Γραφείο Τύπου
Αθήνα, 12 Ιανουαρίου 2011
Κοινή συνεδρίαση της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και της Επιτροπής Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής
Η Αντιπρόεδρος της Βουλής και Πρόεδρος της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων κυρία Ροδούλα Ζήση, προήδρευσε κατά την κοινή συνεδρίαση της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και της Επιτροπής Εξωτερικών και Άμυνας. Στη διάρκεια της συνεδρίασης η Αναπληρώτρια Υπουργός Εξωτερικών κυρία Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου ενημέρωσε τα μέλη των δύο Επιτροπών για τα αποτελέσματα της Ευρωπαϊκής Συνόδου Κορυφής του Δεκεμβρίου 2010 και για τα επόμενα βήματα της ελληνικής κυβέρνησης στην Ευρώπη.
Στην εισήγησή της, η κυρία Ζήση επεσήμανε, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Είναι προφανές ότι το μείζον ζήτημα που θα απασχολήσει την Ελλάδα, αλλά και την Ευρώπη, το 2011 θα είναι και πάλι η οικονομική κρίση και οι προκλήσεις που προβάλλει για την ευρωζώνη. Μια πρώτη διαπίστωση είναι ότι οι εταίροι μας φαίνεται ότι αντιλαμβάνονται, έστω και με καθυστέρηση, την κλίμακα και τη σοβαρότητα του προβλήματος, κάτι που η Ελλάδα τόνιζε εξ αρχής. Έτσι καταφέραμε να γίνεται σήμερα λόγος επίσημα για ευρωομόλογα, για μόνιμους θεσμούς οικονομικής διακυβέρνησης και για έναν ευρωπαϊκό προϋπολογισμό που θα είναι σε θέση να στηρίξει οικονομικά το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Σίγουρα απέχουμε ακόμη πολύ από την επίτευξη αυτών των στόχων. Ωστόσο, έχουν γίνει κάποια σημαντικά πρώτα βήματα. Από την άλλη πλευρά, ο ρυθμός λήψεως αποφάσεων και ανάληψης δράσης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι διαβόητος για το χρονοβόρο χαρακτήρα του. Σε συνηθισμένες καταστάσεις, αυτή η βραδυπορία μπορεί να γίνεται ανεκτή. Όμως, δε βιώνουμε συνηθισμένες καταστάσεις όταν το μέλλον της ίδιας της ευρωζώνης διακυβεύεται.
Χρειάζεται, επομένως, δράση συντονισμένη και πολύπλευρη. Οι προτάσεις για την οικονομική διακυβέρνηση και το ευρωομόλογο υπάρχουν ήδη στο τραπέζι και συγκεντρώνουν όλο και ευρύτερη υποστήριξη. Απαιτείται, όμως, μια πολιτική εκστρατεία ενημέρωσης, ευαισθητοποίησης και πίεσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η πρόταση του Πρωθυπουργού για την ενεργοποίηση του προβλεπόμενου από τη Συνθήκη της Λισαβόνας μηχανισμού της Πρωτοβουλίας των Πολιτών με τη συλλογή ενός τουλάχιστον εκατομμυρίου υπογραφών, ώστε να τεθεί επίσημα και σε ευρωπαϊκό επίπεδο το ζήτημα της οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωζώνης και της έκδοσης ευρωομολόγου. Η Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων είχε εξετάσει τη σχετική πρωτοβουλία σε ανύποπτο χρόνο εντός του 2010, επομένως έχει ήδη γίνει μια προεργασία.
Η Ελλάδα μπορεί και οφείλει να συνεισφέρει τις δικές της προτάσεις για τη μελλοντική μορφή μιας όντως Ενωμένης Ευρώπης. Μιας Ευρώπης με στέρεες πολιτικές και θεσμικές βάσεις και με γνήσια δημοκρατική νομιμοποίηση, την οποία είναι μεγάλο ερωτηματικό αν παρέχει επαρκώς η Συνθήκη της Λισαβόνας. Μιας Ευρώπης της αλληλεγγύης, της ισότητας και της δικαιοσύνης, όπως αυτή που οραματίστηκαν οι μεγάλοι στοχαστές της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης. Μιας Ευρώπης με ισχυρή φωνή, σε θέση να προβάλει το δικό της εναλλακτικό οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο που σήμερα δέχεται επίθεση από παντού. Σε μια τέτοια Ευρώπη η Ελλάδα, με τις προσπάθεια του λαού πρώτα και της κυβέρνησης έπειτα, θα είναι σε θέση να διεκδικήσει με αξιώσεις τη δική της θέση.
Το ζητούμενο παραμένει το ίδιο: η Ένωση πρέπει να θεσπίσει αξιόπιστους μηχανισμούς οικονομικής διακυβέρνησης που θα είναι σε θέση να θωρακίσουν το ευρώ έναντι κερδοσκοπικών απειλών και επιθέσεων, αλλά και να δώσουν ώθηση σε μια περισσότερο ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη. Η οικονομική σύγκλιση και η κοινωνική συνοχή οφείλουν να είναι κεντρικοί στόχοι αυτών των μηχανισμών. Μόνο έτσι θα καταφέρει, επιτέλους, η Ευρώπη να προηγείται των εξελίξεων και να τις διαμορφώνει η ίδια και όχι να αντιδρά υπό πίεση και εκ των υστέρων στις προκλήσεις που δημιουργούν άλλοι παράγοντες της διεθνούς οικονομίας. Η Ελλάδα έχει αναλάβει τις ευθύνες της και είναι αποφασισμένη να πράξει αυτό που της αναλογεί. Είναι ώρα και η Ευρώπη να αναλάβει τις δικές της ευθύνες για τη συλλογική ευημερία των λαών της στο μέλλον. Για το λόγο αυτό θα ακούσουμε με μεγάλο ενδιαφέρον την ενημέρωση της αναπληρώτριας Υπουργού Εξωτερικών, ιδίως ενόψει της Συνόδου Κορυφής που έχει ήδη ορισθεί για τις 4 Φεβρουαρίου από την Ουγγρική Προεδρία.»
Επιστροφή