Eικονογράφηση εξωφύλλου, από τ’ αριστερά: • Γεώργιος Χορτάτζης, Τραγωδία ονοµαζοµένη Ερωφίλη..., Ενετίησιν 1746 Βουλή των Ελλήνων. • Κρητική Σχολή, Η Φιλοξενία του Αβραάµ, αρχές 17ου αι. Μουσείο Μπενάκη. • ∆οµήνικος Θεοτοκόπουλος, Η συναυλία των αγγέλων (λεπτοµέρεια), π. 1608-1614 Εθνική Πινακοθήκη–Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου.
KPHTH 90 XPONIA A¶O THN ENø™H ME THN E§§A¢A
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Πρόεδρος: Βασίλης Κρεµµυδάς, Καθηγητής του Πανεπιστηµίου Αθηνών Μέλη: Ελένη Γαρδίκα–Κατσιαδάκη, Ερευνήτρια Ακαδηµίας Αθηνών Γιάννης Γιαννόπουλος, Ιστορικός, Σύµβουλος ∆ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης Γιάννης Γιανουλόπουλος, Καθηγητής του Παντείου Πανεπιστηµίου Γιώργος Κόκκινος, Επίκουρος Καθηγητής του Πανεπιστηµίου Αιγαίου Ρένα Σταυρίδη–Πατρικίου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του Παντείου Πανεπιστηµίου Αντώνης Χουρδάκης Καθηγητής του Πανεπιστηµίου Κρήτης Γενική επιµέλεια: Ευρυδίκη Αµπατζή, Φιλόλογος, Προϊσταµένη ∆ιεύθυνσης της Βιβλιοθήκης της Βουλής Κείµενα και σύνταξη ληµµάτων: Ελένη Αντωναράκου, Φιλόλογος–ιστορικός Μαρία Βλασσοπούλου, Ιστορικός, Βιβλιοθήκη της Βουλής Έλλη ∆ρούλια–Μητράκου, Φιλόλογος, Βιβλιοθήκη της Βουλής Aικατερίνη Φλερινού, Iστορικός, Βιβλιοθήκη της Βουλής Συνεργάστηκαν: Mαρία Kούλη Iστορικός, Bιβλιοθήκη της Bουλής Παναγιώτης Σαβοργιαννάκης Iστορικός Γραµµατεία: Aσπασία Παπακωνσταντίνου Bιβλιοθήκη της Bουλής Kαρολίνα Στυλιανοπούλου Bιβλιοθήκη της Bουλής Σχεδιασµός της Έκθεσης: Γιάννης Μετζικώφ Φωτογραφίες: Κώστας Μανώλης Copyright ©2003 ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ Μέγαρο του Κοινοβουλίου 100 21 Αθήνα www.parliament.gr ISBN 960–560–063–3
A£HNA 2003 O‰ËÁfi˜ Ù˘ ŒÎıÂÛ˘ KPHTH 90 XPONIA A¶O THN ENø™H ME THN E§§A¢A
«Ψαράδες κοντά σε νησί», Λάδι σε µουσαµά, 46,5x82,5 εκ., Συλλογή Έργων Tέχνης της Bουλής των Eλλήνων, αρ. έργου 332. Kωνσταντίνος Bολανάκης Hράκλειο Kρήτης 1837 – Πειραιάς 1907
M ε υπερηφάνεια, η Βουλή των Ελλήνων παραδίδει σήµερα στον ελληνικό λαό την έκθεση που είναι αφιερωµένη στην Κρήτη. Την Κρήτη των µύθων και των θρύλων, των ηρώων και των αγώνων, του πνεύµατος και του πολιτισµού. Την Κρήτη της ∆ηµοκρατίας. «Θεριό» την αποκάλεσε ο ποιητής. Για να δώσει, µ’ αυτή τη λέξη, την περιγραφή του µεγαλείου της Κρήτης. Τίποτα µικρό δεν υπάρχει, αλήθεια, στο νησί αυτό. Όλα, και ο τόπος και οι άνθρωποι και η ιστορία, ζουν και υπάρχουν µόνο στις διαστάσεις του µεγαλείου. Και πιο µεγάλο απ’ όλα, το φρόνηµα. Το πνεύµα. Πάντοτε ελεύθερο, πάντοτε αδούλωτο. Από τους µινωικούς χρόνους ώς το Θέρισο, κι από τους Κουρήτες ώς τους αγωνιστές της Μάχης… Μέσα από τους στίχους του Κορνάρου, από τη γραφή του Καζαντζάκη και τη µελωδία του Θεοδωράκη. Από την παλλόµενη φωνή του Ελευθερίου Βενιζέλου, καθώς τραγουδά τον ∆ιγενή... Μέσα από τις εικόνες του Θεοτοκόπουλου… Ξεπροβάλλει πάντα η Ελευθερία, στεφανωµένη από τις δάφνες του Έθνους. Αυτή είναι η Κρήτη. Ο τόπος ενός υπερήφανου λαού, που δε δίστασε ποτέ να αναµετρηθεί µε τη Μοίρα και πάντοτε βγήκε νικητής. Με την ευκαιρία της επετείου της Ένωσης της Κρήτης µε τη Μητέρα Ελλάδα, η Βουλή των Ελλήνων διοργανώνει αυτή την Έκθεση, φόρο τιµής στη Μεγαλόνησο και την ανεκτίµητη συµβολή της στην πορεία του ελληνισµού µέσα στους αιώνες. Την Κρήτη του χθες, του σήµερα και του αύριο. Το στολίδι της Μεσογείου, το καύχηµα των Ελλήνων! Aπόστολος Xρ. Kακλαµάνης Πρόεδρος της Bουλής των Eλλήνων ¶PO§O°O™ TOY ¶POE¢POY TH™ BOY§H™ TøN E§§HNøN
A. Ortelius, «Creta jovis magni jacet insula ponto» από: Theatrum orbis terrarum, parergon additamentum III, µέσα 16ου αι. Xαλκογραφία, 34x39 εκ. Bουλή των Eλλήνων, Bιβλιοθήκη, αρ. κατ. 215.
9 H Βουλή των Ελλήνων τιµά την επέτειο των ενενήντα χρόνων από την Ένωση της Κρήτης µε την Ελλάδα, µε µια σειρά εκδηλώσεων, στις οποίες εντάσσεται και η Έκθεση µε τίτλο «Κρήτη, 90 χρόνια από την Ένωση µε την Eλλάδα». Η ιστορία της Κρήτης είναι µακρά, καθώς αποδεδειγµένα συνδέεται µε την απαρχή της ανθρώπινης παρουσίας πάνω στη γη· είναι ιδιαίτερη, καθώς σε πολλές χρονικές στιγµές της συνεισέφερε ένα µέρος του πλούτου που σήµερα αποκαλείται «πολιτιστική κληρονοµιά της ανθρωπότητας», όπως είναι τα επιτεύγµατα του µινωικού πολιτισµού, τα έργα του ∆οµήνικου Θεοτοκόπουλου και των ζωγράφων της Κρητικής Σχολής. Η Κρήτη έχει αφήσει τη σφραγίδα της µε τους αγώνες για την ελευθερία κατά τους δύο τελευταίους αιώνες, τόσο στη διάρκεια της οθωµανικής κυριαρχίας όσο και µε τη µαχητική συµµετοχή της στο ∆εύτερο Παγκόσµιο Πόλεµο. Η Έκθεση, που παρουσιάζεται στην Αίθουσα Ελευθερίου Βενιζέλου του Μεγάρου του Κοινοβουλίου, επιχειρεί να ιστορήσει ενδεικτικά, και όχι εξαντλητικά αυτήν τη µακρά πορεία της Κρήτης. Επιχειρεί να διηγηθεί το έντονο πέρασµα του χρόνου από το νησί. Η Έκθεση επιδιώκει να προσφέρει στον επισκέπτη περισσότερο µια συνολική εικόνα παρά µια λεπτοµερειακή, γραµµική αναφορά γεγονότων. Η παρουσίαση ξεκινά από την πτώση της Κωνσταντινούπολης στους σταυροφόρους το 1204. Το 1206 η Κρήτη παραχωρήθηκε στον Βονιφάτιο το Μοµφερρατικό, έναν από τους αρχηγούς της ∆΄ Σταυροφορίας, ο οποίος την πώλησε στο δόγη της Βενετίας Ερρίκο ∆άνδολο. Η περίοδος της βενετικής κυριαρχίας (1206–1669) παρουσιάζεται µε αντικείµενα που συνδέονται µε την οργάνωση της κοινωνίας και της οικονοµίας, µε εικόνες που περιγράφουν τις µάχες και τις οχυρές θέσεις εναντίον όσων επιβουλεύονταν τη στρατηγική θέση της Κρήτης στη λεκάνη της Μεσογείου, µε την πνευµατική παραγωγή των Κρητών που µετουσίωσαν τη ∆υτική Αναγέννηση µε τα δικά τους πρότυπα στο δικό τους γλωσσικό ιδίωµα. Ακολουθεί η ενότητα που αναφέρεται στην οθωµανική κυριαρχία (1669–1898). Αποτυπώνεται ο οικονοµικός µαρασµός, η επιστροφή στην αποκλειστική αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή, η πνευµατική οπισθοδρόµηση που επέφερε η κατάκτηση. Παράλληλα, παρουσιάζεται η πύκνωση των κρητικών κινηµάτων και των επαναστάσεων που αποζητούσαν την ελευθερία, την «Ένωση ή Θάνατο». §I°A EI™A°ø°IKA §O°IA
10 Στόχος της ενότητας που είναι αφιερωµένη στην περίοδο της Κρητικής Πολιτείας (1898–1913) είναι να αναδείξει το κλίµα ενός κόσµου που αλλάζει. Πρόκειται για περίοδο που πέρασε από µια ανυπόφορη, ανελεύθερη και καταπιεστική διοίκηση και ξένες προστασίες, σε νέο καθεστώς. Η έως τότε αποκλεισµένη, από τις ευρωπαϊκές µορφές διαβίωσης Kρήτη, ήρθε σε επαφή µε νέα δεδοµένα. Τα λιµάνια της Κρήτης, που από το 18ο αιώνα είχαν γίνει κέντρα εισαγωγικού και εξωτερικού εµπορίου και είχαν φέρει το νησί σ’ επαφή µε τον ηπειρωτικό ελληνικό, τον ευρωπαϊκό και τον ευρύτερο οθωµανικό χώρο, µπόρεσαν τώρα να διευκολύνουν τους Κρητικούς, ώστε να παρακολουθήσουν από κοντά το διεθνές γίγνεσθαι. Έµποροι, ανταποκριτές και διπλωµάτες συνέρεαν για να παρακολουθήσουν από κοντά τις πολιτικές εξελίξεις, να επωφεληθούν από νέες ευκαιρίες. Τα πληρώµατα των στόλων µε τους εκλεπτυσµένους αξιωµατικούς έφεραν έναν κοσµοπολίτικο αέρα στο νησί. Η εθνική έξαρση δεν υπολειπόταν. Κρητικοί χωροφύλακες πήραν µέρος µε ενθουσιασµό στους Βαλκανικούς Πολέµους του 1912–1913 που διπλασίασαν τον πληθυσµό και την έκταση της Ελλάδας· συγχρόνως, η πολιτική σταθερότητα επέτρεψε τη συστηµατική αρχαιολογική έρευνα. Στο γύρισµα του 20ού αιώνα ήλθε στο φως ο πολιτισµός που ονοµάστηκε «Mινωικός», και προκάλεσε το έντονο ενδιαφέρον της παγκόσµιας αρχαιολογίας και της διεθνούς επιστηµονικής κοινότητας. Η Ένωση της Κρήτης µε την Ελλάδα σηµατοδοτήθηκε από την τελετή έπαρσης της ελληνικής σηµαίας στο φρούριο του Φιρκά, που βρίσκεται στη δυτική πλευρά του λιµανιού των Χανίων, την 1η ∆εκεµβρίου 1913. Οι επίµονοι και σκληροί λαϊκοί αγώνες, µε τους κατάλληλους διπλωµατικούς χειρισµούς, έφεραν την Ένωση. Η παρουσία της Κρήτης πλούτισε τα ελληνικά πράγµατα σε όλους τους τοµείς. Ανέδειξε άξιους πολιτικούς, αφοσιωµένους επιστήµονες και ανθρώπους των γραµµάτων και των τεχνών. Οι Κρητικοί δεν έχασαν το αγωνιστικό τους πείσµα, το οποίο φανερώθηκε κατά τη διάρκεια των δύο Παγκοσµίων Πολέµων, µε αποκορύφωµα τη Μάχη της Κρήτης το Μάιο του 1941. Σήµερα, ακολουθεί τους σύγχρονους όρους εξέλιξης και µάλιστα µε το Πανεπιστήµιο, τα ερευνητικά κέντρα, τα κάθε λογής ιδρύµατα να πρωτοστατούν στο πεδίο των επιστηµών. Η Έκθεση προτείνει µια σχηµατική προσέγγιση στην ιστορία της Κρήτης, που δεν παραλείπει να παρουσιάσει την αρχαιότητα µέσα από την ανακάλυψή της, ως γεγονός της σύγχρονης ιστορίας. ∆εν παραλείπει να αναδείξει και τη βυζαντινή παράδοση, που παρέµεινε ζωντανή µέσα από την ορθόδοξη πίστη, η οποία δοκιµάστηκε τόσο από τους Βενετούς όσο και από τους Οθωµανούς και αποτυπώθηκε στις εικόνες και τις τοιχογραφίες της Κρητικής Σχολής, αλλά και σε αντικείµενα της καθηµερινής ζωής. Από την πλούσια συλλογή της Βιβλιοθήκης της Βουλής εκτίθεται µία επιλογή τίτλων, που αναφέρονται στην Κρήτη µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο: βιβλιογραφίες, ιστορικές µελέτες, επιστηµονικά έργα, ταξιδιωτικές εντυπώσεις ξένων και Ελλήνων ταξιδιωτών, λογοτεχνική παραγωγή, ο σύγχρονος Τύπος, καθώς και χαρακτικά και χάρτες. * * *
11 XPONO§O°IO ¡∂√§π£π∫∏ ∂¶√Ã∏ ΠΡΩΤΗ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ (6100–5800 π.Χ.) Οι ανασκαφές σε σπήλαια έχουν εντοπίσει ανθρώπινη παρουσία στην Κρήτη από την 7η χιλιετία π.X. Οι άνθρωποι αυτής της περιόδου ήταν τροφοσυλλέκτες και κυνηγοί, και χρησιµοποιούσαν εργαλεία κατασκευασµένα από οστά και λίθους. Ευρήµατα αυτής της περιόδου έχουν εντοπιστεί σε πολλές θέσεις: σε σπήλαιο κοντά στο χωριό Μιαµού, στο σπήλαιο Ειλειθυίας κοντά στην Αµνισό και το Ελληνόσπηλο, κοντά στο Κολυµπάρι. ∆ΕΥΤΕΡΗ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ (3800–2600 π.Χ.) Οι κάτοικοι του νησιού σταδιακά εγκατέλειψαν τη νοµαδική ζωή και έχτισαν πρωτόγονους οικισµούς. Με το πέρασµα του χρόνου, διευρύνθηκε ο καταµερισµός εργασίας. Εµφανίστηκαν ψαράδες, έµποροι, βιοτέχνες και µεταξύ αυτών, αγγειοπλάστες. Κεραµικά από πηλό, ψηµένα σε ανοιχτή φωτιά, εργαλεία από οστά και κρύσταλλο, καθώς και ίχνη καλλιεργειών αποτελούν τα αρχαιολογικά ευρήµατα της περιόδου, η οποία τελειώνει µε την εισαγωγή µετάλλων στην Κρήτη. Ο αρχαιότερος χάλκινος πέλεκυς χρονολογείται περί το 2800 π.Χ. ªπ¡øπ∫∏ ∂¶√Ã∏ ΠΡΟΑΝΑΚΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ (2600–2000 π.Χ.) Οικισµοί µε ίχνη πολεοδοµικής οργάνωσης και οικήµατα µε ορισµένο αρχιτεκτονικό σχέδιο συνιστούν τα χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου. ΠΑΛΑΙΟΑΝΑΚΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ (2000–1700 π.Χ.) • Στην αρχή της δεύτερης χιλιετίας, περί το 1950 π.Χ., τοποθετείται η ανέγερση µεγάλων ανακτορικών συγκροτηµάτων στην Κνωσό, τη Φαιστό, τα Μάλια, και την Ζάκρο. Αυτή την εποχή, σύµφωνα µε τον Θουκυδίδη, τέθηκαν οι βάσεις της µινωικής θαλασσοκρατορίας και της οικονοµικής ανάπτυξης της Κρήτης. • Η καταστροφή των µινωικών ανακτόρων, περί το 1700 π.Χ., που αποδίδεται σε σεισµό, ως αποτέλεσµα της έκρηξης του ηφαιστείου της Θήρας, δεν έπληξε σοβαρά τον πληθυσµό και την οικονοµία της Κρήτης. ΝΕΟΑΝΑΚΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ (1700–1400 π.Χ.) • Mερικές δεκαετίες µετά το σεισµό, κτίσθηκαν τα νέα ανακτορικά συγκροτήµατα. Το ανάκτορο της Κνωσού είχε έκταση 22.000 τ.µ., ύψος τριών έως τεσσάρων ορόφων, και είχε 1.400 δωµάτια, περίπου. Στη δαιδαλώδη καταO λαβύρινθος M. Savary, Lettres sur la Grèce, 1798
12 σκευή του ίσως να οφείλεται και ο µύθος του Λαβυρίνθου που έπλασαν οι µεταγενέστεροι Έλληνες. Τα µικρότερα ανάκτορα της Φαιστού και των Μαλίων, 9.000 τ.µ. έκτασης το καθένα, και της Ζάκρου, 7.000–8.000 τ.µ., διακρίνονταν για τη λαµπρή τους διακόσµηση. Οι πόλεις που αναπτύχθηκαν γύρω από τα ανακτορικά συγκροτήµατα, υπήρξαν πολυάνθρωπες. • Σηµαντικά υπήρξαν και τα θερινά ανάκτορα: των Αρχανών για την Κνωσό, της Αγίας Τριάδας για τη Φαιστό, και της Επάνω Ζάκρου για τη Ζάκρο. • Η νεοανακτορική περίοδος θεωρείται η χρυσή εποχή του κρητικού πολιτισµού. Η καταστροφή του, πιθανότατα από τους σεισµούς που προκάλεσε νέα έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας, περί το 1500–1450 π.Χ., δηµιούργησε τις συνθήκες για την επέκταση των Αχαιών στο νησί. ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (1400–1100 π.Χ.) • Η εισβολή των Αχαιών από την Πελοπόννησο µετέβαλε το νησί σε µυκηναϊκή αποικία. Μερίδα Κρητών βρήκε καταφύγιο στα ορεινά του νησιού, κι εκεί διατήρησε για µακρό χρονικό διάστηµα τη γλώσσα και τον πολιτισµό της. Αποκαλούνταν «Ετεοκρήτες», δηλαδή γνήσιοι Κρήτες. Επιγραφές της Πραισού και της ∆ρήρου, µε ελληνικούς χαρακτήρες, µας παρέδωσαν το γλωσσικό τους ιδίωµα. • Μετά το 1400 π.Χ. δεν κτίσθηκαν πλέον ανάκτορα στην Κνωσό, αλλά αναπτύχθηκαν νέα κέντρα, όπως στην Πέργαµο, το Κολυµπάρι και αλλού. Το ύφος του πολιτισµού αυτής της περιόδου µαρτυρεί τις µυκηναϊκές επιδράσεις. ∆ΩΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ (1100–69 π.Χ.) • Με τη δωρική εισβολή, περί το 1100 π.Χ., και τη συγχώνευση Κρητών, Αχαιών και ∆ωριέων (εξού και ο όρος «συγκρητισµός»), προέκυψε ένας νέος πολιτισµός µε ανάµεικτα παλαιά και νέα χαρακτηριστικά. • Η µακρά αυτή περίοδος διακρίνεται σε µικρότερες περιόδους: Υποµινωική περίοδος (1100–1000 π.Χ.), και Γεωµετρική περίοδος (1000–725 π.Χ.), η οποία διακρίνεται στις υποπεριόδους Πρώιµη γεωµετρική (1000–900 π.Χ), Μέση γεωµετρική (900–800 π.Χ) και Νεώτερη γεωµετρική (800–725 π.Χ.). Ακολουθεί η Ανατολίζουσα (ή ∆αιδαλική) περίοδος (725–600 π.Χ.), η Αρχαϊκή περίοδος (600–500 π.Χ.), η Κλασική περίοδος (500–323 π.Χ) και η Ελληνιστική περίοδος (323–69 π.Χ.) • Λίγα είναι γνωστά για τους πρώτους αιώνες της δωρικής Κρήτης. • Μια εφήµερη αναγέννηση του νησιού παρατηρήθηκε κατά την Ανατολίζουσα περίοδο. • Η Κρήτη κατά τους Περσικούς Πολέµους, σύµφωνα µε πληροφορίες του Ηροδότου, και τον Πελοποννησιακό Πόλεµο (431–404 π.Χ.), σύµφωνα µε τον Θουκυδίδη, κράτησε αυστηρή ουδετερότητα. Στη διάρκεια της Κλασικής περιόδου σπαρασσόταν από εσωτερικούς πολέµους και η οικονοµία της ήταν ισχνή. • Τον 4ο αι. π.Χ., η παλαιότερη πολιτειακή οργάνωση της Κρήτης κίνησε Λεπτοµέρεια από χρυσό δαχτυλίδι µινωικής εποχής, Aρχάνες
13 το ενδιαφέρον των φιλοσόφων, όπως φαίνεται από τα έργα του Πλάτωνα Κρίτων, Φαίδων, Πρωταγόρας, Πολιτεία, και Νόµοι, και από τα Πολιτικά του Αριστοτέλη. • Η Κρήτη κατά τους χρόνους του Μεγάλου Αλεξάνδρου (326–323 π.Χ.) δεν τήρησε ενιαία φιλοµακεδονική πολιτική. Φιλοµακεδονικές ήταν οι πόλεις της Κνωσού, της Γόρτυνας, της Κυδωνίας και άλλες, ενώ αντιµακεδονική υπήρξε η φιλοσπαρτιατική πόλη της Λύκτου. • Κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους (323–69 π.Χ.) παρατηρήθηκαν ενώσεις των κρητικών πόλεων και υπήρξε ισχυρότατος ανταγωνισµός επικράτησης ανάµεσα στην Κνωσό και τη Γόρτυνα. • Προς το τέλος του 3ου αι. π.Χ. δηµιουργήθηκε το «Κοινόν των Κρητέων» και η «Ένωση των Ορείων». Οι σχέσεις που ανέπτυξε µε την κοντινή Πτολεµαϊκή Αίγυπτο εξελίχτηκαν για δύο περίπου αιώνες σε σχέσεις εξάρτησης. ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ (69 π.Χ.–330 µ.Χ.) • Η κατάληψη της πόλης της Κνωσού από τον Κόιντο Καικίλιο Μέτελλο, το 67 π.Χ., σήµανε την οριστική υποταγή της Κρήτης στους Ρωµαίους. • Στη διάρκεια της ρωµαϊκής κατάκτησης, η Κρήτη προσπάθησε να αναπροσαρµοστεί πολιτικά και πολιτισµικά. Όσοι αντιστάθηκαν, αντιµετωπίστηκαν µε σκληρότητα ενώ σε όσους συµµορφώθηκαν παραχωρήθηκαν προνόµια και αυτοδιοίκηση. Πρωτεύουσα ορίστηκε η Γόρτυνα, όπου οικοδοµήθηκαν πολλά δηµόσια κτήρια: ένα ωδείο, δύο θέατρα, αµφιθέατρο, στάδιο, θέρµες, λουτρά και ναοί. Οι Ρωµαίοι κατασκεύασαν νέους δρόµους και γέφυρες, που ενοποίησαν το εσωτερικό του νησιού και διευκόλυναν τις εµπορικές ανταλλαγές. Η διοίκηση χρησιµοποιούσε τη λατινική γλώσσα αλλά η ελληνική εξακολούθησε να είναι η γλώσσα των Κρητών. • Το 62–63 µ.Χ. ο χριστιανισµός διαδόθηκε στην Κρήτη από τον απόστολο Παύλο και το µαθητή του, Τίτο, ο οποίος και οργάνωσε τις εκκλησίες στο νησί. µÀ∑∞¡∆π¡∏ ¶∂ƒπ√¢√™ ΠΡΩΤΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ (284–824 µ.Χ.) • Επί Μεγάλου Κωνσταντίνου, η Κρήτη προσαρτήθηκε στη διοικητική περιφέρεια Ιλλυρικού και επί Θεοδοσίου εντάχθηκε οριστικά στο ανατολικό τµήµα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. • Το 623 µ.Χ., Σλάβοι επέδραµαν εναντίον της Κρήτης. Από τα µέσα του 7ου αιώνα, Άραβες πίεζαν µε συνεχείς επιδροµές το νησί. Το 824, Άραβες Σαρακηνοί από την Ισπανία ολοκλήρωσαν την κατάκτησή του και επέβαλαν την ισλαµική θρησκεία. Οι Βυζαντινοί επιχείρησαν επανειληµµένως να την ανακτήσουν (825–950 µ.Χ.). Τελικά την ανακατέλαβε το 961 ο Νικηφόρος Φωκάς. Η αραβική κυριαρχία διήρκεσε από το 824 έως το 961. H κεφαλή του ∆ιονύσου. Ψηφιδωτό δάπεδο από ρωµαϊκή έπαυλη στην Kνωσό, που έχει ανασκάψει η Bρετανική Σχολή Aθηνών
∆ΕΥΤΕΡΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ (961–1204) Η Κρήτη περιήλθε ξανά στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Κυβερνήτης του νησιού ήταν ένας στρατηγός, ο οποίος διοριζόταν από την Κωνσταντινούπολη. Πρωτεύουσα ορίστηκε ο Χάνδακας. Ο αυτοκράτορας Αλέξιος Β΄ Κοµνηνός έστειλε στην Κρήτη το γιο του, Ισαάκιο, και δώδεκα αρχοντόπουλα από σηµαντικές βυζαντινές οικογένειες, µαζί µε άλλους αποίκους. Τους παραχωρήθηκαν εκτάσεις γης µε σκοπό να εισπράττουν εισοδήµατα και συγχρόνως να υπερασπίζουν το νησί. Ιεραπόστολοι των Βυζαντινών, όπως ο Νίκων ο «Μετανοείτε», επανέφεραν τους κατοίκους της Κρήτης στο χριστιανισµό. Ιδρύθηκαν µοναστήρια και χτίστηκαν ναοί. Η Κρήτη ανέπτυξε ευρείας κλίµακας εµπόριο. Τα πλοία της έφταναν πέρα από την Κωνσταντινούπολη, έως τα βόρεια παράλια της Μαύρης Θάλασσας. µ∂¡∂∆π∫∏ ∫Àƒπ∞ƒÃπ∞ (1204–1669) • Οι Σταυροφόροι της 4ης Σταυροφορίας κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη το 1204. Η Κρήτη παραχωρήθηκε στον Βονιφάτιο τον Μοµφερρατικό, ο οποίος την πώλησε στον δόγη της Βενετίας, Ερρίκο ∆άνδολο, το 1206. Η Κρήτη, λόγω της στρατηγικής γεωγραφικής της θέσης, αποτέλεσε µήλο της έριδας µεταξύ Βενετίας και Γένοβας. Τα επόµενα χρόνια την διεκδίκησε και η Γένοβα, αλλά κατά την αναµέτρηση µε τη Βενετία, ηττήθηκε. • Το 1211, η Βενετία έστειλε τον πρώτο διοικητή µε τον τίτλο του δούκα της Κρήτης, για να εδραιώσει την κυριαρχία της στο νησί. Στη συνέχεια έστειλε σε διαδοχικές φάσεις Βενετούς, για να επιβληθεί και στην ανυπότακτη ενδοχώρα, ώστε ανάλογα µε τις µεγάλες ή µικρότερες εκτάσεις γης που τους παραχώρησε ως φέουδα, να συντηρούν ιππικό ή πεζικό. • Οι Κρήτες επαναστάτησαν επανειληµµένα κατά της βενετικής διοίκησης. Το 1217, εξεγέρθηκαν στη δυτική Κρήτη (στο Ρέθυµνο αλλά και αλλού) οι Κωνσταντίνος Σεβαστός Σκορδίλης και ο Μιχαήλ Μελισσηνός, που ήταν, πριν από την κατάκτηση, βυζαντινοί άρχοντες, γνωστοί στις βενετικές πηγές ως «αρχοντορωµαίοι». Το Σεπτέµβριο του 1219, οι εξεγερθέντες συνθηκολόγησαν µε τους Βενετούς, ύστερα από προσφορά προνοµίων, γης και µερικής φοροαπαλλαγής. • Το 1222 έγινε νέα εξέγερση µε τους Θεόδωρο και Μιχαήλ Μελισσηνούς λόγω της εγκατάστασης νέων αποίκων–φεουδαρχών από τη Βενετία. • Το 1228 εξεγέρθηκαν οι οικογένειες Σκορδίλη, Μελισσηνών, Αρµολέων και ∆ρακοντόπουλων. Η εξέγερση έληξε µε συνθηκολόγηση, αφού υπογράφηκαν τρεις συνθήκες, το 1233, 1234 και 1236, µε τις οποίες χορηγήθηκαν ή και διευρύνθηκαν προνόµια σε πρώην άρχοντες. Ακολούθησε περίοδος ειρήνης µεταξύ των ετών 1233–1260. • Νέα εξέγερση που διήρκεσε τέσσερα χρόνια εκδηλώθηκε το 1262, µε αρχηγούς τους Χορτάτζηδες, τους Σκορδίληδες και τους Μελισσηνούς, που έληξε µε τη συνθήκη του 1265. Χορηγήθηκε αµνηστία, επικυρώθηκαν 14 Mιχαήλ ∆αµασκηνός, Mη µου άπτου, 1579. Συλλογή Aγίας Aικατερίνης των Σιναϊτών, Hράκλειο Kυνηγός. O. Dapper, Naukeurige Beschryving der Eilanden..., 1651
προνόµια και ο βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος αναγνώρισε τη βενετική κυριαρχία στην Κρήτη. • Το 1266 ξέσπασαν νέες ταραχές στον Χάνδακα. Ο Αλέξιος Καλλέργης και οι αδελφοί Γεώργιος και Θεόδωρος Χορτάτζης σχεδίασαν εξέγερση, η οποία όµως αποσοβήθηκε. Εκδηλώθηκε νέα εξέγερση µε αρχηγούς τους Γεώργιο και Θεόδωρο Χορτάτζη, το 1272–1273, που απέτυχε. ∆έκα χρόνια αργότερα, το 1282, ξέσπασε η µακροχρόνια εξέγερση του Αλεξίου Καλλέργη, η οποία τερµατίστηκε µε τη συνθήκη της 28ης Απριλίου 1299. • Το 1319 εξεγέρθηκε η οικογένεια Σκορδίλη στα Σφακιά. Η εξέγερση τερµατίστηκε µε την ενεργό επέµβαση του Αλεξίου Καλλέργη υπέρ των Βενετών. Την ίδια περίοδο σηµειώθηκαν και άλλες µικρότερες κινητοποιήσεις, µε αρχηγούς τους Βαρούχες και τους Βλαστούς. Η εξέγερση των Μαργαριτών και του Βάρδα Καλλέργη, το 1333, έληξε το 1334 µε τη θανάτωση των πρωταγωνιστών της. • Η εξέγερση του Λέοντος Καλλέργη και των Ψαροµηλίγγων του 1341 έληξε το 1347. • Μεταξύ των ετών 1363–1366 εκδηλώθηκε η αποστασία του Αγίου Τίτου, η οποία ήταν η αντίδραση των Βενετών φεουδαρχών της Κρήτης κατά της Βενετίας. Ηγετική µορφή της ήταν ο Τίτο Βενιέρ (Tito Venier). Η εξάρτηση των Βενετών ευγενών από τη Μητρόπολη, δεδοµένη τον πρώτο αιώνα της κατάκτησης, τέθηκε σε αµφισβήτηση µε την αποστασία του Αγίου Τίτου, κατά την οποία οι Βενετοί φεουδάρχες της Κρήτης, σε συνεργασία µε τους εγχώριους άρχοντες, επιδίωξαν, χωρίς επιτυχία, να αυτονοµηθούν από τη Βενετία. • Τις χρονιές 1364–1367 πραγµατοποιήθηκε η µεγάλη κινητοποίηση των Καλλέργηδων. • Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, το 1453–1454, η συνωµοσία του Σήφη Βλαστού καταπνίγηκε, πριν προλάβει να εκδηλωθεί. • Στις αρχές του 16ου αιώνα, το 1527, έγινε η εξέγερση του Γεωργίου Καντανολέου ή Λυσσογιώργη, η οποία κατεστάλη από τη Βενετία. • Παράλληλα µε τις συνεχείς εξεγέρσεις, ο κρητικός πληθυσµός υπέφερε από σεισµούς (1303, 1353, 1508, 1629, 1650), από σιτοδείες (1500, 1581, 1655), από επιδηµίες σε διάφορα αστικά κέντρα (1571, 1592–1595, 1611, 1630, 1646 κ.ά.) και από πειρατικές επιδροµές στα παράλια του νησιού (1317, 1333, 1522, 1527, 1538, 1562, 1571 κ.ά.) Οι Βενετοί φρόντισαν να οχυρώσουν την Κρήτη µε φρούρια, για να προστατευτούν από τους εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους. Μεταξύ των ετών 1550 και 1560 κατασκευάστηκαν τα τείχη του Χάνδακα από τον αρχιτέκτονα Μικέλε Σανµιτσέλι (Michele Sanmicheli). Η Πνευµατική ζωή κατά τη διάρκεια της Βενετοκρατίας Κατά τους δύο πρώτους αιώνες της Βενετοκρατίας, οι Κρητικοί φαίνεται ότι υιοθέτησαν τις βυζαντινές συνήθειες και παραδόσεις, ενώ ήδη κατά το δεύτερο µισό του 14ου αιώνα, η Κρήτη ήταν ένα σηµαντικό κέντρο αντιγραφής χειρογράφων κλασσικών και βυζαντινών συγγραφέων. Την ίδια εποχή εµφανίστηκαν και τα πρώτα έργα νεοελληνικής λογοτεχνίας Κρητικών ποιητών, όπως του Στέφανου Σαχλίκη και του Λεονάρδου Ντελλαπόρτα. 15 Tο τυπογραφικό σήµα του Zαχαρία Kαλλιέργη
Η στενή προσέγγιση Βενετών και Κρητικών σηµατοδοτήθηκε κατά το δεύτερο µισό του 15ου αιώνα, µε το πέρασµα ή την εγκατάσταση στο νησί, Βυζαντινών λογίων και καλλιτεχνών, που προσέφυγαν στη ∆ύση µέσω Κρήτης, όπως για παράδειγµα οι Μιχαήλ και Αρσένιος Αποστόλης, Ιανός Λάσκαρης. Βενετοί αξιωµατούχοι αναδείχθηκαν ως πάτρωνες πνευµατικής δηµιουργίας κρητικών έργων. Εκδόθηκαν ελληνικά βιβλία από Βενετούς και Κρήτες τυπογράφους και επιµελητές, όπως οι Άλδος Μανούτιος, Ζαχαρίας Καλλιέργης, και Μάρκος Μουσούρος. Παράλληλα, η οικονοµική άνθιση των κρητικών πόλεων και η νέα κοινωνική πραγµατικότητα που αναδύθηκε από το 16ο αιώνα, τροφοδότησαν την πνευµατική δηµιουργία και την επιστηµονική δραστηριότητα. ∆ηµιουργήθηκε η Ακαδηµία των Βίβι (Vivi) στο Ρέθυµνο (1562), που ήταν φιλολογική λέσχη, όπου µε τη συµµετοχή ευγενών και αστών οργανώνονταν λογοτεχνικές βραδιές και πιθανότατα θεατρικές παραστάσεις. Αργότερα, οργανώθηκαν και άλλες τέτοιες Ακαδηµίες, όπως των Στραβαγκάντι (Stravaganti) στο Χάνδακα (1591) και των Στερίλι (Sterili) στα Χανιά (1632). Με βασικό ενοποιητικό παράγοντα την ελληνική γλώσσα, και ειδικότερα την κρητική διάλεκτο που χρησιµοποιήθηκε από τους περισσότερους Κρητικούς συγγραφείς, ανεξαρτήτως καταγωγής και κοινωνικής τάξης, δηµιουργήθηκαν σε στίχο, σε αρκετές περιπτώσεις κάτω από την επιρροή δυτικών προτύπων, τα έργα της Κρητικής Αναγέννησης. Ξεχώρισαν η τραγωδία Ερωφίλη (1600), η κωµωδία Κατζούρµπος (µεταξύ 1595 και 1600), και το ποιµενικό δράµα H Πανώρια (περίπου 1584), του Γεωργίου Χορτάτζη, το µυθιστόρηµα Ερωτόκριτος (µεταξύ 1646 και 1669) του Βιτσέντζου Κορνάρου, η κωµωδία Φορτουνάτος του Μάρκου Αντώνιου Φώσκολου (1655–1656), η τραγωδία Βασιλεύς ο Ροδολίνος του Ιωάννη Ανδρέα Τρωίλου (1645), το θρησκευτικό δράµα Η Θυσία του Αβραάµ (1635;) κ.ά. Πολλά από τα έργα του κρητικού θεάτρου παραστάθηκαν κατά το 17ο αι. στην Κρήτη και συνέχισαν να εκδίδονται αλλά και να παίζονται σε άλλες περιοχές (στα Ιόνια νησιά, την Ήπειρο κ.α.) και µετά την κατάληψη του νησιού από τους Οθωµανούς. Ταυτόχρονα, και πάλι µέσα από την κρητική διάλεκτο, αποτυπώθηκαν σε έµµετρα χρονικά Κρητών ποιητών, σηµαντικές στιγµές της σύγκρουσης του χριστιανικού κόσµου µε τους Οθωµανούς, όπως η Πολιορκία της Μάλτας, του Αντώνιου Αχέλη (1571) και ο Κρητικός Πόλεµος του Μαρίνου Τζάνε Μπουνιαλή (1681). Οι ίδιες συνθήκες αποτέλεσαν το γόνιµο έδαφος για την άνθηση και της κρητικής ζωγραφικής, στην οποία, στοιχεία της παραδοσιακής βυζαντινής εικονογραφίας αναµίχθηκαν µε στοιχεία της ιταλικής Αναγέννησης και πρόσφεραν δείγµατα εξαιρετικής τέχνης: τα έργα των Ανδρέα Ρίτζου, Μιχαήλ ∆αµασκηνού, Θεοφάνη του Κρήτα, Γεωργίου Κλόντζα, και Εµµανουήλ Τζάνε Μπουνιαλή. Το 1541 γεννήθηκε ο ζωγράφος ∆οµήνικος Θεοτοκόπουλος, στο Φόδελε. Το 1566 πήγε στη Βενετία, το 1570 στη Ρώµη και στη συνέχεια στην Ισπανία, όπου η τέχνη του έφθασε στο απόγειό της, κι έγινε γνωστός µε το όνοµα Ελ Γκρέκο. Πέθανε στο Τολέδο το 1614. Επιπλέον, τα αρχιτεκτονικά πρότυπα της Βενετίας εφαρµόστηκαν στην Κρήτη, όπου ανεγέρθηκαν οικοδοµήµατα κατ’ αποµίµηση αυτών της Μητρόπολης: διοικητικά κτήρια, λότζιες, υδραγωγεία, κρήνες, ναύσταθµοι, λαζαρέττα, αλλά και αµυντικά έργα που εντάθηκαν τον τελευταίο αιώνα της Βενετοκρατίας, φέρουν έντονα, και διασώζουν ακόµη µέχρι σήµερα, τη σφραγίδα της βενετικής τέχνης στο νησί. 16 H Aρετούσα εξοµολογείται τον έρωτά της για τον Eρωτόκριτο στην πιστή της παραµάνα
Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ (1645–1669) Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1453, η Οθωµανική Αυτοκρατορία επεκτάθηκε µε κατακτήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο: Εύβοια, Σάµος, Ρόδος, Πελοπόννησος, Χίος και Κύπρος. Η βενετική Κρήτη ήταν ο επόµενος στόχος αυτής της προέλασης. Εκτός από τις αγροτικές πλουτοπαραγωγικές πηγές και τα αποθέµατα, κατείχε σπουδαία θέση τόσο από στρατηγική άποψη όσο και από εµπορική, για τις θαλάσσιες συναλλαγές. Ο πόλεµος υπήρξε µακροχρόνιος, αιµατηρός και πολυδάπανος, και στέρησε τη Βενετία από το σηµαντικότερο έρεισµά της στην Ανατολή, ανατρέποντας την ισχύουσα ισορροπία δυνάµεων στη Μεσόγειο. Το ένα φρούριο µετά το άλλο έπεσαν στα χέρια των Οθωµανών. Ο Γιουσούφ πασάς κατέλαβε τα Χανιά (23 Ιουνίου 1645). Στη συνέχεια καταλήφθηκε το Ρέθυµνο (13 Νοεµβρίου 1646). Μετά από πολύχρονη πολιορκία (1649–1669) παραδόθηκε ο Χάνδακας (Ηράκλειο) στις 16 Σεπτεµβρίου 1669. Οι Βενετοί εγκατέλειψαν την πόλη συνοδευόµενοι από Κρητικούς, που κατέφυγαν στο νησί Ντία, αρχικά, και στη συνέχεια µετανάστευσαν στη Βενετία ή τα Ιόνια Νησιά. Η Κρήτη εντάχθηκε στην οθωµανική διοίκηση. √£øª∞¡π∫∏ ∫Àƒπ∞ƒÃπ∞ (1669–1840) Η τουρκική κατάκτηση διέκοψε οριστικά την κρητική αναγέννηση. Ο πληθυσµός του νησιού ελαττώθηκε σηµαντικά από τους αθρόους εκπατρισµούς και τους εξισλαµισµούς, που συνεχίστηκαν σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Ο αστικός βίος, που αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση κάθε πολιτιστικής δηµιουργίας, καταστράφηκε µε την ερήµωση των µεγάλων αστικών κέντρων της Κρήτης, στα οποία εγκαταστάθηκαν κυρίως Τούρκοι. Η κρητική οικονοµία υποχώρησε σε υποτυπώδεις µορφές αγροτικής και ποιµενικής ζωής, ενώ το εµπόριο, τουλάχιστον κατά τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ουσιαστικά νεκρώθηκε. Σε όλα αυτά, προστέθηκε η επαχθής φορολογία, τα δεινοπαθήµατα του λαού και η εκδήλωση επαναστατικών κινητοποιήσεων κατά των Τούρκων. • Το 1684 ξέσπασε Βενετοτουρκικός Πόλεµος και οι Βενετοί έχασαν τη Γραµβούσα. Οι επαναστάσεις του πληθυσµού κατά των Οθωµανών ήταν συνεχείς και αιµατηρές. • Το 1770 ξέσπασε η επανάσταση του ∆ασκαλογιάννη στα Σφακιά, που εντασσόταν στο ευρύτερο πλαίσιο της πολιτικής της Μεγάλης Αικατερίνης της Ρωσίας, και αποτέλεσε µέρος των «Ορλωφικών». Ο Ιωάννης Βλάχος ή ∆ασκαλογιάννης, πλούσιος πλοιοκτήτης, σχεδίασε την απελευθέρωση της Κρήτης, βασιζόµενος στη βοήθεια της Αικατερίνης της Ρωσίας. Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1770 αµύνθηκε στα βουνά των Σφακίων, χωρίς να λάβει την υποστήριξη που ανέµενε. Στις 18 Μαρτίου 1771 έγιναν αποδεκτοί οι βαρείς όροι των Τούρκων, ενώ ο ∆ασκαλογιάννης θανα17
τώθηκε στις 17 Ιουνίου 1771. Η επανάσταση του ∆ασκαλογιάννη αποτέλεσε την πρώτη απόπειρα απελευθέρωσης αλλά και την πρώτη εµπειρία για τις συνέπειες της αποτυχίας. • Τα χρόνια 1790–1820 πολέµησαν µε πείσµα τους Οθωµανούς, σε ολόκληρη την Κρήτη, οι Χάληδες και οι Γιανναρήδες στα Χανιά, οι ∆εληγιαννάκηδες και οι Κουτσούρηδες στα Σφακιά, ο Σήφακας στον Αποκόρωνα, οι Τσουδεροί στο Ρέθυµνο, ο Γιάννης Παλµέρης στο Μυλοπόταµο, οι Ανωγειανοί Σταύρος Ξετρύπης, Σταύρος Νιώτης, Βασίλης Σµπώκος κ.ά. Στην ανατολική Κρήτη διακρίθηκε ο ∆ηµήτρης Λόγιος ή Βαρούχας Στην πεδιάδα της Μεσαράς έδρασαν οι Ιωάσαφ Μαρκάκης, οι Λεράτοι, ο Μαλικούτης, ο Μ. Κόρακας και άλλοι σε άλλα µέρη της Κρήτης. • Πρώτος Κρητικός που µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία ήταν ο Εµµανουήλ Βερνάρδος (1η Σεπτεµβρίου 1816). Το 1819 µύησε µε τη σειρά του τους Σφακιανούς και τον ∆εκέµβριο της ίδιας χρονιάς έφτασε στα Χανιά ο Βαρνάβας Πάγκαλος, ως απόστολος της Φιλικής Εταιρείας, και επιφανείς Κρήτες έγιναν Φιλικοί. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ • Στις 7 Απριλίου 1821 άρχισαν επαναστατικές ζυµώσεις µε συνέλευση των Σφακιανών στα Γλυκά Νερά. • Στις 15 Απριλίου επαναλήφθηκε η συνέλευση στην Παναγιά τη Θυµιανή και αποφασίστηκε η κήρυξη της επανάστασης. Στις 29 Μαΐου συγκλήθηκε γενική συνέλευση και οργανώθηκε η «Καγκελαρία των Σφακίων», ως η υπέρτατη πολιτική αρχή της Κρήτης. Επίσηµη ηµέρα έναρξης της Κρητικής Επανάστασης θεωρείται η ηµεροµηνία της 14 Ιουνίου, λόγω της πρώτης νικηφόρας µάχης στο Λούλο Χανίων. Ακολούθησε νίκη στους Λάκκους Κυδωνίας (15 Ιουνίου). Τον Αύγουστο, οι Τούρκοι κατέπνιξαν µε καπνούς 130 άνδρες και γυναικόπαιδα στο σπήλαιο Κρυονερίδα, στο Βαφέ Αποκορώνου. Η µάχη στο Θέρισο Χανίων (19 Αυγούστου) είχε αµφίπλευρες απώλειες και σκοτώθηκε ο οπλαρχηγός Στέφανος Χάλης. Στις 29 Αυγούστου οι Τούρκοι διείσδυσαν στα Σφακιά και κατέστρεψαν την επαρχία, όπως και το 1770. Το Σεπτέµβριο και Οκτώβριο ανασυντάχθηκαν οι δυνάµεις των επαναστατών και οι Τούρκοι απωθήθηκαν από τον Αποκόρωνα και την Κυδωνία. Ο Μιχαήλ Κοµνηνός Αφεντούλιεφ (Αφεντούλης) κατήλθε στην Κρήτη ως «Γενικός Έπαρχος και Αρχιστράτηγος της Κρήτης», το Νοέµβριο. • Το 1822 η Οθωµανική Αυτοκρατορία ζήτησε τη βοήθεια της Αιγύπτου για την αντιµετώπιση των επαναστατών της Κρήτης. Ο Αφεντούλιεφ οργάνωσε την πολιορκία του Ρεθύµνου, η οποία απέτυχε (Μάρτιος). Οι επαναστάτες ηττήθηκαν στη Μάλαξα (10–11 Μαΐου) και συγκλήθηκε γενική συνέλευση των Κρητών στους Αρµένους Χανίων (11–21 Μαΐου), υπό την προεδρία του Πέτρου Οµηρίδη Σκυλίτση. Εκδόθηκε η «Προκήρυξις Ελευθερίας» και ψηφίστηκε σχέδιο συντάγµατος µε τον τίτλο «Προσωρινή Πολιτεία της νήσου Κρήτης». Στις 28 Μαΐου, αιγυπτιακός στρατός υπό την αρχηγία του Χασάν πασά, αποβιβάστηκε στη Σούδα, µετά τη συµφωνία για βοήθεια προς την Οθωµανική 18 O Mιχαήλ Kόρακας, γενικός αρχηγός των ανατολικών επαρχιών Kρήτης
RkJQdWJsaXNoZXIy MjYz