ΠΡΑΚΤΙΚΑ

Συνεδριάσεις Ολομέλειας

Ι, Σύνοδος: Α' (Συνέχιση Ολομέλειας), Συνεδρίαση: Ϟ' 17/01/2001


ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ƒ΄
Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2001 (απόγευμα)
ΘΕΜΑΤΑ

Α. ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
1. Επικύρωση Πρακτικών, σελ.
2. Ανακοινώνεται ότι τη συνεδρίαση παρακολουθούν μαθητές από το 6ο Γυμνάσιο Πειραιά, σελ.
Β. ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
1. Κατάθεση αναφορών, σελ.
2. Απαντήσεις Υπουργών σε ερωτήσεις Βουλευτών, σελ.
3. Ανακοίνωση του δελτίου επικαίρων ερωτήσεων της Πέμπτης 18
Ιανουαρίου 2001, σελ.
Γ. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Συζήτηση επί των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος, σελ.
ΟΜΙΛΗΤΕΣ
Επί των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος.
ΑΝΤΩΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Π., σελ.
ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Γ., σελ.
ΒΑΘΕΙΑΣ Ι., σελ.
ΔΑΜΙΑΝΑΚΗΣ Ε., σελ.
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ Φ., σελ.
ΚΑΝΕΛΛΗ Λ., σελ.
ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ Κ., σελ.
ΚΟΛΙΟΠΑΝΟΣ Θ., σελ.
ΚΟΛΟΖΩΦ Ο., σελ.
ΚΟΥΒΕΛΑΣ Σ., σελ.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ Ν., σελ.
ΛΟΒΕΡΔΟΣ Α., σελ.
ΜΑΓΚΡΙΩΤΗΣ Ι., σελ.
ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ Χ., σελ.
ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ Κ., σελ.
ΜΠΕΝΑΚΗ-ΨΑΡΟΥΔΑ Α., σελ.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Μ., σελ.
ΠΑΠΑΡΗΓΑ Α., σελ.
ΡΕΓΚΟΥΖΑΣ Α., σελ.
ΣΗΜΙΤΗΣ Κ., σελ.
ΤΖΑΜΤΖΗΣ Ι., σελ.
ΤΖΕΚΗΣ Α., σελ.
ΤΖΙΟΛΑΣ Ε., σελ.

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ
Ζ' ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗ
Ι' ΠΕΡΙΟΔΟΣ (ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ)
ΣΥΝΟΔΟΣ Α'
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ƒ'
Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2001 (απόγευμα)
-----------------

Αθήνα, σήμερα στις 17 Ιανουαρίου 2001, ημέρα Τετάρτη και ώρα 18.13' συνήλθε στην Αίθουσα των συνεδριάσεων του Βουλευτηρίου η Βουλή σε ολομέλεια για να συνεδριάσει υπό την προεδρία του Α' Αντιπροέδρου αυτής κ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΕΙΤΟΝΑ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
αρχίζει η συνεδρίαση.
Παρακαλείται ο κύριος Γραμματέας να ανακοινώσει τις αναφορές προς το Σώμα.
(Ανακοινώνονται προς το Σώμα από τον κ. Θεόδωρο Κολιοπάνο, Βουλευτή
'Αρτας, τα ακόλουθα:
(Το κείμενο των ανακοινώσεων υπάρχει στο τεύχος των Πρακτικών της
Βουλής)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχω την τιμή να ανακοινώσω στο Σώμα το δελτίο των επικαίρων ερωτήσεων της Πέμπτης 18 Ιανουαρίου 2001.
Α. ΕΠΙΚΑΙΡΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Πρώτου Κύκλου ('Αρθρο 130 παρ.4 Καν. Βουλής)
1. Η με αριθμό 464/15.1.2001 επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή του
Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος κ. Αναστασίου Μαντέλη προς τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων, σχετικώς με τις
αποφάσεις της Κυβέρνησης, που αφορούν τις επεκτάσεις του μετρό, τη λειτουργία των νέων σταθμών κλπ.
2. Η με αριθμό 477/15.1.2001 επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή της Νέας
Δημοκρατίας κ. Λεωνίδα Λυμπερακίδη προς τον Υπουργό Γεωργίας, σχετικώς με την απόφαση της διοίκησης της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης, για περικοπή των καλλιεργούμενων εκτάσεων με ζαχαρότευτλα στο Νομό 'Εβρου.
3. Η με αριθμό 475/15.1.2001 επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή του
Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας κ. Νικολάου Γκατζή προς τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σχετικώς με την ασφάλεια των εργαζομένων στους χώρους εργασίας, την ασφαλιστική κάλυψη του επαγγελματικού κινδύνου με χρήματα των εργοδοτών κλπ.
4. Η με αριθμό 472/15.1.2001 επίκαιρη ερώτηση της Βουλευτού του
Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου κας Μαρίας Δαμανάκη προς τον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας, σχετικώς με τη δημιουργία ολοκληρωμένου προγράμματος απεξάρτησης και κοινωνικής επανένταξης εφήβων στη Θεσσαλονίκη.
Β. ΕΠΙΚΑΙΡΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Δευτέρου Κύκλου ('Αρθρο 130 παρ.4 Καν. Βουλής) 1. Η με αριθμό 471/15.1.2001 επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή του
Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος κ. Μιχάλη Καρχιμάκη προς τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σχετικώς με το συνδυασμό της εφαρμογής του μέτρου για έκπτωση 50% των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης από τα καθαρά έσοδα των επιχειρήσεων, με τα προγράμματα συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης κλπ.
2. Η με αριθμό 476/15.1.2001 επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας κ. Αθηναίου Φλωρίνη προς τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών, σχετικώς με την επιχειρησιακή λειτουργία και εκμετάλλευση
του νέου ραντάρ προσέγγισης στο αεροδρόμιο "ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ" της Θεσσαλονίκης. 3. Η με αριθμό 474/15.1.2001 επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή του
Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας κ. Αντωνίου Σκυλλάκου προς τον Υπουργό Εθνικής 'Αμυνας, σχετικώς με πληροφορίες αναφερόμενες στη χρησιμοποίηση βλημάτων απεμπλουτισμένου ουρανίου, στα πεδία βολής του στρατού κλπ.
4. Η με αριθμό 468/15.1.2001 επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή του
Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου κ. Γεωργίου Αμπατζόγλου προς τον Υπουργό Ανάπτυξης, σχετικώς με την πρόθεση της εταιρίας "ΠΕΤΡΟΛΑ Α.Ε." για επέκταση των εγκαταστάσεών της στην Ελευσίνα κλπ.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχω την τιμή να ανακοινώσω στο Σώμα ότι την Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2001 θα διεξαχθεί συζήτηση προ ημερησίας διατάξεως με πρωτοβουλία της Κυβέρνησης σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων με θέμα "Η πορεία της χώρας στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση".
Παρακαλώ, λοιπόν, να συμφωνήσετε στη μετάθεση του κοινοβουλευτικού
ελέγχου της Δευτέρας 22 Ιανουαρίου 2001 για την Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2001 και του νομοθετικού έργου της Τρίτης στη Δευτέρα, στη συνεδρίαση της οποίας θα συζητηθούν και επίκαιρες ερωτήσεις.
Συμφωνεί το Σώμα;
ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Συνεπώς το Σώμα συνεφώνησε με την παραπάνω πρόταση ομοφώνως.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Κύριοι συνάδελφοι, εισερχόμαστε
στην
ΕΙΔΙΚΗ ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΔΙΑΤΑΞΗ
Αποφάσεις Βουλής: Συνέχιση της συζήτησης επί των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος, σύμφωνα με τα άρθρα 110 του Συντάγματος και 119 του Κανονισμού της Βουλής.
Το λόγο έχει ο κ. Κολιοπάνος.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΙΟΠΑΝΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, είναι μια σημαντική στιγμή, ιδιαίτερα για πολλούς από μας τους Βουλευτές που για πρώτη φορά συμμετέχουμε σε μια διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος και με δεδομένη τη μακρά πνοή και ισχύ τέτοιων αναθεωρήσεων, μπορεί να είναι και η τελευταία.
Αυτό πέραν των άλλων μας επιβάλλει την ανάγκη ιδιαίτερης προσοχής και την ανάγκη επίσης καταβολής μιας υπέρμετρης προσπάθειας, κυρίως προς την κατεύθυνση της συναίνεσης.
Η συζητούμενη αναθεώρηση, στην τελευταία της φάση του Συντάγματος του 1975 είναι γνωστό, ότι εκτείνεται σε ένα πολύ μεγάλο εύρος. Ενενήντα δύο συνολικά άρθρα από τα εκατόν είκοσι άρθρα του Συντάγματος και εκατόν δεκαπέντε διατάξεις είναι υπό αναθεώρηση.
Είναι επίσης, γεγονός ότι το Σύνταγμα του 1975, τα είκοσι πέντε
χρόνια που πέρασαν από τότε, αποδείχθηκε ότι ήταν ένα καλό, ιδιαίτερα πρωτοποριακό Σύνταγμα, σε πολλούς δε τομείς, όπως εκείνους των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, θα έλεγε κανείς ότι ήταν ιδιαίτερα πρωτοποριακό σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο.
Ακούστηκε, βέβαια -και είναι αληθές ως ένα βαθμό- ότι το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για τη συντελούμενη αναθεώρηση -μερικές φορές και της ίδιας της Βουλής- ήταν μέχρι στιγμής μειωμένο. Αυτό νομίζω ότι σε μεγάλο βαθμό αληθεύει και οι ευθύνες καταμερίζονται σε όλους μας. 'Εχουμε, όμως, ακόμα τη δυνατότητα και το χρονικό περιθώριο να ευαισθητοποιήσουμε την ελληνική κοινωνία, διότι πράγματι με την αναθεώρηση αυτή θίγονται, αναθεωρούνται, επανατοποθετούνται σημαντικά θέματα του καταστατικού χάρτη της χώρας, ζητήματα που έτσι κι αλλιώς θα επηρεάσουν τη ζωή του κάθε πολίτη και της χώρας συνολικά τα επόμενα χρόνια, τις επόμενες δεκαετίες.
Σημαντικές καινοτομίες και βελτιώσεις, όπως η εισαγωγή της αρχής του
κοινωνικού κράτους δικαίου, η παρέμβαση στο άρθρο 116 για λήψη μέτρων αποκατάστασης της ισότητας των δυο φύλων, που αποτελεί σημαντική, έστω και με καθυστέρηση συμπλήρωση του άρθρου 4, η εισαγωγή νέων δικαιωμάτων με σημαντικότερα αυτό της προστασίας της υγείας του ατόμου, της υγείας του πολίτη και του φυσικού περιβάλλοντος, κυρίως από τις αρνητικές συνέπειες της εξέλιξης της επιστήμης και της τεχνολογίας και συγκεκριμένα της βιοτεχνολογίας, μιας επιστημονικής εφαρμογής με πολλά θετικά, αλλά και πολλές πιθανές αρνητικές -και άλλες βέβαιες αρνητικές- επιπτώσεις, τόσο στην υγεία του ανθρώπου, όσο και στο φυσικό περιβάλλον. Το δικαίωμα συμμετοχής του πολίτη στην κοινωνία της πληροφορίας.
Στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος, της χωροταξίας και των χρήσεων γης γίνεται επίσης μια προσπάθεια, η οποία είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της προστασίας του περιβάλλοντος, κάτι που ήδη έχει συντελεστεί με το Σύνταγμα του 1975 και συγκεκριμένα με το άρθρο 24, όπως και της ανάγκης συνέχισης της απόλυτης προστασίας των δασών.
Παρά τα όσα μερικές φορές ακούγονται ότι δήθεν υπερβάλλουμε στον τομέα αυτό της προστασίας των δασών, η αλήθεια είναι ότι το δάσος, είναι ένα συστατικό στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος και ιδιαίτερα της χώρας μας και δεν πρέπει, κύριε Πρόεδρε, να αγνοούμε ότι μέχρι σήμερα, παρά την αυστηρή προστασία που προβλέπεται από το Σύνταγμα, το δάσος όσον αφορά τις παραβιάσεις στον τομέα προστασίας των δασών, είτε από οικιστικές παράνομες δραστηριότητες είτε από άλλες φυσικές ή εσκεμμένες αιτίες, όπως πυρκαγιές, έχει υποστεί σημαντικές ζημιές.
Στον τομέα του περιβάλλοντος, η πατρίδα μας διαθέτει ένα ιδιαίτερα μεγάλο οικολογικό απόθεμα, έχει ένα πολύ μεγάλο μήκος παράκτιας ζώνης και ταυτόχρονα είναι ίσως η μοναδική χώρα στην οποία επιτρέπεται η λεγόμενη εκτός σχεδίου δόμηση. 'Ολα αυτά και σε συνδυασμό με το μεγάλο επίσης πολιτιστικό απόθεμα της πατρίδας μας, δίδουν το στίγμα της μελλοντικής ανάπτυξης της χώρας μας, η οποία σε αντίθεση ενδεχομένως από άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχει πολλές ιδιαιτερότητες και μια απ' αυτές είναι η ιδιαίτερη προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, αλλά και του πολιτιστικού μας αποθέματος. Θα έλεγε κανείς ότι είναι ίσως η κατάλληλη στιγμή να μιλήσει, εκτός από την προστασία των δασών και για την προστασία και άλλων ευαίσθητων τομέων και περιοχών της χώρας μας, όπως οι υγροβιότοποι, η παράκτια ζώνη κλπ.
Στον τομέα αυτό το Σύνταγμα του '75, επαναλαμβάνω, ότι υπήρξε πρωτοποριακό, ιδίως στον τομέα του πολεοδομικού σχεδιασμού, όπου για πρώτη φορά προβλέπεται η συμμετοχή του πολίτη, είτε σε γη είτε σε χρήμα, προκειμένου να σχεδιαστούν ή να επεκταθούν καινούριες πόλεις. Εκείνο που σήμερα είναι απαραίτητο, είναι η ανάγκη διεύρυνσης των οικονομικών εργαλείων στον τομέα της προστασίας και της πολιτιστικής κληρονομιάς του περιβάλλοντος, διότι μέχρι σήμερα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, η μόνη δυνατότητα αποζημίωσης ιδιωτικής περιουσίας, για λόγους προστασίας περιβάλλοντος και πολιτιστικής κληρονομιάς, είναι η αναγκαστική αποζημίωση απαλλοτρίωση σε χρήμα, με εξαίρεση την παράγραφο 5 και 6 του άρθρου 24, μόνο για θέματα που έχουν να κάνουν με την πολιτιστική κληρονομιά. Νομίζω ότι είναι κατάλληλη στιγμή με την αναθεώρηση που ήδη
θα ολοκληρωθεί μέσα στο 2001, να υπάρξει η συνταγματική πρόβλεψη, ώστε να δοθεί η δυνατότητα ύπαρξης, όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και άλλων εργαλείων και μέσων άσκησης πολιτικής γης, όπως είναι η αποζημίωση σε είδος, όπως είναι τα ομόλογα, η μεταφορά των τίτλων εκμετάλλευσης κλπ.
Επίσης, πρέπει να αναφέρω, κύριε Πρόεδρε, τις βασικές τομές αυτής της
αναθεώρησης, την πρότασή μας σχετικά με την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, την πρόβλεψη για το εκλογικό σύστημα που πλέον αποφεύγεται σε οποιαδήποτε περίπτωση ένας εκλογικός αιφνιδιασμός, όσον αφορά το εκλογικό σύστημα, διότι πλέον κατοχυρώνεται ότι το όποιο εκλογικό σύστημα θα ισχύει πλέον από τις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός βέβαια και αν υπάρχει η συναίνεση των 2/3 του Κοινοβουλίου.
Επίσης, θα ήθελα να μνημονεύσω τις εγγυήσεις, όσον αφορά τη διαφάνεια και την πολυφωνία, όπως τα θέματα που έχουν να κάνουν με τα οικονομικά των κομμάτων, τη συγκέντρωση των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, τον έλεγχο του πόθεν έσχες.
Σημαντική είναι η πρόβλεψη για το ρόλο και τη λειτουργία των επιτροπών που θα βοηθήσουν πολύ στο κοινοβουλευτικό έργο, χωρίς ταυτόχρονα να αποκλείεται η δυνατότητα συμμετοχής όλων των Βουλευτών σ' αυτές τις διαδικασίες.
Το Συνταγματικό καθεστώς των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών και τα μέλη τους προβλέπεται να εκλέγονται με αυξημένη πλειοψηφία από αρμόδιο κοινοβουλευτικό όργανο.
Η κατοχύρωση επίσης στο άρθρο 103 του βασικού πυρήνα του ν. 2190 του 1994 που αφορά τις προσλήψεις στον δημόσιο τομέα και όπου πλέον ρητά αναφέρεται, ότι οι προσλήψεις στον δημόσιο τομέα θα γίνονται είτε με διαγωνισμό είτε με καθιέρωση αντικειμενικών κριτηρίων, τα οποία πάντα θα βρίσκονται υπό τον έλεγχο του ανωτάτου συμβουλίου επιλογής προσωπικού της ανεξάρτητης αυτής διοικητικής αρχής (Α.Σ.Ε.Π.).
Τέλος θα μπορούσα να αναφέρω την αναβάθμιση της θέσης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και την ενίσχυση στο άρθρο 101 της αρχής της αποκέντρωσης.
Κλείνοντας, κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να επαναλάβω, ότι σε αυτήν τη
δεύτερη και τελευταία φάση Αναθεώρησης του Συντάγματος, νομίζω ότι χρέος όλων μας είναι να δείξουμε και κατανόηση και συναίνεση, ούτως ώστε να δώσουμε στη χώρα και στο λαό μας μια αναθεώρηση που θα είναι χρήσιμη για τη ζωή της πατρίδας για τις επόμενες δεκαετίες. Ευχαριστώ πολύ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Ο κ. Λοβέρδος έχει το λόγο. ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΒΕΡΔΟΣ: Κύριοι συνάδελφοι, επιτρέψτε μου πριν ξεκινήσω την
τοποθέτησή μου να εκφράσω τη συγκίνησή μου που συμμετέχω σ' αυτήν τη διαδικασία, καθώς και να επικαλεστώ μια στιγμή από τις μνήμες μου, τη μελέτη μου δηλαδή πάνω στα όσα εισηγήθηκε η Μειοψηφία στην κατάρτιση του Συντάγματος του 1975 και πιο συγκεκριμένα ακόμη, την εισήγηση του καθηγητή μου, του Δημήτρη Τσάτσου, που εξέφρασε τότε όλα τα κόμματα της μειοψηφίας της Ε' Αναθεωρητικής Βουλής.
Μνημονεύω και την ιστορική συγκυρία και το πρόσωπο, τον συνάδελφό μας Ευρωβουλευτή και καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου, η διδαχή του οποίου ήταν καθοριστική για εμένα, για να κάνω όσα έκανα. Δεν περίμενα μελετώντας τα κείμενα εκείνα ότι θα ρθει η ώρα να συμμετάσχω σε αναθεωρητική λειτουργία και θεωρώ μεγάλη τιμή για τον εαυτό μου, που μου επιτράπηκε από την ψήφο του λαού της περιφέρειάς μου να αρθρώνω λόγο για την αναθεώρηση του Συντάγματος.
Κύριοι συνάδελφοι, δεν συζητάμε επί της αρχής, σήμερα το πρωί και
τώρα, στις δυο συνεδριάσεις μας, αλλά κάνουμε αξιολόγηση του αναθεωρητικού διαβήματος. Αυτή είναι η ουσία των όσων εδώ πρέπει να πούμε. Και υπό αυτήν, αυστηρά, την έννοια εγώ καταθέτω την άποψή μου, για το πως καταλαβαίνω την προκείμενη Αναθεώρηση του Συντάγματος.
Δυο στοιχεία ποιοτικά πρέπει να επισημανθούν. Το πρώτο, είναι ότι αυτή η Αναθεώρηση γίνεται σύμφωνα με το Σύνταγμα. Και μόνο αυτός που δεν ξέρει ιστορία μπορεί να σκεφθεί και να μας πει "και τι σημαίνει αυτό"; Γιατί όταν ξέρεις ιστορία, γνωρίζεις ότι είναι η δεύτερη στην ιστορία του ελληνικού κράτους αναθεώρηση που γίνεται όπως το Σύνταγμα ορίζει, σημαίνει, δηλαδή, με σεβασμό της λαϊκής κυριαρχίας. Και η πρώτη σύμφωνα με το Σύνταγμα αναθεώρηση έγινε μόλις το 1985. Στοιχείο,
λοιπόν, προηγμένου θεσμικού πολιτισμού μέσα στον οποίο προηγμένο θεσμικό πολιτισμό η Ελλάδα μόλις τις τελευταίες δεκαετίες έχει εισχωρήσει.
'Ενα δεύτερο στοιχείο αυτό, για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού
κράτους, η αναθεώρησή μας είναι συναινετική. Δηλαδή η λαϊκή κυριαρχία εκφράζεται εδώ χωρίς σχετικές πλειοψηφίες, αλλά με την απόλυτη πλειοψηφία των αντιπροσώπων του λαού, δηλαδή ο λαός δια των κομμάτων και των εκπροσώπων του, εκφράζεται στη συντριπτική του πλειοψηφία μέσα από τις διαδικασίες αυτές. Σύμφωνη με το Σύνταγμα, λοιπόν, και συναινετική. Να, τα δυο ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της διαδικασίας, την οποία από το πρωί ζούμε.
Ποιο είναι όμως το νόημα αυτής της αναθεώρησης, έτσι όπως πραγματώνεται στο σύνολό της; Η λειτουργικότητα, κύριοι συνάδελφοι. Στοχεύει η αναθεώρηση αυτή ώστε να επιτευχθεί καλύτερη λειτουργία, όχι μόνο στο πεδίο του κράτους, όπως ήταν λ.χ. αυτή που έγινε το 1985 και έθιξε μόνο τα θέματα του Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά και της κοινωνίας. Εδώ έχουμε μια ισορροπία ανάμεσα στις 115 διατάξεις που αλλάζουμε, στα 86 άρθρα του Συντάγματος που αλλάζουμε. 'Εχουμε μια ισορροπία αφ' ενός ανάμεσα στα άρθρα που στοχεύουν στην καλύτερη λειτουργία του κράτους και του πολιτικού συστήματος, ό,τι αφορά π.χ. το νομοθετικό έργο της Βουλής, ό,τι αφορά τη λειτουργία των δικαστηρίων, ό,τι αφορά τα ασυμβίβαστα, ό,τι αφορά τα κωλύματα εκλογιμότητας, ό,τι αφορά τον εκλογικό νόμο και από την άλλη έχουμε τη στόχευση της καλύτερης λειτουργίας της κοινωνίας.
Και εδώ εντάσσεται όλη μας η προσπάθεια που έχει να κάνει με τα θεμελιώδη δικαιώματα, ατομικά, κοινωνικά, πολιτικά. Δεν είναι δηλαδή μονομερής η προσπάθειά μας, δεν στοχεύει μόνο να κάνουμε καλύτερη τη λειτουργία του κράτους, αλλά στοχεύει στην καλύτερη λειτουργία της πολιτείας, δηλαδή τόσο του κράτους όσο και της κοινωνίας. Ενός κράτους, το πολίτευμα του οποίου συνειδητά πια ξέρουμε πώς είναι, ο εξορθολογισμένος, ο λογικός κοινοβουλευτισμός, η εξορθολογισμένη κοινοβουλευτική δημοκρατία που προεδρεύεται, και από την άλλη μια κοινωνία που θα διέπεται ακόμη περισσότερο μετά την αναθεώρηση από τη λειτουργία ενός κράτους δικαίου που έχει ενσωματώσει ό,τι πιο προηγμένο σήμερα ο θεσμικός πολιτισμός έχει να δώσει. Και όλα αυτά πώς επιτυγχάνονται; Μα με την απόπειρα αναθεώρησης διατάξεων σε τρία επίπεδα.
Πρώτον, στο επίπεδο της εισαγωγής νέων θεσμών. Και εδώ επικαλούμαι,
π.χ. το συμβούλιο, αυτήν την επιτροπή ή συμβούλιο -να δούμε πώς θα το πούμε στο τέλος- που έχει να κάνει με την εξωτερική πολιτική της χώρας, αυτή η δεξαμενή σκέψης που παρέχεται προς τον Υπουργό των Εξωτερικών και την εκάστοτε κυβέρνηση.
Δεύτερον, όσον αφορά την εισαγωγή νέων θεσμών, η μεγάλη μας κίνηση
να κάνουμε συνταγματική διάταξη που θα απαγορεύει την αλλαγή του εκλογικού νόμου για την επόμενη εκλογική αναμέτρηση, που θα απαγορεύει με άλλα λόγια τις προεκλογικές λαθροχειρίες αυτών που κυβερνούν και της πλειοψηφίας της Βουλής.
Ελπίζω βέβαια σ'αυτούς τους νέους θεσμούς να μην προστεθεί και ο θεσμός του ασυμβιβάστου της ιδιότητας Βουλευτή με την επαγγελματική απασχόληση που το πρωί ακούσαμε και από τις δύο πτέρυγες της Βουλής, αλλά επ'αυτού θα μιλήσουμε όταν θα έλθει η ώρα, σε λίγες εβδομάδες.
Εισαγωγή λοιπόν νέων θεσμών. Από την άλλη, αναγωγή σε ζητήματα
συνταγματικής περιωπής εκείνων των θεσμών που ήδη έχουμε στην καθημερινή μας ζωή δια νόμου εισάγει και αναφέρομαι χαρακτηριστικά στα θέματα λόγου χάρη του ΑΣΕΠ ή στα θέματα της προστασίας των αντιρρησιών συνείδησης ως προς την στρατιωτική τους θητεία, που ναι μεν ο νόμος τα κατοχυρώνει και στην πράξη εφαρμόζονται, αλλά όταν κάνεις αναγωγή ενός θέματος από θέμα του κοινού νομοθέτη ή της καθημερινής πρακτικής σε θέμα συνταγματικής περιωπής, αυτό σημαίνει ότι μειώνεις τους κινδύνους ανατροπής μέσω νόμου ή μέσω μιας νέας πρακτικής που θα εισάγει περιορισμούς σ'αυτό που μέχρι τώρα θέλησες. Δεν κάνεις, δηλαδή, αυτούς τους θεσμούς έρμαιο της εκάστοτε κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
Αυτή, λοιπόν, η συνταγματική περιωπή, στην οποία ανάγουμε θέματα που
επιλέγουμε εδώ, είναι μια νέα μορφή λειτουργικής παρέμβασης, από αυτήν την αναθεώρηση του Συντάγματος.
Και τρίτο και τελευταίο, διευρύνουμε δικαιώματα που ήδη κατοχυρώνονται. Και ο πολίτης εδώ, πρέπει να παρακολουθήσει τη συζήτηση που θα γίνει και όσον αφορά το ζήτημα της προστασίας του περιβάλλοντος, οικιστικού ή φυσικού, και όσον αφορά τα ζητήματα της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, που κακώς η δημοσιότητα δεν την έχει χαϊδέψει μέχρι αυτήν
τη στιγμή. Στην επιτροπή, όταν συζητήσαμε για την αναθεώρηση και προετοιμάζαμε το κείμενο που εδώ έχει εισαχθεί, η δημοσιότητα πέρασε δίπλα από τα θέματα της απαλλοτρίωσης, αν και κάθε μέρα στην πράξη, δικαστηριακή ή μη, είναι πολλοί οι πολίτες που βασανίζονται από το πώς έχει διαρθρωθεί η διαδικασία της απαλλοτρίωσης σήμερα.
Αυτές οι μορφές, παρέμβασης, να εισάγουμε δηλαδή νέους θεσμούς, να
ανάγουμε θεσμούς που προϋπάρχουν σε θεσμούς συνταγματικής περιωπής και να διευρύνουμε το κράτος -δικαίου, είναι οι μορφές της λειτουργικής παρέμβασης που σήμερα ξεκινάμε να πραγματώσουμε.
Εγώ από την πλευρά μου μέχρι στιγμής λέω καλά λόγια. Αν αυτά θα επαληθευτούν, αυτό θα προκύψει με τρόπο που δεν θα μπορεί να αμφισβητηθεί στις επόμενες συνεδριάσεις της Εθνικής Αντιπροσωπείας. Ωστόσο, μέχρι στιγμής πρέπει να ειπωθεί πως έχει ακουστεί και λόγος κριτικός για τη δουλειά μας.
Επικίνδυνη την έχουν πει την αναθεώρηση αυτήν, δειλή την έχουν χαρακτηρίσει κάποιοι και ως Αναθεώρηση που γίνεται για πρώτη φορά ερήμην του λαού έχουν πει άλλοι, όσον καιρό κυρίως δούλευε η Επιτροπή για την Αναθεώρηση του Συντάγματος.
Απ' αυτήν τη κριτική η επιτροπή ωφελήθηκε. Στοιχεία αυτής της
κριτικής τα ακούσαμε, τα αποδεχθήκαμε ως επιτροπή και τα ενσωματώσαμε στο κείμενο της πρότασης που σήμερα είναι μπροστά μας. Αλλά με τίποτα και για κανέναν λόγο δεν μπορεί κανείς εύκολα να δεχθεί ότι πράγματι ήταν επικίνδυνη η Αναθεώρηση όπως ξεκίνησε ή ότι πράγματι ήταν δειλή ή ότι το ό,τι έγινε ερήμην του ενδιαφέροντος του λαού ήταν στην πρόθεση των κομμάτων της Εθνικής Αντιπροσωπείας.
Λίγο ή πολύ όταν ξέρουμε τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ μπορούμε να καταλάβουμε ότι κατά βάσιν αυτές οι μομφές ξεπήδησαν από τον πανεπιστημιακό χώρο. Και δεν ήταν λίγες οι στιγμές όπου καταλάβαινες διαβάζοντας το τι ο κάθε συνάδελφος, ο κάθε επιστήμονας έλεγε ή εν πάση περιπτώσει ήταν στο κέντρο της λογικής του, ότι οι σκέψεις αυτές γνωσιοκρατούνται. Και ό,τι γνωσιοκρατείται είναι τελικώς εχθρός της γνώσης. Και η γνώση σ' αυτήν τη περίπτωση δεν γίνεται αρωγός μιας τόσο σημαντικής πολιτικής πρωτοβουλίας απ' όλους μας, όπως είναι η Αναθεώρηση του Συντάγματος.
Είχα πει στην επιτροπή ότι επ' αυτού δύο πολύ σημαντικοί 'Ελληνες πολιτικοί είχαν τοποθετηθεί στο παρελθόν. Στις αρχές του 20ου αιώνα ο Ελευθέριος Βενιζέλος όταν είχε ασκήσει κριτική στις παρεμβάσεις του Αλέξανδρου Σβώλου
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του
κυρίου Βουλευτή).
'Ενα λεπτό σας παρακαλώ, κύριε Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Σ' ένα λεπτό ολοκληρώστε, κύριε
συνάδελφε.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΒΕΡΔΟΣ: .. και είχε πει ότι αν αυτά λέει το Συνταγματικό Δίκαιο γιατί να μην καταργήσουμε με νόμο -αστείο ήταν αυτό, χιούμορ ήταν αυτό- την έδρα του Συνταγματικού Δικαίου; Και κάτι παραπλήσιο είχε πει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής -ο κ. Μητσοτάκης με διόρθωσε και πρόσθεσε με ακρίβεια τη φράση του Κωνσταντίνου Καραμανλή- όταν έλεγε ότι τα Συντάγματα τα κάνουν οι πολιτικοί και οι επιστήμονες τα ερμηνεύουν.
Αυτή είναι κατά την γνώμη μου η πεμπτουσία της κριτικής που κι εμείς πρέπει να κάνουμε στην κριτική που μας έγινε, με το δεδομένο ότι στοιχεία αυτής της κριτικής τα ακούσαμε, τα δεχθήκαμε και τα εντάξαμε στο κείμενό μας.
Κλείνοντας θέλω να επισημάνω ότι ξεκινάμε σήμερα να γράψουμε μια πάρα πολύ καλή σελίδα της ελληνικής συνταγματικής ιστορίας ως Ζ' Αναθεωρητική Βουλή. Και στα Πρακτικά των συζητήσεών μας δεν θα αποτυπωθεί μόνο το βοήθημα του ερμηνευτή του Δικαίου -για να κάνει ερμηνεία των διατάξεων που θα παρέξουμε- του δικαστή, του πολίτη, της επιστήμης όταν θα αναθεωρήσουμε τελικά το Σύνταγμα, αλλά και κάτι ακόμη: Μέσα από την ανάγνωση αυτών των Πρακτικών ο αναγνώστης θα μπορεί να καταλάβει ή όσοι και σήμερα μας κοιτούν από το NOVA, από την ΕΤ ή από το INTERNET, που μπορούν να έχουν απευθείας επαφή μαζί μας, ο πολίτης, λοιπόν, θα μπορεί να καταλάβει ποιος είναι πλούσιος όσον αφορά στις σκέψεις για το φαινόμενο της πολιτείας, δηλαδή, τόσο του κράτους όσο και της κοινωνίας, και ποιος όχι. Ποιος εδώ επιλέγει να μιλήσει πολιτικά κοιτώντας και το κράτος και την κοινωνία απέναντι και ποιος εδώ επέλεξε, τουλάχιστον
σήμερα στην πρώτη ημέρα, να απευθύνει μομφές συρράφοντας ή αθροίζοντας παράπονα για διατάξεις που παραλείφθηκαν και για προτάσεις που ενώ έγιναν από κάποια κόμματα, τελικώς δεν τα σεβάστηκε η Πλειοψηφία.
Η μέρα αυτή είναι ημέρα για πολιτειολογική προσέγγιση αυτού που κάνουμε. Δεν είναι ημέρα για αναφορά σε ειδικά θέματα διατάξεων που θα συζητήσουμε, όταν θα μπούμε στις συγκεκριμένες ενότητες.
Αυτά ήθελα να πω κι ευχαριστώ τον Πρόεδρο για την επιείκειά του.
(Χειροκροτήματα απο την πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Το λόγο έχει ο κ. Δαμιανάκης. ΕΥΤΥΧΙΟΣ ΔΑΜΙΑΝΑΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ως
νέος Βουλευτής οφείλω κι εγώ να καταθέσω ενώπιόν σας ότι νιώθω ειλικρινά υπερήφανος που μετέχω στις εργασίες της σημερινής Αναθεωρητικής Βουλής.
Αυτή η Βουλή επωμίζεται το βαρύ καθήκον, αλλά έχει και τη μεγάλη
ευθύνη της Αναθεώρησης ενός πρωτοφανούς μεγάλου αριθμού συνταγματικών διατάξεων.
Είναι τεράστια η πολιτική σημασία του εγχειρήματος της αναθεώρησης
και θεωρώ ότι είναι το κορυφαίο γεγονός, η σημαντικότερη θεσμική παρέμβαση που γίνεται στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια και πάντως από τη θέση σε ισχύ του Συντάγματος του 1975. Τότε έλαβε χώρα μία πρωτογενής συντακτική διαδικασία που οδήγησε σε ένα νέο Σύνταγμα της χώρας.
Η σημερινή αναθεωρητική Βουλή επωμίζεται το βάρος και την ευθύνη της αναθεώρησης του Συντάγματος, προκειμένου να προσφέρει στο μέλλον του τόπου, στις νέες γενεές, τις καταστατικές εκείνες ρυθμίσεις για όλα τα μεγάλα ζητήματα της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής της χώρας.
Ο συντακτικός νομοθέτης είναι νομοθέτης μακράς πνοής. Νομοθετεί,
προβλέποντας το μέλλον, στα πλαίσια του ανθρωπίνως πάντοτε εφικτού. Οφείλει να νομοθετεί, προβλέποντας τις μελλοντικές εξελίξεις, τις τεχνολογικές εξελίξεις, τις κοινωνικές εξελίξεις. Και αυτή, κύριοι συνάδελφοι, είναι η δυσκολία, αλλά και η γοητεία μιας αναθεωρητικής Βουλής.
'Εχουμε τεράστια ευθύνη όλοι εμείς που συμμετέχουμε στις εργασίες αναθεώρησης. Κι έχουμε κυρίαρχα ευθύνη έναντι των πολιτών που όλοι εκπροσωπούμε, ιδιαίτερα σήμερα που η αντιπροσωπευτική δημοκρατία περνά τη σοβαρότερη κρίση της από τότε που εγκαθιδρύθηκε, ιδιαίτερα σήμερα που είναι σε όλους μας εμφανής η εξασθένιση του Κοινοβουλίου και η απομείωση του ρόλου του Βουλευτή ως αντιπροσώπου του έθνους και πραγματικού εκπροσώπου και υποστηρικτή των συμφερόντων της χώρας του, της εκλογικής του περιφέρειας, αλλά και των εκλογέων του. Και αυτό είναι μία πραγματικότητα, που έχει και ευδιάκριτα, αλλά και δυσδιάκριτα αίτια.
Το ίδιο, κύριοι συνάδελφοι, συμβαίνει και με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο και μετά την τελευταία Σύνοδο της Νίκαιας παραμένει δυστυχώς ανίσχυρο και συνεπώς συνεχίζεται η πορεία προς μία Ευρώπη των γραφειοκρατών.
Μορφές εμφάνισης αυτής της σίγουρα αρνητικής πραγματικότητας είναι η μείωση, για την οποία μιλάμε όλοι μας, της αξιοπιστίας των πολιτικών και της πολιτικής, η ουσιαστική εξασθένιση του βουλευτικού λειτουργήματος, η απροθυμία συμμετοχής των Βουλευτών στην άσκηση των βουλευτικών τους καθηκόντων και βέβαια η συνεχώς αυξανόμενη απροθυμία των πολιτών να συμμετέχουν στην πολιτική ζωή με την ευρύτερη έννοια του όρου.
Το φαινόμενο αυτό -και νομίζω ότι συμφωνούμε όλοι, κύριοι συνάδελφοιείναι ανησυχητικό. Και ναι μεν η κοινοβουλευτική δημοκρατία, ως πολιτικό σύστημα, έδειξε μια ιστορικά ανεπανάληπτη αντοχή και μοναδική ικανότητα προσαρμογής στις διαρθρωτικές μεταβολές της κοινωνίας, αυτό όμως δεν πρέπει να μας εφησυχάζει. Η ουσιαστική αναβάθμιση του ρόλου του Βουλευτή και συνεπώς του Κοινοβουλίου, πρέπει να είναι διαρκής στόχος.
Η παρούσα Βουλή δια των Βουλευτών της, κατά τη διάρκεια των εργασιών της αναθεώρησης, θα έχει τεράστιες ευθύνες, εάν δεν υιοθετήσει ρυθμίσεις που θα αναβαθμίσουν το ρόλο του Κοινοβουλίου και του Βουλευτή.
Να, λοιπόν, η μεγάλη ευκαιρία, εάν θέλουμε να αποκαταστήσουμε το Κοινοβούλιο και το Βουλευτή στο επίκεντρο του δημόσιου βίου της χώρας. Η Βουλή πρέπει να είναι ο κεντρικός θεσμός του συστήματος εξουσίας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το 1975 με καθυστέρηση τριάντα ετών, η Ελλάδα πραγματοποίησε τη συνταγματική ανανέωσή της. Το ισχύον Σύνταγμα ενσωμάτωσε τις αξίες και αρχές που τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη έκαναν
κτήμα τους το 1945 και τα χρόνια που ακολούθησαν. Σήμερα με την αναθεώρηση η χώρα μας πρέπει να προχωρήσει. Αρκεί να προσεγγίσουμε τα θέματα δημιουργικά και συνειδητοποιώντας τις προκλήσεις της εποχής των ΜΕDIA και της ηλεκτρονικής επανάστασης, να τα προσαρμόσουμε με φαντασία στη δική μας πραγματικότητα.
Γιατί κύριοι συνάδελφοι, πιστεύω ότι θα ήταν κρίμα σήμερα στην πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης να μην τολμήσουμε με διορατικότητα, σύνεση και κυρίως συναίνεση, να επιτελέσουμε αυτό το πραγματικά σημαντικό και δύσκολο έργο της Αναθεώρησης του Συντάγματος. Σας ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Ο κ. Τζιόλας έχει το λόγο.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΤΖΙΟΛΑΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο Ανδρέας Παπανδρέου όταν κατ'ουσία εξήγγειλε, τον Ιανουάριο του 1995, την Αναθεώρηση του διατάγματος, που σήμερα πραγματοποιούμε, είχε πει τα εξής: "Διεθνώς, αλλά και στη χώρα μας τείνει να κυριαρχήσει τα τελευταία χρόνια ένα αίσθημα αδιεξόδου και κρίσης. Παράλληλα υπάρχει η αίσθηση ότι δεν γίνονται οι αναγκαίες τομές που δίνουν διεξόδους και ανοίγουν διαδρόμους για το ξεπέρασμα της κρίσης, για μια ομαλή και δημιουργική πορεία.
Οι γενναίες τομές σήμερα, πιστεύω ότι πρέπει να συνδέονται με
συγκεκριμένες θεσμικές μεταβολές που θα αποκαθιστούν το κύρος και την αξιοπιστία της πολιτικής, θα την προστατεύουν απέναντι σε αδικαιολόγητες υπονομεύσεις, θα διασφαλίζουν την ίδια την ουσία και τη σημασία της δημοκρατίας και των θεσμών της. Και οι θεσμοί αυτοί -όπως μας δίδαξε η ιστορία- δεν μπορούν να υποκατασταθούν από τίποτε άλλο".
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, λοιπόν, μιλάει για αδικαιολόγητες υπονομεύσεις και για τη σημασία της δημοκρατίας και των θεσμών απέναντι σε ένα μεταβαλλόμενο οικονομικό παγκόσμιο τοπίο. Στο οποίο τοπίο η οικονομία με τα ισχυρά ιδιωτικά κέντρα ισχύος τείνει να υποκαταστήσει το πεδίο της πολιτικής, να νοθεύσει την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, να την υπαγάγει σε στενούς αλλότριους σκοπούς.
Προκύπτει, λοιπόν, από εδώ ένα κεντρικό καθήκον, να αναγνωριστεί και να ρυθμιστεί στα πλαίσια του δυνατού, δηλαδή στα πλαίσια της συζητούμενης αναθεώρησης, η αυτονομία της πολιτικής και η αυτονομία των πολιτικών φορέων. Αν και το ζήτημα των προοδευτικών πολιτικών φορέων και της αυτονομίας τους είναι ένα θέμα το οποίο δεν μπορεί να περιοριστεί και να εξαντληθεί στα πλαίσια ενός Συντάγματος, αλλά αφορά τον ίδιο τον σύνθετο ρόλο τους, τη δράση τους, την ιδεολογία τους, την πολιτική τους.
Την ίδια εποχή, ο Κώστας Σημίτης κάνει τις εξής επισημάνσεις για το
ίδιο θέμα: "Το Σύνταγμα του 1975 και η αναθεώρηση του 1985 έδωσαν ιδιαίτερη βαρύτητα στους θεσμούς που θα διασφάλιζαν την αποκατάσταση της δημοκρατίας και τη λειτουργία των θεσμών μιας Προεδρευομένης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Είναι ένα Σύνταγμα στραμμένο αυστηρά προς το πολίτευμα. Αυτό ίσως για τις αντιλήψεις εκείνης της εποχής" -συνεχίζει ο Κώστας Σημίτης- "να ήταν αρκετό. Είναι όμως ένα Σύνταγμα αποκομμένο από τα σημαντικά κοινωνικά προβλήματα. Η αναντιστοιχία με την πραγματικότητα είναι ακόμα μεγαλύτερη εάν λάβουμε υπόψη μας τα αδιέξοδα των σημερινών δυτικών κοινωνιών -ανεργία, ατομισμός, α-πολιτικοποίηση- αλλά και τις αναζητήσεις των κοινωνιών της ανατολικής Ευρώπης μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Τα αιτήματα για ένα Σύνταγμα ανοικτό σε μία ανθρώπινη και δίκαιη κοινωνία, για ένα Σύνταγμα που θα δείχνει εμπιστοσύνη στις δυνατότητες της κοινωνίας, να αυτοοργανωθεί, έχουν ωριμάσει".
Ο Κώστας Σημίτης, λοιπόν, δίνει το δεύτερο στίγμα, το δεύτερο άξονα. Προσανατολίζεται σε ένα Σύνταγμα που θα δείχνει εμπιστοσύνη στις δυνατότητες της κοινωνίας για μία ανθρώπινη, ανοιχτή δίκαιη κοινωνία.
Νομίζω, λοιπόν, ότι αυτοί είναι οι δύο άξονες για την
πραγματοποιούμενη Αναθεώρηση του Συντάγματος. Η δημοκρατία, οι θεσμοί και οι αδικαιολόγητες υπονομεύσεις που θέτει ο Ανδρέας Παπανδρέου και η ανθρώπινη, δίκαιη, ανοιχτή κοινωνία που θέτει ο Κώστας Σημίτης.
Θα μπορούσα να προσθέσω ένα τρίτον άξονα, όπως αυτός θα διαφανεί μέσα
από μία επίσης χαρακτηριστική εικόνα που θα σας δώσω.
'Ενας δημοκράτης αγωνιστής της περιφέρειάς μου, στο Νομό Γρεβενών, αναφερόμενος στη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος μου έλεγε τα εξής: "Παλαιότερα, σκεφτόμασταν μήπως μας επισκεφτεί κανένας αστυνομικός
και λέγαμε όλοι: "τι να του πούμε και τι να κάνουμε;". Τώρα, σκεφτόμαστε μήπως μας επισκεφτεί κάποιο πρωί, καμία κάμερα με κανένα μικρόφωνο και έχουμε πάλι το ίδιο ερώτημα: "Τι να τους πούμε και τι να κάνουμε;".
Μέσα λοιπόν από αυτήν τη χαρακτηριστική εικόνα φαίνεται η σοβαρή
μεταβολή που έχει επισυμβεί, οι μεγάλες αλλαγές που χαρακτηρίζουν διαφορετικές εποχές, εποχές όπου οι ελευθερίες και τα δικαιώματα έχουν άλλες απειλές και άλλους πραγματικούς εξουσιαστές.
Το καίριο λοιπόν ζήτημα -και θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτός είναι ο τρίτος άξονας για την αναθεώρηση- είναι πλέον τα ιδιωτικά κέντρα ισχύος που διαπλέκονται, που διασυνδέονται με τα Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης. 'Εχουμε, λοιπόν, σήμερα, στην εποχή της τηλεοψίας, της πληροφορίας και της πληροφορικής, νέα καίρια ζητήματα να αντιμετωπίσουμε στο πεδίο των θεμελιωδών ατομικών ελευθεριών, των προσωπικών αλλά και συλλογικών ελευθεριών.
Ο Ρεζί Ντεμπραί για το ίδιο θέμα είναι απόλυτος στις διατυπώσεις του. Στη Γαλλία, λέει, -και εμείς μπορούμε να πούμε σ' όλες της χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου- "παρακολουθούμε μια περίεργη οπισθοδρόμηση τα τελευταία χρόνια. Δεν είναι πια το κράτος που απειλεί την ελευθερία της έκφρασης, αλλά οι ιδιωτικές εξουσίες".
Ιδιαίτερα, ο τομέας της ραδιοτηλεοπτικής επικοινωνίας θα πρέπει να αποκτήσει δικό του αυτοτελές συνταγματικό έρεισμα και να διακηρυχθεί ρητά ότι η άσκηση του δικαιώματος ίδρυσης σταθμού καθώς και η εγκατάσταση δικτύου άλλης επικοινωνίας προϋποθέτουν την απόκτηση άδειας. 'Αδειας, που συνεπάγεται χρήση δημόσιου αγαθού, όπως είναι ο κυβερνοχώρος. Και γι'
αυτόν ακριβώς το λόγο, δηλαδή, της χρήσης του δημόσιου αγαθού του κυβερνοχώρου η ραδιοτηλεοπτική επικοινωνία οφείλει να υπηρετεί τον πλουραλισμό, την αντικειμενικότητα, την πολιτιστική ποιότητα, να μη θίγει την ιδιωτική ζωή, την ψυχική υγεία, την ηθική ανάπτυξη ιδιαίτερα της νεολαίας και να προάγει τον πολιτισμό και την παιδεία.
Το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης με το νομοθετικό πλαίσιο που το
διέπει και με τη συνταγματική πλεον πρόβλεψη έχει ένα εκτεταμένο φάσμα αρμοδιοτήτων. Πρέπει όμως να επισημάνω ότι η καθιέρωση του Ε.Σ.Ρ. δεν πρέπει να αποτελεί απλώς μια πρόσθετη εγγύηση για τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα στο πλαίσιο μιας κοινής και εξισωτικής αντιμετώπισης του συνόλου των Μαζικών Μέσων Επικοινωνίας.
Στις σημερινές συνθήκες, όπου, ο ρόλος και η επιρροή των ραδιοτηλεοπτικών μέσων είναι καταθλιπτική, είναι λάθος η εξομείωση του τύπου με εκείνη των ραδιοτηλεοπτικών μέσων. 'Αλλες είναι οι καταβολές της ελευθερίας του τύπου, ως κατ' εξοχήν αντιεξουσιαστικού θεσμού, συνδεδεμένου με το συνταγματικό φιλελευθερισμό και άλλες των ραδιοτηλεοπτικών μέσων τα οποία εξ υπαρχής και δεδομένης της τεράστιας εμβέλειας και της ολιγοπωλιακής τους θέσης ανέδειξαν, ως προεξέχοντα τον προπαγανδιστικό χαρακτήρα τους πολύ παλαιότερα στην υπηρεσία του κράτους. Και ήδη, προ πολλού στην υπηρεσία της αγοράς εξωθεσμικών κέντρων ιδιωτικής ισχύος.
Παράλληλα, λοιπόν, με αυτές τις συνταγματικές εγγυήσεις των ατομικών ελευθεριών και του ιδιωτικού βίου είμαστε υποχρεωμένοι, σήμερα, με την ευκαιρία της αναθεώρησης να προβούμε σε συνταγματικές εγγυήσεις του κοινωνικού κράτους και των κοινωνικών δικαιωμάτων. Πρέπει να υπάρξει ρητή αναγνώριση ως συνταγματικής αρχής του κοινωνικού κράτους, ιδίως στην παράλληλη αναγνώριση της κοινωνικής αλληλεγγύης -και υπογραμίζω την έννοια- και της κοινωνικής δικαιοσύνης ως συστατικών του κοινωνικού κράτους. Αλλά, και του ίδιου του κράτους ως συγκροτημένου πολιτικού θεσμού. Μια θεώρηση που θα δίνει έμφαση στην κοινωνική συμμετοχή, στον κοινωνικό διάλογο και στην κοινωνική αυτονομία.
Θα ήθελα να κλείσω με την τοποθέτηση του προβλήματος της σύγχρονης δημοκρατίας απέναντι στις ιδιωτικές εξουσίες, αναφερόμενος και πάλι σ' ένα απόσπασμα του Ρεζί Ντεμπραί.
Λέει: "Εάν η εκκοσμικευμένη δημοκρατία υποβαθμιζόταν σε μια απλή πολιτική ουδέτερης αρχής, αντί να είναι μία αρχή ανύψωσης του γενικού κοινωνικού συμφέροντος υπεράνω των de facto εξουσιών, και ιδιαίτερα των ιδιωτικών εξουσιών, με λίγα λόγια, αν τελικά η εκκοσμικευμένη δημοκρατία έχανε τον ιερό της χαρακτήρα, αρνούμενη να επιβάλει κανόνες και απαγορεύσεις, δεν θα ήταν πια, σε λίγο, το τείχος προάσπισης των
ελευθεριών μας, αλλά μια μεγάλη πόρτα ανοιχτή στην ανατροπή της". Σας ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Ο κ. Βαθειάς έχει το λόγο. ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΘΕΙΑΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι ιδιαίτερα
σημαντικό για ένα νέο Βουλευτή να συμμετέχει στην Ζ' Αναθεωρητική Βουλή για το Σύνταγμα της χώρας και με τη λειτουργία της δημοκρατίας να προσδιορίζουμε τον καταστατικό χάρτη της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Η ακροτελεύτια διάταξη του άρθρου 120 του Συντάγματος μεταξύ των άλλων αναφέρει, ότι η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων. Για το λόγο αυτό, πιστεύω ότι ο ελληνικός λαός σήμερα, την ημέρα που ξεκίνησε στην Ολομέλεια η διαδικασία των συζητήσεων για την αναθεώρηση του Συντάγματος, επαφίεται στον πατριωτισμό των Βουλευτών. Επαφίεται σε όλους εμάς που θα προσδιορίσουμε ουσιαστικά τα επόμενα είκοσι και τριάντα χρόνια, μιας και τα Συντάγματα μιας χώρας δεν αλλάζουν κάθε τόσο. 'Αρα μένει σε μας να προσδιορίσουμε την ποιότητα της δημοκρατίας, να προσδιορίσουμε ουσιαστικά το πώς λειτουργεί το πολίτευμα στη χώρα, να προσδιορίσουμε αυτά τα οποία θεωρούμε ότι προσδιορίζουν μία σύγχρονη κοινωνία, ότι προσδιορίζουν την εξέλιξη της χώρας, ότι διαμορφώνουν μια σημαντική Ελλάδα και στον ευρωπαϊκό και στον παγκόσμιο χώρο. Και προκύπτουν ορισμένα ερωτήματα.
Το πρώτο ερώτημα είναι: Το Σύνταγμα της χώρας υπηρετεί τα κοινωνικά
και ανθρώπινα δικαιώματα, όπως αυτά προσδιορίζονται από τις μεγάλες εξελίξεις των αλλαγών στον 21ο αιώνα; Και η απάντηση είναι σαφής, ναι, μέσα από τη διαδικασία αυτή προσδιορίζονται τα κοινωνικά και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Εάν έχουμε διαβλέψει τη διαδικασία της ισότητας μέσα από αυτήν την αναθεώρηση, κατοχυρώνεται και η ισότητα, η οποία είναι το μεγάλο αντικείμενο όσον αφορά τις εξελίξεις, οι οποίες θα υπάρχουν στον 21ο αιώνα.
Γίνεται πάρα πολύ μεγάλη συζήτηση, σχετικά με τα οικονομικά συμφέροντα για τη λειτουργία της δημοκρατίας, για το εάν και κατά πόσον η πολιτική, η διαμόρφωση της οποίας γίνεται από το ελληνικό Κοινοβούλιο, δεν μπαίνει στην προκρούστεια κλίνη αυτών οι οποίοι επιθυμούν να ποδηγετήσουν ή να καθοδηγήσουν, ουσιαστικά για τα δικά τους συμφέροντα, την πορεία και τις εξελίξεις των πολιτικών.
Σε αυτήν την αναθεώρηση του Συντάγματος υπάρχουν αυτές οι διατάξεις, οι οποίες διαμορφώνουν πλέον και κατοχυρώνουν την αυτονομία και τη δυνατότητα της άσκησης της πολιτικής όσον αφορά και τη λειτουργία των κομμάτων, τα οποία προσδιορίζουν το πολιτικό σύστημα της χώρας, το Ελληνικό Κοινοβούλιο και όλα εκείνα τα συστατικά, που απαιτούνται για να δημιουργήσουμε μια δημοκρατία, η οποία θα λειτουργεί στα πλαίσια εκείνα, τα οποία πιστεύω ότι θέλουμε και όλα τα κόμματα και όλοι οι πολιτικοί.
Πιστεύω ότι κανείς σε αυτήν την Αίθουσα δεν θέλει να αισθάνεται
εξαρτημένος. Πιστεύω ότι κανείς σε αυτήν την Αίθουσα δεν έρχεται να εκφράσει συμφέροντα, πέρα από τα συμφέροντα της λαϊκής βούλησης αυτών που τον έστειλαν στην Αίθουσα του Ελληνικού Κοινοβουλίου. Γι' αυτό πιστεύω ότι όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία της Αναθεώρησης του Συντάγματος, πρέπει να αισθανόμαστε όλοι ότι δημιουργήσαμε, με τις αναθεωρητέες διατάξεις, αυτό το οποίο χρειαζόμαστε, για να ασκήσουμε την πολιτική στον τόπο μας, να προσδιορίσουμε μία Ελλάδα, η οποία να είναι ισχυρότερη, μία χώρα η οποία θα αισθάνεται υπερήφανη γι' αυτούς που το 2001 ψήφισαν την Αναθεώρηση του Συντάγματος για τα επόμενα είκοσι πέντε ή τριάντα χρόνια.
'Εγινε αρκετή συζήτηση και πιστεύω ότι όλοι γνωρίζετε πάρα πολύ καλά
την προσπάθεια οικολογικών οργανώσεων να ευαισθητοποιήσουν όλους μας όσον αφορά τα ζητήματα των δασικών εκτάσεων, τους χαρακτηρισμούς δασών και οικοπέδων και πιστεύω ότι η Κυβέρνηση και όλα τα κόμματα έχουν την απόλυτη ευαισθησία όσον αφορά το ζήτημα αυτό, που σεβόμαστε απόλυτα τις θέσεις των οικολογικών οργανώσεων. 'Ομως πρέπει να προσδιορίσουμε με απόλυτο τρόπο τι σημαίνει δασική έκταση, τι σημαίνει ουσιαστικά αστική έκταση, διότι και η εξέλιξη της χώρας από μία γεωργική χώρα μέχρι σήμερα έχει προσδιοριστεί από τις αλλαγές των δασικών εκτάσεων σε αστικές εκτάσεις. Δηλαδή είναι η ώρα να προσδιορίσουμε αυτά τα ζητήματα με την ευαισθησία που χρειάζεται σ' αυτό το τεράστιο θέμα, όμως να δώσουμε και
τη διάσταση της εξέλιξης της χώρας, όπως αυτή πλέον προσδιορίζεται στον 21ο αιώνα με την αστική της μορφή, όπως ακριβώς την κατανοεί ο καθένας.
Πιστεύω ότι οι παλαιότεροι και οι πιο έμπειροι και σε αυτόν τον τομέα
έχουν τη δυνατότητα να υπάρξει η συναίνεση, όταν θα ψηφίσουμε τη συγκεκριμένη διάταξη, για να αισθανόμαστε όλοι ότι πραγματικά σε αυτήν την Αίθουσα επιτελέσαμε το καθήκον μας, όπως ακριβώς το αισθανόμαστε απέναντι στον ελληνικό λαό.
Το σημαντικότερο όμως, κύριοι συνάδελφοι, που προσδιορίζει και την ψήφιση και την αναθεώρηση του Συντάγματος, είναι να μη βλέπουμε μόνο τις εξελίξεις, οι οποίες υπάρχουν σήμερα, αλλά να βλέπουμε και τις εξελίξεις στην κοινωνία γενικότερα στα επόμενα τριάντα χρόνια. Το σημαντικότερο είναι να διαβλέψουμε οι αναθεωρητέες διατάξεις να έχουν προσδιορίσει με το διορατικό τρόπο που χρειάζεται αυτές τις εξελίξεις, για να τις βρίσκουν οι επόμενες γενιές μπροστά τους.
Τα ζητήματα της ποιότητας στην παιδεία και στην ελεύθερη έκφραση
θα κάνουν τη μεγάλη διαφορά, όταν μετά από τέσσερις ή πέντε μήνες θα έχουμε ολοκληρώσει αυτήν την πάρα πολύ σημαντική διαδικασία.
Είμαι βέβαιος ότι τους επόμενους μήνες η Αναθεώρηση του Συντάγματος
θα είναι στο επίκεντρο των συζητήσεων στη χώρα μας, αφού όλοι εμείς συμφωνήσουμε ότι και στη διαδικασία της συναίνεσης πρέπει να πάμε,
ότι ακόμη και οι διαφορετικές απόψεις και οι διαφορετικές προσεγγίσεις από κόμμα σε κόμμα πρέπει να έχουν εκείνο το επίπεδο της αντιπαράθεσης, το οποίο χρειάζεται να δει ο ελληνικός λαός για να θεωρεί ότι όλοι εμείς σ'αυτήν την Αίθουσα μπορούμε να διαλεγόμαστε, μπορούμε να διαφωνούμε και μπορούμε να συμφωνούμε. Και αυτό θα γίνει αρκεί να υπάρχει ένας κοινός τόπος να προσδιορίσουμε ένα καλύτερο αύριο για την Ελλάδα, να προσδιορίσουμε ένα καλύτερο αύριο όσον αφορά την εξέλιξη της δημοκρατίας για τον τόπο. Τουλάχιστον και η νέα γενιά μαζί με τη μεγαλύτερη γενιά ηλικιακά έχουμε τη δυνατότητα να το πράξουμε.
Σας ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): 'Εχω την τιμή να ανακοινώσω στο Σώμα ότι τη συνεδρίασή μας παρακολουθούν από τα δυτικά θεωρεία αφού προηγουμένως ξεναγήθηκαν στην έκθεση της αίθουσας "ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ", "Θράκη 2000- 80 χρόνια από την ενσωμάτωσή της στην Ελλάδα", πενήντα τρεις μαθητές και μαθήτριες και τέσσερις συνοδοί -καθηγητές από το 6ο Γυμνάσιο Πειραιά.
Η Βουλή τους καλωσορίζει.
(Χειροκροτήματα από όλες τις πτέρυγες)
Το λόγο έχει ο κ. Μαγκριώτης.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΡΙΩΤΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν χρειάζεται να τονίσω και εγώ την ιστορικότητα των στιγμών για την Αναθεώρηση του Συντάγματος. Δεν χρειάζεται να τονίσω αυτό που ήδη έχει τονισθεί από πολλούς ομιλητές και από όλες τις πτέρυγες, πως η Αναθεώρηση του Συντάγματος είναι ευρύτατη, είναι συναινετική και πως γίνεται μέσα από τις προβλεπόμενες από το Σύνταγμα διαδικασίες. Eίναι κάτι που για δεύτερη φορά πραγματοποιείται στη σύγχρονη δημοκρατική μας περίοδο, στο σύγχρονο δημοκρατικό μας βίο, κάτι όμως που ουσιαστικά για πρώτη φορά πραγματοποιείται, γιατί η προηγούμενη αναθεώρηση ήταν περιορισμένη.
Αυτά είναι τα σημαντικά και τα θετικά που πρέπει όλοι να κρατήσουμε
και αντανακλούν μια περίοδο της δημοκρατίας όπως τη χαρακτήρισε ο Πρόεδρός της, ο Κωστής Στεφανόπουλος, ως καλύτερη περίοδο του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Και αυτό πρέπει να μας κάνει όλους περήφανους, όλα τα πολιτικά κόμματα, όλα τα κοινοβουλευτικά στελέχη. Και δεν πρέπει να υποτιμούμε, να υποβαθμίζουμε ή να περιορίζουμε αυτήν την πραγματικότητα επειδή βρισκόμαστε στα έδρανα της Αντιπολίτευσης είτε της μείζονος είτε της ήσσονος. Γιατί η σημερινή δημοκρατική πραγματικότητα στην οποία ζούμε είναι κατάκτηση όλου του πολιτικού κόσμου, όλων των πολιτικών κομμάτων, ιδιαίτερα μετά το 1974 με καταλυτικό τον ιστορικό ρόλο του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Ανδρέα Παπανδρέου. Από την άλλη πλευρά είναι κατάκτηση όλων των κοινωνικών ομάδων και στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας.
Γι'αυτό λοιπόν όλοι πρέπει να είμαστε περήφανοι για τη δημοκρατική
πραγματικότητα την οποία ζούμε σήμερα.
Στη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στην Επιτροπή για την αναθεώρηση του Συντάγματος υψώθηκαν πολλές φορές οι τόνοι της αντιπαράθεσης. Αυτό
κάποιοι το χαρακτήρισαν ως επικοινωνιακό τρικ ορισμένων συναδέλφων ή ορισμένων κομμάτων της Αντιπολίτευσης, γιατί η Αναθεώρηση χαρακτηρίστηκε εκ προοιμίου συνεναιτική και συνεπώς κάθε τι που συναντά και έχει τη συναίνεση δεν έχει επικοινωνιακή εμβέλεια. Συνήθως αυτό που ενδιαφέρει τα Μ.Μ.Ε. είναι η αντιπαράθεση, είναι η σκιαμαχία επί της ουσίας πολλές φορές και αυτό προκαλεί το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. Νομίζω ότι αυτή είναι μία θεώρηση που υποτιμά το μέσο 'Ελληνα πολίτη, υποτιμά την ελληνική κοινωνία. Γιατί, αν ζούμε τη σημερινή δημοκρατική πραγματικότητα, την οφείλουμε πρωτίστως στο μέσο 'Ελληνα πολίτη.
Την ωριμότητά του αντανακλούμε σήμερα στην Αίθουσα του Κοινοβουλίου. Την ωριμότητά του, την ευσυνειδησία του και το δημοκρατικό του αίσθημα αντανακλά η περίοδος του κοινοβουλευτικού βίου που διανύουμε.
Είναι πολύ θετικό και φαίνεται πως στην Αίθουσα του Κοινοβουλίου στην
κατ'εξοχήν διαδικασία της αναθεώρησης, οι τόνοι έχουν πέσει. 'Ηδη τόσο
από τον Εισηγητή της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αλλά και των άλλων κομμάτων της Αντιπολίτευσης, όσο και από τον Κοινοβουλευτικό Εκπρόσωπο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, υιοθετήθηκε μια άλλη γλώσσα. Δεν είδαμε εκείνες τις διχαστικές και αιχμιακές αντιπαραθέσεις και φωνές της συζήτησης στην Επιτροπή.
Σήμερα ακούσαμε πως η προσπάθεια που κάνει η πλειοψηφία για την κατοχύρωση και τη διασφάλιση της διαφάνειας στη δημόσια ζωή, είναι σημαντική. Δεν είναι όμως τολμηρή, δεν είναι εμβαθυντική όσο θα την ήθελε η Αξιωματική Αντιπολίτευση.
Για μας αυτό είναι ένα θετικό βήμα από την πλευρά της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και το κρατούμε. Δίνει τη δυνατότητα να πετύχουμε την πλατιά συναίνεση κατά τη συζήτηση, αλλά και κατά την ψήφιση των αναθεωρητέων διατάξεων, που είναι το πιο κρίσιμο στοιχείο.
Δεν μπορεί να λειτουργήσει η Δημοκρατία τα επόμενα χρόνια εάν η
πλειοψηφία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο επιβάλλει τις δικές της αποκλειστικά ρυθμίσεις, όσο σοφές, σωστές, επίκαιρες, ριζοσπαστικές και θαρραλέες και να είναι αυτές.
Στο δημοκρατικό μας πολίτευμα δεν υπάρχει μόνο η πλειοψηφία. Υπάρχουν όλα τα πολιτικά κόμματα και το μικρότερο πολιτικό κόμμα και το μικρότερο κοινωνικό και πολιτικό ρεύμα. Πρέπει το Σύνταγμά μας να προνοεί την ύπαρξη και τη λειτουργία και του πιο μικρού κοινωνικού και πολιτικού ρεύματος.
'Αλλωστε, η ευαισθησία, η "πλαστικότητα", όπως πολύ σωστά χαρακτηρίστηκε πάλι από αγορητή της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ενός συντάγματος, χαρακτηρίζεται και χρωματίζεται από τη δυνατότητα που δίνει στο άτομο, στις μειοψηφίες να υπάρχουν, να έχουν φωνή, να έχουν ρόλο, να διεκδικούν τα αιτήματα και τα δικαιώματά τους στη σύγχρονη δημοκρατία. Δεν χαρακτηρίζεται μόνο από τη δυνατότητα της πλειοψηφίας να ασκεί τα συνταγματικά ή τα νομοθετημένα καθήκοντά της, τις ευθύνες και τις αρμοδιότητές της.
Γι'αυτό, λοιπόν, θα έλεγα πως μπορούμε στην Αίθουσα του Κοινοβουλίου, πάνω στα κείμενα που έχουν κατατεθεί για την αναθεώρηση όλων των διατάξεων να διαμορφώσουμε ακόμα πιό μεγάλες συναινέσεις απ'αυτές που μέχρι σήμερα έχουν διαπιστωθεί και παρατηρηθεί, γιατί με το νέο αναθεωρημένο ουσιαστικά Σύνταγμα, θα ζήσουμε όλοι τα επόμενα χρόνια, πολύ περισσότερο θα πορευθεί η Ελλάδα σε μια εποχή δύσκολη, αλλά και σε μια εποχή ελπιδοφόρα. Είναι η εποχή που ανοίγεται μπροστά μας από την πρώτη κιόλας δεκαετία του 21ου αιώνα.
Η Ελλάδα εισέρχεται σε αυτήν με υψηλή αυτοπεποίθηση και με υψηλή αισιοδοξία, γιατί τα προηγούμενα χρόνια, όλος ο πολιτικός κόσμος, όλες οι κοινωνικές δυνάμεις και τάξεις δούλεψαν για να αποκτήσει αυτήν την αυτοπεποίθηση η χώρα μας και η ελληνική κοινωνία. Δούλεψαν για να είναι ισχυρή, για να αντιμετωπίζει με αισιοδοξία το μέλλον και τα προβλήματα, τις αντιφάσεις που θα μας ακολουθούν σ'αυτήν τη νέα πορεία.
Θέλω ακόμη να πω πως η αναθεώρηση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί βεβαίως άτολμη, όπως επιχειρήθηκε από προηγούμενους αγορητές. Και αυτό γιατί η Πλειοψηφία μέσα από την αναθεώρηση, όχι μόνο τολμά να αναγνωρίσει και να επιβεβαιώσει τα θετικά σημεία και τις διατάξεις του Συντάγματος του 1975, αλλά και τις μετέπειτα αναθεωρημένες διατάξεις. 'Αρα, ενισχύει εκείνες τις διατάξεις, ενισχύει εκείνα τα κανονιστικά πλαίσια που δίνουν τη δυνατότητα στα κόμματα της Αντιπολίτευσης, στις μειοψηφίες δηλαδή, να
έχουν πιο ισχυρό, πιο σημαντικό και πιο καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων.
Δεν είναι ριζοσπαστικό το να ζητείται από την Αξιωματική Αντιπολίτευση να επιστρέψουμε στις αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας που είχε πριν από την αναθεώρηση της δεκαετίας του '80. Αυτό θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί οπισθοδρόμηση, όπως αγορητής κόμματος της ήσσονος Αντιπολίτευσης το χαρακτήρισε.
Εμείς, όμως, δεν μένουμε στους χαρακτηρισμούς. Δεν μένουμε σ'αυτές τις επισημάνσεις. Προχωρούμε μπροστά πάνω στα μεγάλα σημεία, στα μεγάλα θέματα που μας βρίσκουν σύμφωνους.
Από την άλλη πλευρά θα ήθελα να τονίσω ότι οι βασικές αρχές πάνω στις οποίες κινείται η ευρύτατη αυτή αναθεώρηση είναι και προοδευτικές και σύγχρονες και θαρραλέες.
Ποιες είναι αυτές; Πρώτον, είναι η αρχή της διασφάλισης του ατόμου στη σύγχρονη κοινωνία της πληροφορίας κι όπως αυτή θα εξελιχθεί στα επόμενα χρόνια αλλά και στην εποχή της βιοτεχνολογίας. Τα ατομικά και συλλογικά δικαιώματα περιγράφονται και διασφαλίζονται σε μεγάλο βαθμό στο Σύνταγμα του 1975 και ενισχύθηκαν και κατοχυρώθηκαν ακόμη περισσότερο από το θεσμικό πλαίσιο που διαμόρφωσε η ελληνική Βουλή στη δεκαετία του 1980.
Σήμερα ερχόμαστε με βάση τις εξελίξεις και τα νέα δεδομένα, με βάση
τους νέους κινδύνους μέσα στους οποίους ζει το άτομο και η κοινωνία, κυρίως από την ανάπτυξη της τεχνολογίας, αλλά και από αυτό που προβλέπεται να ζήσουμε τα επόμενα χρόνια για να διασφαλίσουμε και να κατοχυρώσουμε πρώτοι από όλες τις χώρες της Ευρώπης τα ατομικά και συλλογικά δικαιώματα στη σύγχρονη εποχή.
Δεύτερον, η διεύρυνση και η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους μέσα στα
δεδομένα του 21ου αιώνα, η ενίσχυση του ατόμου, ιδιαίτερα του αδύναμου. Και αυτό γιατί δεν έχει σημασία να προστατεύουμε τις ισχυρές κοινωνικές
ομάδες, τα εύπορα άτομα της κοινωνίας. 'Εχει σημασία να προστατεύουμε τους αδύναμους και ανυπεράσπιστους πολίτες τις μειοψηφίες και τις μειονότητες. Με την αναθεώρηση που συζητάμε υποστηρίζεται και προβλέπεται αυτή η διασφάλιση και ιδιαίτερα η ισονομία και η ισοπολιτεία των ατόμων με ειδικές ανάγκες.
Η αρχή της διαφάνειας. Εδώ πράγματι οι τομές είναι και σημαντικές και θαρραλέες. Η πλειοψηφία εκχωρεί το δικαίωμα ορισμού που μέχρι τώρα είχε από προηγούμενα νομοθετήματα των κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας αλλά και του ΠΑ.ΣΟ.Κ. για τις ανεξάρτητες διοικητικές αρχές. Το εκχωρεί στο σύνολο του πολιτικού κόσμου γιατί οι αρχές αυτές πρέπει να είναι ανεξάρτητες, αυτάρκεις και αυτοτελείς, γιατί διαχειρίζονται κρίσιμα πολιτικά θέματα.
Κλείνοντας θέλω να τονίσω ότι η ισονομία, η ισοπολιτεία και από την
άλλη πλευρά το ευρύ συναινετικό πνεύμα μέσα στο οποίο κινείται η συζήτηση, για την αναθεώρηση του Συντάγματος είναι τα μεγάλα όπλα για να πάει ενωμένος ο πολιτικός κόσμος στον 21ον αιώνα. Είμαι βέβαιος ότι θα βγούμε ενωμένοι από την Αίθουσα του Κοινοβουλίου μετά το τέλος της συζήτησης για την αναθεώρηση του Συντάγματος.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Το λόγο έχει ο κ. Μητσοτάκης,
επίτιμος Πρόεδρος της Ν.Δ..
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος είναι η πιο σοβαρή συζήτηση που μπορεί να γίνει σε αυτήν την Αίθουσα. Είναι η υψηλότερη λειτουργία του Κοινοβουλίου. Χαίρομαι γιατί μπαίνουμε σε αυτήν τη συζήτηση με αισίους οιωνούς.
Η αναθεώρηση είχε φανεί ότι είναι αναγκαία πριν από αρκετά χρόνια. Το Σύνταγμα του 1975 ήταν καλό Σύνταγμα χωρίς καμία αμφιβολία. 'Ηταν όμως καλό για την εποχή του, εξέφραζε την εποχή του. Από τότε πέρασαν είκοσι πέντε χρόνια. Τα είκοσι πέντε όμως χρόνια της εποχής μας ισούνται με πολλούς αιώνες παρελθόντος. Ο κόσμος προχώρησε μπροστά πολύ γρήγορα. Φτάσαμε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, της οικονομίας της αγοράς, της πληροφορικής, της βιολογίας, σε μία καινούρια εποχή που χρειάζεται καινούριο νομικό πλαίσιο.
'Εκανε λάθος ο εισηγητής της Πλειοψηφίας όταν είπε ότι η συζήτηση για την αναθεώρηση άρχισε τον Ιανουάριο του 1995. 'Αρχισε τον Ιανουάριο του 1993 από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία επρότεινε αναθεώρηση. Εκείνη την εποχή της μεγάλης πολιτικής έντασης, της
ακρότητας, οτιδήποτε πρότεινε η Κυβέρνηση, η Αντιπολίτευση που έκανε δομική αντιπολίτευση το ηρνείτο. Το αρνήθηκε και το εσχολίασε αρνητικά. Δύο χρόνια αργότερα -δεν θέλω να πω υπό ποιες περιστάσεις, ας μη τις θυμούμαστε- απεφάσισε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. να προχωρήσει στην αναθεώρηση και σωστά έπραξε. 'Ολος ο πολιτικός κόσμος αγκάλιασε την ιδέα και φτάσαμε εκεί που είμαστε σήμερα.
Είναι αναγκαία η αναθεώρηση για να προσαρμόσουμε το Σύνταγμά μας στην καινούρια εποχή. Πράγματι, έγινε καλή δουλειά στην Επιτροπή του Συντάγματος.
Εγώ ήμουν εξ εκείνων που παρέστησαν σε όλες τις συνεδριάσεις και παρακολούθησα με μεγάλη ευχαρίστηση και νεότερους και παλαιότερους συναδέλφους, οι οποίες εργάστηκαν θετικά και αποτελεσματικά στην προσπάθεια να προτείνουν στην Ολομέλεια τις καλύτερες δυνατές ρυθμίσεις.
Ετέθη το θέμα αν είναι ή δεν είναι τολμηρή η αναθεώρηση. Εγώ
προσωπικά, κύριοι συνάδελφοι, υπεστήριξα πολύ πιο τολμηρή αναθεώρηση. Η άποψή μου ήταν ότι έπρεπε ο πολιτικός κόσμος να συμφωνήσει, να καταστήσει αναθεωρητική την επόμενη Βουλή, δηλαδή την παρούσα Βουλή, για όλες τις διατάξεις πλην των θεμελιωδών γιατί έκρινα και νόμιζα ότι έπρεπε να γίνει πράγματι βαθιά αναθεώρηση και γιατί πράγματι έτσι όπως έγινε η αναθεώρηση παρά το γεγονός ότι αναθεωρούμε ενενήντα δύο άρθρο υπάρχουν και πολλά άρθρα που κακώς δεν αναθεωρούνται. Είναι έλλειμμα του πολιτικού μας βίου το οποίο θα φανεί τα αμέσως προσεχή χρόνια. Δεν έγινε αυτό. 'Ηταν πολύ τολμηρή η πρότασή μου ίσως κανείς δεν την υιοθέτησε και απαιτούσε θάρρος πολιτικό διότι στις παραμονές των εκλογών δεν γνώριζε κανείς ποια θα είναι η πλειοψηφία και το ένα μεγάλο κόμμα θα εμπιστεύετο στο άλλο με απλή πλειοψηφία να αλλάξει το Σύνταγμα. Βέβαιο όμως είναι ότι αν αυτό είχε γίνει θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε και σε θέματα τα οποία σήμερα δυστυχώς κακώς παραλείπονται και θα τα βρούμε μπροστά μας.
Δεν είναι μόνο η βουλευτική ασυλία, δεν είναι μόνο τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και το μεγάλο πρόβλημα της παιδείας το οποίο είναι το υπ' αριθμόν ένα πρόβλημα του λαού μας σήμερα -χρειάζεται τομές, χρειάζεται αλλαγή του Συνταγματος- είναι αν θέλετε και η ελεύθερη οικονομία και η οικονομία της αγοράς. Το Σύνταγμα του 1975 όπως είναι διατυπωμένο το οποίο εκφράζει αντιλήψεις περισσότερο κρατικιστικές παρά φιλελεύθερες -αυτή είναι η πραγματικότητα- δεν αναφέρει καν τη λέξη ανταγωνισμός. Η λέξη "ανταγωνισμός" που είναι λέξη κλειδί για την εποχή μας, δεν υπάρχει καθόλου στο Σύνταγμα, ούτε φυσικά προσετέθη στην αναθεώρηση.
Εν πάση περιπτώσει εγώ που είμαι παλιός δεν μου αρέσει να είμαι μεμψίμοιρος. Αυτή η δουλειά που γίνεται είναι πάρα πολύ σημαντική, κύριοι συνάδελφοι, και πρέπει ο ελληνικός λαός να το καταλάβει και να το αγκαλιάσει.
Η συζήτηση που έγινε στην επιτροπή αναθεωρήσεως ήταν όπως είπα πολύ
χρήσιμη. Πέρασε στην κοινωνία; Πέρασε κύριοι συνάδελφοι κατά ένα σημαντικό μέρος. Δεν βοήθησαν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και είναι φυσικό γιατί αυτοί αναζητούν το εντυπωσιακό. Αναζητούσαν στιγμές οξύτητας που ευτυχώς δεν ήταν πολλές, κύριε Μαγκριώτη, και κάνετε λάθος. Υπάρχε ένα κλίμα συναίνεσης στην Επιτροπή Αναθεωρήσεως το οποίο εγώ που είμαι παλαιότερος μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι σπάνια το είδα στη μακρά πολιτική μου σταδιοδρομία. Αλλά αυτό που αναζητούσαν η επιτροπή δεν τους το προσέφερε. Τα θέματα, πολλά από αυτά ήταν σύνθετα και δύσκολα και έτσι η κοινή γνώμη ενδιαφερθηκε μόνο για ορισμένα θέματα. Καλό όμως είναι και αυτό. Και εν πάση περιπτώσει οι διάφορες κοινωνικές ομάδες που είχαν λόγο έλαβαν ενεργό μέρος στη συζήτηση. 'Εγινε συζήτηση και μέσα στη κοινωνία και βοήθησαν πολύ οι διάφορες κοινωνικές ομάδες και η ευρύτερη κοινή γνώμη στη διαμόρφωση τελικά των προτάσεων της επιτροπής, όπως φθάνουν σήμερα στην Ολομέλεια.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι βέβαιο και είναι και ευχάριστο
και παρήγορο, ότι οι συζητήσεις στην Επιτροπή Αναθεωρήσεως και οι αποφάσεις που πάρθηκαν δεν πάρθηκαν με κριτήρια κομματικά. Πράγματι η επιτροπή ήρθη υπεράνω των κομματικών αντιθέσεων και υπήρξε μια σύμπτωση ιδιαίτερα ευχάριστη απόψεων σε πολλά και μέγάλα θέματα ιδιαίτερα στο μεγάλο θέμα της διαφάνειας, που συνδέεται με την ηθική του πολιτικού μας βίου που για μένα αν θέλετε είναι το υπ' αριθμόν ένα πρόβλημα στη
σημερινή εποχή και για την πολιτική μας ζωή.
Χαίρω γι' αυτό το επίτευγμα. Και θέλω να ελπίζω -και το λέω ευθέως, κύριοι συνάδελφοι, σε όλη την Αίθουσα- ότι αυτό το επίτευγμα δεν θα τεθεί
υπό αμφισβήτηση από τα δύο μεγάλα κόμματα και από τις ηγεσίες τους. Διότι, αλίμονο εάν οι ηγεσίες έρθουν σε αντίθεση με τους ίδιους τους
Βουλευτές των, οι οποίοι επιτέλους εψήφισαν. Και να συνεχίσουμε την προσπάθεια με αυτό το υπερκομματικό πνεύμα, ώστε ο κάθε Βουλευτής ελεύθερος -καθ' α και το Σύνταγμα προβλέπει και όλοι κατ' αρχήν δεχόμαστε, ότι δηλαδή δεν υπάρχει καμία κομματική δέσμευση εις την ψήφιση του Συντάγματος- να προχωρήσει στην ψήφο σύμφωνα με τις δικές του προσωπικές πεποιθήσεις, σύμφωνα με τη συνείδησή του.
Υπάρχει βέβαια και ένα τεχνικό θέμα συνδεόμενο με τον Κανονισμό: Κατά ποίον τρόπο θα γίνουν οι ψηφοφορίες. Δεν ξέρω εάν η Διάσκεψη των Προέδρων το έχει αντιμετωπίσει, εγώ προσωπικώς όμως δεν θα ήθελα να γίνει μία ψηφοφορία για τις ενενήντα δύο διατάξεις. Θα ήταν ίσως καλύτερο να γίνει ψηφοφορία κατά κεφάλαια.
Εγώ δεν θα μπω, κύριοι συνάδελφοι, σήμερα σε καμία συγκεκριμένη
διάταξη ούτε σε κανένα συγκεκριμένο κεφάλαιο. Θα πω μόνο ότι θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί και να κοιτάξουμε ποιες είναι οι ανάγκες του σημερινού 'Ελληνα πολίτη.
Τα ατομικά δικαιώματα και τα πολιτικά δικαιώματα -προπαντός τα
ατομικά δικαιώματα- αποτελούν ένα κεφάλαιο για το οποίο πράγματι μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι. Ποτέ δεν είχαμε πρόβλημα τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, κύριοι συνάδελφοι. Η Ελλάδα ήταν πρωτοπόρος και η προσπάθεια να τα ενισχύσουμε περισσότερο είναι επαινετή.
Ταυτόχρονα, όμως, μην ξεχνάτε ότι ένα μεγάλο πρόβλημα για τον 'Ελληνα πολίτη, είναι το πρόβλημα της ασφάλειας, η καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος. ο τρόπος με τον οποίο θα λειτουργήσουν τα δικαστήρια στην αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος. Και καμιά φορά τα δυο αυτά πράγματα έρχονται σε αντίθεση.
Και επειδή είμαστε η χώρα της υπερβολής, κινδυνεύουμε ορισμένες φορές -εγώ τουλάχιστον έχω σαφές αυτό το αίσθημα- να είμεθα ενίοτε περισσότερο ευαίσθητοι για τον εγκληματία παρά για το θύμα ή το όργανο της τάξης. Ο 'Ελληνας πολίτης, ο πολίτης της υπαίθρου ο οποίος έχει ανάγκη από ασφάλεια θέλει από το κράτος να του δώσει αυτήν την ασφάλεια. Το λέω αυτό για να φέρω ένα σχετικό ισοζύγιο και για να πω μια άποψη την οποία θα έχουμε την ευκαιρία να την κάνουμε πιο συγκεκριμένη σε ορισμένα άρθρα τα οποία θα ακολουθήσουν.
Θέλω ακόμα, κύριοι συνάδελφοι, να πω δυο λόγια για το περίφημο θέμα
του περιβάλλοντος και των δασών. 'Εχω την αίσθηση ότι μείναμε σ' αυτήν την Αίθουσα σύμφωνοι και ότι υπάρχει μια γενική συμφωνία ότι πρέπει να
υπάρξει μια βαθιά τομή. Αυτό που υπάρχει στον τόπο μας ενάμιση χρόνο είναι κατάρα και παραλογισμός. Και τίποτε δεν έβλαψε την Ελλάδα περισσότερο τα χρόνια αυτά που πέρασαν απ' αυτό το καθεστώς, το οποίο ίσαμε τώρα καμιά πολιτική δύναμη δεν απεφάσισε και δεν μπόρεσε να τερματίσει.
Είναι παραλογισμός να ισούται το δάσος με αυτό που λέγεται δασική
έκταση, που είναι το 49% της ελληνικής γης, που είναι το θυμάρι, το λειβάδι, ο βράχος, το άχρηστο έδαφος. Αυτά ισούνται με δάσος κατά την ελληνική νομοθεσία. Αυτό πρέπει να λήξει.
Πρέπει να υπάρξει διάκριση. 'Οχι να μην υπάρχει προστασία της δασικής έκτασης, αλλά δεν πρέπει να είναι ίση η προστασία του αληθινού δάσους με αυτή τη δασική έκταση. Μόνο αυτό πρέπει να είναι αντικείμενο του Συντάγματος. Το Σύνταγμα πρέπει να καταστήσει απόλυτα σαφές ότι η προστασία του αληθινού δάσους δεν μπορεί να είναι ίση με την προστασία της δασικής έκτασης, η οποία πρέπει βέβαια να έχει και αυτή τη δική της προστασία, αλλά διάφορη προστασία. 'Οταν αυτό γίνει, από εκεί και πέρα ανοίγεται ο δρόμος, διότι το τεκμήριο της ιδιοκτησίας και η ανάμειξη της Δασικής Υπηρεσίας με το ιδιοκτησιακό δεν προβλέπονται από κανένα Σύνταγμα.
Θέλω να ελπίζω ότι ωρίμασε ο πολιτικός κόσμος, ώστε το καθεστώς αυτό να καταργηθεί. Δεν χρειάζεται ρητή συνταγματική διάταξη. Οι συζητήσεις όμως που θα γίνουν εδώ μέσα για το θέμα αυτό, όπως έγιναν και στην
Επιτροπή του Συντάγματος, θα βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος. Η επιτροπή έχει κάνει μια πρόταση και έχει αφήσει κενά ορισμένα θέματα επιμέρους. Θέλω να ελπίζω ότι επ' αυτού του μεγάλου θέματος θα μπορέσουμε
να συμφωνήσουμε.
Εγώ, κύριοι συνάδελφοι, προσωπικά αποδίδω μεγάλη σημασία στο να οριοθετήσουμε τις τρεις εξουσίες και προπαντός να οριοθετήσουμε τη δικαστική εξουσία. Είμαι κατ' εξοχήν ο άνθρωπος ο οποίος τιμά τη δικαιοσύνη, το έχω αποδείξει σε ολόκληρη τη ζωή μου και κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει. Αλλά και η δικαστική εξουσία δεν είναι υπεράνω των άλλων εξουσιών -είναι ίση με τις άλλες- και αυτή δεν είναι ανέλεγκτη και προπαντός κι αυτή πρέπει να οριοθετηθεί.
Είχαμε ανάγκη τα τελευταία χρόνια να οριοθετήσουμε τη δικαστική εξουσία -και πρέπει να έχουμε το θάρρος να το πούμε, δεν καταλαβαίνω γιατί δεν μιλάμε ελεύθερα εμείς οι πολιτικοί πάνω σε ορισμένα θέματα που τα θεωρούμε ταμπού- για δύο λόγους.
Ο πρώτος λόγος είναι ότι είχαμε μία υπέρβαση απαράδεκτη, όταν η
δικαστική εξουσία απεφάσισε να προσδιορίσει τους μισθούς της η ιδία, κάτι το οποίο έγινε, το απεδέχθημεν, αλλά πρέπει να έχει ένα τέρμα. 'Ηταν μία ανωμαλία η οποία εβάρυνε και την πολιτική μας ζωή, αλλά και τη δικαστική εξουσία.
Και ο δεύτερος λόγος ανάγκης οριοθέτησης προήλθε από το γεγονός ότι
σε ορισμένες περιπτώσεις οι δικαστές ξέφευγαν από τις δικές τους αρμοδιότητες και υποκαθιστούσαν σαφώς και τη νομοθετική και την εκτελεστική εξουσία. Απόδειξη η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία ορισμένες φορές έφθασε σε ακρότατες υπερβολές. Αυτό όμως βλάπτει την πορεία του τόπου, βλάπτει την ανάπτυξη, βλάπτει τα γενικότερα συμφέροντα του ελληνικού λαού και κατά συνέπεια σωστό ήταν και είναι -και νομίζω ότι θα μας απασχολήσει- να οριοθετήσουμε τις εξουσίες.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εγώ πέραν αυτού δεν θα ήθελα αυτήν την ώρα τίποτα να προσθέσω. Είμαι βέβαιος ότι στο ίδιο πνεύμα το οποίο κυριάρχησε στην επιτροπή θα συνεχίσουμε αυτήν τη συζήτηση και θέλω να ελπίζω -άκουσα και όλους τους συναδέλφους οι οποίοι προηγουμένως μίλησαν-ότι καθένας εδώ μέσα θα προσπαθήσει, όλοι μας θα προσπαθήσουμε να εισφέρουμε ό,τι μπορούμε, για να δώσουμε το καλύτερο δυνατό Σύνταγμα μέσα στα όρια τα οποία είναι δεδομένα και τα οποία, παρά το γεγονός, ότι δεν
είναι όσο εγώ τουλάχιστον θα ήθελα πλατιά, είναι πάντως πολύ σημαντικά. Και πρέπει να δώσουμε στον ελληνικό λαό, με τις συζητήσεις που θα γίνουν, να καταλάβει ότι η συζήτηση για το Σύνταγμα δεν είναι θεωρητική, είναι η κατ' εξοχήν πρακτική πλευρά της πολιτικής, είναι η πιο αποτελεσματική λειτουργία του Κοινοβουλίου. Διότι ναι μεν μπορεί στο Σύνταγμα να επαναλάβουμε -ορθώς σημειώθηκε ήδη από τους σημερινούς ομιλητές- και να καταστήσουμε συνταγματικές διατάξεις που υπάρχουν σήμερα στη νομοθεσία, πλην όμως αυτό έχει υψίστη αξία, διότι η κατοχύρωση στο Σύνταγμα
προσθέτει και εξασφαλίζει από κει και πέρα τη διάρκεια.
Και τέλος, κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα να πω το εξής: Στην Ελλάδα ισχύει η αναθεώρηση, όπως προβλέπεται από το Σύνταγμά μας και η οποία
είναι δύσκολη, χρονοβόρα. Είναι καλό ή είναι κακό αυτό. Πρέπει να σας πω ότι μέσα μου δεν το έχω ξεκαθαρίσει, διερωτώμαι.
'Οταν στην εποχή της κοσμογονίας, όταν έπεφτε το παραπέτασμα, όταν έπεφτε το διαχωριστικό τείχος του Βερολίνου και όταν άλλαζε η όψη της Ευρώπης με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, παρακολούθησα από πολύ κοντά τις εξελίξεις στις Βαλκανικές χώρες, τις γειτονικές. 'Ημουν τότε Πρωθυπουργός, αλλά και ως Αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας, είχα επαφές και κρατικές και κομματικές με τις Κυβερνήσεις αυτές. 'Εβλεπα λοιπόν ότι
εκεί δεν είχαν εμπόδια, άλλαζαν το Σύνταγμά τους μέσα σε λίγες εβδομάδες. Εμείς θέλαμε μερικές δεκαετίες, τόσες δεκαετίες όσες εβδομάδες αυτοί
ήθελαν να αλλάξουν το Σύνταγμα. Το πολύ σκληρό Σύνταγμα, που δύσκολα αλλάζει, είναι και κέρδος, είναι και ζημιά, διότι ο καιρός περνά γρήγορα. Βλέπετε το Σύνταγμα το αμερικάνικο. Υπό πολύ δύσκολες συνθήκες μπορεί, οψέποτε η ανάγκη το απαιτήσει, να αλλάξει. Στην Ελλάδα σήμερα, όπως
έχουμε αυτό το Σύνταγμα κι αν ακόμα κάποτε θεωρητικά συμφωνήσουν οι τριακόσιοι Βουλευτές και το σύνολο των δέκα εκατομμυρίων Ελλήνων δεν μπορούν να αλλάξουν το Σύνταγμά τους.
Ταυτόχρονα αυτό στη βάση είναι και μειονέκτημα. Γι' αυτό η ευχή και η ελπίδα είναι ότι θα αξιοποιήσουμε όσο μπορούμε τη δυνατότητα που μας παρέχεται με την επίγνωση ότι προσφέρουμε μια σημαντική υπηρεσία στη χώρα.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Η κα 'Αννα Ψαρούδα-Μπενάκη Δ'
Αντιπρόεδρος της Βουλής, έχει το λόγο.
ΑΝΝΑ ΜΠΕΝΑΚΗ-ΨΑΡΟΥΔΑ (Δ' Αντιπρόεδρος της Βουλής): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι οι γενιές που αποτελούμε την παρούσα Βουλή και ενδεχομένως αποτελέσαμε και την προηγούμενη Βουλή, επιτελούμε ένα ιστορικό έργο και μπορούμε να διεκδικήσουμε την ταπεινή ιστορική σφραγίδα μιας αναθεωρητικής εργασίας του Συντάγματος, η οποία θα εγγραφεί στη σύγχρονη συνταγματική μας ιστορία.
Το πρώτο μεγάλο βήμα έγινε το 1975, όταν ψηφίστηκε αυτό το Σύνταγμα, και το δεύτερο μεγάλο βήμα γίνεται κατά την παρούσα περίοδο. Σε μια τέτοια συζήτηση επί της αρχής δεν μπορεί να μπει κανείς σε λεπτομέρειες, θα ήθελα όμως να χρησιμοποιήσω το λίγο χρόνο που έχω για να επισημάνω ορισμένα χαρακτηριστικά και ορισμένες αρετές της παρούσας αναθεωρητικής εργασίας.
Παρακολούθησα με πολύ μεγάλη προσοχή όλη τη συζήτηση που έχει γίνει μέχρι τώρα στα πλαίσια της κοινής γνώμης και της κοινωνίας των πολιτών για την αναθεώρηση που επιτελούμε και εκείνο που είναι αναμφισβήτητο χαρακτηριστικό της συζήτησης αυτής είναι, ότι κινείται ανάμεσα σε ένα άκρο που θεωρεί κάποιες ρυθμίσεις πολύ ρηξικέλευθες έως και επικίνδυνες και σε ένα άλλο άκρο που θεωρεί την αναθεώρηση αυτή ως άτολμη, ανούσια και χωρίς σημασία γιατί δεν δίνει ριζοσπαστικές λύσεις.
Αυτή η μεγάλη διάσταση απόψεων, κύριοι συνάδελφοι, νομίζω ότι δίνει
και το θετικό στίγμα αυτής της Αναθεώρησης, ότι είναι δηλαδή μια Αναθεώρηση που γίνεται με ισορροπία, μια Αναθεώρηση που προχωρεί με μέτρο. Και είναι ένα πραγματικά θετικό στίγμα αφού το Σύνταγμά μας δεν μπορεί παρά να είναι η συνισταμένη των κοινωνικών αντιλήψεων που επικρατούν μια δεδομένη στιγμή. Δεν μπορεί να απεικονίζει τα άκρα, είναι μια συνισταμένη. Και πιστεύω ότι η Αναθεώρηση, στην οποία θα καταλήξουμε, θα έχει πραγματικά αυτήν την αρετή.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, όπως είπε και ο επίτιμος Πρόεδρος που
προηγήθηκε, ότι το Σύνταγμά μας είναι ένα αυστηρό Σύνταγμα, δεν αναθεωρείται εύκολα, όπως ένας κοινός νόμος, θα περάσουν πολλά χρόνια για να γίνει μια νέα αναθεώρηση και πιστεύω ότι αυτό είναι ένα θετικό χαρακτηριστικό για το Σύνταγμά μας, ένα γεγονός που το προστατεύει από τη γνωστή μανία των Ελλήνων να παράγουν συνεχώς και να τροποποιούν νόμους.
Κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα να εντοπίσω τις παρατηρήσεις μου και να
επισημάνω ένα άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της αναθεωρητικής εργασίας, το οποίο έχει σοβαρότατες συνέπειες και πρέπει να έχει επιπτώσεις στη δική μας συμπεριφορά ως Βουλευτών.
Είναι βέβαιο, από τις βασικές διατάξεις και τον χαρακτήρα του
Συντάγματός μας, ότι η Αναθεώρηση είναι αποκλειστικά έργο των Βουλευτών, χωρίς σύμπραξη ή ανάμειξη κανενός άλλου πολιτειακού παράγοντα. Ούτε η κυβέρνηση αναμειγνύεται με τη γνωστή της νομοθετική πρωτοβουλία στη κοινή νομοθετική εργασία ούτε καν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Είναι ένα έργο που ξεκινάει και τελειώνει στη Βουλή και γίνεται από τους Βουλευτές.
(Στο σημείο αυτό την Προεδρική 'Εδρα καταλαμβάνει ο Πρόεδρος της
Βουλής κ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ)
'Ετσι, όμως, γίνεται φανερό ότι στους ώμους τους δικούς μας, στους ώμους των Βουλευτών, επιρρίπτεται το πολύ σημαντικό βάρος για μια ειλικρινή και αδέσμευτη αναθεωρητική εργασία. Αυτό τι σημαίνει; Σημαίνει ενεργοποίηση άμεση της κατά συνείδηση ψήφου και γνώμης που προβλέπει το άρθρο 60. Σημαίνει αποδέσμευση του Βουλευτή από στενές και στενόκαρδες κομματικές εξαρτήσεις και κυρίως προϋποθέτει τη δημοκρατική λειτουργία των κομμάτων, καθώς μόνο πλέον μέσα στα κόμματα ή τουλάχιστον κατά κύριο λόγο μέσα στα κόμματα διαμορφώνεται η πολιτική.
Αυτό, κύριοι συνάδελφοι, έχει ιδιαίτερη σημασία τις ημέρες που ζούμε, γιατί δυστυχώς και ο ρόλος του Βουλευτή και η αποστολή των κομμάτων απαξιώνεται έντονα στην εποχή μας και η κοινή γνώμη συμπεριφέρεται στην καλύτερη περίπτωση κατά τρόπο αδιάφορο και στη χειρότερη κατά τρόπο περιφρονητικό και απαξιωτικό και για την πολιτική και για τους πολιτικούς και για τα κόμματα.
Μας προσφέρεται, λοιπόν, η μεγάλη ευκαιρία σε αυτήν την αναθεωρητική εργασία να λειτουργήσουμε πραγματικά ως εκφραστές της πολιτικής συνείδησης του τόπου και κυρίως να εκφράσουμε τη δική μας συνείδηση και
τη δική μας γνώμη.
Θα έπρεπε αυτήν την αποστολή να την κατοχυρώσουμε καλύτερα και μέσα
από διατάξεις του Συντάγματος, που αναφέρονται στην έκφραση της πολιτικής μέσω των πολιτειακών οργάνων, υιοθετώντας και κάποιες πιο προωθημένες ρυθμίσεις μέσα στο Σύνταγμα, που θα μας βοηθούσαν πράγματι να αναβαθμίσουμε το ρόλο του Βουλευτή και να καταξιώσουμε την πολιτική που τόσο πολύ πλήττεται αυτήν την εποχή.
Θα ήθελα παραδείγματος χάρη να είμαστε πιο τολμηροί στο άρθρο 29 και να επεμβαίναμε στη λειτουργία των κομμάτων. Ξέρω ότι αυτή η γνώμη έχει πολλές αντίθετες απόψεις, τη θεωρία της αυτονομίας των κομμάτων και άλλα παρεμφερή. Πιστεύω, όμως, ότι σήμερα ο μόνος τρόπος να βοηθήσουμε τα κόμματα να εκτελέσουν τον προορισμό τους και κυρίως να ανακτήσουν το κύρος τους, είναι να στηρίξουμε τη δημοκρατική τους λειτουργία.
Δυστυχώς στο άρθρο 29 κάναμε μία σχετικά δειλή ρύθμιση για τα
οικονομικά των κομμάτων, αλλά δεν προσπαθήσαμε να κατοχυρώσουμε τη δημοκρατική λειτουργία των κομμάτων με τρόπο δεσμευτικό από το Σύνταγμα και με τη δυνατότητα έκδοσης νόμου για τα κόμματα, όπως συμβαίνει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, που θα καθιερώνει τις βασικές αρχές λειτουργίας των κομμάτων.
Ακόμα θα έπρεπε -και πιστεύω σύμφωνα με τις προτάσεις της Νέας
Δημοκρατίας να γίνει δεκτό αυτό το πράγμα- να είμαστε πιο αποτελεσματικοί στον έλεγχο της χρηματοδότησης και των κομμάτων και των πολιτικών, μια και δεν προβλέπουμε ακόμα μέσα στις διατάξεις μας το δικαστικό έλεγχο των οικονομικών των κομμάτων και των πολιτικών.
Και ακόμα δεν έχουμε καθορίσει, ελπίζω να το κάνουμε στην αναθεωρητική εργασία, ρητά να προβλέπεται και η έκπτωση ακόμα από το βουλευτικό αξίωμα, αν υπάρχει υπέρβαση των δαπανών και παραβίαση των σχετικών διατάξεων.
Ακόμα λυπάμαι, γιατί σε αυτό το πλαίσιο της στήριξης της πολιτικής
και των κομμάτων και της στήριξης των πολιτικών δεν προχωρήσαμε με θάρρος στην αναθεώρηση του άρθρου 62 για την ασυλία, όχι γιατί δεν υπάρχει και άλλος τρόπος εκτός του Συντάγματος να είμαστε πιο τίμιοι και πιο ευθείς στην αντιμετώπιση της ασυλίας, αλλά γιατί αναθεωρώντας το άρθρο 62 για την ασυλία θα δίναμε ακόμα περισσότερο την εικόνα της Βουλής, η οποία ενδιαφέρεται να αναβαθμίσει το κύρος του πολιτικού, να αναβαθμίσει το κύρος των κομμάτων και βεβαίως να αναβαθμίσει τη δημοκρατία.
Γιατί, κύριοι συνάδελφοι, κανένα εργαλείο καταλληλότερο δεν υπάρχει
για να εξασφαλίσουμε την άψογη λειτουργία της πολιτικής παρά μόνο η εφαρμογή των δημοκρατικών κανόνων. Και θα πρέπει μέσα από όλες τις ρυθμίσεις και του Συντάγματος και των νόμων να επιδιώκουμε πάντοτε τη στερέωση της δημοκρατικής αρχής και την εφαρμογή των συνεπειών της.
Κύριοι συνάδελφοι, δεν υπάρχει χρόνος για άλλες γενικού
χαρακτήρα τοποθετήσεις. Εκείνο το οποίο θα ήθελα να ευχηθώ -και νομίζω ότι αυτό ανταποκρίνεται στις προθέσεις όλων- είναι...
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας της κ. Βουλευτού)
Τελειώνω, κύριε Πρόεδρε.
...Εκείνο το οποίο θα ήθελα να ευχηθώ είναι το ίδιο πνεύμα που
επεκράτησε στην κοινοβουλευτική επιτροπή να επικρατήσει και στις εργασίες μας και το προϊόν αυτό να είναι το προϊόν της συνείδησής μας και της γνώμης μας, ακόμη και αν συμβούν περιπτώσεις -που είναι πάρα πολύ φυσικό να συμβούν- να αφίσταται η γνώμη και η ψήφος του Βουλευτή από τη συνολική τοποθέτηση των κομμάτων ή του κόμματός του.
Θα ήθελα μάλιστα να προειδοποιήσω ιδίως τα μέσα μαζικής ενημέρωσης,
αν υπάρξουν τέτοιες διαφοροποιήσεις, να μην προσπαθούν πίσω από τις γραμμές να συναγάγουν παραπολιτικά συμπεράσματα και απόψεις που φέρουν σε αντίθεση τους πολιτικούς με τα κόμματά τους. Ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως κ.
Κωνσταντίνος Σημίτης έχει το λόγο.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΗΜΙΤΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θέλω να εκφράσω την ικανοποίησή μου, διότι αρχίζουμε σήμερα στην Ολομέλεια τη συζήτηση για τη Αναθεώρηση του Συντάγματος.
Αρχίζουμε αυτήν τη συζήτηση μετά από μία εντατική δουλειά που έγινε στην αρμόδια επιτροπή και μετά από πολύ ευρεία σύνθεση απόψεων. 'Ετσι μπορούμε να πορευθούμε με συναίνεση στη νέα εποχή, στο νέο αιώνα, με ένα

σύγχρονο, αναθεωρημένο, ανανεωμένο Σύνταγμα. 'Ενα Σύνταγμα το οποίο ανταποκρίνεται στις προκλήσεις της εποχής, ανταποκρίνεται και δίνει απαντήσεις στα νέα προβλήματα, ένα Σύνταγμα που μπορεί να μας βοηθήσει στον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας και της πολιτείας μας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Αναθεώρηση του Συντάγματος ξεκίνησε μετά τις εκλογές του 1993, την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ. 'Ηταν μία τολμηρή πρωτοβουλία σε μία εποχή, η οποία παρουσίαζε μεγάλες δυσκολίες, γιατί η οικονομία μας βρισκόταν σε αδυναμία, έτεινε να περιθωριοποιηθεί, μία μίζερη εσωστρέφεια ταλάνιζε τότε, στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1990, πριν από την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ, την πολιτική μας ζωή, το διεθνές κύρος της χώρας υποβαθμιζόταν συνεχώς.
'Ηταν φανερό ότι μέναμε μακριά από τις κοσμοϊστορικές αλλαγές, οι
οποίες γίνονταν τότε σε ολόκληρη την Ευρώπη. Πήραμε, λοιπόν, την πρωτοβουλία να ανοίξουμε αυτήν τη συζήτηση, για να καθορίσουμε στόχους, αρχές, οι οποίες θα μας οδηγήσουν πέρα από αυτό το κλίμα, το οποίο υπήρχε και κυριαρχούσε εκείνη την εποχή.
Η πρωτοβουλία αυτή έμεινε ανολοκλήρωτη, γιατί υπήρχαν μετά το 1996
άλλες προτεραιότητες ζωτικής σημασίας, τις οποίες έπρεπε να προωθήσουμε με γρήγορους ρυθμούς.
Μέλημά μας ήταν τότε η ανάδειξη μιας ισχυρής κυβέρνησης, μιας κυβέρνησης η οποία ήταν ικανή να επαναφέρει τη χώρα στο προσκήνιο των εξελίξεων.
'Οπως ξέρετε, το στόχο αυτόν τον πετύχαμε. Η Ελλάδα κατέκτησε με συστηματική δουλειά, με προσπάθεια τη θέση που της αξίζει. Οικοδομήσαμε
με τη συμπαράσταση, με τις θυσίες του λαού μας, μια ισχυρή οικονομία. Αποκτήσαμε φωνή και μπορούμε να συμμετέχουμε ισότιμα στην ευρωπαϊκή
δυναμική όπως διαμορφώνεται. Επανακτήσαμε το διεθνές μας κύρος και το 1997 αναλάβαμε και τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων.
Σε αυτήν τη νέα κατάσταση η γενναία αναθεωρητική πρωτοβουλία του 1997 είχε ένα εντελώς διαφορετικό νόημα. Η κοινωνία μας βρίσκεται τώρα σταθερά σε τροχιά ανάπτυξης, απελευθερώνει τις δημιουργικές της δυνάμεις, απαιτεί οι βασικοί κανόνες της θεσμικής οργάνωσής της να υπερβούν το παρελθόν, να ανανεωθούν, να ανταποκριθούν στις νέες πραγματικότητες της εποχής. Στόχος πια ήταν να θέσουμε τις βάσεις για να συνεχίσουμε αυτήν την πορεία την οποία είχαμε ξεκινήσει με επιτυχία.
Ο εκσυγχρονισμός των θεσμών βέβαια δεν είναι μόνο θέμα του Συντάγματος ή της Αναθεώρησης του Συντάγματος. Οφείλω να θυμίσω ότι αναλάβαμε την ευθύνη της διακυβέρνησης σε μία συγκυρία κρίσιμη για την αξιοπιστία των θεσμών. Από το τέλος της δεκαετίας του '80, όπως είπα και πριν, ζούσαμε σε ένα νοσηρό κλίμα με φαινόμενα θεσμικού εκφυλισμού, πολιτικής καχυποψίας, ροπής προς την καταγγελία των πάντων, ανέξοδης ρητορικής περί διαπλοκής και διαφθοράς. Ζούσαμε τότε σε ένα κλίμα δυσφήμισης της πολιτικής. 'Επρεπε να αλλάξουμε το κλίμα, να αποκτήσουν οι θεσμοί την αξιοπιστία τους, να αποκατασταθεί η πεποίθηση στη δημοκρατία, να αποκατασταθεί η πεποίθηση ότι η δημοκρατία μας λειτουργεί με βάση κανόνες που ισχύουν για όλους, χωρίς εξαιρέσεις.
Ξεκινήσαμε, λοιπόν, πέρα από την πρωτοβουλία αυτήν που ανέφερα σε
σχέση με το Σύνταγμα και την οποία συνεχίζουμε τώρα, διάφορες πρωτοβουλίες για την ανανέωση των θεσμών, για θεσμικές μεταρρυθμίσεις, για να διευρύνουμε την ελευθερία και να ενισχύσουμε τη δημοκρατία. Πρωτοβουλίες, όπως η συνένωση των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης με το σχέδιο "ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ", η ενίσχυση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης για να γίνει πραγματικά αυτοδιοίκηση, η ίδρυση ανεξαρτήτων αρχών που δεν γνώριζε προηγούμενα ο τόπος. Αναφέρω ενδεικτικά το ΑΣΕΠ, το Συνήγορο του Πολίτη, την Αρχή της Προστασίας των Προσωπικών Δεδομένων.
Να ενισχύσουμε το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης ήταν, επίσης, ο
στόχος για να υπάρχει μία αρχή η οποία καθορίζει το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται τα Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης.
Ιδρύσαμε και τελευταία άλλους πρωτοποριακούς θεσμούς, γιατί θέλουμε να παρακολουθήσουμε τις νέες εξελίξεις και να ελέγξουμε πιθανά φαινόμενα τα οποία θα είναι αρνητικά για την κοινωνία μας. Αναφέρω την Εθνική
Επιτροπή Βιοηθικής ή την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Και προχωρήσαμε και σε ρυθμίσεις σε άλλες περιοχές, οι οποίες μέχρι στιγμής δεν εγνώριζαν προσοχή όσον αφορά την ενίσχυση της αυτονομίας του
ατόμου.
Η σημερινή αναθεώρηση, που ξεκινάμε στην Ολομέλεια, είναι η κορύφωση αυτής της προσπάθειας που κάναμε τα περασμένα χρόνια. Αποτελεί ορόσημο που κατοχυρώνει με συνταγματική περιωπή κατακτήσεις των τελευταίων χρόνων και προαναγγέλλει και άλλες πρωτοβουλίες τις οποίες θα πάρουμε για την ενίσχυση της δημοκρατίας μας.
Αναφέρω ενδεικτικά την προσπάθεια που έχει ήδη ξεκινήσει για μια νέα νομοθετική ρύθμιση σε σχέση με τα οικονομικά των κομμάτων. Η συζήτηση μεταξύ της Κυβέρνησης και των κομμάτων βρίσκεται σε εξέλιξη.
Η αναθεώρηση, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι προσανατολισμένη σε δύο ιδίως στόχους.
Πρώτος στόχος είναι η ενίσχυση των δικαιωμάτων των πολιτών και του κράτους -δικαίου και η εμπέδωση της αξιοπιστίας της δημοκρατίας μας.
Δεύτερος στόχος είναι ακριβώς η λειτουργία των θεσμών της
δημοκρατίας, ώστε να δώσουμε πάλι στην πολιτική το κύρος εκείνο το οποίο πρέπει να έχει, διότι μια δημοκρατική κοινωνία πρέπει να έχει μια πολιτική λειτουργία, η οποία δημιουργεί στους πολίτες εμπιστοσύνη και αξιοπιστία.
Πρώτος στόχος: Η κατοχύρωση νέων δικαιωμάτων, αλλά και νέων θεσμών διευρύνει σημαντικά την προσωπική αυτονομία. Στην καινούρια εποχή πρέπει το άτομο να έχει περισσότερες δυνατότητες, περισσότερες πρωτοβουλίες, πρέπει να έχει μεγαλύτερη ελευθερία. Το Σύνταγμά μας με τις ρυθμίσεις που κάνουμε, ενστερνίζεται τις σύγχρονες αντιλήψεις και στην αναθεώρηση εμπεριέχονται αρχές, τις οποίες συναντούμε στα σημαντικότερα σύγχρονα κείμενα.
Η επιλογή αυτή αποβλέπει στο να μπορεί ο πολίτης να αναπτύσσει την
προσωπικότητά του στο νέο περιβάλλον της τεχνολογικής ανάπτυξης. Ταυτόχρονα όμως χρειάζεται -και προχωρούμε σ' αυτό- να προστατεύεται ο πολίτης από τους νέους κινδύνους οι οποίοι υπάρχουν, όπως στον τομέα της βιοτεχνολογίας που ανέφερα ή στον τομέα της κοινωνίας της πληροφορίας, κίνδυνοι τους οποίους δεν υποψιαζόμασταν καν, αλλά κίνδυνοι οι οποίοι τώρα πια είναι σημαντικοί και αν πραγματοποιηθούν μπορούν να αλλάξουν άρδην αρνητικά το περιβάλλον. Πρέπει να δούμε αυτά τα προβλήματα και απέναντι σ' αυτά τα προβλήματα πρέπει να υπάρχουν απαντήσεις, αρχές.
Τα νέα δικαιώματα για τη συμμετοχή στην κοινωνία της πληροφορίας:
'Ολοι πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να μπορούν να αξιοποιούν αυτές τις νέες τεχνολογίες και να μην υπάρχει ένας κοινωνικός διαχωρισμός ανάμεσα σε εκείνους που ξέρουν, που μπορούν και σε εκείνους που δεν μπορούν να παρακολουθήσουν πια.
Το δικαίωμα ή τα δικαιώματα για την προστασία των προσωπικών δεδομένων: 'Ενας όρος άγνωστος μέχρι πρόσφατα στην ελληνική κοινωνία, ένας όρος ο οποίος όμως γίνεται γνωστός και είναι αποδεκτός, γιατί επισημαίνει ότι απέναντι στις τεχνολογικές εξελίξεις, οι οποίες δίνουν τη δυνατότητα σε διάφορες εξουσίες, επιχειρήσεις, στο κράτος να συγκεντρώνουν στοιχεία για τον άνθρωπο, τον πολίτη και να χρησιμοποιούν αυτά σε βάρος του, απέναντι σ' αυτά τα φαινόμενα πρέπει να υπάρχει μια ισχυρή απάντηση, για να μην είμαστε ετεροκινούμενοι και χειραγωγούμενοι.
Ανέφερα τη βιοϊατρική και πιστεύω ότι μονάχα αυτά τα τρία
παραδείγματα δείχνουν ότι η αναθεώρηση του Συντάγματος δίνει απαντήσεις ή χαράσσει κατευθύνσεις για την αντιμετώπιση των σύγχρονων προβλημάτων.
Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Η αναθεώρηση του Συντάγματος επιδιώκει να
ενισχύσει και τα κοινωνικά δικαιώματα. Τα κοινωνικά δικαιώματα δεν αποτελούν εκ των άνω παραχώρηση του κράτους προς τους πολίτες. Είναι συστατικό στοιχείο της αυτονομίας των πολιτών. Πρέπει η κοινωνία να τους παρέχει σταθερότητα, ασφάλεια, τη δυνατότητα εργασίας, προστασία, για να υπάρχουν οι συνθήκες ανάπτυξης της προσωπικότητάς τους.
Αυτό κυρίως θέλει να εκφράσει η ρητή κατοχύρωση της αρχής του
κοινωνικού κράτους στο Σύνταγμα. Η κατοχύρωση αυτής της αρχής είναι ένα
μήνυμα, που θέλουμε να δώσουμε, για ποιας μορφής κοινωνία δουλεύουμε. Ποιος είναι ο στόχος μας. Δεν είναι μία κοινωνία όπου λειτουργεί η αγορά απεριόριστα, δεν είναι μια κοινωνία, η οποία μπορεί να είναι χωρίς

κοινωνική αλληλεγύη και κοινωνική ευαισθησία. Αντίθετα η κοινωνική προστασία είναι μια βασική αρχή της και το κράτος, αλλά όλη η οργάνωση της πολιτείας μας πρέπει να είναι μια οργάνωση, η οποία ανταποκρίνεται σε αρχές κοινωνικού κράτους, κοινωνικής πολιτείας. Αυτή είναι μια αντίληψη,
η οποία πιστεύω ότι είναι ριζικά διαφορετική από την αντίληψη όπως εκφραζόταν στο Σύνταγμα, το οποίο ισχύει. 'Ισως αναρωτηθούν μερικοί, μα, αυτές οι γενικές αρχές έχουν συγκεκριμένο αντικατόπτρισμα; Αλλάζουν ριζικά τα πράγματα; 'Οταν υπάρχουν οι αρχές, μετά εμείς έχουμε υποχρέωση να δουλέψουμε να τις εφαρμόσουμε. Το Σύνταγμα είναι το πλαίσιο, είναι η κατεύθυνση. Το Σύνταγμα δεν είναι συγκεκριμένος νόμος, αλλά είναι και επιταγή για μας προς ποια κατεύθυνση θα κινηθούμε.
'Ενα δεύτερο σημείο που θέλω να αναφέρω σε σχέση με την αυτονομία των
πολιτών, είναι η συνταγματική κατοχύρωση των ανεξάρτητων δημόσιων αρχών. Και αυτή είναι μια τομή στο πολίτευμά μας. Μια τομή, γιατί πριν δεν γνωρίζαμε ή δεν γνωρίζαμε σε αυτήν την έκταση ή δεν αποδίδαμε αυτήν τη σημασία στις ανεξάρτητες δημόσιες αρχές. Πρόκειται για μια συνειδητή επιλογή, που μας φέρνει όλους προ των ιστορικών μας ευθυνών. Είναι ανάγκη να αντιληφθούμε ότι σε ορισμένους ευαίσθητους τομείς, όπου είναι έντονη η διακινδύνευση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, οι παραδοσιακοί κρατικοί θεσμοί έχουν αποδειχθεί ανεπαρκείς. 'Εχουν αποδειχθεί ανεπαρκείς, για να προστατεύσουν την ελευθερία και την αυτονομία του ατόμου. Αυτό το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό, είναι παγκόσμιο και σε παγκόσμιο επίπεδο έχει επιδιωχθεί η εμπιστοσύνη του πολίτη, η ασφάλεια του πολίτη
να κατοχυρωθεί με θεσμούς, οι οποίοι είναι ανεξάρτητοι. 'Εχουν σημαντικό βαθμό ανεξαρτησίας από την κρατική εξουσία, έχουν σημαντική εξουσία απέναντι στις ιδιωτικές εξουσίες, για να μπορούν έτσι να επιβάλουν την προστασία του ατόμου. Παράδειγμα η Αρχή Προστασίας των Προσωπικών Δεδομένων. Γιατί στη σημερινή κοινωνία δεν είναι λίγες οι δημόσιες υπηρεσίες, οι οποίες θα ήθελαν να έχουν στοιχεία και πληροφόρηση για άτομα και καταστάσεις και να χειρίζονται αυτά τα δεδομένα, για να περνούν την πολιτική τους πιεστικά ή να διαμορφώνουν μια πολιτική, η οποία αφορά τα άτομα, χωρίς να γίνεται μία αντίστοιχη δημόσια συζήτηση. 'Οπως δεν είναι και λίγοι οι ιδιωτικοί φορείς, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις που θέλουν να εμπορευτούν αυτές τις πληροφορίες ή να χαράξουν την επιχειρηματική τους δράση με πληροφορίες σε σχέση με τον πολίτη, που όμως είναι ατομικά δεδομένα, τα οποία δεν χρειάζεται και δεν πρέπει να έχουν.
Είναι, λοιπόν, αναγκαίο να υπάρχει ένας φραγμός και στο κράτος και στην ιδιωτική εξουσία. Και η αρχή προστασίας των προσωπικών δεδομένων είναι μία καινοτομία, την οποία εισαγάγαμε και πρέπει να κατοχυρώσουμε με τη διαδικασία Αναθεώρησης του Συντάγματος, για να μην αμφισβητείται πια ότι και σ' αυτό το σημείο πρέπει να υπάρχει προστασία και έλεγχος.
Η ίδια η εξουσία, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αλλάζει με την
τεχνολογική ανάπτυξη και γι' αυτό προέχει πολλές φορές ο έλεγχος, με βάση
άλλους τρόπους από εκείνους οι οποίοι ίσχυαν παλιά.
Κατάκτηση αποτελεί γι' αυτό ότι και αυτή και η προηγούμενη Βουλή,
ανεγνώρισαν ότι χρειάζονται νέοι τρόποι ελέγχου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μίλησα για την αυτονομία του ατόμου. Δεύτερος στόχος είπα είναι η αξιοπιστία στη λειτουργία της δημοκρατίας. Τα φαινόμενα της δυσφήμισης των πολιτικών θεσμών και ο κίνδυνος της
απαξίωσης της πολιτικής, είναι νωπά στη μνήμη μας και αυτά τα φαινόμενα πρέπει να εκλείψουν οριστικά. Ελπίζω να ήταν συμπτώματα μιας εποχής, που προσέφερε πολλά στον τόπο και έφθασε στα ιστορικά όριά της.
Το τέλος της μεταπολίτευσής μας καλεί να οργανώσουμε το πολιτικό σύστημα απαλλαγμένο από νοοτροπίες και πρακτικές του παρελθόντος. Και αυτό επιδιώκουμε με την Aναθεώρηση του Συντάγματος.
Θέλουμε, πρώτον, τη διαφάνεια στη δράση των πρωταγωνιστών της
πολιτικής ζωής των κομμάτων και των Βουλευτών, τον έλεγχο των οικονομικών τους. Τον έλεγχο των οικονομικών τους με πειστικό τρόπο. Τον έλεγχο των οικονομικών τους με τρόπο ο οποίος δεν επιδέχεται αμφισβητήσεις και δεν συγκαλύπτει. Επιδιώκουμε την απαλλαγή των κομμάτων, των Βουλευτών από απόλυτες εξαρτήσεις. Επιδιώκουμε να είναι διαφανείς οι όποιες σχέσεις και οι ομάδες συμφερόντων να μην πιέζουν και να μην οδηγούν σε πρακτικές συναλλαγής.
Πρώτον, διαφάνεια σε ό,τι αφορά τους πρωταγωνιστές. Δεύτερον, διαφάνεια στις σχέσεις κράτους και οικονομικών παραγόντων. Και αυτό αποτελεί, όπως ξέρετε όλοι, ένα πολύ σημαντικό θέμα στην εποχή των
Μαζικών Μέσων Ενημέρωσης. Ιδίως όταν μέσα από τα Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης η οικονομική εξουσία αποκτά δύναμη και αποκτά και τη δυνατότητα να επηρεάζει την κοινή γνώμη. Πρέπει να διαμορφώσουμε σαφείς κανόνες για την οριοθέτηση της πολιτικής και της οικονομικής εξουσίας, ώστε η πολιτική και η οικονομία να κάνουν τη δουλειά τους μέσα σε ένα πλαίσιο όπου είναι σαφές τι μπορεί ο ένας τι μπορεί άλλος. 'Οσο το δυνατό να είναι σαφές, γιατί απόλυτα σαφές δεν μπορεί να είναι, αλλά πρέπει το παιχνίδι να εξελίσσεται σύμφωνα με αυτό που θέλει η πολιτεία και η πολιτική και όχι σύμφωνα με αυτό που θέλουν οι οικονομικές εξουσίες, τα μέσα ενημέρωσης. Το παιχνίδι πρέπει να εξελίσσεται, δηλαδή η λειτουργία της πολιτείας για να είμαι ακριβής πρέπει να εξελίσσεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η θέληση του λαού, η δημιουργία της κοινής γνώμης να μην παρεμποδίζεται ή να μη χειραγωγείται από άλλες εξουσίες οι οποίες δεν ελέγχονται.
Είναι ένα θέμα δύσκολο, γιατί αν ρίξουμε μια ματιά στις άλλες ανεπτυγμένες χώρες, θα δούμε ότι και εκεί αυτήν τη στιγμή είναι σε εξέλιξη μια μεγάλη συζήτηση και όλοι είναι σε αναζήτηση κανόνων οι οποίοι θα εγγυώνται ένα θετικό αποτέλεσμα, σε αναζήτηση κανόνων, οι οποίοι θα βοηθούν αυτήν τη διαφάνεια. Δεν είναι οι κανόνες δεδομένοι και άρα εύκολο είναι σε μας να πούμε ότι αυτό ή το άλλο είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σ' αυτό το αποτέλεσμα που θέλουμε. Πρέπει και εμείς να αναζητήσουμε. Αλλά πιστεύω ότι είναι πολύ θετικό ότι και στην επιτροπή και εδώ έχουμε επίγνωση του προβλήματος και προσπαθούμε να βρούμε λύσεις.
'Ενα τρίτο θέμα το οποίο πιστεύω έχει μεγάλη σημασία είναι η διαφάνεια στους όρους της διεξαγωγής του εκλογικού αγώνα. Να πάψει επιτέλους η παλιά συνήθεια να αιφνιδιάζεται το ένα ή το άλλο κόμμα με εκλογικούς νόμους, οι οποίοι αποφασίζονται την τελευταία στιγμή. Είναι μια πρακτική την οποία πιστεύω όλοι θέλουμε να καταργήσουμε και πρέπει να καταργήσουμε.
Θέλω να αναφέρω ως τέταρτο στόχο το σεβασμό των κυριοτέρων πολιτειακών οργάνων, δηλαδή του εκλογικού Σώματος της Βουλής και του Προέδρου της Δημοκρατίας.
'Ερχομαι σ'ένα θέμα, το οποίο έχει αποτελέσει αντικείμενο έντονης συζήτησης. Είναι ο τρόπος εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας. Και πιστεύω ότι η θέληση του λαού, δεν πρέπει να εκβιάζεται με πρόσχημα τις δυσκολίες και εν τέλει την αδυναμία εκλογής Προέδρου. Μετά από είκοσι πέντε χρόνια δημοκρατικής ζωής, έχουμε πια ωριμάσει για να μην παγιδευόμαστε σε ψευτοδιλήμματα.
Γνωρίζω βέβαια, ότι η Αντιπολίτευση δεν έχει πεισθεί με την άποψή μας και νομίζει ότι πρέπει να μείνουμε στις ισχύουσες ρυθμίσεις. Πιστεύω όμως
ότι θα πρέπει να δείξει στην Ολομέλεια περισσότερη θεσμική ευαισθησία. Περισσότερη θεσμική ευαισθησία, ώστε να έχουμε μια ρύθμιση η οποία βοηθά
την πολιτεία μας να λειτουργήσει σωστά και να μην οδηγούμαστε σε εκλογές κάθε τόσο και λιγάκι, οι οποίες δεν αφορούν το κύριο αντικείμενο της πολιτικής συζήτησης και διαμάχης.
Ανάλογη ευαισθησία πιστεύω ότι επέδειξε η Αντιπολίτευση πρόσφατα,
όταν έστω και την τελευταία στιγμή συμφώνησε στην εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Τα κρυφά χαρτιά δεν ωφελούν πιστεύω κανέναν. Και τα κρυφά χαρτιά και οι εκβιασμοί έχουν κουράσει τους πολίτες και αυτό πρέπει να το εκφράσουμε και στο Σύνταγμα.
Αξιοπιστία της δημοκρατίας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σημαίνει
και βελτίωση της λειτουργίας της Βουλής. Με την αναθεώρηση εκσυγχρονίζεται τόσο η νομοθετική, όσο και η ελεγκτική διαδικασία. Η Ολομέλεια της Βουλής απαλλάσσεται από το μεγάλο όγκο των νομοσχεδίων, ώστε να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον της στα πιο σημαντικά από αυτά.
Πιστεύω ότι οι ρυθμίσεις αυτές είναι ρυθμίσεις οι οποίες θα βοηθήσουν
όλους εμάς για μια πιο ουσιαστική δουλειά και μια μεγαλύτερη συγκέντρωση στα κύρια προβλήματα που έχουμε να συζητήσουμε. Σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, αυτό το οποίο επιδιώκουμε είναι εδώ και πολύ καιρό κατακτημένο.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η συνταγματική αναθεώρηση που καλούμαστε να ολοκληρώσουμε, πιστεύω ότι μέχρι σήμερα αναβάθμισε το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου. 'Εδειξε σε όλους την ωριμότητα της πολιτικής μας ζωής. Είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι πετύχαμε στην Επιτροπή συγκλίσεις απόψεων, ότι μέσα από τη συζήτηση διαμορφώθηκαν κοινές θέσεις.
Θα έπρεπε εδώ να θυμίσω την ιστορία αναθεωρήσεων του Συντάγματος οι οποίες έγιναν στο παρελθόν. Οι αναθεωρήσεις του Συντάγματος, ήταν πάντα αντικείμενο μιας μεγάλης αντιπαράθεσης, θα έλεγα στείρας αντιπαράθεσης και οι ρυθμίσεις οι οποίες αποφασίζονταν ήταν πάντα έντονα αμφισβητούμενες. Αυτό δεν είναι σωστό. Γιατί το Σύνταγμα πρέπει να έχει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αποδοχή. Και γι'αυτό θα ήθελα σε σχέση με τις εργασίες της επιτροπής να παρατηρήσω το εξής: Το γεγονός ότι συμφωνούμε δεν σημαίνει ότι ο ένας ή ο άλλος υποχωρεί. Το γεγονός ότι προσπαθούμε να πετύχουμε μια κοινή θέση, δεν σημαίνει ότι ο ένας ή ο άλλος εγκαταλείπει τις θέσεις του, τις απόψεις του. Σημαίνει κάτι πολύ πιό σημαντικό για τη δημοκρατία μας, ότι θέλουμε να λειτουργήσουμε σε μια κοινή βάση και ένα κοινό πλαίσιο. Και γι'αυτό πιστεύω ότι τα αρνητικά σχόλια είναι σ'αυτήν την περίπτωση σχόλια που παραβλέπουν το πολύ θετικό γεγονός, ότι υπάρχει μια ευρύτερη αντίληψη για το πώς πρέπει να λειτουργήσει η πολιτεία μας.
Είναι ένα αισιόδοξο μήνυμα θα έλεγα, είναι ένα ελπιδοφόρο μήνυμα ότι
εδώ στη Βουλή μπορούμε να εκφράσουμε μια κοινή θέση. Και θα έλεγα ότι αυτή η κατάκτηση την οποία πετύχαμε όλοι μαζί, δεν είναι αναστρέψιμη. Η εμπειρία αυτής της αναθεωρητικής διαδικασίας μας δεσμεύει όλους, μας δεσμεύει να εγκαταλείψουμε ένα μίζερο παρελθόν, ένα παρελθόν που ήθελε ως προϋπόθεση της κατάκτησης της εξουσίας τη φθορά των θεσμών και την ηθική σπίλωση των αντιπάλων.
Η συνταγματική αναθεώρηση έρχεται να αναδείξει την αξία της πολιτικής επιχειρηματολογίας στα μεγάλα ζητήματα του τόπου. Και αυτήν την κατάκτηση πρέπει να την κρατήσουμε και να την προστατεύσουμε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με την ολοκλήρωση της διαδικασίας στην Ολομέλεια της Βουλής, η χώρα θα αποκτήσει ένα νέο Σύνταγμα. Είμαι βέβαιος ότι το νέο Σύνταγμα θα αποτελέσει το θεσμικό βάθρο για την καλύτερη θωράκιση της αυτονομίας και την ανάπτυξη της προσωπικότητας του κάθε πολίτη και του κάθε ανθρώπου που ζει στην Ελλάδα. Θα αποτελέσει όμως και το εφαλτήριο για την απελευθέρωση των δημιουργικών δυνάμεων της κοινωνίας στο δρόμο του ριζικού εκσυγχρονισμού.
'Ακουσα σήμερα το πρωϊ έκπληκτος την άποψη, ότι η Κυβέρνηση υποκρίνεται και επειδή σε πολλές διατάξεις του Συντάγματος υπάρχει η αναφορά ότι ένας νόμος θα εξειδικεύσει τη ρύθμιση, δεν υπάρχει πρόθεση τα όσα θα αποφασιστούν να εφαρμοστούν. Θα έλεγα ότι αυτό είναι αστείο. Το Σύνταγμα δεν είναι μια νομοθεσία λεπτομερειακή η οποία κανονίζει όλες τις λεπτομέρειες για ένα θέμα. Αλίμονο αν είναι έτσι. Τότε το Σύνταγμα χάνει το χαρακτήρα του ως βασικός νόμος, ως νόμος-πλαίσιο.
Θα παρακαλούσα όλους τους συναδέλφους να εξετάσουν τα Συντάγματα
άλλων χωρών, να δουν αν υπάρχει λεπτομερειακή ρύθμιση όλων των θεμάτων τα οποία αναφέρονται στο Σύνταγμα. Δεν είνα σκόπιμο αυτό. Γιατί το πλαίσιο πρέπει να δίνει και τη δυνατότητα στη Βουλή, στην εκάστοτε Βουλή στη διάρκεια της λειτουργίας του Συντάγματος της προσαρμογής των αρχών στις εξελίξεις, της συμπλήρωσης, της δημιουργίας νέων ρυθμίσεων. Δεν υπάρχει
η δυνατότητα ποτέ να κρατήσουμε την εξέλιξη στο ίδιο σημείο που είμαστε τώρα. Και το Σύνταγμα είναι μια απόφαση για το πού θα πορευθούμε. Δεν είναι μια απόφαση λεπτομερειακή για το πώς θα πορευθούμε σε όλα τα ζητήματα. Αυτό θα το αποφασίζουν οι αντιπρόσωποι του λαού τις επόμενες δεκαετίες. Και έχει αξία να μείνουμε σε γενικό επίπεδο. Αλλά και βεβαίως με βάση αυτό το γενικό επίπεδο, όπως το κάναμε και άλλοτε, έτσι θα το κάνουμε και τώρα, θα πάρουμε τις αποφάσεις εκείνες, θα ψηφίσουμε όλοι μαζί, συμφωνώντας ή διαφωνώντας, τους νόμους εκείνους οι οποίοι χρειάζονται για να εφαρμοσθούν οι αποφάσεις μας σε σχέση με το Σύνταγμα.
Θα εφαρμόσουμε αυτές τις αρχές τις οποίες ορίσαμε, γιατί με τον τρόπο
αυτό θέλουμε, όπως είπα, να εκσυγχρονίσουμε, να αλλάξουμε, να προσαρμόσουμε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα -κλείνοντας- να τονίσω ότι οι καλές προθέσεις βέβαια των συντακτών των κειμένων, οι καλές προθέσεις όλων μας δεν αρκούν. Δεν αρκεί ότι υπάρχει έστω ένας πολύ καλός θεσμικός βασικός νόμος. Χρειάζεται να εξασφαλίσουμε και έμπρακτα την πιστή και δημιουργική εφαρμογή του νέου Συντάγματος. Χρειάζεται να κάνουμε πράξη αυτό το οποίο θα αποφασίσουμε σε γενικές αρχές εδώ στη Βουλή.
Το καθήκον αυτό, όπως το καθήκον η δημοκρατία να είναι ζωντανή σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, ανήκει σε όλους μας. Ανήκει και σε όσους αποφασίζουν και σε όσους ελέγχουν τις αποφάσεις.
Σε ό,τι αφορά την Κυβέρνηση και εμένα προσωπικά, ο ελληνικός λαός
μπορεί να είναι σίγουρος ότι έχουμε πλήρη συνείδηση της μεγάλης ιστορικής ευθύνης να μετουσιώσουμε το Σύνταγμα σε πράξη, να κάνουμε ένα Σύνταγμα το οποίο θα είναι πραγματικά ζωντανό και αποδεκτό από τον ελληνικό λαό. Σας ευχαριστώ.
(Ζωηρά χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Κύριοι συνάδελφοι, το πρωί σας
εισηγήθηκα και συμφωνήσαμε να τελειώσει απόψε ο κατάλογος των ομιλητών. Βλέπω ότι αυτό θα απαιτήσει να πάμε πολύ αργά μετά τα μεσάνυχτα.
Θα ήθελα συνεπώς να σας προτείνω τώρα να ορίσουμε εμβόλιμη συνεδρίαση για αύριο το απόγευμα ή μετά την ολοκλήρωση της συζητήσεως του νομοσχεδίου του Υπουργείου Οικονομικών για τον Κώδικα περί απαλλοτριώσεων να συνεχιστεί η συζήτηση αυτή με τους συναδέλφους που δεν θα έχουν μιλήσει μέχρι τις δώδεκα η ώρα απόψε.
Προτιμάτε το δεύτερο προφανώς όσοι θα φύγετε για την επαρχία.
Είμεθα σύμφωνοι;
ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Το Σώμα συμφώνησε.
Ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης κ. Κώστας Καραμανλής έχει το λόγο.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, συμφωνούμε όλοι ότι η Αναθεώρηση του Συντάγματος, που εισέρχεται τώρα στην τελική και πιο κρίσιμη φάση της, αποτελεί κορυφαία και θεσμική και πολιτική διαδικασία του Δημοκρατικού Πολιτεύματος. Για το λόγο αυτό σπεύδω εξ αρχής να διευκρινίσω δυο πράγματα.
Το πρώτο είναι ότι για μας δεν τίθεται κανένα ζήτημα κομματικής πειθαρχίας και η θέση μας αυτή είναι ξεκάθαρη και έχει διατυπωθεί από πολύ καιρό. Ελπίζω ότι ανάλογη διευκρίνιση θα υπάρξει και απ' όλα τα άλλα κόμματα -και έχει σημασία αυτό, για να έχουμε την πιο ελεύθερη, την πιο ουσιαστική συνδρομή όλων των συναδέλφων απ' όλες τις πτέρυγες της Βουλής. Πιστεύω άλλωστε ότι το κυβερνών κόμμα πρέπει να έχει διδαχθεί πολλά από τη στείρα, την αρνητική τακτική του παρελθόντος του και ελπίζουμε ότι δεν θα επιχειρήσει νέα στροφή προς το χθες.
Το δεύτερο, που θέλω να διευκρινίσω άμεσα, αφορά στη βασική μας αρχή για το διάλογο που ακολουθεί. Και η αρχή αυτή εμπεριέχεται σε μια φράση: προσπάθεια για γόνιμη σύνθεση σε κλίμα συναίνεσης.
Δυστυχώς, στην πρώτη φάση της αναθεωρητικής διαδικασίας η αρχή αυτή δεν έγινε δεκτή από την ηγεσία της πλειοψηφίας. Απορρίφθηκαν εξ αιτίας δογματικών αγκυλώσεων και σκοπιμοτήτων του κυβερνώντος κόμματος σημαντικές προτάσεις για μια πιο ουσιαστική και πιο τολμηρή αναθεώρηση. Δεν συμπεριελήφθησαν στις αναθεωρητέες διατάξεις εκείνες, που αφορούν στη βουλευτική ασυλία, παρ' όλο που αυτό αποτελεί -και είναι βέβαιο αυτό-καθολική αξίωση της κοινωνίας και επιτακτική ανάγκη για την προστασία του κύρους του πολιτικού κόσμου.
Εξ ίσου σοβαρό είναι το γεγονός ότι απορρίφθηκε, για μια ακόμη φορά, η πρότασή μας για την τροποποίηση των διατάξεων, που αφορούν στην Ανώτατη Εκπαίδευση, έτσι ώστε να δινόταν η ευκαιρία για την ίδρυση μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Αφέθηκε έτσι σε εκκρεμότητα ένα εξαιρετικά σοβαρό θέμα με ορατό, πέραν των άλλων, το ενδεχόμενο να βρεθούμε αντιμέτωποι με τις επιταγές του θεσμικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης. Η Κυβέρνηση φέρει στο ακέραιο την ευθύνη γι' αυτή την αναχρονιστική και αρνητική στάση, η οποία, αν μη τι άλλο, δείχνει ότι παραμένει δέσμια των δογματισμών και των αγκυλώσεων του παρελθόντος της.
Γεγονός πάντως είναι ότι το κυβερνών κόμμα, στη συνέχεια, αναγκάστηκε
να εγκαταλείψει σε πολλά σημεία τις περιπλανήσεις του και να προσεγγίσει ορισμένες από τις ιδέες και τις προτάσεις μας. Εξακολουθεί ωστόσο να υπάρχει μια απροθυμία, μια δυσανεξία της Κυβέρνησης απέναντι σε κάθε ρηξικέλευθη πρόταση για περισσότερη διαφάνεια, για περισσότερη δημοκρατία.
Φαίνεται ή ακούστηκε, πάντως, ότι η ηγετική ομάδα της Κυβέρνησης ετοιμάζεται για νέες παλινδρομήσεις και υπαναχωρήσεις, για αθέτηση ακόμα και κάποιων από τα όσα συμφωνήθηκαν στην αρμόδια Κοινοβουλευτική επιτροπή. Κύριοι της Κυβέρνησης, στην περίπτωση τέτοιας υπαναχώρησης απ'
όσα ήδη συμφωνήθηκαν στην επιτροπή και ειδικά σε ζητήματα ιδιαίτερα ευαίσθητα, που έχουν σχέση με τη διαφάνεια και τη δημοκρατία, τα μέσα ενημέρωσης, την ιδιοκτησία αυτών, θα μου επιτρέψετε να πω ότι αυτό θα ισοδυναμεί με ομολογία αδυναμίας και ομηρίας.
Θέλω ωστόσο να πιστεύω ότι θα εγκαταλειφθεί τελικά κάθε παρόμοια
σκέψη και ότι στο επόμενο διάστημα η κυβερνητική πλειοψηφία θα συμπράξει, ώστε να επιτευχθούν ακόμα περισσότερα απ' όσα ήδη συμφωνήθηκαν στην επιτροπή. Σ' αυτήν την κατεύθυνση και μ' αυτές τις αρχές θα κινηθούμε με όλες μας τις δυνάμεις.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι προφανές ότι ο Καταστατικός Χάρτης της χώρας πρέπει να διαμορφώνεται με βάση την εμπειρία του παρελθόντος, την κατανόηση του παρόντος, προπάντων όμως με την εκτίμηση για τις ανάγκες του αύριο, για τις ανάγκες του μέλλοντος. Σήμερα, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το Σύνταγμα του 1975 ανταποκρίθηκε απόλυτα στις αρχές αυτές. Η πολιτική σταθερότητα της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου αποτελεί επαρκή απόδειξη για την πολιτική και ιδεολογική δικαίωση του Συντάγματος του 1975 και των εμπνευστών του.
Στο ίδιο όμως συμπέρασμα οδηγεί και η Αναθεώρηση, που τώρα προωθούμε, και αυτό, κυρίως, για δύο λόγους: πρώτον, γιατί η Αναθεώρηση αυτή δεν αμφισβητεί και δεν ανατρέπει τις θεμελιώδεις επιλογές του συντακτικού νομοθέτη του 1975. Αντίθετα επικυρώνει, επικαιροποιεί, ενδυναμώνει -στις περισσότερες τουλάχιστον περιπτώσεις- τις επιλογές του. Με απλές και ξεκάθαρες λέξεις: αποδέχονται και υπερασπίζονται σήμερα τη λογική και τη φιλοσοφία του Συντάγματος του 1975 ακόμη κι εκείνοι που την πολέμησαν και την αρνήθηκαν στο παρελθόν.
Δεύτερον, γιατί -και κάνατε λάθος στο σημείο αυτό, κύριε Πρωθυπουργέτην πρωτοβουλία και γι' αυτήν την αναθεώρηση η Νέα Δημοκρατία την έχει αναλάβει και μάλιστα με την κατάθεση εξαρχής πλήρους πρότασης. Θυμίζω ότι μία ακόμη προσπάθεια συνταγματικής αναθεώρησης, που επίσης είχε δρομολογηθεί με δική μας πρωτοβουλία, ανακόπηκε και ακυρώθηκε το 1996 από τη σημερινή ηγεσία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Κι αυτό όχι για κάποιον πολύ σοβαρό λόγο, αλλά με αποκλειστική επιδίωξη τον εκλογικό αιφνιδιασμό όλων των άλλων πολιτικών δυνάμεων του τόπου. Αλλά και αυτό ακόμα είναι, ανάμεσα σε πολλά άλλα, μια σαφής ένδειξη για την περί δημοκρατίας αντίληψη της ομάδας που κυβερνά.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το Σύνταγμα του 1975 κατά κοινή
ομολογία εισήγαγε επαναστατικές δημοκρατικές καινοτομίες. Θεμελίωσε θεσμούς, που εξασφάλισαν στη χώρα μας την πιο ομαλή δημοκρατική περίοδο, έδωσε επαρκείς απαντήσεις στα πολιτικά ζητήματα που εγείρονταν τότε και θωράκισε αποτελεσματικά την Πολιτεία απέναντι στους κινδύνους, που διακρίνονταν στον ορίζοντα εκείνη την εποχή.
Σήμερα, ο κύκλος της μεταπολιτευτικής περιόδου έχει κλείσει. Διανύουμε ήδη μία νέα εποχή, έναν καινούριο αιώνα, έναν αιώνα με νέα δεδομένα, νέες ευκαιρίες, αλλά και καινούριους κινδύνους. Η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογική επανάσταση δημιουργούν νέα ζητήματα σε ό,τι αφορά στην προστασία του ανθρώπου. Η καταστροφή του περιβάλλοντος εξελίσσεται σε μια ιδιαίτερα σοβαρή απειλή για την ίδια τη ζωή. Η συγκέντρωση πλούτου και πολιτικής δύναμης σε εξωθεσμικά παράκεντρα δημιουργεί ασφυκτική πίεση στη Δημοκρατία.
Είναι, λοιπόν, ανάγκη να δώσουμε ιδιαίτερη έμφαση σε αυτό που έρχεται και όχι σε αυτό που φεύγει. Στην προστασία δηλαδή του ανθρώπου, του κοινωνικού συνόλου, του περιβάλλοντος, της ίδιας της Δημοκρατίας απέναντι στους κινδύνους, τις απειλές, τις πιέσεις, που φέρνει μαζί της η νέα εποχή.
Είναι πια πασιφανές, ακόμα και για εκείνους που επιμένουν να
προσποιούνται άγνοια, ότι οι νέοι κίνδυνοι για την ουσία και την ποιότητα της Δημοκρατίας είναι αθόρυβοι, είναι δόλιοι, αλλά είναι ισχυροί, πολύ ισχυροί, ότι εκδηλώνεται μία αδίστακτη απόπειρα ποδηγέτησης της πολιτικής ζωής, ότι οι κρίσιμες πολιτικές αποφάσεις υποβάλλονται και επιβάλλονται ενίοτε στην Κυβέρνηση από εξωθεσμικούς παράγοντες, ότι η άσκηση της εξουσίας διολισθαίνει από τα θεσμικά κέντρα σε εξωθεσμικά παράκεντρα, ότι διαμορφώνεται μία εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση αλληλεξάρτησης μεταξύ πολιτικής, οικονομικής ισχύος και διαμορφωτών της κοινής γνώμης, που συγκρούεται με τη νομιμότητα και το δημόσιο συμφέρον, που πλήττει την αναπτυξιακή διαδικασία, πλήττει τα συμφέροντα των φορολογουμένων, των
καταναλωτών, των επιχειρηματιών και τελικά αποβαίνει σε βάρος της δημοκρατίας και φαλκιδεύει τη λαϊκή κυριαρχία.
Θεωρώ θετικό το γεγονός ότι ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, ενώ μέχρι πρόσφατα αρνούνταν τη διαπλοκή και εξαπέλυε εναντίον μου προσωπικές επιθέσεις, αναγκάζεται τώρα, κάτω από την πίεση του συνόλου της Αντιπολίτευσης, πολλών στελεχών της ίδιας της κυβερνητικής πλειοψηφίας, αλλά και της ίδιας της κοινωνίας, να ομολογήσει την πραγματικότητα και να δεσμευθεί ότι θα κινηθεί στην κατεύθυνση μιας αποτελεσματικής θεσμικής θωράκισης της Πολιτείας.
Γνωρίζουμε βέβαια -και πρέπει να το τονίσω αυτό- ότι οι θεσμοί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, από μόνοι τους δεν αρκούν, για να διασφαλίσουν την πορεία της πολιτικής ζωής και του τόπου προς το αύριο. Δεν αρκούν για τον εξοβελισμό καθεστωτικών πρακτικών και αντιλήψεων, που εκκόλαψε η Κυβέρνηση. Δεν αρκούν για την αντιμετώπιση και την απόκρουση της συντονισμένης επίθεσης των οργανωμένων οικονομικών συμφερόντων εναντίον εκείνων των πολιτικών δυνάμεων, που αρνούνται να δηλώσουν υποταγή και να γίνουν υπάλληλοι και μισθοφόροι τους.
Εκείνο, το οποίο απαιτείται πριν από όλα, είναι γενναία πολιτική
στάση και υπεύθυνη πολιτική βούληση. Παρ' όλα αυτά, εκείνο, το οποίο τώρα προέχει, είναι η θεσμική θωράκιση της Πολιτείας.
Θεωρούμε πως με τους κατάλληλους θεσμούς τίθενται σοβαρά εχέγγυα
επιτυχίας στη σύγκρουση με τους νέους κινδύνους. Θεωρούμε πως οι κατάλληλοι θεσμοί μπορούν να δημιουργούν ισχυρές αντιστάσεις στις αντιδημοκρατικές νοοτροπίες ακατάλληλων κυβερνήσεων. Με άλλες λέξεις, η Αναθεώρηση του Συντάγματος μπορεί να μην είναι αυτοτελώς επαρκής για την ενίσχυση της ουσίας και της ποιότητας της Δημοκρατίας. Είναι, όμως, βασική και απαραίτητη, αναγκαία προϋπόθεση. Είναι η βάση, στην οποία μπορεί να αναπτυχθεί η κατάλληλη ετοιμασία της κοινωνίας, του κράτους και της χώρας, έτσι ώστε να αντιμετωπίσουμε τα ήδη υπαρκτά προβλήματα, αλλά και τις μεγάλες προκλήσεις, που θα συναντήσουμε μπροστά μας στο άμεσο, αλλά και στο απώτερο μέλλον.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, οι στόχοι που θέτουμε στο πλαίσιο της
κορυφαίας αυτής κοινοβουλευτικής διαδικασίας είναι σαφείς.
Αφορούν, πρώτον, στην προστασία του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου από την αυθαιρεσία και τις καταχρήσεις κάθε λογής εξουσίας από θεσμικά κέντρα, αλλά και από εξωθεσμικά παράκεντρα αποφάσεων.
Δεύτερον, στην αναβάθμιση των θεσμών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και ιδίως του Κοινοβουλίου.
Και τρίτον, στη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας της Δημόσιας
Διοίκησης και στην καταπολέμηση της διαφθοράς με την εισαγωγή ουσιαστικών καινοτομιών και την ενίσχυση των κυρωτικών μηχανισμών, που υπερασπίζονται το σεβασμό της έννομης τάξης, ιδίως μάλιστα με την ενίσχυση της δικαιοσύνης.
Σε ό,τι αφορά την πρώτη θεματική ενότητα των αναθεωρητέων διατάξεων,
τα συνταγματικά δικαιώματα, πολιτικά, ατομικά, κοινωνικά, οι αρχές που
μας καθοδηγούν είναι δεδομένες: ελευθερία, αξιοκρατία, διαφάνεια.
Στόχος μας είναι να θέσουμε τις βάσεις, ώστε ο άνθρωπος, ο πολίτης
να έχει όχι μόνο τη δύναμη και την ελευθερία να αναπτύσσει χωρίς περισπασμούς την προσωπικότητά του, αλλά και την απαιτούμενη στήριξη, για να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο ανάλογα με τις ικανότητές του.
Δεδομένοι όμως είναι και οι άξονες, στους οποίους κινούνται οι
σχετικές μας προτάσεις. Είναι, πρώτον, η προστασία του ανθρώπου από τις παρενέργειες των νέων τεχνολογιών, κυρίως μάλιστα από τις αυθαίρετες βιοϊατρικές επεμβάσεις και από την αυθαίρετη συλλογή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, έτσι ώστε η πρόοδος της τεχνολογίας να είναι ευεργετική και ελπιδοφόρα και να μη μεταβληθεί, όπως δυστυχώς πολλά σημεία δείχνουν, σε απειλή, σε κατάρα.
Δεύτερον, είναι η προστασία του περιβάλλοντος που αφορά όχι μόνο στην ποιότητα, αλλά και σ' αυτήν ακόμα την ύπαρξη της ίδιας της ζωής. Και η ανάγκη αυτή καθίσταται τραγικά επίκαιρη σήμερα μετά το ξέσπασμα των συνεπειών του πολέμου στα Βαλκάνια.
Τρίτον, είναι η κατοχύρωση της διαφάνειας. Και αυτό αφορά αφ' ενός στα οικονομικά των πολιτικών κομμάτων και των υποψηφίων και αφ' ετέρου στη δομή και τη λειτουργία των μέσων ενημέρωσης.
Σε ό,τι αφορά το πρώτο, δηλαδή τα οικονομικά των κομμάτων και των
υποψηφίων και το λεγόμενο πολιτικό χρήμα, οι θέσεις μας είναι σαφείς και ισχυρές. Επιμένουμε αταλάντευτα στη συνταγματική κατοχύρωση της δωρεάν παραχώρησης ραδιοφωνικού και τηλεοπτικού χρόνου, προεκλογικού και μη, στα πολιτικά κόμματα για την προβολή των θέσεών τους, με παράλληλη απαγόρευση της αγοράς άλλου χρόνου εκ μέρους τους.
Αυτό και μόνο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα είναι τεράστια τομή υπέρ της διαφάνειας και της ποιότητας της δημοκρατίας στον τόπο μας. Θέση καθαρή, που δεν επιδέχεται ούτε αμφισβητήσεις ούτε αντιρρήσεις. Και αισθάνομαι την υποχρέωση να σας πω ότι τυχόν μη αποδοχή της, ηθελημένα ή αθέλητα, ισοδυναμεί με στήριξη της διαπλοκής και της απόπειρας ποδηγέτησης του δημόσιου βίου από οικονομικά συμφέροντα.
Ακόμα, επιμένουμε στη συνταγματική κατοχύρωση της αρμοδιότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου να ελέγχει τα οικονομικά των πολιτικών κομμάτων και των υποψηφίων Βουλευτών. Της επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης των εκλογικών δαπανών, μεταξύ των οποίων να περιλαμβάνεται η έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο, τη διαφάνεια, δηλαδή, στα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, θεωρούμε επιβεβλημένη την απαγόρευση της όσμωσης της ιδιοκτησίας των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης με την ιδιοκτησία επιχειρήσεων, που συνάπτουν με το Δημόσιο συμβάσεις έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών.
Η Νέα Δημοκρατία, προκειμένου να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά η διαπλοκή, δεν πρόκειται να δεχθεί θεσμικές εκπτώσεις σε ό,τι αφορά την έκταση ελέγχου του μετοχικού κεφαλαίου των επιχειρήσεων αυτών, που πρέπει να φθάνουν μέχρι φυσικού προσώπου. Παράλληλα, βέβαια, δεν πρόκειται να δεχθούμε θεσμικές εκπτώσεις σε ό,τι αφορά το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης. Επιμένουμε τόσο στην πλήρη ανεξαρτησία των μελών του, όσο και στην ανάθεση σε αυτό όλων των αποφασιστικών αρμοδιοτήτων για την εποπτεία των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ιδιαίτερη σημασία αποδίδουμε στην
αναβάθμιση των κοινοβουλευτικών θεσμών.
Πρώτα από όλα είναι ανάγκη να θεσπισθούν εγγυήσεις, ώστε το εκλογικό σύστημα να μη λειτουργεί ως μέσο πολιτικού αιφνιδιασμού και εξυπηρέτησης κομματικών σκοπιμοτήτων. Αλλαγή του εκλογικού νόμου για τις επόμενες εκλογές δεν δεχόμαστε και αυτό θέλουμε να το κάνουμε για μια ακόμα φορά απόλυτα σαφές. Επιμένουμε, ταυτόχρονα, ότι το εκλογικό σύστημα είναι ανάγκη να εξασφαλίζει σταθερές κυβερνήσεις και να αποτρέπει συνθήκες ακυβερνησίας και πολιτικής ρευστότητας. Ζήσαμε και πληρώσαμε ως χώρα ακριβά παρόμοιες μεθοδεύσεις στο παρελθόν. Είναι ανάγκη να δείξουμε ιδιαίτερη προσοχή και μεγάλη υπευθυνότητα στην επόμενη περίοδο.
Βέβαια, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η Δημοκρατία σε έναν τόπο
μετριέται κυρίως από τις δυνατότητες, που έχει η εκάστοτε Αντιπολίτευση. Εάν εκλείπουν οι δυνατότητες της Αντιπολίτευσης, στην ουσία εκλείπει η Δημοκρατία. Και εάν περιορίζονται οι δυνατότητες της Αντιπολίτευσης,

αντίστοιχα περιορίζεται η ίδια η Δημοκρατία.
Είναι, λοιπόν, ανάγκη να υιοθετηθούν οι ρυθμίσεις εκείνες, που
καθιστούν πιο αποτελεσματική τόσο τη νομοθετική λειτουργία, όσο και την άσκηση του κοινοβουλευτικού ελέγχου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ουσιαστικές καινοτομίες απαιτούνται και στην τρίτη ενότητα των αναθεωρητέων διατάξεων, που αφορούν στη Δικαιοσύνη και στη Διοίκηση.
Σε ό,τι αφορά τον τόσο ευαίσθητο χώρο της Δικαιοσύνης, οφείλουμε
πριν από όλα να θεσπίσουμε εγγυήσεις για τη μεγαλύτερη προστασία της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών. Αναφέρω ως παράδειγμα την ανάγκη περιορισμού της ευρύτατης σήμερα διακριτικής ευχέρειας της Κυβέρνησης ως προς την επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης. Η πρακτική, επειδή, δυστυχώς, διαμορφώνει συνθήκες κομματισμού και απαξίωσής της, πρέπει να αλλάξει.
Προτείνουμε, λοιπόν, να επιλέγεται ο πρόεδρος κάθε ανώτατου δικαστηρίου μόνο μεταξύ των αντιπροέδρων, ενώ οι αντιπρόεδροι να επιλέγονται από τις οικείες ολομέλειες. Πέρα από τη ρύθμιση αυτή, σε ό,τι αφορά τη Δικαιοσύνη επιβάλλεται να προβλέψουμε ρυθμίσεις για την αποτελεσματική εφαρμογή των αποφάσεων των δικαστηρίων. Στην κατεύθυνση αυτή, ιδιαίτερα κρίσιμη είναι η ρύθμιση, που επιτρέπει την αναγκαστική εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων, ακόμα και σε βάρος της ιδιωτικής
περιουσίας του δημοσίου και των κάθε είδους νομικών προσώπων του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Σε ό,τι αφορά τη Δημόσια Διοίκηση είναι κοινή η πεποίθηση ότι απαιτούνται βαθιές, κρίσιμες, ριζοσπαστικές τομές. Η κεντρική διοίκηση πρέπει να απεξαρτηθεί από την εκάστοτε κυβέρνηση, να λειτουργήσει σε καθεστώς πλήρους διαφάνειας και να αναδείξει επιτέλους ως βασική αρχή της την αξιοκρατία.
Δεν είναι δυνατόν οι κυβερνήσεις να αντιμετωπίζουν το κράτος ως κατακτητές. Δεν μπορεί να συνεχίζονται οι διακρίσεις και οι διαχωρισμοί σε βάρος των πολιτών. Είναι αδιανόητο να παραδίδεται η Δημόσια Διοίκηση, αλλά και η δημόσια περιουσία σε μικρά ή μεγάλα συμφέροντα. Είναι κατάντημα παρακμής να θριαμβεύει η κατάχρηση εξουσίας, η αυθαιρεσία και η ασυδοσία. Το καθεστώς της ατιμωρησίας δεν πάει άλλο.
Για όλους αυτούς τους λόγους αποδίδουμε ιδιαίτερη σημασία στη
συνταγματική κατοχύρωση Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών -και συγκεκριμένα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, του Συνηγόρου του Πολίτη, του Εθνικού Συμβουλίου Δημόσιας Διοίκησης, του Εθνικού Συμβουλίου για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών, του Εθνικού Συμβουλίου Αποκρατικοποιήσεων και Ιδιωτικοποιήσεων, της Επιτροπής Διαρκούς Κωδικοποίησης της Νομοθεσίας.
Σημεία αιχμής σε ό,τι αφορά τις αρχές αυτές αποτελούν: πρώτον ο συνταγματικός προσδιορισμός των αρμοδιοτήτων τους, να έχουν, δηλαδή, σαφώς προσδιορισμένες και συνταγματικά κατοχυρωμένες αρμοδιότητες και απόφασης και εκτέλεσης.
Δεύτερον, η διασφάλιση της αποκλειστικής άσκησης των αρμοδιοτήτων
τους, χωρίς καμιά δυνατότητα παρέμβασης της Κυβέρνησης.
Τρίτον, να υπάρχει σαφής και συνταγματικά κατοχυρωμένη πρόβλεψη κυρώσεων και προπαντός ασφυκτική υποχρέωση επιβολής των κυρώσεων αυτών.
Τέταρτον, για λόγους και αντικειμενικότητας και αξιοπιστίας η
ανάδειξη των μελών τους να γίνεται από τη Βουλή. 'Οχι όμως από τη Διάσκεψη των Προέδρων, αλλά από την κατά περίπτωση αρμόδια Διαρκή Επιτροπή, η σύνθεση της οποίας παρέχει σαφώς μεγαλύτερα εχέγγυα αντικειμενικότητας και δημοκρατικής νομιμοποίησης.
Σε ό,τι αφορά την αναθεώρηση του ισχύοντος σήμερα θεσμικού πλαισίου
για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, προτείνουμε τη συνταγματική κατοχύρωση τριών βαθμών Αυτοδιοίκησης. Να καθιερωθεί τεκμήριο αρμοδιότητας υπέρ των οργανισμών Αυτοδιοίκησης ως προς τις τοπικές υποθέσεις. Να υπάρξουν συνταγματικές εγγυήσεις για την οικονομική τους αυτοτέλεια.
Να προβλεφθεί δυνατότητα άμεσης συμμετοχής των τοπικών κοινωνιών στις αποφάσεις τοπικού χαρακτήρα με το θεσμό των τοπικών δημοψηφισμάτων. Να περιοριστεί η κρατική εποπτεία μόνο ως προς τη διενέργεια κατασταλτικού
ελέγχου νομιμότητας. Να υιοθετηθούν διαδικασίες ελέγχου της διαφάνειας των οικονομικών της Αυτοδιοίκησης μέσω του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η αναθεωρητική μας πρόταση σκοπό είχε και έχει τη διαμόρφωση μιας ανοιχτής, δίκαιης και υγιούς ανταγωνιστικής κοινωνίας, ικανής να διασφαλίσει την ελεύθερη ανάπτυξη της
προσωπικότητας του καθενός, την προστασία του κοινωνικού συνόλου, τη στήριξη του πολίτη. Επίσης, την αναβάθμιση της ποιότητας της Δημοκρατίας μας και τη θωράκιση της Πολιτείας απέναντι στην εντεινόμενη αδιαφάνεια,
τη διαφθορά και τη διαπλοκή.
Αποβλέπουμε στη θεμελίωση νέων θεσμών και την ενίσχυση αυτών που υπάρχουν, έτσι ώστε η Δημοκρατία μας να ανταποκρίνεται απόλυτα στις ανάγκες του νέου αιώνα, αλλά και στους καινούριους κινδύνους, που έχουν διαφανεί. Μία ανάγκη να οπλίσουμε την Πολιτεία με τους θεσμούς και τους μηχανισμούς, που είναι αναγκαίοι για την αποτελεσματικότερη στήριξη του ανθρώπου, της κοινωνίας, του περιβάλλοντος. Να οπλίσουμε το δημοκρατικό πολίτευμα με τους θεσμούς και τους μηχανισμούς, που είναι αναγκαίοι για την προστασία της ουσίας και της ποιότητας της δημοκρατίας, για την απαλλαγή του τόπου από τα γνωστά σε όλους πια νοσηρά, παρακμιακά φαινόμενα.
Οι περιστάσεις, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θέτουν τον πήχυ των υποχρεώσεών μας, τον πήχη των υποχρεώσεων όλων των πολιτικών δυνάμεων πολύ ψηλά. Οι κίνδυνοι που καραδοκούν υποδεικνύουν ακόμη πιο υψηλούς στόχους. Μια ανάγκη να ενεργήσουμε με θάρρος και ανιδιοτέλεια, να αγνοήσουμε το οποιοδήποτε πολιτικό κόστος, να κοιτάξουμε προς το αύριο

και να τραβήξουμε μπροστά.
Εμείς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχουμε ήδη επιλέξει το δύσκολο
δρόμο και πιστεύουμε ότι αυτή είναι η απαίτηση των δημοκρατικών κοινωνικών δυνάμεων της χώρας μας, ότι αυτή είναι η επιταγή της εποχής, ότι αυτό είναι το χρέος μας προς τη Δημοκρατία, προς το κοινωνικό σύνολο, προς τον άνθρωπο.
Εμείς αναλαμβάνουμε ευθέως τις ευθύνες μας και θέλουμε να ελπίζουμε
ότι είναι η ώρα, που και η Κυβέρνηση θα αναλάβει τις μεγάλες δικές της ευθύνες.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Το λόγο έχει η Πρόεδρος της
Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος κ. Αλέκα Παπαρήγα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΑΠΑΡΗΓΑ (Γενική Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του
Κ.Κ.Ε.): Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, εκτιμούμε
ότι η Κυβέρνηση με πολύ πάθος διακηρύσσει ότι η σημερινή Αναθεώρηση του Συντάγματος αποτελεί το πιο σπουδαίο θεσμικό διάβημα που έχει γίνει στη χώρα μας ύστερα από την αναθεώρηση του 1974. Δυστυχώς εμείς δεν μπορούμε να συμμεριστούμε αυτήν την άποψη. Απλώς να γνωρίσουμε ότι προωθείται αυτή η Αναθεώρηση με μια πραγματικά πιο καθαρή συναίνεση, κυρίως με την Αξιωματική Αντιπολίτευση.
Εμείς έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το νέο Σύνταγμα ιδιαίτερα σε ορισμένα του άρθρα αναθεωρείται επί τω αντιδραστικότερω. Και γι' αυτό υποστηρίξαμε αυτήν την άποψη του μικρότερου κακού στο συγκεκριμένο ζήτημα. Καλύτερα να μείνει ως έχει. Παρακάτω θα αναφέρουμε πού στηρίζουμε αυτήν την εκτίμησή μας.
Κατ' αρχήν εμείς χρησιμοποιούμε δύο βασικά κριτήρια προκειμένου να κρίνουμε συντάγματα μέσα στο δοσμένο κοινωνικοοικονομικό σύστημα που ζούμε. Κρίνουμε αν θέλετε τον βαθμό της προοδευτικότητάς τους ή το βαθμό της αντιδραστικότητάς τους:
Πρώτον, αν δίνονται κάποια στοιχειώδη δικαιώματα στο λαό, ιδιαίτερα
στους χώρους της εργασίας ώστε αυτός να μπορεί να αντιπαλεύει την εκμετάλλευση και την αδικία με στόχο να αποσπάσει κάποιες κατακτήσεις που βελτιώνουν τη ζωή του.
Δεύτερον, κρίνουμε αν θέτει κάποιους περιορισμούς έστω και τυπικούς νομικούς, στη δράση της πλουτοκρατίας, αν θέτει κάποιους προστατευτικούς κανόνες στη διαφύλαξη και ανάπτυξη του πλούτου της χώρας, των πρώτων υλών που διαθέτει, των πλουτοπαραγωγικών πηγών, γενικότερα των παραγωγικών της μέσων.
Κατά τη γνώμη μας, τίποτα από αυτά δεν διασφαλίζει τη σημερινή
αναθεώρηση. Αντίθετα, κάνει τα πράγματα χειρότερα.
Εάν κάποιος διαβάσει τις αναθεωρημένες διατάξεις και σταθεί μόνο στην επιφάνεια, στις πραγματικά "κομψές" και διπλωματικές διατυπώσεις, ίσως αντιδράσει με την εκτίμησή μας ότι η σημερινή αναθεώρηση έχει πιο έντονο, αντιδραστικό, κοινωνικό και πολιτικό περιεχόμενο.
Κατά τη γνώμη μας, όμως, με αυτά που λέει ιδιαίτερα σε άρθρα όπως είναι το 28, αλλά και άλλα άρθρα και κυρίως με αυτά που σκοπίμως δεν λέει, αυτό που τελικά κάνει το Σύνταγμα είναι να νομιμοποιήσει τις προϋποθέσεις, τα μέσα και τις δυνατότητες για να μετατραπεί η κρατική μηχανή σε ακόμα πιο φθηνό εμπόρευμα.
Αναρωτήθηκα σήμερα το πρωί διαβάζοντας απογευματινή εφημερίδα που είχε στον κύριο τίτλο της ότι συγκροτούνται στη βόρειο Ελλάδα εταιρείες οι οποίες ενοικιάζουν εργαζόμενους σε επιχειρηματίες και επιχειρήσεις, εάν αυτό είναι νόμιμο με βάση το Σύνταγμα ή με βάση την κείμενη νομοθεσία. Εταιρίες που ενοικιάζουν εργαζόμενους! Για του λόγου το αληθές αναφέρω ότι αυτό γράφτηκε στην εφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ".
Κατά τη γνώμη μας, το υπό αναθεώρηση Σύνταγμα άμεσα ή έμμεσα στέκεται εντελώς εχθρικό και περιφρονητικό σε κάθε έννοια λαϊκού θεσμού, σε κάθε δηλαδή, θεσμό που δεν διαμορφώνεται με αποφάσεις του Κοινοβουλίου και του Συντάγματος, αλλά διαμορφώνεται στην πορεία της δράσης του λαού.
Αναμφισβήτητα υπάρχουν και νέα θεσμικά όργανα. Προβλέπονται και
κατοχυρώνονται. Κατά τη γνώμη μας, όμως, αυτά τα θεσμικά όργανα, οποιαδήποτε ονομασία και αν έχουν, ιδιαίτερα αν αυτά ονομάζονται ανεξάρτητες διοικητικές αρχές υπεράνω δεν ξέρω ποιου συμφέροντος, στην ουσία καταλήγουν να είναι όργανα νομιμοποίησης της εξουσίας και του συμφέροντος των λίγων. Περιέχονται μάλιστα και άρθρα, τα οποία
περιορίζουν το δικαίωμα της απεργίας και το συνδικαλισμό στους δημοσίους υπαλλήλους.
Το ίδιο πνεύμα κατά τη γνώμη μας υπάρχει και στα άρθρα που αναφέρονται στη λεγόμενη αποκέντρωση και ανεξαρτησία, λόγου χάρη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Αποκέντρωση γίνεται. Το θέμα είναι ότι αποκεντρώνονται η αντιλαϊκή πολιτική και οι αντίστοιχοι θεσμοί, με αποτέλεσμα η Τοπική Αυτοδιοίκηση να αποτελεί επίσημα ένα μηχανισμό προώθησης και διάθεσης της νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Η μόνη σύνδεση που έχει με το λαό σήμερα η Τοπική Αυτοδιοίκηση ως επίσημα καθιερωμένος θεσμός είναι οι εκλογές, η ψήφος ή κάποιες εκδηλώσεις που γίνονται κυρίως για το "μακιγιάζ" της πολιτικής.
Οι αγωνιστικές θετικές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται από τοπικές
αρχές συνήθως υπονομεύονται και υποσκάπτονται. Πιο δύσκολα σήμερα από χθες μπορεί να διαμορφωθούν όμορφες νησίδες Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε ένα τόσο γκρίζο και μουντό περιβάλλον.
Με την ευκαιρία αυτή, επειδή το θέμα του Συντάγματος με τους θεσμούς είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο, εμείς ξεκαθαρίζουμε ότι στηρίζουμε, υπολογίζουμε σοβαρά πριν απ'όλα εκείνους τους θεσμούς που αναδεικνύει ο λαός με την πάλη του. Ειδικά σήμερα έχουμε ανάγκη από λαογέννητους θεσμούς που βεβαίως δεν μπορούν να φτιαχθούν σε κομματικά ή άλλα συνδικαλιστικά γραφεία, αλλά μέσα από την πάλη με τη λαϊκή πρωτοβουλία και αυτενέργεια, θεσμούς που μπορούν να πάρουν ένα τέτοιο χαρακτηριστικό σε συνθήκες ανεπτυγμένης κοινωνικής και πολιτικής αναμέτρησης.
(Στο σημείο αυτό την Προεδρική 'Εδρα καταλαμβάνει ο Α' Αντιπρόεδρος
της Βουλής, κ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΕΙΤΟΝΑΣ)
Υποστηρίζουμε θεσμούς εργατικού και κοινωνικού ελέγχου.
Με την ευκαιρία, επειδή νομίζω ότι η συζήτηση παίρνει ένα γενικότερο χαρακτήρα, άλλωστε και ο κύριος Πρωθυπουργός και ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ξεπέρασαν -και καλά έκαναν- από την πλευρά τους την τυπική συζήτηση των συγκεκριμένων υπό αναθεώρηση άρθρων, θα ήθελα και εγώ να επεκταθώ σε ένα ζήτημα γενικότερο.
Εμείς κατά την πεποίθησή μας θεωρούμε ότι γενικά το κάθε σύνταγμα σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, σε όλες τις ιστορικές και χρονικές
διαστάσεις και τον περασμένο αιώνα και τον 20ό αιώνα δεν είναι δυνατόν να κατοχυρώνει όλα ανεξαίρετα τα δικαιώματα.
Κατοχυρώνει τα συμφέροντα εκείνων που εξουσιάζουν και κυριαρχούν, τα δικαιώματα που εκφράζει η εκάστοτε πολιτική εξουσία, η κρατική πολιτική που αποτελεί ένα συστατικό μέρος της πολιτικής εξουσίας. Αν εξουσιάζει ο λαός και ανάλογα με την παρέμβασή του και τη δύναμή του τότε το Σύνταγμα έχει ανάλογη γραφή και περιεχόμενο. Προφανώς πρέπει να προστατεύει το λαό από κάθε φορέα ή ενέργεια που αποβλέπει στην παλινδρόμηση και διευκολύνει την παρέμβασή του για εργατικό και κοινωνικό έλεγχο. Είναι προφανώς ένα Σύνταγμα που γίνεται από το λαό για το λαό. Ξεκινά από το ότι οι εργαζόμενοι αποκλειστικά δημιουργούν τον πλούτο και άρα σε αυτούς ανήκει αποκλειστικά.
Το σημερινό Σύνταγμα όπως εξελίσσεται με την αναθεώρηση -θα ήταν περίεργο τα πράγματα να είναι αλλιώς- εκφράζει τα συμφέροντα αλλά και τους μελλοντικούς σχεδιασμούς της ολιγαρχίας του πλούτου και της κρατικής εξουσίας. Θα σταθώ σε ένα παράδειγμα. Και αυτά που λέμε δεν τα λέμε για πρώτη φορά ούτε είναι πρωτότυπα. 'Ολα αυτά που διακηρύσσονται περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και περί ισότητος των πολιτών και περί ατομικών δικαιωμάτων απέναντι στο νόμο είναι φενάκη, όπως ήταν φενάκη και με το
ως τώρα Σύνταγμα, αφού δεν είναι δυνατόν άνθρωποι που έχουν διαφορετική θέση μέσα στην κοινωνία συλλογικά και ατομικά, άνθρωποι που τους εκμεταλλεύονται, να γίνουν μόνο με το νόμο ίσοι απέναντι σε αυτούς που τους εκμεταλλεύονται και τους καταπιέζουν.
Δεν είναι δυνατόν όλοι οι άνθρωποι ανεξάρτητως κοινωνικής προέλευσης, οικονομικής και πολιτικής δύναμης να αξιοποιήσουν την όποια διακηρυγμένη ισότητα. Αυτά μπορεί να τα πει ένας απλός πανεπιστημιακός. Δεν γίνονται ίσα τα άνισα στην κοινωνία, με βάση ένα νόμο. Απ' αυτήν την άποψη εμείς δεν μπορούμε να δεχτούμε πέρα από την πρακτική και την πραγματικότητα ότι το Σύνταγμα κατοχυρώνει τα δικαιώματα όλων ανεξαιρέτως.
Εμείς θεωρούμε ότι τα πράγματα γίνονται όλο και πιο δύσκολα και πιο
κραυγαλέα. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα, τους μετανάστες, το εργατικό δυναμικό που προέρχεται από άλλες χώρες όχι άσχετα από τις συνθήκες
διεθνοποίησης όπως αυτή γίνεται. Είναι ο παρίας της συνταγματικής αναθεώρησης. Στην ουσία κατοχυρώνεται συνταγματικά η υπεραδικία εναντίον τους.
Ας πάρουμε όμως και άλλα περιστατικά και γεγονότα που τα ζούμε
καθημερινά όπως είναι το δικαίωμα της ελεύθερης δράσης, της μη αστυνόμευσης. Τυπικά ήταν κατοχυρωμένα σε όλα τα Συντάγματα από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Εφαρμοζόντουσαν αυτά; Μπορούσε ο αδικημένος να βρει συνταγματική δικαίωση μόνο από το γεγονός ότι το Σύνταγμα κατοχύρωνε τυπικά την ελεύθερη δράση; Θα πω ένα κραυγαλέο σημερινό παράδειγμα. Δεν είναι βέβαια εδώ ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης για να με ακούσει. Σήμερα στα γραφεία της Ελληνικής Επιτροπής για τη Διεθνή 'Υφεση και Ειρήνη έγινε ένα απλό αθώο τηλεφώνημα. 'Ενας δημοσιογράφος που είπε το όνομά του ανέφερε το ραδιοφωνικό σταθμό στον οποίο εργάζεται και ζήτησε ορισμένες πληροφορίες για το τι αποφάσισε χθες η Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή 'Υφεση και Ειρήνη σε κοινή σύσκεψη με το Εργατικό Κέντρο Αθήνας και με το Πανεργατικό Μέτωπο. Ζήτησε πληροφορίες για το τι απεφάσισαν, πότε το απεφάσισαν, αν θα γίνουν κινητοποιήσεις και πότε θα γίνουν.
Ο εκπρόσωπος της επιτροπής είπε να μη χάνουν χρόνο και να τους στείλουν ένα δελτίο τύπου. Την ίδια ώρα όμως επειδή δεν είχε γίνει για πρώτη φορά αυτό το πράγμα -η πρώτη ίσως δεν θα οδηγούσε σε πονηρές σκέψεις- διερεύνησε μέσω τηλεφωνικής συσκευής και ανακάλυψε ότι ο άνθρωπος που τηλεφώνησε, τηλεφώνησε μέσα από τα γραφεία της Ελληνικής Αστυνομίας. Ταυτόχρονα πήρε τηλέφωνο το ραδιοφωνικό σταθμό και ρώτησε αν υπάρχει αυτός ο δημοσιογράφος. Βρέθηκε δημοσιογράφος με τέτοιο όνομα που εργάζεται όμως στη Θεσσαλονίκη και είχε εντελώς διαφορετική φωνή. Βέβαια δεν είχε κανένα λόγο να πάρει τηλέφωνο από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα για να ρωτήσει γι' αυτές τις εκδηλώσεις.
Πριν λίγους μήνες τέτοια τηλέφωνα γίνονταν και στο Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο, τηλέφωνα αθώα, που είναι οι προσυγκεντρώσεις, ποιος είναι ο επικεφαλής των προσυγκεντρώσεων κλπ. Αλλά ας πούμε ότι τότε δεν έγινε διερεύνηση από πού προέρχονται τα τηλέφωνα, αυτό το σημερινό κρούσμα για το οποίο υπάρχει επίσημη και δημόσια καταγγελία τι δείχνει; Θα μου πείτε, φταίει το Σύνταγμα; Δεν λέω ότι φταίει το Σύνταγμα, δεν ενέχεται το Σύνταγμα, ενέχεται η πραγματικότητα και επομένως έχουμε κάθε λόγο να μην πιστεύουμε ότι μια συνταγματική τοποθέτηση περί των ελευθεριών επαρκεί πολύ περισσότερο που το Σύνταγμα έχει και ορισμένους περιορισμούς και όσον αφορά το δικαίωμα της απεργίας, πάντα χάριν των συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου!
Αλλά ας πάρουμε και μια άλλη πλευρά. Το Σύνταγμα που έχουμε σήμερα
έγινε σεβαστό στην πράξη; Παραβιάστηκε ποτέ; Εμείς θεωρούμε ότι παραβιάστηκε και αν θέλετε μια από τις αιτίες που προχωράμε στην συνταγματική αναθεώρηση, ιδιαίτερα μέσω του άρθρου 28, είναι για να αρθούν ορισμένα τυπικά εμπόδια που πραγματικά έφεραν τα πράγματα ώστε να αποδεικνύεται ότι έχουμε συνταγματική παραβίαση.
(Στο σημείο αυτό την Προεδρική 'Εδρα καταλαμβάνει ο Γ' Αντιπρόεδρος
της Βουλής κ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΡΕΤΤΟΣ)
Για παράδειγμα η συμμετοχή της χώρας μας στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας. Οι διευκολύνσεις -ας το πω συγκεκριμένα- που παρείχε η ελληνική Κυβέρνηση ήταν συνταγματικά κατοχυρωμένες; Το ίδιο η διέλευση των ξένων στρατευμάτων;
Η ύπαρξη πυρηνικών όπλων ή η άγνοια ή η μη ενημέρωση αν υπάρχουν,
είναι ή δεν είναι παραβίαση του Συντάγματος; Και μια σειρά άλλα ζητήματα. Η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, οι ιδιωτικοποιήσεις, τα
ξεπουλήματα λιμανιών, ακτών κλπ. αυτά όλα τα κατοχύρωνε το προηγούμενο Σύνταγμα; Είχε κάποιους περιορισμούς.
Επομένως παραβιάζεται το Σύνταγμα και δικαιολογημένα η Κυβέρνηση -και εδώ είναι που πάνε χέρι χέρι με τη Νέα Δημοκρατία- σου λέει, δεν μπορεί, εδώ πρέπει ανοικτά και καθαρά και να το κατοχυρώσουμε τυπικά και να διαπαιδαγωγήσουμε τον ελληνικό λαό ότι υπερέχει το Κοινοτικό Δίκαιο, το Διεθνές Δίκαιο έναντι του Εθνικού.
Η Κυβέρνηση υπερηφανεύεται ότι δεν λύγισε μπροστά στην πίεση της Νέας Δημοκρατίας, π.χ. να προχωρήσει στην ίδρυση ιδιωτικών ανοικτών ή καλυμένων πανεπιστημίων. Οπωσδήποτε και η λαϊκή πίεση έχει και κάποιο αντίκρυσμα και στην Κυβέρνηση, γι' αυτό εμείς είμαστε υπέρ των εντατικών λαϊκών αγώνων που πάντα έχουν κάποιο αποτέλεσμα, αλλά η Κυβέρνηση ας μου
επιτραπεί να πω σκέφτεται και λίγο πονηρά. Αφού υπερισχύει το Κοινοτικό Δίκαιο του Εθνικού θαρθεί και εκείνη η ώρα που θα αντιμετωπισθεί το ζήτημα και με διάφορους τρόπους. Αν και ήδη η ανώτατη παιδεία λειτουργεί μισοϊδιωτικά, μέσω των κοινοτικών κονδυλίων ή των ερευνών που διεξάγονται για το ΝΑΤΟ, για τους επιχειρηματίες κλπ.
Αλλά έρχεται τώρα το Μάαστριχτ της Συνόδου της Μπολόνια και για την Ελλάδα που σαφώς εκεί προβλέπει μια σειρά μέτρα και μια σειρά διατάξεις -δεν είναι σκοπός να τις αναπτύξω- όπου τα πράγματα θα πέσουν σαν ώριμο φρούτο. Θα καθιερωθούν και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Τώρα αν θα λέγονται μη κερδοσκοπικά... 'Εχετε δει εσείς ανθρώπους να διαθέτουν τα πάντα για πανεπιστήμια, για μόρφωση των παιδιών του λαού με τέτοιο κόστος χωρίς να έχουν κέρδος; Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. θα βρει τον τρόπο, όπως την ιδιωτικοποίηση την είπε κοινωνικοποίηση, την ιδιωτικοποίηση την είπε μετοχοποίηση, την είπε λαϊκό καπιταλισμό ... Εντάξει. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. πραγματικά έχει ένα μεγαλύτερο πλούτο λεξιλογίου και ένα μεγαλύτερο πλούτο τακτικής να κάνει το ίδιο πράγμα.
Επί της ουσίας, λοιπόν, με το Σύνταγμα και με το άρθρο 28 και όχι
μόνο αυτό και εκχωρούνται κυριαρχικά δικαιώματα τα οποία έχουν εκχωρηθεί πριν και εκ των υστέρων νομιμοποιούνται και η ιδιωτικοποίηση θα είναι πιο τυπικά απρόσκοπτη γιατί ουσιαστικά σήμερα προωθείται.
Και με την ευκαιρία αυτή θα ήθελα ακριβώς να σταθώ και να πω ότι το ψητό της όλης αναθεώρησης είναι το άρθρο 28. Οπωσδήποτε και το άρθρο 24 και ορισμένα άλλα. Είναι λοιπόν μια ευκαιρία και επειδή έγινε και τέτοια συζήτηση εδώ, και σωστά έγινε, να αναπτύξουμε και απ' αυτό το Βήμα για άλλη μια φορά τις θέσεις μας γι' αυτό το ζήτημα, το εθνικό ή το διεθνικό.
Και αν θέλετε, θα το θέσουμε με βάση την άποψή μας ή με βάση το ποια
θα πρέπει να είναι κατά τη γνώμη μας η επικρατούσα άποψη για το θέμα των διεθνών συμμαχιών και συνεργασιών. Είναι πραγματικά ένα ζήτημα -δεν θα έλεγα επίκαιρο- που έχει ξεκινήσει αρκετά πριν και από τη Γαλλική Επανάσταση. Ιδιαίτερα όμως μετά τη Γαλλική Επανάσταση η διεθνοποίηση της ζωής πέρασε σε μια καινούρια φάση, βεβαίως με σοβαρά άλματα όχι μόνο στις αρχές του αιώνα αλλά και στην τελευταία δεκαετία.
Εμείς κατ' αρχήν θεωρούμε ότι υπάρχει θέμα πραγματικά και μέσα από το Σύνταγμα να κατοχυρώνεται αν θέλετε η ελληνική συνεισφορά ή η ελληνική υποχρέωση στη διεθνή συνεργασία. Εμείς δεν θα είχαμε καμιά αντίρρηση στο να υπάρχουν οργανωμένες διεθνείς σχέσεις και συνεργασίες. Αλλά ποιες και με ποιο κριτήριο; Δεν είναι μονόδρομος αυτή η διεθνοποίηση, όπως γίνεται σήμερα με πρωταγωνιστικό ρόλο του χρηματιστικού κεφαλαίου, του ΝΑΤΟ, της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης και τα άλλα.
Αναμφισβήτητα δεν μπορούμε να μιλάμε σήμερα στενά για εθνικό συμφέρον αποσπασμένο από το διεθνές συμφέρον. Ποιο όμως είναι αυτό; Ποιος καθορίζει τι είναι εθνικό και τι διεθνικό συμφέρον; Βεβαίως το καθορίζει ο συσχετισμός δύναμης. Με βάση ποια κριτήρια όμως;
Εμείς πιστεύουμε ότι εάν οι λαοί αφήνονταν ελεύθεροι και διαμόρφωναν όρους ώστε να βάζουν τη σφραγίδα τους στις εξελίξεις, αναμφισβήτητα και στο παρόν και το μέλλον θα διάλεγαν να οικοδομούν όσο γίνεται πιο στενές και σταθερές σχέσεις διεθνούς συνεργασίας. Θα διάλεγαν, εάν θέλετε, στη βάση και της θετικής και της αρνητικής πείρας που υπάρχει στον 20ο αιώνα ανώτερες μορφές διεθνούς συνεργασίας, στην οποία συνεργασία πραγματικά να δένεται όσο γίνεται πιο αρμονικά το εθνικό με το διεθνικό.
Οι ενώσεις που συγκροτούνται σήμερα -και αυτό είναι το κοινοτικό συμφέρον- δεν είναι απόλυτα ενώσεις, διότι μέσα εκεί συνεργάζονται κράτη, κυβερνήσεις με όρους ανισότητας και ανισομετρίας. Μέσα σε αυτές τις συμφωνίες και τις συνεργασίες αποτυπώνεται όχι το δίκαιο, αλλά το συμφέρον του ισχυρότερου. Είναι συνεργασίες οι οποίες στρέφονται κατά των λαών.
Με αυτήν την έννοια εμείς δεν μπορούμε να ψηφίσουμε και θεωρούμε αντιδραστικό το συγκεκριμένο άρθρο που λέει ότι προηγείται ή υπερισχύει το κοινοτικό συμφέρον. Και αυτό όχι γιατί μας ενοχλεί η έννοια "κοινοτικό συμφέρον" ή "διεθνές συμφέρον", αλλά γιατί αυτό έχει συγκεκριμένο πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό περιεχόμενο. Ακριβώς το κοινοτικό ή το διεθνές συμφέρον είναι που οδήγησε και παρότρυνε να γίνει ο πόλεμος της Γιουγκοσλαβίας με όλα τα συνεπακόλουθα.
Σε τελευταία ανάλυση το εθνικό κράτος, το έθνος-κράτος δεν καταργείται στην πράξη ούτε υπάρχει επιδίωξη να καταργηθεί. Αυτό που επιδιώκεται να καταργηθεί είναι το λαϊκό συμφέρον σε εθνικό επίπεδο ή τα λαϊκά συμφέροντα σε διεθνικό επίπεδο.
Εμείς λοιπόν θεωρούμε ότι, αν και αυτό το άρθρο προφανώς θα ψηφιστεί, ο ελληνικός λαός δεν μπορεί στη συνείδησή του να το θεωρήσει ηθικά και πολιτικά νόμιμο.
Ας σταθώ και σε ένα δύο άλλα ζητήματα: Το Συμβούλιο Εξωτερικής
Πολιτικής θεωρείται πρόοδος και εκσυγχρονισμός. Κατ' αρχήν αποτελεί ψέμα ότι η εξωτερική πολιτική και μάλιστα σε συνθήκες διεθνοποίησης χαράζεται γενικά μέσα από το διάλογο και την ευρύτερη συνεννόηση. Η εξωτερική πολιτική χαράζεται κάτω από συγκεκριμένες και μάλιστα προειλημμένες αποφάσεις και βέβαια κάτω από συγκεκριμένα συμφέροντα.
Είναι γεγονός ότι στη χώρα μας μπορεί να λειτουργήσει η συναίνεση που υπάρχει καλύτερα μέσω του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής, αφού όχι μόνο η Κυβέρνηση ακολουθεί συγκεκριμένη πολιτική, αλλά και η Νέα Δημοκρατία ακολουθεί συγκεκριμένη γραμμή πλεύσης. Αυτό ισχύει ανεξαρτήτως από την τακτική της διαρκούς αντιπολίτευσης, που υπήρχε και την περίοδο που ήταν κυβέρνηση η Νέα Δημοκρατία.
Υπάρχει, λοιπόν, μία ευρύτερη συναίνεση σε επίπεδο πολιτικών, σε επίπεδο κομμάτων. Επομένως η λειτουργία ενός συμβουλίου εξωτερικής πολιτικής μπορεί να συμβάλει στο να λειτουργήσει καλύτερα η συναίνεση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η συναινετική πολιτική είναι συμφέρουσα για τον λαό και τον τόπο ή -αν θέλετε- ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει και εμάς να νομιμοποιήσουμε μία τέτοια κατάσταση ή πολύ περισσότερο να πούμε να υπάρξει αυτό το συμβούλιο εξωτερικής πολιτικής, για να έχουμε πληροφόρηση.
Μα, εδώ δεν έχει πληροφόρηση η Κυβέρνηση -έτσι λέει, εμείς δεν
θεωρούμε ότι είναι αντικειμενικό- τι όπλα χρησιμοποιήθηκαν στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας. Δηλαδή μέσα στο Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής θα έχουμε πλήρη ενημέρωση και διαφάνεια, έστω αν θέλετε ως ΚΚΕ να συμφωνήσουμε θεωρώντας ότι θα κερδίσουμε σε ενημέρωση και από κει και πέρα βεβαίως, δεν μας υποχρεώνει να συμφωνήσουμε;
Τα περί προστασίας των ατομικών δεδομένων. Αν θέλετε, εμείς πιστεύουμε ότι δεν υπάρχει Βουλευτής σήμερα, δεν υπάρχει Υπουργός που δεν διακατέχεται από το φόβο του ότι μπορεί σήμερα να γίνει κακή χρήση για διάφορους σκοπούς των προσωπικών δεδομένων και μάλιστα επικίνδυνη χρήση, γιατί ξέρουμε όλοι ότι αυτό μπορεί να γίνει και υπάρχει το έδαφος και τα μέσα για να γίνει. Και με αυτήν την έννοια, δεν είμαστε αντίθετοι να παρθούν μέτρα, έστω και αντικειμενικά ημίμετρα. Αλλά δεν μπορεί να έρχεται η Κυβέρνηση και να λέει ότι "εγώ με τη συνταγματική αναθεώρηση έλυσα το ζήτημα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων", όταν η ίδια η
Κυβέρνηση υποστηρίζει τη συνθήκη του Σένγκεν, τον τρομονόμο, το 'Εσελον. Εδώ στην Ελλάδα δεν υπάρχουν εγκαταστάσεις του 'Εσελον; Για ποια
προστασία ατομικών δεδομένων μιλάμε; Δεν λέω ότι το Σύνταγμα δεν πρέπει
να έχει τέτοιο άρθρο. Στο κάτω-κάτω, έστω και τυπικά νομικά,
συνταγματικά, είναι ένα όπλο χρήσης για τον καθένα. Και την ίδια ώρα, αν
θέλετε, που παρέχουμε όλα τα δεδομένα, να παραβιάζονται τα ατομικά δεδομένα, να λέμε ότι αυτό είναι η πεμπτουσία της δημοκρατίας στη σημερινή Αναθεώρηση. Και αν θέλετε η προστασία και των ατομικών και των συλλογικών δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, είναι καθαρά θέμα συσχετισμού δύναμης σε όλη την Ελλάδα και σε κάθε χώρα. Κανένα Σύνταγμα δεν μπορεί να το κατοχυρώσει αυτό. Ξαναλέω, τυπικά ας τα πουν αυτά, αλλά επί της ουσίας, γιατί σήμερα δεν μιλάμε μόνο για τον τύπο.
Για το άρθρο 24 διάβασα -δεν ξέρω αν είναι αλήθεια- ότι θα υπάρξει κάποια βελτίωση από την πλευρά της Κυβέρνησης. Εμείς θεωρούμε ότι όλη η φιλοσοφία του άρθρου και, αν θέλετε, και η πρακτική δεν οδηγεί στη διόρθωση ενδεχομένως κάποιων απολυτοτήτων που μπορεί να υπάρχουν. Στην ουσία δημιουργεί τις προϋποθέσεις, τα δάση, ο δασικός πλούτος της χώρας να εκποιείται -καθαρά πράγματα- να πηγαίνει στους καταπατητές, στους ξένους, δεν ξέρω πού θα πηγαίνει. Και αυτό που εμείς συμπεραίνουμε είναι ότι η Κυβέρνηση έλαβε υπόψη ότι υπήρχαν περιπτώσεις που το Συμβούλιο της Επικρατείας παρενέβη -και σωστά- για να απαγορεύσει μια τέτοια εξέλιξη. Δεν θέλει να έχει εμπόδια και εισάγει έναν όρο, μια ευέλικτη λέξη -αν και
δεν είναι πάρα πολύ ευέλικτη λέξη- που της δίνει τη δυνατότητα να ξεπερνάει τέτοιους σκοπέλους.
Δεν θέλω να σταθώ λεπτομερειακά στον τρόπο εκλογής της ηγεσίας της δικαιοσύνης. Γενικά εμείς δεν πιστεύουμε ότι μέσα στο σύστημα που ζούμε μπορεί να υπάρχει πραγματικά ανεξάρτητη δικαιοσύνη. Ανεξάρτητοι και τίμιοι δικαστές υπάρχουν και ευχόμαστε να υπάρχουν πολλοί περισσότεροι. Αλλά η δικαιοσύνη ως θεσμός δεν μπορεί να υπάρξει. Γι'αυτό εμείς θεωρούμε ότι πρέπει η ηγεσία της δικαιοσύνης να εκλέγεται με δική της ευθύνη από ένα ευρύ εκλεκτορικό σώμα, να είναι δεσμευτικές οι αποφάσεις, όχι γιατί πάντα θα εκλέγονται οι αδέκαστοι και οι τίμιοι, αλλά γιατί εν πάση περιπτώσει αυτό το σύστημα διευκολύνει και αυτό να γίνει. Και δίνει τη δυνατότητα στους δικαστές, που έχουν τιμιότητα, να διεκδικήσουν την εκλογή τους.
'Οσον αφορά την ΟΚΕ, την Οικονομική Κοινωνική Επιτροπή, εμείς είμαστε κάθετα αντίθετοι μ'αυτό το όργανο, θα έλεγα, και για τυπικούς και για ουσιαστικούς λόγους. Οι τυπικοί έχουν στοιχεία ουσίας. Κατ'αρχήν, γενικά, είμαστε αντίθετοι σε επιτροπές έξω από το Κοινοβούλιο. Θα μου πείτε "μέσα στο Κοινοβούλιο παίρνονται θετικές αποφάσεις, καλές αποφάσεις, που εσείς συμφωνείτε;" 'Οχι. Αλλά στο κάτω-κάτω, αυτός είναι ο συσχετισμός που έχει διαμορφωθεί. 'Οπως και να το κάνουμε, ακόμη και τώρα που, αν θέλετε, όλο και περισσότερο περιορίζεται ο ρόλος του Κοινοβουλίου, ακόμη και σε αποφάσεις έναντι των κοινοτικών αποφάσεων, η δυνατότητα του λαού αν θέλει, η δυνατότητα των οργανωμένων φορέων, αν θέλουν να μάθουν, να πληροφορηθούν, να βγάλουν συμπεράσματα, υπάρχει μέσα από την πρόσβαση στη διαδικασία του Κοινοβουλίου.
Δεύτερον, η Ο.Κ.Ε. στην ουσία αναγνωρίζει επίσημα αυτό που αναγνωρίζει και το Σύνταγμα, ότι εργοδοσία και εργαζόμενοι είναι ισότιμοι. Ε, δεν είναι ισότιμοι. Ανεξάρτητα εάν η αντιπαράθεσή τους έχει ειρηνική, συναινετική μορφή ή μορφή πολεμική, τέτοια πρέπει να πάρει, δεν είναι ισότιμοι. Είναι κοροϊδία και εμείς σε αυτήν την κοροϊδία δεν μπορούμε να συναινέσουμε.
Αν θέλετε, θεωρούμε και υποκρισία όλη αυτήν τη συζήτηση που γίνεται, για τα περί διαφάνειας των οικονομικών των κομμάτων στις δεδομένες συνθήκες. Εγώ θα κάνω ένα ερώτημα: Οι μίζες θα καταργηθούν; Εδώ οι μίζες είναι κατοχυρωμένες και στις φορολογικές δηλώσεις για τις επιχειρήσεις. Κατοχυρωμένες με την έννοια ότι μπορούν να βάλουν ένα κονδύλι και τελείωσε. Ποιοι θα πάρουν μίζα; Εγώ δεν λέω ότι θα πάρουν μίζα όλοι οι πολιτικοί, δεν υποστηρίζουμε κάτι τέτοιο. Μιλάμε για την αντικειμενική και την ουσιαστική βάση της διαπλοκής, που η μία πλευρά είναι η μίζα. Εδώ πέρα η ληστεία του μόχθου του λαού, η ληστεία του πλούτου είναι κατοχυρωμένα και όλο το πρόβλημα είναι αυτό; Εκεί πάμε να λύσουμε το καθαρό πολιτικό σύστημα; Χωρίς να λέμε ότι δεν υπάρχουν σημαντικές πλευρές, εκλογικές δαπάνες, έλεγχος κλπ., σκεφτόμαστε όμως το εξής πράγμα: Η μία πλευρά ενδεχομένως να είναι η συγκάλυψη αυτού του σάπιου πολιτικού συστήματος που ζούμε. Υπάρχει όμως και μία άλλη πλευρά που νομίζουμε ότι είναι η ουσιαστική. Η καθιέρωση διατάξεων περί ελέγχου των κομμάτων από μη κοινοβουλευτικούς θεσμούς, ανοίγει το δρόμο για εκβιασμούς όχι μόνο σε βάρος του Κ.Κ.Ε. -αν θέλετε εμείς είμαστε και συνηθισμένοι- ανάμεσα στα κόμματα που διεκδικούν την εξουσία, ανάμεσα και σε στελέχη των κομμάτων εξουσίας.
Στο κάτω-κάτω γιατί μας κατηγορείτε ότι έχουμε συμπλέγματα του παρελθόντος; Εμείς δεν κρύβουμε ότι δεν έχουμε καμία εμπιστοσύνη στη "δημοκρατία" που έχουμε σήμερα. 'Οχι γενικά και αφηρημένα, αλλά γιατί υπάρχει η βάση αυτήν τη στιγμή για μία ακόμη πιο αντιδραστική στροφή εφ'όλης της ύλης. Υπάρχει η βάση, οι προϋποθέσεις, ακόμη και το θεσμικό καθεστώς και για αντιδημοκρατικές διώξεις. 'Εφερα ένα απλό παράδειγμα σήμερα, το τηλέφωνο από την ΕΛΑΣ.
'Οσον αφορά το Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο και την ιδιοκτησία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, εδώ πια πάμε να ελέγξουμε τα κόμματα -επαναλαμβάνω άλλο πράγμα οι εκλογικές δαπάνες και ο έλεγχος πρέπει να γίνει- πάμε να ελέγξουμε τα κόμματα και την ίδια ώρα η Κυβέρνηση δεν κάνει έστω αυτό που δεν είναι τίποτα, μισό βήμα είναι, να πει ότι δεν μπορεί να έχουν ιδιοκτησία τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, αυτοί που έχουν επιχειρήσεις, που παίρνουν κρατικές προμήθειες, δημόσια έργα, πρέπει να ξέρουμε ποιος είναι
ιδιοκτήτης ενός μέσου ενημέρωσης, το φυσικό πρόσωπο και όχι την εταιρεία και τον τίτλο της και εν πάση περιπτώσει ένα σε ένα.
Δεν έχουμε αυταπάτες. Ακόμη και αν έχουμε δεκαέξι μέσα ενημέρωσης που τα έχουν δεκαέξι επιχειρηματίες, δεν θα έχουμε πλουραλισμό. Μπορεί να έχουμε διαφοροποιήσεις των επιχειρηματιών απέναντι στο ένα ή στο άλλο κόμμα εξουσίας, αλλά θα είναι ενιαίοι απέναντι στη συγκεκριμένη πολιτική που ακολουθείται. 'Εστω όμως και αυτό το τυπικό να υπάρχει, το λίγο.
Δεν σημαίνει ότι εμείς επειδή βλέπουμε ότι η ασυδοσία είναι σύμφυτη
με αυτήν την πολιτική, ότι θα δεχθούμε και αυτή η ασυδοσία να κατοχυρώνεται και τυπικά.
Δύο ζητήματα επιγραμματικά: Λέτε ότι είναι καλό να μην αλλάζει ο εκλογικός νόμος στη διάρκεια μιας θητείας ή και αν αλλάζει να ισχύει για την επόμενη. Ωραία, καλό είναι αυτό, για να ξέρουμε με τι χαρτιά θα παίξει ο κάθε ένας, αλλά για μας αυτό που θα έκρινε, αν θέλετε, και ένα
ίχνος προοδευτισμού στο Σύνταγμα, είναι η καθιέρωση της απλής αναλογικής. Σημασία δεν έχει να ξέρετε τον εκλογικό νόμο, σημασία έχει τι εκλογικός νόμος είναι.
Χωρισμός Εκκλησίας από το Κράτος. Αστικός εκσυγχρονισμός είναι αυτός,
δεν είναι κανένας επαναστατικός. Από το 1974 έπρεπε να γίνει και ήταν
πολύ ώριμα τότε τα πράγματα. Εν πάση περιπτώσει όμως. Δηλαδή με τις ταυτότητες αρχίζει η διαδικασία. Δεν θα τελειώσει γιατί είναι το "κράτα με να σε κρατώ", ενώ ξέρετε και σωστά προβληματίζεστε για τις πολιτικές βλέψεις της ηγεσίας της Εκκλησίας, αλλά είναι ένα στήριγμα στην πολιτική σας η Εκκλησία έστω και αν θέλει να παίξει υπερβάλοντα ρόλο.
Εμείς θεωρούμε ότι ο λαός -το έχουμε πει και για το προηγούμενο Σύνταγμα και για το Αναθεωρημένο- δεν πρέπει να περιβάλλει με δέος και κύρος το νέο Σύνταγμα και να βλέπει τη δύναμή του σαν μια δύναμη, η οποία επιβάλλεται από τα πάνω.
Πρέπει να ξέρει και το εξής. Τα Συντάγματα αλλάζουν. Είναι θέμα συσχετισμού δύναμης. Και το Σύνταγμα που αλλάζει, είναι γιατί άλλαξε προηγούμενα, γιατί έγινε χειρότερος ακόμη ο συσχετισμός δύναμης. Τα Συντάγματα αλλάζουν. Επομένως, ο λαός πρέπει να καταλάβει τι Σύνταγμα έχει και πρέπει με την πάλη του να μπορεί και να κυρώσει άρθρα του και να το ανατρέψει στην πορεία.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Ο Πρόεδρος του Συνασπισμού της
Αριστεράς και της Προόδου κ. Νίκος Κωνσταντόπουλος έχει το λόγο.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ (Πρόεδρος του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου): Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο κύριος Πρωθυπουργός επεχείρησε να εμφανίσει την προωθούμενη Αναθεώρηση ως μία κορύφωση των θεσμικών πρωτοβουλιών του ΠΑΣΟΚ και ως ένα εγχείρημα, που έχει δύο βασικούς στόχους, την ενίσχυση των δικαιωμάτων των πολιτών και την ενίσχυση του κράτους δικαίου και κατά δεύτερο λόγο την εμπέδωση της αξιοπιστίας στη δημοκρατία μας.
Θα ξεκινήσω από τη διαπίστωση που εμπεριέχει αυτή η θέση του κυρίου
Πρωθυπουργού. Σήμερα δεν υπάρχει αξιοπιστία στη δημοκρατία μας. Το πολιτικό μας σύστημα δεν παράγει έναν υγιή δημόσιο βίο. Σήμερα δεν έχουμε διευρυμένες εγγυήσεις στην πράξη για την υπεράσπιση των κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων και δεν εξασφαλίζεται το κράτος δικαίου.
Βεβαίως η δημοκρατία της Μεταπολίτευσης είναι κατοχυρωμένη. Βεβαίως δεν υπάρχει σύγκριση με άλλες περιόδου της πολιτικής ζωής του τόπου, αλλά στις καινούριες συνθήκες δεν έχουμε αυτήν τη δημοκρατία σε βάθος, τη διευρυμένη δημοκρατία, τη δημοκρατία με τα πολλαπλά ερείσματα, που θα της
δίνουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει τους κινδύνους φθοράς, παραφθοράς και διαφθοράς της.
Μακάρι, λοιπόν, να ήταν έτσι τα πράγματα, όπως τα ενεφάνισε ο κύριος
Πρωθυπουργός. Εμείς από την πλευρά μας πρώτοι θα το αναγνωρίζαμε. Δυστυχώς, όμως, δεν είναι έτσι. Η αναθεώρηση που γίνεται, επιχειρεί να διαχειριστεί πλευρές ορισμένων προβλημάτων, επιχειρεί μια νομική
διαχείριση και όχι μια θεσμική υπέρβαση των προβλημάτων που υπάρχουν. Είναι μέσα στο υπάρχον status quo. 'Ολη αυτή η προσέγγιση που γίνεται, δεν έχει ριζοσπαστικές κατευθύνσεις, δεν αναζητά τις τομές που χρειάζεται σήμερα το πολιτικό σύστημα της χώρας, για να μετασχηματισθεί.
'Οπως σωστά έχει ειπωθεί, το μυστικό βρίσκεται στον εσωτερικό πυρήνα της εξουσίας. Και όταν επιχειρούνται θεσμικές προσεγγίσεις, αποκρυσταλλώσεις θεσμικές ή αναθεωρήσεις συνταγματικές, το πρόβλημα είναι
αν αυτός ο εσωτερικός πυρήνας της εξουσίας αμφισβητείται ή εκλογικεύεται, τροποποιείται ή παγιώνεται. Δυστυχώς ο εσωτερικός πυρήνας της εξουσίας παραμένει αλώβητος και προστατευόμενος με την αναθεώρηση. Είναι ένας κομματοκρατούμενος εσωτερικός πυρήνας εξουσίας.
Και είναι ένας πυρήνας εξουσίας, που λειτουργεί πάντοτε υπέρ της κομματικής σκοπιμότητας της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας, υπέρ των παραταξιακών της συμφερόντων. Δεν λειτουργεί υπέρ της δημοκρατίας των συνθέσεων, υπέρ του κοινωνικού πλουραλισμού, υπέρ των ελέγχων και της διαφάνειας.
Δεν έχει κανείς καμία διάθεση να ελέγχει διαρκώς και να καταγγέλλει ή να δικάζει διαρκώς. Οι έλεγχοι και η διαφάνεια είναι στοιχεία της δημοκρατικής δημοσιότητας και είναι στοιχείο της κοινωνικής νομιμοποίησης. Και όταν λείπουν, δεν υπάρχει κοινωνική νομιμοποίηση, δεν υπάρχει η δημοκρατική δημοσιότητα και η πολιτική ευθύνη.
Σήμερα, λοιπόν, να μιλήσουμε για την αναθεώρηση του Συντάγματος με το μέτωπο στραμμένο στις κοινωνίες και στις συνθήκες που έρχονται από τις εξελίξεις του 21ου αιώνα, που είναι παρούσες όχι με τη λογική εγκλωβισμένη στο status quo του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος. Νομίζω ότι αυτή η λαθεμένη αφετηριακή κατεύθυνση γίνεται σήμερα.
Από το 1990 ουσιαστικά άρχισε η συζήτηση για την αναθεώρηση του
Συντάγματος, του Συντάγματος του 1974 και του 1985. Από το 1990. Οι εκλογές του 1993 και του 1996 ανέκοψαν αυτήν τη διαδικασία και έπρεπε να φθάσουμε αισίως στο 2001, για να μπούμε στο τελικό στάδιο.
Το αναφέρω αυτό για να επισημάνω μία από τις κρίσιμες πολιτικές
αδυναμίες του συστήματος διακυβέρνησης της χώρας. Είναι η απώλεια ιστορικού χρόνου, ο ετεροχρονισμός των προβλημάτων, οι διαφορετικοί χρόνοι που τρέχουν από πλευράς ιστορικής συγκυρίας, από πλευράς κοινωνικής πραγματικότητας και από πλευράς πολιτικού συστήματος, στο εσωτερικό της δομής και λειτουργίας του.
Μία λοιπόν από τις πρώτες ανάγκες των θεσμικών και πολιτικών μεταρρυθμίσεων είναι, να πάψει αυτό το θεσμικό και πολιτικό πλαίσιο της Ελλάδας του 2001 να είναι ασύμπτωτο με τη συγκυρία, ασύμπτωτο με την πραγματικότητα, να είναι μακριά από την προοπτική των εξελίξεων. Να πάψει, δηλαδή, το πολιτικό οικοδόμημα, από πλευράς δομών και λειτουργίας, να μένει πίσω από την απαίτηση των καιρών, πίσω απο την εκτίμηση των πολιτών. Και φοβάμαι ότι με την αναθεώρηση, που επιχειρείται, θα χαθεί και άλλος χρόνος, θα υπάρξει και άλλη καθυστέρηση και θα μεγαλώσει η απόσταση μεταξύ της πολιτικής και της κοινωνίας.
Οφείλω να πω ότι την ώρα της συνταγματικής αναθεώρησης, αντί αυτό το πολιτικό σύστημα να ναρκισσεύεται και να εξωραϊζει την εικόνα του, φλυαρώντας με τον εαυτό του μπροστά στον καθρέφτη του, θα έπρεπε να αναμετρηθεί με τα πραγματικά προβλήματα, που απαιτούν ριζοσπαστικές τομές. Δυστυχώς, στη θέση των ριζοσπαστικών τομών, υπάρχει η κοπτική και η ραπτική των επιδιορθώσεων, με κρυφές ή διπλές ραφές, στο εργαστήριο μίας δικομματικής λογικής.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η περίοδος την οποία διανύουμε, είναι συγκλονιστική και για την Ελλάδα. Ο κόσμος ολόκληρος, η Ευρώπη, αλλά και η χώρα μας βιώνουν νέες συνθήκες, νέες αντιθέσεις, νέες αντιφάσεις, σύνθετα προβλήματα, οριακές εξελίξεις, επικίνδυνες ανισότητες. Αυτός ο κόσμος "ο μικρός και μέγας", είναι ταυτοχρόνως ελκυστικός και επίφοβος. Δεν μπορεί, λοιπόν, να εγκλωβισθεί σε νέες μυθολογίες, στη νέα μοιρολατρία του "τι να κάνουμε, δεν γίνεται αλλιώς".
Το ζητούμενο δεν είναι να θεσμοθετηθεί η νομοτέλεια της αγοράς, των
ανταγωνισμών και του κέρδους. Δεν πρέπει να γίνει πολιτικό αξίωμα το "πάμε όπου μας πάνε τα πράγματα". Το ζητούμενο για τις κοινωνίες που έρχονται συνεπώς και για την ελληνική κοινωνία είναι το πώς θα κυβερνηθούν αυτά τα νέα φαινόμενα, πώς θα ρυθμισθεί αυτή η σύνθετη και αντιφατική πραγματικότητα, πώς θα ελεγχθεί δημοκρατικά, κοινωνικά, πολιτισμικά και οικολογικά, αυτή η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση των χρηματαγορών και του κυβερνοχώρου, της άναρχης και μη ισόρροπης ανάπτυξης.
Θα έπρεπε, λοιπόν, η Αναθεώρηση του Συντάγματος να έχει στραμμένα τα μέτωπα προς τα προβλήματα της νέας εποχής και να ανοίγει μέτωπα ριζοσπαστικών αλλαγών. Να μην αφήνεται η Αναθεώρηση του Συντάγματος σε μία νομική διεκπεραίωση, σε μία ακατάσχετη φλυαρία για το εσωτερικό νοικοκύρεμα του δικομματικού πολιτικού μοντέλου.
'Οπως ο κόσμος του 21ου αιώνα, οι κοινωνίες του 21ου αιώνα, δεν
μπορούν να εκφρασθούν μέσα από τη νομοτέλεια και τον ντετερμινισμό της παγκόσμιας αγοράς, έτσι και η Ελλάδα του 21ου αιώνα δεν μπορεί να εκφρασθεί με τη νομοτέλεια του δικομματικού κυβερνητικού μοντέλου.
Τα λέω αυτά για να αναρωτηθώ κυρίως απευθυνόμενος στους συναδέλφους
της κυβερνητικής Πλειοψηφίας ποια η ιδεολογία της επιχειρούμενης αναθεώρησης. Ποια η πολιτική και θεσμική της φιλοσοφία; Με ποια συνταγματική πολιτική, θα ενταχθεί το πολιτικό σύστημα της χώρας, η ελληνική πραγματικότητα, στη νέα σύνθετη και δύσκολη εποχή; Είναι άλλο πράγμα ο αναγκαίος εκσυγχρονισμός των δεδομένων του δικομματισμού, που στη συνείδηση του πολίτη είναι ταυτισμένος με αυτές τις παλαιοκομματικές στρεβλώσεις, και εντελώς διαφορετικό πράγμα ο προοδευτικός εκσυγχρονισμός.
Γιατί ο προοδευτικός εκσυγχρονισμός πρέπει να εκφράζει και να
επιβάλει συγκρούσεις, τομές και αναδιατάξεις μέσα στο μοντέλο εξουσίας, τομές και αναδιατάξεις μέσα στο πλαίσιο διακυβέρνησης, μέσα στην ίδια την κοινωνία, μέσα στα στερεότυπα που κυριαρχούν, στο πνευματικό, πολιτισμικό και πολιτικό πεδίο. Μιλάμε για Αναθεώρηση του Συντάγματος, δεν μιλάμε για κομματική τρέχουσα αντιπαράθεση, φτιάχνουμε το πλαίσιο στο οποίο θα λειτουργήσει η πολιτική και η κοινωνία στις επόμενες δεκαετίες.
Επιχειρείται λοιπόν, η Αναθεώρηση του Συντάγματος σε μία περίοδο
βαθιάς κοινωνικής και πολιτικής κρίσης, κρίσης θεσμών και αξιών. Σε μία τέτοια περίοδο διαπιστώνεται ολοένα και περισσότερο η πολιτική απάθεια, το ιδεολογικό κενό, η κοινωνική απονεύρωση. Σε μία τέτοια λοιπόν, περίοδο η αναθεώρηση του Συντάγματος και η συνταγματική πολιτική, που εκφράζεται μέσα από τις συγκεκριμένες επιλογές, θα έπρεπε να επιδιώκουν τον ιδεολογικό και πολιτικό συμβολισμό των εναλλακτικών προοδευτικών εξελίξεων, των εναλλακτικών προοδευτικών λύσεων.
Την ώρα που αλλάζουν το οικονομικό και κοινωνικό πεδίο, την ώρα που αλλάζουν οι λειτουργίες του κράτους και της δημοκρατίας, αυτήν την ώρα είναι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, που μετράνε τα ιδεολογικά χαρακτηριστικά και ο πολιτικός δυναμισμός των εναλλακτικών λύσεων. Και, δυστυχώς, η προτεινόμενη αναθεώρηση δεν διαθέτει τέτοια χαρακτηριστικά.
Σε μια περίοδο που κυριαρχούν τα σύνδρομα, να πούμε ότι και το
πολιτικό μας σύστημα διακατέχεται από ένα σύνδρομο που η κοινή γνώμη το έχει προσδιορίσει ως "το σύνδρομο της μαϊμούς". Πιθηκίζει το πολιτικό μας σύστημα. Επιδεικνύει εξυπνακισμούς, μορφασμούς και καμώματα, προκαλώντας χάχανα και χλεύη στην κοινή γνώμη, νομίζοντας ότι έτσι κερδίζει σε αναγνωρισιμότητα.
Η αναθεώρηση, λοιπόν, που επιχειρείται, θα έπρεπε να αντιμετωπίζει
αυτά τα ιδεολογικά και πολιτικά προτάγματα και να μη λειτουργεί περισσότερο ως πεδίο ελιγμών και εσωτερικής λογικής του δικομματισμού. 'Αλλωστε, επειδή έτσι λειτουργεί, γι' αυτό και προβάλλει ως αρετή του την ευρεία συναίνεση, για την έκταση των αναθεωρητέων διατάξεων. Μάλιστα, συναίνεση. Συναίνεση όμως προς ποια κατεύθυνση και με ποιες προτεραιότητες; Αυτό είναι το κρίσιμο ερώτημα. Συναίνεση για να τροποποιηθεί, όπως επιχειρείται, το άρθρο 24 και να μην αναχθούν σε συνταγματικής περιοπής προστατευόμενα αγαθά τα οικολογικά δικαιώματα; Συναίνεση η οποία να οδηγεί στην εμπορευματοποίηση των νέων συλλογικών αγαθών και των κοινωνικών υπηρεσιών, έτσι ώστε να διευρύνεται ο τομέας των ιδιωτικών συμφερόντων σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος; Συναίνεση, ώστε να μην εξασφαλίζεται, ακόμη και στο 2001, η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, αλλά να επιδιώκεται ο περιορισμός του ελέγχου συνταγματικότητας και νομιμότητας που, εάν υλοποιηθεί, θίγει τον εσωτερικό πυρήνα του κράτους δικαίου;
Αυτά είναι τα κρίσιμα ερωτήματα. Γιατί, πιστεύω, ότι μια τόσο
εκτεταμένη Αναθεώρηση, που επικαλείται αυτήν την ευρεία συναίνεση των διακοσίων ογδόντα τριών Βουλευτών, σε τόσο ήρεμο πολιτικό κλίμα, μέσα σε συνθήκες σύνθετης πολιτικής κρίσης, έπρεπε να κερδίσει το ενδιαφέρον της κοινωνίας, έπρεπε να λειτουργήσει εξυγιαντικά για το δημόσιο βίο, να αναζωογονήσει την πολιτική και να απαντά στα μεγάλα προβλήματα και τις προκλήσεις των καιρών.
Θέλω να πω, λοιπόν, ότι η Κυβέρνηση, που εκφράζει την πλειοψηφία του ΠΑ.ΣΟ.Κ., οφείλει να αντιληφθεί την ευθύνη της, γι' αυτήν την απουσία
ιδεολογικών χαρακτηριστικών στην αναθεώρηση του Συντάγματος. Οφείλει, επίσης, να ομολογήσει ότι επιλέγει και προωθεί την αναθεωρητική σύγκλιση και σ' αυτήν τη Βουλή και στην προηγούμενη, με τη Νέα Δημοκρατία, απορρίπτοντας θεσμικές στρατηγικές για ριζοσπαστικές αλλαγές, που θα είχαν τον προβληματισμό και τη στήριξη ιδεών και δυνάμεων της σύγχρονης Αριστεράς, των κοινωνικών κινημάτων και της οικολογίας.
Να το πω απλά: Και σ' αυτόν τον τομέα της Αναθεώρησης του Συντάγματος, η κυβερνητική επιλογή είναι η κεντροδεξιά σύγκλιση. Είναι
η πραγματική κυβερνητική θέληση, που περιορίζει το πολιτικό περιεχόμενο, τον ιδεολογικό συμβολισμό και τον κοινωνικό δυναμισμό της αναγκαίας αναθεώρησης για τον προοδευτικό εκσυγχρονισμό, στις σημερινές τακτοποιήσεις.
Βεβαίως, η συνταγματική Αναθεώρηση δεν είναι πανάκεια για την πολιτική κρίση, δεν είναι όμως και απλή και θεσμική και νομοθετική τεχνική, πολιτικά ουδέτερη και ιδεολογικά άχρωμη. Σε μία μάλιστα περίοδο, όπου βαραίνει ένα αντιπολιτικό και απολιτικό κλίμα, ένα πνεύμα αμοραλισμού και τυχοδιωκτισμού, ένα κλίμα κοινωνικής αδιαφορίας και ιδιώτευσης, θα έπρεπε μέσα από τις επιλογές, για το νέο Σύνταγμα, να διαμορφωθεί ο αναγκαίος ριζοσπαστικός συνταγματικός πατριωτισμός. Να γίνει, δηλαδή, συνείδηση σε κάθε πολίτη, ότι στο όνομα του νέου Συντάγματος, θα αντισταθεί και θα αναζητήσει εναλλακτικές λύσεις στις αυταρχικές συμπεριφορές, στις μονόπλευρες επιλογές, στις οικολογικές καταστροφές, στις νοσηρές διαπλοκές, στους τυχοδιωκτισμούς, στους παραγοντισμούς, στις καταχρηστικές πρακτικές της αδιαφάνειας, στη διόγκωση των εξωθεσμικών κέντρων, στις πελατειακές και καθεστωτικές νοοτροπίες ενός μονοπωλίου της εξουσίας. Θα αντισταθεί και θα διεκδικήσει τη συμμετοχή της κοινωνίας, διευρύνοντας το δημόσιο χώρο της πολιτικής.
Η εκτεταμένη αναθεώρηση αυτής της ευρείας συναίνεσης δεν θέλει να
αλλάξει, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το μοντέλο κρατικής οργάνωσης και διακυβέρνησης της χώρας. Θέλει το σημερινό σκηνικό δομών και συσχετισμών της κρατικής και λαϊκής κυριαρχίας. Επιδιώκει να συντηρήσει την κρατούσα οργάνωση των εξουσιών, το δεδομένο σύστημα αντιπροσώπευσης. Εμμένει στη λεγόμενη πλειοψηφική δημοκρατία, στον πλειοψηφικό κοινοβουλευτισμό, έτσι όπως έχει επικρατήσει να προσδιορίζεται ως στρέβλωση και ως αρνητική εξέλιξη της δημοκρατικής νομιμοποίησης και της ισότιμης πολιτικής λειτουργίας, η συγκέντρωση της εξουσίας στην πλειοψηφία του ενός κόμματος, που σημαίνει ότι συγκεντρώνεται σε ένα μηχανισμό, σε ένα Αρχηγό ή Πρωθυπουργό.
Αυτό το μοντέλο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι που εκτρέφει
λογικές επαγγελματισμού της εξουσίας, κομματικού ηγεμονισμού, κυβερνητικής αυθεντίας και επίσης οδηγεί σε κοινωνική υποχώρηση και παραίτηση, αφού κανείς δεν μπορεί να εναντιώνεται στους μηχανισμούς της εξουσίας. 'Ολοι ξέρουμε ότι αυτός που, ως μονοκομματική πλειοψηφία θα πάρει με τον εκλογικό νόμο την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ελέγχει τα πάντα, την εκτελεστική εξουσία, το κράτος, τη διοίκηση, τη νομοθετική εξουσία. Και όταν στο μοντέλο αυτό του πλειοψηφικού κοινοβουλευτισμού, της μονοκομματικής αυθεντίας και ηγεμονίας, παραπέμπονται για ρύθμιση τα πάντα στον νόμο, τότε ενισχύεται η υπερεξουσία αυτού του πλειοψηφικού κοινοβουλευτισμού, γιατί στο όνομα της κομματικής πειθαρχίας και η νομοθετική εξουσία γίνεται μοχλός ενίσχυσης και όργανο εξυπηρέτησης των παραταξιακών συφερόντων της κομματικής εξουσίας.
Δεν επιδιώκει αυτό το μοντέλο την πλουραλιστική δημοκρατία, τη δημοκρατία των συνθέσεων, την κοινωνική δημοκρατία της διευρυμένης προστασίας και συμμετοχής. Δεν είναι μία Αναθεώρηση ανοικτή στην κοινωνία, δεν εμπιστεύεται την κοινωνική αυτοοργάνωση και αυτονομία, δεν προωθεί τα διευρυμένα κοινωνικά και θεσμικά ερείσματα, που χρειάζεται η πολιτική δημοκρατία, σήμερα, για να βγει από την κρίση.
Γι' αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν απομακρυνόμαστε από το
μοντέλο ενίσχυσης της πρωθυπουργοκεντρικής δημοκρατίας, κάτι που αποτέλεσε αρνητική πλευρά της Αναθεώρησης του 1985, κάτι που και ο κύριος Πρωθυπουργός, αλλά και διαπρεπείς συνταγματολόγοι, έχουν επισημάνει ως αναγκαίο πρόβλημα προς ρύθμιση, σε χρόνο προγενέστερο.
Εμμένει η αναθεώρηση σε αυτό το πρωθυπουργοκεντρικό μοντέλο άσκησης
της διακυβέρνησης. Δεν θέλει να προχωρήσει στη διάκριση Εκκλησίας και Κράτους, προκειμένου επιτέλους η Ελλάδα στον 21ο αιώνα να έχει καθορίσει τα αυτονόητα για μία δημοκρατική, θεσμική ολοκλήρωση. Δεν αποδέχεται αυτή η αναθεώρηση, την περιφερειακή οργάνωση του κράτους με αποκέντρωση και αυτοδιοίκηση.
Δεν ενισχύει την αναδιανομή εξουσιών και πόρων υπέρ των περιφερειακών δομών, με αποτέλεσμα να μεγαλώνει η περιφερειακή ανισότητα. Δεν θέλει αυτή η αναθεώρηση την αλλαγή του εκλογικού νόμου, με την καθιέρωση της απλής αναλογικής, γιατί εξακολουθεί να διακατέχεται και η κυβερνητική πλειοψηφία από την παλαιοκομματική λογική, ότι η απλή αναλογική είναι τεχνική διανομής και αναδιανομής ποσοστών, ενώ είναι θεσμική τομή που επηρεάζει και την ποιότητα των θεσμών και τους συσχετισμούς εξουσίας και το επίπεδο της παραγόμενης πολιτικής και κυρίως τη συμμετοχή της κοινωνίας.
Δεν προωθεί αυτή η αναθεώρηση θεσμούς κοινωνικής συμμετοχής και δημοκρατικού διαλόγου, δεσμευτικού με συνταγματική ρήτρα. Εξακολουθεί να θέλει το διάλογο προσχηματικά, συμβουλευτικά, έτσι όπως μέχρι σήμερα έχει χρησιμοποιηθεί, για να διεκπεραιώνει μονομερείς κυβερνητικές αποφάσεις. Δεν στέργει η αναθεώρηση στην αναβάθμιση του ελεγκτικού ρόλου της Βουλής, προς μια κατεύθυνση κυβερνώσας Βουλής. 'Οχι για να πάρει η Βουλή τομείς εκτελεστικής εξουσίας, αλλά για να διευρύνει τον πολιτικό της ρόλο, την κοινωνική της νομιμοποίηση και την ελεγκτική της αρμοδιότητα.
Επίσης δεν θέλει την πλήρη ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και εμμένει στο στερεότυπο το Υπουργικό Συμβούλιο να εκλέγει την ηγεσία των Ανωτάτων Δικαστηρίων. Δεν θέλει την ενίσχυση του ελέγχου συνταγματικότητας και νομιμότητας των πράξεων της Κυβέρνησης του κράτους, της διοίκησης. Περιορίζεται με πονηρές ή με ακροβατικές διατάξεις αυτός ο βασικός πυρήνας μιας δημοκρατικά οργανωμένης πολιτείας.
Θα ήθελα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να επισημάνω και κάτι ακόμα. Αυτή η εκτεταμένη αναθεώρηση της ευρείας συναίνεσης, στα πλαίσια της δικομματικής σύμπλευσης, διστάζει ακόμη να συμπεριλάβει στο Σύνταγμα ρητή αναγνώριση των κοινωνικών δικαιωμάτων με τη νομική και πραγματική βαρύτητα των ατομικών δικαιωμάτων. Γίνεται αναφορά, αλλά γίνεται στα πλαίσια του κράτους πρόνοιας, με την ατομοκεντρική θεώρηση και όχι με τη θεώρηση που επιβάλλει μια διευρυμένη κοινωνική δημοκρατία. Γιατί στην περίοδο διεύρυνσης των κοινωνικών ελλειμμάτων και έντασης των κοινωνικών αποκλεισμών, σε περίοδο που στην Ελλάδα υπάρχει έντονο κοινωνικό πρόβλημα, με αρνητικούς δείκτες και αυξητική τάση, επιβάλλεται διευρυμένες κοινωνικές εγγυήσεις, με την καθιέρωση της συνταγματικής αρχής που θα προβλέπει αυτό το κοινωνικό κράτος, την κοινωνική αλληλεγγύη, την κοινωνική δικαιοσύνη, τον κοινωνικό διάλογο και τις λειτουργίες της θεσμικής επίλυσης των κοινωνικών διαφορών και διεκδικήσεων. Η Αναθεώρηση δεν αναγνωρίζει με συνταγματική ρήτρα το εγγυημένο ελάχιστο κοινωνικό εισόδημα, που θα απορρέει ως δικαίωμα από την ιδιότητα του πολίτη και ως υποχρέωση του κράτους έναντι των πολιτών του και όχι στα πλαίσια μιας κυβερνητικής φιλανθρωπίας ή ενός κράτους πρόνοιας. Γι' αυτό και εμμένει στην αντίληψη ενός κυβερνητισμού, που θέλει το διάλογο προσχηματικό, ως άλλοθι, και κυρίως παραπέμπει τον πλουραλισμό των κοινωνικών αντιθέσεων, των κοινωνικών διαφορών και ανισοτήτων, στη λογική του κοινωνικού αυτοματισμού.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτή η εκτεταμένη αναθεώρηση της
ευρείας δικομματικής συναίνεσης στο χώρο των δικαιωμάτων αναμφισβητήτως κάνει βήματα και αναφορές. Εξακολουθεί, όμως, να παραμένει σε ρυθμίσεις, που μέχρι σήμερα αποτελούν κατάκτηση του πολιτικού μας συστήματος, χωρίς να πηγαίνει παραπέρα.
Σήμερα, υπάρχουν νέα δημόσια συλλογικά αγαθά που χρειάζονται
προστασία και ρύθμιση: Το περιβάλλον, ο κυβερνοχώρος, η δημόσια υγεία, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, η βιοϊατρική, ο αθλητισμός, ο πολιτισμός, η παιδεία, η ιδιωτική ζωή και η προστασία της από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και τη χρήση των πληροφοριών. Αυτά τα νέα συλλογικά αγαθά δεν αναγορεύονται σε συνταγματικής περιοπής αγαθά, με αυξημένη προστασία.
Αν γίνει κάτι τέτοιο θα έχει και δύο πρόσθετες ευεργετικές επιπτώσεις. Θα εμποδισθεί η νοοτροπία εμπορευματοποίησης αυτών των δημοσίων
αγαθών και των υποδομών σε κοινωνικές λειτουργίες δημοσίου συμφέροντος. Θα εμποδισθεί αυτή η διαρκής τάση να περιορίζεται ο δημόσιος χώρος, το δημόσιο συμφέρον υπέρ του ιδιωτικού χώρου, υπέρ του ιδιωτικού ανταγωνισμού και της αγοράς.
Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης σπρώχνουν στην τηλεκατευθυνόμενη δημοκρατία. Η αγορά σπρώχνει στον περιορισμό του δημοσίου χώρου, στον περιορισμό της κοινωνικής συμμετοχής. Η τάση που κυριαρχεί είναι η υπεροχή του ιδιωτικού ανταγωνισμού έναντι του δημοσίου συμφέροντος. Περιορίζεται η πολιτική, περιορίζονται οι θεσμοί έναντι της αγοράς, η κοινωνική συμμετοχή έναντι των οικονομικοπολιτικών συγκροτημάτων. Επ' αυτού χρειάζονται ριζικές τομές. Το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο χρειάζεται αυτοτελές συνταγματικό πλαίσιο ρύθμισης. Δεν εξομοιώνεται η ραδιοτηλεόραση με τις κλασικές εγγυήσεις ελευθερίας της έκφρασης και του Τύπου. Χρειάζονται πρόσθετες ρυθμίσεις, οι οποίες να περιορίζουν αυτά τα φαινόμενα διαπλοκής και εξουθένωσης της δημοκρατίας.
Το περιβάλλον, ο πολιτισμός, η δημόσια υγεία, η πολυπολιτισμικότητα
της κοινωνίας μας, πρέπει να αναχθούν σε συνταγματικής περιοπής συλλογικά και δημόσια αγαθά, με πρόβλεψη αυξημένης προστασίας. Να μην οδηγηθούμε σε νομοθετικές ρυθμίσεις οι οποίες αύριο θα εκχωρούν τομείς του πολιτισμού ή νομοθετικά θα θεσμοθετούν ρυθμίσεις, οι οποίες θα ενισχύουν νεορατσισμούς και ξενοφοβικά σύνδρομα.
Αυτή είναι η κίνηση, που θα ανοίξει κοινωνικούς χώρους συμμετοχής και παρέμβασης. Σε τελευταία ανάλυση με μια τέτοια ρύθμιση, θα ενισχυθεί θεσμικά και κοινωνικά η αυτοοργάνωση και αυτονομία των πολιτών. Η κοινωνία των πολιτών, έτσι θα ενισχυθεί, ως παράμετρος που διευρύνει και αναζοωγονεί το δημόσιο χώρο της πολιτικής. Ως παράμετρος, ως στοιχείο που αντιστέκεται στις πρακτικές των μηχανισμών του κράτους και της αγοράς. Αλλιώς μένουμε στα στερεότυπα, στις συνταγματικές διακηρύξεις, στις φιλολογικές πολιτικές αναλύσεις, ενώ η πραγματικότητα και η πρακτική της εξουσίας, στρεβλώνουν, παραμορφώνουν και πολλές φορές εκμηδενίζουν όλες αυτές τις αναφορές.
Και κάτι ακόμα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτή η εκτεταμένη
Αναθεώρηση της ευρείας συναίνεσης δεν προχωράει στη δημιουργία θεσμικών αντισταθμισμάτων, προκειμένου να αντιμετωπισθεί η τάση υπερεθνικών ολοκληρώσεων και υποχώρησης της λαϊκής και κρατικής κυριαρχίας.
Εμείς είμαστε υπέρ της συμμετοχής της Ελλάδας στις διαδικασίες της
ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι διεκπαιραιώνεται έτσι το όλο εγχείρημα, και μάλιστα με διαδικασίες ελαχιστοποιημένης νομιμοποίησης, σε τμήματα της Βουλής, των όποιων συνθηκών και των αποφάσεων. Εμείς θέλουμε εγγυήσεις για συνταγματικά αντισταθμίσματα, όπως είναι και οι αυξημένες πλειοψηφίες, αλλά και τα λαϊκά δημοψηφίσμτα. Και οι ρήτρες για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου, για τον σεβασμόων δημοκρατικών αρχών του πολιτεύματος, για την προστασία του περιβάλλοντος και της κοινωνικής συνοχής. Με την αυτονόητη επίσης, επιδίωξη αυτές οι αποφάσεις των υπερεθνικών οργάνων, να έχουν τη δημοκρατική νομιμοποίηση του διεθνούς οργανισμού από τον οποίο προέρχονται, που σημαίνει ενίσχυση του ρόλου του Ευρωκοινοβουλίου, ενίσχυση όλων των συγκεκριμένων πολιτικών διαδικασιών, μέσα από τις οποίες προκύπτουν οι αντίστοιχες υπερεθνικές αποφάσεις.
Δεν αμφισβητώ ότι υπάρχουν θετικές προσεγγίσεις και αναφορές. Αλλά
και αυτές είναι επιμέρους στοιχεία που ήδη αποτελούν κατακτήσεις του νομικού μας πολιτισμού και του δημόσιου βίου της χώρας. Υπάρχουν βεβαίως και προσεγγίσεις που μας πάνε πίσω από αυτές τις κατακτήσεις. Ουσιαστικά με την αναθεώρηση, δεν επιδιώκεται η αναμόρφωση του πολιτικού μας συστήματος. Ενσωματώνονται διάφορα δεδομένα της πραγματικότητας, αλλά αυτό δεν είναι το ζητούμενο. Η εμπέδωση της αξιοπιστίας της δημοκρατίας μας, πράγματι είναι το ζητούμενο και είναι ζητούμενο, γιατί αυτή η αξιοπιστία σήμερα δεν υπάρχει.
Η σύγχρονη πολιτεία απαιτεί να λύσει αυτά τα προβλήματα στα οποία η
αξιοπιστία λείπει ή αμφισβητείται.
Κύριε Πρωθυπουργέ, δεν μπορείτε να εξηγήσετε στον κόσμο γιατί αυτήν τη συναίνεση δεν τη χρησιμοποιείται προκειμένου να υπάρξει ο χωρισμός Εκκλησίας και Κράτους; Γιατί αυτήν τη συναίνεση την περιφρονείτε προκειμένου να υπάρξει διευρυμένη προστασία των δασών και των δασικών
εκτάσεων; Γιατί αυτήν τη συναίνεση δεν τη χρησιμοποιείτε προκειμένου να εξασφαλιστεί η αναγκαία διαφάνεια και αντιμετώπιση της διαπλοκής, με αποφασιστικό τρόπο, για να μη δηλητηριάζει το δημόσιο βίο της χώρας;
Ζητήσατε προηγουμένως να ενισχυθεί αυτή η αξιοπιστία με τη διαμόρφωση
μιας κοινής συνείδησης ότι οι πολίτες πρέπει να έχουν την αίσθηση ότι κανείς δεν είναι εκτός ελέγχου. Αυτό ισχύει πρώτο και κύριο για τους κυβερνώντες.
Με την προτεινόμενη αναθεώρηση επιδιώκεται μια παραπέρα αποδυνάμωση της δικαιοσύνης. Και ακούσαμε από τον κύριο Υπουργό Δικαιοσύνης σήμερα τη θεωρητικοποίηση αυτών των αντιλήψεων και των επιλογών. Αν όμως ρωτήσετε τον πολίτη αυτής της χώρας, θα σας πει ότι στην Ελλάδα, όσοι κυβερνούν κάνουν ότι θέλουν και κανείς δεν μπορεί να τους ελέγξει.
Είπατε ότι πρέπει με την αναθεώρηση να διαμορφώσουμε ένα άλλο πολιτικό κλίμα. Ε, αυτό απαιτεί αντίβαρα θεσμικά προκειμένου να κατοχυρώσουμε τη δυνατότητα του ελέγχου, έναντι της αυθαιρεσίας, τη δυνατότητα της διαφάνειας έναντι όλης αυτής της συσκότισης και της δυσοσμίας που κυριαρχούν.
Αναφέρθηκα στο άρθρο 24. Ποια εμπιστοσύνη κερδίζει η κοινωνία από την πολιτική σας στα μεγάλα κοινωνικά θέματα, των εργασιακών σχέσεων και του ασφαλιστικού; Ποια εμπιστοσύνη κερδίζει η κοινωνία από τις επιλογές σας στα μεγάλα ζητήματα του πολιτικού χρήματος και της πολιτικής διαφήμισης; Και σε τελευταία ανάλυση ζητήσατε την κατανόηση και την αντιμετώπιση με περισσότερη εμπιστοσύνη του προβλήματος της εκλογής του Προέδρου, έτσι ώστε να μη δημιουργούνται όλα αυτά τα ζητήματα που οδηγούν στις εκλογές, εάν δεν εξασφαλιστεί συναίνεση 180 Βουλευτών.
Κύριε Πρωθυπουργέ, να σας θυμίσω ότι παρά τη συναίνεση στην εκλογή
του Προέδρου, εσείς προχωρήσατε μονομερώς στις πρόωρες εκλογές αδιαφορώντας γι' αυτήν τη συναίνεση. Θα απομακρυθούμε από αυτήν την πολιτική πρακτική του να κάνει κάθε φορά ο εκάστοτε Πρωθυπουργός καίριες επιλογές, με τις οποίες διαμορφώνει επιθυμητές εξελίξεις; Αν ναι, τολμήστε το και η κοινωνία και όλοι μας είμαστε μαζί σας....
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Τι άλλο προτείνετε εσείς;
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ (Πρόεδρος του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου): Εμείς για την εκλογή του Προέδρου πέραν της αναγκαίας διατήρησης της αυξημένης πλειοψηφίας των 180 προτείνουμε τον περιορισμό των ψηφοφοριών σε έξι και από εκεί και πέρα την καταφυγή στις εκλογές. 'Οχι ατέρμονα διαδικασία εκλογών που απορρυθμίζει αλλά ούτε και από την άλλη πλευρά μείωση της αυξημένης πλειοψηφίας σε απλή.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΡΙΩΤΗΣ: Είναι παρατάσεις θανάτου...
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ (Πρόεδρος του Συνασπισμού της
Αριστεράς και της Προόδου): Αυτά είναι ευφυολογήματα τα οποία μπορείτε να τα λέτε, αλλά ουσιαστικά προσέρχεστε και οι της Νέας Δημοκρατίας και οι του ΠΑΣΟΚ στην αναθεώρηση του Συντάγματος με τη σκέψη στο πίσω μέρος του μυαλού σας ότι ο κάθε ένας από σας θα είσαστε η μονοκομματική Κυβέρνηση, που θα διαχειρίζεται αυτές τις ρυθμίσεις προς όφελος του.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι αναγκαίο να επισημάνουμε ότι η παρούσα συνταγματική Αναθεώρηση θα μπορούσε, όντως, να είναι μια μεγάλη ευκαιρία. Δυστυχώς, αυτή η ευκαιρία θα χαθεί. Πολύ σύντομα, οι κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις θα ξεπεράσουν τα όρια αυτής της Αναθεώρησης και η κρίση αντιπροσώπευσης, που μαστίζει το πολιτικό μας σύστημα, θα γίνει εντονότερη.
Θα μπορούσαμε να οργανώσουμε τη μετάβαση σε μία νέα εποχή. Δυστυχώς
το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία, δεν διαθέτουν αυτήν τη μεταρρυθμιστική πνοή. Η αναθεώρηση που προωθείται, είναι ένα πρόσθετο δείγμα της κόπωσης που χαρακτηρίζει αυτά τα δύο κόμματα, της έλλειψης νέων ιδεών, της
αδυναμίας τους να ανοίξουν την πόρτα στο αύριο. 'Ομως, το αύριο θα έρθει. Και θα έρθει μέσα από τις ρωγμές του συστήματος και μέσα από επώδυνους
για όλους δρόμους. Αυτό θα είναι το τίμημα της σημερινής ατολμίας.
Επειδή δεν θέλω να μιλάω αφηρημένα, θα σας παρακαλούσα κύριε Πρωθυπουργέ, επειδή ξέρω τις σκέψεις σας, ξέρω τις προσεγγίσεις τις δικές σας και αρκετών από τους επιστήμονες συμβούλους σας, να διαβάσετε αυτά που λέγατε το 1995 για την αναγκαία Αναθεώρηση του Συντάγματος.
Διαβάστε αυτά που λέγατε για το περιεχόμενο που πρέπει να έχουν οι θεσμικές τομές. Διαβάστε αυτά που λέγατε και εσείς και οι διαπρεπείς
συνταγματολόγοι σύμβουλοί σας, για το πως δεν πρέπει η Αναθεώρηση του Συντάγματος να γίνει πεδίο συναινετικών ελιγμών εντός του status quo της δικομματικής δομής της εξουσίας. Διαβάστε τα, προβληματιστείτε και στη διαδικασία των επιμέρους άρθρων στα επιμέρους κεφάλαια, θα έχετε την ευκαιρία να δείτε πόσο, οι σημερινές προσεγγίσεις που επιλέγετε ως κυβερνητική πλειοψηφία και ως Πρωθυπουργός, απέχουν από τις ιδεολογικές, πολιτικές και επιστημονικές προσεγγίσεις που κάνατε ως Βουλευτής και δημόσιο πρόσωπο, ως διανοούμενος και πολιτειολόγος, όταν δεν είχατε αυτήν τη σκοπιμότητα της μονοκομματικής εξουσίας, της δικομματικής συναίνεσης και της πρωθυπουργοκεντρικής δομής του συστήματος διακυβέρνησης.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Ο κ. 'Αγγελος Τζέκης έχει το λόγο. ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΖΕΚΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η προσέγγιση ενός
Συντάγματος για να χαρακτηριστεί εάν κινείται σε μια προοδευτική ή αντιδραστική κατεύθυνση, πρέπει να δούμε ποιους προβληματισμούς και ποιους προσανατολισμούς χαράσσει. Δηλαδή αν θεσπίζει διατάξεις που διευρύνουν τα δικαιώματα του λαού ή περιορίζουν αυτά τα δικαιώματα, γιατί αν τα διευρύνεις σημαίνει ότι κάποιος άλλος θα συρρικνώσει τα δικαιώματά του και στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι αυτή η πλουτοκρατία. Και αν συρρικνωθούν τα δικαιώματα του λαού διευρύνονται τα δικαιώματα της πλουτοκρατίας. Επίσης αν ένα Σύνταγμα κατοχυρώνει την ανεξαρτησία της χώρας ή αν παραχωρεί σε άλλα όργανα, σε διεθνείς οργανισμούς κυριαρχικά δικαιώματα και αν θίγεται η λαϊκή κυριαρχία της χώρας. Και το λέμε αυτό γιατί; Γιατί το άρθρο 28 στην ερμηνευτική του δήλωση λέγει ότι αποτελεί θεμέλιο για τη χώρα μας η συμμετοχή της στις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αυτό βέβαια δεν μπαίνει τυχαία. Υπάρχει μια ιστορική εξέλιξη, μια ιστορική εξέλιξη μέσα από συνθήκες που ψηφίστηκαν σ' αυτήν εδώ τη Βουλή, είτε πρόκειται για τη Συνθήκη του Μάαστριχτ είτε για τη Συνθήκη του 'Αμστερνταμ είτε αν θέλετε και για τη Συνθήκη που υπέγραψε πρόσφατα η Κυβέρνηση στη Νίκαια, αλλά και η είσοδός μας στη Ζώνη του ευρώ.
Αυτούς, λοιπόν, τους ιδελογικούς και πολιτικούς προσανατολισμούς κατοχυρώνει νομικά και συνταγματικά η αναθεώρηση. Αυτά με άλλα λόγια υποστηρίζει και η Νέα Δημοκρατία, αλλά κατά έμμεσο τρόπο και ο Συνασπισμός. Και βέβαια δεν είναι τυχαίο αυτό που γίνεται σήμερα. 'Αλλωστε και μέσα στη διακυβερνητική επιτροπή έχει ειπωθεί απ' αυτές τις συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις, παράλληλα και με την ανάπτυξη του διαλόγου που έχει ξεκινήσει στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, ότι ήρθε και η ώρα της πολιτικής ενοποίησης της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης και βέβαια η ανάγκη θέσπισης ενός ευρωπαϊκού συντάγματος. Και όλα αυτά γίνονται εάν θέλετε εν αγνοία και του ελληνικού λαού.
Ποτέ δεν αποδέχτηκε και η σημερινή Κυβέρνηση, αλλά και η προηγούμενη της Νέας Δημοκρατίας και δεν υποστηρίχθηκε και από άλλες πλευρές του Κοινοβουλίου το αίτημα που είχε υποβάλλει το ΚΚΕ για την πλήρη ενημέρωση του ελληνικού λαού και να αποφασίσει αυτός μέσα από ένα δημοψήφισμα για την τύχη της χώρας και του ίδιου του λαού. Και το λέμε αυτό για τα δημοψηφίσματα γιατί προβλέπει και το ισχύον Σύνταγμα ότι μπορούν να γίνονται δημοψηφίσματα τα οποία βέβαια δεν είναι υποχρεωτικά για την ελληνική Κυβέρνηση. Ούτε αυτό το δικαίωμα έδωσε και αυτή, αλλά κι η προηγούμενη κυβέρνηση στον ελληνικό λαό προκειμένου να αποφασίσει αυτός για το μέλλον του.
Και σ'αυτό το ζήτημα βέβαια κάποιοι μιλάνε με ευαίσθητα λόγια για την κοινωνία των πολιτών, για τη συμμετοχή αυτών των πολιτών στα πεπραγμένα της χώρας μας. 'Αρα, λοιπόν, η πρόταση που κάνει το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας για την κατοχύρωση και των δημοψηφισμάτων είναι ένα ουσιαστικό ζήτημα δημοκρατίας. Γιατί θέλουμε το λαό στη γωνία;
Και βέβαια είναι ένα απλοϊκό επιχείρημα αυτό το οποίο ακούγεται ότι, δηλαδή, στις εκλογικές αναμετρήσεις μετράνε τα ποσοστά και βγάζουμε ότι το 5%, το 10% είναι εκείνο που έχει μια διαφορετική πολιτική αντίληψη για το συγκεκριμένο ζήτημα. Αν ήταν τόσο εύκολο, πιστεύουμε ότι θα μπορούσατε να το δοκιμάσετε όπως δοκιμάζουν και άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης κι εκεί που δεν υπάρχουν και κόμματα που να είναι αντίθετα σ'αυτήν την ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης που εκεί ανατρέπουν τα δεδομένα, όπως
είναι παραδείγματος χάρη η Δανία, αλλά και άλλες χώρες.
'Ετσι, λοιπόν, παρατηρούμε για μια ακόμη φορά και αποδεικνύεται ότι η δημοκρατική σας ευαισθησία είναι κομμένη και ραμμένη σε μια
αντιδημοκρατική λογική, σε λογική που είναι αντίθετη στη λαϊκή κυριαρχία. Και είναι αυτό που είπα προηγουμένως: Πού είναι η λαϊκή κυριαρχία; Γιατί
με ένα δογματικό μπορούμε να πούμε τρόπο έχετε αποκλείσει μέχρι σήμερα αυτά που λέμε, τον πολίτη, δηλαδή, από την ενεργό συμμετοχή. Πολλά λόγια, αλλά η πράξη είναι εκείνη που μετράει και αποδεικνύει ότι πραγματικά και η Κυβέρνηση, αλλά και άλλα κόμματα κινούνται σε μια αντιδημοκρατική και συντηρητική πολιτική.
Είναι γνωστό άλλωστε ότι η συνεχής αλλαγή της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και για το Σύνταγμα του 1975 δεν προέβλεψε και μάλιστα είχε αποχωρήσει για το συγκεκριμένο άρθρο από τη Βουλή. Το 1986 που έγινε η τροποποίηση δεν μπήκε πάλι εκεί μέσα, βλέπουμε όμως το 2001 ώριμο πλέον το ΠΑΣΟΚ αναγνωρίζοντας τα παιδικά και τα νεανικά του λάθη, αν θέλετε, να προχωρεί σ' αυτήν τη συγκεκριμένη τροποποίηση.
Παραχωρείτε, λοιπόν, κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας στην Ευρωπαϊκή
'Ενωση. Αυτό άλλωστε κάνατε και στο παρελθόν παραβιάζοντας και το συγκεκριμένο Σύνταγμα. Στο άρθρο 27 στην παράγραφο 2 λέει ότι απαιτείται νόμος εδώ στη Βουλή για να παραμείνουν ή για να γίνει διέλευση ξένων στρατευμάτων από τη χώρα. Τι έγινε πριν από δύο χρόνια; Για πρώτη φορά μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο τέτοια στρατεύματα και τέτοια δύναμη πυρός πέρασαν απ' όλη σχεδόν τη χώρα και ιδίως από το Νομό Θεσσαλονίκης, από την ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας παραχωρώντας σ' αυτές τις στρατιωτικές δυνάμεις και τα λιμάνια και τα αεροδρόμια και τους εθνικούς δρόμους.
Βλέπουμε, δηλαδή, ότι χρησιμοποιείτε το Σύνταγμα κατά το δοκούν, το
έχετε κάνει λάστιχο ανάλογα με τα συμφέροντα που επιδιώκετε να εκπροσωπήσετε. Και είναι συγκεκριμένα τα συμφέροντα που εκπροσωπείτε. Είναι συμφέροντα της πλουτοκρατίας, είναι συμφέροντα των ισχυρών μέσα στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση, είναι τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης.
Και βέβαια δεν είναι λίγο κι εκείνο που κάνατε ότι, δηλαδή,
υπογράψατε τον εγκληματικό βομβαρδισμό ενός γειτονικού λαού. Κι έρχεστε τώρα μέσα από το σύμφωνο της σταθερότητας, αφού γκρεμίσατε και ισοπεδώσατε μία ολόκληρη χώρα, να την ανοικοδομήσετε. Προς όφελος ποιου; Του λαού; Και μάλιστα χρησιμοποιήσατε και αυτές τις "έξυπνες βόμβες"-γνωρίζατε ότι τις χρησιμοποιεί το ΝΑΤΟ και ιδίως οι Αμερικάνοι-με το απεμπλουτισμένο ουράνιο με τις δραματικές συνέπειες, οι οποίες υπάρχουν και που θα αναδειχθούν ακόμα και στο μέλλον. Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι η πολιτική σας είναι εκείνη η οποία χαρακτηρίζει τη σημερινή Αναθεώρηση του Συντάγματος. Δεν είναι σε προοδευτική, αλλά σε συντηρητική και αντιδραστική κατεύθυνση.
Ακούστηκε από πολλούς ομιλητές της Πλειοψηφίας ότι προωθούνται τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Ακούστηκε βέβαια και για το δικαίωμα στην εργασία, το δικαίωμα στην παιδεία, το δικαίωμα στην υγεία ότι αυτά όλα κατοχυρώνονται και επομένως όλοι είναι ίσοι. Κι εκείνο βέβαια που παρατηρούμε όλ' αυτά τα χρόνια είναι ότι εκείνο το οποίο προχωράει είναι το δικαίωμα στην ανεργία. Εκείνο το οποίο μεθοδεύεται είναι η μη πρόσβαση των πολλών στη δωρεάν και δημόσια παιδεία. Εκείνο που παρατηρούμε και μέσα από το νομοσχέδιο, το οποίο προχωρείτε στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή είναι ότι η υγεία δεν είναι πλέον κοινωνικό αγαθό που πρέπει να παρέχεται δημόσια και δωρεάν από το ελληνικό κράτος, αλλά ότι είναι εμπόρευμα και γι' αυτό παραδίδουμε και τον τομέα της υγείας στο ιδιωτικό κεφάλαιο.
Και βέβαια, υπάρχει και το άρθρο 12 παράγραφος 4 που αναφέρει ότι με νόμο για λόγους που συνδέονται μόνο με εθνική άμυνα και ασφάλεια, εκεί πραγματικά απαγορεύεται στους δημόσιους υπαλλήλους να συνεταιρίζονται, να φτιάχνουν συλλόγους και μέσα από αυτούς τους συλλόγους πραγματικά να προσπαθούν να αναπτύξουν τα δικαιώματά τους. Και βέβαια, οι έννοιες αυτές είναι γενικές και αόριστες. Και ξέρετε αυτές τις έχει πληρώσει αν θέλετε και το κίνημα, είτε το εργατικό είτε το δημοσιοϋπαλληλικό.
'Ετσι, πιστεύουμε ότι θα πρέπει να δοθούν νέες αρμοδιότητες, να
δοθούν νέα δικαιώματα και πολιτικά δικαιώματα στους δημοσίους υπαλλήλους. Διότι δεν είναι το πολιτικό δικαίωμα που θα δώσεις, δεν είναι η διεύρυνση
των δικαιωμάτων των δημοσίων υπαλλήλων, ότι θα έχει ζημιά ο δημόσιος τομέας. Και εδώ θα πρέπει να κοιταζόμαστε στα μάτια ότι ο δημόσιος τομέας είναι κατ' εικόνα και ομοίωση των κυβερνήσεων οι οποίες πέρασαν μέχρι σήμερα, εάν αυτός ο δημόσιος τομέας είναι σε μία φιλολαϊκή, αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση ή εξυπηρετεί τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας των μονοπωλίων. Και εκεί είναι το ζήτημα για εμάς.
'Αρα, λοιπόν, θα πρέπει να δοθούν περισσότερα προνόμια στους δημοσίους υπαλλήλους, πολιτικά, συνδικαλιστικά, γιατί δεν μπορεί να έχουμε κατοχυρώσει την 150 και την 151 διεθνή σύμβαση εργασίας μετά κόπων και βασάνων, με διεκδίκηση του δημοσιοϋπαλληλικού κινήματος και τώρα να λέτε εσείς ότι δεν πρέπει να έχουν δικαιώματα.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του
κυρίου Βουλευτή)
Τελειώνω, κύριε Πρόεδρε.
Και εξάλλου, ποιες συλλογικές συμβάσεις; Εδώ μέσα αποφασίζεται ποια αύξηση θα δώσουμε στους εργαζομένους του δημόσιου τομέα. Η Βουλή έκρινε, δηλαδή η Κυβέρνηση και η πλειοψηφία αποφάσισε ότι το 2% συν 2% είναι ένα ικανό ποσοστό για τα εισοδήματα των εργαζομένων.
Ποια λοιπόν ελεύθερη άσκηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων; Αυτή είναι η δημοκρατία η οποία θα πρέπει να εισέλθει μέσα στο δημόσιο τομέα. Διότι μπορεί να λέμε για δημοκρατία μέσα στον ιδιωτικό τομέα, αλλά όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχει τρομοκρατία μέσα εκεί, ακριβώς όπως θέλετε και έναν τρομοκρατημένο δημόσιο υπάλληλο προκειμένου να υλοποιεί πειθαρχικά, αυστηρά, με τρόμο αυτήν την αντιδημοκρατική, αντιλαϊκή σας πολιτική.
Βέβαια, μπορούμε να αναφερθούμε στα Σώματα Ασφαλείας κλπ. Θέλω να πω μόνον για το άρθρο 24.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Σας παρακαλώ, ολοκληρώστε, κύριε
συνάδελφε. Μην καθυστερείτε την όλη διαδικασία.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΖΕΚΗΣ: Τελειώνω, κύριε Πρόεδρε.
Εδώ υπάρχουν συγκεκριμένα προβλήματα: Περνάει το άρθρο 24. Αυτό σημαίνει ότι δάση και δασικές εκτάσεις θα γίνουν οικόπεδα, θα κτισθούν, θα μοσχοπωληθούν. 'Αρα λοιπόν θα πρέπει η Βουλή, η πλειοψηφία των Βουλευτών, να βάλουν ένα φραγμό σε αυτήν τη μεθόδευση που κάνει η Κυβέρνηση, άρα και άλλα συμφέροντα. Και τελικά, πάρτε υπόψη και τις εκατοντάδες οργανώσεις...
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Στα άρθρα, κύριε Τζέκη.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΖΕΚΗΣ:...οι οποίες είναι αντίθετες. Γι' αυτό λέμε εμείς ότι είναι σε μια αντιδραστική κατεύθυνση. Και αν θέλετε, υπάρχουν και έγκριτοι συνταγματολόγοι όπως ο Γιώργος...
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Μη δημιουργείτε πρόβλημα στη
διαδικασία.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΖΕΚΗΣ:...που αναφέρεται σε πάρα πολλά ζητήματα τα οποία θεωρεί ότι δεν εξασφαλίζουν το Σύνταγμα σε μία προοδευτική κατεύθυνση.
Ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Ο κ. Χρήστος Μαρκογιαννάκης έχει
το λόγο.
Σας παρακαλώ, κύριοι συνάδελφοι, να μην υπερβαίνετε το χρόνο σας
γιατί υπάρχουν και άλλοι συνάδελφοι να μιλήσουν.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΖΕΚΗΣ: 'Εχουμε και αύριο, κύριε Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): 'Εχουμε και αύριο αλλά δεν θα
τελειώσουμε και αύριο εύκολα.
Ορίστε, κύριε Μαρκογιαννάκη, έχετε το λόγο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ: Κυρία και κύριοι συνάδελφοι, αναμφίβολα όπως τονίστηκε, είναι κορυφαία η λειτουργία του Κοινοβουλίου η Αναθεώρηση του Συντάγματος. Από τη μέχρι τώρα πορεία της παρούσας αναθεώρησης εξάγονται κάποια βασικά συμπεράσματα τα οποία θα ήθελα να τονίσω συνοπτικά.
Πρώτον, έχει αναγνωρισθεί σχεδόν από όλες τις πλευρές, ότι το
Σύνταγμα του 1975, που τόσες σκληρές κριτικές είχε δεχθεί -μάλιστα το σημερινό κυβερνών κόμμα είχε αποχωρήσει τότε από την ψήφιση- ήταν ένα καλό σύνταγμα, ένα σύνταγμα σύγχρονο για την εποχή του και αν και είχε υποστεί την καιροσκοπική επέμβαση του 1986, αυτό δεν αναιρεί σε καμία περίπτωση τη γενική θετική εκτίμηση. Λειτούργησε σωστά για είκοσι πέντε χρόνια, λειτούργησε σωστά η δημοκρατία και η κοινωνία μας.
Δεύτερη διαπίστωση είναι ότι οι εργασίες της Επιτροπής Αναθεώρησης αν και η ασφυκτική χρονική πίεση κάτω από την οποία εργάσθηκε δεν αρμόζει
στη φύση του έργου της, κατά τα λοιπά λειτούργησε σωστά με την έννοια ότι η επιτροπή δούλεψε χωρίς φανατισμούς και έντονες αντιπαραθέσεις και καταβλήθηκε προσπάθεια σύνθεσης των απόψεων.
Αυτό κυρίως οφείλεται στη σωστή θέση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία
χωρίς φανατισμούς, με συνέπεια, και θέσεις συνέβαλε προς τη σωστή κατεύθυνση. Θέλουμε να ελπίζουμε ότι και κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στο Κοινοβούλιο, στην Ολομέλεια, θα έχουμε την ίδια τακτική, έτσι που τελικά να έχουμε ένα Σύνταγμα σύγχρονο, ένα Σύνταγμα, το οποίο θα ικανοποιεί τις απαιτήσεις της εποχής.
Τρίτη διαπίστωση. Κύριοι συνάδελφοι, χάθηκε μια ευκαιρία για τη
μεγαλύτερη τομή που θα μπορούσε να γίνει στο Σύνταγμα. Εννοώ την αναθεώρηση του άρθρου 16. Δεν το επέτρεψε ο αναχρονιστικός δογματισμός του ΠΑΣΟΚ και της αριστεράς. 'Ετσι καταδικάζεται για μερικά ακόμα χρόνια ο ελληνικός λαός και η ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση να εναποθέτει τις ελπίδες του στα λειτουργούντα κρατικά τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα, με τις γνωστές αδυναμίες τους και στη φυγή στο εξωτερικό με τις εντεύθεν πολλαπλές συνέπειες. Δεν έγινε λάθος, αυτό δεν είναι λάθος. Αυτό είναι κύριοι συνάδελφοι, έγκλημα και αυτό κόντρα στη βούληση του ελληνικού λαού. Πρόσφατη σοβαρή δημοσκόπηση έδειξε ότι υιοθετεί την πρόταση και την άποψη της Νέας Δημοκρατίας η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού.
Τέταρτη παρατήρηση. Παρατηρείται μια περίεργη και ύποπτη υπαναχώρηση
ή για να ακριβολογώ παλινδρόμηση του ΠΑΣΟΚ σε βασικά θέματα που ρυθμίζονται από τις αναθεωρούμενες διατάξεις.
Πρώτον, στο άρθρο 14 για το οποίο έγινε πολύ μεγάλη συζήτηση στην Επιτροπή Αναθεώρησης, εποικοδομητική συζήτηση, βλέπουμε πάλι μια προσπάθεια να το αλλάξουμε. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος μίλησε για βασικό μέτοχο ραδιοτηλεοπτικού μέσου ο οποίος δεν θα μπορεί να συμβάλεται με το δημόσιο και ο κ. Βενιζέλος σήμερα το πρωί για κάτι σχετικό και παρεμφερές.
Επιτέλους, θα πρέπει το ΠΑΣΟΚ να ξεκαθαρίσει τη θεση του. Θέλει διαφάνεια; Θέλει ο ελληνικός λαός να πιστεύει ότι η πολιτική έχει απεμπλακεί από τα διαπλεκόμενα; Εάν ναι, τότε να σταματήσουμε μ' αυτού του είδους τις ιστορίες. 'Ο,τι συζητάμε, το αποφασίζουμε, το συναποφασίζουμε και το υιοθετούμε, στη συνέχεια δεν μπορούμε να το αναιρούμε.
Δεύτερον, στην εκλογή των μελών, των στελεχών στις ανεξάρτητες
διοικητικές αρχές μεταξύ των οποίων και το Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο, ενώ στην Επιτροπή της Αναθεώρησης του Συντάγματος -όσοι συμμετείχαμε το γνωρίζουμε πολύ καλά- είχε αποφασισθεί μετά από αμοιβαίες υποχωρήσεις και συζητήσεις, η εκλογή των μελών να γίνεται από την αρμόδια Διαρκή
Επιτροπή με ενισχυμένη πλειοψηφία, το αποφασίσαμε, την επομένη το πρωί ήρθε προφανώς κατ' εντολήν ο κ. Βενιζέλος και άλλαξε άποψη και αντί για τη Διαρκή Επιτροπή, με την ενισχυμένη αυτή πλειοψηφία που είχαμε αποφασίσει, η απόφαση πλέον θα ανήκει με ενισχυμένη πλειοψηφία, αλλά με τα γνωστά προβλήματα, στη Διάσκεψη των Προέδρων. Αυτό πρέπει να σταματήσει κάποια στιγμή. Θέλω να ελπίζω ότι δεν θα συνεχίσουμε την ίδια ιστορία συζητώντας και μέσα στην Ολομέλεια.
Κύριοι συνάδελφοι, στην κατ'άρθρο συζήτηση θα έχουμε ασφαλώς την
ευκαιρία για μια εκτενή και αναλυτική συζήτηση για κάθε διάταξη.
Θα ήθελα όμως τώρα να τονίσω ότι υπάρχουν σημαντικές διατάξεις που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής, για τις οποίες ακόμα γίνεται συζήτηση και
υπάρχει έντονος προβληματισμός, όπως για το άρθρο 24 παραδείγματος χάριν. Με έκπληξη άκουσα τον προηγούμενο ομιλητή να παίρνει αυτήν τη θέση. 'Εχουμε κατακλυστεί όλοι από έγγραφα τα οποία μας στέλνουν διάφορες
οικολογικές οργανώσεις. Καλά τα γράφουν, έχουν τις απόψεις τους. Αλλά θα πρέπει να ξέρουν οι πάντες και προπάντων να ξέρουμε εμείς εδώ μέσα ότι Ελλάδα δεν είναι μόνο η Αθήνα, δεν είναι μόνο τα βόρεια προάστια των Αθηνών. Καταλάβετέ το. Υπάρχει και η ελληνική ύπαιθρος. Υπάρχουν και οι 'Ελληνες αγρότες, οι οποίοι έχουν χάσει σήμερα την περιουσία τους. Και την έχουν χάσει επειδή έμεινε για κάποιες δεκαετίες ένα χωράφι ακαλλιέργητο και έβγαλε θυμάρι, σπαλάθους ή κάποια άλλα παρεμφερή φυτά. 'Ερχεται ο κομματικός ή τυπολάτρης δασάρχης και το χαρακτηρίζει δάσος, ισχύει και το τεκμήριο της κυριότητος του δημοσίου και έτσι χάνει ο αγρότης το χωράφι του. Δεν αναπτύσσεται όπως πρέπει να αναπτυχθεί η
ύπαιθρος. Θεωρείται καταπατητής με τις γνωστές συνέπειες.
Εάν, λοιπόν, νομίζουμε ότι έτσι θα λύσουμε το αγροτικό πρόβλημα της χώρας και έτσι θα γίνει ανάπτυξη, κάνουμε πάρα πολύ μεγάλο λάθος. Ασφαλώς θα πρέπει να προστατευτεί το δάσος, να προστατευτεί όμως το πραγματικό δάσος και η ιδιοκτησία του δημοσίου, όχι να καταπατηθεί η ιδιοκτησία του αγρότη από το κράτος, διότι γυρίσατε τα πράγματα ανάποδα πλέον.
'Ενα άλλο θέμα, κύριοι συνάδελφοι, είναι η τιμή του πολιτικού κόσμου. Είμαι κάθετα αντίθετος στις ρυθμίσεις του άρθρου 86 του Συντάγματος, όπως
ψηφίστηκαν από την επιτροπή κατά πλειοψηφία. Δυστυχώς δίδεται η αίσθηση ότι θέλουμε την ατιμωρησία. 'Οχι, λοιπόν, τόσο προνομιακό καθεστώς. Είναι το μόνο δικαστήριο στην Ελλάδα που δεν έχει εισαγγελέα. Και για εκείνους που αμφισβητούν την ουσιαστική παρουσία του εισαγγελέα στην έδρα, έχω να πω και να προσχωρήσω στην άποψη ότι δεν προσφέρει. Στη συνείδηση, όμως, του ελληνικού λαού ο θεσμός του εισαγγελέα είναι συνυφασμένος με τη νομιμότητα. Απόντως του εισαγγελέως από ένα δικαστήριο, όταν υπάρχει στο πταισματοδικείο ο δημόσιος κατήγορος, ειδικά στα πταίσματα, αντιλαμβάνεστε ότι αμέσως ο λαός αρχίζει να πιστεύει ότι κάτι δεν πάει καλά. Δεν υπάρχει δικαστικό συμβούλιο και δικάζουν βαριά ποινικά αδικήματα -εννοείται- σύμβουλοι επικρατείας. Πού ξανακούστηκε, διοικητικοί δικαστές στο ανώτατο δικαστήριο, που θα μπορεί να υπάρχει
σ' αυτόν τον τόπο, να απονέμουν δικαιοσύνη;
'Ερχομαι τώρα στο θέμα της ανεξαρτησίας του Βουλευτή. Πιστεύω ότι είναι κοινή πεποίθηση όλων ότι ο Βουλευτής, δυστυχώς, έπαψε πια να έχει την αίγλη και την ανεξαρτησία που είχε κάποτε. Η περίφημη κομματική πειθαρχία μας έχει εξουθενώσει, ανεξαρτησία γνώμης δεν υπάρχει. Με την καθιέρωση δε, και του Β' βαθμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην εκλογική μας περιφέρεια, έχουμε γίνει μόνο κυματοθραύστες των κοινωνικών προβλημάτων και τίποτα περισσότερο.
Θα είναι δε, πολύ ατυχής η απόφαση της Βουλής, εάν υιοθετήσει την πρόταση την οποία αιφνιδιαστικά κατέθεσε σήμερα το πρωί το ΠΑ.ΣΟ.Κ και η Νέα Δημοκρατία διά των εισηγητών για την καθιέρωση του κωλύματος παράλληλης εργασίας από το Βουλευτή.
'Ηρθε ξαφνικά αυτή η πρόταση. Δεν ακούσαμε το γιατί, ακούσαμε μόνο το διά ταύτα. Και θα είναι ιδιαίτερα ατυχής, εάν μάλιστα, συνδεθεί, όπως ακούστηκε, με γενναία αύξηση της βουλευτικής αποζημίωσης.
'Οταν θα έρθει η ώρα στην κατ'άρθρον συζήτηση, θα τα πούμε καλύτερα, εάν τολμήσουν να την προχωρήσουν μέχρι τέλους.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΒΕΡΔΟΣ: Ελπίζουμε να μην έρθει.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Ελπίζουμε να την αποσύρουν.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ: Ελπίζω ότι θα την αποσύρουν, αλλά προς Θεού, μην υπαλληλοποιηθεί ο Βουλευτής, μη δώσουμε το δικαίωμα στον καθένα να πιστεύει ότι θα γίνει εξάρτημα των διαπλεκομένων. Και προπάντων -απευθύνομαι προς τη Νέα Δημοκρατία και προς το ΠΑ.ΣΟ.Κ.- μην προκαλέσετε τον ελληνικό λαό σήμερα που χειμάζεται και έρχεστε και μιλάτε για αυξήσεις της βουλευτικής αποζημίωσης και μάλιστα γενναίες.
Αν έχετε το θάρρος να αντιμετωπίσετε το πρόβλημα, θα το αντιμετωπίσετε κατευθείαν και όχι υποκριτικά, διότι τώρα με άλλοθι τη δήθεν απαγόρευση της παράλληλης εργασίας, που ελάχιστοι έχουν -θα δούμε τις φορολογικές δηλώσεις κάποια στιγμή και εμείς και οι δημοσιογράφοι- θα έρθουμε να ευλογίσουμε τα γένια μας και να δώσουμε αύξηση στη βουλευτική αποζημίωση, όταν ο λαός πένεται. Δεν αρμόζει στο Βουλευτή και στη Βουλή τέτοια συμπεριφορά.
Γι' αυτό, παρακαλώ πάρα πολύ από αυτήν τη θέση, κάνω έκκληση δημόσια
και προς τα δύο μεγάλα κόμματα, να μην προχωρήσουν σ' αυτήν την πρόταση. Δεν έχω χρόνο να πω περισσότερα. Απλά εύχομαι και ελπίζω να προχωρήσουμε συναινετικά και ουσιαστικά, όπως προχωρήσαμε στην επιτροπή, για το καλό
του ελληνικού λαού.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Ο κ. Αλογοσκούφης έχει το λόγο. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν νομίζω ότι
αμφιβάλλει κανείς σ' αυτήν εδώ την Αίθουσα αλλά και έξω απ' αυτή ότι και το Σύνταγμα είναι κορυφαίος θεσμός και η διαδικασία αυτή είναι πάρα πολύ σημαντική. Το Σύνταγμα συμβάλλει στην προστασία των ατομικών δικαιωμάτων, περιορίζει ή θα πρέπει να περιορίζει την αυθαιρεσία της εξουσίας και ρυθμίζει βέβαια τα της λειτουργίας του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.
Εγώ προσωπικά ανήκω σ' αυτούς που θα ήθελαν να είχαμε ένα Σύνταγμα λιτό και απλό, με λίγες απλές καταστατικές διατάξεις. Και αυτό αυτομάτως θα περιόριζε και την ανάγκη για διαδοχικές αναθεωρήσεις, γιατί θα περιορίζονταν στα απλά και στα θεμελιώδη.
Στην Ελλάδα έχουμε ένα Σύνταγμα το οποίο είναι το αντίθετο. 'Εχουμε
ένα Σύνταγμα πολυτελές. Και το 1975, αλλά ίσως και στις προηγούμενες ιστορικές περιόδους, αυτό ήταν δικαιολογημένο, διότι στην Ελλάδα είχαμε μια εμπειρία καταλύσεων του δημοκρατικού πολιτεύματος, περιφρόνηση ατομικών δικαιωμάτων και κακή λειτουργία τελικά της δημοκρατίας μας. Και αν ήταν δικαιολογημένο το 1975 να έχουμε ένα πολυτελές Σύνταγμα, θα έπρεπε με την εμπέδωση των δημοκρατικών θεσμών και των θεσμών γενικότερα στη χώρα, η κατεύθυνση αυτής της αναθεώρησης, κατά τη δική μου άποψη, να είναι προς την απλοποίηση του Συντάγματος.
Θα ήθελα η αναθεώρηση που επιχειρούμε σήμερα να ήταν μια αναθεώρηση που θα μείωνε τον αριθμό και την ποικιλία των διατάξεων του Συντάγματος, θα καταργούσε πολλές από τις συνταγματικές ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο Σύνταγμα του 1975. Και θα αντικαθιστούσε αυτές τις διατάξεις με απλές νομοθετικές διατάξεις. Αυτό που κάνουμε σ' αυτήν την αναθεώρηση πολύ φοβάμαι ότι είναι μάλλον το αντίθετο. Προσθέτουμε διατάξεις και ρυθμίσεις. Κάνουμε το Σύνταγμα ακόμη πιο πολύπλοκο.
Μερικές από τις διατάξεις που προσθέτουμε είναι δικαιολογημένες, διότι πραγματικά έχουν εξελιχθεί και εναλλακτικές μορφές εξουσίας και πρέπει να ρυθμιστούν για να προστατευθεί ο πολίτης απ' αυτές. 'Εχει εξελιχθεί και η τεχνολογία, η οποία δημιουργεί και καινούριες απειλές για τα ατομικά δικαιώματα. Και αυτά πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε και τα αντιμετωπίζουμε νομίζω. Από την άλλη, όμως, είμαστε νομίζω πολύ άτολμοι στην απλοποίηση του Συντάγματος. Θα μπορούσαμε να καταργήσουμε πολλές διατάξεις.
Μίλησε ο εισηγητής της Πλειοψηφίας για μια σύγκρουση που υπάρχει
μεταξύ αναθεωρητικής πλειοδοσίας και συνταγματικού συντηρητισμού. Θεωρώ ότι δεν είμαστε επαρκώς αναθεωρητικοί και σε πολλές περιπτώσεις είμαστε και πολύ συντηρητικοί, όσον αφορά το Σύνταγμα.
Θα έπρεπε, κατά την άποψή μου, να κάνουμε το Σύνταγμα απλούστερο και την αναθεώρησή του πιο δύσκολη και την αναθεώρηση των νόμων κάπως πιο δύσκολη. Είναι πάρα πολύ εύκολο για τη Βουλή να ψηφίζει νόμους. 'Ενα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε είναι ότι έχουμε τη γνωστή πολυνομία, αυτό το αλαλούμ το νομοθετικό το οποίο υπάρχει στη χώρα μας, διότι είναι τόσο εύκολο να νομοθετούμε και είναι σχετικά δύσκολο να αναθεωρούμε το Σύνταγμα.
Αυτά όμως δυστυχώς δεν τα κάνουμε -δεν υπήρχαν αρκετοί να υποστηρίξουν αυτήν την άποψη- και μένουμε σ' αυτήν τη συμβατική αναθεώρηση που κάνουμε αυτήν τη στιγμή.
Διορθώνουμε επαρκώς τα μεγάλα προβλήματα που υπάρχουν; Θεωρώ πως όχι. Το πρώτο ζήτημα είναι το ζήτημα της ισορροπίας του πολιτεύματος. Η
Αναθεώρηση του 1985 ανέτρεψε μια ισορροπία που υπήρχε στο πολίτευμα, υποβάθμισε το ρόλο του Προέδρου της Δημοκρατίας και το πολίτευμά μας πλέον δεν έχει επαρκείς περιορισμούς στην αυθαιρεσία της εκάστοτε πλειοψηφίας και ιδίως του Πρωθυπουργού.
Δυστυχώς χάνουμε και τώρα την ευκαιρία να διορθώσουμε ένα πολύ μεγάλο λάθος. Εξακολουθούμε και έχουμε ένα πολίτευμα, το οποίο έχει αυτήν την ανισορροπία, την υπερβολική συγκέντρωση εξουσιών, έστω και για ένα μικρό σχετικά χρονικό διάστημα στα χέρια της πλειοψηφίας και του Πρωθυπουργού και βεβαίως δεν κάνουμε τίποτα για να αντιμετωπίσουμε ένα μείζον θέμα που έχει σχέση με την ευθύνη Υπουργών, οι οποίοι στη ουσία εξακολουθούν και παραμένουν στο απυρόβλητο, ακόμα και μετά την αλλαγή κυβέρνησης.
'Ενα δεύτερο μείζον ζήτημα, το οποίο έχουμε την ευκαιρία να το
αντιμετωπίσουμε και νομίζω ότι στην πρόταση της Νέας Δημοκρατίας γίνονται πολύ σωστές επισημάνσεις προς την ορθή κατεύθυνση, είναι η ποιότητα της δημοκρατίας. Στην εποχή όπου τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας έχουν εξελιχθεί σε έναν ιδιαίτερα ισχυρό πόλο εξουσίας, θα πρέπει να εξασφαλισθεί ο έλεγχος αυτού του πόλου εξουσίας και, το κυριότερο, η ισορροπία στην πληροφόρηση.
Στην τελευταία δεκαετία μετά την απελευθέρωση του ραδιοτηλεοπτικού συστήματος κάθε άλλο παρά μπορέσαμε να εξασφαλίσουμε αυτήν την ισορροπία στην πληρόφορηση. Νομίζω ότι και οι τελευταίες εκλογές ήταν σαφής
απόδειξη του πώς μία κυβέρνηση μπορεί και με άμεσους και με έμμεσους τρόπους να εξασφαλίσει την ανισορροπία στην πληροφόρηση υπέρ αυτής.
Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Στην πρόταση της
Νέας Δημοκρατίας υπάρχει μία πολύ σωστή ρύθμιση για το πώς θα πρέπει, τουλάχιστον στην προεκλογική περίοδο -αλλά δεν πρέπει κάθε φορά να ενδιαφερόμαστε μόνο για την προεκλογική περίοδο, γιατί όλη η πολιτική περίοδος είναι εν δυνάμει προεκλογική να υπάρχει πρόσβαση ισότιμη όλων των πολιτικών δυνάμεων και κυρίως των κοινοβουλευτικών κομμάτων στην πληροφόρηση. Αυτή είναι μία ευκαιρία που έχουμε και δεν πρέπει να τη χάσουμε, όπως χάνουμε μία άλλη ευκαιρία.
Το Σύνταγμα περιέχει μία εντελώς αχρείαστη διάταξη, που θα μπορούσαμε να την είχαμε καταργήσει, χωρίς να προσθέσουμε τίποτα στη θέση της, η οποία αφορά στο μονοπώλιο της ανώτερης παιδείας από το κράτος.
'Ακουσα τον εισηγητή της Πλειοψηφίας. Πολύ φοβάμαι ότι όσο και να προσπάθησε να "ακροβατήσει" λεκτικά, δεν πείθει κανέναν. Το κράτος αυτή τη στιγμή δεν έχει ούτε τους πόρους ούτε την οργανωτική ικανότητα να διαχειρισθεί την ανώτατη παιδεία, γι' αυτό και η ανώτατη παιδεία της οποίας και εγώ λειτουργός είμαι -έχω υπάρξει λειτουργός ανώτατης παιδείας και σε άλλες χώρες, στη Μεγάλη Βρετανία για πολλά χρόνια- στη χώρα μας, νοσεί βαθύτατα. Και νοσεί βαθύτατα, διότι έχει άμεση εξάρτηση από το κράτος. Ουσιαστική αυτοτέλεια των πανεπιστημίων δεν υφίσταται και δεν υπάρχουν και πόροι για να υπάρχει επαρκής ανώτατη παιδεία.
Είναι πολιτικός στρουθοκαμηλισμός η θέση της Πλειοψηφίας, η οποία δυστυχώς δεν μας επιτρέπει να προχωρήσουμε σε ένα πιο φιλελεύθερο, πιο ανταγωνιστικό, πιο ανοικτό σύστημα παιδείας. Είναι κάτι που θα το πληρώσουμε, δυστυχώς, για πολλά χρόνια. 'Οσες νομικές και συνταγματικές ερμηνείες να δοθούν, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να προσεγγίσουμε μέχρι την επόμενη αναθεώρηση, που θα είναι σε δέκα χρόνια, ένα πραγματικά ανοικτό και ανταγωνιστικό σύστημα ανώτατης παιδείας.
Θα ήθελα να κάνω και μία σύντομη παρατήρηση σχετικά με την
αναβάθμιση του ρόλου του Βουλευτή. Ακούστηκε από τον εισηγητή της Πλειοψηφίας μία πρόταση, την οποία κάποιοι την ακούν ωραία και αφορά στο ότι πρέπει να υπάρχει το επαγγελματικό ασυμβίβαστο για το Βουλευτή. Ακόμα και αν αυτό ήταν λογικό, που θεωρώ ότι δεν είναι λογικό, γιατί έχει πάρα πολύ μεγάλους κινδύνους, δεν υπάρχει κανένας λόγος ένα τέτοιου είδους ασυμβίβαστο να μπει ως διάταξη του Συντάγματος. Αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε αυτό το ζήτημα, μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε με μια απλή νομοθετική ρύθμιση που παράλληλα θα αντιμετωπίζει και το ζήτημα της χρηματοδότησης των εξόδων του Βουλευτή.
Διότι είναι ένα ζήτημα η βουλευτική αποζημίωση, ο μισθός -εάν θέλετετου Βουλευτή, για να μπορεί να ζήσει την οικογένειά του. Και ένα μείζον ζήτημα, το οποίο δεν έχουμε αντιμετωπίσει σωστά, είναι τα έξοδα του Βουλευτή για να επικοινωνεί με τους ψηφοφόρους του και να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της περιφέρειάς του.
Και εδώ νομίζω ότι πρέπει να διαχωρίσουμε τα δύο: 'Αλλο η αποζημίωση του Βουλευτού ως μισθός και άλλο τα έξοδα του Βουλευτού. Θα πρέπει νομίζω να τολμήσουμε -και σε αυτό κανείς δεν θα είναι αντίθετος- να δώσουμε στο Βουλευτή τη δυνατότητα μέσα σε κάποιο προϋπολογισμό και με απόδειξη για επιλεγμένες δαπάνες, να κάνει έξοδα για το βουλευτικό του γραφείο, την κοινοβουλευτική του και γενικότερα την πολιτική του δραστηριότητα.
Αυτό θα απαλλάξει πάρα πολλούς από εμάς από το άγχος και του
επαγγελματικού αγώνα, γιατί πολλοί κάνουν τον επαγγελματικό αγώνα όχι για να ζήσουν καλύτερα την οικογένειά τους αλλά για να χρηματοδοτήσουν και την πολιτική τους δραστηριότητα. Θα επιτρέψει δε στο Βουλευτή να έχει ένα μισθό, ο οποίος θα θεωρείται λογικός και από τους πολίτες αυτής της χώρας.
Σας ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του Κομμουνιστικού Κομματος Ελλάδας κ. Κολοζώφ έχει το λόγο.
ΟΡΕΣΤΗΣ ΚΟΛΟΖΩΦ: Κυρία και κύριοι Βουλευτές, είναι γνωστό ότι το κόμμα μας έχει εκτιμήσει αρνητικά το ισχύον Σύνταγμα της χώρας μας. Υπενθυμίζω πως στην πρώτη Αναθεωρητική Βουλή το κόμμα μας, αλλά και το τότε ΠΑ.ΣΟ.Κ. -σύσσωμη η τότε Αντιπολίτευση- είχαν αποχωρήσει. Η
Αναθεώρηση του 1986, που έγινε με πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ, εκτός από τις αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας, που μετατοπίστηκαν προς την Κυβέρνηση και όχι προς το Κοινοβούλιο, δεν προχώρησε προς την κατεύθυνση που η τότε Αντιπολίτευση -αλλά και το ίδιο το ΠΑ.ΣΟ.Κ.- διακήρυσσαν το 1975.
Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι και η σημερινή Αναθεώρηση, που βρίσκει στα κύριά της σημεία σύμφωνους τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑ.ΣΟ.Κ., δεν πηγαίνει προς την κατεύθυνση που τα κόμματα της τότε Αντιπολίτευσης επιθυμούσαν. Πάει όμως προς μια κατεύθυνση, όπως θα δούμε και παρακάτω, πιο συντηρητική, πιο περιοριστική. Δεν θα μπορούσε όμως να είναι διαφορετικά.
Είναι φανερό, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, πως το Σύνταγμα, αποτυπώνει συγκεκριμένους πολιτικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς. Οι κανόνες που κάθε φορά διατυπώνουν τα Συντάγματα ανταποκρίνονται και κατοχυρώνουν τα συμφέροντα των κυρίαρχων δυνάμεων, αυτών που έχουν την πραγματική εξουσία στα χέρια τους.
Οι συνταγματικές αλλαγές κατά κανόνα ακολουθούν μεγάλες ανατροπές που κάτω από τη λαϊκή ενεργό παρέμβαση και συμμετοχή γίνονται και στέφονται με επιτυχία. Μετά από νικηφόρες επαναστάσεις τα συντάγματα έχουν προοδευτικό χαρακτήρα, ενώ μετά από κάθε ήττα ακολουθούν συντηρητικά και αντιδραστικά συντάγματα.
Σήμερα με δοσμένους τους συσχετισμούς σε παγκόσμια κλίμακα, αλλά και σε εθνικό επίπεδο, που η κυριαρχία των μονωπωλίων είναι ισχυρή, θα ήταν ανεδαφικό να πιστεύουν ορισμένοι ότι μπορούν να προκύψουν αλλαγές σε θεσμικό, σε συνταγματικό επίπεδο, που να κατοχυρώνουν τα συμφέροντα των εργαζομένων, να κατοχυρώνουν τα ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματά τους.
Δεν μπορεί όμως ούτε να προκύψουν ρυθμίσεις που να κατοχυρώνουν την εθνική κυριαρχία και ανεξαρτησία της χώρας. Το διεθνές περιβάλλον μέσα στο οποίο λειτουργούμε, ύστερα από τις ανατροπές στις σοσιαλιστικές χώρες και την αλλαγή δύναμης στους διεθνείς συσχετισμούς, κυριαρχείται σήμερα από τις πολυεθνικές και την επιρροή που αυτές μέσω των ιμπεριαλιστικών χωρών προσπαθούν να ασκήσουν στους διεθνείς θεσμούς, στις διεθνείς οργανώσεις, σε όλους τους τομείς της διεθνούς κοινωνικής, πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής ζωής. Οι βασικές επιλογές των καπιταλιστών προωθούνται στη χώρα μας και γενικότερα στον κόσμο μέσα από ένα πολύπλοκο σύστημα που συγκροτούν οι συναντήσεις των G-7 και οι διεθνείς οργανώσεις και ενώσεις, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Διεθνής Τράπεζα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, η Ευρωπαϊκή 'Ενωση, η Δυτικοευρωπαϊκή 'Ενωση και το ΝΑΤΟ.
Η Κυβέρνηση της χώρας μας επηρεάζεται καθοριστικά από τις επιλογές
αυτών των οργανισμών και των ενώσεων, λόγω των δεσμεύσεών της, που απορρέουν από τις συμβατικές υποχρεώσεις της. 'Ετσι, οι βασικές επιδιώξεις των πολυεθνικών, όπως οι ιδιωτικοποιήσεις και οι αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, η άρση κάθε εμποδίου στην ελεύθερη διακίνηση του κεφαλαίου, η δημιουργία συνθηκών προώθησης συναινετικών διαδικασιών για την υλοποίηση της πολιτικής τους προβάλλονται από τα ισχυρά προπαγανδιστικά μέσα, που έχουν στη διάθεσή τους σαν υποχρεωτικά για τους λαούς του πλανήτη μας. Πολλές απ' αυτές τις επιλογές επιδιώκουν να τις κατοχυρώσουν όχι μόνο με νόμους ή διατάγματα, αλλά και με συνταγματικές διατάξεις. Αυτές τις επιλογές τα κόμματα του δικομματισμού, που αποτελούν και τους κύριους εκφραστές των συμφερόντων των πολυεθνικών στη χώρα μας, αλλά και όσοι έχουν συμβιβαστεί με την ιδέα της σημερινής κυριαρχίας των πολυεθνικών, θεωρώντας τους σημερινούς συσχετισμούς αναλλοίωτους, μας τις παρουσιάζουν σαν μονόδρομο, σαν απαιτήσεις της εποχής, σαν προκλήσεις των καιρών, στις οποίες πρέπει να ανταποκριθούμε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, απ' όσα είπα, βγαίνει το συμπέρασμα ότι αυτή η αναθεώρηση του Συντάγματος ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των μονοπωλίων και των ιμπεριαλιστών, στις οποίες πρόθυμα τόσο το ΠΑ.ΣΟ.Κ. όσο και η Νέα Δημοκρατία υποτάσσονται και συναινούν να τις προωθήσουν τόσο σε θεσμικό επίπεδο με μια σειρά από νόμους που, από κοινού τα δύο κόμματα από καιρό τώρα ψηφίζουν, όσο και σε συνταγματικό επίπεδο. Με τη σημερινή αναθεώρηση του Συντάγματος επιδιώκεται κατά κύριο λόγο η διευκόλυνση για την παραπέρα ενσωμάτωση της χώρας μας στο ιμπεριαλιστικό
σύστημα. Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση επιδιώκεται να αποκτήσει συνταγματική ισχύ και το Κοινοτικό Δίκαιο να υπερισχύει του ελληνικού Συντάγματος, δίνοντας συνταγματική ισχύ στις επιλογές υποτέλειας της χώρας στους ιμπεριαλιστές, υποτάσσοντας πλήρως το Ελληνικό Δίκαιο και το ελληνικό Σύνταγμα και σε τελευταία ανάλυση την εθνική μας ανεξαρτησία και κυριαρχία σε υπερεθνικά όργανα.
Οι περιορισμοί που από καιρό προωθούνται από τις πολυεθνικές στα δικαιώματα των εργαζομένων με τη σημερινή αναθεώρηση εισάγονται στο Σύνταγμα. 'Ετσι η αναθεώρηση του άρθρου 25 εισάγει την έννοια του περιορισμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και την έννοια της αναλογικότητας, που γνωρίζουμε πολύ καλά πώς λειτουργεί, όταν πρόκειται να κριθούν ζητήματα που αφορούν δικαιώματα των εργαζομένων, όπως παραδείγματος χάρη η απεργία. Δεν είναι τυχαίο το ότι στην πλειοψηφία τους οι δικαστικές αποφάσεις για την απαγόρευση απεργιών ως παρανόμων και καταχρηστικών στηρίζονται στην έννοια της αναλογικότητας, της οποίας κατά κόρον γίνεται χρήση. Με την αναθεώρηση του Συντάγματος τώρα θα αποκτήσουν και συνταγματική ισχύ.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, αν πράγματι είχαν κάποιο αντίκρισμα οι
διακηρύξεις για σεβασμό της λαϊκής θέλησης, οι όρκοι για τη λαϊκή κυριαρχία, διακηρύξεις που τόσο συχνά η Κυβέρνηση και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. αλλά και η Νέα Δημοκρατία απλόχερα κάνουν προς το λαό μας, τότε θα έπρεπε να είναι και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές ενός δίκαιου εκλογικού νόμου, στον οποίο θα υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ της ψήφου του ελληνικού λαού και του εκλογικού αποτελέσματος, δηλαδή ενός εκλογικού νόμου που θα αποτυπώνει την πραγματική θέληση του λαού μας, ενός εκλογικού νόμου στον οποίον αυτός που θα καθορίζει την πλειοψηφία θα είναι ο ίδιος ο λαός.
Αντί γι' αυτό, κάθε φορά οι εκλογές γίνονται με καλπονοθευτικά
συστήματα, τα οποία καθορίζουν την πλειοψηφία στις εκλογές περιφρονώντας ξενδιάντροπα τη λαϊκή θέληση. 'Εχουμε τη δυνατότητα -παρουσιάζεται σήμερα- να εισάγουμε την έννοια της απλής αναλογικής σαν πάγιο εκλογικό σύστημα. 'Ομως αντί αυτή η αναθεώρηση να κατοχυρώσει την απλή αναλογική σαν πάγιο εκλογικό σύστημα, σαν το μόνο σύστημα που ανταποκρίνεται στην αρχή της ισοτιμίας των Ελλήνων πολιτών και στην αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, λύνει μόνο το ζήτημα του πότε θα ψηφίζεται ο εκλογικός νόμος, θέμα που ενδιαφέρει βασικά τα κόμματα του δικομματισμού και τους κανόνες της μεταξύ τους εκλογικής αντιπαράθεσης.
Τη γνήσια έκφραση της λαϊκής βούλησης τη φοβούνται, όπως φοβάται ο διάβολος το λιβάνι. Αυτός είναι και ο λόγος που τόσο το ΠΑ.ΣΟ.Κ. όσο και η Νέα Δημοκρατία επιμένουν στο Σύνταγμά μας να μη βρίσκει θέση η δυνατότητα να γίνονται δημοψηφίσματα ή να ψηφίζονται προτάσεις νόμων με λαϊκή πρωτοβουλία.
Ο εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας είπε και την προσωπική του άποψη,
ότι θα ήταν υπέρ αυτών. Αλλά η προσωπική του άποψη συγκρούεται με την άποψη του κόμματός του, που ακριβώς σε τοπικό επίπεδο θα μπορούσε να δεχθεί αυτούς τους θεσμούς για δημοψηφίσματα, αλλά φοβάται την παρέμβαση τη λαϊκή σε κεντρικά πολιτικά ζητήματα, που αυτό είναι το ζητούμενο σήμερα στην εποχή μας.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που έχει σχέση με τον περιορισμό της έκφρασης του ελληνικού λαού είναι η παραπέρα υποβάθμιση του Κοινοβουλίου μας, που από Βουλή των Ελλήνων μετατρέπεται σε Βουλή μιας μικρής ομάδας Βουλευτών, της πλειοψηφίας, που κάθε φορά θα διορίζονται από τα κόμματα της πλειοψηφίας, για να συγκροτήσουν την αντίστοιχη Διαρκή Επιτροπή, όπου από εδώ και πέρα θα ψηφίζονται τα σχέδια νόμου και οι διεθνείς συμβάσεις αντί να πηγαίνουν στην Ολομέλεια του Κοινοβουλίου. Θα έχουμε έτσι πλήρη φαλκίδευση της λαϊκής βούλησης περιορίζοντας στο μίνιμουμ τις νομοθετικές διαδικασίες, που θα γίνονται στην Ολομέλεια αυτού του Κοινοβουλίου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι φανερό ότι όλες οι προτάσεις που γίνονται για την αναθεώρηση αυτού του Συντάγματος οδηγούν σε ένα Σύνταγμα σαφώς πιο αντιδημοκρατικό, σαφώς πιο αντιδραστικό. Πρόκειται για αναθεώρηση, που μας πάει προς τα πίσω και όχι προς τα μπρος.
Υπάρχουν βέβαια προτάσεις, αναθεωρήσεις τις οποίες θα τις υποστηρίξουμε. Δεν πρόκειται όμως για δημοκρατικές τομές, όπως ειπώθηκε εδώ, για ριζικά προοδευτικές ρυθμίσεις. Πρόκειται για συνταγματική
νομιμοποίηση της υπάρχουσας κατάστασης, όπως αυτή διαμορφώθηκε από την πάλη του δημοκρατικού λαϊκού κινήματος τα τελευταία χρόνια. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις είναι πιο πίσω από την πρόοδο που έχει συντελεστεί στην ελληνική κοινωνία και στόχο έχουν να φρενάρουν τις εξελίξεις. Πάντως είναι πιο πίσω απο τις προτάσεις που το ίδιο το ΠΑΣΟΚ είχε κάνει το '75 και πολύ πίσω από τις ανάγκες για προοδευτική Αναθεώρηση του Συντάγματος στη χώρα μας.
Ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Ο κ. Ρεγκούζας έχει το λόγο.
ΑΔΑΜ ΡΕΓΚΟΥΖΑΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σίγουρα είμαστε μπροστά σε μία κορυφαία διαδικασία δημοκρατίας, όπως είναι η τροποποίηση του Συντάγματος. Σίγουρα το δημοκρατικό πολίτευμα είναι το καλύτερο πολίτευμα με όλες τις αδυναμίες που έχει και βεβαίως όλα τα συστήματα δημοκρατίας, τα κοινοβουλευτικά συστήματα, λειτουργούν με κανόνες.
Εκτιμώ ότι οι κανόνες αυτοί, όταν πρόκειται για τον καταστατικό χάρτη της χώρας, πρέπει να διακατέχονται από σαφήνεια, από το μέτρο, την αυστηρή τήρηση των κανόνων και, τέλος, να προβλέπουν ασφαλιστικές δικλείδες, που να ακυρώνουν τους φανατισμούς ή ακόμη και τους μικροκομματισμούς.
Σίγουρα στη διαδικασία Αναθεώρησης του Συντάγματος πρέπει να λειτουργήσει η συνείδηση του Βουλευτή. Και σε ό,τι με αφορά, έξω και πέρα από φανατισμούς ή κομματικές εντολές, θα λειτουργήσει η δική μου συνείδηση.
Είναι βέβαιο ότι βρισκόμαστε μπροστά σε φαινόμενα που έχουν σχέση με την πτώση της ποιότητας της δημοκρατίας, που ακυρώνουν το ουσιαστικό περιεχόμενο της δημοκρατίας, εντείνουν τα φαινόμενα κοινωνικής και πολιτικής υποκρισίας και τέλος η θεσμική αποθωράκιση στη λειτουργία της δημοκρατίας τείνει να πάρει τη μορφή, αν θέλετε, της υπόγειας πολλές φορές διαβολής της.
Σε αυτήν τη διαδικασία που έχουμε μπει, οφείλουμε να ενισχύσουμε τη
λειτουργία της δημοκρατίας, γιατί πραγματικά τα νέα δεδομένα και οι κίνδυνοι που απειλούν τη δημοκρατία, επιβάλλουν αυτή τη θεσμική ενίσχυσή
της. Να εξασφαλίσουμε κυρίως τη διαφάνεια και τον έλεγχο στο δημόσιο βίο. Και αυτό όχι με υποκρισίες, όχι με παραπλάνηση του ελληνικού λαού,
αλλά με πραγματική διάθεση να το θεραπεύσουμε. Οφείλουμε να εξαντλήσουμε
όλα τα περιθώρια της συννενόησης και της συναίνεσης.
Αυτό απαιτεί ο βασικός κανόνας της δημοκρατίας. 'Εχουμε χρέος να
ενισχύσουμε το ανεξάρτητο της λειτουργίας των τριών διαφορετικών εξουσιών

και ειδικότερα της δικαστικής εξουσίας χωρίς βέβαια να της δίνουμε τη δυνατότητα να ξεφεύγει ή να ποδηγετεί τις άλλες δύο εξουσίες.
Οφείλουμε να δώσουμε μεγάλη βαρύτητα στην προστασία των ατομικών αλλά
και των κοινωνικών δικαιωμάτων και όχι με λόγια, με συγκεκριμένες αν θέλετε διατάξεις, με συγεκριμένη βούληση που να ενισχύει αυτή τη διάσταση της δημοκρατίας.
Οφείλουμε να λάβουμε υπόψη μας τις νέες τεχνολογίες που μπήκαν πλέον στη ζωή μας και που θα σηματοδοτούν συνεχώς και θα επηρεάζουν τις νέες εξελίξεις του νέου αιώνα που έχουμε μπει.
Οφείλουμε στα ζητήματα περιβάλλοντος να έχουμε ιδιαίτερη ευαισθησία. Και θεωρώ με την ευκαιρία μέχρι ένα βαθμό υποκριτικό αυτό που ακούγεται ειδικά για το άρθρο 24 ότι δήθεν τα χωράφια του αγρότη δεν μπορεί να τα καλλιεργήσει και γι' αυτό πρέπει να προχωρήσουμε σε γενναίες
αναθεωρήσεις, που από την άλλη πλευρά υποκρύπτουν ή δεν λέγονται με τα λόγια της αλήθειας μεγάλες περιουσίες που πρόκειται να οικοπεδοποιηθούν και να αναλάβουν υπεραξίες για τα συμφέροντα των λίγων, είτε των ιδιοκτητών είτε των μεσολαβητών -των επαγγελμάτων εννοώ- που ασχολούνται με αυτές τις υπηρεσίες.
Οφείλουμε τη διαφάνεια, όχι να τη λέμε ως σημαία και ως διακήρυξη, αλλά να την εννοούμε. Και όταν την εννοούμε, πρέπει να την εξειδικεύουμε κιόλας.
Η θρησκευτική ελευθερία δεν μπορεί να περιορίζεται αλλά δεν μπορεί να αποτελεί και υπόθεση θρησκοληψίας ή να μεταφέρεται υπό μορφή θρησκοληψίας από αυτούς που μάχονται ουσιαστικά τη θρησκευτική λατρεία και είναι
άκριτα υπέρ της παγκοσμιοποίησης ή του διεθνισμού.
Επίσης, στα θέματα της παιδείας και ειδικότερα στο άρθρο 16: Πραγματικά θεωρώ ότι είναι η ατυχέστερη στιγμή αυτής της αναθεώρησης, γιατί από τα πράγματα θα ξεπερασθούν αυτοί οι φραγμοί του άρθρου 16 και η
δυνατότητα αναθεώρησης δεν θα υπάρχει. Πολύ φοβάμαι ότι θα εμφανισθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια με τη χειρότερη μορφή που προσπαθούμε να αποφύγουμε αλλά που θα μπουν στη ζωή μας από διπλανές πόρτες.
Σε ό,τι αφορά την αναβάθμιση του πολιτικού συστήματος και των πολιτικών. Η διαφάνεια ακριβώς έχει τον πρώτο και κυρίαρχο ρόλο και στα οικονομικά των κομμάτων και βεβαίως στα οικονομικά των Βουλευτών ή ακόμη και των υποψηφίων Βουλευτών. Επίσης σ' αυτό το σημείο θα ήθελα να εκφράσω μία τελείως αντίθετη άποψη με αυτές που ακούσθηκαν και μάλιστα από συναδέλφους του κόμματός μου. Θεωρώ ότι αυτός που αποφασίζει να ασχοληθεί, να αφιερωθεί στη βουλευτία, να υπηρετεί αυτόν το ναό της δημοκρατίας, να υπηρετεί την ίδια τη δημοκρατία, δεν κάνει επάγγελμα, κάνει λειτούργημα. Και όσοι δεν έχουν αποφασίσει ή δεν είναι έτοιμοι να ενταχθούν σ'αυτή τη λειτουργία, σ'αυτό το λειτούργημα, δεν μπορούν να έρχονται από αυτό το Βήμα και να λένε ότι δεν πρέπει να περιορισθεί η απασχόληση του Βουλευτή.
'Ενας λόγος για τον οποίον κάποιοι δεν θέλουν να καταργηθεί το
δεύτερο επάγγελμα πιστεύω ότι είναι -εγώ τουλάχιστον δεν ανήκω ούτε στην κατηγορία των μεγαλοδικηγόρων ούτε των μεγαλογιατρών, δεν είμαι ιδιοκτήτης καμιάς τεχνικής εταιρείας, αφανής εταίρος κάποιας τεχνικής εταιρείας που ασχολείται με δημόσια ή και με ιδιωτικά έργα- γιατί δεν θέλουν να χαθεί το λειτούργημα του Βουλευτή που πολλές φορές τους προσδίδει -αν θέλετε- και διαφημιστικούς πόντους για την άσκηση αυτού του επαγγέλματος.
Και ταυτόχρονα και κάτι ακόμη. Δεν επιθυμώ σε καμία περίπτωση να προσκολληθώ σε κάποιον επιχειρηματία, σε κάποια συμφέροντα που δεν έχουν σχέση με το λειτούργημα του Βουλευτή, γιατί ο Βουλευτής διακονεί κατά τη διάρκεια της θητείας του, δεν κάνει επάγγελμα, για να μου εξασφαλίζει, να μου πληρώνει τα έξοδα του πολιτικού μου γραφείου κάθε μήνα.
'Ομως θεωρώ ιδιαίτερο λαϊκισμό αυτό που λέγεται από κάποιους ότι μην αυξήσετε τις αποδοχές του Βουλευτή, γιατί οι Βουλευτές δεν έχουν
αποδοχές, έχουν αποζημίωση που εξειδικεύεται σε έξοδα πολιτικού γραφείου. Και βεβαίως θα συμφωνήσω με τον κ. Αλογοσκούφη που είπε ότι θα πρέπει να διαχωριστεί η βουλευτική αποζημίωση από τα έξοδα λειτουργίας του
πολιτικού γραφείου, για να σταματήσει αυτή η σπέκουλα και να σταματήσει
και κάτι εξωφρενικό. Οι Βουλευτές είναι οι μοναδικοί 'Ελληνες σε αυτήν τη χώρα που πληρώνουν φόρο για τις δαπάνες τους. Πριν αφαιρέσουν τις δαπάνες, πληρώνουν φόρους. Δεν υπάρχει άλλος 'Ελληνας πολίτης που να πληρώνει φόρο πριν αφαιρέσει τα έξοδα για την άσκηση του λειτουργήματός του.
Επομένως καλά θα κάνουν οι συνάδελφοι που μιλάνε για τη μη κατάργηση του δεύτερου επαγγέλματος, να προσεγγίσουν το πρόβλημα με άλλη οπτική γωνία και να καταλάβουν ότι βουλευτία σημαίνει διακονία και επάγγελμα σημαίνει ξεχωριστή δραστηριότητα από αυτή του Κοινοβουλίου. Γιατί ακόμη, όχι μόνο για οικονομικούς λόγους, το επάγγελμα του Βουλευτή, αν συνοδεύεται και με ένα πάρεργο επάγγελμα, δεν γίνεται σωστά, δεν ασχολείται ο Βουλευτής με τα κοινωνικά προβλήματα, δεν ασχολείται με τη λειτουργία της Βουλής. Γι'αυτό βλέπουμε αδειανά έδρανα στη Βουλή. Γιατί κάποιοι και κυρίως αυτοί που ζουν στην Αθήνα -να τα λέμε έξω από τα δόντια- ασχολούνται πάρεργα με το επάγγελμά τους και όχι με τη διακονία τους, όπως είναι η βουλευτία.
Εγώ πραγματικά χαιρετίζω την πρωτοβουλία αυτή, που μπαίνει ως πρόταση από τα δύο μεγάλα κόμματα, για την απαγόρευση του δεύτερου επαγγέλματος για το Βουλευτή, γιατί, πιστεύω, συμβάλλει προς τη σωστή κατεύθυνση και της βελτίωσης της ποιότητας της βουλευτίας του κάθε Βουλευτή και ταυτόχρονα οδηγεί στο δρόμο εκείνο που απαλλάσσει το Βουλευτή από παράκεντρα είτε επαγγελματικά, είτε οικονομικά συμφέροντα για να τον ενισχύει.
Σε ό,τι αφορά τα κωλύματα εκλογιμότητας, είναι ευκαιρία, κυρίες και
κύριοι συνάδελφοι, να δώσουμε μία γενναία λύση για τα κωλύματα εκλογιμότητας. Δεν είναι δυνατόν οι εποχές του '50 να συγκρίνονται με τις εποχές του 2000. Δεν είναι δυνατόν αιρετές θέσεις, όπως αυτές του
νομάρχη -όταν ο νομάρχης είναι διορισμένος, καλώς υπήρχε το κώλυμα- να αποτελούν κωλύματα εκλογιμότητας για το Βουλευτή. Και αυτό το λέω μετά λόγου γνώσεως. Επίσης δεν μπορεί οι δημόσιοι υπάλληλοι που δεν έχουν διευθυντικές θέσεις να αποτελεί η θητεία τους το δημόσιο κώλυμα
εκλογιμότητος, γιατί δήθεν, λέει, επηρεάζουν το εκλογικό σώμα. Μα, ο Υπουργός που ασκεί διοίκηση, δεν επηρεάζει το εκλογικό σώμα; Γιατί δεν υπάρχει και για εκείνον το κώλυμα εκλογιμότητος; Πρέπει, λοιπόν, να σοβαρευτούμε και να κατανοήσουμε ότι η λειτουργία του ελληνικού κράτους δεν γίνεται με τα στοιχεία της εποχής του '50, αλλά με τα στοιχεία της εποχής του 2000. Ο καθένας προσελκύει ψηφοφόρους, αν θέλετε γίνεται αποδεκτός στην κοινωνία από τη δραστηριότητά του, από αυτό που είναι και όχι από τις θέσεις που μπορεί να κατέχει. Βέβαια εξαιρούνται σε αυτήν την κατηγορία οι διευθυντικές θέσεις των δημοσίων υπαλλήλων.
Τελειώνοντας, κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να ευχηθώ πραγματικά σε όλους τους Βουλευτές να πρυτανεύσει στις αποφάσεις που θα πάρουμε σε όλη αυτήν τη διαδικασία, που ξεκινάμε σήμερα, η συνείδηση του Βουλευτή και όχι η κατεύθυνση από τα κόμματα, που πολύ σωστά και εγώ -και τονίσθηκε από άλλους συναδέλφους- αποδέχομαι. Ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα)
(Στο σημείο αυτό την Προεδρική 'Εδρα καταλαμβάνει ο Β' Αντιπρόεδρος
της Βουλής κ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΓΟΥΡΙΔΗΣ)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Η κ. Κανέλλη έχει το λόγο.
ΛΙΑΝΑ ΚΑΝΕΛΛΗ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Αγαπητοί συνάδελφοι, πολύ φοβούμαι ότι όταν θα ολοκληρωθεί και θα εφαρμοστεί αυτή η συνταγματική αναθεώρηση με την παρούσα πλειοψηφία και τις πλειοψηφίες που διαμορφώνονται, θα είμαστε σε αναζήτηση μιας καινούριας ημερομηνίας 3ης Σεπτέμβρη, θα είμαστε σε αναζήτηση του καινούριου 'Οθωνα με διαφορετικό μανδύα και του καινούριου Δεληγιάννη, όχι ενδεχομένως έφιππου, όχι ενδεχομένως στην πλατεία Συντάγματος, αλλά στην πλατεία Βρυξελλών για να αναζητούμε ένα στοιχειώδες περιθώριο λαϊκής κυριαρχίας.
Aξίζει να ψάξει κανείς να δει τη φιλοσοφία όχι απλώς υπαναχώρησης σε σχέση με το αντισύνταγμα, το οποίο επρότεινε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. του 1975, αποχωρόν με σύσσωμη την Αντιπολίτευση για το Σύνταγμα του 1975, για μας τότε, για το Κομμουνιστικό Κόμμα ήδη συντηρητικό, αλλά ενδεχομένως επαρκές για την εποχή, με μία περιορισμένη πρωθυπουργοκεντρική αλλαγή του 1985, φθάνουμε στον 21ο αιώνα συρρικνώνοντας τη λαϊκή κυριαρχία στα όρια της αντοχής της λογικής.
Δεν γίνεται συζήτηση αυτήν τη στιγμή στην ελληνική κοινωνία
γι'αυτά που εμείς εδώ συζητούμε και δεν μεταφέρεται, γιατί η ελληνική κοινωνία και ο λαός είναι πνιγμένοι από τα προβλήματα της καθημερινότητας.
Αγνοεί όμως ότι περνάμε μεταρρυθμίσεις και αλλαγές του Συντάγματος, ώστε αυτοί που θα ψηφίζουν με ήδη κουτσουρεμένους δημοκρατικά νόμους, γιατί κάθε νόμος εκλογικός που δεν είναι απλή αναλογική ούτως ή άλλως ευνουχίζει την ψήφο εν τη γενέση της. Καταργούμε και την ψήφο των τριακοσίων, ακόμη και την ελεύθερη συνείδηση του οποιουδήποτε Βουλευτή, που θα έχει ακόμα τα τελευταία απομεινάρια αντίστασης για λόγους συνείδησης. Πώς; Μα, επροτάθη και θα το προτείνετε και θα περάσει ενδεχομένως -και θα δούμε εάν θα περάσει και εάν θα το συνειδητοποιήσει ο κόσμος- δεν θα υπάρχουν τριακόσιοι, θα περνάνε βασικά νομοσχέδια, θεμελιώδη για τη ζωή του κόσμου στις επιτροπές, άκουσον, άκουσον. Στις οποίες επιτροπές, άκουσον άκουσον, και όχι στην Ολομέλεια, πράγμα που δεν συμβαίνει ούτε στο Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας -τα μείζονα ζητήματα στον 'Αρειο Πάγο πηγαίνουν στην ολομέλεια κύριοι, δεν πάνε στα τμήματα- θα περνάνε τα μείζονα νομοσχέδια στα τμήματα. Και ποιος ορίζει τους Βουλευτές στα τμήματα; Το κόμμα. Αν λοιπόν το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας ή του ΠΑ.ΣΟ.Κ., που αυτήν τη στιγμή έχουν την πλειοψηφία και διεκδικούν να την έχουν, επί των αλλαγών εδώ, έχουν δέκα Βουλευτές που διαφωνούν, για λόγους ουσίας ή συνείδησης, θα τους αντικαθιστούν, κύριοι, και θα το περνάνε το νομοσχέδιο.
Είναι αυτό δημοκρατία; Συρρίκνωση των τριακοσίων στους εξήντα; Περνάμε θεμελιώδη λίθο, κάνουμε και τροποποίηση στο άρθρο 28 για τη συμμετοχή της χώρας στις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Ως πού θα πάει η Ευρωπαϊκή 'Ενωση; Και αν μετά από πέντε, τρία ή δύο χρόνια ανακαλύψουμε ότι η Ευρωπαϊκή 'Ενωση πάει στον τοίχο; Η συζήτηση έχει ήδη ανοίξει στην Ευρώπη ότι πάει σε δημοκρατικό τοίχο. Εμείς θα πάμε και θα το έχουμε συνταγματικά κατοχυρωμένο. Και αν βγει λαός στο πεζοδρόμιο -λαός που έχει ψηφίσει ΠΑ.ΣΟ.Κ., που έχει ψηφίσει Νέα Δημοκρατία, που έχει ψηφίσει Κ.Κ.Ε. ή έχει ψηφίσει λευκό- γιατί δεν θέλει να πάει στον
τοίχο, νομιμοποιείτε με την αλλαγή αυτή όχι απλώς να θεωρηθεί ανατροπέας της συνταγματικής νομιμότητας, αλλά να οπλιστεί τμήμα του ελληνικού στρατού ή των Ενόπλων Δυνάμεων και να κρατήσει την τήρηση του Συντάγματος βάλλοντας εναντίον του λαού.
Δεν μου λέτε, συρρικνώσαμε, αγαπητοί συνάδελφοι, την ίδια μας την
εθνική κυριαρχία με το παρόν Σύνταγμα; Τότε καταστρατηγήσαμε όλοι μας, με το παρόν Σύνταγμα, από την ώρα που δεχόμαστε την Κυβέρνηση να μιλάει για ομοσπονδία και για καινούριο δόγμα του ΝΑΤΟ, από την ώρα που δεν ψηφίστηκε ειδικός νόμος με πλειοψηφία των εκατόν πενήντα ενός Βουλευτών για τη διέλευση των ξένων στρατευμάτων από τη χώρα και από το έδαφος της χώρας, όπως προβλέπει το παρόν Σύνταγμα, τότε κανείς από εμάς δεν τήρησε το ακροτελεύτιο άρθρο, ότι η τήρηση του παρόντος, του ισχύοντος Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων. Ποιον πατριωτισμό;
Ζητάμε επίμονα και είχε κάνει προτάσεις το Κομμουνιστικό Κόμμα, να
πληροφορούμεθα εκ των προτέρων τις συμφωνίες οι οποίες δεσμεύουν τη χώρα για γενιές. Το είχαμε ζητήσει ακόμη και από τον κ. Χρυσοχοϊδη. Τι πάει να πει διεθνείς παραδεδεγμένοι κανόνες Διεθνούς Δικαίου; Πού είναι το Διεθνές Δίκαιο; Πόσες φορές το είδαμε να γίνεται πατσαβούρα μέσα στα τελευταία δέκα χρόνια από τη δεκαετία του 1990 και από την κυριαρχία και την υποχώρηση αγώνων αίματος των εργαζομένων απανταχού της γης; Πατσαβούρα έγινε.
Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην παραδέχεται αυτήν τη στιγμή ακόμα και από την κεντροαριστερά στην Ευρώπη ότι ο ΟΗΕ πήγε περίπατο. Τη συμμετοχή των Αμερικανών στον ΟΗΕ, είτε έξοδο των Αμερικανών για το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης που στήσανε, τα πληρώνει ο κ. Τέρνερ και το CNN.
Αυτοί είναι οι διεθνείς παραδεδεγμένοι κανόνες; Με αυτούς θα
πορευθούμε και θα είναι αυτοί το ακροτελεύτιο άρθρο; Η δύναμη του ισχυρού; Δηλαδή είχαμε τον 'ΟΘωνα και τη Βαυαροκρατία και στις 3 του Σεπτέμβρη ζητάγανε Σύνταγμα οι μόλις απελευθερωθέντες με το αίμα τους 'Ελληνες; Και θα πηγαίνουμε στις Βρυξέλλες να ζητάμε "αντισυνταγματικώς" τα στοιχειώδη δικαιώματα;
Το εφεύρημα, ο εκσυγχρονισμός: Ανεξάρτητες διοικητικές αρχές.
Μικρότερα τμήματα στη Βουλή, ανεξάρτητες διοικητικές αρχές. Ψεύδος! Είναι τεχνάσματα και τα περνάμε στο Σύνταγμα, ώστε να μην μπορεί κανείς να βγει χωρίς να είναι αντισυνταγματικός, ανατροπέας της συνταγματικής τάξης. Πού θα καταφύγει αυτός ο πολίτης; Να σας πω πού θα καταφύγει; Στα συρρικνωμένα δικαιώματα στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση. Πού θα πάει; Για την προστασία των προσωπικών του δεδομένων; Λοιπόν, σας πληροφορώ ότι η Kυβέρνησή μας και ο κ. Παπανδρέου έβαλαν την υπογραφή τους στην COREPER για κατάργηση του εσχάτου δικαιώματος του Ευρωπαίου πολίτη να προσφύγει στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση για παραβίαση των προσωπικών του δεδομένων. Και εκεί καταγράφονται όλα. Εκχωρούμε στον τελευταίο γραφειοκράτη των Βρυξελλών -και το περνάμε και μέσα στο Σύνταγμα- το δικαίωμα να μας ελέγχει. Πού είναι η περήφανη εξωτερική πολιτική; Πού είναι οι συνταγματικές νομιμότητες και τα κατοχυρωμένα δικαιώματα; Πού είναι αυτά;
Πού θα πάτε, αγαπητοί συνάδελφοι, αφού ψηφιστεί αυτό το πράγμα; Τι θα
πάτε να τους πείτε; 'Οτι το μείζον πρόβλημα της δημοκρατίας στην Ελλάδα ήταν αν θα έχουμε μία ή δύο δουλειές εμείς οι Βουλευτές; Αφού θα μας αντικαθιστά το κόμμα όποτε θέλει στην οποιαδήποτε επιτροπή. Η κυβέρνηση θα νομοθετεί. Απλώς θα διευκολύνεται τώρα να νομοθετεί μόνη της. Δεν μας χρειάζεται. Το σαλτιμπάγκο θα κάνουμε οι Βουλευτές. Εκλεγόμαστε με νόμο που δεν είναι απλή αναλογική, θα πηγαίνουμε σε επιτροπές και θα ψηφίζουμε και θα μας αλλάζουν αν δεν τους αρέσει η γνώμη μας.
Θα καταφύγετε στα μαζικά μέσα, στον τέταρτο πυλώνα της δημοκρατίας.
Ποιον τέταρτο πυλώνα της δημοκρατίας; Μόνο εκεί θα ισχύει το αυτόφωρο. Στην ουσία όμως στο αυτόφωρο έχει εδώ οριστικά και αυτόφωρα, αυτοχρήμα, καταργηθεί κάθε έννοια δημοκρατίας. Τι είναι ο πολίτης πια; Μια οικονομική αξία είναι. Με αυτό το Σύνταγμα κατοχυρώνεται και συνταγματικά. Ε, δεν μπορεί κανείς να μιλήσει πια. Θα βγαίνει στο πεζοδρόμιο. Δεν θα έχεις δικαίωμα να ζητήσεις ούτε τι είναι αυτό που σου ρίχνουν απέναντι. Γιατί όταν νομιμοποιείται μια κυβέρνηση να μην ξέρει τι όπλα χρησιμοποίησε, το Διεθνές Δίκαιο είναι μόνο το ΝΑΤΟ. Είναι το δίκαιο του ισχυρού, όπως ήταν παλιά η Ιερά Συμμαχία ή η Αυστροουγγαρία.
Δεν τα έζησε ο κόσμος αυτά; Ποιος πρωτοχρησιμοποίησε όπλα ουρανίου; Ο Χίτλερ το '43 τα χρησιμοποίησε. Από εκεί πήραμε την τεχνογνωσία. Τώρα πήραμε και συνταγματική τεχνογνωσία από το Γ' Ράιχ; Γιατί δηλαδή; Ποιος πατριώτης σηκώθηκε, με βάση το Σύνταγμα, να πει: με ποιο δικαίωμα εκχωρήθηκαν δικαιώματα κυριαρχικά της χώρας;
Στρατός; Μπάτε σκύλοι αλέστε. Διεθνής Σύμβαση. Ποια Διεθνής Σύμβαση; 'Oταν στις 4 του μηνός του έτους 1999 πήγαινε η ελληνική κυβέρνηση και συμφωνούσε το νέο δόγμα του ΝΑΤΟ, ήξερε κανείς από τους τριακόσιους τι ήταν το νέο δόγμα; Ξέρατε τι είναι το νέο δόγμα του ΝΑΤΟ; Κανείς δεν το ήξερε. Δεν ήρθε κανείς από εδώ να μας πει τι πάει να υπογράψει. Το προηγούμενο ΝΑΤΟ μας δέσμευε για πενήντα χρόνια. Αυτό για πόσα μας δεσμεύει;
Η Ευρωπαϊκή 'Ενωση πού θα πάει; Θα είμαστε περιθωριακοί πολίτες με
μειωμένα κυριαρχικά δικαιώματα μη εκφραζόμενα στη Βουλή και θα λογοδοτούμε σε ποιον; Στη βασιλική οικογένεια της Ολλανδίας, η οποία κατέχει τις μεγαλύτερες εταιρείες αυτήν τη στιγμή του κόσμου, από τις οποίες οι περισσότερες είναι των Μαζικών Μέσων Ενημέρωσης; Και θα υποχρεώσουμε δήθεν -μεγάλη δημοκρατία!- τις εφημερίδες να γράφουν την ίδια μέρα: Μας συγχωρείτε, κάναμε λάθος, θίξαμε τον κύριο... τάδε. Και εκεί θα εξαντλείται η δημοκρατία. Με τον ίδιο τρόπο που εξαντλείται η δημοκρατία με την πρόσβαση στη δημόσια υγεία που έχει ο απλός πολίτης. Με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή, ο πολίτης των μεγάλων χρημάτων βρίσκει ασθενοφόρο για να πάει στο νοσοκομείο; Με τον ίδιο τρόπο πληρώνει αυτός που έχει και αυτός που δεν έχει;
Ξέρετε τι φοβούμαι; 'Οτι προχωρούμε όχι απλώς άτολμα, όχι απλώς παγιδευμένοι, όχι απλώς μέσα στη συγκυρία του δήθεν εκσυγχρονισμού του 21ου αιώνα σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης, αλλά κυριολεκτικώς σε ιδιωτικοποίηση της έννοιας του Συντάγματος. Επιτρέπουμε στους δυνατούς να την τινάζουν στον αέρα και μετά τη Βεστφαλία να μην ισχύει τίποτε. 'Εχουμε αποδεχθεί τη δημιουργία ενός παγκόσμιου δικαστηρίου, που ισχυροί το έχουν φτιάξει.
Λυπάμαι που θα σας το πω, αλλά ενώ η Μεγάλη Βρετανία δεν είναι στη ΣΕΝΓΚΕΝ -και εκεί έχουμε παραχωρήσει δικαιώματα- και είναι στο ΕΣΕΛΟΝ, θα ανακαλύψετε με θλίψη -και να αναζητήσετε τις ευθύνες από την Κυβέρνησηότι το ΕΣΕΛΟΝ έχει στο στόχαστρο την ελληνική Βουλή. Είναι σε θέση να μας παρακολουθεί και να μας ακούει ερήμην μας.
Είμαστε σύμμαχοι και συνεταίροι με αυτούς -αυτό είναι το Διεθνές Δίκαιο- με το άρθρο 28 και την αποδοχή. Και θέλω να σταθώ ιδιαιτέρως στο άρθρο 28 ...
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας της
κυρίας Βουλευτού)
Τελειώνω αμέσως, κύριε Πρόεδρε. Ζητώ συγγνώμη, δέκα δευτερόλεπτα.
Δεν βάζουμε το κεφάλι μας στο ντορβά. Υποθηκεύουμε για όσο θα ισχύει το Σύνταγμα που θα ψηφίσουμε ανάμεσα σε δεκάδες άλλα νομοσχέδια, ανάμεσα σε δεκάδες επίκαιρες ερωτήσεις, ανάμεσα σε δεκάδες αντιμετωπίσεις των καθημερινών βιοτικών προβλημάτων με την ανεργία να χτυπάει το μεγαλύτερο μεταπολιτευτικό της ύψος αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα, με στρατό ο οποίος θα γίνει μισθοφορικός και θα αποφασίζει ένα δόγμα, που δεν ξέρουμε ποιο δόγμα είναι.
Ξέρετε τι θα γίνουμε; Δογματικοί υπηρέτες της παγκόσμιας τάξης και της νομιμότητας των ισχυρών και θα πηγαίνουμε στα Τμήματα της Βουλής να κάνουμε το σαλτιμπάγκο της νομιμότητας.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα όχι απλώς δεν θα το κάνει, αλλά θα βγαίνει και θα ενημερώνει συστηματικά ότι ο νόμος παραβιάζεται και τώρα πια θα παραβιάζεται το αίσθημα της νομιμότητας και της δικαιοσύνης με συνταγματική κατοχύρωση. Και δεν θα διστάσουμε να αναλάβουμε όποτε χρειαστεί το ρόλο του ανατροπέα μέχρι να πεισθεί ο κόσμος και να καταλάβει τι ψηφίζει.
Σας ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Ο κ. Ιωαννίδης έχει το λόγο.
ΦΟΙΒΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, προβληματίστηκα πολύ αν έπρεπε να πάρω το λόγο, γιατί όλο και περισσότερο πείθομαι για τη σοφία του στίχου του Βάρναλη "δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή, σαν την αλήθεια της σιωπής".
Αλλά εθεώρησα ότι αφού είχα την τιμή να είμαι πρόεδρος της Επιτροπής Αναθεωρήσεως του Συντάγματος, δεν είχα το δικαίωμα να μην πάρω το λόγο,
έστω κι αν αυτό συμβαίνει αυτή την ώρα και με την παρουσία λίγων συναδέλφων και όχι αυτών των περισσότερο αρμοδίων, που πάντως είχα τη φιλοδοξία να με ακούσουν νομίζοντας ότι είχα κάτι χρήσιμο να προσθέσω.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κορυφαία έχει λεχθεί ότι είναι η
διαδικασία που επιτελούμε. Αλλά όταν επί δύο μήνες προήδρευα της Επιτροπής Αναθεωρήσεως του Συντάγματος, εκεί παρά τον Κανονισμό επέτρεψα και έγινε ουσιαστικός διάλογος. 'Εγινε διάλογος συνεχής, διάλογος αποδοτικός, ακριβώς διότι υπήρξε διάλογος και όχι...
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Πάντως, κύριε Ιωαννίδη, ο Πρόεδρος της Βουλής σας βλέπει και σας ακούει αυτήν τη στιγμή.
ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΚΟΥΒΕΛΑΣ: Και εμείς, κύριε Πρόεδρε.
ΦΟΙΒΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ: Δεν είπα εγώ για τον Πρόεδρο της Βουλής. Μπορεί να με βλέπει και να με ακούει...
ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΚΟΥΒΕΛΑΣ: Τιμούμε τον Πρόεδρο της Επιτροπής Αναθεώρησης. ΦΟΙΒΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ: Με συγχωρείτε, δεν είπα αυτό και σας ευχαριστώ που
είσθε παρόντες τέτοια ώρα και με ακούτε.
'Ισως να πω και εγώ κάτι χρήσιμο, αλλά μίλησα για την έλλειψη
διαλόγου, γιατί από τη σημερινή διαδικασία διαπίστωσα για άλλη μια φορά ότι ήταν σοφό αυτό που είχε πει ο Σεφέρης και που συχνά επικαλούνται και σε αυτή την Αίθουσα άλλοι, ότι είμαστε η χώρα των παράλληλων μονόλογων.
Διάλογος σημαίνει να έχεις τη δυνατότητα να σκεφθείς αυτό που λέει ο
άλλος, να κρίνεις, να απαντήσεις και ενδεχομένως να συμφωνήσεις.
Γι' αυτό θεωρώ ότι η αποψινή ομιλία του Πρωθυπουργού υπήρξε πολύ
σημαντική και σοβαρή, διότι έδωσε ένα κλίμα αληθινού διαλόγου και συναίνεσης, ενώ αντιθέτως η ομιλία του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας απόψε με απογοήτευσε, διότι περίπου ούτε λίγο ούτε πολύ είπε "αυτές είναι οι απόψεις μας, προσχωρείστε, αν θέλετε, εμείς δεν μετακινούμαστε" και κατηγόρησε το ΠΑΣΟΚ διότι αποδέχθηκε απόψεις που δεν ήταν μόνο της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και πολλών Βουλευτών του ΠΑΣΟΚ στην Επιτροπή της Αναθεώρησης.
Αλλά ποιον πρέπει να ψέξει κανείς; Αυτόν που αποδέχεται αν υπάρχει άποψη αντίθετη από τη δική του, διότι την κρίνει σωστότερη από τη δική του ή εκείνον που λέει ότι "ναι, μεν κατά συνείδηση ..." "και δεν διανοείται κανείς να πει ότι οι Βουλευτές δεν θα ψηφίσουν κατά συνείδηση, διατάξεις του Συντάγματος" αλλά ταυτοχρόνως έχει καταθέσει -όπως το έκανε η Νέα Δημοκρατία- τροπολογίες με την υπογραφή όλων των Βουλευτών;
Πείτε μου, σας παρακαλώ, όταν κάποιος Βουλευτής δεσμεύεται με την
υπογραφή του, ποια ελευθερία έχει να κρίνει κατά συνείδηση; Και αναφέρομαι σε όλους τους συναδέλφους της Νέας Δημοκρατίας, πλην του κ. Μητσοτάκη, στον οποίον θα αναφερθώ ειδικά και τιμητικά και για τη συμμετοχή του. Εγώ δεν υπήρξα ποτέ Μητσοτακικός, είναι γνωστό αυτό, αλλά οφείλω να τιμήσω ...
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): 'Αλλωστε είστε και από το ίδιο
νησί.
ΦΟΙΒΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ: ... τη συμμετοχή του, όχι μόνο στην Ολομέλεια, αλλά και την καθημερινή συμμετοχή του στις διαδικασίες της Επιτροπής Αναθεωρήσεως του Συντάγματος, τη συνεισφορά του και τον τρόπο που και απόψε μίλησε, σε αντίθεση με τον κ. Καραμανλή.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΣΠΥΡΙΟΥΝΗΣ: Και πολλές φορές με αντικειμενικό τρόπο.
ΦΟΙΒΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ: Οφείλουμε να αναγνωρίζουμε το καλό, έστω και αν
προέρχεται και από αντιπάλους.
'Εθιξε ο κ. Μητσοτάκης απόψε τα δύο μείζονα θέματα, κύριοι συνάδελφοι. Κατ' αρχήν αναφέρθηκε στην οριοθέτηση των εξουσιών. Για μένα το μεγαλύτερο πρόβλημα του τόπου είναι το πρόβλημα της δικαιοσύνης, το πρόβλημα της δικαστικής εξουσίας. Θα τα πούμε αυτά στη σχετική ενότητα, δεν είναι του παρόντος, γιατί δεν έχω περισσότερο χρόνο για να αναφερθώ στο θέμα.
Επίσης όμως είναι μείζον θέμα και η προστασία του περιβάλλοντος αλλά και το αν πράγματι πρόκειται περί προστασίας του περιβάλλοντος με τις διατάξεις ως ισχύουν σήμερα και αν μπορεί να έχει τη δυνατότητα αρθρογραφώντας μάλιστα προκαταβολικώς και αρνούμενος την αρμοδιότητα της Επιτροπής Αναθεωρήσεως του Συντάγματος ο τέως πρόεδρος του Ε' Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας να ισχυρίζεται από τώρα ότι και το δικαίωμα αναθεωρήσεως δεν έχουμε και ότι και αν ακόμη αναθεωρήσουμε "Εμείς οι δικαστές είμαστε οι μόνοι που θα κρίνουμε και οι δικαστές θα το βγάλουμε και αυτό αντισυνταγματικό".
Θα τα πούμε αυτά στη σχετική ενότητα, δεν θέλω να αναφερθώ τώρα
περισσότερο.
Αγαπητοί συνάδελφοι, ζούμε σε έναν τρελό κόσμο, σε έναν κόσμο τις τύχες του οποίου ρυθμίζουν η απεμπλουτισμένη συνείδηση -νομίζω ότι το
είπε ο Κοστούνιτσα- αλλά και η απεμπλουτισμένη ηθική των ισχυρών της γης. Και σε αυτήν τη συγκυρία, όπου βομβαρδίζουν άμαχους πληθυσμούς με τα
πυρηνικά απόβλητά τους, σε αυτή τη συγκυρία, όπου δολοφονούνται παιδιά και οι επόμενες γενιές, σε αυτήν τη συγκυρία της παγκοσμιοποίησης, αυτής της άθλιας ειδωλολατρείας της αγοράς, όπου βασιλεύει η φτώχεια, η πείνα και η δυστυχία στα 2/3 του πλανήτη, σε αυτήν τη συγκυρία, εμείς, η μικρή Ελλάδα ευτυχώς είμαστε μέσα στους προνομιούχους. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν πρέπει η σκέψη μας να πηγαίνει και στους άλλους, αν είμαστε αληθινοί δημοκράτες, δεν τολμώ να πω τη λέξη σοσιαλιστές.
Σε αυτή όμως τη συγκυρία η χώρα μας βρίσκεται σε ένα σχετικά καλό και προνομιούχο σημείο. Εδώ έχουμε και αυτήν τη ευκαιρία της Αναθεωρήσεως του Συντάγματος. Πρέπει να είμαστε ευτυχείς, διότι κατορθώσαμε όλοι μαζί, αν θέλετε, να φτάσουμε σε μία άψογη διαδικασία αναθεώρησης. Διότι, ιστορικά και όχι μόνο για τη χώρα μας, έχει επιβεβαιωθεί η ρήση του μεγάλου Γάλλου δημοσιολόγου, του Ζεζ, ότι "τα συντάγματα καθιερώνονται όχι κατόπιν ανταλλαγής επιχειρημάτων αλλά κατόπιν ανταλλαγής πυροβολισμών." 'Ετσι γινόταν πάντοτε στο παρελθόν.
Είμαστε ευτυχείς, γιατί μπορούμε να αναθεωρούμε το Σύνταγμα πιστά και σύμφωνα με τις διαδικασίες που το ίδιο το Σύνταγμα προβλέπει. Και είμαστε ευτυχώς σε μία συναινετική εν πολλοίς διαδικασία, όπου οι διαφωνίες περιορίζονται σε επτά διατάξεις και αυτές είναι συζητήσιμο αν είναι πλήρεις διαφωνίες ή εν μέρει διαφωνίες.
Θα μου πείτε, έχει τόσο μεγάλη σημασία η συναίνεση; 'Εχει, αγαπητοί συνάδελφοι, όχι γιατί η συναίνεση είναι πανάκεια. Δεν είναι. Μπορεί να είναι και αποτέλεσμα αμηχανίας ή ελλείψεως οραμάτων.
'Οταν μιλάμε, όμως, για το Σύνταγμα, τότε είναι sine qua non εκ των ων ουκ άνευ προϋποθέσεων, γιατί όταν φτιάχνουμε τους κανόνες του παιχνιδιού, πρέπει να υπάρχει συναίνεση για να μπορέσει να λειτουργήσει σωστά η δημοκρατία, αφού θα θεσμοθετήσουμε δίκαια τους κανόνες του παιχνιδιού.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, γνωρίζουμε όλοι ότι το Σύνταγμα εκτός από την κανονιστική του λειτουργία έχει -και αυτό έχει ίσως μεγαλύτερη σημασία- και έντονο συμβολισμό. 'Εχει παιδευτική σημασία και επομένως πρέπει όλοι να βάλουμε τον καλύτερο μας εαυτό σε αυτήν την τελική προσπάθεια διαμόρφωσης των διατάξεων του Συντάγματος. Και ποιων διατάξεων; Εκατόν δέκα τεσσάρων διατάξεων. Τροποποιούμε ενενήντα άρθρα. Τέτοιο εύρος έχει αυτή η αναθεώρηση. Και έστω και αν κάποιοι λένε ότι δεν έχει το νεύρο που θα ήθελαν να έχει ή ότι δεν περιλαμβάνει κάποιες διατάξεις που θα ήθελαν να έχει, σας λέω ότι δεν μπορεί πάντοτε να είναι όλα δυνατά, ούτε πάντοτε όλοι να συμφωνούμε σε όλα. Στο σημείο αυτό, επιτρέψτε μου να σας διαβάσω ένα κείμενο. Είναι χρήσιμο για τον τρόπο σκέψης όλων μας εν όψει της διαδικασίας που έχει αρχίσει και της τελικής ψήφου μας σε ό,τι αφορά τις αναθεωρητέες διατάξεις. Είναι απόσπασμα από το λόγο του Μπεντ Φράνκλιν, κατά την υπογραφή του αμερικανικού Συντάγματος το 1787. Από τα παράδοξα της ιστορίας είναι ότι η νεότερη ίσως χώρα στον κόσμο, οι ΗΠΑ, είναι η πρώτη χώρα που απέκτησε γραπτό Σύνταγμα που έχει μάλιστα εφαρμοστεί αδιατάραχτα. Από τα παράδοξα της ιστορίας είναι επίσης ότι εμείς υπήρξαμε από τις πρώτες χώρες που αποκτήσαμε γραπτό σύνταγμα από τα επαναστατικά ακόμα, το 1844 αλλά και προπαντώς το 1864 που καθιερώθηκε η δημοκρατική αρχή και βεβαίως μετά το '11 κ.ο.κ. μέχρι το πιο καλό πράγματι απ' όσα συντάγματα είχαμε, το Σύνταγμα του 1975, που θέλουμε να το κάνουμε ακόμα καλύτερο και πιο σύγχρονο και πιστεύω ότι θα το κάνουμε.
'Οταν λοιπόν έγινε η Συνέλευση των Αντιπροσώπων στην Αμερική για να
ψηφίσουν το σύνταγμα, υπήρχαν διαφωνίες και δεν ήταν βέβαιο αν θα μπορούσαν να καταλήξουν. Ο Μπέντ Φράνκλιν λοιπόν πήρε το λόγο και είπε τα εξής: "Πιστεύω, κύριοι, εις τούτο το Σύνταγμα, διότι δεν αναμένω καλύτερον και διοτι είμαι βέβαιος ότι δεν είναι το καλύτερον. Θυσιάζω προς το κοινό καλόν τη γνώμη την οποία έχω διά τα λάθη του. Εν τω συνόλω του δεν δύναμαι να αποφύγω να εκφράσω την ευχή, όπως έκαστον μέλος της
συνελεύσεως, το οποίο πιθανόν να έχει ακόμα αντιρρήσεις, τασσόμενον με την άποψή μου, εις την περίπτωση αυτή, αμφιβάλλει έστω και ολίγον διά το αλάνθαστον της κρίσεώς του, της σκέψεώς του. Αμφιβάλλω κατά πόσον οποιαδήποτε άλλη συνέλευση, την οποία δυνάμεθα να συγκαλέσομεν, θα δυνηθεί να συντάξει καλύτερο σύνταγμα".
Η σοφή σκέψη που περιέχεται εδώ είναι αυτή που σας διάβασα μόλις προηγουμένως. Ας μην είμαστε τόσο απόλυτοι και τόσο βέβαιοι ότι μόνο η γνώμη μας είναι σωστή και όταν πρέπει κάπου να καταλήξουμε δεν μπορεί να θέλει ο καθένας η γνώμη του και μόνο η γνώμη του να γίνει αποδεκτή. Διότι "όταν συγκεντρώνει κανείς αριθμό τινά ανθρώπων" -έλεγε- "για να έχει το πλεονέκτημα της συλλογικής των σοφίας, συγκεντρώνει αναποφεύκτως μαζί με τούτους και όλας τας προκαταλήψεις, τα πάθη των, τα λάθη της σκέψεώς των, τα τοπικιστικά συμφέροντά των και τις εγωιστικές των απόψεις".
Αυτή η παρέμβαση, η ομιλία του Μπέντ Φράνκλιν υπήρξε καθοριστική για την επιψήφιση του Συντάγματος των ΗΠΑ.
Κύριε Πρόεδρε, εγώ έχοντας ζήσει τις διαδικασίες της Επιτροπής Αναθεωρήσεως μπορώ να σας πω ότι αισθάνθηκα περήφανος για την συμμετοχή των συναδέλφων, παλαιών όπως ο κ. Μητσοτάκης αλλά και νέων συναδέλφων που ήρθαν μελετημένοι, προσεκτικοί και με διάθεση πραγματικά να συνεισφέρουν στη διαμόρφωση ενός νέου συντάγματος. 'Οταν μιλούσα στην 'Ενωση Συνταγματολόγων σε μια ημερίδα που έκαναν, τους είπα ότι στην επιτροπή μας συμμετείχαν τρεις καθηγητές του Συνταγματικού Δικαίου, έξι πρώην Υπουργοί Δικαιοσύνης και δυο τρεις άλλοι καθηγητές πανεπιστημίου, ώστε να υπάρχει πραγματικά μια πλήρης, μια συγκροτημένη ομάδα ανθρώπων, η οποία μπορούσε να φθάσει στο αποτέλεσμα που έφθασε. Και θέλω να πιστεύω, κύριε Πρόεδρε, ότι στη συζήτηση που θα γίνει κατά τις ενότητες των άρθρων, θα υπάρξει δυνατότητα όχι μόνο παράλληλων μονόλογων οσοδήποτε σοφών, αλλά και πραγματικά ανταλλαγής απόψεων, ώστε να καταλήξουμε στις καλύτερες δυνατές διατυπώσεις προς το συμφέρον του τόπου, προς το συμφέρον της χώρας, προς το συμφέρον του ελληνικού λαού.
Αγαπητοί συνάδελφοι, είπα ότι είμαστε σ' αυτήν τη φάση παρ' όλες τις περιπέτειες που πέρασε ο τόπος στους προνομιούχους αυτής της γης, ας εκμεταλλευθούμε αυτήν τη συγκυρία για να κάνουμε ακόμη καλύτερη τη ζωή των πολιτών αυτής της χωρας και όσων ζουν σ' αυτήν τη χώρα. Γιατί το Σύνταγμα -και τελειώνω με αυτό- δεν προστατεύει μόνο τους 'Ελληνες πολίτες, προστατεύει όσους ζουν, εργάζονται, δρουν ή επισκέπτονται αυτή τη χώρα. Ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώντης Σγουρίδης): Ο κ. Κούβελας έχει το λόγο. ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΚΟΥΒΕΛΑΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ένα από τα
χαρακτηριστικά του σύγχρονου πολιτικού μας βίου είναι η πολυνομία και η τάση που έχουμε να λύνουμε τα ζητήματα τα πολιτικά, τα διοικητικά, τα κοινωνικά με καινούριους νόμους. 'Οταν ένας Υπουργός ή ένας διοικητής δυσκολεύεται στην άσκηση των καθηκόντων του εισηγείται μια καινούρια νομοθετική ρύθμιση. 'Οταν ένα έκτακτο γεγονός έρχεται και αναστατώνει την κοινωνία, τότε σπεύδουν αμέσως οι κυβερνώντες κυρίως, αλλά και οι λοιποί, να προτείνουν νέες νομοθετικές ρυθμίσεις, διαπιστώνοντας εκείνη την ώρα το κενό που υπάρχει. 'Εχω την αίσθηση ότι αυτήν την τάση εκδηλώνουμε και κατά τη συνταγματική αναθεώρηση.
Ο μόλις κατελθών από του Βήματος πρόεδρος της Επιτροπής της
Αναθεώρησης του Συντάγματος έκανε μια δήλωση που πρόσεξα. 'Οτι το Σύνταγμα που έχουμε είναι το τελειότερο απ' όλα τα προηγούμενα συντάγματά μας. Και ομολογουμένως εκτός από το Σύνταγμα της δικτατορίας, όλα τα άλλα ήσαν δημοκρατικά και προοδευτικά, ξεκινώντας από τα επαναστατικά συντάγματα. Αν λοιπόν το Σύνταγμα που έχουμε είναι το καλύτερο, αποδείχθηκε δε στα είκοσι πέντε χρόνια της λειτουργίας του ότι δεν μας δυσκόλεψε πουθενά,
δεν εμπόδισε να κάνουμε κάτι που θέλαμε, ούτε μας έλειψε το συνταγματικό έρεισμα, για να προχωρήσουμε κάποια δράση μας.
'Ετσι λοιπόν η τάση είναι να αναθεωρήσουμε και μάλιστα όσο είναι
δυνατόν περισσότερες διατάξεις του Συντάγματος. Και φυσικά στο ερώτημα αν χρειάζεται αναθεώρηση συνταγματική, ο μέσος 'Ελληνας -και εμείς κατά πλειοψηφία- απαντούμε ναι, ο Αμερικανός εκ των πραγμάτων απαντά όχι, παρ'όλο που έχει ένα Σύνταγμα πολλών εκατονταετιών, ο δε 'Αγγλος αν τον
ρωτήσετε, δεν θα καταλάβει τι τον ρωτάτε, γιατί δεν έχει Σύνταγμα γραπτό για να το αναθεωρήσει, έχει μια συνείδηση περί σταθερότητας των αρχών οργάνωσης και λειτουργίας της πολιτείας του και αυτό αποτελεί το Σύνταγμα.
Εγώ μάλιστα πιστεύω ότι όχι μόνο το Σύνταγμα θα πρέπει να έχει μια σταθερότητα και μακροβιότητα, αλλά ίσως θα ήταν χρήσιμο ορισμένοι νόμοι να έχουν μια μεγάλη διάρκεια. 'Αλλωστε αυτό αναγνωρίζουμε με την πρόταση που γίνεται, ο εκλογικός νόμος να μην είναι μεροδούλι μεροφάι, δηλαδή μιας χρήσεως, αλλά να αναφέρεται σε απώτερο χρονικό ορίζοντα.
'Ετσι θα πρέπει να "αναγνωρίσουμε το έδαφος" των κοινωνικών και πολιτικών αναγκών για να δούμε ποιες είναι οι ανάγκες που οδηγούν στην Αναθεώρηση του Συντάγματος και επομένως ποιες είναι οι αναθεωρητέες διατάξεις. Γιατί φυσικά σε μια ευνομούμενη πολιτεία θα παραδεχθούμε ότι το Σύνταγμα το δημιουργούν οι υπάρχουσες διαπιστωμένες ανάγκες. Δεν το κατασκευάζουμε για να αντιμετωπίσουμε μελλοντικές απροσδιόριστες ανάγκες ή για να δημιουργήσουμε ένα πλαίσιο όχι με βάση τα αιτήματα της κοινωνίας, αλλά με βάση τις αντιλήψεις που εκφράζουμε εμείς.
Αυτό θα ήταν αντίθετο προς την παραδεδειγμένη αρχή σε δημοκρατικές
πολιτείες, ότι ο πολιτισμός δημιουργεί δίκαιο και όχι το δίκαιο πολιτισμό. Πολιτισμό δημιουργεί το δίκαιο στα αυταρχικά καθεστώτα, που έρχεται στην καλύτερη περίπτωση ένας πεφωτισμένος άρχοντας ή στη χειρότερη περίπτωση ένας στιγνός δικτάτορας τη δική του θέληση να τη μεταφράσει σε αρχές οργάνωσης της πολιτείας, σε αρχές διοίκησης και σε νομοθεσία.
Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει ορατός λόγος και ανάγκη για νέα
οργάνωση του κράτους, της πολιτείας μας ή αναγνώριση πολιτικών ή ατομικών δικαιωμάτων. Υπάρχει θέμα προώθησης κοινωνικών δικαιωμάτων, υπάρχει θέμα οργάνωσης του κοινωνικού βίου, υπάρχει θέμα αναγνώρισης προτεραιοτήτων και προγραμματισμού του δημόσιου βίου.
Αν το Σύνταγμα το χρειαζόμαστε ως καμτσίκι για να μας υποχρεώσει να
κάνουμε το καθήκον μας, που τυπικά δεν έχει ανάγκη συνταγματικής επιταγής, τότε, έστω, ας το κάνουμε. 'Ομως, τουλάχιστον αυτά τα οποία θα αποφασίσουμε, να καλύπτουν τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας, να λύνουν προβλήματα, να αντιμετωπίζουν αδιέξοδα.
Επιγραμματικά σημειώνουμε ανάγκες, απειλές, προβλήματα.
Θέματα που έχουν να κάνουν με την ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση. Πέρα από τη γενική αρχή και ρύθμιση ότι οι ειδικότεροι κανόνες Διεθνούς Δικαίου προηγούνται, υπάρχουν και θέματα στα οποία μας αφήνουν περιθώρια οι διεθνείς κανόνες να οργανώσουμε εμείς το δικό μας δίκαιο και σε αντικείμενα συνταγματικού χαρακτήρα.

'Εχουμε αλλαγή στην παραγωγική διαδικασία και στις παραγωγικές δομές. Από μια χώρα καθαρά γεωργική, πηδήσαμε ουσιαστικά το στάδιο της δευτερογενούς παραγωγής, γιατί ποτέ δεν είχαμε ουσιαστικά στην Ελλάδα ανεπτυγμένη βιομηχανία και πάμε στο τρίτο στάδιο των υπηρεσιών και φιλοδοξούμε να πάμε και στο επόμενο στάδιο, όπου θα πουλάμε μυαλό και γνώση, know how.
Βέβαια είναι περίεργο πως η παραγωγή γνώσης δεν στηρίζεται από την
κρατούσα αντίληψη και δεν στηρίζεται από το Σύνταγμα, αλλά μάλλον καταδιώκεται και περιθωριοποιείται. Και δεν απαντάμε στο ερώτημα και στο οξύμωρο, γιατί τα Ελληνόπουλα θα πρέπει να ξοδεύουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια για να πάνε να σπουδάσουν στα ιδιωτικά πανεπιστήμια της Ουγγαρίας, της Τσεχοσλοβακίας και αύριο της Βουλγαρίας και της Αλβανίας ενδεχομένως; Χθες γιατί πήγαν και σπούδασαν στα Σκόπια (πέρασαν τα χρόνια και τα ξεχάσαμε) και μας ήλθαν τρεισήμισι χιλιάδες καθηγητές και
δάσκαλοι. Αυτοί γράφτηκαν στην επετηρίδα και πήγαν στα σχολεία μας, παρόλο που δεν έμαθαν ούτε ελληνική ιστορία ούτε ελληνικό πολιτισμό ούτε και ελληνικά γράμματα ήξεραν, διότι, αν ήξεραν, ενδεχομένως θα είχαν περάσει εδώ.
Η βιοτεχνολογία, οι μεταλλάξεις, τα θέματα της κοινωνίας, της πληροφορικής και των επικοινωνιών, τα ναρκωτικά, η λαθρομετανάστευση, η εγκληματικότητα είναι από τα θέματα που μας απασχολούν πολύ.
Θέματα σοβαρά είναι η υπογεννητικότητα και το δημογραφικό καθώς και η ερήμωση της υπαίθρου και κυρίως των ακριτικών περιοχών, κάτι πολύ χειρότερο από την αστυφιλία. 'Αλλο πρόβλημα η αστυφιλία, η επιβάρυνση των πόλεων, των αστικών κέντρων και άλλο πρόβλημα και πολύ μεγαλύτερο ότι όλη η βόρεια και ανατολική παραμεθόρια ζώνη έχει ερημώσει.
Για την απόδοση της δικαιοσύνης έχει γίνει συζήτηση. 'Ισως δεν έχει τονισθεί όσο πρέπει η ουσιαστική αρνησιδικία, από το ότι είναι φορτωμένα τα πινάκια και πρακτικά δεν αποδίδεται δικαιοσύνη. Αυτό το πρόβλημα, πώς θα το αντιμετωπίσουμε; Πώς θα ενισχύσουμε την ανάγκη για ουσιαστική απόδοση της δικαιοσύνης;
Η ανάγκη για άμεση δημοκρατία μπορεί να καλυφθεί εν μέρει. 'Εχουν προταθεί τα τοπικά δημοψηφίσματα. Εδώ κάνουμε το ανάποδο. Υποβαθμίζουμε τη Βουλή παραδίδοντας το νομοθετικό έργο στις επιτροπές, ενισχύοντας αυτό που ήδη έχει κερδίσει η εκτελεστική εξουσία, να έχει τη νομοθετική πρωτοβουλία. Τώρα δεν θα έχει μόνο την πρωτοβουλία, θα έχει και το αποτέλεσμα.
Η συκοφάντηση του πολιτικού κόσμου είναι ένα μεγάλο θέμα και πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε. Και με αυτήν την έννοια πρέπει να δούμε και τις θυσίες στις οποίες είναι ανάγκη να υποβληθούμε, στερούμενοι ενδεχομένως της επαγγελματικής δραστηριότητας και τα άλλα σχετικά.
Η αναποτελεσματικότητα του κράτους, η διαφθορά του δημόσιου βίου,
αυτά είναι θέματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία. Μπορεί η προκείμενη αναθεώρηση να βοηθήσει στην αντιμετώπισή τους; Τότε χαλάλι, ας μην είναι και καθαρά συνταγματικά τα θέματα τα οποία θα ρυθμίσει η αναθεώρηση. Ας είναι μία ένεση τονωτική, για δράση.
Τελειώνω, κύριε Πρόεδρε, σημειώνοντας ότι πρέπει πάση θυσία να επιδιώξουμε την ευρεία συμφωνία και συναίνεση. Το Σύνταγμα δεν είναι γι' αυτόν που θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές. Και δεν είναι κατά μείζονα λόγο γι' αυτόν που ασκεί σήμερα την εξουσία.
Είμαι βέβαιος ότι η ευρεία συναίνεση στην προηγούμενη Βουλή, ήταν αποτέλεσμα της εντύπωσης που είχε καθένα από τα μεγάλα κόμματα ότι θα κέρδιζε τις εκλογές και, επομένως, θα έκανε εκείνο την αναθεώρηση με απλή πλειοψηφία στην παρούσα Βουλή.
Να όμως που κάποιο από τα δύο έχασε. Οπωσδήποτε ένα από τα δύο δεν θα συμμετέχει στην επόμενη, στη μεθεπόμενη και σε όλες τις προσεχείς κυβερνήσεις.
'Ετσι, λοιπόν, το Σύνταγμα θα πρέπε να είναι ευρείας συναίνεσης για
όλους εμάς και για εκείνους που έρχονται προπάντων.
Ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκροτήματα)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Περιφερειακή αλληλεγγύη κύριε
Μαγκριώτη;
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΡΙΩΤΗΣ: Ναι, κύριε Πρόεδρε, είμαστε συμπατριώτες! Και
τόσο λίγοι που μείναμε...
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Ο κ. Μιχάλης Παπαδόπουλος έχει το λόγο.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, άκουσα με πάρα πολλή προσοχή την ομιλία του κυρίου Πρωθυπουργού. Και λέω "πάρα πολλή προσοχή", γιατί συνήθως δεν το κάνω αυτό. Γιατί ο κύριος Πρωθυπουργός συνεχώς ή στην πλειοψηφία των ομιλιών του φάσκει και αντιφάσκει ή οραματίζεται μεγαλεπήβολα σχέδια, τα οποία, όταν έλθει η ώρα να τα υλοποιήσει, αποδεικνύονται ψεύτικα και σαθρά. Πιστεύω ότι ήταν μία ομιλία ιδιαίτερα χαμηλών τόνων. Δεν ξέρω εάν τα εσωτερικά προβλήματα του κόμματός του το επιβάλλουν αυτό ή όχι. Πάντως είναι γεγονός ότι θα μπορούσε κανείς να απαντήσει σε πάρα πολλά σημεία. Αν μου επιτρέπετε, θα ήθελα να απαντήσω στον κύριο Πρωθυπουργό σε ένα. Αναφέρθηκε στη θέση της Νέας Δημοκρατίας όσον αφορά την εκλογή του Κωστή Στεφανόπουλου σαν Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ναι, είναι γεγονός. Αν θέλετε, ήταν και μία παράμετρος στο να μην κατέβουμε σε εκλογές, η ψήφιση του Κωστή Στεφανόπουλου. Ο ίδιος όμως, η Κυβέρνησή του ήταν αυτή που μετά από ένα μήνα ακριβώς προκήρυξε τις εκλογές.
Είναι γεγονός ότι βρισκόμαστε σήμερα σε μια σημαντική ή μάλλον θα
έλεγα την πιο σημαντική διαδικασία του κοινοβουλευτικού μας πολιτεύματος, την αναθεώρηση του Συντάγματος. Το Σύνταγμα πιστεύω ότι δεν μπορεί και δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να είναι ακόμη ένα σημείο πολιτικής αντιπαράθεσης. Και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να ταυτίζεται με τη προσωρινή λογική ισορροπιών ή συμφερόντων της εκάστοτε κυβέρνησης που τυχαίνει να υλοποιεί την αναθεώρηση.
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό και κυρίως για μας, αν θέλετε, τους νέους Βουλευτές ότι το σύνολο της κοινωνίας αδιαφορεί γι' αυτήν την αναθεώρηση, εκτός από δύο - τρία ζητήματα σημαντικά που κυρίως τα Μέσα
Μαζικής Ενημέρωσης αναδείξανε, οι πολίτες αυτής της χώρας δεν ενδιαφέρονται, δεν ασχολούνται, πράγμα ιδιαίτερα ανησυχητικό και επικίνδυνο για τη δημοκρατία μας. Επιτρέψτε μου να τολμήσω να πω ότι για μένα το Σύνταγμα δεν φτάνει μόνο να υπάρχει αλλά και να τηρείται, να εφαρμόζεται από την πολιτεία ουσιαστικά σε όλα τα τρέχοντα θέματα της καθημερινής μας ζωής. Εννοώ ότι το Σύνταγμα για μένα σημαίνει ουσιαστική και σωστή λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης, πράγμα που δυστυχώς σήμερα οι περισσότεροι βλέπουμε και καταλαβαίνουμε ότι δεν ισχύει. Παραδείγματος χάρη όταν ένας πολίτης του Νομού Κοζάνης, νομός στον οποίον τυχαίνει να εκλέγομαι, προσπαθήσει να έλθει σε μια επαφή με τις δημόσιες υπηρεσίες του νομού, τις περισσότερες φορές βρίσκει μπροστά του ένα τείχος ημιμάθειας ή μη ενημέρωσης από τις κεντρικές υπηρεσίες των Υπουργείων, πράγμα που το καθιστά αδιάφορο και γίνεται δύσπιστος ως προς το κράτος. Είναι πεποίθηση ολόκληρου του ελληνικού λαού ότι το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα ο τόπος μας είναι η διαφθορά στο δημόσιο βίο. Πώς πραγματικά το Σύνταγμα διαφυλάσσει τον πολίτη ουσιαστικά και όχι μόνο θεωρητικά; Ποιες παράμετροι χρειάζονται για να πετύχουμε αυτό το ζητούμενο; Γιατί είναι βέβαιο ότι τα παρακμιακά αυτά φαινόμενα της διαφθοράς, της αναξιοπιστίας, της διαπλοκής, πλήττουν κατά κύριο λόγο την ίδια τη δημοκρατία.
Επιχειρείται σήμερα να παρουσιαστεί από το κυβερνών κόμμα ότι η Αναθεώρηση του Συντάγματος είναι μία καινοτομία, είναι μία προσπάθεια εκσυγχρονισμού του Συντάγματος και της Δημόσιας Διοίκησης. Είναι δεδομένο ότι το αναθεωρημένο Σύνταγμα θα ισχύει τουλάχιστον για τα επόμενα δέκα χρόνια, αναρωτιέμαι γιατί η κυβερνητική Πλειοψηφία δεν τόλμησε να απαγκιστρώσει επιτέλους τη χώρα μας από σειρά αγκυλώσεων που στο παρελθόν έχουμε υποστεί; Πιστεύω ότι είναι πάρα πολλά τα ζητήματα που η Κυβέρνηση δεν τόλμησε να αγγίξει. Εκεί όμως που πραγματικά η ατολμία της θεωρώ προσωπικά ότι είναι απαράδεκτη, είναι ότι αφορά την εθνική υπόθεση της παιδείας.
Δεν τολμήσατε δυστυχώς στην προηγούμενη Βουλή να δεχθείτε πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για αναθεώρηση του άρθρου 16, την ίδια στιγμή που εσείς οι ίδιοι έχετε οδηγήσει σε αποσύνθεση την παιδεία στη χώρα μας σε όλα τα επίπεδα, σε όλες τις βαθμίδες. Επιτρέπετε για χρόνια μια τραγική αιμορραγία συναλλάγματος στα πανεπιστήμια του εξωτερικού, έχετε αφήσει να λειτουργούν παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων αμφιβόλου ποιότητας και διατηρείτε ακόμα τον παράλογο διαχωρισμό της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε ανωτέρα και ανωτάτη, οδηγώντας σε αδιέξοδο δεκάδες χιλιάδες σπουδαστές και πτυχιούχους με διάφορα ερμαφρόδιτα νομοθετήματα για την παιδεία.
Κύριοι συνάδελφοι και κύριοι συνάδελφοι της Συμπολίτευσης, πραγματικά
σας καλούμε και σας παρακαλούμε να πάψετε πλέον αυτόν τον εμπαιγμό και να ομολογήσετε ότι αυτή η προσπάθεια για την αναθεώρηση είναι δειλή και άχρωμη. Η αναθεωρητική πρόταση της Νέας Δημοκρατίας ήταν σαφής. Συγκεκριμένα την ανέλυσε ο εισηγητής μας κ. Βαρβιτσιώτης. Είναι μία πρόταση, η οποία γίνεται για να θωρακίζει την ποιότητα της δημοκρατίας όσο γίνεται καλύτερα δίνοντας ένα αίσθημα βεβαιότητας, ασφάλειας στους πολίτες αυτής της χώρας απέναντι στην κρατική αυθαιρεσία, στην αδιαφάνεια και κυρίως στην κοινωνική αδικία που συντελείται σήμερα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πραγματικά πιστεύω ότι είναι στο χέρι μας να προσπαθήσουμε να πλησιάσουμε ή ακόμη και να ταυτιστούμε με την υγιή κοινή γνώμη. Να προσπαθήσουμε με την παρουσία μας να αλλάξουμε και με τη λογική την οποίαν εκφράζουμε την άποψη της κοινωνίας που έχουν σήμερα οι πολίτες για την πολιτική και τους πολιτικούς. Πιστεύω ότι για να το πετύχουμε αυτό αρκεί να πείσουμε αποδεικνύοντας στην πράξη πλέον και όχι στα λόγια την ειλικρινή μας διάθεση για την αναβάθμιση της πολιτικής ζωής του τόπου.
Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πιστεύω ότι ακόμα και τώρα μπορούμε ο καθένας μας από την πλευρά του να δώσουμε σ' αυτήν την Αναθεώρηση αυτό που πραγματικά χρειάζεται για το Σύνταγμα. Αυτό που πραγματικά χρειάζεται η κοινωνία μας, αυτό που πραγματικά χρειάζεται η Ελλάδα μας.
Ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Ο κ. Αντωνακόπουλος έχει το λόγο.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΝΤΩΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, κύριοι συνάδελφοι,
αναμφισβήτητα η Αναθεώρηση του Συντάγματος αποτελεί κορυφαία στιγμή του Κοινοβουλίου. Η Αναθεώρηση του Συντάγματος που σήμερα συζητάμε διεξάγεται καθ' ον τρόπον ορίζει το Σύνταγμα και είναι η δεύτερη τέτοια Αναθεώρηση -η πρώτη ήταν το 1985,1986- που συντελείται στα συνταγματικά ιστορικά της χώρας. Είναι κι αυτό ένα ξεχωριστό στοιχείο της Μεταπολίτευσης, όπου η συνταγματική νομιμότητα επικυρώνεται συνεχώς.
Σίγουρα το Σύνταγμα είναι ένας νομικός οργανισμός ζωντανός σε μία συνεχή επικοινωνία με το κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον, στο οποίο έχει διαμορφωθεί. Η Αναθεώρηση του Συντάγματος είναι μια κίνηση προσαρμογής αυτού του οργανισμού στο περιβάλλον, για να διατηρηθεί ζωντανός. Επομένως οι Αναθεωρήσεις των Συνταγμάτων επιβάλλονται από την ίδια τη ζωή. Βέβαια οι θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος του 1975 που είναι στο άρθρο 110 διατηρούνται και στην υπό συζήτηση αναθεώρηση. Με μία σειρά προσπάθειας αναθεώρησης προσπαθούμε να βελτιώσουμε ό,τι αφορά στα ατομικά δικαιώματα αλλά και το πολιτικό σύστημα της χώρας.
Για τα ατομικά δικαιώματα επιχειρείται επέκταση των συνταγματικών δικαιωμάτων και στις ιδιωτικές σχέσεις -είναι η κατοχύρωση της τρίτης ενέργειας- όπως αυτές πλέον διαμορφώνονται μέσα από τα νέα πεδία στα οποία επεκτείνεται η οικονομία της αγοράς.
Με το άρθρο 116 και την επιχειρούμενη εκεί αναθεώρηση ολοκληρώνεται η ισότητα των δύο φύλων και κατοχυρώνεται ο ρόλος της γυναίκας στην οικογένεια, στην κοινωνία και στην εργασία.
Επίσης επιχειρούνται να εισαχθούν νέα συνταγματικά δικαιώματα, όπως είναι τα δικαιώματα των ασθενών, τα δικαιώματα που μας προστατεύουν απέναντι σε πειραματισμούς γύρω από τη βιοτεχνολογία καθώς και η προστασία του πολίτη απέναντι στην ψηφιακή οικονομία και στην έκρηξη της πληροφορικής.
'Εχει να κάνει με το νέο πλαίσιο που η επιστήμη και η πρόοδος αυτής έχει διαμορφώσει γύρω από τον πολίτη. 'Εχει να κάνει με τον έλεγχο της έρευνας, όσον αφορά την ακεραιότητα του ανθρώπου και πώς αυτός προασπίζεται απέναντι σε αυτές τις επεκτατικές, ερευνητικές τάσεις.
Η προστασία του περιβάλλοντος: Κατοχυρώνεται ένας νέος τρόπος
χωροταξικού, πολεοδομικού και οικιστικού σχεδιασμού της χώρας. Επίσης, κατοχυρώνεται νέος τρόπος χρήσης γης. Πρέπει να διασφαλισθούν οι σχέσεις νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας, όσον αφορά αυτούς τους σχεδιασμούς, για να αισθάνονται ο πολίτης, το κράτος και η κοινωνία ασφαλείς.
Βέβαια για το πολιτικό σύστημα, μέσα από την τροποποίηση του άρθρου 54, που αφορά στην αλλαγή του εκλογικού νόμου, διασφαλίζεται ότι όποια αλλαγή συντελείται στον εκλογικό νόμο θα εφαρμόζεται από τις μεθεπόμενες εκλογές, ούτως ώστε να αποκατασταθεί η αξιοπιστία των πολιτικών και των κομμάτων απέναντι στον πολίτη.
Τα οικονομικά των κομμάτων τίθενται σε άλλη διάσταση, όπως επίσης και οι πηγές χρηματοδότησης υποψηφίων και κομμάτων.
Και βέβαια είναι πολύ σημαντική η κατοχύρωση της επανόρθωσης από τα Mέσα Mαζικής Eνημέρωσης κατά την ίδια ένταση και κατά τον ίδιο χώρο, όπως μπορεί να έχουν ζημιώσει ή να έχουν κατηγορήσει άδικα κάποιον πολιτικό.
Βέβαια, η απαγόρευση συγκέντρωσης πολλών Mέσων Mαζικής Eνημέρωσης στο
ίδιο πρόσωπο, είναι κάτι πολύ σημαντικό και πρέπει να το αξιολογήσουμε. Αναδεικνύεται ο ρόλος των Διαρκών Επιτροπών. Κατοχυρώνονται οι
ανεξάρτητες διοικητικές αρχές. Είναι αρχές οι οποίες επιβάλλονται να υπάρξουν λόγω των διαρθρωτικών αλλαγών που γίνονται στην οικονομία λόγω της απελευθέρωσης της αγοράς. 'Ετσι θα προστατεύσουν από τις όποιες καταχρήσεις μπορεί να γίνουν κυρίως στον ιδιωτικό χώρο από την ομαλή συνύπαρξη κράτους, κοινωνίας και οικονομίας.
Κατοχυρώνονται συμβουλευτικά συλλογικά όργανα, όπως η οικονομική, η κοινωνική επιτροπή. Είναι ένα χώρος όπου γίνεται η συζήτηση με την κοινωνία προ της νομοθέτησης στο Κοινοβούλιο. 'Ηταν ένα έλλειμμα το οποίο έπρεπε και αυτό να καλυφθεί.
Τέλος, κατοχυρώνονται νόμοι όπως ο 2190, ο νόμος Πεπονή, ο νόμος ο οποίος οδηγεί στην απεμπλοκή του πολίτη από τον πολιτικό για καθαρά πελατειακό όφελος.
Στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, το μεγάλο ζήτημα της αποκέντρωσης, κατοχυρώνονται οι δύο βαθμοί αιρετής αυτοδιοίκησης, ο Α' και ο Β'. Και βέβαια δεν είναι μόνο διοικητική η κατοχύρωση. Αποδίδονται αρμοδιότητες

και παράλληλα αποδίδονται και έσοδα μέσω της θέσπισης και είσπραξης τοπικών φόρων. Αυτό έχει να κάνει με την οικονομική αυτοτέλεια.
Ακόμη, ενισχύεται η περιφερειακή διάρθρωση της χώρας μέσω της
κατοχύρωσής της στο Σύνταγμα.

Ακούστηκαν κάποιοι συγκεκριμένοι προβληματισμοί, που έχουν να κάνουν με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Βεβαίως, η φιλοσοφία μας είναι ότι η παιδεία είναι ένα δημόσιο αγαθό και δεν μπορεί ποτέ να γίνει εμπορευματικό αντικείμενο. Εάν η δημόσια παιδεία δεν είναι καλά, έχουμε χρέος όλοι να τη βελτιώσουμε. Η εμπειρία σε επίπεδο Ευρώπης για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι φτωχή. Ούτε εκεί έχουν ευδοκιμήσει ιδιωτικά πανεπιστήμια, αλλά και όπου υπάρχουν δεν προτιμούνται. Μπορεί άλλοι θεσμοί όπως η Εκκλησία, η Τοπική Αυτοδιοίκηση να έχουν δημιουργήσει πανεπιστήμια, το πρόγραμμα όμως σπουδών, οι προσλήψεις του προσωπικού, η αξιολόγηση, είναι καθαρά θέμα της πολιτείας.
'Οσον αφορά τη βουλευτική ασυλία, πρέπει να μιλήσουμε με ειλικρίνεια. Στη Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης μέχρι σήμερα για όλες τις αιτήσεις άρσης ασυλίας ομόφωνα ψηφίζουν όλοι εναντίον της άρσης. Και η Νέα Δημοκρατία η οποία θέλει να καταργηθεί για ορισμένες περιπτώσεις.
ΑΔΑΜ ΡΕΓΚΟΥΖΑΣ: 'Οχι ακριβώς.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΝΤΩΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: 'Οχι για όλες τις περιπτώσεις. Δεν
εμπίπτουν όλες οι περιπτώσεις στην πρόταση που κάνετε. Πάρα πολλές, όμως, εμπίπτουν και συνεχώς τις ψηφίζετε ομόφωνα. Επομένως θα πρέπει να έχουμε μια κρίση ειλικρίνειας και να μην ξεχνάμε πολύ εύκολα.
'Οσον αφορά τα δάση, δυστυχώς στη χώρα μας έχουμε βιώσει πολύ καλά
τον αποδεκατισμό των δασικών εκτάσεων. Αυτό βέβαια ίσως και να οφείλεται στην έλλειψη καλλιεργήσιμης γης. Από την άλλη, όμως, δεν μπορεί με ελαφρά τη συνείδηση να αποδίδουμε δασικές εκτάσεις ως καλλιεργήσιμες. Και δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε τις αεροφωτογραφίες του '45 που υπάρχουν από το στρατό και σαφώς δείχνουν που ήταν και που δεν ήταν δάσος. Τα υπόλοιπα νομικά τερτίπια, για να κάνουμε μια επέκταση ή να αποκτήσουμε περισσότερη περιουσία σε βάρος του δάσους, είναι γνωστά.
Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να μεταφέρουμε τέτοιου είδους "κουτοπονηριές" στο Κοινοβούλιο. Γνωρίζουμε όλοι πώς έχουν προκύψει περιουσίες σε βάρος των δασών. Εξάλλου ακούστηκε ότι είναι κομματικοί οι δασάρχες. Το μόνο που δεν είναι. Τουλάχιστον εγώ δεν μπορώ να πω ότι είναι κομματικοί της Νέας Δημοκρατίας, αλλά ούτε κομματικοί του ΠΑ.ΣΟ.Κ., διότι όσοι είναι δασάρχες σήμερα έχουν ξεκινήσει τη σταδιοδρομία τους στο δημόσιο πριν το '81. Δεν πιστεύω τότε να διορίζατε φανατικά στελέχη του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΤΖΑΜΤΖΗΣ: Είναι καταπράσινοι σαν τα μαρούλια.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΝΤΩΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ακούστηκε ότι είναι κομματικοί οι
δασάρχες. Δεν πιστεύω ότι, έχει γίνει μία επιλεκτική τοποθέτηση δασαρχών, ούτε από το ένα κόμμα, ούτε από το άλλο.
'Οσον αφορά τώρα το ασυμβίβαστο του λειτουργήματος του Βουλευτή και του επαγγέλματος. Ακούστηκαν κάποιες απόψεις, αλλά είναι γνωστό σε όλους που είμαστε από επαρχία ότι κανείς δεν ασκεί επάγγελμα, γιατί δεν του το επιτρέπουν οι ίδιες οι συνθήκες.
Δεύτερον, όταν κάποιος ασκεί επάγγελμα, κυρίως οι Βουλευτές του
κέντρου, οπωσδήποτε αυτός ο χρόνος θα είναι σε βάρος του λειτουργήματος. Ακόμα υπάρχει ένας αθέμιτος ανταγωνισμός απέναντι στους άλλους
συναδέλφους που δεν είναι Βουλευτές, αν πάμε από την άλλη όψη του νομίσματος. Και βέβαια υπάρχει ένα πελατειακό σύστημα πολιτικής και επαγγέλματος. Και βέβαια υπάρχει μία προνομιούχος μεταχείριση ίσως, όχι μόνο των κυβερνητικών, αλλά όλων των Βουλευτών στους χώρους στους οποίους απευθύνονται, είτε είναι νοσοκομεία όταν είναι γιατρός κλπ. Δεν ξέρω τι γίνεται στη δικαιοσύνη, γιατί είμαι γιατρός. Εν πάση περιπτώσει, μπορεί να απαγορεύεται να ασκούν επάγγελμα οι Βουλευτές και ας μη δοθούν αυξήσεις. Για να μη πάμε στην άλλη άποψη που δεν τη δέχομαι και εγώ, ότι είναι κακό να δοθούν αυξήσεις. Ας μην δοθούν αυξήσεις, ας καταργηθεί όμως αυτή η εμπλοκή επαγγέλματος και βουλευτικής λειτουργίας.
'Οσον αφορά τα τοπικά δημοψηφίσματα, σαφώς στις τοπικές κοινωνίες με την αποκέντρωση που έχει γίνει του πρώτου και του δεύτερου βαθμού, όλες
οι αρχές εκλέγονται με βάση τις απόψεις που έχουν στα τοπικά προβλήματα. Οι εκλογές για Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, για Τοπική Αυτοδιοίκηση στους καποδιστριακούς δήμους είναι τοπικά δημοψηφίσματα. Δεν χρειαζόμαστε άλλα
τοπικά δημοψηφίσματα, διότι έτσι ανακινούμε και πολιτειακό ζήτημα στο τέλος-τέλος, γιατί οι πολίτες ψηφίζουν βάσει προγραμμάτων, βάσει θέσεων, σε επίπεδο εθνικό, σε επίπεδο νομαρχιακό, σε επίπεδο καποδιστριακού δήμου, που έχει αυξήσει τα γεωγραφικά όρια.
Τώρα σε σχέση με τις επιτροπές της Βουλής ακούστηκαν κάποια πράγματα, ίσως και τερατώδη. Η αναθεώρηση προτείνει ότι στις επιτροπές της Βουλής όπου απαιτείται απόφαση με απλή πλειοψηφία, να ολοκληρώνεται το νομοθετικό έργο. Εάν όμως Αρχηγός κόμματος ή λίγοι Βουλευτές θέλουν να φέρουν το θέμα στην Ολομέλεια, το φέρνουν. Επίσης εξυγιαίνεται η διαδικασία της τροπολογίας του Υπουργού. Ο Υπουργός υποβάλλει τροπολογία από την αρχή της συζήτησης στην επιτροπή.
'Ολα αυτά που ακούστηκαν περί υποκατάστασης του Κοινοβουλίου από τις επιτροπές είναι εντελώς εξωπραγματικά και καλό είναι να διαβάζουμε και τις εισηγήσεις. Δεν θέλω να δώσω νουθεσίες σε μεγαλύτερους, αλλά τα πράγματα είναι έτσι. Νομομοσχέδια που απαιτούν αυξημένη πλειοψηφία έρχονται απευθείας στην Ολομέλεια. Σας ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Ο κ. Τζαμτζής έχει το λόγο. Είναι ο τελευταίος ομιλητής για σήμερα.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΣΠΥΡΙΟΥΝΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, είναι δώδεκα η ώρα, δεν θα
τελειώσουμε; Θέτω θέμα τάξης. Είπαμε ότι θα τελειώσουμε.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Θέτετε θέμα τάξεως κάνοντας τον
άτακτο, όμως, κύριε Σπυριούνη.
Ορίστε, κύριε Τζαμτζή.
ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΤΖΑΜΤΖΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι -να διορθώσω, γιατί δυστυχώς δεν έχουμε κυρίες συναδέλφους στην Αίθουσα, έχουμε τις κυρίες οι οποίες μας βοηθούν στο κοινοβουλευτικό μας έργο- σήμερα ξεκίνησε η δεύτερη φάση της διαδικασίας αναθεώρησης του Συντάγματός μας, μία διαδικασία η οποία θεωρείται ως η κορυφαία στα πλαίσια του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, διότι θα είναι αυτή η οποία θα διαμορφώσει τον καταστικό χάρτη της χώρας.
Σε αυτή τη διαδικασία θα πρέπει να λειτουργήσουμε με γνώμονα το
εθνικό συμφέρον, μακριά από αγκυλώσεις του παρελθόντος, από μικροκομματικές σκοπιμότητες και δογματισμούς.
'Εχουμε την ευκαιρία να προχωρήσουμε σε μία προοδευτική μεταρρύθμιση με βασικούς στόχους: πρώτον, τη θωράκιση της ποιότητας της δημοκρατίας μας απέναντι στην κρατική αυθαιρεσία, τη διαφθορά, τη διαπλοκή και την αδιαφάνεια και δεύτερον, τη δημιουργία μίας ανοικτής και δίκαιης κοινωνίας η οποία θα μπορεί να διασφαλίσει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου.
Εάν, κύριοι συνάδελφοι του ΠΑΣΟΚ, θέλετε να μην πάει χαμένη άλλη μία ευκαιρία όπως αυτή του 1986, όπου κυριάρχησαν οι μεθοδεύσεις, οι μικροκομματικές σκοπιμότητες και το κομματικό όφελος, οι οποίες όχι μόνο δεν πρόσφεραν αλλά αφαίρεσαν από την ποιότητα της δημοκρατίας μας, τότε θα πρέπει να δεχθείτε προτάσεις, ώστε να υπάρξει σύνθεση απόψεων.
Η Νέα Δημοκρατία και ο εθνάρχης Κωνσταντίνος Καραμανλής έδωσαν στη
χώρα μας το πιο δημοκρατικό Σύνταγμα που γνώρισε ποτέ η Ελλάδα, το Σύνταγμα του 1975, το οποίο σε μία πολύ δύσκολη περίοδο έδωσε στη χώρα πολιτική σταθερότητα και απέτρεψε τους κινδύνους της εποχής. Το Σύνταγμα του 1975 εδραίωσε τη Δημοκρατία στη χώρα μας. Εσείς όμως τότε αποχωρούσατε από αυτήν την Αίθουσα και σήμερα ζητάτε συναίνεση.
Δεν μπορώ όμως να πω τα ίδια πράγματα για τη συνταγματική αναθεώρηση
του 1986. Η αφαίρεση ουσιαστικών αρμοδιοτήτων από τον Πρόεδρο της
Δημοκρατίας κατέστησε το πολίτευμά μας περισσότερο πρωθυπουργοκεντρικό. Το 1996 χάθηκε άλλη μία ευκαιρία Αναθεώρησης του Συντάγματος, διότι η
ηγεσία σας προσπάθησε να αιφνιδιάσει τα κόμματα προκηρύσσοντας εκλογές.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η σημερινή Αναθεώρηση του Συντάγματος
έχει να αντιμετωπίσει τελείως διαφορετικά δεδομένα και ανάγκες. Οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει σήμερα η δημοκρατία μας διαφέρουν από την περίοδο του 1975. Οι κίνδυνοι προέρχονται πλέον από τη μακρόχρονη παραμονή ενός κόμματος στην εξουσία, την αλαζονεία και τις καθεστωτικές πρακτικές που εφαρμόζει.
Κίνδυνο για τη δημοκρατία μας σήμερα αποτελούν η αυθαιρεσία και η ασυδοσία στο δημόσιο, η διαφθορά που μαστίζει την κρατική μηχανή, η νοοτροπία του δώρου που μπορεί να κάνει ο κρατικός λειτουργός στον εαυτόν του αλλά που δεν πρέπει να ξεπερνά τα πεντακόσια εκατομμύρια. Ο
μεγαλύτερος κίνδυνος όμως είναι η διαπλοκή, είναι οι διαπλεκόμενες σχέσεις της πολιτικής εξουσίας με τα οργανωμένα οικονομικά συμφέροντα και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Είναι η επιβολή αποφάσεων άνωθεν στην Κυβέρνηση, με αντάλλαγμα τη στήριξη από κάποια μέσα ενημέρωσης. Είναι η αδιαφάνεια στο δημόσιο βίο της χώρας.
Ο πολίτης σήμερα περιμένει από εμάς να σταθούμε ψηλά. Απαιτεί να προχωρήσουμε με τόλμη, να αντιμετωπίσουμε την αδιαφάνεια, την αυθαιρεσία, τη διαπλοκή, δείχνοντας σεβασμό στη δημοκρατία, δείχνοντας σεβασμό στον πολίτη.
Η Νέα Δημοκρατία έχει συγκεκριμένη αναθεωρητική πρόταση, την οποία
και κατέθεσε. Βασική μας επιδίωξη είναι να υπάρξει περισσότερη δημοκρατία, η οποία θα μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες των καιρών. Στόχος μας είναι μέσα από την αναθεώρηση να ενισχυθούν τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα και να αποκτήσει περισσότερη ποιότητα η δημοκρατία μας.
Η εισαγωγή νέων θεσμών και η ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών του
κράτους θα βοηθήσουν στην ουσιαστικότερη θωράκιση της πολιτείας. Η αποτελεσματική κατοχύρωση της ανεξαρτησίας των δικαστών και η ενίσχυση του Ελεγκτικού Συνεδρίου μπορούν να βοηθήσουν στη σωστή διαχείριση του δημόσιου χρήματος.
Πιστεύουμε ακράδαντα ότι θα πρέπει να προχωρήσουμε στη συνταγματική
κατοχύρωση των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών, με πρώτο, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης. Εάν θέλουμε να σπάσει ο συνδετικός κρίκος μεταξύ της κρατικής εξουσίας και των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης το Διοικητικό Συμβούλιο του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης θα πρέπει να επιλέγεται από την αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή με την πλειοψηφία των 3/5 και οι αποφάσεις του θα πρέπει να έχουν αποφασιστικό και όχι συμβουλευτικό χαρακτήρα για τον Υπουργό.
Θα πρέπει να κατοχυρωθεί συνταγματικά ως ανεξάρτητη διοικητική αρχή ο Συνήγορος του Πολίτη και το Εθνικό Συμβούλιο Δημόσιας Διοίκησης. Θα ήθελα να σταθώ ιδιαίτερα στην αναγκαιότητα που υπάρχει για τη θέσπιση ανεξάρτητης διοικητικής αρχής για τη σύναψη των συμβάσεων των δημοσίων έργων, στον τομέα όπου πραγματικά υπάρχει αδιαφάνεια, διαπλοκή και οσμή σκανδάλων.
Η Ευρωπαϊκή 'Ενωση σας ρωτάει πλέον ανοικτά και ξεκάθαρα γιατί
ανέχεσθε αυτές τις κακοτεχνίες στα δημόσια έργα και ποιος είναι ο λόγος που κλείνετε τα μάτια. Ο καθένας πλέον βγάζει τα συμπεράσματά του. Η δημόσια ζωή δηλητηριάζεται με αυτές τις πρακτικές σας.
Και επιτέλους, πρέπει να σταματήσει αυτός ο κατήφορος. Θα πρέπει να προχωρήσουμε στη συνταγματική κατοχύρωση του Εθνικού Συμβουλίου για τη σύναψη συμβάσεων των δημοσίων έργων ως ανεξάρτητη διοικητική αρχή, για να διασφαλίσουμε τη διαφάνεια και τον ουσιαστικό έλεγχο στα δημόσια έργα καθώς και τη σωστή διαχείριση του δημοσίου χρήματος.
Η συνταγματική κατοχύρωση των αρχών αυτών, ο καθορισμός των αρμοδιοτήτων τους, η άσκηση αυτών πέρα και έξω από παρεμβάσεις της Κυβέρνησης, η επιλογή των μελών από την αρμόδια Διαρκή Επιτροπή με αυξημένη πλειοψηφία, καθώς και η επιβολή κυρώσεων, θα είναι ένα βήμα μπροστά για τη δημοκρατία μας.
'Αλλο ένα τεράστιο θέμα το οποίο έχει άμεση σχέση με την αξιοπιστία και το κύρος των πολιτικών είναι η χρηματοδότηση των κομμάτων και των πολιτικών. Σήμερα η εντύπωση του πολίτη είναι ότι η πολιτική και τα κόμματα είναι δέσμια όλων αυτών που τους χρηματοδοτούσαν κατά την προεκλογική περίοδο. Και πώς να μην το λέει αυτό το πράγμα, όταν βλέπουμε την Κυβέρνηση να μονοπωλεί τα Μέσα Ενημέρωσης και ιδιαίτερα την τηλεόραση επί ένα τρίμηνο πριν τις εκλογές; Πόσα λεφτά ξόδεψε η Κυβέρνηση και πού τα βρήκε; Αυτό είναι ένα από τα ερωτήματα του πολίτη. Πού βρήκε τα δεκάδες εκατομμύρια ο "Χ" υποψήφιος και κυριολεκτικά τα πετάει; Είναι εύλογα τα ερωτήματα του πολίτη, όταν βλέπει αυτά τα φαινόμενα.
Θα πρέπει να κατοχυρωθεί συνταγματικά η υποχρέωση δημοσιοποίησης των εκλογικών δαπανών των κομμάτων και των πολιτικών. Θα πρέπει να υπάρξει ρήξη μεταξύ των Μ.Μ.Ε. και της πολιτικής εξουσίας. Και αυτό μπορεί να γίνει με τη δωρεάν παροχή ραδιοτηλεοπτικού χρόνου στα κόμματα με ταυτόχρονη απαγόρευση της αγοράς χρόνου από αυτά.
Θα πρέπει να υπάρχει ουσιαστικός έλεγχος σχετικά με την τήρηση αυτών των υποχρεώσεων, αλλά και επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση μη εφαρμογής.
Μεταξύ των κυρώσεων θα μπορούσε να είναι η έκπτωση από το βουλευτικό
αξίωμα σε περίπτωση υπέρβασης των δαπανών.
Κατά την επικείμενη Αναθεώρηση του Συντάγματος θα πρέπει να ενισχυθεί
η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Είναι αυτή που δίνει τη δυνατότητα στους πολίτες
να συμμετέχουν στη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων. Θα πρέπει να κατοχυρωθούν οι τρεις βαθμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Θα πρέπει να καθιερωθεί το τεκμήριο αρμοδιότητας υπέρ των ΟΤΑ, όσον αφορά στις τοπικές υποθέσεις.
Οι δήμοι θα πρέπει να έχουν οικονομική αυτοτέλεια αλλά και παρέμβαση
του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τον έλεγχο της διαφάνειας ως προς τα οικονομικά τους.
Πρέπει να θεσμοθετηθούν τα τοπικά δημοψηφίσματα, διότι πιστεύουμε ότι
οι δημότες πρέπει να έχουν το δικαίωμα να αποφασίζουν για τις τοπικές υποθέσεις.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Νέα Δημοκρατία, η οποία θεμελίωσε τη δημοκρατία στη χώρα μας, συνεχίζει και πρωταγωνιστεί σε αυτόν τον αγώνα. Πρωταγωνιστεί στη διαμόρφωση εκείνων των θεσμών, που απαιτούνται για τη θωράκιση της δημοκρατίας στον τόπο μας.
Σας ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Κύριοι συνάδελφοι, έχουν διανεμηθεί τα Πρακτικά της Δευτέρας 8 Ιανουαρίου 2001 και ερωτάται το Σώμα αν επικυρούνται.
ΠΟΛΛΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Συνεπώς τα Πρακτικά της Δευτέρας 8 Ιανουαρίου 2001 επικυρώθηκαν.
Κύριοι συνάδελφοι, έχει παρέλθει ο χρόνος για τη σημερινή συνεδρίαση. Δέχεσθε στο σημείο αυτό να λύσουμε τη συνεδρίαση;
ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
Με τη συναίνεση του Σώματος και ώρα 00.05', λύεται η συνεδρίαση για
σήμερα ημέρα Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2001 και ώρα 10.30' με αντικείμενο εργασιών του Σώματος: α) κοινοβουλευτικό έλεγχο, συζήτηση επικαίρων ερωτήσεων, β) νομοθετική εργασία, ψήφιση στο σύνολο του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας: "Ρύθμιση θεμάτων ανέλκυσης ναυαγίων και άλλες διατάξεις", μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομικών: "Κώδικας Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων" και στη συνέχεια, γ) συνέχιση της συζήτησης επί των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος, σύμφωνα με τα άρθρα 110 του Συντάγματος και 119 του Κανονισμού της Βουλής.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ


PDF:
YN-011701(A¦OµEYMA).pdf
TXT:
Es010117a.txt


Επιστροφή
 
Η Διαδικτυακή Πύλη της Βουλής των Ελλήνων χρησιμοποιεί cookies όπως ειδικότερα αναφέρεται εδώ