Ενημέρωση

Ομιλίες Προέδρου Βουλής


Αθήνα, 28 Μαϊου 2024

Ομιλία του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων κ. Κωνσταντίνου Τασούλα στην παρουσίαση του βιβλίου των Άγγελου Συρίγου και Ευάνθη Χατζηβασιλείου «Μεταπολίτευση 1974-1975, 50 ερωτήματα και απαντήσεις»

Σεβασμιότατοι,

Κύριοι συνάδελφοι, κυρίες συνάδελφοι,

Κυρίες και κύριοι,

Πράγματι το βιβλίο αυτό όπως το διάβασα θα είναι από τα πληρέστερα βιβλία που περιγράφουν μία από τις κρισιμότερες ιστορικά και πολιτικά στιγμές της νεοελληνικής ιστορίας. 

Τη Μεταπολίτευση.

Και είναι κρίσιμο αυτό το βιβλίο και χρήσιμο διότι εκπληροί κατά τη γνώμη μου στα δικά μου μάτια, στη δική μου εμπειρία, στη δική μου αίσθηση αναγκαιότητας παρόμοιων συγγραμμάτων, εκπληροί δύο σημαντικές παραμέτρους, την παράμετρο της διευκόλυνσης των πολιτών ώστε να μην είναι ανιστόρητοι και των γεγονότων να μην είναι ανιστόρητα.

Και τη δεύτερη ανάγκη, που είναι σημαντικότερη κατά τη γνώμη μου, μας διευκολύνει στο να βγάλουμε ορισμένα διδάγματα, ορισμένα συμπεράσματα για το πώς γίνονται οι χειρισμοί σε τέτοια κρίσιμα ζητήματα ιστορικά και πόση μεγάλη σημασία έχουν τελικά στην πολιτική πάνω κι από τους θεσμούς κ. Αλιβιζάτο, τολμώ να πω, τα πρόσωπα. 

Διότι η μεταπολίτευση έγινε σε κενό θεσμών. Και δημιουργήθηκαν οι θεσμοί από πρόσωπα αξιόλογα ιστορικά τα οποία δάμασαν τα γεγονότα, δάμασαν τις εξελίξεις και κατάφεραν με ατσάλινα νεύρα, σε πυκνό λίγο χρόνο να πραγματώσουν ιστορικές εξελίξεις αποτρέποντας απίστευτα δεινά.  Άρα το βιβλίο των δύο αξιόλογων συγγραφέων, του συναδέλφου στη Βουλή καθηγητού πανεπιστημίου κυρίου Συρίγου και του κυρίου Χατζηβασιλείου καθηγητή του πανεπιστημίου επίσης, Γενικού Γραμματέα του Ιδρύματος της βουλής των Ελλήνων, έχει δύο επιτεύγματα.

Μας βοηθάει, ιδίως τους νεότερους, να κατανοήσουμε τη σύγχρονη ιστορία μας πάνω στην οποία ακουμπάει η σημερινή πορεία του κοινοβουλευτισμού και της δημοκρατίας, αλλά μας βοηθάει επίσης και ως πολίτες να αντιληφθούμε τις ευθύνες που έχουμε, όταν αναθέτουμε τη διακυβέρνηση της χώρας .

Γιατί όταν αποφασίζουμε να ψηφίσουμε και να αναθέσουμε τη διακυβέρνηση της χώρας δεν έχουμε κάνει καμία συμφωνία ότι αυτά τα πρόσωπα θα κυβερνήσουν σε εύκρατες συνθήκες.

Αυτά τα πρόσωπα μπορεί να αντιμετωπίσουν τις πρωτόγνωρες συνθήκες που αντιμετώπισε τότε ο Καραμανλής και η στενή ομάδα του και που κατά τη γνώμη μας τα έβγαλαν πέρα.

Ας δούμε ποιες ήταν οι συνθήκες στην Ελλάδα πριν τη δικτατορία, γιατί η δικτατορία δεν έγινε αιφνίδια και απροσδόκητα.

Η δικτατορία όπως πολύ σωστά υποστηρίζει το λαμπρό αυτό σύγγραμμα  ήταν το αποκορύφωμα της λεγόμενης σχετικότητας των θεσμών, της λεγόμενης κρίσεως των θεσμών, μιας ορολογίας, η πατρότητα της οποίας ανήκει στον παρακαθήμενο καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου κύριο Αλιβιζάτο.

Η δικτατορία λοιπόν ήταν το αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας κρίσεως των θεσμών και η μεταπολίτευση ήταν εκείνο το οποίο σήμερα κάνει αυτή την κρίση να φαντάζει στα μάτια μας αδιανόητη.

Αλλά για να καταλάβετε πόσο καθόλου αδιανόητη δεν ήταν η κρίση των θεσμών και η αντίληψη ότι ο στρατός δικαιούται να αναμειγνύεται στα πολιτικά πράγματα, ενώ τώρα αυτό θεωρείται αδιανόητο και ευλόγως αδιανόητο λογικά, συνταγματικά, πολιτικά, αισθητικά, θα σας διαβάσω ένα απόσπασμα από μία ομιλία, η οποία είχε γίνει στο «Χίλτον» τον Μάρτιο του 1966 και η όποια ομιλία έγινε σε τέσσερις φάσεις. Έγιναν τέσσερις ομιλίες μέσα στον Μάρτιο του ’66, τυπώθηκε σε βιβλίο αυτή η ομιλία με τίτλο «Ο φόβος της δικτατορίας».

Ομιλητής και συγγραφέας του βιβλίου ήταν ο τότε διευθυντής της «Απογευματινής», ο Σάββας Κωνσταντόπουλος.

Ο Σάββας Κωνσταντόπουλος, λοιπόν, έκανε μια σειρά ομιλιών το 1966 με θέμα «ο φόβος της δικτατορίας» και απερίφραστα λέει ότι η πείρα διδάσκει, ότι οι ένοπλες δυνάμεις αναμειγνύονται στην πολιτική για δύο λόγους: Ή από εθνικές ανησυχίες όταν βλέπουν ένα κόμμα ή το σύνολο του πολιτικού κόσμου να θέτει σε κίνδυνο ζωτικά συμφέροντα της πατρίδος ή από πολιτικές ανησυχίες, όταν μία κυβέρνηση εκδηλώνει την πρόθεση να εγκαταστήσει την κομματική επιρροή στις ένοπλες δυνάμεις και συνεπώς αμύνονται.

Δεν εθεωρήθησαν αυτές οι απόψεις ανήκουστες.

Απάντησαν γραπτώς σε αυτές τις ομιλίες του Κωνσταντόπουλου τέσσερις διατελέσαντες πρωθυπουργοί εκείνη την εποχή.

Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Δ. Κιουσόπουλος, ο Κ. Γεωργακόπουλος και ο Ι. Παρασκευόπουλος. Ο Κιουσόπουλος ήταν πρωθυπουργός στις εκλογές του 1952 στην υπηρεσιακή κυβέρνηση, εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, διακεκριμένος νομικός.

Ο Γεωργακόπουλος ήταν πρωθυπουργός στις εκλογές του 1958, πρόεδρος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού και ο Παρασκευόπουλος ήταν υποδιοικητής της Εθνικής Τραπέζης και ήταν ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός, στις εκλογές του 1964.

Αυτοί απάντησαν γραπτώς στον Κωνσταντόπουλο και κανείς δεν είπε ούτε ο Κανελλόπουλος ούτε κανείς από αυτούς, ότι αυτά που λες είναι αδιανόητα και δεν δικαιούνται επ’ ουδενί οι ένοπλες δυνάμεις με την παραμικρή δικαιολογία να αναμιχθούν στο πολιτικό γίγνεσθαι. Αλλά του είπαν και οι τέσσερις με το δικό τους τρόπο, ότι για να αποφευχθεί ο φόβος της δικτατορίας, που ήταν ο τίτλος των ομιλιών του,  πρέπει να μη δώσουμε αφορμή ή πρόσχημα στις ένοπλες δυνάμεις για να επικαλεστούν αυτές τις δικαιολογίες ή αυτά τα προσχήματα.

Και λέω αυτό το παράδειγμα για να δείξω στα σημερινά μάτια μας, που αυτό θεωρείται αδιανόητο, ότι την εποχή της κρίσεως των θεσμών, αυτό ήταν κάτι που αντιμετωπιζόταν σαν ένα από τα πιθανά ενδεχόμενα και δεν προκαλούσε την αποστροφή ή την καταγγελία, που αυτομάτως θα προκαλούσε σήμερα. Και το λέω για να καταλάβουμε πως και γι’ αυτούς τους λόγους οδηγηθήκαμε εκεί και πόσο δύσκολα ήταν τα πράγματα μετά.

Προχωρούμε.

Στις 29 Νοεμβρίου του 1967, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έδωσε μία συνέντευξη στη γαλλική εφημερίδα «Λε Μόντ» ευρισκόμενος στο Παρίσι.

Σε εκείνη τη συνέντευξη, που δημοσιεύτηκε μετά από λίγες μέρες σε ελληνικές εφημερίδες, μιλάει για το τι πρέπει να γίνει μετά την πτώση της δικτατορίας. 

Είμαστε στο ’67, Νοέμβριο, λίγους μήνες μετά τη δικτατορία και ο Καραμανλής με τη συγκρότηση και τη λακωνικότητα που είχε, λέει στη γαλλική εφημερίδα ότι με την αποκατάσταση της δημοκρατίας που πρέπει να γίνει στην Ελλάδα, ότι η κυβέρνηση που θα αναλάβει αυτό το καθήκον, το οποίο ανέλαβε η δική του κυβέρνηση μετά από επτά χρόνια, πρέπει πρώτα να κατασιγάσει τα πάθη και να δημιουργήσει τις ψυχολογικές προϋποθέσεις για τον εκσυγχρονισμό της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Να καταρτίσει το νέο σύνταγμα,  το οποίο θα είναι αυστηρό, και θα καθιερώσει την κυβερνωμένη αντί της κυβερνώσης δημοκρατίας, να αναδιαρθρώσει τη διοίκηση και την παιδεία, να εξυγιάνει την οικονομία, να αποκαταστήσει την πειθαρχία στο στράτευμα, να λύσει, να θέσει υπό έλεγχο το Κυπριακό, το οποίο ακαίρως και αδεξίως ανακαινειθέν, απειλεί μονίμως τη γαλήνη της χώρας. Και τέλος να διεξαγάγει δημοψήφισμα και εν συνεχεία εκλογές που θα επιτρέψουν στον λαό να αξιοποιήσει την πείρα που απέκτησε και να καταστήσει τις ανωτέρω μεταρρυθμίσεις αφετηρία μιας νέας πολιτικής ζωής απηλλαγμένης από τις προκαταλήψεις του παρελθόντος.

Ο Καραμανλής, δηλαδή, επτά χρόνια πριν περιέγραψε αυτό που έκανε επτά χρόνια μετά ο ίδιος υπό συνθήκες απίστευτης δυσκολίας.

Το βιβλίο του κυρίου Συρίγου και του κυρίου Χατζηβασιλείου χωρίζεται σε οκτώ ενότητες και με τη διδακτική μέθοδο των ερωτοαπαντήσεων καλύπτει όλο το φάσμα της πυκνής και κρίσιμης διετίας ‘74 –’75, που θεωρούν ότι είναι η κυριολεκτική μεταπολίτευση, με αρχή τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου, που αφίχθη ο Καραμανλής από το Παρίσι για να εφαρμόσει όσα είπε στη συνέντευξή του το ‘67 . Και λήξη, τυπική, τη δημοσίευση του συντάγματος του 1975, τον Ιούνιο του ‘75 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,  μία μέρα πριν η Ελλάδα υποβάλει την επίσημη πρόταση της για αναθέρμανση των συνομιλιών με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα για να διεκδικήσει και πάλι την ένταξή της στις ευρωπαϊκές κοινότητες. Στις 11 Ιουνίου δημοσιεύθηκε το Σύνταγμα, 12 Ιουνίου του ‘75 υπεβλήθη η πρόταση για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για την ένταξή μας στις οικονομικές κοινότητες.

Η κατάσταση που ανέλαβαν να φέρουν σε πέρας ήταν δραματική.

Μπορώ να το συνοψίσω, ότι ήταν ανάμεσα στις εξής συμπληγάδες.

Ήταν η ισχύς του δικτατορικού καθεστώτος, που δεν είχε πλήρως αντιληφθεί το κακό που είχε κάνει στη χώρα και ήταν και η αξίωση της κοινής γνώμης αλλά και πολιτικών δυνάμεων που άρχισαν να εμφανίζονται στο προσκήνιο για δραστικότατες εκκαθαρίσεις οι οποίες όμως, αν ελάμβαναν χώρα εκείνη τη στιγμή στην έκταση που εζητούντο, θα είχαμε, το πιο πιθανό, μια αναθέρμανση της δικτατορίας, μία αντίδραση η οποία μπορεί να οδηγούσε τα πράγματα σε απίστευτες εξελίξεις.

Για να καταλάβετε, αυτό το στοιχείο της ισχύος παρά την αυτοκατάλυση του δικτατορικού καθεστώτος θα σας διαβάσω επί τροχάδην ορισμένα έγγραφα από την Κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών το 1976 και 1977 που αφορούν συμπεριφορές αξιωματικών της χωροφυλακής. Για να καταλάβετε, παρά το γραφικό της διατυπώσεως και το ενδεχομένως καταγέλαστο της συμπεριφοράς αυτών που επισημαίνεται η συμπεριφορά τους, για να καταλάβετε πως τα πράγματα ούτε αυτονόητα ήταν ούτε ελύθησαν διά μαγείας, αλλά ήταν μία απίστευτη προσπάθεια ισορροπίας ανάμεσα σε αυτές τις συμπληγάδες πέτρες .

«Ταγματάρχης τάδε, υπηρετεί στο αστυνομικό τμήμα Ναυπλίου. Εις  τας συζητήσεις του εκφράζεται υπέρ της δικτατορίας και καταφέρεται κατά της κυβερνήσεως. Ταγματάρχης τάδε υπηρετεί στη Γλυφάδα εις τας συζητήσεις του καταφέρεται μετά φανατισμό εναντίον του πρωθυπουργού και της κυβερνήσεως. Ούτος εις γενόμενη συγκέντρωση ξενοδόχων περιοχής Γλυφάδας είπε τα ακόλουθα: “Ο Καραμανλής πέρασε από κομμουνιστικά σεμινάρια στο Παρίσι και πρέπει να ανατραπεί, διότι είναι κομμουνιστής”».

Μη σας φαίνονται γελοία όλα αυτά, έχουν άλλη αξία το ‘76 και το ‘77 και δείχνουν όλη αυτή την ένταση και όλη αυτή την παρανοϊκότητα, αλλά και τη σκληρότητα της κρίσης των θεσμών.

«Ταγματάρχης τάδε υπηρετεί εις ασφάλεια Νέας Ιωνίας. Καταφέρεται ευθέως κατά της κυβερνήσεως. Χαρακτηριστικά, είπε ότι ο Καραμανλής έδωσε  ασυδοσία εις τους κομμουνιστάς και η Δημοκρατία είναι κουραφέξαλα. Αντισυνταγματάρχης τάδε συμμετέχει εις παράνομον συνωμοτική κίνηση, ήτις συντελείται εντός των σωμάτων ασφαλείας».

Εκατοντάδες τέτοια σημειώματα και πώς να τα χειριστείς όλα αυτά και πώς να ξεπεράσεις τα προβλήματα τα οποία άρχισαν με την τραγωδία της Κύπρου και εξελίχθηκαν με έναν τρόπο ο οποίος στην πραγματικότητα επέτρεψε ή επέβαλε στο διεθνή τύπο να μιλήσει ότι αυτό που συνέβη στην Ελλάδα, σε αντίθεση με την Πορτογαλία που κινδύνευσε να πάει σε εμφύλιο πόλεμο ή την Ισπανία, ήταν ένα πολιτικό θαύμα.

Ας δούμε λίγο τις εκφάνσεις αυτού του πολιτικού θαύματος. Οι εκφάνσεις αυτού του πολιτικού θαύματος περιγράφονται μέσα στην πυκνότητα των εξελίξεων των πρώτων ημερών, των πρώτων μηνών. Ο Λαμπρίας είχε γράψει ότι οι ρυθμοί του Καραμανλή εκείνους τους μήνες ήταν ασθματικοί, προκαλούσαν λοιπόν λαχάνιασμα στους συνεργάτες του γιατί έπρεπε να πάρει γρήγορα συγκλονιστικές αποφάσεις.

Εκδόθηκαν συντακτικές πράξεις: 1 Αυγούστου, 7 Αυγούστου, 3/9, 4/9, 3/10 και 5/10. Αυτές οι συντακτικές πράξεις αποκατέστησαν τη νομιμότητα και έδωσαν στο υπουργικό συμβούλιο τη δυνατότητα να νομοθετεί ελλείψει κοινοβουλίου και μέχρι να έχουμε Κοινοβούλιο. Φρόντισαν να αποκατασταθεί η δημοκρατική νομιμότητα με την ελεύθερη ίδρυση πολιτικών κομμάτων, με την κατάργηση των απαγορεύσεων πολιτικών κομμάτων, με την αποκατάσταση της δημοκρατίας στα πανεπιστήμια, στη δικαιοσύνη,  με το ξεκίνημα των δικών της δικτατορίας και φυσικά με την προσφυγή στις κάλπες.

Είχαμε εκλογές 17 Νοεμβρίου 1974, δημοψήφισμα 8 Δεκεμβρίου και δημοτικές εκλογές 30 Μαρτίου 1975. Σε λιγότερο από 5 μήνες έγιναν 3 εκλογές σε μία χώρα η οποία είχε να κάνει εκλογές 10 χρόνια. Είχαμε νέο Σύνταγμα και είχαμε νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Είχαμε εξορία, εκτόπιση των πρωταιτίων στην Τζια, τέλη Οκτωβρίου.

Και είχαμε και την έναρξη των εργασιών της Βουλής που προέκυψε από τις εκλογές του Νοεμβρίου, στις 9 Δεκεμβρίου. Και είχαμε και τον πρώτο προϋπολογισμό του κράτους, ο οποίος ψηφίστηκε από τη Βουλή εκείνη. Και ο οποίος προϋπολογισμός του κράτους, κύριε Επίτιμε Αρχηγέ ΓΕΕΘΑ, Επίτιμε Αρχηγέ Γενικού Επιτελείου Στρατού, εκείνος ο προϋπολογισμός του κράτους, του ‘75 ήταν της τάξεως των 172 δισεκατομμυρίων δραχμών. Και ξέρετε πόσο ήταν τότε οι αμυντικές δαπάνες;  Το  24%,  ήταν 41 δισεκατομμύρια από τα 172 και από το ‘75 έως το ‘80 τα 41 δισεκατομμύρια πήγαν στα 100 δισεκατομμύρια, εις τρόπον ώστε η χώρα να μπορέσει σε εκείνη την περίοδο, με σωστές εξοπλιστικές προμήθειες να ισορροπήσει τη διαφορά ισχύος που υπήρχε στο Αιγαίο και να την ξεπεράσει κιόλας.

Όλα αυτά έγιναν μέσα σε λίγο χρόνο, μέσα σε πυκνό χρόνο που είχε κίνδυνο, απαιτούσε ατσάλινα νεύρα και κινήσεις απίστευτης ακρίβειας. Οι συγγραφείς του βιβλίου με την επαγωγό μέθοδο των ερωταπαντήσεων περιγράφουν καταπληκτικά από την πρώτη στιγμή της επανόδου της Δημοκρατίας, μέχρι τη στιγμή που η χώρα απέκτησε ένα νέο δημοκρατικό Σύνταγμα. Και εξηγούν με τρόπο ο οποίος γίνεται αντιληπτός ιδίως από τους νεότερους, πόσο σημαντικές και πόσο κρίσιμες ήταν αυτές οι στιγμές και πόσο σημαντική ήταν η συμβολή των προσώπων εκείνων τα οποία στη δεκαετία του ‘50 και του ‘60 όταν ήταν σε ηλικία πριν και μετά τα 50 τους και τώρα ήταν στην ηλικία οι ίδιοι πριν και μετά τα 70 τους, που κατάφεραν πρώτα να καταργήσουν την «ψωροκώσταινα», διότι ο σκοπός της κατάργησης της «ψωροκώσταινας» ήταν βαθύτατα πολιτικός, αποσκοπούσε στην πολιτική σταθερότητα.

Και εν συνεχεία στη δεύτερη φάση της σταδιοδρομίας τους πάλι υπό τον Καραμανλή τα ίδια πρόσωπα καταφέρνουν να εδραιώσουν αυτή τη δημοκρατία την οποία σήμερα εμείς με τις αδυναμίες της που δεν συγκρίνονται, μπροστά σε αυτά που εκείνοι αντιμετώπισαν να την απολαμβάνουμε.

Η Μεταπολίτευση κατά μία εκδοχή μπορεί και να μη τέλειωσε με τη δημοσίευση του Συντάγματος το ’75. Μπορεί και να συνεχίζεται, αλλά είμαστε και σε άλλο χρόνο όπως λένε οι συγγραφείς, είμαστε σε άλλη Ελλάδα, σε άλλη εποχή. Και έχουμε χρέος αυτή τη Μεταπολίτευση, είτε κυριολεκτικά σταμάτησε με το νέο Σύνταγμα, είτε συνεχίζεται με μία διευρυμένη ερμηνεία της, πρώτα να τη γνωρίσουμε, να την κατανοήσουμε, να τη σεβαστούμε και να την αξιοποιήσουμε. Όχι κάνοντας τη δική μας Μεταπολίτευση, αυτό είναι λογοπαίγνιο, αλλά τηρώντας τις δικές μας ευθύνες απέναντι σε αυτούς που αποκατέστησαν τη Δημοκρατία και την αποκατέστησαν, όχι επειδή θεωρητικά οι θεμελιώδεις διατάξεις της Δημοκρατίας είναι αιώνιες, όπως η διάταξη που προβλέπει για το πολίτευμα, αλλά επειδή ξέρουμε ότι μπορεί θεωρητικά να είναι αιώνιες, αλλά πάντα η Δημοκρατία απαιτεί να φερόμαστε σαν να είναι  απειλούμενη, γιατί τελικά είναι θεωρητικά μόνο αιώνια. Αν δεν την προστατεύουμε από τις σύγχρονες μαινάδες που την πολιορκούν, από τον λαϊκισμό και από άλλες παρενέργειες αυτά τα προβλήματα με τη σύγχρονη μορφή τους μπορεί να ξαναπαρουσιαστούν.

 

Τελειώνω θυμίζοντας εκείνες τις στιγμές, όπως περιγράφονται καταπληκτικά στο βιβλίο των δύο συγγραφέων, αλλά και όπως τις παρουσίασε στην περίφημη «Επιθεώρηση των δύο Κόσμων»  Revue des deux Μondes, τον Μάιο του ’75 ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, γράφοντας για τη Μεταπολίτευση: «Δεν θα ήταν άσκοπο να υπενθυμιστούν οι περιστάσεις για τις οποίες ο Καραμανλής επέστρεψε στην Ελλάδα, την αυγή της 24ης Ιουλίου. Κανείς μεταξύ εκείνων που τον καλούσαν να θέσει τέρμα στην εξορία του και να επιστρέψει δεν επιθυμούσε την επιστροφή του. Οι αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων προτιμούσαν να συνεχίσουν τη διακυβέρνηση της χώρας με μια κυβέρνηση-«φάντασμα». Υποχρεώθηκαν στην ανάγκη να εγκαταλείψουν την εξουσία γιατί ο Αννίβας ήταν προ και μέσα στις πύλες. Οι σημαντικότεροι πολιτικοί άνδρες, που είχαν κληθεί λίγες ώρες πριν ήθελαν την πτώση της δικτατορίας, αλλά ονειρευόταν άλλες λύσεις. Επιθυμούσαν να γίνουν οι γενικοί κληρονόμοι της δικτατορίας, χωρίς όμως τον Καραμανλή. Αλλά και αυτοί υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν προ της δυνάμεως των πραγμάτων. Όλοι είχαν ξεχάσει έναν παράγοντα, που εκείνη τη μέρα είχε παραμείνει σιωπηλός. Το λαό.

 

 Όταν ο μόνος πιστός φίλος του Καραμανλή, ο Ευάγγελος Αβέρωφ, ανέφερε το όνομά του μεταξύ των προκρίτων αυτών όλα τα σχέδια που εξυφαίνονταν διελύθησαν και σε λιγότερο από μία ώρα ένα πρωτοφανές παλλαϊκό, πολιτικό πανηγύρι άρχισε σε όλες τις πόλεις και τα χωριουδάκια. Ποτέ φωνή λαού δεν υπήρξε πιο ισχυρή».

 

Η δικτατορία δεν έπεσε απότομα και μονομιάς τα ξημερώματα εκείνα της 24ης Ιουλίου. Όπως θα δείτε σε αυτό το σπουδαίο ιστορικό σύγγραμμα η δικτατορία είχε ακόμα ανάσες, έπαιρνε ακόμα ανάσες. Και επιχείρησε να κάνει μια Μεταπολίτευση που να έθετε υπό το δικό της έλεγχο τις εξελίξεις ώσπου αυτός ο έλεγχος με την παρέμβαση την κρίσιμη του Αβέρωφ και την έλευση του Καραμανλή κόπηκε και δεν ίσχυσε. Έπρεπε όμως μετά να γίνουν κινήσεις με την ποικίλη δράση των στοχαστικών προσαρμογών που οδήγησαν στην εδραίωση της Δημοκρατίας την οποία όλοι εμείς σήμερα οφείλουμε να διαφυλάττουμε σαν κόρη οφθαλμού γιατί ήταν πανάκριβο το τίμημα της έλευσής της, το τίμημα είναι η στρατιωτική συνεχιζόμενη κατοχή της Κύπρου στο 40% της εκτάσεως της. Και αυτό το τίμημα, αυτή τη Δημοκρατία, πρέπει να αναλογιζόμαστε και να σκεφτούμε ότι το κυρίαρχο δίδαγμα αυτού του βιβλίου, είναι ο μόνος τρόπος, ο βασικός τρόπος, για να προχωρεί η Δημοκρατία μπροστά, είναι δηλαδή οι πολίτες να επιλέγουν πρόσωπα, τέτοιας εμβέλειας, τέτοιας βαρύτητας για να κυβερνήσουν τη χώρα. Γιατί τα πρόσωπα, έχουν σημασία ακόμη μεγαλύτερη και από τους θεσμούς. Και το απέδειξε η Μεταπολίτευση που βαδίζοντας σε ερημία, σε έλλειψη θεσμών, διαμόρφωσε την Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία. Και τώρα εμείς με το οπλοστάσιο των θεσμών και το οπλοστάσιο της ευθύνης μας ως πολιτών, καλούμεθα να την προστατεύσουμε διδασκόμενοι από το καταπληκτικό σύγγραμμα του κυρίου Συρίγου και του κυρίου Χατζηβασιλείου. Ευχαριστώ για τη υπομονή σας.

 

 

 





Επιστροφή
 
Η Διαδικτυακή Πύλη της Βουλής των Ελλήνων χρησιμοποιεί cookies όπως ειδικότερα αναφέρεται εδώ