Α. Τα Εθνικά Κοινοβούλια και η Ε.Ε.
Από την αρχή της ευρωπαϊκής ενοποίησης, τα Κράτη Μέλη αναγνώρισαν την ανάγκη να καθοριστούν κοινές αρχές όσον αφορά την πληροφόρηση και τη συμβολή των εθνικών κοινοβουλίων. Σήμερα, τα εθνικά Κοινοβούλια δεν αρκούνται πλέον στο να κυρώνουν τις νομοθετικές πράξεις της Ε.Ε. και να ελέγχουν περιστασιακά τις κυβερνήσεις τους που διαμορφώνουν την ευρωπαϊκή πολιτική. Το αίτημα της έγκαιρης και ουσιαστικής ενημέρωσης των εθνικών Κοινοβουλίων γύρω από τις αποφάσεις που λαμβάνονται στα Συμβούλια Υπουργών, καθώς και το νομοθετικό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προκειμένου να διαμορφώνουν άποψη και να διατυπώνουν εμπρόθεσμα και πιο ουσιαστικά γνώμη γύρω από τη δράση της Ε.Ε., έχει προσλάβει νέες διαστάσεις στη διευρυνόμενη Ευρωπαϊκή επικαιρότητα.
Ο ρόλος των εθνικών Κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) έχει ενισχυθεί σημαντικά την τελευταία εικοσαετία, μέσα από τις συζητήσεις για την αντιμετώπιση του δημοκρατικού ελλείμματος και την επεξεργασία των Συνθηκών της Ε.Ε.
Από το 1989, βουλευτές των εθνικών κοινοβουλίων όπως και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου συνεδριάζουν κάθε έξι μήνες στο πλαίσιο της διάσκεψης των επιτροπών ευρωπαϊκών υποθέσεων (COSAC) με σκοπό κυρίως την ανταλλαγή πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών.
Η Συνθήκη της Λισαβόνας του 2007 αποτελεί σταθμό για τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, αφιερώνοντάς τους για πρώτη φορά ένα ολόκληρο άρθρο, ενώ παράλληλα θέτει τις βάσεις για τη διαμόρφωση της διακοινοβουλευτικής συνεργασίας με σκοπό το συντονισμένο έλεγχο των ευρωπαϊκών πολιτικών και της ενωσιακής νομοθεσίας. Έτσι, το άρθρο 12 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση περιλαμβάνει όλες τις διατάξεις σχετικά με τα εθνικά κοινοβούλια που ήταν διάσπαρτες στις ιδρυτικές Συνθήκες:
«Τα εθνικά κοινοβούλια συμβάλλουν ενεργά στην καλή λειτουργία της Ένωσης:
α) με το να ενημερώνονται από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και να τους κοινοποιούνται τα σχέδια νομοθετικών πράξεων της Ένωσης σύμφωνα με το Πρωτόκολλο σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση,
β) μεριμνώντας ώστε να τηρείται η αρχή της επικουρικότητας σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο Πρωτόκολλο σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας,
γ) συμμετέχοντας, στα πλαίσια του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, στους μηχανισμούς αξιολόγησης της υλοποίησης των πολιτικών της Ένωσης σε αυτό τον τομέα, σύμφωνα με το άρθρο 70 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και συμπράττοντας στον πολιτικό έλεγχο της Ευρωπόλ και στην αξιολόγηση των δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Μονάδας Δικαστικής Συνεργασίας (Eurojust), σύμφωνα με τα άρθρα 88 και 85 της εν λόγω Συνθήκης,
δ) συμμετέχοντας στις διαδικασίες αναθεώρησης των Συνθηκών, σύμφωνα με το άρθρο 48 της παρούσας Συνθήκης,
ε) με το να ενημερώνονται σχετικά με τις αιτήσεις προσχώρησης στην Ένωση, σύμφωνα με το άρθρο 49 της παρούσας Συνθήκης,
στ) λαμβάνοντας μέρος στη διακοινοβουλευτική συνεργασία μεταξύ εθνικών κοινοβουλίων και με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.»
Β. Η Βουλή των Ελλήνων και η Ε.Ε.
Νομοθετικό έργο, Κοινοβουλευτικός Έλεγχος και Κοινοτική Νομοθεσία
Το νομοθετικό έργο της Βουλής στα θέματα της Ε.Ε. δεν εξαντλείται στην κύρωση των σχετικών Συνθηκών και την ψήφιση των νόμων που απαιτούνται για την ενσωμάτωση του κοινοτικού δικαίου στην εσωτερική έννομη τάξη.
Η Βουλή ενημερώνεται για το υπό εκπόνηση νομοθετικό έργο της Ε.Ε. (άρθρο 41Β ΚτΒ), ενώ δύναται να διατυπώσει Γνώμη επί κανονιστικών πράξεων της ΕΕ είτε σε επίπεδο επιτροπών (41Βπαρ.γ ΚτΒ), είτε σε επίπεδο Ολομέλειας (41Β παρ. δ ΚτΒ), σύμφωνα με τις προβλέπεις του πρωτοκόλλου 2 της ΣΛΕΕ. Η Βουλή των Ελλήνων λαμβάνει υπόψη της την εκδοθείσα κοινοτική νομοθεσία κατά την άσκηση των νομοθετικών αρμοδιοτήτων της∙ το νομοσχέδιο που κατατίθεται στη Βουλή για συζήτηση και ψήφιση συνοδεύεται υποχρεωτικά από την αιτιολογική έκθεση στην οποία., μεταξύ άλλων, αναφέρονται και οι σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις του κοινοτικού δικαίου.
Κοινοβουλευτικός έλεγχος σε θέματα της Ε.Ε.
Η Βουλή παρακολουθεί και ελέγχει την πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας με την άσκηση του κοινοβουλευτικού ελέγχου. Πέραν των μέσων συνήθους και τακτικού κοινοβουλευτικού ελέγχου (ερωτήσεις, επερωτήσεις, αιτήσεις κατάθεσης εγγράφων, επίκαιρες ερωτήσεις και επερωτήσεις), η Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων (ΕΕΥ), στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της και οι υπόλοιπες Διαρκείς Επιτροπές επί θεμάτων αρμοδιότητας, δύνανται να καλέσουν μέλη της Κυβέρνησης προκειμένου να λάβουν ενημέρωση για την πορεία των διαπραγματεύσεων στα Συμβούλια Υπουργών ή και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Οι συζητήσεις στη Βουλή για την πορεία της Ελλάδος στην Ε.Ε.
Οι «συζητήσεις προ ημερησίας διατάξεως», που διεξάγονται σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων αποτελούν ένα σημαντικό βήμα για τη συζήτηση θεμάτων ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος. Όπως ορίζει το σχετικό άρθρο 143 του Κανονισμού της Βουλής, «κατά τη διάρκεια κάθε βουλευτικής συνόδου διεξάγονται υποχρεωτικά επτά συζητήσεις προ ημερησίας διατάξεως, εκ των οποίων η μία αποτελεί δικαίωμα της Κυβέρνησης, μία του Προέδρου της Βουλής και οι υπόλοιπες πέντε της Αντιπολίτευσης. Το θέμα της συζητήσεως που ανήκει στην επιλογή της Κυβέρνησης πρέπει να αναφέρεται στην πορεία της χώρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση …».