Ενημέρωση : Γραφείο Τύπου

Γραφείο Τύπου

Αθήνα, 8 Μαΐου 2025

Ο Πρόεδρος της Βουλής στην παρουσίαση του βιβλίου «Σκιές του Σύμπαντος – Όψεις της Ελληνικότητας» αφιερωμένο στη ζωή και το έργο του ζωγράφου Αλέκου Φασιανού

Στο ποιητικό σύμπαν του Αλέκου Φασιανού που καθόρισε την εικαστική πορεία και το έργο του, αναφέρθηκε στην παρουσίαση του βιβλίου του διάσημου ζωγράφου «Οι σκιές του σύμπαντος - Όψεις της ελληνικότητας» (Επιλογή κειμένων, επιμέλεια: Θανάσης Θ. Νιάρχος), ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων κ. Νικήτας Κακλαμάνης.

Ο κ. Ν. Κακλαμάνης επικεντρώνοντας την ομιλία του στην έκδοση «Στις σκιές του Σύμπαντος» τη χαρακτήρισε ως ένα πολύτιμο εργαλείο για την εμβάθυνση στο έργο του Αλέκου Φασιανού, καθώς όπως ανέφερε: «ξετυλίγεται μέσα από τα δικά του κείμενα, η φιλοσοφία του ζωγράφου στην οποία πρωταγωνιστεί η «ποίηση»».

Προσεγγίζοντας την εικαστική γλώσσα του μεγάλου Έλληνα ζωγράφου ο Πρόεδρος του Ελληνικού Κοινοβουλίου εστίασε στα βιώματα που την καθόρισαν:

 «Οι φιγούρες του, τα έντονα χρώματα, οι λιτές και καθαρές γραμμές σφραγίζουν ένα ονειρικό, οικείο περιβάλλον μέσα στο οποίο ο καθένας - μυημένος και μη - μπορεί να βρει αβίαστα ένα κομμάτι του εαυτού του. Καθοριστικοί παράγοντες σε αυτήν την μοναδική ικανότητα ήταν η μοίρα, οι καταβολές του, τα βιώματα και το περιβάλλον που τον αγκάλιασε. Με μητέρα φιλόλογο, πατέρα μουσικό και παππού ιερωμένο, ο Φασιανός καθορίστηκε υπαρξιακά από τις πρώτες ανάσες της ζωής του. Έτσι, ήρθε κι έδεσε μια σπάνια «συνταγή»: από την αρχαία ελληνική τέχνη και την αρμονία της σύνθεσης, μέχρι τη βυζαντινή μεγαλοπρέπεια, ο ζωγράφος απορρόφησε τα πρώτα ερεθίσματα της ζωής, για να μετουσιώσει στη συνέχεια σε κάτι απροσδόκητα αυθεντικό»  

Ο κ. Ν. Κακλαμάνης υπογράμμισε ακόμη, ότι: «Το κλειδί της Τέχνης του Αλέκου Φασιανού είναι η ειλικρίνεια, ο αυθορμητισμός, η οικειότητα και η έλλειψη επιτήδευσης και αυτό γιατί είχε επίγνωση των δυνάμεών του. Ήξερε το ύψος της Τέχνης του και δεν χρειαζόταν να προσποιηθεί ή να υπερθεματίσει πάνω σε αυτό. Μέσα από την απλότητα και το χιούμορ μπορούσε να αυτοσαρκαστεί χωρίς ποτέ να χάσει ούτε ένα εκατοστό από την μεγαλοσύνη του.»

Και ο Πρόεδρος της Βουλής κατέληξε αναλύοντας τη κοσμοθεωρία του Φασιανού. η οποία συνοψίζεται μεστά και πυκνά σε λίγες γραμμές μέσα στα κείμενα του ως εξής:

«Γι’ αυτό ζωγραφίζω, να συλλάβω την αιωνιότητα, τις συγκινήσεις μου, τις εικόνες που είδα και έζησα, τις υπέροχες δύσεις του ηλίου, τον ήχο των κυμάτων στην ακρογιαλιά, τον άνεμο του Αυγούστου που δροσίζει τα πρόσωπα, το κόκκινο χώμα που μας δίνει τον έρωτα και την ηδονή» είπε χαρακτηριστικά.

Η παρουσίαση του βιβλίου πραγματοποιήθηκε στο Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη και εκτός του Προέδρου του Ελληνικού Κοινοβουλίου, μίλησαν επίσης οι δημοσιογράφοι κ.κ. Θανάσης Λάλας, Γιώργος Παπαχρήστος και ο σκηνοθέτης κ. Δημήτρης Τάρλοου, ενώ αποσπάσματα διάβασε η κ. Κορίνα Γκούγκουλη.  

Ακολουθεί, αναλυτικά η ομιλία του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων

«Εάν για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου κλείσω τα μάτια και σκεφτώ ποια εικόνα μπορώ να συνταιριάξω με τη μορφή και το έργο του Αλέκου Φασιανού, αυτή θα ήταν του ποδηλάτη.

Όχι όμως όπως τον έχουμε συνηθίσει ή όπως εκείνος τον έχει απεικονίσει... Μετά από σκέψη, αλλά και μέσα από τις σελίδες της έκδοσης που προλογίζουμε σήμερα, θα έλεγα πως τον φαντάζομαι σαν τον ποδηλάτη των ονείρων μας...

Σαν ένα αερικό που διατρέχει τη νεότερη Ελλάδα, την Τέχνη, τη Φύση και τους ανθρώπους της, αξιοποιώντας την πρώτη ύλη ενός συλλογικού ονείρου.

Πώς αλλιώς θα μπορούσε να είναι εξάλλου; Αφού οι φιγούρες του, τα έντονα χρώματα, οι λιτές και καθαρές γραμμές σφραγίζουν ένα ονειρικό, οικείο περιβάλλον μέσα στο οποίο ο καθένας – μυημένος και μη- μπορεί να βρει αβίαστα ένα κομμάτι του εαυτού του...

Καθοριστικοί παράγοντες σε αυτή τη μοναδική ικανότητα ήταν η μοίρα, οι καταβολές του, τα βιώματα και το περιβάλλον που τον αγκάλιασε. Με μητέρα φιλόλογο, πατέρα μουσικό και παππού ιερωμένο, ο Φασιανός καθορίστηκε υπαρξιακά από τις πρώτες ανάσες της ζωής του. Έτσι, ήρθε κι έδεσε μια σπάνια “συνταγή”: από την αρχαία ελληνική τέχνη και  την αρμονία της σύνθεσης, μέχρι τη βυζαντινή μεγαλοπρέπεια, ο ζωγράφος απορρόφησε τα πρώτα ερεθίσματα της ζωής, για να τα μετουσιώσει στη συνέχεια σε κάτι απροσδόκητα αυθεντικό.

Από τις οικογενειακές καταβολές μέχρι τις ώριμες προσλαμβάνουσες της ενήλικης ζωής του, ο Φασιανός άπλωσε το έργο του πάνω στον καμβά της ελληνικής παράδοσης, με ακλόνητη πίστη στον Άνθρωπο, στη Φύση και την Ελλάδα. Αν και τυπικά η Τέχνη του ανήκει στη γενιά του ‘60, εκείνος προτίμησε να ακολουθήσει τα διδάγματα της γενιάς του ‘30. Και το έκανε με ειλικρίνεια και με ένα θαυμαστό θάρρος, την ώρα που αρκετοί ομότεχνοί του πάσχιζαν να συμβαδίσουν με αμετάφραστα, ξένα ρεύματα που υπαγόρευαν την “Τέχνη για την Τέχνη”. Κάποτε ο Ελύτης έλεγε πως “οι περισσότεροι καλλιτέχνες με απελπισία είχανε καταθέσει τα όπλα μπροστά στη χιλιομεταχειρισμένη παραστατική ζωγραφική”.

[...] Κι όμως ο Φασιανός “επέτυχε να διαχύσει ένα είδος δροσιάς που οι κουρασμένοι των σημερινών μεγαλουπόλεων, όχι χωρίς κάποιαν έκπληξη, αποδεχθήκανε σαν ευεργετική ανοιξιάτικη βροχούλα”.

Αυτό πιστεύω πως είναι το κλειδί της Τέχνης του Αλέκου Φασιανού. Η ειλικρίνεια. Ο αυθορμητισμός. Η οικειότητα και η έλλειψη επιτήδευσης. Και αυτό γιατί είχε επίγνωση των δυνάμεών του. Ήξερε το ύψος της Τέχνης του και δεν χρειαζόταν να προσποιηθεί ή να υπερθεματίσει πάνω σε αυτό. Μέσα από την απλότητα και το χιούμορ, μπορούσε να αυτοσαρκαστεί χωρίς ποτέ να χάσει ούτε ένα εκατοστό από τη μεγαλοσύνη του. Όπως τότε που δήλωνε πως τα υλικά των έργων του τα έφτιαχνε μόνος του, λέγοντας πως “το ατελιέ μου είναι σαν κουζίνα. Μαγειρεύω και φτιάχνω μοναδικές συνταγές”.

Πότε λοιπόν μάγειρας! Πότε ζωγράφος, πότε γλύπτης και πότε χαράκτης. Και πότε ποδηλάτης, κατ’εμέ. Αλλά και, για να φτάσουμε στην έκδοση που προλογίζουμε σήμερα, πότε συγγραφέας και αρθρογράφος.

Στις “Σκιές του Σύμπαντος” λοιπόν, ξετυλίγεται μέσα από τα δικά του κείμενα η φιλοσοφία του ζωγράφου, στην οποία πρωταγωνιστεί η “ποίηση”. Αφενός η δημιουργία σε κάθε έκφανσή της και αφετέρου η διορατικότητα με την οποία αντιμετωπίζει την Τέχνη ο αληθινός ποιητής.

Ανάμεσα στα λόγια του Σωτήρη Σόρογκα, ξεχώρισα την αναφορά του στον “οικουμενισμό” του Φασιανού, που γέννησε νέες μορφές και κώδικες, βγαλμένους από τις παραδόσεις. Όπως ακριβώς δηλαδή υποστήριξαν κάποτε με το έργο τους και διεθνείς λογοτέχνες όπως ο Τζόις ή ο Έλιοτ.

Παράλληλα, ο δικός μας Βαγγέλης Χρόνης εστιάζει στην πνευματικότητα του φυσικού χώρου, που αποτελεί το κύριο πεδίο έμπνευσης του Φασιανού. Την ίδια στιγμή εντοπίζει την αδυναμία του σε λαϊκούς ζωγράφους και μαρμαρογλύπτες, με κορυφαία τη μορφή του Θεόφιλου. Αλλά υπενθυμίζει και την ευρυμάθειά του, που απλώνεται από την ιστορία, τη μυθολογία, τη θρησκευτική παράδοση, τη μουσική, τη γεωγραφία, την αστρονομία και το θέατρο.

Κοινό και κομβικό σημείο, τόσο στην αναδρομή τού Σόρογκα, όσο και του Χρόνη, είναι η αμέριστη υποστήριξη και ο ενθουσιασμός που εκδήλωσαν τόσο οι ομότεχνοί του, όπως ο δάσκαλός του Μόραλης, ο Κεφαλληνός και ο Παππάς, όσο και ένας ευρύς κύκλος διανοούμενων, όπως ο Εμπειρίκος, ο Ελύτης, ο Σαχτούρης, ο Καρούζος, η Βακαλό και ο Ταχτσής. Ειδικά για όλους αυτούς ο Αλέκος Φασιανός ένιωθε πάντα πραγματικά ευγνώμων.

Στον πρόλογο του Τάκη Μαυρωτά ξεχώρισα τα λόγια του ζωγράφου που κάποτε δήλωνε πως “δεν είμαι νοσταλγός του παρελθόντος, αλλά το χρησιμοποιώ σαν παρόν”. Αλλά και μερικά ακόμα του Εγγονόπουλου, που προοιωνίζουν το ύφος των κειμένων του ίδιου του Φασιανού:

“Αν εγώ αφιερώθηκα στην τέχνη, το’κανα γιατί η ζωή είναι τόσο παράλογη που, αν δεν έχει κανείς αυτές τις διαφυγές προς το ανιδιοτελές, του γίνεται ανυπόφορη”.

Θα ήταν άδικο για όλους όσοι δεν είχαν ακόμη την τύχη να περπατήσουν στις σελίδες των “Σκιών του Σύμπαντος” να προδώσω τις μαγικές στιγμές και τα συναισθήματα που θα βιώσουν διαβάζοντάς τις. Ωστόσο θέλω να μου επιτρέψετε να αναφερθώ σε μερικά μόνο σημεία, τα οποία δικαιώνουν το χαρακτηρισμό του “ποδηλάτη” που του απέδωσα από την αρχή. Από τα παιδικά του χρόνια ως την ώριμη ζωή, ο Φασιανός  είχε την ανάγκη να κινηθεί μέσα στο γνώριμο, στο οικείο, στο καθησυχαστικό. Γι’αυτό και μέσα από τις εικόνες των παιδικών του χρόνων λέει πως έμαθε να “ζωγραφίζει ασκούμενος μοναχός του”. Για μένα η συγκεκριμένη επιλογή λέξεων από τον Φασιανό δεν είναι ούτε τυχαία ούτε μονοσήμαντη, αλλά υπαινίσσεται κάτι βαθιά ασκητικό. Γιατί ως άλλος “μοναχός” της Τέχνης του, αφοσιώνεται με ευλάβεια για να προσφέρει κάτι αληθινά προσιτό και συνάμα μυσταγωγικό.

Την ίδια στιγμή αποκαλύπτει με ζωηρά χρώματα τη συνάφεια μεταξύ Τέχνης και ποίησης, καταλήγοντας στο ότι “η ποίηση, η διήγηση δίνει ένα έναυσμα στον ζωγράφο να αρχίσει να ”γράφει” την εικόνα του”. Γι’αυτό εξάλλου αναφέρει μέσα στα κείμενά του πως “μέσα από τα μάτια των ποιητών προχώρησε η ζωγραφική μου, όχι μέσα από τους νόμους της ζωγραφικής, αλλά μέσα από την ελευθερία της τέχνης”.

Το λαϊκό τοπίο του Φασιανού είναι κάτι “νοσταλγικό, νεοελληνικό, όπου στο χώμα φύονται οι κίονες και οι πεσσοί”... Και μέσα του, όπως λέει, “κοιμούνται γίγαντες μαρμάρινοι περιμένοντας την αφύπνισή τους. Κι εγώ το ζωγραφίζω”.

Σε έναν τέτοιον ακριβώς χώρο εντοπίζει τη μοναδικότητα του Θεόφιλου, που υπεραγαπούσε: ως διαμορφωτή μιας νέας εθνικής ζωγραφικής συνείδησης, που μας χάρισε μια “άλλη περηφάνια”. Μια Τέχνη, που συνειδητά επέκτειναν στη συνέχεια οι Παρθένης, Διαμαντόπουλος, Τσαρούχης, Νικολάου και Μόραλης.

Με μόνιμη επωδό τη φράση “μη μιμείσθε” ο Αλέκος Φασιανός, σαν ένα πινέλο στα χέρια του Κώστα Ταχτσή “αισθάνθηκε την Ελλάδα όπως είναι, μ’ένα μάτι καθαρό, περιγράφοντας τη ζωή του ή τη ζωή των άλλων γύρω απ’αυτό που έζησε, μεγάλωσε και είδε”. Αυτός πιστεύω πως ήταν και ένας λόγος που έδεσε με τον συγγραφέα.

Ο Φασιανός συνοψίζει μεστά και πυκνά την κοσμοθεωρία του σε λίγες γραμμές μέσα στα κείμενά του: “γι’αυτό ζωγραφίζω. Για να συλλάβω την αιωνιότητα, τις συγκινήσεις μου, τις εικόνες που είδα και έζησα, τις υπέροχες δύσεις του ηλίου, τον ήχο των κυμάτων στην ακρογιαλιά, τον άνεμο του Αυγούστου που δροσίζει τα πρόσωπα, το κόκκινο χώμα που μας δίνει τον έρωτα και την ηδονή”.

Αυτές οι λίγες γραμμές είναι που προδίδουν έναν αληθινό ποιητή τής ζωγραφικής τέχνης, ή -όπως θα έλεγα εγώ- έναν “ποδηλάτη των ονείρων μας”.

Εύχομαι οι σελίδες του βιβλίου που θα έχετε τη χαρά να απολαύσετε, να σας χαρίσουν τις ίδιες, αν όχι πολλαπλάσιες, συγκινήσεις με αυτές που έζησα εγώ, διαβάζοντάς το.

Θερμά συγχαρητήρια στους εμπνευστές και τους επιμελητές του βιβλίου και ένα “καλό ταξίδι” σε αυτή την πολύτιμη έκδοση».  


 Φωτογραφίες υψηλής ανάλυσης

Οι φωτογραφίες αναρτώνται για την πληρέστερη προβολή της κοινοβουλευτικής δραστηριότητας και η αναδημοσίευσή τους είναι ελεύθερη.





Επιστροφή
 
Η Διαδικτυακή Πύλη της Βουλής των Ελλήνων χρησιμοποιεί cookies όπως ειδικότερα αναφέρεται εδώ