Παράκαμψη βοηθητικών συνδέσμων
English
|
Français
|
Ελληνικά
|
Επικοινωνία
|
Χάρτης Πλοήγησης
|
Οδηγίες
|
Ανοιχτά Δεδομένα
|
Αναζήτηση
Η Βουλή
|
Οργάνωση & Λειτουργία
|
Βουλευτές
|
Διοικητική Οργάνωση
|
Διεθνείς Δραστηριότητες
|
Ενημέρωση
|
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
Νομοθετική Διαδικασία
Ημερ. Διάταξη Ολομέλειας
Εβδομαδιαίο Δελτίο
Κατατεθέντα Σ/Ν ή Π/Ν
Επεξεργασία στις Επιτροπές
Συζητήσεις & Ψήφιση
Ψηφισθέντα Σ/Ν
Αναζήτηση
ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
Διαδικασίες
Μέσα Κοινοβουλευτικού Ελέγχου
Ειδικές Διαδικασίες
Ειδικές Συζητήσεις και Αποφάσεις
Εβδομαδιαίο Δελτίο
Ειδικές Ημερήσιες Διατάξεις
Ημερήσιες Διατάξεις Επερωτήσεων
Δελτίο Επίκαιρων Ερωτήσεων
ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ
Κατηγορίες
Συνεδριάσεις/Πρακτικά
Εκθέσεις - Πορίσματα
Ευρετήρια Πρακτικών Επιτροπών
Δραστηριότητες
Εβδομαδιαίο Δελτίο
Μηνιαίο Δελτίο
ΠΡΑΚΤΙΚΑ
Συνεδριάσεις Ολομέλειας
Ευρετήρια Πρακτικών Ολομέλειας
Αναθεωρήσεις Συντάγματος
Διάσκεψη Προέδρων ΙΣΤ' Περ.
Οπτικο-ακουστικό υλικό Ολομέλειας
Οπτικο-ακουστικό υλικό Κοινοβουλευτικών Επιτροπών
Σύνδεσμοι
ΠΡΑΚΤΙΚΑ
Συνεδριάσεις Ολομέλειας
Περίδος: Ι, Σύνοδος: (Θέρος '02), Συνεδρίαση: ΙΣΤ' 30/07/2002
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΒΟΥΛΗΣ
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΙΣΤ΄
Τρίτη 30 Ιουλίου 2002
ΘΕΜΑΤΑ
Α’ ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
1. Επικύρωση Πρακτικών, σελ.
Β’ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
1. Κατάθεση αναφορών, σελ.
2. Απαντήσεις Υπουργών σε ερωτήσεις Βουλευτών, σελ.
Γ΄ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
1. Ψήφιση επί της αρχής των άρθρων και του συνόλου των σχεδίων νόμων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών:
α) Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργικού Συμβουλίου της Ουκρανίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φορολογικής διαφυγής σε σχέση με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου», σελ.
β) Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου», σελ.
γ) Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Γεωργίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου», σελ.
2. Ψήφιση στο σύνολο του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων: «Μεταφορά Συντελεστή Δόμησης και ρυθμίσεις άλλων θεμάτων», σελ.
3. Συζήτηση επί της αρχής του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης: «Ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων, τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και άλλες συναφείς διατάξεις», σελ.
4. Κατάθεση σχεδίων νόμου:
ΟΙ Υπουργοί Ανάπτυξης, Οικονομίας και Οικονομικών, Εθνικής Άμυνας, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Υγείας και Πρόνοιας, Δικαιοσύνης, Μεταφορών και Επικοινωνίας, Δημόσιας Τάξης, Εμπορικής Ναυτιλίας, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων κατέθεσαν σχέδιο νόμου: «Οργάνωση της αγοράς πετρελαιοειδών και άλλες διατάξεις», σελ.
ΟΜΙΛΗΤΕΣ
Α. Επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης:
ΚΟΝΤΟΜΑΡΗΣ Ε., σελ.
ΜΑΝΟΣ Σ., σελ.
ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ Π., σελ.
ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ Φ., σελ.
ΣΚΥΛΛΑΚΟΣ Α., σελ.
ΤΣΙΠΛΑΚΗΣ Κ., σελ.
ΤΣΟΥΡΝΟΣ Γ., σελ.
ΧΡΥΣΑΝΘΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Α., σελ.
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ
Ι’ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ)
ΣΥΝΟΔΟΣ Β’
ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΒΟΥΛΗΣ
ΘΕΡΟΥΣ 2002
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΙΣΤ’
Τρίτη, 30 Ιουλίου 2002
Αθήνα, σήμερα στις 30 Ιουλίου 2002, ημέρα Τρίτη και ώρα 18:43’ συνήλθε στην Αίθουσα των συνεδριάσεων του Βουλευτηρίου το Τμήμα Διακοπής Εργασιών της Βουλής (Β’ σύνθεση) για να συνεδριάσει υπό την προεδρία του Προέδρου αυτής κ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Κυρία και κύριοι συνάδελφοι, αρχίζει η συνεδρίαση.
Παρακαλείται ο κύριος Γραμματέας να ανακοινώσει τις αναφορές προς το Tμήμα.
(Ανακοινώνονται προς το Τμήμα από το Βουλευτή κ. Ηλία Καλλιώρα, Βουλευτή Φθιώτιδας, τα ακόλουθα:
Α. KATAΘΕΣΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ
1) Ο Βουλευτής Ηρακλείου κ. ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΑΤΖΑΠΕΤΑΚΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμος Γόρτυνας Ηρακλείου ζητεί να ληφθούν μέτρα για την κάλυψη των προγραμμάτων της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου στα Νότια Παράλια του Νομού Ηρακλείου.
2) Ο Βουλευτής Πιερίας κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η ’Ενωση Ιδιοκτητών Κάμπινγκ Νομού Πιερίας ζητεί την ακύρωση της απόφασης του Νομάρχη Πιερίας περί καθορισμού αιγιαλού και παραλίας έτους 1987.
3) Ο Βουλευτής Χίου κ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΒΑΡΙΝΟΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η Δημοτική Επιχείρηση ’Υδρευσης Αποχέτευσης Δήμου Χίου υποβάλλει προτάσεις για την επίλυση του υδρευτικού προβλήματος του Δήμου Χίου.
4) Ο Βουλευτής Αρκαδίας κ. ΠΕΤΡΟΣ ΤΑΤΟΥΛΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία το Σωματείο Ορυχείων Σταθμών ΔΕΗ Μεγαλόπολης ζητεί να επιλυθούν τα προβλήματα που έχουν προκύψει στη Νο 3 Μονάδα του Α.Η.Σ. Μεγαλόπολης από την εγκατάσταση και λειτουργία του συστήματος MAGALDI.
5) Ο Βουλευτής Αρκαδίας κ. ΠΕΤΡΟΣ ΤΑΤΟΥΛΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία το Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Αρκαδίας ζητεί την πλήρη στελέχωση του ΙΚΑ Λεωνιδίου με τις απαραίτητες ειδικότητες ιατρών καθώς και την πλήρη λειτουργία των Μονάδων Υγείας στο Νομό Αρκαδίας.
6) Ο Βουλευτής Κυκλάδων κ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΩΜΑΤΑΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμος Τήνου Κυκλάδων ζητεί να επιλυθεί το πρόβλημα της διαμονής των 35 λαθρομεταναστών, οι οποίοι από το Μάιο του 2002 παραμένουν στο νησί της Τήνου κάτω από απαράδεκτες συνθήκες διαβίωσης.
7) Ο Βουλευτής Κυκλάδων κ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΩΜΑΤΑΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Σύλλογος Μελετητών Μηχανικών Κυκλάδων ζητεί την παράταση της ισχύος του Ειδικού Διατάγματος όρων δόμησης της Ερμούπολης μέχρι το 2003.
8) Ο Βουλευτής Κορινθίας κ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία το Κέντρο Μελέτης και ’Ερευνας του Ελληνικού Θεάτρου Θεατρικού Μουσείου ζητεί την επίλυση του στεγαστικού προβλήματος που αντιμετωπίζει το Θεατρικό Μουσείο και τα πολύτιμα αρχεία του.
9) Ο Βουλευτής Κέρκυρας κ. ΕΥΤΥΧΙΟΣ ΚΟΝΤΟΜΑΡΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμος Θιναλίων Κέρκυρας ζητεί την ίδρυση και λειτουργία Ανώτατης Σχολής Τουριστικών Σπουδών στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο.
10) Ο Βουλευτής Ημαθίας κ. ΗΛΙΑΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ με αναφορά του ζητεί απάντηση στην αίτηση διορισμού της Χουλιαρά Μαρίας, καθηγήτριας της Ρωσοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Τασκένδης, την οποία κατέθεσε στη Δ/νση Προσωπικού Β/θμιας Εκπαίδευσης Τμήμα Α’.
11) Ο Βουλευτής Πιερίας κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η ΄Ενωση Γονέων Διαβητικών Παιδιών και Εφήβων Βορείου Ελλάδος ζητεί να χορηγείται σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους το επίδομα στους ινσουλινοεξαρτώμενους διαβητικούς τύπου Ι.
12) Ο Βουλευτής Ιωαννίνων κ. ΚΩΝ/ΝΟΣ ΤΑΣΟΥΛΑΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δικηγορικός Σύλλογος Ιωαννίνων ζητεί την ίδρυση Ναυτοδικείου – Αεροδικείου στα Ιωάννινα.
13) Οι Βουλευτές κύριοι ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΓΚΑΤΖΗΣ και ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΙΟΓΚΑΣ κατέθεσαν αναφορά με την οποία η Ομοσπονδία Ενοικιαζομένων Δωματίων και Επιπλωμένων Διαμερισμάτων Θεσσαλίας και Βορείων Σποράδων – Πηλίου αντιτίθεται στην υποβολή δικαιολογητικών για την ανανέωση των Ειδικών Σημάτων Λειτουργίας.
14) Οι Βουλευτές κύριοι ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΖΕΚΗΣ και ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ κατέθεσαν αναφορά με την οποία το Συνδικάτο Οικοδόμων και Εργαζομένων στα Δομικά Υλικά και στις κατασκευές Θεσσαλονίκης επισημαίνει τα ανύπαρκτα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας στις οικοδομές.
15) Ο Βουλευτής Αθηνών κ. ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο κ. Γεώργιος Κατωπόδης, εκπαιδευτικός, ζητεί η ανανέωση της απόσπασής του στην Αιθιοπία να γίνει με βάση το άρθρο του Ν. 2413/96.
16) Οι Βουλευτές κύριοι ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ και ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΤΥΡΗ – ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΑΡΗ κατέθεσαν αναφορά με την οποία η Διαπαραταξιακή Επιτροπή Πολιτών για το ’Αλσος της Νέας Φιλαδέλφειας ΔΑ-SOS, ζητεί να μην γίνει επιπλέον παρέμβαση στο ’Αλσος εχθρική προς το περιβάλλον και το λαό της πόλης.
17) Ο Βουλευτής Πειραιά κ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΝΕΡΑΝΤΖΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμαρχος Κορυδαλλού ζητεί να μην εγκλεισθούν οι συμμετέχοντες στη 17η Νοέμβρη στις φυλακές Κορυδαλλού.
18) Ο Βουλευτής Πειραιά κ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΝΕΡΑΝΤΖΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμαρχος Κορυδαλλού ζητεί να μην επεκταθεί το μέτρο της μεταφοράς συντελεστή δόμησης στην περιοχή του Δήμου Κορυδαλλού.
19) Ο Βουλευτής Αιτωλ/νίας κ. ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΜΥΡΛΗΣ – ΛΙΑΚΑΤΑΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η Εταιρεία Ναυπακτιακών Μελετών ζητεί να ορισθεί η Ναύπακτος ως έδρα Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
20) Ο Βουλευτής Χανίων κ. ΕΥΤΥΧΙΟΣ ΔΑΜΙΑΝΑΚΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμος Βουκολίων Χανίων ζητεί την αποζημίωση των ελαιοκαλλιεργειών της περιοχής του, που επλήγησαν από σχοινοκαρπία.
21) Ο Βουλευτής Φωκίδας κ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΓΚΕΛΕΣΤΑΘΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η Ελληνική Οδοντιατρική Ομοσπονδία ζητεί τη λήψη μέτρων για την επίλυση εργασιακών και οικονομικών προβλημάτων των μελών της.
22) Ο Βουλευτής Φωκίδας κ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΓΚΕΛΕΣΤΑΘΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία οι Δικηγορικοί Σύλλογοι Ελλάδος ζητούν να εξαιρεθεί ο ΦΠΑ από τις νομικές υπηρεσίες.
23) Ο Βουλευτής Κυκλάδων κ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΩΜΑΤΑΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία Κάτοικοι και Φορείς της νήσου Μυκόνου ζητούν να επιτραπεί η αγκυροβολία σκαφών αναψυχής στο λιμάνι Μυκόνου.
24) Ο Βουλευτής Λασιθίου κ. ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΧΙΜΑΚΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία το Σωματείο Συν/χων ΤΕΒΕ – ΤΑΕ και ΤΣΑ Επαρχίας Σητείας διαμαρτύρεται για τις υπερβολικές κρατήσεις στις συντάξεις των μελών του.
25) Ο Βουλευτής Λασιθίου κ. ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΧΙΜΑΚΗΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η ’Ενωση Αγροτικών Συν/σμων Μεραμβέλλου ζητεί να ενταχθεί στο πρόγραμμα επιδότησης νέων ανέργων.
26) Ο Βουλευτής Εύβοιας κ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμος Κύμης Εύβοιας ζητεί την επιχορήγηση της πορθμειακής γραμμής Ωρωπού – Ερέτριας.
27) Ο Βουλευτής Εύβοιας κ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμος Μαρμαρίου Εύβοιας ζητεί την άμεση τοποθέτηση μόνιμων ιατρών στα αγροτικά ιατρεία της περιοχής του.
28) Ο Βουλευτής Εύβοιας κ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία το Επιμελητήριο Εύβοιας ζητεί την ίδρυση πανεπιστημιακής Σχολής στην Εύβοια.
29) Ο Βουλευτής Εύβοιας κ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία το Σωματείο Συν/χων Μαντουδίου Εύβοιας ζητεί την τοποθέτηση ιατρού στο ΙΚΑ Μαντουδίου.
30) Ο Βουλευτής Αρκαδίας κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία η Τοπική ’Ενωση Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Αρκαδίας ζητεί να παραμείνει σε λειτουργία η κεντρική αρχαιολογική υπηρεσία στην Τρίπολη.
31) Ο Βουλευτής Αρκαδίας κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμος Τρίπολης Αρκαδίας ζητεί να παραμείνει σε λειτουργία η κεντρική αρχαιολογική υπηρεσία στην Τρίπολη.
32) Ο Βουλευτής Αρκαδίας κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία το Δημοτικό Συμβούλιο Γόρτυνος Αρκαδίας ζητεί να μην επιτραπεί η επέκταση ορυχείου της ΔΕΗ στον κάμπο της Καρύταινας Αρκαδίας.
33) Ο Βουλευτής Εύβοιας κ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΛΙΑΣΚΟΣ κατέθεσε αναφορά με την οποία ο Δήμος Μαρμαρίου Εύβοιας ζητεί την άμεση κάλυψη των κενών θέσεων στα αγροτικά ιατρεία της περιοχής του.
Β. ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΕ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΒΟΥΛΕΥΩΝ
1. Στην με αριθμό 2/2-7-02 ερώτηση δόθηκε με το υπ’ αριθμ. 69914/11-7-01 έγγραφο από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων η ακόλουθη απάντηση:
«Απαντώντας στην ερώτηση με αριθμό 2/2-2-7-2001 την οποία κατέθεσε ο Βουλευτής κ. Λευτέρης Ι. Παπανικολάου σχετικά με τη λειτουργία Πανεπιστημιακής Σχολής στο Νομό Μεσσηνίας, σας γνωρίζουμε τα εξής:
Το Υπουργικό Συμβούλιο, στη συνεδρίασή του στις 20 Ιουνίου 2002, κατέληξε σε αποφάσεις για το Εθνικό Χωροταξικό Σχέδιο Ανάπτυξης της Ανώτατης Εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Το σχέδιο αυτό ανακοινώθηκε από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό και αναλύθηκε στη συνέχεια από το ΥΠΕΠΘ.
Στο εν λόγω σχέδιο προβλέπεται η λειτουργία ενός Τμήματος του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου στο Νομό Μεσσηνίας μέσα στη διετία 2003-04/2004-05. Μέσα στην επόμενη διετία 2005-06/2006-07 προβλέπεται ν’ αρχίσει να λειτουργεί ένα ακόμη νέο Τμήμα στο συγκεκριμένο νομό και το ίδιο προβλέπεται και για την τριετία 2007-08/2008-09/2009-10.
Για τον προσδιορισμό των παραπάνω Τμημάτων, το ΥΠΕΠΘ θ’ αναμένει τη σχετική εισήγηση της Διοικούσας Επιτροπής προκειμένου να λάβει τις τελικές αποφάσεις μέσα όμως στο προαναφερθέν χρονικό πλαίσιο.
Ο Υπουργός
ΠΕΤΡΟΣ Δ. ΕΥΘΥΜΙΟΥ»
2. Στην με αριθμό 3/2-7-02 ερώτηση δόθηκε με το υπ’ αριθμ. 69915/19-7-02 έγγραφο από τον Υφυπουργό Παιδείας η ακόλουθη απάντηση:
«Απαντώντας στην ερώτηση με αριθμό 3/2-7-02 την οποία κατέθεσε ο Βουλευτής κ. Παν. Ψωμιάδης, και αφορά στο Γυμνάσιο- Λύκειο Πεύκων σας γνωρίζουμε τα εξής:
1. Μετά την αποκέντρωση του Π.Δ.Ε. και την πλήρη εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 2218/94 όπως συμπληρώθηκε με τις διατάξεις του ν. 2240/94 και κωδικοποιήθηκαν με το π.δ. 30/1996, οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις έχουν την αρμοδιότητα για την επιλογή και απόκτηση οικοπεδικών εκτάσεων, τον προγραμματισμό, τη μελέτη, την κατασκευή και την επίβλεψη των έργων σχολικής στέγης.
Οι ΟΤΑ έχουν την ευθύνη για την επισκευή και συντήρηση των διδακτηρίων της περιφερείας τους.
Η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Θεσσαλονίκης θα χρηματοδοτηθεί για τις κατασκευές σχολικών κτιρίων και από κονδύλια που έχει αποκεντρώσει το ΥΠΕΠΘ στο ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας. Το ΥΠΕΠΘ επιχορηγεί επικουρικά ετησίως τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις από το Εθνικό Π.Δ.Ε. συνολικά για οικόπεδα – κατασκευές και τους ΟΤΑ, για επισκευές χωρίς περαιτέρω παρέμβαση στην κατανομή των πιστώσεων μέσα στο νομό.
Η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Θεσσαλονίκης στην περίοδο 1998 μέχρι σήμερα επιχορηγήθηκε με τα κατωτέρω ποσά από τις πιστώσεις του Εθνικού Π.Δ.Ε. του ΥΠΕΠΘ και του ΟΣΚ Α.Ε..
1998
Για οικόπεδα – κατασκευές 4.000.000.000 δρχ.
Για επισκευές 532.000.000 δρχ.
1999
Για οικόπεδα – κατασκευές 6.200.000.000 δρχ.
Για επισκευές 700.000.000 δρχ.
2000
Για οικόπεδα – κατασκευές 4.000.000.000 δρχ.
Για επισκευές 480.000.000 δρχ.
2001
Για οικόπεδα – κατασκευές 5.000.000.000 δρχ.
Η χρηματοδότηση για επισκευές γίνεται μέσω του ΥΠΕΣΔΔΑ απευθείας στους ΟΤΑ.
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, οι ΟΤΑ και η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Θεσσαλονίκης θα πρέπει να συμπεριλάβουν στο πρόγραμμά τους, τις απαιτούμενες προσκτήσεις οικοπέδων τις επισκευές των υπαρχόντων σχολικών κτιρίων, την αποπεράτωση εκτελουμένων έργων και την κατασκευή νέων εκπαιδευτηρίων.
Επιπλέον για το Ν. Θεσσαλονίκης εκπονήθηκε ειδικό πρόγραμμα συνολικού κόστους 70 δις προκειμένου την επόμενη 6ετία να επιλυθούν οριστικά τα προβλήματα Σχολικής Στέγης του Νομού. Σε συνεργασία με την περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας έχει αποφασισθεί ότι από τις χρηματοδοτήσεις που θα γίνουν από το Γ΄ Κ.Π.Σ. να διατεθούν 18 δις. Το υπόλοιπο ποσόν της χρηματοδότησης θα διατεθεί από τους Εθνικούς Πόρους και από τα Τομεακά Προγράμματα του ΥΠΕΠΘ. Με βάση την εκπόνηση του προαναφερόμενου προγράμματος, η Ν.Α. Θεσσαλονίκης θα είναι σε θέση να προχωρήσει στην εφαρμογή ενός πλήρους προγράμματος εκσυγχρονισμού και απόκτησης σχολικής στέγης.
Για πρώτη χρονιά φέτος, σε εφαρμογή αυτού του προγράμματος χρηματοδοτείται ο Νομός Θεσσαλονίκης με 10 δισεκατομμύρια δρχ. Από αυτά τα 5 δις προέρχονται όπως προαναφέρθηκε από Εθνικούς πόρους, δηλαδή από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του ΥΠΕΠΘ και 5 δισεκατομμύρια από το Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας στο οποίο έχουν αποκεντρώσει σημαντικά κονδύλια.
2. Όσον αφορά στο Γυμνάσιο – Λύκειο Πεύκων σας γνωρίζουμε ότι όπως μας πληροφόρησε η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Θεσσαλονίκης με σχετικό έγγραφό της κατά το τρέχον σχολικό έτος 2001-2002 το Γυμνάσιο Πεύκων λειτουργεί σε πρωινό κύκλο με τμήματα στην Α΄ τάξη (60 μαθητές), με 2 τμήματα στη Β΄ τάξη (47 μαθητές) και 2 τμήματα στην Γ΄ τάξη (42 μαθητές) και στεγάζεται σε δύο (2) κτίρια:
α. Σε μισθωμένο ιδιόκτητο κτίριο, όπου στεγαζόταν παλαιά το Δημοτικό Σχολείο (6 αίθουσες) και β) στο ανακαινισθέν κτίριο των Καθολικών Καλογραιών (5 αίθουσες).
Το κτίριο του Γυμνασίου – Λύκειο Πεύκων είναι από τα πρώτα έργα που με απόφαση του Νομαρχιακού Συμβουλίου θα χρηματοδοτηθούν από το Γ΄ Κ.Π.Σ..
Η μελέτη του, που συντάχθηκε από ιδιωτικό γραφείο μελετών, έχει υποβληθεί για έλεγχο (9-7-02) στη Δ/νση Τεχνικών Υπηρεσιών. Στη συνέχεια θα συνταχθεί Τεχνικό Δελτίο του έργου από την ίδια υπηρεσία και θα υποβληθεί μαζί με τη μελέτη του έργου στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας για έγκριση και ένταξή του στο Γ΄ Κ.Π.Σ..
Ο Υφυπουργός
ΝΙΚ. ΓΚΕΣΟΥΛΗΣ»
3. Στην με αριθμό 5/2-7-2002 ερώτηση δόθηκε με το υπ’ αριθμ. 320/15-7-2002 έγγραφο από τον Υφυπουργό Οικονομίας και Οικονομικών η ακόλουθη απάντηση:
«Απαντώντας στο από 2/7/02 έγγραφό σας, με το οποίο μας διαβιβάσατε την με αριθμό 5/2-7-2002 ερώτηση που κατατέθηκε από το Βουλευτή κ. Θεόδωρο Σκρέκα, σχετικά με το θέμα επιστροφής Φ.Π.Α. στους καπνοπαραγωγούς αγρότες του ειδικού καθεστώτος, σας γνωρίζουμε τα εξής:
1. Σύμφωνα με τις κείμενες περί Φ.Π.Α. διατάξεις (άρθρο 41 παρ. 2 του ν. 2859/2000), καθώς και τις αντίστοιχες Κοινοτικές διατάξεις (άρθρο 25 παρ. 5 της 6ης Οδηγίας) το ποσό του Φ.Π.Α. που δικαιούνται επιστροφής οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος, προκύπτει από την εφαρμογή των κατ’ αποκοπή συντελεστών στο τίμημα της παράδοσης (πώλησης) των αγροτικών προϊόντων παραγωγής τους και της παροχής υπηρεσιών που πραγματοποιούν οι αγρότες προς άλλους υποκείμενους στο φόρο.
2. Από το έτος 1988 έχει διευκρινιστεί (Π. 2955/1254/ΠΟΛ.149/2-5-1988 ΕΔΥΟ) ότι, δεν περιλαμβάνονται στην αξία πώλησης για την επιστροφή του φόρου, οι διάφορες επιδοτήσεις που δίνονται από το δημόσιο ή την Κοινότητα για την ενίσχυση της αγροτικής παραγωγής.
Επίσης από το 1990 έχει διευκρινισθεί ότι εξαιρούνται οι επιδοτήσεις που δίνονται στον αγρότη μέσω των αγοραστών (1037587/2310/ 713/0014/ΠΟΛ.1114/21-5-1990 ΕΔΥΟ), καθ’ όσον στην περίπτωση αυτή δικαιούχοι βάσει των Κοινοτικών κανονισμών είναι οι αγοραστές, οι οποίοι υποχρεούνται να καταβάλλουν στους αγρότες ορισμένη τιμή αγοράς των προϊόντων τους.
Είναι προφανές ότι οι ενισχύσεις, πριμοδοτήσεις, επιδοτήσεις κλπ. αποτελούν αξία πώλησης επί της ουσίας ο αγρότης δικαιούται επιστροφής του Φ.Π.Α. μόνο εάν ενσωματώνονται στην τιμή διάθεσης των αγροτικών προϊόντων, πράγμα που συμβαίνει όταν αυτές καταβάλλονται μέσω του αγοραστή και όχι απ’ ευθείας στον αγρότη.
Σημειώνεται ότι το νομικό πλαίσιο για την επιστροφή του Φ.Π.Α. στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ισχύει από την έναρξη εφαρμογής του φόρου αυτού στη χώρα μας (1987) και δεν έχει τροποποιηθεί έκτοτε μέχρι σήμερα.
3. Τα τελευταία χρόνια οι Κοινοτικές επιδοτήσεις για ορισμένα αγροτικά προϊόντα έπαυσαν να καταβάλλονται μέσω των αγοραστών και καταβάλλονται πλέον απ’ ευθείας στους αγρότες από τον αρμόδιο φορέα (Ομάδα παραγωγών για διανομή στα μέλη – μεμονωμένους παραγωγούς). Αποτέλεσμα είναι να μην αποτελεί η επιδότηση συμπλήρωση τιμής και ως εκ τούτου οι αγρότες να μη δικαιούνται επιστροφής Φ.Π.Α. για τις επιδοτήσεις αυτές καθόσον αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις προαναφερόμενες Εθνικές και Κοινοτικές διατάξεις.
4. Με τις ανωτέρω θέσεις των Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών συμφωνεί και η πλειοψηφία των μελών της επιτροπής που συστάθηκε με τη 1095839/1264/Α006/25-10-2000 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών για τη μελέτη του θέματος της επιστροφής Φ.Π.Α. επί των επιδοτήσεων, καθώς και των μελών της άτυπης επιτροπής που συστάθηκε πρόσφατα από τα Υπουργεία Οικονομίας και Οικονομικών και Γεωργίας για το ίδιο θέμα.
5. Τέλος, όσον αφορά τη διαφορετική προσέγγιση των σχετικών διατάξεων και των οδηγιών από τις Δ.Ο.Υ. είναι θέμα που θα εξετασθεί από τη Διοίκηση.
Ο Υφυπουργός
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ»
4. Στην με αριθμό 7/2-7-2002 ερώτηση δόθηκε με το υπ’ αριθμ. 68354/10-7-2002 έγγραφο από τον Υφυπουργό Οικονομίας και Οικονομικών η ακόλουθη απάντηση:
«Απαντώντας στην ερώτηση 7/2-7-2002 που κατέθεσε στη Βουλή ο Βουλευτής κ. Ιωάννης Λαμπρόπουλος, σας γνωρίζουμε τα εξής:
Το θέμα της αύξησης του επιδόματος εξομάλυνσης αντιμετωπίζεται με σχετική διάταξη που έχει περιληφθεί σε συνταξιοδοτικό νομοσχέδιο το οποίο πολύ σύντομα θα προωθηθεί για ψήφιση στη Βουλή.
Ο Υφυπουργός
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΛΩΡΙΔΗΣ»
5. Στην με αριθμό 8/2-7-02 ερώτηση δόθηκε με το υπ’ αριθμ. 382/15-7-02 έγγραφο από τον Υπουργό Eξωτερικών η ακόλουθη απάντηση:
«Σε απάντηση της ερώτησης 8/2-7-02 του Βουλευτή κ. Θ. Δημοσχάκη και σ’ ό,τι μας αφορά, σας γνωρίζουμε τα εξής:
1. Η έξαρση του διεθνούς φαινομένου της λαθρομετανάστευσης συμπεριέλαβε την τελευταία εικοσιπενταετία και την Ελλάδα ως χώρα προορισμού παράνομων μεταναστών προς την Ελλάδα, ιδίως σε ό,τι αφορά τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα της Ασίας.
2. Η χώρα μας καθώς βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής, κατέβαλε και συνεχίζει να καταβάλλει κάθε προσπάθεια για την αποτροπή παράνομης εισόδου λαθρομεταναστών στο έδαφός της. Γενική κατεύθυνση της πολιτικής μας στον τομέα αυτό είναι αφ’ ενός η ενσωμάτωση των λαθρομεταναστών που ήδη ζουν στην πατρίδα μας και αφ’ ετέρου η επαναπροώθηση των λαθραία εισερχομένων προς τις χώρες της προέλευσής τους.
Για το σκοπό αυτό, εκτός των άλλων μέτρων, υπεγράφη στην Αθήνα στις 8-11-01, Ελληνοτουρικό Πρωτόκολλο «επανεισδοχής» λαθρομεταναστών, το οποίο στη συνέχεια κυρώθηκε από τη χώρα μας και την Τουρκία. Επιπρόσθετα, αναμένεται σύντομα να συγκληθεί η επιτροπή αξιολόγησης της εφαρμογής του πρωτοκόλλου, ενώ υπήρξε ενώ υπήρξε πρόσφατα συζήτηση και συνεργασία ανάμεσα σε εμένα και τον Τούρκο ομόλογό μου κ. Τζεμ, για την αυστηρή τήρηση του προαναφερθέντος πρωτοκόλλου.
3. Ειδικότερα, καθ’ όσον αφορά τους λαθρομετανάστες που αυτή τη στιγμή βρίσκονται στην περιοχή του ‘Εβρου, η χώρα μας θα περιθάλψει και στη συνέχεια θα επαναπροωθήσει τους λαθρομετανάστες αυτούς, ενώ παράλληλα θα εντατικοποιηθούν τα μέτρα περιφρούρησης των συνόρων και θα υπάρξει συνεργασία στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης για όλα τα μέτρα που απαιτούνται και ειδικότερα για την εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων.
4. Σημειώνεται ότι σε περίπτωση άρνησης της Τουρκίας να δεχθεί τους λαθρομετανάστες, η χώρα μας θα προβεί στα αναγκαία διαβήματα. Τόσο σε διμερές όσο και σε πολυμερές επίπεδο (Ευρωπαϊκή ‘Ενωση), γίνονται ενέργειες για την αυστηρή τήρηση των διατάξεων του Πρωτοκόλλου Επανεισδοχής.
Ο Υπουργός
ΓΙΩΡΓΟΣ Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ»
6. Στην με αριθμό 9/2-7-02 ερώτηση δόθηκε με το υπ’ αριθμ. 69916/11-7-02 έγγραφο από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων η ακόλουθη απάντηση:
«Απαντώντας στην ερώτηση 9/2-7-02 την οποία κατέθεσε ο Βουλευτής κ. Ε. Μπασιάκος, σχετικά με τη λειτουργία Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στο Νομό Βοιωτίας, σας γνωρίζουμε τα εξής:
Το Υπουργικό Συμβούλιο, στη συνεδρίασή του στις 20 Ιουνίου 2002, κατέληξε σε αποφάσεις για το Εθνικό Χωροταξικό Σχέδιο Ανάπτυξης της Ανώτατης Εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Το σχέδιο αυτό ανακοινώθηκε από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό και αναλύθηκε στη συνέχεια από το ΥΠΕΠΘ.
Στο εν λόγω σχέδιο προβλέπεται η δημιουργία Πανεπιστημίου Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας με τρία (3) Τμήματα στη Λαμία, τα οποία θ΄ αρχίσουν να λειτουργούν σταδιακά, με το πρώτο Τμήμα να λειτουργεί στη διετία 2003-04/2004-05. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα στο νομό Βοιωτίας, το ΥΠ.Ε.Π.Θ. ανακοίνωσε την απόφασή του για δημιουργία και έναρξη λειτουργίας ενός τμήματος μέσα στη διετία 2003-04 / 2004-05.
Για τον προσδιορισμό του παραπάνω Τμήματος, το ΥΠΕΠΘ θ’ αναμένει τη σχετική εισήγηση της Διοικούσας Επιτροπής του Πανεπιστημίου και των Διοικήσεων των δύο ΤΕΙ της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας (Λαμίας και Χαλκίδας), μέσα όμως στο προαναφερθέν χρονικό πλαίσιο.
Ο Υπουργός
ΠΕΤΡΟΣ Δ. ΕΥΘΥΜΙΟΥ»
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Κύριοι συνάδελφοι, εισερχόμαστε στην ημερήσια διάταξη της
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Θα γίνει προεκφώνηση των νομοσχεδίων που είναι γραμμένα στην ημερήσια διάταξη
Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων
Ψήφιση στο σύνολο του σχεδίου νόμου: «Μεταφορά Συντελεστή Δόμησης και ρυθμίσεις άλλων θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων».
Το νομοσχέδιο θα ψηφιστεί στο σύνολο στη συνέχεια.
Υπουργείου Δικαιοσύνης
Μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου: «Ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων, τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και άλλες συναφείς διατάξεις».
Το νομοσχέδιο θα συζητηθεί κατά τη σημερινή συνεδρίαση.
Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών
Μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου: «Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργικού Συμβουλίου της Ουκρανίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φορολογικής διαφυγής σε σχέση με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου».
Το νομοσχέδιο αυτό έγινε δεκτό ομοφώνως στη Διαρκή Επιτροπή. Ερωτάται το Τμήμα: Γίνεται δεκτό το νομοσχέδιο;
ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Δεκτό, δεκτό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Συνεπώς το νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών «Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργικού Συμβουλίου της Ουκρανίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φορολογικής διαφυγής σε σχέση με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου» έγινε δεκτό ομοφώνως σε μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου και έχει ως εξής:
(Να καταχωριστεί το κείμενο του νομοσχεδίου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Του ιδίου Υπουργείου
Μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου: «Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου».
Ερωτάται το Τμήμα: Γίνεται δεκτό το νομοσχέδιο;
ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Δεκτό, δεκτό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Συνεπώς το νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών «Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου» έγινε δεκτό ομοφώνως σε μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου και έχει ως εξής:
(Να καταχωριστεί το κείμενο του νομοσχεδίου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Του ιδίου Υπουργείου
Μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου: «Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Γεωργίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου».
Ερωτάται το Τμήμα: Γίνεται δεκτό το νομοσχέδιο;
ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Δεκτό, δεκτό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Συνεπώς το νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών «Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Γεωργίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου» έγινε δεκτό ομοφώνως σε μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου και έχει ως εξής:
(Να καταχωριστεί το κείμενο του νομοσχεδίου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων
Μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου: «Σύσταση λογαριασμού Αγροτικής Εστίας και άλλες διατάξεις».
Το νομοσχέδιο κρατείται και θα συζητηθεί κατά τη συνήθη διαδικασία.
Επανερχόμεθα στην αρχή της ημερησίας διατάξεως: Ψήφιση στο σύνολο του σχεδίου νόμου «Μεταφορά Συντελεστή Δόμησης και ρυθμίσεις άλλων θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων».
Ερωτάται το Τμήμα: Γίνεται δεκτό το νομοσχέδιο, όπως έχει διανεμηθεί, και στο σύνολο;
ΠΟΛΛΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Δεκτό, δεκτό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Συνεπώς το νομοσχέδιο «Μεταφορά Συντελεστή Δόμησης και ρυθμίσεις άλλων θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων» έγινε δεκτό κατά πλειοψηφία σε μόνη συζήτηση κατ’ αρχήν, κατ’ άρθρον και στο σύνολο κατά πλειοψηφία και έχει ως εξής:
(Να καταχωριστεί το κείμενο το νομοσχεδίου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Παρακαλώ το Τμήμα να εξουσιοδοτήσει το Προεδρείο για την υπ’ ευθύνη του επικύρωση των Πρακτικών ως προς την ψήφιση στο σύνολο των παραπάνω νομοσχεδίων.
ΠΟΛΛΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΈΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Παρεσχέθη η ζητηθείσα εξουσιοδότηση.
Συνεχίζουμε με το νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης: «Ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων, τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και άλλες συναφείς διατάξεις».
Το νομοσχέδιο αυτό θα συζητηθεί σε δύο συνεδριάσεις, η μία απόψε επί της αρχής και η δεύτερη αύριο επί των άρθρων.
Ο εισηγητής της Πλειοψηφίας κ. Ευτύχιος Κοντομάρης έχει το λόγο.
ΕΥΤΥΧΙΟΣ ΚΟΝΤΟΜΑΡΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το νομοσχέδιο «Ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων, τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και άλλες συναφείς διατάξεις» έχει δύο γενικά θέματα με τα οποία ασχολείται.
( Στο σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει ο Α’ Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΕΙΤΟΝΑΣ )
Το ένα αναφέρεται, όπως το λέει ο τίτλος, στην ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα και την έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων. Πρόκειται για συμμόρφωση με την κοινοτική οδηγία 1999/44 ΕΚ σχετικά με ορισμένες πτυχές της πώλησης και των εγγυήσεων καταναλωτικών αγαθών και προβλέπει ορισμένες τροποποιήσεις του Αστικού Κώδικα.
Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται σε τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και έχει να κάνει κυρίως με το σύστημα της επιτάχυνσης της τακτικής διαδικασίας ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων που καθιερώθηκε με το ν.2915/2001. Προτείνει ρυθμίσεις για τη βελτίωση και απλοποίηση προθεσμιών που προβλέπει ο νόμος που προανέφερα.
Σε σχέση με το πρώτο θέμα, αφετηρία για την προώθηση του σχεδίου νόμου είναι η συμμόρφωση με την κοινοτική οδηγία. Το βασικό πρόβλημα που εκτιμήθηκε ήταν εάν η νέα ρύθμιση έπρεπε να είναι αντικείμενο ειδικού εκτός του Αστικού Κώδικα κειμένου, νομοθετήματος αυτοτελούς ή τροποποιητικού του ν. 2251/44, που αναφέρεται στην προστασία των καταναλωτών ή να ενταχθεί στον Αστικό Κώδικα με εκτενή τροποποίηση για πρώτη φορά βασικών διατάξεων του Ενοχικού Δικαίου.
Επιλέχθηκε η δεύτερη λύση, δηλαδή να μη γίνει ειδικό νομοθέτημα εκτός Αστικού Κώδικα, αλλά να ενταχθεί στο νομοθέτημα στον Αστικό Κώδικα με εκτενή τροποποίηση βασικών διατάξεων του Ενοχικού Δικαίου. Χωρίς την ένταξη στον Αστικό Κώδικα θα υπήρχε μια νομοθετική διάσπαση βασικής νομοθετικής ύλης του Αστικού Δικαίου και γι’ αυτό ακολουθήθηκε η δεύτερη λύση. Αν μάλιστα βασικές ρυθμίσεις του Αστικού Δικαίου που αποδίδουν τη σύγχρονη εξέλιξη στον κλάδο αυτό θεσπίζονταν σε ειδικούς νόμους, ο Αστικός Κώδικας θα έμενε απαρχαιωμένος και το κέντρο βάρους, ακόμα και για κρίσιμα δογματικά θέματα του Αστικού Δικαίου, θα μετατοπιζόταν στους ειδικούς νόμους με αντίστοιχο περιορισμό της σημασίας του Αστικού Κώδικα.
Υπήρχε ακόμη ένα άλλο δίλημμα, για το αν η σχετική μεταρρύθμιση θα έπρεπε να είναι εκτεταμένη και να συμπεριλάβει και τις σχετικές διατάξεις για την ανώμαλη εξέλιξη της ενοχής του Γενικού Ενοχικού ή να περιοριστεί στο δίκαιο της πώλησης και ιδίως σε εκείνες τις διατάξεις του για την ευθύνη του πωλητή λόγω πραγματικών ελαττωμάτων και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων.
Εκεί ακολουθήθηκε η δεύτερη εκδοχή, δηλαδή να περιοριστεί στο δίκαιο της πώλησης για την ευθύνη του πωλητή λόγω πραγματικών ελαττωμάτων και έλλειψης συνομολογημένων ιδιοτήτων του πράγματος. Και βεβαίως κρίθηκε ότι θα χρειαζόταν μεγαλύτερη προετοιμασία του νομικού κόσμου για να δεχθεί ριζικές αλλαγές του Αστικού Κώδικα, πράγμα για το οποίο ο χρόνος έως την καταληκτική ημερομηνία προσαρμογής στην οδηγία, δεν θα επαρκούσε, αν ηκολουθείτο η πρώτη επιλογή.
‘Ετσι με το προτεινόμενο σχέδιο αφήνονται κατά βάση άθικτες οι διατάξεις για την αδυναμία παροχής και την υπερημερία του οφειλέτη του γενικού ενοχικού και τροποποιούνται οι διατάξεις για τα πραγματικά ελαττώματα ή την έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων του πωληθέντος πράγματος, διατάξεις που είναι από τις πρακτικά σημαντικότερες του όλου Ενοχικού Δικαίου.
Επίσης από νομοτεχνική άποψη καταβλήθηκε φροντίδα ώστε να διατηρηθεί η αρίθμηση των άρθρων του ισχύοντος Αστικού Κώδικα που τροποποιούνται, δηλαδή των άρθρων 534 έως 561 -το άρθρο 538 καταργείται, ενώ το άρθρο 539 ήταν ήδη καταργημένο- έτσι ώστε τα παλιά άρθρα με τα οποία είχε εξοικειωθεί ο ‘Ελληνας νομικός, ιδίως μάλιστα τα βασικά άρθρα να περιλαμβάνουν κατά το δυνατόν τη νέα αντίστοιχη ρύθμιση. Για το σκοπό αυτό ακολουθήθηκε στην κατάστρωση της ύλης, η σειρά του Αστικού Κώδικα.
Με την τροποποίηση των άρθρων 534 και επόμενα, προσαρμόζεται η ελληνική νομοθεσία στις ουσιαστικές ρυθμίσεις της Οδηγίας, ειδικότερα στο άρθρο 6 και μάλιστα με τις τελευταίες διατάξεις που προβλέπουν ειδική προστασία για τον άπειρο καταναλωτή και δεν θεωρήθηκε απαραίτητο να γενικευθούν σε κάθε πώληση. ‘Ετσι η σχετική προσαρμογή έγινε με τροποποίηση και συμπλήρωση του άρθρου 5, του ν. 2251/1994 για την προστασία των καταναλωτών μόνο για τους αγοραστές-καταναλωτές, το άρθρο 3 του νομοσχεδίου.
Οι κύριες καινοτομίες του σχεδίου στο Αστικό μας Δίκαιο είναι δύο:
Η πρώτη αφορά την εγγυητική ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα ή έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων και η ευθύνη αυτή στην πώληση ατομικά ορισμένου πράγματος πώληση είδους διαμορφώνεται ως τώρα στον Αστικό Κώδικα σύμφωνα με την παράδοση του Ρωμαϊκού Δικαίου ως αντικειμενική μεν κατά βάση, όχι όμως πλήρης ενοχική ευθύνη, αλλά απλώς εγγυητική. Ο πωλητής ευθύνεται με το να υπόκειται σε αναστροφή της πώλησης ή μείωσης του τιμήματος ενδεχομένως και με το να καταβάλει αποζημίωση στις ενοχές γένους και να αντικαθιστά το πράγμα, αλλά δεν έχει την υποχρέωση παράδοσης πράγματος απαλλαγμένου ελαττωμάτων. Δηλαδή ο αγοραστής σε περίπτωση παράδοσης ελαττωματικού πράγματος δεν έχει κατ’ αρχήν αξίωση εκπλήρωσης με την έννοια της διόρθωσης, άρσης του ελαττώματος. Και η εξήγηση είναι προφανής. Αντικείμενο της πώλησης και άρα της υποχρέωσης του πωλητή θεωρείται ότι είναι το συγκεκριμένο πράγμα ακριβώς στην κατάσταση που βρίσκεται ελαττωματικό ή απαλλαγμένο ελαττωμάτων το πράγμα τούτο τοιούτο, τάλε κουάλε. Η αντίληψη είναι ότι ο αγοραστής αγοράζει ένα πράγμα που το βλέπει, το εξετάζει και το παίρνει όπως είναι με δική του ευθύνη, με δική του φροντίδα. Η εξαίρεση γίνεται δεκτή και αναγνωρίζεται στον αγοραστή η αξίωση διόρθωσης αν είχε συμφωνηθεί τέτοια υποχρέωση του πωλητή ή αν αυτή συνάγεται στη συγκεκριμένη περίπτωση ως παρεπόμενη υποχρέωση συμπεριφοράς από την αρχή της καλής πίστης. Κανόνας όμως παραμένει ότι ο πωλητής στην πώληση του είδους δεν έχει την υποχρέωση διόρθωσης. Η ρύθμιση αυτή δεν ανταποκρίνεται πλέον στις σημερινές αντιλήψεις. Η ανάγκη μεγαλύτερης προστασίας του αγοραστή επέβαλε τη μετατροπή της εγγυητικής ευθύνης του πωλητή σε κανονική συμβατική υποχρέωση που παρέχει στον αγοραστή τόσο την αξίωση εκπλήρωσης όσο και τα δικαιώματα ανατροπής της σύμβασης ή αποζημίωσης, όπως κατά βάση συμβαίνει και στην αδυναμία παροχής στην υπερημερία του οφειλέτη, στην πλημμελή εκπλήρωση και στην περίπτωση ύπαρξης νομικού ελαττώματος.
Στο σκοπό της πώλησης για υπεύθυνους και έλλογους συναλλασσομένους ανταποκρίνεται η παράδοση ενός πράγματος ποιοτικά και ποσοτικά κατάλληλου για τη σκοπούμενη χρήση, ενός πράγματος που θα έχει τις συνομολογημένες ιδιότητες και δεν θα έχει πραγματικά ελαττώματα. Τούτο ανάγεται πλέον σε πρωτογενή υποχρέωση του πωλητή. Η λύση αυτή ήδη ισχύει στο δίκαιό μας για τις διεθνείς πωλήσεις κινητών κατά τη σχετική σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών. Εφεξής θα ισχύει όπως προβλέπει το προτεινόμενο σχέδιο και για κάθε άλλη πώληση.
Η μεγαλύτερη προστασία του αγοραστή με την νέα ρύθμιση εκδηλώνεται και με την επιμήκυνση του χρόνου παραγραφής των δικαιωμάτων του αγοραστή από έξι μήνες σε δύο χρόνια για τα κινητά και από δύο σε πέντε χρόνια για τα ακίνητα, καθώς και με τη σαφή πλέον πρόβλεψη ότι μπορούν να ασκηθούν σωρευτικά, αφ’ ενός τα δικαιώματα αναστροφής –κατά το σχέδιο υπαναχώρησης ή μείωσης του τιμήματος, αντικατάστασης ή διόρθωσης του πράγματος- και αφ’ ετέρου αποζημίωσης για ζημιές που δεν καλύπτονται από την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών, ζήτημα ως τώρα αμφισβητούμενο.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η προσαρμογή στην οδηγία έγινε χωρίς μείωση σε κανένα άλλο σημείο της προστασίας που παρέχει στον αγοραστή το ισχύον δίκαιο. Στο ίδιο πλαίσιο ρύθμισης σημαντική είναι η ορολογική ενοποίηση υπαναχώρησης και αναστροφής υπό τον όρο υπαναχώρηση.
Πρόσθετο όφελος από τη νέα ρύθμιση είναι η απλοποίηση και η ενοποίηση πολλών όμοια ρυθμιστέων περιπτώσεων στο δίκαιο της πώλησης, ιδίως η διάκριση μεταξύ πώλησης είδους και πώλησης πράγματος κατά γένος ορισμένου. Χάνει πλέον τη σημασία που είχε και που προκαλούσε προβλήματα, κρινόμενη ως κατά βάση περιττή για την επέλευση των έννομων συνεπειών που είναι ίδιες. Τα νέα άρθρα, 540 και επόμενα, στα οποία συγχωνεύονται τα παλιά, 559 και επόμενα.
Εκτός από την παραπάνω βασική μεταρρύθμιση, δηλαδή τη μετατροπή της εγγυητικής ευθύνης του πωλητή σε πλήρη ενοχική υποχρέωση, η δεύτερη βασική καινοτομία του σχεδίου αφορά τις απαλλακτικές ρήτρες. Η τροποποίηση που γίνεται είναι μείζονος σημασίας και συμπληρώνεται από την κατάργηση των αντίστοιχων διατάξεων, που τελούν σε αδικαιολόγητη ασυνέπεια προς τις παραπάνω γενικές διατάξεις.
Σε σχέση με το δεύτερο κεφάλαιο που αναφέρεται στην ποινική δικονομία προτείνονται ορισμένες βελτιωτικές ρυθμίσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και κυρίως στο σύστημα της επιτάχυνσης της τακτικής διαδικασίας ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων, που καθιερώθηκε με το ν. 2915/2001.
Πρόκειται κατά βάση για ρυθμίσεις που αναφέρονται σε βελτιώσεις και απλοποιήσεις ορισμένων προθεσμιών του ν. 2915/2001 και που έχουν στόχο να καταστήσουν στην πράξη πιο λειτουργικό και πιο αποδοτικό το νέο σύστημα της επιτάχυνσης της απονομής της πολιτικής δικαιοσύνης ενώπιον των πολυμελών δικαστηρίων της ουσίας και ιδίως ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου, χωρίς καθόλου να θίγουν τον πυρήνα του συστήματος αυτού, που είναι η αξιοποίηση του χρόνου πριν από τη δικάσιμο, δηλαδή η έγκαιρη συγκέντρωση όλων των ισχυρισμών των διαδίκων και όλου του αποδεικτικού υλικού και η εκδίκαση της υπόθεσης σε μία και μοναδική συζήτηση.
Για τη μορφοποίηση των προτεινόμενων τροποποιήσεων ελήφθησαν υπόψη οι απόψεις που εξέφρασαν οι δικηγορικοί σύλλογοι, με τους οποίους υπήρξε ένας ουσιαστικός και εποικοδομητικός διάλογος, και εξάλλου πρέπει να μνημονευθεί και η πολύτιμη συμβολή που δόθηκε προς την κατεύθυνση αυτή από την πλευρά των δικαστών.
Νομίζω ότι ορισμένα σημεία που έχουν να κάνουν με τις προθεσμίες των τριάντα ημερών, της δεκάτης και τεσσαρακοστής πέμπτης μέρας από την επίδοση της αγωγής, τη νέα μετά από αναβολή συνάντηση μέχρι την τριακοστή πέμπτη μέρα πριν από τη δικάσιμο, τη μείωση του χρόνου κατάθεσης των προτάσεων από τριάντα σε είκοσι μέρες πριν από τη συζήτηση, την αύξηση από δύο σε τέσσερις εργάσιμες μέρες του χρόνου που έχει μετά τη συζήτηση στη διάθεσή του ο γραμματέας για να χορηγήσει αντίγραφα των μαγνητοφωνημένων πρακτικών, την αύξηση από πέντε σε οκτώ εργάσιμες μέρες της προθεσμίας που οι διάδικοι έχουν στη διάθεσή τους μετά τη συζήτηση για να καταθέσουν την προσθήκη, την προθεσμία άσκησης των πρόσθετων λόγων της έφεσης και της αντέφεσης από σαράντα πέντε σε τριάντα μέρες και την κατάθεση προτάσεων στο εφετείο είκοσι μέρες πριν τη συζήτηση, όλα αυτά θα τα αναφέρουμε λεπτομερειακά στη συζήτηση των άρθρων.
Τελειώνοντας, εκείνο που θα ήθελα να τονίσω είναι ότι προς την κατεύθυνση της δικαιότερης κατανομής του ποσοστού 40%, που περιέρχεται στους δικαστές και τους εισαγγελείς από τις αμοιβές των δικαστηρίων, διαμορφώνεται μια πιο δίκαιη κατανομή μετά από συγκεκριμένες προτάσεις όλων των ενδιαφερομένων που βεβαίως θεραπεύει όλες τις προηγούμενες αδικίες.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με βάση αυτά θεωρώ ότι τόσο στο πρώτο κεφάλαιο, που αναφέρεται στην ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων, όσο και στο δεύτερο κεφάλαιο, που αναφέρεται στην τροποποίηση των διατάξεων του Kώδικα Πολιτικής Δικονομίας, έχει γίνει μια πολύ σπουδαία δουλειά.
Βεβαίως με το γενικό πλαίσιο που ανέφερα φαίνεται τεκμηριωμένα πόσο απαραίτητο ήταν να προχωρήσει αυτή η νομοθετική πρωτοβουλία και πώς αντιμετωπίζει ουσιαστικά τα θέματα και εισηγούμαι την υπερψήφιση κατ’ αρχήν του νομοσχεδίου.
Ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Ο κ. Τσιπλάκης, εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας, έχει το λόγο.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΠΛΑΚΗΣ: Αγαπητοί συνάδελφοι, η Νέα Δημοκρατία κατά τη συζήτηση επεξεργασίας στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή του σχετικού σχεδίου νόμου, φερομένου βέβαια σε εκπλήρωση–εκτέλεση συγκεκριμένης οδηγίας που αφορά ρύθμιση θεμάτων πώλησης αλλά και εγγυήσεων καταναλωτικών αγαθών, το πρώτο που επεσήμανε -και υπήρχε συγκεκριμένο υπόβαθρο γι’ αυτήν την επισήμανσή της- για την πληρότητα και του κοινοβουλευτικού λόγου είναι ότι έπρεπε να είναι συνυποβαλλόμενη η συγκεκριμένη οδηγία.
Μάλιστα, παρ’ ότι επιστημονικά εθεωρείτο σωστό ότι έπρεπε να υπάρχει αυτή η επέκταση, η δικαιολογητική βάση αυτής της μη επιδιωχθείσας επέκτασης ήταν η έλλειψις –πάντα κατά την αιτιολογική έκθεση- αναγκαίου χρόνου με την έννοια –και αυτό κατεγράφετο σαφώς- ότι υπήρχε καταληκτική προθεσμία εφαρμογής της συγκεκριμένης οδηγίας.
Τούτο ήταν σκόπιμο και για να δούμε πόσο υπήρχε η σχετική επιβαλλόμενη εναρμόνιση με αυτά τα οποία «επέβαλε» η συγκεκριμένη οδηγία, αλλά και διότι στο περιεχόμενο της αιτιολογικής έκθεσης υπήρχε η επισήμανση–προβληματισμός κατά πόσο στις συγκεκριμένες σε εκτέλεση αυτής της οδηγίας ρυθμίσεις γενόμενες, επειδή είχαν επιπτώσεις και σε άλλο μέρος του Aστικού Δικαίου –στο Γενικό Ενοχικό- έπρεπε να υπάρξει παρέμβαση και σ’ αυτές τις διατάξεις.
Μετά αυτήν την αρχική εύστοχη επισήμανση της Νέας Δημοκρατίας ο κύριος Υπουργός της Δικαιοσύνης ευλόγως, δικαίως υπεισήλθε στη συλλογιστική μας και είπε ότι την επόμενη μέρα τα μέλη της επιτροπής θα έχουν αυτούσιο το περιεχόμενο μεταφρασμένο της συγκεκριμένης οδηγίας.
Απεδείχθη -και αυτό ως Νέα Δημοκρατία οφείλουμε να το επισημάνουμε- ότι οι ελεγκτικές επιφυλάξεις μας, όσον αφορά την επικαλούμενη έλλειψη αναγκαίου χρόνου για ευρύτερες μεταβολές, ήταν πραγματικά αληθινές.
Τι θέλω να πω;
Πέραν του ότι αναμφισβήτητα –και συντασσόμεθα ως Νέα Δημοκρατία- προέκυπτε πραγματικά ότι η εναρμόνιση είναι η επιβαλλόμενη αντίστοιχη σε συγκεκριμένες κατευθυντήριες αρχές της οδηγίας –με την έννοια ότι επιδιώκεται η διασφάλιση ενός ενιαίου νομικού χώρου στα πλαίσια των ευρωπαϊκών χωρών για να αποφευχθεί η στρέβλωση του ανταγωνισμού όταν στις σχέσεις αγοραστών-πωλητών υπάρχουν διάφορες έννομες τάξεις των κρατών μελών- και ότι ο καταληκτικός χρόνος εφαρμογής της οδηγίας ήταν ο Ιανουάριος του 2002, επίσης προέκυπτε ότι η Νομοπαρασκευαστική διορισθείσα Επιτροπή, η οποία το Νοέμβριο του 2000 συνεστήθη, τελείωσε το έργο της μετά ένα χρόνο, το 2001.
Θέλω να εκφράσω τον προβληματισμό μου, ταπεινά ως νομικός και ευρύτερα τον προβληματισμό της Νέας Δημοκρατίας που άπτεται ενός ελέγχου, μη πλήρους, αλλά αποσπασματικής νομοθετικής προσέγγισης θεμάτων καίριας σημασίας που διέπει την Κυβέρνηση.
Δεν μπορούμε να αποδεχθούμε εμείς στη Νέα Δημοκρατία ότι έγκριτοι αστικολόγοι μέσα σ’ αυτό το χρονικό περιθώριο και πάντως προ του καταληκτικού ορίου εφαρμογής της οδηγίας, δεν μπορούσαν να κάνουν αυτές τις παρεμβάσεις που έπρεπε να γίνουν στο Γενικό Ενοχικό –και δεν έπρεπε οι παρεμβάσεις μόνο να αφορούν το ειδικό μέρος των περί πωλήσεων διατάξεων- που είναι συναφείς με αυτές ήδη τις γενόμενες διά του νομοσχεδίου παρεμβάσεις, τις περί πωλήσεως διατάξεις.
Και γιατί το λέμε αυτό; Γιατί εμείς ενδιαφερόμεθα για την ενότητα του δικαίου. Ενδιαφερόμεθα κατά καιρούς να μην υπάρχουν δισεπίλυτα ερμηνευτικά προβλήματα. Ενδιαφερόμεθα να μην υπάρχει πολυνομία, εξ ου και παρενέργειες ουκ ολίγες αρνητικές.
Πώς μπορεί όμως αυτό να αποφευχθεί, όταν σε ένα τέτοιο καίριας σημασίας νομοσχέδιο, σε εκπλήρωση ευρωπαϊκής δέσμευσης, δεν κάνουμε αυτές τις παρεμβάσεις που είναι αυτονόητες, που είναι αυταπόδεικτες;
Μία μεγάλη ευκαιρία, λοιπόν, παρεμβάσεων στο μέρος αυτού του Αστικού Κώδικα χάνεται, με την έννοια ότι δεν εγένοντο αυτές οι παρεμβάσεις, οι οποίες μπορούσαν να γίνουν σ’ αυτό το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και έχουμε μία αποσπασματική και πάλι προσέγγιση.
Αυτή η ελεγκτική επισήμανση της Νέας Δημοκρατίας αφορά το πρώτο κεφάλαιο του νομοσχεδίου, διότι υπάρχουν ελεγκτικές αιτιολογημένες, συγκεκριμένες, πληθωρικές επισημάνσεις της Νέας Δημοκρατίας και για το δεύτερο κεφάλαιο του συγκεκριμένου νομοσχεδίου, που αφορά τροποποιήσεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας σε συνέχεια προσφάτως ψηφισθέντος νόμου, παρά την αντίδραση των εμπλεκομένων φορέων και κυρίως των δικηγορικών συλλόγων της χώρας των οποίων τις απόψεις, μετά από επισταμένη έρευνα και συνεργασία και διαλογική συζήτηση η Νέα Δημοκρατία κωδικοποίησε, συζητουμένου αυτού του συγκεκριμένου νομοσχεδίου που έλαβε τον αριθμό νόμου 2915/2001.
Προτού φθάσω όμως στο πρώτο μέρος του νομοσχεδίου, πέραν αυτών των συγκεκριμένων επισημάνσεων, η Νέα Δημοκρατία, η οποία θέλει εποικοδομητικά πάντα να λειτουργεί και κυρίως όσον αφορά την έννομη τάξη της χώρας μας έρχεται και συντάσσεται σε γενικές γραμμές με όλες αυτές τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις στις περί πωλήσεως διατάξεις, έστω κι αν αποσπασματικά γίνονται και μέρος του Αστικού Δικαίου αφορούν, διότι η μεταστροφή της υπάρχουσας στο άρθρο 534 του Αστικού Κώδικα εγγυητική και μόνο ευθύνη σε καθαρά ενοχική ευθύνη με την έννοια της σώρευσης και άλλων δικαιωμάτων, πλην των υπαρχόντων, σε περίπτωση υπάρξεως πραγματικών ελαττωμάτων ή ελλείψεως συνομολογημένων ιδιοτήτων σε μία σύμβαση πωλήσεως, είναι αντιληπτό ότι λειτουργεί μόνο έπ’ ωφελεία του κατά κανόνα αδυνάμου μέρους, του συμβαλλομένου μέρους, που είναι ο αγοραστής. Υπό την έννοια, λοιπόν, αυτή είναι δεκτή αυτή η προσθήκη.
Παραπέρα, όσον αφορά κάποιες ορολογικές ενοποιήσεις που γίνονται με την έννοια της εξομοίωσης του όρου «αναστροφή πωλήσεως» με τον όρο «υπαναχώρηση» και τη δυνατότητα επιπρόσθετα να εφαρμόζονται ερμηνευτικά και άλλες γενικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα περί υπαναχώρησης και επ’ αυτού η Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί να έχει αντίθετη άποψη.
Όσον αφορά τη θεσμοθετούμενη επιμήκυνση συγκεκριμένων προθεσμιών για
την άσκηση των δικαιωμάτων της αναστροφής πωλήσεως ή της μειώσεως τιμήματος είναι αυτονόητο, επίσης, ότι η Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί να έχει αντίθετη άποψη.
Σε γενικές γραμμές, όλα αυτά ειπώθηκαν από τον εισηγητή και αναφέρονται στο πρώτο άρθρο του πρώτου κεφαλαίου, το οποίο απαρτίζεται συνολικά από τρία άρθρα. Το δεύτερο άρθρο αφορά σε απαλλακτικές ρήτρες, με την έννοια της αποστροφής και της απαλλαγής από ευθύνες στα συμβαλλόμενα μέρη και, κυρίως, στο οικονομικά δυνατό συμβαλλόμενο μέρος που είναι ο πωλητής.
Θα έλεγα ερμηνευτικά στη διαδρομή του χρόνου –και προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση- ότι πολλά απ’ αυτά τα ζητήματα, με την έννοια της προσθήκης όρων στις απαλλακτικές ρήτρες, μπορεί να επιλύοντο από τα δικαστήρια. Το γεγονός, λοιπόν, ότι θεσμοθετείται ρητά αυτήν τη στιγμή η προσθήκη και άλλων συγκεκριμένων απαλλακτικών όρων, δεν μπορεί να βρει και αυτό αντίθετη τη Νέα Δημοκρατία.
Βεβαίως, αυτήν τη στιγμή έχει πολύ μεγάλη σημασία η επέκταση που γίνεται στην περίπτωση θεσμοθέτησης απαγόρευσης απαλλακτικών ρητρών για δόλο και βαρεία αμέλεια που αφορούν τους προστιθέντες –δηλαδή τα βοηθητικά πρόσωπα για την εκπλήρωση μίας ενοχής- και τους βοηθούς εκπλήρωσης. Όλα αυτά, μάλιστα, συμβαίνουν σε μία χρονική περίοδο, όπου γνωρίζουμε ότι οι συναλλαγές είναι πολυπρόσωπες, πληθωρικές, γίνονται μεταξύ μεγάλων επιχειρήσεων και έχουν ένα ευρύ αντικείμενο!
Όσον αφορά, βέβαια, στο άρθρο 3, όπου γίνονται κάποιες παρεμβάσεις στο ν. 2251/1994 που αφορά στους καταναλωτές και ενισχύει τη δυνατότητα εγγυήσεων γι’ αυτές τις συγκεκριμένες συμβάσεις, είναι αναντίρρητες αυτές οι θεσμοθετούμενες συμπληρωματικές αλλαγές και δεν μπορεί να συναντούν αντίθεση από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας.
Αυτό είναι το πρώτο κεφάλαιο, στο οποίο αξίζει να σημειωθεί κάτι που αποτελεί μία νομοτεχνικά εύστοχη παρέμβαση, ότι δηλαδή στο μέτρο που αυτές οι ρυθμίσεις αφορούν τον Αστικό Κώδικα, επιλέγεται –ίσως από τις ελάχιστες φορές- η τακτική να ενσωματωθούν στον Αστικό Κώδικα και να μην αποτελούν αντικείμενο ενός ειδικότερου νόμου αυτοτελούς -ή ενδεχομένως τροποποιητικού- στο ν. 2251/1994 που αφορά στα καταναλωτικά αγαθά.
Όσον αφορά στο δεύτερο κεφάλαιο του συγκεκριμένου νομοσχεδίου, που αφορά τις επονομαζόμενες βελτιωτικές ρυθμίσεις του Κώδικα Πολιτικής Οικονομίας, πρέπει να ενθυμηθούμε ότι, όταν εψηφίζετο ο συγκεκριμένος νόμος, είχε διαπιστωθεί ότι δεν υπήρχε η συναίνεση φορέων άμεσα εμπλεκομένων, κυρίως των δικηγορικών συλλόγων της χώρας.
Τότε, μάλιστα, υπήρξε η υπεκφυγή, της οποίας τους λόγους δεν γνωρίζουμε. Εμείς περίπου κατονομάσαμε -συζητουμένων τότε των διατάξεων- γιατί εσπευσμένα ο Υπουργός της Δικαιοσύνης επεδίωξε να περάσει αυτό το νομοσχέδιο, να το ψηφίσει και να ζητήσει την άμεση εφαρμογή του.
Βέβαια, η επίκληση –θεωρητικά τουλάχιστον- ήταν σωστή με την έννοια ότι με αυτό το συγκεκριμένο νομοσχέδιο επιδιώκετο η επιτάχυνση απονομής της δικαιοσύνης που απορρέει από τα πολυμελή δικαστήρια, από τα πολυμελή πρωτοδικεία. Γνωρίζουμε, μάλιστα, ότι όταν εκδικάζεται μία υπόθεση σ’ αυτά τα δικαστήρια δεν έχουμε σε μία συζήτηση έκδοση απόφασης.
Τότε, λοιπόν, ήταν σωστή η θεωρητική προσέγγιση σχετικά με το δικαιολογητικό λόγο για τον οποίο γίνονταν αυτές οι παρεμβάσεις. Όμως, πρακτικά δεν είχαν ληφθεί υπόψη οι ελλείψεις σε υποδομές, αλλά και σε στελέχωση στα δικαστήρια της χώρας.
Θέλω να σας πω ενδεικτικά ότι είχε εκδοθεί μία ανακοίνωση του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών που έδειχνε με στατιστικούς πίνακες το μέχρι τότε ισχύον σύστημα. Όμως, και από την πλευρά υλικοτεχνικής υποδομής -που έπρεπε να παρθεί ισχύοντος του συγκεκριμένου πλέον ψηφιζομένου νομοσχεδίου- και από πλευράς ελλιπούς στελέχωσης των δικαστηρίων, η ανακοίνωση τόνιζε ότι υπήρχε πολύ μεγάλη απόκλιση απ’ αυτό που έπρεπε να ισχύει.
Ήταν προφανές και εξόφθαλμο ότι αυτός ο συγκεκριμένος νόμος δεν μπορούσε να προχωρήσει. Εμείς είχαμε πει τότε χαρακτηριστικά το εξής: «Βάζετε το κάρο μπροστά από τα ζώα»! Αυτό απεδείχθη πλήρως αμέσως μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου που είχε όριο ενάρξεως εφαρμογής το Σεπτέμβριο του 2001, όταν συνήλθαν και σε ολομέλεια οι δικηγορικοί σύλλογοι της χώρας και αρνήθηκαν να συμπράξουν στην εφαρμογή αυτού του νομοθετήματος.
Υπήρξε μια αναστολή από πλευράς Υπουργείου Δικαιοσύνης ολιγόμηνος και ξανασυνήλθαν οι δικηγορικοί σύλλογοι εν ολομελεία και είπαν ότι “εμείς δεν πρόκειται να συμπράξουμε, αν δεν φτάσουμε στο Σεπτέμβριο του 2002”. Και φτάνουμε στο Σεπτέμβριο του 2002, αλλά πώς όμως; Ενόσω εκείνη τη χρονική περίοδο η Κυβέρνηση είχε αντίθετη άποψη και ενέμεινε σε προφανώς απαράδεκτες και ανεφάρμοστες διατάξεις, εν τοις πράγμασι ύστερα ήρθε να εναρμονιστεί με αυτά που δικαίως έλεγαν οι άμεσα εμπλεκόμενοι φορείς, όπως και πλήρως αιτιολογημένα, συγκεκριμένα και ουσιαστικά έλεγε και η Νέα Δημοκρατία.
Και τι διαμεσολάβησε αυτήν τη στιγμή; Να έχουμε συναίνεση των εμπλεκομένων φορέων σε αυτές τις βελτιωτικές και με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο γενόμενες τροποποιήσεις, όχι με την έννοια της πλήρους αποδοχής και υιοθέτησης από πλευράς των εμπλεκομένων φορέων, ότι αυτές οι ρυθμίσεις είναι απόλυτα σωστές, αλλά με την έννοια ότι ο προηγηθείς νόμος διαμόρφωσε ένα πλαίσιο τέτοιο, που αν γίνουν αυτές οι βελτιωτικές ρυθμίσεις, θα φτάσουμε σε μια καλύτερη σε σχέση με την απαράδεκτη με τον προηγούμενο νόμο κατάσταση.
‘Oλες αυτές οι επισημάνσεις είναι πάρα πολύ σημαντικές και γίνονται από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας. Και δεν γίνονται για πρώτη φορά. Έχουν γίνει επανειλημμένα επ’ αφορμή πολλών νομοσχεδίων και στην πράξη ύστερα προκύπτει ότι όλως επιφανειακές δι’ αυτών των νομοσχεδίων προσεγγίσεις γίνονται αποσπασματικές, που προκύπτουν στην πράξη ως ανεδαφικές και ανεφάρμοστες και αυτό είναι απαράδεκτο, διότι τα εκπεμπόμενα μηνύματα νομοθετικής πρωτοβουλίας είναι λανθασμένα.
Αυτά ήθελα να πω σε επίπεδο μιας γενικής ελεγκτικής προσέγγισης της Νέας Δημοκρατίας σε αυτό το πολύ σοβαρό θέμα, που αφορά την πολιτική δικονομία, που αφορά κώδικα ο οποίος ψηφίστηκε σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή μετά από διάλογο επιστάμενο και ο οποίος κώδικας τότε λάμβανε υπόψη κάποιες συγκεκριμένες υπάρχουσες και διαμορφούμενες συνθήκες, οι οποίες είναι όλως διάφορες τώρα και μη δημιουργούμενων υποδομών και συγκεκριμένης στελέχωσης δεν μπορούσε να έχει εφαρμογή αυτός ο νόμος.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή.)
Τελειώνω, κύριε Πρόεδρε, λέγοντας ότι δεν μπορεί να έχει αντίθεση η Νέα Δημοκρατία σε αυτές τις βελτιωτικές ρυθμίσεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας με την έννοια του αναγκαίου πλέον, όπως επεσήμανα και υποστηρίζεται και από πλευράς εμπλεκομένων φορέων. Εκείνο το οποίο επισημάναμε και θα έλεγα ότι ευμενώς αντιμετωπίστηκε από την πλευρά του κυρίου Υπουργού της Δικαιοσύνης, διαρκούσης της επεξεργασίας του νομοσχεδίου, είναι μια εξομοίωση -που υπήρχε στο άρθρο 7- μονομελούς και πολυμελούς πρωτοδικείου όσον αφορά την κατάθεση προτάσεων.
Η ρητή πλέον και διά του νόμου δέσμευση, συγκεκριμένη και πανηγυρική, ότι θα υπάρχει αναστολή αυτού του μέτρου με βάση την αρχική διάταξη του ν. 2915 εν αναμονή προεδρικού διατάγματος, αυτή λοιπόν η ευμενής αντιμετώπιση από πλευράς του Υπουργού Δικαιοσύνης, μας βρίσκει σύμφωνους.
Εκεί που έχουμε διαφωνία και τελειώνω, κύριε Πρόεδρε, είναι το άρθρο 10. Για το τριμελές συμβούλιο, απαρτιζόμενο από αρεοπαγίτες, που θεσμοθετείται με το ν. 2915 και όπου όταν εθεσμοθετείτο, εξεφράσθησαν ατύπως, διότι δεν είχαν κληθεί σε διάλογο οι εμπλεκόμενοι φορείς, όπως οι δικηγορικοί σύλλογοι και ήσαν αντίθετοι, η Νέα Δημοκρατία είχε εκφράσει την αντίθεσή της. Προέλεγχος, λοιπόν, από τριμελές δικαστικό συμβούλιο για αναιρέσεις τυχόν απαράδεκτες ή προδήλως αβάσιμες.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Συντομεύετε παρακαλώ, κύριε συνάδελφε.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΠΛΑΚΗΣ: Η χροιά που είχε η απόφανση αυτού του τριμελούς δικαστικού συμβουλίου ως απόφαση –και τελειώνω μ’ αυτό, κύριε Πρόεδρε- και όχι ως μια διάταξη ματαίωσης της συζήτησης που γίνεται δι’ αυτού του νομοσχεδίου, είναι μια κατ’ αρχήν εξέλιξη ευνοϊκή, όμως ως θεσμός η Νέα Δημοκρατία και για τους δικούς της λόγους επιχειρηματολογίας και για τους λόγους εναρμόνισης, επαναλαμβάνω, των εμπλεκομένων φορέων διαφωνεί, διότι συνδυαζόμενη η συζήτηση αυτών των αναιρέσεων και με καταβολή τέλους θα οδηγήσει σε ασημάντου μεν από πλευράς αντικειμένου υποθέσεις, ώστε αυτές να μη συζητώνται, πλην όμως γνωρίζουμε ότι και σε ασήμαντες από πλευράς αντικειμένου υποθέσεις, υπάρχουν δυσεπίλυτα ερμηνευτικά προβλήματα και εξελίσσεται η νομική επιστήμη και νομολογία από τις διδόμενες από τα δικαστήρια και κυρίως από τον Άρειο Πάγο λύσεις.
Μ’ αυτήν την έννοια, λοιπόν, τελειώνω λέγοντας ότι στερούμεθα αυτής της δυνατότητας. Να σας θυμίσω τα πανωτόκια, που είναι αποτέλεσμα μιας τέτοιας δίκης κατ’ αρχήν από πλευράς αντικειμένου μη σοβαράς, αλλά υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις.
Τελειώνοντας θέλω να πω ότι η Νέα Δημοκρατία συμφωνεί επί της αρχής στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Θα καταψηφίσει, ως φαίνεται και θα δούμε και στην εξέλιξη της συζήτησης, το άρθρο 10, που προβλέπει αυτόν τον τριμελή προέλεγχο από Αρεοπαγίτες στις περιπτώσεις συγκεκριμένων αναιρέσεων.
Ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Ο κ. Σκυλλάκος εκ μέρους του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος έχει το λόγο.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΚΥΛΛΑΚΟΣ: Με τις προτεινόμενες διατάξεις τροποποιείται ο Αστικός Κώδικας, όσον αφορά την ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα σ’ αυτό, που πούλησε, ή για έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων.
Αυτές οι διατάξεις είναι σε θετική κατεύθυνση και εμείς θα τις ψηφίσουμε. Θα πρέπει όμως να σημειώσουμε δύο-τρία πράγματα.
Βάζουμε το εξής ερωτηματικό: Κατά πόσο ο αγοραστής, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η ελεύθερη αγορά, που γίνεται όλο και πιο ελεύθερη, όλο και πιο ασύδοτη, θα μπορεί να κατοχυρώσει τα δικαιώματά του; Γιατί; Γιατί όλο και μεγαλύτερες εταιρίες, πολυεθνικές και άλλες, με μεγάλη δύναμη, αντί να χρησιμοποιήσουν την τεχνολογία και την επιστήμη, για να βγάλουν και να πουλήσουν ποιοτικά και μακράς διάρκειας προϊόντα, χρησιμοποιούν αντίθετα την τεχνολογία και την επιστήμη, για να πουλήσουν πράγματα, που στην πραγματικότητα δεν είναι καλής ποιότητας. Δεν θέλω να φθάσω σε αυτά, που είδαμε με τις διοξίνες και τις τρελές αγελάδες. Είναι πράγματα, τα οποία δεν είναι καλής ποιότητος και η χρήση τους εξαντλείται σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, ώστε να μπορούν να βγάζουν νέα μοντέλα και να πωλούν καινούρια και έτσι αυξάνουν τα κέρδη τους.
Μ’ αυτήν τη λογική και όταν έχουν τεράστια δύναμη μέσω της παραπλανητικής διαφήμισης, καταλαβαίνετε ότι τέτοια προστασία, η οποία είναι θετική, περιορίζει σε μεγάλο βαθμό τον ανυπεράσπιστο καταναλωτή και αγοραστή. Προστατεύουν τον καταναλωτή πολύ περισσότερο σήμερα, που ο μέσος καταναλωτής γίνεται όλο και φτωχότερος και τρέχει εκεί, που η διαφήμιση του λέει ότι αυτό είναι καλής ποιότητας, χρήσιμο και φθηνό. Αγοράζει αυτό, που του λένε οι μεγάλες επιχειρήσεις. Έτσι θα πέφτει θύμα των μεγαλοεπιχειρηματιών, παρά την προσπάθεια που γίνεται με αυτές τις διατάξεις.
Εκείνο που βαραίνει όμως για την ψήφο μας, που θα είναι αρνητική επί της αρχής, είναι οι υπόλοιπες διατάξεις.
Θα ήθελα να κάνω μία παρατήρηση σε σχέση με την εξώδικη επίλυση των διαφορών. Όταν αυτό το μέτρο εφαρμόστηκε, εμείς ήμασταν αντίθετοι μ’ αυτό. Ήμασταν αντίθετοι, διότι δεν ξέρω, αν είναι το όγδοο ή το δέκατο νομοσχέδιο -και αυτό που έρχεται σήμερα, αλλά και μία σειρά προηγούμενα- που με τεχνητό τρόπο προσπαθούν να περιορίσουν τη δικαστική ύλη σε βάρος της ποιότητας της δικαιοσύνης. Αυτό γίνεται στην πράξη.
‘Ενα από τα μέτρα ήταν και εκείνο με το σχετικό νόμο, που έλεγε ότι υποχρεωτικά, πριν φθάσει η υπόθεση στο ακροατήριο, θα έχουμε εξώδικη επίλυση της διαφοράς. Θα μαζεύονται οι δικηγόροι των δύο πλευρών και θα προσπαθούν να λύνουν την υπόθεση, πριν φθάσει στα δικαστήρια. Τότε μας έλεγαν ότι αυτό θα αποσυμφορήσει τα δικαστήρια, ότι γίνεται χάριν της οικονομίας της δίκης και δεν θα ξοδεύουν πολλά χρήματα και οι δύο πλευρές, για να διεκδικήσουν την εξασφάλιση των συμφερόντων τους. Απέτυχε το μέτρο αυτό.
Ας μας πει ο κύριος Υπουργός από όλες τις υποθέσεις, πόσες λύνονται με εξώδικη διαφορά, από τότε που ψηφίστηκε η διάταξη. Τα στοιχεία των δικηγορικών συλλόγων λένε πως είναι μερικές μονάδες επί τοις χιλίοις οι υποθέσεις, που λύνονται με την εξώδικη διαφορά.
Αντί να πείτε «την καταργούμε, διότι είναι αναποτελεσματική», τελικά δεν το κάνετε, επειδή κάνει δουλειά ο δικηγόρος, φωνάζει μία φορά να συναντηθούν για μία εξώδικη υπόθεση, δεν την πετυχαίνει, τότε κάνει δεύτερη συνάντηση. Κάποιος, που είναι φιλοχρήματος, μπορεί και τραβάει χρήματα από τον πελάτη και αυξάνει το κόστος για τον πελάτη. Αντί λοιπόν να τα καταργήσουμε, γιατί δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα, έρχεσθε τώρα και επιβεβαιώνετε τις εκτιμήσεις τις δικές μας και δημιουργείτε μία πιο ελαστική διαδικασία, ώστε με μεγαλύτερη άνεση οι δικηγόροι να ρυθμίζουν τις συναντήσεις, για να λύσουν εξωδικαστικά τις διαφορές.
Tα ίδια και χειρότερα γίνονται με την άλλη ρύθμιση στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας με το ν.2915/2001, αν δεν κάνω λάθος. Ξέρω ποιο ήταν το ζήτημα. Το ζήτημα ήταν ότι είχαμε μια δοκιμασμένη μέθοδο, δηλαδή πώς εξετάζονταν οι μάρτυρες. Βεβαίως υπήρχαν καθυστερήσεις. Είπαμε να καθίσουμε να δούμε πώς θα διορθώσουμε αυτήν την κατάσταση, αλλά όχι στο όνομα του να γίνονται γρήγορα οι δίκες, να οδηγηθούμε εδώ που οδηγούμαστε.
Πρώτον, απεργούν για μήνες οι δικηγορικοί σύλλογοι και οι δικαστές λένε ότι δεν θα εργάζονται περισσότερο τα απογεύματα. Λένε: «Δεν θα καθόμαστε εδώ μέχρι να ξημερώσει». Δεύτερον, για να προχωρήσουν ορισμένες διαδικασίες χρειάζονται εκατοντάδες χιλιάδες για το φτωχό, που θέλει να υπερασπίσει τα δικαιώματά του. Δημιουργείτε αντικίνητρα και έρχεστε και λέτε στους δικηγορικούς συλλόγους, σε μας επανειλημμένα και στις γενικές συνελεύσεις των δικαστών να μην ανησυχούμε, γιατί η υποδομή βελτιώνεται.
Ποια είναι η υποδομή που βελτιώνεται; Ότι καλύπτεται μέρος των ακάλυπτων οργανικών θέσεων; Εγώ μιλάω για όλες τις οργανικές θέσεις, γιατί επιταχύνετε την έξοδο των εκπαιδευομένων από τη σχολή δικαστών σε βάρος της εκπαίδευσής τους, για να τελειώσουν πιο γρήγορα και να καλύψουν ορισμένες θέσεις.
Όμως, το αίτημα των δικαστών δεν είναι να καλυφθούν οι οργανικές θέσεις. Αυτό είναι «εκ των ων ουκ άνευ». Έχουν πολλαπλασιαστεί οι δίκες, οι δικαστές ζητούν αύξηση των οργανικών θέσεων και πάνω σ’ αυτό δε λέτε τίποτα. Λέτε ότι θα πάρετε εξακόσιους υπαλλήλους. Φτάνουν αυτοί οι υπάλληλοι, για να λυθούν όλα τα προβλήματα στη δικαιοσύνη; Χρειάζονται πολύ περισσότεροι. Τα ακούσατε αυτά από τους ίδιους τους δικαστές στις γενικές συνελεύσεις, στις οποίες πήρατε μέρος και ήμασταν παρόντες κι εμείς, όπως και όλα τα κόμματα της Αντιπολίτευσης κι εσείς, από την πλευρά του Υπουργείου.
Όσον αφορά στις αίθουσες, αν δεν υπάρχουν αίθουσες, δεν μπορεί να προχωρήσει αυτός ο νόμος. Σε τρεις περιπτώσεις έχουν οικονομικό αντικίνητρο, για να μη γίνει δίκη. Πρώτη περίπτωση. Καταργήσατε τον συμψηφισμό των εξόδων και πήγατε στον επιμερισμό των εξόδων, ώστε αυτός, που πιθανολογείται ότι θα χάσει την υπόθεση, να φοβάται ότι θα τη χάσει και ότι θα πληρώσει έξοδα. Σε αυτό δεν κάνετε σήμερα καμία παρέμβαση, ούτε καμία βελτίωση.
Δεύτερο ζήτημα. Ζητούσαν αναβολές, τις περισσότερες φορές δικαιολογημένα. Μπορεί να υπήρχαν και μερικές φορές αδικαιολόγητες αιτήσεις για αναβολές. Όμως, το κύριο ζήτημα ήταν ότι με οικονομικό αντικίνητρο προσπαθήσατε να εμποδίσετε το να ζητούν αναβολή. Είχαν δίκιο οι δικηγορικοί σύλλογοι, που απείχαν γι’ αυτό το λόγο. Είχατε βάλει ένα υπέρογκο «χαράτσι». Το «χαράτσι» παραμένει, απλώς μειώνεται. Δεν το εξαλείφετε.
Για να μιλήσω συγκεκριμένα, από 900 ευρώ, που ήταν το ανώτατο «πλαφόν», το πάτε στα 400 ευρώ. Τα 400 ευρώ είναι 150.000 δραχμές περίπου, για να ζητήσει κανείς αναβολή. Αυτά τα χρήματα είναι επιπλέον των όσων πλήρωνε. Έτσι, όπως έχουν αυξηθεί όλα τα παράβολα με προηγούμενους νόμους, η δικαιοσύνη έχει γίνει ακριβότερη σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ο φτωχός δεν μπορεί να πάει και να διεκδικήσει το δίκιο του.
Παραπέρα, όσον αφορά στο «φιλτράρισμα» των υποθέσεων, για να μη φτάσουμε ποτέ στον Άρειο Πάγο, φτιάξατε αυτό το Τριμελές Συμβούλιο από μέλη του Αρείου Πάγου. Αυτοί μπορούν να βγάζουν προδικαστική, ότι απορρίπτεται η υπόθεση και άμα θέλεις, πλήρωνε ένα ακόμα μεγαλύτερο «χαράτσι». Υπάρχει «χαράτσι» για να πας στον Άρειο Πάγο και το παράβολο, με παλιότερο νόμο, έχει γίνει πολύ μεγάλο και φτάνουμε σε πολύ μεγάλα ποσά. Το είπε και ο προηγούμενος συνάδελφος.
Έρχεστε τώρα και λέτε: «Εσείς, οι δικηγορικοί σύλλογοι, σταματήστε την αποχή. Θα το μειώσουμε λιγάκι». Παρόμοιες διαδικασίες στις παραγράφους 8, 9 και 11 του άρθρου 7 τις επεκτείνετε και στους άλλους βαθμούς δικαιοδοσίας και δυσχεραίνετε ιδιαίτερα το έργο των μαχόμενων δικηγόρων. Αυτοί, που έχουν μεγάλα δικηγορικά γραφεία και έχουν δικηγόρους για υπαλλήλους, δεν έχουν τόσο μεγάλες δυσκολίες. Ο άλλος, που τρέχει από το πρωί μέχρι το βράδυ, δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα με αυτές τις διαδικασίες.
Η ουσία ποια είναι; Κρατάτε την ουσία ενός νομοσχεδίου, που εμείς το καταψηφίσαμε. Αυτός είναι ο λόγος που δεν θα ψηφίσουμε και σήμερα το παρόν νομοσχέδιο.
Θα τελειώσω με τις διαιτησίες. Το ζήτημα των διαιτησιών μας απασχόλησε και στην Αναθεώρηση του Συντάγματος. Κατ΄ αρχάς υπάρχει ένα ζήτημα. Το ποιος ορίζεται πρόεδρος στο Ανώτατο Δικαστήριο. Το πώς διαμορφώνεται το δικαστικό συμβούλιο και το τι γίνεται με τις διαιτησίες, είναι η μέθοδος χειραγώγησης και εκμαυλισμού του Δικαστικού Σώματος. Είναι ή δεν είναι; Έτσι γίνονται. Για να πάρεις μετάθεση, για να πάρεις προαγωγή, για να μην πάρεις δυσμενή απόσπαση, για να πάρεις διαιτησία κλπ. Αυτή είναι η κατάσταση. Βεβαίως θα πρέπει να υπάρχουν διαιτησίες και βεβαίως πρέπει να είναι οι δικαστές στις διαιτησίες. Αλλά οι δικαστές αξιοποιούν το χρόνο εργασίας τους. Πόσος πρέπει να είναι ο εργάσιμος χρόνος του δικαστή; Οκτώ ώρες, όπως κάθε εργαζόμενος; Επτά ώρες; Τόσες ώρες την εβδομάδα; Μέσα σε αυτά τα πλαίσια να τον ελαφρύνουν από άλλες δουλειές, που σημαίνει ότι χρειαζόμαστε περισσότερους δικαστές για να τα βγάλουν πέρα και να είναι μέσα στα πλαίσια της καθημερινής τους εργασίας και οι διαιτησίες. Σε αυτήν την περίπτωση δεν χρειαζόταν να παίρνουν ιδιαίτερη αμοιβή σαν υπερωρία, σαν υπερεργασία. Γιατί βεβαίως αφού φορτώνονται παραπάνω δουλειά και θα καθήσουν περισσότερο χρόνο, θα πρέπει να πληρωθούν. Πάρε το 35% εσύ και το 40% σωστά το μοιράζετε με την τροποποίηση που κάνετε στους δικαστές του ιδίου δικαστηρίου των δύο τελευταίων χρόνων και το άλλο 25% στον ΤΑΧΔΙΚ. Εγώ όμως λέω ποια λογική θα έπρεπε να υπήρχε. Θα έπρεπε να λύνεται κατ΄ αυτόν τον τρόπο το θέμα των διαιτησιών και να παίρνει εκ περιτροπής και κυκλικά ο κάθε δικαστής του δικαστηρίου μια τέτοια υπόθεση. Αυτό θα ήταν το σωστότερο. Όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση, εμείς τασσόμαστε υπέρ της παραπέρα μείωσης αυτού που θα παίρνει ο δικαστής και αύξησης του ποσού από το 40%. Θα θέλαμε μεγαλύτερο ποσοστό να μοιράζεται σε όλους τους δικαστές και είμαστε εντελώς αντίθετοι με αυτήν την τροποποίηση της τελευταίας στιγμής, όπου λέτε να μπορεί με απόφαση της ολομελείας του δικαστηρίου να πηγαίνει στους αναξιοπαθούντες δικαστικούς λειτουργούς και υπαλλήλους –σωστό αυτό- αλλά να πηγαίνει για σκοπούς συνδεόμενους με τη λειτουργία του δικαστηρίου. Τι σημαίνει αυτό; Δηλαδή δεν βάζει λεφτά το κράτος για τη δικαιοσύνη και θα παίρνετε λεφτά που ανήκουν στους δικαστές και που τα δούλεψαν για τις διαιτησίες, για να καλύπτουν τα κενά του δικαστηρίου; Εκτός αν δεν καταλαβαίνουμε εμείς ποιοι είναι οι σκοποί οι συνδεόμενοι με τη λειτουργία του δικαστηρίου. Αν είσθε πιο ειλικρινείς, μειώστε το 40% και αυξήστε τα χρήματα προς τον ΤΑΧΔΙΚ. Πείτε το καθαρά. Εκτός αν δεν ερμηνεύουμε σωστά την τροποποίηση, την οποία κάνατε.
Με τις διατάξεις που έχουν σχέση με την αναγκαστική εκτέλεση συμφωνούμε. Για τους λόγους που εξήγησα, θα ψηφίσουμε τις διατάξεις που θεωρούμε θετικές, αλλά δεν μπορούμε να ψηφίσουμε επί της αρχής το νομοσχέδιο.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Ο κ. Κουβέλης έχει το λόγο.
ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, εκείνο που επιχειρεί το παρόν σχέδιο νόμου είναι να εναρμονίσει τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, που αναφέρονται στην πώληση, προς την κοινοτική οδηγία 1999/44 της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ξεκινώντας από την κινούσα αιτία που παρήγαγε την κοινοτική οδηγία, πρέπει να επισημάνουμε ότι εκείνο που ανεδείχθη ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, ως πολύ σημαντικό μέγεθος, είναι η προστασία του καταναλωτή, η προστασία του καταναλώνοντος πολίτη, μέσα σε μία όντως έντονα καταναλωτική κοινωνία. Έτσι, λοιπόν, τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τη νόμιμη θεσμική εκπροσώπησή τους, διεπίστωσαν ότι υπάρχει μεγάλη ανάγκη προστασίας του καταναλωτή και ακριβώς αυτή η διαπίστωση και αυτές οι σχετικές επισημάνσεις ήταν εκείνες που γέννησαν τη ρύθμιση της κοινοτικής οδηγίας 1999.
Ορθά, κατά συνέπεια, το εθνικό μας δίκαιο κινείται για να συμμορφωθεί προς το περιεχόμενο αυτής της κοινοτικής οδηγίας.
Θα έλεγα, κύριοι συνάδελφοι, ότι είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι έχουμε μετατροπή της εγγυητικής ευθύνης του πωλητή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, σε κανονική συμβατική υποχρέωση. Αυτό είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό νομικό γεγονός, διαφοροποιεί τις σχέσεις πωλητή - αγοραστή και σε τελευταία ανάλυση η πλάστιγγα, κύριε Πρόεδρε, γέρνει προς την κατεύθυνση προστασίας του καταναλωτή, διότι αυτός είναι εκείνος που πρέπει να προστατευθεί, διότι η ανισότητα στη σχέση πωλητή – καταναλωτή γεννιέται με άλλες διαδικασίες και έρχεται να παρέμβει ο νομοθέτης, αυτή την ανισότητα κάπου να την αναρυθμίσει με ένα τρόπο που δεν θα αδικείται ο αγοραστής.
Αυτή είναι η ratio της συγκεκριμένης νομοθετικής πρωτοβουλίας της Κυβερνήσεως. Και θεωρώ ότι είναι σωστή η ρύθμιση που εισηγείται το σχέδιο νόμου, κύριοι συνάδελφοι, όπως επίσης ορθή είναι η επιλογή, οι σχετικές διατάξεις να ενταχθούν στο σώμα του Αστικού Κώδικα και να μην αποτελέσουν ένα ιδιαίτερο νομοθέτημα.
Και όπως, κύριε Πρόεδρε, έλεγα στη Διαρκή Επιτροπή, εμείς θα ψηφίσουμε τις σχετικές διατάξεις που αναφέρονται στην αναρύθμιση του κεφαλαίου «πώληση» του Αστικού Κώδικα.
Είναι επίσης πάρα πολύ θετικό το γεγονός, κύριοι συνάδελφοι, ο λόγος για να είναι αποτελεσματικός πρέπει να είναι και ειλικρινής, να μην είναι μίζερος, ότι επιμηκύνεται η προθεσμία παραγραφής για τα δικαιώματα του αγοραστή, αναφορικά με ελαττώματα του πωλουμένου πράγματος.
Θα ψηφίσουμε, λοιπόν, κύριε Πρόεδρε, τις συγκεκριμένες διατάξεις, διότι τις θεωρούμε θετικές. Βεβαίως, αυτό δεν εμποδίζει την επισήμανση ότι το Αστικό μας Δίκαιο κάποια στιγμή πρέπει συνολικά να το δούμε και να προχωρήσει το Υπουργείο Δικαιοσύνης σε μία συνολικότερη πρόταση για μετατροπές, για μεταβολές, για αναρυθμίσεις οι οποίες επιβάλλονται από την ίδια την εξέλιξη της ζωής και κατά τούτο είναι ορθή η επισήμανση του συναδέλφου εισηγητή της Νέας Δημοκρατίας, ότι καλό είναι να αποφεύγονται οι αποσπασματικές ρυθμίσεις στο χώρο του δικαίου. Αυτό όμως σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι έχω αντίπαλο λόγο για την επιχειρούμενη ρύθμιση σε σχέση με τις διατάξεις που αναρυθμίζουν το κεφάλαιο της πώλησης του Αστικού μας Κώδικα.
Το δεύτερο ζήτημα, κύριε Πρόεδρε, είναι η επιτάχυνση των δικών, ο νόμος δηλαδή 2915/2001 και οι τροποποιήσεις που επέρχονται στο νόμο αυτό, μετά από μία συνεργασία του Υπουργού Δικαιοσύνης με την ολομέλεια των δικηγορικών συλλόγων του κράτους. Εγώ έχω μεγάλη την αντίθεση με τον ν. 2915, αντίθεση που ανέδειξα, πιστεύω, διεξοδικά, όταν το τότε νομοσχέδιο, σήμερα ν. 2915, συνεζητήθη στην Αίθουσα αυτή.
Πιστεύω ότι δεν θα λυθεί κανένα πρόβλημα αναφορικά με τη σκοπούμενη επιτάχυνση των διαδικασιών, με τις ρυθμίσεις τόσο του ν. 2915 όσο και με τις παρούσες ρυθμίσεις που εισηγείται τροποποιητικά το σχέδιο νόμου. Έχω αντίρρηση και διατηρώ στο ακέραιο τις επιφυλάξεις που και τότε είχα και γι’ αυτό κατεψήφισα το σχετικό νομοθέτημα το έτος 2001. Όμως, κύριε Υπουργέ, σας είπα και στη Διαρκή Επιτροπή, θέλετε να αλλάξετε και τη διαδικασία ουσιαστικά του Μονομελούς Πρωτοδικείου. Δεν είναι όλοι νομικοί, πολύ δε περισσότερο δεν έχουν όλοι οι συνάδελφοι εμπειρία της απονομής δικαίου.
Είμαι υποχρεωμένος, όμως, να πω, για επαΐοντες και μη επαΐοντες, ότι η διαδικασία του Μονομελούς Πρωτοδικείου, κύριε Πρόεδρε, κατά γενική παραδοχή είχε κριθεί ως επιτυχημένη. Τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη δική μου γνώση και τη δική μου εμπειρία, κύριε Υπουργέ -δεν διεκδικώ αυθεντική ερμηνεία του συνόλου του νομικού κόσμου- κανένας δεν αμφισβήτησε μέχρι τώρα τη διαδικασία του Μονομελούς Πρωτοδικείου. Είχε δοκιμαστεί, είχε αντέξει, είχε επιτύχει, εξυπηρετούσε δικαστές, δικηγόρους και κυρίως διαδίκους. Και θέλετε να αλλάξετε και τη διαδικασία αυτή εισάγοντας ειδικές προθεσμίες και καθιστώντας δυσκολότερη τη λειτουργία των παραγόντων της δίκης. Και αναφέρομαι πάντοτε στην πολιτική δίκη, όχι στην ποινική. Γι’ αυτό και θα καταψηφίσω τη σχετική διάταξη.
Όπως επίσης, κύριε Υπουργέ, θα καταψηφίσω τη διάταξη που αναφέρεται στον προέλεγχο των αναιρέσεων. Σας είπα και στη Διαρκή Επιτροπή –και δεχθείτε ότι ο λόγος μου είναι εξαιρετικά καλόπιστος- ότι δεν θα έχετε κανένα αποτέλεσμα, διότι εκείνο που διεκδικείτε με τη ρύθμιση αυτή –αν καλώς ερμηνεύω τα πράγματα- είναι να αφαιρέσετε ορισμένες υποθέσεις από τον Άρειο Πάγο –να τις αφαιρέσετε ως φορτίο- και να καταστήσετε ελαφρύτερο το έργο των αρεοπαγιτών. Δεν θα το επιτύχετε, διότι όλοι θα ζητούν τη συζήτηση στο αρμόδιο τμήμα του Αρείου Πάγου.
Επιπλέον, δεχθείτε ότι είναι ακριβές αυτό που ακούστηκε: Το κόστος απονομής της δικαιοσύνης, κύριε Υπουργέ, γίνεται δυσβάσταχτο για τις περισσότερες κοινωνικές διαστρωματώσεις αυτής της χώρας. Σε λίγο –και γνωρίζετε ότι δεν επιλέγω τον υπερβολικό λόγο- η απονομή της δικαιοσύνης από κάποιο στάδιο και επάνω θα είναι δικαίωμα και δη πολυτελές, εκείνων που έχουν οικονομική άνεση.
Γι’ αυτό λοιπόν, με αυτές τις σκέψεις το δεύτερο κεφάλαιο θα το καταψηφίσω, κύριε Πρόεδρε.
Βεβαίως, κοιτάξτε τώρα το δίλημμα που παράγεται για έναν Βουλευτή στην Αίθουσα αυτή. Να έχει, κύριοι συνάδελφοι, ένα νομοσχέδιο με ένα πρώτο κεφάλαιο εξαιρετικό σημαντικό και θετικό –γιατί έτσι το κρίνει- και ένα δεύτερο κεφάλαιο το οποίο κρίνει ως αρνητικό και θέλει να το καταψηφίσει. Και καλείται πια ο Βουλευτής, κύριε Πρόεδρε, να σταθμίσει τα πράγματα και να επιλέξει τι είναι εκείνο που προέχει: Η θετική ψήφος στο νομοσχέδιο ή η αρνητική;
Εγώ μπήκα σε αυτή τη βάσανο, κύριε Υπουργέ και είπα ότι θα ψηφίσω επί της αρχής, διότι θεωρώ ότι πλεονεκτεί από άποψη δυναμικής μέσα στο δίκαιο, το πρώτο κεφάλαιο που αναφέρεται στην πώληση.
Σε ό,τι αφορά δε το δεύτερο κεφάλαιο, επαναλαμβάνω ότι θα καταψηφίσω.
Το είπα όμως αυτό, κύριε Πρόεδρε, για τη στάθμιση των ρυθμίσεων ενός νομοσχεδίου, για να επισημάνω τούτο και ολοκληρώνω. Καλό είναι κάποτε η νομοθετική λειτουργία να εξασφαλίζει σαφήνεια και μία συνολική αντιμετώπιση του ζητήματος που θέλει να ρυθμίσει και όχι στο ίδιο νομοσχέδιο επ’ ευκαιρία που έρχεται ένα νομοθέτημα κάποιου Υπουργείου να σωρεύονται ρυθμίσεις για διαφορετικά ζητήματα.
Με αυτές τις σκέψεις έχω ολοκληρώσει, κύριε Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Ο κ. Μάνος έχει το λόγο.
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΜΑΝΟΣ: Έχω, κύριε Πρόεδρε και εγώ το ίδιο δίλημμα με τον κ. Κουβέλη. Συμφωνώ με το πρώτο μέρος, επί της αρχής, διαφωνώ με το δεύτερο. Εμένα, όμως, θα με παρασύρει το δεύτερο και θα ψηφίσω κατά της αρχής του νομοσχεδίου.
Οι λόγοι για τους οποίους είμαι αντίθετος με το δεύτερο τμήμα είναι διαμετρικά αντίθετοι από εκείνους που εξέφρασε ο κ. Κουβέλης αλλά και οι άλλοι συνάδελφοι Βουλευτές. Η γνώμη μου είναι ότι δεν χρειάζεται να αλλάξουμε τίποτε από το υφιστάμενο καθεστώς, διότι δεν το δοκιμάσαμε αρκετά. Αυτό που πρέπει να δοκιμάσουμε είναι να βρούμε τρόπο να επιταχύνουμε τη διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης.
Ένας από τους βασικότερους λόγους που πολλά πράγματα δεν λειτουργούν στον τόπο μας, κύριε Πρόεδρε, είναι ότι δεν υπάρχει αξιόπιστος μηχανισμός επίλυσης διαφορών. Έχεις μία οικονομική διαφορά και για να λυθεί το ζήτημα αυτό μπορεί να περάσουν οκτώ, εννέα ή δέκα χρόνια. Αυτό κατά τη γνώμη μου είναι απαράδεκτο.
Πρέπει να προσθέσω ότι, εξ όσων γνωρίζω, το θέμα αυτό είναι ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους δεν γίνονται επενδύσεις στην Ελλάδα. Θεωρείται δηλαδή από τους ξένους επενδυτές ότι δεν υπάρχει μηχανισμός απονομής δικαίου στην Ελλάδα. Αυτό είναι δραματικό και πρέπει κάτι να κάνουμε.
Ο προηγούμενος Υπουργός προσπάθησε να εισαγάγει ορισμένες ρυθμίσεις προς αυτήν την κατεύθυνση. Δεν άρεσαν στους δικηγόρους. Τι να κάνουμε; Από τους δικηγόρους θα εξαρτηθεί το μέλλον του τόπου; Είναι καιρός να αποφασίσουμε να βάλουμε κάποια τάξη στο θέμα αυτό. Η γνώμη μου είναι ότι θα ήταν ευκαιρία – ο καθένας έχει διαφορετικούς λόγους- να αποσύρει ο Υπουργός το δεύτερο τμήμα και να το ξανασκεφτεί, διότι δεν θα πρέπει το Υπουργείο να υποκύπτει κάθε τόσο στις συντεχνίες. Αυτό είναι το βασικό δίδαγμα που πρέπει να πάρουμε όλοι στη Βουλή. Δεν κυβερνούν οι συντεχνίες, κύριοι συνάδελφοι. Η Βουλή πρέπει να αποφασίσει. Μπορεί ο καθένας για το δικό του λόγο να λέει γιατί πρέπει να αποσυρθεί, η γνώμη μου είναι πάντως ότι το δεύτερο τμήμα καλά θα έκανε να φύγει από τη μέση.
Το πρώτο τμήμα είναι μια πολύ θετική εξέλιξη. Και πρέπει να επισημάνω το εξής, κύριε Πρόεδρε. Θα πουν μερικοί ότι αυτές οι αυξημένες υποχρεώσεις των πωλητών είναι τελικώς σε βάρος τους. Κατά τη γνώμη μου όσο αυξάνονται οι απαιτήσεις από τους πωλητές και τους παραγωγούς τόσο θα αυξάνεται η ποιότητα και η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδος και της οικονομίας. Θεωρώ δηλαδή ότι είναι εξαιρετικά θετικό ότι θα έχουμε αυξημένες απαιτήσεις από τους πωλητές.
Σ’ αυτό το σημείο θα ήθελα να κάνω μερικές πρακτικές παρατηρήσεις οι οποίες ίσως φανούν χρήσιμες ή μπορέσουν να ενσωματωθούν από τον κύριο Υπουργό ή να πάρουν κάποια μορφή εξουσιοδοτικής πράξης ή ακόμα και μίας ερμηνευτικής δήλωσης. Όλο το νομοσχέδιο στηρίζεται στη λογική ότι ο πωλητής υποχρεούται να παραδώσει πράγμα με τις συνομολογημένες ιδιότητες. Και το ερώτημα είναι: Τι είναι συνομολογημένο;
Θα σας θέσω ένα πρακτικό ερώτημα. Όταν αγοράζετε μια καρέκλα, τι είναι συνομολογημένο; Αναγράφεται πουθενά οτιδήποτε; Είναι συνομολογημένο ότι θα αντέχει το δικό μου βάρος ή το δικό σας, κύριε Πρόεδρε; Δεν είναι.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Πήρατε δυο ακραίες περιπτώσεις νομίζω.
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΜΑΝΟΣ: Σας επισημαίνω ότι είναι και ο κ. Πάγκαλος, αν θέλετε να μιλήσετε για πραγματικά άκρα.
Θέλω να σας επισημάνω το εξής. Και αυτό το λέω για τον Υπουργό. Είναι ενδεχομένως αναγκαίο στην έννοια του συνομολογημένου να επιβληθεί στους πωλητές να έχουν ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά που να τα δηλώνουν. Φέρ’ ειπείν, η καρέκλα αντέχει σε φορτίο εκατό ή εκατό ογδόντα κιλών. Αυτό να αναγράφεται υποχρεωτικώς.
Σήμερα στα τρόφιμα, για παράδειγμα, είναι υποχρεωτική η αναγραφή ορισμένων υλικών. Ο περισσότερος κόσμος δεν καταλαβαίνει τι διαβάζει, αλλά αυτά υπάρχουν. Άλλο τόσο σημαντικό θα ήταν, προκειμένου να είναι σαφές τι συνομολογείται, ορισμένα βασικά στοιχεία να αναγράφονται επάνω στα είδη που πωλούνται. Αυτό τι θα σήμαινε; Θα σήμαινε ότι θα έπρεπε να βάλετε μια εξουσιοδοτική διάταξη, ενδεχομένως με τον Υπουργό Ανάπτυξης, όπου του επιτρέπει να καθορίζει προϋποθέσεις κυκλοφορίας ορισμένων προϊόντων.
Να σας δώσω ένα αστείο αλλά πολύ απλό παράδειγμα. Σε όλα τα μέρη του κόσμου, όταν αγοράζετε σπάγκο, για να πετάξετε τον χαρταετό σας, γράφει σε τι αντέχει. Στην Ελλάδα δεν γράφει τίποτε. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, για να είναι σαφές τι είναι το συνομολογημένο. Αλλιώς μπορεί να αποδειχθεί δώρον άδωρον αυτό το οποίο νομοθετούμε σήμερα.
Μια άλλη παρατήρηση είναι η εξής. Όταν, για παράδειγμα, αγοράζετε ένα διαμέρισμα, τι είναι συνομολογημένο; Ότι θα έχει το διαμέρισμα τη θερμική μόνωση που επιβάλλει ο νόμος;
Μήπως λοιπόν θα ήταν σωστό, έστω ως ερμηνευτική δήλωση να θεωρείται ότι είναι συνομολογημένο ό,τι ορίζει ο νόμος – αν υπάρχει τέτοιος νόμος; Αν δηλαδή για κάτι τί υπάρχει νόμος, να θεωρείται συνομολογούμενο ότι θα έχει τηρηθεί ο νόμος. Αυτό θα μπορούσε ίσως να ενσωματωθεί ως μία ερμηνευτική δήλωση, έτσι ώστε να μπορεί ο αγοραστής να στραφεί κατά του πωλητή και να του πει «Αυτό εδώ είναι εκ του νόμου υποχρεωτικό». Αυτό να υφίσταται ως ερμηνεία, να έχει περιληφθεί.
Ένα επίσης θετικό: Γράφει ο νόμος ότι είναι υποχρεωτική σε περίπτωση προμήθειας καινούργιων προϊόντων με μακρά διάρκεια, διαρκή καταναλωτικά αγαθά, η παροχή γραπτής εγγύησης. Το λέω αυτό διότι συμπτωματικά σήμερα ρώτησα για ένα εισαγόμενο είδος που πωλείται στην Ελλάδα –διαρκές καταναλωτικό αγαθό- και μου είπαν: «Εμείς το φέρνουμε αυτό, αλλά δεν δίνουμε εγγύηση. Αν σου αρέσει, πάρ’ το. Αλλά εγγύηση δεν δίνουμε». Αυτό τώρα μ’ αυτήν τη διάταξη θα καταργηθεί.
Αυτό λοιπόν που θα ήθελα να περιληφθεί στο νομοσχέδιο είναι να υπάρχει μία εξουσιοδοτική διάταξη που να επιτρέπει στον Υπουργό ή στον Υπουργό Ανάπτυξης να ξοδέψει ένα ποσό, δύο εκατομμύρια ευρώ ενδεχομένως, προκειμένου να ενημερωθεί η κοινή γνώμη ποια είναι τα δικαιώματά της ως καταναλωτή. Διότι πολύς κόσμος δεν γνωρίζει τι δικαιώματα έχει.
Θα ήταν λοιπόν πολύ σημαντικό αν θα μπορούσε το Υπουργείο Δικαιοσύνης ή Ανάπτυξης ή και τα δύο μαζί να κάνουν μία καμπάνια ενημέρωσης των δυνατοτήτων του καταναλωτή. Θα ήθελα λοιπόν να προστεθεί διάταξη που να επιβάλλει στα Υπουργεία να κάνουν αυτήν την ενημέρωση.
Τελευταία παράγραφος. Έχει μεγάλη σημασία η ρήτρα που λέει ότι συνομολογούμενο είναι ό,τι γράφουν οι προδιαγραφές. Θα ήθελα να επισημάνω ότι είναι σύνηθες φαινόμενο για πολλούς παραγωγούς να έχουν μία μεγαλειώδη διαφήμιση με μεγάλα γράμματα και με πολύ ψιλά γράμματα από κάτω να λένε ότι δικαιούνται να επιφέρουν οποιεσδήποτε αλλαγές.
Θα έπρεπε αυτό να το ξεκαθαρίσουμε κατά τη γνώμη μου, ότι δηλαδή οτιδήποτε δίνεις με μεγάλα γράμματα, αυτό είναι που ισχύει και όχι τα ψιλά γραμματάκια που έχεις γράψει από κάτω. Σημειώνω, κύριε Πρόεδρε, επειδή σας βλέπω μειδιόντα, ότι αυτήν την παρατήρηση την έχουμε κάνει για τις πιστωτικές κάρτες, για παράδειγμα, και είπαμε ότι τα ψιλά γράμματα δεν ισχύουν. Και στα ασφαλιστήρια μερικά ψιλά γράμματα δεν ισχύουν. Το ίδιο να κάνουμε για τη διαφήμιση και αν ακόμα δεν μπορεί να γραφτεί ως τέτοιο, να υπάρχει ως ερμηνεία της Βουλής τι ακριβώς εννοούσαμε.
Ξεκαθαρίζω λοιπόν: Παρασύρομαι από το Β΄ Τμήμα και καταψηφίζω το νομοσχέδιο επί της αρχής.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Ο κ. Χρυσανθακόπουλος έχει το λόγο.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΧΡΥΣΑΝΘΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριοι συνάδελφοι, όταν ψηφίζουμε ένα νομοσχέδιο, το οποίο συμβάλλει στην προάσπιση δικαιωμάτων των καταναλωτών, σαφώς αυτό θα πρέπει να υπερισχύει και να δίνουμε όλο μας το βάρος στην προσπάθεια για την ουσιαστικοποίησή του. Όταν μάλιστα πρόκειται περί αποδοχής μιας κοινοτικής οδηγίας, που σημαίνει ότι έχουμε ένα κοινοτικό δίκαιο το οποίο έρχεται αυτούσιο να εφαρμοστεί στη χώρα μας, θα πρέπει να είμαστε ακόμα περισσότερο προσεκτικοί στο τι ψηφίζουμε και τι καταψηφίζουμε.
Στο νομοσχέδιο αυτό υπάρχει και το σκέλος που αφορά στις προτάσεις των δικηγορικών συλλόγων. Νομίζω ότι είναι γνωστό ότι σε οποιοδήποτε επάγγελμα ή επιστημονική ιδιότητα αν απευθυνθούμε, ο καθένας θα προτάξει τη δική του συμβολή στο ζήτημα. Οι νομικοί μας όμως οπλισμένοι και μ’ αυτό το νομοσχέδιο, θα κάνουν το καθήκον τους. Ποιος όμως από τους απλούς καταναλωτές μπορεί να προσφύγει και για ποιο λόγο και με ποια επιδίωξη απέναντι σε προβλήματα που του έχουν προκύψει;
Ας δούμε λοιπόν πώς έχει το ζήτημα: Είναι ένα νομοσχέδιο, το οποίο είναι αθροιστικό σε μια στροφή της πολιτικής μας στην ανάδειξη της ποιότητας της ζωής. Ταυτόχρονα όμως η παρέμβαση στην αγορά δεν έχει να κάνει με την αλλαγή της διάρθρωσής της, η οποία είναι σαφέστατη. Για πολλά χρόνια έχουμε ένα φαινόμενο, όπου η Ελλάδα έκανε μια εσωτερική διανομή του εξωτερικού χρέους. Με άλλα λόγια δηλαδή το εμπορικό ισοζύγιο ήταν το καθοριστικό.
Εδώ εάν μιλάμε για κάποια πράγματα, κυρίως θα είναι βιομηχανικά προϊόντα ή και κάποιες παροχές υπηρεσιών.
Σε όλες τις περιπτώσεις, όμως, όταν αναφερόμαστε σε πράγματα και όχι καταναλωτικά αγαθά, υπάρχει και μια σκοπιμότητα, γιατί εδώ δεν αναφέρεται η έννοια «καταναλωτής», ούτε «χρήστης», αλλά η έννοια «αγοραστής». Σταθήκαμε μόνο σαν να επρόκειτο για μια νομική πτυχή του ζητήματος. Νομίζω ότι αυτή η μονοπωλιακή κάθετη δομή παραγωγός-πωλητής, για όσους έχουν αυτό το μηχανισμό σε παγκόσμια εξάπλωση, έρχεται να ισοπεδώσει στη χώρα μας αυτό που ονομάζουμε «παραγωγός-πωλητής» με την έννοια ανατολίτικου παζαριού, γιατί έχουμε πλέον οργανωμένη αγορά λιανοπωλητών. Το marketing από προώθηση των πωλήσεων, σαφώς εκφυλίζεται σε τεχνική της εξαπάτησης, γιατί η παραπλανητική διαφήμιση και η αποσιώπηση ουσιωδών ιδιοτήτων των πραγμάτων οδηγεί πραγματικά σε εκφυλισμό της σκοπιμότητας, που θα ήταν η απλή ενημέρωση του καταναλωτή.
Θα τονίσω, όμως, μέσα στο νομοσχέδιο που ψηφίζουμε στο πρώτο κεφάλαιο το άρθρο 545, που αναφέρεται στην ανεπιφύλακτη παραλαβή, δηλαδή εάν ο αγοραστής παραλάβει το πράγμα χωρίς επιφύλαξη, γνωρίζοντας το ελάττωμα ή την έλλειψη της συνομολογούμενης ιδιότητας, λογίζεται ότι το αποδέχτηκε. Γιατί; Το πήρε μισή τιμή; Με ποια έννοια, λοιπόν, το αποδέχεται; Γιατί χάνει το αυτονόητο δικαίωμα της επιφύλαξης ο αγοραστής; Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ακυρώνεται αυτό το δικαίωμα, αλλιώς αποδεχόμαστε εκ προοιμίου τις λεγόμενες συμβάσεις προσχώρησης, τις ετεροβαρείς συμβάσεις, όπου ο αγοραστής μπαίνει σε ένα πλαίσιο που του έχει τεθεί από τον πωλητή.
Πότε θα προσφύγει στη Δικαιοσύνη για να ενεργοποιηθεί το δεύτερο κεφάλαιο; Όταν θα έχει μεγάλη οικονομική ζημία –τονίζω το «μεγάλη»- ή όταν υπόκειται σε σημαντικές και σοβαρές δυσμενείς ζημίες στην υγεία του (επιδείνωση) εξαιτίας του πράγματος που αγόρασε. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις θα αφεθεί στη μοίρα του, γιατί οι υπάρχουσες ενώσεις καταναλωτών δεν μπορούν ως πρόσκαιρες ερασιτεχνικές ομάδες να προχωρήσουν σε προσφυγές.
Άρα, η έννοια «προστασία του καταναλωτή» στην περίπτωσή μας έχει να κάνει με τα δικηγορόσημα –ας το πούμε διαφορετικά- κάποιων νομικών, που θα εξειδικευτούν σ’ αυτό το δίκαιο, οι οποίοι θα βγουν στην αγορά να πουλήσουν και αυτοί την ικανότητά τους να κερδίζουν αγωγές, γιατί έτσι γίνεται η συμπλήρωση του πρώτου σκέλους. Το αυτεπάγγελτο της προσφυγής του συνηγόρου του καταναλωτή δεν υφίσταται. Ποιος είναι ο πραγματικός συνήγορος του καταναλωτή; Δεν προκύπτει! Και κυρίως δεν προκύπτει από την άποψη ότι όταν υπογράφει μια σύμβαση, σαφώς υπογράφει χωρίς επιφυλάξεις.
Εγώ λέω, λοιπόν, ότι εάν θέλουμε να έχουμε σωστό δίκαιο υπέρ των καταναλωτών καμία σύμβαση δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς επιφύλαξη των νομίμων δικαιωμάτων του. Όταν διαπιστώσει αυτό που λέει το άρθρο 434, δηλαδή ότι έχει τις συνομολογημένες ιδιότητες χωρίς πραγματικά ελαττώματα το συγκεκριμένο πράγμα που αγοράζει, τότε πράγματι δεν έχει λόγους για να προσφύγει.
Άρα, λοιπόν, η πολυπλοκότητα του ζητήματος έχει να κάνει με το κλασσικό τέχνασμα του Ρωμαϊκού Δικαίου: Αδύναμος είναι ο τελικός χρήστης και ισχυρός είναι ο κάθε προηγούμενος, που μπορεί να είναι παραγωγός με την έννοια του βιομηχανικού παραγωγού ακόμα, διακινητής και πωλητής.
Εάν, λοιπόν, θέλουμε να δώσουμε οντότητα σε ένα τέτοιο νομοσχέδιο, πρέπει να έχει συμπληρωματικές διατάξεις, δηλαδή, πρώτον, ότι οι πολίτες έχουν το συνήγορο του καταναλωτή, έχουν κάποιον που παρεμβαίνει χωρίς να τους επιβαρύνει, γιατί αλλιώς πώς θα προσφύγουν; Εάν το δικαστικό κόστος είναι πολύ μεγάλο, πώς θα προσφύγουν για να δικαιωθούν; Δεν μπορούμε να λέμε ότι εάν η Ένωση Καταναλωτών είναι ώριμη από μόνη της, να προσφύγει.
Δεύτερον, δεν μπορούν να ισχύουν συμβάσεις προσχώρησης. Πρέπει το νομικό μας καθεστώς να θεωρεί αυτές τις ετεροβαρείς συμβάσεις άκυρες.
Δεν μπορούμε να λέμε ότι ισχύει η παράγραφος του άρθρου 545, ότι αν δεν πεις: «Έχω επιφύλαξη», σημαίνει ότι ό,τι και να σου δώσουν, το αποδέχτηκες. Θα πρέπει λοιπόν να υπάρχει εσαεί το δικαίωμα της επιφύλαξης. Τουλάχιστον τονίζω ότι αυτό το άρθρο 545 πρέπει να συνδέεται με το άρθρο 554, ότι η επιφύλαξη ισχύει αυτοδίκαια μέσα στην πάροδο πέντε ετών για τα ακίνητα και δύο ετών για τα κινητά. Διότι ποιος είναι ο επιστημονικός εμπειρογνώμων που θα δικαιώσει τον καταναλωτή; Δεν υφίσταται σαν θεσμός. Ζούμε αυτό το πρόβλημα, τι σημαίνει εμπειρογνώμων, στην υπόθεση των αυτοκινήτων.
( Στο σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει ο Β΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΓΟΥΡΙΔΗΣ)
Κατά συνέπεια, κύριε Υπουργέ, υπάρχουν κενά. Σαφώς πιστεύω ότι όλοι, όταν εδώ θέλουμε να νομοθετήσουμε, θέλουμε να νομοθετήσουμε σωστά. Χρειάζονται και άλλες συμπληρωματικές διατάξεις, με τις οποίες πράγματι ο καταναλωτής θα μπορεί να βρίσκει το δίκιο του.
Ψηφίζω κατ’ αρχήν το νομοσχέδιο, ακριβώς στη βάση των αρχικών του προθέσεων, χωρίς να θεωρώ όμως ότι στην ουσία δίνει οπωσδήποτε –εκτός από κάποια σημαντικά σκέλη των άρθρων τα οποία περιγράφονται- στην πράξη τελική δικαίωση σε αυτούς που προσφεύγουν ή που έχουν το δικαίωμα να προσφύγουν αλλά δεν έχουν τα μέσα για να το κάνουν.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Το λόγο έχει ο κ. Τσούρνος.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΟΥΡΝΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, κύριοι συνάδελφοι, το παρόν νομοσχέδιο περιλαμβάνει δύο ενότητες, δύο κεφάλαια. Το πρώτο μέρος αναφέρεται στην ενσωμάτωση της οδηγίας 9944 σχετικά με ορισμένες πτυχές της πώλησης και των εγγυήσεων καταναλωτικών αγαθών στο Ελληνικό Δίκαιο. Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στην τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Θα έλεγα ότι κατά μίαν άποψη το μεν πρώτο κεφάλαιο είναι πιθανόν να αυξήσει τις δικαστικές υποθέσεις αφού δημιουργεί νέα δεδομένα προστασίας του καταναλωτή, το δε δεύτερο κεφάλαιο έχει σαφή σκοπό να μειώσει το δικαστικό φόρτο των υποθέσεων οι οποίες φθάνουν στο δικαστήριο και των υποθέσεων που εκκρεμούν. Άρα λοιπόν μεταξύ του πρώτου και του δευτέρου κεφαλαίου, με την άποψη αυτή, υπάρχει μία αντίφαση: Το πρώτο κεφάλαιο αναμένεται να αυξήσει τις δικαστικές υποθέσεις, το δεύτερο έχει σκοπό να τις μειώσει.
Για το πρώτο κεφάλαιο έχω να πω τα εξής. Επί της ουσίας είναι άρτιο, πλήρες με σαφείς διατάξεις που δεν επιδέχονται παρερμηνείες. Στο άρθρο 545 θα ήθελα να παρατηρήσω και εγώ ότι η ανεπιφύλακτη παραλαβή δημιουργεί μια καχυποψία. Γράφει ότι, αν ο αγοραστής παρέλαβε το πράγμα χωρίς επιφύλαξη γνωρίζοντας το ελάττωμα ή την έλλειψη της συνομολογημένης ιδιότητας, λογίζεται ότι το αποδέχθηκε. Νομίζω ότι αυτό θα δημιουργήσει μία σύγχυση. Καλό θα είναι να υπάρξει μία καλύτερη διευκρίνιση και ερμηνευτική δήλωση για το τι ακριβώς εννοεί.
Βασικά, μετατρέπεται η υφισταμένη εγγυητική ευθύνη του πωλητή σε πλήρη ενοχική του υποχρέωση όσον αφορά στην παράδοση στον αγοραστή του πράγματος με τις συνομολογημένες ιδιότητες και χωρίς πραγματικά ελαττώματα. Δηλαδή ο νόμος προστατεύει καλύτερα τον αγοραστή.
Θα έλεγα ειδικότερα για το άρθρο 554 ότι ίσως θα έπρεπε να γίνει μία κλιμάκωση. Λέμε ότι ο χρόνος παραγραφής για τα μεν ακίνητα είναι πέντε χρόνια, για τα δε κινητά είναι δύο χρόνια. Ίσως ο χρόνος παραγραφής θα έπρεπε να γίνει ανάλογα με την αξία του αντικειμένου. Δηλαδή για ευτελούς αξίας αντικείμενα, όπως είπε ο κ. Μάνος για μία καρέκλα, δεν νομίζω ότι θα πρέπει να υπάρχει χρόνος παραγραφής δύο χρόνια. Ίσως θα έπρεπε να υπάρχει ένας διαχωρισμός αναλόγως της αξίας του αντικειμένου: πέντε χρόνια, τρία χρόνια ή για αντικείμενα μικροτέρας αξίας να είναι μικρότερος ο χρόνος παραγραφής.
Τώρα, γεγονός είναι ότι στο Ελληνικό Δίκαιο υπήρχε ένα κενό. Έρχεται η Ευρωπαϊκή Ένωση με την υποχρέωση αυτής της οδηγίας να ρυθμίσουμε και εμείς το δικό μας δίκαιο σύμφωνα με τις γενικότερες αυτές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο νομοσχέδιο.
΄Εχουμε παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και για άλλα θέματα στο παρελθόν όπως για θέματα περιβάλλοντος, για θέματα οικονομικής πολιτικής και άλλα. ΄Αρα, λοιπόν, με την ευκαιρία αυτή πάντα να θυμόμαστε τον αείμνηστο Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος παρά τη γνωστή αντίδραση του ΠΑΣΟΚ, μας έβαλε τότε στην ΕΟΚ και μπαίνουμε σε ένα νομικό πλαίσιο που εξασφαλίζει καλύτερες συνθήκες, προστατεύει καλύτερα τον καταναλωτή, τον πολίτη στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Βέβαια, ο νόμος αυτός ο οποίος νομικά προστατεύει τον καταναλωτή, ελπίζω ότι δεν θα μείνει κενό γράμμα, διότι έχουμε και άλλους νόμους, πηγαίνουμε στις ασφαλιστικές εταιρείες, υπογράφουμε ασφαλιστήρια συμβόλαια για τα αυτοκίνητα, στα ψιλά γράμματα όμως άλλα γράφονται και άλλα εννοούνται και στο τέλος, τρέχουν όλοι στα δικαστήρια για να βρουν άκρη. Και η Βουλή ψήφισε πρόσφατα νομοσχέδιο για τα πανωτόκια, αλλά οι τράπεζες κατά άλλο τρόπο ερμήνευσαν τις διατάξεις του νόμου.
Ελπίζω λοιπόν να εφαρμοστεί αυτό το διάταγμα και ειδικά το πρώτο κεφάλαιο, το οποίο δίνει πράγματι νέες διαστάσεις στην προστασία του καταναλωτή και να μη μείνει ένα κενό γράμμα νόμου, το οποίο δεν θα αξιοποιηθεί δεόντως από τον πολίτη.
Ψηφίσαμε πρόσφατα ένα νομοσχέδιο για τις παράνομες διαφημίσεις το οποίο προστάτευε το περιβάλλον σε σημαντικό βαθμό. Δεν είδαμε όμως μέχρι σήμερα να έχει γίνει καμία αλλαγή. ΄Οσες διαφημίσεις ήταν παράνομες εξακολουθούν να υπάρχουν και τίποτα δεν έχει αλλάξει. Παρόμοια κατάσταση βέβαια επικρατεί και στα αυθαίρετα κτίσματα. Πάντα ψηφίζονται νόμοι για τις κατεδαφίσεις αλλά τα παράνομα κτίσματα ζουν και βασιλεύουν.
Για το δεύτερο κεφάλαιο, θα ήθελα να πω κάποια πράγματα. Βασικά επιδιώκεται η συντόμευση του χρόνου εκδίκασης των υποθέσεων. Αυτό βέβαια και με το πρώτο νομοσχέδιο που ψηφίσαμε τον περασμένο χρόνο, επέφερε μια βασική τομή αφού απέβλεπε στο να μειώσει το χρόνο εκδίκασης των υποθέσεων, ένα μεγάλο θέμα το οποίο ταλαιπωρεί και βασανίζει τον ελληνικό λαό.
Με τα άρθρα 5 έως 13 επιφέρονται τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και επαναδιατυπώνονται ορισμένες ρυθμίσεις του ν. 2915/2001. Η ανάγκη τροποποίησης του νόμου αυτού που πρόσφατα ψηφίσαμε, δείχνει ή ότι το νομοσχέδιο δεν είχε επαρκώς μελετηθεί, το διέκρινε μια προχειρότητα ή ότι ενδεχομένως το Υπουργείο ενέδωσε στις αντιδράσεις των δικηγορικών συλλόγων για τους γνωστούς λόγους και υπαναχώρησε επιφέροντας αυτές τις τροποποιήσεις.
Η εκτίμησή μου είναι ότι και με αυτές τις τροποποιήσεις δεν θα λυθεί οριστικά το πρόβλημα. Στην εφαρμογή του ο νόμος ο οποίος είναι πράγματι πρωτοποριακός, θα έχει ανάγκη και άλλων νομικών παρεμβάσεων και τροποποιήσεων.
Για το νομοσχέδιο αυτό εκφράζω την αντίθεσή μου όπως και οι άλλοι συνάδελφοι που μίλησαν πριν από εμένα. Για το άρθρο 10 φρονώ ότι αυτή η τριμελής επιτροπή εξ αρεοπαγιτών για τον προέλεγχο των αναιρέσεων δεν θα φέρει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα και καλό θα ήταν να απαλειφθεί.
Εις ό,τι αφορά την κατανομή των αμοιβών των διαιτησιών με την τροποποίηση που κατατέθηκε, δίνεται η δυνατότητα στους δικαστές και στους εισαγγελείς να αποφασίζουν εάν αυτό το 40% της αμοιβής των διαιτησιών θα διαμοιράζεται μεταξύ των δικαστών και των εισαγγελέων ή με απόφασή τους θα διατίθενται για αναξιοπαθούντες δικαστικούς υπαλλήλους και δικαστές. Νομίζω ότι αυτό θα δημιουργήσει αποφάσεις δύο ταχυτήτων. Καλό είναι να προβλεφθεί χωρίς αυτήν τη δυνατότητα της εναλλακτικής απόφασης. ΄Η να διατίθεται το 40% μονίμως και κατά τις διατάξεις του νόμου για τους αναξιοπαθούντες δικαστές και δικαστικούς υπαλλήλους ή να διατίθεται όπως πρέπει, να μην υπάρχει διακριτική ευχέρεια των αποφάσεων των δικαστηρίων για το πώς θα διατίθεται αυτό το 40%. Ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Ολοκληρώθηκαν οι πρωτολογίες των Βουλευτών.
Ο κύριος Υπουργός έχει το λόγο.
ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ (Υπουργός Δικαιοσύνης): Αγαπητοί συνάδελφοι, θα έλεγα αρχίζοντας την ανάλυση από την πλευρά μου του νομοσχεδίου αυτού ότι λίγες διατάξεις νόμου επηρεάζουν την καθημερινή ζωή του συνόλου των πολιτών, γιατί όλοι οι πολίτες είναι κατά τον άλφα ή βήτα τρόπο καταναλωτές, αγοραστές, όσο οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα για την πώληση αγαθών.
Το σχετικό κεφάλαιο του Αστικού Κώδικα δεν ενδιαφέρει μόνο τους επιχειρηματικούς κλάδους που ειδικεύονται στην κατασκευή, στην παραγωγή και διάθεση αγαθών, αλλά πάνω από όλα, ενδιαφέρει όλους τους καταναλωτές που καθημερινά συνάπτουν συμβάσεις αγοράς καταναλωτικών προϊόντων για την κάλυψη βασικών ιδιωτικών αναγκών τους.
Εντούτοις αυτό το τόσο σημαντικό κεφάλαιο του Αστικού Κώδικα για την πώληση πράγματος αποτελεί –και δεν είναι υπερβολή αυτό που θα πω- ένα παράδειγμα αναχρονισμού έτσι ως ίσχυε μέχρι τώρα, γιατί οι ρυθμίσεις του είναι επαχθείς για το αδύναμο μέλος. Και βέβαια το αδύναμο μέλος στις περιπτώσεις αυτές σήμερα ειδικά που έχουν αλλάξει οι τρόποι παραγωγής, διάθεσης, προβολής, διαφήμισης, πώλησης, είναι ο αγοραστής ο οποίος συχνά εγκλωβίζεται χωρίς έννομη προστασία. Αν για παράδειγμα ο αγοραστής ενός αυτοκινήτου διαπιστώσει μετά από πάροδο οκτώ μηνών ότι το αυτοκίνητο που αγόρασε έχει ουσιώδη ελαττώματα που μειώνουν και αναιρούν ακόμη τη χρήση του, δεν μπορεί με το ισχύον μέχρι σήμερα δίκαιο να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση και να ζητήσει τα χρήματα που κατέβαλε. Ακόμη και αν έγκαιρα αντιληφθεί το ελάττωμα δεν μπορεί να ζητήσει τη διόρθωσή του, εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικές περιπτώσεις. Αν πάλι ο αγοραστής ενός ακινήτου, ενός διαμερίσματος διαπιστώσει ακόμη και την επομένη της παράδοσης ημέρα, ότι οι εσωτερικές εγκαταστάσεις του ακινήτου, οι υδραυλικές, οι ηλεκτρικές είναι ελαττωματικές, πάσχουν, δεν μπορεί κατ’ αρχήν να απαιτήσει από τον κατασκευαστή να τις επισκευάσει.
Οι λύσεις αυτές είναι αυτονόητο ότι είναι αρνητικές για τα αδύναμα μέλη, δηλαδή για τον αγοραστή. Ανάγονται βέβαια κατά βάση στην παράδοση του Ρωμαϊκού Δικαίου οι μέχρι τώρα ισχύουσες διατάξεις, οι έννοιες του οποίου ακολουθούν στο σημείο αυτό να δυναστεύουν, θα έλεγα, την οικονομική ζωή. Εκφράζουν παρωχημένες ιστορικές συνθήκες, τότε που οι αγοραστές βέβαια και οι πωλητές καταναλωτικών αγαθών, είχαν ισοδύναμη ισχύ αλλά πάρα πολλά εν τω μεταξύ έχουν αλλάξει.
Προς ανατροπή αυτής της καταστάσεως ως Κυβέρνηση παρουσιάζουμε ενώπιον της Εθνικής Αντιπροσωπείας το παρόν σχέδιο νόμου, με το οποίο επιχειρείται μια σημαντική μεταρρύθμιση του δικαίου της πώλησης. Αφετηρία, όπως ήδη ειπώθηκε, για το προτεινόμενο σύστημα διατάξεων αποτέλεσε η ανάγκη προσαρμογής της νομοθεσίας μας στην κοινοτική οδηγία 1999/44 που αφορά τις πτυχές πώλησης και των εγγυήσεων καταναλωτικών αγαθών.
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης, με αφορμή αυτό, ξεκίνησε τη σχετική προετοιμασία. Βέβαια δεν περιορίστηκε μόνο στη συμμόρφωση προς την κοινοτική οδηγία, αλλά αντίθετα προχώρησε σε μια, θα έλεγα, πλήρη τροποποίηση του ίδιου του Αστικού Κώδικα στο συγκεκριμένο κεφάλαιο, με κατεύθυνση, όπως είπα, την προστασία του αδύναμου μέλους, δηλαδή του αγοραστή, του καταναλωτή. Και για την επεξεργασία του σχετικού σχεδίου νόμου είναι αλήθεια ότι επιστρατεύτηκαν έγκριτοι, εξαίρετοι πανεπιστημιακοί, αστικολόγοι. Και στην επιτροπή αυτή είχε προεδρεύσει ο ίδιος ο κ. Σταθόπουλος.
Το νέο δίκαιο της πώλησης που σήμερα συζητούμε εδώ, αντιλαμβανόμενο την αδύναμη θέση στην οποία βρίσκεται ο καταναλωτής και εμφορούμενο από την ανάγκη προστασίας του έναντι των μεγάλων επιχειρήσεων παραγωγής, εισαγωγής και διανομής καταναλωτικών αγαθών, προχωρά στις συγκεκριμένες όπως θα αναφερθώ παρακάτω ρυθμίσεις.
Η προστασία που παρέχεται από το νέο δίκαιο της πώλησης στον αγοραστή, εκδηλώνεται πρωτίστως σε δύο κομβικά σημεία: Πρώτον, στην ευθύνη του πωλητή και δεύτερον, στον χρόνο παραγραφής των δικαιωμάτων του αγοραστή.
Η πρώτη σημαντική καινοτομία του νομοσχεδίου αφορά στην επιβολή στον πωλητή πλήρους συμβατικής υποχρέωσης, ώστε να παραδίδει το συμφωνηθέν πράγμα δίχως πραγματικά ελαττώματα και με όλες τις ιδιότητες που έχουν συνομολογηθεί. Με αυτήν τη λύση ο αγοραστής θα μπορεί να ζητά την άρση του τυχόν ελαττώματος με τη διόρθωση ή την αντικατάσταση του πράγματος και μάλιστα χωρίς επιβάρυνσή του. Αυτό σήμερα μπορούσε να γίνει μόνο κατ’ εξαίρεση. Μάλιστα θα μπορεί ο αγοραστής μαζί με τη διόρθωση ή αντικατάσταση του ελαττωματικού πράγματος να ζητά και αποζημίωση, αν πράγματι έχει υποστεί περαιτέρω ζημιά.
Για να αποτραπούν παρερμηνείες σε βάρος των αγοραστών το σχέδιο νόμου ορίζει ότι υπάρχει πραγματικό ελάττωμα ή έλλειψη ιδιότητας σε κάθε περίπτωση που το πράγμα δεν ανταποκρίνεται στη σύμβαση. Για να αποδείξει αυτό ο αγοραστής, θα μπορεί απλά να αποδεικνύει ότι το πράγμα δεν ανταποκρίνεται στην περιγραφή, στο δείγμα ή στο υπόδειγμα που του είχε παρουσιάσει ο πωλητής. Εναλλακτικά θα μπορεί να επικαλείται ότι το πράγμα δεν είναι κατάλληλο για τη χρήση για την οποία προορίζεται, ότι δεν έχει την ποιότητα ή την απόδοση που εύλογα προσδοκούσε, λαμβάνοντας υπόψη πάνω απ’ όλα τη σχετική διαφήμιση ή ακόμη ότι η εγκατάστασή του ήταν πλημμελής.
Η δεύτερη σημαντική καινοτομία αφορά στο χρόνο παραγραφής των δικαιωμάτων του αγοραστή. Σήμερα οι προθεσμίες είναι βραχείες, έξι μήνες και δύο έτη για κινητά και ακίνητα αντίστοιχα. Ουσιαστικά ο αγοραστής στερείται προστασίας. Εάν για παράδειγμα διαπιστωθεί ουσιώδες ελάττωμα σε κινητό, σε ένα όχημα ή σε μία ηλεκτρική συσκευή μετά την πάροδο έξι μηνών από την παράδοση στον αγοραστή, αυτός μένει απροστάτευτος. Και στα ακίνητα, όμως, η περίοδος της διετίας για την παραγραφή των δικαιωμάτων του κατά την ισχύουσα νομοθεσία, δεν είναι επαρκής. Σε ορισμένες περιπτώσεις δεν είναι υπερβολή να μιλήσουμε για ασφυκτική προθεσμία για τον αγοραστή. Σε πολλές περιπτώσεις πολλά ελαττώματα ακινήτων και ιδίως τα λεγόμενα κρυφά ελαττώματα σε εσωτερικές εγκαταστάσεις ή στη θεμελίωση δεν διαπιστώνονται εντός της διετίας.
Τώρα η προθεσμία των έξι μηνών για τα κινητά μετατρέπεται σε δύο έτη και των δύο ετών για τα ακίνητα μετατρέπεται σε πέντε έτη. Εκτιμούμε ότι έτσι παρέχεται ικανοποιητική προστασία στον καλόπιστο αγοραστή που διαπιστώνει το ελάττωμα με κάποια χρονική καθυστέρηση. Προς περαιτέρω ενίσχυση του αγοραστή τίθεται και τεκμήριο ότι τα ελαττώματα που διαπιστώθηκαν εντός έξι μηνών υπήρχαν και κατά το χρόνο της παράδοσης.
Με το παρόν σχέδιο νόμου επιχειρείται και τροποποίηση του γενικού δικαίου των ρητρών απαλλαγής από ευθύνη. Οι μεγάλες επιχειρήσεις παραγωγής και διάθεσης αγαθών και υπηρεσιών είχαν υπό το ισχύον δίκαιο τη δυνατότητα και επέβαλαν στους καταναλωτές πολλές φορές απαράδεκτες ρήτρες, με τις οποίες απαλλάσσονταν από την ευθύνη τους σε περιπτώσεις παραβίασης των συμφωνηθέντων. Πρόκειται για τους περίφημους γενικούς όρους των συναλλαγών ή τα λεγόμενα «ψιλά γράμματα», για τα οποία ουδέποτε λαμβάνει χώρα ατομική διαπραγμάτευση μεταξύ των μερών. Εκεί διατυπώνονται ειδικές ρυθμίσεις με τις οποίες το ισχυρό μέρος, εν προκειμένω ο πωλητής δεν έχει ευθύνη εάν παραβιάσει τους όρους της συμφωνίας από ελαφρά του αμέλεια.
Τώρα κάθε απαλλακτική ρήτρα που δεν απετέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης, αλλά επιβλήθηκε από το ισχυρότερο μέρος με προδιατυπωμένο όρο αυτής της μορφής, θα είναι ανίσχυρη. Επίσης αποκλείεται κάθε ρήτρα με την οποία συμφωνείται απαλλαγή από την ευθύνη σε περίπτωση προσβολής της προσωπικότητας και ιδίως της υγείας, της τιμής και της ελευθερίας. Σε κανέναν καταναλωτή δεν θα τίθεται πλέον το δίλημμα «ή θα με απαλλάξεις από την ευθύνη σε περίπτωση που από αμέλειά μου υποστείς κάποια σωματική βλάβη λόγω ελαττώματος ή διαφορετικά δεν σου πουλώ το αυτοκίνητο ή την οποιαδήποτε άλλη συσκευή, ή δεν σε μεταφέρω με το μεταφορικό μέσο ή δεν σου κτίζω το σπίτι». Δεν θα τίθεται ούτε το δίλημμα «ή θα με απαλλάξεις από την ευθύνη σε περίπτωση που από αμέλεια αποκαλύψω σε τρίτους στοιχεία για την ιδιωτική σου ζωή ή για την υγεία σου ή διαφορετικά δεν σε ασφαλίζω, δεν σου δίνω δάνειο, δεν σε προσλαμβάνω».
Μάλιστα για να μην καταστρατηγηθούν οι νέες ρυθμίσεις ορίζεται ότι αυτός που οφείλει το σχετικό πράγμα ή την υπηρεσία θα ευθύνεται πάντοτε για δόλο ή για βαριά αμέλεια και των βοηθών του μη επιτρεπόμενης απαλλακτικής ρήτρας. Για παράδειγμα δεν θα μπορεί ο εισαγωγέας να αντιτάξει στον καταναλωτή ότι δεν ευθύνεται, αλλά ευθύνεται ο μεταφορέας ή το αλλοδαπό πλοίο ή ο αφερέγγυος οδηγός. Η αντίθετη ρύθμιση του ισχύοντος δικαίου είναι επαχθής και ξεπερασμένη πλέον στη σύγχρονη οικονομία, όπου οι οφειλέτες και ιδίως οι μεγάλες επιχειρήσεις εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους με τους λεγόμενους βοηθούς των.
Τέλος, με το νομοσχέδιο ορίζεται ότι οι διατάξεις του ελληνικού δικαίου, που διέπουν την πώληση καταναλωτικών αγαθών, είναι αναγκαστικού δικαίου κατά την έκταση που παρέχουν ευρύτερη προστασία στον καταναλωτή. Έτσι δεν θα μπορεί πλέον το ισχυρό μέρος να αποφεύγει την ευθύνη που του τάσσει το ελληνικό δίκαιο, ορίζοντας ως εφαρμοστέο δίκαιο κάποιο αλλοδαπό ή συχνά εξωτικό δίκαιο. Αυτά όσον αφορά το πρώτο κεφάλαιο του παρόντος νομοσχεδίου.
Με το δεύτερο κεφάλαιο του σχεδίου νόμου προτείνονται ορισμένες βελτιώσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως ήδη ακούσαμε από τους εισηγητές και κυρίως στο σύστημα της επιτάχυνσης της τακτικής διαδικασίας ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων, των πολυμελών πρωτοδικείων, το οποίο καθιερώθηκε με το ν. 2915/2001.
‘Ακουσα διάφορες παρατηρήσεις από διάφορους συναδέλφους που πήραν νωρίτερα το λόγο σε σχέση με αυτό το κεφάλαιο και μάλιστα άκουσα που είπαν ότι δεν θα ψηφίσουν αυτό το κεφάλαιο. Είναι αλήθεια ότι έχω μπερδευτεί λίγο με την επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε, ακούστηκαν εντελώς διαφορετικές απόψεις και ασκήθηκε κριτική γι’ αυτό το κεφάλαιο.
Τι επιδιώκουμε με τις ρυθμίσεις αυτές; Επιδιώκουμε την απλοποίηση μιας σειράς προθεσμιών που προέβλεπε ο 2915 για να δώσουμε τη δυνατότητα στην πράξη καλύτερης απόδοσης αυτού του νέου συστήματος, κύριε Μάνο, και γι’ αυτό κάνουμε αυτές τις απλοποιήσεις.
Δεν είναι δε τραγικό, για να το πω απλά, όταν διαπιστώνει κανείς ότι πρέπει να τροποποιηθεί ένα νομοθέτημα που πολύ ορθά, όπως ο ν. 2915, έχει ως στόχο την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης και προβλέπει μία σειρά από προθεσμίες για την κατάθεση των προτάσεων, την αντίκρουση κλπ., είναι καλό να τροποποιηθεί για να απλοποιηθούν ακόμα περισσότερο και να αρθούν και οι όποιες επιφυλάξεις, ακόμα και φοβίες που έχουν οι δικηγόροι, όχι για άλλο λόγο αλλά γιατί ο ν. 2915 αλλάζει άρδην ένα σύστημα που εφαρμοζόταν στη χώρα μας επί εκατόν εξήντα και περισσότερα χρόνια.
Το σύστημα της προδικασίας ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου είναι από την εποχή του Μάουερ, αν δεν με απατάει η μνήμη, αλλά είναι αλήθεια ότι οδηγούσε σε καθυστερήσεις της απονομής της δικαιοσύνης και οκτώ και εννέα και δέκα και περισσότερα χρόνια πολλές φορές σε μια απλή αστική υπόθεση.
Γι’ αυτό λοιπόν ήρθε ο ν. 2915 για να επιταχύνει την απονομή της δικαιοσύνης και η βασική φιλοσοφία του νέου συστήματος είναι η αξιοποίηση του χρόνου πριν από τη δικάσιμο, δηλαδή η έγκυρη συγκέντρωση, όλων των ισχυρισμών των διαδίκων και όλου του αποδεικτικού υλικού, έτσι ώστε η εκδίκαση της υπόθεσης να γίνεται σε μία και μοναδική συζήτηση.
Αλλά επαναλαμβάνω επειδή διαπιστώνεται ότι το σύστημα των διαφόρων προθεσμιών, ίσως ήταν υπερβολικά περίπλοκο και επειδή άκουσα με πολλή προσοχή τις επισημάνσεις του δικηγορικού κόσμου και πήρα επίσης τις απόψεις και του δικαστικού κόσμου προχωρούμε τώρα σ’ αυτήν την απλοποίηση των προθεσμιών. Αυτό δεν είναι αρνητικό και δεν αποτελεί λόγο για να πει κανείς ότι δεν ψηφίζει το δεύτερο κεφάλαιο αφού έρχεται να βελτιώσει, να διευκολύνει στην πράξη την εφαρμογή του νέου συστήματος που απ’ ότι αντιλαμβάνομαι όλους μας βρίσκει σύμφωνους για την επιτάχυνση των διαδικασιών ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου. Μάλιστα για τη μορφοποίηση των προτεινόμενων τροποποιήσεων που συμπεριλαμβάνουμε στο παρόν νομοσχέδιο, έλαβε ένας εξαντλητικός διάλογος με τους δικηγορικούς συλλόγους και όπως είπα αξιοποιήσαμε και πολλές παρατηρήσεις από το δικαστικό χώρο.
Θα έλεγα ότι με χαρά παρουσιάζω σήμερα αυτό το σχέδιο απλοποιήσεων και βελτιώσεων που χαίρουν της ευρύτατης συναίνεσης του νομικού κόσμου. Όταν δεν υπάρχει συναίνεση στη χώρα, τότε ασκείται κριτική -είτε με «αι» είτε με «ε»- προς την Κυβέρνηση και λέγεται ότι κακώς δεν υπάρχει συναίνεση. Όταν μετά από συναινετική διαδικασία και ένα εξαντλητικό διάλογο καταλήγουμε να λέμε ότι συμφωνούμε να είναι αυτές οι βελτιώσεις, τότε με έκπληξη ακούω να ασκείται και πάλι κριτική γιατί έρχονται αυτές οι απλοποιήσεις και οι βελτιώσεις. Τυγχάνουν όπως είπα ευρύτατης συναίνεσης και όλοι συμφωνούν ότι πράγματι μ’ αυτές τις απλοποιήσεις βελτιώνεται ακόμα περισσότερο η λειτουργία και αναμένουμε καλύτερη απόδοση του νέου συστήματος που προέβλεψε ο ν. 2915.
Δεν είναι επίσης αλήθεια αυτό που ακούστηκε ότι με το νέο σύστημα ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου, το είπατε εσείς, κύριε Σκυλλάκο, θα υπάρχει μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση για τους φτωχούς που προσφεύγουν στη δικαιοσύνη. Αντίθετα, το παλιό σύστημα ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου εσήμαινε μεγαλύτερη επιβάρυνση, γιατί κάθε τόσο χρειαζόταν η εξέταση μαρτύρων και ο δικηγόρος κάθε τόσο θα απαιτούσε για τη συνέχιση των διαδικασιών επιπρόσθετες αμοιβές κλπ. ενώ η εκδίκαση ενώπιον μιας διαδικασίας με το νέο σύστημα της όποιας υπόθεσης σημαίνει λιγότερη οικονομική επιβάρυνση. Όντως είναι «φιλολαϊκό» το σύστημα που προβλέπει ο 2915 και που θέλουμε να εφαρμοστεί το νέο δικαστικό έτος.
Επίσης, σε ό,τι αφορά τις άλλες προϋποθέσεις, όπως ενίσχυση της στελέχωσης της γραμματείας, της εξασφάλισης των απαραίτητων αιθουσών και του εξοπλισμού με το νέο σύστημα μαγνητοφώνησης και απομαγνητοφώνησης των πρακτικών πρέπει να σας πω ότι έχουν προσληφθεί εδώ και μερικούς μήνες εξακόσιοι εβδομήντα δικαστικοί υπάλληλοι αυξημένων προσόντων, με πτυχίο πανεπιστημίου, με γνώσεις νέων τεχνολογιών και οι οποίοι επαναλαμβάνω έχουν στελεχώσει τις γραμματείες των δικαστηρίων.
Δεν θυμάμαι να υπήρξε άλλη φορά, σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα τόσο σημαντική, αριθμητικά και ποιοτικά, ενίσχυση της γραμματείας των δικαστηρίων.
Δεύτερον, ξαναθυμίζω ότι ήδη από τον περασμένο Δεκέμβριο είχαμε εξασφαλίσει όλες τις απαραίτητες τεχνικές προϋποθέσεις με τον εξοπλισμό ενενήντα δύο αιθουσών στα πρωτοδικεία και με τον εξοπλισμό για τη μαγνητοφώνηση και απομαγνητοφώνηση των πρακτικών. Δεν λείπει λοιπόν τίποτε προκειμένου να λειτουργήσει το σύστημα αυτό.
Μάλιστα, χαίρομαι που οι δικηγόροι αποφάσισαν, μετά από αυτές τις συζητήσεις και τη συναίνεση που εξασφαλίσαμε, να σταματήσουν και την αποχή τους –το ξέρετε ότι έχουν αποφασίσει και το έχουν ανακοινώσει εδώ και αρκετές εβδομάδες- έτσι ώστε το νέο δικαστικό έτος να ξεκινήσει χωρίς προβλήματα.
Επίσης, σε ό,τι αφορά την εξωδικαστική επίλυση της διαφοράς, μας συμβουλεύσατε, κύριε Σκυλλάκο, να καταργηθεί. Μα, είναι ένα πολύ θετικό μέτρο αυτό που έχουμε θεσμοθετήσει και στη χώρα μας για την εξωδικαστική επίλυση της διαφοράς. Το αν εφαρμόζεται ή δεν εφαρμόζεται στο βαθμό που όλοι θα επιθυμούσαμε, αυτό δεν εξαρτάται από καμιά κυβέρνηση και από κανέναν Υπουργό Δικαιοσύνης. Θα πρέπει οι ίδιοι οι διάδικοι και οι ίδιοι οι πολίτες, αλλά ιδίως οι δικηγόροι, να βοηθήσουν να συνηθίσουν το νέο σύστημα και να το αξιοποιήσουν.
Αλίμονο όμως αν εγώ αποδεχόμουν την εισήγησή σας να καταργήσουμε αυτόν το νέο θεσμό. Τότε θα έπαιρνα μια αρνητική απόφαση και όχι θετική. Είναι λοιπόν διαφορετικό το θέμα του ότι θα πρέπει να αξιοποιηθεί περισσότερο ο θεσμός –και αυτό είναι θέμα ωρίμανσης και της ίδιας της κοινωνίας και των συνηθειών, αν θέλετε, από πλευράς διαδίκων- και διαφορετικό το θέμα το ότι επειδή δεν εφαρμόζεται στην έκταση που θα έπρεπε να εφαρμοστεί, να καταργήσουμε πάλι αυτόν το θεσμό.
Σε ό,τι αφορά την παρατήρησή σας που αφορά το γιατί το 40% των εσόδων, των αμοιβών από τις διαιτησίες, να χρησιμοποιούνται και για τους σκοπούς λειτουργίας των δικαστηρίων, θα σας πω ότι εμείς αποδεχτήκαμε την εισήγηση των ενώσεων των δικαστικών λειτουργών.
Αυτή η διάταξη που ρυθμίζει το πώς θα κατανέμεται το 40% των εσόδων από τις διαιτησίες, είναι διάταξη που εν πολλοίς μας εισηγήθηκαν οι ίδιες οι ενώσεις των δικαστικών λειτουργών και την αποδέχτηκα ασμένως, γιατί εκτιμώ ότι πρόκειται για μία πολύ λογική και πολύ σωστή, από την πλευρά τους, πρόταση που βοηθά και τους αναξιοπαθούντες συναδέλφους τους, αλλά δίνει και τη δυνατότητα να βελτιώσουν –αφού λέει με απόφαση της ολομέλειας του δικαστηρίου- λειτουργίες που αυτοί γνωρίζουν καλύτερα και από μας και από σας.
Εάν είχαν εισηγηθεί κάτι άλλο, θα ακολουθούσα εκείνον το δρόμο. Αλλά σ’ αυτήν την περίπτωση, δεν καταλαβαίνω γιατί να απορρίψω την εισήγησή τους όταν οι ίδιοι θεωρούν ότι αυτό τους εξυπηρετεί καλύτερα. Επομένως, δεν είναι πρωτοβουλία της Κυβέρνησης προκειμένου να κάνουμε οικονομία. Δόξα τω Θεώ, τα κονδύλια που χρειάζονται για να καλυφθούν όλες η υψηλής ποιότητας λειτουργίες της δικαιοσύνης εξασφαλίζονται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης και από το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.. Αλλά επαναλαμβάνω ότι είναι δική τους η πρόταση.
Επίσης θα ήθελα να κάνω δύο παρατηρήσεις σε ό,τι αφορά τις επισημάνσεις από την πλευρά του κ. Κουβέλη. Κύριε Κουβέλη, με τη σχετική διάταξη προβαίνουμε στη μείωση των ποσών που απαιτούνται για την πρόκριση των αναιρέσεων. Προβαίνουμε σε μείωση από 1467 ευρώ σε 800 ευρώ, δηλαδή μειώνουμε το ανώτατο όριο του παραβόλου που πρέπει να καταβληθεί για να συζητηθεί η αίτηση αναιρέσεως. Επομένως διευκολύνουμε ακόμη περισσότερο την προσφυγή
Επίσης, με την ευκαιρία αυτή, θα ήθελα θυμίσω στο Σώμα ότι στην Ελλάδα το κόστος προσφυγής στη δικαιοσύνη –εννοώ το οικονομικό κόστος- είναι το μικρότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρώπης και από οποιαδήποτε άλλη ανεπτυγμένη χώρα και εκτός Ευρώπης. Ευτυχώς έχουμε το μικρότερο κόστος προσφυγής στη δικαιοσύνη. Δηλαδή, η πρόσβαση για τον κάθε πολίτη είναι άνετη και από αυτήν την πλευρά.
Τέλος, με τις διατάξεις του σχετικού νομοσχεδίου, όπως θα δείτε, επεκτείνουμε την απαγόρευση για τις πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης τη νύχτα, τις Κυριακές και τις κατά νόμου εξαιρετέες ημέρες και στις ημέρες του Σαββάτου.
Κλείνοντας την ομιλία μου, κυρία και κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι πέρα από τις νομοθετικές πρωτοβουλίες, και στο πλαίσιο της προσπάθειάς μας για ταχύτερη αλλά και ποιοτικά αναβαθμισμένη απονομή της δικαιοσύνης, προχωράμε από το νέο δικαστικό έτος, δηλαδή από τις 16.9.2002, στην κατάργηση των απογευματινών συνεδριάσεων του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Πρόκειται για το δεύτερο μεγάλο βήμα που γίνεται στο πλαίσιο της αναβάθμισης της λειτουργίας του Πρωτοδικείου Αθηνών μετά τη μεταφορά των υπηρεσιών του το Δεκέμβριο του 1995 από το κτίριο στο οποίο βρισκόταν τότε στην Ομόνοια, στην τέως Σχολή Ευελπίδων.
Μου είχαν πει ότι ήταν αδύνατο να λειτουργήσουν πρωί τα πολυμελή πρωτοδικεία. Με το νέο σύστημα του ν. 2915 πιθανόν να υπήρχε κίνδυνος να διαρκούν και τις μεταμεσονύχτιες ώρες οι σχετικές διαδικασίες. Ωστόσο, δουλέψαμε συγκεκριμένα και διαπίστωσα ότι τελικά υπήρχε στην πράξη δυνατότητα.
Προχωρήσαμε, λοιπόν, σε αυτό το βήμα με τη διαμόρφωση πέντε αιθουσών στα κτίρια της τέως Σχολής Ευελπίδων. Έτσι, για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, αφότου δηλαδή ξεκίνησε να λειτουργεί το πολυμελές πρωτοδικείο στην Αθήνα, θα υπάρχουν και εκεί μόνο πρωινές συνεδριάσεις.
Αυτό πάνω από όλα σημαίνει ότι με τη λύση αυτή εξυπηρετούνται όλοι οι παράγοντες της δίκης. Εξυπηρετούνται οι διάδικοι και οι δικαστές. Βελτιώνονται οι συνθήκες εργασίας και για τους υπαλλήλους και για τους δικηγόρους. Έτσι, οι δικαστές θα διεκπεραιώνουν την εκδίκαση των υποθέσεων του πολυμελούς πρωτοδικείου τις πρωινές ώρες και θα απαλλάσσονται από τις απογευματινές συνεδριάσεις, που ορισμένες φορές τους κρατούσαν καθηλωμένους στην έδρα μέχρι τα μεσάνυχτα. Από την πλευρά τους οι διάδικοι και οι δικηγόροι εξυπηρετούνται καλύτερα με τις πρωινές συνεδριάσεις, κατά τις οποίες θα έχουν περισσότερο χρόνο στη διάθεσή τους, για να υποστηρίξουν καλύτερα τις υποθέσεις τους. Οι δικηγόροι θα έχουν, βέβαια, περισσότερο χρόνο στη διάθεσή τους τις απογευματινές ώρες, για να οργανώσουν καλύτερα τη λειτουργία των γραφείων τους. Και βέβαια, όπως είπα, και οι δικαστικοί υπάλληλοι δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένοι να απασχολούνται τα απογεύματα για την κάλυψη των συνεδριάσεων.
Παράλληλα, προχωρήσαμε στην κάλυψη όλων των κενών οργανικών θέσεων. Όλα τα οργανικά κενά καλύπτονται. Ίσως είναι η πρώτη φορά, αλλά πράγματι καλύπτονται στο σύνολό τους τα οργανικά κενά των δικαστών που υπάρχουν στο Πρωτοδικείο Αθηνών. Σημειωτέον ότι οι οργανικές θέσεις των δικαστών στο Πρωτοδικείο Αθηνών σήμερα ανέρχονται στις τετρακόσιες δύο και υπηρετούν τριακόσιοι εβδομήντα οκτώ πρόεδροι πρωτοδικών, πρωτοδίκες και πάρεδροι. Από τις 16-9-2002 θα είναι καλυμμένα όλα τα οργανικά κενά. Επειδή στις 31-7-2002, δηλαδή αύριο, αποφοιτούν από την Εθνική Σχολή Δικαστών εκατόν πενήντα ένας νέοι δικαστές, θα καλύψουμε και τις κενές οργανικές θέσεις και των άλλων δικαστηρίων της χώρας.
Τέλος, θα ήθελα να σας θυμίσω ότι στο Πρωτοδικείο Αθηνών επιλύσαμε και ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα που χρόνιζε: το πρόβλημα της συσσώρευσης των μη καθαρογραφεισών αποφάσεων. Σαράντα έξι χιλιάδες αποφάσεις παρελθόντων ετών λίμναζαν σε ό,τι αφορά την καθαρογραφή. Από την 1-3-2002 με εκατόν τριάντα πέντε δικαστικούς υπαλλήλους, που εργάστηκαν συστηματικά υπερωριακώς, πετύχαμε ώστε να καθαρογραφούν. Βέβαια, για να μην ξαναπαρουσιαστεί το πρόβλημα, έχουμε εξοπλίσει με ηλεκτρονικούς υπολογιστές το Τμήμα Καθαρογραφής, για να γίνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα η καθαρογραφή όλων των αποφάσεων.
Με όλες αυτές τις πρωτοβουλίες και με τα μέτρα που ελήφθησαν, με την εφαρμογή του νέου συστήματος ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου και με την απλοποίηση των προθεσμιών που προβλέπει το παρόν νομοσχέδιο, με την κάλυψη όλων των αναγκών σε δικαστές, καθώς και με την εξασφάλιση των απαραίτητων τεχνικών μέσων για τη μαγνητοφώνηση και απομαγνητοφώνηση των πρακτικών, εκτιμώ, κύριοι συνάδελφοι, ότι το νέο δικαστικό έτος θα ξεκινήσει με καλύτερες προϋποθέσεις απ’ ό,τι στο παρελθόν και πάνω απ’ όλα ότι θα έχουμε κάνει ένα ουσιαστικό βήμα στην κατεύθυνση της επιτάχυνσης της απονομής δικαιοσύνης στην αστική δίκη.
Για την ποινική δίκη έχω ήδη παραλάβει το πόρισμα επιτροπής, που έχει επεξεργαστεί επί τέσσερις μήνες απόψεις και έχει καταλήξει σε μια συνολική πρόταση προς εμάς. Θα έχουμε την ευκαιρία το φθινόπωρο να συζητήσουμε εδώ νομοσχέδιο που θα επιδιώκει πράγματι την ουσιαστική επιτάχυνση και στην ποινική διαδικασία.
Σας ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Ορίστε, κύριε Παυλόπουλε, έχετε το λόγο.
ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Νέα Δημοκρατία ψηφίζει επί της αρχής το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου. Με τη διαφορά ότι η θετική της ψήφος έχει δύο, διαφορετικές, όψεις:
Η πρώτη αφορά τα άρθρα 1-4, τα οποία σχετίζονται με την τροποποίηση του Αστικού Κώδικα. Και εκεί η υπερψήφιση της αρχής του σχεδίου νόμου είναι για τη Νέα Δημοκρατία ανεπιφύλακτη. Με την έννοια ότι οι διατάξεις αυτές συνιστούν πραγματική πρόοδο σε ό,τι αφορά το ενοχικό δίκαιο, γενικό και ειδικό, και βεβαίως, το δίκαιο της πώλησης.
Αντιθέτως, το «ναι» της Νέας Δημοκρατίας σε ό,τι αφορά τα υπόλοιπα άρθρα, δηλαδή τα άρθρα 5 έως 13 του υπό συζήτηση σχεδίου νόμου, τελεί υπό την επιφύλαξη ότι εκφράζεται αποκλειστικώς και μόνον επειδή δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Επειδή πρέπει να διορθωθούν ημαρτημένα σε σχέση με τις προχειρότητες οι οποίες διακρίνουν όλο το θεσμικό πλαίσιο του ν. 2915/2001. Ενός νόμου πρόχειρου και βιαστικού, όπως θα δούμε στη συνέχεια, που από τη στιγμή κατά την οποία ψηφίστηκε, χρειάστηκε περισσότερες διορθώσεις απ’ όσες ρυθμίσεις επέφερε αρχικά. Με αυτήν την έννοια, λοιπόν, λέμε «ναι».
Επιτρέψτε μου συνοπτικά, όσο μου επιτρέπει ο χρόνος, να αναλύσω τις δύο αυτές όψεις του σχεδίου νόμου. Και ξεκινάω από την πρώτη, ήτοι από το κομμάτι που αφορά τα άρθρα 1 έως 4. Τα άρθρα 1 έως 4 του υπό συζήτηση σχεδίου νόμου αφορούν τροποποίηση διατάξεων του γενικού και ειδικού μέρους του ενοχικού δικαίου του Αστικού Κώδικα. Ειδικότερα αφορούν τροποποίηση των άρθρων 332 επόμενα του γενικού μέρους και ορισμένες διατάξεις του ειδικού μέρους του Αστικού Κώδικα σε ό,τι αφορά το δίκαιο της πώλησης και συγκεκριμένα των άρθρων 534 έως 537 και 540 έως 561.
Οι διατάξεις αυτές, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έρχονται στη Βουλή για να υπάρξει βεβαίως προσαρμογή του εσωτερικού μας δικαίου στις διατάξεις του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου, όπως οι διατάξεις αυτές αποτυπώνονται στην οδηγία 1999/44 της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και έρχονται με αρκετή –είναι η αλήθεια- καθυστέρηση. Πρέπει όμως να πω πως σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη ρύθμιση, όπως αυτή αποτυπώνεται στο σχέδιο νόμου, η εργασία η οποία έγινε από την επιτροπή –και πρέπει να αποδοθούν εύσημα στην Επιτροπή αυτή- υπήρξε πραγματικά εξαιρετική.
Πρέπει δε να τονίσω και κάτι άλλο: το γεγονός ότι υπήρξε πολύ σωστή η επιλογή το να ενσωματωθούν αυτές οι διατάξεις στον Αστικό Κώδικα, να επέλθει δηλαδή τροποποίηση του Αστικού Κώδικα. Και όχι να συμβεί αυτό που συνέβη με το ν. 2251/1994, κύριε Υπουργέ, όταν σε πολύ συγκεκριμένες διατάξεις που αφορούν την προστασία του καταναλωτή επελέγη η διαδικασία του να υπάρξει χωριστός νόμος, ο οποίος όμως τροποποιεί σε πολλά σημεία τον Αστικό Κώδικα. Με αποτέλεσμα να διασπάται η ενότητα ενός τόσο σημαντικού κειμένου όπως είναι ο Αστικός Κώδικας.
Και εδώ επιτρέψτε μου να πω, σε ό,τι αφορά την τροποποίηση του Αστικού Κώδικα, ποιο είναι το πνεύμα το οποίο διέπει την τροποποίηση αυτή. Γιατί πρέπει να τονίσω ότι, ύστερα από τις διατάξεις του οικογενειακού δικαίου, κατά την εκτίμησή μου, οι τροποποιήσεις που επέρχονται στον Αστικό Κώδικα με τις διατάξεις του υπό συζήτηση σχεδίου νόμου είναι οι σημαντικότερες τροποποιήσεις που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στο χώρο του Αστικού Κώδικα. Και ίσως στο σύνολο του χώρου του αστικού δικαίου. Μπορεί να μην το αντιλαμβανόμαστε αυτήν τη στιγμή στο Τμήμα Διακοπής Εργασιών της Βουλής –καλοκαίρι- αλλά πρέπει να σας πω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι οι τροποποιήσεις που επέρχονται έχουν τεράστια σημασία σε όλη τη φιλοσοφία του αστικού δικαίου.
Και εξηγούμαι. Έως σήμερα στο δίκαιο της πώλησης, το οποίο είναι ένα δίκαιο από τα σημαντικότερα -ίσως το πιο σημαντικό- σε ό,τι αφορά το ενοχικό μας δίκαιο, η φιλοσοφία για την ευθύνη του πωλητή έναντι του αγοραστή ήταν η ακόλουθη. Η ευθύνη αυτή ήταν εγγυητική. Ήταν δηλαδή ευθύνη σχετικά μειωμένη, που περίπου αποτυπώνεται στην περίφημη ρωμαϊκή ρήση «ας πρόσεχε ο αγοραστής έναντι εκείνων τα οποία του παρέχει ο πωλητής».
Και αυτό γιατί; Για ποιο λόγο ο νομοθέτης του Αστικού Κώδικα, στις αρχές τις δεκαετίας του ΄40, επέλεξε αυτήν ακριβώς τη ρύθμιση; Ήταν δύο οι λόγοι. Ήταν η μορφή των κοινωνικών σχέσεων της εποχής εκείνης. Κοινωνικές σχέσεις αραιές, θα έλεγε κανείς, κοινωνικές σχέσεις μέσα από τις οποίες καθένας μπορούσε να υπάρξει χωρίς πολλές συναλλαγές με τον πλησίον. Ο Αστικός Κώδικας και οι σχετικές ρυθμίσεις την εποχή εκείνη εξέφραζαν την ατομικότητα των ανθρώπων. Και επειδή δεν υπήρχαν πάρα πολλές κοινωνικές σχέσεις, καθένας έπρεπε να προσέχει και να προφυλάσσει τον εαυτό του στις συναλλαγές, ανεξαρτήτως του ποια ήταν η δύναμη εκείνου με τον οποίο συναλλασσόταν. Πέραν δε τούτου δεν υπήρχε την εποχή εκείνη τόσο σημαντική διαφορά στις κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Γιατί δεν υπήρχε και η τεράστια διαφορά ισχύος –ιδίως οικονομικής ισχύος- που υπάρχει σήμερα. Αυτή είναι η μία πλευρά.
Αλλά δεν είναι μόνον η φύση, η πυκνότητα δηλαδή των κοινωνικών σχέσεων και η διαφορά μεταξύ των κοινωνικών σχέσεων σε ό,τι αφορά τη σχέση μεταξύ αγοραστή και πωλητή, ήταν και η φύση των πραγμάτων. Τα πράγματα την εποχή εκείνη, όπως κατασκευάζονταν -είτε κατασκευάζονταν από τη βιομηχανία, είτε από τη βιοτεχνία- δεν περιείχαν την τεχνογνωσία την οποία περιέχουν σήμερα. Το πράγμα την εποχή εκείνη μπορούσες να το διαγνώσεις ακόμα και με την απλή οπτική επαφή και μπορούσες, ως μέσος κοινωνικός άνθρωπος, να καταλάβεις, ή έπρεπε να καταλαβαίνεις τα ελαττώματα που παρουσιάζει.
Σήμερα τα ζητήματα είναι πολύ διαφορετικά. Η τεχνολογία έχει φθάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε ο μέσος κοινωνικός άνθρωπος, ο οποίος είναι ο δείκτης με βάση τον οποίο προχωράμε στις σχετικές ρυθμίσεις, είναι αδιανόητο να γνωρίζει με ακρίβεια το ποια είναι τα πραγματικά ελαττώματα, ποια η έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων, τις οποίες παρουσιάζει ένα συγκεκριμένο πράγμα.
Άρα λοιπόν βλέπουμε ότι υπάρχει τεράστια διαφορά σε σχέση με το παρελθόν, και σε ό,τι αφορά τη φύση των κοινωνικών σχέσεων και σε ό,τι αφορά τη φύση των πραγμάτων, που επιβάλλει την υπέρβαση του απλού εγγυητικού ρόλου του πωλητή. Επιβάλλει δηλαδή την ενίσχυση της ευθύνης του πωλητή και αντιστοίχως τη μεγαλύτερη προστασία του αγοραστή.
Κατά τούτο λοιπόν αυτό το νομοσχέδιο έρχεται να ενισχύσει, σε πολύ γενικές γραμμές, στο σύνολο πια του αστικού δικαίου και όχι μόνο στο συγκεκριμένο κομμάτι του ενοχικού δικαίου που αφορά την πώληση, την καλή πίστη στις συνομολογίες. Αφορά δηλαδή τι; Την ενίσχυση αυτού που θα λέγαμε του ηθικού ρυθμού στις συναλλαγές, την ενίσχυση γενικών ρητρών, όπως είναι η καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Μέσα από την άνοδο τέτοιων ρητρών πλέον προστατεύεται περισσότερο ο αγοραστής έναντι του πωλητή ο οποίος βρίσκεται κατά τεκμήριο, σε θέση ισχύος. Με απλές λέξεις -γι’ αυτό μίλησα για τεράστια σημασία του νομοσχεδίου αυτού από πλευράς επιπτώσεων στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου- αυτό το νομοσχέδιο έρχεται να ενισχύσει περισσότερο απ’ ότι φαντάζεται κανείς γενικές ρήτρες του ιδιωτικού δικαίου οι οποίες πλέον αφορούν την προστασία των συναλλαγών.
Εδώ πρέπει να σας πω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου προσαρμόζεται στις διατάξεις του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου. Πράγματι είναι η οδηγία, όπως είπα πριν, 1999, η οποία αποτυπώνεται πλέον στο χώρο του εσωτερικού μας δικαίου. Αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Και εδώ, κύριε Υπουργέ, πρέπει να τονίσω ότι στην εισηγητική έκθεση ίσως θα έπρεπε να υπάρχει και μια άλλη αναφορά. Ενδεχομένως δεν πέρασε από την επιτροπή και δεν το σκέφτηκε γιατί η σχετική δουλειά είχε ξεκινήσει και πριν την αναθεώρηση του Συντάγματος. Όμως οι σχετικές πλέον ρυθμίσεις είναι απόρροια και εφαρμογή συγκεκριμένων διατάξεων του Συντάγματος, όπως αυτές που προέκυψαν μετά την αναθεώρηση, ιδίως σε ένα πολύ σημαντικό άρθρο –το κατ’ εμέ κατά την αναθεώρηση σημαντικότερο άρθρο- το άρθρο 25. Αυτό το νομοσχέδιο από δω και πέρα από τα δικαστήρια και την επιστήμη πρέπει να ερμηνευθεί και υπό το φως του άρθρου 25. Θα έλεγα δε ότι η Sedes materiae της όλης νομικής ερμηνείας πλέον είναι το άρθρο 25 του Συντάγματος. Και το λέω αυτό, γιατί το άρθρο 25 έρχεται τώρα να ρυθμίσει τρία διαφορετικά πράγματα τα οποία έχουν άμεση σχέση με το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου.
Πρώτα-πρώτα καθιερώνει το κοινωνικό κράτος δικαίου και την έννοια της κοινωνικής ευαισθησίας την οποία αποτυπώνει αυτό που έλεγα πριν, το γεγονός δηλαδή ότι έχουμε ενίσχυση σημαντικών ρητρών οι οποίες αφορούν τον ηθικό ρυθμό στις συναλλαγές.
Δεύτερον, το άρθρο 25 αποδίδει την ανάγκη ύπαρξης της κοινωνικής αλληλεγγύης. Η κοινωνική αλληλεγγύη είναι χρέος όλων πλέον. Και στο πλαίσιο της κοινωνικής αλληλεγγύης εντάσσεται και η αυξημένη ευθύνη του πωλητή έναντι του αγοραστή.
Και τέλος –και το σημαντικότερο- το άρθρο 25 του Συντάγματος κατοχυρώνει συνταγματικά και καθιερώνει την τριτενέργεια των δικαιωμάτων, όπου ακριβώς η τριτενέργεια αυτών των δικαιωμάτων προσιδιάζει στη φύση τους. Όπου δηλαδή η φύση των σχέσεων είναι σχετικώς όμοια με την αντίστοιχη του δημοσίου δικαίου. Και αυτή η τριτενέργεια αναβιβάζει κατά κάποιον τρόπο πλέον ιδιωτικού δικαίου δικαιώματα στην τάξη των δημοσίων δικαίου δικαιωμάτων. Γι’ αυτό μίλησα για την τεράστια σημασία την οποία ενέχει το άρθρο 25 του Συντάγματος στην ερμηνεία και εφαρμογή των σχετικών αυτών διατάξεων.
Εν κατακλείδι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πρέπει να πω ότι εδώ σ’ αυτό το νομοσχέδιο βλέπουμε το πόσο δύο χώροι διαφορετικοί, που τους γνωρίζαμε ως τώρα να διαφοροποιούνται και ίσως να αποκλίνουν, το δημόσιο και το ιδιωτικό πλέον δίκαιο, έρχονται να συγκλίνουν σε συγκεκριμένες στιγμές. Έτσι ώστε να θεωρείται για το μέλλον –δεν ξέρω σε ποια εποχή ίσως, αλλά μπορούμε να το προβλέψουμε- ότι θα υπάρξει σύντομα σε πολλούς τομείς του δικαίου σύμπτωση δημόσιου και ιδιωτικού δικαίου. Έτσι μάλιστα που πολλές φορές αυτή η διάκριση, με την οποία γαλουχήθηκαν γενιές και γενιές νομικών, να θεωρείται πια κάπως ξεπερασμένη.
Και αυτή η σύμπτωση έρχεται από δύο όψεις. Και από την ιδιωτικοποίηση του δημοσίου δικαίου -που την βλέπουμε συχνά σε νομοσχέδια που έρχονται εδώ- για την ιδιωτικοποίηση συγκεκριμένων δραστηριοτήτων της δημόσιας ζωής, όταν ακριβώς χρησιμοποιούνται μέθοδοι του ιδιωτικού δικαίου για την άσκηση κρατικής δραστηριότητας και όχι μέθοδοι imperium. Και από την δημοσιοποίηση του ιδιωτικού δικαίου, μέσα από εγγυητικές ρήτρες σαν αυτές που βλέπουμε εδώ.
Έχουμε δηλαδή από δύο διαφορετικές αφετηρίες σύμπτωση στην ενότητα του δικαίου. Από τη μία πλευρά ιδιωτικοποιείται το δημόσιο, όπου αυτό επιβάλλεται, για να γίνει πιο ευέλικτη η κρατική δραστηριότητα. Και από την άλλη δημοσιοποιείται το ιδιωτικό δίκαιο, όπου αυτό είναι απαραίτητο, για να υπάρξει η προστασία των συναλλαγών σύμφωνα με τον ελεγκτικό ρυθμό που επιβάλλει το κοινωνικό κράτος δικαίου, η κοινωνική αλληλεγγύη, η τριτενέργεια των δικαιωμάτων.
Αυτήν ακριβώς την έννοια αποτυπώνει το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου. Γι’ αυτό ακριβώς, κύριε Υπουργέ, προσωπικά πιστεύω ότι θα έπρεπε να υπάρχει αντίστοιχη ρύθμιση, αντίστοιχη προσαρμογή και των γενικών ρητρών του γενικού μέρους ενοχικού δικαίου του Αστικού Κώδικα. Το λέει στην εισηγητική έκθεση ότι έπρεπε να γίνει αυτό με συγκεκριμένες ρήτρες πλέον, Τα άρθρα 200, 281 και 288 του Αστικού Κώδικα πρέπει να αλλάξουν μετά τις σχετικές διατάξεις. Από τη στιγμή που θα ψηφίσουμε αυτό το νομοσχέδιο, με εκείνα που θέλει και η κοινοτική οδηγία και το άρθρο 25, πρέπει να κάνει μία υπέρβαση, μια σημαντική ερμηνευτική παρέμβαση πλέον ο δικαστής για να προσαρμοσθούν οι γενικές ρήτρες ειδικό μέρος.
Και εδώ υπάρχει κάτι πρωθύστερο. Μέχρι τώρα προηγούνταν οι γενικές ρήτρες και ερχόταν μετά το ειδικότερο μέρος, για να μπορέσει να αποτυπώσει εκείνα που ήθελαν οι γενικές ρήτρες σε ειδικότερο επίπεδο. Τώρα, εξαιτίας ακριβώς αυτού του πρωθύστερου, το ειδικό μέρος είναι αυτό που αναγκάζει τον ερμηνευτή να προσαρμόσει στο δίκαιο του ειδικού αυτού μέρους και τις γενικές ρήτρες.
Αν, όπως σας εξηγήσω στη συνέχεια, λειτουργούσε μια Διαρκής Επιτροπή
-σε ό,τι αφορά την αναθεώρηση του Αστικού μας Κώδικα- θα μπορούσε να είχε κάνει την εργασία αυτή. Γιατί η ίδια ομολογεί ότι έπρεπε να είχε επέλθει και τροποποίηση του γενικού μέρους του ενοχικού δικαίου. Δεν τα κατάφερε όμως γιατί δεν είχε τον απαραίτητο χρόνο.
Πρέπει όμως η επιτροπή να συσταθεί αμέσως και πρέπει αυτή η επιτροπή να είναι διαρκής. Πρέπει να συγκροτήσουμε διαρκείς επιτροπές που να συνεδριάζουν όσο χρειάζεται, προκειμένου να μπορέσουν να προσαρμόζουν τα σημαντικά κωδικοποιημένα κείμενά μας. Δεν μπορεί να υπάρχουν πλέον στην εποχή μας, με τις τόσες διαρκείς αλλαγές, αποσπασματικές συνεδριάσεις τέτοιων επιτροπών.
Θα χρειασθώ τρία - τέσσερα λεπτά ακόμα, κύριε Πρόεδρε. Θα χρησιμοποιήσω δηλαδή τη δευτερολογία μου για να ολοκληρώσω, ιδιαίτερα αυτό το κομμάτι.
Αυτά τα οποία είπα, δηλαδή η ενίσχυση του ηθικού ρυθμού στις συναλλαγές, αποτυπώνονται σε τέσσερα σημεία του συγκεκριμένου σχεδίου νόμου. Ποιες είναι δηλαδή οι ρυθμίσεις που φαίνεται ότι αποδίδουν αυτόν τον ηθικό ρυθμό;
Πρώτα-πρώτα το γεγονός ότι προστίθεται στα μέσα, με τα οποία μπορεί να προστατευθεί ο αγοραστής έναντι του πωλητή ως σήμερα, και άλλο ένα μέσον. Ως σήμερα ποια μέσα είχε στην περίπτωση που είχαμε πραγματικά ελαττώματα ή έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων; Ποια μέσα είχε ο αγοραστής για να προστατευθεί έναντι του πωλητή; Είχε την υπαναχώρηση, την αναστροφή του τιμήματος, στις περιπτώσεις των ενοχών γένους την αντικατάσταση του πράγματος και την αποζημίωση, όταν τα μέσα τα οποία είπα προηγουμένως δεν επαρκούσαν.
Ποτέ δεν υπήρχε -ούτε η ερμηνεία είχε κάνει αποδεκτό- το ότι υπήρχε η δυνατότητα να αρθεί η έλλειψη του ελαττώματος, δηλαδή να διορθωθεί το ελάττωμα ή να διορθωθεί η έλλειψη της συνομολογημένης ιδιότητας. Νομικά θα μπορούσε, ενδεχομένως, ο δικαστής να οδηγηθεί εκεί ερμηνευτικά. Δεν το είπε ποτέ όμως. Και αυτό προστέθηκε. Αυτή είναι η πρώτη σημαντική αλλαγή, το ότι δηλαδή στα μέσα άμυνας τα οποία έχει ο αγοραστής έναντι του πωλητή εκτός από την υπαναχώρηση, εκτός από τη μείωση του τιμήματος, εκτός από την αντικατάσταση, εκτός από την αποζημίωση, προστίθεται και η διόρθωση ή άρση του ελαττώματος ή της έλλειψης της συνομολογημένης ιδιότητας.
Το δεύτερο σημαντικό γεγονός που επέρχεται είναι το ότι μπορεί πλέον να συντρέχουν οι αξιώσεις με την αποζημίωση. Ως σήμερα είχες ή υπαναχώρηση ή αντικατάσταση ή μείωση του τιμήματος ή αποζημίωση. Τώρα μπορεί να συντρέχουν οι τέσσερις περιπτώσεις των δικαιωμάτων που εξέθεσα προηγουμένως μαζί με την αποζημίωση. Ερμηνευτικά αυτό θα μπορούσε να βγει. Όμως δεν το είχε δεχθεί η νομολογία.
Το τρίτο που κάνει αυτό το νομοσχέδιο είναι ότι προσθέτει –σε ό,τι αφορά το θέμα της παραγραφής- ένα σημαντικό σημείο, που αφορά στην επέκταση του χρόνου παραγραφής, για μεν τα κινητά από έξι μήνες σε δύο χρόνια, για δε τα ακίνητα από δύο χρόνια σε πέντε χρόνια. Ακριβώς η επιμήκυνση του χρόνου της παραγραφής δείχνει ότι ενισχύεται η υπευθυνότητα, την οποία έχει ο πωλητής έναντι του αγοραστή. Όσο επιμηκύνεται ο χρόνος τόσο περισσότερο η ευθύνη αυξάνεται.
Εδώ όμως, κύριε Υπουργέ -ίσως θα πρέπει να το πούμε και για να μείνει στα Πρακτικά ως ερμηνευτική παρέμβαση- το ζήτημα είναι ότι η υπαναχώρηση συνιστά ένα διαπλαστικό δικαίωμα. Και ως διαπλαστικό δικαίωμα δεν υπόκειται σε παραγραφή, υπόκειται σε αποσβεστική προθεσμία.
Άρα, επειδή εδώ μιλάμε γενικά για παραγραφή, θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι οι χρόνοι της παραγραφής ισχύουν ως χρόνοι αποσβεστικής προθεσμίας σε κάθε περίπτωση που η φύση του δικαιώματος είναι τέτοια, ώστε το δικαίωμα αυτό, επειδή είναι διαπλαστικό δεν υπόκειται σε παραγραφή. Επομένως εγώ προτείνω οι έξι μήνες που γίνονται δυο χρόνια και τα δυο χρόνια που γίνονται πέντε χρόνια -ειδικά επί υπαναχωρήσεως, που είναι διαπλαστικό δικαίωμα- αυτό να θεωρηθεί και χρόνος αποσβεστικής προθεσμίας.
Η τέταρτη παρέμβαση, την οποία κάνει ο νομοθέτης και που πλέον αφορά τα άρθρα 332 επόμενα του Αστικού Κώδικα, είναι ότι μειώνει τις απαλλακτικές ρήτρες. Ως σήμερα το άρθρο 332 περιείχε απαγορεύσεις για απαλλακτικές ρήτρες. Έλεγε δηλαδή ότι δεν μπορεί να υπάρξει απαλλακτική ρήτρα, στην περίπτωση κατά την οποία υπάρχει δόλος ή βαρεία αμέλεια. Επίσης και στην περίπτωση της απλής αμέλειας περιείχε ορισμένες απαγορεύσεις απαλλακτικών ρητρών.
Εδώ επεκτείνει την απαγόρευση απαλλακτικών ρητρών ακόμη και για απλή αμέλεια σε δύο, τουλάχιστον, περιπτώσεις, στην περίπτωση που έχουμε σύμβαση η οποία έχει συναφθεί χωρίς διαπραγμάτευση, καθώς και στην περίπτωση κατά την οποία μιλάμε για δικαιώματα, τα οποία απορρέουν από την προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή δικαιώματα όπως είναι η ζωή, η τιμή, η ελευθερία και η υγεία.
Αυτές λοιπόν είναι οι τέσσερις τομές που κάνει σχετικά με την ενίσχυση του ηθικού ρυθμού στις συναλλαγές και επομένως την ενίσχυση της ευθύνης του πωλητή έναντι του αγοραστή.
Γι΄ αυτό και τονίζω ότι είναι τεράστιας σημασίας οι επιπτώσεις που έχουν αυτές οι ρυθμίσεις στο σύνολο του ιδιωτικού δικαίου. Γι΄ αυτό είπα ότι πρέπει να υπάρξει στο μέλλον –και μάλιστα στο άμεσο μέλλον- αντίστοιχη τροποποίηση των γενικών ρητρών, πέραν εκείνων που ανέφερα για το άρθρο 332 του Αστικού Κώδικα. Γι΄ αυτό και η Νέα Δημοκρατία ψηφίζει ανεπιφυλάκτως αυτές τις διατάξεις.
Θα ήθελα να πω δυο λόγια μόνο για τις υπόλοιπες διατάξεις. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, οι λοιπές διατάξεις των άρθρων 5 και επέκεινα, που αφορούν κυρίως ρυθμίσεις του ν.2915/2001, είναι ρυθμίσεις οι οποίες έρχονται μόνο και μόνο διότι εδώ ισχύει το «παλιές αμαρτίες ρίχνουν μεγάλες σκιές».
Αυτός ο νόμος ήρθε πρόχειρα και βιαστικά στη Βουλή. Και κάθε φορά αναγκαζόμαστε να προβαίνουμε σε συγκεκριμένες παρεμβάσεις, δηλαδή ψηφίσαμε το νόμο κι ερχόμαστε να εισαγάγουμε εξαιρέσεις ή να επανέλθουμε στο παρελθόν, μόνο και μόνο γιατί δεν είμαστε έτοιμοι και δεν είναι έτοιμη η υποδομή της δικαιοσύνης να αποδεχθεί αυτές τις ρυθμίσεις. Αυτό δείχνει ότι πρέπει να είμαστε πολύ σοβαροί κάθε φορά που ερχόμαστε να ρυθμίσουμε τέτοια πράγματα.
Η Νέα Δημοκρατία, κύριε Υπουργέ, διατηρεί σοβαρές επιφυλάξεις και καταψηφίζει το άρθρο 10, διότι αυτό το «φιλτράρισμα» των υποθέσεων στον Άρειο Πάγο όχι μόνο δημιουργεί προβλήματα σχετικά με την ερμηνεία του δικαίου, αλλά προσωπικά πιστεύουμε ότι αφού μπορεί ο διάδικος να επαναφέρει το θέμα αυτό στον Άρειο Πάγο –πράγμα το οποίο θα γίνεται συνήθως- να ξέρετε τότε ότι επιβαρύνουμε με μια γραφειοκρατική διαδικασία τα πράγματα.
Δηλαδή εκεί που ούτως ή άλλως η υπόθεση θα πήγαινε στον Άρειο Πάγο, του προσθέτουμε μια σκάλα προηγουμένως, την οποία πρέπει να διαβεί.
Τελειώνω με τις εξής παρατηρήσεις. Είπα και πριν ότι έχουμε φθάσει σε ένα σημείο που πλέον και εξαιτίας του κοινοτικού δικαίου και εξαιτίας του διεθνούς δικαίου αλλά και εξαιτίας του ρυθμού των συναλλαγών είναι τεράστια η ταχύτητα της εξέλιξης και για βασικά κείμενα, όπως είναι ο Αστικός Κώδικας και η Πολιτική Δικονομία, το Ποινικό Δίκαιο και η Ποινική Δικονομία, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, ο Εμπορικός Νόμος. Έχουμε πλέον ταχύτατες εξελίξεις.
Κάθε φορά τι συμβαίνει, κύριε Υπουργέ; Φτιάχνουμε μια επιτροπή ad hoc, για να ρυθμίσει ορισμένα πράγματα. Και όταν η επιτροπή έχει τελειώσει τη δουλειά της, έχουν προκύψει άλλα θέματα, ώστε πρέπει να φτιάξετε μια άλλη επιτροπή. Μήπως, κύριε Υπουργέ, είναι πλέον η ώρα, ώστε για βασικά νομοθετήματα –και αναφέρομαι κυρίως σ΄ αυτά που είπα πριν, Αστικό Κώδικα, Πολιτική Δικονομία, Ποινικό Κώδικα, Ποινική Δικονομία, Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, Εμπορικό Νόμο- θα πρέπει να υπάρξουν διαρκείς επιτροπές κωδικοποίησης μέσα στο χώρο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, με πρόσωπα που έχουν συγκεκριμένη θητεία και οφείλουν να παρακολουθούν συνεχώς αυτά τα πράγματα και να φέρνουν προτάσεις τους στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, όποτε προκύψει το θέμα;
Η Νέα Δημοκρατία σας το προτείνει, γιατί με τον τρόπο αυτόν πλέον θα μπορούμε να μη φτάνουμε στο σημείο να ομολογεί η επιτροπή –όπως ομολόγησε εδώ- ότι έχουμε αδυναμία επειδή καθυστερήσαμε να ρυθμίσουμε και το γενικό μέρος και τις γενικές ρήτρες.
Τέλος, επαναφέρει η Νέα Δημοκρατία την πρόταση που σας είχε κάνει με την Αναθεώρηση του Συντάγματος. Είμαστε ίσως η μόνη χώρα σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, κύριε Υπουργέ, η οποία δεν έχει μια Επιτροπή Διαρκούς Κωδικοποίησης της Νομοθεσίας. Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν. Είναι κρίμα. Έχουμε τρεις χιλιάδες είκοσι πέντε νόμους από το 1975 μέχρι σήμερα και δεν βάζω τα εκατομμύρια, κυριολεκτικά, πράξεων κανονιστικού περιεχομένου, διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων και άλλων, που καθιστούν πλέον την ελληνική νομοθεσία ένα λαβύρινθο στον οποίο δεν υπάρχει ούτε μίτος της Αριάδνης. Υπάρχει μόνο ο Μινώταυρος της πολυνομίας και της κακονομίας, ο οποίος πλήττει καίρια όχι μόνο τον πολίτη και το κοινωνικό σύνολο, αλλά την ίδια την έννομη τάξη, το ίδιο το κράτος δικαίου.
Γιατί άραγε η Ελλάδα να μην έχει μια Επιτροπή Διαρκούς Κωδικοποίησης της Νομοθεσίας, ώστε να κωδικοποιείται διαρκώς η νομοθεσία; Γιατί με τον τρόπο αυτόν ξέρουμε τι ισχύει και το ξέρει και ο πολίτης. Πολύ δε δυσκολότερα η πολιτεία, όταν γνωρίζει τι ισχύει, έρχεται να τροποποιήσει πράγματα που, όπως έχει αποδειχθεί, τα τροποποιεί γιατί δεν το γνωρίζει.
Αυτές είναι οι προτάσεις μας. Πέραν των επιφυλάξεων, κάνουμε πρόταση για Διαρκή Επιτροπή Κωδικοποιήσεως της Νομοθεσίας και, τουλάχιστον, Επιτροπές που να λειτουργούν διαρκώς για την κωδικοποίηση σημαντικών κωδίκων, τους οποίους ανέφερα προηγουμένως.
Θα επανέλθουμε στα άρθρα, κύριε Πρόεδρε, και σας ευχαριστώ για την ανοχή σας.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Δεν είναι ανοχή. Σας έδωσα και το χρόνο της δευτερολογίας σας.
Δεν υπάρχουν άλλοι συνάδελφοι εγγεγραμμένοι να πρωτολογήσουν και εισερχόμαστε στις δευτερολογίες.
Υπάρχει κάποιος εκ των συναδέλφων που θέλει να δευτερολογήσει; Κανείς.
Κύριε Υπουργέ, έχετε να κάνετε κάποια παρατήρηση;
ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ (Υπουργός Δικαιοσύνης): Όχι, κύριε Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Καλώς.
Κύριοι συνάδελφοι, έχω την τιμή να ανακοινώσω στο Τμήμα ότι οι Υπουργοί Ανάπτυξης, Οικονομίας και Οικονομικών, Εθνικής Άμυνας, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Υγείας και Πρόνοιας, Δικαιοσύνης, Μεταφορών και Επικοινωνιών, Δημόσιας Τάξης, Εμπορικής Ναυτιλίας, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων κατέθεσαν σχέδιο νόμου: «Οργάνωση της αγοράς πετρελαιοειδών και άλλες διατάξεις».
Παραπέμπεται στην αρμόδια Διαρκή Επιτροπή.
Κύριοι συνάδελφοι, κηρύσσεται περαιωμένη η συζήτηση επί της αρχής του νομοσχεδίου του Υπουργείου Δικαιοσύνης «Ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων, τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και άλλες συναφείς διατάξεις».
Ερωτάται το Τμήμα: Γίνεται δεκτό το νομοσχέδιο επί της αρχής;
ΠΟΛΛΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Δεκτό, δεκτό.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Συνεπώς το νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης «Ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων, τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και άλλες συναφείς διατάξεις» έγινε δεκτό επί της αρχής κατά πλειοψηφία.
Κύριοι συνάδελφοι, έχουν διανεμηθεί τα Πρακτικά της Τρίτης 16 Ιουλίου 2002, της Τετάρτης 17 Ιουλίου 2002 και της Πέμπτης 18 Ιουλίου 2002 και ερωτάται το Τμήμα εάν τα επικυρώνει.
ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Συνεπώς τα Πρακτικά της Τρίτης 16 Ιουλίου 2002, της Τετάρτης 17 Ιουλίου 2002 και της Πέμπτης 18 Ιουλίου 2002 επικυρώθηκαν.
Κύριοι συνάδελφοι, δέχεστε στο σημείο αυτό να λύσουμε τη συνεδρίαση;
ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
Με τη συναίνεση του Τμήματος και ώρα 21.00΄, λύεται η συνεδρίαση για αύριο ημέρα Τετάρτη 31 Ιουλίου 2002 και ώρα 10.30΄, με αντικείμενο εργασιών του Τμήματος: νομοθετική εργασία, συνέχιση της συζήτησης επί των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης «Ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων, τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και άλλες συναφείς διατάξεις».
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ
1
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ 30-7-2002 ΣΕΛ.
PDF:
syn07-30-02.pdf
TXT:
1238_es073002.txt
Επιστροφή