Ενημέρωση : Γραφείο Τύπου

Γραφείο Τύπου

Αθήνα, 13 Μαρτίου 2014

Ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων κ. Ευάγγελος Μεϊμαράκης στη Διεθνή Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης που πραγματοποιείται στη Ρώμη (13-14 Μαρτίου)

Παρουσία του Προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας κ. Giorgio Napolitano, o Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων κ. Ευάγγελος Μεϊμαράκης, προήδρευσε σήμερα, από κοινού με την Ιταλίδα ομόλογό του κυρία Λάουρα Μπολντρίνι, στην εναρκτήρια συνεδρίαση της Διεθνούς Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης, που πραγματοποιείται στη Ρώμη (13-14 Μαρτίου) και συνδιοργανώνεται από τα Κοινοβούλια Ιταλίας- Ελλάδας.
Αμέσως μέτρα τις εναρκτήριες ομιλίες των δυο Συνπροέδρων έλαβε το λόγο ο Πρωθυπουργός κ. Matteo Renzi, ο Πρόεδρος της Γερουσίας κ. Pietro Grasso, ο πρώην Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Romano Prodi, o Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) αλλά και άλλοι Ομιλητές από Διεθνείς Οργανισμούς.
 
Νωρίτερα ο κ. Μεϊμαράκης είχε κατ’ ιδίαν συνάντηση με την Ιταλίδα ομόλογο του, μετά το πέρας της οποίας, έκαναν τις ακόλουθες δηλώσεις και απάντησαν σε ερωτήσεις δημοσιογράφων:
Λάουρα Μπολντρίνι:
«Βρίσκομαι εδώ με τον Πρόεδρο κ. Μεϊμαράκη στη Διάςκεψη που από κοινού αποφασίσαμεκατά τη διάρκεια της πρόσφατης επίσημης επίσκεψής μου στην Ελλάδα. Αποφασίσαμε να την κάνουμε μαζί αυτήν ακριβώς τη στιγμή, διότι θέλουμε να στείλουμε πολύ σαφή μηνύματα για την Ευρώπη, πριν τις ευρωεκλογές καθώς πιστεύουμε ακράδαντα στο ευρωπαϊκό σχέδιο. Δεν διακρινόμαστε από επιφανειακό ευρωπαϊσμό καθώς ο ευρωπαϊσμός μας βασίζεται σε βαθιά πεποίθηση, υπερβαίνει τις διαφορετικές πολιτικές απόψεις και έχει ως στόχο να προχωρήσουμε μπροστά. Γι`αυτόν το λόγο θελήσαμε να διοργανώσουμε μαζί μια διάσκεψη κατά τη διάρκεια του εξαμήνου της Ελληνικής Προεδρίας - εμείς θα ακολουθήσουμε στο επόμενο εξάμηνο - υπό την οπτική των πολλών κοινών ζητημάτων που αντιμετωπίζουμε. Αδιαμφισβήτητα οι χώρες μας επλήγησαν από μια μακρά και εμμένουσα κρίση, ωστόσο εμείς πιστεύουμε ότι, σήμερα, για να πείσουμε και τους συμπολίτες μας ότι αξίζει να προσέλθουν στις κάλπες πρέπει να αλλάξουμε κατεύθυνση έχοντας στο επίκεντρο της ατζέντας περισσότερη ανάπτυξη, περισσότερες θέσεις εργασίας, περισσότερα θεμελιώδη δικαιώματα. Με αυτό τον τρόπο θα κατορθώσουμε να πείσουμε τους νέους που ρωτούν: «γιατί πρέπει να ψηφίσουμε; Γιατί πρέπει να πιστεύουμε στην Ευρώπη; Καθώς μεγαλώσαμε σε μια περίοδο κατά την οποία η Ευρώπη δεν αποτέλεσε μια ευνοϊκή διάσταση για εμάς;». Θα θέλαμε λοιπόν να υπογραμμίσουμε ότι υπάρχουν πολλές όψεις αυτής της Ευρώπης οι οποίες είναι θετικές – αυτή η Ευρώπη μάς έδωσε τη δυνατότητα ελεύθερης κυκλοφορίας, επιτρέπει στους νέους μας να σπουδάζουν σε πολλές χώρες και αυτή η Ευρώπη ευνόησε τις χώρες μας επιτρέποντας, για παράδειγμα, την αναβίωση πολλών μεσαιωνικών πόλεων, έδωσε στους πολιτισμούς μας τη δυνατότητα συνέχισης της ύπαρξής τους καθώς βρίσκονταν υπό απειλή. Το γεγονός ότι οι πόλεις μας παρουσιάζουν λιγότερη περιβαλλοντική ρύπανση, οφείλεται στην Ευρώπη, υπάρχουν πολλές θετικές όψεις και όλοι εμείς οφείλουμε να επισημάνουμε και να το προβάλλουμε, καταρχάς στα ΜΜΕ. Μπορούμε να βελτιωθούμε, πρέπει να αλλάξουμε κατεύθυνση με στόχο την ανάπτυξη, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και όπως προείπα, το σεβασμό στα θεμελιώδη δικαιώματα. Διότι, σήμερα, αυτά τα δικαιώματα, και στο εσωτερικό της Ε.Ε. λόγω της κρίσης τίθενται εκ νέου υπό συζήτηση. Στόχος της διάσκεψης είναι να στείλει το μήνυμα ότι τα κοινοβούλια είναι σημαντικά διότι αποτελούν την άμεση έκφραση της βούλησης των πολιτών.
Επίσης στόχος μας είναι να δοθεί ξανά η ευκαιρία για στενότερη συνεργασία μεταξύ των κοινοβουλίων.
 
Ευάγγελος Μεϊμαράκης:
«Θέλω να ευχαριστήσω την κυρία Μπολντρίνι και την Ιταλική Βουλή η οποία μας δίνει την δυνατότητα να έχουμε έναν τέτοιο διάλογο, σε μία περίοδο που λόγο των ευρωεκλογών σε δύο μήνες, έχει αναπτυχτεί ήδη ένας δημόσιος διάλογος, για το μέλλον της Ευρώπης. Έχουμε επομένως δυο δείγματα τα όποια μας δίνουν περισσότερη ορμή σ’ αυτό το διάλογο, το ένα είναι ότι έχει υπάρξει ήδη μια κρίση και πως αυτή αντιμετωπίστηκε και ποια συμπεράσματα βγαίνουν απ΄ αυτή τη κρίση. Αμφισβητήθηκαν ήδη θεσμοί και διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης τόσων ετών, διότι ήταν θεσμοί διαχείρισης μιας ήρεμης περιόδου και κατάστασης και όχι κρίσης. Και όταν η κρίση δημιουργήθηκε, η Ευρώπη με νευρικότητα το αντιμετώπισε και προσπάθησε να δημιουργήσει νέους θεσμούς. Σ΄ αυτήν τη φάση τα Εθνικά Κοινοβούλια περιορίστηκαν σε επικυρωτικές διαδικασίες, ενώ θα έπρεπε να υπάρχει πιο έντονη συμμετοχή στο διάλογο και θα είχαμε αποφύγει πολλά από τα λάθη που σήμερα ομολογούνται. Βεβαίως αναγνωρίζουμε ότι πρέπει να ληφθούν αποφάσεις και σε σύντομο χρονικό διάστημα κι αυτό είναι μια αρμοδιότητα των κυβερνήσεων, αλλά τα Κοινοβούλια οφείλουν και πρέπει να έχουν συγκεκριμένο διακριτό ρόλο σ΄ αυτό.
Το άλλο ζήτημα είναι οι Ευρωεκλογές. Και τα δύο ζητήματα αυτά θα σταθούν αφορμή για διάλογο και ένα ενδιαφέρον για τους πολίτες για το ποια Ευρώπη θέλουμε. Σ΄ αυτό το διάλογο τα Κοινοβούλια θα πρέπει να έχουν θέσεις και άποψη για το μέλλον της Ευρώπης. Και σ΄ αυτό έχουμε συμφωνήσει όχι μόνο οι Πρόεδροι των Εθνικών Κοινοβουλίων της Ε.Ε αλλά και η συντριπτική πλειοψηφία των μελών των Κοινοβουλίων μας. Γιατί εμείς είμαστε οι άμεσοι εκπρόσωποι των πολιτών, εμείς έχουμε την καθημερινή επαφή μαζί τους, εμείς οφείλουμε να τους δώσουμε τις πειστικές απαντήσεις.
 
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ο ευρωπαίος πολίτης το αισθάνεται κάπως απόμακρο και γι αυτό, τα Εθνικά Κοινοβούλια πρέπει να βρουν τρόπο συνεννόησης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να κρατήσουν το διακριτό τους ρόλο και να αλληλοσυμπληρώνονται. Άρα μπαίνουμε σε μια νέα φάση της Ευρώπης μετά από αυτές τις ευρωεκλογές. Και πιστεύω ότι όλοι εμείς που πιστεύουμε ότι η λύση είναι περισσότερη Ευρώπη, περισσότερη, περισσότερη συμμετοχή, περισσότερη ανάπτυξη, όλοι εμείς ανεξαρτήτως της ιδεολογικοπολιτικής μας αφετηρίας και διαφοράς απόψεων πρέπει να συνενώσουμε τις δυνάμεις μας απέναντι σε εκείνους, που, με εξτρεμιστικές και ακραίες συμπεριφορές, θέλουν να καταστρέψουν ότι έχουμε χτίσει αυτά τα χρόνια. Γιατί και εμάς η Ευρώπη με τη σημερινή της έκφραση δεν μας ικανοποιεί αλλά θέλουμε να την βελτιώσουμε. Δεν θέλουμε να την καταστρέψουμε. Κι αυτό μας φέρνει πολύ κοντά στην πορεία και στον αγώνα για ποια Ευρώπη θέλουμε.
Οι πολίτες επομένως πρέπει να στραφούν προς τις ευρωπαϊκές δυνάμεις που θέλουμε να βελτιώσουμε την Ευρώπη και όχι προς τους εξτρεμιστές και αυτούς που είναι αντευρωπαϊστές. Σ΄ αυτό τον διάλογο και σ΄ αυτόν τον αγώνα τα Κοινοβούλια θα έχουν σημαντικό ρόλο.
 
Ερώτηση Δημοσιογράφου: Έχει αναπτυχθεί μεγάλη συζήτηση για φιλοευρωπαϊστές, ευρωσκεπτικιστές ενόψει των ευρωεκλογών, υπάρχει ένα μήνυμα ουσιαστικά από τα Εθνικά Κοινοβούλια προς την Ευρώπη ότι δεν εισακούστηκαν οι ανάγκες και τα αιτήματα των πολιτών και πρέπει να αλλάξει ο ρυθμός;
 
 
Ευάγγελος Μεϊμαράκης:
«Οι ευρωσκεπτικιστές προέρχονται από τον χώρο των Ευρωπαϊκών πολιτικών δυνάμεων, όπου   η πολιτική της Ευρώπης μας δημιούργησε σκέψεις. Σ΄ αυτούς πρέπει να δώσουμε πειστικές απαντήσεις ότι η λύση είναι περισσότερη Ευρώπη. Η Ευρώπη δεν είναι ένα αναγκαίο κακό. Ούτε μπορεί να είναι τόσο απόμακρη από τα προβλήματα των πολιτών. Πρέπει και η γραφειοκρατία και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί να προσαρμοστούν σε ένα νέο πλαίσιο που απαιτούν οι ευρωπαίοι πολίτες. Κι σ΄ αυτό μπορούμε να το πετύχουμε με περισσότερη συμμετοχή του Κοινοβουλίου στις διαδικασίες αυτές».
 
Λάουρα Μπολντρίνι:
«Θεωρώ πως δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική εκτός από την Ευρώπη – σε παγκόσμιο επίπεδο οι χώρες μας δεν θα μπορούσαν να αναπτυχθούν διαφορετικά. Επομένως, η μόνη δυνατή οδός είναι να είμαστε μαζί, να είμαστε μαζί με έναν βιώσιμο τρόπο από πλευράς κοινωνίας και περιβάλλοντος. Θα πρέπει να επιτύχουμε μια πολιτική ανάπτυξης και προόδου η οποία θα μας επιτρέψει να πούμε στους ευρωπαίους πολίτες ότι ο κοινός μας δρόμος είναι κάτι που μας ωφελεί, είναι ένας θετικός παράγοντας. Σήμερα έχουμε απόλυτη ανάγκη από αυτήν την προσέγγιση καθώς η φάση την οποία περάσαμε έθεσε υπό αμφισβήτηση αυτήν την οπτική. Υπάρχουν πολλοί άνεργοι στις ευρωπαϊκές χώρες, υπάρχουν πολλά άτομα που έχουν φτωχύνει, έχουν γίνει πάρα πολλές θυσίες από τις οικογένειες. Για να καταστήσουμε κατανοητή την αξία της Ευρώπης έχουμε ανάγκη να καταδείξουμε ότι η Ευρώπη δεν κωφεύει προς αυτές τις ανάγκες, δύναται να αντιληφθεί όσα εκφράζονται, συχνά απεγνωσμένα, από τους πολίτες- αυτό ακριβώς πρέπει να πρεσβεύουμε ακολουθώντας μια εποικοδομητική προσέγγιση, έχοντας την επίγνωση ότι δεν μπορούμε να είμαστε ανταγωνιστικοί χωρίς την Ευρώπη. Επομένως, πρόκειται για μονόδρομο- αν και είναι ένας δρόμος γεμάτος με εμπόδια, γι` αυτό εμείς βρισκόμαστε εδώ για να την βελτιώσουμε και να κατορθώσουμε να δώσουμε στους ευρωπαίους πολίτες μια διάσταση η οποία είναι εφαρμόσιμη και προβλέπει την ευημερία και την προοπτική για όλους . Ο στόχος είναι η ευρωπαϊκή κυβέρνηση και τα ηνωμένα Κράτη της Ευρώπης, όχι η σύνθεση των εθνικών βουλήσεων στην οποία επικρατεί αυτός που έχει μεγαλύτερο οικονομικό βάρος».
 
 
Ευάγγελος Μεϊμαράκης:
«Στο κέντρο όλων μας και του Ευρωπαϊκού και των Εθνικών Κοινοβουλίων βρίσκεται ο άνθρωπος, ο ευρωπαίος πολίτης αυτόν πρέπει να εξυπηρετήσουμε. Και η σκέψη μας είναι πως με μια καλύτερη συνεργασία, σ΄ ένα καλύτερο πλαίσιο θα μπορέσουμε να υπηρετήσουμε τον πολίτη. Υπάρχει επομένως μια συνεργασία και μια συνεννόηση μεταξύ της γραφειοκρατίας της Κομισιόν και του Ευρωκοινοβουλίου και όπως και εσείς είπατε τώρα υπάρχει μια πιο θετική και τακτική συνεργασία μεταξύ των εθνικών κοινοβουλίων με το Ευρωκοινοβούλιο. Η κρίση όμως, οι εξελίξεις, η νέα τεχνολογία, οι ραγδαίες αλλαγές οι οποίες συντελούνται, απαιτούν ακόμα μεγαλύτερη θεσμική συνεννόηση και συνεργασία. Όπως μια κεντρική κυβέρνηση σε ένα κράτος - μέλος συνεργάζεται με τον Δήμαρχο και τον Περιφερειάρχη, με αρμοδιότητες και με θεσμικές διαδικασίες που υπάρχουν, έτσι και εμείς θα προχωρήσουμε έχοντας στον διάλογο μας αυτά τα ζητήματα. Όλοι θεωρούμε ότι το μέχρι σήμερα σύστημα ό,τι ήταν να αποδώσει το απέδωσε και προσπαθούμε να συμφωνήσουμε στο καινούριο και θα συμφωνήσουμε».
 
Λάουρα Μπολντρίνι:
«H διαδικασία της ολοκλήρωσης έχει αδιαμφισβήτητα μακρά διάρκεια, ένα τόσο σοβαρό σχέδιο, μια τόσο σημαντική δέσμευση δεν υλοποιούνται σε σύντομο χρονικό διάστημα. Επομένως είναι λογικό ότι υπάρχουν περίοδοι επανεξέτασης, κωλυμάτων, πτώσης και ανόδου, αλλά ορθοποδούμε ακόμα ισχυρότεροι. Ο ρόλος, σήμερα, του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και των ευρωβουλευτών έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία, όλο και λιγότερα τα εθνικά κοινοβούλια αποφασίζουν ανεξάρτητα- αντιθέτως, αποφασίζουν σε συνεργασία και συνεργία. Πιστεύω πως το μέλλον βασίζεται σε αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση. Επιπλέον, όλο και περισσότερο οι σπουδαίες αποφάσεις θα λαμβάνονται σε επίπεδο κοινοτικό και διεθνές - παγκόσμιο. Επομένως, εμείς ως εθνικά κράτη θα πρέπει να κατορθώσουμε να κατανοήσουμε αυτήν την οπτική και να διασφαλίσουμε το γεγονός ότι όποιος μας αντιπροσωπεύει στους ευρωπαϊκούς θεσμούς έχει τη δύναμη και την υποστήριξη για να το κάνει. Αυτοί ακριβώς θα πρέπει να είναι σε θέση να δώσουν τις κατευθυντήριες γραμμές τις οποίες κατόπιν εμείς θα ακολουθήσουμε σε εθνικό επίπεδο υπό το πνεύμα της συνεργασίας. Δεν διακρίνω απολύτως κανέναν ανταγωνισμό - είναι μια διαδικασία η οποία θα πρέπει να προχωρήσει παράλληλα και όλο και περισσότερο θα πρέπει όλοι να είμαστε έτοιμοι να παραχωρήσουμε κυριαρχία προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς- θυμώνω πολύ όταν ακούω ότι το φταίξιμο είναι της Ευρώπης – η Ευρώπη έπειτα δεν έχει τη δύναμη για να μπορέσει να λύσει αυτά τα ζητήματα, η Ευρώπη δεν κάνει τίποτα, δεν παρεμβαίνει. Αν τα Κράτη- μέλη δεν παραχωρούν αυτήν την αναγκαία κυριαρχία, ώστε να δράσουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, πώς είναι δυνατόν να λέγεται ότι η Ευρώπη δεν πράττει αρκετά; Και υπό αυτήν την έννοια θα πρέπει να είμαστε ώριμοι και να διαθέτουμε ένα μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο πρόγραμμα- η παραχώρηση κυριαρχίας σημαίνει ενίσχυση του σχεδίου των ηνωμένων κρατών της Ευρώπης. Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση σήμερα».
 
Ευάγγελος Μεϊμαράκης:
«Πιστεύω ότι με τη σημερινή μας συνάντηση ανοίγουμε νέους δρόμους στο συγκεκριμένο ζήτημα». 
 
Ερώτηση Δημοσιογράφου:
Συμφωνείτε και οι δύο Πρόεδροι ότι το μέλλον της Ευρώπης θέλει περισσότερη δημοκρατία και περισσότερη ανάπτυξη. Είμαστε σε ένα κομβικό σημείο αυτή τη στιγμή. Θα ήθελα λοιπόν να σας ρωτήσω εάν πιστεύετε ότι σε αυτή την φάση, στις εκλογές, οι οποίες θα γίνουν, οι πολίτες της Ευρώπης θα ψηφίσουν σύμφωνα με αυτό το οποίο βιώνουν από την οικονομική κρίση ή αν θα ψηφίσουν με βάση μακροσκοπικά κριτήρια, τα οποία θα βλέπουν μια καλύτερη Ευρώπη που ενδεχομένως να είναι και η μοναδική εγγύηση για έξοδο από την κρίση.
 
 
Ευάγγελος Μεϊμαράκης:
«Η προσπάθεια η δικιά μας είναι ώστε οι πολίτες να ψηφίσουν με κριτήρια πολιτικά για ένα καλύτερο μέλλον της Ευρώπης. Να μην ψηφίσουν με διάθεση διαμαρτυρίας και τιμωρίας. Δεν κρίνονται οι εθνικές κυβερνήσεις και οι εθνικές πολιτικές σε αυτές τις εκλογές. Διότι πολλοί πολίτες ακινδύνως πιστεύουν ότι με την ψήφο τους στις ευρωεκλογές στέλνουν ένα μήνυμα διαμαρτυρίας στις κυβερνήσεις και στις εθνικές πολιτικές. Θέλουμε, λοιπόν, να τους πούμε ότι αυτή τη φορά πρέπει να ψηφίσουν με την σκέψη στο μέλλον της Ευρώπης. Δεν έχουμε περιθώρια για ψήφο διαμαρτυρίας. Θέλουμε να υπάρχει ψήφο εμπιστοσύνης και δημιουργίας ενός νέου πλαισίου μέσα στην Ευρώπη».  
 
Λάουρα Μπολντρίνι:
«Πιστεύω ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες δεν πρέπει να έχουν φόβο. Δεν είναι με το φόβο που προχωράμε. Ο φόβος μας φέρνει πίσω. Πρέπει να ξέρουν ότι η ιστορία δεν οπισθοδρομεί. Μπροστά μας ανοίγεται ένας δρόμος που θα μας κάνει όλο και πιο ανταγωνιστικούς με τις άλλες χώρες της παγκόσμιας αγοράς. Για το συμφέρον όλων των πολιτών , πρέπει όλοι να πιστέψουν στην Ευρώπη και στο μέλλον τους». 
 
Προηγήθηκε, η συνάντηση του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων με τον Πρόεδρο της Ιταλικής Γερουσίας κ. Pietro Grasso, στην οποία επιβεβαιώθηκαν οι στενές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και των λαών τους.
          Ο κ. Grasso δήλωσε λάτρης του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, τονίζοντας ότι παρακολουθεί στενά τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα όσον αφορά την κρίση. «Τώρα βρίσκεστε σε πολύ καλό δρόμο» είπε εκφράζοντας την ικανοποίηση του ο Πρόεδρος της Ιταλικής Γερουσίας.
          Οι δύο Πρόεδροι, συμφώνησαν, ότι τέτοιου είδους διασκέψεις όπως η Διεθνής Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης που διεξάγεται στη Ρώμη, βοηθούν στην περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των κρατών. Επίσης, δίνουν και πειστικές απαντήσεις στους πολίτες εν’ όψει των Ευρωεκλογών έτσι ώστε να κατανοηθούν τα νέα δεδομένα, καθώς η διαφορά δεν είναι ιδεολογική, όπως διαπίστωσαν, αλλά ανάμεσα σε εκείνους που είναι υπέρ της Ευρώπης και σε εκείνους που είναι εναντίον της. «Δεν θα μπορέσουμε να συνεννοηθούμε αν υπάρχει αυξημένη συμμετοχή αντί – Ευρωπαϊστών» επισήμαναν οι κ.κ. Μεϊμαράκης και Grasso στέλνοντας μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση. 
Θα ήθελα να ευχαριστήσω τις Ιταλικές Αρχές και πρωτίστως την αγαπητή Πρόεδρο και φίλη, κυρία Boldrini για τη σημαντική αυτή πρωτοβουλία, που μας δίνει την ευκαιρία να ανταλλάξουμε απόψεις και θέσεις επί ενός ζητήματος που απασχολεί κάθε σκεπτόμενο Ευρωπαίο σήμερα.
Όταν πριν από μερικούς μήνες, κατά την επίσημη επίσκεψή της στην Αθήνα, η κυρία Boldrini έθεσε την ιδέα συνδιοργάνωσης μιας Διάσκεψης προβληματισμού για τις συνθήκες στην Ευρώπη, όπως έχουν διαμορφωθεί σήμερα, αλλά και το τι μας επιφυλάσσει το μέλλον, δεν δίστασα να συμφωνήσω αμέσως. Συμφώνησα, πιστεύοντας ότι οι χώρες μας, η Ελλάδα και η Ιταλία, δύο διαδοχικές Προεδρίες στην ΕΕ, ενώνοντας τις φωνές τους θα έχουν μεγαλύτερη απήχηση εντός του οικοδομήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
 
Ακολουθεί η εισηγητική παρέμβαση του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων κ. Ευάγγελου Μεϊμαράκη στη Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης
 
«Αξιότιμοι κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι
Στόχος της Διάσκεψης αυτής δεν είναι να ακουστούν αιρετικές φωνές ή ανατρεπτικές θέσεις εκτός ρεαλιστικής βάσεως. Ο στόχος είναι να τεθεί το θεμέλιο ενός σοβαρού και υπαρκτού προβληματισμού για το Ευρωπαϊκό μέλλον της δικής μας γενιάς αλλά κυρίως το μέλλον των παιδιών μας και των επομένων γενεών.
Θεμέλιο επάνω στο οποίο μπορεί ενδεχομένως να αναπτυχθεί μια δέσμη ιδεών και πολιτικών, με γνώμονα τον άνθρωπο, τον πολίτη, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Επιτρέψτε μου στο σημείο αυτό να σας μεταφέρω τις σκέψεις και τους προβληματισμούς μου για το σημαντικό θέμα της σημερινής μας διάσκεψης.
Πολλά είναι τα ερωτήματα που γεννώνται σήμερα στον κάθε σκεπτόμενο πολίτη της Ευρώπης.
Πώς ξεκίνησε η εταιρική μας σχέση και η Ευρωπαϊκή οικογένεια;
Πώς εξελιχθήκαμε στο πέρασμα του χρόνου;
Πώς καταλήξαμε σήμερα και ποιό είναι το αύριο;
Είμαστε ειλικρινά υπερήφανοι για το οικοδόμημα στο οποίο συμβιώνουμε σήμερα;
Πριν από εξήντα χρόνια, οι εμπνευσμένοι πρωτεργάτες του εγχειρήματος, έφτιαξαν ένα σπίτι με γερά θεμέλια τις ανθρώπινες αξίες και τις κοινές πανευρωπαϊκές αρχές, με επίκεντρο την κοινωνία των πολιτών της Ευρώπης, την αξιοπρέπεια και τη συνοχή της. Με τα χρόνια, το σπίτι μεγάλωσε, ψήλωσε και αναπτύχθηκε, όπως ήταν αναπόφευκτο αλλά και ορθό. Αυτή η ανάπτυξη όμως δεν έγινε σωστά.
Διότι στην πορεία αδιαφορήσαμε για τα θεμέλια, αδιαφορήσαμε για τη βάση που στηρίζει το οικοδόμημα με συνέπεια, σήμερα, να διαπιστώνουμε ότι δεν είναι ασφαλές. Παρασυρθήκαμε όλοι μας από μία, όπως αποδείχθηκε, επίπλαστη ευμάρεια και για μεγάλο χρονικό διάστημα, βλέπαμε μόνο το μεγάλο δένδρο της εντυπωσιακής ανάπτυξης των δεικτών της Ευρωπαϊκής οικονομίας ως σύνολο.
 
Παρασυρθήκαμε και αγνοήσαμε το δάσος, πιστεύοντας ίσως ότι το δάσος αυτομάτως ακολουθεί.
Δυστυχώς, όμως κυρίες και κύριοι συνάδελφοι το δάσος δεν ακολούθησε.
Και όταν ομιλούμε για δάσος ομιλούμε μεταφορικά. Ομιλούμε για τους ανθρώπους, είτε Ευρωπαίους είτε μετανάστες. Ανθρώπους με ανάγκες, με υποχρεώσεις αλλά και δικαιώματα. Ανθρώπους και όχι αριθμούς, που επηρεάζονται άμεσα, επηρεάζεται το ίδιο το βιοτικό τους επίπεδο από τις δικές μας αποφάσεις, από τις δικές μας πράξεις και παραλείψεις. Ανθρώπους που πίστεψαν τη ρητή υπόσχεσή μας ότι θα τους παρέχουμε ασφάλεια και θα βελτιώνουμε τις συνθήκες ζωής τους. Αλλά σήμερα τους απογοητεύουμε διότι δεν τηρούμε τις υποσχέσεις μας.
Δεν είναι τυχαίο ότι η σταδιακή απαξίωση της μέχρι τώρα πολιτικής μας έχει αποξενώσει τους Ευρωπαίους πολίτες. Ούτε είναι τυχαίο γεγονός ότι αυξάνεται σε επικίνδυνο βαθμό ο ευρωσκεπτικισμός, με συνέπεια να αναπτύσσονται σε όλες τις χώρες της Ένωσης φαινόμενα εξτρεμισμού, μισαλλοδοξίας και ρατσισμού. Η χρηματοπιστωτική κρίση επέβαλε την υιοθέτηση περιοριστικών δημοσιονομικών πολιτικών, προκειμένου να ξεπεραστούν τα κατασκευαστικά ελλείμματα στην αρχιτεκτονική της Οικονομικής Νομισματικής Ένωσης. Να διαφυλαχθεί η χρηματοοικονομική σταθερότητα και να δρομολογηθεί η σταδιακή επιστροφή σε βιώσιμα δημόσια οικονομικά.
Ωστόσο, η έκταση και η ένταση της κρίσης, καθώς και τα επίπεδα ύφεσης και ανεργίας που επακολούθησαν, κλόνισαν την εμπιστοσύνη σημαντικού μέρους των Ευρωπαίων πολιτών στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και την ικανότητα τους να σχεδιάζουν και να εφαρμόζουν αξιόπιστες και σώφρονες οικονομικές πολιτικές.
Να σχεδιάζουν δηλαδή πολιτικές εστιασμένες στην τόνωση της ανάπτυξης, με στόχο την οικονομική ανάκαμψη, την ευημερία και τα υψηλά επίπεδα απασχόλησης. Παράλληλα, η επιβολή πολιτικών αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας είχε ισχυρό αντίκτυπο στην κοινωνική συνοχή, ιδιαίτερα στις χώρες που βίωσαν άμεσα τις συνέπειες της κρίσης. Όμως κυρίες και κύριοι συνάδελφοι δεν αρκούν μόνο οι διαπιστώσεις. Χρειάζεται άμεσα, ταχεία και αποτελεσματική αντίδραση.
Σήμερα, τώρα, που βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο. Σε ένα σημείο όπου, το μεγάλο διακύβευμα για την Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί η προώθηση της ανάπτυξης, της ανταγωνιστικότητας και της απασχόλησης και η εξασφάλιση σταθερότητας και ευημερίας για όλους. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, η ΕΕ οφείλει πρώτα απ’ όλα να επαναβεβαιώσει την αποστολή της και να αποκαταστήσει την αξιοπιστία της στο νου και τη συνείδηση των πολιτών της.
Η Ευρώπη καλείται σήμερα:
 
          Να διαφυλάξει τη χρηματοοικονομική της σταθερότητα μέσω της εμβάθυνσης της ΟΝΕ.
          Να προωθήσει πολιτικές τόνωσης της ανάπτυξης για να καταπολεμήσει την ανεργία μέσω, μεταξύ άλλων, της ενίσχυσης των συνεργειών μεταξύ μετανάστευσης και ανάπτυξης.
          Να αποκαταστήσει τη ρευστότητα και δανειοληπτική ικανότητα της πραγματικής οικονομίας, ειδικά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
 
Στο πλαίσιο αυτό, βασική αρχή που πρέπει να διέπει τις δράσεις μας από εδώ και πέρα, είναι η ενίσχυση της συμμετοχής της κοινωνίας και των πολιτών στη διαμόρφωση της πολιτικής και στις δράσεις που επιλέγονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δράσεις που αφορούν άμεσα την καθημερινότητα του πολίτη, τις ανησυχίες και ανασφάλειες της κοινωνίας, την οικονομική ανάκαμψη, την αύξηση της απασχόλησης και τη διαφύλαξη της συνοχής. Της κοινωνικής συνοχής, του βασικότερου θεμελίου του οικοδομήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι θα αγνοηθεί η προώθηση και άμεση εφαρμογή πολιτικών αποκατάστασης των δομικών ελλειμμάτων στην αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης, με στόχο την εμβάθυνση της Ένωσης και ειδικότερα της ΟΝΕ.
Κυρίες και κύριοι,
Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να αποδοθεί στην ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμοποίησης και της λογοδοσίας της ΕΕ, ως βασικού άξονα βαθμιαίας οικοδόμησης της Ευρωπαϊκής δημοκρατίας, όπου ο πολίτης θα έχει διευρυμένο ρόλο και συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων. Κυρίαρχο μέλημα πρέπει να είναι η αναζωογόνηση της Ένωσης ως ένωσης συνοχής και αλληλεγγύης, αλλά και η δυνατότητά της να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τα προβλήματα της καθημερινής ζωής των πολιτών.
Στο σημείο αυτό, οφείλω να θέσω ένα θέμα αυτοκριτικής μας ως Εθνικών Κοινοβουλίων των χωρών – μελών της Ένωσης. Πρέπει να παραδεχθούμε ότι και εμείς, ως απευθείας εκπρόσωποι των πολιτών των χωρών μας, ολιγωρήσαμε. Για μεγάλο χρονικό διάστημα πορευθήκαμε αμέριμνοι σε ένα περιβάλλον ευδαιμονισμού, ο οποίος τελικώς αποδείχθηκε πλασματικός. Επαναπευθήκαμε στις Κυβερνήσεις μας, σε μερικές περιπτώσεις αμιγώς τεχνοκρατικού χαρακτήρα, και στην Γραφειοκρατία των Βρυξελλών και παραβλέψαμε τον κεφαλαιώδη ρόλο που έπρεπε να διαδραματίσουμε ως πρωτογενείς δέκτες της ανησυχίας των πολιτών.
Ανησυχία που είναι αποτέλεσμα της επιδείνωσης του βιοτικού τους επιπέδου, λόγω των σκληρών και βίαιων μέτρων λιτότητας που επεβλήθησαν. Αυτό πρέπει να αλλάξει άμεσα, πριν να είναι πολύ αργά.
Τα Εθνικά Κοινοβούλια, σε στενή συνεργασία με τους συναδέλφους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρέπει να αναλάβουν καθοριστικό ρόλο στην συνδιαμόρφωση πολιτικής, ειδικότερα στους τομείς με άμεση επίπτωση στον πολίτη. Η συνταγματικώς κατοχυρωμένη νομοθετική μας αρμοδιότητα, θα πρέπει να διέπεται κυρίαρχα από την ευαισθησία μας για τον άνθρωπο, την αξιοπρέπειά του και τις ανάγκες του.
Ταυτόχρονα, σε άμεση επαφή με την εκτελεστική εξουσία αλλά και σε συνεργασία με το τεχνοκρατικό σκέλος της διακυβέρνησης, να προσδίδουμε στις εκάστοτε επιλεγείσες πολιτικές περισσότερο ανθρωποκεντρική διάσταση.
Αξιότιμοι, κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι  
Ακόμη και σήμερα, στο μάτι του κυκλώνα της κρίσεως που διανύουμε, αποτελεί ευτύχημα ότι στο πηδάλιο της Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βρίσκονται διαδοχικά η Ελλάδα και η Ιταλία, δύο χώρες που βίωσαν βάναυσα τις συνέπειες της κρίσεως και την ανεπάρκεια των θεραπευτικών μηχανισμών.
 
Το 2014, είναι έτος σημαντικών αλλαγών και αφετηρία νέων πολιτικών για την ΕΕ. Πρωτίστως, σηματοδοτεί την νέα επταετή μακροοικονομική περίοδο, την εφαρμογή του νέου Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου 2014-2020. Τον προσεχή Μάιο, θα λάβουν χώρα οι εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ενώ τον Οκτώβριο θα ορισθούν τα νέα μέλη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και τον Νοέμβριο θα έχουμε την ανάδειξη του νέου Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Το 2014 σηματοδοτείται επίσης, από την ενδιάμεση αξιολόγηση της Στρατηγικής 2020, καθώς και από τη συνέχιση των προσπαθειών για την ολοκλήρωση και εμβάθυνση της ΟΝΕ. Οι δύο διαδοχικές Προεδρίες μας συνεπώς, λαμβάνουν χώρα σε αυτήν ακριβώς την περίοδο των σημαντικών αλλαγών και εκκινήσεων. Υποχρέωση και καθήκον μας είναι να εργαστούμε ώστε η μεταβατική αυτή περίοδος να εξελιχθεί με τη μεγαλύτερη δυνατή ομαλότητα και αποτελεσματικότητα και να τεθούν στέρεα θεμέλια για τα επόμενα χρόνια.
Είναι σημαντικό επίσης το γεγονός ότι και οι δύο χώρες μας, μέλη του Ευρωπαϊκού Νότου, αποτελούν τις βασικές πύλες εισόδου μετανάστευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με, ενίοτε πικρή πείρα των συνεπειών της μαζικής εισροής μεταναστών στις χώρες μας. Έχουμε και οι δύο υποστεί, σε αρκετές περιπτώσεις άδικη κριτική από εταίρους και μηχανισμούς για την αντιμετώπιση της μαζικής λαθρομετανάστευσης. Και αυτό, τη στιγμή που οι δύο χώρες είμαστε θύματα ενός ετεροβαρούς θεσμικού πλαισίου, το οποίο καθιερώθηκε σε ανύποπτο χρόνο και σε ανέμελους καιρούς.
Η επισφάλεια των συνθηκών στη γειτονία της Ευρώπης, σε συνδυασμό με τη διατήρηση των γενεσιουργών αιτίων που προκαλούν τις μεταναστευτικές ροές προς την ΕΕ, επαυξάνουν την πίεση που ασκείται στα κράτη μέλη. Αυτό συμβαίνει σε μία περίοδο οικονομικής κρίσης, όταν όλες οι δυνάμεις και οι ενέργειες θα έπρεπε να είναι προσηλωμένες στις μεταρρυθμίσεις για τη διαφύλαξη της σταθερότητας και την αναζωογόνηση της ανάπτυξης. Το βάρος αυτής της πίεσης πέφτει κυρίως στα κράτη μέλη που βρίσκονται στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ και σε όσα ήδη μαστίζονται από βαθιά ύφεση και υψηλή ανεργία.
Είμαι βέβαιος ότι οι δύο Προεδρίες μας θα επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στην ανάδειξη των θετικών πτυχών μιας συνολικής ευρωπαϊκής διαχείρισης του μεταναστευτικού φαινομένου στην υπηρεσία της ανάπτυξης.
Θα καταβάλουν κάθε προσπάθεια για να αναδειχθούν όλες οι διαστάσεις των πολιτικών μετανάστευσης και κινητικότητας, με παράλληλες δράσεις για τον περιορισμό των επιπτώσεων από την λαθρομετανάστευση στην οικονομία, στην κοινωνική συνοχή και στην πολιτική σταθερότητα. Εξάλλου, η ανάπτυξη του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης αποτελεί διαχρονικά έναν από τους βασικούς στόχους της Ε.Ε..
Στην Ευρώπη, που σήμερα μαστίζεται από πολυποίκιλες προκλήσεις, η ενίσχυση της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής στους τομείς της Δικαιοσύνης και των Εσωτερικών Υποθέσεων, η οποία στηρίζεται στη γνήσια αλληλεγγύη, τη συν-ευθύνη και τη συνεργασία των κρατών-μελών, είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ.
 
Αγαπητοί Φίλοι,
Κλείνοντας, θα ήθελα να ευχαριστήσω και πάλι τις Αρχές της φίλης χώρας που μας φιλοξενεί, προεξαρχούσης της Προέδρου της Ιταλικής Βουλής, κυρίας Boldrini.
Προσβλέπω στην Διάσκεψή μας αυτή, ως έναν προπομπό ειλικρινούς και γνήσιου προβληματισμού, για την αφύπνιση των δυνάμεων εκείνων που δρουν και αποφασίζουν για το μέλλον των παιδιών μας, για το μέλλον της Ευρωπαϊκής οικογένειας.
Είναι αλήθεια ότι έχουμε καθυστερήσει πολύ. Μερικοί ισχυρίζονται ότι είναι αργά. Όμως, ποτέ δεν είναι αργά όταν είσαι υπόλογος στις επερχόμενες γενιές».

 Φωτογραφίες υψηλής ανάλυσης

Οι φωτογραφίες αναρτώνται για την πληρέστερη προβολή της κοινοβουλευτικής δραστηριότητας και η αναδημοσίευσή τους είναι ελεύθερη.





Επιστροφή
 
Η Διαδικτυακή Πύλη της Βουλής των Ελλήνων χρησιμοποιεί cookies όπως ειδικότερα αναφέρεται εδώ