Ομιλίες Προέδρου Βουλής
Ομιλία (17 Οκτωβρίου 2008)
του Προέδρου της Βουλής Δημήτρη Σιούφα στο Διεθνές Συνέδριο του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία με θέμα: «Πενήντα χρόνια Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Εμπειρία και Προοπτικές»
«Σας καλωσορίζω στην Ελλάδα απόψε και αύριο στη Βουλή των Ελλήνων η οποία, διά του Ιδρύματός της για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, διοργάνωσε το Συνέδριο «Πενήντα Χρόνια Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Εμπειρία και Προοπτικές». 50 χρόνια λειτουργίας. 50 χρόνια συνεχούς προσφοράς στους πολίτες μιας συνεχώς διευρυνόμενης κοινότητας κρατών και λαών της Ευρώπης. Κρατών και λαών, που η γλωσσική, πολιτιστική και γεωγραφική ιδιαιτερότητά τους δεν αποτέλεσε λόγο απομόνωσης, αλλά αφετηρία για συνεργασία και πρόοδο.
Η πρωτοβουλία αυτή της Βουλής εμπερικλείει περισσότερα του ενός μηνύματα.
Πρώτον, αποτελεί απότιση φόρου τιμής σε έναν θεσμό που εκπροσωπεί πεντακόσια εκατομμύρια ευρωπαίων πολιτών, ενωμένων σε υπερεθνική βάση για την προάσπιση και προώθηση αρχών και αξιών που συγκροτούν το ευρωπαϊκό πρότυπο δημοκρατικής ζωής και δράσης.
Δεύτερον, αναδεικνύει τη νέα μορφή που έχουν λάβει ο Κοινοβουλευτισμός και η Δημοκρατία στην Ευρώπη. Μορφή σύνθετη και πολυδιάστατη, που απαιτεί νέες αντιλήψεις και πρακτικές για την αποτελεσματική λειτουργία τους.
Τρίτον, στη θεματολογία του Συνεδρίου προβάλλεται η μέγιστη συμβολή του θεσμού της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας στην οικοδόμηση και εδραίωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της οποίας η σημασία για την ειρήνη, τη σταθερότητα και την ευημερία των πολιτών της, αλλά και πέραν αυτών, είναι αναντικατάστατη, όπως κατέδειξε η αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής κρίσης που βιώνουμε. Με την ευχή, την προσμονή και την υποστήριξη όλων μας, να είναι αποτελεσματικές οι αποφάσεις που έχουν ληφθεί.
Στο πλαίσιο αυτό ας μου επιτραπεί να επισημάνω ορισμένες πτυχές της ανάπτυξης και εδραίωσης της υπερεθνικής κοινοβουλευτικής ιδέας στην Ευρώπη ως μείζονος σημασίας για την προοπτική του Κοινοβουλευτισμού και της Δημοκρατίας όχι μόνο στον ευρωπαϊκό χώρο, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο.
Ι. Εμπειρίες
Ενώ σήμερα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτελεί θεσμό-σύμβολο μιας υπερεθνικής δημοκρατίας, η αρχική σύλληψη του ρόλου του δεν προοιώνιζε τίποτε σχετικό, όπως μαρτυρούν οι εξουσίες που του απονεμήθηκαν. Ακόμη και η ονομασία του, «Κοινή Κοινοβουλευτική Συνέλευση», παρέπεμπε σε θεσμό επικουρικού χαρακτήρα, που δημιουργήθηκε ως ένα είδος «αναγκαίου κακού».
Η κατάσταση εκείνη, συγκρινόμενη με τη μετεξέλιξή της, εμπεριέχει σημαντικά διδάγματα πολιτικής και δημοκρατικής δράσης. Αρκεί, νομίζω, να υπογραμμισθούν τα ακόλουθα.
Η πρώτη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με την τότε ονομασία του, έλαβε χώρα στις 19.3.1958. Τέσσερα χρόνια αργότερα, τον Μάρτιο του 1962, η Κοινοβουλευτική Συνέλευση αποφάσισε να μετονομασθεί σε «Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο». Είκοσι τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1986, η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη έκανε δεκτή την ονομασία αυτή, την οποία και καθιέρωσε στις Κοινοτικές Συνθήκες. Προηγήθηκε, στις 20.9.1976, η έκδοση ειδικής πράξης που άνοιγε την πορεία για την οργάνωση γενικών και άμεσων εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όπως και έγινε για πρώτη φορά το 1979. Έκτοτε, με σημαία την κάλυψη του ευρωπαϊκού δημοκρατικού ελλείμματος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μετέτρεψε τη θεσμική του θέση, από οιονεί συμβουλευτικού οργάνου σε οιονεί συννομοθέτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Χρειάσθηκαν πολλές προσπάθειες, πολλές πρωτοβουλίες, πολλές μάχες ιδεών και οραμάτων για να αναπτυχθεί ο Κοινοβουλευτισμός στην Ευρώπη.
Με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, το 1992, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απέκτησε το δικαίωμα συναπόφασης, που του επέτρεψε να συμβάλλει, ισότιμα με το Συμβούλιο, στη διαμόρφωση της δράσης και της πολιτικής επί των πλέον σημαντικών κοινοτικών ζητημάτων.
Με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ διευρύνθηκε το πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος συναπόφασης, με αποτέλεσμα, η Συνθήκη της Λισσαβόνας να αναγορεύσει τη σχετική διαδικασία σε «κοινή νομοθετική διαδικασία».
Τέλος, με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας ενισχύθηκαν περαιτέρω οι εξουσίες του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, σημαντικότατα ζητήματα που αφορούν τους ευρωπαίους πολίτες, όπως και βασικά ζητήματα της εσωτερικής πολιτικής και της δικαιοσύνης, δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν χωρίς τη συναίνεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Το παρόν θεσμικό καθεστώς του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι πράγματι εντυπωσιακό:
- συνιστά, σε ισοτιμία με το Συμβούλιο Υπουργών, τη νομοθετική αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
- ελέγχει πολιτικά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκλέγει τον Πρόεδρό της και παρέχει την αναγκαία δεδηλωμένη στην Επιτροπή, για να μπορέσει να ασκήσει τα καθήκοντα της,
- εκπροσωπεί περίπου 500 εκατομμύρια πολιτών στην Ένωση.
Στον χώρο του λειτουργούν όλα τα υπάρχοντα πολιτικά ρεύματα, μέσω της συμμετοχής 150 εθνικών πολιτικών κομμάτων, από τα οποία τα περισσότερα οργανώνονται σε επτά πολιτικές ομάδες.
ΙΙ. Προοπτικές
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διακρίθηκε για την υπεράσπιση της ευρωπαϊκής ιδέας, με ό,τι αυτό εμπερικλείει. Τίποτε δεν του χαρίσθηκε, καθώς το θεσμικό καθεστώς του υπήρξε και παραμένει αποτέλεσμα αγώνων, έντεχνων ισορροπιών και γόνιμης πολιτικής στρατηγικής. Χρησιμοποίησε τη διαρκώς αυξανόμενη ισχύ του με εποικοδομητικό τρόπο προς την κατεύθυνση της δημιουργίας κοινής ευρωπαϊκής συνείδησης, αντάξιας των καλύτερων πολιτικών παραδόσεων της γηραιάς Ηπείρου.
Και όπως πάντοτε, το παρελθόν επιτρέπει την προδιαγραφή ενός καλύτερου μέλλοντος. Μέσω της απόκτησης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αρμοδιοτήτων σχετικών με τη δημιουργία ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών πόρων στο πλαίσιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού, αλλά και του ελέγχου της εξωτερικής πολιτικής και άμυνας.
Σε κάθε περίπτωση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλείται να δικαιώσει το ρόλο που απέκτησε και τις εξουσίες που του απονεμήθηκαν.
Πράγματι, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι θεμελιώδης σκοπός της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η προαγωγή της ειρήνης, των αξιών της και της ευημερίας των λαών της.
Ο σκοπός αυτός δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μέσα από την αρμονική και αποτελεσματική συνεργασία των δύο πυλώνων της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας στην Ευρώπη, που είναι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια.
Η Ελληνική Βουλή αξιοποιεί κάθε ιδέα που ανοίγει νέους και ευρύτερους δρόμους συνεργασίας με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα άλλα εθνικά Κοινοβούλια. Στηρίζει, με όλα τα μέσα, την ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών, την αποτελεσματική συνέργεια των προσπαθειών όλων των αιρετών εκπροσώπων των Ευρωπαϊκών λαών, σε κοινούς στόχους: Για την ανάπτυξη των χωρών, την πρόοδο και την ευημερία όλων των πολιτών της ευρωπαϊκής Οικογένειας.
Με την αναμενόμενη επικύρωση της Συνθήκης της Λισσαβόνας, από όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και μετά τις ευρω-εκλογές του 2009, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα διαθέτει 751 μέλη, αλλά και διευρυμένες αρμοδιότητες. Θα έχει πολύ στενότερη συνεργασία με τα Εθνικά Κοινοβούλια των κρατών-μελών της Ένωσης και θα διαδραματίζει ακόμη σημαντικότερο ρόλο στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη, την προώθηση κοινών στόχων, την προστασία των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Τα εθνικά Κοινοβούλια θα κληθούν να κάνουν πράξη τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.
Μόνο έτσι θα επιτευχθεί η αποστολή της Ένωσης και θα δικαιωθεί η πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που εκφράζει ένα μοναδικό πρότυπο πολιτικής οργάνωσης και συνεργασίας, ένα μοναδικό πρότυπο πολιτισμού και κοινωνίας.
Ως εκ τούτου, χαιρετίζω με χαρά τη διοργάνωση αυτού του Συνεδρίου και αναμένω με ενδιαφέρον τα συμπεράσματα του, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για νέες πολιτικές πρωτοβουλίες και επιπρόσθετες οργανωτικές βελτιώσεις, προς περαιτέρω ενίσχυση του Κοινοβουλευτισμού και της Δημοκρατίας, τόσο στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στο επίπεδο των κρατών μελών της».
Επιστροφή