληνίδα, πρέπει αυτή η διαδικασία κάπου να καταλήξει.
Έχουμε, λοιπόν, κάποιες μέρες για την απαραίτητη περίσκεψη, για να συγκροτήσουμε τη σκέψη μας, για να συνομιλήσουμε και μέσα στα κόμματά μας, ώστε αυτή η διαδικασία να είναι λυσιτελής, να καταλήξει κάπου, να έχει αποτέλεσμα. Στο κάτω-κάτω τα θέματα που θίγονται στα πλαίσια αυτής της Αναθεώρησης και οι προτάσεις που έχουν ακουστεί από όλες τις πτέρυγες, από το Κ.Κ.Ε., από το ΣΥ.ΡΙΖ.Α., και από το ΠΑ.ΣΟ.Κ., από το ΛΑ.Ο.Σ. και, βεβαίως, από τη Νέα Δημοκρατία, της οποίας έχω την τιμή να είμαι Γενικός Εισηγητής, μαζί με τους εκλεκτούς άλλους συναδέλφους, είναι θέματα σημαντικά. Δεν είμαστε φιλολογικό σαλόνι δημοσιολογούντων. Δεν αποτελούμε μία ομάδα εκζήτησης περί το δημόσιο και το συνταγματικό δίκαιο και περνάμε το χρόνο μας ανταλλάσσοντας φιλοφρονήσεις θεσμικού περιεχομένου ή διατυπώνοντας προτάσεις θεωρητικές περί της αλλαγής ή τροποποίησης του πολιτειακού χάρτη της Ελλάδος. Αυτά μακριά από εμάς. Εδώ είμεθα, γιατί καλούμεθα να πράξουμε αποτέλεσμα. Το λέω, γιατί φθάνουμε στο τέλος αυτής της πορείας, που και δύσκολη και χρήσιμη ήταν και χαρακτηρίστηκε από τη συμβολή όλων των συναδέλφων. Μην οδηγήσουμε αυτήν τη διαδικασία σε ναυάγιο, σε διακωμώδηση, σε αυτογελοιοποίηση. Αν το θέλουν ορισμένοι, μην τους κάνουμε το χατήρι. Και στο κάτω-κάτω όποιος με τη στάση του την πολιτική ή την προσωπική, διακωμωδεί τέτοιου είδους κορυφαίες διαδικασίες, κινδυνεύει να χαρακτηριστεί από αντικοινοβουλευτική νοοτροπία. Αυτή είναι η δημοκρατία. Αυτές είναι οι διαδικασίες, που προβλέπει, αυτές τις διαδικασίες πρέπει να τιμήσουμε.
Τώρα και πού θα συμπέσουμε; Μα, από όλη τη διαδικασία της συζήτησης προκύπτουν πολλά σημεία, στα οποία μπορούμε να συμπέσουμε. Οι ενότητες είναι κατ’ εξοχήν προτάσεις στις οποίες μπορούμε να συμπέσουμε, διότι αντιλαμβάνομαι την επιθυμία του Κ.Κ.Ε. και άλλων πολιτικών κομμάτων της Αριστεράς να αλλάξουν το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό σύστημα, το οποίο υπάρχει σήμερα στα πλαίσια των διαδικασιών που προβλέπει το πολίτευμα για τέτοιου είδους αλλαγές, αλλά μέχρι να γίνουν αυτές οι αλλαγές, μπορούμε να βελτιώσουμε το υφιστάμενο πλαίσιο. Και όπως είπα μπορούμε να συμπέσουμε.
Στο άρθρο 21, στην ερμηνευτική δήλωση μπορούμε να έχουμε μία από τις συμπτώσεις μας με το Κ.Κ.Ε.. Γιατί όχι; Η έμφαση, που δίνεται στις ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών και ορεινών περιοχών θα έπρεπε να είναι αυτονόητες. Ας συμπεριληφθεί στο Σύνταγμα. Είναι πάρα πολύ σημαντική αυτή η μνεία. Μην ξεχνάμε ότι η Ελλάδα είναι χώρα αρχιπελαγική. Δεν είναι τυχαίο –και αυτό αποδεικνύεται καθημερινά- ότι οι νησιωτικές περιοχές από τη δική τους την πλευρά, αλλά και οι ορεινές περιοχές έχουν σημαντική συμβολή στην από χρόνο σε χρόνο αύξηση -κατ’ αρχάς διαμόρφωση- του Α.Ε.Π. της Χώρας. Και όσο περνάνε τα χρόνια και όσο στο διεθνή και στον ευρωπαϊκό καταμερισμό εργασίας εξειδικεύεται η Ελλάδα ως Χώρα, κυρίως, υπηρεσιών, ως χώρα τουρισμού κ.ο.κ., αυτή η συμβολή θα γίνεται όλο και μεγαλύτερη.
Επιπλέον, η Ελλάδα είναι μία Χώρα, που αντιμετωπίζει και θέματα εθνικής ασφάλειας σε σχέση με αμφισβητήσεις που διατυπώνονται, απαράδεκτες αμφισβητήσεις, από γειτονικές χώρες σε βάρος εθνικών, κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Υπ’ αυτές τις συνθήκες και, υπ’ αυτό το πρίσμα, η έμφαση στην ανάγκη μέριμνας της ελληνικής πολιτείας διαχρονικά, στο διηνεκές για την ανάπτυξη των νησιωτικών περιοχών, καθίσταται και αυτονόητη και μεγαλύτερη.
Στο άρθρο 102 συμφωνώ με τις επιφυλάξεις που ακούστηκαν από ορισμένες πλευρές ότι με τις αρμοδιότητες στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, σε αρκετές περιπτώσεις, το έχουμε παρακάνει. Θα συμφωνήσω επίσης, πως σε κάποιες περιπτώσεις –για να μην αδικούμε- στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, ιδιαίτερα με τις ανώνυμες και θυγατρικές εταιρείες κ.ο.κ., έχουμε φυτώρια και κακοδιοίκησης και διαφθοράς και σκανδάλων. Αυτή είναι η αλήθεια. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να στερήσουμε τον θεσμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από αρμοδιότητες τις οποίες πρέπει να έχει, όπως είναι ο πολεοδομικός σχεδιασμός και ιδιαίτερα η έγκριση ή η τροποποίηση σχεδίου πόλεως, εν όλω ή εν μέρει, και να μεταφέρουμε αυτές τις δραστηριότητες στο Κέντρο. Εκ των πραγμάτων η Τοπική Αυτοδιοίκηση έχει και καλύτερη γνώση των τοπικών συνθηκών και καλύτερη γνώση των θεμάτων περιβάλλοντος και των περιβαλλοντικών αναγκών. Πρέπει, λοιπόν, να ανταποκριθούμε σ’ αυτήν τη διαδικασία. Και η αναθεώρηση του άρθρου 102 παράγραφος 1, εδάφιο δ΄, ξεκαθαρίζει αυτήν τη διαδικασία μία και έξω, γιατί σήμερα υπάρχουν αμφισβητήσεις. Και η βασική αμφισβήτηση είναι, αν πρέπει να γίνεται με προεδρικό διάταγμα ή όχι.
Τώρα στο άρθρο 103 παράγραφοι 2, 3, 5 και 8. Είναι ένα κρίσιμο θέμα. Βλέπετε, σιγά-σιγά ότι η έννοια του δημοσίου και του ιδιωτικού χώρου αλλάζει, τροποποιείται για να ανταποκριθούμε στις καινούργιες συνθήκες που διαμορφώνονται από την αλλαγή του διεθνούς, αλλά και του περιφερειακού πλαισίου. Το βλέπετε.
Βλέπουμε σήμερα να αυξάνεται όλο και περισσότερο ο αριθμός των υπαλλήλων, που υπηρετούν και προσφέρουν στο δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Δεν είναι κρίμα αυτοί οι άνθρωποι να μην μπορούν να καταλάβουν οργανικές θέσεις; Αυτό ακριβώς εξυπηρετεί η αναθεώρηση του άρθρου 103 παράγραφοι 2, 3, 5 και 8. Και σχετική με τον τρόπο λειτουργίας της Δημόσιας Διοίκησης, αλλά και με τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι ανάγκες του πολίτη από τις δομές της δημόσιας διοίκησης, είναι η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για αναθεώρηση του άρθρου 104, όπου ζητούμε να γίνει προσθήκη στην παράγραφο 3 και αναρίθμηση. Δηλαδή, με βάση αυτήν την προσθήκη «οι υπάλληλοι υποχρεούνται να υπηρετούν έγκαιρα και αποτελεσματικά τους πολίτες και υπέχουν προσωπική ευθύνη για παράνομη υπαίτια συμπεριφορά».
Γνωρίζετε πολύ καλά ότι, σε αρκετές περιπτώσεις, η πολιτική εξουσία, οι εντολοδόχοι του Ελληνικού Λαού, οι Κυβερνήσεις, που κυβερνούν, δυσκολεύονται πολύ να ελέγξουν τις δομές της διοίκησης οι οποίες αυτονομούνται και καθίστανται εστίες τελμάτων, αναποτελεσματικότητας, εκμαυλισμού και διαφθοράς. Αυτή είναι η αλήθεια.
Κοιτάξτε τις Εκθέσεις του Συνηγόρου του Πολίτη. Ομιλεί για συγκεκριμένες υπηρεσίες από χρόνο σε χρόνο, όπου έχουμε τα λιμνάζοντα ύδατα της αναποτελεσματικότητας και της διαφθοράς. Εδώ, λοιπόν, προτείνουμε να προχωρήσουμε και να διαμορφώσουμε ένα νέο πλαίσιο, με βάση το οποίο ο δημόσιος λειτουργός θα έχει προσωπική ευθύνη για την παράνομη υπαίτια συμπεριφορά, για να αισθάνεται και αυτός ότι τη στιγμή που καλείται να αντιμετωπίσει μία πράξη, μία διαδικασία, ένα θέμα που αφορά τον πολίτη, μπορεί να αναζητηθούν και προσωπικές ευθύνες από τον ίδιο για παράνομη υπαίτια συμπεριφορά.
Σε ό,τι αφορά την όγδοη ενότητα, το άρθρο 101 Α με το οποίο προτείνουμε ότι με ειδικό νόμο μπορεί να υπαχθούν στις διατάξεις του παρόντος άρθρου η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και η Επιτροπή Ανταγωνισμού, έχω να πω τα εξής: Παρακολούθησα τους προβληματισμούς των συναδέλφων. Είναι αλήθεια ότι το έχουμε παρακάνει με τις Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές. Και να σας πω και μία προσωπική μου άποψη. Θεωρώ ότι οι Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές αποτελούν την έμμεση θεσμική ομολογία του πολιτικού κόσμου ότι αποδέχεται τις σκιές, που προβάλλουν ορισμένοι επάνω του για κακή διαχείριση, για γκρίζες σκέψεις στον τρόπο διακυβέρνησης της Χώρας και για μειωμένη ηθική νομιμοποίηση. Αυτήν την τάση να βγάζουμε την ευθύνη διακυβέρνησης του Τόπου από πάνω μας και να την τοποθετούμε στις Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές, σε όλα τα επίπεδα, μπορεί να την αντιληφθώ σε μία, δύο, τρεις περιπτώσεις, αλλά αυτή η συνεχιζόμενη τάση, η οποία καλλιεργείται προς κάθε κατεύθυνση, νομίζω ότι πρέπει να μας απασχολήσει κάποια στιγμή.
Εγώ έχω περισσότερη εμπιστοσύνη στον εντολοδόχο του Ελληνικού Λαού που θα πάει να απολογηθεί και στο πιο απομεμακρυσμένο καφενείο της επικράτειας, του οποίου η ζωή είναι στο μικροσκόπιο -γιατί είναι η ζωή των αντιπροσώπων του Έθνους στο μικροσκόπιο- από τον «Χ» τεχνοκράτη. Θα πρέπει να συζητήσουμε, κάποια στιγμή, στην Ελλάδα και για το μύθο του ανεξάρτητου και ουδέτερου τεχνοκράτη, ο οποίος υποτίθεται ότι δεν έχει απόψεις, δεν έχει ιδεολογική προέλευση, δεν έχει πολιτικές και κομματικές και προσωπικές και υπηρεσιακές και συγγένειες συμφερόντων προς κάποιες κατευθύνσεις. Θεωρούμε ότι επικρέμαται, ότι μετεωρείται στο ελληνικό κοινωνικό μόρφωμα και ότι είναι αυτός προς τον οποίο πρέπει να προσβλέπουμε όλοι, για να δίνουμε λύσεις.
Τα έχουμε δοκιμάσει. Ορθώς τα δοκιμάσαμε. Ξέρω ότι είναι μία τάση, που έχει επικρατήσει σε ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά πρέπει κάποια στιγμή να τα συζητήσουμε, από την αρχή. Μέσα στα πλαίσια των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, που λειτουργούν –και πρέπει να πούμε ότι ορισμένες λειτουργούν και αποδίδουν, μεταξύ αυτών και ο Συνήγορος του Πολίτη- εμείς προτείνουμε τη δυνατότητα με ειδικό νόμο να γίνει υπαγωγή, στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, της Ρ.Α.Ε., που, ούτως ή άλλως, λειτουργεί και της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Στέκομαι, ειδικά, στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία τραυματίστηκε πριν από λίγο καιρό από συγκεκριμένα περιστατικά, γιατί η Επιτροπή Ανταγωνισμού σε όλα τα προηγμένα κράτη, που υπάρχει η αρχή της ελεύθερης οικονομίας, έχει μεγάλο και σημαντικό έργο. Πάει η εποχή των αγορανομικών παραβάσεων και των αγορανομικών περιορισμών. Αυτό που μπορεί να προασπίσει το συμφέρον του καταναλωτή είναι η σωστή λειτουργία του ανταγωνισμού και σωστή λειτουργία του ανταγωνισμού σημαίνει μία Επιτροπή, που θα λειτουργεί με δίκαιο τρόπο, εξοπλισμένη θεσμικά και λειτουργικά και υπηρεσιακά, που θα μπορεί να επιβάλει την τήρηση των αρχών του ανταγωνισμού προς όλες τις κατευθύνσεις.
Θα σας μιλήσω για τη «Μέκκα» του καπιταλισμού, τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου βλέπετε ότι, επανειλημμένως, στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, έχουν κληθεί αστέρες του παγκοσμίου καπιταλιστικού στερεώματος, όπως ο Bill Gates και άλλοι. Και έχουν επιβληθεί θηριώδη πρόστιμα, ενώ έχει γίνει παραπομπή και στις αμερικανικές δικαστικές αρχές. Αυτή είναι η αλήθεια. Έτσι λειτουργούν τα σύγχρονα καπιταλιστικά κράτη. Δεν βλέπω, γιατί η Ελλάδα πρέπει να υστερεί ή να αναπτύσσει έναν καπιταλισμό της βαλκανικής περιφέρειας. Εγώ θεωρώ την Ελλάδα μητρόπολη και κέντρο αναφοράς στην Ευρώπη και αυτό πρέπει να το κάνουμε, κατοχυρώνοντας αυτές τις αρχές.
Κλείνοντας, θα αναφερθώ στο θέμα του «Ελληνισμού της Διασποράς». Ναι, πρέπει να εισαχθεί, πρέπει να γίνει δεκτή αυτή η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, διότι ο όρος «Ελληνισμός της Διασποράς», επιτρέψτε μου να πω ότι ανταποκρίνεται σε μία ευρύτερη οντότητα, σε ένα ευρύτερο μόρφωμα και ταυτόχρονα ανταποκρίνεται σε ένα όρο, που, από τα ελληνικά, έχει υιοθετηθεί και από όλες τις γλώσσες, από όλες τις διαλέκτους και σε όλες τις αναφορές του διεθνούς δικαίου. Όταν οι Εβραίοι, για παράδειγμα, ένα άλλο έθνος που βρίσκεται σε συνθήκες διασποράς, αναφέρονται στα δικά τους ζητήματα λένε «the Jewish diaspora». Ο όρος είναι δόκιμος, είναι αποδεκτός και πρέπει να τον υιοθετήσουμε και να επισημάνουμε την πολύ μεγάλη σημασία που έχει για την ελληνική πολιτεία όχι μόνο η διατήρηση, αλλά και η ενίσχυση των δεσμών και η μέριμνα για όλες τις συνθήκες διαβίωσης, ανάπτυξης και προόδου του «Ελληνισμού της Διασποράς».
Σε ό,τι αφορά το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο οποίο έκανε ειδικότερη αναφορά ο Εισηγητής του ΛΑ.Ο.Σ., θεωρώ ότι, από την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, το θέμα αυτό θεωρείται αυτονόητο. Όταν αναφέρουμε στην πρότασή μας ότι το κράτος μεριμνά για τη ζωή του Ελληνισμού της Διασποράς, αντιλαμβάνεστε ότι η ζωή δεν μπορεί να υφίσταται, χωρίς την διακρίβωση και την εγγύηση και την κατοχύρωση των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εάν θέλετε, όμως, εμφαντικά να επανεισαγάγουμε τέτοιου είδους χαρακτηρισμούς ή συνεκφορές, εγώ προσωπικά δεν θα ήμουν αντίθετος.
Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι, ειδικά για τον Ελληνισμό της Διασποράς –εγώ συμβαίνει να προέρχομαι από δύο μεταναστευτικές οικογένειες και από τη μία πλευρά και από την άλλη, ορεινός κατά τα άλλα, αλλά λάτρης του Αιγαίου και των νησιωτικών περιοχών- θέλω να σας πω ότι θεωρώ –και κάποια στιγμή πρέπει να συζητήσουμε σοβαρά για αυτά τα θέματα πέραν της Επιτροπής Αναθεωρήσεως- ότι σε επίπεδο αντιμετώπισης των προβλημάτων του «Ελληνισμού της Διασποράς» λίγα έχουμε κάνει. Τα Συμβούλια του Αποδήμου Ελληνισμού έχουν λειτουργήσει, είναι σημαντικοί θεσμοί, αλλά στην πράξη το αντίκρυσμα είναι πενιχρό.
Ας πάρουμε παράδειγμα από τον τρόπο με τον οποίο έχει συγκροτηθεί ο Εβραϊσμός της Διασποράς, ας ακολουθήσουμε αυτό το δημιουργικό παράδειγμα και δεν θα βγούμε χαμένοι. Ας αποφασίσουμε και ας έχουμε κατά νου, πάντα, ότι είμαστε ένα έθνος ένδεκα-ενδεκάμισι περίπου εκατομμυρίων ψυχών και, την ίδια στιγμή, πάνω από δεκαπέντε εκατομμύρια Ελλήνων και Ελληνίδων πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς, βρίσκονται εκτός των ελληνικών συνόρων στις τέσσερις άκρες της γης. Κατά συνέπεια, τα θέματα του «Ελληνισμού της Διασποράς», ως πολιτική της ελληνικής συντεταγμένης Πολιτείας, πρέπει να αναβαθμιστούν, άμεσα, το συντομότερο δυνατόν.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΑΓΟΡΗΤΟΥ ΤΟΥ Κ.Κ.Ε.
ΑΧΙΛΛΕΑ ΚΑΝΤΑΡΤΖΗ
A. ΓΕΝΙΚΑ
Είναι γνωστό βεβαίως ότι η διαδικασία της Αναθεώρησης του Συντάγματος δεν είναι ταυτόσημη με τη διαδικασία ψήφισης των νομοσχεδίων, δεν γίνεται, δηλαδή, η γνωστή διαδικασία συζήτησης και ψήφισης επί της αρχής, επί των άρθρων και επί του συνόλου. Παρ’ όλα αυτά, συνηθίζεται, κάθε φορά, πριν ξεκινήσουμε τη συζήτηση στα άρθρα, πριν μπούμε στη συζήτηση της αναθεώρησης των άρθρων να γίνεται μία γενικότερη συζήτηση για την αναγκαιότητα αναθεώρησης του Συντάγματος. Οι δικές μας σκέψεις, οι δικές μας απόψεις, βεβαίως, δεν είναι άγνωστες, αφού, επανειλημμένα, έχουν διατυπωθεί και μέσα και έξω από τη Βουλή.
Πρώτο ερώτημα: Χρειάζεται αναθεώρηση το Σύνταγμα; Εμείς λέμε ναι, το Σύνταγμα αυτό χρειάζεται αναθεώρηση, γιατί το ισχύον Σύνταγμα –αναφέρομαι στο Σύνταγμα του 1975, με όλες τις τροποποιήσεις που έγιναν στην πορεία- είναι, κατά βάση ένα Σύνταγμα, το οποίο έρχεται να κατοχυρώσει την εξουσία του μεγάλου κεφαλαίου, να διευκολύνει την πορεία ενσωμάτωσης της Χώρας μας στη νέα τάξη πραγμάτων και στις διάφορες διακρατικές ενώσεις, τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, όπως χαρακτηρίζουμε εμείς την Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ και μια σειρά άλλους παρόμοιους οργανισμούς.
Η διακηρυγμένη τυπική ισότητα, που είναι χαρακτηριστικό όλων των αστικών Συνταγμάτων, αποτελεί τη βάση για την αναπαραγωγή σε όλο και μεγαλύτερη έκταση της κοινωνικής ανισότητας και για την διεύρυνση του χάσματος ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς. Για παράδειγμα, μπαίνει το ερώτημα, πόσο ίσος μπορεί να είναι ο επιχειρηματίας με τον εργάτη στις διαπραγματεύσεις, οι οποίες έρχονται. Στην πράξη, λοιπόν, η διακηρυγμένη αυτή τυπική ισότητα αποτελεί τη βάση για την αναπαραγωγή και τη διεύρυνση της κοινωνικής ανισότητας, σε όλο και μεγαλύτερη έκταση.
Οι όποιες ειδικές διακηρύξεις υπήρχαν στο ισχύον Σύνταγμα, οι οποίες και αντανακλούσαν τον τότε συσχετισμό δυνάμεων, όταν το εργατικό κόμμα, το λαϊκό κίνημα δρούσε σε τελείως διαφορετικές συνθήκες, είτε έμειναν γράμμα κενό, σε πολλές περιπτώσεις, είτε έγινε συστηματική προσπάθεια για να υποσκαφτούν, συστηματική προσπάθεια, ώστε στην πράξη να περιοριστούν και, αν είναι δυνατόν, κάποιες κατακτήσεις να εκμηδενιστούν.
Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πολλές τέτοιες περιπτώσεις. Για παράδειγμα, διακηρύσσεται το δικαίωμα στη συνδικαλιστική ελευθερία, το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι, αλλά στην πράξη, όμως, έμπαιναν τόσοι και τέτοιοι περιορισμοί και γινόταν τέτοια προσπάθεια, ώστε τα δικαιώματα αυτά να αφυδατώνονται. Υπήρχαν δικαιώματα, τα οποία, ναι μεν, αναγνωρίζονται στο Σύνταγμα, αλλά στην πράξη παραμένουν γράμμα κενό, παραμένουν ανεφάρμοστα. Αναφέρομαι, για παράδειγμα, στη διακήρυξη για τα δικαιώματα στην εργασία, το δικαίωμα στην κατοικία και σε μια σειρά άλλα κοινωνικά δικαιώματα. Πώς μπορούσαν να εξασφαλιστούν αυτά μέσα στο ισχύον κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό σύστημα;
Μπορεί, για παράδειγμα, να λυθεί το πρόβλημα της ανεργίας, όσο η Οικονομία κινείται με κριτήριο το κέρδος, όσο τα μέσα παραγωγής δεν θα ανήκουν στην ιδιοκτησία της κοινωνίας, που θα λειτουργεί κάτω από εργατικό, λαϊκό έλεγχο και σχεδιασμό; Κατά τη γνώμη μας, δεν μπορεί να λυθεί.
Η προηγούμενη ευρεία αναθεώρηση που έγινε επί ΠΑ.ΣΟ.Κ. -γιατί ήταν ευρεία αναθεώρηση- κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα δεν είχε φυσικά να διορθώσει όλα αυτά τα προβλήματα, αλλά ήταν μία αναθεώρηση η οποία μας πήγε συνολικά προς τα πίσω και όχι μπροστά. Ήταν μία αναθεώρηση, η οποία ήθελε να διευκολύνει τη διαδικασία της ενσωμάτωσης της Χώρας μας στις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, κατ’ επέκταση, την υλοποίηση των κοινοτικών πολιτικών.
Θυμίζω, για παράδειγμα, την αναθεώρηση του άρθρου 28 του Συντάγματος με την ερμηνευτική δήλωση, η οποία μπήκε για τη συμμετοχή της Χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θυμίζω, για παράδειγμα, την αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος, η οποία έγινε προς αρνητική κατεύθυνση, σε κατεύθυνση που διευκόλυνε ένα επιπλέον χτύπημα στην προστασία του περιβάλλοντος και γενικότερα με αρνητικές αλλαγές, όσον αφορά στην προστασία του δασικού πλούτου της Χώρας μας. Θυμίζω τις αλλαγές, οι οποίες έγιναν, είτε με αστερίσκους, είτε με διάφορες «ρήτρες» -σχήμα λόγου είναι αυτό- και χαλάρωναν την απόλυτη προστασία, η οποία υπήρχε σε ορισμένα βασικά ατομικά δικαιώματα, τα οποία εμπόδιζαν να υλοποιηθούν διάφορες αποφάσεις οι οποίες στρέφονταν κατά των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, όπως, για παράδειγμα το δικαίωμα της προστασίας του απορρήτου. Η αναθεώρηση του άρθρου 9 -αν δεν απατώμαι- και μιας σειράς άλλων διατάξεων, αποτέλεσε τη βάση για να νομιμοποιηθούν και η Συμφωνία Σένγκεν και μία σειρά άλλες παρόμοιες διατάξεις.
Οι όποιες θετικές αλλαγές είχαν γίνει εκείνη την περίοδο, ήταν πίσω σε σχέση με αυτά, που, ήδη, είχαν κατακτήσει οι εργαζόμενοι στην πράξη και γινόταν και μία προσπάθεια να υπονομευθούν. Πάρτε, για παράδειγμα, το δικαίωμα της πολιτικής δραστηριότητας των δημοσίων υπαλλήλων. Βεβαίως, από το Σύνταγμα του 1975 μέχρι το 2001 ήταν απαγορευμένη, στην πράξη, όμως, τι είχε γίνει; Στην πράξη το δικαίωμα αυτό είχε κατακτηθεί. Ήταν γνωστό ότι όλα τα Κόμματα μπορούσαν να έχουν, ως μέλη τους, δημοσίους υπαλλήλους και δεν περίμεναν φυσικά την Αναθεώρηση του Συντάγματος για να αναπτύξουν οι δημόσιοι υπάλληλοι την πολιτική τους δραστηριότητα. Όμως και σε αυτές τις περιπτώσεις, που έγιναν τέτοια βήματα, ήταν πίσω από αυτά που είχαν κατακτήσει οι εργαζόμενοι στην πραγματικότητα.
Γι’ αυτό υπενθυμίζω ότι, στην προηγούμενη Αναθεώρηση του 2001, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας είχε καταγγείλει τη συνολική κατεύθυνση, στην οποία κινούνταν, η οποία μας πήγαινε προς τα πίσω και όχι προς τα εμπρός και είχε στηριχθεί φυσικά και από τα δύο μεγάλα Κόμματα. Άλλωστε η συντριπτική πλειοψηφία των διατάξεων είχε ψηφιστεί, από κοινού και από την τότε Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ, αλλά και από την τότε Αξιωματική Αντιπολίτευση, τη Νέα Δημοκρατία.
Επομένως, επανέρχομαι στο ερώτημα, εάν το Σύνταγμα χρειάζεται Αναθεώρηση. Εμείς λέμε, ναι, χρειάζεται, αλλά σε διαφορετική κατεύθυνση από αυτή που κινούνται οι προτάσεις και της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Φυσικά δεν λείπουν οι διακηρύξεις και από τα δύο Κόμματα για την ενίσχυση των κοινωνικών δικαιωμάτων και των ελευθεριών. Όμως, ανεξάρτητα από το αν αλλάξουν οι διατάξεις αυτές προς θετική κατεύθυνση, στην πράξη η πολιτική τους κινείται σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση. Όσες λέξεις και εάν υπάρξουν, όσες διατυπώσεις και αν γίνουν για τη λεγόμενη κοινωνική συνοχή και την προστασία των φτωχών στρωμάτων, η πολιτική, που ακολουθείται, αναπαράγει, συνεχώς, σε μεγαλύτερη κλίμακα και οξύνει τα προβλήματα των εργαζομένων.
Η κεντρική ιδέα και οι αλλαγές παρουσιάζονται και στις προτάσεις των δύο Κομμάτων. Θυμίζω ότι η διαδικασία αναθεώρησης προέκυψε, σχεδόν ταυτόχρονα. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. είχε διακηρύξει, αμέσως μόλις πέρασε η πενταετία, την πρόθεσή του να ξεκινήσει. Ο Πρωθυπουργός την εξήγγειλε, κατά τη συζήτηση του Προϋπολογισμού. Αμέσως μετά, τα δύο Κόμματα κατέθεσαν τις προτάσεις τους. Οι προτάσεις και των δύο Κομμάτων είναι σχεδόν ταυτόσημες, κινούνται, σχεδόν, στην ίδια κατεύθυνση. Αναφέρομαι στο μεγαλύτερό τους μέρος και το πιο σημαντικό. Ποιο είναι το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα των προτάσεων αυτών; Το κύριο χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι να φύγουν από τη μέση όποια εμπόδια είχαν απομείνει από την προηγούμενη αναθεώρηση, έτσι ώστε να διευκολυνθεί η επιχειρηματική δραστηριότητα, η ακόμα μεγαλύτερη συσσώρευση του πλούτου στα χέρια των μεγάλων επιχειρήσεων και του μεγάλου κεφαλαίου, η πορεία ενσωμάτωσης της χώρας μας στις διαδικασίες της καπιταλιστικής ενοποίησης και η πορεία ιδιωτικοποιήσεων και εμπορευματοποίησης.
Φυσικά, δεν είναι παράξενο, που οι προτάσεις των δύο μεγάλων Κομμάτων, και της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ήταν παράλληλες, ήταν σχεδόν ταυτόσημες. Αντανακλούν την ταύτιση της στρατηγικής των δύο Κομμάτων σε όλα τα μεγάλα ζητήματα, στις ιδιωτικοποιήσεις, στην ανατροπή των εργασιακών σχέσεων και σε μία σειρά από άλλα παρόμοια, όπως στη διεύρυνση της εμπορευματοποίησης σε τομείς, όπως η Υγεία, η Πρόνοια και άλλοι.
Χαρακτηριστική είναι η ταύτισή τους σε κεντρικά άρθρα, σε κεντρικά ζητήματα Αναθεώρησης του Συντάγματος. Θυμίζω το άρθρο 16, όπου υπάρχει ταυτόσημη πρόταση και από τη Νέα Δημοκρατία και από το ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Θυμίζω το άρθρο για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, όπου η αλλαγή του θα έχει σαν αποτέλεσμα να διευκολυνθεί η πορεία εμπορευματοποίησης σε τομείς της Υγείας και της Πρόνοιας και των άλλων κοινωνικών υπηρεσιών, μέσα από τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων, απαλλάσσοντας το κράτος και το μεγάλο κεφάλαιο από βασικές τους υποχρεώσεις.
Θυμίζω, ακόμη, τη σύμπτωση των δύο μεγάλων Κομμάτων -την επιμονή τους θα έλεγα καλύτερα- στην επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης από την εκάστοτε Κυβέρνηση. Θυμίζω τη συμφωνία τους, την εμμονή τους να μην αλλάξει το άρθρο του Συντάγματος, ώστε να καταστεί δυνατό να ξεπερνώνται τα όποια συνταγματικά προβλήματα υπάρχουν, για την μονιμοποίηση, για παράδειγμα, των συμβασιούχων. Θυμίζω, επίσης, τη συμφωνία για την κατάργηση της διάταξης για τον βασικό μέτοχο. Με την ευκαιρία αυτή, επισημαίνω το εξής: Επειδή ο Γενικός Εισηγητής διετύπωσε την άποψη «ας αφήσουμε στην άκρη τις όποιες διαφορές και ας καθίσουμε να συζητήσουμε», θα ήθελα να πω ότι κανένας μας δεν προέρχεται από παρθενογένεση. Όλα τα κόμματα, κι εσείς κι εμείς και κάθε κόμμα, έχει παρελθόν, έχει διακηρυγμένες θέσεις, έχει διακηρυγμένη πολιτική και κυρίως έχει μία πρακτική. Επομένως, είναι γνωστοί οι βασικοί άξονες, γνωστές οι βασικές θέσεις, γνωστή η βασική κατεύθυνση την οποία ακολουθεί το κάθε Κόμμα.
Θα ήθελα να σταθώ σε ορισμένα βασικά άρθρα, στα οποία είμαστε αντίθετοι και να εξηγήσω με δύο λόγια την αντίθεσή μας. Είμαστε αντίθετοι στην αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος. Το ζήτημα δεν αφορά, απλώς και μόνο, την ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων, έστω και αν βαφτίζονται «μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια». Το ζήτημα και το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο, καθώς η αλλαγή του άρθρου 16 του Συντάγματος ανοίγει το δρόμο, ώστε να λειτουργεί η ανώτατη εκπαίδευση με κανόνες της αγοράς. Έτσι, αργά ή γρήγορα, θα συμπαρασύρει και τα εναπομείναντα δημόσια Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα στο να λειτουργούν κάτω από τους ίδιους όρους, κάτω από τις ίδιες προϋποθέσεις με τις οποίες λειτουργούν και τα ιδιωτικά.
Είναι, μάλιστα, προφανές ότι αυτή η αλλαγή δεν θα περιοριστεί στο χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης, αλλά θα συμπαρασύρει στην πορεία της και τους υπόλοιπους τομείς της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Θα είναι το καθοριστικό πλήγμα για την κατάργηση των όσων έχουν απομείνει από το δημόσιο, δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης.
Είμαστε αντίθετοι στην αναθεώρηση του άρθρου 24, στο διαχωρισμό δασών και δασικών εκτάσεων. Αυτή η αλλαγή θα επιφέρει ένα ακόμα συντριπτικό πλήγμα στην προστασία του περιβάλλοντος, το οποίο δοκιμάζεται από πολλούς παράγοντες. Ανοίγει το δρόμο και την όρεξη στα κερδοσκοπικά επιχειρηματικά συμφέροντα, είτε αυτά ονομάζονται κατασκευαστικές επιχειρήσεις -είτε ξενοδοχειακοί όμιλοι, είτε και εγώ δεν ξέρω, πώς αλλιώς- οι οποίοι εποφθαλμιούν να αξιοποιήσουν την κάθε γωνιά και από τον κάθε ορεινό όγκο, αλλά και από άλλες περιοχές, οι οποίες αποτελούν σήμερα το «φιλέτο» για την ανάπτυξη της κερδοσκοπικής δραστηριότητας.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν συμφωνούσε στην αναθεώρηση του άρθρου 24, όχι γιατί ήταν αντίθετο σε αυτές τις επιδιώξεις, αλλά γιατί θεωρούσε ότι ήταν επαρκής η αναθεώρηση που είχε γίνει επί των δικών του ημερών, ώστε όλα αυτά τα ζητήματα να μπορούν να επιλύονται και να προωθούνται, χωρίς περαιτέρω αναθεώρηση του άρθρου 24.
Είμαστε αντίθετοι στην αναθεώρηση του άρθρου 28. Ήλθε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και μας έβαλε την ερμηνευτική διάταξη για τη συμμετοχή της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο ελληνικός λαός δεν ρωτήθηκε ποτέ με δημοψήφισμα. Παρ’ όλα αυτά, μπήκε η συνταγματική διάταξη.
Έρχεται τώρα η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας και ορίζει ότι όλες αυτές οι συμφωνίες να μπορούν να επικυρώνονται με ακόμη μικρότερη πλειοψηφία και να μην πάμε στον ελάχιστο αριθμό της αυξημένης πλειοψηφίας που απαιτούνταν μέχρι σήμερα.
Είμαστε αντίθετοι στην αναθεώρηση του άρθρου 29, που αναφέρεται στα οικονομικά και τη λειτουργία των Κομμάτων. Πολλή συζήτηση έγινε για τη διαφάνεια στο πόθεν έσχες των Βουλευτών, αλλά και στα οικονομικά των κομμάτων. Η πρόταση να πάει ο έλεγχος σε Δικαστικό Σώμα, βάζοντας μάλιστα και την έννοια της βασικής χρηματοδότησης από το κράτος, μπορεί να μας οδηγήσει –ας το πω καθαρά- σε επικίνδυνες καταστάσεις, ανεξάρτητα από όποιες προθέσεις μπορεί να υπάρχουν.
Υπάρχουν φωνές και στα δύο Κόμματα, οι οποίες ζητούν να καταργηθεί εντελώς η χρηματοδότηση των Κομμάτων από τα μέλη τους, από τους οπαδούς τους. Αν περάσουν τέτοιες διατάξεις, ιδιαίτερα αν ο έλεγχος γίνεται από μία χειραγωγημένη Δικαιοσύνη, μπαίνει το ερώτημα, πού θα οδηγηθούμε, σε περιόδους όξυνσης. Μπορεί να οδηγηθούμε σε διώξεις των μη αρεστών Κομμάτων.
Σε κάθε περίπτωση, εμείς λέμε ότι στηριζόμαστε στις συνδρομές και τις ενισχύσεις των μελών, των φίλων και των οπαδών μας. Αυτό το δικαίωμά μας δεν το απεμπολούμε, δεν παραιτούμαστε, δεν το εκχωρούμε. Από τα λαϊκά στρώματα αντλούμε τους βασικούς μας οικονομικούς πόρους. Η κρατική χρηματοδότηση είναι ένα ελάχιστο ποσοστό στα οικονομικά έσοδα του Κόμματός μας και, επομένως, αυτό το δικαίωμα δεν μπορούμε να το διαπραγματευτούμε.
Επαναλαμβάνω ότι όσο και αν φαίνεται κάπως λογικοφανής αυτή η διάταξη, στην πραγματικότητα μπορεί να οδηγήσει σε διώξεις μη αρεστών Κομμάτων, εμποδίζοντας την ελεύθερη δραστηριότητα.
Είμαστε αντίθετοι στις διατάξεις για την κατοχύρωση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, που θα έχουν σαν αποτέλεσμα την κατάργηση του διάχυτου ελέγχου της συνταγματικότητας, που ίσχυε μέχρι σήμερα. Κύριος στόχος είναι να βγάλουν από τη μέση τα εμπόδια, που έμπαιναν από το Συμβούλιο της Επικρατείας, για να ξεκαθαρίζονται γρήγορα οι όποιες εκκρεμότητες, ώστε να μην υπάρχουν αμφισβητήσεις που, εν πάση περιπτώσει, μπορεί να δυσκολεύουν τους επιχειρηματίες.
Είμαστε αντίθετοι στην αναθεώρηση του άρθρου 102 του Συντάγματος για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Η αναθεώρηση του άρθρου 102 για την Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι αναθεώρηση, που θα ανοίξει το δρόμο, ώστε να μπορέσει να λειτουργήσει ακόμη περισσότερο το μακρύ χέρι του κράτους, να γίνει ο φορέας για την υλοποίηση πολιτικών, που θα οδηγήσουν στην ιδιωτικοποίηση και την εμπορευματοποίηση στους τομείς της Υγείας και της Πρόνοιας και σε άλλες κοινωνικές παροχές. Εκεί, άλλωστε, στοχεύουν και ο «Καποδίστριας ΙΙ» και η διοικητική αναδιάρθρωση της Χώρας, για την οποία είναι ταυτόσημες και οι θέσεις των δύο μεγάλων Κομμάτων.
Για να μην σας κουράζω περισσότερο, θα σας πω ότι είμαστε αντίθετοι στην παραπέρα ολοκλήρωση της άρσης της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, που αξιοποιεί τα προηγούμενα βήματα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Επαναλαμβάνω ότι οι βασικές διατάξεις των δύο μεγάλων Κομμάτων ήταν ταυτόσημες στη στρατηγική τους κατεύθυνση.
Η δική μας Πρόταση Αναθεώρησης του Συντάγματος κινείται σε μία διαφορετική κατεύθυνση. Καταθέσαμε αναλυτικά και στην προηγούμενη Βουλή –βεβαίως δεν είχαμε τον απαιτούμενο αριθμό για να μπει σε ψηφοφορία- την πρότασή μας, η οποία παραμένει και σήμερα επίκαιρη. Είναι μία πρόταση, η οποία κινείται σε κατεύθυνση διεύρυνσης της λαϊκής κυριαρχίας και των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, στην κατάργηση των διαφόρων συμφωνιών και συμβάσεων, που επιτρέπουν τον περιορισμό της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Χώρας μας.
Η δική μας πρόταση κινείται στην κατεύθυνση της διεύρυνσης των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων των εργαζομένων και στη θεσμοθέτηση μέτρων για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, όσο, εν πάση περιπτώσει, αυτό είναι δυνατόν στις σημερινές συνθήκες και στη δημόσια διοίκηση.
Και κυρίως, το πιο βασικό είναι ότι η δική μας πρόταση αφήνει ανοιχτό το δρόμο για τις όποιες επιλογές θέλει να αποφασίσει ο Ελληνικός Λαός. Δεν μπορεί, με τέτοιου είδους περιορισμούς, να προκαταλαμβάνεται για το μέλλον -για παράδειγμα αναφέρω την συνταγματική κατοχύρωση της συμμετοχής της Χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση- η ελεύθερη θέληση του Λαού μας. Αυτό δεν είναι το Σύνταγμα, που θα θέλαμε.
Είναι προφανές ότι οι δικές μας προτάσεις δεν μπορούν να υλοποιηθούν, με αυτό το συσχετισμό δυνάμεων. Χρειάζεται ριζική αλλαγή του συσχετισμού των δυνάμεων. Δεν είναι προτάσεις οι οποίες μπορούν να υλοποιηθούν από Κεντροδεξιές και Κεντροαριστερές κυβερνήσεις, είτε μονοκομματικές, είτε στα πλαίσια συμμαχικών Κυβερνήσεων, σαν αυτές που γνωρίσαμε στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι προτάσεις, οι οποίες προϋποθέτουν ριζική αλλαγή του συσχετισμού των δυνάμεων, προτάσεις οι οποίες θα φέρουν τον Λαό στο επίκεντρο των εξελίξεων και θα αφήνουν ανοικτό το δρόμο για την κοινωνική προκοπή.
ΠΡΩΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ
Άρθρα 14 παρ. 9, 17 παρ.1 και προσθήκη, 20 παρ. 1, 22 παρ. 1, 117 παρ. 7
Πριν αναφερθώ αναλυτικά στις διατάξεις αυτές, θα ήθελα να υπενθυμίσω δύο βασικές επισημάνσεις της εισήγησής μας επί της αρχής, αλλά και από την πρώτη στιγμή, που ανακινήθηκε ή, εν πάση περιπτώσει, τέθηκε το θέμα της αναθεώρησης του Συντάγματος, δηλαδή ότι στις προτάσεις οι οποίες είχαν κατατεθεί από τα δύο μεγάλα κόμματα, κατά βάσιν, υπήρχαν προτάσεις οι οποίες μας πήγαιναν προς τα πίσω. Στην πρώτη ενότητα υπάρχουν τέτοιες προτάσεις και θα αναφερθώ αναλυτικά σε αυτές. Όπως επίσης, υπήρχαν ορισμένες προτάσεις, οι οποίες ήθελαν, βέβαια, να δείξουν ένα πρόσωπο κοινωνικής ευαισθησίας, ένα πρόσωπο ευαισθησίας απέναντι στα κοινωνικά προβλήματα, στα δημοκρατικά δικαιώματα, στις πολιτικές και συνδικαλιστικές ελευθερίες, ενώ στην πράξη συνέβαινε, ακριβώς, το αντίθετο. Υπενθυμίζω αυτές τις δύο βασικές μας παρατηρήσεις γιατί θα βοηθήσουν να φανεί καλύτερα και η τοποθέτησή μας πάνω στα συγκεκριμένα άρθρα, τα οποία συζητάμε.
Έρχομαι τώρα στο άρθρο 14, παράγραφος 9. Θυμόμαστε όλοι ότι στην προηγούμενη Αναθεώρηση του Συντάγματος, με τη σύμφωνη γνώμη όλων των Κομμάτων έγινε η προσθήκη της παραγράφου 9 και μπήκαν οι διατάξεις για τον βασικό μέτοχο. Θυμίζω ακόμη –όλοι μας βεβαίως το θυμόμαστε και είναι γνωστό- ότι κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου, που ακολούθησε, τέθηκε το θέμα της συμβατότητας αυτών των διατάξεων όσον αφορά το Κοινοτικό Δίκαιο. Υπήρχαν πολιτικά Κόμματα, τα οποία ευθέως έθεταν το ζήτημα –αναφέρομαι πιο συγκεκριμένα στο ΠΑ.ΣΟ.Κ.- ότι οι διατάξεις αυτές έρχονται σε ευθεία αντίθεση με το Κοινοτικό Δίκαιο, έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τους κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού, της ελευθερίας δράσης των μεγάλων επιχειρήσεων –του κεφαλαίου λέμε εμείς- και συνεπώς είναι προτάσεις αντισυνταγματικές. Και είδαμε, όλοι μας, τί ακολούθησε, μετά τον νόμο, που ψηφίστηκε –αναφέρομαι στο νόμο που ψηφίστηκε επί Νέας Δημοκρατίας- ο οποίος αρχικά μεν επιχειρούσε να βάλει κάποιους περιορισμούς, αν και δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει ριζικά αυτό το πρόβλημα.
Ο νόμος έθετε κάποιους περιορισμούς και δυσκόλευε αυτή την κατάσταση, η οποία υπήρχε. Δυσκόλευε, να το πω έτσι, ιδιοκτήτες Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης να είναι ταυτόχρονα και εργολάβοι σε αυτού του είδους τη διαπλοκή.
Γνωστό, επίσης, είναι και το τί ακολούθησε όσον αφορά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ότι ο νόμος αυτός έρχεται σε αντίθεση με τους κανόνες και είχαμε στη συνέχεια, με τη σύμφωνη γνώμη των δύο μεγάλων Κομμάτων και της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑ.ΣΟ.Κ., την ευθεία υπαναχώρηση, ουσιαστικά την αναγόρευση της υπεροχής του Κοινοτικού Δικαίου απέναντι στο Σύνταγμά μας, με την προσαρμογή που έγινε απέναντι στο Κοινοτικό Δίκαιο.
Βεβαίως, δεν διακηρύχθηκε ως υπεροχή του Κοινοτικού Δικαίου απέναντι στο Ελληνικό Σύνταγμα. Βρέθηκε η νομική φόρμουλα, έτσι ώστε να περάσουν αυτές οι διατάξεις, να περάσει η ουσία αυτής της τοποθέτησης, που ήταν στο πλαίσιο της προσαρμογής στο Κοινοτικό Δίκαιο.
Έμπαινε τότε το εξής ζήτημα: Δεν πρέπει να προσαρμοστούμε οικειοθελώς στους κανόνες του Κοινοτικού Δικαίου; Και στο όνομα της προσαρμογής στους κανόνες του Κοινοτικού Δικαίου ακολούθησε η δεύτερη νομοθετική ρύθμιση, η οποία όχι μόνο εξάλειψε τις όποιες θετικές διατάξεις, οι οποίες υπήρχαν, αλλά ουσιαστικά άφησε πλήρη ασυδοσία.
Αυτές ακριβώς, τις διατάξεις, αυτή ακριβώς την αλλαγή έρχεται κατά τη γνώμη μας να θεσμοθετήσει και η αναθεώρηση της παραγράφου 9 του άρθρου 14. Ουσιαστικά, έρχεται να νομιμοποιήσει την αντισυνταγματικότητα των νόμων, που ψηφίστηκαν και όσον αφορά το ασυμβίβαστο, αλλά και όσον αφορά τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Αυτά ακριβώς, τα εμπόδια εξυπηρετεί η πρόταση αναθεώρησης που γίνεται από τη Νέα Δημοκρατία, όσον αφορά στην παράγραφο 9 του άρθρου 14.
Δεν θα σταθώ στα υπόλοιπα ζητήματα, τα οποία αναφέρονται στην πρότασή της, όσον αφορά το συγκεκριμένο άρθρο, ότι δηλαδή με τους κανόνες του υγιούς και ελεύθερου ανταγωνισμού θα προστατευθεί το δικαίωμα της διαφάνειας και της πολυφωνίας στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
Δεν ζούμε σε άλλον κόσμο. Στην Ελλάδα ζούμε, στην Ευρωπαϊκή Ένωση ζούμε, σε μια περιοχή όπου –εν πάση περιπτώσει- κυριαρχείται από τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς και του ανταγωνισμού. Δεν το βλέπουμε το αποτέλεσμα;
Δεν βλέπουμε ότι όσο πιο πολύ εισχωρεί η επιχειρηματική δραστηριότητα στους τομείς αυτούς, όσο περισσότερο μονοπωλούνται, ιδιαίτερα, τα μεγάλα ηλεκτρονικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης από τις μεγάλες επιχειρήσεις, τόσο περισσότερο οδηγούμαστε στην υποβάθμιση της ποιότητας σε εκπομπές και σε προγράμματα, τα οποία είναι –με την κυριολεκτική σημασία της λέξης και επιεικώς- απαράδεκτα, υποτιμούν την νοημοσύνη του κόσμου, οδηγούν προς τα κάτω, εν πάση περιπτώσει, την κοινωνική και πολιτική συμπεριφορά, αλλά ταυτόχρονα –και το πιο βασικό- ότι όσο μπαίνει η επιχειρηματική δραστηριότητα στους χώρους αυτούς, τόσο περισσότερο περιορίζεται το δικαίωμα στην ενημέρωση;
Είναι χαρακτηριστικές όχι μόνο οι συζητήσεις, αλλά και τα στοιχεία, τα οποία έρχονται στο φως της δημοσιότητας, αλλά και η κατάσταση την οποία βλέπουμε σήμερα! Για ποια πολυφωνία μιλάμε; Συζητάμε για την ισότιμη μεταχείριση, για το δικαίωμα της ισότιμης προβολής όλων των απόψεων, όλων των Κομμάτων!
Και η απάντησή τους, ποιά είναι; Οι όποιες ρυθμίσεις γίνονται –που απέχουν από την ισότιμη μεταχείριση- αφορούν στενά στην προεκλογική περίοδο των είκοσι ημερών. Στο υπόλοιπο διάστημα, τί γίνεται; Επαναλαμβάνω ότι και εκεί, στις είκοσι ημέρες, πάλι δεν υπάρχει ισότιμη μεταχείριση. Πάλι ο βασικός κανόνας, που κυριαρχεί είναι η αρχή της αναλογικότητας, όσον αφορά στην παρουσίαση των θέσεων των Κομμάτων. Στο υπόλοιπο διάστημα της τετραετίας, τί γίνεται;
Το Κόμμα μας κυριολεκτικά έχει αφανιστεί, έχει εξαφανιστεί από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης! Ιδιαίτερα μετά τις εκλογές, η προβολή την οποία έχουμε στα κεντρικά δελτία ειδήσεων αλλά και στα πάνελ, τα οποία διοργανώνονται, είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη, της τάξεως του 2%-3%, ενώ το Κόμμα μας –όπως είναι γνωστό- στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές είχε λάβει πάνω από 8%. Για ποια, λοιπόν, πολυφωνία μιλάμε; Νομίζω ότι αυτές οι διατάξεις, αυτές οι διακηρύξεις είναι καθαρή υποκρισία και τίποτα περισσότερο.
Βεβαίως, όσο τα μεγάλα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, ιδιαίτερα τα ηλεκτρονικά, με την επιρροή την οποία μπορεί να ασκούν στη διαμόρφωση συνειδήσεων και καταστάσεων –γιατί κυρίαρχα δεν είναι- όσο θα ανήκουν στους μεγαλοεπιχειρηματίες, ριζικές αλλαγές δεν μπορεί να γίνουν. Τα συμφέροντά τους θα κοιτάξουν οι άνθρωποι να προασπίσουν. Και δεν αναφέρομαι στα στενά ατομικά ή στα επιχειρηματικά συμφέροντα του κάθε ιδιοκτήτη. Αναφέρομαι και στα συνολικότερα συμφέροντα της τάξης, που εκπροσωπούν. Έκαναν και θα κάνουν ό,τι μπορούν για να πολεμήσουν τη διάδοση απόψεων, οι οποίες αντιστρατεύονται τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Γι’ αυτό, ακριβώς και επιβάλλουν και την τακτική της φίμωσης απέναντι στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος, αλλά και απέναντι, στους συνδικαλιστικούς και πολιτικούς αγώνες, απέναντι στους αγώνες του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος. Οι κινητοποιήσεις δεν προβάλλονται καθόλου. Διαδηλώσεις με δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους δεν προβάλλονται καθόλου! Αυτή είναι η κατάσταση, η οποία σήμερα διαμορφώνεται, θα γίνεται όλο και χειρότερη, όσο θα μονοπωλείται αυτός ο κλάδος, όσο περισσότερο θα παραδίδεται στα χέρια αυτά.
Ακόμα και στοιχειώδεις ριζικές αλλαγές μπορούν να γίνουν όσο οι συχνότητες θα γίνονται αντικείμενο επιχειρηματικής δραστηριότητας; Ριζική λύση, φυσικά, δεν μπορεί να δοθεί. Εμείς θεωρούμε ότι οι συχνότητες είναι δημόσιο αγαθό. Αλλά, εν πάση περιπτώσει, και στοιχειώδη μέτρα προστασίας, όσον αφορά την αντιμετώπιση αυτής της αυθαιρεσίας, όσον αφορά την αντιμετώπιση του απαράδεκτου αυτού αποκλεισμού, αυτά, που θα μπορούσαν στο ελάχιστον να ληφθούν, δεν λαμβάνονται! Δεν υπάρχει πολιτική βούληση και από τη σημερινή και από τις προηγούμενες Κυβερνήσεις να αντιμετωπιστούν τα ζητήματα αυτά. Είμαστε, λοιπόν, αντίθετοι στην αναθεώρηση του άρθρου 14 παράγραφος 9.
Ως προς την αναθεώρηση του άρθρου 17 για τη συνταγματική κατοχύρωση της προστασίας των πνευματικών δικαιωμάτων, θεωρούμε -και εν πάση περιπτώσει, είναι μια γενικότερη εκτίμηση- ότι υπάρχει μια επαρκής κατοχύρωση μέσα από τη νομοθεσία. Το ερώτημα είναι το εξής: Ποιά η ανάγκη να πάμε και σε συνταγματική κατοχύρωση της πνευματικής ιδιοκτησίας; Να το βάλω αλλιώς το ερώτημα, γιατί μπορεί να ακουστεί ο αντίλογος ότι δεν πρέπει να προστατευθούν τα δικαιώματα των πνευματικών δημιουργών, των καλλιτεχνών.
Αυτός είναι ο στόχος της αναθεώρησης του άρθρου 17; Αν αυτός ήταν ο στόχος, γιατί δεν γινόταν δεκαετίες ολόκληρες, για να μην αναφερθώ σε προηγούμενες εποχές; Δεν είναι, όμως, αυτό. Το κύριο, που όλοι μας το ξέρουμε και που κυριαρχεί είναι το πώς θα προστατεύσουν, το πώς θα κατοχυρώσουν οι μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν διεισδύσει και έχουν μονοπωλήσει το χώρο αυτό, τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους. Θυμίζω τις αντιπαραθέσεις, οι οποίες γίνονται και τις διαμάχες και τους ανταγωνισμούς, που αναπτύσσονται και σε παγκόσμιο επίπεδο. Να θυμίσω και κάτι άλλο χαρακτηριστικό; Στις δεκαετίες του ΄80 και του ΄90, όταν οι αμερικάνικες επιχειρήσεις στον τομέα των οπτικοακουστικών Μέσων Ενημέρωσης ήθελαν να κυριαρχήσουν στο χώρο, τότε άφηναν ελεύθερη τη χρήση των υποπροϊόντων, τα οποία παρήγαγαν και διοχέτευαν στην αγορά, έτσι ώστε να υποσκάψουν και να καταφέρουν πλήγματα στην αντίστοιχη δραστηριότητα στην Ευρώπη. Όταν, βεβαίως, κυριάρχησαν στο χώρο αυτό, τότε ακολούθησε το επόμενο βήμα τους, η απαίτηση για την ενίσχυση της κατοχύρωσης των λεγόμενων πνευματικών δικαιωμάτων. Εκεί είναι, κατά τη γνώμη μας, η ουσία. Εν πάση περιπτώσει, σε κάθε περίπτωση θεωρούμε ότι το θέμα αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί νομοθετικά. Κανένας δεν μας εμποδίζει, αν υπάρχουν κενά ή παραλείψεις για την κατοχύρωση των δημιουργών – αναφέρομαι στους καλλιτέχνες, στους πνευματικούς δημιουργούς- να τα συζητήσουμε, να τα εξετάσουμε. Αυτά μπορούν να αντιμετωπιστούν με νομοθετική ρύθμιση. Δεν χρειάζεται να πάμε σε συνταγματική ρύθμιση.
Μια και αναφερόμαστε στο άρθρο αυτό, μας βρίσκει, επίσης, αντίθετους η επέκταση των διατάξεων, όσον αφορά στην αναγκαστική απαλλοτρίωση και στην πολεοδομική νομοθεσία, ουσιαστικά στους δήμους και τις κοινότητες.
Υπάρχει πρόβλημα; Βεβαίως, υπάρχει πρόβλημα, γιατί ορισμένες φορές –γνωστό σε όλους- μπορεί να οδηγούμαστε σε χρονοβόρες διαδικασίες, με ό,τι βεβαίως, αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Όμως, οι αιτίες του προβλήματος αυτού πού βρίσκονται; Βρίσκονται στον οικονομικό «στραγγαλισμό» της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στο ότι δεν δίνονται τα απαραίτητα κονδύλια, έτσι ώστε να μπορέσουν να προχωρήσουν στην υλοποίηση αυτών των αποφάσεων, οι οποίες είναι αναγκαίες για να ανακουφιστούν οι κάτοικοι των πόλεων, για να εξευρεθούν οι κατάλληλοι χώροι για τις διάφορες χρήσεις, που προορίζονται.
Τις προηγούμενες δεκαετίες του ‘50, του ‘60, του ‘70 οι δήμοι τότε, για να βρουν λεφτά, αναγκάστηκαν να πουλήσουν ό,τι είχαν και δεν είχαν από την ακίνητη περιουσία τους. Αυτό έγινε. Πωλούσαν, για να βρουν χρήματα. Σήμερα, που χρειάζονται ελεύθερους χώρους για να αναπτύξουν μια σειρά από δραστηριότητες, δεν έχουν τέτοιους χώρους και όταν, εν πάση περιπτώσει, είναι υποχρεωμένοι να προχωρήσουν στις απαλλοτριώσεις, τότε και πάλι βρίσκουν κλειστή τη στρόφιγγα. Δεν υπάρχουν τα χρήματα, παρακρατούνται οι πόροι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και όχι μόνο παρακρατούνται, αλλά προωθούνται και πολιτικές, οι οποίες θέλουν να τη μετατρέψουν ακόμη περισσότερο στο «μακρύ χέρι» του κράτους, να μπορούν να επιβάλουν, και αυτοτελείς φόρους, χωρίς να περιορίζονται στενά στα ανταποδοτικά τέλη, τα οποία προβλέπονταν και είχαν τη δυνατότητα να επιβάλουν μέχρι σήμερα. Εκεί προσβλέπει η πρόταση και της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑ.ΣΟ.Κ., που είναι κοινή, όσον αφορά στις αλλαγές στο άρθρο περί Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Επομένως, εάν θέλουμε να μιλήσουμε για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος όσον αφορά στην αναγκαστική απαλλοτρίωση, η λύση βρίσκεται αλλού: Το θέμα δεν αντιμετωπίζεται όσο δεν λύνεται το πρόβλημα της ιδιοκτησίας, που, κατά τη γνώμη μας, είναι επίκαιρο. Αλλά χρειάζεται άλλη εξουσία και άλλους συσχετισμούς για να λυθεί, άλλο κοινωνικό και οικονομικό σύστημα. Η λύση βρίσκεται στην ενίσχυση των πόρων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, για να μπορεί να επιτελέσει αυτό το έργο της.
Κοινωνική συνοχή: Έχουμε την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για την αναθεώρηση του άρθρου 22 -αν δεν απατώμαι- και έχουμε την πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. για το ελάχιστο εγγυημένο, όπως λέει, επίπεδο διαβίωσης. Παρόμοιες είναι οι προτάσεις τους. Το ερώτημα, το οποίο μπαίνει, είναι το εξής: Καλά, εμπόδιζε κανείς τόσα χρόνια τις Κυβερνήσεις που κυβέρνησαν την Χώρα μας να πάρουν μέτρα ανακούφισης των λαϊκών στρωμάτων; Δεν μπορούσαν να στηρίξουν το εισόδημα των εργαζομένων, το εισόδημα του αγρότη, του βιοπαλαιστή, δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν ανθρώπινες συντάξεις, αλλά τους εμπόδιζε η έλλειψη νομοθετικής ρύθμισης; Όχι, βέβαια.
Αντίθετα, οι πολιτικές τις οποίες ακολούθησαν οι κυβερνήσεις –και η σημερινή και οι προηγούμενες- ήταν πολιτικές που έπαιρναν από τους πολλούς για να δώσουν στους λίγους. Ήταν πολιτικές που όξυναν, που συσσώρευαν νέα προβλήματα, με τη λιτότητα, με την ανεργία, με την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων. Αυτά, ακριβώς, ήταν τα αποτελέσματα αυτών των πολιτικών.
Επομένως, δεν είναι θέμα έλλειψης διάταξης. Είναι θέμα καθαρό ταξικό, είναι θέμα του ποιά πολιτική, ποια συμφέροντα θέλει να υπηρετήσει η εκάστοτε Κυβέρνηση. Όσο θα ακολουθούνται οι πολιτικές με τον σημερινό συσχετισμό, είτε με τη μια είτε με την άλλη Κυβέρνηση, είτε με κεντροδεξιές είτε με κεντροαριστερές Κυβερνήσεις, πολιτικές που υπηρετούν το μεγάλο κεφάλαιο, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα πλατιά λαϊκά σώματα θα συσσωρεύονται, θα αναπαράγονται και θα διευρύνονται σε ολοένα και μεγαλύτερη έκταση. Νέα στρώματα θα κατρακυλούν στα επίπεδα της φτώχειας, θα μπαίνουν στη ζώνη της φτώχειας, αλλά και τα προβλήματα των υπολοίπων στρωμάτων θα οξύνονται.
Με την ευκαιρία, θα ήθελα, να υπενθυμίσω και κάτι άλλο. Πότε άνοιξε αυτή η περίφημη συζήτηση για τα ελάχιστα εγγυημένα εισοδήματα διαβίωσης; Αυτή η συζήτηση άνοιξε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην προσπάθειά της να αντιμετωπίσει ή, καλύτερα, να επιχειρήσει να ελέγξει τις καταστάσεις, ώστε να μην βρεθεί μπροστά σε απρόοπτες εξελίξεις. Αυτή είναι η πρόθεσή τους και όχι, βεβαίως, κάτι άλλο και γι’ αυτό το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος είναι αντίθετο. Διαφορετικά, εάν η πρόθεσή τους ήταν να στηρίξουν το εισόδημα των εργαζομένων, θα είχαν αποδεχθεί προτάσεις, όπως αυτές, που κατέθεσε, επανειλημμένα, το Κόμμα μας. Καταθέσαμε και πρόταση νόμου για την ανακούφιση των ανέργων με την επιδότησή τους, για όσο διαρκεί η ανεργία. Εμείς δεν μιλάμε για αυτά τα επιδόματα που είναι επιδόματα-ψίχουλα. Μιλάμε για επιδόματα, που εξασφαλίζουν τις σύγχρονες ανάγκες, με βάση μισθούς 1.400 ευρώ και άρα, επίδομα ανέργων 1.120 ευρώ. Μιλάμε για κατώτερες συντάξεις στα 1.120 ευρώ, για άμεσο διπλασιασμό των αγροτικών συντάξεων. Οι προτάσεις αυτές, όμως, σκοντάφτουν στην πολιτική βούληση και στον συσχετισμό των δυνάμεων.
Για να κλείσω αυτό το κεφάλαιο, θα ήθελα να επισημάνω μόνο το εξής, ως τελευταίο ζήτημα. Κάτω από το πρόσχημα της εξασφάλισης του ελάχιστα εγγυημένου εισοδήματος, κάτω από το πρόσχημα της εξασφάλισης του ελάχιστα εγγυημένου επιπέδου διαβίωσης, θα έχουμε μια γενική ανατροπή, μια πολιτική, η οποία θα συμπαρασύρει προς τα κάτω τα εισοδήματα, τις αμοιβές των λαϊκών στρωμάτων. Αυτούς, ακριβώς, τους στόχους έρχονται να διευκολύνουν τέτοιου είδους διατάξεις. Για παράδειγμα, είναι γνωστές οι συστάσεις, που απευθύνουν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ο Ο.Ο.Σ.Α. στις κατά καιρούς επιθεωρήσεις που κάνουν στη χώρα μας. Τί ζητούν; Η μόνιμη επωδός των τελευταίων χρόνων είναι να καταργηθούν οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, δηλαδή να καταργηθούν οι συλλογικές συμβάσεις, που προστατεύουν τα ελάχιστα επίπεδα των μισθών και των ημερομισθίων. Να, ποιος είναι ο καημός του μεγάλου κεφαλαίου, των μεγάλων επιχειρήσεων.
Με αυτήν την ευκαιρία θα ήθελα να πω και κάτι άλλο: Πέραν από το ότι το πρόβλημα της φτώχειας, της εξαθλίωσης, δεν αντιμετωπίζεται ακόμη και αν θεσμοθετηθούν τέτοιες διατάξεις για την εξασφάλιση του ελάχιστα εγγυημένου εισοδήματος ή της κοινωνικής συνοχής, υπάρχει και μια άλλη πλευρά. Η εξασφάλιση της κοινωνικής συνοχής που προτείνει η Νέα Δημοκρατία μπορεί να αποτελέσει το πρόσχημα, έτσι ώστε να δρομολογηθούν καινούρια μέτρα σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων. Κάτω από το πρόσχημα ότι αυτή η απεργία ή ετούτη ή εκείνη θίγουν την κοινωνική συνοχή, ότι οι αγώνες των εργαζομένων τινάζουν στον αέρα την κοινωνική συνοχή, μπορεί να έχουμε τη θεσμοθέτηση νέων μέτρων προς την κατεύθυνση καταστολής του λαϊκού κινήματος. Δεν συμφωνούμε, λοιπόν, με αυτήν την πρόταση. Στο κεφάλαιο αυτό έχουμε και εμείς προτάσεις αναθεώρησης. Βεβαίως, δεν έχουμε τον απαιτούμενο από το Σύνταγμα ελάχιστο αριθμό για να μπουν σε συζήτηση, αλλά υπενθυμίζω επιγραμματικά τις διατάξεις, των οποίων, κατά τη γνώμη μας, είναι επιτακτικά αναγκαία η αναθεώρησή τους.
Αναφέρομαι στην κατάργηση των περιορισμών στα συνδικαλιστικά και πολιτικά δικαιώματα των δημοσίων υπαλλήλων. Γιατί εξακολουθούν να υπάρχουν τέτοιοι περιορισμοί. Αναφέρομαι στην κατάργηση των περιορισμών στη συνδικαλιστική δραστηριότητα των Δικαστών και των Σωμάτων Ασφαλείας. Είναι απαράδεκτο να συνεχίζεται αυτό το καθεστώς, αυτές οι απαγορεύσεις, αυτοί οι περιορισμοί, που έχουν ως αποτέλεσμα οι δικαστές, όταν θέλουν κάτι να διεκδικήσουν, για να μπορέσουν να οργανώσουν κάποια κινητοποίηση, να αναγκάζονται να προκηρύξουν Γενική Συνέλευση, γιατί διαφορετικά, εάν την ονομάσουν απεργία ή οπωσδήποτε αλλιώς, έρχονται σε αντίθεση με την υφιστάμενη νομοθεσία. Πρέπει να καταργηθούν αυτοί οι περιορισμοί, πρέπει να διευρυνθούν οι συνδικαλιστικές ελευθερίες και στα Σώματα αυτά.
Επίσης, πρέπει να διευρυνθούν οι συνδικαλιστικές ελευθερίες και στα μόνιμα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά και για τους στρατευμένους, με την ελευθερία δημιουργίας επιτροπών, έτσι ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της καθημερινότητας, τα οποία παρουσιάζονται κατά τη στράτευσή τους. Θα ήθελα, να προσθέσω επιγραμματικά ότι, σε αυτό το κεφάλαιο, εάν μπορούσε να γίνει αναθεώρηση προς θετική κατεύθυνση, όπως θα λέγαμε εμείς, θα αναφέραμε την κατάργηση της προσθήκης, που έγινε στην τελευταία Αναθεώρηση, στο άρθρο 25 με την εισαγωγή της έννοιας της αναλογικότητας η οποία, όσο εύηχα και αν ακούγεται, όσο και αν φαίνεται λογικοφανής, μπορεί εξ ίσου να οδηγήσει σε αντιδραστικές λύσεις, γιατί κάτω από το πρόσχημα της αναλογικότητας, της διακύβευσης ακόμη μεγαλύτερων συμφερόντων, μπορούν να χτυπηθούν και να αφαιρεθούν εργατικά δικαιώματα και συνδικαλιστικές ελευθερίες.
Ένα τελευταίο, που θα αναφέραμε, είναι η απάλειψη διατάξεων που μπήκαν με την τελευταία Αναθεώρηση, με τις οποίες «χαλάρωσε» η απόλυτη προστασία, που υπήρχε μέχρι τότε, όσον αφορά στην προσωπική ζωή και το απόρρητο. Αναφέρομαι στο άρθρο 9 και σε άλλες διατάξεις. Με τους αστερίσκους και τις ρήτρες, οι οποίες μπήκαν, είναι γνωστό ότι άνοιξε ο δρόμος, για να «νομιμοποιηθεί» ο νόμος, που επέτρεπε το ηλεκτρονικό φακέλωμα, τη συλλογή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων και μια σειρά από άλλες αντιδημοκρατικές διατάξεις.
Μας βρίσκει αντίθετους και η αναθεώρηση του άρθρου, που αναφέρεται στην προσωρινή δικαστική προστασία. Θεωρούμε ότι η ισχύουσα διάταξη, σήμερα, είναι επαρκής. Η νομοθετική ρύθμιση, μπορεί να λύσει το ζήτημα αυτό. Δεν χρειάζεται να πάμε σε συνταγματική αναθεώρηση του σχετικού άρθρου.
ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΝΟΤΗΤΑ
Άρθρο 16 παρ. 1,5,6,7,8 και Προσθήκη
Η εξέταση του θέματος, όντως, έχει ενδιαφέρον, έστω και αν η αναθεώρηση του άρθρου 16, κάτω από την παρέμβαση του φοιτητικού και του λαϊκού κινήματος του προηγούμενου χρόνου, έχει φράξει το δρόμο στην αναθεώρησή του, σε μια κατεύθυνση, που θα άνοιγε το δρόμο για την παραπέρα ενίσχυση της εμπορευματοποίησης της παιδείας.
Γιατί, κακά τα ψέματα, οι κινητοποιήσεις της προηγούμενης χρονιάς, οι κινητοποιήσεις των φοιτητών, των σπουδαστών, των εκπαιδευτικών και του λαϊκού παράγοντα, ήταν αυτές που ανάγκασαν σε τελευταία ανάλυση και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην αναδίπλωση την οποία έκανε, δεδομένου ότι στην αφετηρία και η δική του πρόταση προέβλεπε την αναθεώρηση του άρθρου 16, στην ίδια ακριβώς κατεύθυνση με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας.
Το θέμα της παιδείας είναι από τα κορυφαία ζητήματα. Και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας από την πρώτη στιγμή, από την ίδρυσή του ακόμα, επικέντρωσε το ενδιαφέρον του στο ζήτημα αυτό. Επικέντρωσε το ενδιαφέρον του στο ζήτημα της παιδείας, από μία οπτική γωνία που είχε την εξής αφετηριακή θέση: Η γνώση είναι δύναμη. Και ένα κόμμα το οποίο πάλευε για ριζοσπαστικές αλλαγές, ένα κόμμα, το οποίο ποτέ δεν έκρυψε τους στόχους του για μία κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, για μία κοινωνία, όπου ο πλούτος θα ανήκει σε αυτούς που τον παράγουν, για μία κοινωνία όπου τα μέσα παραγωγής θα είναι κοινωνική ιδιοκτησία, δεν θα μπορούσε να έκανε διαφορετικά, εάν δεν αναδείκνυε το θέμα της παιδείας στο κέντρο της προσοχής του.
Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι κορυφαίοι διανοητές της δεκαετίας του ’20, του ’30, του ’40, αλλά και μεταγενέστερα, συντόνισαν το βήμα τους, τη δράση τους, με τους αγώνες και τη δράση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας. Και αναφέρομαι στο Δημήτρη Γληνό, στη Ρόζα Ομηρόλη, στην Έλλη Αλεξίου και μία σειρά άλλους επώνυμους, αλλά και λιγότερο γνωστούς στο ευρύτερο κοινό, διανοητές εκπαιδευτικούς.
Ως προς την αναθεώρηση του άρθρου 16, ταυτόσημη, στην κατεύθυνσή της, ήταν και η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας και η πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Βλέπω τώρα ότι και το ΛΑ.Ο.Σ., κινείται στην ίδια ακριβώς κατεύθυνση, μόνο που λέει τα πράγματα πιο ανοικτά. Ενώ τα δύο κόμματα μιλάνε για δήθεν μη κερδοσκοπικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, το ΛΑ.Ο.Σ. έρχεται ακόμα πιο ανοικτά και λέει να δοθούν σε ιδιώτες, ας εγκαταλείψουμε τα προσχήματα.
Τι σημαίνει μη κερδοσκοπικά; Σημαίνει ότι παύει, πλέον, η ανώτατη εκπαίδευση να είναι υποχρέωση του κράτους. Σημαίνει, πλέον, ότι ανοίγει ο δρόμος, ώστε η ανώτατη εκπαίδευση, με ακόμα πιο γρήγορους ρυθμούς στο μέλλον, να λειτουργήσει σαν εμπόρευμα.
Όπως στα μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια, είτε θα λειτουργούν με κέρδη είτε θα λειτουργούν χωρίς κέρδη - είναι αδιάφορο - για να μπορέσει κάποιος να απαιτήσει να σπουδάσει σε αυτά -παρακάτω θα πούμε τι ποιότητας εκπαίδευση μπορούν να προσφέρουν αυτά τα λεγόμενα ιδρύματα- θα είναι υποχρεωμένος να πληρώσει τη μόρφωση, το ίδιο με τους κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού, της ελεύθερης αγοράς, θα είναι υποχρεωμένος, να πληρώσει για την απόκτηση της γνώσης, για την απόκτηση της μόρφωσης και τα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα θα εξακολουθήσουν να παραμένουν και να λειτουργούν με την προηγούμενη μορφή τους.
Με άλλα λόγια, οι κανόνες της αγοράς, οι κανόνες του ανταγωνισμού, οι κανόνες, που έχουν θεσμοθετηθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, που καθιέρωσε την πλήρη απελευθέρωση του κεφαλαίου σε όλους τους τομείς και τις δραστηριότητες, ελευθερία κίνησης, υπηρεσιών, εμπορευμάτων και εργατικού δυναμικού - ήταν οι τέσσερις κατευθυντήριες αρχές της Συμφωνίας του Μάαστριχτ, που δεν είναι κάποια αφηρημένη διακήρυξη, είναι διακηρύξεις οι οποίες συνοδεύονται και από μέτρα, που εξασφαλίζουν την αποτελεσματικότητα στην υλοποίηση αυτών των πολιτικών.
Στο όνομα, λοιπόν, του υγιούς ανταγωνισμού, στο όνομα της ελεύθερης αγοράς, στο όνομα του ελεύθερου και ισότιμου ανταγωνισμού, ουσιαστικά ανοίγει ο δρόμος, έτσι ώστε η μόρφωση να γίνει εμπόρευμα - ακριβό μάλιστα εμπόρευμα - που για να την αποκτήσει κάποιος, θα πρέπει να την ακριβοπληρώσει, ανεξάρτητα του εάν τα λαϊκά στρώματα θα πληρώνουν τον ιδιώτη επιχειρηματία, που θα εμφανίζεται με τη μορφή της μη κερδοσκοπικής επιχείρησης ή εάν θα πληρώνουν τον συλλογικό εκπρόσωπο του κεφαλαίου του κράτους.
Πάντως, τα θεμέλια της μόρφωσης, τα θεμέλια της δωρεάν παιδείας, όσα εν πάση περιπτώσει έχουν απομείνει, δυναμιτίζονται. Λέω, όσα έχουν απομείνει. Είναι γνωστοί οι προβληματισμοί, οι οποίοι αναδείχτηκαν το προηγούμενο διάστημα και είναι γνωστές οι προτάσεις, οι οποίες ακούστηκαν και από τα δύο μεγάλα κόμματα. Για παράδειγμα, η συζήτηση για το αν θα εξασφαλιστούν φτηνά φοιτητικά δάνεια ή οι προτάσεις, οι οποίες ακούστηκαν στο παρελθόν, αν δεν κάνω λάθος από το ΠΑ.ΣΟ.Κ., οι οποίες μιλούσαν για την πριμοδότηση των σπουδαστών με κάποιες πιστωτικές μονάδες, οι οποίες θα τους συνοδεύουν και τις οποίες θα μπορούν να πάνε να τις ακουμπούν, να τις εξαγοράζουν, στο εκπαιδευτικό ίδρυμα της αρεσκείας τους. Έτσι, για να το πούμε απλά, σαν να πηγαίνεις στο σούπερ-μάρκετ και ουσιαστικά οι κανόνες, οι επιδοτήσεις, η ενίσχυση των δημοσίων πανεπιστημίων, να μεταφέρονται και στα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Αυτό είναι το ένα ζήτημα.
Το δεύτερο ζήτημα τώρα: Χρησιμοποιήθηκε σαν πρόσχημα για την αλλαγή αυτή το επιχείρημα ότι «μα δεν βλέπετε πού οδηγήθηκε η δημόσια εκπαίδευση, δεν βλέπετε πού οδηγήθηκαν τα δημόσια πανεπιστήμια;» Το ερώτημα είναι ποιος τα οδήγησε, κύριοι της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην κατάσταση αυτή; Δεν ήσασταν εσείς αυτοί, που κυβερνούσατε τόσα χρόνια τον Τόπο; Δεν ήσασταν εσείς αυτοί, οι οποίοι δημιουργήσατε πανεπιστήμια και σχολές, χωρίς αντικείμενο γνώσης; Δεν είναι τα δύο μεγάλα Κόμματα, τα οποία είχαν τη διακυβέρνηση, τα οποία δημιούργησαν πανεπιστημιακές σχολές, που δεν είχαν εκπαιδευτικό προσωπικό, με τα απαραίτητα προσόντα να διδάξουν; Δεν ήταν τα δύο μεγάλα Κόμματα, τα οποία δημιούργησαν σχολές, που λειτούργησαν σε καθεστώς υποχρηματοδότησης, χωρίς να μπορούν να λειτουργήσουν ουσιαστικά; Δεν ήταν τα δύο μεγάλα Κόμματα, που, με την πολιτική τους και τις αποφάσεις τους, άνοιξαν τους δρόμους για τη διαπλοκή των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με επιχειρηματικά συμφέροντα, είτε με το πρόσχημα της έρευνας, είτε με διάφορους άλλους τρόπους;
Δεν ήταν τα δύο μεγάλα Κόμματα, που άφησαν τα κοινοτικά κονδύλια να χρησιμοποιηθούν σαν μηχανισμός, για την ακόμα μεγαλύτερη διείσδυση των μεγάλων επιχειρήσεων μέσα στην ανώτατη εκπαίδευση; Δεν ήταν τα δύο μεγάλα Κόμματα, εν πάση περιπτώσει, που, με την πολιτική τους, οδήγησαν την κατάσταση εδώ;
Ας αφήσουμε πλέον τα προσχήματα. Όλη αυτή η συζήτηση, όλη η επίκληση για την κατάσταση των δημοσίων πανεπιστημίων, δεν είναι τίποτε άλλο, παρά το άλλοθι που αναζητούν, για να μπορέσουν να προωθηθούν ακόμα πιο ανεμπόδιστα οι πολιτικές, οι οποίες έχουν αποφασιστεί στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχουν την εξής κεντρική αρχή, την εξής κόκκινη κλωστή, η οποία διαπερνά όλους τους χώρους της παιδείας από την τριτοβάθμια μέχρι την πρωτοβάθμια. Ότι, δηλαδή, ο χώρος αυτός, πρέπει να συνδεθεί ακόμα περισσότερο με την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Αυτή είναι η κατευθυντήρια αρχή, η οποία διαπνέει την πολιτική, τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την οποία έχουν συμφωνήσει τα δύο μεγάλα Κόμματα και η οποία υπαγορεύει αυτές τις πολιτικές, τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου. Θέλουν σήμερα, ακόμα μεγαλύτερη διείσδυση, για να μπορέσουν να υποτάξουν την έρευνα για τους δικούς τους σκοπούς. Θέλουν ακόμα μεγαλύτερη διείσδυση, για να μπορέσουν να την υποτάξουν, όχι στα στενά συμφέροντα απλώς του κάθε επιχειρηματία, αλλά και στα συνολικά συμφέροντα του κεφαλαίου. Θέλουν μεγαλύτερη διείσδυση, έτσι ώστε να μπορέσουν να χειραγωγήσουν ακόμα καλύτερα τη μόρφωση, τις συνειδήσεις της νεολαίας και κατ’ επέκταση, να κανονίσουν το περιεχόμενο και το είδος της μόρφωσης που παρέχεται. Και, δυστυχώς, με αυτά τα μέτρα, με αυτές τις πολιτικές, δεν ξεμπερδεύουμε, επειδή δεν πρόκειται να γίνει η αναθεώρηση του άρθρου 16.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, κρατάει ανοικτό το θέμα από την εξής σκοπιά, ότι αυτές οι πολιτικές προωθούνται με πολλούς τρόπους και, ήδη, ένα μεγάλο μέρος τους, έχει προωθηθεί με διάφορους τρόπους στο παρελθόν και στην ανώτατη εκπαίδευση, αλλά και στις άλλες βαθμίδες της παιδείας. Και αναφέρομαι και στον τελευταίο νόμο για την ανώτατη εκπαίδευση, ο οποίος αφήνει ανοικτή την πόρτα για τη χρηματοδότηση πανεπιστημίων και συνεπώς προγραμμάτων από ιδιώτες, από επιχειρηματίες. Ερώτημα: Αλήθεια, γιατί θα έρθουν οι επιχειρηματίες, που παράγουν τα μεταλλαγμένα, να χρηματοδοτήσουν το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο; Για να βγουν οι καθηγητές, το εκπαιδευτικό προσωπικό και να πουν ότι ξέρετε τα μεταλλαγμένα είναι κίνδυνος-θάνατος για τη ζωή μας, για το περιβάλλον μας; Γιατί οι μεγαλοεπιχειρηματίες, αυτοί που παράγουν τα συμπληρώματα διατροφής, το γνωστό ντοπάρισμα, θα χρηματοδοτήσουν Ιατρικές Σχολές ή Γυμναστικές Ακαδημίες; Για να βγουν και να πουν ότι «ξέρετε αυτές οι ουσίες είναι ουσίες που σκοτώνουν τον άνθρωπο;» Όχι, βέβαια.
Θα τα χρηματοδοτήσουν με όρους και προϋποθέσεις, που θα επιβάλουν προγράμματα, που θα επιβάλουν στους εκπαιδευτικούς να διδάξουν αυτά που συμφέρουν στους κυρίους αυτούς επιχειρηματίες, που θα εμφανίζονται μάλιστα και με το φκιασίδωμα του μεγάλου δωρητή. Δεν είναι κορόιδα, να πάνε να πετάξουν τα λεφτά τους, για να διδαχθεί η αλήθεια.
Η αλήθεια, μας φέρνει στο νου ένα προφητικό έργο, το γνωστό σε πολλούς βιβλίο του Τζακ Λόντον, που γράφτηκε στις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα, πριν ακόμη και από την Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία. Ο Τζακ Λόντον, ζώντας στη μητρόπολη του καπιταλισμού και προβλέποντας τις εξελίξεις, έγραψε το εξής χαρακτηριστικό για έναν καθηγητή πανεπιστημίου, ο οποίος είχε προσχωρήσει στις σοσιαλιστικές ιδέες. Τον κάλεσε τότε ο πρύτανης και του είπε ορθά-κοφτά: «Ή σταματάς ή διαφορετικά θα πρέπει να φύγεις από το πανεπιστήμιο. Οι χρηματοδότες, μας κλείνουν τις στρόφιγγες. Δεν μας αφήνουν περιθώρια άλλα.». Να, λοιπόν, σε ποιες καταστάσεις οδηγούμαστε.
Άρα, πάμε σε μια απολύτως χειραγωγημένη γνώση. Αυτός είναι ο στόχος. Και οι αλλαγές αυτές, δεν σταματάνε στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης. Οι αλλαγές αυτές, θα διατρέξουν συνολικά το χώρο της παιδείας -όπως ελέχθη από τον Γενικό Εισηγητή της Νέας Δημοκρατίας, από τη δική του σκοπιά πάντα, με την οποία είμαστε ριζικά αντίθετοι- και το χώρο της πρωτοβάθμιας και το χώρο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Θα τη συμπαρασύρουν.
Οδηγούμαστε, σε παραπέρα εμπορευματοποίηση της παιδείας με διάφορους τρόπους. Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Ήδη η προσχολική αγωγή πρέπει να πληρωθεί, για να μπορεί κάποιος να την αποκτήσει. Για να λειτουργήσουν οι παιδικοί σταθμοί, δόθηκαν στους δήμους, μπήκαν τα δίδακτρα, επιβλήθηκαν δημοτικοί φόροι, δημοτικά τέλη, για να αντληθούν πόροι να λειτουργήσουν. Προετοιμάζεται το επόμενο στάδιο, με την ανάθεση αρμοδιοτήτων, όσον αφορά στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. «Καποδίστριας ΙΙ», νέα διοικητική δομή και νέα διοικητική διάρθρωση της χώρας. Σε αυτόν, ακριβώς, τον στόχο αποσκοπούν, στο να διευκολυνθούν τα βήματα, τα οποία θα μπορέσουν να προετοιμάσουν το έδαφος, ώστε να υλοποιηθούν αυτές οι πολιτικές.
Και δεν είναι μόνο ότι οδηγούμαστε σε εμπορευματοποίηση, δηλαδή πληρωμή για να μπορέσεις να μορφωθείς, όπως αγοράζουμε από το σούπερ μάρκετ το γάλα, το ψωμί και τα άλλα προϊόντα. Ανάλογα με το πορτοφόλι μας, θα μπορούμε να αγοράσουμε τη γνώση. Εδώ πάμε σε κατηγοριοποίηση, πλέον, των σχολείων με πολλούς τρόπους. Σε κατηγοριοποίηση, η οποία διαπερνά και τα εκπαιδευτικά προγράμματα. Θυμίζω τις θέσεις των δύο μεγάλων Κομμάτων, για να σταθώ μόνο σ’ αυτές που είναι χαρακτηριστικές.
Μα να μη συνδυάσουμε - λέει το ΠΑ.ΣΟ.Κ. - τα εκπαιδευτικά προγράμματα με τις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας; Η Νέα Δημοκρατία κάπως αλλιώς το χειρίστηκε, με τα λεγόμενα ευέλικτα προγράμματα διδασκαλίας, τα οποία διασπούν τον ενιαίο χαρακτήρα της παιδείας. Δεν μαθαίνουν, πλέον, όλα τα Ελληνόπουλα, όλα τα παιδιά που πάνε στο σχολείο και τα παιδιά των μεταναστών τα ίδια πράγματα. Αλλά ανάλογα σε ποιά σχολεία θα φοιτούν, είναι και το περιεχόμενο της γνώσης που θα αποκτήσουν. Άλλες γνώσεις για τα πλουσιόπαιδα, άλλες γνώσεις για τα φτωχόπαιδα, από πόλη σε πόλη, από γειτονία σε γειτονιά, από χωριό σε χωριό.
Ανοίγει ο δρόμος, για την ακόμη μεγαλύτερη διασύνδεση των σχολείων με τους μεγάλους επιχειρηματίες. Και επαναλαμβάνω το ερώτημα: Γιατί θα χρηματοδοτήσουν οι επιχειρηματίες τα σχολεία, εάν οι εκπαιδευτικοί δεν θα είναι προσαρμοσμένοι στις απαιτήσεις τις δικές τους; Και δεν χρειάζεται να τους βάλουν καθαρά και ωμά τους όρους αυτούς και να υπογράψουν συμβόλαια. Όταν η πρόσληψη και η αμοιβή ενός κρέμεται από την επιχορήγηση του άλφα και βήτα επιχειρηματία, σπεύδει οικειοθελώς να προσαρμοστεί.
Πού οδηγούμαστε, λοιπόν, με αυτές τις αλλαγές; Σε μια απόλυτα χειραγωγημένη γνώση. Σε μια γνώση, η οποία αποκτάται σε ένα πανεπιστήμιο, σε μια εκπαίδευση πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια, η οποία προσλαμβάνει ακόμη πιο ταξικό περιεχόμενο με τις πολιτικές, τις οποίες προωθείτε.
Η διαχωριστική γραμμή, σε ποιον ανήκουν τα μέσα παραγωγής, που καθορίζει και την πορεία του ανθρώπου, γίνεται ακόμη πιο έντονη, βάζει ακόμη πιο αποφασιστικά τη σφραγίδα της. Από τις ίδιες προϋποθέσεις θα ξεκινήσουν τα πλουσιόπαιδα - ας το πω έτσι - τα παιδιά των εύπορων οικογενειών, τα παιδιά, που είχαν τη δυνατότητα από την πρώτη στιγμή που γεννήθηκαν, να ζήσουν σ΄ ένα διαφορετικό περιβάλλον, να έχουν μια διαφορετική στήριξη, μια διαφορετική ικανότητα; Από την ίδια αφετηρία θα ξεκινήσουν τα φτωχόπαιδα; Από την ίδια αφετηρία θα ξεκινήσουν τα παιδιά των οποίων, οι γονείς δεν έχουν στον ήλιο μοίρα, τα παιδιά των οποίων, οι γονείς δεν έχουν ούτε και το βασικό ανθρώπινο δικαίωμα της δουλειάς, για να μπορούν να θρέψουν τους εαυτούς τους και τις οικογένειές τους, για να μπορούν να φάνε ψωμί τα παιδιά τους; Όχι βέβαια.
Είναι διαφορετικές οι αφετηρίες. Κι αυτές οι αφετηρίες, γίνονται ακόμη πιο βαθιές, βάζουν ακόμη πιο έντονη τη σφραγίδα τους, με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τις πολιτικές του κεφαλαίου. Κατηγοριοποίηση των σχολείων: Δείτε χαρακτηριστικό παράδειγμα, τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Κατηγοριοποίηση των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων: Δεν είμαστε εμείς αυτοί που υπερασπιστήκαμε και σιγοντάραμε τις κινητοποιήσεις –δεν θέλω να κάνω τον χαρακτηρισμό- για τα 500 ευρώ, που θα έλειπαν. Αντίθετα, βγήκαμε και είπαμε, για ποια πανεπιστήμια γίνεται λόγος. Δεν ήμασταν εμείς αυτοί, που βγήκαμε να υπερασπιστούμε τη θέση «κάθε πόλη και στάδιο, κάθε χωριό και πανεπιστήμιο». Βάλαμε το ζήτημα, για ποια πανεπιστήμια γίνεται λόγος. Όμως οδηγηθήκαμε στην κατηγοριοποίηση, όπως κατηγοριοποιημένα και μάλιστα με πολύ έντονο τρόπο, θα είναι τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, με τις διαδικασίες της Μπολόνια και τις άλλες συμφωνίες, που προωθούνται. Για παράδειγμα –επειδή έχει τεθεί το ερώτημα- να μην έχουν τα εκπαιδευτικά ιδρύματα το λόγο να αποφασίσουν, ποιούς φοιτητές θα δεχθούν; Βεβαίως ένα πανεπιστήμιο, μπορεί να βάλει όρους ότι εγώ θα δεχθώ τα «εικοσάρια» μονάχα –μια και μιλάτε για την αξιολόγηση- και θα βγάλει και καλούς επιστήμονες. Άλλα πανεπιστήμια, για να μπορέσουν να αγοράσουν μεγαλύτερη πελατεία –να το πω έτσι απλά, μια και με όρους αγοράς γίνεται η συζήτηση για την παιδεία- θα κατεβάσουν τη βάση τους, θα πουν ότι εμείς θα δεχθούμε και τα «δεκαπεντάρια». Άρα τι πανεπιστήμια θα είναι αυτά; Με τί προϋποθέσεις θα ανταγωνιστούν;
Μικρότερη χρηματοδότηση: Οι επιχειρηματίες, δεν θα επιχορηγήσουν φυσικά τις κατώτερες σχολές, θα συγκεντρώσουν το ενδιαφέρον τους στις μεγάλες. Άρα οι φοιτητές που θα βγουν από τα πανεπιστήμια αυτά, δεν θα έχουν τα ίδια προσόντα, τα πτυχία τους, δεν θα έχουν την ίδια αξία με τα πτυχία των λεγόμενων αριστοκρατικών πανεπιστημιακών σχολών.
Κατηγοριοποίηση πανεπιστήμιων: Εκεί είναι το αποτέλεσμα της αξιολόγησης. Άρα υποβάθμιση των πτυχίων. Άρα ακόμη πιο έντονη η σφραγίδα σε αυτές τις πολιτικές, που θέλουν τη μεγάλη μάζα των αποφοίτων, τη μεγάλη μάζα των πτυχιούχων, να είναι το φθηνό αυριανό εργατικό δυναμικό. Αυτή είναι η ουσία της πολιτικής. Αυτή θα είναι η κατάληξη, στην οποία οδηγούμαστε με τις πολιτικές οι οποίες έχουν σχεδιαστεί. Αυτή είναι η ουσία. Μήπως σήμερα, δεν πληρώνουν δίδακτρα στις περισσότερες σχολές για τα μεταπτυχιακά; Δεν πληρώνουν δίδακτρα για τα διδακτορικά - έστω με τη μορφή που λειτουργούν - και μάλιστα πανάκριβα δίδακτρα; Θα έχουμε τη μεγάλη μάζα των φοιτητών, που θα περιορίζεται στα πτυχία τα οποία θα είναι υποβαθμισμένα, θα έχουμε ένα μικρότερο ποσοστό, οι οποίοι θα μπορούν να φθάσουν και στο μεταπτυχιακό, το οποίο και αυτό σιγά-σιγά υποβαθμίζεται, για να περιοριστούμε σε ένα πολύ μικρό ποσοστό με το διδακτορικό δίπλωμα.
Δεν είναι τυχαίο ότι το περίφημο Ευρωσύνταγμα, προέβλεπε και κάτι χαρακτηριστικό. Δεν έκανε λόγο για δωρεάν τριτοβάθμια εκπαίδευση. Περιόριζε την υποχρέωση του κράτους για δωρεάν παιδεία, στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αυτές, λοιπόν, οι συντονισμένες πολιτικές, οι οποίες προωθούνται είτε μέσα από την πολιτική της Μπολόνιας είτε μέσα από τις διάφορες πολιτικές και συμφωνίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν ένα και μοναδικό στόχο, την εμπορευματοποίηση της παιδείας, τη μετατροπή της σε εμπόρευμα. Θα εντείνουν τους ταξικούς φραγμούς στη μόρφωση. Γι’ αυτό το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, συγκεντρώνει την προσοχή του και θα κάνει ό,τι μπορεί, ώστε τα σχέδια αυτά να μην μπορέσουν να προχωρήσουν στην πράξη. Οι νόμοι που έχουν ψηφιστεί, να μην εφαρμοστούν. Με όρους κινήματος, οι φοιτητές, οι σπουδαστές, ο λαϊκός παράγοντας να παρέμβει, ώστε με τη θέληση της πλειοψηφίας του Λαού, να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις, αυτοί οι νόμοι να καταργηθούν, στην πράξη να μην προωθηθούν.
Εμείς δεν κάνουμε πίσω, από τη σταθερή και αταλάντευτη θέση μας: Αποκλειστικά δημόσια δωρεάν παιδεία σε όλες τις βαθμίδες. Δεν έχει νόημα να μιλάμε για δημόσια παιδεία ή για το αγαθό της παιδείας. «Δημόσια δωρεάν παιδεία», αυτή είναι η κόκκινη κλωστή: Κατάργηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στον χώρο της εκπαίδευσης.
Εν πάση περιπτώσει, το έχουμε πει και άλλες φορές και θα το ξαναπούμε ακόμα μία: Αρκετές δραστηριότητες και αρκετές σφαίρες της οικονομίας, μπορούν να έχουν οι επιχειρηματίες στη διάθεσή τους. Δεν συμφωνούμε με αυτές, παλεύουμε για την ανατροπή τους, αλλά δεν χρειάζεται επιχειρηματική δραστηριότητα στο χώρο της παιδείας, στο χώρο της υγείας. Σταθερή, λοιπόν, και αδιαπραγμάτευτη θέση μας είναι, πριν από όλα, αποκλειστικά δημόσια δωρεάν παιδεία, με κατάργηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Είμαστε αντίθετοι στην αναθεώρηση του άρθρου 16 συνολικά.
ΤΡΙΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ
Άρθρα 29 παρ. 2, 57, 58,62 και 115 παρ. 6 και 7
Τα συγκεκριμένα άρθρα δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αφορούν σημαντικά ζητήματα. Αναφέρομαι και στα θέματα που σχετίζονται με τα οικονομικά των κομμάτων και στις ασυλίες και στο ασυμβίβαστο. Πολλή συζήτηση έχει γίνει -και δεν είναι η πρώτη φορά άλλωστε- που γίνεται συζήτηση γι’ αυτά τα θέματα. Πολλές φορές στο παρελθόν έχουμε γίνει μάρτυρες τέτοιων συζητήσεων με τη μία ή την άλλη αφορμή, ιδιαίτερα όσον αφορά στα οικονομικά των κομμάτων. Με διάφορες αφορμές, όταν ξεσπά η σκανδαλολογία, τα ζητήματα της διαπλοκής, της διαφάνειας έρχονται και επανέρχονται στην ημερήσια διάταξη.
Τι βλέπουμε όλα αυτά τα χρόνια; Ένα πράγμα: Ότι κάθε φορά παίρνονται μέτρα όχι μόνο στη χώρα μας –εγώ αναφέρομαι και σε επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στις ανεπτυγμένες χώρες του καπιταλισμού, αλλά και στην ίδια τη μητρόπολη του καπιταλισμού, τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής- υποτίθεται για να χτυπηθεί η διαφθορά, για να χτυπηθεί η διαπλοκή, για να μπουν κανόνες στη διαφάνεια, αλλά κάθε φορά τα προβλήματα αυτά έρχονται και επανέρχονται με ολοένα και οξύτερη μορφή. Δεν είναι δική μας ρήση, είναι ρήση ενός από τους κορυφαίους πολιτικούς παράγοντες των Ηνωμένων Πολιτειών, που έλεγε χαρακτηριστικά –μεταφέρω το πνεύμα της δήλωσης- ότι «όσο περισσότερα μέτρα παίρνουμε για το χτύπημα της διαφθοράς, άλλο τόσο ξαναγυρίζει πιο σοβαρό και πιο οξυμμένο το πρόβλημα».
Ποιά είναι η ουσία, όσον αφορά αυτά τα ζητήματα; Το φαινόμενο της διαπλοκής πού έχει το έδαφός του; Εδράζεται σε μία κατάσταση, σε συνθήκες, όπου η συγκέντρωση του πλούτου έχει πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις, όταν έχουμε πρωτοφανή συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια λίγων. Η ζωή έδειξε ότι όσο συγκεντρώνεται στα χέρια των μεγάλων επιχειρήσεων, τόσο πολλαπλασιάζονται και τα φαινόμενα σήψης και διαφθοράς, που είναι παράγωγα αυτού του συστήματος. Και δεν αναφέρομαι μόνο στους χρηματισμούς κάτω από το τραπέζι, προκειμένου να ανατεθούν οι μελέτες, οι έρευνες, να διευρυνθεί η αγορά, αλλά αναφέρομαι σε πολλούς τρόπους, οι οποίοι χρησιμοποιούνται και νόμιμα πολλές φορές, για να μπορέσει να διευρυνθεί η επιχειρηματική δραστηριότητα και τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρήσεων.
Αναφέρομαι στην ίδια την πολιτική, η οποία είναι πραγματικά προκλητικό να παίρνει από τους πολλούς για να δώσει στους λίγους. Είναι η πολιτική, η οποία κάνει την αφαίμαξη του μεροκάματου, του εισοδήματος των λαϊκών στρωμάτων, για να συγκεντρωθεί και να επιταχυνθεί η κερδοφορία των μεγάλων επιχειρήσεων. Είναι αυτή η πολιτική, επαναλαμβάνω, η οποία εκτρέφει και τα φαινόμενα σήψης και διαφθοράς. Φυσικά, και οι επιχειρηματίες στηρίζουν τα Κόμματα, που με την πολιτική τους εξυπηρετούν τα δικά τους συμφέροντα, αλλά και τους εκπροσώπους τους.
Επομένως, όσο θα συνεχίζεται αυτή η κατάσταση, με άλλα λόγια όσο θα παραμένουν οι αιτίες που δρουν, το φαινόμενο της διαφθοράς δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί ριζικά, όσα μέτρα και αν παρθούν, όσες επιτροπές και αν γίνουν. Χρησιμοποιείται το πρόβλημα της διαφάνειας των οικονομικών των Κομμάτων -εδώ θα ήθελα να εστιάσουμε την προσοχή μας γιατί στα άλλα μπορεί να συμφωνούμε μπορεί και να διαφωνούμε- για να μπουν κάποιοι περιορισμοί. Προς ποια κατεύθυνση; Αναφέρεται ότι, για να κόψουμε τη διαπλοκή από τους επιχειρηματίες, θα πρέπει να περιορίσουμε την ενίσχυση των Κομμάτων από την ιδιωτική χρηματοδότηση. Μα, θα βαφτίσουμε και τις συνδρομές των μελών, των φίλων, των οπαδών που δίνονται από το υστέρημά τους ιδιωτική χρηματοδότηση; Εμάς αυτή είναι η κύρια πηγή οικονομικών του Κόμματός μας, δεν είναι η κρατική χρηματοδότηση, η οποία για τα μικρότερα κόμματα είναι ένα αμελητέο –ας το πω έτσι- συνολικά ποσό. Η κύρια χρηματοδότηση είναι οι οικονομικές ενισχύσεις των μελών, των φίλων, των οπαδών και οι οικονομικές εξορμήσεις που κάνουμε κάθε χρόνο. Μάλιστα, για να πραγματοποιήσουμε αυτές τις οικονομικές εξορμήσεις, προσπαθούμε να βάλουμε σε κίνηση πολύ περισσότερο κόσμο, αξιοποιούμε τους φίλους και τους οπαδούς μέσα από το «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ», μέσα από τα άλλα έντυπα του Κόμματος, ηλεκτρονικά έντυπα και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, για να κάνουμε όσο πιο πλατιά γίνεται γνωστή αυτή τη δραστηριότητα, για να μπορέσουμε να συγκεντρώσουμε καλύτερους πόρους και να έχουμε καλύτερα αποτελέσματα. Καλλιεργούμε την άμιλλα ανάμεσα στις οργανώσεις του Κόμματός μας. Αυτή είναι η πηγή χρηματοδότησης. Δηλαδή, τι κάνουμε τώρα; Θα έρθετε να μας περιορίσετε; Γιατί εκεί κατατείνουν οι προτάσεις που ακούγονται από τα δύο μεγάλα Κόμματα. Θα πάμε σε αυτούς τους περιορισμούς, που ρίχνονται σαν σκέψεις από τα δύο μεγάλα Κόμματα, προκειμένου να περιοριστεί η ιδιωτική χρηματοδότηση με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται στην ελεύθερη δραστηριότητα των Κομμάτων; Εάν αισθάνονται τα δύο μεγάλα Κόμματα ότι έχουν πρόβλημα με τη χρηματοδότησή τους, ας απευθυνθούν –εσωκομματική λειτουργία έχουν- στις ηγεσίες, για να ρυθμίσουν το ζήτημα, ώστε να μην υπάρχει αυτή η κατάσταση της ενίσχυσης από τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα. Γιατί θα πρέπει να πάμε σε νομοθεσία που θα απαγορεύει τη χρηματοδότηση; Μάλιστα, σε ορισμένες χώρες έχουμε δει καταστάσεις πρωτόγνωρες, ακόμα και η συνδρομή να κατατίθεται μέσω λογαριασμού τράπεζας.
Ποιά είναι η ανησυχία μας; Σε άλλες συνθήκες, επειδή ένα Κομμουνιστικό Κόμμα δεν έχει άλλους πόρους για να στηριχθεί, για να κινηθεί -και όχι μόνο το Κομμουνιστικό Κόμμα, αλλά και τα Κόμματα που αντιπαλεύουν τις κυρίαρχες δυνάμεις, που δεν έχουν άλλους πόρους να ενισχυθούν και να στηριχθούν- μπορεί τέτοιου είδους διατάξεις είτε να δημιουργήσουν προσχώματα στην ελεύθερη δραστηριότητά τους είτε σε συνθήκες πιο οξυμμένης πολιτικής αντιπαράθεσης να οδηγηθούμε ακόμα και σε καθεστώς διώξεων, ανεξάρτητα από τις προθέσεις όσων σήμερα καταθέτουν τέτοιου είδους προβληματισμούς. Το ζήσαμε στο παρελθόν, σε προηγούμενες δεκαετίες. Ζήσαμε και καταδίκες ακόμη και για την οικονομική εξόρμηση, όταν το Κόμμα μας ήταν στην παρανομία.
Επομένως, δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε μία τέτοια διάταξη, στην αναθεώρηση μιας τέτοιας διάταξης.
Επίσης, συναφές με αυτό είναι και το άλλο ζήτημα, το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 29 του Συντάγματος, στο να τεθούν κανόνες για την ελεύθερη δραστηριότητα των Κομμάτων. Κοιτάξτε να δείτε, τα κόμματα είναι εθελοντικές οργανώσεις και λειτουργούν με τους κανόνες, τους οποίους αυτά θέτουν. Δεν μπορεί κανένα κράτος να παρέμβει και να θέσει κανόνες, δεν μπορεί κανένα κράτος να παρέμβει και να ελέγξει τη λειτουργία των Κομμάτων. Δικό τους θέμα είναι, υπόλογα είναι απέναντι στον ελληνικό λαό και ο ελληνικός λαός κρίνει, εάν αρέσει ή δεν αρέσει η πολιτική του κάθε Κόμματος. Πάντως, δεν μπορούμε να πάμε σε Κόμματα, ελεγχόμενα από τα δικαστήρια, ελεγχόμενα από κρατικούς μηχανισμούς, όσον αφορά στη λειτουργία τους με την προσθήκη της παραγράφου, που προτείνεται. Δεν μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο αποδεκτό. Δηλαδή θα έρθουν τα δικαστήρια –ας πούμε το Συνταγματικό Δικαστήριο, ή δεν ξέρω πως αλλιώς μπορεί να ονομάζεται- για να κρίνουν, αν η πολιτική μας ανταποκρίνεται ή όχι στα συμφέροντα του Λαού; Θα έρθει ένα δικαστήριο, ή δεν ξέρω εγώ ποιο άλλο κρατικό όργανο, για να κρίνει, αν η δραστηριότητά μας και οι αποφάσεις μας συνάδουν με τα συμφέροντα του Ελληνικού Λαού ή εναρμονίζονται με τη νομοθεσία; Αύριο, μεθαύριο δεν ξέρω σε τί περιορισμούς μπορούμε να οδηγηθούμε, όσον αφορά και στην ελεύθερη δραστηριότητα. Οι απεργίες βγαίνουν παράνομες οι κινητοποιήσεις βγαίνουν παράνομες. Σε ποιες καταστάσεις θα οδηγηθούμε; Συνεπώς, καμμία παρέμβαση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, όσον αφορά στο ζήτημα της λειτουργίας των Κομμάτων. Άλλωστε και στο Σύνταγμα –αναφέρομαι στο Σύνταγμα του 1975 επειδή ήταν νωπές, ακόμη, στις μνήμες όλων των Κομμάτων οι περιπέτειες από την επτάχρονη δικτατορία- γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο και στις τότε συνθήκες, η Αναθεωρητική Βουλή ήταν πολύ φειδωλή. Δεν προχώρησε καν. Απλώς κατοχύρωσε το δικαίωμα της ελεύθερης ύπαρξης των κομμάτων, της ελεύθερης δημιουργίας και δραστηριότητας των κομμάτων, χωρίς να βάλει καν οποιονδήποτε περιορισμό.
Θα μπορούσε να πει κάποιος πολλά, αναφερόμενος στα οικονομικά των Κομμάτων και των Βουλευτών. Πάρτε, για παράδειγμα, το θέμα των οικονομικών των Βουλευτών ή των κομμάτων. Εκλογικές δαπάνες. Έχουν μεγάλη δόση υποκρισίας οι συζητήσεις που γίνονται, όσον αφορά στην αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού. Τι λέμε; Να αντιμετωπιστούν –λέει- οι εκλογικές δαπάνες. Δεν ξέρουμε ότι το κάθε κόμμα, ο κάθε υποψήφιος Βουλευτής -και αναφέρομαι στους Βουλευτές των αστικών κομμάτων, γιατί στο δικό μας δεν έχουμε τέτοιου είδους ανταγωνισμούς- για να οργανώσει την προεκλογική του δραστηριότητα, δεν δραστηριοποιείται μόνο τις τελευταίες είκοσι μέρες της προεκλογικής περιόδου, αλλά πολλά χρόνια πιο μπροστά, για να μην πω ολόκληρη τετραετία; Ελέγχουμε τις εκλογικές δαπάνες, αλλά αφήνουμε στο απυρόβλητο τις υπόλοιπες δαπάνες. Και πώς ελέγχονται αυτές οι δαπάνες; Έχουμε τη γνώμη ότι οι διατάξεις, οι οποίες υπάρχουν, δεν πρέπει να αναθεωρηθούν, δεν πρέπει να πάνε προς το χειρότερο, δεν πρέπει να αναθέσουμε τον έλεγχο των οικονομικών των Κομμάτων ή των Βουλευτών σε οποιοδήποτε δικαστικό όργανο. Είναι προτιμότερο να ελέγχονται από Επιτροπή της Βουλής -και ας πάρουν την ευθύνη τα Κόμματα και ο κάθε Βουλευτής που συμμετέχει σε αυτήν την Επιτροπή- όπως είναι σήμερα. Σημειωτέον, ότι οι Επιτροπές Ελέγχου των Οικονομικών των Κομμάτων, μετά την τελευταία αναθεώρηση, έγιναν μεικτές και συμμετέχουν εκπρόσωποι και από τα τρία ανώτατα δικαστήρια της χώρας. Είναι προτιμότερο, λοιπόν, η ευθύνη για τον έλεγχο να παραμείνει στα Κόμματα, στους Βουλευτές και ας πάρει και ο καθένας την ευθύνη, όταν είναι να επιβάλλει κυρώσεις, παρά να πάμε στην ανάθεση αυτής της αρμοδιότητας σε δικαστικά όργανα και μάλιστα σε μία δικαιοσύνη, η οποία χειραγωγήθηκε από την εκάστοτε Κυβέρνηση, με τον διορισμό της ηγεσίας της και με μία σειρά άλλους τρόπους. Είμαστε, λοιπόν, αντίθετοι στην αναθεώρηση του άρθρου 29.
Όσον αφορά στο ασυμβίβαστο των βουλευτών, το είχαμε ξεκαθαρίσει από την πρώτη στιγμή, στην προηγούμενη αναθεώρηση της Βουλής και είχαμε αντιταχθεί σε αυτήν τη ρύθμιση, γιατί η ρύθμιση αυτή ουσιαστικά άνοιγε το δρόμο, όσο και αν φαίνονταν -ας το πω- εύλογη, λογικοφανής, εκσυγχρονιστική. Ουσιαστικά διευκόλυνε διεργασίες, ώστε να πάμε σε μια Βουλή ακόμη πιο αριστοκρατική. Ουσιαστικά, ποιούς έπληττε; Έπληττε τους Βουλευτές, οι οποίοι ζούσαν από την εργασία τους, επαγγελματίες, αγρότες και άλλους. Άφηνε, όμως, στο απυρόβλητο -και δεν υπήρχε τρόπος να τους ελέγξει- αυτούς τους Βουλευτές, οι οποίοι είχαν εισοδήματα από διάφορους άλλους πόρους, μετοχές -ανώνυμες είναι στην συντριπτική τους πλειοψηφία- ή από άλλες πηγές, εισοδήματα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά άνοιγε το δρόμο για ακόμη μεγαλύτερο εναγκαλισμό, ακόμη μεγαλύτερη διαπλοκή, με τα μεγάλα συμφέροντα. Αυτά, ακριβώς, παίρναμε υπόψη μας τότε και αντιταχθήκαμε στην αναθεώρηση του άρθρου 57.
Έχουμε τη γνώμη ότι δεν χρειάζονται τέτοιου είδους περιορισμοί. Υπάρχουν άλλοι περιορισμοί, οι οποίοι είναι επαρκείς. Αν υπάρχει ζήτημα, να το αντιμετωπίσουμε με νομοθετική ρύθμιση, όπως γινόταν και στο παρελθόν. Όπου, εν πάση περιπτώσει, κρίνουμε ότι η βουλευτική ιδιότητα, σε περιπτώσεις όπου συνδέεται με δημόσιες υπηρεσίες, με δημόσια λειτουργήματα κ.λπ., μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες είτε αθέμιτου ανταγωνισμού, είτε διαπλοκής, εδώ είμαστε να το αντιμετωπίσουμε με νομοθεσία. Δεν χρειάζεται να υπάρχει τέτοιου είδους συνταγματική απαγόρευση.
Η τελευταία διατύπωση της πρότασης για την αναθεώρηση του άρθρου 57 μου δημιουργεί ερωτηματικό. Η διατύπωση έχει ως εξής: «Καθώς, επίσης, να καθορίζονται προϋποθέσεις, υπό τις οποίες οι Βουλευτές μπορούν να ασκούν επάγγελμα». Αν περάσει μια τέτοια διατύπωση, μήπως πάμε ξανά, κατά κάποιο τρόπο, να γίνεται κανόνας το ασυμβίβαστο και κατ’ εξαίρεση –ανεξάρτητα από προθέσεις, οι οποίες μπορεί να υπάρχουν- μόνο να γίνεται αποδεκτή η ελεύθερη άσκηση του επαγγέλματος;
Το αφήνω σαν ερώτημα, μήπως δοθεί μία τέτοιου είδους ερμηνεία από δικαστήρια, ότι εφ’ όσον δεν βάζετε απαγορεύσεις, άρα, ο νόμος ο οποίος μπορεί να ψηφιστεί έρχεται σε αντίθεση με τη συνταγματική αρχή, η οποία θέλει κάποιου άλλου είδους περιορισμούς. Χρειάζεται σκέψη, για να μην οδηγηθούμε, παρά τη θέλησή μας, σε τέτοιου είδους περιορισμούς. Επαναλαμβάνω, όπου χρειάζεται περιορισμός στην άσκηση του επαγγέλματος, εδώ είμαστε να το συζητήσουμε, αλλά με νόμο και όχι από το Σύνταγμα.
Για την αναθεώρηση του άρθρου 62, για τη βουλευτική ασυλία. Δεν θέλω να κάνω ιστορική αναφορά στο παρελθόν. Είναι γνωστό για ποιους λόγους καθιερώθηκε η βουλευτική ασυλία. Καθιερώθηκε για να προστατευθεί η ελεύθερη πολιτική δραστηριότητα, η ελεύθερη άσκηση των καθηκόντων των Βουλευτών και των κομμάτων. Έγινε πολλή συζήτηση τα προηγούμενα χρόνια, όσον αφορά την ασυλία με πολλές και διάφορες αφορμές. Και καταλήξαμε στη γνωστή ομόφωνη τροποποίηση του Κανονισμού της Βουλής, πριν από μία πενταετία, όπου δόθηκε και η ερμηνεία για ποιες πολιτικές δραστηριότητες μιλάμε. Νομίζω ότι αυτή η διάταξη είναι επαρκής. Δεν χρειάζεται αναθεώρηση, στο σχετικό άρθρο του Συντάγματος. Ο θεσμός της ασυλίας δόθηκε για να προστατευθεί η πολιτική δραστηριότητα του Βουλευτή και του κάθε κόμματος και είναι γνωστό και από προηγούμενες δεκαετίες, πως χρησιμοποιήθηκαν διάφοροι τρόποι, για να παρεμποδιστεί αυτή η δραστηριότητα. Για παράδειγμα, το κόμμα μας σε προηγούμενες δεκαετίες που υπήρχε καθεστώς διώξεων, για να προστατεύσει κεντρικά στελέχη, την ελεύθερη έκδοση εφημερίδας ή άλλων εντύπων, αναγκαζόταν να εκλέγει τους επικεφαλής αυτών των τμημάτων Βουλευτές, να τους στέλνει στη Βουλή, για να μπορεί, κατ΄ αυτόν τον τρόπο, να συνεχίζεται απρόσκοπτα η ελεύθερη δραστηριότητα του κόμματος.
Αν πάμε τώρα να περιορίσουμε το ποια είναι η «πολιτική δραστηριότητα», η διατύπωση η οποία προτείνεται περιορίζει κατά πολύ το τι εννοούμε ως «πολιτική δραστηριότητα». Πολλές φορές δεν φαίνεται πίσω από τη δίωξη, αν υποκρύπτεται η πολιτική δίωξη για πολιτική δράση ή όχι. Όταν, για παράδειγμα, οι συνδικαλιστές παραπέμπονταν για τη συμμετοχή τους στα αγροτικά μπλόκα, δεν παραπέμπονταν με κάποιο άρθρο, για να φαίνεται η πολιτική δίωξη, αλλά παραπέμπονταν για παρεμπόδιση κυκλοφορίας. Ή όταν, εν πάση περιπτώσει, μπορεί να ασκούνται συστηματικά μηνύσεις -και δεν αναφέρομαι μόνο στις μηνύσεις σε βάρος ενός Βουλευτή, που αρχίζει το όριο της πολιτικής δραστηριότητας- που μπορεί να υποκρύπτουν άλλου είδους επιδιώξεις. Νομίζω ότι η αλλαγή του Κανονισμού της Βουλής είναι επαρκής. Δεν πρέπει να πάμε σε ερμηνείες, οι οποίες μπορεί να στενέψουν αυτές τις έννοιες και, συνεπώς, να περιορίσουν ακόμη περισσότερο ή με άλλα λόγια να ανοίξουν το δρόμο, να διευκολύνουν διώξεις Βουλευτών, παρ’ όλο ότι οι διώξεις αυτές συνδέονται με την ευρύτερη πολιτική τους δραστηριότητα. Είμαστε αντίθετοι στην αναθεώρηση του άρθρου 62, όπως, επίσης, και στο Εκλογοδικείο, για το λόγο ότι είμαστε αντίθετοι στο Συνταγματικό Δικαστήριο. Ας παραμείνει η εκδίκαση του κύρους στο Εκλογοδικείο, όπως γίνεται μέχρι σήμερα.
TΕΤΑΡΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ
Άρθρα 24 παρ. 1, εδ. ε΄, παρ. 2 και ερμηνευτική δήλωση και 117 παρ. 3 και 4
Πραγματικά καμμία φράση δεν έχει ακουστεί περισσότερο τα τελευταία χρόνια από την προστασία του περιβάλλοντος, καμία φράση δεν έχει ακουστεί περισσότερο από την προστασία των δασών, αλλά και καμία φράση δεν κακοποιήθηκε περισσότερο από αυτές, τα τελευταία χρόνια.
Δεν είναι καθόλου υπερβολή, αυτό που λέω. Κάθε φορά, που γίνεται λόγος για την προστασία του περιβάλλοντος, για την προστασία των δασών και του δασικού πλούτου, κάθε φορά συνοδευόταν με μέτρα, τα οποία κινούνταν σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση, ενώ άλλες φορές υπήρχαν μέτρα στα οποία περιεχόταν μεγάλη δόση υποκρισίας, όπως για παράδειγμα με τη Σύμβαση του Κυότο, η οποία υποτίθεται ότι προσπαθεί να βάλει κανόνες στη ρύπανση του περιβάλλοντος, αλλά την ίδια ώρα που –υποτίθεται, πάντα- προσπαθεί να βάλει κανόνες και περιορισμούς στη ρύπανση του περιβάλλοντος, την ίδια ώρα επιτρέπει το εμπόριο ρύπων.
Να, λοιπόν, που έχουμε φθάσει! Οι πλούσιες χώρες να εμπορεύονται και να αγοράζουν ποσοστώσες από τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες, έτσι ώστε να χρησιμοποιούν αυτές τις διατάξεις για τη ρύπανση του περιβάλλοντος. Νομίζω ότι είναι περισσή η υποκρισία, η οποία υπάρχει σε πολλές απ’ αυτές τις συμφωνίες, σε πολλές απ’ αυτές τις συνθήκες.
Και, φυσικά, το πρόβλημα με τα δάση, τις δασικές εκτάσεις και τον ορεινό όγκο δεν είναι τωρινό. Είναι διαχρονικό το πρόβλημα. Και αναφέρομαι στις τελευταίες δεκαετίες, για να μην πάω πιο πίσω. Αναφέρομαι, ιδιαίτερα, στις τελευταίες εξελίξεις που, με ιδιαίτερη επιτάχυνση, δρομολογήθηκαν την τελευταία εικοσαετία, όταν για το κεφάλαιο και τις μεγάλες επιχειρήσεις δημιουργήθηκαν, πλέον, προϋποθέσεις κερδοσκοπίας –«κερδοφορία» την ονομάζουν πάντα- με την επένδυσή τους στη γη, στο περιβάλλον, στις δασικές εκτάσεις.
Το κεφάλαιο δεν διστάζει μπροστά σε τίποτα. Τα κέρδη αναζητά και γι’ αυτό και κάθε ρύθμιση που ερχόταν ήταν ρύθμιση απ’ αυτές τις ρυθμίσεις που πάντα προκαλούσαν ρήγμα, για να εισχωρήσουν αυτές οι δυνάμεις της αγοράς, να αξιοποιήσουν το έδαφος που άνοιγε αυτό το ρήγμα και πάνω σ’ αυτό το έδαφος, σ’ αυτά τα προγεφυρώματα, να διεκδικήσουν, στη συνέχεια, νέα διείσδυση.
Αυτή είναι όλη η ιστορία, η οποία επαναλαμβάνεται, κατά κύκλους, όταν θέλουμε να μιλάμε για τα δάση και για το περιβάλλον. Βιομηχανικά πάρκα, βιοτεχνικές περιοχές –ιδιωτικές πλέον- τουριστικές επιχειρήσεις, διείσδυση από παντού.
Με άλλα λόγια, αυτό που έγινε, στη θάλασσα στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, με τις παραλίες και τα νησιά, επιχειρείται να γίνει και στον ορεινό όγκο της πατρίδας μας. Δάση, δασικές εκτάσεις, ορεινός όγκος. Έχει γίνει «καραμέλα» στο στόμα τα τελευταία χρόνια η ανάπτυξη του ορεινού όγκου.
Τυγχάνει, όπως ειπώθηκε, να είμαι από ορεινό χωριό, να κατάγομαι από το Περτούλι, το γνωστό, σήμερα, σε πολλούς και στη δεκαετία του 1970 πολύ λιγότερο γνωστό. Σε εκείνες τις δεκαετίες, λοιπόν, ο ορεινός όγκος, ο ορεινός πληθυσμός ήταν τελείως παραμελημένος. Τα χωριά εκκενώθηκαν. Πότε μπήκαν πάλι στο προσκήνιο; Όταν, πλέον, δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις κερδοφορίας, αλλά όχι για τον ορεινό πληθυσμό, όχι για τους κατοίκους των ορεινών περιοχών, αλλά προϋποθέσεις κερδοφορίας για το μεγάλο κεφάλαιο.
Τα δάση και ο ορεινός όγκος, με άλλα λόγια, είναι η «κότα με τα χρυσά αυγά». Γι’ αυτό, ακριβώς και βλέπουμε να συγκεντρώνεται η προσοχή διαφόρων επιχειρηματικών ομίλων, είτε αυτό λέγεται εμπόριο υγείας, είτε λέγεται κατασκευαστικές επιχειρήσεις για τη δημιουργία οικισμών, παραθεριστικών κατοικιών, δασικών χωριών ή δεν ξέρω πώς αλλιώς μπορούν να ονομάζονται όλα αυτά, είτε λέγονται αξιοποίηση και εκμετάλλευση –δεν το λένε έτσι, αλλά χρησιμοποιούν εύσχημους όρους- είτε λέγεται διαχείριση των δασών, είτε λέγεται τουριστική αξιοποίηση.
Όλες αυτές οι δραστηριότητες έχουν έναν κοινό στόχο, την ακόμα μεγαλύτερη ενίσχυση της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Και με την ευκαιρία αυτή, θα πω το εξής: Στο χώρο του πολιτισμού, τα τελευταία χρόνια, είδαμε πολλούς μεγαλοσχήμονες, πολλούς μεγαλοεπιχειρηματίες, ξαφνικά να ερωτεύονται άλλος τη μουσική, άλλος τη ζωγραφική, άλλος τον τομέα του χορού. Ο καθένας επέλεγε από ένα τομέα για να επιδείξει τις φιλοπολιτισμικές κλίσεις του.
Το ίδιο, ακριβώς, πράγμα επιχειρείται με άλλους τρόπους, με άλλα μέσα και όσον αφορά στον ορεινό όγκο και όσον αφορά στα δάση και τις δασικές εκτάσεις, γιατί δεν είναι μόνο ο ορεινός όγκος, αλλά είναι και άλλες περιοχές.
Ξαφνικά γεμίσαμε -και θα δούμε τα τελευταία χρόνια αυτό να συμβαίνει ακόμα περισσότερο- από διάφορους φιλοπεριβαλλοντολόγους, οι οποίοι ζητάνε ή θα ζητήσουν εκτάσεις για να διαχειριστούν προγράμματα, για να διαχειριστούν κονδύλια. Θα δούμε τη διαχείριση των δασών και όλου αυτού του πλούτου μας να παραδίδεται στο μεγάλο κεφάλαιο.
Γίνεται λόγος για τη διαφθορά. Έγινε λόγος για τη διαφθορά και από τον εισηγητή της Νέας Δημοκρατίας, όπως ακούσθηκε και ένα επιχείρημα που χρησιμοποιήθηκε, κατά κόρον, στο παρελθόν.
Αλήθεια, πού εδράζονταν και σε ποιο έδαφος μπορούσαν να αναπτυχθούν όλα αυτά τα φαινόμενα διαφθοράς; Μήπως η έλλειψη δασικών χαρτών, η έλλειψη δασικού κτηματολογίου, δεν αποτελούσαν το έδαφος το οποίο «λίπαινε», το οποίο, προετοίμαζε, το οποίο τροφοδοτούσε όλα αυτά τα απαράδεκτα φαινόμενα; Και ποιος ευθύνεται γι’ αυτή την απαράδεκτη κατάσταση; Δεν ευθύνονται οι Κυβερνήσεις, που είχαν την ευθύνη διακυβέρνησης της Χώρας μας την τελευταία εικοσαετία; Το ένα είναι αυτό.
Δεύτερον: Ποιος ευθύνεται γι’ αυτές τις απαράδεκτες ελλείψεις, οι οποίες υπάρχουν σήμερα στις δασικές υπηρεσίες της χώρας; Να μιλήσουμε για τα τεράστια κενά, που υπάρχουν, σε επιστημονικό προσωπικό, σε δασολόγους; Να μιλήσουμε για τις ελλείψεις που υπάρχουν, σε προσωπικό, το οποίο θα έπρεπε να έχει προσληφθεί και θα έπρεπε να δραστηριοποιείται για τον καθαρισμό των δασών, για τις αναδασώσεις και για την περιποίηση και φροντίδα του δάσους; Και βλέπουμε τα αποτελέσματα. Οι ελλείψεις στον καθαρισμό των δασών αποτελούν την εύφλεκτη ύλη, με αποτέλεσμα οι πυρκαγιές να παίρνουν τις διαστάσεις, οι οποίες οδηγούν στον αφανισμό των δασών μας, προετοιμάζοντας, ταυτόχρονα, το έδαφος για την αλλαγή της χρήσης σε όλες αυτές τις εκτάσεις.
Ας έλθουμε τώρα στους νόμους, στις «επεμβάσεις» που έγιναν τα τελευταία χρόνια. Θυμίζω το ν. 996/1979, επί Νέας Δημοκρατίας, που αφορούσε τον αποχαρακτηρισμό δασικών εκτάσεων, κατά τις εκτιμήσεις των ειδικών, των δασολόγων. Αποχαρακτηρίστηκαν πάνω από είκοσι πέντε εκατομμύρια στρέμματα, με πρόσχημα ότι αυτές οι εκτάσεις ήταν χορτολιβαδικές. Ο νόμος αυτός κρίθηκε αντισυνταγματικός, αλλά η ζημιά έγινε σε περιοχές, όπου ο αποχαρακτηρισμός μπόρεσε να γίνει πράξη. Φυσικά, τα αποτελέσματα δεν ανατράπηκαν και παρέμειναν.
Στη συνέχεια, θυμίζω τον ν. 1734/1987, επί ΠΑ.ΣΟ.Κ, με τον οποίο άλλα σαράντα πέντε εκατομμύρια στρέμματα -πάλι κατά τις εκτιμήσεις ειδικών- αποχαρακτηρίζονται από δάση σε δασικές εκτάσεις, ενώ εφευρίσκεται και ο νέος όρος «βοσκοτόπια». Οι όροι «δάσος», «δασική έκταση», «χορτολίβαδο» μπορεί να υπήρχαν σαν επιστημονικοί όροι στα πλαίσια του δασικού οικοσυστήματος, αλλά υπήρχαν σαν όροι και όχι ως μέσο για να αλλάζει η χρήση και να χαλαρώνει η προστασία, όπως επιχειρείται να γίνει με αυτούς τους νόμους. Και αυτός ο νόμος κρίθηκε αντισυνταγματικός, αλλά τα αποτελέσματά του δεν ανατράπηκαν. Επαναλαμβάνω, ευτυχώς που υπήρχε το Συμβούλιο της Επικρατείας και έβαζε εμπόδιο σε όλες αυτές τις αντισυνταγματικές διατάξεις. Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να ανοίξω μια παρένθεση. Ένας από τους λόγους, που ο διάχυτος έλεγχος της αντισυνταγματικότητας αφαιρείται από τα δικαστήρια για να δοθεί στο Συνταγματικό Δικαστήριο είναι, ακριβώς, για να παρακαμφθούν οι αντιστάσεις αυτές και όχι μόνο. Το κεφάλαιο «επιχειρηματίες» δεν επενδύει αν δεν υπάρχουν ξεκάθαροι όροι. Δεν είναι κορόιδα να πετάξουν έτσι τα λεφτά τους. Θέλουν, λοιπόν, καθαρούς κανόνες παιχνιδιού, θέλουν να ξεκαθαρίζονται γρήγορα αυτές οι καταστάσεις και γι’ αυτό, ακριβώς, προχωρεί η κατάργηση του διάχυτου ελέγχου αντισυνταγματικότητας των νόμων και πάμε στο Συνταγματικό Δικαστήριο. Εκεί, ακριβώς, στοχεύει αυτή η συνταγματική αλλαγή.
Επανέρχομαι, όμως, στα μέτρα τα οποία ζήσαμε τα προηγούμενα χρόνια. Έχουμε την Αναθεώρηση, που έγινε επί ΠΑ.ΣΟ.Κ., η οποία, όμως, ψηφίστηκε με τη σύμφωνη γνώμη και της Νέας Δημοκρατίας.
Το 2001 έχουμε αλλαγή του άρθρου 24 και δίνεται η δυνατότητα να γίνει αλλαγή της χρήσης στα ιδιωτικά δάση, κάτι που μέχρι τότε δεν επιτρέπονταν. Σε αυτή την Αναθεώρηση έχουν και την εισαγωγή του όρου για την επιστημονική έννοια του δάσους. Φυσικά, οι προθέσεις ήταν πολύ χειρότερες. Όμως, κάτω από τις αντιδράσεις που υπήρχαν, όχι μόνο από το οικολογικό κίνημα, αλλά και από τις λαϊκές οργανώσεις, οι οποίοι ενδιαφέρθηκαν και κινητοποιήθηκαν, περιορίστηκαν οι αρνητικές αλλαγές, οι οποίες επιχειρήθηκαν στην Αναθεώρηση του 2001. Παρ’ όλα αυτά, όμως, έγιναν. Η αλλαγή της έννοιας του δάσους, νομοθετήθηκε με τον εκτελεστικό νόμο. Βέβαια, τότε η Νέα Δημοκρατία χαρακτήριζε εκείνο το νόμο ως «δασοκτόνο» -φαίνεται ότι σήμερα ξεχνιούνται αυτά τα πράγματα- και υπόσχονταν την κατάργησή του, όταν θα γινόταν κυβέρνηση. Όμως, τον εφαρμόζει και κάνει ακόμα περισσότερα βήματα, υπερακοντίζοντας αυτές τις έννοιες. Τι έγινε, λοιπόν, με εκείνο το νομοσχέδιο; Από το 15% που ήταν η προϋπόθεση δασοκάλυψης για να χαρακτηριστεί μία έκταση ως «δασική», ανέβηκε στο 30%. Άρα, διευκολύνθηκε η διαδικασία αποχαρακτηρισμού νέων δασικών εκτάσεων, έτσι ώστε να παραδοθεί στο μεγάλο κεφάλαιο.
Και ερχόμαστε στη σημερινή Αναθεώρηση του Συντάγματος, στη σημερινή Αναθεώρηση που προτείνει η Νέα Δημοκρατία, αξιοποιώντας, ακριβώς, τα «ρήγματα», που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια.
Μην χρησιμοποιείτε, κύριοι της Νέας Δημοκρατίας και όσοι άλλοι «ερωτοτροπείτε» με τη χαλάρωση της προστασίας –αναφέρομαι και στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. και σε όλους εκείνους που «ερωτοτροπούν» με τη χαλάρωση της προστασίας- υπαρκτά προβλήματα, σαν το παράδειγμα της περιοχής του Βύρωνα ή άλλα. Δεν εμπόδιζε κανένας να πάρετε μέτρα, για να λυθούν αυτά τα προβλήματα. Κανένα Κόμμα δεν ζήτησε να παρθούν μέτρα σε βάρος αυτών των κατοίκων. Μη χρησιμοποιείτε, λοιπόν, τέτοια υπαρκτά παραδείγματα.
Αυτά χρησιμοποιούνται σαν άλλοθι για να γίνουν τομές σαν αυτές τις οποίες επιχειρείτε, όπως τη διευκόλυνση αλλαγής χρήσης γης στις δασικές εκτάσεις. Με αυτόν τον τρόπο, διασπάται η ενότητα των όρων «δάσος» και «δασικές εκτάσεις» και πάμε, πλέον, στο να έχουμε άλλη προστασία για τα δάση και άλλη προστασία για τις δασικές εκτάσεις. Χαλαρώνουν, λοιπόν, οι προϋποθέσεις προστασίας και, επομένως, μπορούν να παραδοθούν στην κερδοσκοπική δραστηριότητα. Τι συνέπειες θα έχει όλο αυτό το πράγμα; Δεν θέλει και πολύ κανένας για να το φανταστεί.
Υπενθυμίζω –και θα αναφέρω από την περιοχή μου ένα παράδειγμα- για όσους έχουν επισκεφθεί τα περτουλιώτικα λιβάδια ότι στη δεκαετία του ’80, όταν κάποιος μεγαλοεπιχειρηματίας-ιδιοκτήτης ομάδας τα ήθελε για αθλητικό κέντρο, «γλύτωσαν» γιατί αποκαλύφθηκαν τα σκάνδαλα κι αυτός οδηγήθηκε στη φυλακή. Δεν ξέρω, όμως, τι θα γίνουν όλες αυτές οι περιοχές με τις αλλαγές, οι οποίες δρομολογούνται τώρα, με τον αποχαρακτηρισμό δασικών εκτάσεων και την παράδοσή τους στην κερδοσκοπική δραστηριότητα. Αναφέρομαι στο σύνολο του ορεινού όγκου της πατρίδας μας και όχι μόνο του ορεινού, γιατί δάση δεν υπάρχουν μόνο στο ορεινό όγκο, αλλά και σ’ άλλες περιοχές.
Λέτε ότι, με την αλλαγή του άρθρου 117, θέλετε να ενισχύσετε τις κυρώσεις για τις αναδασώσεις. Η έλλειψη ποινικών κυρώσεων ήταν αυτή που εμπόδιζε τις αναδασώσεις; Απαντήστε μας, έτσι απλά. Η έλλειψη ποινικών κυρώσεων ήταν που είχε σαν αποτέλεσμα από τα έντεκα καμένα στρέμματα να αναδασώνεται μόνο το ένα, όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία από τις υπηρεσίες; Και μη μου πείτε ότι, όταν καίγονται για πρώτη φορά, δεν χρειάζονται αναδάσωση, γιατί καρπίζουν, φυτρώνουν μόνα τους τα δέντρα και ότι θα πρέπει οι αναδασώσεις να χρησιμοποιούνται με πολλή φειδώ και εκεί, ακριβώς, που χρειάζονται.
Αναδασώσεις –το ξέρετε πολύ καλά- δεν έγιναν, ούτε με φυσικό, ούτε με τεχνητό τρόπο και τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι, από τα έντεκα στρέμματα, που κάηκαν, μόνο το ένα, τελικά, αναδασώθηκε, είτε με φυσικό, είτε με τεχνητό τρόπο. Σας εμπόδιζε η έλλειψη ποινικών κυρώσεων ή χρειάζεται η αλλαγή του Συντάγματος, για να βάλετε ποινικές κυρώσεις για την Πεντέλη και για μια σειρά άλλες περιοχές; Η έλλειψη του Συντάγματος σας εμπόδιζε να επιβληθούν ποινικές κυρώσεις; Και πριν απ’ όλα, σε ποιούς έπρεπε να επιβληθούν ποινικές κυρώσεις; Ήταν οι υπηρεσίες, οι οποίες ξαρματώθηκαν; Ήταν οι Υπηρεσίες, οι οποίες έμειναν χωρίς Προσωπικό; Ήταν οι Υπηρεσίες που λειτούργησαν χωρίς κονδύλια; Ή ήταν η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οποία εφάρμοζαν οι κυβερνήσεις, η πολιτική που έλεγε ότι τα δάση πρέπει να λειτουργήσουν με κανόνες αγοράς, πολιτική, που χαράχθηκε το 1993, μετά την ψήφιση του Μάαστριχτ; Έτσι είναι! Εκμετάλλευση του δάσους με κανόνες αγοράς!
Να, λοιπόν, ποιο ήταν το πλαίσιο, που διευκόλυνε και οδήγησε στα σημερινά καταστρεπτικά αποτελέσματα, είτε αυτά προκαλούνται με πυρκαγιές, είτε με «πολιτικές πυρκαγιές» - όπως θα τις έλεγα - δηλαδή, με τη νομοθεσία και με την αλλαγή του Συντάγματος.
Το αποτέλεσμα είναι ένα και το αυτό. Δεν αλλάζει! Δεν είναι η έλλειψη συνταγματικής πρόβλεψης και η έλλειψη ποινικών κυρώσεων, που σας εμπόδιζε. Άλλο είναι το πρόβλημα.
Δεύτερον, αναγκαστική απαλλοτρίωση υπέρ του δημοσίου. Μόνο υπέρ του δημοσίου! Προβλέπονταν η δυνατότητα αναγκαστικής απαλλοτρίωσης μόνο υπέρ του δημοσίου στα ιδιωτικά δάση και σε δάση, που ανήκαν στα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου.
Τώρα ανοίγει η δυνατότητα να γίνεται αναγκαστική απαλλοτρίωση, για να παραδίδεται, στη συνέχεια, ο πλούτος αυτός στα μεγάλα κερδοσκοπικά συμφέροντα. Να σας το πω καθαρά; Κάθε φορά, που ακούμε για τέτοιου είδους προστασία, κάθε φορά θα πρέπει να αναρωτιόμαστε ποιου ορεινού όγκου, ποιού δάσους, ποιάς δασικής έκτασης, ποιάς περιοχής έρχεται η σειρά, για να παραδοθεί στην επιχειρηματική δραστηριότητα, έτσι ώστε να είναι μια, ακόμη, «κότα, που γεννά χρυσά αβγά» στα χέρια των μεγάλων επιχειρήσεων.
Είμαστε, λοιπόν, κάθετα και κατηγορηματικά αντίθετοι σε κάθε αναθεώρηση του άρθρου 24, όπως, επίσης, και του άρθρου 117. Η προστασία των δασών, η προστασία των δασικών εκτάσεων απαιτεί μια ριζικά διαφορετική πολιτική.
Απαιτεί μια πολιτική, που θέλει τα δάση και τις δασικές εκτάσεις έξω από την κερδοσκοπική δραστηριότητα. Θέλει τα δάση και τις δασικές εκτάσεις να γίνονται λαϊκή περιουσία. Τότε μόνο μπορούν να δημιουργηθούν και προϋποθέσεις για την αξιοποίηση αυτής της δυνατότητας, όχι μόνο για τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους, αλλά και για την αναψυχή των εργαζομένων. Θα μου πείτε: Μα, δεν πρέπει να έχουμε τη δυνατότητα να μπορούμε να απολαύσουμε αυτόν τον ορεινό όγκο, να μπορούμε να απολαύσουμε τα δάση κι αυτές τις ομορφιές; Όμως, με την παράδοση στην επιχειρηματική δραστηριότητα, πόσοι και ποιοί έχουν αυτή τη δυνατότητα; Να μην πω περισσότερα.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία, που δημοσιεύονταν το καλοκαίρι, λιγότεροι από τους μισούς Έλληνες είχαν τη δυνατότητα να πάνε κάπου, έστω και ολιγοήμερες διακοπές. Θα έχουν αυτό το δικαίωμα οι εργαζόμενοι, με τα 500-600 ευρώ τον μήνα; Θα έχουν τη δυνατότητα και το δικαίωμα αυτό οι άνεργοι, με τα 330 ευρώ τον μήνα; Θα έχουν τη δυνατότητα αυτή οι συνταξιούχοι, με τις συνάξεις πείνας; Όχι, βέβαια!
Να, γιατί λέμε ότι η αποτελεσματική προστασία των δασών, η διευκόλυνση και η κατοχύρωση του δικαιώματος στην ανάπαυση, που είναι λαϊκό δικαίωμα και πρέπει να ασκηθεί στην πράξη, προϋποθέτουν μια ριζικά διαφορετική πολιτική, προϋποθέτουν τα μεγάλα μέσα παραγωγής να γίνουν λαϊκή περιουσία και, σε κάθε περίπτωση, δάση, δασικές εκτάσεις, μακρά από την κερδοσκοπική εκμετάλλευση. Όχι μόνο είμαστε αντίθετοι στην αναθεώρηση του άρθρου 24 και του άρθρου 117, αλλά θα κινητοποιηθούμε και θα κάνουμε ό,τι μπορούμε, ώστε ο λαός μας, τα λαϊκά στρώματα να πάρουν την υπόθεση στα δικά τους χέρια. Αυτή είναι η μόνη προϋπόθεση, ώστε, και σήμερα ακόμη, να υπάρχει αποτελεσματική προστασία, ακόμη και από περιπτώσεις, τέτοιες, σαν αυτές των πυρκαγιών.
Διαφορετικά, τέτοιου είδους φαινόμενα, τέτοιου είδους καταστάσεις, ακόμη και όταν δεν προκαλούνται με πρόθεση, αλλά από τυχαία γεγονότα και από αμέλεια, χρησιμοποιούνται, ως άλλοθι, για να χρησιμοποιηθούν τα αποτελέσματά τους στην επέλαση του κεφαλαίου και στην, ακόμη, μεγαλύτερη επιδείνωση των όρων ζωής και του περιβάλλοντος, γενικότερα, για τα λαϊκά στρώματα.
ΠΕΜΠΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ
Άρθρα 28 παρ. 3 και ερμηνευτική δήλωση, 78 και 79
Το άρθρο 28 είναι γνωστό σε όλους, πώς διαμορφώθηκε ιστορικά. Διαμορφώθηκε στη Μεταπολίτευση και οικοδομήθηκε σε συνδυασμό με τις παραγράφους 2 και 3. Στη συνέχεια, προχώρησε και η ένταξη της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι γνωστό ότι με τις διατάξεις του άρθρου 28, σε συνδυασμό πάντοτε με τις παραγράφους 2 και 3, που πάντα χρησιμοποιήθηκαν σαν βάση για την κύρωση των διαφόρων συμφωνιών, όσον αφορά την ένταξη της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προβλεπόταν η αυξημένη πλειοψηφία για την κύρωση αυτών των συμφωνιών.
Βεβαίως, η θέση του Κόμματός μας σε ό,τι αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι γνωστή: Η πλήρης αντίθεση στην ένταξη της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς, επίσης, και η πάγια διατυπωμένη θέση μας να ζητείται η γνώμη για την ανάγκη λήψης καίριων αποφάσεων, για καίρια ζητήματα. Θυμίζω και την τοποθέτηση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος στην Κύρωση της Συμφωνίας του Μάαστριχτ, όπου ήταν το μόνο κόμμα που καταψήφισε τη Συμφωνία αυτή και ζήτησε να ενημερωθεί ο λαός, να γίνει δημοψήφισμα, ώστε να τεθεί στην κρίση του ελληνικού λαού εάν πρέπει ή όχι η χώρα μας να συμμετάσχει σε αυτές τις διαδικασίες, οι οποίες, ολοφάνερα, στόχευαν στην ενίσχυση της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου, στην εδραίωση της θέσης του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.
Βεβαίως, η τότε Βουλή, αγνοώντας τις θέσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας προχώρησε στην Κύρωση της Συμφωνίας του Μάαστριχτ με τις ψήφους της Νέας Δημοκρατίας, του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και του τότε Συνασπισμού.
Την ίδια θέση επαναλάβαμε και στην Κύρωση των Συμφωνιών του Άμστερνταμ. Την ίδια θέση επαναλαμβάνουμε και σήμερα, για την ανάγκη να ερωτηθεί ο ελληνικός λαός, όσον αφορά το λεγόμενο Ευρωσύνταγμα, τη λεγόμενη Μεταρρυθμιστική Συνθήκη, ζητώντας δημοψήφισμα για να ακουστεί η θέση του Ελληνικού Λαού με ένα διπλό «όχι», δηλαδή «όχι στην Ευρωσυνθήκη», «όχι στην Ευρωπαϊκή Ένωση», γιατί από αυτήν την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να προκύψει μία συνθήκη, σε φιλολαϊκή κατεύθυνση.
Ανεξάρτητα, όμως, από αυτά εδώ, με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, όχι απλώς παραγνωρίζεται, όχι απλώς μπαίνει στο περιθώριο η προσφυγή του Ελληνικού Λαού, αλλά η Κύρωση αυτών των Συμφωνιών θα γίνεται με ακόμα μικρότερη πλειοψηφία, με την πλειοψηφία των 151 ψήφων.
Από πού πηγάζει αυτή η ανάγκη; Αυτή η ανάγκη, προφανώς, πηγάζει από τις διεργασίες, οι οποίες γίνονται στις διάφορες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μέσα στην ίδια τη χώρα μας, φυσικά με μία ολοένα αυξανόμενη αντίδραση των εργαζομένων σε αυτά τα σχέδια, τα οποία προωθούνται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και αντίθεση, την οποία έχουν επιδείξει με διάφορες αφορμές.
Υπενθυμίζω ότι, όσον αφορά στο Ευρωσύνταγμα, σε όσες χώρες έγινε δημοψήφισμα και στην Γαλλία και στην Αγγλία, παρ’ όλο που η μεγάλη πλειοψηφία και των Κομμάτων τάχθηκε υπέρ της Συνθήκης, ο Γαλλικός Λαός την απέρριψε. Το ίδιο συνέβη, επίσης, και στην Ολλανδία, γεγονός, που ανάγκασε τις κυρίαρχες δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης να σταματήσουν αυτές τις διαδικασίες, να κερδίσουν χρόνο, να ανασυνταχθούν και να επανέλθουν με τη νέα, τη λεγόμενη Μεταρρυθμιστική Συνθήκη, η οποία φυσικά δεν είναι τίποτα άλλο και κινείται στη γραμμή του λεγόμενου Ευρωσυντάγματος. Αυτή, λοιπόν, είναι η ανησυχία τους, από εκεί πηγάζει αυτή η ανησυχία, έτσι ώστε να πάμε, με ακόμα μικρότερες πλειοψηφίες, για την κύρωση αυτής της Συνθήκης.
Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε μία τέτοια λογική. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε μία λογική, η οποία θέλει την κύρωση αυτών των Συμβάσεων, οι οποίες προβλέπουν και την εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας, με τέτοιες οριακές πλειοψηφίες. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε στην αναθεώρηση του άρθρου 28, συνεπώς, να πάμε σε ακόμα μικρότερες πλειοψηφίες.
Και με την ευκαιρία, εδώ μπαίνουν μία σειρά ζητήματα και θα ήθελα να τα αναδείξω:
Έγινε πολλή συζήτηση, όσον αφορά στην κύρωση των Συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Φτάσαμε, μάλιστα, στο σημείο να αναγορεύεται η υπεροχή του Κοινοτικού Δικαίου, απέναντι στο Ελληνικό Σύνταγμα, άλλοτε ευθέως και άλλοτε εμμέσως. Σε ποιά βάση στηριζόταν όλη αυτή η φιλολογία; Από πού και ως πού η υπεροχή του Κοινοτικού Δικαίου απέναντι στο Ελληνικό Σύνταγμα, από πότε θεσμοθετήθηκε και, μάλιστα, ερήμην του Ελληνικού λαού μία τέτοια εξέλιξη;
Βεβαίως, σαν δικαιολογητική βάση, στο τέλος-τέλος, εμφανίστηκε η άποψη ότι, ναι μεν, τυπικά δεν υπερισχύει το Κοινοτικό Δίκαιο, αλλά πρέπει, όμως, η χώρα μας να σπεύσει να εναρμονίσει το Δίκαιό της προς το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε αντίθεση και με την επιταγή συγκεκριμένων συνταγματικών διατάξεων. Και αναφέρομαι στο άρθρο 14, όσον αφορά τον Βασικό Μέτοχο και τα Μ.Μ.Ε..
Δεν μπορούμε να αποδεχτούμε τέτοιες λογικές και –επαναλαμβάνω- δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε στην αναθεώρηση του άρθρου 28, γιατί μας πάει σε ακόμα πιο αντιδραστική κατεύθυνση.
Όσον αφορά, τώρα, στα άλλα δύο άρθρα, που αναφέρονται στα ζητήματα οικονομικής διαχείρισης και προϋπολογισμού του κράτους, δηλαδή, στα άρθρα 78 και 79:
Το άρθρο 78 θέλει την Κύρωση Παροχής Εγγυήσεων, με ειδικούς τυπικούς νόμους, που θα ψηφίζονται από τη Βουλή. Γίνεται μία προσπάθεια να εμφανιστεί ότι είναι ένα άρθρο, το οποίο θα συμβάλει και στον εξορθολογισμό των οικονομικών της διαχείρισης, αλλά και ένα άρθρο, το οποίο θα συμβάλει στη βελτίωση του κλίματος της διαφάνειας, όσον αφορά στην οικονομική διαχείριση.
Εδώ μπαίνουν ζητήματα. Αυτοί είναι οι πραγματικοί λόγοι; Ο εξορθολογισμός των δαπανών και της διαχείρισης; Εδώ έχουμε να κάνουμε με συγκεκριμένες πολιτικές, δηλαδή, πού, κατά κύριο λόγο, κατευθύνονταν οι εγγυήσεις του δημοσίου. Να βάλουμε αυτό το ερώτημα. Κατά κύριο λόγο, δίνονταν σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή σε δημόσιες επιχειρήσεις, στα νοσοκομεία, στις λεγόμενες Δ.Ε.Κ.Ο., δηλαδή, στις επιχειρήσεις οι οποίες παρείχαν ένα κοινωνικό έργο ή στα Ασφαλιστικά Ταμεία. Και δίνονταν εγγυήσεις όχι για να λύσουν φυσικά το πρόβλημα, αλλά γιατί με συγκεκριμένες πολιτικές οδηγήθηκαν είτε η Τοπική Αυτοδιοίκηση, είτε τα ασφαλιστικά ταμεία στο δανεισμό, γιατί το κράτος δεν εκπλήρωνε τις υποχρεώσεις της χρηματοδότησης.
Συγκεκριμένη ιστορία για το κάθε ένα ζήτημα: Για παράδειγμα, στην Τοπική Αυτοδιοίκηση παρακάμπτονταν αυθαίρετα οι πόροι και όλα αυτά τα χρόνια μεταβιβάζονταν αρμοδιότητες. Συνεπώς, αυξάνονταν οι υποχρεώσεις της στους ασφαλιστικούς οργανισμούς, τα αποθεματικά των Ασφαλιστικών Ταμείων έγιναν φύλλο και φτερό, αφού, για δεκαετίες, κυριολεκτικά ξεζουμίστηκαν από το μεγάλο κεφάλαιο, είτε με τις χαμηλότοκες καταθέσεις, είτε μέσα από το Χρηματιστήριο, με την επένδυσή τους σε μετοχές. Αφού, λοιπόν, το κράτος δεν εκπλήρωνε τις υποχρεώσεις του, για να μπαλώσει κάποιες τρύπες, έσπρωχνε τους οργανισμούς αυτούς στη δανειοδότηση και έμπαινε το ίδιο σαν εγγυητής.
Επομένως, δεν είναι το ζήτημα του εξορθολογισμού των δαπανών, αλλά άλλες είναι οι σκοπιμότητες, οι οποίες υποκρύπτονται μέσα από αυτήν τη διάταξη. Στην πραγματικότητα, θα δυσκολέψει, θα περιοριστεί στο ελάχιστο η όποια χρηματοδότηση, έστω και με τη μορφή της κρατικής εγγύησης προς αυτούς τους οργανισμούς, αφού οι αλλαγές, οι οποίες δρομολογούνται, κινούνται προς μία κατεύθυνση, που στοχεύουν στην παραπέρα εμπορευματοποίηση των υπηρεσιών που παρέχονται είτε από τις πρώην Δ.Ε.Κ.Ο., είτε από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, όπως ανάθεση αρμοδιοτήτων, απαλλαγή του κράτους από υποχρεώσεις του σε τομείς της πρόνοιας, της υγείας και των άλλων κοινωνικών τομέων. Με την ανάθεσή τους στην Τοπική Αυτοδιοίκηση τα βάρη πηγαίνουν στους οργανισμούς αυτούς.
Αυτός είναι βασικά ο λόγος. Να κλείσει, δηλαδή, ακόμα περισσότερο, η στρόφιγγα χρηματοδότησης και όχι, φυσικά, ο εξορθολογισμός των δαπανών.
Όσον αφορά στο ζήτημα της διαφάνειας, αν θέλαμε μέτρα που θα συνέβαλαν, ουσιαστικά, στην κατοχύρωση και στη διεύρυνση της διαφάνειας, θα θεσμοθετούνταν μέτρα, που θα ενίσχυαν τον κοινωνικό, λαϊκό έλεγχο απέναντι σε όλους αυτούς τους οργανισμούς και τις επιχειρήσεις, όπως, επανειλημμένα, έχει ζητήσει το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας.
Επειδή, λοιπόν, η αλλαγή αυτή εναρμονίζεται με γενικότερες πολιτικές, που θέλουν την εμπορευματοποίηση αυτών των τομέων, την παράδοσή τους και τη λειτουργία τους με όρους ελεύθερου ανταγωνισμού, γι’ αυτό και δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε στην αναθεώρηση του άρθρου 78.
Για την αναθεώρηση του 70 έχει γίνει πολλή συζήτηση στο παρελθόν και ήταν ένα από τα ζητήματα, που κι εμείς, ως Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, είχαμε αναδείξει. Ποιο δηλαδή; Να μπορεί η Βουλή να μην περιορίζεται σε μία τυπική κύρωση του προϋπολογισμού του κράτους με τη διαδικασία των κωδίκων, αλλά να γίνεται μία πιο ουσιαστική συζήτηση και να μπορεί με τη θέλησή της η Βουλή να διαμορφώνει και τα σχετικά κονδύλια.
Βεβαίως, δεν έχουμε αυταπάτες ότι θα λυθεί το πρόβλημα της οικονομικής πολιτικής, δεδομένου ότι η οικονομική πολιτική καθορίζεται από άλλες παραμέτρους, με βάση άλλα κριτήρια και είναι πριν απ’ όλα η πολιτική και οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχουν καθορίσει και τους βασικούς άξονες της οικονομικής πολιτικής, αλλά και τις επιμέρους πλευρές. Είναι τα σύμφωνα σταθερότητας και μία σειρά από άλλες αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που, ουσιαστικά, έχουν προδιαγράψει και προδιαγράφουν τον τρόπο, με τον οποίο θα καταρτίζονται οι προϋπολογισμοί του κράτους. Παρ’ όλα αυτά, θεωρούμε ότι είναι αναγκαία η αναθεώρηση αυτής της διάταξης, ώστε να μπορεί η Βουλή με τη θέλησή της να διαμορφώνει τα κονδύλια.
Από την άλλη μεριά, δεν παραβλέπουμε δύο άλλα ζητήματα: Πρώτον, ότι με τα καλπονοθευτικά εκλογικά συστήματα, που ισχύουν στη χώρα μας και, συνεπώς, με την ανάδειξη της μειοψηφίας σε πλειοψηφία, επί της ουσίας δεν θα αλλάξουν και πολλά πράγματα, δεδομένου ότι η κυβερνητική πλειοψηφία, πάντα, θα καθορίζει και τα επιμέρους κονδύλια, όπως, επίσης, και το ζήτημα ότι, ακόμα και αν από τη Βουλή διαμορφωθούν κονδύλια έστω σε επιμέρους πλευρές, που θα έλυναν κάποια ζητήματα, πάλι είναι στην κρίση της εκτελεστικής εξουσίας να εφαρμοστούν ή να μην εφαρμοστούν αυτοί οι προϋπολογισμοί, όπως δείχνει και η εμπειρία άλλων χωρών.
Τι συμβαίνει σε άλλες χώρες, όπου η Βουλή έχει τη δυνατότητα να διαμορφώσει τέτοιου είδους κονδύλια; Η Βουλή μπορεί να ψηφίζει, για παράδειγμα, αυξημένες δαπάνες για τον τομέα της υγείας ή της παιδείας, όμως, στην πραγματικότητα, η Κυβέρνηση, ο Υπουργός Οικονομικών, ο Υπουργός Παιδείας να μην υλοποιούν αυτού του είδους τις δεσμεύσεις.
Μήπως αυτό δεν συμβαίνει και σήμερα στον κρατικό προϋπολογισμό; Είναι κοινό μυστικό σε όλους ότι σε μεγάλο βαθμό ο κρατικός προϋπολογισμός είναι πλασματικός. Με ποιά έννοια το λέω αυτό; Ότι πάντα σε τομείς κοινωνικής ευαισθησίας ή, καλύτερα, όπου η κοινωνία μας δείχνει μία αυξημένη ευαισθησία στα λαϊκά στρώματα –και αναφέρομαι στους τομείς της υγείας, της κοινωνικής πρόνοιας, της παιδείας- πάντα εγγράφονται περισσότερα κονδύλια, από αυτά που δαπανώνται στο τέλος. Είναι γνωστή η μέθοδος των συγκρίσεων, που γίνονται. Οι εκάστοτε κυβερνήσεις για να ωραιοποιήσουν την πολιτική τους, για να εμφανίσουν ένα πρόσωπο κοινωνικής ευαισθησίας, ότι, δήθεν, έχουν ένα αυξημένο ενδιαφέρον, συγκρίνουν αυτά, που εγγράφουν στον προϋπολογισμό μ’ αυτά που εκτέλεσαν την προηγούμενη χρονιά -όχι με αυτά, που είχαν εγγράψει, αλλά μ’ αυτά που είχαν εκτελέσει- έτσι ώστε να εμφανίζουν μία πλασματικά μεγαλύτερη αύξηση αυτών των κονδυλίων.
Επίσης, δεν μας διαφεύγει από την προσοχή ότι δίπλα στον κρατικό προϋπολογισμό υπάρχει ένας άλλος προϋπολογισμός, ο οποίος διακινείται μέσω των ειδικών λογαριασμών των διαφόρων Υπουργείων.
Τα λέω όλα αυτά, γιατί, βεβαίως, δεν πρόκειται η αλλαγή αυτή να επιφέρει κάτι το ριζικό, όμως επαναλαμβάνω ότι το ίδιο ζητούσαμε και συμφωνούμε στην αναθεώρηση του άρθρου 79, ώστε να έχει η Βουλή τη δυνατότητα να διαμορφώνει επιμέρους κονδύλια και να είναι στην κρίση του Ελληνικού Λαού να ασκεί πίεση προς αυτήν την κατεύθυνση. Συνεπώς, συμφωνούμε με την αναθεώρηση του άρθρου 79.
ΕΚΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ
Άρθρα 88 παρ. 2, εδ. γ΄, δ΄ και ε΄, 90 παρ. 5 , 95, 98 παρ.1, εδ. β΄, 100, 115 παρ. 2 και 118 παρ. 5
Είναι γνωστή και κατανοητή από όλους η σημασία των άρθρων, τα οποία συζητάμε, σήμερα. Αναφερόμαστε στη δικαστική εξουσία, που είναι ένας βασικός κρίκος μέσα στο πολιτικό σύστημα σε κάθε κοινωνικό, οικονομικό σχηματισμό και με δεδομένο τον ρόλο του.
Κατ’ επανάληψη, στο παρελθόν, έχουν γίνει συζητήσεις, πότε με τη μια και πότε με την άλλη αφορμή, ειδικά όσον αφορά στα κορυφαία ζητήματα της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης. Και κάθε φορά θυμάμαι ότι είτε από τη μια, είτε από την άλλη κυβέρνηση, όταν νομοθετούνταν μέτρα, νομοθετούνταν όλα στο όνομα της ενίσχυσης της ανεξαρτησίας, ενώ, ταυτόχρονα, σε καμία περίπτωση δεν κόβονταν όλοι εκείνοι οι ομφάλιοι λώροι -να το πω έτσι απλά χρησιμοποιώντας τον πληθυντικό- και οι προσπάθειες για τον ακόμη μεγαλύτερο και πιο ασφυκτικό εναγκαλισμό του ευαίσθητου αυτού χώρου της δικαιοσύνης.
Θα ήθελα να πω, εξ αρχής, ότι η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας μπορεί, βέβαια, να περιορίζει τον κύκλο των προσώπων, μεταξύ των οποίων επιλέγεται η ηγεσία της δικαιοσύνης, όμως και πάλι διατηρεί άθικτη τη βασική ιδέα, τη βασική αρχή, που είναι η επιλογή της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων από την εκάστοτε κυβέρνηση. Πιστεύουμε ότι είναι ένας καθοριστικός κρίκος, ένα καθοριστικό βήμα στην προσπάθεια της διατήρησης του ισχύοντος καθεστώτος, της ισχύουσας κατάστασης, που θέλει τη δικαιοσύνη να βρίσκεται σε ένα ασφυκτικό εναγκαλισμό από την εκάστοτε εκτελεστική εξουσία. Δεν είναι μόνο ο διορισμός της ανώτατης ηγεσίας της δικαιοσύνης. Είναι η συμμετοχή του Προέδρου ex officio στο Δικαστικό Συμβούλιο που κρίνει την υπηρεσιακή κατάσταση των δικαστών, είναι κι η συμμετοχή του στο Πειθαρχικό Συμβούλιο. Η επιθεώρηση των δικαστηρίων γίνεται από τους διορισμένους αντιπροέδρους κι έτσι έχουμε ένα ολόκληρο πλέγμα μέτρων, τα οποία, με τη σειρά τους, μπορούν να επιδρούν μέχρι και στις κατώτερες βαθμίδες της δικαιοσύνης, σε μια προσπάθεια να διαμορφώνουν καταστάσεις, που βρίσκονται σε αντιστοιχία με τις εκάστοτε κυρίαρχες επιδιώξεις.
Γι’ αυτόν, ακριβώς, το λόγο δεν συμφωνούμε με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, όπως, επίσης, και με την πρόταση, που είχε παρουσιάσει το ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Αναφέρω ότι και το ΠΑ.ΣΟ.Κ., είχε πρόταση, όσον αφορά στην αναθεώρηση του σχετικού άρθρου. Η πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ενώ προέβλεπε συζήτηση στη Βουλή, πάλι άφηνε άθικτο το δικαίωμα της επιλογής των προσώπων από την εκάστοτε κυβέρνηση.
Θεωρούμε ότι για να υπάρξουν βήματα σε μια κατεύθυνση χαλάρωσης αυτού του ασφυκτικού εναγκαλισμού θα έπρεπε, πριν απ’ όλα, να υπάρχουν μέτρα, τα οποία θα ενισχύουν την προσωπική ανεξαρτησία των δικαστών, να καταργηθεί, για να το πω έτσι απλά, η ex officio συμμετοχή των διορισμένων στα διάφορα πειθαρχικά ή υπηρεσιακά συμβούλια και, σε κάθε περίπτωση, η επιλογή της ηγεσίας των δικαστηρίων να γίνεται είτε από ένα ευρύτερο εκλεκτορικό σώμα, είτε από τους ίδιους τους δικαστές. Είναι η πρόταση την οποία, επανειλημμένα, είχαμε παρουσιάσει, είναι, όμως, πρόταση η οποία σκοντάφτει στην άρνηση των δύο μεγάλων Κομμάτων, που δεν θέλουν να κόψουν αυτόν τον ομφάλιο λώρο του ασφυκτικού εναγκαλισμού. Και με την ευκαιρία, μια και πολλή συζήτηση γίνεται για την περίφημη «ανεξαρτησία της δικαιοσύνης», υπάρχει και ένα άλλο ζήτημα. Αυτά τα μέτρα θα περιορίσουν, ή θα ανατρέψουν την κατάσταση; Φυσικά και δεν θα την ανατρέψουν, γιατί και η δικαιοσύνη δεν λειτουργεί σε κενό. Οι δικαστές δεν νομοθετούν από μόνοι τους. Εφαρμόζουν νόμους, οι οποίοι έχουν ψηφιστεί από τη εκάστοτε Βουλή, από τα εκάστοτε αρμόδια πολιτειακά όργανα. Επομένως, η όλη συζήτηση για την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, με την έννοια αυτή, έχει, σε ένα μεγάλο βαθμό, μεγάλη δόση και υποκρισίας, με την έννοια ότι η δικαιοσύνη δεν λειτουργεί σε κενό, αλλά λειτουργεί και εφαρμόζει νόμους, ψηφισμένους από τις εκάστοτε κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις.
Αναφέρθηκα στην πρότασή μας για την ανάγκη επιλογής της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων είτε από ένα ευρύτερο εκλεκτορικό σώμα, είτε από τους ίδιους τους δικαστικούς λειτουργούς. Αναφέρθηκα, επίσης, και σε μέτρα, τα οποία πρέπει να θεσμοθετηθούν στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της προσωπικής ανεξαρτησίας των δικαστών. Μέσα στα πλαίσια αυτά, αντιμετωπίζουμε και το ζήτημα των Μισθοδικείων. Ήμασταν αντίθετοι με την καθιέρωση των Μισθοδικείων και, γι’ αυτό το λόγο, είμαστε αντίθετοι και με την πρόταση αναθεώρησης του σχετικού άρθρου. Η όλη συζήτηση για τα Μισθοδικεία ξεκινά από μία –θα έλεγα- αντίστροφη βάση, από μια αντίστροφη αφετηρία, η οποία συσκοτίζει το πραγματικό πρόβλημα. Βεβαίως και στα μάτια της κοινής γνώμης, που ζει με τους μισθούς των πεντακοσίων και εξακοσίων ευρώ, ή, μερικές φορές, και με ακόμη λιγότερα, φαίνονται προκλητικά μεγάλες οι αμοιβές. Και αναφέρομαι, ιδιαίτερα, στις αμοιβές -που μπορεί να φαντάζουν προκλητικές- ενός περιορισμένου κύκλου ηγετικών παραγόντων. Όμως, εμείς απορρίπτουμε κάθε προσπάθεια, που στρέφει τον ένα κλάδο εναντίον του άλλου και απορρίπτουμε όλη αυτήν την τακτική, που θέλει το διαχωρισμό των εργαζομένων σε «υπόγεια» και σε «ρετιρέ». Και εν πάση περιπτώσει, υπάρχει όσον αφορά στο ζήτημα των αμοιβών των δικαστικών λειτουργών, ένα ολόκληρο πλαίσιο, ερωτήματα τα οποία δεν μπορούν να απαντηθούν μόνο με τον τρόπο επίλυσης των διαφορών αυτών. Πού αναφέρομαι συγκεκριμένα; Είναι γνωστό και απ’ όλους ομολογείται ο μεγάλος φόρτος εργασίας, που έχουν. Την ίδια, ακριβώς, στιγμή έχουν περιορισμένα συνδικαλιστικά δικαιώματα. Δεν έχουν τα συνδικαλιστικά δικαιώματα και τις συνδικαλιστικές ελευθερίες, που έχουν οι άλλοι κλάδοι των εργαζομένων, έτσι ώστε να διεκδικήσουν αμοιβές, να διεκδικήσουν την επίλυση των όποιων προβλημάτων τους απασχολούν. Επομένως, εάν θέλουμε, πραγματικά, να συζητήσουμε, πώς θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αυτό, θα πρέπει να ξεκινήσουμε, πριν απ’ όλα, από την κατοχύρωση και τη διεύρυνση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και συνδικαλιστικών ελευθεριών και στο χώρο των δικαστικών λειτουργών, για να καθίσουμε να συζητήσουμε, πώς θα αντιμετωπιστούν και τα υπόλοιπα ζητήματα. Σε καμμία, όμως, περίπτωση δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με τα λεγόμενα «Μισθοδικεία», που μεταφέρεται η αρμοδιότητά τους πλέον σήμερα, με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, στο Συνταγματικό Δικαστήριο.
Ως προς τις διοικητικές συμβάσεις θα ήθελα να πω ότι, ενώ είναι γενικά ανάγκη να υπάρχει κάποια εξειδίκευση και των δικαστών όσον αφορά το αντικείμενο το οποίο εκδικάζουν, από την άλλη μεριά είναι φανεροί οι κίνδυνοι, οι οποίοι δημιουργούνται από τη δημιουργία μόνιμων ειδικών δικαστηρίων, που θα στελεχώνονται μ’ ένα περισσότερο ή λιγότερο μακροχρόνια μόνιμο προσωπικό, που θα εκδικάζει υποθέσεις με το ίδιο πάντα αντικείμενο.
Παίρνοντας υπ’ όψιν την περιοχή αυτή, στην οποία αναφερόμαστε για τις διοικητικές συμβάσεις, έχουμε και τη σύγκρουση των μεγάλων συμφερόντων και, κατά συνέπεια, τις μεγάλες πιέσεις, οι οποίες θα ασκούνται με διάφορους τρόπους. Για το λόγο αυτό δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με την ίδρυση Ειδικών Τμημάτων και στο Συμβούλιο της Επικρατείας, αλλά και στο Ελεγκτικό Συνέδριο.
Τέλος, ως προς το Συνταγματικό Δικαστήριο, έγινε, επίσης, πολλές φορές λόγος στο παρελθόν –υπενθυμίζω- και στην προηγούμενη αναθεώρηση της διάταξης.
Έχουμε σήμερα το σύστημα του διάχυτου ελέγχου. Με την πρόταση για την Αναθεώρηση του Συντάγματος, ουσιαστικά καταργείται ο διάχυτος έλεγχος και οι όποιες αμφισβητήσεις, οι όποιες διαφορές, όσον αφορά στην αντισυνταγματικότητα των νόμων, παραπέμπονται και κρίνονται στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο –όπως αποδεικνύεται και από την πρόταση της κυβερνητικής πλειοψηφίας- αν δεν βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο, θα βρίσκεται, ουσιαστικά, κάτω από την επιρροή της εκάστοτε κυβέρνησης.
Αναφέρω χαρακτηριστικά ότι από τα εννέα μέλη, οι τρεις διορίζονται από την Κυβέρνηση, οι τρεις διορίζονται από τη Βουλή και στη Βουλή είναι γνωστό ότι την πλειοψηφία την έχει η εκάστοτε κυβέρνηση. Συνεπώς, είτε με τον ένα τρόπο, είτε με τον άλλο τρόπο, ουσιαστικά θα έχουμε ένα όργανο, που θα επιλύει τις διαφορές αντισυνταγματικότητας νόμων, προσαρμοσμένο στη θέληση της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Γιατί γίνεται αυτή η αλλαγή; Βεβαίως, μπορεί να ακούγονται διάφοροι λόγοι, όπως, για παράδειγμα, η ανάγκη ταχύτερης επίλυσης αυτών των διαφορών, η ανάγκη ταχύτερης επίλυσης των διαφορών, έτσι ώστε να είναι πιο καθαρό, τί ισχύει και τί δεν ισχύει.
Όμως, η πραγματικότητα –κατά τη γνώμη μας- πρέπει να αναζητηθεί, κυρίως, σε άλλους λόγους και δεν είναι η ταχύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης. Αν το πρόβλημα ήταν η ταχύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης, θα μπορούσαν να ληφθούν μέτρα, έτσι ώστε να επιλύονται και αυτές οι αμφισβητήσεις, χωρίς να καταργείται ο διάχυτος έλεγχος αντισυνταγματικότητας.
Πιστεύω, όμως, ότι πίσω από αυτό –γιατί δεν είναι τωρινή η προσπάθεια για να καταργηθεί ο έλεγχος αντισυνταγματικότητας, παρόμοια προσπάθεια έγινε και με την προηγούμενη αναθεώρηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ανεξάρτητα αν δεν προχώρησε μέχρι εκεί που θα ήθελε η τότε κυβέρνηση- βρίσκεται η προσπάθεια να παρακαμφθούν τα όποια εμπόδια και αντιστάσεις υπήρχαν σε, ιδιαίτερα, κρίσιμους τομείς, με την αμφισβήτηση και τον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων για να παρακαμφθούν τα εμπόδια από το Συμβούλιο της Επικρατείας, ιδιαίτερα, στα ζητήματα του περιβάλλοντος και, φυσικά, όχι μόνο εκεί. Είναι πρόταση, με την οποία δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε.
Θα ήθελα να πω και κάτι ακόμα, με αφορμή την πρόταση για ίδρυση του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Το Συνταγματικό Δικαστήριο ανάμεσα στις άλλες αρμοδιότητες, τις οποίες θα έχει, θα είναι και ο έλεγχος των οικονομικών των Κομμάτων, ο έλεγχος του «πόθεν έσχες» των Βουλευτών.
Όταν συζητούσαμε τα σχετικά άρθρα –και αναφέρομαι στο άρθρο 29- είχαμε τοποθετηθεί, γιατί ήμασταν αντίθετοι στις προτάσεις που γίνονταν, όσον αφορά και στους περιορισμούς στη χρηματοδότηση των Κομμάτων, αλλά και όσον αφορά στη μετάθεση του ελέγχου από την Επιτροπή της Βουλής σε αμιγώς Δικαστικό Σώμα.
Θα ήθελα, απλώς, με την ευκαιρία αυτή, να αναφέρω ως προς τις βαθύτερες ανησυχίες που είχαμε, όσον αφορά τις αλλαγές, οι οποίες επιχειρούνταν στην οργάνωση και λειτουργία των κομμάτων –και με αφορμή την οικονομική τους δραστηριότητα- ότι παρόμοιες αλλαγές δρομολογούνται και σε άλλες χώρες.
Για παράδειγμα, στην Πορτογαλία, πρόσφατα, υιοθετήθηκαν τέτοια μέτρα. Εκεί και το Κομμουνιστικό Κόμμα Πορτογαλίας και όχι μόνο αυτό, αλλά και άλλες οργανώσεις προχώρησαν σε κινητοποιήσεις, γιατί με αφορμή τη λήψη μέτρων με στόχο την καλύτερη κατοχύρωση και διεύρυνση της διαφάνειας στα οικονομικά και τη λειτουργία των Κομμάτων, δρομολογήθηκαν μέτρα, τα οποία οδηγούν σε απαράδεκτες, αντιδημοκρατικές παρεμβάσεις στην ίδια τη λειτουργία των Κομμάτων. Απλώς, υπενθυμίζω τη στάση μας αυτή, γιατί την είχαμε αναφέρει και στο άρθρο 29, όταν γινόταν η συζήτηση στο σχετικό κεφάλαιο. Είμαστε, λοιπόν, αντίθετοι στις προτάσεις, οι οποίες γίνονται για την αναθεώρηση αυτών των άρθρων.
ΕΒΔΟΜΗ ΚΑΙ ΟΓΔΟΗ ΕΝΟΤΗΤΑ
Άρθρα 101 (ερμηνευτική δήλωση), 102 παρ.1, εδ. δ΄, 103 παρ. 2,3,5 και 8, 104, 118 παρ. 7, 101Α, 108 παρ. 1 και 2, 111 παρ. 6 και άρθρο 5 ( 24Α)
Θα ξεκινήσω με το πρώτο άρθρο της ενότητας, με το άρθρο που αναφέρεται στα ειδικά μέτρα για τις νησιωτικές και ορεινές περιοχές της χώρας μας. Βεβαίως, είναι, γενικά, γνωστό ότι οι περιοχές αυτές είναι περιοχές, οι οποίες έχουν υποστεί περισσότερο τα πλήγματα σε σχέση με άλλες περιοχές τα τελευταία χρόνια και δεν αναφέρομαι στην τελευταία πενταετία – δεκαετία, αλλά σε βάθος χρόνου. Ακούγεται, φυσικά, θετική σαν διακήρυξη ότι θα πρέπει να ληφθούν θετικά μέτρα, ειδικά μέτρα για τη βελτίωση και για τη βιώσιμη ανάπτυξη των ορεινών και των νησιωτικών περιοχών της πατρίδας μας. Το ερώτημα, όμως, που προκύπτει είναι το εξής: Ήταν η έλλειψη συνταγματικής διάταξης, που μας εμπόδιζε να πάρουμε ειδικά μέτρα, που θα τόνωναν τον πληθυσμό που ζούσε σε αυτές τις περιοχές; Ήταν η έλλειψη συνταγματικής διάταξης, που μας εμπόδισε να πάρουμε όλα εκείνα τα μέτρα που θα έλυναν τα προβλήματα, που θα εξασφάλιζαν ένα βιώσιμο εισόδημα, γιατί χωρίς εισόδημα δεν μπορεί να ζήσει άνθρωπος; Ήταν η έλλειψη συνταγματικής διάταξης, που μας εμπόδισε να αναπτύξουμε όλες αυτές τις υποδομές που χρειάζεται να αναπτυχθούν και που θα συνέβαλαν στη βελτίωση του επιπέδου ζωής, με υπηρεσίες υγείας, πρόνοιας κ.λπ.; Δεν είναι αυτά.
Νομίζω ότι κανένας δεν μπορεί να κάνει σοβαρή συζήτηση, εάν περιοριστεί στα ζητήματα αυτά, γιατί, πριν από όλα, είναι φανερό ότι τα πλήγματα, που δέχθηκαν οι περιοχές αυτές είναι απόρροια των γενικών πολιτικών, που έχουν ακολουθηθεί. Για παράδειγμα, η Κοινή Αγροτική Πολιτική ήταν που έπληξε, κυρίως, τους κατοίκους των περιοχών αυτών, σε συνδυασμό, βέβαια, και με μία σειρά από άλλα μέτρα. Η υπαγωγή –ας το πω- του δάσους στους κανόνες της αγοράς, η δασική εκμετάλλευση με κανόνες της αγοράς ήταν, επίσης, ένα μέτρο, το οποίο συνέβαλε στο να επιδεινωθούν αυτά τα προβλήματα για τους κατοίκους των ορεινών περιοχών. Η απελευθέρωση στις ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες, η άρση του καμποτάζ, ήταν, επίσης, ένα μέτρο που συνέβαλε στο να δυσκολέψουν οι συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων των νησιωτικών περιοχών, να αραιώσουν τα δρομολόγια, να γίνουν πιο ακριβά, με ό,τι άλλες αρνητικές επιπτώσεις έχουν επισημανθεί επανειλημμένα, εντός και εκτός του Κοινοβουλίου.
Επομένως, δεν είναι η έλλειψη συνταγματικής πρόβλεψης αυτή η οποία οδήγησε στο αποτέλεσμα οι περιοχές αυτές να υποβαθμιστούν, οι περιοχές αυτές να υποστούν μεγαλύτερα πλήγματα. Είναι δεκαετίες, τώρα -για να μην πάω πιο πίσω, τουλάχιστον, τρεις δεκαετίας- που οι ορεινές περιοχές υφίστανται, συνεχώς, πλήγματα. Αντίστοιχη είναι η πορεία στις νησιωτικές περιοχές. Και πάλι ο όρος «βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη» από μόνος του δεν λέει τίποτα. Ανάπτυξη μπορεί να γίνει, αλλά το ζήτημα είναι ποιος θα την καρπωθεί. Σήμερα δημιουργούνται οι προϋποθέσεις, ώστε οι περιοχές αυτές να μετατραπούν σε «κότα με τα χρυσά αυγά» και έχουν, ήδη, μετατραπεί πολλές περιοχές. Είναι η γνωστή τουριστική αξιοποίηση από τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους. Σήμερα, έχουν μπει στο στόχαστρο διάφορες περιοχές. Άρα, από μόνη της η βιώσιμη ανάπτυξη δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα. Είναι, επομένως, πριν από όλα, ζήτημα πολιτικών και όχι συνταγματικής ρύθμισης.
Το δεύτερο άρθρο αναφέρεται στα ζητήματα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Θα ήθελα να θυμίσω ότι, στο σημείο αυτό, έχουμε δυο προτάσεις, και από τη Νέα Δημοκρατία –παράλληλες προτάσεις, μπορεί να μη ταυτίζονταν σε όλα τα σημεία- αλλά και από το ΠΑ.ΣΟ.Κ., οι οποίες, όμως, παρά τις μεταξύ τους ενδεχόμενες διαφορές, κινούνται στην ίδια κατεύθυνση. Ποιά είναι η ουσία, που διαπερνά, σαν κόκκινη κλωστή, και τις δυο προτάσεις; Τα τελευταία χρόνια ιδιαίτερα μετά το 1990, μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και τις πολιτικές που ακολουθήθηκαν, είδαμε την με γοργούς ρυθμούς, μετατροπή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε μακρύ χέρι του κράτους, ώστε να διευκολυνθεί και η ιδιωτικοποίηση και η εμπορευματοποίηση υπηρεσιών, να γίνει ένας αποτελεσματικός μηχανισμός, ο οποίος θα προωθεί αυτές τις πολιτικές επιλογές. Και είδαμε όλα αυτά τα χρόνια, είτε με το ένα Κόμμα στην Κυβέρνηση, είτε με το άλλο, να μεταφέρονται αρμοδιότητες του κράτους, το κράτος να απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις του στους τομείς της υγείας, της πρόνοιας και σε μία σειρά άλλες κοινωνικές παροχές, έτσι όπως επιζητούσε και το μεγάλο κεφάλαιο, διευκολύνοντας, με άλλα λόγια, την υλοποίηση αυτών των πολιτικών. Η φορολογία των μεγάλων επιχειρήσεων μειώνεται από 45% την δεκαετία του 1990. Επί ΠΑ.ΣΟ.Κ. η φορολόγηση των ανωνύμων εταιρειών κατέβηκε στο 35% και, στη συνέχεια, επί Νέας Δημοκρατίας μειώθηκε στο 25%. Δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο χάνει το κράτος από τις φορολογικές αυτές μειώσεις και από τα προνόμια στο μεγάλο κεφάλαιο. Από την άλλη μεριά, μεταφέρονται αρμοδιότητες στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και το κράτος απαλλάσσεται από την ευθύνη του. Το κόστος μετακυλίεται στους δημότες.
Τώρα έχουμε δύο προτάσεις. Η μία πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, συνεχίζοντας και αξιοποιώντας τη διάταξη που τέθηκε σε ισχύ, στην προηγούμενη αναθεώρηση, με την ψήφο των δύο μεγάλων Κομμάτων, αναφέρεται στη μεταφορά άσκησης αρμοδιοτήτων, που συνιστούν αποστολή του κράτους, ώστε να διευρυνθεί και να εξειδικευθεί πιο συγκεκριμένα στον πολεοδομικό σχεδιασμό και στο χωροταξικό σχεδιασμό των σχεδίων πόλεως. Ανησυχούμε απ’ αυτήν τη διάταξη. Δεν ξέρουμε, πού θα οδηγήσει. Μέχρι τώρα η ευθύνη ήταν στην Κυβέρνηση. Ασκούνταν κοινοβουλευτικός έλεγχος και η Κυβέρνηση είχε το πολιτικό κόστος από τις επιλογές, που θα έπαιρνε. Θα μου πείτε, η Δημοτική Αρχή δεν θα είχε αυτές τις επιλογές; Παρενέβαινε το Συμβούλιο Επικρατείας. Εν πάση περιπτώσει, ήταν περισσότερα τα εφόδια και οι δυνατότητες, έτσι ώστε να μην υπάρχουν αυθαιρεσίες και να μη δρομολογούνται λύσεις σαν αυτές, που θα ήθελαν, με την άνεσή τους, οι διάφοροι μεγάλοι.
Παίρνοντας υπ’ όψιν και το νέο θεσμικό πλαίσιο με τις συμπράξεις του ιδιωτικού τομέα, τα Σ.Δ.Ι.Τ., κανένας δεν μπορεί να ξέρει, τί θα προκύψει από τέτοιου είδους ανάθεση αρμοδιοτήτων. Είναι γνωστό σε όλους, τί τεράστιες πιέσεις ασκούνται και πόσο ιδιαίτερη ανάμειξη δείχνουν οι μεγάλες επιχειρήσεις και στην ίδια την εκλογή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Δεν αναφέρομαι στα διαφορετικά Κόμματα μόνο, αλλά, σε πολλές περιπτώσεις, και σε υποψηφίους του ιδίου Κόμματος -όταν υπάρχουν τα γνωστά αντάρτικα ψηφοδέλτια- που επιδεικνύουν την ιδιαίτερη προτίμησή τους για τον άλφα ή τον βήτα, ανάλογα με το τι επαφές ή διασυνδέσεις μπορεί να υπάρχουν. Είναι μεγάλο το φιλέτο σε πολλές περιοχές. Συνεπώς, έχουμε πολλούς λόγους να ανησυχούμε από μία τέτοια διάταξη και από τις επιπτώσεις, στις οποίες μπορεί να μας οδηγήσει.
Επαναλαμβάνω την αντίθεσή μας στην πρόταση που ήταν μεν πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. με την οποία, όμως, δεν διαφωνούσε και η Νέα Δημοκρατία. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην πρότασή του για την Αναθεώρηση του Συντάγματος, έλεγε να υπάρχει και δυνατότητα επιβολής τοπικής φορολογίας. Είναι γνωστό, ότι μέχρι τώρα, δεν μπορούσαν οι δημοτικές αρχές να επιβάλουν φόρο, πέραν από τα ανταποδοτικά τέλη. Η πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. έδινε τη δυνατότητα, άνοιγε το δρόμο να μπορούν οι Δήμοι να επιβάλουν πρόσθετη φορολογία. Έτσι οι εργαζόμενοι, πέραν από τη φορολογική αφαίμαξη, που υφίστανται από τη φορολογία του κράτους, από το άδικο αντιλαϊκό φορολογικό σύστημα, που φορολογεί τους μικρούς και δίνει παροχές στους μεγάλους στις μεγάλες επιχειρήσεις, θα είχαν να αντιμετωπίσουν και ένα πρόσφατο βραχνά. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με αυτές τις αλλαγές, που προτείνονται για την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Το άλλο άρθρο αναφέρεται στους εργαζόμενους στο δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Εδώ υπάρχουν δύο κεντρικά ζητήματα. Το ένα είναι η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων και το δεύτερο, το πρόβλημα των συμβασιούχων. Σταθερά και πάγια έχουμε διακηρύξει τη θέση μας για σταθερή και πλήρη απασχόληση. Είμαστε υπέρ της μονιμότητας. Ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί σε ποιες καταστάσεις οδηγούμαστε με την άρση της μονιμότητας και με την επιλογή του προσωπικού, ανάλογα με το ποιοί θα βρίσκονται στην εκάστοτε Κυβέρνηση. Αυτή είναι η μία πλευρά και ίσως είναι και η πιο ανώδυνη, γιατί το δεύτερο και το πιο ουσιαστικό είναι ότι η άρση της μονιμότητας, η γενίκευση της απασχόλησης με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου, ορισμένου, ή αορίστου χρόνου, ή με τις άλλες ευέλικτες μορφές απασχόλησης δρομολογούν καταστάσεις, που οδηγούν σε ακόμα φθηνότερο εργατικό δυναμικό και έχουν σαν στόχο και αποτέλεσμα να ρίξουν ακόμα περισσότερο την τιμή της εργατικής δύναμης. Απόδειξη, το Δημόσιο, οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης ήταν το πειραματικό εργαστήριο, στο οποίο άνθισαν και ευδοκίμησαν οι νέες εργασιακές μορφές απασχόλησης που ήθελαν τον εργαζόμενο λάστιχο, τα διάφορα προγράμματα «STAGE», δηλαδή εργαζόμενους χωρίς ασφάλιση, χωρίς δικαιώματα. Ήταν το θερμοκήπιο, που άνθισαν οι νέες μορφές, η μερική απασχόληση, η μερική ζωή κ.ο.κ. και ουσιαστικά εργαζόμενοι, χωρίς δικαιώματα.
Στην προηγούμενη αναθεώρηση, τί είχαμε; Με την κοινή ψήφο των δυο Κομμάτων, της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑ.ΣΟ.Κ., είχαμε τη δυνατότητα να προσλαμβάνονται σε ορισμένες ειδικότητες του Δημοσίου –οργανικές θέσεις, δεν ξέρω, πώς θα το πείτε- όπως για παράδειγμα το ειδικό επιστημονικό προσωπικό και το τεχνικό βοηθητικό προσωπικό, με σχέση ιδιωτικού δικαίου. Έρχεται τώρα η Νέα Δημοκρατία, η οποία διευρύνει αυτό το ρήγμα, που έγινε στην προηγούμενη αναθεώρηση και το γενικεύει σε όλο το Δημόσιο και στον ευρύτερο Δημόσιο Τομέα. Δεν το περιορίζει μόνο σε εκείνες τις θέσεις και δεύτερον, δίνει τη δυνατότητα της βαθμολογικής εξέλιξης. Έτσι θέλει να το παρουσιάσει, σαν δήθεν χάρισμα στους υπαλλήλους, που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, σαν παροχή προς αυτούς, δηλαδή τη δυνατότητα να εξελίσσονται ιεραρχικά.
Εγώ βάζω το εξής ερώτημα: Γιατί πρέπει να προσλαμβάνονται εργαζόμενοι ιδιωτικού δικαίου, που ανακαλύπτουν αυτές τις θέσεις και να μην προσλαμβάνονται μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι. Ας αφήσουμε τα προσχήματα. Θα μου πείτε τα προηγούμενα χρόνια, πριν από την ψήφιση αυτής της συνταγματικής διάταξης, δεν είχαμε προσλήψεις με εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου, ορισμένου ή αορίστου χρόνου, με συμβάσεις έργου και μία σειρά άλλες συμβάσεις, οι οποίες καταστρατηγούσαν και υπονόμευαν τη μονιμότητα. Βεβαίως, γίνονταν με την ανοχή και με τις επιλογές των Κομμάτων, που διακυβέρνησαν αυτό τον Τόπο.
Έγινε η συνταγματική ρύθμιση και, επομένως τώρα, πάμε σε μία ακόμη κατάσταση, που θα οδηγήσει στον ακόμη μεγαλύτερο περιορισμό της μονιμότητας. Άρα, στη γενίκευση των συμβάσεων ιδιωτικού δικαίου, με άλλα λόγια στη «ντε φάκτο» κατάργηση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων. Μιλάω για τη μεγάλη πλειοψηφία. Δεν λέω ότι θα τους καταργήσετε όλους. Βεβαίως, σε κάποιες θέσεις - κλειδιά, σε κάποιους στρατηγικούς τομείς, θα διατηρηθεί και η μονιμότητα, σε κάποιους -ας πούμε- μηχανισμούς, που θα ήθελαν να είναι, επτασφράγιστα, κλειστοί. Όμως, η μεγάλη πλειοψηφία θα απασχολείται με τις λεγόμενες ευέλικτες εργασιακές μορφές απασχόλησης.
Κάποτε, πριν από λίγα χρόνια, πριν από δεκαπέντε χρόνια, κοιτώντας κάποιος τον προϋπολογισμό για παράδειγμα στο Υπουργείο Παιδείας, έβλεπε ότι διατίθενται μεγάλα κονδύλια για την πρόσληψη αναπληρωτών. Αντί να προβλεφθούν κονδύλια για την πρόσληψη μονίμων, προβλέπονταν για την πρόσληψη αναπληρωτών καθηγητών. Τώρα, τα τελευταία χρόνια, είχαμε μία αλλαγή και αναφέρομαι στην τελευταία δεκαετία. Από τους αναπληρωτές πήγαμε πλέον στους ωρομίσθιους, δηλαδή σ’ αυτούς που μπορούν να δουλεύουν για τρεις, για τέσσερις, για πέντε ώρες -ή δεν ξέρω και εγώ πόσο- πάντως όχι με πλήρη, σταθερή απασχόληση. Επομένως, το μέλημα τους ήταν το πώς θα μοιράσουν την ανεργία ανάμεσα στους εργαζόμενους με ό,τι αυτό συνεπάγεται στο περιορισμό και στην υπονόμευση των δικαιωμάτων τους. Αυτό είναι το ένα, για το οποίο δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε στη συγκεκριμένη διάταξη, που προτείνετε.
Το δεύτερο: Υπάρχει σε εκκρεμότητα το μεγάλο πρόβλημα των συμβασιούχων. Ψηφίσατε στην προηγούμενη Αναθεώρηση –και αναφέρομαι στα δύο κόμματα- τη διάταξη, που έλεγε ότι δεν μπορούν να μετατραπούν οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου, σε αορίστου χρόνου. Το αποτέλεσμα, ποιό ήταν; Να συνεχίζεται η ομηρία και χιλιάδες εργαζόμενοι μετά από πολλά χρόνια εργασίας να βρεθούν στο δρόμο και να χάσουν τη δουλειά τους. Οι όποιες απόπειρες να δοθεί λύση στο πρόβλημα έγιναν στα λόγια και από την Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και από την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Δεν το έλυσαν, παρά μόνο για ένα ελάχιστο αριθμό εργαζομένων. Η μεγάλη τους πλειοψηφία έμεινε έξω από αυτές τις ρυθμίσεις. Είναι μία απαράδεκτη ρύθμιση. Και τα δύο Κόμματα φέρουν ευθύνη, όχι μόνο, γιατί ψήφισαν εκείνη τη διάταξη, αλλά και γιατί επιμένουν στην εφαρμογή της και δεν πήραν μέτρα για την αλλαγή της, έτσι ώστε να μπορέσει να βρεθεί λύση στο πρόβλημα. Επαναλαμβάνω, η θέση μας είναι μία σχέση εργασίας και μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις, για κατεπείγουσες απρόβλεπτες ανάγκες θα μπορούσαν να γίνονται προσλήψεις ιδιωτικού δικαίου, όχι όμως να γενικεύονται αυτές οι μορφές απασχόλησης.
Για την Αναθεώρηση του άρθρου 104, πραγματικά δημιουργείται ένα ερώτημα. Τι αλλαγή χρειάζεται; Υποτίθεται ότι θέλει να τονώσει την προσωπική ευθύνη των δημοσίων υπαλλήλων από παράνομη υπαίτια συμπεριφορά. Ο αστικός κώδικας το έλυνε αυτό το ζήτημα. Υπάρχει καμία ανάγκη να γίνει και συνταγματική αλλαγή, να μπει και στο Σύνταγμα μία τέτοια διάταξη; Δεν μπορώ να καταλάβω τη σκοπιμότητα αυτής της διάταξης. Νομίζω ότι οι διατάξεις που υπήρχαν και στον Αστικό Κώδικα ήταν αρκετές.
Είμαστε αντίθετοι στην υπαγωγή της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας και της Επιτροπής Ανταγωνισμού στις διατάξεις για τις Ανεξάρτητες Αρχές. Έτσι και αλλοιώς, οι Ανεξάρτητες Αρχές στα λόγια είναι Ανεξάρτητες Αρχές. Το έχουμε πει, κατ’ επανάληψη, δεν χρειάζεται να επαναλάβω το σκεπτικό και για ποιο λόγο θεωρούμε ότι αυτές οι Αρχές δεν μπορεί, ουσιαστικά, ανεξάρτητα από τις προθέσεις των ανθρώπων, που μπορεί να τις στελεχώνουν, να παίξουν κάποιο ουσιαστικό ρόλο. Το βασικό είναι ότι κινούνται σε ένα θεσμικό πλαίσιο, το οποίο έχει καθοριστεί από τις κυρίαρχες δυνάμεις. Η όποια ανεξαρτησία τους περιορίζεται στο θεσμικό πλαίσιο, που έχει ψηφιστεί από τις κυρίαρχες δυνάμεις. Όμως, εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι διαφορετικό. Η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και η Επιτροπή Ανταγωνισμού δεν είναι Επιτροπές, οι οποίες ασχολούνται με τον έλεγχο της Δημόσιας Διοίκησης, όπως μπορεί να ασχολείται ο Συνήγορος του Πολίτη και οι άλλες αρχές. Η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και η Επιτροπή Ανταγωνισμού -ας το πω απλά- παίζουν τον ρόλο του τροχονόμου, στο πώς θα μοιραστεί η πίττα στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και Επιτροπή Ανταγωνισμού γενικότερα ανάμεσα στις επιχειρήσεις. Υπάρχει καμία σκοπιμότητα να ενταχθούν αυτές οι Επιτροπές στις λεγόμενες Ανεξάρτητες Αρχές;
Τί κάνει η Ρ.Α.Ε.; Από πού προέκυψε η ανάγκη να δημιουργηθεί αυτή η Αρχή; Προέκυψε, από τότε, που αποφασίστηκε η απελευθέρωση της αγοράς, που είχε σαν αποτέλεσμα να καταργηθεί το κρατικό μονοπώλιο, να δοθεί η δυνατότητα να μπουν και άλλες επιχειρήσεις, συνεπώς να υπάρχει ανταγωνισμός στον κλάδο και θα έπρεπε να ρυθμιστούν όλα αυτά τα ζητήματα. Έχει καμία σχέση με τις υπόλοιπες Ανεξάρτητες Αρχές και θα πρέπει να υπαγάγουμε αυτές τις επιτροπές –αναφέρομαι και στις δύο, και στη Ρ.Α.Ε. και στην Επιτροπή Ανταγωνισμού- στο Σύνταγμα; Να κατοχυρώσουμε και συνταγματικά ότι εσαεί, δηλαδή, θα είναι έτσι η κατάσταση, με το χώρο της ηλεκτρικής ενέργειας πάντα στα χέρια της απελευθέρωσης της αγοράς; Είμαστε αντίθετοι.
Δεν βλέπουμε σκοπιμότητα να μπει και η άλλη διάταξη για την υπαγωγή των ζώων. Δηλαδή, η έλλειψη συνταγματικής διάταξης ήταν αυτό που εμπόδισε να παρθούν κάποια μέτρα για την προστασία των ζώων; Ας κρατήσουμε τη συζήτηση σε ένα επίπεδο. Δεν χρειάζεται να μπούμε σε τέτοια ζητήματα. Το τελευταίο άρθρο αναφέρεται στους Απόδημους. Πιστεύουμε ότι η προηγούμενη διατύπωση ήταν καλύτερη. Δεν νομίζουμε ότι χρειάζεται αλλαγή. Η προηγούμενη διατύπωση μιλούσε για τους Απόδημους. Άλλο ο «Απόδημος» και άλλο ο «Ελληνισμός» ο οποίος μπορεί να παραπέμπει σε άλλες έννοιες. Δεν ξέρω ο καθένας, τί διάσταση μπορεί να δίνει. Η προηγούμενη πάντως διατύπωση με τους Απόδημους, που υπονοούσε τους μετανάστες ήταν πιο πρακτική και ήταν καλύτερη.
Πιστεύω ότι θα έπρεπε να παραμείνει εκείνη η διάταξη.
ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΚΕ ΣΤΗΝ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΕΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Πριν από την ψηφοφορία το Κ.Κ.Ε. εξέφρασε ένα προβληματισμό, που αφορούσε την παρούσα, αλλά και κάθε μελλοντική αναθεώρηση του Συντάγματος. Συγκεκριμένα αναφέρθηκε, στο κατά πόσο είναι σύμφωνο με το άρθρο 110 του Συντάγματος, που ορίζει τη διαδικασία της Αναθεώρησης, να ψηφίζονται από προηγούμενη Βουλή οι προς αναθεώρηση διατάξεις και να ψηφίζεται στην Αναθεωρητική Βουλή το περιεχόμενο αυτών των διατάξεων. Αναφέρθηκε σε κάποιες περιπτώσεις, όπου προτείνονται για ψήφιση άρθρα, που δεν έχουν ψηφιστεί από την προηγούμενη Βουλή. Συγκεκριμένα,
Α) Στο άρθρο 29 του Συντάγματος, είχε ζητηθεί με πρόταση της Νέας Δημοκρατίας η αναθεώρηση της παραγράφου 2, που αφορά τα οικονομικά των Κομμάτων.
Τώρα, χωρίς να έχει συζητηθεί και να ψηφιστεί από την προηγούμενη Βουλή, έρχεται και συζητείται προσθήκη νέας παραγράφου, η παράγραφος 3, η οποία, μάλιστα, έχει και πολύ ουσιαστικό περιεχόμενο και αφορά παρέμβαση στη λειτουργία των Κομμάτων.
Β) Η δεύτερη περίπτωση είναι ότι στο άρθρο 103 του Συντάγματος ζητήθηκε η τροποποίηση των παραγράφων 2, 3, 5 και 8, με αντικείμενο την εξέλιξη των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα, με σχέση ιδιωτικού δικαίου. Στην Επιτροπή Αναθεώρησης, μένουν άθικτες οι πιο πάνω παράγραφοι του άρθρου 103 και ζητείται η προσθήκη νέας παραγράφου 9 στο άρθρο 103, με το πιο πάνω περιεχόμενο.
Γ) Αρχικά ζητήθηκε από ένα αριθμό Βουλευτών, που απαιτείται σύμφωνα με το Σύνταγμα και ψηφίστηκε από την προηγούμενη Βουλή, η προσθήκη στο άρθρο 5 του Συντάγματος διάταξης για την προστασία των ζώων.
Τώρα, με τις τελικές διατυπώσεις, ζητείται η προσθήκη νέου άρθρου, του άρθρου 24 Α, με περιεχόμενο την προστασία των ζώων, προσθήκη άρθρου, δηλαδή, που δεν είχε ψηφιστεί από την προηγούμενη Βουλή.
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΕΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ
Άρθρο 14 παρ. 9 ΟΧΙ
(Κατάργηση βασικού μετόχου)
Άρθρο 16
Παρ. 1 (Ευρωπαϊκή διάσταση παιδείας) ΟΧΙ
Παρ. 5 (Δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών Α.Ε.Ι.) ΟΧΙ
Παρ. 7 (Επαγγελματική εκπαίδευση-ιδιωτικοποίηση) ΟΧΙ
Παρ. 8 (Δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών Α.Ε.Ι.) ΟΧΙ
Προσθήκη 2 παραγράφων (10 και 11). ΟΧΙ
(Αξιολόγηση στα ΑΕΙ και Εθελοντισμός, αλλά
και Κοινωνία Πολιτών, Μ.Κ.Ο.)
Άρθρο 17
Παρ. 1 (Κατοχύρωση πνευματικής Ιδιοκτησίας) ΟΧΙ
Προσθήκη παραγράφων (Για ρυμοτομικές ΟΧΙ
απαλλοτριώσεις)
Άρθρο 20 παρ. 1 (Προσωρινή δικαστική ΟΧΙ
προστασία)
Άρθρο 22 παρ. 1(Κοινωνική συνοχή - ΟΧΙ
ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα)
Άρθρο 24 παρ.1 (Δάση-περιβάλλον) ΟΧΙ
Άρθρο 24Α (Προστασία των ζώων) ΟΧΙ
Άρθρο 28 παρ.3 και ερμηνευτική δήλωση ΟΧΙ
(Κύρωση συνθηκών Ε.Ε.με 151 βουλευτές)
Άρθρο 29 παρ. 2 (Οικονομικά Κομμάτων) ΟΧΙ
Άρθρο 29 προσθήκη παραγράφου ΟΧΙ
(Λειτουργία Κομμάτων)
Άρθρο 57 (επαγγελματικό ασυμβίβαστο) ΠΑΡΩΝ
Άρθρο 58 (Έλεγχος κύρους των εκλογών ΟΧΙ
από Συνταγματικό Δικαστήριο)
Άρθρο 62 (Άρση ασυλίας βουλευτών) ΟΧΙ
Άρθρο 78 παρ. 6 (Εγγυήσεις Δημοσίου) ΟΧΙ
Άρθρο 79 παρ.1 (Τροποποίηση κονδυλίων ΠΑΡΩΝ
Προυπολογισμού)
Άρθρο 88 παρ.2 εδ, γ΄, δ΄ και ε΄ ΟΧΙ
(Μισθοδικείο δικαστών-Συνταγμ. Δικαστήριο)
Άρθρο 90 παρ.5 (Διορισμός ηγεσίας ΟΧΙ
Δικαιοσύνης)
Άρθρο 95 Προσθήκη διάταξης (Ειδικό τμήμα ΟΧΙ
στο Σ.τ.Ε. για διοικητικές συμβάσεις)
Άρθρο 98 παρ.1 εδ. β΄(Ειδικό τμήμα Ε.Σ.) ΟΧΙ
Άρθρο 100 (Συνταγματικό Δικαστήριο) ΟΧΙ
Άρθρο 101 (Νησιωτικές και ορεινές περιοχές) ΠΑΡΩΝ
Άρθρο 101Α (Συνταγματοποίηση Α.Δ.Α. ΟΧΙ
Επιτροπή Ανταγωνισμού και Ρ.Α.Ε.)
Άρθρο 102 παρ. 1 εδ. δ΄(Αρμοδιότητα Ο.Τ.Α. ΟΧΙ
σε πολεοδομικά θέματα)
Άρθρο 103 παρ. (2,3,5,8)9 (Εξέλιξη υπαλλήλων ΟΧΙ
αορίστου χρόνου)
Άρθρο 104 παρ. 3 (Ατομική ευθύνη υπαλλήλων) ΟΧΙ
Άρθρο 108 παρ. 1,2 (Μετονομασία Απόδημου ΟΧΙ
Ελληνισμού σε Ελληνισμό Διασποράς)
Άρθρο 111 παρ. 2 ΑΠΟΣΥΡΘΗΚΕ
Άρθρο 111 παρ. 6 (Διάταξη άρθρου 19 ΠΑΡΩΝ
Κώδικας Ιθαγένειας)
Άρθρο 115 παρ.2 (Μεταβατική για ΠΑΡΩΝ
αρμοδιότητα Α.Ε.Δ.)
Άρθρο 115 παρ.7 (Έναρξη ισχύος ΠΑΡΩΝ
επαγγελματικού ασυμβίβαστου)
Άρθρο 117 παρ.3 (Κυρώσεις για ΟΧΙ
παραβάσεις)
Άρθρο 117 παρ.7(Έναρξη ισχύος ΟΧΙ
άρθρου 17 παρ. 4 Συντάγματος)
Άρθρο 118 παρ.5 (Μεταβατική για ΟΧΙ
αποχώρηση Αντιπροέδρων)
Άρθρο 118 παρ. 7(Μεταβατική για ΟΧΙ
Συμβασιούχους).
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΑΓΟΡΗΤΗ ΤΟΥ ΣΥ.ΡΙΖ.Α.
ΦΩΤΙΟΥ ΚΟΥΒΕΛΗ
Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α παραμένει στη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος, διότι θεωρούμε ότι μεταξύ των άλλων για τα οποία έδωσε εντολή ο ελληνικός λαός, είναι και η εξέλιξη της αναθεωρητικής διαδικασίας. Παραμένουμε στην αναθεωρητική διαδικασία του Συντάγματος με τις θέσεις μας και όπως αυτές αναδείχθηκαν και προσδιορίστηκαν στην προηγούμενη φάση της αναθεώρησης του Συντάγματος.
Η ανεπάρκεια και η υποβαθμισμένη λειτουργία του πολιτεύματος δεν συνιστούν μόνο πρόβλημα δημοκρατίας, αλλά και μεγάλο εμπόδιο για την ανάπτυξη της χώρας. Είναι αναγκαία η ριζική μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος και η διεύρυνση της λειτουργίας του με νέους θεσμούς, προκειμένου να ενισχυθεί η δημοκρατία, η αποκέντρωση, η περιφερειακή συγκρότηση, αλλά και η ανάπτυξη σε νέα πεδία κοινωνικής δραστηριότητας.
Το πολιτικό σύστημα διακυβέρνησης, με τις συγκεκριμένες δομές του, είναι ανίκανο να υπηρετήσει τον επί της ουσίας εκσυγχρονισμό του κράτους. Χρειάζονται βαθειές μεταρρυθμιστικές τομές, προκειμένου να υπάρξει αποκέντρωση των εξουσιών, ριζική ανακατανομή των εξουσιών, κυρίως μεταξύ της εκτελεστικής εξουσίας και των αντιπροσωπευτικών οργάνων της πολιτείας, αποτελεσματικοί κοινωνικοί έλεγχοι της πολιτικής, αλλά και συμμετοχή των πολιτών στην ασκούμενη πολιτική μέσω αντιπροσωπευτικών θεσμών.
Υπάρχει υπερτροφία της εκτελεστικής εξουσίας έναντι της νομοθετικής εξουσίας: Η Βουλή, εν τέλει, το κατ’ εξοχήν εκφραστικό όργανο της λαϊκής κυριαρχίας, βρίσκεται σε σχέση παρακολουθηματική προς την εκτελεστική εξουσία.
Κατά συνέπεια, θα μπορούσε η αναθεώρηση του Συντάγματος να προσδώσει στη Βουλή, νέες αρμοδιότητες και εξουσίες, έτσι ώστε η Βουλή να αποκτήσει στοιχεία κυβερνώσας Βουλής. Και αυτό είναι μείζον πολιτικό ζήτημα. Η Βουλή έχει παρακολουθηματική σχέση έναντι της εκτελεστικής εξουσίας. Λειτουργεί επί της ουσίας «αφυδατωμένα» και περιορίζεται στο να επικυρώνει κάθε φορά τις αποφάσεις της εκτελεστικής εξουσίας. Και αυτό είναι ένα ζήτημα διαχρονικό, είναι ένα ζήτημα το οποίο, αν δεν αντιμετωπιστεί, η υπάρχουσα κατάσταση, προϊόντος του χρόνου, θα προσβάλλει ακόμα περισσότερο τη λαϊκή κυριαρχία με ό,τι εμπεριέχει η έκφραση «λαϊκή κυριαρχία».
Κατά συνέπεια, θα μπορούσε η αναθεώρηση του Συντάγματος να αποτελέσει δυνατότητα να υπάρξουν οι θεσμικές αλλαγές, που θα εκσυγχρονίζουν το πολιτικό σύστημα διακυβέρνησης του τόπου και θα αναζωογονούν τη λειτουργία της δημοκρατίας.
Το πρόβλημα της χώρας δεν είναι μόνο θεσμικό. Είναι πολιτικό και θεσμικό και η αντιμετώπισή του πρέπει να γίνεται και στα δύο επίπεδα. Υπάρχουν συνταγματικές ρυθμίσεις όσο και επιταγές, οι οποίες δεν παράγουν το αποτέλεσμα, που θέλησε ο συντακτικός νομοθέτης. Και αναφέρομαι σε διατάξεις, που έχουν σχέση, κυρίως, με τα κοινωνικά δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες.
Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α υπερασπίζεται το άρθρο 24 του Συντάγματος και τη μη αναθεώρησή του, αναφορικά με την προστασία του περιβάλλοντος. Επίσης, υπερασπίζεται τη μη αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, αναφορικά με την επιχειρούμενη αποδόμηση του δημόσιου χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης.
Η υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης, όσο γενικότερα και του δημόσιου χώρου, δεν σημαίνει ότι απομακρυνόμαστε από την παραδοχή ότι ο δημόσιος χώρος έχει ανάγκη να στηριχθεί, να αναβαθμιστεί και να εκσυγχρονιστεί, σε πολλαπλά επίπεδα.
Η αναθεωρητική διαδικασία καλείται να αντιμετωπίσει και άλλης τάξεως ζητήματα. Για παράδειγμα, την εκχώρηση αρμοδιοτήτων και εξουσιών σε υπερεθνικά όργανα, στα οποία μετέχει η Ελλάδα.
Δεν θα αναφερθώ στο λεγόμενο «συνταγματικό πατριωτισμό», διότι θα χρειαζόταν μεγάλη συζήτηση για το τι εμπεριέχει η έννοια του «συνταγματικού πατριωτισμού». Θα υπερασπιστώ, όμως, την άποψη ότι το Σύνταγμά μας πρέπει αμετακίνητα να λειτουργεί προστατευτικά για τα κοινωνικά δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες και ότι δεν θα πρέπει αρμοδιότητες, που αναφέρονται σε αυτά τα κρίσιμα μεγέθη, να εκχωρούνται, και μάλιστα με συνταγματική ρύθμιση, στα υπερεθνικά όργανα στα οποία μετέχει η Ελλάδα.
Είναι χαρακτηριστικό, το γεγονός ότι, εν ομοφωνία, το 2001 η Βουλή των Ελλήνων απεφάσισε τη λεγόμενη διαφάνεια στο χώρο των μέσων μαζικής ενημέρωσης και, σχεδόν εν ομοφωνία, προέβη στη ρύθμιση του άρθρου 14, παράγραφος 9 του Συντάγματος, καθιερώνοντας το λεγόμενο ασυμβίβαστο μεταξύ ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και δικαιωμάτων, που απορρέουν από σχέσεις προμηθειών, εκτέλεσης έργων και προσφοράς υπηρεσιών στο δημόσιο.
Το άρθρο 14, παράγραφος 9 του Συντάγματος αφυδατώθηκε πλήρως. Δεν ισχύει η συγκεκριμένη διάταξη και ο σχετικός εκτελεστικός νόμος, δεν έχει ούτε και το ελάχιστο στοιχείο επαφής με τη ρύθμιση του άρθρου 14, παράγραφος 9 του Συντάγματος, κάτω από επιταγές και πιέσεις παραγόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Κυβέρνηση δεν επέλεξε το δρόμο της προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, για να υπερασπιστεί την υπόθεση της διαφάνειας, η οποία αναφέρεται στον πυρήνα των δικαιωμάτων της χώρας μας, ως μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία δεν επιτρέπεται να επηρεάζονται από αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία μετέχουμε.
Τα ζητήματα των ατομικών ελευθεριών και αυτά, ενώ προσδιορίζονται με ένα συγκεκριμένο και σαφή τρόπο από το Σύνταγμά μας, ετεροκαθορίζονται από κοινοτικές οδηγίες και αποφάσεις του συμβουλίου των Υπουργών των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έρχεται, εκ των υστέρων, η Βουλή να «συμμορφωθεί» -συμμορφώνεται, βέβαια, κατά πλειοψηφία- με εκείνα που αποφασίζονται από τα συμβούλια των Υπουργών των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μάλιστα για θέματα –επαναλαμβάνω- όπου η συνταγματική ρύθμιση, η ρύθμιση του ελληνικού Συντάγματος είναι σαφής, συγκεκριμένη και μη επιδεχόμενη αμφισβήτηση.
Με αυτές τις θέσεις ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. προσέρχεται στην αναθεωρητική διαδικασία.
Είναι γνωστές οι προτάσεις που καταθέσαμε στην προηγούμενη περίοδο, όταν και πάλι συζητούσε η Βουλή των Ελλήνων την αναθεώρηση του Συντάγματος. Πιστεύουμε ότι, και με την παρούσα σύνθεση, η Επιτροπή είναι δυνατόν να υιοθετήσει ρυθμίσεις, που θα εξυπηρετούν το συμφέρον των Ελλήνων πολιτών. Χαρακτηριστική η περίπτωση της καθιέρωσης του ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος. Και τούτο σε τίποτα δεν εμποδίζεται από την παρούσα σύνθεση της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος.
Σε ό,τι αφορά το άρθρο 14, παράγραφος 9 του Συντάγματος, η υπόμνηση είναι αναγκαία. Όταν ψηφίζαμε, εν ομοφωνία, στην αναθεωρητική διαδικασία του έτους 2001, τη διάταξη του άρθρου 14, παράγραφος 9 του Συντάγματος, το πράτταμε -το έπραττε η Βουλή- υπό το κράτος της παραδοχής ότι η χειραγώγηση της πολιτικής από τα ποικιλώνυμα κέντρα εξουσίας, τα οποία εκφράζονται με τη δυναμική πολλών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, ήταν υπαρκτό μέγεθος. Ο συντακτικός νομοθέτης δεν ενεφανίσθη, ως κεραυνός εν αιθρία, να καθιερώσει τη διάταξη του άρθρου 14, παράγραφος 9. Το έπραξε, διότι ήθελε και στο επίπεδο του Συντάγματος, με διάταξη, δηλαδή, συνταγματικής περιωπής, να απομακρύνει τον επηρεασμό της πολιτικής από τη χειραγώγηση και την κηδεμονία των ποικιλώνυμων οικονομικών κέντρων, τα οποία ασκούσαν και εξακολουθούν να ασκούν τη δική τους πολιτική, προφανώς, όχι για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του ελληνικού λαού, αλλά προδήλως για την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων. Γι’ αυτό ο συντακτικός νομοθέτης καθιέρωσε, τη διάταξη του άρθρου 14, παράγραφος 9 του Συντάγματος.
Εν συνεχεία, άρχισαν οι πιέσεις αναφορικά με τον εκτελεστικό νόμο, ο οποίος είχε εκδοθεί. Πιέσεις παραγόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μάλιστα κατά παράβαση κρίσιμων νομοθετικών μεγεθών, σύμφωνα με οποία τα ζητήματα της διαφάνειας αφορούν στην εσωτερική έννομη τάξη και δεν είναι δυνατόν να παρεμβαίνει σε αυτά, με την οποιαδήποτε δικαιολογία και εκδοχή, η Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην προκειμένη περίπτωση, «εφευρέθηκε», από παράγοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο ελεύθερος ανταγωνισμός, για να πλήξει το καίριο ζήτημα της διαφάνειας, που ανάγεται στη σφαίρα άλλου αγαθού. Μετά από πιέσεις, υπεχώρησε η Κυβέρνηση και έφερε ένα νεότερο νόμο, ο οποίος βρίσκεται σε τεράστια απόσταση από τη ρύθμιση του άρθρου 14, παράγραφος 9. Δεν επέλεξε η Κυβέρνηση να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, προκειμένου να υπερασπισθεί τον εκτελεστικό νόμο. Σήμερα η κυβερνητική Πλειοψηφία προτείνει την αναθεώρηση της διατάξεως του άρθρου 14, παράγραφος 9 του Συντάγματος, για να εναρμονισθεί το Σύνταγμα προς τον νόμο και όχι ο νόμος προς το Σύνταγμα.
Σε ό,τι έχει σχέση με το άρθρο 17 του Συντάγματος: Δεν χρειάζεται η αναφορά στην πνευματική δημιουργία, διότι, ούτως ή άλλως, η ρύθμιση, που υπάρχει, με το συγκεκριμένο άρθρο και όπως αυτό έχει, καλύπτει και την πνευματική δημιουργία.
Αναφορικά, επίσης, με το άρθρο 17 του Συντάγματος, είναι υπαρκτό το πρόβλημα να κηρύσσονται απαλλοτριώσεις, να δεσμεύονται ακίνητα, πλην όμως να μη συντελείται, σε εύλογο χρόνο, η διαδικασία της απαλλοτρίωσης, με αποτέλεσμα έτσι, να αφυδατώνει και να βλάπτει δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών. Δεν χρειάζεται, όμως, συνταγματική ρύθμιση. Χρειάζεται νομοθετική ρύθμιση, έτσι ώστε με σαφήνεια να οριστεί ο λεγόμενος «εύλογος χρόνος». Φορτώνεται το Σύνταγμα με περιττές διατάξεις, με διατάξεις και ρυθμίσεις που είναι της αρμοδιότητας του κοινού νομοθέτη και όχι του συντακτικού νομοθέτη. Πέραν τούτου, με την διατύπωση, η οποία προτείνεται, είναι δυνατόν να καταστραφεί και κάθε χωροταξικός σχεδιασμός.
Αναφορικά με το άρθρο 20 του Συντάγματος: Προτείνεται η αναθεώρηση της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του Συντάγματος προς την κατεύθυνση –έτσι γράφει η πρόταση- της ρητής κατοχύρωσης και του δικαιώματος στην προσωρινή δικαστική προστασία. Δεν χρειάζεται συνταγματική ρύθμιση για την καθιέρωση της προσωρινής δικαστικής προστασίας, η οποία αφ’ ενός μεν υπάρχει, αφ’ ετέρου δε αν η ρύθμιση, που γίνεται από τον κοινό νόμο δεν είναι επαρκής, ο κοινός νομοθέτης να ανακαθορίσει την προσωρινή δικαστική προστασία, αποτελεσματικότερα και συστηματικότερα.
Όσον αφορά στο άρθρο 22 του Συντάγματος: Το κοινωνικό κράτος δεν αρκεί να διακηρύσσεται. Το κοινωνικό κράτος πρέπει να προκύπτει, ως το αποτέλεσμα συγκεκριμένης και οργανωμένης πολιτικής. Τι θα μπορούσε, όμως, να περιληφθεί στο άρθρο 22 του Συντάγματος; Μια διάταξη, για την καθιέρωση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος στην αξιοπρεπή διαβίωση και μάλιστα με τρόπο, ο οποίος θα καθιστά αγώγιμο το δικαίωμα του κάθε πολίτη για αξιοπρεπή διαβίωση, με αντίστοιχες υποχρεώσεις του ελληνικού κράτους.
Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, σε αξιοπρεπή διαβίωση δεν λειτουργεί αποτρεπτικά διεκδικήσεων και περαιτέρω αυξήσεων σε αποδοχές και συντάξεις. Σε τίποτα δεν θα εμποδίζεται ο νομοθέτης, όταν υπάρχει καθιερωμένο το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, να ρυθμίζει προς τα πάνω τις αποδοχές από μισθούς και συντάξεις. Και το επιχείρημα ότι το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα μπορεί να λειτουργήσει περιοριστικά των κοινωνικών αγώνων για τη βελτίωση της θέσης των εργαζομένων, νομίζω ότι είναι, τουλάχιστον, αβάσιμο.
Διεκτραγωδείται η κατάσταση της ανώτατης εκπαίδευσης. Είναι υπαρκτή η συμφωνία για ορισμένες διαπιστώσεις, αναφορικά με το επίπεδο της παρεχόμενης εκπαίδευσης στο χώρο των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Το ερώτημα, όμως, είναι εμπόδισε το άρθρο 16 του Συντάγματος, ως έχει, να αναβαθμιστεί η ανώτατη εκπαίδευση ή η εκπαίδευση ως προς το σύνολο των βαθμίδων της; Εμπόδισε, το άρθρο 16 του Συντάγματος, να μην έχουμε τη λυκειακή βαθμίδα, ως προπαρασκευαστήριο εισαγωγής στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και όχι ως μία βαθμίδα εκπαίδευσης, που θα παρέχει ουσιαστική γνώση και ουσιαστική παιδεία; Προφανώς όχι.
Δεν μπορώ να αντιληφθώ, τι σχέση έχει το άρθρο 16 του Συντάγματος και η επιχειρούμενη αναθεώρησή του, σύμφωνα με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, με όλα εκείνα, τα οποία περιγράφονται και αναφέρονται για να στηρίξουν την πρόταση για την παρουσία ιδιωτικών πανεπιστημίων στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης. Αυτό δεν το αντιλαμβάνομαι. Εκείνο το οποίο αντιλαμβάνομαι, αλλά διαφωνώ μαζί του, είναι η καθαρότητα της πρότασης ότι διεκδικούν κάποιοι να υπάρχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια με ποικίλες επωνυμίες, ενώσεις μη κερδοσκοπικές, ιδιωτικά πανεπιστήμια υπαγόμενα στον κρατικό έλεγχο κ.ο.κ.. Τα άλλα, αποτελούν, κατά τη γνώμη μου, επιχειρήματα αβάσιμα, μη συνδεόμενα με τον πυρήνα της πρότασης όλων εκείνων, που διεκδικούν την παρουσία των ιδιωτικών πανεπιστημίων στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης.
Η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας είναι πάρα πολύ συγκεκριμένη και το συγκεκριμένο, αναδεικνύεται από αυτό, που καταγράφεται, επισήμως στα Πρακτικά της Βουλής. Η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας διεκδικεί η ανώτατη εκπαίδευση να μην παρέχεται αποκλειστικά από το δημόσιο.
Κρατική εποπτεία: Όταν θα δοθεί η δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικού πανεπιστημίου, η κρατική εποπτεία εκ των πραγμάτων σχετικοποιείται. Δανείζομαι και αξιοποιώ συγκριτικά στοιχεία, από χώρες στις οποίες λειτουργούν ιδιωτικά πανεπιστήμια. Το δημόσιο, δηλαδή το κράτος, μπορεί να θέτει ένα επίπεδο ελαχίστων προϋποθέσεων, αλλά, από εκεί και πέρα και μάλιστα στο όνομα του αυτοδιοίκητου, δεν μπορεί να παρεμβαίνει στη διαμόρφωση ούτε καν του εκπαιδευτικού προγράμματος, από ένα επίπεδο και πάνω.
Έχει ακουστεί το επιχείρημα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πιέζει, με διαφόρους τρόπους, για να δοθεί η δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων. Είναι αβάσιμο. Άλλωστε, τα ζητήματα της παιδείας ανήκουν στην αποκλειστική ρύθμιση του κάθε κράτους-μέλους της Ένωσης. Δεν μπορεί να παρέμβει καμμία ευρωπαϊκή ένωση και να μας υποχρεώσει να επιτρέπουμε την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, έστω και υπό τον τίτλο «μη κερδοσκοπικό πανεπιστήμιο».
Υπάρχει επιχείρημα, το οποίο καταγράφεται και στην πρόταση της Νέας Δημοκρατίας: Να αντιμετωπίσουμε τη φοιτητική μετανάστευση. Είναι ένα επιχείρημα, το οποίο, μάλιστα, οφείλω να αναγνωρίσω ότι βρίσκει και ευήκοα ώτα μέσα στην ελληνική κοινωνία, διότι, πράγματι, πάρα πολλά παιδιά βρίσκονται στο εξωτερικό για σπουδές, επειδή δεν μπόρεσαν να εισέλθουν στα δικά μας ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Αλλά και αυτό το επιχείρημα δεν έχει βασιμότητα, διότι η φοιτητική μετανάστευση, πρέπει να αντιμετωπίζεται με την αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος. Γιατί οι άλλες χώρες, δεν έχουν φοιτητική μετανάστευση; Γιατί δεν έχουν φοιτητική μετανάστευση, την ώρα, μάλιστα, που έχουν εξαιρετικά αυστηρά πανεπιστήμια; Διότι έχουν διαμορφώσει ένα εκπαιδευτικό σύστημα, που καθιστά ευκολότερη την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση. Όλα αυτά, μπορεί να τα αντιμετωπίσει η αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος και να τα αντιμετωπίσει με ένα τρόπο, που θα ανταποκρίνεται στη σύγχρονη διεκδίκηση η παιδεία να είναι το συνεχώς επενδυόμενο κεφάλαιο, με απόδοση και με μία απόδοση σε πολλαπλά επίπεδα.
Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. από εξαιρετικά υπεύθυνη θέση καταψηφίζει την προτεινόμενη αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος και η καταψήφιση αφορά στο σύνολο του άρθρου 16. Το πράττουμε, από υπεύθυνη θέση. Δεν θέλουμε να υπερασπιστούμε τα κακώς κείμενα. Τα κακώς κείμενα μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε, με αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος. Τα κακώς κείμενα μπορούμε να τα ανατρέψουμε μ’ έναν σύγχρονο νόμο-πλαίσιο, διότι ο νόμος-πλαίσιο, που ψηφίστηκε από την κυβερνητική Πλειοψηφία, δεν είναι εκείνος, ο οποίος αντιστοιχεί στις ανάγκες του σημερινού ελληνικού πανεπιστημίου.
Αναφέρομαι στο άρθρο 29 του Συντάγματος και ειδικότερα στην παράγραφο 2, την οποία προτείνει η Νέα Δημοκρατία προς αναθεώρηση, κατά το περιεχόμενο της πρότασης, που έχει καταθέσει.
Θεωρώ ότι υπάρχει επάρκεια της σημερινής διάταξης του άρθρου 29 και δεν χρειάζεται καμμία τροποποίηση. Εκείνο, που χρειάζεται είναι η εφαρμογή του νόμου, διότι όντως γίνεται ένας έλεγχος του λεγομένου «πόθεν έσχες», αλλά, δεν είναι ουσιαστικός.
Ο έλεγχος δεν είναι ουσιαστικός. Όπως δεν είναι ουσιαστικός και ο έλεγχος, ο οποίος γίνεται και για τα οικονομικά των κομμάτων. Επομένως, δεν χρειάζεται καμμία παραπομπή του ελέγχου στο Συνταγματικό Δικαστήριο. Και το υποστηρίζουμε, όχι γιατί είμαστε αντίθετοι με την ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου, όπως στην οικεία διάταξη του Συντάγματος διεξοδικά θα αναφερθούμε. Το υποστηρίζουμε, διότι η συγκεκριμένη ρύθμιση του άρθρου 29 του Συντάγματος έχει επάρκεια και το μόνο το οποίο επιβάλλεται είναι η ορθή εφαρμογή του νόμου.
Ο έλεγχος αφορά στο «έσχες», δεν αφορά στο «πόθεν». Εκείνο το οποίο επιβάλλεται είναι η ορθή εφαρμογή του νόμου.
Και πάλι η υποκρισία παρούσα. Η συνταγματική διάταξη, η υπάρχουσα, του άρθρου 29, προβλέπει και έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα όλων εκείνων, που παραβιάζουν την νομοθεσία και υπερβαίνουν και το όριο των εκλογικών δαπανών. Έχει γίνει, ποτέ, κανένας ουσιαστικός έλεγχος; Όταν διαπιστώνεται πακτωλός χρημάτων, μεταφρασμένος σε έντυπα, σε μηνύματα, άμεσα ή έμμεσα, βέβαια, και αυτά τα χρήματα δεν έχουν καμμία αντιστοιχία με οικονομικές δυνατότητες κάποιων πολιτικών παραγόντων, ποιός τα έχει ελέγξει όλα αυτά; Όλα αυτά δεν χρειάζονται καμμία συνταγματική ρύθμιση για να αντιμετωπιστούν. Χρειάζονται πολιτική βούληση και χρειάζονται ρυθμίσεις στο επίπεδο της απλής, της κοινής νομοθεσίας και όχι στο επίπεδο του Συντάγματος.
Αναφορικά με το άρθρο 57 του Συντάγματος: Απέτυχε η προηγούμενη ρύθμιση. Απλώς, να θυμίσω σε ποιά στιγμή ήλθε το απόλυτο ασυμβίβαστο. Την εποχή εκείνη, υπήρχε ορυμαγδός, αναφορικά με ζητήματα πολιτικής αδιαφάνειας και αδιαφάνειας πολιτικών συμπεριφορών. Και τότε, για να υπάρξει μία απάντηση προς μία διαμαρτυρόμενη και καταγγέλλουσα κοινή γνώμη επελέγη η ρύθμιση του άρθρου 57 του Συντάγματος, για την καθιέρωση του απόλυτου ασυμβιβάστου. Και ήταν πάρα πολλές οι φωνές, που υποστήριζαν και έλεγαν «προσέξτε η καθιέρωση αυτή του απολύτου ασυμβιβάστου, θα οδηγήσει στη Βουλή των ανεπάγγελτων, στη Βουλή των γόνων πλουσίων οικογενειών, στη Βουλή των γόνων πολιτικών οικογενειών, στη Βουλή η οποία δεν θα είναι αντιπροσωπευτική της κοινωνίας». Εκείνο που χρειάζεται είναι η επαναφορά των πραγμάτων στην, πριν από το 2001, συνταγματική ρύθμιση του άρθρου 57. Πράγματι, υπάρχουν επιμέρους ενέργειες και δραστηριότητες, σε σχέση με το επαγγελματικό ασυμβίβαστο, που μπορούν, στο επίπεδο της κοινής νομοθεσίας, να αντιμετωπιστούν, όπως είχαν αντιμετωπιστεί στο παρελθόν.
Επομένως, αυτό το οποίο έγινε το 2001 πρέπει να διορθωθεί, πρέπει να αντιμετωπιστεί. Περιπτώσεις, που, πράγματι, πρέπει να αντιμετωπιστούν και να ρυθμιστούν ως ασυμβίβαστες ενέργειες στο πλαίσιο της επαγγελματικής δραστηριότητας, μπορεί ο κοινός νομοθέτης επαναλαμβάνω, εξαιρετικότατα να αντιμετωπίσει.
Σε ό,τι αφορά το άρθρο 62 του Συντάγματος: Δεν χρειάζεται, αναφορικά με τη βουλευτική ασυλία, καμμιά αναθεώρηση της σχετικής διάταξης. Έχει επάρκεια η διάταξη. Απλώς, το ζήτημα της ορθής εφαρμογής της τίθεται. Και είναι ακριβές αυτό, το οποίο ακούστηκε, ότι τα τελευταία χρόνια, πράγματι, η Βουλή έχει περιορίσει τη μη άρση μόνο για πράξεις, οι οποίες αφορούν στην πολιτική δραστηριότητα του Βουλευτή, για τον οποίο ζητείται η άρση της ασυλίας του ή και για περιπτώσεις, που υπάρχει επιλογή προσβολής της βουλευτικής ιδιότητας του Βουλευτή. Δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο.
Συναφώς, υπάρχει ένα ζήτημα, το οποίο έχει προκύψει με ένταση ιδιαίτερα την τελευταία τετραετία. Πράξεις οι οποίες καλύπτονται από τη βουλευτική ασυλία οδηγούνται να κριθούν στα δικαστήρια, όχι στα ποινικά, αλλά στα πολιτικά δικαστήρια, με τη γνωστή μέθοδο και διαδικασία της αστικής αδικοπραξίας. Και εδώ νομίζω, ότι υπάρχει ένα ζήτημα, που πρέπει να αντιμετωπιστεί, διότι σχετικοποιείται η ασυλία του Βουλευτή, όταν συντρέχουν λόγοι να υπάρχει ασυλία, από την ώρα που υπάρχει η δυνατότητα να προσφύγει κάποιος εναντίον του Βουλευτή για πράξη, η οποία εκρίθη ότι καλύπτεται από τη βουλευτική ασυλία στα πολιτικά δικαστήρια και να ζητήσει την καταδίκη του σε συγκεκριμένο χρηματικό ποσό. Αλλά και αυτό νομίζω ότι μπορεί να αντιμετωπιστεί στο επίπεδο της κοινής νομοθεσίας και δεν χρειάζεται καμμιά αναθεώρηση του άρθρου 62.
Σε ό,τι αφορά το άρθρο 58 του Συντάγματος και την αναθεώρησή του: είμεθα αντίθετοι. Είμαστε αντίθετοι, διότι το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, σε ό,τι αφορά τις αρμοδιότητές του, δεν πρέπει να αντικατασταθεί από το Συνταγματικό Δικαστήριο.
Η συζήτηση για την αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος γίνεται σε μία στιγμή, όπου το φαινόμενο του θερμοκηπίου απειλεί τον πλανήτη. Αναδεικνύει, ως βέβαιη και βάσιμη, την παραδοχή ότι ούτε ο πλανήτης είναι αθάνατος, πολύ δε περισσότερο δεν είναι αθάνατη η Ελλάδα και το περιβάλλον της, αν λάβουμε υπ’όψιν και συνυπολογίσουμε ότι το περιβάλλον της χώρας μας συστηματικά έχει λεηλατηθεί, έχει προσβληθεί μέσα από λάθη και παραλείψεις ή ακόμη και από συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές που υπηρετούσαν συγκεκριμένη, επίσης, αντίληψη για το μοντέλο ανάπτυξης αυτής της χώρας.
Μιλάμε σε μια χρονική στιγμή, όπου απουσιάζει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο διαχείρισης των υδάτων, ένα, επίσης, ολοκληρωμένο σχέδιο διαχείρισης των απορριμμάτων, αλλά και ένα ολοκληρωμένο, ακόμη, σχέδιο αντιμετώπισης των ρύπων, που καθιστούν κάθε μέρα και περισσότερο βεβαρημένο και επικίνδυνο το περιβάλλον της χώρας μας.
Η προτεινόμενη, εκ μέρους της Νέας Δημοκρατίας, αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος θέλει να συνδυάσει τη δήθεν προστασία του περιβάλλοντος με τους χωροταξικούς και πολεοδομικούς σχεδιασμούς. Πρόκειται για μια ομολογημένη πολιτική, όπως αυτή άλλωστε καταγράφεται και στη σχετική έκθεση των προτεινόντων Βουλευτών που ανήκουν στη Νέα Δημοκρατία.
Όμως, το ερώτημα έχει τεθεί: Γιατί εμποδίζει, το άρθρο 24 του Συντάγματος τους χωροταξικούς και πολεοδομικούς σχεδιασμούς;
Ενδεχομένως εκείνο που εμποδίζει –και όντως το εμποδίζει, όταν ορθά εφαρμόζεται το άρθρο 24 του Συντάγματος, γιατί δεν εφαρμόζεται διαχρονικά ορθά το άρθρο 24 του Συντάγματος -είναι ότι αυτοί οι χωροταξικοί και πολεοδομικοί σχεδιασμοί εμποδίζονται, όταν περιφρονούν την προστασία του περιβάλλοντος.
Αν αναθεωρηθεί το άρθρο 24 του Συντάγματος, όπως δρομολογείται με τις συγκεκριμένες προτάσεις, θα δικαιολογείται, απόλυτα, ο ισχυρισμός ότι ανοίγεται ευρύτατος δρόμος για την περαιτέρω προσβολή του περιβάλλοντος. Καταπατητές θα επιβραβευθούν, εφόσον είχαν την πρόνοια να σβήσουν έγκαιρα τα σχετικά ίχνη, με εμπρησμούς και αποψίλωση. Οικοδομικοί συνεταιρισμοί, που την εποχή, κυρίως, της δικτατορίας είχαν αγοράσει φθηνή δασική γη για οικοπεδοποίηση, αλλά τους σταμάτησε η Μεταπολίτευση και το Σύνταγμα του ’75 επίσης, θα επιβραβευθούν. Εταιρείες, οι οποίες έχουν διαμορφώσει μια ολόκληρη σχεδιασμένη κατάσταση για την οίκηση διαφόρων περιοχών και διακηρύσσουν τις φιλοδοξίες τους για ένα εκατομμύριο πολυτελείς κατοικίες για ιδιωτικούς σκοπούς στα πλέον ελκυστικά σημεία της χώρας, και αυτές θα διευκολυνθούν, με αποτέλεσμα να έχουμε βαρύτατη περαιτέρω προσβολή του περιβάλλοντος.
Επιχειρείται, μια ψευτοδιάκριση μεταξύ δασικών εκτάσεων και δασών. Όμως, αυτή η άποψη, που διατυπώνεται, άλλοτε γνησίως και άλλοτε προσχηματικά, δεν λαμβάνει υπόψη της ότι η χλωρίδα αυτού του τόπου διαμορφώνεται, συνολικότερα, με μια κυμαινόμενη χλωρίδα, έτσι ώστε να είναι εξαιρετικά δυσχερής η διάκριση ανάμεσα στις δύο εκτάσεις, δηλαδή, στη δασική και στη δασώδη.
Ο καθορισμός αφετηριακού σημείου, για τον χαρακτηρισμό, του έτους 1975 περιορίζει σημαντικότατα την προστασία του περιβάλλοντος. Στην προηγούμενη διαδικασία, και όχι στην παρούσα, υπήρξαν μύδροι εναντίον του Συμβουλίου της Επικρατείας και, ιδιαίτερα, εναντίον του πέμπτου τμήματος του ανωτάτου αυτού δικαστηρίου.
Είναι ακριβές ότι, σε κάποιες οριακές καταστάσεις, το πέμπτο τμήμα του Συμβουλίου Επικρατείας υπήρξε υπεράγαν αυστηρό και θα έλεγα και σχολαστικό. Ξέρετε, όμως, γιατί το έπραξε; Και ορθώς το έπραξε. Διότι έβλεπε την επέλαση της κεντρικής εξουσίας, με τις διάφορες διοικητικές πράξεις της να θέλει να προσβάλει - και προσέβαλε - το περιβάλλον. Διαμόρφωσε, όμως, το Συμβούλιο της Επικρατείας μία νομολογία εξαιρετικά σημαντική, η οποία, πράγματι, λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό ως κυματοθραύστης των επιθέσεων ενός κύματος, που θέλει, στην κυριολεξία, να αδικήσει, να ισοπεδώσει, σε κάποιες περιπτώσεις, το δάσος και να διευκολύνει, κάποιους που περιφρονούν το κατά τη γνώμη μου αναπαλλοτρίωτο μέγεθος, που λέγεται περιβάλλον και προστασία του περιβάλλοντος.
Εμείς προειδοποιούμε ότι πρέπει, σε συνδυασμό με την προτεινόμενη αναθεώρηση του άρθρου 24, να έχουμε κατά νου ότι προτείνεται και η ίδρυση ενός συνταγματικού δικαστηρίου, πράγμα που σημαίνει ότι οι όποιες επιλογές του Συμβουλίου της Επικρατείας διαμορφωμένες στο επίπεδο της νομολογίας θα είναι εξαιρετικά ευχερές να ανατραπούν, με τη λειτουργία του συνταγματικού δικαστηρίου, το οποίο θα αποτελεί στοιχείο εγκατάστασης ενός δικαιοπολιτικού συγκεντρωτισμού και δυνάμει ενός δικαιοπολιτικού αυταρχισμού.
Με τη συγκεκριμένη πρόταση εγκαταλείπεται η αρχή της αειφορίας και επιδιώκεται η αντικατάστασή της με την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης, έννοιας καθόλου τυχαίας και καθόλου τυχαία η πρόταση για την αντικατάσταση της αρχής της αειφορίας, με την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης. Δηλαδή, έχουμε μία αναστροφή της επιλογής προστασίας των αγαθών. Η αναστροφή αυτή, ακριβώς είναι εκείνη, η οποία μαρτυρά τις προθέσεις, που σημαίνουν εγκατάλειψη της αειφορίας, η οποία αειφορία ως αρχή, που θα πρέπει, βεβαίως, συγκεκριμένα να εκφράζεται, αναφέρεται και στις παρούσες, αλλά, κυρίως, στις μέλλουσες γενεές, οι οποίες, αν συνεχιστεί η υπάρχουσα κατάσταση, θα κληρονομήσουν ένα κατεστραμμένο περιβάλλον, ένα περιβάλλον, το οποίο δεν θα έχει σχέση με τις ανάγκες του ανθρώπου. Κανένας λόγος δεν δικαιολογεί και, κατ’ ελάχιστον, την αναθεώρηση του άρθρου 24 και γι’ αυτό καταψηφίζει ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς τη σχετική πρόταση.
Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 28 του Συντάγματος, η χώρα μπορεί να προβαίνει ελεύθερα, με νόμο που ψηφίζεται από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των Βουλευτών, σε περιορισμούς ως προς την άσκηση της εθνικής κυριαρχίας της, εφόσον αυτό υπαγορεύεται από σπουδαίο εθνικό συμφέρον, εφόσον δεν θίγει τα δικαιώματα του ανθρώπου και τις βάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος και εφόσον γίνεται με βάση τις αρχές τις ισότητας και με τον όρο της αμοιβαιότητας. Η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, αναφερόμενη στην παράγραφο 3 του άρθρου 28, θέλει την τροποποίηση του περιεχομένου αυτής της παραγράφου και υποστηρίζει, η Νέα Δημοκρατία, σύμφωνα με το γραπτό κείμενο, ότι «προκειμένου να αποσαφηνιστεί η δυνατότητα της συνδρομής της παραπάνω προϋπόθεσης για τη συμμετοχή της χώρας μας στις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης», προτείνεται η σχετική αναδιατύπωση της ερμηνευτικής δήλωσης στο άρθρο 28. Δεν προσδιορίζεται το περιεχόμενο της πρότασης που κατατίθεται από τη Νέα Δημοκρατία. Κατά συνέπεια, όχι μόνο ανιχνεύεται, αλλά βεβαιώνεται ότι θέλει να σχετικοποιήσει την πλειοψηφία, την ώρα που νομίζω ότι δημοκρατική ανάγκη όσο και αίτημα είναι η χώρα να αποφαίνεται με δημοψηφίσματα για ζητήματα, που αναφέρονται στην εθνική της ανεξαρτησία, στην εθνική της κυριαρχία και βεβαίως, για ζητήματα, που συνδέονται με τη συμμετοχή της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σ’ ό,τι αφορά το άρθρο 78 του Συντάγματος: Ανεξάρτητα από το χαρακτήρα των εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου για τον οποίο, πράγματι, θα μπορούσαμε να συζητήσουμε γενικότερα και να υποστηρίξουμε την άποψη ότι είναι πολλές οι φορές, κατά τις οποίες οι εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου δεν δόθηκαν και δεν δίνονται με βάση και με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον. Με το δεδομένο ότι υπάρχει η διαδικασία των εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου προς τρίτους, θα ήταν προτιμότερο ένας ειδικός τυπικός νόμος κάθε φορά να ρυθμίζει το σχετικό θέμα. Είναι προτιμότερο να έχουμε ένα νόμο ελεγχόμενο από τη Βουλή, αναφορικά με τη χορήγηση εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου προς τρίτους, παρά να μείνουμε σ’ αυτήν την αδιαφανή διαδικασία, ακριβέστερα στη διαδικασία η οποία δεν ελέγχεται από το Ελληνικό Κοινοβούλιο και η οποία αφορά στην παροχή εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου προς τρίτους. Προσεγγίζουμε με ενδιαφέρον την πρόταση που γίνεται, διότι είναι προτιμότερο να έχουμε ένα νόμο, που θα υπόκειται στη βάσανο του Ελληνικού Κοινοβουλίου, παρά να έχουμε παροχή εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου προς τρίτους, χωρίς να το γνωρίζει η Βουλή.
Σε ό,τι αφορά το άρθρο 79 του Συντάγματος, για τη συζήτηση και τη ψήφιση του προϋπολογισμού: Ανεξάρτητα από το χαρακτήρα του εκάστοτε κρατικού προϋπολογισμού, ένας χαρακτήρας ο οποίος κρίνεται με βάση την πολιτική αξιολόγηση, που ο καθένας κάνει κάθε φορά, είναι αναγκαίο αυτός ο προϋπολογισμός να υπόκειται πραγματικά στον έλεγχο και στη διαδικασία αναθεώρησης των κονδυλίων από τη Βουλή των Ελλήνων. Η σχετική διαδικασία, η οποία χρόνια είναι καθιερωμένη, αναφορικά με τη ψήφιση του προϋπολογισμού δεν υπηρετεί την ουσιαστική παρουσία του Ελληνικού Κοινοβουλίου για ένα νομοθέτημα, το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό.
Πρέπει να αναθεωρηθεί το άρθρο 79 του Συντάγματος. Ο προϋπολογισμός να κατατίθεται, εν σχεδίω, πριν από πέντε ή και έξι μήνες, να λειτουργεί ειδική υπηρεσία –αναλυτικά έχουμε καταθέσει τη σχετική πρόταση στη Βουλή των Ελλήνων- και να μπορούν οι Βουλευτές και όχι μόνο οι Βουλευτές, αλλά και κοινωνικοί φορείς να λαμβάνουν γνώση της πρότασης που κατατίθεται, εν σχεδίω, για τον κρατικό προϋπολογισμό. Και αφού ο κρατικός προϋπολογισμός θα υπόκειται σε ένα έλεγχο δημοσίου διαλόγου, να έρχεται μετά στη Βουλή και να υπάρχει η δυνατότητα της Βουλής να αλλάζει, να ανακαθορίζει, να μετακινεί κονδύλια. Αυτό θα είναι μία ουσιαστική διαδικασία, διότι δεν μπορώ να αντιληφθώ να υπάρχουν τριακόσιοι Βουλευτές και να μην έχει κάποιος από αυτούς ή κάποιοι από αυτούς δίκιο αναφορικά με τον ανακαθορισμό κάποιων κονδυλίων.
Η διαδικασία, η οποία ισχύει αναφορικά με την ψήφιση του κρατικού προϋπολογισμού δεν τιμά ούτε τη σημαντικότητα του σχετικού νομοθετήματος, αλλά ούτε και τη λειτουργία του Κοινοβουλίου, το οποίο έχει αυστηρά παρακολουθηματική σχέση προς την πρόταση της εκάστοτε κυβέρνησης, για τον κάθε φορά φερόμενο για ψήφιση κρατικό προϋπολογισμό.
Στο πλαίσιο αναθεώρησης του άρθρου 79 του Συντάγματος, θα ήταν χρήσιμο να υπάρξει και ρύθμιση αναφορικά με την αμαρτωλή ιστορία των ειδικών λογαριασμών. Οι ειδικοί λογαριασμοί δεν πρέπει να υπάρχουν. Τα όσα συνιστούν διαδικασίες αδιαφάνειας έχουν σχέση και με την αμαρτωλή υπόθεση των ειδικών λογαριασμών.
Η επισήμανση είναι επαναλαμβανόμενη, εδώ και χρόνια, ότι ο διορισμός της ηγεσίας του Δικαστικού Σώματος από την εκάστοτε Εκτελεστική Εξουσία αποτελεί έναν ομφάλιο λώρο, που συνδέει, στρεβλωτικά, την Εκτελεστική Εξουσία με την ανεξάρτητη Δικαστική Εξουσία και αυτός ο ομφάλιος λώρος πολλές φορές, μέσα στη διαδρομή των ετών, απεδείχθη ότι λειτούργησε και ως ιμάντας μεταφοράς απόψεων από το χώρο της Εκτελεστικής Εξουσίας στο χώρο της δικαιοσύνης. Και πρέπει να αποκοπεί αυτός ο ομφάλιος λώρος, με συγκεκριμένη συνταγματική ρύθμιση. Με κανέναν τρόπο δεν θα πρέπει να ορίζεται και με καμμία εκδοχή η ηγεσία του δικαστικού σώματος από την εκάστοτε κυβέρνηση. Η ηγεσία του Δικαστικού Σώματος πρέπει να εκλέγεται από ένα ευρύ εκλεκτορικό σώμα, στο οποίο τον κύριο λόγο θα έχουν οι ίδιοι οι δικαστές. Και μάλιστα, αυτή η εκλογή να αφορά συγκεκριμένη, περιορισμένη χρονική διάρκεια, διότι όταν αναφερόμαστε στην ηγεσία του Δικαστικού Σώματος είναι προφανές ότι πρέπει να αναφερόμεθα σε διοικητικά καθήκοντα κυρίως, αυτής της ηγεσίας και όχι δικαιοδοτικά.
Επομένως, η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, παρά το γεγονός ότι αποτελεί ένα βήμα καλύτερο από ό,τι μέχρι σήμερα προβλέπει η συνταγματική τάξη, δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα με την κατηγορηματικότητα, που πρέπει να αντιμετωπισθεί. Και αυτή η κατηγορηματικότητα, επιβάλλεται από το γεγονός, ότι η δικαστική εξουσία με την ηγεσία της, σε κρίσιμα θέματα, υπηρέτησε επιλογές της Εκτελεστικής Εξουσίας και δεν υπερασπίστηκε το χαρακτήρα της δικαιοσύνης ως της τρίτης ανεξάρτητης συντεταγμένης εξουσίας.
Με αυτές τις παραδοχές, ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς δεν συμφωνεί με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας και υποστηρίζει ότι ο συντακτικός νομοθέτης πρέπει, με σαφήνεια, να υιοθετήσει την πρόταση, που συστηματικά και επανειλημμένα, διατυπώνουμε εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Σε ό,τι αφορά το Συνταγματικό Δικαστήριο, διότι αποτελεί την κεντρική αναφορά και σε σχέση με άλλες διατάξεις που συζητάμε στο πλαίσιο αυτής της ενότητας: Ο διάχυτος έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων έχει εξαιρετικά επιτύχει στη χώρα μας. Ακούω να αφορίζεται ο διάχυτος έλεγχος της συνταγματικότητας από κάποιους, χωρίς, όμως, να κατατίθενται συγκεκριμένα παραδείγματα, τα οποία θα ήταν δυνατόν να πείσουν ότι αυτός ο διάχυτος έλεγχος της συνταγματικότητας έχει δημιουργήσει προβλήματα, που αφορούν, είτε στο περιεχόμενο των δικαστικών αποφάσεων, είτε στις χρονικές καθυστερήσεις. Δεν γνωρίζω να υπάρχουν τέτοιες χρονικές καθυστερήσεις, οι οποίες να μπορούν να δικαιολογήσουν, από μόνες τους, την ίδρυση του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Άλλωστε, σε κρίσιμα θέματα αντιθέτων αποφάσεων μεταξύ του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Αρείου Πάγου, ήδη η συνταγματική πρόβλεψη λύει το πρόβλημα. Επιλαμβάνεται το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 100 και τις όποιες διαφωνίες και αντιθέσεις μεταξύ του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Αρείου Πάγου τις επιλύει.
Υποστήριξα και χρησιμοποίησα τον όρο ότι πρόκειται για ένα δικαιοπολιτικό συγκεντρωτισμό, όσο και αυταρχισμό, που απειλεί το χώρο της δικαιοσύνης, από την ώρα που θα ιδρυθεί το Συνταγματικό Δικαστήριο. Υπερασπίζομαι αυτήν την άποψη και σήμερα, διότι ένα Συνταγματικό Δικαστήριο, με την περιορισμένη σύνθεση, μάλιστα, που προτείνεται, είναι δυνατόν να διαμορφώνει αποφάσεις και πάλι υπό το κράτος των επιρροών της Εκτελεστικής Εξουσίας. Δεν χρειάζεται το Συνταγματικό Δικαστήριο. Η συνταγματική ρύθμιση του άρθρου 100 επιλύει όλα εκείνα τα ζητήματα, τα οποία προβάλλονται ως προβλήματα από κάποιους για να υπερασπισθούν την ανάγκη ίδρυσης του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Εμφιλοχωρεί στην πολιτική άποψη όχι όλων, αλλά κάποιων που εισηγούνται την ίδρυση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, η επιλογή απόκρουσης αποφάσεων και επιλογών του Συμβουλίου της Επικρατείας, ειδικότερα σε ό,τι έχει σχέση με ζητήματα, που αφορούν στο άρθρο 24 και συγκεκριμένα στην προστασία του περιβάλλοντος.
Κατά φαινόμενο και κατά διακήρυξη, θα υφίσταται ο διάχυτος έλεγχος και όπως προτείνεται συναφώς από τη Νέα Δημοκρατία για τα κατώτερα δικαστήρια, όταν πάντοτε θα υπάρχει το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο θα μπορεί να επιλαμβάνεται αμέσως και έτσι η νομολογία, χρήσιμο εργαλείο στην ερμηνεία του νόμου, θα διαμορφώνεται κυρίως, κατ’ εξοχήν και αποκλειστικά, από ένα περιορισμένο δικαστήριο, που είναι το Συνταγματικό Δικαστήριο.
Η συγκεκριμένη πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για το Συνταγματικό Δικαστήριο δεν έχει καμμία σχέση με το Συνταγματικό Δικαστήριο, που ισχύει και λειτουργεί στη Γαλλία. Σε ό,τι αφορά τα Συνταγματικά Δικαστήρια της Γερμανίας και της Ιταλίας, θυμηθείτε - και γι’ αυτό ανατρέξτε στην Ιστορία - για ποιούς λόγους ιδρύθηκαν. Ιδρύθηκαν για να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα μιας κοινωνίας φασίζουσας με τους τότε συσχετισμούς, αμέσως μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Πολιτική ήταν η επιλογή για την ίδρυση των Συνταγματικών Δικαστηρίων.
Πέραν αυτού, δεν υπάρχει μαρτυρία, η οποία να πείθει ότι είχαμε αποτυχία του διαχύτου ελέγχου της συνταγματικότητας στη χώρα μας, ενός θεσμού καταξιωμένου, ενός θεσμού ο οποίος λειτούργησε επιτυχώς, ενός θεσμού που, όχι λίγες φορές, ανέδειξε το δικαστή όλων των βαθμίδων της δικαιοσύνης, ως αποφασιστικό και αναγκαίο λειτουργό της τρίτης συντεταγμένης εξουσίας.
Δεν έχω πεισθεί από τα όσα κατατίθενται ως επιχειρήματα υπέρ του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Με αυτές τις παραδοχές, εμείς καταψηφίζουμε τη σχετική πρόταση για την ίδρυση του Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Σε συνάφεια με το άρθρο 100 του Συντάγματος και την πρόταση τροποποίησής του για την ίδρυση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, βρίσκεται και η πρόταση για την τροποποίηση του άρθρου 88 του Συντάγματος, που αφορά στις αποδοχές των δικαστών και έχει σχέση με το λεγόμενο Μισθοδικείο, ακριβέστερα με το Ειδικό Δικαστήριο. Δεν χρειάζεται Ειδικό Δικαστήριο για την κάθε φορά απόφαση, σε σχέση με τις αποδοχές των δικαστικών λειτουργών. Αντιθέτως, μεγαλύτερη διαφάνεια, μεγαλύτερος κοινωνικός έλεγχος των όποιων δικαστικών αποφάσεων, αναφορικά με τις αποδοχές των δικαστών, θα υπήρχε από την ώρα που η δικαιοσύνη, με τη συγκεκριμένη συντεταγμένη δομή της, θα έκρινε τα ζητήματα των αποδοχών των Δικαστών. Το πρόσφατο παράδειγμα, με την απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου για τις αποδοχές των δικαστών, είναι χαρακτηριστικό και αναδεικνύει ζητήματα, τα οποία υπερασπίζονται την άποψη ότι θα έπρεπε οι υποθέσεις των αποδοχών των δικαστών να παραμείνουν να παραμείνουν στη συντεταγμένη δικαιοσύνη και με τις προβλεπόμενες δομές της.
Σε ό,τι αφορά την ίδρυση ειδικών τμημάτων, στα Δικαστήρια: Δεν χρειάζεται συνταγματική πρόβλεψη για την ίδρυση ειδικού τμήματος, που θα κρίνει τις συμβάσεις του δημοσίου στο Συμβούλιο της Επικρατείας ή ειδικό τμήμα προβλεπόμενο από το Σύνταγμα, που θα λειτουργεί στο πλαίσιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου; Τα ίδια τα δικαστήρια, στο πλαίσιο της κανονιστικής διοικητικής αυτονομίας τους, μπορούν να ιδρύουν τμήματα, για να εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότερη λειτουργία τους. Φοβάμαι πάντοτε τα ειδικά τμήματα τα οποία ιδρύοντα για την εκδίκαση, αποκλειστικά συγκεκριμένων υποθέσεων. Εκεί, πάντοτε, διαμορφώνεται ένα πεδίο παρεμβάσεων, ένα πεδίο, που είναι δυνατόν η πολιτική μεροληψία να εμφιλοχωρεί και να ετεροκαθορίζει αρνητικά τις όποιες αποφάσεις αυτών των ειδικών τμημάτων. Και στο ζήτημα αυτό δεν έχουμε μαρτυρία, η οποία να αναδεικνύει ζητήματα δυσλειτουργίας, έτσι ώστε να οδηγείται η Νέα Δημοκρατία σήμερα στο να εισηγείται, σε αναντιστοιχία, με την πραγματικότητα, τη συνταγματική πρόβλεψη για την ίδρυση ειδικών τμημάτων, στα δύο αυτά ανώτατα δικαστήρια. Ενδεχομένως να υπήρχε ένα ζήτημα, αναφορικά με συγχύσεις που είναι δυνατόν να δημιουργούνται σε σχέση με το άρθρο 98, παράγραφος 1, εδάφιο β’ του Συντάγματος, αναφορικά με τη λειτουργία του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του Συμβουλίου της Επικρατείας. Και αυτό, όμως, έχει επιλυθεί και δεν υπάρχει καμμία ανάγκη να τροποποιηθεί η διάταξη του άρθρου 98, παράγραφος 1, εδάφιο β’ του Συντάγματος.
Η δικαιοσύνη, πράγματι, είναι αποφασιστικό μέγεθος, αποφασιστικός παράγοντας στην εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος. Μπορεί να είναι και μπορεί να το εξασφαλίσει αυτό, από την ώρα που θα υπηρετηθεί η πραγματική της ανεξαρτησία. Ένα στοιχείο υπηρεσίας προς την πραγματική ανεξαρτησία της δικαιοσύνης είναι η εγκατάλειψη της επιλογής να διορίζεται η ηγεσία του Δικαστικού Σώματος από την εκάστοτε Εκτελεστική Εξουσία, από την εκάστοτε κυβέρνηση. Διότι αυτή η ηγεσία, όταν διορίζεται από την Εκτελεστική Εξουσία, έχει την ικανότητα, και δυστυχώς, έχει και τις μεθόδους, με τις οποίες μπορεί να επηρεάζει το σύνολο των βαθμίδων της συντεταγμένης δικαιοσύνης.
Πρόσφατα παραδείγματα και παραδείγματα του απωτέρου παρελθόντος, αποδεικνύουν ότι αυτή η διορισμένη ηγεσία του δικαστικού σώματος επηρέασε τη δικαιοσύνη σε κρίσιμους τομείς και σε εξαιρετικά σημαντικά κοινωνικά γεγονότα, τα οποία απετέλεσαν στρεβλωμένα δικαιοπολιτικά μεγέθη.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΑΓΟΡΗΤΗ ΤΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΥ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΠΛΕΥΡΗ
Ι. ΓΕΝΙΚΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ
Η αναθεώρηση του Συντάγματος είναι η κορυφαία στιγμή του κοινοβουλευτικού έργου και θα πρέπει να γίνεται με τρόπο, που να ενισχύει τον Καταστατικό Χάρτη της Πατρίδας μας στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Η συμμετοχή του Λαϊκού Ορθοδόξου Συναγερμού στην αναθεωρητική διαδικασία έλαβε χώρα με το σεβασμό,που αρμόζει σε αυτήν την κορυφαία κοινοβουλευτική στιγμή και προσπαθήσαμε, με κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων να συμβάλουμε στην όλη προβληματική. Γενικά επί των αναθεωρήσεων του Συντάγματος κρίνουμε ότι ο συντακτικός νομοθέτης θα πρέπει να είναι προσεκτικός και στις διατυπώσεις και στις τροποποιήσεις, ώστε να αποφεύγονται προβληματικές ερμηνείες.
Η αναθεώρηση του Συντάγματος δεν θα πρέπει να λαμβάνει χώρα, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, καθιστώντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, το Σύνταγμά μας τελείως ευμετάβλητο και προσδίδοντας σε αυτό χαρακτηριστικά απλού νόμου, με συνεχείς αναθεωρήσεις. Δεν έχουν περάσει ούτε επτά έτη από την προηγούμενη αναθεώρηση και το Νομοθετικό Σώμα έρχεται να αναθεωρήσει διατάξεις, που αναθεωρήθηκαν το 2001 (π.χ. άρθρα 14 και 57) καταδεικνύοντας, με αυτόν τον τρόπο, ότι η προηγούμενη αναθεώρηση υπήρξε, σε ορισμένες διατάξεις, τουλάχιστον, άστοχη.
Περαιτέρω, καθίσταται σαφές ότι, πολύ σύντομα, θα χρειαστεί να υπάρξει νέα αναθεωρητική διαδικασία, από τη στιγμή που, όπως διεφάνη και από την Επιτροπή Αναθεώρησης, η «σύμπλευση» των δυνάμεων που απαιτούνται για την αυξημένη πλειοψηφία των 180 βουλευτών περιορίζεται σε λίγες ήσσονος σημασίας – εάν τέτοιος χαρακτηρισμός ταιριάζει σε άρθρα του Συντάγματος- διατάξεις, με άμεση συνέπεια να χρειαστεί μια άμεση νεώτερη αναθεώρηση και να καθυστερήσουν τυχόν σημαντικές αλλαγές στο Σύνταγμα, τουλάχιστον κατά μια 5ετία.
Αυτή η εξέλιξη οφείλει να προβληματίσει εντόνως το Σώμα. Δεν μπορεί αναθεώρηση να γίνεται για 3 ή 4 άρθρα, με χαρακτήρα πρωτίστως πανηγυρικό. Η αναθεώρηση οφείλει να επικεντρώνεται σε καίριες διατάξεις, που, πραγματικά, χρήζουν επεξεργασίας, βάσει των εξελίξεων των καιρών. Συνεπώς, είναι έντονη η ανησυχία του Λαϊκού Ορθοδόξου Συναγερμού ότι πρακτικά οδηγούμαστε σε μια περιορισμένη αναθεώρηση και δημιουργείται εύλογα ο προβληματισμός, μήπως θα ήταν προτιμότερο να έληγε η παρούσα αναθεωρητική διαδικασία, ώστε να μπορούσαμε να ξεκινούσαμε απ’ αρχής την αναθεώρηση.
Μια πραγματική αναθεώρηση, που θα οδηγούσε σε λύσεις και πραγματικές ουσιαστικές αλλαγές στο Σύνταγμα και όχι μια αναθεώρηση που, εκ προοιμίου, θα προανήγγειλε την ανάγκη μιας νεώτερης, λόγω αδυναμίας συγκέντρωσης της αυξημένης πλειοψηφίας.
Παράλληλα με την ανάγκη για περιορισμένες και όχι συχνές (χρονικά) αναθεωρητικές διαδικασίες θα πρέπει το Σύνταγμα, ως Καταστατικός Χάρτης, να περιέχει γενικές διατάξεις, αφήνοντας τον απλό νομοθέτη να προβεί στις επιμέρους νομοθετικές παρεμβάσεις, που θα αποδώσουν τις συνταγματικές επιταγές. Δεν είναι δυνατόν το Σύνταγμα να λειτουργεί ως απλός νόμος και να προσπαθεί να επιλύει πάσης φύσεως διαφορές και αντικείμενα. Μια τέτοια τακτική ενέχει τον κίνδυνο αποδυνάμωσης των συνταγματικών επιταγών και καθιστά αναπόφευκτη τη συνεχή αναθεώρησή του, τη στιγμή που οι συνθήκες αλλάζουν και ένα υπεραναλυτικό Σύνταγμα δεν μπορεί να εμπεδώσει το πνεύμα και τις ανάγκες της εποχής.
Αντιθέτως οι γενικές διατάξεις, που θα αφορούν στην κατοχύρωση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και στην οργάνωση και λειτουργία της Πολιτείας, με πυλώνες το εθνικό συμφέρον, την ελευθερία δράσεως του ατόμου και την εμπέδωση του κοινωνικού κράτους είναι πάντοτε επίκαιρες και ενέχουν χαρακτήρα κατευθυντηρίων γραμμών προς τον απλό νομοθέτη, ώστε να διασφαλίζεται το εθνικό κράτος στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη κοινωνία, η προστασία των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, με γνώμονα την ελευθερία του ατόμου και το κράτος δικαίου και κοινωνικής συνοχής.
Περαιτέρω, ως Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός, θεωρούμε ότι το Σύνταγμα θα πρέπει να διατηρεί την κυρίαρχη παρουσία του στο σύγχρονο κόσμο. Γεννάται πολλές φορές το ερώτημα, εάν τα Συντάγματα των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπερισχύουν του ευρωπαϊκού δικαίου ή τούμπαλιν. Η απάντηση από την πλευρά των Συνταγματολόγων είναι απλή: Το ελληνικό Σύνταγμα είναι στην κορυφή της δικαιϊκής ιεραρχίας και υπερισχύει πάσης φύσεως νομοθετικών κειμένων (ευρωπαϊκό δίκαιο, διεθνές δίκαιο, οδηγίες, διεθνείς συνθήκες κ.λπ.).
Δεν δίνεται, ωστόσο, η ίδια απάντηση από τους διεθνολόγους και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει τα Συντάγματα των κρατών – μελών με «αδιαφορία», ως ένα ουσιαστικά απλό εθιμικό δίκαιο, που δεν επηρεάζουν τις αποφάσεις του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Δ.Ε.Κ.) και την τήρηση των εκάστοτε Οδηγιών. Μάλιστα η παράλογη εμμονή επιβολής στα κράτη – μέλη μιας Ευρωσυνθήκης, Ευρωσυντάγματος -ή όπως αλλιώς αυτό θα λέγεται- επιδιώκει την πλήρη υποτέλεια των εθνικών συνταγμάτων σε ένα μόρφωμα ευρωπαϊκής εμπνεύσεως, που θα δύναται να επιβάλει στα εθνικά κράτη τις επιθυμίες των εμπνευστών του, που απέχουν παρασάγγας από το συμφέρον των εθνών και λαών της Ευρώπης.
Μέσα σε όλο αυτό το διαμορφωμένο πλαίσιο παρατηρείται το εξής φαινόμενο: Κανείς δεν αμφισβητεί -διότι δε γίνεται- την υπεροχή του ελληνικού Συντάγματος, αλλά όλοι προσπαθούν να προσαρμόσουν τις επιταγές του ελληνικού Συντάγματος στις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Δ.Ε.Κ.) και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Δ.Δ.Α.). Έτσι συχνά στην Επιτροπή Αναθεώρησης ακούστηκαν οι φωνές ότι στο συγκεκριμένο θέμα το Ε.Δ.Δ.Α. απεφάνθη το τάδε και το Δ.Ε.Κ. το δείνα, σαν να οφείλουμε να δεχθούμε τις όποιες αποφάνσεις των οργάνων του ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου, ως ανώτερες των συνταγματικών επιταγών και να αναθεωρήσουμε τις τελευταίες.
Ως Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός, διαφωνούμε πλήρως με μια σιωπηρή κατάλυση διατάξεων του Συντάγματος στο όνομα μιας Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, που, στο πνεύμα και στη δομή της, επιθυμεί να μετατρέψει τα εθνικά κράτη σε νομαρχίες. Συνεπώς, θα πρέπει ξεκάθαρα να συμφωνήσουμε στο αυτονόητο, την απόλυτη υπεροχή του ελληνικού Συντάγματος και να επαναδιαπραγματευθούμε την όποια διατύπωση του άρθρου 28 (η ανάλυση θα γίνει κατωτέρω), ώστε να μην αποδυναμώνονται οι συνταγματικές επιταγές έναντι των επιταγών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ολοκληρώνοντας αυτήν την εισαγωγή επί της αναθεώρησης του Συντάγματος, δηλώνουμε ότι, σεβόμενοι την διαδικασία, συμμετέχουμε στη διαμόρφωση των προτάσεων, η περαιτέρω, ωστόσο, στάση μας θα αποφασιστεί με πολιτικά κριτήρια και με γνώμονα, εάν λαμβάνει χώρα μια πραγματική αναθεώρηση επιτακτικής σημασίας ή, τελικώς, αφήνουμε άλυτα σημαντικά προβλήματα, που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε πολύ σύντομα. Ίσως, η έναρξη μιας νέας αναθεωρητικής διαδικασίας, που θα επανεξέταζε και τον ρόλο και τις αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας, οι οποίες περιορίστηκάν τραγικά το 1986, αλλά και όλες τις προκλήσεις, που παρουσιάζονται σήμερα, θα ήταν γονιμότερη από μια αναθεώρηση, που, απλώς, πρέπει να ολοκληρωθεί, επειδή ξεκίνησε.
ΙΙ. ΕΙΔΙΚΩΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΕΩΝ ΑΡΘΡΩΝ
1. Άρθρο 14 παρ. 9
Το άρθρο 14 παρ. 9, όπως ήταν διατυπωμένο, προκαλούσε υπέρμετρο περιορισμό στην ελευθερία της οικονομίας και του ανταγωνισμού, ενώ δεν υπηρετούσε το βασικό του σκοπό, που ήταν η διαφάνεια στα Μ.Μ.Ε. και η αδυναμία εξάρτησης του πολιτικού κόσμου από την υπερσυγκέντρωση αυτών. Θεωρούμε ότι στο Σύνταγμα θα πρέπει να υπάρχει γενική διατύπωση, που να επιτάσσει τη διαφάνεια, πολυφωνία και πολυμέρεια στα Μ.Μ.Ε. και ειδικός νόμος να καλύπτει τα όποια κενά αναπτύσσονται.
Τα τρία πρώτα εδάφια της παρ. 9 μπορούν να εξυπηρετήσουν αυτήν την αναγκαιότητα και, για αυτόν τον λόγο, προτείναμε στην Επιτροπή την ακόλουθη διατύπωση: «Το ιδιοκτησιακό καθεστώς, η οικονομική κατάσταση και τα μέσα χρηματοδότησης των Μέσων Ενημέρωσης πρέπει να γίνονται γνωστά, όπως νόμος ορίζει. Νόμος προβλέπει τα μέτρα και τους περιορισμούς, που είναι αναγκαίοι για την πλήρη διασφάλιση της διαφάνειας και της πολυφωνίας στην ενημέρωση. Απαγορεύεται η συγκέντρωση του ελέγχου περισσοτέρων ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης της αυτής μορφής, όπως νόμος ορίζει.»
Η τελική πρόταση της Πλειοψηφίας παραμένει, κατά την άποψή μας, προβληματική. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την προτεινόμενη ρύθμιση παραμένει η φιλοσοφία του ασυμβιβάστου του βασικού μετόχου σε επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης με αυτήν του βασικού μετόχου σε επιχειρήσεις, που αναλαμβάνουν δημόσια έργα, με την επισήμανση, «εφόσον κριθεί ότι μέσω αυτών ασκείται αθέμιτη επιρροή». Είναι, όμως, δυνατόν κάτι τέτοιο να ρυθμίζεται από το Σύνταγμα; Προφανώς, εάν ασκείται αθέμιτη επιρροή, πλήττεται ο υγιής ανταγωνισμός και, βάσει αυτού, υπάρχουν κυρώσεις και έλεγχος. Δεν υπάρχει κανένας δικαιολογητικός λόγος αυτής της ρύθμισης και γεννάται ο κίνδυνος τελικώς ποτέ να μη λειτουργήσει, διότι είναι σχεδόν αδύνατον να διαπιστωθεί η «αθέμιτη επιρροή».
Θεωρούμε ότι η συνοπτική διατύπωση, που προτείνουμε, μπορεί να θωρακίσει την πολυφωνία, αμεροληψία και πολυμέρεια στα Μ.Μ.Ε. και όλες οι τυχόν δυσλειτουργίες της δεσπόζουσας θέσης και του Βασικού Μετόχου ρυθμίζονται επαρκώς από τις Αρχές του υγιούς ανταγωνισμού στην Ελεύθερη Οικονομία και, σε κάθε περίπτωση, αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας του απλού και όχι του Συντακτικού Νομοθέτη. Ακόμη και η λογική της απαγόρευσης συγκέντρωσης Μέσων Ενημέρωσης όπως τίθεται με το σκεπτικό της δεσπόζουσας θέσης είναι προβληματική για τον ακόλουθο λόγο: Πολύ μεγαλύτερη επιρροή μπορεί να ασκεί ο ιδιοκτήτης τηλεοπτικού σταθμού με 30% τηλεθέαση από ιδιοκτήτη τηλεοπτικού σταθμού με 1% τηλεθέαση και ταυτοχρόνως ιδιοκτήτη ραδιοφωνικού σταθμού με μηδαμινή ακροαματικότητα. Οπότε και το θέμα της συγκέντρωσης, με αναφορά στην δεσπόζουσα θέση, είναι προβληματικό.
2. Άρθρο 16 παρ. 1,5,6,7,8 και Προσθήκη
Το άρθρο 16 αποτέλεσε και στην προηγούμενη Βουλή μείζον θέμα πολιτικής αντιπαράθεσης (μαζί με το άρθρο 24) και ενδεχομένως τη βασικότερη αναθεωρητέα διάταξη, που αφορά στη δυνατότητα ύπαρξης ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα. Ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός πιστεύει στη δυνατότητα υπάρξεως ιδιωτικών Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και τούτο διότι δεν θεωρούμε την Ανώτατη Εκπαίδευση ως αντικείμενο κρατικού μονοπωλίου, πράγμα που συνιστά περιορισμό της ελευθερίας δράσης και επιλογής, που δικαιούνται οι νέοι, σχετικά με την εκπαίδευση.
Με τα Ιδιωτικά Πανεπιστήμια σταματά άλλωστε η φυγή των Ελλήνων φοιτητών στο Εξωτερικό. Σήμερα υπολογίζεται ότι άνω των 40.000 Ελλήνων φοιτούν στο Εξωτερικό, συχνά και σε Χώρες, που το ακαδημαϊκό τους επίπεδο είναι πολύ κατώτερο του ελληνικού. Μάλιστα στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης εάν ο καθείς σπουδάσει σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί άνευ ουσιαστικώς κάποιας προϋποθέσεως να εργαστεί στην Ελλάδα, χωρίς τον παραμικρό έλεγχο του ελληνικού Κράτους, πλην τυπικών προϋποθέσεων. Η εμμονή διατήρησης ενός συστήματος, που αναγκάζει τους Έλληνες φοιτητές στο όνομα μιας δημόσιας παιδείας να ξενιτευτούν είναι φενάκη.
Στόχος μας πρέπει να είναι πρωτίστως η ουσιαστική αναβάθμιση του δημοσίου Πανεπιστημίου, που, οπωσδήποτε, δεν επιτυγχάνεται με τη σημερινή μορφή του, τόσο σε επίπεδο δομικών λειτουργιών, όσο και στο επίπεδο προστασίας της ακαδημαϊκής ελευθερίας και της δημόσιας περιουσίας. Τα τελευταία έτη, γινόμαστε μάρτυρες απαραδέκτων καταστάσεων σε Α.Ε.Ι., που μαρτυρούν το έλλειμμα στη χρηστή διοίκηση δημοσίου χρήματος, την ανοχή εκνόμων καταστάσεων, την καταστροφή πανεπιστημιακής περιουσίας και την εν γένει υποβάθμιση της Ανωτάτης Εκπαίδευσης. Βασικός στόχος μας λοιπόν είναι η αναβάθμιση του δημοσίου Πανεπιστημίου, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του μέλλοντος.
Για τη σημερινή τραγική κατάσταση των Ελληνικών Πανεπιστημίων, πέραν από την απουσία επαρκούς υλικοτεχνικής ενδυνάμωσης από την Πολιτεία, ευθύνεται και μια διαστρεβλωμένη αντίληψη του ασύλου, που επιτρέπει σε εξωπανεπιστημιακά αναρχικά στοιχεία να εκμεταλλεύονται τους πανεπιστημιακούς αγώνες και κυριολεκτικά να διατηρούν το ακαδημαϊκό επίπεδο τραγικά χαμηλό, επιδιώκοντας τη διάλυση των Σχολών και την επιβολή της ανομίας και αναρχίας στα εκπαιδευτικά δρώμενα. Η Πολιτεία παρατηρεί τη χαοτική αυτή κατάσταση μακρόθεν, αδιαφορώντας για την κατάρρευση του πανεπιστημιακού γίγνεσθαι και τη συνεχή υποβάθμιση της Ανωτάτης Εκπαίδευσης. Συνεπώς, ρητώς θα πρέπει να αναφέρεται στο άρθρο 16 η μέριμνα του κράτους για την ανεμπόδιστη λειτουργία του Πανεπιστημίου.
Η Ανώτατη Εκπαίδευση μπορεί να παρέχεται και από ιδιώτες, με αυστηρότατες προϋποθέσεις, ως προς τον έλεγχο, τη λειτουργία, την επιλογή ακαδημαϊκού προσωπικού και την εν γένει ύπαρξή τους από το κράτος. Παράλληλα θα πρέπει συγκεκριμένο ποσοστό θέσεων φοιτητών (15% κατά την άποψή μας) να παρέχεται στο Κράτος, το οποίο θα τις παραδίδει ως υποτροφίες σε αριστούχους Έλληνες μαθητές, με χαμηλό οικογενειακό εισόδημα. Κατ’ αυτό τον τρόπο η ιδιωτική πρωτοβουλία θα συνάδει με το κοινωνικό κράτος και θα παρέχεται η δυνατότητα σε νέους Έλληνες με χαμηλό οικονομικό εισόδημα να έχουν πραγματικά ίσες ευκαιρίες στην επιστημονική και επαγγελματική ανέλιξη. Άλλωστε τα ιδιωτικά σχολεία ουδόλως έβλαψαν την Παιδεία και κάνουν χρήση αυτών και πολλοί πολέμιοι της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Παράλληλα, η αναφορά στο άρθρο 16 ότι η τέχνη, η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία αποτελούν θεμελιώδεις αξίες του ελληνικού πολιτισμού μόνο ως θετική μπορεί να κριθεί. Συνεπώς, προτείναμε την ακόλουθη αναθεώρηση του άρθρου 16 και θεωρούμε απαραίτητο για τη συναίνεσή μας στην όποια αναθεώρηση τη ρητή αναφορά ότι ποσοστό των θέσεων των Ιδιωτικών Πανεπιστημίων θα παραδίδονται από το κράτος σε μαθητές από πληττόμενα κοινωνικά και οικονομικά στρώματα.
Παρ. 1: Η τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία ως θεμελιώδεις αξίες του ελληνικού πολιτισμού είναι ελεύθερες, η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους. Η ακαδημαϊκή ελευθερία της διδασκαλίας δεν απαλλάσσουν από το καθήκον της υπακοής στο Σύνταγμα και τους Νόμους.
Παρ. 5: Η δημόσια ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Τα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Κράτους, το οποίο μεριμνά για την ανεμπόδιστη λειτουργία τους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση των δημοσίων ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει και κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει.
Ειδικός νόμος ορίζει όσα αφορούν τους φοιτητικούς συλλόγους και τη συμμετοχή των σπουδαστών σε αυτούς.
Παρ. 6: Οι καθηγητές των δημοσίων ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί. Το υπόλοιπο διδακτικό προσωπικό τους επιτελεί επίσης δημόσιο λειτούργημα, με τις προϋποθέσεις που νόμος ορίζει. Τα σχετικά με την κατάσταση όλων αυτών των προσώπων καθορίζονται από τους οργανισμούς των οικείων ιδρυμάτων.
Οι καθηγητές των δημοσίων ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων δεν μπορούν να παυθούν, προτού λήξει, σύμφωνα με τον νόμο, ο χρόνος υπηρεσίας τους, παρά μόνο με τις ουσιαστικές προϋποθέσεις, που προβλέπονται στο άρθρο 88 παράγραφός 4 και ύστερα από απόφαση συμβουλίου, που αποτελείται κατά πλειοψηφία από ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς, όπως νόμος ορίζει.
Νόμος ορίζει το όριο ηλικίας των καθηγητών όλων των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Έως ότου εκδοθεί ο νόμος αυτός οι καθηγητές που υπηρετούν αποχωρούν αυτοδικαίως μόλις λήξει το ακαδημαϊκό έτος μέσα στο οποίο συμπληρώνουν το εξηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας τους.
Παρ. 7: Η επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται και με σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια, όπως νόμος ορίζει.
Παρ. 8: Νόμος ορίζει τις προϋποθέσεις και τους όρους χορήγησης άδειας για την ίδρυση και λειτουργία εκπαιδευτηρίων που δεν ανήκουν στο Κράτος, τα σχετικά με την εποπτεία που ασκείται πάνω σε αυτά, καθώς και την υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού προσωπικού τους.
Επιτρέπεται η ίδρυση ανωτάτων σχολών και από ιδιώτες. Η εποπτεία και έλεγχος της ίδρυσης, της λειτουργίας και του ακαδημαϊκού επιπέδου ασκείται αποκλειστικώς από το Κράτος, όπως νόμος ορίζει. Στις ανώτατες σχολές που ιδρύονται από ιδιώτες παραχωρείται άνευ ανταλλάγματος το 15% των θέσεων των φοιτητών στο Κράτος, το οποίο τις παρέχει σε αριστούχους Έλληνες μαθητές με χαμηλό οικογενειακό εισόδημα, όπως νόμος ορίζει.
3. Άρθρο 17 παρ. 1 και Προσθήκη
Κρίνουμε παντελώς περιττή την όποια αναφορά της πνευματικής διάστασης της ιδιοκτησίας στο Σύνταγμα, καθώς αφ’ ενός κάτι τέτοιο είναι θέμα ερμηνείας του όρου «ιδιοκτησία», όπως αυτή κρίνεται στη νομολογία και αφ’ ετέρου υπάρχει ο κίνδυνος υπέρμετρης ανάπτυξης υποχρεώσεων και εννοιών. Ήδη το καθεστώς του νόμου περί της πνευματικής ιδιοκτησίας, επιθυμία των Η.Π.Α για την εξυπηρέτηση των μεγαθηρίων της δισκογραφίας, αλλά και οι πρακτικές τύπου Α.Ε.Π.Ι., όπου τίθενται δυσβάστακτα πρόστιμα σε μικρές επιχειρήσεις, σε περίπτερα, ακόμη και σε στάνη βοσκών !!! προκαλεί έντονους προβληματισμούς στην εν γένει επιχειρηματικότητα. Τυχόν συνταγματική κατοχύρωση θα δυσχέραινε τα όποια προβλήματα.
Συνεπώς είμαστε αντίθετοι στην όποια αναφορά της πνευματικής διάστασης της ιδιοκτησίας στο Σύνταγμα, όταν δεν υπάρχει αναφορά ούτε στα ενοχικά δικαιώματα. Το άρθρο 17, καθορίζοντας διαδικασία απαλλοτριώσεως, αφορά στα εμπράγματα και όχι σε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Η όποια, λοιπόν, αναφορά πέραν από επικίνδυνη είναι και δικαιοπολιτικώς προβληματική.
Ως προς το θέμα των απαλλοτριώσεων, κατ’ εφαρμογή της πολεοδομικής νομοθεσίας και για την αποφυγή τυχόν προβλημάτων προτείναμε την ακόλουθη προσθήκη: Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε όλες τις περιπτώσεις απαλλοτριώσεων, ακόμη και όσων κηρύσσονται κατ’ εφαρμογή της πολεοδομικής νομοθεσίας. Η θέση αυτή συνάδει με το περιεχόμενο της προτεινόμενης ρύθμισης και μας βρίσκει σύμφωνους.
Θετικό, βέβαια, θα ήταν πέραν από τις απαλλοτριώσεις, που κηρύσσονται κατ’ εφαρμογή της πολεοδομικής νομοθεσίας, να ακολουθείτο η διαδικασία του άρθρου 17 σε όλες τις απαλλοτριώσεις, διότι είναι παράλογο να δεσμεύεται υπέρμετρα η ιδιοκτησία των πολιτών για περίπου 10 έτη. Η παρούσα ρύθμιση μπορεί να λύσει τα όποια προβλήματα αναπτύσσονταν από τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, που δεν περιελάμβανε στις απαλλοτριώσεις του άρθρου 17, όσες κηρύσσονταν κατ’ εφαρμογή της πολεοδομικής νομοθεσίας (Βλέπε ενδεικτικά Σ.τ.Ε. 3117/04, Σ.τ.Ε. 2556/05).
4. Άρθρο 20 παρ. 1
Δεν θεωρούμε απαραίτητη την ειδική αναφορά στην προσωρινή δικαστική προστασία. Η απλή αναφορά της εννόμου προστασίας αρκεί και δεν είναι δυνατόν από το Σύνταγμα να ρυθμίζονται και να κατοχυρώνονται η προσωρινή διαταγή και τα ασφαλιστικά μέτρα!!!! Αναφορικώς με την ανάγκη ευλόγου χρόνου παροχής της, ώστε να μην προσβάλλονται τα άρθρα της Ε.Σ.Δ.Α. και να μη χάνει το νόημά της η απονομή της δικαιοσύνης, η αναφορά στο Σύνταγμα θα ήταν χρήσιμη, αλλά πολύ πιο ουσιαστικό θα ήταν να τεθούν οι υλικοτεχνικές αυτές υποδομές για την πραγμάτωσή της.
Διαφορετικά, η αναφορά μόνη θα είναι μια απλή ευχή. Συνεπώς προτείναμε την ακόλουθη διατύπωση: Καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια μέσα σε εύλογο χρόνο και μπορεί να αναπτύσσει σε αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει. Η διατύπωση, φυσικά, δεν περιλμβάνει την όποια αναφορά σε δικαιώματα προσωρινής δικαστικής προστασίας, που είναι θέμα του Α.Κ. να ρυθμιστούν.
5. Άρθρο 22 παρ. 1
Η διατύπωση του άρθρου είναι επαρκής για την προστασία της εργασίας των πολιτών και συνεπώς θεωρούμε άστοχη την όποια αναθεώρησή του. Τυχόν αναφορά σε κοινωνική συνοχή, αποκλειομένου του εθνικού στοιχείου, δύναται να προκαλέσει σοβαρές δυσχέρειες και παρερμηνείες. Η δε εξασφάλιση «εγγυημένου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης» είναι θέμα πολιτικής βούλησης και επιθυμίας της πολιτείας να διασφαλίσει επαρκώς τα δικαιώματα των εργαζομένων (αστικού και αγροτικού πληθυσμού), πράγμα, που έρχεται σε πλήρη διάσταση με την ασφαλιστική «μεταρρύθμιση» της κυβέρνησης και μόνο ως ευχολόγιο μπορεί να ερμηνευτεί.
Το άρθρο 22, ως έχει, επιτρέπει και προστατεύει την εργασία, επιβάλλει στο κράτος τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και επιβάλλει την ηθική και υλική εξύψωση του αγροτικού και αστικού πληθυσμού. Η εξασφάλιση εγγυημένου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης τελικώς θα ερμηνευτεί στο ότι το Κράτος περιορίζεται σε αυτό το μίνιμουμ αξιοπρεπούς διαβίωσης, διαστρεβλώνοντας την έννοια του άρθρου 22, που στοχεύει στην υγιή υλική και ηθική εξύψωση των εργαζομένων και όχι σε απλή διαβίωση.
6. Άρθρο 24, άρθρο 24 Α και άρθρο 117 παρ. 3,4
Το άρθρο 24 αποτέλεσε το δεύτερο ακανθώδες άρθρο της συνταγματικής αναθεώρησης και σε αυτό συνέτεινε, πέραν από την πολιτική αντιπαράθεση, η καταστροφική λαίλαπα του προηγουμένου καλοκαιριού, που απέδειξε την έλλειψη σεβασμού προς το περιβάλλον από τυχοδιώκτες, που σπεύδουν να καρπωθούν εφήμερα οφέλη. Ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός, έντονα προβληματισμένος για την οικολογική καταστροφή, με την είσοδό του στο Εθνικό Κοινοβούλιο κατέθεσε Πρόταση Νόμου για την υποχρεωτική διδασκαλία μαθήματος περιβαλλοντικής αγωγής στα σχολεία, πρόταση που δυστυχώς δεν έτυχε της αποδοχής των λοιπών Δυνάμεων του Κοινοβουλίου.
Θεωρούμε ότι η σφυρηλάτηση περιβαλλοντικής συνείδησης μέσω της παιδείας είναι μονόδρομος για την ανάπτυξη ενός υγιούς οικολογικού κινήματος, όχι κομματικά χρωματισμένου, που θα επιβάλει στην πολιτεία την ανάγκη προάσπισης του περιβάλλοντος. Σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης και στις Σκανδιναβικές, η έντονα ανεπτυγμένη οικολογική συνείδηση, αποκτήθηκε μέσω της παιδείας και της επικοινωνιακής πολιτικής και σήμερα σε αυτές τις Χώρες οι κυβερνήσεις σέβονται το περιβάλλον και νομοθετούν με γνώμονα την προστασία του, διότι γνωρίζουν ότι τυχόν οικολογικώς επιλήψιμη στρατηγική θα μεταφραστεί σε δυσβάστακτο πολιτικό κόστος. Συνεπώς, το πρώτο και ισχυρότερο θεμέλιο βρίσκεται στην παιδεία.
Παράλληλα δεν συμφωνούμε με μια προσέγγιση των δασών και των δασικών εκτάσεων σαν να πρόκειται για είδος μουσείου. Αποδεδειγμένα ο,τιδήποτε αντιμετωπίστηκε ως μουσειακό έκθεμα μοιραία, αργά ή γρήγορα, οδηγήθηκε στην αφάνεια. Τα δάση μας θα μπορέσουν να σωθούν και να αναπτυχθούν μόνο εάν τύχουν υγιούς αξιοποίησης, που με γνώμονα την οικολογική ισορροπία θα φέρει σε επαφή τους πολίτες με τη Φύση. Σήμερα, προτιμούμε μια πολιτική που το δάσος είναι απόμακρο από τον πολίτη και αυτός δεν αναπτύσσει το ψυχικό δέσιμο με το περιβάλλον που θα τον κινητοποιήσει να αγωνιστεί για το περιβάλλον.
Τα κράτη της κεντρικής Ευρώπης που είδαν τη δυναμική παρουσία και όχι τη μουσειακή αντιμετώπιση των δασών όπως η Ελβετία, σίγουρα δεν έχασαν. Είναι γεγονός ότι τα τελευταία 50 έτη, υπήρξε κυριολεκτικά βιασμός των δασών και δασικών εκτάσεων της Πατρίδας μας, πράγμα που οδήγησε στη σημερινή άναρχη δόμηση, με τεράστιο αριθμό αυθαιρέτων κτισμάτων.
Η πολιτική των Κομμάτων της Αριστεράς, που εμμένουν στις αεροφωτογραφίες του 1940 για το τι είναι δάσος, αυτομάτως οδηγεί σε αδιέξοδο, καθώς, από τη μια πλευρά αναφερόμαστε σε εκτάσεις που, σήμερα, έχουν πλήρως καταπατηθεί, από την άλλη δεν είναι δυνατόν να προχωρήσουμε σε κατεδάφιση των αυθαιρέτων, διότι τότε θα οδηγούσαμε πάνω από 2.000.000 ανθρώπους στο δρόμο. Η πολιτική του να μη βλέπεις το πρόβλημα δεν οδηγεί σε λύσεις, αλλά σε διόγκωσή του, καθώς τα δάση συνεχώς καταστρέφονται και τα αυθαίρετα πληθαίνουν.
Η αρχική πρόταση της Πλειοψηφίας αναφερόταν σε δασικές εκτάσεις, που είχαν τον χαρακτηρισμό, το 1975, και τελικώς προτείνεται ως ημερομηνία η 1.1.1961, ημερομηνία, που πρότεινε ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός και φυσικά μεγάλο μέρος βουλευτών της Πλειοψηφίας. Αυτήν την ημερομηνία τη θεωρούμε ασφαλές κριτήριο, καθώς περιλαμβάνει και την άναρχη δόμηση των δεκαετιών ‘60 και ‘70.
Με την περαιτέρω αναθεώρηση του άρθρου 24 προτείνεται η εξής διατύπωση: «Κατ’ εξαίρεση, η χωροταξική και πολεοδομική αναδιάρθρωση της χώρας για την εξασφάλιση καλυτέρων όρων διαβίωσης αποτελεί λόγο δημοσίου συμφέροντος, που επιτρέπει τη μεταβολή του προορισμού μόνο δασικών εκτάσεων. Νόμος ορίζει τα ειδικότερα μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής». Με αυτήν τη διάταξη επιχειρείται να γίνει ερμηνεία του όρου «δημόσιο συμφέρον» υπό την έννοια ότι σε αυτό εντάσσονται και η χωροταξική και πολεοδομική αναδιάρθρωση της χώρας για την εξασφάλιση καλυτέρων όρων διαβίωσης και κατά κάποιον τρόπο εκβιάζεται και η νομολογία των δικαστηρίων ως προς την ανάλυση του όρου «δημόσιο συμφέρον».
Ήδη, η ισχύουσα διατύπωση επιτρέπει τη μεταβολή εκτάσεων δασικών ή και δασών, εάν υπάρχει δημόσιο συμφέρον. Η τυχόν, λοιπόν, εξειδίκευση του δημοσίου συμφέροντος αναφορικά με την πολεοδομική και χωροταξική αναδιοργάνωση της Χώρας για να μην οδηγήσει σε παρερμηνείες πέρα από την εξασφάλιση καλυτέρων όρων διαβίωσης θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει και τη μη διάρρηξη της οικολογικής ισορροπίας, πράγμα που δεν συμβαίνει και μας αναγκάζει να βλέπουμε με προβληματισμό τη διάταξη, παρόλο που θα την υπερψηφίσουμε, διότι δύναται να λύσει πολλά προβλήματα. Άλλωστε εξαιρεί ρητώς τα δάση και αναφέρεται μόνο σε δασικές εκτάσεις.
Στα θετικά, ωστόσο, οφείλουμε να επισημάνουμε το ότι γίνεται μνεία για την ανάγκη θέσπισης νόμου για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Στο άρθρο 117 παρ. 3 δίπλα στο εδάφιο, που αναφέρεται στην υποχρεωτική κήρυξη αναδασωτέων των δασών και δασικών εκτάσεων που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαγιές προτείνεται η προσθήκη εδαφίου, ως εξής: «Νόμος ορίζει τις ποινικές, πειθαρχικές και χρηματικές κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης των απαγορεύσεων και υποχρεώσεων του προηγουμένου εδαφίου». Το εδάφιο αυτό, αν και περιττό, υπό την έννοια ότι υπάρχει νομικό πλαίσιο, οπωσδήποτε είναι ενδυναμωτικό της προστασίας των δασών και δασικών εκτάσεων από τυχόν καταπατήσεις.
Τέλος, αναφορικώς με τις διατάξεις για το περιβάλλον, προτείνεται η προσθήκη του άρθρου 24 Α για την προστασία των ζώων. Η διάταξη αυτή που αποτέλεσε πρόταση βουλευτών, αρχικά αναφερόταν σε προσθήκη στο άρθρο 5 του Συντάγματος, κατά την εκτίμησή μας ατυχώς, καθώς το άρθρο 5 αναφέρεται στην προσωπικότητα. Η πρόβλεψη στο Σύνταγμα της προστασίας των ζώων με αναφορά σε ιδιαίτερο άρθρο, πλησίον του άρθρου 24 για το περιβάλλον είναι θετική, ωστόσο κρίνουμε ότι εκτός της προστασίας των οικοσίτων ζώων θα έπρεπε να υπάρξει πλήρης διατύπωση, που θα οδηγούσε σε προστασία της πανίδας, εν γένει και όχι αποσπασματικά, όπως και της προστασίας των ζώων, που χρησιμοποιούνται ως πειραματόζωα.
7. Άρθρο 28 παρ. 3
Το άρθρο 28 αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο για τη συμμετοχή της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση και για το πώς επιθυμούμε αυτή τη συμμετοχή. Σήμερα η τάση είναι προς μια ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, που μπορεί να συνεπάγεται μείωση της εθνικής κυριαρχίας και εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων από την Ελλάδα προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το φαινόμενο αυτό το είδαμε έντονα στο Ευρωσύνταγμα και τώρα στην Ευρωπαϊκή Συνθήκη, που ουσιαστικώς οδηγούν προς κατάργηση των εθνικών κρατών. Η εκχώρηση αυτή, με τη σημερινή διατύπωση του άρθρου 28 παρ. 3, μπορεί να λάβει χώρα με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, δίνοντας με αυτόν τον τρόπο τη δυνατότητα στην εκάστοτε, ακόμη και ισχνή πλειοψηφία, να εκχωρεί εθνικά μας δικαιώματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η στάση μας θα πρέπει να ενέχει και κάποιον σκεπτικισμό και να μη μας οδηγεί, άκριτα, σε περιορισμούς της εθνικής μας κυριαρχίας, η οποία ενδέχεται να δυναμιτίζει και την ίδια τη μορφή του πολιτεύματος, το οποίο στηρίζεται στη λαϊκή κυριαρχία, η οποία πλήττεται με την εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας. Εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας μπορεί να λάβει χώρα μόνο με δημοψήφισμα, όπως και η περαιτέρω διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ήδη, από το άρθρο 28 παρ. 2 δίνεται η δυνατότητα παροχής αρμοδιοτήτων με αυξημένη πλειοψηφία τριών πέμπτων. Δεν είναι δυνατόν η μείωση της εθνικής κυριαρχίας να λαμβάνει χώρα με απλή πλειοψηφία. Συνεπώς, προτείναμε την ακόλουθη διατύπωση, θεωρώντας επιπλέον περιττή την ερμηνευτική δήλωση:
3. Η Ελλάδα προβαίνει μόνο με δημοψήφισμα σε περιορισμούς ως προς την άσκηση της εθνικής κυριαρχίας της, εφόσον αυτό υπαγορεύεται από σπουδαίο εθνικό συμφέρον, δεν θίγει τα δικαιώματα του ανθρώπου και τις βάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος και γίνεται με βάση τις αρχές της ισότητας και με τον όρο της αμοιβαιότητας. Η θέση της Ελλάδος σε οποιαδήποτε περαιτέρω διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα προκύπτει με δημοψήφισμα.
Θεωρούμε ότι σε θέματα διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και περιορισμού της εθνικής κυριαρχίας καμία κοινοβουλευτική Πλειοψηφία δεν δύναται να αποφασίσει, πέραν από την άμεση συμμετοχή του Λαού, μέσω δημοψηφίσματος. Από την εισαγωγή μου, ήδη, αναφέρθηκα στο ότι ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός παρακολουθεί τέτοιας φύσεως παραχωρήσεις και περιορισμούς της εθνικής κυριαρχίας με υπέρμετρο σκεπτικισμό, καθώς επιθυμούμε ένα ισχυρό εθνικό κράτος, που δεν περιορίζει την κυριαρχία του και ένα ελληνικό Σύνταγμα, που υπερισχύει οποιασδήποτε άλλης μορφής δικαίου. Το δημοψήφισμα είναι μονόδρομος για την αποφυγή τυχόν συμβιβασμών.
8. Άρθρο 29 παρ. 2
Στόχος του άρθρου 29 παρ. 2 είναι η διαφάνεια στη λειτουργία των Κομμάτων και τις εκλογικές δαπάνες και ο περιορισμός των τελευταίων, ώστε όλα τα Κόμματα και όλοι οι υποψήφιοι να έχουν, αναλογικώς, ίσες ευκαιρίες στην εκλογική διαδικασία. Στην πράξη καθίσταται σχεδόν αδύνατος ο όποιος έλεγχος, τουλάχιστον των εκλογικών δαπανών, καθώς οι όποιες χορηγίες σε υποψηφίους ή Κόμματα από ιδιώτες είναι συνήθως άδηλες και κατ’ επέκταση και ένα μεγάλο μέρος των εκλογικών δαπανών, που διενεργείται άνευ παραστατικών, δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ελέγχου.
Συνεπώς, η εν λόγω διάταξη αποτελεί ουσιαστικώς ευχολόγιο και αδυνατεί να επιτελέσει το σκοπό της, εάν δεν υπάρξει ο αντίστοιχος ουσιαστικός ελεγκτικός μηχανισμός. Ως Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός, θεωρούμε πρωτίστως απαραίτητη τη διαφάνεια των ιδιωτικών χορηγιών – προσφορών και το όριο αυτών για την αποφυγή εξαρτήσεων κομμάτων – υποψηφίων – επιχειρηματιών. Η θεωρητική διατύπωση του άρθρου 29 παρ. 2 εμπεριέχει το όλο πνεύμα της διαφάνειας, απουσιάζει, ωστόσο, η ουσιαστική πρακτική εφαρμογή, καθώς ο όποιος έλεγχος είναι τυπικός (έλεγχος παραστατικών) και όχι ουσιαστικός (αναζήτηση άδηλων πόρων). Θεωρούμε, λοιπόν, ότι θα πρέπει να υπάρξει ένας πιο αποτελεσματικός εκτελεστικός νόμος, στα πλαίσια του ουσιαστικού ελέγχου.
Η διατύπωση του άρθρου 29 παρ. 2 κρίνεται επαρκής και δεν χρήζει αναθεωρήσεως, ακόμη και ως προς τη μεταφορά του ελέγχου από τη Βουλή στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Δεν είναι δυνατόν να μεταφέρουμε την ευθύνη στα δικαστήρια για την τυχόν δική μας αδυναμία, ως Βουλή, να ελέγξουμε τυχόν μαύρα οικονομικά ταμεία. Ο έλεγχος από το Ελεγκτικό Συνέδριο σε μια εποχή που η δικαιοσύνη έχει πρόβλημα ταχύτητας εκδίκασης θα οδηγούσε, δυστυχώς, σε μια απλή τυπική ελεγκτική διαδικασία και όχι στον γνήσιο έλεγχο τυχόν άδηλων πόρων. Εκτελεστικός νόμος δύναται στα πλαίσια του εδαφίου 4 της παραγράφου 2 του άρθρου 29 να συγκροτήσει ειδικό όργανο στα πλαίσια της Βουλής με συμμετοχή ανωτάτων δικαστικών λειτουργών, το οποίο θα είναι έτσι δομημένο, που και ουσιαστικό και αμερόληπτο έλεγχο θα μπορεί να διενεργεί.
Άλλωστε η προσθήκη της παραγράφου 3 με την αναφορά ότι «νόμος περί Κομμάτων καθορίζει τις ειδικότερες προϋποθέσεις για τη θέσπιση και την τήρηση των κανόνων εσωκομματικής δημοκρατίας» δεν είναι απλώς άστοχη, αλλά και επικίνδυνη καθώς επιτρέπει στην εκάστοτε Πλειοψηφία να ελέγχει την εσωκομματική διάρθρωση των Κομμάτων, πράγμα, που μας βρίσκει τελείως αντίθετους.
9. Άρθρο 57
Το επαγγελματικό ασυμβίβαστο υπήρξε, κατά γενική ομολογία, η πιο άστοχη διάταξη της Αναθεώρησης του 2001, καθώς το πνεύμα και η εφαρμογή της απομάκρυνε υγιείς επαγγελματίες από το χώρο της πολιτικής, ενώ μεγάλωσε τον κίνδυνο εξάρτησης του βουλευτή από χρηματοδότες με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ουσιαστικά τιμώρησε και απέκλεισε από τη δυνατότητα του εκλέγεσθαι τους επιτυχημένους και επιφανείς επιστήμονες, επιχειρηματίες και λοιπούς εργαζομένους.
Το επαγγελματικό ασυμβίβαστο, πρωτοτυπία του Έλληνα Συντακτικού Νομοθέτη, εκτός του ότι περιόρισε ανεπίτρεπτα το δικαίωμα στην εργασία των Ελλήνων Βουλευτών, δεν μπόρεσε, έστω και στο ελάχιστο, να ικανοποιήσει τη Ratio του Νόμου που είναι η ενεργός παρουσία του βουλευτή στο Κοινοβούλιο, καθώς η εικόνα του Ελληνικού Κοινοβουλίου σε επίπεδο παρουσιών παραμένει η αυτή με το καθεστώς πριν το 2001.
Βάσει της ανωτέρω διάταξης περί επαγγελματικού ασυμβιβάστου, υπάρχει κίνδυνος η πολιτική να μετατραπεί σε κλειστό κλάμπ γόνων πολιτικών οικογενειών ή ατόμων, που έχουν λύσει το βιοποριστικό τους, δεν θέλουν να εργαστούν και αναζητούν μια νομιμοποιητική διάταξη για αυτή τους την αεργία.
Ουσιαστική θα ήταν μια τροποποίηση του Κανονισμού της Βουλής, με πραγματική μείωση της αποζημίωσης λόγω απουσιών και της πραγματικής συνεχούς παρουσίας του Βουλευτή σε Επιτροπές και Ολομέλεια, με όχι απλή προσυπογραφή του βιβλίου παρουσιών, όπως γίνεται σήμερα. Συνεπώς προτείναμε την πλήρη απάλειψη της παρ. 1 του άρθρου 57 από «Τα καθήκοντα του βουλευτή είναι επίσης ασυμβίβαστα…» έως «…. των περιπτώσεων α έως δ της παραγράφου αυτής».
Η παρούσα διάταξη, όπως προτείνεται από την Πλειοψηφία, υπάρχει κίνδυνος να παρερμηνευτεί αναφορικώς με τις «προϋποθέσεις υπό τις οποίες βουλευτές μπορούν να ασκούν επάγγελμα» και τελικώς ο φόβος του επαγγελματικού ασυμβιβάστου να παραμείνει υπαρκτός. Η πλήρης απάλειψη των εδαφίων δ΄, ε΄ και στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 57 είναι ορθότερη.
Παράλληλα προς την καλύτερη λειτουργία της νομοθετικής εξουσίας θα ήταν, εάν υπήρχε το ασυμβίβαστο των καθηκόντων Βουλευτή και Υπουργού, ώστε να υπάρχει πλήρης διάκριση της εκτελεστικής και της νομοθετικής λειτουργίας. Θα ήταν θετικό, εάν οι Υπουργοί τελούσαν σε αναστολή ως προς την βουλευτική τους ιδιότητα, για όσο διαρκούσε η υπουργική θητεία.
10. Άρθρο 58
Διαφωνούμε με την αναθεώρηση του άρθρου 58, καθώς τοποθετούμαστε με σκεπτικισμό απέναντι στη δημιουργία Συνταγματικού Δικαστηρίου. Ο παραπάνω θεσμός τυγχάνει επιτυχούς εφαρμογής σε Χώρες με παράδοση σε Συνταγματικά Δικαστήρια, (π.χ., BVerG στη Γερμανία), τα οποία ήταν, κυρίως, αναγκαιότητα μετά το πέρας του Β΄ παγκοσμίου πολέμου σε χώρες με ολοκληρωτικά καθεστώτα. Ο θεσμός αυτός είναι ξένος προς τον ελληνικό νομικό πολιτισμό και την όλη φιλοσοφία του διάχυτου ελέγχου της συνταγματικότητας.
Ο συνταγματικός έλεγχος σε όλα τα στάδια της δικαστικής κρίσης από το πιο χαμηλό μέχρι τα Ανώτατα Δικαστήρια και η ελευθερία του δικαστή στο σχηματισμό της δικανικής κρίσης, χωρίς εξάρτηση από τη νομολογία των Ανωτάτων Δικαστηρίων, η οποία δε λειτουργεί δεσμευτικά για το δικαστή, του επιτρέπει να υπηρετεί ακώλυτα το λειτούργημα του. Ένα πανίσχυρο Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να μετατραπεί σε πλήρη ελεγκτικό μηχανισμό του απλού δικαστή και, εν τέλει, να οδηγούμαστε σε βιομηχανική έκδοση αποφάσεων, βάσει της νομολογίας του.
11. Άρθρο 62
Είναι γεγονός ότι το άρθρο 62 δημιουργεί μια αδικαιολογήτως προνομιακή μεταχείριση των βουλευτών σε βάρος άλλων πολιτών, καθώς τους παρέχει ένα διευρυμένο ακαταδίωκτο, ακόμη και για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου, που είναι παντελώς άσχετα με τη βουλευτική τους ιδιότητα. Η διατύπωση του άρθρου 62 θα έπρεπε να κινείται στο πνεύμα του άρθρου 61 που αναφέρεται στην έκφραση γνώμης του βουλευτή. Η άρνηση άρσης ασυλίας δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως προνόμιο του βουλευτή, αλλά ως αναγκαιότητα για την εύρυθμη λειτουργία του Κοινοβουλίου, που διασφαλίζεται με την ακώλυτη άσκηση του λειτουργήματος του Βουλευτή.
Συνεπώς, η μη άρση θα έπρεπε να περιορίζεται σε λόγους, που αναφέρονται στα καθήκοντα του βουλευτή και όχι σε λοιπές εγκληματικές συμπεριφορές του τελευταίου, να αφορά σε διώξεις που έλαβαν χώρα όταν ο βουλευτής είχε την ιδιότητα και να μην επεκτείνεται σε διώξεις πριν ο Βουλευτής εκλεγεί και να περιορίζεται σε πλημμεληματικής και όχι κακουργηματικής φύσεως αδικήματα.
Παράλληλα, θα πρέπει, τάχιστα, να τροποποιηθεί ο νόμος περί ευθύνης Υπουργών, που προκλητικά οδηγεί σε εξάλειψη ή παραγραφή όλων των αδικημάτων των Υπουργών. Στην πραγματικότητα διαφαίνεται από αυτόν το νόμο η βούληση του Σώματος ότι ποτέ και για οποιονδήποτε λόγο Υπουργός δεν μπορεί να καταδικαστεί, αφού η δυνατότητα εξάλειψης του αξιοποίνου μετά τη διενέργεια εκλογών καθιστά δυσχερεστάτη την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος Υπουργών. Νόμος, που σύμφωνα με την εισήγηση και του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, πάσχει συνταγματικότητας.
Ως Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός, προτείναμε την ακόλουθη διατύπωση, η οποία στο πνεύμα και τη φιλοσοφία της συνάδει με την προτεινόμενη προς αναθεώρηση: «Όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος ο Βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλον τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώματος, παρά μόνο για πράξεις που ασκήθηκε ποινική δίωξη πριν την ανακήρυξη του βουλευτή. Επίσης δεν διώκεται για πολιτικά εγκλήματα Βουλευτής της Βουλής που διαλύθηκε, από τη διάλυσή της και έως την ανακήρυξη των Βουλευτών της νέας Βουλής.
Η Βουλή δύναται να αρνηθεί την άρση ασυλίας του Βουλευτή, μόνον εάν διαπιστώσει ότι η πράξη αφορά στα καθήκοντα του Βουλευτή ή η άρση ζητείται για πολιτικούς λόγους.
Η άδεια θεωρείται ότι δεν δόθηκε, εάν η Βουλή δεν αποφανθεί μέσα σε τρεις μήνες, αφότου η αίτηση του Εισαγγελέα για δίωξη διαβιβάστηκε στον Πρόεδρο της Βουλής.
Η τρίμηνη προθεσμία αναστέλλεται κατά τη διάρκεια των διακοπών της Βουλής.
Δεν απαιτείται άδεια για τα κακουργήματα».
12. Άρθρο 78
Με την προτεινόμενη διάταξη ρητώς θεσμοθετείται ότι «εγγυήσεις του ελληνικού δημοσίου προς τρίτους παρέχονται μόνο με ειδικό τυπικό νόμο». Εκφράζοντας τον ιδιαίτερο προβληματισμό μας για ποιο λόγο το Ελληνικό Δημόσιο θα πρέπει να εγγυάται υπέρ τρίτων, θεωρούμε θετικό αυτή η εγγύηση να γίνεται με νόμο και να επικυρώνεται από το Εθνικό Κοινοβούλιο.
13. Άρθρο 79 παρ. 1
Με την προτεινόμενη διάταξη δίνεται η δυνατότητα στη Βουλή να υποβάλει προτάσεις τροποποίησης επιμέρους κονδυλίων του Προϋπολογισμού, εφ’ όσον δεν υπάρχουν επιπτώσεις στο σύνολο των δαπανών και των εσόδων του κράτους. Πρόκειται για μια θετική διάταξη που επιτέλους προσδίδει στη νομοθετική εξουσία δυνατότητα ουσιαστικής παρέμβασης στα κονδύλια του Προϋπολογισμού, με διάλογο και συγκεκριμένες προτάσεις έναντι της σημερινής διαδικασίας απλής επικύρωσης ή καταψήφισης των προτάσεων της Κυβέρνησης.
14. Άρθρο 88 παρ. 2 εδ. γ΄ και δ΄
Η παρούσα διάταξη πραγματεύεται ένα σημαντικό θέμα που ταλάνισε την ελληνική κοινωνία με την εκδίκαση των διαφορών αναφορικώς με τους μισθούς και τις συντάξεις των δικαστικών λειτουργών από Ειδικό Δικαστήριο (το κακώς επονομαζόμενο μισθοδικείο). Με την παρούσα διάταξη μεταφέρεται αυτός ο έλεγχος σε Συνταγματικό Δικαστήριο. Για λόγους, που θα αναλυθούν κατωτέρω, διαφωνούμε με την ύπαρξη Συνταγματικού Δικαστηρίου και άρα η ρύθμιση μας βρίσκει αντίθετους και προτείνουμε την επίλυση αυτών των διαφορών από ειδικώς διαμορφωμένη Επιτροπή της Βουλής, με την παρουσία και δικαστικών λειτουργών, ώστε να αποφευχθούν τα φαινόμενα, που βιώσαμε πρόσφατα, όπου δικαστές έκριναν τα αιτήματά τους.
Ωστόσο, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η συγκεκριμένη απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου, που προκάλεσε την ελληνική κοινωνία στηρίχθηκε σε λάθη της εκτελεστικής εξουσίας, που παρείχε παχυλούς μισθούς σε συγκεκριμένες θέσεις και δικαιολόγησε τις υψηλές αυξήσεις στο μισθό των δικαστικών. Συνεπώς, εάν η εκτελεστική εξουσία λειτουργούσε συνετά, δεν θα υπήρχαν αυτά τα φαινόμενα.
15. Άρθρο 90 παρ. 5
Με την προτεινόμενη διάταξη παραμένει το λανθασμένο προηγούμενο, όπου η ηγεσία της δικαστικής εξουσίας αποτελεί προνόμιο επιλογής της εκτελεστικής εξουσίας, αφού αυτή διορίζεται κατόπιν προτάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου. Υπάρχει, βέβαια, μια θετική εξέλιξη, καθώς η επιλογή στη θέση των Προέδρων γίνεται μεταξύ των Αντιπροέδρων και των Αντιπροέδρων μεταξύ των δέκα αρχαιοτέρων μελών των οικείων Δικαστηρίων, αλλά δεν κόβεται ο ομφάλιος λώρος, που εξαρτά την ηγεσία της δικαστικής εξουσίας από τις επιθυμίες της εκάστοτε Κυβερνήσεως.
Μοναδική λύση σε αυτό το άτοπο σύστημα θα ήταν, εάν η Δικαιοσύνη επέλεγε μόνη της, από τα όργανά της την ηγεσία της. Δεν είναι δυνατόν να γίνεται λόγος για διάκριση εξουσιών και ανεξάρτητη Δικαιοσύνη και η ηγεσία της να επιλέγεται από την Κυβέρνηση. Εάν, πραγματικά επιθυμούμε ανεξάρτητη Δικαιοσύνη τόσο η εκτελεστική όσο και η νομοθετική εξουσία δεν θα πρέπει να έχουν αρμοδιότητα στις αρχαιρεσίες της δικαστικής εξουσίας. Οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση, απλώς, πλήττει το κύρος της Δικαιοσύνης και δεν της επιτρέπει να λειτουργήσει γόνιμα.
16. Άρθρο 95 παρ. 1 και άρθρο 98 παρ. 1 εδ. 2
Με τις συγκεκριμένες προτεινόμενες διαδικασίες επιδιώκεται η δημιουργία ειδικών τμημάτων για τον έλεγχο των συμβάσεων με αντισυμβαλλόμενο το δημόσιο. Κρίνεται θετική, αν και επικίνδυνη, η δημιουργία ειδικών τμημάτων με εξειδικευμένους δικαστές. Διατηρούμε, ωστόσο, τον προβληματισμό μας, εάν υπάρχει αναγκαιότητα συνταγματικής πρόβλεψης ή αρκεί η ρύθμιση από απλό νόμο ή τον κανονισμό των δικαστηρίων.
17. Άρθρο 100
Η δημιουργία Συνταγματικού Δικαστηρίου είναι αντίθετη με τον νομικό μας πολιτισμό και τη νομική μας παράδοση, όπως αναλύθηκε και στο άρθρο 58. Συνταγματικά Δικαστήρια αναπτύχθηκαν σε Χώρες μετά το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και λόγω των ολοκληρωτικών τους καθεστώτων. Βεβαίως στη Γερμανία το BverfG χαρακτηρίζεται από πολύ θετική νομολογία για την προάσπιση δικαιωμάτων.
Ωστόσο ως Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός επικροτούμε το διάχυτο έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων, όπου ο απλός δικαστής δεν δεσμεύεται από διαμορφωμένη νομολογία και μπορεί με βάση τις γνώσεις, την εμπειρία του και την κρίση του να αποφανθεί διαφορετικά, αναφορικώς με την συνταγματική ερμηνεία. Το Συνταγματικό Δικαστήριο, με μαθηματική ακρίβεια, θα οδηγήσει σε βιομηχανία αποφάσεων, που θα περιορίσουν την ελευθερία κρίσης του δικαστή.
Παράλληλα τα όποια θετικά επιχειρήματα για τη δημιουργία ενός τέτοιου Δικαστηρίου επισκιάζονται από τη σύνθεση που προτείνει η παρούσα διάταξη. Μια σύνθεση εννέα μελών, όπου τρεις δικαστές επιλέγει η Κυβέρνηση, τρεις η Βουλή (άρα η πλειοψηφία) και τρεις οι Ολομέλειες των Ανωτάτων Δικαστηρίων. Μια τέτοια σύνθεση δημιουργεί ένα Δικαστήριο, διορισμένο από την εκάστοτε Κυβέρνηση και επιτείνει την επέμβαση της εκτελεστικής εξουσίας στη δικαστική, γεγονός που μας βρίσκει απολύτως αντίθετους.
18. Άρθρο 101 (Ερμηνευτική δήλωση)
Η αναθεώρηση του άρθρου 101 βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση, καθώς ανάγει σε συνταγματική επιταγή την υποχρέωση του απλού νομοθέτη, όταν δρα κανονιστικά, να λαμβάνει υπ’ όψη τις ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών και ορεινών περιοχών, μεριμνώντας για τη βιώσιμη οικονομική τους ανάπτυξη. Βέβαια, μια απλή συνταγματική επιταγή δεν αρκεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη των ορεινών και νησιωτικών περιοχών. Δεν έφταιξε η απουσία συνταγματικής επιταγής, αλλά η έλλειψη πολιτικής βούλησης των τελευταίων 25 και πλέον ετών για υγιή ανάπτυξη της Περιφέρειας. Καλή η λήψη συνταγματικής μέριμνας, κάλλιστη, ωστόσο, η υλοποίησή της με την πραγματική αρωγή στις νησιωτικές και ορεινές περιοχές και, πρωτίστως στις ακριτικές.
19. Άρθρο 101 Α
Με την παρούσα διάταξη επιδιώκεται να διευρυνθούν οι συνταγματικώς κατοχυρωμένες Διοικητικές Αρχές με αυτήν της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας και την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Η θέση του Λαϊκού Ορθοδόξου Συναγερμού απέναντι στις λεγόμενες και διορισμένες Ανεξάρτητες Αρχές είναι αρνητική. Οι Ανεξάρτητες Αρχές αποτελούν ομολογία του πολιτικού συστήματος ότι δεν μπορεί να προστατεύσει τον πολίτη και έχει ανακαλύψει αυτά τα διορισμένα όργανα, στα οποία εκχωρεί μέρος της εκτελεστικής εξουσίας (!) χωρίς να είναι αιρετά.
Οι διορισμένες αυτές λεγόμενες Ανεξάρτητες Αρχές δεν περιορίζονται στο διαχειριστικό τους ρόλο, αλλά διεκδικούν μέρος της νομίμως εκλεγμένης νομοθετικής εξουσίας. Π.χ., ο Συνήγορος του Πολίτη, δεν περιορίζεται στα προβλήματα της γραφειοκρατίας αλλά κάνει μάθημα στο Κοινοβούλιο, πώς πρέπει να διδάσκεται το μάθημα των Θρησκευτικών λες και η κεντρική πολιτική σκηνή έχει ανάγκη μια ομάδα διδακτόρων, για το πώς θα χαράξει την εκπαιδευτική πολιτική.
Συχνά τα πορίσματα των Αρχών αυτών άλλοτε είναι προϊόν ιδεολογικής «τσίμπλας» και όχι επιστημονικής μελέτης και άλλοτε εξυπηρετούν την εκάστοτε Κυβέρνηση, όπως η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα στο θέμα της προαιρετικής αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Η γιγάντωση αυτών των Αρχών ή η ενδυνάμωση των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, της Κοινωνίας Πολιτών (όπως π.χ. στην προτεινόμενη αναθεώρηση του άρθρου 16 και αλλού) είναι εφευρήματα μιας συγκεκριμένης ιδεολογικής ατζέντας, που προτιμά την αποδυνάμωση των αιρετών οργάνων και τη μεταφορά αρμοδιοτήτων σε πανεπιστήμονες «Ανεξαρτήτων» Αρχών ή στο πεζοδρόμιο, πρακτική που μας βρίσκει αντίθετους.
20. Άρθρο 102 παρ. 1 εδ. δ΄
Προς τη θετική κατεύθυνση κινείται η παροχή στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης της αρμοδιότητας του πολεοδομικού σχεδιασμού, που αποτελούσε πάγιο αίτημα των Ο.Τ.Α. και δύναται να βοηθήσει στον καλύτερο πολεοδομικό σχεδιασμό.
21. Άρθρο 103 παρ. 9
Η παροχή δυνατότητας σε υπαλλήλους, που υπηρετούν στο Δημόσιο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου να ενταχθούν στην υπαλληλική ιεραρχία για την κάλυψη οργανικών σχέσεων, υπό τον έλεγχο του Α.Σ.Ε.Π., αποκαθιστά την ανισότητα, που υπήρχε στους εργαζομένους μόνιμους και με ιδιωτική σύμβαση αορίστου χρόνου. Η διαδικασία πρόσληψης εργαζομένων στο Δημόσιο με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου, οπωσδήποτε δεν έβλαψε τη λειτουργία του Δημοσίου και κανένας λόγος δεν συνηγορούσε στη διατήρηση αυτής της διάκρισης.
22. Άρθρο 104 παρ. 3
Η αναφορά στο Σύνταγμα ότι οι υπάλληλοι υποχρεούνται να υπηρετούν έγκαιρα και αποτελεσματικά τους πολίτες και ότι υπέχουν προσωπική ευθύνη για παράνομη υπαίτια συμπεριφορά κρίνεται περιττή, διότι ρυθμίζει το αυτονόητο, ότι, δηλαδή, ο υπάλληλος πρέπει να εξυπηρετεί τον πολίτη και αναφορικώς με την ευθύνη αποτελεί έργο του απλού νομοθέτη, ο οποίος ρυθμίζει το θέμα επαρκώς από τα άρθρα 104 – 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα.
23. Άρθρο 108 παρ. 1 και 2
Ο Ελληνισμός της Διασποράς πρέπει να τυγχάνει της απολύτου προστασίας της Ελληνικής Πολιτείας όχι μόνο στο επίπεδο των σχέσεων και των δεσμών με τη Μητέρα - Πατρίδα, αλλά και στο πεδίο προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως όπου υπάρχει εθνική ελληνική μειονότητα. Το ελληνικό κράτος, όπως μεριμνά για τα ανθρώπινα δικαιώματα όσων διαβιούν στην Ελλάδα, πολύ περισσότερο θα πρέπει να ενδιαφέρεται για τα δικαιώματα των Ελλήνων, όπου και αν βρίσκονται.
Σε μια εποχή όπου τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι στο επίκεντρο και υπάρχουν Έλληνες στη Βόρειο Ήπειρο, Ίμβρο, Τένεδο, Κωνσταντινούπολη και αλλού, που αντιμετωπίζονται ως πολίτες δευτέρας κατηγορίας και δεν γίνονται σεβαστά τα δικαιώματά τους δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται η Ελλάδα να μένει αμέτοχη. Συνεπώς, επικροτώντας την αλλαγή του όρου «Απόδημος Ελληνισμός» σε «Ελληνισμό της Διασποράς», ώστε να συμπεριλαμβάνονται και οι γηγενείς Έλληνες, που υποδουλώθηκαν στο παρελθόν και παρέμειναν στις Εστίες τους προτείναμε στην Επιτροπή και εμμένουμε στην ακόλουθη διατύπωση:
1. Το κράτος μεριμνά για τη ζωή, την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Ελληνισμού της Διασποράς και τη διατήρηση των δεσμών με τη Μητέρα - Πατρίδα. Επίσης μεριμνά για την παιδεία και την κοινωνική και επαγγελματική προαγωγή των Ελλήνων που εργάζονται έξω από την Επικράτεια. Οι ελληνικές εθνικές μειονότητες, οπουδήποτε βρίσκονται, τελούν υπό την προστασία του Κράτους.
Δυστυχώς η Επιτροπή δίστασε να συμπεριλάβει ρητώς την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ελληνικών εθνικών μειονοτήτων, όπου και αν βρίσκονται, στο Σύνταγμα.
ΙΙΙ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός, με αίσθημα ευθύνης απέναντι στην αναθεωρητική διαδικασία προσπάθησε να είναι συνεπής στις προτάσεις του για τη δημιουργία ενός Συντάγματος, με πυλώνες το εθνικό συμφέρον, την ελευθερία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Επειδή δεν συμμετείχαμε στην προηγούμενη Βουλή δεν μπορέσαμε να συμβάλουμε στην προβληματική των αναθεωρητέων διατάξεων.
Θεωρούσαμε επιτακτική την ενίσχυση του ρόλου του Προέδρου της Δημοκρατίας, ως ρυθμιστή του πολιτεύματος και τη δυνατότητα διενέργειας δημοψηφισμάτων με τη συλλογή υπογραφών, ώστε να ενισχύεται η συμμετοχή του Λαού στα μείζονος σημασίας ζητήματα, που τον αφορούν. Μια πρακτική, που θα έδιδε, ευθέως, το δικαίωμα στον Λαό να αποφασίσει, πώς θέλει τη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την ονομασία των Σκοπίων, σε τυχόν Ευρωπαϊκή Συνθήκη και κρίσιμα κοινωνικά θέματα, όπως το ασφαλιστικό.
Η πρακτική των δημοψηφισμάτων, δυστυχώς, δεν φαίνεται να υιοθετείται από τα άλλα πολιτικά Κόμματα, τα οποία είτε δεν τα επιθυμούν (Ν.Δ. – ΠΑ.ΣΟ.Κ.) είτε τα θέλουν, μόνο, όταν συμφωνεί η κοινή γνώμη μαζί τους (ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Κ.Κ.Ε.). Εμείς, συνεπείς στις θέσεις μας, επιθυμούμε διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας και ενίσχυση του θεσμού των Δημοψηφισμάτων είτε το αποτέλεσμά τους συνάδει με τις ιδέες μας είτε όχι.
Κλείνοντας, θεωρούμε ότι η παρούσα αναθεώρηση, είτε ολοκληρωθεί, είτε όχι, λόγω των αναγκών, με μαθηματική ακρίβεια δεν θα είναι καινοτόμος και θα αναγκάσει σύντομα τον Συντακτικό Νομοθέτη να κινήσει νέα αναθεωρητική διαδικασία. Συνεπώς, ίσως θα ήταν προτιμότερο από το να ολοκληρώναμε μια εκ προοιμίου δυσλειτουργική αναθεώρηση να εκκινούσαμε τη συζήτηση από την αρχή για μια νέα ουσιαστική καινοτόμο αναθεώρηση, με γνώμονα, πάντα, το εθνικό συμφέρον, την ελευθερία του ατόμου, την κοινωνική δικαιοσύνη και την υπεροχή του ελληνικού Συντάγματος έναντι των πάσης φύσεως νομοθετικών κειμένων.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΙΣΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΚΙΟΥΛΕΚΑ
(Α΄ ΕΝΟΤΗΤΑ)
Είναι γνωστό από την πολιτική μας ιστορία ότι τα ελληνικά Συντάγματα υπήρξαν πάντοτε πρωτοποριακά. Κορυφαίο, σε αυτήν την πρωτοπορία το Σύνταγμα του 1975, το οποίο είναι το μακροβιότερο και αποδείχθηκε και το πιο δημοκρατικό. Αυτό το οποίο διαπιστώνω και θα ήθελα να το θέσω υπ’ όψιν της Επιτροπής και των λοιπών εκπροσώπων των Κομμάτων, είναι το εξής: Ένα χαρακτηριστικό των ελληνικών Συνταγμάτων είναι ότι αυτά ήταν, σχεδόν όλα, απολύτως τυπικά. Ήταν Συντάγματα, τα οποία περιείχαν λιτές διατάξεις, πολύ προσεκτικά διατυπωμένες. Και αυτό, ακριβώς, για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο και ο κίνδυνος, να μην περιληφθούν κάποιες περιπτώσεις. Φθάσαμε, όμως, από το ένα άκρο, δηλαδή από την τυπικότητα αυτών των ελληνικών Συνταγμάτων στο άλλο. Περιορίζομαι, κυρίως, στο Σύνταγμα του 1975, γιατί αυτό είναι το ισχύον Σύνταγμα και αυτό συζητούμε τώρα για την αναθεώρησή του, σε κάποιες συγκεκριμένες διατάξεις. Το αυστηρά τυπικό Σύνταγμα του 1975, το οποίο, με τις αναθεωρήσεις που έγιναν, γέμισε από ρυθμίσεις γενικές, περιγραφικές, περιπτωσιολογικές. Θα αναφέρω την περίπτωση του άρθρου 14 με τον «Βασικό Μέτοχο». Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να υπάρχουν τρομερά ερμηνευτικά προβλήματα, εάν κάποιες περιπτώσεις υπάγονται ή όχι στη ρύθμιση της συγκεκριμένης συνταγματικής διάταξης, κάτι το οποίο είναι πολύ επικίνδυνο, διότι δημιουργεί ερμηνευτικά προβλήματα. Από την άλλη πλευρά, δεν μπορεί ο Καταστατικός Χάρτης της χώρας για το κύρος και την ποιότητά του, να τίθεται υπό συνεχή αμφισβήτηση, σχετικά με το τι περιλαμβάνει ή όχι κάθε διάταξή του.
Αντίθετα, μια λιτή –επαναλαμβάνω- και γενικού περιεχομένου διάταξη, βοηθά αφ’ ενός μεν το Σύνταγμα να παραμένει ο υπερκείμενος νόμος και, από την άλλη πλευρά, ο εκτελεστικός νομοθέτης, η εκτελεστική εξουσία, δηλαδή, και η νομοθετική εξουσία να συμπεριλαμβάνει τις όποιες περιπτώσεις θεωρεί ότι είναι χρήσιμο να το πράξει στους εκτελεστικούς του Συντάγματος νόμους. Το ίδιο θέμα το είδαμε πολύ χαρακτηριστικά και στην περίπτωση της συνταγματικής διατάξεως περί του ασυμβιβάστου. Όταν έγινε η σχετική συζήτηση στη Βουλή –και δεν μιλάω για την Αναθεώρηση του 2001- δεν ήμουν Βουλευτής, διότι είχα χάσει τη βουλευτική μου έδρα, μετά τις εκλογές του 2000. Ανατρέχοντας στα Πρακτικά, είδα μια σειρά από προβληματισμούς και συζητήσεις, οι οποίες δεν κατέληξαν πουθενά. Αποτέλεσμα ήταν μια διάταξη, η οποία μένει μετέωρη, διότι δεν υπάρχει ο εκτελεστικός νόμος, ο οποίος θα την εξειδικεύσει. Και σήμερα ερχόμαστε να συζητήσουμε την αναθεώρηση μιας τέτοιας διάταξης, χωρίς καν αυτή η διάταξη να έχει ουσιαστικά υπηρετηθεί από τον αντιστοιχούντα εκτελεστικό νόμο.
Αντίθετα, ένα τυπικό Σύνταγμα, το οποίο μένει σε μία γενική περιγραφή των διαφόρων θεμάτων που ρυθμίζει, μας οδηγεί στην ασφαλή οδό να επιτρέπουμε στον κοινό νομοθέτη, πλέον, να ρυθμίζει με εκτελεστικούς νόμους ή με τους υπόλοιπους νόμους τις επιμέρους περιπτώσεις.
Γι’ αυτόν το λόγο, εγώ θα ήθελα να θέσω υπ’ όψιν όλων των συναδέλφων και, κυρίως, των εκπροσώπων των λοιπών Κομμάτων την επισήμανση να περιοριστούμε σε τυπικού περιεχομένου γενικές διατάξεις και όχι σε περιπτωσιολογικές διατάξεις, που αντί να λύσουν θα δημιουργήσουν περαιτέρω προβλήματα. Αυτή είναι μια γενική επί της αρχής παρατήρησή μου.
Επιχειρούμε την Τρίτη, κατά σειρά, Αναθεώρηση του Συντάγματος του 1975. Βεβαίως, πρέπει να σημειώσουμε ότι οι Αναθεωρήσεις τόσο του 1981 όσο και του 2001 ουσιαστικά δεν μετέβαλαν τον πυρήνα αυτού του Συντάγματος και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Βεβαίως, έγιναν κάποιες αλλαγές, οι οποίες κρίθηκαν απαραίτητες και αναγκαίες, ωστόσο οι αλλαγές αυτές, τουλάχιστον σε ένα μεγάλο μέρος τους, δεν απέφεραν τα αναμενόμενα, τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Από την άλλη πλευρά προέκυψαν κάποιες ανάγκες για αλλαγές, οι οποίες όμως, έως σήμερα δεν έγιναν. Ιδεοληψίες του παρελθόντος, δυστυχώς, μας οδήγησαν να κρύβουμε με το δάκτυλό μας το δάσος, βλέποντας μόνο το δέντρο. Έτσι, λοιπόν, πολλές διατάξεις παρέμειναν στην αρχική τους μορφή. Αναφέρομαι σε μια βασική διάταξη, την διάταξη του άρθρου 16, που περέμεινε ως έχει, ενώ τα μη κρατικά ξένα πανεπιστήμια εισήλθαν στη χώρα «από το παράθυρο», χωρίς, μάλιστα, και την επαρκή νομοθεσία, χωρίς να υπάρχει το απαραίτητο νομοθετικό πλαίσιο για τον έλεγχο των παρεχομένων υπηρεσιών αυτών των πανεπιστημίων ή αυτών των κολλεγίων, που λειτουργούν με διάφορες μορφές στη χώρα μας, στην Ελλάδα. Είχαμε επισημάνει, από την Περίοδο του 2001, την ανάγκη να προχωρήσουμε σε αναθεώρηση και αυτής της διατάξεως, δυστυχώς, όμως, τότε δεν εισακουστήκαμε, όταν εμείς βρισκόμασταν στα έδρανα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
Σήμερα, λοιπόν, επτά –ουσιαστικά- χρόνια μετά από την Αναθεώρηση του 2001, αυτή η κορυφαία πολιτική και συνταγματική κοινοβουλευτική διαδικασία έρχεται να συμπληρώσει, να καλύψει τα κενά που δημιουργήθηκαν -αν το θέλετε- να υπηρετήσει αυτές τις νέες ανάγκες. Πολλά άρθρα είναι ουσιαστικά ανενεργά σε ένα μεγάλο μέρος τους, ή σε πλήρη αντίθεση με την πραγματικότητα. Επίσης, υπάρχουν πλείστα όσα προβλήματα που αφορούν στο δημόσιο βίο και στη δημόσια διοίκηση, που πρέπει να ρυθμιστούν. Και όλα αυτά διότι είναι ανάγκη πραγματικά να αναβαθμίσουμε τον κοινοβουλευτισμό, το κοινοβουλευτικό μας πολίτευμα. Παίρνοντας αφορμή από το άρθρο περί ασυμβιβάστου των βουλευτών, θα έλεγα ότι είναι μια μεγάλη ευκαιρία να συζητήσουμε και αυτό το θέμα, πριν μπω στα ειδικότερα άρθρα αυτής της συγκεκριμένης ενότητας. Πράγματι, με αυτόν τον τρόπο, με τη ρύθμιση, δηλαδή, που έγινε το 2001, αποκλείονται από την πολιτική, σε ένα μεγάλο μέρος, ικανοί και επιτυχημένοι συμπολίτες μας από διάφορους επαγγελματικούς χώρους, ακριβώς γιατί υπάρχουν αυτές οι δεσμεύσεις.
Ειδικότερα, η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για την αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγματος, σύμφωνα με τα άρθρα 110 του Συντάγματος και 119 του Κανονισμού της Βουλής και συγκεκριμένα στην πρώτη ενότητα του Συντάγματος και στα άρθρα, που έχω την τιμή να είμαι ειδικός αγορητής, 14 παρ. 1, 17, 20 παρ.1, 22 παρ1, είναι η ακόλουθη:
Για το άρθρο 14, παράγραφος 9, περί βασικού μετόχου, όπως έχει επικρατήσει να λέγεται, συζητήθηκαν πάρα πολλά και μάλιστα προκλήθηκε και σάλος, όταν στην προηγούμενη Βουλή επιχειρήθηκε, με νόμο, να ρυθμιστεί αυτό το ζήτημα, με όλες εκείνες τις παρεμβάσεις, που υπήρξαν, από πλευράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Θα έλεγα, όμως, ότι η Ιστορία μας υποχρεώνει να θυμηθούμε πολύ γρήγορα την ακολουθία των γεγονότων. Πολύ πριν γίνει η Νέα Δημοκρατία Κυβέρνηση, το 2003, αμφισβητήθηκε, το πρώτον -και αμφισβητήθηκε ευθέως από την Ευρωπαϊκή Ένωση με την περίφημη αποστολή του Αλεξάντερ Ζάου- η συνταγματική μας διάταξη. Εδώ, πρέπει να αναφέρουμε ότι η τότε κυβέρνηση δεν έκανε καν τον κόπο να υπερασπιστεί τον Καταστατικό Χάρτη της χώρας, κάτι το οποίο ανέλαβε η παρούσα Κυβέρνηση, η Νέα Δημοκρατία.
Βεβαίως, ανατρέχοντας στα Πρακτικά των συνεδριάσεων και της προηγούμενης Βουλής, που συζητούσε τότε τα υπό αναθεώρηση άρθρα, όσο και της Αναθεωρητικής Βουλής του 2001, είδα το εξής εκπληκτικό: Στελέχη του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ομολογούσαν περίπου ότι η τότε Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, το 2001, εσύρθη υπό την πίεση της Νέας Δημοκρατίας, στη ρύθμιση, τη συγκεκριμένη ρύθμιση του άρθρου 14 παράγραφος 9.
Αν είναι δυνατόν, μέσα στο Κοινοβούλιο, να ομολογείται κάτι τέτοιο, δηλαδή, ότι είναι δυνατόν να υπάρχει μία Κυβέρνηση τόσο αδύνατη, που να σύρεται υπό την πίεση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης για να νομοθετήσει και, μάλιστα, στο Σύνταγμα της Χώρας, για ένα τέτοιο ευαίσθητο ζήτημα.
Στην προκειμένη περίπτωση προσπαθούμε να ξεκαθαρίσουμε το τοπίο, να κάνουμε ακόμη πιο διακριτούς τους ρόλους ανάμεσα στην πολιτική, τα οικονομικά συμφέροντα, ανάμεσα στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, σε όλα αυτά που δημιουργούν τις εστίες της διαπλοκής. Προσπαθούμε, δηλαδή, επιχειρούμε να ελαχιστοποιήσουμε αυτές τις εστίες, να κόψουμε τον ομφάλιο λώρο της διαπλοκής.
Παράλληλα, επιδιώκουμε και την ουσιαστική κατοχύρωση και της διαφάνειας, αλλά και της πολυφωνίας των Μέσων Ενημέρωσης. Επιχειρούμε, δηλαδή, να βρούμε ένα modus vivendi με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ώστε να ξεπερασθούν οι περαιτέρω δυσχέρειες εφαρμογής της παρούσης διατάξεως, αλλά και να ρυθμιστούν τα αφορώντα και στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Περιορίζομαι να αναφερθώ στην κατοχή της δεσπόζουσας θέσης στην αγορά –που είναι ένα πολύ μεγάλο ζήτημα- μέσω της συγκέντρωσης του ελέγχου περισσοτέρων Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης από άτομα, που έχουν και τις ασυμβίβαστες ιδιότητες του ιδιοκτήτη, του διευθύνοντος συμβούλου, του βασικού μετόχου εταιρειών, νομικών προσώπων, που ασκούν κατασκευαστική δραστηριότητα ή συνάπτουν συμβάσεις με το κράτος.
Οφείλουμε, λοιπόν, να κάνουμε πιο σαφείς και πιο ξεκάθαρους τους τρόπους ελέγχου και τις προϋποθέσεις για έναν υγιή ανταγωνισμό στο χώρο των Μέσων Ενημέρωσης. Παρόμοιοι προβληματισμοί υπήρξαν σε πολλές Χώρες - Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εδώ θα κάνω μία γενική παρατήρηση: Μπορεί να παρατηρηθεί ότι υπήρξε, κατ’ αρχήν μία τάση χαλάρωσης των κανόνων που αφορούν στη συγκέντρωση των Μ.Μ.Ε., ιδίως, λόγω της τεχνολογικής εξέλιξης, που επιτρέπει την αύξηση του αριθμού των κατόχων σχετικών αδειών.
Παραδείγματος χάριν, στη Γαλλία σχετικά με την κατοχή περισσοτέρων αδειών ανά Μέσο, επιτρέπεται η κατοχή από το ίδιο πρόσωπο επτά αντί πέντε -έως πρότινος- αδειών παροχής υπηρεσιών επίγειας ψηφιακής. Στην Ισπανία καταργήθηκε ο περιορισμός, σχετικά με την κατοχή ως και του 49% του μετοχικού κεφαλαίου μιας αδειούχου εταιρείας. Πάντως, στα περισσότερα κράτη το κριτήριο, σχετικά με τη συγκέντρωση, δεν είναι άλλο από την κατοχή της δεσπόζουσας θέσης.
Σε κάθε περίπτωση, πιστεύω ότι είναι πολύ επίκαιρη η ρήση της Επιτρόπου, κυρίας Βίβιαν Ρέντινγκ, όταν απέρριψε κάθε πρωτοβουλία ρύθμισης από την Ευρωπαϊκή Ένωση της συγκέντρωσης των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και προέτρεψε για νομοθετικές πρωτοβουλίες σε εθνικό επίπεδο. Όπως είπε χαρακτηριστικά σ’ αυτό το στάδιο δεν υπάρχει one size fits all, δηλαδή λύση για την πρόληψη από μία κεντρική αρχή. Ο έλεγχος της συγκέντρωσης στο χώρο των Μέσων Ενημέρωσης αποτελεί προτεραιότητα, όπως είπαμε, των περισσοτέρων Κρατών - Μελών. Σπάνιες είναι οι περιπτώσεις, όπου το ζήτημα των συγκεντρώσεων δεν οργανώνεται με αυστηρότερους νόμους και αφήνεται στο γενικότερο νόμο περί ανταγωνισμού. Το ζήτημα της συγκέντρωσης τις περισσότερες φορές οργανώνεται από τον περί ραδιοτηλεόρασης νόμο, κάτι, που ισχύει και στην πατρίδα μας με το νόμο, που ψηφίστηκε, πρόσφατα. Η συγκέντρωση προσδιορίζεται –για να δούμε έτσι τι συμβαίνει και στις υπόλοιπες Χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης- επί τη βάσει πολλών κριτηρίων.
Σε άλλες χώρες, όπως στην Αυστρία, υπάρχει το μερίδιο της αγοράς. Σε άλλες χώρες υπάρχει η γεωγραφική αλληλοκάλυψη, όπως στην Αυστρία και το Ηνωμένο Βασίλειο ή ο συνδυασμός κάποιων κριτηρίων, όπως συμβαίνει στην Ιρλανδία, την Ισπανία, την Ιταλία και διαφόρων δεικτών, όπως ισχύει στην Ολλανδία.
Αυτό το οποίο προτείνουμε από τη δική μας πλευρά, στο άρθρο 14 παράγραφος 9, είναι να προστεθεί κατ’ αρχήν αυτό, που όλοι συζητούμε, αλλά πρέπει να προβλεφθεί και ρητώς μέσα στο Σύνταγμα. Ότι, δηλαδή, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης οργανώνονται και λειτουργούν, σύμφωνα με τους κανόνες του ελεύθερου υγιούς ανταγωνισμού.
Επίσης, να προστεθεί στην, ήδη, ισχύουσα διάταξη του άρθρου 14, στη διάταξη της παραγράφου 9, ότι είναι ασυμβίβαστες οι ιδιότητες του ιδιοκτήτη, του διευθυντικού στελέχους, του βασικού μετόχου επιχειρήσεων, που ασκούν τη δραστηριότητα στο χώρο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, με αντίστοιχες ιδιότητες προσώπου σε επιχειρήσεις που συνάπτουν συμβάσεις με το δημόσιο ή αναλαμβάνουν δημόσια έργα. Πότε όμως; Αν αποδεικνύεται ότι οι ιδιότητες αυτές πράγματι, ασκούν αθέμιτη επιρροή στη διαδικασία ανάθεσης των δημοσίων έργων. Νομίζω ότι είναι κάτι το οποίο πρέπει να διευκρινίσουμε και να αφήσουμε από εκεί και πέρα τον κοινό νομοθέτη να προβλέψει όλα τα υπόλοιπα.
Στο άρθρο 17, περί πνευματικής ιδιοκτησίας, γίνεται αναφορά, για πρώτη φορά σε αυτή την κορυφαία πολιτική διαδικασία, και στα ζητήματα της προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας.
Θα ήθελα να θυμίσω ότι ο ν. 2121 του 1993, που ρυθμίζει τα της πνευματικής ιδιοκτησίας, ψηφίστηκε όταν τότε ήταν Υπουργός Πολιτισμού, η κυρία Ντόρα Μπακογιάννη, σημερινή Υπουργός των Εξωτερικών, από την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία εδέχθη, περίπου, εβδομήντα τροπολογίες, που προτάθηκαν από το χώρο της Αντιπολίτευσης και ο νόμος ψηφίστηκε ομοφώνως.
Έτσι εκσυγχρονίστηκε το νομοθετικό μας πλαίσιο και προσαρμόσθηκε με τα νομοθετικά πλαίσια άλλων κρατών. Ως τότε, η Ελλάδα ήταν περίπου το «μαύρο πρόβατο» στα ζητήματα της πνευματικής ιδιοκτησίας και, πολλές φορές, δεχόμασταν πιέσεις από ξένα κράτη και, κυρίως, από τις οργανωμένες ενώσεις των πνευματικών δημιουργών, οι οποίες ισχυρίζονταν ότι Ελλάδα είναι ο «Παράδεισος», όπου ανθεί το φαινόμενο της κλοπής της πνευματικής ιδιοκτησίας. Έτσι, λοιπόν, με το ν. 2121/93 έγινε ένα πολύ σημαντικό βήμα.
Από την άλλη πλευρά ακούστηκαν αιτιάσεις ότι δεν υπάρχει κάποια αναγκαιότητα να περιλαμβάνεται στο Σύνταγμά μας, ρητώς, ο όρος της πνευματικής ιδιοκτησίας ή, καλύτερα, να περιλαμβάνεται ρητώς η ανάγκη προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας.
Η δική μας άποψη είναι, τελείως, αντίθετη. Και είναι, τελείως, αντίθετη για ένα πολύ βασικό λόγο. Πρώτον, γιατί η πνευματική ιδιοκτησία είναι άυλο αγαθό και, με την έννοια αυτή, γίνεται πολύ εύκολα αντικείμενο κλοπής. Βεβαίως, τους λόγους αυτούς τους ενισχύουμε, πέρα από τα δικά μας επιχειρήματα, και με επιχειρήματα τα οποία ίσχυσαν σε πολλές άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις. Θυμίζω ότι στην περίφημη Ευρωπαϊκή Συνθήκη του Συντάγματος, τη Συνταγματική Συνθήκη της Ευρώπης, στο άρθρο 77 II, στην παράγραφο 2, περιλαμβάνεται, ρητώς, η αναφορά στην ανάγκη προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας, κάτι το οποίο συμβαίνει και στην Ευρωπαϊκή Χάρτα των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο άρθρο 17 παράγραφος 2, όπου αναφέρεται επί λέξει ότι «η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται».
Και θυμίζω, επίσης, ανατρέχοντας στα Πρακτικά των συζητήσεων για το Σύνταγμα του 1975, ότι, στην έννοια της συνταγματικώς προστατευομένης ιδιοκτησίας, σημειώνουν, τότε, ότι πρέπει να νοηθεί και η πνευματική ιδιοκτησία, η πνευματική και καλλιτεχνική κληρονομιά. Όποιος ανατρέξει μπορεί να τα βρει στα Πρακτικά της Επιτροπής.
Επίσης, και στη νομολογία και των ελληνικών και των ευρωπαϊκών δικαστηρίων, αλλά και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όσο και του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ρητώς έχει γίνει αποδεκτό ότι η πνευματική ιδιοκτησία αποτελεί ατομικό δικαίωμα και πρέπει να προστατεύεται αναλόγως και από το Σύνταγμα. Και βεβαίως, κάτι τέτοιο το δέχεται, όπως είπα, και η δική μας νομοθεσία. Έτσι, λοιπόν, είναι πολύ σημαντικό να περιληφθεί στο άρθρο 17 -κι εμείς προτείνουμε να προστεθεί στο εδάφιο, που αναφέρεται στην προστασία της ιδιοκτησίας- η προσθήκη ότι στην έννοια της ιδιοκτησίας περιλαμβάνεται και η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Κι αυτή η ρητή αναφορά θα απεμπλέξει το δικαϊικό μας σύστημα και την έννομη τάξη από πολλά προβλήματα, που δημιουργήθηκαν στο παρελθόν.
Παραμένοντας στο άρθρο 17, θα ήθελα πολύ γρήγορα να σημειώσω και την ανάγκη μιας ακόμη προσθήκης, δηλαδή της ρητής πρόβλεψης ότι το άρθρο 17 εφαρμόζεται και στην περίπτωση των απαλλοτριώσεων, που κηρύσσονται από την πολεοδομική νομοθεσία. Η εως σήμερα πρακτική, δυστυχώς, δείχνει ότι οι χρόνοι, οι οποίοι προβλέπονται από το δικονομικό μας δίκαιο, του ενός ή του ενάμιση χρόνου, τελικώς, ποτέ δεν τηρούνται. Αντιθέτως, ο πολίτης ουσιαστικά βλέπει να φαλκιδεύεται το δικαίωμά του μέσα από τις πρακτικές, που ακολουθούνται, και να μην μπορεί να προασπίσει ουσιαστικά το δικαίωμά του της ιδιοκτησίας, το οποίο είναι συνταγματικώς κατοχυρωμένο. Τί εννοώ; Εννοώ ότι κάθε Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης αρκεί και μόνο να χαρακτηρίσει ένα ακίνητο, που αποτελεί ιδιοκτησία Έλληνα πολίτη, χωρίς να έχει τα χρήματα για να το αποζημιώσει, προκειμένου κάποτε να το χρησιμοποιήσει. Αποτέλεσμα είναι να οδηγούμαστε στην ανενεργό, ουσιαστικά, εφαρμογή του συγκεκριμένου άρθρου, όσον αφορά στα ζητήματα των απαλλοτριώσεων. Αυτοί είναι οι λόγοι, που μας οδηγούν να προτείνουμε στη συγκεκριμένη Επιτροπή -και θα προτείνουμε και μεθαύριο στην Ολομέλεια- προσθήκη στο άρθρο 17, ότι το άρθρο αυτό εφαρμόζεται, εν προκειμένω και στις περιπτώσεις των απαλλοτριώσεων, κατ’ εφαρμογήν της πολεοδομικής νομοθεσίας.
Στο άρθρο 20 παράγραφος 1, για τη δυνατότητα δηλαδή της δικαστικής προστασίας και τη δυνατότητα της προσωρινής δικαστικής προστασίας, πρέπει να πω ότι πέραν από τα προβλεπόμενα στο δίκαιό μας, έχουμε δει ότι, στην πράξη, δυστυχώς, πολλές φορές καταστρατηγείται η έννοια της παροχής της έννομης προστασίας και, κυρίως, της προσωρινής προστασίας. Γι’ αυτό προτείνουμε ότι, στο άρθρο 20 παράγραφος 1, θα πρέπει να προστεθεί ένα δεύτερο εδάφιο, όπου να αναφέρεται ότι το δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια καλύπτει και το δικαίωμα στην προσωρινή δικαστική προστασία, η οποία πρέπει να παρέχεται μέσα σε ένα εύλογο, σύντομο χρονικό διάστημα. Είναι μια ρητή αναφορά και είμαστε αναγκασμένοι, από τα διδάγματα της απονομής της δικαιοσύνης, να το προτείνουμε και να το περιλάβουμε στον Καταστατικό Χάρτη της Χώρας.
Τέλος, το άρθρο 22, αναφέρεται στην κοινωνική συνοχή και αξιοπρεπή διαβίωση του Έλληνα πολίτη. Για πρώτη φορά, η Νέα Δημοκρατία από τον καιρό, που ευρίσκετο στα έδρανα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, είχε υπογραμμίσει την ανάγκη ενός εγγυημένου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης του Έλληνα πολίτη ή, αλλιώς, την ανάγκη ενός ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος. Στο άρθρο 22 προτείνουμε να προστεθεί ένα δεύτερο εδάφιο, που να αναφέρεται στην υποχρέωση του κράτους να μεριμνά για την αξιοπρεπή διαβίωση των πολιτών, μέσω ενός εγγυημένου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης ή μέσω ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Είναι κάτι το οποίο προσθέτει, αν το θέλετε, ουσιαστικά μια επίταση, που εδώ απαιτείται να περιληφθεί στο Σύνταγμα, ότι το κράτος δεν αρκεί μόνον να φροντίζει για την κοινωνική συνοχή, αλλά πρέπει να εξασφαλίζει και το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα στον κάθε πολίτη.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΙΣΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΠΟΥΓΑ
(Β΄ ΕΝΟΤΗΤΑ)
Άρθρα 16 παρ. 1, 5, 6, 7, 8 και προσθήκη και 111 παρ. 2
Η επένδυση στην εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για την ανάπτυξη της οικονομίας και την τόνωση της απασχόλησης, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε κάθε άλλο κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ενώ από τη μια πλευρά παραδοσιακοί τομείς της ευρωπαϊκής οικονομίας πιέζονται έντονα από τον ανταγωνισμό των αναδυόμενων οικονομιών, ιδίως της Ασίας, λόγω του φθηνού εργατικού κόστους που οι τελευταίες προσφέρουν, από την άλλη πλευρά, ολοένα μεγαλύτερο ποσοστό των νέων θέσεων εργασίας στην Ένωση προέρχεται, άμεσα ή έμμεσα, από την ανάπτυξη της έρευνας και της τεχνολογίας αιχμής (π.χ. πληροφορική, επικοινωνίες).
Ο χώρος αυτός αποτελεί, επομένως, το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ευρώπης για την επίτευξη πλήρους απασχόλησης και ευημερίας, γεγονός που ώθησε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας (23-24.03.2000) να θέσει ως στόχο την ανάδειξη της Ευρώπης ως ισχυρότερης οικονομίας της γνώσης του 21ου αιώνα. Προκειμένου οι εισερχόμενοι στην αγορά εργασίας να διαθέτουν υψηλό επίπεδο κατάρτισης, που θα επιτρέπει την ενεργό συμμετοχή τους στη νέα οικονομία της γνώσης και τη διεκδίκηση υψηλά αμειβόμενων θέσεων απασχόλησης, είναι απαραίτητη η μεταρρύθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης, ώστε να ανταποκριθεί στο σχεδιασμό αυτό, όπως επανειλημμένως έχει επισημανθεί σε σχετικές Ευρωπαϊκές Διασκέψεις: της Λισσαβώνας, της Μπολόνιας, της Πράγας, του Βερολίνου.
Από το 2004, η βελτίωση της ανώτατης εκπαίδευσης και η προσαρμογή της στο ευρωπαϊκό περιβάλλον αναδείχθηκαν σε στρατηγική κυβερνητική επιλογή, προκειμένου το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο να ανακτήσει τη δύναμή του παραγωγής νέας γνώσης και συμβολής στην ανάπτυξη, στην απασχόληση, στην ατομική και συλλογική πρόοδο, απαλλασσόμενο από την ομηρία του εφησυχασμού και της αδράνειας, που υπονομεύει την ποιότητα των σπουδών, την αξία των πτυχίων και, εν τέλει, τις εργασιακές προοπτικές των αποφοίτων του. Αριστεία, κύρος, άμιλλα, ποιότητα, διαφάνεια, αξιοκρατία, προσαρμοστικότητα, διεθνής προσανατολισμός, κοινωνική λογοδοσία είναι οι έννοιες, που ενέπνευσαν τις νομοθετικές πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης, κατά την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο.
Στο διάστημα αυτό ψηφίστηκαν, μεταξύ άλλων, οι νόμοι για την αξιολόγηση της ανώτατης εκπαίδευσης και το σύστημα μεταφοράς και συσσώρευσης πιστωτικών μονάδων (3374/05), την ίδρυση του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος (ν.3391/05), την προαγωγή της ποιότητας της ανώτατης τεχνολογικής εκπαίδευσης και την καθιέρωση κοινών και διακρατικών μεταπτυχιακών προγραμμάτων (ν.3404/05), τη μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου για τη δομή και λειτουργία των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (ν.3549/07), την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου έρευνας και τεχνολογίας (ν.3653/08).
Ειδικά με την τροποποίηση του νόμου-πλαισίου 1268/82 για τη δομή και τη λειτουργία των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων εισάγονται σημαντικές καινοτομίες για την αναβάθμιση του ελληνικού δημοσίου πανεπιστημίου:
Ενισχύεται η αυτοδιοίκηση, η νομιμότητα και η διαφάνεια της λειτουργίας των Α.Ε.Ι.: Ο διορισμός των εκλεγόμενων μελών Δ.Ε.Π. ανατίθεται στους Πρυτάνεις. Καθίσταται υποχρεωτική η κατάρτιση του εσωτερικού κανονισμού κάθε ιδρύματος, θεμελιώδους προϋπόθεσης της αρχής της νομιμότητας και του δημοκρατικού εσωτερικού βίου των πανεπιστημίων. Θεσμοθετείται ο τετραετής ακαδημαϊκός αναπτυξιακός προγραμματισμός. Εμπεδώνεται η οικονομική αυτοδιοίκηση των Α.Ε.Ι. με δυνατότητες, όπως η μεταφορά πόρων από κωδικό σε κωδικό ή από έτος σε έτος και η υπαγωγή των δαπανών σε έλεγχο νομιμότητας, αλλά όχι σκοπιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Θεσμοθετείται η διαφάνεια των πράξεων των Α.Ε.Ι. με την ανάρτησή τους στο διαδίκτυο και η κοινωνική τους λογοδοσία, με την υποβολή ετησίας εκθέσεως προς τη Βουλή των Ελλήνων.
Αντιμετωπίζονται φαινόμενα συναλλαγής ή ευνοιοκρατίας σε βάρος της ακαδημαϊκής κοινότητας, με τη διεύρυνση των εκλεκτορικών σωμάτων ανάδειξης, τόσο των πρυτανικών αρχών, όσο και των νέων μελών Δ.Ε.Π.. Εισάγεται η καθολική συμμετοχή των φοιτητών στις πρυτανικές εκλογές, ενώ, κατά την εκλογή νέων μελών Δ.Ε.Π., συμμετέχουν σε ποσοστό έως 30% μέλη Δ.Ε.Π. από άλλα τμήματα του ίδιου ή άλλων ιδρυμάτων. Επίσης, προβλέπεται η δημιουργία νέων και αυτοτελών γνωστικών αντικειμένων μελών Δ.Ε.Π., ώστε να μην υπάρχουν οι φωτογραφικές διατάξεις στις εκλογές των μελών Δ.Ε.Π..
Θεσμοθετείται η δημιουργία υπηρεσιών συμβουλευτικής και στήριξης των φοιτητών σε ακαδημαϊκό και ψυχολογικό επίπεδο, ενώ θεσπίζεται οικονομική ενίσχυση των φοιτητών είτε με ανταποδοτικές υποτροφίες είτε με άτοκα δάνεια και καλούς όρους αποπληρωμής, δυνατότητες, που απολαμβάνουν οι φοιτητές, σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Καθορίζεται όριο της ανώτατης διάρκειας των σπουδών, αλλά και ελάχιστη διάρκεια του ακαδημαϊκού εξαμήνου, ώστε να προσαρμοστούν τα Α.Ε.Ι. στις διαδικασίες καθιέρωσης ενός ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου ανώτατης εκπαίδευσης. Προβλέπονται, βέβαια, ειδικές πρόνοιες για τους εργαζόμενους φοιτητές και δυνατότητα διακοπής και παράτασης των σπουδών, ενώ δίδεται, επίσης, η δυνατότητα επιλογής από τους ίδιους τους φοιτητές των πανεπιστημιακών συγγραμμάτων, τα οποία εξακολουθούν να διανέμονται δωρεάν.
Αποσαφηνίζεται η κατοχύρωση του ακαδημαϊκού ασύλου για την προάσπιση των ακαδημαϊκών ελευθεριών και του δικαιώματος στη γνώση και τη μάθηση, αντί της καταχρηστικής του εκμετάλλευσης για βανδαλισμούς και άλλες παράνομες πράξεις.
Δίδεται η δυνατότητα οργάνωσης ξενόγλωσσων προγραμμάτων σπουδών σε προπτυχιακό, μεταπτυχιακό ή διδακτορικό επίπεδο, προκειμένου να ενθαρρυνθεί η εξωστρέφεια των πανεπιστημίων, οι διεθνείς συνεργασίες και η κινητικότητα διδακτικού προσωπικού και φοιτητών.
Οι ανωτέρω πρόνοιες καταδεικνύουν, αφενός τον καινοτομικό χαρακτήρα του ν.3549/07 και αφετέρου την σταθερή βούληση της Κυβέρνησης για την ανάπτυξη του ελληνικού δημοσίου πανεπιστημίου στην κατεύθυνση της δωρεάν παροχής ποιοτικής ανώτατης εκπαίδευσης σε όλους τους νέους ανθρώπους της χώρας, προκειμένου, με επαρκή επιστημονικά εφόδια και με πτυχία κύρους στα χέρια τους, να διεκδικήσουν την επαγγελματική τους αποκατάσταση.
Το προγραμματικό αυτό πλαίσιο για την προαγωγή της παιδείας στη χώρα επιδιώκουμε, ως Νέα Δημοκρατία, να συμπληρώσουμε με την προτεινόμενη αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος. Εισηγούμαστε, κατ’ αρχάς, την προσθήκη νέου εδαφίου στην παρ.1 του άρθρου αυτού, προκειμένου να υπογραμμισθεί ότι η παρεχόμενη παιδεία πρέπει να ανταποκρίνεται στις αξίες του ελληνικού και ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Η προσθήκη αυτή δεν έχει διακηρυκτικό, αλλά δεσμευτικό χαρακτήρα και υπενθυμίζει την αναγκαιότητα της μέριμνας όχι μόνον για την ανάπτυξη της παιδείας σε νέες, καινοτόμες κατευθύνσεις, αλλά και για τη μετάδοση στη νέα γενιά της μακράς μας πνευματικής παράδοσης. Όταν ολόκληρος ο δυτικός πολιτισμός αναζητεί την έμπνευση και τις καταβολές του στις πνευματικές παρακαταθήκες, που κληρονόμησε από την Ελλάδα και τη Ρώμη, η σύγχρονη ελληνική κοινωνία οφείλει να είναι συνειδητός φορέας κι όχι βουβός θυρωρός της πολιτισμικής της κληρονομιάς. Στις ιστορικές μας περγαμηνές, στις πνευματικές μας παρακαταθήκες, βρίσκεται η ουσία της εθνικής μας συνέχειας μέσα στο χρόνο, βρίσκεται η ουσία του ευρωπαϊκού οικοδομήματος ως κοινότητας αξιών. Η συνείδηση της συνέχειας αυτής και της κοινής προσήλωσης στις ανθρωπιστικές, πρώτα απ’ όλα, αξίες, είναι θεμελιώδες στοιχείο της διάπλασης και της αυτοπεποίθησης των νέων Ελλήνων, των νέων Ευρωπαίων.
Περαιτέρω, εκκινώντας από τη μόνιμη έγνοια για την ποιότητα της εκπαίδευσης συνολικά και το κύρος των πανεπιστημιακών πτυχίων ειδικά, προτείνουμε την προσθήκη νέας παραγράφου (παράγραφος 10), η οποία θα ορίζει ότι η διασφάλιση της ποιότητας της παιδείας, που παρέχεται σε κάθε βαθμίδα της εκπαίδευσης, αποτελεί υποχρέωση του κράτους. Προτείνουμε, επίσης, με την ίδια παράγραφο, την συνταγματική αποτύπωση της υποχρέωσης υποβολής όλων των φορέων της ανώτατης εκπαίδευσης (δημοσίας ή μη) και ειδικότερα του κάθε κατηγορίας διδακτικού προσωπικού τους σε διαρκή αξιολόγηση του έργου τους, σύμφωνα με ειδικό νόμο.
Η μεταρρύθμιση, η κίνηση, η ανταπόκριση στα κελεύσματα της ευρωπαϊκής εμπειρίας και της διεθνούς συγκυρίας, η προαγωγή της ποιότητας, η ενθάρρυνση της εξωστρέφειας και η επιδίωξη της αριστείας είναι επιλογές, που ακολουθεί η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και που μπορούν να διασφαλίσουν την επιτυχή πορεία του δημοσίου πανεπιστημίου στο μέλλον.
Αντίθετα, η επιλογή της μακαριότητας και της απομόνωσης από ένα διεθνές περιβάλλον, που μεταβάλλεται ταχύτατα, η ράθυμη τελμάτωση σε παρωχημένες αντιλήψεις, η φοβική αντίδραση έναντι κάθε προσπάθειας αλλαγής και η καταχρηστική εμμονή σε συμπεριφορές, που δεν τιμούν τις δημοκρατικές μας παραδόσεις, είναι βέβαιο ότι δεν θα οδηγούσαν παρά στον εκφυλισμό και την απαξίωση του ελληνικού δημοσίου πανεπιστημίου.
Ταυτόχρονα προς την έμπρακτη υποστήριξη της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης, προκειμένου αυτή να αναδειχθεί αντάξια των προσδοκιών της ελληνικής κοινωνίας, η Νέα Δημοκρατία επιχειρεί να αντιμετωπίσει, με την παρούσα πρόταση αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος, εξελίξεις, που έχουν εμφανισθεί τόσο στο εγχώριο όσο και στο ευρωπαϊκό περιβάλλον και σχετίζονται με τη δραστηριότητα μη κρατικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.
Με την προτεινόμενη προσθήκη νέας παραγράφου (νέα παράγραφος 8) στο άρθρο 16, εισάγεται η δυνατότητα παροχής της ανώτατης εκπαίδευσης και από μη κρατικά εκπαιδευτικά ιδρύματα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα «υπό τον άμεσο έλεγχο του κράτους και τις προϋποθέσεις που θα ορίσει ειδικός νόμος». Τα προσόντα δε των διδασκόντων σε αυτά προβλέπεται να είναι αντίστοιχα με εκείνα των διδασκόντων στα κρατικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Ταυτόχρονα, διευκρινίζεται ότι οι πρόνοιες της παρ.5 και των τριών πρώτων εδαφίων της παρ.6 αφορούν στη δημόσια ανώτατη εκπαίδευση και τους καθηγητές των δημοσίων Α.Ε.Ι. αντιστοίχως, ενώ από την υφιστάμενη παρ.8, η οποία αναριθμείται σε παρ.9, αφαιρείται το δεύτερο εδάφιο, σχετικά με την απαγόρευση σύστασης ανωτάτων σχολών από ιδιώτες.
Στο ίδιο πνεύμα προτείνεται και η συνταγματική κατοχύρωση της δυνατότητας παροχής επαγγελματικής και κάθε άλλης ειδικής εκπαίδευσης όχι μόνον από το κράτος αλλά και από μη κρατικούς φορείς, με την τροποποίηση της παρ.7.
Στόχος της πρότασης για τα μη κρατικά Α.Ε.Ι. δεν είναι η ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης, όπως ορισμένοι σκόπιμα ισχυρίζονται, προκειμένου να στρεψοδικήσουν και να προκαλέσουν αναστάτωση στην φοιτητική κοινότητα, αλλά η πρόβλεψη της δυνατότητας, απλώς, λειτουργίας και μη κρατικών – μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης, παράλληλα προς τα δημόσια ιδρύματα, η ρύθμιση μιας νέας πραγματικότητας που διαμορφώνεται στην Ελλάδα και την Ευρώπη από την αυξανόμενη ζήτηση εκ μέρους των νέων ανθρώπων για πανεπιστημιακές σπουδές, που ανταποκρίνονται στις δικές τους ανάγκες, επιδιώξεις και περιστάσεις. Η πρόταση αυτή είναι δικαιοπολιτικά ορθή για τους ακόλουθους λόγους:
α) Η άρνηση της λειτουργίας μη κρατικών – μη κερδοσκοπικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων σημαίνει αποστέρηση των νέων ανθρώπων από μια εναλλακτική δυνατότητα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, κατά παράβαση, μάλιστα, της θεμελιώδους διατάξεως του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει το δικαίωμα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας. Θα ήταν ευκταίο να υπήρχε η δυνατότητα των δημοσίων πανεπιστημίων να ανταποκριθούν πλήρως στην υφιστάμενη ζήτηση, ώστε κάθε νέος να φοιτά στη σχολή που επιθυμεί, πρακτικά, όμως, αυτό δεν είναι εφικτό πουθενά. Επομένως, γιατί να στερείται ένας νέος, στην Ελλάδα, της δυνατότητας να σπουδάσει στον τόπο του αυτό που επιθυμεί, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να μεταβεί και να διαμείνει επί μακρόν στο εξωτερικό;
β) Η λειτουργία μη κρατικών – μη κερδοσκοπικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στη χώρα μας συνεπάγεται, επίσης, τη δημιουργία νέων δυνατοτήτων αξιοποίησης του εγχώριου επιστημονικού δυναμικού, εξοικονόμηση συναλλάγματος από τον περιορισμό της «φοιτητικής μετανάστευσης», παραμονή και εργασία στη χώρα μας νέων επιστημόνων, οικονομική ελάφρυνση της ελληνικής οικογένειας, που, συχνά, βαρύνεται, σήμερα, με τη συντήρηση ενός ή και περισσότερων παιδιών, που φοιτούν στο εξωτερικό. Η «φοιτητική μετανάστευση» δεν αφορά τα παιδιά ευπόρων οικογενειών, που ούτως ή άλλως θα επιλέξουν ένα πανεπιστήμιο υψηλού κύρους του εξωτερικού, αλλά δεκάδες χιλιάδες ελληνικές οικογένειες, χαμηλού ή μεσαίου εισοδήματος, που, μη έχοντας εναλλακτική επιλογή, στέλλουν τα παιδιά τους για σπουδές στο εξωτερικό.
γ) Με την υιοθέτηση εθνικών ρυθμίσεων για τη λειτουργία των μη κρατικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων προλαμβάνουμε μια ανεξέλεγκτη κατάσταση, που μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα των εξελίξεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και της υποχρέωσής μας να αναγνωρίζουμε τα επαγγελματικά δικαιώματα αποφοίτων ξένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένων των εν Ελλάδι παραρτημάτων τους (Οδηγία 89/48/ΕΟΚ, Οδηγία 36/2005 κ.α.).
Προσδιορίζουμε εμείς τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη δημιουργία μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών Α.Ε.Ι. και δεν αφήνουμε τα πράγματα να εξελιχθούν εκτός ορίων και κανόνων. Διαφορετικά θα μείνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να διαμορφωθεί αύριο ένα άναρχο τοπίο στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης.
Προστατεύουμε, ταυτόχρονα, τους φοιτητές των δημοσίων πανεπιστημίων από τον αθέμιτο ανταγωνισμό, που θα υποστούν αύριο, όταν εξέλθουν στον κόσμο της απασχόλησης, από τους αποφοίτους πάσης φύσεως ιδρυμάτων, τμημάτων, παραρτημάτων ή όπως αλλοιώς λέγονται, τα οποία, χωρίς καμιά εποπτεία από το ΥΠΕΠΘ, θα διανέμουν πτυχία με υποχρεωτικώς αναγνωριζόμενα και στην Ελλάδα επαγγελματικά δικαιώματα, με μόνη προϋπόθεση την αναγνώρισή τους στη χώρα προέλευσης του οικείου, «μητρικού» πανεπιστημίου.
Για όλους αυτούς τους εντελώς πρακτικούς λόγους είναι επιβεβλημένη η υιοθέτηση ενός εθνικού πλαισίου λειτουργίας των μη κρατικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης, το οποίο να εκκινεί από την προτεινόμενη συνταγματική διάταξη, να εξειδικεύεται από τον εκτελεστικό της νόμο και να εξατομικεύεται, κατόπιν, με την αδειοδότηση εκάστου μη κρατικού πανεπιστημιακού ιδρύματος.
Με αυτόν τον τρόπο, λειτουργώντας στο πλαίσιο και αξιοποιώντας τις δυνατότητες αλλά και τις ασφαλιστικές δικλείδες του ευρωπαϊκού δικαίου, μπορούμε να θέσουμε αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας στη χώρα μας μη κρατικών – μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης, να διασφαλίσουμε το υψηλό επίπεδο των παρεχόμενων σπουδών και άλλα, σοβαρά ζητήματα, όπως: α) Οι φορείς που θα μπορούν να ιδρύσουν πανεπιστημιακά τμήματα, ιδίως στην περίπτωση αλλοδαπών νομικών προσώπων, να μην υπηρετούν στόχους ή συμφέροντα αποδοκιμαζόμενα από την ελληνική έννομη τάξη, β) Η σχέση κρατικών και μη κρατικών πανεπιστημίων να οριοθετείται με σαφήνεια, ώστε να αποφευχθεί η παράλληλη απασχόληση του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια ή συμπεριφορά, δυνάμενη να αποβεί σε βάρος του επιπέδου και της ποιότητας σπουδών των δημοσίων πανεπιστημίων.
Επιπροσθέτως, υπογραμμίζεται ότι η ιδιαιτερότητα του δημοσίου πανεπιστημίου, ως επιτελούντος δημόσια αποστολή και παρέχοντος δωρεάν φοίτηση, στέγαση και σίτιση, το διαφοροποιεί, ήδη, επαρκώς από οποιοδήποτε μη κρατικό πανεπιστήμιο, ώστε να μην είναι δυνατόν να εγερθεί εκ μέρους του τελευταίου αξίωση οιουδήποτε είδους κρατικής χρηματοδότησης, κατ’ επίκληση της χρηματοδότησης της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Τέλος, η πρότασή μας για την τροποποίηση του άρθρου 16 περιλαμβάνει την προσθήκη παραγράφου (παράγραφος 11), με την οποία η ενίσχυση του εθελοντισμού αναγορεύεται σε αντικείμενο ειδικής φροντίδας του κράτους. Η συμπερίληψη της διάταξης αυτής στο Σύνταγμα, αφενός αναγνωρίζει και αφετέρου επιτείνει τη σπουδαιότητα του εθελοντισμού, παροτρύνοντας την πολιτεία να λάβει θετικά μέτρα για την ενθάρρυνσή του. Με τον ν.3390/05 έχει, ήδη, δημιουργηθεί, υπό μορφή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου και υπό την εποπτεία του Υπουργείου Πολιτισμού, ο Οργανισμός Εθελοντισμού «Έργο Πολιτών», ακριβώς για να ενθαρρυνθεί θεσμικά η ευαισθητοποίηση των πολιτών, η συμμετοχή, η κοινωνική αρωγή και δράση, που τονώνει την ψυχική ενότητα και συλλογική συνείδηση της κοινωνίας.
Με την πρόταση αναθεώρησης του άρθρου 16, κατά κύριο λόγο δε με την προσθήκη των παραγράφων, που αφορούν στην αξιολόγηση της ανώτατης εκπαίδευσης συνολικά και τη δυνατότητα λειτουργίας μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων, επιχειρείται η ενσωμάτωση στο Σύνταγμα διατάξεων αναγκαίων για την ρύθμιση ζητημάτων που ανέδειξαν οι σύγχρονες τάσεις στην κοινωνία και την εκπαίδευση.
Ειδικά όσον αφορά στη λειτουργία των μη κρατικών πανεπιστημίων είναι ιδιαίτερα σημαντικό όλες οι πολιτικές δυνάμεις να κατανοήσουμε ότι το ερώτημα που καλούμαστε να απαντήσουμε δεν είναι, εάν επιθυμούμε την ύπαρξή τους ή μη. Αυτό έχει, ήδη, απαντηθεί από την εξέλιξη της κοινωνικής ζωής, από την δεσμευτική ευρωπαϊκή νομοθεσία και νομολογία. Το ερώτημα, που καλούμαστε να απαντήσουμε είναι, εάν επιθυμούμε τη ρύθμιση του καθεστώτος λειτουργίας τους στη χώρα μας, ώστε όχι μόνον να αποφύγουμε τη διαμόρφωση μιας ανεξέλεγκτης κατάστασης και την πρόκληση προστριβών με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά και να αξιοποιήσουμε τη δυνατότητα αυτή προς όφελος των νέων ανθρώπων, της οικονομίας, της κοινωνίας.
Βρισκόμαστε, επομένως, ενώπιον μιας απόφασης, που απαιτεί, εκ μέρους όλων μας, όχι την άτακτη οπισθοχώρηση σε προσχηματικές ιδεολογικές υπεκφυγές, αλλά την επίδειξη πρακτικού πνεύματος. Η συμφωνία δε των πολιτικών δυνάμεων στη διαρρύθμιση του καθεστώτος λειτουργίας των μη κρατικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων είναι η προτιμότερη επιλογή, τόσο για εκείνους εξ ημών, που συμφωνούν, θεωρητικά, με την παρουσία τους, όσο και για εκείνους, που διαφωνούν. Για τους μεν πρώτους είναι αυτονόητο, γιατί η επιλογή αυτή είναι η προτιμότερη. Και για τους δεύτερους όμως ισχύει το ίδιο, διότι η θέσπιση ενός εθνικού θεσμικού πλαισίου λειτουργίας είναι πολύ προτιμότερη από την δραστηριοποίηση μη κρατικών Α.Ε.Ι., με μόνη την επίκληση των κοινοτικών ελευθεριών της παροχής υπηρεσιών, της εγκατάστασης και της κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της κοινότητας.
Με την προτεινόμενη αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, καλούμε τη Βουλή των Ελλήνων να ενθαρρύνει τις δημιουργικές δυνάμεις της ελληνικής εκπαιδευτικής και επιστημονικής κοινότητας, να δώσει εναλλακτικές επιλογές επιστημονικής κατάρτισης στους νέους και τις νέες της χώρας, να ανταποκριθεί, τέλος, με την ωριμότητα που οι κοινωνικές, εκπαιδευτικές και οικονομικές περιστάσεις επιβάλλουν, στη σύγχρονη πρόκληση διαμόρφωσης μιας δυναμικής οικονομίας της γνώσης για μια κοινωνία ευημερίας και αλληλεγγύης. Πρόκειται για ένα χρέος, που μας κληροδότησε η μακρά μας πνευματική παράδοση, ένα χρέος, που το οφείλουμε στη νέα γενιά.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΙΣΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ – ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΕΝΔΙΑ
(Γ΄ ΕΝΟΤΗΤΑ)
Άρθρα 29 παρ. 2, 57, 58 και 62
Άρθρο 29 παρ. 2
Θεωρώ σημαντικό να σημειώσω ότι ο καθένας από εμάς διατηρεί, ακόμα και στην κοινοβουλευτική διαδικασία, την συναίσθηση του επαγγέλματός του. Θα μου επιτρέψετε να πω ότι εγώ όντας Δικηγόρος νιώθω πάρα πολύ άσχημα να ομιλώ επί ζητήματος, για το οποίο κατ΄ ουσία, η ετυμηγορία, ήδη, υφίσταται. Είναι σαν να μιλάς στο δικαστήριο όταν έχει, ήδη, εκδοθεί απόφαση.
Εννοώ με αυτό ότι και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος και ο Συνασπισμός έχουν εκφράσει σαφέστατα αρνητική άποψη. Θεωρώ, λοιπόν, ότι το άρθρο 29 είναι ένα άρθρο, στο οποίο ο,τιδήποτε και να πούμε, πλέον, πολύ σχετική σημασία έχει.
Το σκεπτικό, το οποίο ανέπτυξε ο Εισηγητής του Κομμουνιστικού Κόμματος, ο κ. Κανταρτζής είναι ένα σκεπτικό, το οποίο, εκ πρώτης όψεως, είναι εύληπτο και λογικοφανές. Είπε τα εξής: «Έτσι όπως προσπαθείτε να τροποποιήσετε την διάταξη, στην πραγματικότητα εμποδίζετε εμάς, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος, ένα Κόμμα, που βασίζεται σε ένα βαθμό για τα οικονομικά του στις εισφορές των οπαδών του, να συνεχίσει να λειτουργεί με αυτό τον τρόπο. Αυτό που κάνετε είναι μία θετική ρύθμιση ή μία αρνητική;»
Φαντάζομαι ότι αν έτσι έθετε το θέμα στους πολίτες, τότε θα έλεγε ότι είναι μία αρνητική ρύθμιση. Γιατί να επιβαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός, ο Έλλην φορολογούμενος πολίτης, δηλαδή, με το κόστος λειτουργίας μιας ομάδας προσώπων, που συνιστούν ένα Κόμμα και το οποίο λειτουργεί στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος; Φοβάμαι ότι αυτό συνιστά υπεραπλούστευση. Συνιστά υπεραπλούστευση και ως προς το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος και στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος.
Το ερώτημα δεν είναι, εάν ένα Κόμμα θα λειτουργήσει, ενισχυόμενο οικονομικά από τις εισφορές των μελών του. Εάν έτσι και μόνο ήταν το πρόβλημα, τότε πραγματικά δεν θα υπήρχε κανένας λόγος τροποποίησης της συγκεκριμένης διάταξης του άρθρου 29.
Το ζήτημα είναι να προασπίσουμε τη λειτουργία του πολιτεύματος από δυνατότητα οικονομικού επηρεασμού, μέσα από συγκεκριμένα εξωθεσμικά κέντρα. Και νομίζω ότι αυτή είναι μείζων πρόκληση, συνολικά, για το πολιτικό σύστημα.
Η προσπάθεια, λοιπόν, που γίνεται εδώ με την προτεινόμενη από την Νέα Δημοκρατία διατύπωση για την αλλαγή του Συντάγματος -η οποία κατ' ουσία λέει ότι ο κύριος υπόλογος για την ενίσχυση των κομμάτων είναι ο Κρατικός Προϋπολογισμός– είναι αναντίρρητα θετική.
Και είναι αναντίρρητα θετική και για ένα βαθύτερο λόγο: Διότι λέει στον Έλληνα Πολίτη, αν θέλετε λέει στον Έλληνα φορολογούμενο πολίτη , ο οποίος καταβάλλει το κόστος λειτουργίας του συστήματος, ότι σε αυτόν και από τον Κρατικό Προϋπολογισμό βασίζονται τα Κόμματα για την λειτουργία τους και όχι σε οποιονδήποτε άλλο. Δεν είναι –λυπούμαι να το πω- οι εισφορές των οπαδών από τις οποίες καλούμαστε να θωρακίσουμε το πολιτικό σύστημα, σήμερα. Από άλλες εισφορές καλούμαστε να θωρακίσουμε το σύστημα, σήμερα.
Όσον αφορά στο δεύτερο εδάφιο της δεύτερης παραγράφου, την πρόταση για το Ελεγκτικό Συνέδριο, είναι μία πρόταση. Πολλές φορές έχω έντονες επιφυλάξεις για τον τρόπο λειτουργίας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Δικαιοσύνης. Και πρέπει να στραφούμε εκεί. Δεν μπορούμε να εκφράζουμε εδώ την αμφισβήτησή μας για την λειτουργία της Δικαιοσύνης. Αν έχουμε αυτήν την αμφισβήτηση , οφείλουμε να κινηθούμε για την θωράκισή της.
Αυτό το οποίο είναι ενδιαφέρον -και αν θέλετε , ίσως ένα σημείο των καιρών είναι ότι και η κοινή γνώμη δεν ασχολήθηκε με αυτό- είναι η πρόταση της προσθήκης παραγράφου 3 , με την οποία το ίδιο το Σύνταγμα , εφ’ όσον η πρόταση αυτή δυνητικά ψηφιστεί, παρεμβαίνει στον τρόπο λειτουργίας των Κομμάτων. Το Σύνταγμα της χώρας, γενικά, ιστορικά είναι πολύ επιφυλακτικό απέναντι στα Κόμματα. Ενώ, δηλαδή, είναι κύριοι μοχλοί λειτουργίας του πολιτεύματος, δεν τα αναγνωρίζει σαφέστατα ως τέτοιους θεσμούς και σιγά- σιγά υφέρπουν, στην πορεία του ιστορικού χρόνου, διατάξεις που αφορούν τα Κόμματα.
Η ρύθμιση , λοιπόν, της παραγράφου 3 , που ρητά αναφέρεται στα ίδια τα Κόμματα και στον τρόπο, πια, της εσωτερικής τους λειτουργίας , νομίζω ότι είναι κάτι το εξαιρετικά σημαντικό.
Το άρθρο 29 , παράγραφος 3 σαν πρόταση, έχει μία έννοια, διότι είναι η πρώτη φορά που υπάρχει η σκέψη να υπάρχει εσωτερική λειτουργία των Κομμάτων, με ένα συγκεκριμένο τρόπο και αυτό να ρυθμίζεται στο Σύνταγμα .
Άρθρο 57
Για εμένα κατ’ αρχήν το επαγγελματικό ασυμβίβαστο -όπως και για τους περισσότερους συναδέλφους- όπως εφαρμόστηκε και όπως συνελήφθη στο Σύνταγμα του 2001, είναι κάτι το τραγικό. Αυτό πρέπει να το αλλάξουμε και μάλιστα γρήγορα. Δεν εξαρτάται, όμως, από την Νέα Δημοκρατία . Εμείς έχουμε σαφή βούληση το άρθρο αυτό να τροποποιηθεί. Είναι πλέον συντριπτική η πλειοψηφία των συναδέλφων της Βουλής, αλλά και συντριπτική η πλειοψηφία της κοινής γνώμης στην Ελλάδα, που αντιλήφθηκε που οδηγεί η διάταξη αυτή, όπως έγινε το 2001. Άρα, έχει έννοια να το συζητάμε.
Η διατύπωση του Γενικού Εισηγητή της Πλειοψηφίας, του κ. Παναγιωτόπουλου, στο άρθρο 57, ήταν πληρέστατη. Ο κ. Παναγιωτόπουλος έκανε μία πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση στο πλαίσιο της Επιτροπής στην προηγούμενη Βουλή, ως προς το τί σημαίνει το επάγγελμα για τον κάθε άνθρωπο. Διότι είναι εκχυδαϊσμός του ίδιου του επιχειρήματος να θεωρείται ότι το επάγγελμα είναι ο τρόπος να βγάλουμε χρήματα, ο τρόπος να αποκτήσουμε χρήματα. Είναι κάτι πολύ συνθετότερο. Είναι υπαρξιακό θέμα για τον κάθε άνθρωπο. Η αποκοπή από το επάγγελμα συνιστά ακρωτηριασμό. Αυτό δεν μπορεί να επιβληθεί με μια τέτοια διάταξη. Ήταν μέγα ατόπημα η διάταξη του 2001. Βεβαίως, αναγνωρίζω ότι ήταν μία άστοχη προσπάθεια απάντησης σε ένα κοινωνικό αίτημα. Ποιο ήταν το κοινωνικό αίτημα; Η διαφάνεια στο δημόσιο βίο. Ήταν, όμως, άστοχη η απάντηση.
Άρθρο 58
Στο άρθρο 58 δεν νομίζω ότι έχει έννοια να επεκταθεί κανείς, διότι έχει να κάνει με την ύπαρξη ή μη του ίδιου του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Είναι μεγάλο θέμα το Συνταγματικό Δικαστήριο και ο διάχυτος ή μη έλεγχος της συνταγματικότητας.
Εγώ, στην ζωή μου, ευτύχησα να οδηγήσω σε έμμεση ακύρωση νόμου, τον οποίο είχε περάσει ο μετέπειτα Πρωθυπουργός, ο κ.Σημίτης, για να ξηλώσει τον πατέρα μου από Πρόεδρο Επιμελητηρίου, κατά παράκληση του τότε Υφυπουργού Οικονομικών, του κ. Γεωργίου Δρυ. Εκδόθηκε ειδικός νόμος, φωτογραφικός νόμος. Στράφηκα εναντίον των εκτελεστικών πράξεων του νόμου στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Και στο τέλος κατάφερα τότε ο συγκεκριμένος νόμος να κηρυχθεί αντισυνταγματικός.
Εγώ πιστεύω στον διάχυτο έλεγχο της συνταγματικότητας, ο οποίος παραμένει, ασφαλώς , με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας.
Άρθρο 62
Αναφορικά με το άρθρο 62, θα συμφωνήσω με το σκεπτικό όσων σαφέστατα τοποθετήθηκαν υπέρ της βουλευτικής ασυλίας, ως θεσμού, ο οποίος δεν προστατεύει το Βουλευτή, ως φυσικό πρόσωπο, αλλά την λαϊκή κυριαρχία. Άλλωστε, η ιστορία της βουλευτικής ασυλίας είναι γνωστό, πώς ξεκίνησε, γιατί υπάρχει. Υπάρχει για να προασπίσει τους εκπροσώπους του Λαού από την αυθαιρεσία του Μονάρχη. Αυτή είναι η ιστορία πίσω από αυτό το συγκεκριμένο άρθρο.
Η προσπάθεια, που γίνεται από την Νέα Δημοκρατία, γίνεται για να αντιμετωπιστεί ένα αίτημα της κοινωνίας, να αντιμετωπιστεί η αντίληψη ότι οι Βουλευτές ως φορείς εξουσίας δικαιούνται και να αυθαιρετούν. Βεβαίως, εμείς ξέρουμε εδώ -και όσοι ασχολούνται το ξέρουν- ότι αυτό δεν είναι πραγματικό πρόβλημα.
Ας κοιτάξει κανείς με ψυχραιμία τις τρεις εξουσίες, τη θεωρητικά κορυφαία Νομοθετική, την Εκτελεστική και την Δικαστική. Η ύπαρξη τριών εξουσιών δεν σημαίνει με κανένα τρόπο, ότι αυτές οι τρεις εξουσίες είναι και ισότιμες. Με κανένα τρόπο. Είναι διακεκριμένες, αλλά όχι ισότιμες. Είναι προφανές ότι η Νομοθετική εξουσία είναι στην κορυφή. Αυτό, βεβαίως, ξέρουμε όλοι ότι, στην πραγματικότητα, δεν συμβαίνει. Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Έχουμε οδηγηθεί, πέραν από Κυβερνήσεις και Κόμματα, σε μία συνολική αλλαγή του τρόπου λειτουργίας του πολιτεύματος.
Αυτό το οποίο, έχει έννοια και, ίσως, θα μπορούσε να αποβεί χρήσιμο, είναι να δούμε, με καθαρό μάτι, το πώς έχουν αλλάξει οι συνθήκες λειτουργίας του πολιτεύματος, το πώς δεν επιτυγχάνεται, πλέον, η διάκριση των εξουσιών, πώς δεν επιτυγχάνεται, πλέον, ο έλεγχος της Εκτελεστικής εξουσίας από την Νομοθετική.
Η σύμμειξη αυτή, η οποία υπάρχει, αυτήν την στιγμή, λειτουργεί δυστυχώς σαν αστοχία, σαν αδυναμία ελέγχου της Εκτελεστικής εξουσίας από την Νομοθετική. Αυτό είναι κάτι, το οποίο πρέπει να το δούμε ξεκάθαρα και να κρίνουμε αν πρέπει να το αντιμετωπίσουμε, ή όχι.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΙΣΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΠΟΥΡΑ
(Δ΄ ΕΝΟΤΗΤΑ)
Η Νέα Δημοκρατία αισθάνεται ιδιαίτερα υπερήφανη, γιατί, για πρώτη φορά, ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής, με το Σύνταγμα του 1975 μέσα από συνταγματική ρύθμιση με το άρθρο 24, προέβλεψε την προστασία των Δασών, των Δασικών Εκτάσεων και γενικότερα του Φυσικού Περιβάλλοντος.
Αυτή η παρακαταθήκη μας δημιουργεί και ιδιαίτερες ευθύνες.
Σήμερα, μάλιστα, που όλη η ανθρωπότητα βιώνει τις επικίνδυνες, για το μέλλον του πλανήτη, κλιματικές αλλαγές, οι ευθύνες όλων μας είναι μεγάλες και δεδομένες.
Ορισμένοι, σκόπιμα ή όχι, κινδυνολογούν και προσπαθούν να φοβίσουν την Κοινωνία, που δικαίως, τον τελευταίο καιρό, φοβάται για το περιβάλλον και τις κλιματικές αλλαγές.
Η προσπάθειά μας απεναντίας τείνει στη λειτουργικότητα των άρθρων 24 και 117 για την καλύτερη προστασία των Δασών και Δασικών Εκτάσεων.
Ορισμένες διατάξεις, που θεσπίστηκαν, σε εφαρμογή των άρθρων 24 και 117, λειτούργησαν προς τη σωστή κατεύθυνση, για αρκετά χρόνια.
Για πολλές από αυτές χρειάσθηκε, αργότερα, να γίνουν κάποιες αλλαγές, προκειμένου να προσαρμοσθούν στα νέα δεδομένα.
Μερικές από τις αλλαγές αυτές δεν απέδωσαν και η εφαρμογή τους στην πράξη κατέδειξε ανυπέρβλητες δυσκολίες, που και τα δάση δεν προστάτευσαν, αλλά και τους χιλιάδες συμπολίτες μας κρατούν, σε αγωνιώδη ομηρία, όταν οικισμοί, ακόμη και τμήματα πόλεων, βρίσκονται σε αυθαιρεσία.
Πρέπει, λοιπόν, με ρεαλισμό να προχωρήσουμε στις αλλαγές και τις συμπληρώσεις εκείνες, που θα βοηθήσουν να ξεπεράσουμε τα προβλήματα και που θα ανταποκρίνονται στις σημερινές απαιτήσεις, αλλά και στις μελλοντικές εξελίξεις.
Η προστασία του Φυσικού Περιβάλλοντος ήταν, είναι και θα είναι υποχρέωση της Πολιτείας, αλλά και χρέος των πολιτών.
Το Δάσος και οι Δασικές Εκτάσεις, που είναι ο κυριότερος παράγοντας του Φυσικού Περιβάλλοντος, πρέπει να προστατεύονται και η οποιαδήποτε αλλαγή χρήσης τους πρέπει να υπαγορεύεται αυστηρά από την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και να μην υποθηκεύει το μέλλον.
Δεν αμφισβητεί κανείς ότι και η προηγούμενη αναθεώρηση του 2001 απέβλεπε στην αντιμετώπιση των αδιεξόδων, που είχαν δημιουργηθεί και στην εξυπηρέτηση της δημόσιας ωφέλειας και της προστασίας του περιβάλλοντος.
Η περαιτέρω νομολογία, που προέκυψε ερμηνεύοντας τις διατάξεις του άρθρου 24 σε συνδυασμό με το άρθρο 117, περιέπλεξε ακόμη περισσότερο τα προβλήματα, και δημιούργησε νεότερα και μεγαλύτερα αδιέξοδα.
Σκεφθείτε, μόνον, ότι η εκκρεμότητα για τη συνταγματικότητα του εκτελεστικού νόμου 3208/2003 έχει σταματήσει την πρόοδο της οριστικοποίησης των δασικών χαρτών και έχει τελματώσει σχεδόν το χαρακτηρισμό των εκτάσεων, για τις οποίες υπάρχουν αμφισβητήσεις,
ενώ χιλιάδες συμπολίτες μας ταλαιπωρούνται, για πολλά χρόνια, στα Δασαρχεία όλης της Χώρας, τα οποία αδυνατούν να ολοκληρώσουν αυτές τις εκκρεμότητες.
Όπως γνωρίζετε, το Σύνταγμα είναι ο Καταστατικός Χάρτης της Χώρας και δεν μπορεί να ρυθμίζει λεπτομέρειες, τη ρύθμιση των οποίων βέβαια αναθέτει στο νομοθέτη, δηλαδή στη Βουλή.
Δυστυχώς, όμως, από το 1975 μέχρι και σήμερα, σωρεία αμφισβητήσεων, ερμηνειών και νομολογιών δημιουργούν μεγάλα προβλήματα και σε αυτήν ακόμη την προστασία των Δασών και Δασικών εκτάσεων, αλλά και σε έναν πολύ μεγάλο αριθμό Ελλήνων πολιτών.
Αν, λοιπόν, θέλουμε πραγματικά να προστατεύσουμε αποτελεσματικά και τις δασικές εκτάσεις, να λύσουμε προβλήματα, που, επί πολλά χρόνια, παραμένουν άλυτα και δεν πρόκειται να λυθούν, πρέπει με τόλμη και θάρρος, βασιζόμενοι στις αρχές της αναλογικότητας, της βιώσιμης ανάπτυξης και της αειφορίας, να προχωρήσουμε σε κάποιες διορθώσεις των άρθρων 24 και 117.
Για να μην υπάρχουν, λοιπόν, αμφισβητήσεις και για να ξεκαθαρίσουμε τελεσίδικα, ποιές εκτάσεις χαρακτηρίζονται Δάση και Δασικές Εκτάσεις ή μη, θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε στοιχεία, που θα είναι μη αμφισβητήσιμα και αποδεκτά και θα μας δίνουν σαφή εικόνα της κατάστασης της συγκεκριμένης χρονικής στιγμής και των τυχόν αλλαγών, σύννομων και όχι, που έγιναν στη συνέχεια.
Με σημείο, λοιπόν, αναφοράς την 1η Ιανουαρίου του 1961 μπορούν να καταγραφούν τα Δάση και οι Δασικές Εκτάσεις, να ενισχυθεί η προστασία τους, να ελεγχθούν οι μεταβολές, που έγιναν μέχρι σήμερα και να κηρυχθούν αναδασωτέες οι εκτάσεις, που, παράνομα, άλλαξαν μορφή.
Από αυτή τη χρονική στιγμή η καταγραφή των Δασών και Δασικών Εκτάσεων δεν θα επιδέχεται, πλέον, καμμία αμφισβήτηση, αφού τα διατιθέμενα στοιχεία είναι πολύ σαφή. Οι αεροφωτογραφίες της εποχής αυτής καλύπτουν όλη τη Χώρα με ευκρίνεια, σε σύγκριση με αεροφωτογραφίες των ετών 1938 ή 1945.
Αν πάρετε τις αεροφωτογραφίες του 1938 και του 1945, πρέπει η μισή Αθήνα να γκρεμισθεί. Πολλοί οικισμοί, χωριά και τμήματα πόλεων με αυτές τις αεροφωτογραφίες έχουν πρόβλημα και οι κάτοικοί τους βρίσκονται σε διαρκή ομηρία.
Αυτά τα προβλήματα θέλουμε να αντιμετωπίσουμε με την πρότασή μας, προκειμένου να προστατεύσουμε το δασικό μας περιβάλλον, ενώ ταυτόχρονα θα λύσουμε και το κοινωνικό μας πρόβλημα, που αφορά χιλιάδες συμπολίτες μας.
Η περίοδος, που προηγήθηκε της πιο πάνω ημερομηνίας, με τα πολλά και μεγάλα γεγονότα, που επηρέασαν και διαφοροποίησαν την εικόνα της Νεότερης Ελλάδας (Κατοχή , Εμφύλιος, μετανάστευση, αστυφιλία κ.λ.π.) δεν προσφέρεται να τη χρησιμοποιούμε για την σωστή αποτύπωση.
Συνέβησαν πολλά γεγονότα, κατά την περίοδο αυτή και δημιουργήθηκαν καταστάσεις, που είναι αδύνατον να ανατραπούν σήμερα.
Γι’ αυτό και θα είναι περισσότερο αποτελεσματική η προστασία των Δασών και Δασικών Εκτάσεων, ενώ θα λυθεί και η ομηρία χιλιάδων συμπολιτών μας σε πολλές περιοχές της Χώρας.
Από τη χρονική αυτή στιγμή και μετά, όλα τα στοιχεία και, κυρίως, οι αεροφωτογραφίες, που χρησιμοποιούνται για τον χαρακτηρισμό εκτάσεων - για τις περιπτώσεις μάλιστα που έχουν επέλθει αλλοιώσεις - είναι πολύ πιο ευκρινείς, η κλίμακά τους είναι πολύ μεγάλη και τα μέσα φωτοερμηνείας και λήψης αεροφωτογραφιών είναι πολύ περισσότερο τελειοποιημένα.
Επίσης, υπάρχει χαρτογράφηση όλης της Χώρας σε πινακίδες χάρτη με κλίμακα 1:5000, κλίμακα που συμπίπτει με αυτές των νεότερων αεροφωτογραφιών, ενώ η σύνταξη ορθοφωτοχαρτών απεικονίζει με σαφήνεια την κατάσταση στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
Έτσι, λοιπόν, η καταγραφή, κατ’ αρχήν , των Δασών και Δασικών Εκτάσεων θα είναι πολύ πιο εύκολη, όπως και πιο εύκολος και μη επιδεχόμενος αμφισβήτησης θα είναι και ο εντοπισμός οποιασδήποτε μεταβολής, στη συνέχεια .
Κατά συνέπεια , η προστασία των Δασών και Δασικών Εκτάσεων θα γίνει πιο εύκολη και αποτελεσματική, ενώ οι καταστραφείσες ή καταστρεφόμενες, για οποιονδήποτε μη σύννομο λόγο, εκτάσεις θα κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέες, θα επιβάλλονται οι κυρώσεις, που ο σχετικός εκτελεστικός νόμος θα προβλέπει- και θα πρέπει να είναι πολύ αυστηρές – και έτσι η προστασία τους θα είναι πολύ πιο αποτελεσματική.
Όσο παραμένει σε εκκρεμότητα το θέμα του χαρακτήρα και της διάκρισης των εκτάσεων σε Δάση – Δασικές και μη, όσο παραμένουν οι αμφισβητήσεις, τόσο αυτό λειτουργεί σε βάρος των Δασών και Δασικών Εκτάσεων.
Για την αποτελεσματικότερη, λοιπόν, προστασία των Δασών και Δασικών Εκτάσεων και την επίλυση προβλημάτων, που έχουν δημιουργηθεί, πριν από πολλές δεκαετίες, σε συνδυασμό με τις αρχές – που, ήδη, ανέφερα - της αναλογικότητας , της βιώσιμης ανάπτυξης, της αειφορίας, αλλά και της ευθύνης όλων μας για την κλιματική αλλαγή, θεωρώ ότι είναι σωστή η διατύπωση της παραγράφου 1 του άρθρου 24 που προτείνει η Πρόεδρος της Επιτροπής, κυρία Άννα Μπενάκη – Ψαρούδα, που έχει ως εξής:
«1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφόρου ανάπτυξης. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων. Η σύνταξη δασολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους. Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού εκτάσεων, οι οποίες την 1η Ιανουαρίου του 1961 ήσαν δάση ή δασικές εκτάσεις, εκτός αν προέχει για την Εθνική Οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. Κατ’ εξαίρεση, η χωροταξική και πολεοδομική αναδιάρθρωση της Χώρας για την εξασφάλιση καλύτερων όρων διαβίωσης αποτελεί λόγο δημόσιου συμφέροντος που επιτρέπει τη μεταβολή του προορισμού μόνο δασικών εκτάσεων. Νόμος ορίζει τα ειδικότερα μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής».
Τόσο ο Υπουργός κ. Παυλόπουλος, όσο και ο Κοινοβουλευτικός μας εκπρόσωπος κ. Παναγιωτόπουλος, εξήγησαν ότι με το άρθρο 117 παράγραφος 3, όπως προτείνουμε, ενισχύουμε, ακόμη, περισσότερο την προστασία του Δάσους.
Η πρότασή μας για τα άρθρα 24 και 117 είναι ρεαλιστική, προστατεύει ουσιαστικά τα δάση και τις δασικές μας εκτάσεις, είναι λειτουργική, λύνει την ομηρία χιλιάδων συμπολιτών μας και γι’ αυτό καλώ τους συναδέλφους Βουλευτές να τη στηρίξουν.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΙΣΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ – ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΕΝΔΙΑ
(Ε΄ ΕΝΟΤΗΤΑ)
Άρθρα 28 παρ. 3 και ερμηνευτική δήλωση, 78 και 79
Άρθρο 28 παρ. 3
Το άρθρο 28 είναι ένα αμφιλεγόμενο άρθρο, που έχει προκαλέσει συζητήσεις επί συζητήσεων. Είναι βέβαιο ότι το άρθρο 28 παρ. 3 είναι το όχημα εκείνο, στο οποίο βασίστηκε η ευρωπαϊκή πορεία της Χώρας. Αυτό δεν είναι κάτι, το οποίο αμφισβητείται εδώ. Βεβαίως υπάρχει το ερώτημα των διαφορετικών πλειοψηφιών, που προβλέπουν οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 28. Εν μέρει αυτό εξηγείται από τις ίδιες τις προϋποθέσεις, που θέτει το άρθρο 28 παράγραφος 2 σε σχέση με το άρθρο 28 παράγραφος 3. Η μεν παράγραφος 2 του άρθρου 28 αφορά κύρωση διεθνούς συνθήκης, ενώ η παράγραφος 3 του άρθρου 28, η οποία προβλέπει και την αμοιβαιότητα, αρκείται στην σχετική πλειοψηφία –σχετική ως προς την παράγραφο 2 του άρθρου 28- των εκατόν πενήντα ενός (151) Βουλευτών.
Με το άρθρο 28 παρ. 3 μπήκαμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση . Επίσης με το άρθρο 28, και αναφέρομαι συνολικά για το θέμα του δημοψηφίσματος, και χωρίς καμία αμφισβήτηση, κυρώθηκε η Ευρωπαϊκή Συνθήκη, έστω και αν αυτή η προσπάθεια, εξ αιτίας στάσης άλλων Χωρών, στις οποίες λειτουργούσε ο θεσμός του δημοψηφίσματος, δεν οδηγήθηκε σε ευτυχές αποτέλεσμα. Και τότε δεν υπήρξε αμφισβήτηση στην Βουλή, αν υπάρχει θέμα δημοψηφίσματος. Όλη η συζήτηση έγινε για το άρθρο 28 παρ. 2 ή για το άρθρο 28 παρ. 3. Αυτή ήταν η συζήτηση, που αναπτύχθηκε.
Πρέπει δε να λάβουμε υπόψη μας ότι το άρθρο 28 παρ. 3 οδήγησε έμμεσα σε αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγματος, που είναι μη αναθεωρητέες, όπως το άρθρο 4. Ως εκ τούτου είναι φανερό ότι χρειάζεται ερμηνεία του άρθρου 28 παρ. 3, σε σχέση με το άρθρο 110 του Συντάγματος . Αυτά είναι πολύ σημαντικά προβλήματα.
Εμείς θεωρούμε ότι το άρθρο 28 παρ. 3, ως προτείνεται, είναι ένα βήμα μπροστά. Είναι προφανές ότι, από τις διαμορφούμενες δυνάμεις στην Βουλή, δεν πρόκειται να υπάρξει αναθεώρηση του συγκεκριμένου άρθρου, όμως εδώ το ερώτημα δεν είναι μόνο, τί θα αλλάξει με την ψήφο της Εθνικής Αντιπροσωπείας.
Θα πρέπει να αναπτυχθεί αυτός ο διάλογος, που θα οδηγήσει τα θέματα σε ωρίμανση, διότι μπορεί ο νομοθέτης του μέλλοντος να πάρει πάλι το βηματισμό, από εκεί, που εμείς θα τον αφήσουμε και να οδηγήσει το Σύνταγμα σε τροποποιήσεις, οι οποίες θα έχουν ωριμάσει, τότε, πλέον. Και εν πάση περιπτώσει, η απουσία από την Αίθουσα του Κοινοβουλίου, η, κατά την άποψή μας, ανεύθυνη απουσία του Κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, δεν μπορεί έμμεσα να δυναμιτίσει και να εμποδίσει το διάλογο.
Το άρθρο 28 παρ. 3 είναι ένα θέμα, στο οποίο πρέπει να γίνει μία πολύ μεγάλη συζήτηση. Είναι ένα άρθρο, το οποίο οδήγησε, έμμεσα, αλλά σαφέστατα, σε αναθεώρηση πλήθους διατάξεων του Συντάγματος, μερικές από αυτές και μη αναθεωρητέες. Είναι, όμως, το όχημα της ευρωπαϊκής πορείας της Χώρας. Για να το θέσω πιο απλά, χωρίς την εφαρμογή του άρθρου 28 παράγραφος 3, η Ελλάδα δεν θα ήταν σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση . Και αυτό οφείλουμε να το θυμόμαστε.
Κάθε φορά που συζητάω για τα θέματα, που αφορούν στην ευρωπαϊκή ενοποίηση κάνω και μία αναφορά , έστω και αν δεν έχει άμεση σχέση με το άρθρο 28 παρ. 3, στο άρθρο 70 παράγραφος 8. Συνολικά με απασχολεί και οφείλει να απασχολήσει την Εθνική Αντιπροσωπεία, ο τρόπος εισαγωγής του ευρωπαϊκού δικαίου στην ελληνική νομική πραγματικότητα.
Ειπώθηκε, ότι υπάρχουν Χώρες με ισχυρότερο, ακμαιότερο νομικό πολιτισμό από την Ελλάδα. Αυτό πάντα ισχύει στην ζωή. Οφείλω, όμως να πω, ότι το ελληνικό δίκαιο , τουλάχιστον οι ελληνικοί βασικοί κώδικες του δικαίου, ο Αστικός Κώδικας, ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ο Ποινικός Κώδικας- δεν θα πω για τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ο οποίος θεωρώ ότι είναι έλασσον νομοθέτημα σε σχέση με τα άλλα- είναι υψηλού επιπέδου νομοθετήματα. Αντίθετα, η εισαγωγή Ευρωπαϊκών Οδηγιών, με τον τρόπο που γίνεται σήμερα, νομίζω ότι δημιουργεί σιγά-σιγά, αλλά σταθερά, ένα τεράστιο πρόβλημα στην ελληνική πρακτική. Νομίζω ότι δημιουργούμε προβλήματα για την όλη απονομή της Δικαιοσύνης, για την όλη εφαρμογή του δικαίου και είναι κάτι το οποίο θα πρέπει, σιγά-σιγά, να το δούμε καθαρά και να το αντιμετωπίσουμε.
Σημειώνω κάτι, το οποίο έχει ατονήσει -για να μην πω καταργηθεί- την λειτουργία των κωδικοποιήσεων. Δεν κωδικοποιείται το δίκαιο. Εισάγονται διατάξεις, τροπολογίες, αλλαγές, και όλα αυτά δεν κωδικοποιούνται. Ο νομικός του μέλλοντος φοβάμαι ότι θα είναι ιδιαίτερα αυστηρός απέναντί μας. Θα είναι ιδιαίτερα αυστηρός απέναντι και σε αυτήν τη Βουλή και στην προηγούμενη Βουλή και, συνολικά, στον πολιτικό κόσμο της Χώρας, που δεν αντιλαμβάνεται ότι η κωδικοποίηση του δικαίου, η απλότητα του δικαίου, η δυνατότητα πρόσβασης του πολίτη στο τι ισχύει και στο τι δεν ισχύει, είναι συστατικά ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους. Θεωρώ ότι πρέπει να προβληματιστούμε και σε αυτό.
Σε ό,τι αφορά τα ζητήματα του δημοψηφίσματος, δεν υπάρχουν διαφόρων βαθμολογιών νομιμοποιήσεις . Το δημοψήφισμα δεν είναι ισχυρότερο από την ψήφο της Εθνικής Αντιπροσωπείας, στο πλαίσιο της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας.
Δεν είναι πιο δημοκρατικό το δημοψήφισμα και λιγότερο δημοκρατική η ψήφος από το Εθνικό Κοινοβούλιο.
Μία τέτοια θεώρηση, η οποία καταλαβαίνω μεν, γιατί εμφανίζεται αυτονόητη στον αδαή περί τα νομικά, ή αν θέλετε περί τα συνταγματικά ,πολίτη δεν μπορεί να υπάρχει και να ακούγεται μέσα στην Αίθουσα της Βουλής. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι εκπροσώπησης, διάφοροι τρόποι εκδήλωσης της λαϊκής βούλησης. Είναι όλοι αποδεκτοί. Είναι όλοι σεβαστοί. Και εναπόκειται στον συντακτικό νομοθέτη – ίσως μερικές φορές και στον κοινό νομοθέτη- να αποφασίσει, κατά περίπτωση, ποιό είναι το δέον.
Το να εμφανίζουμε το δημοψήφισμα ως πανάκεια, ως δημοκρατική κολυμβήθρα , στην οποία πρέπει να εμβαπτίζεται κάθε μεγάλο πολιτικό δίλημμα και, από εκεί και πέρα, αυτό το οποίο λαμβάνουμε να είναι το δημοκρατικό, ενώ αντίθετα μία απόφαση του Εθνικού Κοινοβουλίου να πάσχει από αντιδημοκρατικότητα, αυτό δεν είναι ορθό. Δεν έχει να κάνει με δημοκρατικό ή μη. Νομικά είναι λανθασμένο.
Υπ’ αυτήν την έννοια, λοιπόν, νομίζω ότι μπορούμε να προχωρήσουμε σε κοινή συμφωνία με τα άλλα Κόμματα, σε αναθεώρηση συγκεκριμένων διατάξεων .
Το άρθρο 28 παράγραφος 3, είναι προφανές, πως είναι κάτι, το οποίο θα απασχολήσει και μελλοντικά τον συνταγματικό νομοθέτη. Είναι, όμως, ένα άρθρο στο οποίο ο διάλογος είναι καλοδεχούμενος και χρειάζεται να είναι ευρύτατος. Και εν πάση περιπτώσει, είναι κρίμα, που απ΄ ό,τι φαίνεται – ίσως αυτό να αλλάξει- δεν θα υπάρξει κατάληξη στην παρούσα Βουλή.
Άρθρο 78
Το άρθρο 78 αφορά τις εγγυήσεις του ελληνικού δημοσίου προς τρίτους . Νομίζω ότι, πανθομολογούμενα, υπάρχει η ανάγκη αυτής της συγκεκριμένης ρύθμισης, της εισαγωγής αυτής της διάταξης στο Σύνταγμα, μίας διάταξης, που θέτει θέμα σε μία πρακτική φαυλότητος δεκαετιών.
Βασίζεται σε μία βασική αρχή, δηλαδή, ότι η εγγύηση του ελληνικού δημοσίου αποτελεί σαφέστατα επιβάρυνση του Έλληνα φορολογούμενου και, κατά συνέπεια, οφείλεται, και γι΄ αυτήν την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, να τηρούνται εκείνες οι προϋποθέσεις, που ισχύουν για τις διατάξεις, που έχουν φορολογικό αντικείμενο. Είναι πάρα πολύ σημαντικό που η πλειοψηφία των Κομμάτων, που συμμετέχουν στην διαδικασία της αναθεώρησης, συνυπογράφουν την συγκεκριμένη διάταξη.
Άρθρο 79
Πολύ σημαντική είναι η διάταξη του άρθρου 79. Είναι μία πόρτα, που οδηγεί σε μία νέα αντίληψη της συζήτησης πάνω στον Προϋπολογισμό. Στην προηγούμενη Επιτροπή έγινε ευρύτατη συζήτηση, όσον αφορά στα θέματα, που αφορούν στην συζήτηση του Προϋπολογισμού. Ο τότε Υφυπουργός, κ. Δούκας, είχε ενημερώσει το Σώμα για την ανάθεση ειδικής μελέτης σε Ειδική Επιτροπή που επεξεργάζεται ένα νέο τρόπο κατάρτισης του Προϋπολογισμού. Όμως η συγκεκριμένη διάταξη είναι σημαντική, γιατί δίνει δυνατότητα συμμετοχής της Εθνικής Αντιπροσωπείας και τροποποίησης επιμέρους προβλέψεων. Αυτό είναι κάτι, το οποίο θα δώσει μία νέα διάσταση στην συζήτηση του Προϋπολογισμού .
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΙΣΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗ
(ΣΤ΄ ΕΝΟΤΗΤΑ)
Έχει προταθεί, από την προηγούμενη Βουλή, η αναθεώρηση των άρθρων του Συντάγματος, που αναφέρεται στην μία εκ των τριών ανεξαρτήτων εξουσιών του κράτους: τη Δικαιοσύνη. Ποιο είναι το ζητούμενο, πάντα, όταν συζητάμε οποιονδήποτε νόμο και προπάντων όταν συζητάμε αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγματος που αφορούν στη Δικαιοσύνη; Είναι η ορθή και ταχεία απονομή της. Ορθή, ταχεία απονομή της Δικαιοσύνης, η οποία, παραφράζοντας τα των Ρωμαίων, σαν την γυναίκα του Καίσαρος «δεν πρέπει μόνον να είναι, αλλά και να φαίνεται και τιμία».
Στη συζήτηση, που είχε γίνει στην προηγούμενη Επιτροπή Αναθεώρησης, της περασμένης περιόδου, κυρίως, είχαμε περιστραφεί γύρω από την αναθεώρηση του άρθρου 90 και συγκεκριμένα της παραγράφου 5, που αφορά στη διαδικασία επιλογής της ηγεσίας της ικαιοσύνης και γύρω από το άρθρο 100, που αφορά στην ίδρυση του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Όσον αφορά στην επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, που η σχετική διαδικασία αναφέρεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 90, ποιό είναι το πρόβλημα; Η εμπειρία του παρελθόντος μας έχει διδάξει ότι η εκτελεστική εξουσία έκανε συνήθως κατάχρηση της ευχέρειας, η οποία της εδίδετο από το Σύνταγμα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται τεράστια προβλήματα, γύρω από την επιλογή της ηγεσίας.
Παρετηρείτο το φαινόμενο, σε πάρα πολλές περιπτώσεις να παραγκωνίζονται άξιοι δικαστές, οι οποίοι είχαν μία λαμπρή πορεία, μία λαμπρή σταδιοδρομία, δικαστές οι οποίοι είχαν καθιερωθεί στη συνείδηση των συναδέλφων τους ως οι εν δυνάμει Πρόεδροι ή Αντιπρόεδροι των Ανωτάτων Δικαστηρίων και εν τέλει βλέπαμε να παραλείπονται, με αποτέλεσμα, εκτός από το δικαιολογημένο παράπονο, αυτών οι οποίοι παραλείπονταν, να δημιουργείται η αίσθηση ότι με τη συμπεριφορά της η εκτελεστική εξουσία ήθελε, τρόπον τινά, να ελέγξει τον τρόπο απονομής της Δικαιοσύνης. Παρετηρούντο «βουτιές» απίστευτες, δηλαδή πολλές φορές είχαμε επιλογές Προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων και φθάναμε στο νούμερο της επετηρίδος δεκαπέντε ή είκοσι και το χειρότερο από όλα, εκτός από την κατάφωρη αδικία, ήταν ότι παρέμεναν επί σειράν ετών, στην ηγεσία της Δικαιοσύνης οι ίδιοι άνθρωποι, με όποιες παρενέργειες είχε αυτό το πρόβλημα. Δεν είναι πολύ μακριά από σήμερα, το φαινόμενο, δικαστής Ανωτάτου Δικαστηρίου να παραμείνει πάνω από δέκα χρόνια στην ηγεσία του. Δημιουργείται, λοιπόν, ή εδημιουργείτο η εντύπωση ότι η εκτελεστική εξουσία ήθελε να ελέγξει τον τρόπο απονομής της δικαιοσύνης και αυτό ασφαλώς δεν είναι ό,τι καλύτερο σε μια κοινωνία, σε ένα λαό, ο οποίος θέλει τη Δικαιοσύνη ανεξάρτητη, θέλει τη Δικαιοσύνη τίμια και ελπίδα κάθε αδικημένου.
Στην Αναθεώρηση του 2001, το μόνο, το οποίο είχε επιτευχθεί, εν τέλει, ήταν ο περιορισμός στο χρόνο παραμονής στην Προεδρία των ανωτάτων δικαστηρίων και ο χρόνος αυτός είχε προσδιοριστεί στην τετραετία. Έτσι, σήμερα, ο μόνος περιορισμός ο οποίος υπάρχει για ένα Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο θέλει να επιλέξει τον Πρόεδρο ενός Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι να έχει υπηρετήσει ως Δικαστής σ’ αυτό τουλάχιστον δύο χρόνια και από εκεί και πέρα δεν υπάρχει οποιοσδήποτε άλλος περιορισμός. Με την προτεινόμενη αναθεώρηση του άρθρου 90 παράγραφος 5, αυτή η διακριτική ευχέρεια περιορίζεται δραστικά με τρεις παρεμβάσεις: Πρώτον, για να υπάρχει δυνατότητα επιλογής του οποιουδήποτε στη θέση του Προέδρου Ανωτάτου Δικαστηρίου, δηλαδή Προέδρου του Συμβουλίου Επικρατείας, Αρείου Πάγου ή Ελεγκτικού Συνεδρίου, θα πρέπει να κατέχει το βαθμό του Αντιπροέδρου. Αντί, λοιπόν, να έχουμε μία γκάμα από την οποία θα γίνει επιλογή κάποιων δεκάδων, περιοριζόμαστε μόνο στους Αντιπροέδρους, οι οποίοι είναι πολύ λιγότεροι. Έτσι, δεν έχει την ευχέρεια, πλέον, η εκτελεστική εξουσία να δημιουργεί τα προβλήματα, τα οποία εδημιουργούντο στο παρελθόν.
Για τους Αντιπροέδρους, που, μέχρι τώρα, δεν υπήρχε ο οποιοσδήποτε περιορισμός προτείνονται τα εξής: Θα πρέπει ο Αντιπρόεδρος να επιλέγεται από τους δέκα αρχαιοτέρους δικαστές. Ας υποθέσουμε, δηλαδή, ότι έχουμε να επιλέξουμε τρεις Αντιπροέδρους του Αρείου Πάγου. Αυτοί θα επιλεγούν από τους δέκα αρχαιότερους Αρεοπαγίτες. Δεν μπορεί να πάει παρακάτω το Υπουργικό Συμβούλιο, στον ενδέκατο ή τον δωδέκατο. Εάν τώρα, όπως προτείνεται από τη Νέα Δημοκρατία, οι υπό επιλογή είναι πλέον των τριών, τέσσερις ή πέντε, τότε μπορεί να φθάσει μέχρι τον τριπλάσιο αριθμό, δηλαδή μέχρι το δώδεκα, εάν είναι τέσσερις και μέχρι το δεκαπέντε, εάν είναι πέντε.
Έχουμε, λοιπόν, μία πολύ δραστική μείωση της διακριτικής ευχέρειας, με στόχο, ασφαλώς, να μην παρατηρούνται τα φαινόμενα του παρελθόντος. Επίσης, περιορίζεται ο χρόνος διάρκειας της θητείας. Μέχρι τώρα δεν υπήρχε ο οποιοσδήποτε περιορισμός, με αποτέλεσμα να υπάρχει δυνατότητα παραμονής στη θέση του Αντιπροέδρου και της Προεδρίας στα διάφορα Τμήματα, επί δεκαετία ή και περισσότερο, με τις εντεύθεν παρενέργειες. Περιορίζεται, λοιπόν, στα έξι χρόνια και με τη μεταβατική διάταξη, η οποία τίθεται όσον αφορά στους, ήδη, κατέχοντες το βαθμό του Αντιπροέδρου, κατά κάποιο τρόπο, οι όποιες κακές σκέψεις, περί διάθεσης εκπαραθύρωσης των, ήδη, υπηρετούντων στο βαθμό του Αντιπροέδρου, φεύγουν.
Οι θέσεις των Κομμάτων της Αντιπολίτευσης, πάνω στο συγκεκριμένο θέμα, διαφέρουν. Όλοι αναγνωρίζουν ότι κάτι πρέπει να γίνει. Δεν μπορούμε να παραμείνουμε στο ίδιο καθεστώς, με δεδομένα τα προβλήματα του παρελθόντος. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. απουσιάζει. Να εκφράσω και εγώ τη λύπη μου, γιατί εσωκομματικά προβλήματα του επέβαλαν να απουσιάζει από τη σημερινή διαδικασία. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ., στην αναθεώρηση του 2001, είχε κάνει την πρόταση να έχουμε ένα ευρύ εκλεκτορικό σώμα, το οποίο θα επιλέγει την ηγεσία της Δικαιοσύνης. Αυτή την πρόταση την εγκαταλείπει στην τωρινή διαδικασία και στην πρώτη φάση τουλάχιστον, που ήταν παρόν, πρότεινε η επιλογή να γίνεται με κάποια ασαφή διαδικασία από τη Βουλή, η οποία αναφέρεται στη σχετική πρόταση.
Αν ακολουθήσουμε αυτή τη διαδικασία φοβάμαι ότι θα μπούμε σε μια «μακρά και πολιτικοποιημένη» διαδικασία, διότι εκτός από το ασαφές της διατύπωσης της πρότασης, από κει και πέρα είναι δεδομένο ότι ο κάθε δικαστής θα υποστεί τη βάσανο της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας με ό,τι ήθελε προκύψει από μια τέτοια διαδικασία.
Τα Κόμματα της Αριστεράς -Κ.Κ.Ε. και Συνασπισμός- μιλούν για ευρύ εκλεκτορικό Σώμα, το οποίο δεν προσδιορίζεται, αλλά και που εν πάση περιπτώσει δεν νομίζω ότι -αποκλειόμενης της λαϊκής συμμετοχής, η οποία εκφράζεται από την πολιτική ηγεσία και από την εκτελεστική εξουσία, που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποκλείεται- είναι ο καλύτερος τρόπος.
Εάν δεν ψηφιστεί αυτό το οποίο προτείνει η Νέα Δημοκρατία, εάν δηλαδή πούμε «όχι» σε αυτόν τον περιορισμό της διακριτικής ευχέρειας, τί θα συμβεί; Απλώς, θα παραμείνουμε σε αυτά, τα οποία ισχύουν σήμερα και που όλοι μας υποστηρίζουμε ότι πρέπει να αλλάξουν. Πιστεύω ότι, και αν ακόμη δεχτούμε ότι αυτό, το οποίο προτείνεται από τη Νέα Δημοκρατία δεν είναι το τέλειο, ασφαλώς σε κάθε περίπτωση, είναι καλύτερο απ’ αυτό που ισχύει μέχρι σήμερα. Ως εκ τούτου, αφού είναι καλύτερο και αποτελεί ένα βήμα εμπρός και αφού η διακριτική ευχέρεια της εκτελεστικής εξουσίας περιορίζεται, η άποψή μου είναι, ότι, έστω και γι’ αυτή την πρόοδο, για την οποία κατ’ αρχήν δεν συμφωνούν τα Κόμματα της Αντιπολίτευσης, Κ.Κ.Ε. και Συνασπισμός, που έχουν εκφράσει άποψη και είναι παρόντα, θα έπρεπε να προσχωρήσουν σ’ αυτή την καλύτερη θέση, η οποία προτείνεται από τη Νέα Δημοκρατία.
Έρχομαι στο θέμα του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Πριν απ’ αυτό, θα ήθελα να επαναλάβω και να επαναφέρω αυτό, το οποίο είχα διατυπώσει, ως προσωπική άποψη και που την εκθέτω ως προσωπική άποψη και στην παρούσα φάση, σχετικά με το θέμα της επιλογής του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου. Μέχρι σήμερα ξέρουμε, τί ισχύει. Υπάρχει δυνατότητα ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου να επιλέγεται είτε από Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου είτε και από Αρεοπαγίτη. Η πρακτική είχε δείξει ότι είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις, που επιλέγεται, ως Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, εισαγγελικός λειτουργός. Οι μέχρι τώρα επιλογές, που έχουν γίνει, δεν νομίζω ότι έχουν καταδείξει πως υπολείπονται δυνατοτήτων και ικανοτήτων οι Εισαγγελείς του Αρείου Πάγου, που προέρχονται από το εισαγγελικό σώμα. Θα έλεγα το αντίθετο. Ότι οι Εισαγγελείς του Αρείου Πάγου, οι οποίοι έχουν μείνει στην ιστορία είναι εκείνοι οι οποίοι, προεχόντως, προέρχονται από τον εισαγγελικό κλάδο. Είναι, ίσως, ο μόνος Κλάδος, είναι ίσως η μόνη Υπηρεσία –ας μου επιτραπεί να χρησιμοποιήσω αυτή τη λέξη- όπου παρατηρείται το φαινόμενο, η ηγεσία της να προέρχεται από ένα άλλο Κλάδο, από μια άλλη Υπηρεσία.
Να έχετε υπ’ όψη σας το εξής πράγμα: Κυρίως σήμερα, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ασκεί διοίκηση και είναι καταλληλότερος εκείνος, ο οποίος έχει περάσει μια δοκιμασία κάποιων δεκαετιών σε ένα Κλάδο. Οι εμπειρίες τις οποίες έχει αποκτήσει, είναι τέτοιες, που του επιτρέπουν να ασκήσει τα καθήκοντά του κατά καλύτερο τρόπο. Πέραν, όμως, τούτου, δεν μπορούμε να στερούμε από ένα νέο επιστήμονα, ο οποίος θα επιλέξει να υπηρετήσει τον εισαγγελικό θεσμό, την ελπίδα ότι, με μια καλή πορεία, επιστημονική και δικαστική, δεν θα έχει τη δυνατότητα να καθέξει τον θώκο του ανωτάτου εισαγγελικού λειτουργού. Αντίθετα, αν αυτό είναι προβλεπόμενο, όχι ως δυνατότητα, αλλά ως βεβαιότητα, με την έννοια ότι εισαγγελικός λειτουργός είναι εκείνος, ο οποίος εν τέλει θα γίνει και Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και η ευγενής άμιλλα αναμφισβήτητα ενισχύεται, αλλά και η προσπάθεια του καθενός χωριστά να φανεί καλύτερος, να δείξει τον καλύτερο εαυτό του, πιστεύω ότι ενισχύεται.
Έρχομαι τώρα, στο θέμα του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Εγώ ειλικρινά, δεν μπορώ να καταλάβω για ποιο λόγο υπάρχει η άρνηση εκ μέρους των υπολοίπων Κομμάτων για το θεσμό του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Και δεν μπορώ να το καταλάβω, όχι -αν θέλετε- διότι, στις περισσότερες ευρωπαϊκές Χώρες, με την άλφα ή τη βήτα μορφή, λειτουργεί το Συνταγματικό Δικαστήριο, αλλά για ένα άλλο λόγο. Όπως, σήμερα, ισχύει ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων, μόνο προβλήματα δημιουργεί. Αντίθετα, με την προτεινόμενη τροποποίηση του Συντάγματος και τη θέσπιση του Συνταγματικού Δικαστηρίου ό,τι θετικό ισχύει σήμερα με τον διάχυτο έλεγχο, το κρατάμε. Και ό,τι αρνητικό υπάρχει το αποβάλλουμε, καθιερώνοντας έτσι ένα μεικτό σύστημα, το οποίο συμβάλλει αποφασιστικά στην ταχεία εκκαθάριση ενός ζητήματος, το οποίο έχει να κάνει με τη συνταγματικότητα των νόμων.
Τί ισχύει σήμερα; Το κάθε Δικαστήριο οποιουδήποτε βαθμού, από το μικρότερο μέχρι το μεγαλύτερο, από τον Πταισματοδίκη και τον Ειρηνοδίκη μέχρι τον Άρειο Πάγο, είτε αυτεπαγγέλτως, είτε αν τεθεί ζήτημα από κάποιον διάδικο, εξετάζει τη συνταγματικότητα ενός νόμου. Τί μπορεί, όμως, να συμβεί; Ας υποθέσουμε ότι το θέμα τίθεται στο δικαστήριο του Α΄ βαθμού και κρίνεται ως συνταγματικός ή μη συνταγματικός ένας νόμος. Από κει και πέρα, μέχρι να φθάσει στο Ανώτατο Δικαστήριο, στον Άρειο Πάγο ή στο Συμβούλιο Επικρατείας, εν Ολομελεία, η υπόθεση θα σέρνεται μαζί με όλα τα άλλα νομικά ζητήματα ή πραγματικά προβλήματα, τα οποία έχει μια υπόθεση. Και γνωρίζουμε, πόσο χρονοβόρες είναι αυτές οι διαδικασίες, αλλά και οικονομικά επιζήμιες για κάποιον από τους διαδίκους.
Υπάρχει, εδώ, ο εξής κίνδυνος: Εν τέλει, κάποιο Δικαστήριο να κρίνει ότι ένας νόμος είναι αντισυνταγματικός, να μην αχθεί το ζήτημα μέχρι το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο ή μέχρι την Ολομέλεια ενός Ανωτάτου Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα ένα άλλο Δικαστήριο, την ώρα μάλιστα που δεν αποβάλλεται της εννόμου τάξεως ένας νόμος, ο οποίος θα κριθεί αντισυνταγματικός σε μια συγκεκριμένη υπόθεση, σε μια άλλη υπόθεση παρόμοια -ένα άλλο δικαστήριο επαναλαμβάνω στο οποίο θα τεθεί το θέμα της συνταγματικότητας- να κρίνει αντίθετα, με αποτέλεσμα να έχουμε έκδοση αποφάσεων, που άλλες να δέχονται τη συνταγματικότητα και άλλες να μη δέχονται τη συνταγματικότητα. Και, όταν το ζήτημα, πρωτοβουλία των διαδίκων, δεν προχωρήσει μέχρι το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, εν τέλει να έχουμε αυτό το φαύλο κύκλο των αντιφάσεων, των διαφορετικών ερμηνειών, αλλά και πέραν αυτού των χρονοβόρων και οικονομικά επιζήμιων διαδικασιών.
Αντίθετα με αυτό, το οποίο προτείνουμε, σήμερα, τί λέμε; Ο διάχυτος έλεγχος παραμένει για οποιονδήποτε δικαστή, σε οποιονδήποτε βαθμό. Και ο Πταισματοδίκης και ο Ειρηνοδίκης και ο Πρωτοδίκης και ο Εφέτης και ο Αρεοπαγίτης, είτε αυτεπαγγέλτως, είτε μετά από κάποια πρόταση-ένσταση, θα έχουν τη δυνατότητα να κρίνουν τη συνταγματικότητα ενός νόμου. Από κει και πέρα, όμως, προκειμένου να αποφύγουμε τη μακρά διαδικασία, με όλα τα μειονεκτήματα, που προανέφερα, αυτόματα ο δικαστής, που θα κρίνει, ως αντισυνταγματικό, ένα νόμο θα τον στείλει στην ολομέλεια του οικείου Δικαστηρίου. Έστω ο ειρηνοδίκης έστω ο Πρωτοδίκης θα στείλουν την υπόθεση, με κηρυγμένο τον νόμο ως αντισυνταγματικό, με την απόφαση του κατώτερου αυτού δικαστή στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το οποίο αν κρίνει κι αυτό ότι πράγματι τίθεται θέμα αντισυνταγματικότητας και κρίνει το νόμο αντισυνταγματικό θα στείλει την υπόθεση στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο θα αποφασίσει αμετάκλητα.
Τι σημαίνει αυτό; Τεράστιο κέρδος χρόνου. Μέσα σε λίγους μήνες, θα έχει κριθεί αν ένας νόμος είναι αντισυνταγματικός. Και αν είναι αντισυνταγματικός, θα αποφευχθούν χρονοβόρες διαδικασίες, αντιφατικές αποφάσεις και τόσα και τόσα προβλήματα, που έχουμε, στην πορεία εκδίκασης μιας υπόθεσης.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά εφ’ όσον κριθεί αντισυνταγματικός ένας νόμος και το Συνταγματικό Δικαστήριο καθορίσει ότι ο νόμος είναι αντισυνταγματικός, είτε από την έκδοση της απόφασης, είτε και από προγενέστερο χρόνο, αυτόματα το πρόβλημα λύνεται, οριστικά και αμετάκλητα. Και δεν μπορώ να καταλάβω ειλικρινά για ποιο λόγο, δεν αποδεχόμαστε αυτή τη ρύθμιση, που είναι καθ’ όλα δημοκρατική, που είναι, προπάντων, προς το συμφέρον της Δικαιοσύνης, προς την ταχεία απονομή της Δικαιοσύνης, την ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Δεν λέμε ότι, μόλις εκδοθεί ένας νόμος, θα πηγαίνει αυτόματα στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο θα αποφασίζει, αν υπάρχει θέμα συνταγματικότητας, ή όχι. Όχι. Αυτό το αφήνουμε στα Δικαστήρια, στα κατώτερα Δικαστήρια, στο οποιοδήποτε Δικαστήριο επιληφθεί μιας υπόθεσης, η οποία έρχεται στον α΄ βαθμό ή στον β΄, ή οπουδήποτε αλλού. Το Δικαστήριο θα είναι εκείνο, το οποίο, εν τέλει, θα πάρει την πρωτοβουλία, θα είναι ο πρώτος θεσμός, ο οποίος θα μιλήσει περί αντισυνταγματικότητας. Αποφεύγεται, όμως, η βραδύτητα, αποφεύγεται η χρονοβόρος διαδικασία, οι αντιφατικές αποφάσεις και τα τεράστια οικονομικά προβλήματα, τα οποία δημιουργούνται στους διαδίκους, που δεν έχουν πάντοτε βαλάντιο τόσο ισχυρό.
Το ισχύον, σήμερα, σύστημα είναι υπέρ των εχόντων και κατεχόντων, υπέρ εκείνων οι οποίοι έχουν τις αντοχές να οδηγήσουν μία υπόθεση μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο θα κρίνει. Αντίθετα, ο οικονομικά ασθενής, εκείνος ο οποίος δεν έχει τη δυνατότητα να εξαντλήσει όλους τους βαθμούς και όλες τις δικονομικές διαδικασίες και δικλείδες, ασφαλώς θα έχει πρόβλημα και, εν τέλει, μπορεί να εγκαταλείψει και την υπόθεση.
Πιστεύω ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο θεσπίζουμε με την προτεινόμενη αναθεώρηση, είναι μία καινοτομία απόλυτα σωστή και, γι’ αυτό το λόγο, εν όψει μάλιστα και του κειμένου, διατύπωσης του σχετικού άρθρου, όπου προσδιορίζεται η σύνθεση (εννεαμελής) και προσδιορίζεται το ότι θα αποτελείται μόνο από δικαστές με συγκεκριμένη θητεία, θεωρώ ότι, μετά και από αυτές τις διευκρινίσεις, θα πρέπει -έστω και με την απουσία του ΠΑ.ΣΟ.Κ.- να ψηφιστεί η σχετική αναθεωρητέα διάταξη και να φθάσουμε στην καθιέρωση του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Θα είναι μία καινοτομία και θα συμπλέουμε με τα περισσότερα Ευρωπαϊκά Κράτη, στα οποία υπάρχει Συνταγματικό Δικαστήριο.
Τώρα, όσον αφορά στο θέμα του άρθρου 88, του οποίου ζητείται η αναθεώρηση, εγώ δεν θα πω πολλά πράγματα. Το λεγόμενο Μισθοδικείο, το οποίο ήταν το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, με προσθήκη κάποιων επιπλέον δικαστών, καταργείται και τη θέση του παίρνει το Συνταγματικό Δικαστήριο. Τα προβλήματα, τα οποία είχαν δημιουργηθεί στο παρελθόν και μάλιστα, στο πρόσφατο παρελθόν ήταν σημαντικά. Δεν υπάρχει λόγος να τα επαναλαμβάνω. Τα έχουμε, κατά κόρον, συζητήσει στην προηγούμενη Επιτροπή και πιστεύω ότι από την ώρα που θα ψηφιστεί και θα θεσμοθετηθεί το Συνταγματικό Δικαστήριο θα έχει την αρμοδιότητα για την επίλυση και αυτών των προβλημάτων.
Για την προσθήκη Τμημάτων στο Συμβούλιο Επικρατείας και στο Ελεγκτικό Συνέδριο, εκτιμώ πως, παρ’ ότι υποστηρίζεται η άποψη -που δεν είναι λάθος- ότι θα μπορούσε να γίνει θεσμοθέτηση των Ειδικών αυτών Τμημάτων και με απλό νόμο, το χρονοβόρο της διαδικασίας, τα προβλήματα τα οποία υπάρχουν, οι αλληλοσυγκρουόμενες αρμοδιότητες τις οποίες επικαλούνται τα δύο Δικαστήρια, επιβάλλουν τη θεσμοθέτηση αυτών των δύο Ειδικών Τμημάτων.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΙΣΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΚΑΡΑΜΑΡΙΟΥ
(Ζ΄ ΕΝΟΤΗΤΑ)
Ι. Άρθρο 101 του Συντάγματος - Ερμηνευτική δήλωση
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για την αναθεώρηση του άρθρου 101 του Συντάγματος, προς την κατεύθυνση της περαιτέρω αναβάθμισης των νησιωτικών περιοχών της Χώρας μας, και συγκεκριμένα με την ένταξη της υπάρχουσας ερμηνευτικής δήλωσης του άρθρου 101, ως αυτοτελούς διάταξης, θα πρέπει να μας βρίσκει όλους σύμφωνους. Κι αυτό γιατί, πράγματι, οι πολλές ιδιαιτερότητες των νήσων μας, απαιτούν άλλη μεταχείριση από την Πολιτεία. Γι’ αυτό και πολύ σωστά, από το 2004 και εντεύθεν, κάθε φορά, που συνεζητείτο ένα νομοσχέδιο επέμενα, να λαμβάνονται υποχρεωτικά υπόψη οι ιδιαιτερότητες των νησιών μας, με αποτέλεσμα σε σημαντικά νομοθετήματα, να μνημονεύεται ιδιαίτερα η υποχρέωση αυτή της Πολιτείας απέναντι στα νησιά μας, είτε βρίσκονται στο Αιγαίο Πέλαγος, είτε στο Ιόνιο.
Εδώ, είμαι, όμως, υποχρεωμένος να σημειώσω με πολύ μεγάλη πικρία, ότι, όταν η Ελλάδα είχε αναλάβει την Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το 1998 και επρόκειτο να συνέλθει η διάσκεψη των Χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Χαλκιδική, είχα ζητήσει, με επιμονή και με επίκαιρη μάλιστα ερώτηση μου, από την αρμόδια Υπουργό του Αιγαίου, τότε την κυρία Παπαζώη, να συμπεριλάβει ο κ. Σημίτης ως Πρόεδρος, στην ατζέντα των υπό συζήτηση θεμάτων και το θέμα των νησιωτικών περιοχών μας και τη νησιωτική πολιτική, σε εκτέλεση των επιταγών της δήλωσης 30 της Συνθήκης του Άμστερνταμ, με την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση ανέμενε από τις Χώρες, που είχαν προβλήματα νησιωτικών περιοχών, να υποβάλουν προς την Ευρωπαϊκή Ένωση προτάσεις για τη θέσπιση συγκεκριμένων μέτρων υπέρ των νησιών τους. Δυστυχώς, όμως, ο κ. Σημίτης, όπως και οι τότε συναρμόδιοι Υπουργοί του, δεν έκαμαν τίποτα, παρά τις υποσχέσεις τους, με αποτέλεσμα η Χώρα μας να χάσει σημαντικά πλεονεκτήματα, που η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση θα παραχωρούσε, οπωσδήποτε, τότε.
Έτσι, σήμερα, προσπαθούμε, εκ των ενόντων, να συμπεριλάβουμε διατάξεις του Συντάγματος, που να υποχρεώνει την Πολιτεία μας να μεριμνά, ιδιαίτερα, για τις νησιωτικές περιοχές μας ή και τις ορεινές, ενώ μπορούσαμε, ήδη, να είχαμε σημαντικά οφέλη, αν από τότε κάμναμε αυτό, που έπρεπε.
Συμφωνούμε, λοιπόν, και σήμερα σε αυτή την συμπλήρωση του άρθρου 101, με την αναγωγή της ερμηνευτικής δήλωσης, σε κύρια διάταξη του άρθρου 101, με τη συμπλήρωση της, φυσικά και με τις ορεινές περιοχές.
ΙΙ. Άρθρο 102, παράγραφος 1 εδάφιο δ'
Με την υπάρχουσα διατύπωση του εδαφίου δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 102 του Συντάγματος, η άσκηση αρμοδιοτήτων από τους Οργανισμούς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δεν είχε σαφή προσδιορισμό, με αποτέλεσμα να έχουν, επανειλημμένα, διατυπωθεί αμφισβητήσεις ως προς το εύρος, τη διαδικασία και τον τύπο της άσκησής τους από τους Ο.Τ.Α. πράγμα, που ανεφάνη, κυρίως, στην έγκριση, τροποποίηση και εφαρμογή των πολεοδομικών σχεδίων από τους Ο.Τ.Α., γι’ αυτό και οδήγησε την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας στην άποψη ότι οι ρυθμίσεις αυτές μπορούν να γίνονται, μόνο, με την έκδοση Προεδρικού Διατάγματος.
Γι’ αυτό και με την προτεινόμενη διάταξη της Νέας Δημοκρατίας, το θέμα που προέκυψε παραπάνω, διασαφηνίζεται πλήρως, ούτως ώστε να παύσουν του λοιπού οι αμφισβητήσεις αυτές, αφού αναφερομένου πλέον ρητά ότι στις αρμοδιότητες των Ο.Τ.Α. περιλαμβάνεται και η αρμοδιότητα των πολεοδομικών σχεδιασμών και η έγκριση και τροποποίηση του σχεδίου πόλεως, όλου ή εν μέρει, εξαλείφεται η μέχρι σήμερα αμφισβήτηση και ασάφεια.
Και εδώ φυσικά, θα μπορούσε να συζητηθεί το όλον θέμα της εκχώρησης γενικά αρμοδιοτήτων της Κεντρικής Διοίκησης προς τους Ο.Τ.Α., αλλά αυτό το θέμα απαιτεί πολύ συζήτηση και προσοχή, αφού η όλη δομή της σύνταξης της Πολιτείας μας, σύμφωνα με το άρθρο 101 του Συντάγματος, στηρίζεται, στο αποκεντρωτικό σύστημα και ρητά στην παρ.3 αναφέρεται ότι την γενική αποφασιστική αρμοδιότητα για τις υποθέσεις της Περιφέρειας έχουν τα περιφερειακά όργανα του Κράτους, μέσα στα οποία συμπεριλαμβάνονται και οι Ο.Τ.Α..
Αν, φυσικά, υπήρχε δυνατότητα περαιτέρω ανάπτυξης του όλου θέματος με βάση τις προτεινόμενες αναθεωρητέες διατάξεις, φυσικά και τότε θα μπορούσε κανείς να ζητήσει νέα δομή της οργάνωσης της Διοίκησής μας, όχι μόνον στις διατάξεις του άρθρου 101, αλλά και αυτού του άρθρου 26 του Συντάγματος, που αποτελεί τη βάση της σύνταξης της δομής της Πολιτείας μας, με τον τριμερή διαχωρισμό της.
Όμως αυτό δεν μπορεί να γίνει σήμερα, γι’ αυτό και δεν προχωρώ περαιτέρω σε απόψεις, που πολλές φορές μου δόθηκε η ευκαιρία να διατυπώσω για μια άλλη, δηλαδή, μορφή σύνταξης της Πολιτείας μας, με το σαφή διαχωρισμό της Νομοθετικής από την Εκτελεστική Εξουσία.
Άλλωστε, με τη φημολογούμενη νέα τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου της περιφερειακής οργάνωσης της Πολιτείας μας και των Νομαρχιακών και Δημοτικών αλλαγών, πιστεύω ότι και εκεί θα μας δοθεί η δυνατότητα να δούμε το όλον πρόβλημα της διοίκησης της Χώρας μας.
ΙΙΙ. Άρθρα 103 παρ. 2,3,5 και 8 και 118 παρ. 7
Επ' ευκαιρία της προτεινόμενης τροποποίησης, με την οποία, κατά παρέκκλιση των οριζομένων στις προηγούμενες παραγράφους του άρθρου 103 του Συντάγματος, θα δίνεται η δυνατότητα σε υπαλλήλους, που υπηρετούν στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, να εντάσσονται στην υπαλληλική ιεραρχία για τη κάλυψη οργανικών θέσεων, κρίνω σκόπιμο να αναφερθώ, γενικότερα, στο όλον πρόβλημα της πρόσληψης των Δημοσίων υπαλλήλων και όπως αυτό διαμορφώνεται με τις ισχύουσες διατάξεις του Συντάγματός μας.
Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 103 του Συντάγματος οι προσλήψεις των δημοσίων υπαλλήλων, μόνιμων και άλλων κατηγοριών, προβλέπεται ως εξής:
1. Κατ' αρχήν τα προσόντα και ο τρόπος διορισμού τους ορίζονται από τον νόμο. Δηλαδή, σε κάθε περίπτωση διορισμού απαιτείται νόμος.
2. Κανένας δεν μπορεί να διορισθεί υπάλληλος σε μη θεσμοθετημένη οργανική θέση. Απαιτείται, δηλαδή, ύπαρξη οργανικής θέσης, η οποία προσδιορίζεται από τον Οργανισμό κάθε Υπηρεσίας ή Λειτουργίας.
Εξαιρέσεις του κανόνα αυτού μπορεί να προβλέπονται, αλλά πάλιν με ειδικό νόμο, και αυτό, μόνον, προκειμένου να καλυφθούν απρόβλεπτες και επείγουσες ανάγκες, αλλά και εδώ με προσωπικό που θα προσλαμβάνεται για ορισμένη χρονική περίοδο και με σχέση ιδιωτικού δικαίου.
3. Προκειμένου για θέσεις ειδικού επιστημονικού, καθώς και τεχνικού ή βοηθητικού προσωπικού αλλά σε θέσεις πάντα οργανικά θεσμοθετημένες, μπορεί να προσλαμβάνονται υπάλληλοι με σχέση ιδιωτικού δικαίου, αλλά με νόμο, που θα ορίζει του όρους για τη πρόσληψή τους, καθώς και τις ειδικότερες εγγυήσεις, τις οποίες θα έχει το προσωπικό που θα προσλαμβάνεται.
Δηλαδή, εδώ, υπάρχει σαφής διάκριση πρόσληψής τους, από εκείνων του τακτικού μονίμου προσωπικού και αυτό έχει σημασία, γιατί γίνεται κατά τρόπο διάφορο εκείνου του προσωπικού, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 103 του Συντάγματος και των προσλήψεων της παραγράφου 7 του αυτού άρθρου 103 του Συντάγματος.
Στις εξαιρέσεις, φυσικά, των προσλήψεων γενικά υπάγονται και εκείνες των υπαλλήλων, που υπηρετούν στις Πρεσβείες, στην Προεδρία της Δημοκρατίας και των Γραφείων του Πρωθυπουργού, των Υπουργών και Υφυπουργών, αλλά και στη Βουλή των Ελλήνων, για τους οποίους προβλέπει ο Κανονισμός της Βουλής.
4. Με διατάξεις, που προστέθηκαν στο Σύνταγμα, κατά την αναθεώρηση του Συντάγματος και ειδικά των παραγράφων 7,8 και 9 (2001), η πρόσληψη υπαλλήλων στο Δημόσιο και στον ευρύτερο Δημόσιο τομέα, προβλέφθηκε να γίνεται είτε με διαγωνισμό είτε με επιλογή σύμφωνα με προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια και να υπάγεται στον έλεγχο Ανεξάρτητης Αρχής, όπως νόμος ορίζει. Δηλαδή, η πρόσληψη των υπαλλήλων να γίνεται, μέσω μιας Ανεξάρτητης Αρχής, συνισταμένης με νόμο, και πάντοτε είτε με διαγωνισμό είτε με επιλογή με προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια, πράγμα που υποδηλώνει ότι η πρόσληψη δεν μπορεί να γίνει, σε καμμία περίπτωση, εάν αυτή δεν γίνεται μέσω της σημερινής αρχής του Α.Σ.Ε.Π..
Όμως και σε κάθε περίπτωση, ο προκαθορισμός των αντικειμενικών κριτηρίων, που πρέπει να επιβάλεται, δεν είναι πάντοτε ο αυτός. Ο νομοθέτης έχει την ευχέρεια, εκείνος να ρυθμίζει, ποια θα είναι τα αντικειμενικά κριτήρια και πώς θα προσδιορίζονται και, συνεπώς, η νομοθετική ευχέρεια είναι πάντοτε συνεχής και προσδιοριζόμενη κάθε φορά, με βάση τις ανάγκες της διοίκησης και των δεδομένων των αναγκαίων προσλήψεων. Άρα η αντικειμενικοποίηση των κριτηρίων εναπόκειται στην κρίση του νομοθέτη και η Ανεξάρτητη Αρχή θα κρίνει, εάν αυτά εφαρμόσθηκαν ή όχι, στη συγκεκριμένη πρόσληψη.
5. Ο τρόπος, συνεπώς, πρόσληψης των δημοσίων υπαλλήλων της παραγράφου 7 του άρθρου 103, είναι εντελώς διάφορος από εκείνον της παραγράφου 3 του άρθρου 103, που αφορά στο ειδικό επιστημονικό και τεχνικό ή βοηθητικό προσωπικό, που γι’ αυτό προβλέπεται πρόσληψη, με νόμο διάφορης ρύθμισης από εκείνη της παραγράφου 7, αφού στις περιπτώσεις της παραγράφου 3, δεν απαιτείται έγκριση των προσλήψεων από Ανεξάρτητη Αρχή, αλλά μόνον με νόμο, που θα εξειδικεύει τον τρόπο πρόσληψης και τις ειδικότερες εγγυήσεις, τις οποίες θα έχει το προσωπικό, που προσλαμβάνεται.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ
α. Για ό,τι αφορά στις προσλήψεις του ειδικού επιστημονικού και τεχνικού ή βοηθητικού προσωπικού, επιτρέπεται η πρόσληψη με νόμο, εκτός του ελέγχου του Α.Σ.Ε.Π..
β. Για ό,τι αφορά στις λοιπές προσλήψεις των δημοσίων υπαλλήλων και του ευρύτερου δημοσίου τομέα, ο έλεγχος του Α.Σ.Ε.Π. είναι υποχρεωτικός, αλλά, ρητά, επιτρέπεται η θεσμοθέτηση οποιουδήποτε άλλου τρόπου καθορισμού αντικειμενικών κριτηρίων με νέο νόμο, διάφορο εκείνου, που σήμερα υπάρχει.
Με βάση, συνεπώς, τα παραπάνω, η προτεινόμενη προσθήκη, ως παράγραφος 9 στο άρθρο 103 του Συντάγματος, είναι δυνατή, αφού σε κάθε περίπτωση, υπάλληλοι ικανοί και που έχουν τα νόμιμα προσόντα, θα μπορούν να ενταχθούν σε οργανικές θέσεις , πάντοτε υπό τον έλεγχο της Ανεξάρτητης Αρχής της παραγράφου 7 του άρθρου 103, σε ό,τι αφορά φυσικά τον έλεγχο της τυπικότητας, ως προς τα κριτήρια της ένταξης, που ο νόμος θα ορίζει.
Ως δικαιολογία φυσικά της ένταξης αυτών των υπαλλήλων, θεωρείται η πείρα, την οποία έχουν αποκτήσει υπηρετώντας, ως υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και η προσφορά των υπηρεσιών τους. Με αυτή τη διέξοδο, πιστεύω ότι του λοιπού θα παύσουν οι περιπτώσεις εκείνες υπαλλήλων, που, επί τόσα χρόνια, ταλανίζουν τη Δημόσια Διοίκησή μας και η Διοίκηση αναγκάζεται να προσπαθεί να καλύψει αυτό το κενό με Προεδρικά Διατάγματα.
Βέβαια, η προσθήκη της προτεινόμενης διάταξης, είναι δυνατόν να έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις του β, γ και δ εδαφίου της παραγράφου 8 του άρθρου 103 και, συνεπώς, θα έπρεπε η προτεινόμενη διάταξη να ορίζει σαφώς ότι η, κατά παρέκκλιση, έννοια της προτεινόμενης διάταξης αποσκοπεί, ακριβώς, στις διατάξεις αυτές των παραπάνω παραγράφων.
΄Αρθρο 104
Η προσθήκη στο άρθρο 104 της προτεινόμενης διάταξης είναι - πιστεύω - επιβοηθητική στην προσπάθεια εμπέδωσης της ευθύνης των δημοσίων υπαλλήλων προς τους πολίτες, και, ως εκ περισσού, συνεπώς δεν βλάπτει να προστεθεί, πλην όμως θα ήθελα να τονίσω ότι η υποχρέωση αυτή έχει διατυπωθεί με πολλούς τρόπους, σε σημαντικά νομοθετήματα, όπως στον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και ειδικά με τη βασική διάταξη του άρθρου 104 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, με την οποία οι υπάλληλοι ευθύνονται έναντι των πολιτών για πράξεις ή παραλείψεις, ως προστηθέντες.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ - ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΥ
(Η΄ ΕΝΟΤΗΤΑ)
Άρθρα 5, 101Α, 108 παρ. 1,2 και 111 παρ. 6
Η όγδοη ενότητα αφορά στα άρθρα 5, 101Α, 108 παράγραφος 1 και 2 και 111 παράγραφος 6.
Στο άρθρο 5, το Σύνταγμά μας ορίζει -όσον αφορά στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και την προσωπική ελευθερία- ότι καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας. Όλοι, όσοι βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια απολαμβάνουν της απόλυτης προστασίας της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας, χωρίς διακρίσεις.
Αναφέρω τις γενικές αρχές: Η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. Απαγορεύονται ατομικά και διοικητικά μέτρα, τα οποία περιορίζουν σε οποιονδήποτε Έλληνα την ελεύθερη κίνηση ή εγκατάσταση στη χώρα. Επίσης, ο καθένας έχει δικαίωμα στην προστασία της υγείας και της γενετικής του ταυτότητας.
Η προτείνουσα Βουλή, στο άρθρο 5, προτείνει, με την προσθήκη νέας παραγράφου, η οποία θα αποτελέσει το συνταγματικό θεμέλιο, την προστασία των ζώων. Αναφέρεται ότι το κράτος λαμβάνει ιδιαίτερα μέτρα για την προστασία των ζώων.
Παρά το γεγονός ότι εισηγούμαι, σε αυτήν την ενότητα, τα άρθρα, στα οποία προηγουμένως αναφέρθηκα, νομοτεχνικά θεωρώ ότι η κατατεθείσα από πενήντα οκτώ συναδέλφους πρόταση, που αφορά στην προστασία των ζωών από την βαρβαρότητα και στα δικαιώματά τους, θα πρέπει να υπαχθεί σε άλλο άρθρο, πλην του άρθρου 5, το οποίο αφορά στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, την προσωπική ελευθερία.
Βεβαίως, θα μπορούσε, κατά τη γνώμη μου, παρά το γεγονός ότι δεν έχω κανένα λόγο να μην υποστηρίξω την πρόταση αυτή, να ενταχθεί στο άρθρο 24. Τότε όμως, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, με αφορμή τη συζήτηση - τότε και σήμερα - για το άρθρο 24, το οποίο αφορά κυρίως στα δάση- είπε ότι εκεί μπορεί να περιέχεται η άγρια πανίδα, αλλά δεν περιλαμβάνονται τα οικόσιτα ζώα.
Θεωρώ, λοιπόν, ότι, ναι μεν, ψήφισε η Βουλή - και γι’ αυτό είμαι υποχρεωμένη να το εισηγηθώ- για την προστασία των ζώων, όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες και σε άλλα συντάγματα ευρωπαϊκών χωρών, όπως, παραδείγματος χάριν, στο άρθρο 20α του Γερμανικού Θεμελιώδους Νόμου ή στο άρθρο 72 του Συντάγματος της Σλοβενίας και σε μία σειρά άλλων συνταγματικών διατάξεων που περιλαμβάνονται στους Θεμελιώδεις Καταστατικούς Χάρτες άλλων Χωρών της Ευρώπης. Εκεί προβλέπεται υποχρέωση της πολιτείας να εγγυάται τους στοιχειώδεις όρους διαβίωσης και των ζώων, με νομοθετήματα και δικαστικές αποφάσεις, όπως και την προστασία των ζώων από τη βαρβαρότητα.
Η πρόταση και η διατύπωσή της, έτσι όπως ήλθε από πενήντα οκτώ συναδέλφους και υπερψηφίστηκε από την προτείνουσα Βουλή, έχει ως σκοπό να προστατεύσει το δικαίωμα αυτό με συνταγματικό τρόπο, έτσι ώστε να μην αφήνεται –αυτή είναι η αιτιολογική έκθεση, έτσι όπως υπερψηφίστηκε από την πλειοψηφία της προτείνουσας Βουλής - στη διακριτική ευχέρεια του κοινού νομοθέτη, παρά το γεγονός ότι εγώ πιστεύω –και θέλω να καταγραφεί- ότι ο κοινός νομοθέτης θα μπορούσε να επιλύσει αυτό το ζήτημα και δεν θα χρειαζόταν αναφορά του στο Σύνταγμα της χώρας, για να νομοθετήσει. Πολλές φορές, δε, δεν βοηθάμε το νομοθέτη αν, εκτός από την κατευθυντήρια γραμμή, καθορίζουμε πιο πληθωρικά το πλαίσιο, μέσα στο οποίο, ανάλογα με τις συνθήκες, θα κινηθεί.
Το επόμενο άρθρο έχει ιδιαίτερη σημασία. Είναι το άρθρο 101 Α, το οποίο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αφορά στις Ανεξάρτητες Αρχές, όπου πολύς λόγος έχει γίνει από πολλές πλευρές, κατά καιρούς και είναι πάντοτε ένα ζήτημα, το οποίο μας απασχολεί. Βεβαίως και η Επιτροπή για την Αναθεώρηση του Συντάγματος, ασχολείται με το ζήτημα αυτό στην όγδοη ενότητα. Κατά το Σύνταγμα, όπου προβλέπεται η συγκρότηση και η λειτουργία Ανεξάρτητης Αρχής, τα μέλη της διορίζονται με ορισμένη θητεία και διέπονται από προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία, όπως ο νόμος ορίζει. Αυτό είναι το προϊσχύον συνταγματικό πλαίσιο. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την επιλογή και την υπηρεσιακή κατάσταση του επιστημονικού και λοιπού προσωπικού της Υπηρεσίας, που οργανώνεται για την υποστήριξη της λειτουργίας κάθε Ανεξάρτητης Αρχής και με τον Κανονισμό της Βουλής ρυθμίζονται όσα αφορούν στη σχέση των Ανεξάρτητων Αρχών με τη Βουλή και ο τρόπος άσκησης του κοινοβουλευτικού ελέγχου.
Η προτείνουσα Βουλή έκανε την εξής προσθήκη: Προστίθεται παράγραφος 4, ως εξής: «Με ειδικό νόμο μπορούν να υπαχθούν στις διατάξεις του παρόντος άρθρου» -δηλαδή του άρθρου 101Α, που αφορά τις Ανεξάρτητες Αρχές- «η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και η Επιτροπή Ανταγωνισμού». Η σκοπιμότητα αυτής της προσθήκης από τη Βουλή, η οποία την πρότεινε και υπερψηφίστηκε και έχει έλθει προς συζήτηση στην αρμόδια Επιτροπή για το Σύνταγμα, είναι ότι το 2001 ορίστηκε, ποιές Ανεξάρτητες Αρχές πρέπει να προβλέπονται στο Σύνταγμα. Το κριτήριο, που επικράτησε τότε, είναι, πως στο Σύνταγμα κατοχυρώνονται Ανεξάρτητες Αρχές, που συνδέονται με την προστασία συνταγματικών δικαιωμάτων ή βασικών θεσμικών εγγυήσεων, όπως είναι οι προσλήψεις των δημοσίων υπαλλήλων, δηλαδή με τη λειτουργία του κράτους δικαίου και της ισονομίας. Οι Ανεξάρτητες Αρχές είναι ενδιάμεσες εξουσίες, οι οποίες γίνονται για να υπερασπίζονται τη νομιμότητα από τη μία και τα δικαιώματα του πολίτη από την άλλη. Είναι θεσμικά, δηλαδή, αντίβαρα και κρίνεται απαραίτητο να τύχουν ιδιαίτερης προστασίας. Για λόγους, λοιπόν, δημοσίου συμφέροντος προτάθηκε, επίσης, από πενήντα οκτώ Βουλευτές, με την πρωτοβουλία του σημερινού Προέδρου της Βουλής, κ. Δημήτριου Σιούφα, η ενδυνάμωση των δύο αυτών Ανεξάρτητων Αρχών, δηλαδή της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας και της Επιτροπής Ανταγωνισμού, σε συνταγματικό επίπεδο, καθώς, κατά την αιτιολογική έκθεση, ασκούν αποφασιστικές και κρίσιμες αρμοδιότητες, πρώτον, για το δημόσιο συμφέρον, δεύτερον, για την αγορά και τρίτον και σημαντικό, για την εθνική οικονομία.
Κατά συνέπεια, λοιπόν, θεωρείται ότι η Επιτροπή μας, με βάση την απόφαση της προτείνουσας Βουλής, με αυτό το σκεπτικό, με αυτό το περιεχόμενο, θα πρέπει τις δύο αυτές Ανεξάρτητες Αρχές, δηλαδή την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και την Επιτροπή Ανταγωνισμού, να τις συμπεριλάβει στο άρθρο 101 Α, για τους τρεις κρίσιμους λόγους, τους οποίους σας προανέφερα. Και είναι κρίσιμοι, επίκαιροι και ουσιαστικοί λόγοι. Δηλαδή για λόγους δημοσίου συμφέροντος, για λόγους που αφορούν την αγορά και για λόγους που έχουν να κάνουν με την εθνική μας οικονομία.
Η επόμενη πρόταση αφορά στην τροποποίηση του άρθρου 108, σχετικά με τον Απόδημο Ελληνισμό.
Το ισχύον συνταγματικό πλαίσιο ορίζει, πως το κράτος μεριμνά για τη ζωή του Απόδημου Ελληνισμού και τη διατήρηση των δεσμών του με τη Μητέρα Πατρίδα. Ακόμα, μεριμνά για την παιδεία και την κοινωνική και επαγγελματική προαγωγή των Ελλήνων που εργάζονται έξω από την επικράτεια. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες του Συμβουλίου Αποδήμου Ελληνισμού, που έχει ως αποστολή του την έκφραση όλων των δυνάμεων του απανταχού Ελληνισμού. Αυτό είναι το ισχύον συνταγματικό πλαίσιο.
Προτείνεται, λοιπόν, από τους συναδέλφους, οι οποίοι είχαν αυτήν την πρωτοβουλία και η οποία υπερψηφίστηκε από την προτείνουσα Βουλή, αναδιατύπωση και όπου υπάρχει ο όρος «Απόδημος Ελληνισμός» να αντικατασταθεί με τον όρο «Ελληνισμός της Διασποράς». Η πρόταση αυτή έγινε από πενήντα έξι Βουλευτές και, αντί να λέγεται πλέον «Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού» το συμβούλιο το οποίο επιλαμβάνεται των θεμάτων, που σας είπα προηγουμένως και των προνοιών στις οποίες αναφέρθηκα, θα λέγεται πλέον «Συμβούλιο Ελληνισμού Διασποράς». Η φιλοσοφία αυτής της πρότασης, η οποία ετέθη στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Απόδημου Ελληνισμού - όπου συμμετείχαν όλα τα κόμματα κι η απόφαση είναι ομόφωνη – είναι να γίνει αυτή η αναθεώρηση, διότι θεωρούμε ότι είναι ανάγκη να επισημανθεί και να διευκρινιστεί ότι με την αναφορά «Απόδημος Ελληνισμός», που γίνεται στο Σύνταγμα, δεν συμπεριλαμβάνεται όλος ο εκτός του ελλαδικού χώρου ελληνισμός. Δηλαδή, δεν συμπεριλαμβάνονται οι Έλληνες της Κύπρου, της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου, της Τενέδου, της Βορείου Ηπείρου και άλλοι. Επίσης, είναι αμφίβολο, αν σε αυτήν την κατηγορία συμπεριλαμβάνονται Έλληνες δεύτερης ή τρίτης γενιάς, οι οποίοι εκεί γεννήθηκαν και μεγάλωσαν, επομένως δεν είναι ξενιτεμένοι από τον ελλαδικό χώρο. Για αυτόν τον λόγο, έγινε αυτή η πρόταση, ως προς το άρθρο 108 του Συντάγματος, ότι όλος ο Ελληνισμός, εκτός του ελλαδικού χώρου, είναι πλέον δόκιμο να λέγεται «Ελληνισμός της Διασποράς». Με την προσθήκη, την οποία οι συνάδελφοι κατέθεσαν για την αναδιατύπωση του άρθρου 108, λύνεται αυτό το ζήτημα με συνταγματικό τρόπο.
Το άρθρο 111 παράγραφος 6 αφορά συντακτικές πράξεις και ψηφίσματα, όπου ουσιαστικά η ισχύουσα διάταξη είναι η διάταξη του άρθρου 19 του νομοθετικού διατάγματος 3370/1955 «Περί κυρώσεως του Κώδικος Ελληνικής Ιθαγενείας» και εξακολουθεί να ισχύει, ώσπου να καταργηθεί με νόμο.
Καταργείται, λοιπόν, η παράγραφος 6. Προτείνεται από τη Νέα Δημοκρατία η αναθεώρηση αυτής της μεταβατικής διάταξης, άρθρο 111 παράγραφος 2 και 6, ώστε να καταστεί δυνατή η ομαλή έναρξη εφαρμογής των αντίστοιχων διατάξεων, που θα προκύψουν από την αναθεώρηση, όπως αυτή οριοθετείται από τις κατά τα ανωτέρω προτάσεις.
ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΟΠΩΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Η Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος, αφού άκουσε τον Γενικό Εισηγητή της Πλειοψηφίας, κ. Παναγιώτη Παναγιωτόπουλο, τους Ειδικούς Αγορητές του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, κ. Αχιλλέα Κανταρτζή, του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς, κ. Φώτιο Κουβέλη, του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού, κ. Αθανάσιο Πλεύρη, τους Ειδικούς Εισηγητές της Νέας Δημοκρατίας, κ.κ. Κωνσταντίνο Γκιουλέκα, Ιωάννη Μπούγα, Νικόλαο-Γεώργιο Δένδια, Αθανάσιο Μπούρα, Χρήστο Μαρκογιαννάκη, Αναστάσιο Καραμάριο και Αικατερίνη Παπακώστα-Σιδηροπούλου, καθώς και τους λοιπούς αγορητές, αποδέχθηκε, κατά πλειοψηφία, το προσαρτώμενο στην Έκθεση σχέδιο, το οποίο υποβάλλεται στην Ολομέλεια της Βουλής για συζήτηση και ψήφιση, σύμφωνα με το άρθρο 110 του Συντάγματος.
ΙΣΧΥΟΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΕΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 14
9. Το ιδιοκτησιακό καθεστώς, η οικονομική κατάσταση και τα μέσα χρηματοδότησης των μέσων ενημέρωσης πρέπει να γίνονται γνωστά, όπως νόμος ορίζει. Νόμος προβλέπει τα μέτρα και τους περιορισμούς που είναι αναγκαίοι για την πλήρη διασφάλιση της διαφάνειας και της πολυφωνίας στην ενημέρωση. Απαγορεύεται η συγκέντρωση του ελέγχου περισσότερων μέσων ενημέρωσης της αυτής ή άλλης μορφής. Απαγορεύεται ειδικότερα η συγκέντρωση περισσότερων του ενός ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης της αυτής μορφής, όπως νόμος ορίζει. Η ιδιότητα του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή του διευθυντικού στελέχους επιχείρησης μέσων ενημέρωσης είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή του διευθυντικού στελέχους επιχείρησης που αναλαμβάνει έναντι του Δημοσίου ή νομικού προσώπου του ευρύτερου δημόσιου τομέα την εκτέλεση έργων ή προμηθειών ή την παροχή υπηρεσιών. Η απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου καταλαμβάνει και κάθε είδους παρένθετα πρόσωπα, όπως συζύγους, συγγενείς, οικονομικά εξαρτημένα άτομα ή εταιρείες. Νόμος ορίζει τις ειδικότερες ρυθμίσεις, τις κυρώσεις που μπορεί να φθάνουν μέχρι την ανάκληση της άδειας ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού σταθμού και μέχρι την απαγόρευση σύναψης ή την ακύρωση της σχετικής σύμβασης, καθώς και τους τρόπους ελέγχου και τις εγγυήσεις αποτροπής των καταστρατηγήσεων των προηγούμενων εδαφίων. Άρθρο 14 παράγραφος 9
[Η παράγραφος 9 του άρθρου 14 τροποποιείται ως ακολούθως:]
«9. Το ιδιοκτησιακό καθεστώς, η οικονομική κατάσταση και τα μέσα χρηματοδότησης των μέσων ενημέρωσης πρέπει να γίνονται γνωστά, όπως νόμος ορίζει. Νόμος προβλέπει τα μέτρα και τους περιορισμούς που είναι αναγκαίοι για την πλήρη διασφάλιση της διαφάνειας και της πολυφωνίας στην ενημέρωση. Απαγορεύεται η κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης στη ραδιοτηλεοπτική αγορά και στον τύπο μέσω της συγκέντρωσης ελέγχου περισσοτέρων μέσων ενημέρωσης της αυτής ή άλλης μορφής, όπως νόμος ορίζει. Απαγορεύεται η συγκέντρωση του ελέγχου με οποιονδήποτε τρόπο περισσοτέρων του ενός ηλεκτρονικών μέσων της αυτής μορφής, εφόσον αυτά έχουν ενημερωτικό χαρακτήρα, όπως νόμος ορίζει. Οι ιδιότητες του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή του διευθυντικού στελέχους επιχείρησης μέσων ενημέρωσης είναι ασυμβίβαστες με την ιδιότητα του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή του διευθυντικού στελέχους επιχείρησης που αναλαμβάνει έναντι του Δημοσίου ή νομικού προσώπου του ευρύτερου δημόσιου τομέα την εκτέλεση έργων ή προμηθειών ή την παροχή υπηρεσιών, εφόσον κριθεί ότι μέσω αυτών ασκείται αθέμιτη επιρροή στη διαδικασία ανάθεσης δημοσίων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, όπως νόμος ορίζει. Η κατά τα άνω απαγόρευση καταλαμβάνει και κάθε είδους παρένθετα πρόσωπα. Νόμος ορίζει τις ειδικότερες ρυθμίσεις, τα όργανα ελέγχου και τις κυρώσεις που μπορεί να φτάνουν μέχρι την ανάκληση της άδειας ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού σταθμού και μέχρι την απαγόρευση σύναψης ή την ακύρωση της σχετικής σύμβασης, καθώς και τους τρόπους ελέγχου και τις εγγυήσεις αποτροπής των καταστρατηγήσεων των προηγούμενων εδαφίων.»
Άρθρο 16
1. H τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες· η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Kράτους. H ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της διδασκαλίας δεν απαλλάσσουν από το καθήκον της υπακοής στο Σύνταγμα.
2. H παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Kράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Eλλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες.
3. Tα έτη υποχρεωτικής φοίτησης δεν μπορεί να είναι λιγότερα από εννέα.
4. Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια. Tο Kράτος ενισχύει τους σπουδαστές που διακρίνονται, καθώς και αυτούς που έχουν ανάγκη από βοήθεια ή ειδική προστασία, ανάλογα με τις ικανότητές τους.
5. H ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Tα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Kράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει και κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει.
Eιδικός νόμος ορίζει όσα αφορούν τους φοιτητικούς συλλόγους και τη συμμετοχή των σπουδαστών σ’ αυτούς.
6. Oι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί. Tο υπόλοιπο διδακτικό προσωπικό τους επιτελεί επίσης δημόσιο λειτούργημα, με τις προϋποθέσεις που νόμος ορίζει. Tα σχετικά με την κατάσταση όλων αυτών των προσώπων καθορίζονται από τους οργανισμούς των οικείων ιδρυμάτων.
Oι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων δεν μπορούν να παυθούν προτού λήξει σύμφωνα με το νόμο ο χρόνος υπηρεσίας τους παρά μόνο με τις ουσιαστικές προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 88 παράγραφος 4 και ύστερα από απόφαση συμβουλίου που αποτελείται κατά πλειοψηφία από ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς, όπως νόμος ορίζει.
Nόμος ορίζει το όριο της ηλικίας των καθηγητών των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων· εωσότου εκδοθεί ο νόμος αυτός οι καθηγητές που υπηρετούν αποχωρούν αυτοδικαίως μόλις λήξει το ακαδημαϊκό έτος μέσα στο οποίο συμπληρώνουν το εξηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας τους.
7. H επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Kράτος και με σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια, όπως προβλέπεται ειδικότερα από το νόμο, που ορίζει και τα επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από τις σχολές αυτές.
8. Nόμος ορίζει τις προϋποθέσεις και τους όρους χορήγησης άδειας για την ίδρυση και λειτουργία εκπαιδευτηρίων που δεν ανήκουν στο Kράτος, τα σχετικά με την εποπτεία που ασκείται πάνω σ’ αυτά, καθώς και την υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού προσωπικού τους.
H σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται.
9. O αθλητισμός τελεί υπό την προστασία και την ανώτατη εποπτεία του Kράτους.
Tο Kράτος επιχορηγεί και ελέγχει τις ενώσεις των αθλητικών σωματείων κάθε είδους, όπως νόμος ορίζει. Nόμος ορίζει επίσης τη διάθεση των ενισχύσεων που παρέχονται κάθε φορά στις επιχορηγούμενες ενώσεις σύμφωνα με τον προορισμό τους. Άρθρο 16 παράγραφος 1
[Στην παράγραφο 1 του άρθρου 16 προστίθεται τελευταίο εδάφιο που έχει ως εξής:]
«Η παρεχόμενη παιδεία πρέπει να ανταποκρίνεται στις αξίες του ελληνικού και ευρωπαϊκού πολιτισμού.»
Άρθρο 16 παράγραφος 5
[Η παράγραφος 5 του άρθρου 16 αντικαθίσταται ως εξής:]
«5. Η δημόσια ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Τα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Κράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει και κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει.
Ειδικός νόμος ορίζει όσα αφορούν τους φοιτητικούς συλλόγους και τη συμμετοχή των σπουδαστών σ’ αυτούς.»
Άρθρο 16 παράγραφος 6
[Τα τρία πρώτα εδάφια της παραγράφου 6 του άρθρου 16 αντικαθίστανται ως εξής:]
«Οι καθηγητές των δημοσίων ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί. Το υπόλοιπο διδακτικό προσωπικό τους επιτελεί επίσης δημόσιο λειτούργημα, με τις προϋποθέσεις που νόμος ορίζει.
Τα σχετικά με την κατάσταση όλων αυτών των προσώπων καθορίζονται από τους οργανισμούς των οικείων ιδρυμάτων. Οι καθηγητές των δημοσίων ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων δεν μπορούν να παυθούν προτού λήξει σύμφωνα με το νόμο ο χρόνος υπηρεσίας τους παρά μόνο με τις ουσιαστικές προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 88 παράγραφος 4 και ύστερα από απόφαση συμβουλίου που αποτελείται κατά πλειοψηφία από ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς όπως νόμος ορίζει.»
Άρθρο 16 παράγραφος 7
[Η παράγραφος 7 του άρθρου 16 αντικαθίσταται ως εξής:]
«7. Η επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται και με σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια, όπως προβλέπεται ειδικότερα από το νόμο, που ορίζει και τα επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από τις σχολές αυτές.»
Άρθρο 16 παράγραφος 8
[Στο άρθρο 16 τίθεται νέα παράγραφος 8 που έχει ως εξής:]
«8. Η ανώτατη εκπαίδευση μπορεί να παρέχεται και από μη κρατικά εκπαιδευτικά ιδρύματα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα υπό τον άμεσο έλεγχο του κράτους και με τις προϋποθέσεις που ορίζει ειδικός νόμος. Τα προσόντα των διδασκόντων στα ανωτέρω μη κρατικά ιδρύματα είναι αντίστοιχα με εκείνα των διδασκόντων στα κρατικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα.»
[Η παράγραφος 8 του άρθρου 16 αναριθμείται σε 9 και καταργείται το δεύτερο εδάφιο αυτής.]
Άρθρο 16 παράγραφος 10
[Στο άρθρο 16 προστίθεται παράγραφος 10 που έχει ως εξής:]
«10. Το Κράτος υποχρεούται να διασφαλίζει την ποιότητα της παιδείας που παρέχεται σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Όλοι οι φορείς της ανώτατης εκπαίδευσης (δημόσιας και ιδιωτικής) και ειδικώτερα το κάθε κατηγορίας διδακτικό προσωπικό υπόκεινται σε διαρκή αξιολόγηση του έργου τους, ως νόμος ορίζει.»
Άρθρο 16 παράγραφος 11
[Στο άρθρο 16 προστίθεται παράγραφος 11 που έχει ως εξής:]
«11. Η ενίσχυση του εθελοντισμού και της κοινωνίας των πολιτών, που εκφράζονται ατομικά ή οργανωμένα, αποτελεί αντικείμενο ειδικής φροντίδας του Κράτους.»
[Η παράγραφος 9 του άρθρου 16 αναριθμείται σε 12.]
Άρθρο 17
1. H ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Kράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος.
**2. Kανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση, που να ανταποκρίνεται στην αξία την οποία είχε το απαλλοτριούμενο κατά το χρόνο της συζήτησης στο δικαστήριο για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης. Aν ζητηθεί απευθείας ο οριστικός προσδιορισμός της αποζημίωσης, λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της σχετικής συζήτησης στο δικαστήριο.
Αν η συζήτηση για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης διεξαχθεί μετά την παρέλευση έτους από τη συζήτηση για τον προσωρινό προσδιορισμό, τότε για τον προσδιορισμό της αποζημίωσης λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της συζήτησης για τον οριστικό προσδιορισμό. Στην απόφαση κήρυξης πρέπει να δικαιολογείται ειδικά η δυνατότητα κάλυψης της δαπάνης αποζημίωσης. Η αποζημίωση, εφόσον συναινεί ο δικαιούχος, μπορεί να καταβάλλεται και σε είδος ιδίως με τη μορφή της παραχώρησης της κυριότητας άλλου ακινήτου ή της παραχώρησης δικαιωμάτων επί άλλου ακινήτου.
3. H ενδεχόμενη μεταβολή της αξίας του απαλλοτριουμένου μετά τη δημοσίευση της πράξης απαλλοτρίωσης, και μόνο εξαιτίας της, δεν λαμβάνεται υπόψη.
**4. Η αποζημίωση ορίζεται από τα αρμόδια δικαστήρια. Μπορεί να οριστεί και προσωρινά δικαστικώς, ύστερα από ακρόαση ή πρόσκληση του δικαιούχου, που μπορεί να υποχρεωθεί κατά την κρίση του δικαστηρίου να παράσχει για την είσπραξή της ανάλογη εγγύηση, σύμφωνα με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος. Νόμος μπορεί να προβλέπει την εγκαθίδρυση ενιαίας δικαιοδοσίας, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 94, για όλες τις διαφορές και υποθέσεις που σχετίζονται με απαλλοτρίωση, καθώς και την κατά προτεραιότητα διεξαγωγή των σχετικών δικών. Με τον ίδιο νόμο μπορεί να ρυθμίζεται ο τρόπος με τον οποίο συνεχίζονται εκκρεμείς δίκες.
Πριν καταβληθεί η οριστική ή προσωρινή αποζημίωση διατηρούνται ακέραια όλα τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη και δεν επιτρέπεται η κατάληψη.
Προκειμένου να εκτελεστούν έργα γενικότερης σημασίας για την οικονομία της Χώρας είναι δυνατόν, με ειδική απόφαση του δικαστηρίου που είναι αρμόδιο για τον οριστικό ή προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης, να επιτρέπεται η πραγματοποίηση εργασιών και πριν από τον προσδιορισμό και την καταβολή της αποζημίωσης, υπό τον όρο της καταβολής εύλογου τμήματος της αποζημίωσης και της παροχής πλήρους εγγύησης υπέρ του δικαιούχου της αποζημίωσης, όπως νόμος ορίζει. Η δεύτερη πρόταση του πρώτου εδαφίου εφαρμόζεται αναλόγως και στις περιπτώσεις αυτές.
H αποζημίωση που ορίστηκε καταβάλλεται υποχρεωτικά το αργότερο μέσα σε ενάμισι έτος από τη δημοσίευση της απόφασης για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης και, σε περίπτωση απευθείας αίτησης για οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης, από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης του δικαστηρίου, διαφορετικά η απαλλοτρίωση αίρεται αυτοδικαίως.
H αποζημίωση δεν υπόκειται, ως αποζημίωση, σε κανένα φόρο, κράτηση ή τέλος.
5. Νόμος ορίζει τις περιπτώσεις υποχρεωτικής ικανοποίησης των δικαιούχων για την πρόσοδο, την οποία έχασαν από το ακίνητο που απαλλοτριώθηκε έως το χρόνο καταβολής της αποζημίωσης.
6. Όταν πρόκειται να εκτελεστούν έργα κοινής ωφέλειας ή γενικότερης σημασίας για την οικονομία της Χώρας, νόμος μπορεί να επιτρέψει την απαλλοτρίωση υπέρ του Δημοσίου ευρύτερων ζωνών, πέρα από τις εκτάσεις που είναι αναγκαίες για την κατασκευή των έργων. O ίδιος νόμος καθορίζει τις προϋποθέσεις και τους όρους μιας τέτοιας απαλλοτρίωσης, καθώς και τα σχετικά με τη διάθεση ή χρησιμοποίηση, για δημόσιους ή κοινωφελείς γενικά σκοπούς, των εκτάσεων που απαλλοτριώνονται επιπλέον όσων είναι αναγκαίες για το έργο που πρόκειται να εκτελεστεί.
7. Νόμος μπορεί να ορίσει ότι για την εκτέλεση έργων με προφανή κοινή ωφέλεια υπέρ του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, οργανισμών κοινής ωφέλειας και δημόσιων επιχειρήσεων, επιτρέπεται να διανοιχθούν υπόγειες σήραγγες στο επιβαλλόμενο βάθος, χωρίς αποζημίωση, υπό τον όρο ότι δεν θα παραβλάπτεται η συνήθης εκμετάλλευση του υπερκείμενου ακινήτου. Άρθρο 17 παράγραφος 1
[Η παράγραφος 1 του άρθρου 17 αντικαθίσταται ως εξής:]
«1. Η ιδιοκτησία, στην οποία περιλαμβάνεται και η πνευματική, τελεί υπό την προστασία του Κράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος.»
Άρθρο 17 παράγραφος 6
[Στο άρθρο 17 τίθεται νέα παράγραφος 6 που έχει ως εξής:]
«6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στις απαλλοτριώσεις που κηρύσσονται κατ’ εφαρμογήν της πολεοδομικής νομοθεσίας.»
[Οι παράγραφοι 6 και 7 του άρθρου 17 αναριθμούνται σε 7 και 8 αντίστοιχα.]
Άρθρο 20
1. Kαθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ’ αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει. Άρθρο 20 παράγραφος 1
[Στην παράγραφο 1 του άρθρου 20 προστίθεται δεύτερο εδάφιο που έχει ως εξής:]
«Το προηγούμενο εδάφιο καλύπτει και το δικαίωμα στην προσωρινή δικαστική προστασία, η οποία πρέπει να παρέχεται μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, όπως νόμος ορίζει.»
Άρθρο 22
1. H εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Kράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου αγροτικού και αστικού πληθυσμού.
Όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από φύλο ή άλλη διάκριση, έχουν δικαίωμα ίσης αμοιβής για παρεχόμενη εργασία ίσης αξίας. Άρθρο 22 παράγραφος 1
[Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 22 προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:]
«Το Κράτος μεριμνά για την εμπέδωση της κοινωνικής συνοχής και την εξασφάλιση εγγυημένου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης.»
Άρθρο 24
**1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων. Η σύνταξη δασολογίου συνιστά υποχρέω- ση του Κράτους. Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων, εκτός αν προέχει για την Εθνική Oικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. Άρθρο 24 παράγραφος 1
[Η παράγραφος 1 του άρθρου 24 αντικαθίσταται ως εξής:]
«1.Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφόρου ανάπτυξης. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων. Η σύνταξη δασολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους. Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού εκτάσεων, οι οποίες την 1η Ιανουαρίου του 1961 ήσαν δάση ή δασικές εκτάσεις, εκτός αν προέχει για την Εθνική Οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. Κατ’ εξαίρεση, η χωροταξική και πολεοδομική αναδιάρθρωση της Χώρας για την εξασφάλιση καλύτερων όρων διαβίωσης αποτελεί λόγο δημόσιου συμφέροντος που επιτρέπει τη μεταβολή του προορισμού μόνο δασικών εκτάσεων. Νόμος ορίζει τα ειδικότερα μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.»
Άρθρο 28
3. H Eλλάδα προβαίνει ελεύθερα, με νόμο που ψηφίζεται από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, σε περιορισμούς ως προς την άσκηση της εθνικής κυριαρχίας της, εφόσον αυτό υπαγορεύεται από σπουδαίο εθνικό συμφέρον, δεν θίγει τα δικαιώματα του ανθρώπου και τις βάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος και γίνεται με βάση τις αρχές της ισότητας και με τον όρο της αμοιβαιότητας.
** Ερμηνευτική δήλωση: Το άρθρο 28 αποτελεί θεμέλιο για τη συμμετοχή της Χώρας στις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Άρθρο 28 παράγραφος 3 και Ερμηνευτική Δήλωση
[Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 28 προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:]
«Για την μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο των κανόνων του πρωτογενούς κοινοτικού δικαίου εφαρμόζεται η διαδικασία της παραγράφου αυτής.»
[Η ερμηνευτική Δήλωση στο άρθρο 28 καταργείται.] Άρθρο 29
1. Έλληνες πολίτες που έχουν το εκλογικό δικαίωμα μπορούν ελεύθερα να ιδρύουν και να συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα, που η οργάνωση και η δράση τους οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Πολίτες που δεν απέκτησαν ακόμη το δικαίωμα να εκλέγουν μπορούν να συμμετέχουν στα τμήματα νέων των κομμάτων.
**2. Τα κόμματα έχουν δικαίωμα στην οικονομική τους ενίσχυση από το Κράτος για τις εκλογικές και λειτουργικές τους δαπάνες, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τις εγγυήσεις διαφάνειας ως προς τις εκλογικές δαπάνες και γενικά την οικονομική διαχείριση των κομμάτων, των βουλευτών, των υποψήφιων βουλευτών και των υποψηφίων στην τοπική αυτοδιοίκηση όλων των βαθμών. Με νόμο επιβάλλεται ανώτατο όριο εκλογικών δαπανών, μπορεί να απαγορεύονται ορισμένες μορφές προεκλογικής προβολής και καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες η παράβαση των σχετικών διατάξεων συνιστά λόγο έκπτωσης από το βουλευτικό αξίωμα με πρωτοβουλία του ειδικού οργάνου του επόμενου εδαφίου. O έλεγχος των εκλογικών δαπανών των κομμάτων και των υποψήφιων βουλευτών διενεργείται από ειδικό όργανο που συγκροτείται και με τη συμμετοχή ανώτατων δικαστικών λειτουργών, όπως νόμος ορίζει. Με νόμο μπορούν να επεκταθούν οι ρυθμίσεις αυτές και στους υποψηφίους για άλλες αιρετές θέσεις.
**3. Απαγορεύονται απολύτως οι οποιασδήποτε μορφής εκδηλώσεις υπέρ ή κατά πολιτικού κόμματος στους δικαστικούς λειτουργούς και σε όσους υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις και στα σώματα ασφαλείας. Απαγορεύονται απολύτως οι οποιασδήποτε μορφής εκδηλώσεις υπέρ ή κατά πολιτικού κόμματος, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, στους υπαλλήλους του Δημοσίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή δημόσιων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή επιχειρήσεων η διοίκηση των οποίων ορίζεται άμεσα ή έμμεσα από το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχο.
Άρθρο 29 παράγραφος 2
[Η παράγραφος 2 του άρθρου 29 αντικαθίσταται ως εξής:]
«2. Για τις εκλογικές και λειτουργικές τους δαπάνες, τα κόμματα ενισχύονται οικονομικά από τον κρατικό προϋπολογισμό και κατ’ εξαίρεση από εισφορές των μελών ή άλλες ιδιωτικές πηγές, όπως ειδικότερα νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τις εγγυήσεις διαφάνειας ως προς τις εκλογικές δαπάνες και γενικά την οικονομική διαχείριση των κομμάτων, των βουλευτών, των υποψηφίων βουλευτών και των υποψηφίων στην τοπική αυτοδιοίκηση όλων των βαθμών. Με νόμο μπορεί να επιβάλλεται ανώτατο όριο εκλογικών δαπανών και να απαγορεύονται ορισμένες μορφές προεκλογικής προβολής.
Στο Ελεγκτικό Συνέδριο ανήκει: α) ο έλεγχος της διαφάνειας των οικονομικών των πολιτικών κομμάτων και ειδικότερα των λειτουργικών και εκλογικών τους δαπανών ώστε να μην υπερβαίνουν το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, β) η δυνατότητα απαγόρευσης της χρήσης ραδιοτηλεοπτικού χρόνου πέραν του νομίμου, γ) ο έλεγχος των προεκλογικών και λειτουργικών δαπανών των βουλευτών και των υποψηφίων βουλευτών, δ) ο ετήσιος έλεγχος του τρόπου απόκτησης των περιουσιακών στοιχείων των βουλευτών μετά την εκλογή τους καθώς και των δαπανών τους, όπως επίσης και η επιβολή των σχετικών κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένης και της έκπτωσης από το βουλευτικό αξίωμα, ανάλογα με την βαρύτητα της παράβασης. Η τελευταία αυτή αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου μπορεί να επεκταθεί, με ειδικό νόμο, στον έλεγχο του «πόθεν έσχες» και άλλων κατηγοριών προσώπων.»
Άρθρο 29 παράγραφος 3
[Στο άρθρο 29 τίθεται νέα παράγραφος 3 που έχει ως εξής:]
«3. Τα κόμματα οφείλουν να είναι οργανωμένα και να λειτουργούν σύμφωνα με τους δημοκρατικούς κανόνες, όπως προβλέπονται στα Καταστατικά τους. Οι κανόνες αυτοί πρέπει να εξασφαλίζουν ειδικότερα τη διαφάνεια και την ανεξαρτησία των κομμάτων από οποιαδήποτε κέντρα εξουσίας και να προβλέπουν τα όργανα ελέγχου και τις κυρώσεις για την παράβαση των σχετικών υποχρεώσεων.
Νόμος περί κομμάτων καθορίζει τις ειδικότερες προϋποθέσεις για τη θέσπιση και την τήρηση των κανόνων εσωκομματικής δημοκρατίας.»
[Η παράγραφος 3 του άρθρου 29 αναριθμείται σε 4.]
Άρθρο 57
1. Τα καθήκοντα του βουλευτή είναι ασυμβίβαστα με τα έργα ή την ιδιότητα του ιδιοκτήτη ή εταίρου ή μετόχου ή διοικητή ή διαχειριστή ή μέλους του διοικητικού συμβουλίου ή γενικού διευθυντή ή των αναπληρωτών τους επιχείρησης, η οποία:
α) Αναλαμβάνει έργα ή μελέτες ή προμήθειες του Δημοσίου ή παροχή υπηρεσιών προς το Δημόσιο ή συνάπτει με το Δημόσιο συναφείς συμβάσεις αναπτυξιακού ή επενδυτικού χαρακτήρα.
β) Απολαμβάνει ειδικών προνομίων.
γ) Κατέχει ή διαχειρίζεται ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό σταθμό ή εκδίδει εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας.
δ) Ασκεί κατά παραχώρηση δημόσια υπηρεσία ή δημόσια επιχείρηση ή επιχείρηση κοινής ωφέλειας.
ε) Μισθώνει για εμπορικούς λόγους ακίνητα του Δημοσίου.
Άρθρο 57 παράγραφος 1
[Καταργούνται οι περιπτώσεις δ’ και ε’ της παραγράφου 1 του άρθρου 57 και προστίθεται νέα περίπτωση δ΄ που έχει ως εξής:]
«δ. Με ειδικό νόμο μπορεί να καθορίζονται επαγγελματικές δραστηριότητες, πέραν αυτών που αναφέρονται στα προηγούμενα εδάφια, η άσκηση των οποίων δεν επιτρέπεται στους βουλευτές, καθώς επίσης να καθορίζονται προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι βουλευτές μπορούν να ασκούν επάγγελμα.»
Άρθρο 58
O έλεγχος και η εκδίκαση των βουλευτικών εκλογών, κατά του κύρους των οποίων ασκούνται ενστάσεις που αναφέρονται είτε σε εκλογικές παραβάσεις σχετικές με την ενέργεια των εκλογών είτε σε έλλειψη των νόμιμων προσόντων, ανατίθεται στο Aνώτατο Eιδικό Δικαστήριο του άρθρου 100. Άρθρο 58
[Το άρθρο 58 αντικαθίσταται ως εξής:]
«Ο έλεγχος και η εκδίκαση των βουλευτικών εκλογών, κατά του κύρους των οποίων ασκούνται ενστάσεις που αναφέρονται είτε σε εκλογικές παραβιάσεις σχετικές με την ενέργεια των εκλογών είτε σε έλλειψη των νομίμων προσόντων, ανατίθενται στο Συνταγματικό Δικαστήριο του άρθρου 100.»
Άρθρο 62
1. Όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος ο βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώματος. Eπίσης δεν διώκεται για πολιτικά εγκλήματα βουλευτής της Bουλής που διαλύθηκε, από τη διάλυσή της και έως την ανακήρυξη των βουλευτών της νέας Bουλής.
H άδεια θεωρείται ότι δεν δόθηκε, αν η Bουλή δεν αποφανθεί μέσα σε τρεις μήνες αφότου η αίτηση του εισαγγελέα για δίωξη διαβιβάστηκε στον Πρόεδρο της Bουλής.
H τρίμηνη προθεσμία αναστέλλεται κατά τη διάρκεια των διακοπών της Bουλής.
Δεν απαιτείται άδεια για τα αυτόφωρα κακουργήματα. Άρθρο 62
[Το άρθρο 62 αντικαθίσταται ως εξής:]
«1. Όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος ο βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώματος.
2. Η Βουλή υποχρεούται, εντός τριών μηνών αφότου περιέλθει η αίτηση του Εισαγγελέα για δίωξη στον Πρόεδρο της Βουλής, να αποφασίσει για την χορήγηση ή μή της αδείας. Ο Κανονισμός της Βουλής ορίζει τη σχετική διαδικασία καθώς και τις κυρώσεις σε περίπτωση παρόδου άπρακτης της προθεσμίας.
3. Η Βουλή μπορεί να αρνηθεί τη χορήγηση της άδειας της παραγράφου 1, μόνο εάν κρίνει ότι υποκρύπτεται πρόθεση παρεμπόδισης της ελεύθερης άσκησης των καθηκόντων του βουλευτή ή άλλη πολιτική σκοπιμότητα.
4. Δεν διώκεται για πολιτικά εγκλήματα βουλευτής της Βουλής που διαλύθηκε από την διάλυσή της και έως την ανακήρυξη των βουλευτών της νέας Βουλής.
5. Δεν απαιτείται άδεια για τα αυτόφωρα κακουργήματα.»
Άρθρο 78
1. Κανένας φόρος δεν επιβάλλεται ούτε εισπράττεται χωρίς τυπικό νόμο που καθορίζει το υποκείμενο της φορολογίας και το εισόδημα, το είδος της περιουσίας, τις δαπάνες και τις συναλλαγές ή τις κατηγορίες τους, στις οποίες αναφέρεται ο φόρος.
2. Φόρος ή άλλο οποιοδήποτε οικονομικό βάρος δεν μπορεί να επιβληθεί με νόμο αναδρομικής ισχύος που εκτείνεται πέρα από το οικονομικό έτος το προηγούμενο εκείνου κατά το οποίο επιβλήθηκε.
3. Κατ’ εξαίρεση, όταν επιβάλλεται ή αυξάνεται εισαγωγικός ή εξαγωγικός δασμός ή φόρος κατανάλωσης, επιτρέπεται η είσπραξή τους από την ημέρα που κατατέθηκε στη Bουλή το σχετικό νομοσχέδιο, υπό τον όρο ότι ο νόμος θα δημοσιευθεί μέσα στην προθεσμία που ορίζει το άρθρο 42 παράγραφος 1 και πάντως το αργότερο μέσα σε δέκα ημέρες από τη λήξη της συνόδου.
4. Tο αντικείμενο της φορολογίας, ο φορολογικός συντελεστής, οι απαλλαγές ή εξαιρέσεις από τη φορολογία και η απονομή των συντάξεων δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης.
Δεν είναι αντίθετος προς την απαγόρευση αυτή ο καθορισμός με νόμο του τρόπου που βεβαιώνεται η συμμετοχή του Kράτους και των δημόσιων γενικά οργανισμών στην αυτόματη υπερτίμηση, που προκαλείται αποκλειστικά από την εκτέλεση δημόσιων έργων στην παρακείμενη ιδιωτική ακίνητη περιουσία.
5. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται να επιβληθούν με εξουσιοδότηση νόμων πλαισίων εξισωτικές ή αντισταθμιστικές εισφορές ή δασμοί, καθώς και να ληφθούν οικονομικά μέτρα στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων της Xώρας με οικονομικούς οργανισμούς ή μέτρα που αποβλέπουν στην εξασφάλιση της συναλλαγματικής θέσης της Χώρας.
Άρθρο 78 παράγραφος 6
[Στο άρθρο 78 προστίθεται παράγραφος 6 που έχει ως εξής:]
«6. Εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου προς τρίτους παρέχονται μόνον με ειδικό τυπικό νόμο.»
Άρθρο 79
1. H Βουλή κατά την τακτική ετήσια σύνοδό της ψηφίζει τον προϋπολογισμό των εσόδων και εξόδων του Κράτους για το επόμενο έτος. Άρθρο 79 παράγραφος 1
[Στην παράγραφο 1 του άρθρου 79 προστίθενται στο τέλος δύο εδάφια που έχουν ως εξής:]
«Η Βουλή μπορεί να υποβάλει προτάσεις τροποποίησης επιμέρους κονδυλίων του προϋπολογισμού κατά τη συζήτηση του Προσχεδίου της παραγράφου 3, οι οποίες εισάγονται στην Ολομέλεια και τίθενται σε ψηφοφορία, εφόσον οι τροποποιήσεις δεν έχουν επιπτώσεις στο σύνολο των δαπανών και των εσόδων του Κράτους. Στον Κανονισμό της Βουλής προβλέπεται η ειδικότερη διαδικασία παρακολούθησης από τη Βουλή της εκτέλεσης του προϋπολογισμού.»
Άρθρο 88
**2. Oι αποδοχές των δικαστικών λειτουργών είναι ανάλογες με το λειτούργημά τους. Τα σχετικά με τη βαθμολογική και μισθολογική τους εξέλιξη και με την κατάστασή τους γενικά καθορίζονται με ειδικούς νόμους.
Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 94, 95 και 98, διαφορές σχετικά με τις κάθε είδους αποδοχές και τις συντάξεις των δικαστικών λειτουργών και εφόσον η επίλυση των σχετικών νομικών ζητημάτων μπορεί να επηρεάσει τη μισθολογική, συνταξιοδοτική ή φορολογική κατάσταση ευρύτερου κύκλου προσώπων, εκδικάζονται από το ειδικό δικαστήριο του άρθρου 99. Το δικαστήριο στις περιπτώσεις αυτές συγκροτείται με τη συμμετοχή ενός επιπλέον τακτικού καθηγητή και ενός επιπλέον δικηγόρου, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συνέχιση τυχόν εκκρεμών δικών.
Άρθρο 88 παράγραφος 2 εδάφια γ΄ και δ΄
[Τα εδάφια γ’ και δ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 88 αντικαθίστανται ως εξής:]
«Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 94, 95 και 98, διαφορές σχετικά με τις κάθε είδους αποδοχές και τις συντάξεις των δικαστικών λειτουργών και εφόσον η επίλυση των σχετικών νομικών ζητημάτων μπορεί να επηρεάσει τη μισθολογική, συνταξιοδοτική ή φορολογική κατάσταση ευρύτερου κύκλου προσώπων, εκδικάζονται από το Συνταγματικό Δικαστήριο του άρθρου 100.»
Άρθρο 90
**5. Oι προαγωγές στις θέσεις του προέδρου και του αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, με επιλογή μεταξύ των μελών του αντίστοιχου ανώτατου δικαστηρίου, όπως νόμος ορίζει. Η προαγωγή στη θέση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ενεργείται με όμοιο διάταγμα, με επιλογή μεταξύ των μελών του Αρείου Πάγου και των αντεισαγγελέων του, όπως νόμος ορίζει. Η προαγωγή στη θέση του γενικού επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργείται με όμοιο διάταγμα με επιλογή μεταξύ των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της αντίστοιχης Γενικής Επιτροπείας, όπως νόμος ορίζει. Η προαγωγή στις θέσεις του γενικού επιτρόπου των διοικητικών δικαστηρίων ενεργείται με όμοιο επίσης διάταγμα με επιλογή μεταξύ των μελών της αντίστοιχης Γενικής Επιτροπείας και των προέδρων εφετών των διοικητικών δικαστηρίων, όπως νόμος ορίζει. Η θητεία του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και των Γενικών Επιτρόπων των διοικητικών δικαστηρίων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των τεσσάρων ετών ακόμη και αν ο δικαστικός λειτουργός που κατέχει τη θέση δεν καταλαμβάνεται από το όριο ηλικίας. O τυχόν υπολειπόμενος μέχρι τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας χρόνος λογίζεται ως πραγματική συντάξιμη υπηρεσία, όπως νόμος ορίζει. Άρθρο 90 παράγραφος 5
[Η παράγραφος 5 του άρθρου 90 αντικαθίσταται ως εξής:]
«5.Οι προαγωγές στις θέσεις του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, με επιλογή μεταξύ των αντιπροέδρων του αντίστοιχου ανωτάτου δικαστηρίου, ως νόμος ορίζει.
Οι προαγωγές στις θέσεις του αντιπροέδρου των ανωτέρων δικαστηρίων ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, μεταξύ των δέκα αρχαιότερων μελών του οικείου δικαστηρίου εφόσον οι κενές θέσεις δεν υπερβαίνουν τις τρεις, ή εφόσον οι κενές θέσεις είναι περισσότερες των τριών από αριθμό τριπλάσιο των θέσεων εκ των αρχαιοτέρων μελών του δικαστηρίου. Η προαγωγή στη θέση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ενεργείται με όμοιο διάταγμα, με επιλογή μεταξύ των μελών του Αρείου Πάγου και των αντιεισαγγελέων του, ως νόμος ορίζει. Η προαγωγή στη θέση του γενικού επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργείται με όμοιο επίσης διάταγμα με επιλογή μεταξύ των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της αντίστοιχης Γενικής Επιτροπείας, όπως νόμος ορίζει. Η προαγωγή στις θέσεις του γενικού επιτρόπου των διοικητικών δικαστηρίων ενεργείται με όμοιο επίσης διάταγμα με επιλογή μεταξύ των μελών της αντίστοιχης Γενικής Επιτροπείας και των προέδρων εφετών των διοικητικών δικαστηρίων, όπως νόμος ορίζει.
Η θητεία του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και των Γενικών Επιτρόπων των διοικητικών δικαστηρίων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των τεσσάρων ετών, ακόμη και αν ο δικαστικός λειτουργός που κατέχει τη θέση δεν καταλαμβάνεται από το όριο ηλικίας. Ο τυχόν υπολειπόμενος μέχρι τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας χρόνος λογίζεται ως πραγματική συντάξιμη υπηρεσία, όπως νόμος ορίζει. Η θητεία των αντιπροέδρων των ανωτέρω δικαστηρίων δεν δύναται να υπερβαίνει την εξαετία. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων.»
Άρθρο 95
1. Στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Eπικρατείας ανήκουν ιδίως:
α) Η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών για υπέρβαση εξουσίας ή για παράβαση νόμου.
**β) Η μετά από αίτηση αναίρεση τελεσίδικων αποφάσεων των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, όπως νόμος ορίζει.
γ) H εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας που υποβάλλονται σ’ αυτό σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους.
δ) H επεξεργασία όλων των διαταγμάτων που έχουν κανονιστικό χαρακτήρα. Άρθρο 95 παράγραφος 1
[Στην παράγραφο 1 του άρθρου 95 προστίθεται περίπτωση δ΄ που έχει ως εξής:]
«δ. Η εκδίκαση των διαφορών που ανακύπτουν κατά την διαδικασία που προηγείται της σύναψης διοικητικών συμβάσεων, ως νόμος ορίζει.»
[Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 95 γίνεται περίπτωση ε΄.]
Άρθρο 98
**1. Στην αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανήκουν ιδίως:
α. O έλεγχος των δαπανών του Κράτους, καθώς και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων, που υπάγονται με ειδική διάταξη νόμου στο καθεστώς αυτό.
β. O έλεγχος συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενος είναι το Δημόσιο ή άλλο νομικό πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο από την άποψη αυτή, όπως νόμος ορίζει. Άρθρο 98 παράγραφος 1, περίπτωση β΄
[Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 98 αντικαθίσταται ως εξής:]
«β. Ο έλεγχος, από ειδικό τμήμα, των συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας, στις οποίες αντισυμβαλλόμενος είναι το Δημόσιο ή άλλο νομικό πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο από την άποψη αυτή, πριν από την κατάρτισή τους και μόνον για την εξασφάλιση των δημοσιονομικών συμφερόντων του κράτους και των άλλων δημόσιων φορέων. Κατά της πράξεως ελέγχου χωρεί προσφυγή στην Ολομέλεια του δικαστηρίου, ως ειδικότερα νόμος ορίζει.»
Άρθρο 100
1. Συνιστάται Aνώτατο Eιδικό Δικαστήριο στο οποίο υπάγονται:
α) H εκδίκαση ενστάσεων κατά το άρθρο 58.
β) O έλεγχος του κύρους και των αποτελεσμάτων δημοψηφίσματος που ενεργείται κατά το άρθρο 44 παράγραφος 2.
γ) H κρίση για τα ασυμβίβαστα ή την έκπτωση βουλευτή, κατά τα άρθρα 55 παράγραφος 2 και 57.
δ) H άρση των συγκρούσεων μεταξύ των δικαστηρίων και των διοικητικών αρχών ή μεταξύ του Συμβουλίου της Eπικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων αφενός και των αστικών και ποινικών δικαστηρίων αφετέρου ή, τέλος, μεταξύ του Eλεγκτικού Συνεδρίου και των λοιπών δικαστηρίων.
ε) H άρση της αμφισβήτησης για την ουσιαστική αντισυνταγματικότητα ή την έννοια διατάξεων τυπικού νόμου, αν εκδόθηκαν γι’ αυτές αντίθετες αποφάσεις του Συμβουλίου της Eπικρατείας, του Aρείου Πάγου ή του Eλεγκτικού Συνεδρίου.
στ) H άρση της αμφισβήτησης για το χαρακτηρισμό κανόνων του διεθνούς δικαίου ως γενι- κά παραδεγμένων κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 28.
2. Tο δικαστήριο της προηγούμενης παραγράφου συγκροτείται από τους Προέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, από τέσσερις συμβούλους της Επικρατείας και από τέσσερις αρεοπαγίτες, που ορίζονται ως μέλη με κλήρωση κάθε δύο χρόνια. Στο δικαστήριο αυτό προεδρεύει ο αρχαιότερος από τους Προέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου.
Στις περιπτώσεις δ΄ και ε΄ της προηγούμενης παραγράφου μετέχουν στη σύνθεση του δικαστηρίου και δύο τακτικοί καθηγητές νομικών μαθημάτων των νομικών σχολών των πανεπιστημίων της Χώρας, οι οποίοι ορίζονται με κλήρωση.
3. H οργάνωση και λειτουργία του δικαστηρίου, τα σχετικά με τον ορισμό, την αναπλήρωση και την επικουρία των μελών του, καθώς και τα σχετικά με τη διαδικασία σ’ αυτό ορίζονται με ειδικό νόμο.
4. Oι αποφάσεις του δικαστηρίου είναι αμετάκλητες.
Διάταξη νόμου, που κηρύσσεται αντισυνταγματική, είναι ανίσχυρη από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης ή από το χρόνο που ορίζεται με την απόφαση.
**5. Όταν τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου κρίνει διάταξη τυπικού νόμου αντισυνταγματική παραπέμπει υποχρεωτικά το ζήτημα στην οικεία ολομέλεια, εκτός αν αυτό έχει κριθεί με προηγούμενη απόφαση της ολομέλειας ή του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου αυτού. Η ολομέλεια συγκροτείται σε δικαστικό σχηματισμό και αποφαίνεται οριστικά, όπως νόμος ορίζει. Η ρύθμιση αυτή εφαρμόζεται αναλόγως και κατά την επεξεργασία των κανονιστικών διαταγμάτων από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Άρθρο 100
[Το άρθρο 100 αντικαθίσταται ως εξής:]
«1. Συνιστάται Συνταγματικό Δικαστήριο στο οποίο υπάγονται:
α) Η εκδίκαση ενστάσεων κατά το άρθρο 58.
β)Ο έλεγχος του κύρους και των αποτελεσμάτων δημοψηφίσματος που ενεργείται κατά το άρθρο 44 παράγραφος 2.
γ) Η κρίση για τα ασυμβίβαστα ή την έκπτωση του βουλευτή, κατά τα άρθρα 55 παράγραφος 2 και 57.
δ) Ο έλεγχος των δαπανών και του «πόθεν έσχες», σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 29.
ε) Η άρση των συγκρούσεων μεταξύ των δικαστηρίων και των διοικητικών αρχών ή μεταξύ του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων αφενός και των αστικών και ποινικών δικαστηρίων αφετέρου ή τέλος, μεταξύ του Ελεγκτικού Συνεδρίου και των λοιπών δικαστηρίων.
στ) Η επίλυση των διαφορών που προβλέπονται στο εδάφιο γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 88.
ζ) Η άρση της αμφισβήτησης για την έννοια διατάξεων του Συντάγματος ή τυπικού νόμου, αν εκδόθηκαν αντίθετες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
η) Η άρση της αμφισβήτησης για την ουσιαστική αντισυνταγματικότητα τυπικού νόμου, κατόπιν υποχρεωτικής παραπομπής από την Ολομέλεια του οικείου ανωτάτου δικαστηρίου, η οποία φέρεται προς αντισυνταγματικότητα αυτού, ως ειδικότερα ο νόμος ορίζει.
θ) Η άρση της αμφισβήτησης για το χαρακτηρισμό κανόνων του διεθνούς δικαίου ως γενικά παραδεδεγμένων κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 28.
2. Το δικαστήριο της προηγούμενης παραγράφου συγκροτείται από εννέα δικαστές που ορίζονται για θητεία εννέα ετών, μη ανανεώσιμη. Κάθε τρία χρόνια αντικαθίσταται το ένα τρίτον εξ αυτών. Για τη συγκρότηση του δικαστηρίου αυτού, τρία μέλη ορίζονται από τη Βουλή, τρία από την Κυβέρνηση και ανά ένα από τις ολομέλειες των τριών ανωτάτων δικαστηρίων εκ των μελών αυτών. Τα οριζόμενα μέλη πρέπει να έχουν συμπληρώσει το πεντηκοστό έτος και να μην έχουν υπερβεί το εβδομηκοστό έτος της ηλικίας τους. Ο Πρόεδρος επιλέγεται εκ των μελών του.
3. Η οργάνωση και η λειτουργία του δικαστηρίου, τα σχετικά με τα προσόντα, τον ορισμό, την αναπλήρωση και την επικουρία των μελών του, καθώς και τη διαδικασία σ’ αυτό, ορίζονται με ειδικό νόμο, ο οποίος πρέπει να εκδοθεί το αργότερο μέσα σε έξι μήνες από την θέση σε ισχύ των νέων διατάξεων του παρόντος άρθρου.
4. Οι αποφάσεις του δικαστηρίου είναι αμετάκλητες. Διάταξη νόμου, που κηρύσσεται αντισυνταγματική, είναι ανίσχυρη από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης ή από το χρόνο που ορίζεται με την απόφαση.
5. Όταν δικαστήριο παντός βαθμού ή τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου κρίνει διάταξη τυπικού νόμου ως αντισυνταγματική, παραπέμπει υποχρεωτικά το ζήτημα στην οικεία ολομέλεια. Η ρύθμιση αυτή εφαρμόζεται αναλόγως και κατά την επεξεργασία των κανονιστικών διαταγμάτων από το Συμβούλιο της Επικρατείας.»
Άρθρο 101
1. H διοίκηση του Kράτους οργανώνεται σύμφωνα με το αποκεντρωτικό σύστημα.
2. H διοικητική διαίρεση της Xώρας διαμορφώνεται με βάση τις γεωοικονομικές, κοινωνικές και συγκοινωνιακές συνθήκες.
**3. Τα περιφερειακά όργανα του Κράτους έχουν γενική αποφασιστική αρμοδιότητα για τις υποθέσεις της περιφέρειάς τους. Τα κεντρικά όργανα του Κράτους, εκτός από ειδικές αρμοδιότητες, έχουν τη γενική κατεύθυνση, το συντονισμό και τον έλεγχο νομιμότητας των πράξεων των περιφερειακών οργάνων, όπως νόμος ορίζει.
** Ερμηνευτική δήλωση:
O κοινός νομοθέτης και η διοίκηση όταν δρα κανονιστικά έχουν υποχρέωση να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών περιοχών.
Άρθρο 101
[Στο άρθρο 101 προστίθεται παράγραφος 4 που έχει ως εξής:]
«4. Ο κοινός νομοθέτης και η Διοίκηση, όταν δρουν κανονιστικά, υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών και ορεινών περιοχών, μεριμνώντας για την βιώσιμη οικονομική τους ανάπτυξη.»
[Η ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 101 καταργείται.]
Άρθρο 102
1. Η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού. Υπέρ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης συντρέχει τεκμήριο αρμοδιότητας για τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων. Νόμος καθορίζει το εύρος και τις κατηγορίες των τοπικών υποθέσεων, καθώς και την κατανομή τους στους επί μέρους βαθμούς. Με νόμο μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους. Άρθρο 102 παράγραφος 1 εδάφιο δ’
[Το εδάφιο δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 102 αντικαθίσταται ως εξής:]
«Με νόμο μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους και η έκδοση των κανονιστικών πράξεων που απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών. Στις αρμοδιότητες του προηγούμενου εδαφίου περιλαμβάνεται και η αρμοδιότητα του πολεοδομικού σχεδιασμού, όπως ιδίως η έγκριση και τροποποίηση σχεδίου πόλεως εν όλω ή εν μέρει.»
Άρθρο 103
1. Oι δημόσιοι υπάλληλοι είναι εκτελεστές της θέλησης του Kράτους και υπηρετούν το Λαό· οφείλουν πίστη στο Σύνταγμα και αφοσίωση στην Πατρίδα. Tα προσόντα και ο τρόπος του διορισμού τους ορίζονται από το νόμο.
2. Κανένας δεν μπορεί να διοριστεί υπάλληλος σε οργανική θέση που δεν είναι νομοθετημένη. Εξαιρέσεις μπορεί να προβλέπονται από ειδικό νόμο, για να καλυφθούν απρόβλεπτες και επείγουσες ανάγκες με προσωπικό που προσλαμβάνεται για ορισμένη χρονική περίοδο με σχέση ιδιωτικού δικαίου.
3. Οργανικές θέσεις ειδικού Επιστημονικού καθώς και τεχνικού ή βοηθητικού προσωπικού μπορούν να πληρούνται με προσωπικό που προσλαμβάνεται με σχέση ιδιωτικού δικαίου. Nόμος ορίζει τους όρους για την πρόσληψη, καθώς και τις ειδικότερες εγγυήσεις τις οποίες έχει το προσωπικό που προσλαμβάνεται.
4. Oι δημόσιοι υπάλληλοι που κατέχουν οργανικές θέσεις είναι μόνιμοι εφόσον αυτές οι θέσεις υπάρχουν. Aυτοί εξελίσσονται μισθολογικά σύμφωνα με τους όρους του νόμου και, εκτός από τις περιπτώσεις που αποχωρούν λόγω ορίου ηλικίας ή παύονται με δικαστική απόφαση, δεν μπορούν να μετατεθούν χωρίς γνωμοδότηση ούτε να υποβιβαστούν ή να παυθούν χωρίς απόφαση υπηρεσιακού συμβουλίου, που αποτελείται τουλάχιστον κατά τα δύο τρίτα από μόνιμους δημόσιους υπαλλήλους.
Κατά των αποφάσεων των συμβουλίων αυτών επιτρέπεται προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όπως νόμος ορίζει.
5. Mε νόμο μπορεί να εξαιρούνται από τη μονιμότητα ανώτατοι διοικητικοί υπάλληλοι που κατέχουν θέσεις εκτός της υπαλληλικής ιεραρχίας, οι διοριζόμενοι απευθείας με βαθμό πρεσβευτικό, οι υπάλληλοι της Προεδρίας της Δημοκρατίας και των γραφείων του Πρωθυπουργού, των Yπουργών και Yφυπουργών.
6. Oι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων έχουν εφαρμογή και στους υπαλλήλους της Bουλής, οι οποίοι κατά τα λοιπά διέπονται εξ ολοκλήρου από τον Kανονισμό της, καθώς και στους υπαλλήλους των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.
**7. Η πρόσληψη υπαλλήλων στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός καθορίζεται κάθε φορά, πλην των περιπτώσεων της παραγράφου 5, γίνεται είτε με διαγωνισμό είτε με επιλογή σύμφωνα με προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια και υπάγεται στον έλεγχο ανεξάρτητης αρχής, όπως νόμος ορίζει.
Νόμος μπορεί να προβλέπει ειδικές διαδικασίες επιλογής που περιβάλλονται με αυξημένες εγγυήσεις διαφάνειας και αξιοκρατίας ή ειδικές διαδικασίες επιλογής προσωπικού για θέσεις το αντικείμενο των οποίων περιβάλλεται από ειδικές συνταγματικές εγγυήσεις ή προσιδιάζει σε σχέση εντολής.
**8. Νόμος ορίζει τους όρους, και τη χρονική διάρκεια των σχέσεων εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός καθορίζεται κάθε φορά, για την κάλυψη είτε οργανικών θέσεων και πέραν των προβλεπομένων στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 είτε πρόσκαιρων είτε απρόβλεπτων και επειγουσών αναγκών κατά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2. Νόμος ορίζει επίσης τα καθήκοντα που μπορεί να ασκεί το προσωπικό του προηγούμενου εδαφίου. Απαγορεύεται η από το νόμο μονιμοποίηση προσωπικού που υπάγεται στο πρώτο εδάφιο ή η μετατροπή των συμβάσεών του σε αορίστου χρόνου. Οι απαγορεύσεις της παραγράφου αυτής ισχύουν και ως προς τους απασχολουμένους με σύμβαση έργου.
**9. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συγκρότηση και τις αρμοδιότητες του «Συνηγόρου του Πολίτη» που λειτουργεί ως ανεξάρτητη αρχή.
Άρθρο 103 παράγραφοι 2, 3, 5 και 8
[Οι παράγραφοι 2, 3, 5 και 8 δεν κρίνεται σκόπιμο να θιγούν.]
Άρθρο 103 παράγραφος 9
[Στο άρθρο 103 τίθεται νέα παράγραφος 9 που έχει ως εξής:]
«9. Κατά παρέκκλιση των οριζομένων στις προηγούμενες παραγράφους, υπάλληλοι που υπηρετούν στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα με σχέση εργασίας, ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, μπορούν να ενταχθούν, εφόσον διαθέτουν τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, στην υπαλληλική ιεραρχία για την κάλυψη οργανικών θέσεων υπό τον έλεγχο της ανεξάρτητης αρχής της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου, όπως νόμος ορίζει.»
[Η παράγραφος 9 του άρθρου 103 αναριθμείται σε 10.]
Άρθρο 104
1. Κανένας από τους υπαλλήλους που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο δεν μπορεί να διοριστεί σε άλλη θέση δημόσιας υπηρεσίας ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή δημόσιας επιχείρησης ή οργανισμού κοινής ωφέλειας. Κατ’ εξαίρεση μπορεί να επιτραπεί με ειδικό νόμο ο διορισμός και σε δεύτερη θέση, εφόσον τηρούνται οι διατάξεις της επόμενης παραγράφου.
2. Οι κάθε είδους πρόσθετες αποδοχές ή απολαβές των υπαλλήλων του προηγούμενου άρθρου δεν μπορεί να είναι κατά μήνα ανώτερες από το σύνολο των αποδοχών της οργανικής τους θέσης.
3. Δεν απαιτείται προηγούμενη άδεια για να εισαχθούν σε δίκη δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και υπάλληλοι οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Άρθρο 104 παράγραφος 3
[Στο άρθρο 104 τίθεται νέα παράγραφος 3 που έχει ως εξής:]
«3. Οι υπάλληλοι υποχρεούνται να υπηρετούν έγκαιρα και αποτελεσματικά τους πολίτες και υπέχουν προσωπική ευθύνη για παράνομη υπαίτια συμπεριφορά, η οποία συνεπάγεται βλάβη της περιουσίας του Δημοσίου, ως ειδικότερα νόμος ορίζει.»
[Η παράγραφος 3 του άρθρου 104 αναριθμείται σε 4.]
Άρθρο 111
2. Συντακτικές πράξεις που εκδόθηκαν από τις 24 Iουλίου 1974 έως τη σύγκληση της E΄ Aναθεωρητικής Bουλής, καθώς και Ψηφίσματά της, εξακολουθούν να ισχύουν και κατά τις διατάξεις τους τις αντίθετες προς το Σύνταγμα και επιτρέπεται να τροποποιηθούν ή να καταργηθούν με νόμο. Aπό την έναρξη της ισχύος του Συντάγματος καταργείται η διάταξη του άρθρου 8 της Συντακτικής Πράξης της 3/3.9.1974, ως προς το όριο ηλικίας για την αποχώρηση των καθηγητών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Άρθρο 111 παράγραφος 2
[Μάλλον εξ αβλεψίας προτάθηκε για αναθεώρηση και η παράγραφος αυτή. Η προτεινόμενη αναθεώρηση δεν συνδέεται με το περιεχόμενό της.]
Άρθρο 111
6. H διάταξη του άρθρου 19 του ν.δ. 3370/1955 «περί κυρώσεως του Kώδικος Eλληνικής Iθαγενείας» εξακολουθεί να ισχύει ώσπου να καταργηθεί με νόμο. Άρθρο 111 παράγραφος 6
[Η παράγραφος 6 του άρθρου 111 καταργείται.]
Άρθρο 115
2. O νόμος που προβλέπεται στο άρθρο 100 πρέπει να εκδοθεί το αργότερο μέσα σε ένα έτος αφότου ισχύσει το Σύνταγμα. Eωσότου εκδοθεί αυτός ο νόμος και αρχίσει να λειτουργεί το Aνώτατο Eιδικό Δικαστήριο που συνιστάται:
α) Oι αμφισβητήσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 2 του άρθρου 55 και το άρθρο 57 επιλύονται με απόφαση της Bουλής, σύμφωνα με τις διατάξεις του Kανονισμού της που αφορούν προσωπικά θέματα.
β) O έλεγχος του κύρους και των αποτελεσμάτων δημοψηφίσματος που ενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 2, καθώς και η εκδίκαση ενστάσεων κατά του κύρους και των αποτελεσμάτων των βουλευτικών εκλογών σύμφωνα με το άρθρο 58, ασκείται από το Eιδικό Δικαστήριο του άρθρου 73 του Συντάγματος της 1ης Iανουαρίου 1952, και εφαρμόζεται η διαδικασία των άρθρων 116 επόμενα του Π.Δ. 650/1974.
γ) H άρση των συγκρούσεων του άρθρου 100 παράγραφος 1 εδάφιο δ΄ υπάγεται στη δικαιοδοσία του κατά το άρθρο 85 του Συντάγματος της 1ης Iανουαρίου 1952 Δικαστηρίου Συγκρούσεως Kαθηκόντων· διατηρούνται προσωρινά σε ισχύ και οι νόμοι για την οργάνωση, λειτουργία και διαδικασία στο δικαστήριο αυτό. Άρθρο 115 παράγραφος 2
[Η παράγραφος 2 του άρθρου 115 καταργείται.]
Άρθρο 117
1. Oι νόμοι που εκδόθηκαν έως την 21.4.1967 κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 104 του Συντάγματος της 1ης Iανουαρίου 1952, θεωρούνται ότι δεν είναι αντίθετοι προς το παρόν Σύνταγμα και διατηρούνται σε ισχύ.
2. Eπιτρέπεται, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 17, η νομοθετική ρύθμιση και διάλυση αγροληψιών και άλλων εδαφικών βαρών που υφίστανται ακόμη, η εξαγορά από εμφυτευτές της ψιλής κυριότητας εμφυτευτικών κτημάτων, καθώς και η κατάργηση και ρύθμιση ιδιόρρυθμων εμπράγματων σχέσεων.
3. Δημόσια ή ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαγιά ή που με άλλο τρόπο αποψιλώθηκαν ή αποψιλώνονται δεν αποβάλλουν για το λόγο αυτό το χαρακτήρα που είχαν πριν καταστραφούν, κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέες και αποκλείεται να διατεθούν για άλλο προορισμό.
4. H αναγκαστική απαλλοτρίωση δασών ή δασικών εκτάσεων που ανήκουν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου επιτρέπεται μόνο υπέρ του Δημοσίου σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 17, για λόγους δημόσιας ωφέλειας· διατηρείται πάντως η μορφή τους αμετάβλητη ως δασική.
5. Oι αναγκαστικές απαλλοτριώσεις που κηρύχθηκαν ή που θα κηρυχθούν εωσότου οι κείμενοι νόμοι για τις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις προσαρμοστούν στις διατάξεις του Συντάγματος διέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο που κηρύσσονται.
6. Oι παράγραφοι 3 και 5 του άρθρου 24 εφαρμόζονται στις οικιστικές περιοχές που αναγνωρίζονται ή αναμορφώνονται αφότου ισχύσουν οι νόμοι που προβλέπονται στις παραγράφους αυτές.
**7. Η ισχύς της αναθεωρημένης διάταξης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 17 αρχίζει με τη θέση σε ισχύ του σχετικού εκτελεστικού νόμου και πάντως από 1.1.2002.
Άρθρο 117 παράγραφος 3
[Η παράγραφος 3 του άρθρου 117 αντικαθίσταται ως εξής:]
«3.Δημόσια ή ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται, από πυρκαγιά ή που με άλλον τρόπον αποψιλώθηκαν ή αποψιλώνονται δεν αποβάλλουν για το λόγο αυτό τον χαρακτήρα που είχαν πριν καταστραφούν, κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέες και αποκλείεται να διατεθούν για άλλο προορισμό. Νόμος ορίζει τις ποινικές, πειθαρχικές και χρηματικές κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης των απαγορεύσεων και υποχρεώσεων του προηγούμενου εδαφίου.»
Άρθρο 118
**5. Oι πρόεδροι ανώτατων δικαστηρίων, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, οι γενικοί επίτροποι των διοικητικών δικαστηρίων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και ο Πρόεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος της αναθεωρημένης διάταξης της παραγράφου 5 του άρθρου 90, αποχωρούν από την υπηρεσία, όπως προβλέπει η παράγραφος 5 του άρθρου 88. Άρθρο 118 παράγραφος 5
[Η παράγραφος 5 του άρθρου 118 αντικαθίσταται ως εξής:]
«5. Οι αντιπρόεδροι των ανωτάτων δικαστηρίων που υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος της αναθεωρούμενης διάταξης της παραγράφου 5 του άρθρου 90, αποχωρούν από την υπηρεσία, όπως προβλέπει η παράγραφος 5 του άρθρου 88.»
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ
ΙΣΧΥΟΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΠΡΟΤΑΣΗ Άρθρο 101Α
1. Όπου από το Σύνταγμα προβλέπεται η συ- γκρότηση και η λειτουργία ανεξάρτητης αρχής, τα μέλη της διορίζονται με ορισμένη θητεία και διέπονται από προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία, όπως νόμος ορίζει.
2. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την επιλογή και την υπηρεσιακή κατάσταση του επιστημονικού και λοιπού προσωπικού της υπηρεσίας που οργανώνεται για την υποστήριξη της λειτουργίας κάθε ανεξάρτητης αρχής. Τα πρόσωπα που στελεχώνουν τις ανεξάρτητες αρχές πρέπει να έχουν τα ανάλογα προσόντα, όπως νόμος ορίζει. Η επιλογή τους γίνεται με απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής και με επιδίωξη ομοφωνίας ή πάντως με την αυξημένη πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των μελών της. Τα σχετικά με τη διαδικασία επιλογής ορίζονται από τον Κανονισμό της Βουλής.
3. Με τον Κανονισμό της Βουλής ρυθμίζονται όσα αφορούν τη σχέση των ανεξάρτητων αρχών με τη Βουλή και ο τρόπος άσκησης του κοινοβουλευτικού ελέγχου. Άρθρο 101Α
[Στο άρθρο 101Α προστίθεται παράγραφος 4 που έχει ως εξής:]
«4. Με ειδικό νόμο μπορούν να υπαχθούν στις διατάξεις του παρόντος άρθρου η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και η Επιτροπή Ανταγωνισμού.»
Άρθρο 108
1. Tο Kράτος μεριμνά για τη ζωή του απόδημου ελληνισμού και τη διατήρηση των δεσμών του με τη μητέρα Πατρίδα. Eπίσης μεριμνά για την παιδεία και την κοινωνική και επαγγελματική προαγωγή των Eλλήνων που εργάζονται έξω από την επικράτεια.
**2. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες του Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού, που έχει ως αποστολή του την έκφραση όλων των δυνάμεων του απανταχού ελληνισμού. Άρθρο 108 παράγραφοι 1 και 2
[Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 108 αντικαθίστανται ως εξής:]
«1. Το Κράτος μεριμνά για τη ζωή του Ελληνισμού της Διασποράς και τη διατήρηση των δεσμών του με τη μητέρα Πατρίδα. Επίσης μεριμνά για την παιδεία και την κοινωνική και επαγγελματική προαγωγή των Ελλήνων που εργάζονται έξω από την επικράτεια.
2. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες του Συμβουλίου Ελληνισμού της Διασποράς, που έχει αποστολή του την έκφραση όλων των δυνάμεων του απανταχού ελληνισμού.»
Άρθρο*
[Προστίθεται άρθρο …. που έχει ως εξής:]
«Το Κράτος λαμβάνει ιδιαίτερα μέτρα για την προστασία των ζώων.»
*Η Επιτροπή ψηφίζει επί της ουσίας τη ρύθμιση και θεωρεί ότι το θέμα της ένταξής της στο κείμενο του Συντάγματος θα συζητηθεί στην Ολομέλεια.
Η Ολομέλεια της ΙΑ΄ Περιόδου είχε ψηφίσει, κατά την εξής διατύπωση: «Άρθρο 5 – Προσθήκη παραγράφου περί προστασίας των ζώων.»
Αθήνα, 18 Απριλίου 2008
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
ΑΝΝΑ ΜΠΕΝΑΚΗ-ΨΑΡΟΥΔΑ
Ο Α΄ ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο Β΄ ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΚΑΝΤΑΡΤΖΗΣ ΦΩΤΙΟΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΛΕΥΡΗΣ
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Κύριε Πάγκαλε, θέλετε να δευτερολογήσετε;
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ: Όχι, κύριε Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Επομένως δεν υπάρχει άλλος ομιλητής.
Κηρύσσεται περαιωμένη η συζήτηση επί της υπ’ αριθμόν 69/2-4-2008 επερώτησης Βουλευτών του ΠΑ.ΣΟ.Κ. προς τους Υπουργούς Εθνικής Άμυνας και Οικονομίας και Οικονομικών, σχετικά με την πορεία επιταχυνόμενης συρρίκνωσης και απαξίωσης της Αμυντικής Βιομηχανίας.
Κύριοι συνάδελφοι, σας έχουν διανεμηθεί τα Πρακτικά της Παρασκευής 4 Απριλίου 2008, της Δευτέρας 7 Απριλίου και της Τρίτης 8 Απριλίου 2008 και ερωτάται το Σώμα αν τα επικυρώνει.
ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Συνεπώς τα Πρακτικά της Παρασκευής 4 Απριλίου 2008, της Δευτέρας 7 Απριλίου και της Τρίτης 8 Απριλίου 2008 επικυρώθηκαν.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σας εύχομαι καλές γιορτές και Καλή Ανάσταση!
Κύριοι συνάδελφοι, δέχεστε στο σημείο αυτό να λύσουμε τη συνεδρίαση;
ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
Με τη συναίνεση του Σώματος και ώρα 15.30΄, λύεται η συνεδρίαση για τη Δευτέρα 5 Μαΐου 2008 και ώρα 18.00΄, με αντικείμενο εργασιών του Σώματος κοινοβουλευτικό έλεγχο, συζήτηση επερωτήσεων, σύμφωνα με την ημερήσια διάταξη που έχει διανεμηθεί.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ
PDF:
es18042008.pdf
TXT:
endl080418.txt
Επιστροφή