Ομιλίες Προέδρου Βουλής
Χανιά, 3 Οκτωβριου 2021
Ομιλία του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων κ. Κωνσταντίνου Τασούλα με θέμα «Ο Νικόλαος Ρενιέρης στις απαρχές του κοινοβουλευτισμού εν Ελλάδι» στα αποκαλυπτήρια της προτομής του πρώτου Προέδρου της Βουλής της επαναστατημένης Ελλάδας Ν. Ρενιέρη στον τόπο καταγωγής του, τα Παλαιά Ρούματα του Δήμου Πλατανιά Χανίων
Αγαπητοί συνάδελφοι στη Βουλή,
Εκπρόσωποι του λαού των Χανίων, κύριε Βολουδάκη, κύριε Διγαλάκη, κύριε Πολάκη,
σεβαστοί Πατέρες της Εκκλησίας,
κύριε Δήμαρχε Πλατανιά,
κύριοι Εκπρόσωποι της Κρητικής Περιφέρειας,
κύριε Δήμαρχε Χανίων,
κύριε Παπαδάκη, Διευθυντά του περιωνύμου Ιδρύματος «Ελευθέριος Βενιζέλος»,
κυρίες και κύριοι,
Σήμερα διαπίστωσα για μία ακόμη φορά, ερχόμενος εδώ, πόσα κοινά έχει η πατρίδα σας με τη δικιά μου. Λίγο πριν φτάσω στο χωριό σας, όπου με υποδεχθήκατε με τόση θέρμη, συνάντησα ένα μαρτυρικό χωριό, Κακόπετρος έγραφε. Κι αυτή τη στιγμή στα Γιάννενα, στην πατρίδα μου, σε ένα χωριό που λέγεται Λιγκιάδες, στο βουνό πάνω από τη λίμνη των Ιωαννίνων, τελείται μνημόσυνο στη μνήμη δεκάδων σφραγισθέντων συμπατριωτών μου, θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας. Είμαστε, δηλαδή, συνοδοιπόροι στον πόνο, αλλά είμαστε και συνοδοιπόροι στην ανάταση, στην προκοπή. Γιατί έχουμε κοινή μοίρα, κοινές καταβολές κι έχουμε και αξιόλογες μορφές στην ιστορία μας, όπως τη μορφή για την οποία έχω την τιμή να σας μιλήσω σήμερα. Μορφές οι οποίες συνέβαλαν εις τρόπον ώστε να δικαιώνεται αυτό που έγραψε ο Παλαμάς: «Κι αν είναι πλήθος τ’ άσχημα, κι αν είναι τ’ άδεια αφέντες, φτάνει μια σκέψη, μια ψυχή, φτάνεις εσύ, εγώ φτάνω, να δώσει νόημα στων πολλών την ύπαρξη, ένας φτάνει...».
Τέτοιος «ένας» ήταν ο Νικόλαος Ρενιέρης, που έδινε νόημα στων πολλών την ύπαρξη, αλλά που έδινε νόημα και στη δική του αποστολή, μέσα από τη σύμπραξη των πολλών, τους οποίους ενέπνευσε και με τους οποίους αγωνίστηκε από κοινού.
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης γράφει για έναν άσημο, στους πολλούς σήμερα, γιο της Κλεοπάτρας και του Ιουλίου Καίσαρα, τον Καισαρίωνα, που μου θύμισε λίγο την ιστορική μοίρα του Νικόλαου Ρενιέρη εν σχέσει με το γεγονός ότι αυτή η μοίρα, η πολύτιμη και άξια, δεν έχει φωταγωγηθεί όσο έπρεπε. Αλλά εδώ είμαστε, με ξεκίνημα τα σημερινά αποκαλυπτήρια αυτής της υπέροχης προτομής, να αναδείξουμε αυτή την ιστορική προσωπικότητα.
Λέει ο Καβάφης: «Ἐν μέρει γιά νά ἐξακριβώσω μιά ἐποχή, ἐν μέρει καί τήν ὥρα νά περάσω, τήν νύχτα χθές πῆρα μιά συλλογή ἐπιγραφῶν τῶν Πτολεμαίων νά διαβάσω». Και συνεχίζει, κι αυτό αφορά και τον Ρενιέρη: «Ἄ, νά, ἦρθες σύ μέ τήν ἀόριστη γοητεία σου. Στήν ἱστορία λίγες γραμμές μονάχα βρίσκονται γιά σένα, κ’ ἔτσι πιό ἐλεύθερα σ’ ἔπλασα μέσ’ στόν νοῦ μου».
Έτσι κι εγώ προκλήθηκα από την αόριστη γοητεία του Ρενιέρη κι έχοντας όχι πολλές πληροφορίες γι’ αυτόν, διότι δεν υπάρχουν πολλές δημοσιευμένες πληροφορίες, τον έπλασα ελεύθερα στον νου μου κι επιτρέψτε μου να σας τον παρουσιάσω, εδώ σ’ εσάς, όπου η ελεύθερη ανάπτυξη του νου, η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας είναι τρόπος ζωής.
Για να κατανοήσουμε το μέγεθος του Ρενιέρη και τ συμβολή του, όχι μόνο στις εξεγέρσεις της Κρήτης, αλλά κυρίως στην απελευθέρωση της Ελλάδος, θα πρέπει να καταλάβουμε ότι η ζωή τότε, 200 χρόνια πριν, δεν είχε σχέση καμία με τη σημερινή ζωή και τη σημερινή Ελλάδα.
Για να δούμε πώς περιγράφεται τότε η Βουλή, η πρώτη Βουλή των Ελλήνων, πώς ήταν, εν σχέσει με αυτό που βλέπουμε σήμερα, με τα ωραία έδρανα, με την πολυτέλεια, με το air condition, με το μεγαλοπρεπές Μέγαρο της Βουλής;
«Μέσ’ στην καρδιά του χειμώνα, τρύπωναν πάντα λίγες μέρες καλοκαιρινές, έτσι καθώς στον πόνο βρίσκει πάντοτε τρόπο να γλιστρήσει μια κάποια ελάχιστη χαρά. Έτσι καθώς γίνηκε και τότε στο δεκάμερο του 1821». Μιλάμε για την πρώτη Βουλή της Επιδαύρου που έμοιαζε μαζί της και η Βουλή της Τροιζήνας μετά από 6 χρόνια.
«Από του Χριστού ανήμερα έως του Άι-Γιαννιού και τα Φώτα, Πιάδα το ’λεγαν τούτο το χωριό οι ντόπιοι, Επίδαυρο οι δάσκαλοι, κι είχαν συναχθεί όλοι οι γραμματισμένοι, όλοι οι οπλαρχηγοί, όλοι οι πρόκριτοι, εδώ στην Εθνική Συνέλευση. Μοραΐτες, Ρουμελιώτες και νησιώτες κι όσοι έτρεξαν για να βοηθήσουν τον Αγώνα. Κάτω από τις πορτοκαλιές, τις καρδισμένες, συνεδριάζουν οι παραστάται που ήρθαν από τις επαναστατημένες επαρχίες».
Παραστάτες λέγονταν οι βουλευτές, για να δείτε τι ωραία που είναι η γλώσσα μας. Παραστάτης είναι αυτός που στέκεται δίπλα σου: παρά-στέκομαι. Δεν τον έλεγαν προστάτη, γιατί ο προστάτης είναι μπροστά σου. Ούτε επιστάτη, γιατί αυτός είναι πίσω σου. Ο βουλευτής τότε, κι ελπίζω να το πετυχαίνουμε και σήμερα, ήταν παραστάτης, διπλανός σου.
«Κι αποφασίζουν να φτιάξουν κράτος, μια κεντρική διοίκηση και βάδισαν προς την Επίδαυρο κι αυτό έγινε με άλογα, μουλάρια, γαϊδουράκια. Όχι όλοι μαζί μπουλούκι, λίγοι-λίγοι, ξεκίνησαν τρεις το πρωί, νύχτα, και μεταφέρθηκαν στην Επίδαυρο οι παραστάτες με τους ανθρώπους του ο καθένας. Άλλος τρεις, άλλος πέντε, άλλος δεκαπέντε. Όλους καλά αρματωμένους για σωματοφύλακες, για καλό και για κακό, για τους εχθρούς και για τους φίλους. Έτσι έχουν τώρα τα πράγματα. Και οι παραστάτες συνεδριάζουν κάτω από τις πορτοκαλιές. Κληρικοί με τα μαύρα ράσα και τα καμηλαύκια, σφιγμένοι μέσα στους μποξάδες. Προύχοντες με τις μακριές ολόασπρες φουστανέλες, τα χρυσοραμμένα γιλέκα και τα άλικα φέσια, τυλιγμένοι μέσα στις μαύρες κάπες. Νησιώτες με τις μπλάβες βράκες τους και τα κόκκινα βρακοζώναρα και κάνα δυο φρακοφορεμένοι. Ο Μαυροκορδάτος ήταν ένας απ’ αυτούς, με τις βελάδες του, με ριχτές στους ώμους άσπρες χωριάτικες φλοκάτες ζεστές».
Ήταν Δεκέμβριος και καθόντουσαν σε εκείνη τη Βουλή, διπλοπόδι πάνω στις φλοκάτες και τις προβιές και κήρυξαν εκείνοι οι πρόγονοί μας, πριν 200 χρόνια, την εθνική ύπαρξη και ανεξαρτησία της Ελλάδος, μέσα από το πρώτο Σύνταγμα της χώρας, της 1ης Ιανουαρίου του 1822. Κι άρχισε ένας απίστευτα άνισος αγώνας, ένα λουτρό αίματος, επί 9 χρόνια. Με σηκώματα και με πεσίματα. Με ανατάσεις και με χαμηλώματα. Με πράξεις απίστευτου ηρωισμού, αλλά και με πράξεις και με παραλείψεις ασυγχώρητης μικροπρέπειας, που είχαν όμως σαν συνισταμένη, όλοι αυτοί οι αγώνες, όλο αυτό το απίστευτο λουτρό αίματος, τη δικαίωση, την ελευθερία και την ίδρυση ενός νέου κράτους.
Και χάρη σ’ αυτόν τον αγώνα τον σκληρό, ο οποίος ένωσε τους Έλληνες, όπως είπε ο Κολοκοτρώνης, γιατί τότε τα πράγματα δεν ήταν όπως τώρα, τότε ο καθένας ήξερε το χωριό του, το πολύ και το διπλανό χωριό, αν ήταν κοντά, δεν είχε η Ελλάδα αντίληψη της γειτονικής Ελλάδας, ήμασταν απομονωμένοι στον κόσμο μας, η εξέγερση ένωσε τους Έλληνες, καταφέραμε μέσα, λοιπόν, από αυτόν τον ηρωισμό, αλλά και μέσα από πολιτικότητα, γιατί δεν αρκούσε ο ηρωισμός από μόνος του, όπως δεν αρκούσε και η πολιτικότητα από μόνη της, καταφέραμε το θαύμα. Συνταίριαξαν αυτά τα δύο και καταφέραμε έτσι, για πρώτη φορά, το 1827 το καλοκαίρι, να αναγνωριστεί η αυτονομία της Ελλάδος, όχι η ανεξαρτησία, αλλά η αυτονομία. Σαν πρώτο βήμα, για να ακολουθήσει μετά από τρία χρόνια η κήρυξη της ανεξαρτησίας με τη Συμφωνία του Λονδίνου.
Τα πρώτα δύο χρόνια η Επανάσταση πήγε πολύ καλά, στη μεσημβρινή Ελλάδα, στην Πελοπόννησο, στη Χίο επίσης, με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας, με την καταστροφή του Δράμαλη, οι Έλληνες μεγαλουργούσαν. Το 1824 άρχισαν τα παρατράγουδα, είχαμε τις εμφύλιες εμπλοκές, τα οποία χαλιναγώγησαν την ορμή της Επανάστασης. Το 1825 έρχεται ο Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, το 1826 πέφτει το Μεσολόγγι και το πρώτο εξάμηνο του 1827 η Επανάσταση είχε λαχανιάσει και τότε η πολιτικότητα παίρνει τα σκήπτρα από τον ηρωισμό. Και μέσα σε αυτό το πεδίο της πολιτικότητας κάποιες προσωπικότητες, μεταξύ των οποίων και ο συμπατριώτης σας ο Νικόλαος Ρενιέρης, άλλαξαν τη ροή των πραγμάτων.
Η πρώτη κίνηση την οποία έκαναν οι Έλληνες ηγέτες της Επανάστασης, που είχαν το πολιτικό πρόσταγμα, ήταν να λαχταρίσουν την Ευρώπη, να φοβίσουν την Ευρώπη, ότι ο Ιμπραήμ ετοιμάζει στην Πελοπόννησο εθνοκάθαρση. Το Μεσολόγγι είχε ήδη ταρακουνήσει την Ευρώπη για την αγριότητά του και ήταν απολύτως πιστευτό ότι εάν αφήνονταν οι οθωμανικές ορδές στην Πελοπόννησο δεν θα έμενε ελληνικό ρουθούνι, γιατί το σχέδιο ήταν να φέρει για μετοικεσία Αιγύπτιους στη θέση των Ελλήνων που θα κατέσφαζε. Αυτό κλόνισε την Ευρώπη, που είχε ήδη ταχθεί με φιλελληνικά ρεύματα υπέρ της Επαναστάσεως και έπαιξε σημαντικό ρόλο.
Η δεύτερη πολιτική κίνηση, η οποία αγκαλιά με τον ηρωισμό επηρέασε την αίσια έκβαση της Επανάστασης, ήταν ότι από την πρώτη Βουλή, που σας διάβασα την περιγραφή της, μέχρι την τελευταία Βουλή, της οποίας Πρόεδρος κηρύχθηκε ο Ρενιέρης, με έναν τρόπο που θα σας περιγράψω, το μήνυμα που έστελναν οι Έλληνες στην αντιδραστική Ευρώπη, η Ευρώπη τότε δεν ήταν η Ευρώπη των δικαιωμάτων του ανθρώπου, του Συμβουλίου της Ευρώπης, η Ευρώπη που ξέρουμε σήμερα με το Δικαστήριο στο Στρασβούργο που προασπίζεται τα ανθρώπινα δικαιώματα, ήταν η Ευρώπη αυτοκρατοριών, ήταν η Ευρώπη η οποία μετά την ήττα του Ναπολέοντα αγωνίστηκε για την παλινόρθωση των παλιών καθεστώτων, το μήνυμα που έστελναν, λοιπόν, ήταν καθησυχαστικό.
Γιατί δεν ήθελε ανατροπές, δεν ήθελε επαναστάσεις, δεν ήθελε αμφισβητήσεις του status quo. Κι εδώ φαίνεται η πολιτικότητα των Ελλήνων επαναστατών, οι οποίοι στα ίδια τα Συντάγματά τους έγραψαν ότι εμείς δεν είμαστε ρέμπελοι, εμείς δεν θέλουμε να ανατρέψουμε το σύστημα, εμείς θέλουμε να απολαύσουμε τα ίδια δικαιώματα τιμής, ελευθερίας, ιδιοκτησίας, που απολαύουν όλοι οι πολιτισμένοι λαοί της Ευρώπης.
Ήθελαν να καθησυχάσουν την αντιδραστική Ευρώπη ότι δεν είναι κάτι που θα σκορπίσει τον επαναστατικό οίστρο στην Ευρώπη και θα ανατρέψει τις αυτοκρατορίες, αλλά είναι κάτι που θα συμβιώσει με αυτήν. Πολλοί πίστεψαν ότι η Ελλάδα δεν ξεκινούσε τότε, αλλά ήταν μιας μορφής παλινόρθωση, όπως ήθελαν και οι αντιδραστικές δυνάμεις. Η Ελλάδα βέβαια έκανε τη δουλειά της και όταν έγινε το πρώτο έθνος-κράτος στην Ευρώπη, της Ελλάδος το 1830, με τη συνδρομή και του Ρενιέρη, ακολούθησαν, ένα χρόνο μετά το δεύτερο έθνος-κράτος, που ήταν το Βέλγιο με τον Λεοπόλδο, και μετά από 30 χρόνια με την ένωση της Ιταλίας και της Γερμανίας. Άλλα έθνη-κράτη τον επόμενο αιώνα οριστικά σάρωσαν τις παλιές πολυεθνικές αυτοκρατορίες των μοναρχικών οικογενειών.
Η Ελλάδα, λοιπόν, δεν ήταν μόνο μια εθνική υπόθεση, ήταν ένα εργαστήρι πανευρωπαϊκών εξελίξεων, ένας σκαπανέας ο οποίος άνοιξε δρόμους και ακολούθησαν άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες.
Ο Ρενιέρης, λοιπόν, ήταν ένας μορφωμένος ευπατρίδης από την περιοχή σας, από τα Παλαιά Ρούματα, ο οποίος είχε αντίληψη της αποστολής του, πίστη στον εαυτό του και θέληση να βοηθήσει την πατρίδα του. Ο Νικόλαος Ρενιέρης ήταν ένα πρόσωπο κοινής αποδοχής εδώ στην Κρήτη, προήδρευε στο Κρητικό Συμβούλιο και αναλάμβανε σημαντικές αποστολές, ακόμη και αποστολές που είχαν να κάνουν με την πραγμάτωση ανακωχών με τους Οθωμανούς. Είχε μια επαφή ακόμη και με τον Πρέσβη της Μεγάλης Βρετανίας, τον ξάδελφο του Κάνινγκ, τον Στράτφορντ Κάνινγκ, στην Κωνσταντινούπολη, για να πετύχει ανακωχές ύστερα από εξεγέρσεις. Γιατί ήταν πρόσωπο κοινής αποδοχής και κοινής εμπιστοσύνης. Αυτός ο άνθρωπος, όταν ήρθε ως εκπρόσωπος της Κρήτης στην τρίτη Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, δεν συνέβη αυτό που γράφεται τόσο απλοϊκά, ότι δηλαδή τον είδε ο Κολοκοτρώνης ασπρομάλλη και ήσυχο και αποφάσισε ξαφνικά να τον κάνει Πρόεδρο της Βουλής.
Ήταν γνωστός ο Ρενιέρης για το κύρος του, η Κρήτη ήταν γνωστή για τους αγώνες της στην εξέγερση του 1821. Κι όταν την περίοδο 1824-1825 είχε κοπάσει κάπως ο αγωνιστικός παλμός εδώ στην Κρήτη, Κρήτες αγωνιστές, που δεν είχαν ησυχία, ήρθαν στην κυρίως Ελλάδα για να συνεχίσουν τον αγώνα και εντυπωσίασαν τους οπλαρχηγούς για τη συμβολή τους σε εκείνον τον αγώνα, ο οποίος φυσικά συνεχίσθηκε ως παράδοση λαμπρή και στους Βαλκανικούς Πολέμους και ιδίως στη δική μου πατρίδα.
Είχαν, λοιπόν, οι Έλληνες της κυρίως Ελλάδος μια εκτίμηση και μια υποχρέωση προς τους Κρήτες και ήθελε ο Κολοκοτρώνης την εποχή εκείνη, την εποχή της πιο δύσκολης καμπής για την Ελληνική Επανάσταση, δηλαδή το 1827 που σας περιέγραψα, είχε προηγηθεί το Μεσολόγγι και εμαίνετο ο Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, ήθελε ένα πρόσωπο στη Βουλή επικεφαλής, το οποίο να ενώνει, να περνάνε οι απόψεις του και να μπορεί μέσω αυτού του προσώπου η Εθνοσυνέλευση, η τότε Βουλή, να συμπράττει με τις διπλωματικές κινήσεις που η χώρα είχε ξεκινήσει στην Ευρώπη για να βοηθήσει την ασθμαίνουσα Επανάσταση.
Είχε όλες αυτές τις ιδιότητες ο Ρενιέρης εκείνη την εποχή, γι’ αυτό και επελέγη και γι’ αυτό και εξελέγη. Και μία από τις πρώτες πράξεις που έκανε ως Πρόεδρος της Βουλής, μαζί με τη Βουλή ήταν να αναθέσει στον Καποδίστρια την κυβέρνηση της χώρας, πέτυχε εκείνη η Βουλή στην Τροιζήνα, με Πρόεδρο τον Ρενιέρη, να πείσει τον Καποδίστρια –τον πιο σημαντικό πολιτικό Έλληνα εκείνη την εποχή πανευρωπαϊκώς– να ηγηθεί της χώρας. Κάτι, που σας υπενθυμίζω είχε αποτύχει να κάνει η Φιλική Εταιρεία 10 χρόνια πριν. Η Φιλική Εταιρεία 10 χρόνια πριν είχε ζητήσει από τον Καποδίστρια να ηγηθεί κι ο Καποδίστριας τότε το αρνήθηκε κι έτσι κατέφυγαν μετά στον Υψηλάντη. Αυτό που δεν πέτυχε η Φιλική Εταιρεία, το πέτυχε η Βουλή της Τροιζήνας, η Βουλή με Πρόεδρο τον Ρενιέρη.
Ο Καποδίστριας δέχτηκε αυτή την αποστολή, αλλά έκανε έναν χρόνο να έρθει στην Ελλάδα, γιατί ήθελε πρώτα να επισκεφθεί όλες τις μεγάλες αυλές του τότε ευρωπαϊκού κόσμου ξεκινώντας από την Πετρούπολη, το Παρίσι, το Λονδίνο. Επισκέφθηκε όλους τους μεγάλους και τρανούς της εποχής εκείνης, για να πάρει διαβεβαιώσεις συμπαράστασης για την ελληνική υπόθεση. Κι αφού τέλειωσε αυτή την περιοδεία του, ήρθε αρχές του 1828 στην Ελλάδα.
Εν τω μεταξύ, οι διπλωματικές προσπάθειες των Ελλήνων είχαν ένα συγκλονιστικό αποτέλεσμα. Η Αγγλία, η μεγάλη δύναμη, η αυτοκρατορία της εποχής εκείνης, επείσθη ότι η ελεύθερη Ελλάδα θα ήταν η καλύτερη διασφάλιση των εμπορικών της συμφερόντων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η Μεγάλη Βρετανία, πέραν του φιλελληνισμού, μη νομίζετε ότι είχε ως κριτήρια τις δικές μας επιδιώξεις. Είχε δικές της επιδιώξεις, οι οποίες όμως ταυτίσθηκαν με την ελεύθερη Ελλάδα και την παρεμπόδιση μιας Ελλάδας που θα ήταν υπό την επιρροή της Ρωσίας. Οι Άγγλοι λοιπόν τότε επείσθηκαν ότι η Ελλάδα έπρεπε να αποκτήσει την ανεξαρτησία της και να ηρεμήσουν οι θάλασσες στην περιοχή. Μια περιοχή που η Αγγλία τη θεωρούσε καίριας σημασίας για το εμπόριό της, μια περιοχή, στην Ανατολική Μεσόγειο, που ένωνε τα συμφέροντά της με τη μεγάλη δεύτερη αυτοκρατορία της, τις Ινδίες.
Βλέπετε λοιπόν πως αυτό που είπε αργότερα ο μεγαλύτερος συμπατριώτης σας, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ότι δεν υπάρχουν εθνικά δίκαια, αλλά υπάρχουν συμφέροντα, έχει τελικά νόημα. Αλλά αυτό δεν είναι για να μας θλίβει, είναι να μας κάνει ολοένα και πιο ρεαλιστές, προσγειωμένους εις το να υπηρετούμε τα δίκαιά μας, ταυτίζοντάς τα πολλές φορές και με κάποια συμφέροντα ισχυροτέρων.
Τότε λοιπόν, το καλοκαίρι του 1827, υπεγράφη στο Λονδίνο μια συμφωνία μεταξύ Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας, η οποία έλεγε ότι θα επέλθει ειρήνευση στην περιοχή, όχι για να μη σκοτώνονται οι Έλληνες, αλλά για να προχωρεί το εμπόριο. Κι αν η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν υπάκουε στην ανάγκη της ειρήνευσης, τότε οι στόλοι των Μεγάλων Δυνάμεων θα επέβαλαν την ειρήνευση. Και επέβαλαν την ειρήνευση οι στόλοι των Μεγάλων Δυνάμεων, τον Οκτώβριο του 1827, στο Ναυαρίνο, καταβυθίζοντας τον οθωμανικό στόλο. Ένας εξαιρετικός σύγχρονος συγγραφέας, ο Άγγελος Βλάχος, επισκέφθηκε τον κόλπο του Ναυαρίνου στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και γράφει ότι είδε «κάτω από τα πεντακάθαρα γαλάζια νερά τα γερμένα κατάρτια του ηττημένου οθωμανικού στόλου και τολμώ να πω ότι ένοιωσα ότι ο κόλπος του Ναυαρίνου είναι ένας τάφος, αλλά τάφος γελαστός για το μέλλον της Ελλάδος.» Μετά το Ναυαρίνο οι εξελίξεις ήταν καθοριστικές.
Ο Ρενιέρης, ως Πρόεδρος της Βουλής, προβαίνει σε κάποιες πρωτοβουλίες, οι οποίες δείχνουν τον χαρακτήρα του. Πρώτον, ακυρώνει η Βουλή, με εισήγησή του, απόφαση της προηγούμενης κυβέρνησης, βάσει της οποίας είχαν εκποιηθεί κάποιες τεράστιες εθνικές γαίες, κάποιες τεράστιες περιουσίες, εκτάσεις μεγάλες, γιατί είχε πάντα στο νου του αυτές οι εκτάσεις, όταν η Ελλάδα αποκτούσε πλήρως την ελευθερία της, να αποδοθούν σε ακτήμονες. Μία άλλη πράξη που έκανε ο Ρενιέρης ως Πρόεδρος της Βουλής ήταν, σε περιοχές όπου η επανάσταση, ο σηκωμός κι όλο το θανατικό είχαν μειώσει τον πληθυσμό, να επιτρέψει και να προωθήσει εποικισμούς ορθοδόξων Ελλήνων, σε περιοχές όπου ο θάνατος και οι σκοτωμοί είχαν μειώσει τον πληθυσμό, για να ενισχύσει πληθυσμιακά σημεία της Ελλάδος εν όψει μελλοντικών διευθετήσεων. Πήρε κι άλλες τέτοιες αποφάσεις, πάντα σε συνεργασία με τον Κολοκοτρώνη, και πάντα, όλον αυτόν τον χρόνο που περίμεναν τον Καποδίστρια, ο Ρενιέρης και ο Κολοκοτρώνης κράτησαν καλά τα ηνία της χώρας και η Βουλή έπαιξε τον ρόλο τότε και της κυβερνώσας Βουλής.
Τον Δεκέμβριο του 1827 ο Καποδίστριας ετοιμάζεται από την Ιταλία να έρθει στην Ελλάδα. Έμαθε προηγουμένως για το Ναυαρίνο και -προσέξτε πώς ήταν τα πράγματα τότε εν σχέσει με σήμερα που μαθαίνουμε ακαριαία τα πάντα- ο Καποδίστριας έμαθε για το Ναυαρίνο δύο εβδομάδες μετά τα γεγονότα. Ο Κυβερνήτης της Ελλάδος έμαθε για το μεγαλύτερο γεγονός της νεοελληνικής ιστορίας, ως προς τις πολιτικές και διπλωματικές επιπτώσεις του, δύο εβδομάδες μετά. Για να συγκρίνετε με τη σημερινή ευκολία που έχουμε να μαθαίνουμε τα πάντα και συχνά να γινόμαστε και θύματα διαφόρων ανοησιών και υπερβολών, που δίνουν το δικαίωμα σε κάποιους να λένε ότι έτσι που φτάσαμε με τη σημερινή τεχνολογία, θα καταντήσουμε να θυμόμαστε πράγματα που δεν συνέβησαν. Τότε λοιπόν αυτά που συνέβαιναν τα μάθαιναν με καθυστέρηση και δεν αντιδρούσαν ακαριαία όπως τώρα. Αντιδρούσαν έχοντας χρόνο.
Ο Καποδίστριας, πριν έλθει στην Ελλάδα, συνάντησε τον νικητή του Ναυαρίνου, τον Κόδριγκτον, στη Μάλτα και του έδωσε διαβεβαιώσεις ότι δεν εκπροσωπεί τη Ρωσία, αλλά θα έχει ίσες αποστάσεις και από τις τρεις δυνάμεις, και ησύχασαν οι Άγγλοι. Και ήρθε ο Καποδίστριας τελικά τον Γενάρη του 1828 στην Αίγινα όπου τον υποδέχθηκαν οι Έλληνες, ανάμεσά τους ο Ρενιέρης, ευθυτενής, παρά τα 70 του χρόνια, ευπρεπής, ήπιος, κοινής αποδοχής, αλλά τον υποδέχθηκε κι όλος ο ρημαγμένος λαός. Είναι συγκλονιστική η περιγραφή που κάνει ο ίδιος ο Καποδίστριας για την υποδοχή του, όπου μιλάει για ορφανά και αναμαλλιασμένες γυναίκες, οι οποίες είχαν καταφύγει στην Αίγινα αναζητώντας ένα ξεροκόμματο. Και εκεί η πρώτη πράξη με την οποία ο Καποδίστριας εξοπλίστηκε με εξουσία και δύναμη, ήταν μια απόφαση που υπογράφει ο Ρενιέρης, ως Πρόεδρος της Βουλής, στις 18 Ιανουαρίου 1828, και συνυπογράφουν, χάρη στο κύρος του Ρενιέρη, και οι 84 βουλευτές της Τροιζήνας, όλοι παρακαλώ, με την οποία απόφαση η Βουλή δίνει την εξουσία στον Καποδίστρια να χειριστεί τα θέματα με ιδιαίτερη άνεση, χωρίς πολλές κουβέντες, όπως θα λέγαμε σήμερα. Τον εξοπλίζει με ισχυρή δύναμη, τόση που άδικα κάποιοι σήμερα μιλάνε για απολυταρχισμό, ήταν η αναγκαία λύση την εποχή εκείνη που η Ελλάδα ξεκινούσε όχι υπό το μηδέν, αλλά πολύ πριν το μηδέν.
Και τότε με αυτή την απόφαση, που δημοσιεύεται στα Αρχεία της Εθνικής Παλιγγενεσίας, ένα από τα πιο σημαντικά κείμενα της περιόδου της Επαναστάσεως, που φέρει την υπογραφή του συγχωριανού σας, τότε ξεκινάει ο Γολγοθάς του Καποδίστρια, ο οποίος κατέληξε, δύο χρονιά μετά, στην υπογραφή της Συμφωνίας του Λονδίνου, με την οποία η Ελλάδα αναγνωρίζεται ως ελεύθερο κράτος. Με τι σύνορα όμως; Τα σύνορά της ξεκινούσαν από τις εκβολές του Αχελώου μέχρι τις εκβολές του Σπερχειού. Αυτή ήταν η Ελλάδα, από τις εκβολές του Αχελώου μέχρι τις εκβολές του Σπερχειού και κάτω, χωρίς την Κρήτη, με την Εύβοια, τις Κυκλάδες και τις Σποράδες.
Αυτή ήταν η πρώτη δύσκολη αρχή, χάρη στον Καποδίστρια και χάρη σε αυτούς που ήταν συμπαραστάτες του. Πρόεδρο της Επιτροπής Οικονομικών όρισε ο Καποδίστριας τον Νικόλαο Ρενιέρη που συνέβαλε στην πρώτη ανόρθωση των οικονομικών της χώρας και αμέσως μετά, τον επόμενο χρόνο, τον έστειλε στην Κρήτη, όπου ανέλαβε Πρόεδρος του Κρητικού Συμβουλίου και προσπάθησε, όσο έμεινε στην Κρήτη, να συμπεριλάβει και το νησί σας στην απελευθερωμένη Ελλάδα, ματαίως όμως, αλλά καθόλου αναξιοπρεπώς. Και ξεκίνησε μετά από εκείνες τις προσπάθειες όλη η εποποιΐα των κρητικών εξεγέρσεων, η οποία οδήγησε τελικά το 1913 στην ύψωση της σημαίας στο Φρούριο Φιρκά και στην ενσωμάτωση επιτέλους της Κρήτης.
Όταν βλέπουμε κάποιες προσωπικότητας να ξεχωρίζουν και να γράφουν ιστορία, πρέπει να ξέρουμε ότι δίπλα τους στέκονται κάποιες άλλες προσωπικότητες, που τους στηρίζουν, τους βοηθούν, συμπράττουν μαζί τους και τους κάνουν να νιώθουν ότι δεν είναι μόνοι τους. Η περίοδος 1827-1830, η πιο κρίσιμη περίοδος της Επαναστάσεως μέχρι την ανακήρυξη της Ανεξαρτησίας, ήταν μια περίοδος στην οποία ο Ρενιέρης, με τον χαρακτήρα του, το ήθος του, την απήχησή του και την επιβολή του μέσω του ήπιου χαρακτήρα του, διευκόλυνε τις εξελίξεις.
Για φαντασθείτε, η Βουλή της Τροιζήνας, την περίοδο που η Ελλάδα ήταν στην ουσία ακυβέρνητη, που περίμενε τον Καποδίστρια, να είχε χωριστεί σε φατρίες. Μπορεί ο Καποδίστριας να μην ερχόταν στην Ελλάδα. Για φαντασθείτε, η Βουλή της Τροιζήνας να μη δεχόταν ομόφωνα να υπογράψει την απόφαση του Ρενιέρη να δώσει εξουσία στον Καποδίστρια, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις απίστευτες δυσκολίες που αντιμετώπισε στο ξεκίνημά του. Δυσκολίες που ενέπνευσαν, μιας κι έχουμε εδώ το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Κρήτης, τον μεγάλο δημιουργό Νίκο Καζαντζάκη να γράψει το 1944 θεατρικό έργο για τον Καποδίστρια και να τον παρομοιάσει, καθ’ υπερβολήν, με τον Χριστό που θυσιάστηκε για την ενότητα της Ελλάδος.
Πίσω λοιπόν από τέτοιες φυσιογνωμίες, πίσω από τέτοιες πολιτικές, ήταν ελάχιστοι διακεκριμένοι άνθρωποι, κορυφαίος εκ των οποίων υπήρξε ο Ρενιέρης. Αργότερα, φυσικά, δεν απέφυγε κι αυτός τη μοίρα που έχουν στην Ελλάδα όσοι ανακατεύονται με τα κοινά και την εμπλοκή του σε μια απίστευτη συκοφαντική δυσφήμιση, ότι τάχα μετέχοντας στη Φιλορθόδοξη Εταιρία, ένα είδος επόμενης Φιλικής Εταιρίας, είχε στόχο να ανατρέψει το πολίτευμα, να δολοφονήσουν τον βασιλιά και να δημιουργήσει μεγάλο πρόβλημα στην Ελλάδα. Όλα αυτά είναι αποτελέσματα των εσωτερικών μας αντιθέσεων. Ενεπλάκη σε αυτή την περιπέτεια ένας άνθρωπος κατ’ εξοχήν ενωτικός και ήπιος, συνελήφθη το 1839 στις Σπέτσες, λίγο πριν πάει στα Ιόνια νησιά για κάποιες υποχρεώσεις που είχε, δικάστηκε και αθωώθηκε πανηγυρικά. Αλλά ήταν τέτοια τα πάθη και τέτοια τα μίση εκείνη την εποχή, που το καθεστώς του Όθωνα, τον εισαγγελέα που πρότεινε την αθώωση του Ρενιέρη τον απέλυσε. Μετά, τα πράγματα βελτιώθηκαν, έγινε γερουσιαστής και πέθανε σε μεγάλη ηλικία, φτάνοντας τα 90 του χρόνια.
Θέλησα, μέσα από γεγονότα της εποχής, μέσα από το ιστορικό πλαίσιο της εποχής που δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή Ελλάδα και με τις σημερινές δυσκολίες, να σας περιγράψω πώς χτίσθηκε αυτό το κράτος. Υπό ποίες συνθήκες χτίσθηκε αυτό το κράτος και μέσα από την εμπνευσμένη ηγεσία και συνδρομή ποιων ανθρώπων πρωτοχτίσθηκε και πρωτοφτιάχτηκε αυτό το κράτος.
Ο Περικλής, στον Επιτάφιό του, ξεκινάει τιμώντας τους προγόνους του. Σήμερα, εδώ, στον δήμο σας, η Βουλή των Ελλήνων συνεχίζει μια παράδοση συμβολής στην ιστορική αλήθεια και στα πλαίσια αυτής της παραδόσεως έχω την τύχη να βρίσκομαι εδώ έχοντας ανταποκριθεί στο αίτημα του Δημάρχου, του δήμου και της κοινωνίας σας, να χρηματοδοτήσουμε και να ξεπεράσουμε τις γραφειοκρατίες, για την τιμή στη μνήμη ενός σημαντικού Κρητός, ενός σημαντικού Έλληνα, ο οποίος με τη δράση του και τη στάση του χάραξε τη μοίρα αυτού του τόπου.
Κι αν η μοίρα αυτού του τόπου είναι δύσκολη, κι αν «ο τόπος μας είναι κλειστός», όπως λέει ο Σεφέρης, που τιμούμε και αυτού τη μνήμη στη Βουλή αυτές τις μέρες, γιατί πέθανε πριν 50 χρόνια, σαν προχθές, και η κηδεία του έγινε κραυγή ελευθερίας επί δικτατορίας, κι αν «ο τόπος μας είναι κλειστός», κι αν είναι «όλο βουνά που έχουνε σκεπή το χαμηλό ουρανό», κι αν «δεν έχουμε ποτάμια, δεν έχουμε πηγάδια, δεν έχουμε πηγές, μονάχα λίγες στέρνες, άδειες κι αυτές», έχουμε όμως ανθρώπους σημαντικούς, έχουμε ηγέτες που έχει τη ζωτικότητα ο λαός να ξεχωρίζει και να αναδεικνύει. Κι εδώ είναι ο ρόλος του κοινοβουλευτισμού για τον οποίον γράφω στον τίτλο της ομιλίας μου, του πρώιμου κοινοβουλευτισμού της επαναστατικής περιόδου, ο οποίος εξελίχθηκε και φτάσαμε στα σημερινά προχωρημένα ευρωπαϊκά επίπεδα.
Αν, λοιπόν, φτάσαμε εδώ, είναι γιατί λαός και ηγεσία, ένα αμάλγαμα κοινό, κατάφεραν να ξεπεράσουν τον «κλειστό τόπο», κατάφεραν να ξεπεράσουν τις δυσκολίες και να χτίσουν μια Ελλάδα που σήμερα δεν αγωνιά τόσο για την ελευθερία της όσο άλλοτε, όσο για την προκοπή της, φροντίζοντας όμως και για την κυριαρχία της. Αυτή την Ελλάδα, μέσα από το κοινοβουλευτικό πολίτευμα, που ξεκίνησε με καθίσματα προβιές, κάτω από πορτοκαλιές και κάτω από λεμονιές στην Τροιζήνα, αυτό το πολίτευμα που εξελίχθηκε με την αρχή της δεδηλωμένης επί Τρικούπη, το 1875, αυτό το πολίτευμα που χάρισε στην Ελλάδα τριπλάσια έκταση και δεκαπενταπλάσιο πληθυσμό από την εποχή του Ρενιέρη, οφείλουμε να προστατεύουμε, να φροντίζουμε, να τιμούμε, ασκώντας ως λαός την κυριαρχία μας με υπεύθυνο και συνετό τρόπο, όπως υπεύθυνα και συνετά έπραξαν όσοι επέλεξαν τον Ρενιέρη ως αντιπρόσωπό τους στην Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας και όσοι τον ψήφισαν για πρόεδρό τους.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας. Σας ευχαριστώ για την αγάπη σας στον τόπο σας και σας ευχαριστώ γιατί βγάζετε ηγέτες σαν τον Νικόλαο Ρενιέρη!
Επιστροφή