[ΛΕΥΚΗ ΣΕΛΙΔΑ]
ΙΖ´ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΥΝΟΔΟΣ Δ´ Π Ρ Α Κ Τ Ι Κ Α ΤΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΚΑΙ ΨΗΦΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΕΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΟΜΟΣ Α´ ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΟΥΤΣΗ ΑΘΗΝΑ 2019
[ΛΕΥΚΗ ΣΕΛΙΔΑ]
I ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Α΄ ΜΕΡΟΣ I. Προτάσεις για την Αναθεώρηση Διατάξεων του Συντάγµατος, σύµφωνα µε τα άρθρα 110 του Συντάγµατος και 119 του Κανονισµού της Βουλής. 1. Πρόταση του Προέδρου και Βουλευτών της Κ. Ο. του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. για την αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγµατος, σύµφωνα µε τα άρθρα 110 του Συντάγµατος και 119 του Κανονισµού της Βουλής. Κατατέθηκε στη Βουλή στις 2 Νοεµβρίου 2018.................................................. 5 2. Πρόταση του Προέδρου και των Βουλευτών της Κ.Ο. της Νέας Δηµοκρατίας για την αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγµατος, σύµφωνα µε τα άρθρα 110 του Συντάγµατος και 119 του Κανονισµού της Βουλής. Κατατέθηκε στη Βουλή στις 14 Νοεµβρίου 2018.................. 13 3. Πρόταση Βουλευτών της Κ.Ο. του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. για προσθήκη στην παρ. 4 του άρθρου 101 του Συντάγµατος και ερµηνευτικής δήλωσης. Κατατέθηκε στη Βουλή στις 18 Ιανουαρίου 2019................................. 19 4. Πρόσθετη πρόταση Βουλευτών της Κ.Ο. της Νέας Δηµοκρατίας για την αναθεώρηση του άρθρου 96 του Συντάγµατος. Κατατέθηκε στη Βουλή στις 18 Ιανουαρίου 2019 ................................. 21 5. Πρόταση Βουλευτών της Κ.Ο. του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. για την αναθεώρηση του άρθρου 5 παρ. 2 του Συντάγµατος. Κατατέθηκε στη Βουλή στις 21 Ιανουαρίου 2019............................. 23 6. Πρόταση Βουλευτών της Κ.Ο. του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. για την αναθεώρηση του άρθρου 101 παρ. 1 και παρ. 3 του Συντάγµατος. Κατατέθηκε στη Βουλή στις 21 Ιανουαρίου 2019................................ 25 7. Πρόταση Βουλευτών της Κ.Ο. του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. για την αναθεώρηση του άρθρου 25 παρ. 3 του Συντάγµατος. Κατατέθηκε στη Βουλή στις 21 Ιανουαρίου 2019.................................. 27
II 8. Πρόταση Βουλευτών της Κ.Ο. του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. για την υιοθέτηση διάταξης για την προστασία των ζώων. Κατατέθηκε στη Βουλή στις 21 Ιανουαρίου 2019...................... 29 9. Πρόταση Βουλευτών της Κ.Ο. του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. για την αναθεώρηση του άρθρου 101 παρ. 4 του Συντάγµατος. Κατατέθηκε στη Βουλή στις 21 Ιανουαρίου 2019 ........................ 31 10. Πρόταση Βουλευτών της Κ.Ο. της Νέας Δηµοκρατίας για την αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγµατος (Γ΄ Μέρος)1. Κατατέθηκε στη Βουλή στις 30 Ιανουαρίου 2019............................. 33 11. Πρόταση Βουλευτών της Κ.Ο. του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και ενός ανεξάρτητου Βουλευτή για την αναθεώρηση του άρθρου 108 παρ. 2 του Συντάγµατος. Κατατέθηκε στη Βουλή στις 30 Ιανουαρίου 2019.................. 37 12. Πρόταση του Ε΄ Αντιπροέδρου Βουλής, Βουλευτή της Δηµοκρατικής Συµπαράταξης (ΠΑ.ΣΟ.Κ.-ΔΗΜ.ΑΡ.), κ. Δηµητρίου Κρεµαστινού και άλλων Βουλευτών για την αναθεώρηση του Συντάγµατος. Κατατέθηκε στη Βουλή στις 8 Φεβρουαρίου 2019........... 39 ΙΙ. Απόφαση του Προέδρου της Βουλής (υπ’ αριθµόν 14017/8812/12-11-2018) για τη σύσταση και συγκρότηση της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγµατος. (Συνεδρίαση ΚΣΤ΄/14.11.2018 της Ολοµέλειας της Βουλής)..................... 41 ΙII. Συζήτηση και λήψη απόφασης για τον ορισµό προθεσµίας υποβολής της Έκθεσης της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγµατος. (Συνεδρίαση ΚΣΤ΄/14.11.2018 της Ολοµέλειας της Βουλής)........... 47 V. Απόφαση της Ολοµέλειας της Βουλής για παράταση της προθεσµίας υποβολής της Έκθεσης της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγµατος (Συνεδρίαση NA΄/9.1.2018 της Ολοµέλειας της Βουλής)....... 117 1 Αναλυτικός πίνακας της Αναθεωρητικής Πρότασης της Νέας Δηµοκρατίας ευρίσκεται στο Παράρτηµα του τόµου.
III VI. Ανακοίνωση κατάθεσης της Έκθεσης της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγµατος. (Συνεδρίαση ΞΘ΄/5.2.2019 της Ολοµέλειας της Βουλής)......................... 121 Β΄ ΜΕΡΟΣ Πρακτικά των συνεδριάσεων της Ολοµέλειας της Βουλής επί των Αναθεωρητέων Διατάξεων του Συντάγµατος. Συζήτηση και ψηφοφορίες (Α΄ και Β΄) επί των προτάσεων για αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγµατος, σύµφωνα µε το άρθρα 110 του Συντάγµατος και 119 του Κανονισµού της Βουλής (ενιαία επί της αρχής και επί των αναθεωρητέων διατάξεων): i. Συνεδρίαση ΟΔ΄/12.2.2019.............................................. 129 ii. Συνεδρίαση ΟΕ΄/13.2.2019............................................ 229 iii. Συνεδρίαση ΟΣΤ΄/14.2.2019 (Α΄ ψηφοφορία)................. 321 iv. Συνεδρίαση ϟΔ΄/14.3.2019 (Β΄ ψηφοφορία)................ 353 Γ΄ ΜΕΡΟΣ Ευρετήριο των πρακτικών των συνεδριάσεων της Ολοµέλειας της Βουλής επί των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγµατος: Ι. Ευρετήριο Θεµατικό........................................................................... 419 ΙΙ. Ευρετήριο Οµιλητών......................................................................... 431 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Αναλυτικός πίνακας Αναθεωρητικής Πρότασης της Νέας Δηµοκρατίας ..... 435
[ΛΕΥΚΗ ΣΕΛΙΔΑ]
ΜΕΡΟΣ Α΄ I. Προτάσεις για την Αναθεώρηση Διατάξεων του Συντάγματος, σύμφωνα με τα άρθρα 110 του Συντάγματος και 119 του Κανονισμού της Βουλής. II. Απόφαση του Προέδρου της Βουλής για τη σύσταση και συγκρότηση της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος. III. Συζήτηση και λήψη απόφασης για τον ορισμό προθεσμίας υποβολής της Έκθεσης της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος. IV. Παράταση της προθεσμίας υποβολής της Έκθεσης της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος. V. Ανακοίνωση κατάθεσης της Έκθεσης της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος.
[ΛΕΥΚΗ ΣΕΛΙΔΑ]
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΣΥΜΦΩΝΑΜΕ ΤΑΑΡΘΡΑ 110 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ 119 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ
[ΛΕΥΚΗ ΣΕΛΙΔΑ]
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚH EΚΘΕΣΗ στην πρόταση του Προέδρου και Βουλευτών της Κ.Ο. του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. για την αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγµατος, σύµφωνα µε τα άρθρα 110 του Συντάγµατος και 119 του Κανονισµού της Βουλής Προς τη Βουλή των Ελλήνων A. ΓΕΝΙΚΑ Η συνταγµατική αναθεώρηση συνιστά κεντρική στιγµή στη λειτουργία του πολιτεύµατος, ειδικά προκειµένου για αυστηρά Συντάγµατα, όπως το ελληνικό. Αποσκοπεί όχι µόνο να διορθώσει ατέλειες, αστοχίες και δυσλειτουργίες ως προς την εφαρµογή του Συντάγµατος, αλλά κυρίως να απαντήσει σε κρίσιµα ερωτήµατα ως προς την κατεύθυνση που πρέπει να πάρει το πραγµατικό Σύνταγµα, η εφαρµογή του συνταγµατικού κειµένου στην πολιτική πράξη. Η καθαρή έξοδος από τα Μνηµόνια τον Αύγουστο του 2018 και η µετάβαση σε µια νέα ιστορική φάση, µας υποχρεώνει να αφοσιωθούµε στις µεγάλες θεσµικές τοµές και µεταρρυθµίσεις µε στόχο την ενίσχυση του κοινοβουλευτισµού, την εµβάθυνση της δηµοκρατίας, την προώθηση της ισότητας και της ισονοµίας, την προστασία των κοινωνικών δικαιωµάτων, τον απαραίτητο θεσµικό εκσυγχρονισµό. Μια προσπάθεια που εκκινήσαµε ήδη από το 2015, ενισχύοντας την κοινοβουλευτική διαδικασία και προχωρώντας σε σειρά θεσµικών παρεµβάσεων, παρά τους γνωστούς και µεγάλους περιορισµούς που δηµιουργούσε η συνθήκη της αυστηρής επιτροπείας. Ψηφίσαµε την απλή αναλογική ως εκλογικό σύστηµα στις βουλευτικές και αυτοδιοικητικές εκλογές, αλλάζοντας τους όρους αντιπροσώπευσης και κατοχυρώνοντας, όχι µόνο την τυπική, αλλά και την ουσιαστική ισότητα της ψήφου. Καταθέσαµε και ψηφίσαµε σειρά νοµοθετηµάτων για τη διεύρυνση των ελευθεριών και την κατοχύρωση νέων κοινωνικών και πολιτικών δικαιωµάτων, κάνοντας βήµατα προς την κατεύθυνση της πραγµατικής ισότητας των πολιτών ανεξαρτήτως φύλου, φυλής, χρώµατος ή σεξουαλικού προσανατολισµού. Καταργήσαµε την πολιτική επιστράτευση των απεργών. Αποκαταστήσαµε τις συλλογικές διαπραγµατεύσεις. Όλα αυτά ήταν βήµατα θεσµικής προόδου, εκδηµοκρατισµού και απόκρισης σε πραγµατικά κοινωνικά και λαϊκά αιτήµατα. Η αναθεώρηση του Συντάγµατος όµως δεν συγκεφαλαιώνει απλώς, αλλά προωθεί περαιτέρω, ώριµες και αναγκαίες προοδευτικές τοµές, τόσο για την αποκατάσταση της εµπιστοσύνης των πολιτών στο πολιτικό µας σύστηµα, όσο όµως και για την εµβάθυνση της δηµοκρατίας και της λαϊκής κυριαρχίας. Βασικός στόχος της αναθεώρησης, είναι να απαντήσουµε στις µεγάλες προκλήσεις που αντιµετωπίζει σήµερα η δηµοκρατία και το κοινοβουλευτικό σύστηµα. Αλλά και στις προκλήσεις και τους κινδύνους που επιφυλάσσει η ανεξέλεγκτη κυριαρχία των αγορών, η ανεξέλεγκτη κυριαρχία του νεοφιλελευθερισµού στις σύγχρονες κοινωνίες. Από τη µια µεριά, η οικονοµική κρίση έφερε στο προσκήνιο τις χρόνιες παθογένειες του ελληνικού κράτους. Μιας οργάνωσης -µη οργάνωσης- που δεν ήταν αποτέλεσµα της δήθεν ανεπάρκειας των κυβερνήσεων της µεταπολίτευσης. Αλλά αντίθετα, αποτελούσε πολιτική επιλογή. Καθώς το οργανωτικό και διοικητικό χάος ήταν τελικά µια τεχνολογία εξουσίας. Ήταν η προϋπόθεση: • για την αναπαραγωγή σχέσεων εξάρτησης των πολιτών από το πολιτικό προσωπικό, • τη δηµιουργία, τη συντήρηση και τη συγκάλυψη εστιών διαφθοράς από τη βάση µέχρι τις κορυφές του διοικητικού µηχανισµού, • για την ανοχή, σε τελική ανάλυση, της γενικευµένης φοροδιαφυγής που λειτούργησε και ως καταλύτης για την ηγεµονία του νεοφιλελευθερισµού. Από την άλλη, όµως, η µνηµονιακή συνθήκη έθεσε και νέα ερωτήµατα. Έφερε στο προσκήνιο µε ένταση, λαϊκά αιτήµατα για την υπεράσπιση της ίδιας της δηµοκρατίας. Και τέλος, µας υπενθύµισε πόσο απροστάτευτη µπορεί να είναι η πολιτεία και ο κοινοβουλευτισµός από την ενίσχυση υπερεθνικών, κρατικών και ιδιωτικών µηχανισµών που κινούνται έξω από το πλαίσιο του λαϊκού ελέγχου. Τα προγράµµατα δηµοσιονοµικής προσαρµογής, έπληξαν τον πυρήνα της οικονοµικής κυριαρχίας της χώρας µας. Απαξίωσαν θεσµούς αντιπροσώπευσης και πολιτικούς φορείς. Διέρρηξαν την εµπιστοσύνη των πολιτών, όχι µόνο στο πολιτικό σύστηµα, αλλά και στην ίδια τη δηµοκρατία. Και όλα αυτά συνέβησαν σε συνθήκες µετασχηµατισµών του κράτους, των θεσµών και των δοµών του. Μετασχηµατισµών που έχουν ήδη οδηγήσει σε ενίσχυση µηχανισµών, των οποίων η εξουσία δεν πηγάζει από τη λαϊκή βούληση αλλά από µια δήθεν αντικειµενική τεχνική γνώση που υποτίθεται πως κατέχουν. Μια γνώση που είναι στην πραγµατικότητα η άλλη όψη µιας εξουσίας. Πρόκειται εδώ, για την κυριαρχία της τεχνοκρατικής ιδεολογίας που υψώνει σινικά τείχη µεταξύ του λαού και των εκπροσώπων του από τη µια και των πολλαπλών πλέον κέντρων λήψης των αποφάσεων από την άλλη. Και πρέπει να κατανοήσουµε τόσο την ιδεολογία αυτή, όσο και τους µετασχηµατισµούς που προκαλεί. Με κυριότερο από αυτούς, τη διαρκή αφαίρεση πεδίων από τη ύλη της δηµοκρατικής πολιτικής σύγκρουσης. Έτσι, κρατικοί µηχανισµοί, ιδιωτικοί φορείς, υπερεθνικοί οργανισµοί, ανεξάρτητες αρχές, αποκτούν συχνά όχι µόνο τη δυνατότητα να ασκούν πειθαρχικές λειτουργίες αλλά και να επιβάλουν πολιτικές που παρουσιάζονται µάλιστα ως µονόδροµος, ως αναγκαιότητες. Μέσα σε αυτή τη µεταδηµοκρατική συνθήκη, είµαστε υποχρεωµένοι να προωθήσουµε µέτρα και συνταγµατικές ρυθµίσεις ενίσχυσης τόσο του Κοινοβουλίου, όσο όµως και του ελέγχου που αυτό ασκεί, τόσο στις εκάστοτε κυβερνήσεις, όσο όµως, και στις τεχνοκρατικές δοµές που ασκούν εν τέλει εξουσία. Μέτρα δηλαδή που θα ενισχύουν τις λειτουργίες, η εξουσία των οποίων πηγάζει απευθείας και άρα ελέγχεται απευθείας, από το λαό. Αλλά και µέτρα που θα ενισχύουν τη λαϊκή συµµετοχή. Την απευθείας συµµετοχή των πολιτών στην πολιτική ζωή αλλά και τη λήψη των αποφάσεων από τους ίδιους τους πολίτες. Στο πλαίσιο λοιπόν αυτό προτείνουµε: Την καθιέρωση παγίως, αναλογικού εκλογικού συστήµατος, αλλά και την ταυτόχρονη καθιέρωση της εποικοδοµητικής ψήφου δυσπιστίας. Η εποικοδοµητική ψήφος δυσπιστίας αποτελεί το θε5
σµό, σύµφωνα µε τον οποίο πρόταση δυσπιστίας δεν µπορεί να γίνει δεκτή από το Κοινοβούλιο, παρά µόνο υπό την προϋπόθεση ότι υπερψηφίζεται ταυτόχρονα και νέος Πρωθυπουργός. Και τούτο φυσικά, δεν δηµιουργεί µόνο συνθήκες πολιτικής σταθερότητας, καθώς διευκολύνει τη συνέχεια των Κυβερνήσεων και δυσκολεύει την πρόωρη λήξη της κοινοβουλευτικής περιόδου. Ταυτόχρονα δηµιουργεί και τους όρους εκείνους για τετραετείς πολιτικούς κύκλους, πέρα και έξω από τακτικισµούς και σχεδιασµούς εξωθεσµικών πολιτικών κέντρων. Και είναι αλήθεια ότι το µέτρο αυτό είναι ένα µέτρο που ισχυροποιεί την εκάστοτε Κυβέρνηση. Είναι λοιπόν γι’αυτόν το λόγο, που δεν µπορεί να νοηθεί και να λειτουργήσει, παρά µόνο σε συνδυασµό µε την υποχρέωση για εφαρµογή ενός αναλογικού εκλογικού συστήµατος, ενός εσωτερικού δηλαδή στον κοινοβουλευτισµό, εξισορροπητικού µηχανισµού. Πρόκειται εδώ για ένα εσωτερικό και µάλιστα δηµοκρατικό αντίβαρο της ισχυροποίησης της Κυβέρνησης. Στο ίδιο πλαίσιο της ανάγκης για σταθερότητα της Κυβέρνησης, αλλά και σεβασµού της λαϊκής βούλησης σε συνθήκες διάχυσης των πολιτικών εξουσιών, εντάσσεται και η πρόταση που αποτρέπει τη διάλυση του Κοινοβουλίου µε αφορµή την αδυναµία εκλογής Προέδρου της Δηµοκρατίας µε αυξηµένη πλειοψηφία από το Κοινοβούλιο. Επίσης εντός της ίδιας λογικής, εντάσσεται και η πρόταση για την υποχρέωση ο Πρωθυπουργός να είναι απαραιτήτως αιρετός από τον ελληνικό λαό, δηλαδή εκλεγµένος βουλευτής. Μια πρόταση που λαµβάνει υπόψη της την πολιτική εµπειρία που αντλήσαµε από τα χρόνια της κρίσης, ώστε να µην επαναληφθούν έκτακτες πολιτικές καταστάσεις µε διορισµούς Πρωθυπουργών, που δεν έχουν περάσει από τη βάσανο της λαϊκής ψήφου. Άλλο ένα µέτρο που αφορά την αρχιτεκτονική των θεσµών είναι και η υποχρέωση, νέες ανεξάρτητες αρχές να ιδρύονται µόνο µε αυξηµένη πλειοψηφία των 3/5 του όλου αριθµού των βουλευτών. Διότι ο αστόχαστος πολλαπλασιασµός τους, έχει οδηγήσει σήµερα σε θεσµικούς λαβυρίνθους. Αν η ενίσχυση του Κοινοβουλίου όµως και της εκλεγµένης Κυβέρνησης αποτελεί τον έναν πόλο της πρότασής µας, η ενίσχυση της λαϊκής παρέµβασης αποτελεί τον άλλο. Και τούτο φυσικά, συναρτάται επίσης µε την εµπειρία των προγραµµάτων προσαρµογής, την κρίση αντιπροσώπευσης που πυροδότησαν και τις λαϊκές κινητοποιήσεις που ξέσπασαν, ιδίως στην αρχή της κρίσης. Το κίνηµα των πλατειών, στις αρχές της οικονοµικής κρίσης, πέραν του θυµού και της οργής απέναντι στις πολιτικές της σκληρής λιτότητας, έθεσε στην ηµερήσια διάταξη και ένα καίριο ερώτηµα που αφορά τα όρια της αντιπροσώπευσης. Έθεσε το αίτηµα για απευθείας συµµετοχή του λαού στη διαµόρφωση της πολιτικής και των κρίσιµων αποφάσεων. Απαίτησε να µην είναι ο λαός παρατηρητής των εξελίξεων όσο θα διαρκεί η τετραετία µεταξύ δύο εκλογικών αναµετρήσεων. Και ο λαός αποτελεί για µας τη βασική εγγύηση τήρησης της δηµοκρατικής αρχής. Επειδή είµαστε µε τη δηµοκρατία και όχι µε την αριστοκρατία, επιµένουµε να την υπερασπιζόµαστε, ακόµη και όταν θεωρούµε ότι η πλειοψηφία δεν παίρνει τις αποφάσεις που εµείς επιθυµούµε. Γι’ αυτό προτείνουµε την κατοχύρωση του δικαιώµατος για διενέργεια δηµοψηφίσµατος µε λαϊκή πρωτοβουλία, είτε για κρίσιµο εθνικό θέµα είτε για ψηφισµένο νοµοσχέδιο, αλλά και τη θεσµοθέτηση της λαϊκής νοµοθετικής πρωτοβουλίας. Μέτρα δηλαδή που φέρνουν το λαό, αλλά και την πολιτική, το διάλογο, τη διαφωνία, την αντιπαράθεση πολιτικών σχεδίων στο προσκήνιο. Διότι έτσι συγκροτούνται οι ισχυρές δηµοκρατίες, όταν εµπιστεύονται και όχι όταν φοβούνται τη λαϊκή κρίση. Θα πρέπει όµως να αντιµετωπιστούν και οι παθογένειες της οργάνωσης του κράτους, που αποτέλεσαν και µια από τις βασικές αιτίες της κρίσης, που δεν ήταν µόνο οικονοµική αλλά ήταν και θεσµική. Παθογένειες όπως η διαφθορά και η διαπλοκή της πολιτικής µε την οικονοµική εξουσία, αλλά και η απαράδεκτη ισχύουσα ανισότητα στην ποινική µεταχείριση όλων των πολιτών. Διότι η παρούσα συνταγµατική διαµόρφωση, δηµιουργεί στην πραγµατικότητα µια κάστα, την κάστα του πολιτικού προσωπικού και οργανώνει θεσµικά το πελατειακό κράτος και το κράτος των προνοµίων σε ειδικές κατηγορίες πολιτών. Βεβαίως, πρέπει να ληφθεί υπόψη και η ανάγκη προστασίας των αντιπροσώπων του λαού κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, χωρίς όµως να γίνεται ανεκτή η θεσµική κατοχύρωση της ασυδοσίας και της ατιµωρησίας. Επίσης, είναι ώρα για την τροποποίηση των διατάξεων που αφορούν τη βουλευτική ασυλία, ώστε αυτή να καλύπτει επίσης αποκλειστικά τα αδικήµατα που τελούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Και ακόµα, προτείνουµε να αναµετρηθούµε µε την αντίληψη που δεν τιµά το πολιτικό σύστηµα και τους πολιτικούς, τη διαδεδοµένη αντίληψη των πολιτών, δυστυχώς, ότι η πολιτική είναι επάγγελµα και µάλιστα για ορισµένους επικερδές, και όχι προσφορά. Γι’ αυτό και προτείνουµε να προβλεφθεί όριο θητειών για τους βουλευτές, ώστε να µην δηµιουργούνται όροι συναλλαγής µε το εκλογικό σώµα. Ένα από τα κεντρικά θέµατα που οφείλει να θίξει η συνταγµατική αναθεώρηση είναι το θέµα των σχέσεων Εκκλησίας και Κράτους. Η Πολιτεία, ο πολιτικός κόσµος, η Εκκλησία, οι πολίτες αλλά και οι πιστοί, έχουν σήµερα την ωριµότητα, τη σωφροσύνη και την ευαισθησία να αποδεχτούν τον εξορθολογισµό των σχέσεων αυτών. Και εκτιµούµε ότι µπορεί να διαµορφωθούν ευρείες συναινέσεις, ώστε να περάσουµε σε µια νέα εποχή στις σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας. Έχει έρθει λοιπόν ο καιρός, ώστε να κατοχυρωθεί ρητά στο Σύνταγµα η θρησκευτική ουδετερότητα του ελληνικού κράτους, µε ό,τι αυτό συνεπάγεται κανονιστικά και πρακτικά. Και αυτό είναι ένα σηµαντικό βήµα για τον εκσυγχρονισµό και τη φιλελευθεροποίηση του Συντάγµατός µας. Ο τελευταίος άξονας των προτάσεών µας, αφορά την ενίσχυση της προστασίας των κοινωνικών δικαιωµάτων. Πρέπει να αντιµετωπισθεί η επίθεση στα κοινωνικά δικαιώµατα, η οποία ιδιαίτερα τα χρόνια των µνηµονίων αλλά και πριν από αυτά, ήταν ταυτισµένη µε το νεοφιλελευθερισµό. Πρέπει να αναστραφεί η απαξίωση του δικαιώµατος στην εργασία, η απορρύθµιση της αγοράς εργασίας, η αποδυνάµωση της προστασίας των κοινών αγαθών, η συνταγµατική αφωνία για κρίσιµα πεδία του κοινωνικού κράτους. 6
Και από την πρώτη στιγµή αυτής της µακρόχρονης διαδικασίας του διαλόγου είχαµε διακηρύξει τη βούλησή µας για ένα Σύνταγµα: • Που θα προστατεύει δηµόσια αγαθά, όπως το νερό και την ηλεκτρική ενέργεια από την επέλαση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. • Που θα κατοχυρώνει εµφατικά την προστασία της εργασίας και των εργαζοµένων. • Που θα αναγνωρίζει την αποκλειστική αρµοδιότητα των κοινωνικών εταίρων να ορίζουν τον κατώτατο µισθό. • Που θα ενισχύει τις κρατικές εγγυήσεις για καθολική πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας σε όλους τους πολίτες. Βεβαίως, όλες αυτές οι προτάσεις, αντανακλούν τις δικές µας ιδεολογικές επιλογές, αλλά είναι και θέσεις που ανταποκρίνονται στις πραγµατικές ανάγκες, τις αγωνίες της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και στις προσδοκίες των πολιτών από το πολιτικό σύστηµα. Η πρότασή µας επιδιώκει τις συναινέσεις, εκεί που είναι δυνατές. Περιλαµβάνει αρκετές από τις προτάσεις Αναθεώρησης της Νέας Δηµοκρατίας του 2014, αλλά και από τα σηµεία αναθεώρησης που πρότεινε πρόσφατα το ΚΙΝΑΛ. Μαζί µε άλλες, βεβαίως, που αποτελούν το δικό µας πολιτικό και ιδεολογικό στίγµα, όπως κάθε πολιτική δύναµη έχει το δικαίωµα -και την υποχρέωση- να καταθέτει στον κοινοβουλευτικό διάλογο. Θα επιδιώξουµε συναινέσεις, όχι µόνον ως προς τον κατάλογο των άρθρων που θα αναθεωρηθούν, αλλά και ως προς την κατεύθυνση της αναθεώρησής τους. Διότι, όπως έκρινε και η απόφαση του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου 11/2003, θεωρούµε ότι, τόσο η αρχική µας πρόταση όσο και η τελική απόφαση της Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγµατος θα πρέπει να προσδιορίζει δεσµευτικά και το περιεχόµενο των αναθεωρητέων άρθρων. Η πρότασή µας περιλαµβάνει τους εξής επιµέρους άξονες, µε σκοπό την πλήρη επαναθεµελίωση του πολιτεύµατος σε δηµοκρατικότερη και προοδευτική βάση: ΑΞΟΝΑΣ 1 ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ - ΝΕΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ 1. Ενίσχυση της πολιτικής νοµιµοποίησης των βουλευτών. Περιορισµός θητείας βουλευτών - Ασυλία. 2. Λειτουργία της Κυβέρνησης - Κατάργηση ποινικών προνοµίων υπουργών. Εποικοδοµητική πρόταση δυσπιστίας. Ποινική ευθύνη Υπουργών. 3. Εκλογικό Σύστηµα. Καθιέρωση αναλογικού εκλογικού συστήµατος - Ρύθµιση ψήφου οµογενών. 4. Ανεξάρτητες αρχές. ΑΞΟΝΑΣ 2 ΔΙΑΚΡΙΤΟΤΗΤΑ ΚΡΑΤΟΥΣ - ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ 1. Αναγνώριση της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους. 2. Πολιτικός όρκος. ΑΞΟΝΑΣ 3 ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ - ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΘΕΣΜΩΝ ΑΜΕΣΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ 1. Κύρωση διεθνών συνθηκών µεταβίβασης κυριαρχίας µε δηµοψήφισµα. 2. Δηµοψηφίσµατα µε λαϊκή πρωτοβουλία. ΑΞΟΝΑΣ 4 ΕΜΒΑΘΥΝΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ «ΚΟΙΝΩΝ» 1. Θωράκιση των κοινωνικών δικαιωµάτων στην εργασία, την υγεία, την πρόνοια και την κοινωνική ασφάλιση. 2. Προστασία εργαζοµένων από διακρίσεις λόγω ηλικίας. 3. Κατοχύρωση των συλλογικών συµβάσεων εργασίας. B. ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ 1. Άρθρο 3 Προτείνουµε την αναδιατύπωση και τον εκσυγχρονισµό του άρθρου 3, προκειµένου να κατοχυρωθεί ρητά η θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους, µε διατήρηση πάντως, για ιστορικούς και πραγµατολογικούς λόγους, της αναγνώρισης της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως επικρατούσας θρησκείας. Με την πρότασή µας το άρθρο 3 συµπτύσσεται σε µία παράγραφο. Προτάσσεται η διακήρυξη ότι, η Ελληνική Πολιτεία είναι θρησκευτικά ουδέτερη και ακολουθεί η αναγνώριση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως επικρατούσας θρησκείας. Για την οποία διευκρινίζεται περιγραφικά, για ιστορικούς λόγους, ότι είναι δογµατικά ενωµένη µε το Οικουµενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και τις άλλες ορθόδοξες εκκλησίες, τηρεί τους αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και την εκκλησιαστική παράδοση, είναι αυτοκέφαλη και διοικείται σύµφωνα µε τον Καταστατικό Χάρτη της, τον Πατριαρχικό Τόµο του 1850 και τη Συνοδική Πράξη του 1928. Διευκρινίζεται επίσης ότι, δεν θίγεται το εκκλησιαστικό καθεστώς της Κρήτης και των Δωδεκανήσων. Κατά τα λοιπά, από τη διάταξη απαλείφονται οι θεολογικού χαρακτήρα αναφορές, όπως και η αναφορά στα όργανα διοίκησης της Εκκλησίας, ως ασύµβατες µε την καθιέρωση της θρησκευτικής ουδετερότητας, και καταργείται η σηµερινή παράγραφος 3, σχετικά µε το κείµενο της Αγίας Γραφής. Το άρθρο συµπληρώνεται από ερµηνευτική δήλωση, µε την οποία διευκρινίζεται ότι, ο όρος «επικρατούσα θρησκεία» δεν αποτελεί αναγνώριση επίσηµης κρατικής θρησκείας και, κυρίως, δεν συνεπάγεται δυσµενείς συνέπειες σε βάρος άλλων θρησκευµάτων και γενικότερα στην απόλαυση του δικαιώµατος της θρησκευτικής ελευθερίας. 2. Άρθρα 13 παρ. 5, 33 παρ. 2 και 59 παρ. 1 και 2 Προτείνουµε την προσθήκη εδαφίων στην παράγραφο 5 του άρθρου 13, προκειµένου να κατοχυρωθεί συνταγµατικά ο πολιτικός όρκος, ως έκφραση της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους, σε εναρµόνιση προς την 7
προτεινόµενη τροποποίηση του άρθρου 3. Ο θρησκευτικός όρκος, εάν είναι υποχρεωτικός, αντίκειται στην αρνητική θρησκευτική ελευθερία, δηλαδή στο δικαίωµα του καθενός να µην γίνονται γνωστές οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις, εάν δεν το επιθυµεί ο ίδιος. Με την πρότασή µας η ορκωµοσία όλων ανεξαιρέτως των κρατικών αξιωµατούχων και των δηµόσιων λειτουργών και υπαλλήλων θα γίνεται υποχρεωτικά µε πολιτικό όρκο, δηλαδή µε διαβεβαίωση στην τιµή και τη συνείδησή τους. Ενώ στις υπόλοιπες περιπτώσεις που επιβάλλεται όρκος ο υπόχρεος θα έχει τη δυνατότητα να επιλέγει ελεύθερα αν θα δώσει όρκο πολιτικού ή θρησκευτικού τύπου. Σε εναρµόνιση µε την πρόταση αυτή, είναι αναγκαίο να απαλειφθεί η θρησκευτική καθοµολόγηση από τον όρκο του Προέδρου της Δηµοκρατίας (άρθρο 33 παρ. 2) και των βουλευτών (άρθρο 59 παρ. 1) και να αντικατασταθεί µε διαβεβαίωση στην τιµή και τη συνείδησή τους. Επίσης καταργείται, ως περιττή πλέον, και η παράγραφος 2 του άρθρου 59 για τον όρκο αλλόθρησκων ή ετερόδοξων βουλευτών. 3. Άρθρο 21 παρ. 1 και 3 και προσθήκη παραγράφου 7 Στον πυρήνα της πρότασής µας για την ενίσχυση της προστασίας των κοινωνικών δικαιωµάτων βρίσκονται τρεις σηµαντικές παρεµβάσεις στο άρθρο 21, οι οποίες ενισχύουν τη δεσµευτικότητα των δικαιωµάτων, λαµβάνοντας υπόψη και την εµπειρία της αµφισβήτησης της εφαρµογής τους κατά τη µνηµονιακή περίοδο. Συγκεκριµένα, προτείνουµε: Πρώτον, τη ριζική αναδιατύπωση της παραγράφου 1, προκειµένου να κατοχυρωθεί συνταγµατικά η κρατική εγγύηση, µέσα από καθολικές κοινωνικές υπηρεσίες και εισοδηµατικές ενισχύσεις, ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης για όλους. Διευκρινίζεται ότι, για τον προσδιορισµό του επιπέδου διαβίωσης, καθιερώνεται υποχρέωση του νοµοθέτη, δικαστικά ελέγξιµη, να χρησιµοποιεί επιστηµονικές µεθόδους και να λαµβάνει υπόψη τις επίκαιρες αντικειµενικές κοινωνικές συνθήκες. Η διάταξη αυτή, στην οποία θεµελιώνεται ένα γενικό δικαίωµα στην κοινωνική πρόνοια, συµπληρώνεται µε αναφορά στην ειδική προστασία που οφείλει να παρέχεται στην οικογένεια, το γάµο, τη µητρότητα, τα παιδιά, τους νέους, τους ηλικιωµένους, τα άτοµα µε αναπηρία και τους άπορους. Δεύτερον, τον εκσυγχρονισµό της παραγράφου 3 για το δικαίωµα στην υγεία. Με την πρότασή µας αναγνωρίζεται ρητά ως κοινωνικό δικαίωµα (και όχι απλά ως κρατική υποχρέωση µέριµνας) το δικαίωµα στην υγεία, από το οποίο απορρέει η υποχρέωση του κράτους να παρέχει καθολική πρόσβαση σε αποτελεσµατικές παροχές υγείας, και κατοχυρώνεται συνταγµατικά το Εθνικό Σύστηµα Υγείας, µέσω του οποίου παρέχονται οι παροχές αυτές. Τέλος, τρίτον, την προσθήκη νέας διάταξης, ως παράγραφος 7, προκειµένου να κατοχυρωθεί ο δηµόσιος έλεγχος των βασικών κοινωνικών αγαθών. Με την πρότασή µας ορίζεται ότι βασικά κοινωνικά αγαθά, όπως το νερό και η ηλεκτρική ενέργεια, και τα δίκτυα διανοµής τους υπόκεινται σε καθεστώς δηµόσιας υπηρεσίας και τελούν σε δηµόσιο έλεγχο. 4. Αρθρο 22 παρ. 1, 2, 4 και 5 Με τις προτάσεις µας για το άρθρο 22 διευρύνουµε την προστασία, αφενός, της εργασίας και των συλλογικών και εργασιακών δικαιωµάτων και, αφετέρου, του δικαιώµατος κοινωνικής ασφάλισης. Όσον αφορά την προστασία του δικαιώµατος στην εργασία, προτείνουµε: Πρώτον, να διευκρινιστεί και ρητά, στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, ότι το δικαίωµα ίσης αµοιβής για ίσης αξίας εργασία κατοχυρώνεται για όλους τους εργαζόµενους ανεξάρτητα από την ηλικία τους. Βεβαίως, ήδη από την ισχύουσα διατύπωση, σύµφωνα µε την οποία το δικαίωµα το έχουν όλοι οι εργαζόµενοι «ανεξάρτητα από φύλο ή άλλη διάκριση», απορρέει µεταξύ άλλων και η απαγόρευση διάκρισης λόγω ηλικίας, που είναι προφανές ότι συνιστά «άλλη διάκριση». Η ρητή προσθήκη της ηλικίας ως απαγορευµένου λόγου διάκρισης αποσαφηνίζει οριστικά το ζήτηµα και αποκλείει εφεξής κάθε απόπειρα παράκαµψης της αρχής «ίση αµοιβή για ίσης αξίας εργασία». Δεύτερον, να αναδιατυπωθεί και να εµπλουτιστεί η παράγραφος 2, προκειµένου να κατοχυρωθούν οι συλλογικές διαπραγµατεύσεις για τον καθορισµό του ελάχιστου µισθού και το δικαίωµα µονοµερούς προσφυγής των κοινωνικών εταίρων στη διαιτησία. Συγκεκριµένα, προτείνουµε να οριστεί ότι γενικοί, ελάχιστοι όροι προστασίας των εργαζοµένων τίθενται µε νόµο, αλλά πάντα µε σεβασµό στα όρια που θέτουν οι διεθνείς συµβάσεις και η αρχή της ανθρώπινης αξίας. Κατά τα λοιπά, οι ειδικότεροι όροι εργασίας και ο ελάχιστος µισθός καθορίζονται µε συλλογικές συµβάσεις εργασίας που συνάπτονται µε ελεύθερες συλλογικές διαπραγµατεύσεις και, αν αυτές αποτύχουν, µε διαιτητικές αποφάσεις που εξοµοιώνονται πλήρως µε συλλογικές συµβάσεις. Διευκρινίζουµε επίσης ότι η µονοµερής προσφυγή στη διαιτησία αποτελεί δικαίωµα καθενός από τα µέρη της συλλογικής διαφοράς, δηλαδή δεν προϋποθέτει τη συναίνεση των µερών, αλλά µπορεί να γίνει και µονοµερώς. Τέλος, προτείνουµε να κατοχυρωθεί συνταγµατικά η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθµισης, δηλαδή ότι σε περίπτωση σύγκρουσης ή σώρευσης συλλογικών ρυθµίσεων ή νοµοθετικών ή κανονιστικών πράξεων ισχύει η αρχή της εύνοιας. Επισηµαίνουµε ότι όλοι αυτοί οι κανόνες απορρέουν ήδη ερµηνευτικά από την ισχύουσα διατύπωση της διάταξης της παραγράφου 2, κάτι που, ειδικά όσον αφορά το δικαίωµα µονοµερούς προσφυγής στη διαιτησία, έχει επιβεβαιωθεί και νοµολογιακά (µε την απόφαση 2307/2014 του Συµβουλίου της Επικρατείας σε Ολοµέλεια). Εποµένως, η πρότασή µας αποσκοπεί να επιβεβαιώσει και να καταστήσει εφεξής αναµφισβήτητους κανόνες που ήδη συνάγονται ερµηνευτικά. Τρίτον, να προστεθεί εδάφιο στο τέλος της παραγράφου 4, µε το οποίο θα διευκρινίζεται ότι η επίταξη υπηρεσιών απαγορεύεται ως µέτρο αντιµετώπισης των συνεπειών απεργίας. Και στο σηµείο αυτό θεωρούµε ότι η ορθή ερµηνεία της υφιστάµενης διάταξης, σε συνδυασµό µε τις διατάξεις του άρθρου 23 για την προστασία του δικαιώµατος της απεργίας, καταλήγει στο ίδιο συµπέρασµα. Εποµένως, µε την πρότασή µας επιδιώκουµε να εξαλειφθεί οποιαδήποτε αµφιβολία και να αποκατασταθεί το αληθές νόηµα της συνταγµατικής διάταξης. Όσον αφορά το δικαίωµα της κοινωνικής ασφάλισης, προτείνουµε τη ριζική αναδιατύπωση της παραγράφου 5, προκειµένου να αναγνωριστεί ρητά ως κοινωνικό δικαίωµα (και όχι απλά ως κρατική υποχρέωση µέριµνας) το δι8
καίωµα στην κοινωνική ασφάλιση και να διευκρινιστεί ότι το κράτος υποχρεώνεται να εξασφαλίζει αποτελεσµατική προστασία έναντι όλων των ασφαλιστικών κινδύνων µέσω ενός ενιαίου συστήµατος καθολικής κάλυψης, στο πλαίσιο δηµόσιου αναδιανεµητικού συστήµατος, που λειτουργεί βάσει των αρχών της αλληλεγγύης και της ανταποδοτικότητας. Με την πρότασή µας επιδιώκουµε, εποµένως, να κατοχυρώσουµε συνταγµατικά τα θεµελιώδη και δοµικά χαρακτηριστικά του κοινωνικοασφαλιστικού συστήµατος, όπως έχουν διαµορφωθεί ιστορικά στη χώρα µας και έχουν παγίως επιβεβαιωθεί από το νοµοθέτη και τη νοµολογία. 5. Αρθρο 28 παρ. 2 Προτείνουµε την προσθήκη εδαφίου στην παράγραφο 2 του άρθρου 28, προκειµένου να οριστεί ότι διεθνής συνθήκη ή συµφωνία που προβλέπει µεταβίβαση κυριαρχικών αρµοδιοτήτων του κράτους κυρώνεται υποχρεωτικά µε δηµοψήφισµα. 6. Άρθρα 30 παρ. 1, 32 παράγραφοι 4 και 5, 34 παρ. 1 εδάφιο β΄, 35 παρ. 2 περίπτωση γ΄ και 41 παρ. 5 Προτείνουµε την τροποποίηση της παραγράφου 4 του άρθρου 32, προκειµένου να αποσυνδεθεί η εκλογή Προέδρου της Δηµοκρατίας από τη διάλυση της Βουλής. Η διάλυση της Βουλής αποτελεί κορυφαία στιγµή στη λειτουργία του κοινοβουλευτικού πολιτεύµατος. Πρέπει να αποτελεί αντικείµενο µιας πολιτικής απόφασης και όχι την παράπλευρη συνέπεια της αποτυχίας άλλων διαδικασιών. Άλλωστε, η πάγια εφαρµογή αναλογικού εκλογικού συστήµατος (προτεινόµενη τροποποίηση του άρθρου 54) καθιστά περιττή κάθε «τεχνητή» πρόκληση κυβερνητικής αστάθειας. Προτείνουµε λοιπόν, αν µετά από τρεις ψηφοφορίες για την εκλογή Προέδρου της Δηµοκρατίας δεν συγκεντρωθεί η απαιτούµενη πλειοψηφία (των δύο τρίτων του συνολικού αριθµού των βουλευτών στις δύο πρώτες ψηφοφορίες και των τριών πέµπτων στην τρίτη), να µην διαλύεται η Βουλή, αλλά οι ψηφοφορίες να επαναλαµβάνονται ανά µήνα µέχρις ότου επιτευχθεί η πλειοψηφία των τριών πέµπτων ή µέχρι τη συµπλήρωση εξαµήνου από την έναρξη της διαδικασίας εκλογής. Με τον τρόπο αυτόν θα µπορούν να διενεργηθούν άλλες τέσσερις (4), δηλαδή µέχρι και επτά (7) συνολικά ψηφοφορίες στη Βουλή. Μετά την παρέλευση του εξαµήνου και εφόσον σε καµία από τις ψηφοφορίες αυτές δεν συγκεντρωθεί η απαιτούµενη πλειοψηφία, ο Πρόεδρος της Δηµοκρατίας θα εκλέγεται από το λαό, δηλαδή µε άµεση, καθολική και µυστική ψηφοφορία από τους πολίτες που έχουν εκλογικό δικαίωµα, οι οποίοι θα κληθούν να επιλέξουν µεταξύ των δύο προσώπων που πλειοψήφησαν στην τελευταία ψηφοφορία. Εκτελεστικός νόµος θα καθορίζει ειδικότερα τη διαδικασία της άµεσης εκλογής Προέδρου από το λαό. Κατά το διάστηµα µέχρι την εκλογή νέου Προέδρου εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του ο ήδη Πρόεδρος της Δηµοκρατίας, όπως προβλέπει η παράγραφος 6 του άρθρου 32. Σε εναρµόνιση µε την πρόταση αυτή, είναι επίσης αναγκαία: α) η τροποποίηση της παραγράφου 1 του άρθρου 30, σύµφωνα µε την οποία ο Πρόεδρος εκλέγεται από τη Βουλή, προκειµένου να οριστεί εναλλακτικά ότι µπορεί να εκλέγεται και από το εκλογικό σώµα, β) η τροποποίηση της παραγράφου 5 του άρθρου 32, η οποία προβλέπει ότι, αν η Βουλή είναι απούσα, συγκαλείται εκτάκτως για να εκλέξει τον Πρόεδρο της Δηµοκρατίας κατά τους ορισµούς της παραγράφου 4, προκειµένου να προστεθεί η παραποµπή και στην παράγραφο 3, γ) η τροποποίηση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 34, σύµφωνα µε το οποίο κατά την περίοδο της αναπλήρωσης του Προέδρου δεν εφαρµόζονται οι διατάξεις για τη διάλυση της Βουλής «µε εξαίρεση την περίπτωση του άρθρου 32 παράγραφος 4», προκειµένου να διαγραφεί αυτή η τελευταία φράση ως άνευ αντικειµένου, διότι η διάταξη αυτή δεν θα προβλέπει πλέον διάλυση της Βουλής, δ) η τροποποίηση της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 35, που ορίζει ότι δεν απαιτείται προσυπογραφή για τη διάλυση της Βουλής, προκειµένου να διαγραφεί η φράση «κατά το άρθρο 32 παράγραφος 4 και» ως άνευ αντικειµένου, διότι η διάταξη αυτή δεν θα προβλέπει πλέον διάλυση της Βουλής, ε) η κατάργηση της παραγράφου 5 του άρθρου 41, σύµφωνα µε την οποία η Βουλή διαλύεται υποχρεωτικά στην περίπτωση του άρθρου 32 παράγραφος 4, διότι η διάταξη αυτή δεν θα προβλέπει πλέον διάλυση της Βουλής. 7. Αρθρο 37 παρ. 2 Προτείνουµε την τροποποίηση της παραγράφου 2 του άρθρου 37, προκειµένου να οριστεί ότι ο πρωθυπουργός απαιτείται να έχει τη βουλευτική ιδιότητα. Για να πάψει η πρακτική να διορίζονται και να διεκδικούν την εµπιστοσύνη της Βουλής εξωκοινοβουλευτικοί πρωθυπουργοί. Από την υποχρέωση αυτή θα εξαιρούνται οι πρωθυπουργοί εκλογικών κυβερνήσεων, οικουµενικών ή υπηρεσιακών, που σχηµατίζονται µε αποκλειστικό σκοπό τη διενέργεια εκλογών µετά την αποτυχία σχηµατισµού Κυβέρνησης που να έχει την εµπιστοσύνη της Βουλής, 8. Άρθρα 38 παρ. 1 και 84 παρ. 2 Προτείνουµε την αντικατάσταση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 84, προκειµένου να καθιερωθεί η λεγάµενη εποικοδοµητική ψήφος δυσπιστίας, σύµφωνα µε την οποία η πρόταση δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης θα πρέπει υποχρεωτικά να συνοδεύεται από την πρόταση για διορισµό νέου πρωθυπουργού. Έτσι, η Βουλή δεν θα µπορεί απλώς να αίρει, αρνητικά, την εµπιστοσύνη της από την Κυβέρνηση. Αλλά θα πρέπει ταυτόχρονα να διαµορφώνεται, θετικά, απόλυτη πλειοψηφία υπέρ του προσώπου που προτείνεται για νέος πρωθυπουργός. Διατηρείται πάντως η δυνατότητα υποβολής πρότασης δυσπιστίας ατοµικά κατά υπουργού (αλλά, εννοείται, όχι κατά του πρωθυπουργού) όπως ισχύει σήµερα. Σε εναρµόνιση µε την πρόταση αυτή, είναι αναγκαία η τροποποίηση και της παραγράφου 1 του άρθρου 38, όπου ορίζεται ότι αν η Βουλή αποσύρει την εµπιστοσύνη της από την κυβέρνηση εφαρµόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 37 (διαδικασία διερευνητικών εντολών). Με την καθιέρωση της εποικοδοµητικής ψήφου δυσπιστίας η παραποµπή αυτή καθίσταται περιττή, αφού ο νέος πρωθυπουργός θα υποδεικνύεται από τη Βουλή. 9. Άρθρο 44 παρ. 2 Προτείνουµε την τροποποίηση της παραγράφου 2 του άρθρου 44, προκειµένου να καθιερωθεί ο θεσµός του δηµοψηφίσµατος µε λαϊκή πρωτοβουλία. Θα µπορεί να 9
RkJQdWJsaXNoZXIy MjYz