ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ NΔ' Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 1999 (απόγευμα) ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΘΕΜΑΤΑ Α. ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Απόφαση της Βουλής για τον χρόνο ομιλίας των ομιλητών επί των σχεδίων νόμων του Υπουργείου Οικονομικών. Β. ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ 1. Κατάθεση αναφορών. 2. Απαντήσεις Υπουργών σε ερωτήσεις Βουλευτών. Γ. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Συζήτηση επί των σχεδίων νόμων του Υπουργείου Οικονομικών: α) Κύρωση του Κρατικού Προϋπολογισμού και των προϋπολογισμών ορισμένων ειδικών ταμείων και υπηρεσιών οικονομικού έτους 2000. β) Κύρωση του Απολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους 1998. γ) Κύρωση του Ισολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους 1998. ΟΜΙΛΗΤΕΣ 1. Επί των σχεδίων νόμων του Υπουργείου Οικονομικών: ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ Ι. ΙΝΤΖΕΣ Α. ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ Α. ΚΑΝΤΑΡΤΖΗΣ Α. ΝΕΡΑΤΖΗΣ Α. ΠΑΧΤΑΣ Χ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ Φ. ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ Β. ΤΑΣΟΥΛΑΣ Α. ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ Θ' ΠΕΡΙΟΔΟΣ (ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ) ΣΥΝΟΔΟΣ Δ' ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΝΔ' Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 1999 (απόγευμα) --- Αθήνα, σήμερα στις 17 Δεκεμβρίου 1999, ημέρα Παρασκευή και ώρα 19.20' συνήλθε στην Αίθουσα των συνεδριάσεων του Βουλευτηρίου η Βουλή σε ολομέλεια, για να συνεδριάσει υπό την προεδρία του Προέδρου αυτής κ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗ. ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αρχίζει η συνεδρίαση. Παρακαλείται ο κύριος Γραμματέας να ανακοινώσει τις αναφορές προς το Σώμα. (Ανακοινώνονται προς το Σώμα από το Γραμματέα της Βουλής κ. Δημήτριο Κουτσόγιωργα, Βουλευτή Αχαϊας, τα ακόλουθα: (Το κείμενο των ανακοινώσεων υπάρχει στο Τεύχος των Πρακτικών της Βουλής) ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εισερχόμαστε στην ημερήσια διάταξη της ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Μόνη συζήτηση επί των σχεδίων νόμων του Υπουργείου Οικονομικών: α) Κύρωση του Κρατικού Προϋπολογισμού και των προϋπολογισμών ορισμένων ειδικών ταμείων και υπηρεσιών οικονομικού έτους 2000. β) Κύρωση του Απολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους 1998. γ) Κύρωση του Ισολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους 1998. Η συζήτηση επί του Προϋπολογισμού, Απολογισμού και Ισολογισμού του Κράτους θα διεξαχθεί σύμφωνα με το άρθρο 123 του Κανονισμού της Βουλής σε πέντε συνεχείς συνεδριάσεις. Σήμερα θα καταβληθεί προσπάθεια να μιλήσουν οι ορισθέντες από τα κόμματα γενικοί εισηγητές και ειδικοί εισηγητές εναλλάξ. Θυμίζω ότι ο χρόνος αγορεύσεως των γενικών εισηγητών είναι πενήντα λεπτά της ώρας και των ειδικών εισηγητών τριάντα λεπτά της ώρας. Θα τηρηθούν ακριβώς οι χρόνοι και για τους εισηγητές και τους άλλους ομιλητές για να μην υπάρχουν προβλήματα στην πορεία της συζητήσεως. Στη Διάσκεψη των Προέδρων συμφωνήσαμε να προτείνουμε να δοθούν από όσα κόμματα το επιθυμούν καταστάσεις με τους ομιλητές τους, οι οποίοι στη συνέχεια μαζί με τους συναδέλφους οι οποίοι θα εγγραφούν κανονικά με την κάρτα τους θα τοποθετηθούν σε έναν ενιαίο πίνακα με τη σειρά της εγγραφής και τη σειρά του καταλόγου που θα έχουν δώσει τα κόμματα, ακριβώς όπως έγινε και στη συζήτηση του προϋπολογισμού των προηγουμένων ετών. Οι πρώτοι ομιλητές θα είναι ένας από κάθε κόμμα από τα πέντε κόμματα και εν συνεχεία κατ' αναλογίαν της δυνάμεως των κομμάτων θα μιλά ένας Βουλευτής από την Πλειοψηφία και ένας από τη Μειοψηφία. Ελπίζω ότι θα μπορέσουμε και φέτος να μιλήσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι συνάδελφοι να προσεγγίσουμε τον αριθμό αυτών που θα έχουν εγγραφεί. Γι' αυτό επαναλαμβάνω την παράκλησή μου να σεβαστούμε όλοι το χρόνο τον οποίο δικαιούμεθα να μιλήσουμε. Θα προσθέσουμε μία συνεδρίαση για το πρωί της Τρίτης και αναλόγως του αριθμού των συναδέλφων που θα εγγραφούν απόψε θα σκεφθούμε και θα προτείνουμε ενδεχομένως και άλλη μία συνεδρίαση. Ο κύριος Πρωθυπουργός ελπίζω, όπως κάθε χρόνο, θα συστήσει στους Υπουργούς αντί του ημιώρου να περιοριστούν στο εικοσάλεπτο, εκτός βέβαια από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας, ο οποίος δικαιούται να μιλήσει μία ώρα και ασφαλώς έχει ανάγκη να αξιοποιήσει το χρόνο αυτό για να μας ενημερώσει πλήρως, και τους Υφυπουργούς, οι οποίοι θα μιλήσουν για τριάντα λεπτά. Οι Πρόεδροι των κοινοβουλευτικών ομάδων έχουν κατά τον Κανονισμό το χρόνο τους και επίσης οι Κοινοβουλευτικοί Εκπρόσωποι εφόσον προηγηθούν των Αρχηγών τους θα μιλήσουν για είκοσι λεπτά, άλλως θα περιοριστούν στο δεκάλεπτο που προβλέπει ο Κανονισμός. Για την αποψινή συνεδρίαση προτείνω να κλείσουμε στη 1.00' μετά τα μεσάνυχτα. Συμφωνείτε μέχρι εδώ, κύριοι συνάδελφοι; ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα. ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Συνεπώς η Βουλή συνεφώνησε. Το λόγο έχει ο γενικός εισηγητής της Πλειοψηφίας κ. Φίλιππος Πετσάλνικος. ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, καλούμαστε σήμερα να συζητήσουμε τον Προϋπολογισμό του έτους 2000, έναν Προϋπολογισμό ιδιαίτερης ιστορικής σημασίας, αφού είναι ο Προϋπολογισμός με τον οποίον ολοκληρώνεται η προσπάθεια του λαού μας για ένταξη της χώρας μας στην Οικονομική και Νομισματική 'Ενωση της Ευρώπης. Ο Προϋπολογισμός, όμως, αυτός έχει και άλλα μοναδικά χαρακτηριστικά. Είναι ο τελευταίος που συντάσσεται σε δραχμές. Είναι ο Προϋπολογισμός με τον οποίον ολοκληρώνεται το τετραετές πρόγραμμα της Κυβέρνησης, τα αποτελέσματα του οποίου σύντομα θα τεθούν στην κρίση του ελληνικού λαού. Είναι ο πρώτος Προϋπολογισμός της νέας ιστορικής περιόδου, που αρχίζει με το έτος 2000. Δεν θα έλεγα και ο νέος Προϋπολογισμός του 21ου αιώνα, γιατί υπάρχει αυτή η παγκόσμια διχογνωμία για το πότε ξεκινά ο αιώνας, αλλά σίγουρα είναι Προϋπολογισμός μιας νέας ιστορικής περιόδου με το συμβολισμό του έτους 2000. Και ταυτόχρονα είναι ο Προϋπολογισμός που σηματοδοτεί την πορεία της χώρας μας στην εποχή του ΕΥΡΩ, μια νέα εποχή που θα σημάνει νέες ευκαιρίες και δυνατότητες για την Ελλάδα και τους πολίτες της. Χάρη στις προσπάθειες όλου του ελληνικού λαού, προσπάθειες που καθοδηγήθηκαν με όραμα, πρόγραμμα και αποφασιστικότητα από την Κυβέρνηση, η μεγάλη εθνική επιδίωξη, η συμμετοχή της πατρίδας μας στο μεγαλύτερο διακρατικό σύστημα οικονομικής συνεργασίας του πλανήτη γίνεται πραγματικότητα. Με την ορθή χάραξη και αποτελεσματική εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής ολοκληρώνεται με επιτυχία η επίπονη πορεία που ξεκίνησε το 1994 και απέβλεπε στην εξυγίανση, την ανόρθωση, την ισχυροποίηση και ένταξη της εθνικής μας οικονομίας στη ζώνη του ΕΥΡΩ. Πιστεύω ότι η συζήτηση του Προϋπολογισμού του 2000 προσφέρει στην Εθνική Αντιπροσωπεία μία μοναδική ευκαιρία να γυρίσει, θα έλεγα, σελίδα και να ανυψώσει το επίπεδο της πολιτικής αντιπαράθεσης. Η πολιτική αντιπαράθεση μπορεί και πρέπει να γίνει πιο γόνιμη και πιο δημιουργική, να ξεφύγει από τη στειρότητα και το δογματισμό που συχνά χαρακτήρισαν το παρελθόν. Καλώ, λοιπόν, αν μου επιτρέπετε όλους να συζητήσουμε τον Προϋπολογισμό με όση αυστηρότητα επιθυμούμε, αλλά ταυτόχρονα νηφάλια και αντικειμενικά. 'Ετσι θα διευκολύνουμε τον ελληνικό λαό, που μας παρακολουθεί, να σχηματίσει σαφή και αντικειμενική εικόνα για τα οικονομικά του κράτους καθώς και για την πορεία της εθνικής μας οικονομίας. Είναι χρέος μας, πιστεύω, να έχει αυτά τα χαρακτηριστικά η ενημέρωση που θα κάνουμε στον ελληνικό λαό και ιδιαίτερα στους νέους, οι οποίοι πολλές φορές διαπιστώνουμε ότι "γυρίζουν την πλάτη" στην πολιτική. Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε ότι οι αποφάσεις που παίρνουμε σήμερα προσδιορίζουν σε μεγάλο βαθμό το αύριο αυτού του τόπου. Και το αύριο αυτού του τόπου, η νέα εποχή στην οποία όλοι αναφερόμαστε, ανήκει στους νέους μας, που δικαιούνται να απαιτούν από εμάς ειλικρίνεια, υπευθυνότητα στη λήψη των αποφάσεων και συνέπεια στην υλοποίησή τους. 'Ερχομαι τώρα στο κύριο μέρος της εισήγησής μου. Θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω με μία επισκόπηση της πορείας που ακολούθησε η οικονομία μας στη διάρκεια της τρέχουσας δεκαετίας. Την αναδρομή δεν την κάνω για λόγους παρελθοντολογίας, αλλά τη θεωρώ χρήσιμη για τη διεξαγωγή συμπερασμάτων και για τη συνειδητοποίηση του μεγέθους της προσπάθειας που καταβλήθηκε τα τελευταία χρόνια, αλλά και της αξίας των επιτευγμάτων που πραγματοποιήθηκαν αυτά τα τελευταία χρόνια. Το πολύτιμο εισιτήριο για την είσοδο στην ΟΝΕ, όπως θα δούμε πιο κάτω, δεν μας το χάρισε κανείς, ούτε θα ήταν άλλωστε δυνατό κατι τέτοιο. Η συμμετοχή της χώρας μας στο σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, στη ζώνη του ΕΥΡΩ, δεν ήταν εκ των προτέρων αυτονόητη και δεδομένη. Είναι το αποτέλεσμα της προσπάθειας που προανέφερα και των υψηλών επιδόσεων της οικονομίας μας τα τελευταία έξι χρόνια. Η επισκόπηση της πορείας της εθνικής μας οικονομίας στη διάρκεια των δέκα τελευταίων ετών οδηγεί στη διαπίστωση ότι η πορεία αυτή και η θετική εξέλιξη των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών δεν ήταν ενιαία, δυστυχώς, για όλην αυτήν την περίοδο. Στο διάστημα αυτό διακρίνονται ευκρινώς δύο διαφορετικές περίοδοι. Η πρώτη τετραετία 1990-1993 χαρακτηρίζεται εν πολλοίς από στάσιμη και σε πολλές περιπτώσεις αρνητική, δυστυχώς, εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών, που αντανακλούν πολύ χαμηλές επιδόσεις της εθνικής μας οικονομίας. Πιο συγκεκριμένα: Καταθέτω στα Πρακτικά το σχετικό πίνακα. (Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Φίλιππος Πετσάλνικος καταθέτει για τα Πρακτικά τον προαναφερθέντα πίνακα, ο οποίος έχει ως εξής: (Ο σχετικός πίνακας υπάρχει στο τεύχος των Πρακτικών της Βουλής) ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ: Η μέση ετήσια μεταβολή σε σταθερές τιμές του ΑΕΠ την τετραετία 1990-1993 ήταν της τάξης μόλις του 0,5%. Το 1993 μάλιστα είχαμε αρνητική εξέλιξη του ΑΕΠ. Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης, ως ποσοστό του ΑΕΠ, μειώθηκε την ίδια περίοδο μόνο κατά 1,9% και ανήρχετο το 1993 στο 13,8% του ΑΕΠ. Το δημόσιο χρέος ακολούθησε έντονα ανοδική πορεία και το 1993 έφθανε στο 111,6% του ΑΕΠ. Ο πληθωρισμός έτρεχε το 1993 με ρυθμό 14,2%, παρά το σκληρό πρόγραμμα λιτότητας που εφάρμοσε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας τότε για τριάμισι ολόκληρα χρόνια. Τα επιτόκια δανεισμού του δημοσίου για τίτλους ετήσιας διάρκειας το 1993 κινούνταν στα επίπεδα του 21% έως 22% και τα επιτόκια τραπεζικής χρηματοδότησης των επιχειρήσεων στο επίπεδο του 28% με 29%. Τα επιτόκια αυτά έκαναν και ακόμα πιο επαχθή την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους και ταυτόχρονα στραγγάλιζαν κάθε προσπάθεια επενδυτικής ανάκαμψης. Οι δημόσιες επενδύσεις παρουσίασαν την ίδια περίοδο μέση ετήσια αύξηση 4,1%. Ειδικότερα κατά τα έτη 1992 και 1993 παρουσίαζαν σημαντική μείωση. Οι ιδιωτικές επενδύσεις παρουσίασαν όλη αυτήν την περίοδο μέση ετήσια μείωση 0,3%. Η ανεργία παρουσίασε μία μεγάλη αύξηση και από το 7% του εργατικού δυναμικού που ήταν το 1990, ανήλθε στο 9,7% το 1993. Η διάσταση αυτής της αρνητικής εξέλιξης είναι ακόμη μεγαλύτερη, αν ληφθεί υπόψη ότι μεταξύ του 1990 και του 1993 ο συνολικός αριθμός των απασχολουμένων παραμένει ουσιαστικά στάσιμος, αφού το 1990 οι απασχολούμενοι ήταν τρία εκατομμύρια επτακόσιες δεκαεννιά χιλιάδες και το 1993 τρία εκατομμύρια επτακόσιες είκοσι χιλιάδες. Δηλαδή, επί τέσσερα χρόνια μία αύξηση μόνο κατά χίλιες θέσεις εργασίας. Και, βέβαια, αναρωτιέμαι και εγώ πού πήγαν εκείνες οι εκατό χιλιάδες θέσεις εργασίας που ακούγαμε το 1990, πριν από τις τότε εκλογές, στο προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας. Συμπερασματικά, η εθνική μας οικονομία κατά την περίοδο αυτή χαρακτηρίζεται από έντονα φαινόμενα στασιμοπληθωρισμού, υψηλών ελλειμμάτων, υψηλών επιτοκίων, διογκούμενου δημόσιου χρέους, το οποίο λειτουργούσε ως βόμβα στα θεμέλια της εθνικής μας οικονομίας και η εξυπηρέτησή του απειλούσε να απορροφήσει το σύνολο των εσόδων του κράτους. Με αυτές τις "επιδόσεις" δεν θα μπορούσε βέβαια ούτε λόγος για σύγκλιση να γίνει. Το πρόγραμμα σύγκλισης, που υπεβλήθη από την τότε κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, κατέρρευσε τον πρώτο χρόνο κιόλας της εφαρμογής του. Η κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., η κυβέρνηση του αείμνηστου Ανδρέα Παπανδρέου αξιολόγησε με ψυχραιμία και σύνεση την κατάσταση που παρέλαβε και χάραξε με ορθολογικό τρόπο την οικονομική της πολιτική. Το τρίπτυχο σταθεροποίηση, ανάπτυξη, κοινωνική δικαιοσύνη αποτυπώθηκε στους προϋπολογισμούς των ετών 1994 και 1995, καθώς και στο αναθεωρημένο πρόγραμμα σύγκλισης που κατέθεσε το 1994 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Με την πιστή εκτέλεση των προϋπολογισμών αυτών κατέστη δυνατός ο έλεγχος και η αντιστροφή των αρνητικών τάσεων και άρχισε η θετική εξέλιξη των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών. Την προσπάθεια για την προώθηση των μεγάλων επιδιώξεων, δηλαδή της σταθεροποίησης, της ανάπτυξης, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ένταξης της χώρας μας στην ΟΝΕ, προχώρησε με ακόμα μεγαλύτερη επιμονή, αποφασιστικότητα και δυναμισμό η νέα Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., η Κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη, από το 1996 και μετά. Η εξέλιξη των βασικών μεγεθών της οικονομίας αναδεικνύει ανάγλυφα το μέγεθος της βελτίωσης που έχει συντελεστεί χάρη στη συνεπή εφαρμογή μίας ορθολογικά σχεδιασμένης οικονομικής πολιτικής. Αποτέλεσμα; Η χώρα μας να συμβαδίζει σήμερα, από πλευράς οικονομικών επιδόσεων, με μερικές από τις ισχυρότερες οικονομίες της Ευρώπης. Θα μου επιτρέψετε τεκμηριώνοντας τα παραπάνω να αναφερθώ επιγραμματικά στην εξέλιξη των κυριότερων μεγεθών της οικονομίας μας στην δεύτερη αυτή περίοδο, δηλαδή 1994-1999. Ο ρυθμός ανάπτυξης από αρνητικός που ήταν το 1993, επιταχύνεται σταθερά και η αύξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος φθάνει στο 3,5% φέτος, το 1999. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στην περίοδο αυτή είναι της τάξεως του 3%. Μάλιστα, από το 1996 και μετά οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι σημαντικά υψηλότεροι από τον αντίστοιχο μέσο όρο της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, γεγονός που σηματοδοτεί πραγματική σύγκλιση της ελληνικής οικονομίας. Η απόσταση του βιοτικού επιπέδου της χώρας μας από τις άλλες χώρες γεφυρώνεται. Το 1990 είχαμε το 58% περίπου του μέσου όρου και το 1999 φθάσαμε στο 69% του μέσου βιοτικού επιπέδου της Ευρώπης. Καταθέτω τους σχετικούς πίνακες,που αφορούν επίσης και τους δείκτες σε ό,τι αφορά την παραγωγικότητα της εργασίας καθώς και το ρυθμό μεταβολής μέσου πραγματικού μισθού. Οι επιδόσεις της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια είναι πάνω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο. (Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Φίλιππος Πετσάλνικος καταθέτει για τα Πρακτικά τους προαναφερθέντες πίνακες, οι οποίοι έχουν ως εξής: (Οι σχετικοί πίνακες υπάρχουν στο τεύχος των Πρακτικών της Βουλής) ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΖΑΛΝΙΚΟΣ: Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης ακολουθεί σταθερά καθοδική πορεία και φθάνει στο 1,5% του ΑΕΠ φέτος, το 1999. Μειώνεται δηλαδή κατά 12,3 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Η δημοσιονομική βελτίωση των τελευταίων ετών είναι η μεγαλύτερη που παρατηρείται στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση. Καταθέτω το σχετικό πίνακα, επίσης, στα Πρακτικά της Βουλής. (Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Φίλιππος Πετσάλνικος καταθέτει για τα Πρακτικά τον προαναφερθέντα πίνακα, ο οποίος έχει ως εξής: (Ο σχετικός πίνακας υπάρχει στο τεύχος των Πρακτικών της Βουλής) ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΖΑΛΝΙΚΟΣ: Η ανοδική πορεία του δημοσίου χρέους ανακόπτεται και από το 1996 παρατηρείται σταθερά καθοδική πορεία. Ο πληθωρισμός παρουσιάζει έντονη αποκλιμάκωση. Η μείωσή του φθάνει τις 12 περίπου εκατοστιαίες μονάδες. Από 14,2% που ήταν το 1993, φθάνει στο 2,4%, σε μέσα επίπεδα, φέτος και είναι ο χαμηλότερος πληθωρισμός των τελευταίων τριάντα χρόνων. Τα επιτόκια, ακολουθώντας την πορεία του πληθωρισμού, μειώνονται συνεχώς, συγκλίνοντας ολοένα και περισσότερο με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Συγκεκριμένα, όσον αφορά το επιτόκιο των δεκαετών ομολόγων, έχει μειωθεί κάτω από την τιμή αναφοράς του αντίστοιχου κριτηρίου σύγκλισης. Εξάλλου το επιτόκιο των ετήσιων τίτλων του δημοσίου μειώνεται μεταξύ 1993 και 1999 κατά 12,5 εκατοστιαίες μονάδες. Τα επιτόκια τραπεζικής χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, μειώνονται αυτήν την περίοδο κατά 14,7 εκατοστιαίες μονάδες. Οι δημόσιες επενδύσεις όλα αυτά τα χρόνια παρουσιάζουν μέση ετήσια αύξηση 7,7%. Οι ιδιωτικές επενδύσεις παρουσιάζουν μέση ετήσια αύξηση 6,3% . Για φέτος, για το 1999, αυτοί οι ρυθμοί είναι σημαντικά υψηλότεροι. Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης που επιτυγχάνει η ελληνική οικονομία την περίοδο αυτή προκαλούν σημαντική αύξηση και της απασχόλησης. Πιο συγκεκριμένα, ο αριθμός των απασχολουμένων αυξάνεται την περίοδο 1994-1999 κατά διακόσιες ενενήντα πέντε χιλιάδες άτομα. Παρά αυτή τη σημαντική όμως αύξηση της απασχόλησης, η ταχύτερη άνοδος του εργατικού δυναμικού κυρίως λόγω της εισροής οικονομικών μεταναστών και της μεγαλύτερης συμμετοχής γυναικών στην αγορά εργασίας, καθώς και ο ανεπαρκής ακόμα προσανατολισμός του εκπαιδευτικού μας συστήματος στις πραγματικές αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας είχε ως αποτέλεσμα τη μικρή άνοδο του ποσοστού της ανεργίας που εκτιμάται ότι κινείται σήμερα γύρω στο 10,5% με 11% του εργατικού δυναμικού. Και είναι υψηλό αυτό το ποσοστό, αλλά θα έλθω πιο κάτω στο θέμα αυτό. Αγαπητοί συνάδελφοι, η σύγκριση των επιδόσεων της ελληνικής οικονομίας μεταξύ των δύο περιόδων είναι καταλυτική. Το 1993 η κατάσταση ήταν ιδιαίτερα αρνητική. Ο πληθωρισμός ήταν στα ύψη, το ίδιο και τα επιτόκια. Τα δημόσια ελλείμματα ήταν τεράστια και το δημόσιο χρέος δίκην χιονοστιβάδας απειλούσε να συνθλίψει την ελληνική οικονομία. Τα 2/3 των φόρων που πλήρωναν οι 'Ελληνες φορολογούμενοι τότε ήταν δεσμευμένα για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους. Θα έλεγε κανείς ότι ο ελληνικός λαός δούλευε για να πληρώνει τους μεγαλοαποταμιευτές του εσωτερικού και του εξωτερικού, που δάνειζαν το ελληνικό κράτος για να καλύψει τα ελλείμματά του. Η χώρα το 1993 ήταν εγκλωβισμένη σε ένα φαύλο κύκλο. Υψηλά ελλείμματα, υψηλές δανειακές ανάγκες, υψηλά επιτόκια, υψηλό κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους και πάλι υψηλά ελλείμματα. Η παραγωγή ήταν στάσιμη. Τα εισοδήματα είχαν συρρικνωθεί. Η περιθωριοποίηση των ασθενών, κοινωνικών ομάδων απειλούσε τα θεμέλια, αλλά και την ίδια τη συνοχή της ελληνικής κοινωνίας. Μέσα σε έξι χρόνια πετύχαμε κάτι που πολλοί θεωρούσαν ανέφικτο στο ξεκίνημα αυτής της προσπάθειας του 1994. Τα οικονομικά του κράτους εξυγιάνθηκαν, η εθνική οικονομία ανορθώθηκε. Η θετική εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών δεν αποτελεί όμως αυτά τα χρόνια απλά και μόνο βελτίωση ψυχρών αριθμών όπως ακούμε συχνά διάφορους "δεικτολόγους" να ισχυρίζονται. 'Οτι μόνο οι αριθμοί έχουν τη δικιά τους θετική εξέλιξη, ότι έχουμε μόνο εξέλιξη ψυχρών αριθμών, ότι δεν αντανακλούν στην πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας. Δεν είναι έτσι. Αντίθετα η θετική εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών επηρεάζει θετικά το εισόδημα των πολιτών, τον οικογενειακό προϋπολογισμό, το βιοτικό επίπεδο σ' αυτήν τη χώρα. Ο ελληνικός λαός, για παράδειγμα, έχει σήμερα σταθερές τιμές. Πιστεύω ότι η μείωση του πληθωρισμού είναι η μεγαλύτερη ίσως κοινωνική προσφορά αυτής της Κυβέρνησης, γιατί διασφαλίστηκαν τα πραγματικά εισοδήματα και η αγοραστική δύναμη του μισθωτού, του συνταξιούχου, της νοικοκυράς. Η μείωση των επιτοκίων δεν είναι απλά η εξέλιξη ενός αριθμού, ενός μακροοικονομικού μεγέθους, ενός δείκτη της οικονομίας. Η μείωση των επιτοκίων ανακουφίζει τους μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες, τους αγρότες, εκείνους που δανείζονται για να αποκτήσουν σπίτι και γενικά όσους προσφεύγουν στον τραπεζικό δανεισμό. Η μείωση των κρατικών ελλειμμάτων και η συνακόλουθη μείωση των δανειακών αναγκών του δημοσίου συνέβαλε σε σημαντική μείωση και των επιτοκίων των κρατικών τίτλων, ομολόγων και εντόκων γραμματίων. Με άλλα λόγια το κράτος ξοδεύει σήμερα πολύ λιγότερα για τόκους σε σχέση με το παρελθόν. Σημειώνω χαρακτηριστικά ότι το 1994 που το κράτος δανειζόταν με επιτόκια της τάξεως του 19% από κάθε κατοστάρικο που πλήρωνε ο 'Ελληνας φορολογούμενος οι εξήντα πέντε δραχμές πήγαιναν για πληρωμή τόκων. Φέτος με επιτόκια δανεισμού του δημοσίου της τάξεως του 9% από κάθε κατοστάρικο που πλήρωσε ο 'Ελληνας φορολογούμενος μόνο οι τριάντα τέσσερις δραχμές πήγαν για πληρωμή τόκων. Εξοικονομούνται, κατά συνέπεια, χρήματα για την παιδεία, την υγεία, την πρόνοια, τις συντάξεις, την απασχόληση καθώς και για τα έργα υποδομής. Δεν είναι λοιπόν εξέλιξη απλών ψυχρών αριθμών και δεικτών η εξέλιξη των μακροοικονομικών μεγεθών. Αντανακλά άμεσα θετικά στο σύνολο των λειτουργιών της κοινωνίας και έχει άμεση θετική αντανάκλαση και στο οικογενειακό ακόμη εισόδημα. Τα δημόσια οικονομικά σήμερα είναι υγιή. Οι πληρωμές του κράτους κανονικές και σίγουρες. Ας θυμηθούμε λίγο σε σχέση με αυτό τι συνέβαινε στο τέλος του 1993. Οι συνεχείς αναβαθμίσεις της πιστωληπτικής ικανότητας του κράτους από διεθνείς οίκους τα τελευταία χρόνια είναι αδιάψευστη απόδειξη δημοσιονομικής εξυγίανσης. Η δημοσιονομική διαχείριση γίνεται με αρχές και κριτήρια συνετού οικογενειάρχη. Στο σημείο αυτό θα μου επιτρέψετε να κάνω μία παρένθεση και να αναφερθώ σε ένα μύθο που προσπαθεί να δημιουργήσει και να προβάλει η Αξιωματική Αντιπολίτευση και όχι μόνο, στην προσπάθεια να μειώσει την αξία των επιτευγμάτων της δημοσιονομικής διαχείρισης της περιόδου αυτής, των τελευταίων δηλαδή ετών. Ισχυρίζεται ότι η Κυβέρνηση ψήφισε δεκαοκτώ φορολογικούς νόμους που επέβαλαν δεκάδες δυσβάσταχτους νέους φόρους. Μπορεί βέβαια κανείς να αυξάνει τον αριθμό των φόρων κατά βούληση, αν βαφτίζει νέο φόρο κάθε φορολογική ρύθμιση που έγινε στη διάρκεια των τελευταίων ετών. Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική, εάν ασχοληθεί κανείς, όχι με τον αριθμό απλά των ρυθμίσεων που ρυθμίζουν φορολογικά θέματα, αλλά με την ουσία τους, με το περιεχόμενό τους. Πράγματι έγιναν ρυθμίσεις. 'Εγιναν όμως και ρυθμίσεις για να απλοποιηθεί το φορολογικό σύστημα, να απλοποιηθούν οι διαδικασίες. 'Εγιναν ρυθμίσεις για να οργανωθεί η φορολογική διοίκηση, για να συλληφθεί η φοροδιαφυγή, έγιναν ρυθμίσεις για να διευρυνθεί η φορολογική βάση. Γιατί βέβαια η μείωση των ελλειμμάτων δεν γίνεται "διά μαγείας" αλλά με αύξηση των δημοσίων εσόδων και μείωση των δημοσίων δαπανών. Τα επιπλέον όμως έσοδα των τελευταίων ετών προήλθαν κατά κύριο λόγο από περιστολή της φοροδιαφυγής καθώς και από τα μεγάλα εισοδήματα. Νέοι φόροι επεβλήθησαν στη μεγάλη ακίνητη περιουσία, στις χρηματιστηριακές συναλλαγές, στις τράπεζες, στις εταιρείες αμοιβαίων κεφαλαίων, στους τόκους των ομολόγων, στην υπεραξία των μετοχών ανωνύμων εταιρειών μη εισηγμένων στο χρηματιστήριο. Μήπως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επιβάρυναν το μη προνομιούχο 'Ελληνα, το μισθωτό, τον αγρότη, το συνταξούχο, αυτές οι νέες φορολογίες; Αντίθετα η μείωση του ελλείμματος, η μείωση του χρέους, επιτρέπουν από φέτος σημαντικές φορολογικές ελαφρύνσεις και αυτές αρχίζουν κατά προτεραιότητα από τα χαμηλά εισοδήματα. Η οικονομική σταθερότητα και η είσοδος της δραχμής στο μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών έχουν θωρακίσει το εθνικό μας νόμισμα απέναντι στις κερδοσκοπικές επιθέσεις και τις συχνές αναταράξεις στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές. Η οικονομική όμως σταθερότητα για μας δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι απλώς η αναγκαία προϋπόθεση για ανάπτυξη και κοινωνική ευημερία. Η επίτευξη αυτών των στόχων προϋποθέτει επίσης αυξημένη ανταγωνιστικότητα και διαρθρωτικές αλλαγές. Μόνο μία ισχυρή ανταγωνιστική οικονομία μπορεί να δημιουργήσει πλεόνασμα, να δημιουργήσει πλούτο, να προσφέρει απασχόληση και να χρηματοδοτήσει τις δαπάνες τους κράτους. Η ισχυρή οικονομία πρώτα από όλα προϋποθέτει σύγχρονες υποδομές. Οι δημόσιες επενδύσεις, με την αξιοποίηση και των πόρων του δευτέρου Kοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και από τον επόμενο χρόνο του τρίτου Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης, έχουν δημιουργήσει μια ισχυρή βάση για την ανάπτυξη της οικονομίας μας. Τα μεγάλα έργα υποδομής προχωρούν κανονικά. Η ολοκλήρωση αυτών των έργων θα επιταχύνει περαιτέρω την αναπτυξιακή διαδικασία και θα αναδείξει τη χώρα μας σε προνομιακό χώρο οικονομικής και πολιτικής συνεργασίας στην περιοχή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου. Οι διαρθρωτικές αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια αποσκοπούσαν στην ενίσχυση του υγειούς ανταγωνισμού, με ιδιαίτερα ευνοϊκές επιπτώσεις στην ανάπτυξη, την ποιότητα και τις τιμές. Οι ιδιωτικοποιήσεις και μετοχοποιήσεις που έγιναν βοήθησαν τις επιχειρήσεις να επενδύουν και να εκσυγχρονιστούν και ταυτόχρονα συνεισέφεραν σημαντικά στην αποπληρωμή του δημοσίου χρέους. Με τις μετοχοποιήσεις μέσω του χρηματιστηρίου δόθηκε η δυνατότητα διασποράς των μετοχών σε χιλιάδες μικροεπενδυτές. 'Ετσι τα οφέλη που προέκυψαν διαχύθηκαν σε πολλές περιπτώσεις σε μεγάλο αριθμό πολιτών με πρώτους τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους των μετοχοποιούμενων οργανισμών. Το μεγάλο εθνικό στοίχημα κερδίζεται. Η χώρα μας εισέρχεται στην Οικονομική και Νομισματική 'Ενωση της Ευρώπης και εισέρχεται απόλυτα "με το σπαθί" της. Ικανοποιούμε ήδη ως γνωστόν τα τέσσερα από τα πέντε κριτήρια σύγκλισης. Ικανοποιούμε το κριτήριο του δημοσίου ελλείμματος -είναι όπως είπα 1,5% του ΑΕΠ και βαίνει μειούμενο, είναι πολύ πιο χαμηλό από το προβλεπόμενο 3%- ικανοποιούμε το κριτήριο του δημοσίου χρέους, αφού ως ποσοστό του ΑΕΠ για τρίτη συνεχή χρονιά μειώθηκε, ικανοποιούμε το κριτήριο της συναλλαγματικής σταθερότητας, αφού μέχρι σήμερα δεν έχει σημειωθεί αξιόλογη διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας της δραχμής έναντι των άλλων νομισμάτων και ζώνης του ΕΥΡΩ, πέραν των προβλεπομένων ορίων, και το Μάρτιο συμπληρώνονται ήδη δυο χρόνια συμμετοχής της δραχμής στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών. Επίσης ικανοποιούμε και το κριτήριο των μακροχρόνιων επιτοκίων. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ προβλέπει διαφορά δύο εκατοστιαίων μονάδων από το αντίστοιχο μέσο επιτόκιο των τριών χωρών της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης με το χαμηλότερο πληθωρισμό και η διαφορά στα μακροχρόνια επιτόκια είναι ήδη της τάξεως της μιας μονάδας. Ικανοποιείται επομένως και το κριτήριο αυτό. Απομένει ο πληθωρισμός, το ύψος του οποίου αναμένεται να υποχωρήσει στο επιθυμητό επίπεδο έως το τέλος Φεβρουαρίου παρά τις πιέσεις που ασκούνται το τελευταίο διάστημα λόγω της ανόδου της διεθνούς τιμής του πετρελαίου. Η είσοδος της χώρας μας στην ΟΝΕ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα είναι, επομένως, σύντομα γεγονός και νέοι ορίζοντες διανοίγονται για τον τόπο, τους νέους μας και το λαό μας. Ιδιαίτερα σημαντικό, όμως, είναι το ότι επετεύχθη η σύγκλιση χωρίς να θυσιάσουμε το κοινωνικό κράτος. Αντίθετα με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, που προκειμένου να εισέλθουν στην ΟΝΕ μείωσαν κοινωνικές δαπάνες συρρικνώνοντας ή και καταργώντας ακόμα κοινωνικά προγράμματα, εμείς πετύχαμε τη σύγκλιση αυξάνοντας σταθερά τις δαπάνες για κοινωνική προστασία. Παρά τα ασφυκτικά δημοσιονομικά περιθώρια, οι κοινωνικές δαπάνες αυξήθηκαν στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια κατά 2% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Δεν πρέπει να υποτιμούνται τα αποτελέσματα της προσπάθειας που κατεβλήθη και για κοινωνική σύγκλιση. Ας μην ξεχνάμε ότι ξεκινήσαμε από χαμηλά και σήμερα είμαστε πιο πάνω από χώρες όπως η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία σε ό,τι αφορά τις κοινωνικές δαπάνες. Ας δούμε όμως τι σημαίνει η επικείμενη ένταξη στην ΟΝΕ για τον 'Ελληνα πολίτη και για τη χώρα μας. Πρώτον, σημαίνει ότι οι πολίτες αυτής της χώρας θα χρησιμοποιούν πλέον ένα ισχυρό, ένα από τα τρία ισχυρότερα νομίσματα στον κόσμο. Δεύτερον, ότι δεν θα πληρώνουν προμήθειες για τη μετατροπή του νομίσματος σε ξένο συνάλλαγμα. Τρίτον, ότι θα εξαλειφθεί ο συναλλαγματικός κίνδυνος, αφού όλες σχεδόν οι συναλλαγές θα γίνονται σε ευρώ. Τέταρτον, ότι θα έχουμε νομισματική σταθερότητα στο εσωτερικό της χώρας, δηλαδή σταθερές τιμές, γεγονός που σημαίνει διασφάλιση των πραγματικών εισοδημάτων και της αγοραστικής δύναμης του μισθωτού, του συνταξιούχου, της νοικοκυράς. Πέμπτον, ότι θα μειωθούν δραστικά τα επιτόκια. Η μείωση του κόστους του χρήματος σημαίνει αύξηση των επενδύσεων, οικονομική ανάπτυξη, δημιουργία θέσεων εργασίας. Σημαίνει οφέλη για το μικρομεσαίο επιχειρηματία, για τον αγρότη και γενικά για όποιον χρησιμοποιεί τραπεζικά δάνεια. Σημαίνει περαιτέρω μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους και επομένως περαιτέρω ανακούφιση του 'Ελληνα φορολογούμενου, που καλείται να πληρώνει με τους φόρους του τους τόκους του δημοσίου χρέους. Το μέγεθος των θετικών επιπτώσεων από τη μείωση των επιτοκίων μπορούμε να το φανταστούμε αν λάβουμε υπόψη μας ότι μετά τη είσοδο στην ΟΝΕ, η πτώση των επιτοκίων θα τα οδηγήσει στο μισό σε σχέση με το σημερινό τους επίπεδο. Τέλος η είσοδος της χώρας μας στην ΟΝΕ θα περιορίσει στο ελάχιστο τα μειονεκτήματα που συνδέονται με το μικρό μέγεθός της. Θα ενισχυθεί σημαντικά το διεθνές οικονομικό βάρος της Ελλάδος. Με την ένταξή μας στο σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης θα ενισχυθεί αποφασιστικά η διεθνής θέση της χώρας μας, που καθίσταται πλέον παράγοντας σταθερότητας, ανάπτυξης και ειρήνης στην περιοχή και το διαπιστώσαμε αυτό και πολύ πρόσφατα μάλιστα. Η είσοδος στην ΟΝΕ δεν αποτελεί πανάκεια και δεν θα δώσει αυτόματα απαντήσεις και λύσεις σε όλα μας τα προβλήματα. Ούτε η είσοδος στην ΟΝΕ μπορεί να αποτελεί το γεγονός στο οποίο εξαντλείται το όραμά μας και το όραμα του ελληνικού λαού. Η είσοδος στην ΟΝΕ βελτιώνει όμως σίγουρα τις προϋποθέσεις για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις του παγκόσμιου ανταγωνισμού και για να δώσουμε από πολύ καλύτερη θέση και να κερδίσουμε τη μάχη για την Ελλάδα της νέας εποχής, την Ελλάδα της ευημερίας, της κοινωνικής αλληλεγγύης, της παιδείας, του πολιτισμού. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 1999, πριν από ένα χρόνο, σ'αυτήν την Αίθουσα είχε υπογραμμιστεί η καθοριστική του σημασία για τη σύγκλιση της οικονομίας μας και την είσοδο στην ΟΝΕ. Τότε οι στόχοι και οι δυνατότητες του προϋπολογισμού αυτού, του 1999 δηλαδή, είχαν αμφισβητηθεί από την Αντιπολίτευση. Θα μου επιτρέψετε λοιπόν να κάνω μια πολύ σύντομη αναφορά στην εκτέλεση του προϋπολογισμού του 1999. Η δημοσιονομική διαχείριση του 1999 οδήγησε σε αποτελέσματα ευνοϊκότερα ακόμη και από τις αρχικές προβλέψεις του προϋπολογισμού. Συγκεκριμένα, όπως είπα το έλλειμμα διαμορφώνεται φέτος στο 1,5 του ΑΕΠ, βελτιωμένο τόσο σε σχέση με το 1,9 που προβλεπόταν στον προϋπολογισμό όσο και σε σχέση με το 2,1 που προβλεπόταν στο πρόγραμμα σύγκλισης. Τα συνολικά έσοδα της γενικής κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα αυξηθούν το 1999 με αριθμό 6,6%, με αποτέλεσμα να αντιπροσωπεύουν το 39,3% του ΑΕΠ, όσο ήταν και το 1998. Η εξέλιξη θεωρείται ιδιαίτερα ικανοποιητική, αν λάβουμε υπόψη την αναμενόμενη μείωση του ρυθμού αύξησης των εσόδων από την άμεση και έμμεση φορολογία λόγω των πρόσφατων φορολογικών ελαφρύνσεων, οι οποίες χορηγήθηκαν κατά ένα μέρος αναδρομικά. Τα έσοδα της γενικής κυβέρνησης ως ποσοστό του ΑΕΠ φθάνουν σήμερα στο 84,7% του κοινοτικού μέσου όρου, ενώ το 1993 έφθαναν στο 76,9% του κοινοτικού μέσου όρου. Η προσέγγιση του κοινοτικού μέσου όρου κρίνεται ως θετική εξέλιξη, αφού κατά το μεγαλύτερο μέρος οφείλεται στην διεύρυνση της φορολογικής βάσης και στη σύλληψη φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής. Η σχέση μεταξύ έμμεσων και άμεσων φόρων έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Το 1990 ο λόγος αυτός ήταν 30,5% για τους άμεσους φόρους προς 69,5% για τους έμμεσους φόρους. Το 1999 η σχέση αυτή έχει ως εξής: Είναι 39,2% για τους άμεσους φόρους, προς 60,8% για τους έμμεσους φόρους. Εμφανίζεται δηλαδή μια μετατόπιση περίπου δέκα εκατοστιαίων μονάδων υπέρ των άμεσων φόρων. Αυτό σημαίνει ότι η συμμετοχή της άμεσης φορολογίας συγκλίνει όλο και περισσότερο προς τον αντίστοιχο μέσο όρο των άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης και δείχνει ταυτόχρονα την αυξανόμενη συμμετοχή στα φορολογικά βάρη των ατόμων με υψηλότερα ή υψηλά εισοδήματα. Ανάλογη θετική προσαρμογή παρατηρείται και στο σκέλος των δαπανών που αναμένεται να διαμορφωθούν στο 38,9% έναντι 40% που ήταν το 1998. Η μείωση αυτή οφείλεται κυρίως στη μείωση της δημόσιας κατανάλωσης 0,5% του ΑΕΠ και των δαπανών για τόκους κατά 0,4% του ΑΕΠ. Αυξητική επίδραση στο σύνολο των δαπανών ασκούν οι επενδυτικές δαπάνες. Οι εξελίξεις αυτές στο σκέλος των δαπανών είναι ιδιαίτερα θετικές, αφού παρατηρείται όχι μόνο σημαντική μείωσή τους, αλλά και αναδιάρθρωσή τους σε βάρος των καταναλωτικών και υπέρ των επενδυτικών και κοινωνικών δαπανών. Οι συνολικές δαπάνες αποτελούν πλέον το 85,4% του κοινοτικού μέσου όρου. Το δημόσιο χρέος συνέχισε και το 1999, όπως είπαμε για τρίτη χρονιά, την καθοδική του πορεία. Εκτιμάται ότι στο τέλος αυτού του έτους θα διαμορφωθεί στο 104,9% του ΑΕΠ. Το ποσοστό αυτό είναι επίσης χαμηλότερο από την αρχική πρόβλεψη του προϋπολογισμού του 1999, που προέβλεπε δημόσιο χρέος στο 105,3%. 'Εχουμε δηλαδή μια πτώση ακόμα μεγαλύτερη από την προβλεφθείσα στον προϋπολογισμό του 1999, του δημόσιου χρέους. Αυτός ο σύντομος δημοσιονομικός απολογισμός του τρέχοντος έτους κατέδειξε ότι η ασκηθείσα πέρσι σ' αυτήν την Αίθουσα κριτική ήταν εντελώς αβάσιμη και ατεκμηρίωτη. Διαπιστώνουμε λοιπόν για έκτο συνεχές έτος θετικές εξελίξεις στα βασικά δημοσιονομικά μεγέθη. Οι εξελίξεις αυτές έχουν εμπεδώσει πια και στη χώρα μας κλίμα οικονομικής πειθαρχίας και σταθερότητας. Χαρακτηρισμοί που ακούστηκαν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στο πρόσφατο παρελθόν σ' αυτήν εδώ την Αίθουσα επ' ευκαιρία της συζήτησης των προϋπολογισμών του περασμένου και προπερασμένου έτους, χαρακτηρισμοί όπως "προϋπολογισμοί μαϊμού", ή "ελληνική οικονομία τραβεστί" κλπ., δεν ήταν μόνο κακόγουστοι χαρακτηρισμοί, αλλά έρχονται σε ευθεία αντίθεση και με τις διαπιστώσεις όλων των έγκυρων διεθνών οργανισμών, ΟΟΣΑ, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ευρωπαϊκή 'Ενωση, που διαπιστώνουν την πολύ θετική πορεία της εθνικής μας οικονομίας. Θέλω να ελπίζω, αγαπητέ κύριε Πρόεδρε της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ότι δεν θα ακούσουμε πάλι τους ίδιους χαρακτηρισμούς σε ό,τι αφορά τον Προϋπολογισμό του 2000. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας): Θα τα ακούσετε στην ώρα τους! ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ: 'Εχει αποδειχθεί ότι ήταν ανερμάτιστοι και επίσης είχαν και έλλειψη γούστου πρέπει να πω αυτοί οι χαρακτηρισμοί. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο Προϋπολογισμός του 2000 είναι προϋπολογισμός ένταξης και ομαλής ενσωμάτωσης της χώρας μας στη ζώνη του ΕΥΡΩ. Ο Προϋπολογισμός του 2000 εγγυάται όχι μόνο την ολοκλήρωση της διαδικασίας ένταξης αλλά και τη συνέχεια της δυναμικής πορείας της οικονομίας μας. Το έτος 2000, με τον Προϋπολογισμό που συζητούμε, διατηρείται και ενισχύεται ο σταθεροποιητικός χαρακτήρας της δημοσιονομικής πολιτικής μέσω περαιτέρω μείωσης του ελλείμματος. Παράλληλα προωθείται σημαντική αναδιάρθρωση εσόδων και δαπανών με στόχο τη δικαιότερη κατανομή φορολογικών βαρών και παροχών καθώς και ενίσχυση των κοινωνικών δαπανών και της ανταγωνιστικότητας. Οι ποσοτικοί στόχοι σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης για το έτος 2000, είναι, πρώτον, πραγματοποίηση πρωτογενούς πλεονάσματος στα ίδια περίπου επίπεδα με το 1999, 6,8% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος και, δεύτερον, περαιτέρω μείωση του ελλείμματος στο 1,2% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Τα έσοδα του κρατικού Προϋπολογισμού προβλέπεται να αυξηθούν με ρυθμό 6,2% και να διαμορφωθούν ως ποσοστό του Α.Ε.Π. στο ίδιο περίπου επίπεδο με το 1999, 29,9% περίπου του Α.Ε.Π. Οι συνολικές δαπάνες του κρατικού Προϋπολογισμού προβλέπεται να αυξηθούν με ρυθμό πολύ μικρότερο του ρυθμού αύξησης του ονομαστικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος -4,1% έναντι 6,4%- και να διαμορφωθούν στο 33% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Παρά τις σημαντικές φορολογικές ελαφρύνσεις και τη μεγάλη αύξηση των κοινωνικών δαπανών, στις οποίες θα αναφερθώ σε λίγο, ο Προϋπολογισμός του 2000 παραμένει προσηλωμένος στο στόχο της ένταξης της χώρας μας στην ΟΝΕ και της διαφύλαξης των συνθηκών σταθερότητας που έχουν επιτευχθεί. Η σταθεροποιητική προσπάθεια ενισχύεται με το συγκρατημένο τρόπο αύξησης των δαπανών, ενώ η μείωση των δαπανών για τόκους διευρύνει τα περιθώρια αναδιάρθρωσης των δαπανών και περαιτέρω μείωσης των φορολογικών βαρών. Σε ό,τι αφορά το δημόσιο χρέος αναμένεται -και είναι η πρόβλεψη στον Προϋπολογισμό- να συνεχίσει την πτωτική του πορεία για τέταρτο συναπτό έτος και το 2000 να διαμορφωθεί περίπου στο 103,9% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Ο Προϋπολογισμός του 2000 είναι όμως ταυτόχρονα και προϋπολογισμός ανάπτυξης, γιατί συμβάλλει στη διατήρηση των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης που έχει επιτύχει η χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Για τέταρτη συνεχή χρονιά το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν προβλέπεται να αυξηθεί με ρυθμό σημαντικά υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Συγκεκριμένα, θα αυξηθεί το 2000 κατά 3,8% έναντι μόλις 2,4% -είναι σημαντικός βέβαια ο ρυθμός αύξησης 2,4%- του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Θα έχουμε δηλαδή μια σημαντική διαφορά με το 3,8% πάνω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο. Γνωρίζετε ότι οι προβλέψεις έγκυρων διεθνών οργανισμών, όπως του ΟΟΣΑ, είναι για ακόμα υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και αύξησης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος για την πατρίδα μας για τα επόμενα χρόνια. Ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια θα έχει τους μεγαλύτερους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ μετά την Ιρλανδία σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή 'Ενωση. Από τις επί μέρους κατηγορίες δαπανών του Κρατικού Προϋπολογισμού, τον υψηλότερο ρυθμό αύξησης προβλέπεται να σημειώσουν οι επενδυτικές δαπάνες, με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση της ανάπτυξης και της απασχόλησης. Το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ύψους 2,4 τρισεκατομμυρίων δραχμών αποτελεί ένα πρόγραμμα μαμούθ και είναι ο βασικός μοχλός, το βασικό μέσο αναπτυξιακής πολιτικής της Κυβέρνησης με έμφαση στις υποδομές, την υγεία, την παιδεία, την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος. Κύρια επιδίωξη αποτελεί η ενίσχυση της απασχόλησης που προέρχεται από τις νέες επενδύσεις, δημόσιες και ιδιωτικές, που θα χρηματοδοτηθούν από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του 2000. Ταυτόχρονα, όμως, ο Προϋπολογισμός του 2000 υπηρετεί κατά τον πλέον εναργή τρόπο το στόχο της κοινωνικής δικαιοσύνης και αλληλεγγύης. Δηλαδή, πέρα από το σταθεροποιητικό του χαρακτήρα, τον έντονο αναπτυξιακό χαρακτήρα, στον οποίο μόλις τώρα αναφέρθηκα, αυτός ο Προϋπολογισμός του 2000 είναι και ένας προϋπολογισμός πράγματι κοινωνικής δικαιοσύνης και αλληλεγγύης. Ενισχύει πολύ περισσότερο την κοινωνική συνοχή. Με τον Προϋπολογισμό πραγματοποιείται ένα μεγάλο βήμα προς την κατεύθυνση της κοινωνικής δικαιοσύνης. Αναδιανέμονται τετρακόσια εβδομήντα δισεκατομμύρια (470.000.000.000) δραχμές που είναι προϊόν πάταξης της φοροδιαφυγής, της φορολόγησης των χρηματιστηριακών συναλλαγών, καθώς και των κερδών των επιχειρήσεων. Το ποσό αυτό των τετρακοσίων εβδομήντα δισεκατομμυρίων (470.000.000.000) δραχμών διανέμεται στις ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες, στα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα, στους χαμηλόμισθους, στους χαμηλοσυνταξιούχους, στους μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες, στους επαγγελματίες και στους αγρότες. Με το νέο Προϋπολογισμό υλοποιείται μία εκτεταμένη φορολογική μεταρρύθμιση. Με το φορολογικό νόμο, που ψήφισε πρόσφατα η Βουλή, αυξήθηκε σημαντικά το αφορολόγητο όριο του εισοδήματος και αυξήθηκαν ουσιαστικά οι εκπτώσεις για τα παιδιά. 'Ετσι, ενισχύεται η οικογένεια. Η μείωση της φορολογίας σημαίνει μόνο για το 2000 μια αύξηση στα πραγματικά εισοδήματα της τάξης των εκατόν σαράντα δισεκατομμυρίων (140.000.000.000) δραχμών. Για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων μειώνεται η φορολόγηση των κερδών από 35% σε 30% για τα εισοδήματα του 1999 και σε 25% για τα εισοδήματα του 2000 και καταργούνται τα αντικειμενικά κριτήρια φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών. Στη δέσμη των μέτρων για αναδιανομή του εισοδήματος περιλαμβάνονται και σημαντικές μειώσεις στην έμμεση φορολογία. Οι μειώσεις των φόρων πετρελαίου, βενζίνης, αυτοκινήτων, ηλεκτρικού ρεύματος, είναι ισοδύναμες με εκατόν εξήντα δισεκατομμύρια (160.000.000.000) δραχμές, που αυξάνουν ισόποσα τα εισοδήματα των καταναλωτών. Να θυμηθούμε λίγο: Το 1995 ο 'Ελληνας πλήρωνε σαράντα δύο χιλιάδες (42.000) δραχμές φόρο για κάθε τόνο πετρελαίου θέρμανσης. Τώρα πληρώνει μόνον έξι χιλιάδες εκατό (6.100) δραχμές για κάθε τόνο πετρελαίου θέρμανσης. Και αυτό αντιλαμβάνεσθε τι σημαίνει για τον οικογενειακό προϋπολογισμό κατοίκων περιοχών όπως της βόρειας Ελλάδας ή ορεινών περιοχών, όπου ο χειμώνας μπορεί να διαρκεί και πέντε και έξι και επτά μήνες. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Αλλά δεν μειώνεται η τιμή του. ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ: Μειώθηκε, κύριε Πρόεδρε, κατά πολύ. Το 1993 το πετρέλαιο θέρμανσης πάνω, στη Μακεδονία, κόστιζε πολύ περισσότερο από ό,τι σήμερα. Σημαντικό αναδιανεμητικό αποτέλεσμα υπέρ των συνταξιούχων αγροτών αναμένεται να έχει και η αύξηση των συντάξεων του Ο.Γ.Α. κατά δέκα χιλιάδες (10.000) δραχμές μηνιαίως. Η αύξηση των αγροτικών συντάξεων, καθώς και η ενίσχυση των άλλων χαμηλοσυνταξιούχων, συνεπάγονται μία βελτίωση του πραγματικού εισοδήματος των ομάδων αυτών ισοδύναμη με εκατόν είκοσι τρία δισεκατομμύρια (123.000.000.000) δραχμές. Αυξάνεται το επίδομα ανεργίας και παρέχεται δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε όλους τους ανέργους. Οι κοινωνικές παροχές, που ενσωματώνονται στον προϋπολογισμό του 2000, δεν είναι πρόσκαιρες βέβαια. Θα έχουν συνέχεια και προοπτική, γιατί αποτελούν καρπό της ισχυρής οικονομίας που δημιουργήθηκε. Και όσο ισχυροποιείται η οικονομία μας τόσο περισσότερο μπορεί να ενισχύεται και το κοινωνικό κράτος. Γνωρίζουμε ότι ο δρόμος για τη δημιουργία του ισχυρού κοινωνικού κράτους θα είναι μακρύς. 'Ομως με την ισχυρή οικονομία, που έχει δημιουργηθεί και δημιουργείται συνεχώς, μπορούμε να τον διανύσουμε γρήγορα και με ασφάλεια. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η εποχή που διανύουμε είναι εποχή της γνώσης, της επικοινωνίας, της τεχνολογίας. Ως έθνος πρέπει να επενδύσουμε κυρίως στη γνώση, στην παιδεία. Για την Κυβέρνησή μας η επένδυση στον άνθρωπο έχει πρωταρχική σημασία, αφού εξασφαλίζει την ισότιμη συμμετοχή όλων στις οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις. Η ισχυρή και σύγχρονη Ελλάδα μόνον πάνω σε μια σύγχρονη παιδεία μπορεί να οικοδομηθεί. Και το μέσο που οδηγεί εκεί είναι μια συνεπής εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Μεταρρύθμιση που στοχεύει στην εξασφάλιση της ελεύθερης πρόσβασης στη γνώση, στη διεύρυνση της προσφοράς της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, στην αναβάθμιση του σχολείου, της υποδομής και της ποιότητας των σπουδών. Το 2000 οι δαπάνες για την παιδεία θα είναι αυξημένες κατά 7,4%. Περισσότερα από ένα τρισεκατομμύριο τετρακόσια δισεκατομμύρια (1.400.000.000.000) δραχμές θα διατεθούν για την παιδεία. Το 1995 η παιδεία είχε χρηματοδοτηθεί με οκτακόσια τριάντα έξι δισεκατομμύρια (836.000.000.000) δραχμές. Δηλαδή, μέσα σε μία πενταετία έχουμε μία αύξηση από τα οκτακόσια τριάντα έξι δισεκατομμύρια (836.000.000.000) δραχμές το 1995 στο ένα τρισεκατομμύριο τετρακόσια δισεκατομμύρια (1.400.000.000.000) δραχμές το 2000. Μέσα σε μία πενταετία έχουν αυξηθεί τα κονδύλια που διατίθενται από αυτήν την Κυβέρνηση για την παιδεία κατά 72%. Είναι ένα ποσοστό ρεκόρ όχι μόνο για τη χώρα μας αλλά και για την Ευρώπη ολόκληρη. Και σε πραγματικές τιμές επίσης είναι ποσοστό ρεκόρ. Θεσμοί με έντονο κοινωνικό χαρακτήρα, όπως το ολοήμερο σχολείο και η ενισχυτική διδασκαλία, που τώρα δοκιμάζονται στα πλαίσια της μεταρρύθμισης, θα διευρυνθούν την επόμενη χρονιά. Οι δαπάνες για τους τομείς της κοινωνικής ασφάλισης, της υγείας και πρόνοιας, προβλέπεται επίσης να αυξηθούν ουσιαστικά σε σχέση με το 1999. Συγκεκριμένα θα διατεθούν εκατόν σαράντα τέσσερα περισσότερα δισεκατομμύρια δραχμές το 2000 για κοινωνική ασφάλιση και πενήντα ένα δισεκατομμύρια δραχμές περισσότερα για την υγεία και την πρόνοια. Η αντιμετώπιση της ανεργίας αποτέλεσε και αποτελεί στόχο άμεσης προτεραιότητας. 'Οπως ήδη ανέφερα, υπήρξαν υψηλοί ρυθμοί αύξησης της απασχόλησης αυτά τα χρόνια, αλλά παρ'όλα αυτά το επίπεδο της ανεργίας εξακολουθεί και παραμένει για μας υψηλό, ανάμεσα στο 10% και 11%. Η Ελλάδα σε όλη την περίοδο του 1994 έως 1998 είχε μέση ετήσια αύξηση της απασχόλησης 1,3% έναντι 0,4% της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης. Δημιουργήσαμε πολύ γρηγορότερα περισσότερες θέσεις εργασίας. Παρ' όλα αυτά το ποσοστό είναι υψηλό για τους λόγους που ανέφερα σε άλλο σημείο της ομιλίας μου. Η ανεργία αποτελεί για μας τη σοβαρότερη κοινωνική πρόκληση, γιατί η απασχόληση συνιστά το κύριο μέσο κοινωνικής συμμετοχής και ατομικής ευημερίας για κάθε πολίτη. Το εθνικό σχέδιο δράσης για την απασχόληση φέρνει ήδη τα αναμενόμενα αποτελέσματα, γιατί έθεσε τις βάσεις της διαμόρφωσης και εφαρμογής μιας ολοκληρωμένης εθνικής πολιτικής για την απασχόληση. Η στροφή τα τελευταία χρόνια από τις παθητικές πολιτικές, δηλαδή πολιτικές χορήγησης επιδομάτων, σε ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης και η υλοποίηση από το Υπουργείο Εργασίας νέων προγραμμάτων, αλλάζει το τοπίο στον τομέα προώθησης της απασχόλησης. Η εφαρμογή από τον ΟΑΕΔ δύο γενικών προγραμμάτων για νέους ανέργους -νέοι στην ενεργό ζωή- καθώς και για ανέργους που πλήττονται από μακροχρόνια ανεργία και είναι λιγότερο νέοι σε ηλικία, το πρόγραμμα "ξανά στη δουλειά", καθώς και η εφαρμογή είκοσι ειδικών καινοτόμων προγραμμάτων που συνδέονται με ενέργειες απασχόλησης απόκτησης εργασιακής εμπειρίας και σύνδεσης, κατάρτισης και απασχόλησης προσέφερε το 1999 σε δεκάδες χιλιάδες άνεργους ευκαιρίες για απασχόληση καθώς και ενίσχυση των γνώσεων και της εξειδίκευσης. Υπολογίζεται ότι το 1999 προωθήθηκε η απασχόληση εβδομήντα πέντε χιλιάδες ανέργων είτε με την εξεύρεση δουλειάς είτε μέσα από τα προγράμματα αυτοαπασχόλησης είτε με την προσφορά θέσεων εργασίας για την απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας. 'Αλλα εξήντα πέντε χιλιάδες άτομα παρακολουθούν τα προγράμματα κατάρτισης για ανέργους, ενώ εννενήντα τρεις χιλιάδες εργαζόμενοι σε ιδιωτικές επιχειρήσεις πήραν μέρος σε προγράμματα βελτίωσης της κατάρτισής τους. Για το σύνολο των παραπάνω ενεργειών για το 1999 διατέθηκαν πόροι που πλησιάζουν τα διακόσια δισεκατομμύρια δραχμές. Για το 2000 προβλέπεται η εντατικοποίηση και επέκταση αυτών των προγραμμάτων, που βασικό χαρακτηριστικό έχουν τη μέριμνα για την απασχόληση εκείνων που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη, όπως είναι οι νέοι, οι μακροχρόνια άνεργοι, οι γυναίκες, τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Στον Προϋπολογισμό του 2000 προβλέπεται επίσης η επιδότηση του 50% της εργοδοτικής εισφοράς για την πρόσληψη νέων ανέργων. Οι προοπτικές που διαμορφώνονται με βάση τα σημερινά κεκτημένα δημιουργούν, θα έλεγα, τη βεβαιότητα για αποτελεσματική μείωση της ανεργίας στα επόμενα χρόνια. Το σταθερό και αναπτυξιακό μακροοικονομικό περιβάλλον, ρυθμοί ανάπτυξης της τάξεως του 3,8% για το 2000 και 4% με 4,5% για τα επόμενα χρόνια, η αναβάθμιση και η αποτελεσματική σύνδεση αρχικής και συνεχιζόμενης κατάρτισης, η στήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, τα μεγάλα και μικρότερα έργα, τα έργα για την Ολυμπιάδα του 2004, καθώς και οι αυξημένοι κοινωνικοί πόροι, συνθέτουν τα στοιχεία μιας "επιθετικής πολιτικής" στον τομέα της απασχόλησης. Η πολιτική αποδοχών του 2000 κινείται στους άξονες αφ' ενός των φορολογικών ελαφρύνσεων και αφ' ετέρου των ονομαστικών αυξήσεων των αποδοχών. Σε συνδυασμό με τις φοροελαφρύνσεις οι αυξήσεις των καθαρών αποδοχών υπολογίζεται να κυμανθούν στο 3,5%, αισθητά πάνω από τον πληθωρισμό. Επομένως θα έχουμε το 2000 μια πραγματική αύξηση των εισοδημάτων. Οι αυξήσεις για τους συνταξιούχους θα είναι της τάξεως του 5%, δηλαδή υψηλότερες από τους εν ενεργεία υπαλλήλους και σημαντικά πάνω από τον πληθωρισμό. Μετά από επίμονη και επίπονη προσπάθεια έξι χρόνων καταφέραμε να δημιουργήσουμε μια ισχυρή οικονομία, η οποία συν τω χρόνω θα ισχυροποιείται περισσότερο. Παράλληλα ενισχύσαμε -όπως ανέπτυξα- και ενισχύουμε ιδιαίτερα το 2000 σημαντικά το κοινωνικό κράτος. Η ισχυρή οικονομία θα εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα και θα επιτρέπει την περαιτέρω διεύρυνση αυτού του κοινωνικού κράτους. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με την ανάλυση που επιχείρησα, προσπάθησα να δώσω μία κατά το δυνατόν πλήρη και αντικειμενική εικόνα της σημερινής κατάστασης της οικονομίας μας αλλά και των προοπτικών της. Θα ήμουν ο τελευταίος σ' αυτήν την Αίθουσα που θα ισχυριζόμουν ότι δεν υπάρχουν σήμερα στον τόπο μας προβλήματα, ότι δεν υπάρχουν αδυναμίες. 'Ομως μπορώ βάσιμα να υποστηρίξω ότι τα τελευταία χρόνια κάναμε πολύ σημαντικα βήματα προόδου. Βήματα που πιστοποιούνται και από τους πλέον έγκυρους διεθνείς οργανισμούς. Η πρόοδος που συντελέστηκε μας επιτρέπει να αντιμετωπίσουμε από πολύ καλύτερη θέση τα προβλήματα και τις αδυναμίες που αναντίρρητα υπάρχουν. Η εξυγίανση των οικονομικών του κράτους ολοκληρώνεται. Η νομισματική σταθερότητα εδραιώνεται. Η οικονομική ανάπτυξη αποκτά δυναμική που υπόσχεται ενίσχυση και της απασχόλησης. Η ονομαστική σύγκλιση επιτυγχάνεται ήδη. Η πραγματική σύγκλιση με την υπόλοιπη Ευρώπη επιταχύνεται. Και, βέβαια, το σημαντικότερο κατά την άποψή μου είναι ότι όλα αυτά συμβαίνουν, ενώ ταυτόχρονα η κοινωνική συνοχή διασφαλίζεται στη χώρα μας. Είμαστε σίγουρα, ως οικονομία και κοινωνία, σε σταθερά ανοδική πορεία. Τη συνέχιση αυτής της πορείας μπορεί να εγγυηθεί η ψήφιση και η πιστή εκτέλεση του Προϋπολογισμού του 2000. Με τη θετική σας ψήφο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα διασφαλίσετε την απρόσκοπτη συνέχιση αυτής της πορείας. Με τη θετική σας ψήφο θα επιτρέψετε στον ελληνικό λαό να ατενίσει με αισιοδοξία και ελπίδα τη νέα εποχή, το νέο αιώνα, που σύντομα ανατέλλει. (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.) ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Απόστολος Κακλαμάνης): Ο εισηγητής της Mειοψηφίας κ. Βύρων Πολύδωρας έχει το λόγο. ΒΥΡΩΝ ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ: Kύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, συζητάμε σήμερα τον Προϋπολογισμό του 2000, ο οποίος από την αντικειμενική του υπόσταση έτσι όπως το φέρνει η χρονική συγκυρία και η διεθνής συγκυρία είναι προϋπολογισμός ιστορικής σημασίας. Είναι ο τελευταίος προϋπολογισμός της χιλιετίας ή ο πρώτος προϋπολογισμός της νέας χιλιετίας. Είναι ο τελευταίος προϋπολογισμός συντασσόμενος στο εθνικό νόμισμα, στη δραχμή μας. Είναι κατά πάσα πιθανότητα και όπως ελπίζω ο τελευταίος προϋπολογισμός του ΠΑΣΟΚ. (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας) Νομίζω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι πρέπει να τον δούμε με ένα πνεύμα και μία ματιά μακροοικονομική, μακροπολιτική. Και τον έλεγχό μου εγώ, που έχω την τιμή να εισηγούμαι τις θέσεις της Νέας Δημοκρατίας σε αυτήν τη συζήτηση, θα τον εστιάσω όχι στους αριθμούς αλλά στις πολιτικές, ποιές είναι αυτές που αποτυπώνονται, ποιες ήσαν αυτές που εξετελέσθησαν ή δενεξετελέσθησαν. Προτείνω να δούμε τη σκοπιά του διεθνούς περιβάλλοντος και της παγκοσμιοποίησης. Ζούμε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, στην πιο μεγάλη, στην πιο διαρκή και στην πιο εκτεταμένη μετάβαση που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα, ίσως και στην πιο συναρπαστική. Γιατί ενώ ξέρουμε από πού φεύγουμε και τι αφήνουμε πίσω μας, δεν γνωρίζουμε σε αδρές γραμμές πού πηγαίνουμε και τι θα συναντήσουμε μπροστά μας. 'Οπως λέει μια κινέζικη ιστοριούλα, που την προθέτει ο διάσημος Αμερικανός οικονομολόγος Λέστερ Φάροου στο βιβλίο του "Το μέλλον του Καπιταλισμού", είμαστε "σαν ένα ψάρι που πετάχθηκε έξω από το νερό και αναπηδά άγρια και απεγνωσμένα προσπαθώντας να γυρίσει πίσω". Σε αυτήν την κατάσταση το ψάρι δεν ρωτά πού θα το οδηγήσει το επόμενο μικρό ή μεγάλο βήμα. Νιώθει μονάχα ότι η τωρινή κατάσταση του είναι ανυπόφορη και ότι πρέπει να προσπαθήσει κάτι άλλο. Από τα όσα αφήνουμε πίσω μας το πιο θεαματικό οικονομικά και πολιτικά είναι τα ερείπια του υπαρκτού σοσιαλισμού. Από τα όσα έχουμε μπροστά μας αυτό που ζούμε είναι ο νικητής καπιταλισμός χωρίς αντίπαλο πλέον να μονομαχεί με τον εαυτό του ή πιο δραματικά σαν το ψάρι της ιστοριούλας που αναπηδά συνεχώς για να βρει το δρόμο και να επιστρέψει στο ποτάμι το οποίο εν τω μεταξύ άλλαξε κοίτη. Η μονομαχία του καπιταλισμού με τον εαυτό του ορίζεται σαν ανταγωνισμός χωρίς όρια με ορατές διά γυμνού οφθαλμού δύο τάσεις. Την οικονομία αστάθεια και αβεβαιότητα από τη μια και τη δημιουργία γιγαντιαίων μονοπωλίων από την άλλη. Δεν θα σπεύσω σε αξιολόγηση αυτής της νέας συνθήκης. Αυτό είναι θέμα των φιλοσόφων και των θεολόγων της ηθικής, όπως ήταν ο 'Ανταμ Σμιθ ο ακαδημαϊκός πατέρας της οικονομίας της αγοράς. Το Σιάτλ άλλωστε, που είναι μία μάχη, μία πρόταση, μία ένσταση για την ανθρωπιά, είναι μόνο η αρχή. Πάντως θα σας ζητήσω να δεχτείτε αυτό που οι πάντες συνομολογούν. 'Οτι ένα τριπολογικό οικονομικό σύστημα ανταγωνισμού και συνεργασίας ταυτόχρονα ανάμεσα στην Αμερική, στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση και στην Ιαπωνία, πρέπει να συνθέτει τη νέα λειτουργική παγκόσμια οικονομία τις πρώτες δεκαετίες της τρίτης χιλιετίας. Σε αυτήν τη λειτουργία -παγκόσμια οικονομία- η αναζήτηση του στρατηγικού, του συγκριτικού πλεονεκτήματος, που έλεγε ο Ριγκάρντο, θα προκύπτει μέσα από τη διαρκώς μεταβαλλόμενη αξία των συντελεστών της οικονομικής εξίσωσης. Δηλαδή φυσικοί πόροι, κεφάλαιο, τεχνολογία και δεξιότητες γνώσεων. Αυτά στο συντελεστή που θα προσλαμβάνεται για την οικονομική εξίσωση θα μεταβάλλονται διαρκώς με ασύλληπτους ρυθμούς. Η μεταβλητότητα αυτών των συντελεστών είναι εντυπωσιακή. Για παράδειγμα οι φυσικοί πόροι εφαίνετο ότι είχαν πάψει να αποτελούν βασική πηγή ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος. Ωστόσο ανακτούν μετά βεβαιότητος της σημασία τους εν όψει των νέων δεδομένων στο παγκόσμιο οικοσύστημα. Ποια θα είναι, παραδείγματος χάρη, η οικονομική θέση και η υπαρξιακή ακόμη εκείνων των περιοχών του πλανήτη που θα στερηθούν των υδατίνων πόρων τους στο άμεσο μέλλον; Ποια θα είναι η οικονομική θέση των ραντιέρηδων, εάν επιτευχθεί -όπως όλα δείχνουν- η μεγάλη συμφωνία με τη θέσπιση κανόνων στην παγκόσμια κεφαλαιαγορά με πρώτη τη σταθερότητα για τις συναλλαγματικές ισοτιμίες και δεύτερη αλλά όχι ήσσονος σημασίας της εναρμονίσεως των επιτοκίων; Ποια θα είναι τότε η θέση των ραντιέρηδων και του σπεκουλαδόρων, που διακινούν σήμερα ιλιγγιώδη ποσά της τάξεως του ενός τρισεκατομμυρίων δολαρίων ημερησίως και απειλούν μικρές, απομονωμένες εθνικές οικονομίες αλλά και μεγάλες ακόμη; Η τεχνολογία εξάλλου φαίνεται να αποτελεί κοινό κτήμα για τους μεγάλους ανταγωνιστές. Είναι εντυπωσιακό ότι στις επτά βιομηχανίες κλειδιά των επόμενων δεκαετιών, όπως είναι η μικροηλεκτρονική, η βιοτεχνολογία, η βιομηχανία νέων υλικών, η βιομηχανία αεροναυπηγικής και διαστήματος, οι τηλεπικοινωνίες, η ρομποτική και οι εργαλειομηχανές και τέλος η βιομηχανία υπολογιστών, μετέχουν, διαγωνίζονται, επιδίδονται όλοι οι G 7, δηλαδή οι επτά μεγάλοι και με ερωτηματικό ο όγδοος. 'Ολοι αυτοί οι τομείς της προηγμένης τεχνολογίας στηρίζονται στη νοημοσύνη, στη γνώση, στη δεξιότητα, στην καινοτομία, στον άνθρωπο με ένα λόγο. Στον αιώνα που έρχεται το συγκριτικό πλεονέκτημα εν κατακλείδι θα προέλθει από τον άνθρωπο τον παιπεδευμένο, τον ασκημένο, τον εξειδικευμένο. Αυτές είναι οι συνθήκες που επικρατούν στο μέγα περιβάλλον σήμερα. Παγκοσμιοποίηση και Ευρώπη. Η αυλαία της παγκοσμιοποίησης δεν άρχισε από τη μια στιγμή στην άλλη. 'Ηταν το αποτέλεσμα μιας μακράς σύγκρουσης, που διήρκησε μισό αιώνα. Το προεξάρχον στοιχείο της σύγκρουσης δεν ήταν η ρητορική περί ιδεολογίας ή η φιλολογία της προπαγάνδας, όπως φαινόταν εκ πρώτης όψεως. Το προεξάρχον στοιχείο ήταν οι τεχνολογικές επιδόσεις και η προσαρμοστικότητα. Εκεί η Δύση, η δημοκρατία, η ελευθερία, η ανοιχτή κοινωνία και η ιδιωτική πρωτοβουλία υπήρξαν ακαταμάχητες. Στη συνισταμένη της οικονομικής εφαρμογής δύο συνιστώσες κυριάρχησαν ευεργετικά. Αφ'ενός το υψηλό βιοτικό επίπεδο του καταναλωτή και αφ'ετέρου οι παραγωγικές δυνατότητες. Η Δύση δεν ήταν μόνο γεωγραφικός ορισμός, ούτε φιλετικός ούτε ακόμα και πολιτισμικός. 'Ηταν και είναι καθαρά πολιτικός και οικονομικός ορισμός. Στην πολιτική του διάσταση, δημοκρατία. Στην οικονομική του διάσταση, οικονομία της αγοράς. Γι'αυτό και περιλαμβάνει στο πλαίσιό του τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και την Ευρώπη, δηλαδή χώρες από τρεις ηπείρους, χωρίς να σημαίνει ότι οι άλλες δύο ήπειροι δεν μετέχουν στον ορισμό και στην οικονομικοπολιτική πραγματικότητα της Δύσης. Η μεγαλύτερη θεσμική σύνταξη μιας πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικοπολιτισμικής οντότητας, που έλαβε χώρα στα χρόνια της προδικασίας της παγκοσμιοποίησης από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι σήμερα και από τις μεγαλύτερες συνολικά στην ιστορία της ανθρωπότητας, υπήρξε και είναι η Ευρωπαϊκή 'Ενωση. Και δεν είναι έτσι μόνο για τη γεωγραφική της έκταση ή τον πληθυσμό της, για τα οικονομικά της μεγέθη -όπως τον όγκο παραγωγής και κατανάλωσης ή το ύψος των εξαγωγών της- αλλά για την ποιοτική ιστορική διάσταση του εγχειρήματος. Συνενώθηκαν σε αυτήν την υπερεθνική οντότητα λαοί και έθνη που εσφάζοντο μεταξύ τους επί αιώνες. Θυμίζω τον Εκατονταετή Πόλεμο (1339-1453) και τον Τριακονταετή που έληξε με τη Συνθήκη της Βεστφαλίας (1618-1648), τους Ναπολεοντίους καθώς και τους δύο Παγκοσμίους Πολέμους. (Των ιστορικών δεδομένων ούτως εχόντων ποια είναι η επιστημονική αξία του επιχειρήματος, που προκαλεί την κοινή λογική και την ιστορία ότι η έννοια της Ευρώπης αρχίζει τάχα από τον Καρλομάγνο, κάποτε το 800, που χρησιμοποιείται και ως χρονολογική αφετηρία για το λεγόμενο Μουσείο της Ευρώπης;) Και όμως, το αίμα, τα μίση και οι εκδικήσεις από τους αιώνιους πολέμους δεν στάθηκαν ικανά να εμποδίσουν τη μεγάλη ένωση. Υπερίσχυσε η λογική, η θέληση για ειρήνη και προπαντός η συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι μονήρη τα έθνη κράτη δεν θα μπορούσαν όχι μόνο να διαπρέψουν αλλά ούτε να υπάρξουν καν στις νέες συνθήκες, που διαμορφώθηκαν μετά από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ελλάς και Ευρωπαϊκή 'Ενωση, ΟΝΕ. Γι'αυτό είναι ιστορικής σημασίας η επιλογή του Κωνσταντίνου Καραμανλή να προχωρήσει αρχικά στη σύνδεση της Ελλάδος με τη μικρή Ε.Ο.Κ. των έξι το 1961 και να την καταστήσει με τη δική του προσωπική και αποφασιστική συμβολή δέκατο πλήρες μέλος το 1979, στις 28 Μαϊου 1979 για την ακρίβεια. Το αίσθημα της δικαιοσύνης και όχι ο κομματικός εγωισμός μας υποχρεώνει να επικαλεσθούμε την ιστορική μνήμη και να θυμηθούμε στάσεις και συμπεριφορές προσώπων και κομμάτων. Δεν προερχόμαστε και δεν βρισκόμαστε σε αυτήν την εθνοσυνέλευση από παρθενογένεση. 'Ολοι έχουμε την ιστορία μας. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. τότε πολέμησε την ένταξη. Απεδοκίμαζε με κάθε δυνατό τρόπο ή και σαρκασμό το παιδαγωγικού κυρίως τρόπου και μηνύματος χαρακτήρα του Καραμανλή "Ανήκομεν εις την Δύσιν" και το απεδοκίμαζε με κάθε δυνατό τρόπο εκθέτοντας τον εαυτό του ενώπιον της ιστορίας, των όσων θα συμβούν. Και, φυσικά, δεν σβήνεται εύκολα από τα αυτιά μας η πολεμική ιαχή της εποχής "Ε.Ο.Κ. και ΝΑΤΟ, το ίδιο συνδικάτο". 'Ομως, η ιστορία, όπως και η ζωή, εκδικείται και τα σκληρά ρεάλια της ζωής υποχρέωσαν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. να προσαρμοσθεί, ευτυχώς. Αλλά και στο πιο μεγάλο βήμα, στο βήμα δηλαδή του Μάαστριχτ για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, η Νέα Δημοκρατία παρούσα μάχεται, προτείνει, κατοχυρώνει γραμμές και πολιτικές με την υπογραγή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, Πρωθυπουργού τότε στη Συνθήκη του Μάαστριχτ. (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας) Υπογράφει την Ιδρυτική Πράξη για την Οικονομική και Νομισματική 'Ενωση, στην οποία την ένταξη της χώρας επιδιώκουμε πάση δυνάμει. Η ένταξη στην ΟΝΕ είναι η μεγάλη επίκαιρη εθνικοπολιτική επιδίωξη. Είπαμε "δεν παρείχεν κενό", καταγράφεται από τη Συμφωνία Εντάξεως που υπεγράφη εδώ στο Ζάππειο και από το ανοήτως και αδίκως κατασυκοφαντημένο Μάαστριχτ. Ορίζουμε την οικονομική και πολιτική μας σκέψη ως Νέα Δημοκρατία, τη σχεδίαση και την προγραμματική δέσμευση και πράξη ως έμπρακτη θετική συμβολή προς αυτήν τη μεγάλη εθνικοπολιτική επιδίωξη, γιατί είμαστε το κόμμα των μεγάλων εθνικών επιλογών. Από το 1994 μέχρι σήμερα και ως Αξιωματική Αντιπολίτευση η Νέα Δημοκρατία συμβάλλει θετικά προς την κατεύθυνση του μεγάλου αυτού στόχου. Εγκαλούμε στο σημείο αυτό την Κυβέρνηση, διότι δεν αξιοποίησε στο βαθμό που θα έπρεπε αυτήν τη θετική γνώμη και συμβολή της Νέας Δημοκρατίας. Σας προτρέπαμε, σας σπρώχναμε θα λέγαμε επίμονα, να κινηθείτε με πιο αποφασιστικά βήματα προς την κατεύθυνση της εξυγίανσης των δαπανών και τη συνολική διαμόρφωση των συνθηκών ωρίμανσης της εθνικής οικονομίας για την ένταξη. Ενδεικτικά σας θυμίζουμε τη στήριξη που παρείχαμε ως οφείλαμε άλλωστε στο νόμισμα και στην ενθάρρυνση στον τομέα των αποκρατικοποιήσεων. Οφείλατε και σεις με δεδομένη τη δική μας υπεύθυνη στάση, ως μετανοήσαντες, ως λογικευθέντες, επιτέλους -υποτίθεται- να προχωρήσετε με πιο αποφασιστικά και ουσιαστικά βήματα προς την αναδιάρθρωση της εθνικής οικονομίας στο σύνολό της και όχι μόνο στη λογιστική πλήρωση και τήρηση των ονομαστικών κριτηρίων. Εσείς εκωφεύσατε και χάσατε. 'Εχει χάσει η χώρα πολύτιμο χρόνο. Ξοδέψατε τον καιρό σας με το πώς θα τα βρείτε με τους κρατικοδίαιτους συνδικαλιστές σας, τον κομματικό σας στρατό. Θλιβερά παραδείγματα της πολιτικής σας αποτελούν το δράμα της Ολυμπιακής, οι αστικές συγκοινωνίες των Αθηνών, οι πολυδάπανες ΔΕΚΟ κ.ο.κ. Ακόμη ηχούν στα αυτιά μας οι αναλυτικές εμπεριστατωμένες προτάσεις του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, απ' αυτήν τη θέση του Κώστα Καραμανλή για την Ολυμπιακή και τις άλλες μονάδες και για την Ιονική, υπεύθυνες θέσεις εδώ, σαν να ήταν οικονομικός σας σύμβουλος. Τώρα παρακολουθείτε το δράμα της Ολυμπιακής. Είδαμε την παλινωδία, την επώδυνη, με κόστος στις αστικές συγκοινωνίες. Είδαμε την επανακρατικοποίηση αστικών συγκοινωνιών, μα και του "ΟLYMPIC CATERING", το οποίο στη συνέχεια μετοχοποιείται, ιδιωτικοποιείται. Αυτά έχουν κόστος καταγεγραμμένο για την εθνική οικονομία. Και ενώ έπρεπε η χώρα να μετείχε στην ΟΝΕ από την πρώτη ώρα, 1.1.99 με αποκλειστικά δική σας ευθύνη είμαστε η μόνη χώρα από τις δεκαπέντε -οι τρεις εξ αυτών του βορρά, Αγγλία, Σουηδία, Δανία, με δική τους επιλογή δεν μετέχουν- που είμαστε έξω από την πρώτη ώρα. Συνεπώς μόνο ως μικρόψυχη -επειδή ακούγεται, έχω ακούσει και τον Πρωθυπουργό να αναφέρεται έτσι- και κακόβουλη μπορεί να θεωρηθεί η όποια κριτική ασκείται αδίκως από την Κυβέρνηση και το κόμμα του ΠΑ.ΣΟ.Κ. προς τη Νέα Δημοκρατία, όσον αφορά την υπόθεση της ΟΝΕ. Λέτε χαρακτηριστικά όταν ασκεί κριτική η Νέα Δημοκρατία επί της οικονομικής πολιτικής μιλώντας για την πραγματική εικόνα της οικονομίας ότι βλάπτει την υπόθεση της ένταξης. Αυτό είναι απαράδεκτο να λέγεται εν όψει των όσων σας εξέθεσα ήδη. Η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ επιτυγχάνεται με τις θυσίες του ελληνικού λαού και με τη θετική συμβολή της Αξιωματικής αλλά και της ελάσσονος εν πολλοίς Αντιπολίτευσης. Εμείς -επαναλαμβάνω- στηρίζουμε την ένταξη. Στηρίζουμε την πολιτική της ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ και θέλουμε να ισχύσουν μόνο τα οικονομικά κριτήρια έστω και ονομαστικά. Διότι ξέρουμε, αν μετατεθεί η συζήτηση στα πολιτικά κριτήρια και οι φίλοι μας οι εταίροι αν χρειαστεί να κάνουν αβαρία, θα την εξαργυρώσουν πολύ ακριβά. Επιμένουμε, λοιπόν, να λέμε ναι και στη δημιουργική λογιστική και στα λογιστικά τεχνάσματα και στους αριθμούς σ' αυτό το σύνολο που τείνει στο τελικό "διά ταύτα" ότι πληρούνται τα πέντε κριτήρια του Μάαστριχτ από την ελληνική πλευρά. Για μας η υπόθεση της ΟΝΕ όμως αρχίζει να κρίνεται μετά την ΟΝΕ. Επειδή πολύς λόγος γίνεται για την τριετία διακυβερνήσεως της χώρας από τη Νέα Δημοκρατία '90-'93 για την αποκατάσταση των πραγμάτων και της ιστορικής αλήθειας, είμαι υποχρεωμένος να κάνω ορισμένες απλές παρατηρήσεις. Πρώτον, τα τρία χρόνια της Νέας Δημοκρατίας δεν μπορούν να εξισωθούν με τίποτα και για κανένα λόγο με τα δεκαέξι χρόνια του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Είναι πρόκληση, όταν επιχειρείται, κατά της κοινής λογικής. Δεύτερον, ως άλλοθι ατυχέστατο της αποτυχίας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. επιστρατεύεται, όταν επιστρατεύεται αυτό, οίο σημείο αναφοράς παρά το γεγονός ότι πρόκειται για ανόμοια πράγματα, για μη συγκρίσιμα στοιχεία, να μεταμορφωθούν έτσι, να παρουσιαστούν οι μικρές έστω επιτυχίες της Κυβέρνησης ως θριαμβευτικές δήθεν επιδόσεις. Είναι η μακρά και συκοφαντική προέκταση της καμένης γης του 1981. 'Ομως εκείνη η καμένη γη του 1981 θυμίζω ότι πληρούσε αγόγγυστα όλα τα στοιχεία, κριτήρια του Μάαστριχτ, τα οποία αγωνίζεται αγχοδώς να πληρώσει σήμερα η χώρα έπειτα από τόσα χρόνια και έπειτα από τόσες θυσίες. Τρίτον, για την ουσιαστική σύγκλιση επικαλούμαι δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι: Πρώτον, το δημόσιο χρέος. Η μεγάλη αγωνία για το δημόσιο χρέος κατάγεται, χρονολογείται από την πρώτη οκταετία του ΠΑΣΟΚ. Το δημόσιο χρέος από συστάσεως του νέου ελληνικού κράτους μέχρι το 1980 ανήρχετο συνολικά στο ταπεινό ποσό των εξακοσίων εβδομήντα πέντε δισεκαμμυρίων (675.000.000.000) δραχμών. Το 1989 ανέβηκε στα επτά τρισεκατομμύρια εξακόσια δισεκατομμύρια (7.600.000.000.000) δραχμές, υπερδεκαπλασιάστηκε σχεδόν. Αλλά και για την αύξηση του δημόσιου χρέους κατά την τριετία 1990-1993 επιβάλλεται να δούμε κάποια δεδομένα. Το χρέος δεν αυξήθηκε από υπαιτιότητα και κακοδιαχείριση των οικονομικών της Νέας Δημοκρατίας, που άλλωστε διεκρίνετο από πνεύμα νοικοκυροσύνης και σφικτής οικονομικής πολιτικής, αλλά, πρώτον, διότι η εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους των προηγουμένων χρήσεων είχε μετατεθεί από τις προηγούμενες χρήσεις για τότε για το 1990-1993, όποτε εξέπνεαν οι περίοδοι χάριτος των υπέρογκων δανείων που είχαν την προηγούμενη οκταετία συναφθεί και είχαν χρησιμοποιηθεί για καταναλωτικές δαπάνες του δημοσίου και, δεύτερον, διότι υπήρχε πρόσθετο χρέος, που απεκρύπτετο, προερχόμενο κυρίως από καταπίπτουσες εγγυήσεις, το οποίο ανεκάλυψε και κατέγραψε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ως όφειλε, χωρίς να προσθέσει η ίδια πρόσθετο δημόσιο χρέος. Δεν ήταν λοιπόν ούτε από το πουθενά ούτε μία αιφνιδιαστική εικόνα το μέγεθος του δημοσίου χρέους το 1993. 'Ηταν η φοβερή "προίκα" της δεκαετίας του '80, "προίκα" για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και για τις επόμενες γενιές. Δεύτερο παράδειγμα: Η εξέλιξη των δαπανών του δημόσιου τομέα. Το 1980 παρά την ήδη βεβαρημένη κατάσταση το ύψος των δαπανών του ευρύτερου δημόσιου τομέα ως ποσοστού επί του ΑΕΠ ήταν 38,85%. Το 1990 οι δημόσιες δαπάνες είχαν εκτιναχθεί στο ύψος του 66,26%, σχεδόν διπλασιάστηκαν. Και το 1996 τα πράγματα επιδεινώθηκαν. Βλέπουμε σήμερα τη σχέση των δημοσίων δαπανών στο ΑΕΠ να κατέχει το εφιαλτικό ποσοστό του 79,14%. Από τότε μέχρι σήμερα δεν γνωρίζουμε την τύχη τους, διότι η Κυβέρνηση προτίμησε να μην αναγράφει τα στοιχεία στους προϋπολογισμούς του κράτους. Οι ΔΕΚΟ δεν συντάσσουν καν ισολογισμούς και απολογισμούς. Ο Υπουργός Οικονομικών διαμαρτύρεται, διότι δεν έχει εικόνα της καταστάσεως από τις ΔΕΚΟ. Οι ΔΕΚΟ κάνουν ό,τι θέλουν με την ανοχή φυσικά και την ευθύνη της Κυβερνήσεως και η διαχείρισή τους είναι στο απυρόβλητο, εκτός δημοσίου λογιστικού. Αυτά για την αποκατάσταση των πραγμάτων που έχουν φυσικά την ηθική και την τεράστια πολιτική τους σημασία. Απολογισμός 1998, που συζητούμε σήμερα: Ο Απολογισμός του 1998 εμφανίζει δεδομένα τα οποία καλούμεθα να εκτιμήσουμε με ένα κριτήριο για τη συνολική εκτίμηση των εγγραφών στους προϋπολογισμούς. Δεν θέλω να πω τίποτε γι' αυτόν αλλά λέω κάλλιστα για τους πέντε. Οι εγγραφές στους προϋπολογισμούς όπως προκύπτει από τον απολοτισμό του 1998 είναι τελείως αναξιόπιστες. Ο τίτλος του "ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ" λέει: "Οι απολογισμοί χλευάζουν όλους τους προϋπολογισμούς" και προχωρεί στη μικρή ανάλυση και ζητώ την προσοχή σας. Το 1998 ανεγράφετο πρόβλεψη εσόδων του τακτικού προϋπολογισμού εννέα τρισεκατομμύρια τριακόσια εβδομήντα έξι δισεκατομμύρια (9.376.000.000.000) δραχμές. Εγένετο εκτίμηση πραγματοποιήσεων για εννέα τρισεκατομμύρια τετρακόσια πενήντα δισεκατομμύρια (9.450.000.000.000) δραχμές και τελικά στον Απολογισμό εσόδων 1998 καταλήγει το ποσό των οκτώ τρισεκατομμυρίων πεντακοσίων ενενήντα δισεκατομμυρίων (8.590.000.000.000) δραχμές δηλαδή άνοιγμα εσόδων τακτικού προϋπολογισμού του 1998 επτακόσια ογδόντα έξι δισεκατομμύρια (786.000.000.000) δραχμές. Με τα ίδια δεδομένα (πρόβλεψη, εκτίμηση πραγματοποιήσεων και τελικές πραγματοποιήσεις), η υπέρβαση δαπανών για το 1998 ανήλθε στα διακόσια δεκατέσσερα δισεκατομμύρια (214.000.000.000). Συνεπώς οι προβλέψεις εσόδων-δαπανών του 1998 έπεσαν έξω ακριβώς κατά ένα τρισεκατομμύριο. Με ποια αξιοπιστία αποτυπώνονται προβλέψεις και εκτιμήσεις πραγματοποιήσεων στους προϋπολογισμούς και στο φετινό; Προϋπολογισμός του 2000. Ο προϋπολογισμός που συζητούμε σήμερα εμφανίζει μία παράξενη συνέπεια. Την αναγνωρίζω. Και έγκειται: 'Οπως στην οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης τα τελευταία χρόνια μονοδιάστατα εδόθη η έμφαση στο πώς θα επιτευχθεί η ονομαστική σύγκλιση και πώς θα εξασφαλιστεί η πλήρωση των κριτηρίων, έτσι γίνεται και στον Προϋπολογισμό του 2000. Δεν πρόκειται για χάραξη πολιτικών, η οποία να κατοχυρώνει από τις προβλέψεις του Προϋπολογισμού την επιτυχία και την οικονομική άνοδο. Πρόκειται μάλλον για ένα σκιαγράφημα λογιστικών εγγραφών που απεικονίζουν, έστω την πλήρωση των κριτηρίων. Δεν θα διαφωνήσουμε. Αξίζει τον κόπο. Αυτός ο Προϋπολογισμός χαρακτηρίζεται από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας ως ενταξιακός. Πάλι δεν θα διαφωνήσουμε. Αλλά είναι suis generis ενταξιακός. Με τις προϋποθέσεις που θέτει και τις προβλέψεις που κάνει, φαίνεται να μην είναι ενιαύσιος, να είναι στιγμιαίος. Λαχανιασμένη η εθνική οικονομία φτάνει το πολύ μέχρι την ένταξη, ίσως ακόμη χειρότερα μέχρι τις εκλογές. Επιδεικνύει μία αδιαφορία που εκπλήτει εντυπωσιακά για την όλη οικονομική λειτουργία του 2000. Παραδείγματος χάρη, η παντελής αγνόηση των αναμενομένων από τους πάντες πληθωριστικών πιέσεων του φθινοπώρου του 2000, λόγω της μεταβολής των παραδοχών εκ της επιδεινώσεως της διεθνούς συγκυρίας. Παρά ταύτα, εκτιμούμε ότι ο ενταξιακός χαρακτήρας υπάρχει και τον στηρίζουμε, τον εννοούμε, θέλουμε να είμαστε αρωγοί από τη θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης πολιτικά και από τη βάσιμη προσδοκία, φιλοδοξία ότι εμείς θα διαχειριστούμε τον Προϋπολογισμό και τα πρώτα βήματα της χώρας μέσα στην ΟΝΕ. Δεν έχουμε τη μικροψυχία να κρατούμε επιφυλάξεις για τα "επιτεύγματα". Μπορούμε να σας δώσουμε τα εύσημα, που σας ανήκουν, για το δημόσιο έλλειμμα, το δημόσιο χρέος, τον πληθωρισμό, αλλά να διαμαρτυρηθούμε για την οικονομική σας ανάλυση. Πρέπει να πείτε κάποτε, όχι αυτάρεσκα και βοναπαρτικά, ότι εφαρμόσατε οικονομική πολιτική. Εγώ σας προκαλώ για τον ίδιο τον πληθωρισμό, που μπορεί να θεωρηθεί magnum opus. Και λέμε να περάσουμε και τον κάβο του χειμώνα και του Φεβρουαρίου. Μιλήστε όμως ότι είχατε την τύχη να έχετε μηδενικό ή αρνητικό εισαγόμενο πληθωρισμό όλα αυτά τα χρόνια. Μιλήστε ότι απολαύσατε δύο διεθνών συγκυριών επιτόκια και πετρέλαιο. Και όσον αφορά το εσωτερικό, μιλήστε ότι ήταν η σκληρή δραχμή και η αδυσώπητη εισοδηματική πολιτική. Δηλαδή ο λαός. Η σκληρή δραχμή στη γραμμή ότι είχε καχεξία η οικονομία -γιατί η σκληρή δραχμή επέφερε την καχεξία- και η εισοδηματική πολιτική "πλήρωνε λαέ, για την ένταξη να κρατήσουμε τον πληθωρισμό. Μιλήστε τα αυτά, θα είναι πιο τίμιος και δίκαιος ο λόγος. Ποια πολιτική. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Και ποιανού πολιτική ήταν; ΒΥΡΩΝ ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ: Εφαρμόσατε μία ρουτινιάρικη διαχειριστική πολιτική. Το ίδιο διαγράφεται και στον Προϋπολογισμό του 2000. Γιατί το λέω αυτό; Το λέω, διότι στον Προϋπολογισμό έπρεπε να είχαν χαραχθεί σε προσχέδιο οι πολιτικές για το 2001 και για το 2002. 'Επρεπε να είχαν γίνει προσεγγίσεις ή αντιμετωπίσεις των ουσιαστικών προβλημάτων που είναι: Δημογραφικό, ανεργία, απερήμωση της υπαίθρου. Από τις πρώτες πράξεις σας, για παράδειγμα, ενθυμούμαι ότι κόψατε τη σύνταξη της πολύτεκνης μητέρας. Και λέγατε εδώ δημοκοπώντας "θέλουμε να είναι η πολύτεκνη που έχει ανάγκη τα λεφτά και όχι μια γριά συνταξιούχα κλπ." Ρωτούσαμε εμείς απλά: Από αυτήν την πράξη η εκταμίευση, για τον καλό σκοπό της πολύτεκνης μητέρας, είναι μικρότερη ή μεγαλύτερη; 'Ηταν μικρότερη. Κάνατε δηλαδή, οικονομία από την οικογένεια. Δηλαδή αδιαφορούσατε για την πολιτική, η οποία είχε εθνική σημασία και κοινωνική διάσταση. 'Ετσι, λοιπόν, η προσέγγιση του Προϋπολογισμού του 2000, που κάνω, έχει τα εξής στοιχεία. Γενική εικόνα και πάλι ελλειμματικός. Η ειδικότερη ανάλυση ότι το έλλειμμα ως προς το ΑΕΠ και το έλλειμμα αυτό ως προς τα κριτήρια του Μάαστριχτ, έχει καλώς, δεν ταράσσω όλη την πολιτική της συμορφώσεως προς τα κριτήρια του Μάαστριχτ. Είναι όμως, το έλλειμμα και φέτος ένα τρισεκατομμύριο εννιακόσια πέντε δισεκατομμύρια (1.905.000.000.000) δραχμές. Τα συνολικά έσοδα του Προϋπολογισμού παρουσιάζουν αύξηση 5,8, σε σύγκριση με αυτά του 1999, ενώ οι δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού παρουσιάζουν αύξηση 6.7. Το τελικό έλλειμμα θα φθάσει τα πέντε τρισεκατομμύρια εννιακόσια σαράντα επτά δισεκατομμύρια (1.947.000.000.000) δραχμές. Οι οικονομικές ενισχύσεις των σεισμοπαθών για παράδειγμα, όσον αφορά την λειτουργία των δαπανών, είναι σαράντα δισεκατομμύρια (40.000.000.000) δραχμές. Τι είναι αυτό; Εγγραφή στον Προϋπολογισμό σαράντα δισεκατομμύρια (40.000.000.000), όταν συνομολογείται ότι για τα επόμενα τρία, τέσσερα χρόνια η εκταμίευση για την αποκατάσταση θα υπερβαίνει το ένα τρισεκατομμύριο. Τι συμβολίζουν τα σαράντα δισεκατομμύρια (40.000.000.000) που εγγράφετε, για τους σεισμοπαθείς; Ούτε ποσόν στο μέρος του ενός από τα τρία, τέσσερα χρόνια. Και μιλώντας για τους σεισμοπαθείς, να πούμε μια λέξη. Μην κάνετε τον πόνο, σόου, επίδειξη και μικρεμπόριο. Σας λέω παραδείγματος χάρη, στο κεφάλαιο -ένα παράδειγμα που το λέει και ο Κώστας Καραμανλής και εδώ σας προκαλεί η ίδια η ζωή- έχει εκατόν τριάντα χιλιάδες (130.000) το τετραγωνικό ενίσχυση για την ανέγερση της κατεστραμένης οικοδομής από τους σεισμούς και σε αυτό, δηλαδή στις εκατόν τριάντα χιλιάδες (130.000) -θα έπρεπε να ήταν εκατόν ογδόντα χιλιάδες (180.000) τουλάχιστον το τετραγωνικό, τέλος πάντων-το κράτος της πρόνοιας, της ενίσχυσης των σεισμοπαθών, το ασκούν κοινωνική πολιτική, βάζει το ΦΠΑ 18%, την εισφορά στο ΙΚΑ 14% και κόστος για την άδεια οικοδομής 8%. Τι μένει; Αύξηση των φορολογικών εσόδων. Η κατά πεντακόσια πέντε δισεκατομμύρια (505.000.000.000) αύξηση των φορολογικών εσόδων, αποτελεί το τελευταίο άχυρο που σπάει την πλάτη της καμήλας και παρά τους εξωραϊσμούς δεν παύει να πέφτει στις πλάτες του 'Ελληνα φορολογούμενου. 'Εχει εξαντληθεί η φοροδοτική ικανότητα του 'Ελληνα. Δεν το καταλαβαίνει η Κυβέρνηση και επιμένει. Δεν αντέχουν άλλο οι πολίτες την εξακολουθητική φορολογική επιδρομή. Συγκεκριμένα, οι προεκλογικές παροχές του πακέτου Σημίτη από τη Θεσσαλονίκη, στον τομέα της φορολογίας, απεικονίζουν στο νέο Προϋπολογισμό το ύψος των εκατό τριάντα δισεκατομμυρίων (130.000.000.000) δραχμών. Η άμεση φορολογία παραμένει στα ίδια επίπεδα. Η έμμεση φορολογία παρουσιάζει σοβαρή αύξηση, δηλαδή σε έξι τρισεκατομμύρια διακόσια σαράντα έξι δισεκατομμύρια (6.246.000.000.000) δραχμές, το 2000. Η χρόνια ανορθόδοξη σχέση άμεσης και έμμεσης φορολογίας παρουσιάζει περισσότερη επιδείνωση. Το συνολικό φορολογικό βάρος, όπως είπαμε, αυξάνει με το νέο Προϋπολογισμό, κατά πεντακόσια πέντε δισεκατομμύρια (505.000.000.000) δραχμές. Και όλο αυτό το πρόσθετο βάρος πέφτει στην έμμεση φορολογία. Βεβαίως, εδώ υπάρχει η προσδοκία να έχουμε φοροδιαφυγή, τζίρο συναλλαγών χρηματιστηρίου και κέρδη που δηλώνουν οι εισηγμένες εταιρείες. Η πρόβλεψη όμως, των εξακοσίων επτά δισεκατομμυρίων (607.000.000.000) δραχμών, από τη φορολογία των συναλλαγών στο χρηματιστήριο, είναι εξωπραγματική και υπερβολική. Αυτό το αποδεικνύουν και οι τελευταίες θλιβερές εξελίξεις στο χρηματιστήριο, γιατί αυτή η πρόβλεψη προϋποθέτει τζίρο περίπου τετρακοσίων δισεκατομμυρίων δραχμών για κάθε εργάσιμη ημέρα. (Στο σημείο αυτό την Προεδρική 'Εδρα καταλαμβάνει ο Α' Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ν. ΚΡΗΤΙΚΟΣ) Εγώ θέλω να σας πω ότι αφιερώνεται στο κεφάλαιο 4 της εισηγητικής έκθεσης τέσσερις ή πέντε σελίδες για το μεγάλο εκσυγχρονισμό που επιτυγχάνετε στο Υπουργείο Οικονομικών, εκσυγχρονισμό με το πρόγραμμα TAXIS που καρκινοβατεί. Το λέμε τρία, τέσσερα, πέντε χρόνια τώρα. Το ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ δεν αναπτύσσεται. 'Ερχεται ο αρμόδιος Υπουργός και μας λέει ότι εδώ γίνεται ένα πολύ σημαντικό πρόγραμμα με το TAXIS. Εν τω μεταξύ το ESCORT και ΕΡΜΗΣ, που αφορούσαν κυρίως τη φοροδιαφυγή και τον ανείσπρακτο ΦΠΑ, τα βάζει στο ράφι. Λοιπόν, για το TAXIS και την περίφημη οργάνωση του Υπουργείου Οικονομικών έχω να σας πω ένα περιστατικό ασήμαντο αλλά μπορείτε να το προεκτείνετε. Ο πολίτης, ο φορολογούμενος Μανώλης Γεώργιος του Κωνσταντίνου, κάτοικος Αθηνών, οδός Κόρακα 37 με ΑΦΜ 7520470 έλαβε την 1.11.99 μέσω TAXIS από το δικαστικό τμήμα της ΙΓ' ΔΟΥ Αθηνών ατομική ειδοποίηση ληξιπροθέσμων χρεών -αυτήν εδώ σε φωτοτυπία- ή αλλιώς ειδοποίηση προ κατάσχεσης για το ληξιπρόθεσμο χρέος μιας δραχμής, συν προσαυξήσεις μιας δραχμής σύνολο για κατάσχεση η απαίτηση του κράτους των δύο δραχμών από το φορολογούμενο πολίτη Μανώλη Γεώργιο του Κωνσταντίνου. Θα το καταθέσω στα Πρακτικά. (Στο σημείο ο Βουλευτής κ. Βύρων Πολύδωρας καταθέτει για τα Πρακτικά το προαναφερθέν έγγραφο το οποίο έχει ως εξής: (Το σχετικό έγγραφο υπάρχει στο τεύχος των Πρακτικών της Βουλής) ΒΥΡΩΝ ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ: Τα σχόλια δικά σας. (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας) Αλλά σημειώνω ότι εκτός από το κατασχετήριο της μιας δραχμής, ότι εδώ σ' αυτήν τη Βουλή, έφερε νόμο η Κυβέρνηση που έκανε φορολογικές ρυθμίσεις για μη καταβληθέντα ΦΠΑ για τους δυνατούς και έκανε ρυθμίσεις για απαλλαγή οφειλών στα ασφαλιστικά ταμεία. Προσφάτως και στον πολίτη φορολογούμενο Μανώλη του στέλνει το κατασχετήριο για το χρέος των δύο δραχμών. (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας) Αύξηση των δημοσίων δαπανών. Εδώ φαίνεται η αδυναμία η μεγάλη η ολιγορία και η στέρηση στην οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης. Δεν κόβουν τις δημόσιες δαπάνες με τίποτα. Αυξάνονται κάθε χρόνο. Πάνω απ' όλα ο κομματικός στρατός της κομματικής νομενκλατούρας στο δημόσιο. Να τους φροντίσουμε, μην κόβετε τις δημόσιες δαπάνες. Μου κάνει εντύπωση προβλέπεται φέτος να αυξηθούν κατά τετρακόσια εξήντα δισεκατομμύρια (460.000.000.000) οι δημόσιες δαπάνες. Δεν θα έπρεπε να μειωθεί; Δεν είναι αυτή η πρώτη γραμμή του εξορθολογισμού των δαπανών του εκσυγχρονισμού της οικονομίας της ουσιαστικής σύγκλισης προς την Ευρώπη; Δεν θυμίζει αυτόν τον μπεκρή που λέει "πέντε το κρασί"; Αλλάζει όλα τα δεδομένα από τον προϋπολογισμό του σπιτιού του και το φαϊ για τα παιδιά του και αρχίζει όταν αναδιατάσσει τους λογαριασμούς του αρχίζει "πέντε το κρασί" και συνεχίζει. Είναι αυτό εικόνα με τις δημόσιες δαπάνες να αυξάνονται χρονο με το χρόνο; 'Οσοι προσπαθησαν να επιτύχουν εξυγίανση και σταθεροποίηση της οικονομίας με την αύξηση των εσόδων χωρίς τον ορθολογισμό και τη μείωση των δημοσίων δαπανών, απέτυχαν και επιδείνωσαν τα πράγματα. Δημόσιο χρέος. 'Ερχεται ως ποσοστό επί του ΑΕΠ και πανηγυρίζει η Κυβέρνηση. Γιατί δεν μιλάει ευθέως τι γίνετια με το δημόσιο χρέος; Αυξάνει κάθε χρόνο. Και ξέρετε πώς αυξάνει; Πρωτογενώς, δηλαδή η μεταβολή 1998 προς 1999 είναι μικρότερη από τη μεταβολή στην αύξηση του ονομαστικού χρέους από το 1999 στο 2000. Κατά τα λοιπά ταμπουρωθήκαμε πίσω από το 103 του ΑΕΠ, συμπληρώνουμε το κριτήριο του Μάαστριχτ και είμαστε ωραίοι. Το χρέος, χρέος. Διαβάζω συγκεκριμένα στοιχεία. Πεντακόσια τριάντα έξι δισεκατομμύρια (536.000.000.000) δραχμές είναι η μεταβολή, η αύξηση από το 1999 στο 2000. Θέλω να σημειώσω ότι κάνει μια κατάχρηση η Κυβέρνηση στο ενδοκυβερνητικό χρέος. Επειδή το ενδοκυβερνητικο χρέος δεν υπολογίζεται στα κριτήρια του Μάαστριχτ, το φορτώνει. Δεν συνυπολογίζεται, αλλά είναι χρέος. Θα κληρώσει στα παιδιά μας. Κληρώνει στην εθνική οικονομία. Το αυξάνει, λοιπόν, κάθε χρόνο. Και στη μεταβολή 1998-1999 και 1999-2000 βλέπουμε το ενδοκυβερνητικό χρέος να είναι περισσότερο. Κάνει και το άλλο τέχνασμα, το οποίο είναι ίσως θεμιτό. Κεφαλαιοποιεί τόκους και τους μεταφέρει στις άλλες χρήσεις, στις άλλες γενιές. Υπάρχουν συνολικά σήμερα ένα τρισεκατομμύριο οκτακόσια δισεκατομμύρια (1.800.000.000.000) κεφαλαιοποιημένοι τόκοι, μεταφερόμενοι στις πλάτες των παιδιών μας, στις άλλες χρήσεις. Πρέπει να έχουμε εικόνα εδώ, για να πανηγυρίζει η Κυβέρνηση. Πώς μπορούν αλήθεια! Μιλώντας για το δημόσιο χρέος, θέλω να σας θυμίσω ότι το 1993 ο Ανδρέας Παπανδρέου από το Βήμα αυτό, είχε χαρακτηρίσει το δημόσιο χρέος ως τον ύστατο κίνδυνο που απειλούσε να εξαφανίσει τη χώρα, αν αυτή δεν προλάβαινε να το εξαφανίσει. Σήμερα, έξι χρόνια μετά από το 1993 -στη συζήτηση του Προϋπολογισμού του 1994 το έλεγε- το δημόσιο χρέος εξακολουθεί να μεγαλώνει. Θέλω να ρωτήσω τους φίλους του ΠΑΣΟΚ, αλήθεια, όταν έλεγε να εξαφανίσει το δημόσιο χρέος, αλλιώς θα εξαφανιστεί η ίδια η χώρα, εννοούσε άραγε να διορθώσουμε τη σχέση του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ; 'Η μήπως εννοούσε να μην αυξάνει αυτό κάθε χρόνο σε σχέση με τον προηγούμενο; 'Οταν δίνουν οι άλλες χώρες οι υπερχρεωμένες τη μάχη με το δημόσιο χρέος, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, φέρνουν αποτελέσματα και αυτά τα βλέπει κανείς στην εισηγητική έκθεση στον πίνακα 7, 10. Το Βέλγιο είχε δημόσιο χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ το 1996, 126,8%, το 1999 113,7%. Πέτυχε δηλαδή μείωση της τάξεως του 13,1%. Το ίδιο και η Ιταλία, το ίδιο η Πορτογαλία, η Ιρλανδία η οποία μείωσε το χρέος της κατά 27,3%. Εμείς, είμαστε τελευταίοι στη μάχη με το δημόσιο χρέος με μείωση κατά 7,4%. Ανεργία: Η αφασία με την οποία αντιμετωπίζει τα προβλήματα η Κυβέρνηση, φαίνεται στο κεφάλαιο της ανεργίας, όπου λέει καθαρά. Είναι ωραία τα πράγματα στον τομέα της απασχόλησης. Μάλιστα, φέρουν και αριθμούς. Ακόμα λέει ότι είχαμε και μια μικρή αύξηση της ανεργίας. Εδώ έχει γίνει ηφαίστειο, η κατάσταση είναι εκρηκτική και έρχονται οι ρήτορες στο Βήμα και οι συντάκτες της εκθέσεως και μιλούν για καλή κατάσταση στην απασχόληση και στην ανεργία. Μόνο ως πρόκληση της λογικής μπορεί να το πάρει κανείς, όταν κάθε νοικοκυριό έχει έναν δυο ανέργους μέσα στο σπίτι, όταν στα δυτικά προάστεια των Αθηνών η ανεργία φτάνει το 30%. Μιλούν για κάποιο 11%. Υπάρχουν εξακόσιες χιλιάδες άνεργοι. Σημειώνω για όλους μας δύο πράγματα. Πρώτον, ότι η ανεργία στη μέτρησή της δεν καταγράφει, δεν λογαριάζει όλους εκείνους που δεν έπιασαν επαφή με την εργασία. Ο στρατός των πτυχιούχων που δεν έχουν εργαστεί μια ημέρα, δεν είναι καταγεγραμμένος στους ανέργους, το λεγόμενο δηλαδή πνευματικό προλεταριάτο. Αυτή είναι η μια παρατήρηση. Δεύτερη παρατήρηση είναι ότι δεν θέλουμε ζητιανιά, επιδότηση της ανεργίας μέσω του ΟΑΕΔ. Είναι άλλο σκάνδαλο αυτό και το πώς γίνονται τα δισεκατομμύρια, να τους μάθει δουλειά ή να τους βάλει πρόσκαιρα στη δουλειά. Το πρόβλημα της ανεργίας είναι πρόβλημα ουσιαστικής πολιτικής αναπτύξεως και τίποτε άλλο. Βεβαίως, χρειάζεται η κοινωνική ενίσχυση στον αδύνατο, όταν είναι μακροχρόνια άνεργος, όταν είναι γυναίκα, όταν είναι νέος, αλλά είναι ασήμαντο και έρχονται και το προβάλλουν. 'Ανεργοι, κάτι θα φροντίσω για σας. Μπορεί να σας δώσω -και πατάει το μάτι ο κομματικός παράγων- ένα εξάμηνο στον ΟΑΕΔ. Δεν είναι οικονομία, δεν είναι πολιτική, δεν είναι ηθική αυτό. Λάβετε θέσεις έλεγε ο Υπουργός για να δώσει το υπονοούμενο. Συνθηματολογούν και με τους αριθμούς, συνθηματολογούν και με τον πόνο του λαού. Λάβετε θέσεις, για να υπονοήσει ότι λάβετε φάγετε, ελάτε εδώ θα έχουμε θέσεις. Οι αφίσες του ΟΑΕΔ ήταν πριν από τις ευρωεκλογές. Είσαστε συνθηματολόγοι και με τους αριθμούς. Είσαστε οι ανάλγητοι εισηγητές της εικονικής πραγματικότητας. Δε σεβόσαστε τη ζωή, την αλήθεια, το μέλλον του τόπου. (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας) Οι αιτίες. 'Εσπασε η οικοδομή, δεν υπάρχουν εργοστάσια, δεν υπάρχουν μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ογδόντα έξι χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις έκλεισαν το 1998. Εννέα πτωχεύσεις την ημέρα κατατίθενται. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Πόσες άνοιξαν; ΒΥΡΩΝ ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ: Αυτά να τα πείτε ότι έχουμε σπουδαία κατάσταση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. 'Ερχεται η Κυβέρνηση και λέει στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Καταργώ τα αντικειμενικά κριτήρια και λένε όλες οι αναλύσεις ότι καταργεί τα αντικειμενικά κριτήρια και φέρνει δέκα από την πίσω πόρτα. Καινούρια φορολογική επιβάρυνση στη μικρομεσαία επιχείρηση. Τελεί υπό διωγμό η μικρομεσαία επιχείρηση. Συζητούμε για οικονομία και για ανεργία, για απασχόληση. Αναλογισθείτε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τι σημαίνει ο αριθμός ογδόντα έξι χιλιάδες. 'Ενας, δύο, τρεις να απασχολούντο ή με αυταπασχόληση ή με έναν υπάλληλο εκεί, κάντε το λογαριασμό. Και φαντασθείτε να δυνάμωναν, παραδείγματος χάρη με μία δανειοδότηση, με τα επιτόκια. Θυμηθείτε τη διαφορά των επιτοκίων χορηγήσεως από τα επιτόκια καταθέσεως. Και έρχεται ο κ. Παπαντωνίου μετά από λίγο καιρό και λέει ότι κάτι πρέπει να κάνουμε. Αλήθεια, είναι μεγάλη η διαφορά μεταξύ των επιτοκίων χορηγήσεως και επιτοκίων καταθέσεως. Πρέπει να έχει τζίρο η μικρομεσαία επιχείρηση εβδομήντα ή ογδόντα εκατομμύρια για να πάρει ένα δάνειο για τη λειτουργία της. Φαντασθείτε, λοιπόν, να δυνάμωνε και να ήταν σε θέση να προσλάβει έναν ή δύο απασχολούμενους. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι το κλειδί της οικονομίας. Δεν μπορούμε να κάνουμε γιγαντιαίες βιομηχανικές μονάδες ή ακόμη και εμπορικές μονάδες. Μπορούμε να αξιοποιήσουμε όμως τη μικρομεσαία επιχείρηση. Είναι σημαντικό να λεχθεί μια λέξη, για τη μη εισροή ξένων κεφαλαίων για παραγωγικές επενδύσεις. Μου αρέσει πάρα πολύ αυτό το θέμα, γιατί στην έκθεση του ΟΗΕ το 1998 είχε προγραφεί ένα ποσό τετρακοσίων σαράντα δισεκατομμυρίων (440.000.000.000) δολαρίων να διατεθεί για παραγωγικές επενδύσεις. Η Ελλάδα ήταν προτελευταία σε όλη τη λίστα του ΟΗΕ από ογδόντα επτά χώρες νομίζω. Αλλά στη σπουδή που δεν ήταν πολιτική για προσέλκυση ξένων κεφαλαίων για παραγωγικές επενδύσεις, όχι για τους τζογαδόρους που θα έρθουν να πάρουν τα ακριβά ομόλογα και να παίξουν στο χρηματιστήριο και λένε περιμένουμε τους θεσμικούς επενδυτές, ο λόγος γίνεται για παραγωγικές επενδύσεις. Και ακούστε τους αριθμούς: (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας) Το 1997 που έχουμε τα στοιχεία η Ιρλανδία, που εφήρμοσε πολιτική προσελκύσεως ξένων κεφαλαίων για παραγωγικές επενδύσεις, έχει τρεις χιλιάδες δολάρια κατά κεφαλήν. Η Μεγάλη Βρετανία, που εφήρμοσε πολιτική προσελκύσεως ξένων επενδύσεων, δύο χιλιάδες δολάρια κατά κεφαλήν. Η Γαλλία πεντακόσια πενήντα δολάρια κατά κεφαλήν. Ο κ. Σημίτης μας ανεκοίνωνε θριαμβολογώντας ότι προσελκύσαμε εκατόν πενήντα εκατομμύρια δολάρια. Δηλαδή, δεκαπέντε δολάρια κατά κεφαλήν η Ελλάδα. Σημειώνω για τη σύγκριση του λόγου ότι η Τουρκία έχει εκατό δολάρια κατά κεφαλήν προσελκυθέν εισαγόμενο συνάλλαγμα για παραγωγικές επενδύσεις, μη πραγματική σύγκλιση. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: 'Εχει εξήντα εκατομμύρια πληθυσμό. ΒΥΡΩΝ ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ: Βέβαια. Δεν συντελείται πραγματική σύγκλιση. Εμείς κρούομε τον κώδωνα του κινδύνου και σημειώνουμε ότι έχει καθηλώσει τη χώρα για το 1999 και για το 2000 -στον πίνακα 100- εξήντα εννέα και εξήντα εννέα. 'Εχει ξεκινήσει από το 64. Αυτό στον πίνακα με βάση το 100. Αυτά τα δύο χρόνια συναποδέχεται τη στασιμότητα και τη μη σύγκλιση. Αυτά στην έκθεση του Προϋπολογισμού. Την αποδέχεται. Η αγροτική οικονομία είναι στο μηδέν, εδώ στον Προϋπολογισμό. Αποδέχεται εν ψυχρώ στασιμότητα στον αγροτικό πληθυσμό -βλέπε 20% του πληθυσμού της Ελλάδας- η Κυβέρνηση επισήμως. Μιλάμε για την αγροτική οικονομία και θέλουμε να σημειώσουμε ότι τους άφησε τους αγρότες στο έλεος του Θεού, τους διώκει και τώρα σπεύδει με τα δεκαχίλιαρα της αγροτικής σύνταξης και με προγράμματα για την αγροτική οικονομία! Είναι τεράστια η ευθύνη σας. Εμείς λέμε "ναι" για τα ονομαστικά και για τα κριτήρια. Αλλά το γεγονός ότι αφήσατε τη μικρομεσαία επιχείρηση και την αγροτιά στο έλεος του Θεού, για να μην πω τους θέσατε υπό διωγμό, αυτό είναι η μεγάλη σας ευθύνη. Δεν μπορεί να περάσει και σ' αυτό τον Προϋπολογισμό και ενώπιον του λαού αυτή η πολιτική. Δημόσια υγεία και παιδεία. Είναι γνωστά όλα. Θα πω μια λέξη για την παιδεία. (Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή) ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Ν. Κρητικός): Σας απέμεινε ένα λεπτό ακόμα, κύριε συνάδελφε. Θα πρέπει να τηρηθεί αυστηρά ο χρόνος. ΒΥΡΩΝ ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ: Μάλιστα, κύριε Πρόεδρε. Μια λέξη για την παιδεία. 'Ενα πουκάμισο αδειανό είναι η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Πάρτε το πίσω όσο είναι καιρός. Δεν θέλουμε άλλα θύματα. Το σοβαρότερο είναι ότι εξώνετε από το σύστημα το 25%-30% των παιδιών. Καταλαβαίνετε τι σημαίνει αυτό; Τα στέλνετε στα ναρκωτικά. Και αυτό απο την Β' λυκείου παρακαλώ. Δεν είναι αυτό πολιτική παιδείας ή μεταρρύθμιση. Μπορεί να συμφωνούμε στον τίτλο, αξιολόγηση, επετηρίδα, να είναι αποσυνδεδεμένο το λύκειο από το πανεπιστήμιο. Αλλά αυτό μην το καταχράσθε. Σας λέγω ότι καταδικάζουμε τις καταλήψεις. Δεν θέλουμε εξτρεμιστικές και βίαιες αντιδράσεις. ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Ν. Κρητικός): Ολοκληρώστε, κύριε συνάδελφε. ΒΥΡΩΝ ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ: Αλλά εκείνο που προέχει είναι ότι στέλνετε στην ψυχολογική απώλεια εκείνους που μένουν, τους αφήνουν στην ίδια τάξη, στη Β' λυκείου. Αυτό δεν γινόταν ούτε το 1950. Τελευταία φράση, κύριε Πρόεδρε. ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Ν. Κρητικός): Τελευταία σας φράση. Είναι γραμμένοι εκατόν τριάντα. Θα πρέπει να μιλήσουν όλοι. (Διαμαρτυρίες από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας) Σας παρακαλώ, κάντε μου την χάρη. Παραβιάζουμε τον Κανονισμό και διαμαρτυρόμαστε; Ολοκληρώστε, κύριε Πολύδωρα. ΒΥΡΩΝ ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ: Οραματιζόμαστε με κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ένα νέο αναπτυξιακό θαύμα. Το μπορούμε. Είμαστε έτοιμοι. 'Ενα αναπτυξιακό θαύμα που θα συνυφαίνεται -θα σας πω μια παροιμία- με μια εικόνα. 'Οτι "το κεφαλόσκαλο του σπιτιού μου" θα λέει στην εποχή της ευημερίας επί Νέας Δημοκρατίας ο πολίτης, "το κεφαλόσκαλο του σπιτιού μου" -εθνικού και ατομικού σπιτιού- "είναι το πιο ψηλό βουνό". Και θα είναι υπερήφανος γι' αυτό που είναι. (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας) ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Ν. Κρητικός): Ο εισηγητής του Κ.Κ.Ε., κ. Αχιλλέας Κανταρτζής έχει το λόγο. ΑΧΙΛΛΕΥΣ ΚΑΝΤΑΡΤΖΗΣ: Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, γεγονός είναι ότι η Κυβέρνηση με την κατάθεση του φετινού Προϋπολογισμού έκανε μεγάλη προσπάθεια για να τον εμφανίσει σαν ένα δήθεν φιλολαϊκό προϋπολογισμό που αναδιανέμει σωστά τον πλούτο που παράγεται, όπως άλλωστε επεχείρησε απόψε και ο εισηγητής της κυβερνητικής Πλειοψηφίας. Η αλήθεια όμως είναι εντελώς διαφορετική και δεν μπορεί να κρυφθεί. Και ο φετινός Προϋπολογισμός, που είναι συνέχεια των προηγούμενων, είναι ένας βαθιά ταξικός αντιλαϊκός προϋπολογισμός, τον οποίο εμείς βέβαια καταψηφίζουμε. Και από το φετινό Προϋπολογισμό, όπως και από τους προηγούμενους, θα υπάρχουν και πάλι οι μεγάλοι χαμένοι και οι μεγάλοι κερδισμένοι. Ποιοι θα είναι οι χαμένοι; Στους χαμένους θα είναι και πάλι τα μόνιμα υποζύγια, όλοι αυτοί που με τον ιδρώτα τους και το αίμα παράγουν τον πλούτο που συσσωρεύεται και από τους οποίους με θράσος η Κυβέρνηση θα ζητήσει και πάλι την ψήφο τους για να συνεχίσει την ίδια αντιλαϊκή πολιτική. Oι εργατοϋπάλληλοι, οι φτωχομεσαίοι αγρότες, οι βιοπαλαιστές, οι συνταξιούχοι, οι άνεργοι θα δουν τα εισοδήματά τους να συρρικνώνονται με τους γνωστούς τρόπους για μια ακόμη χρονιά. Την ουσιαστική ταπείνωση των εισοδημάτων, τη συνεχιζόμενη φορολογική αφαίμαξη, τον περιορισμό των κοινωνικών δαπανών. Οι βιομήχανοι, οι μεγαλέμποροι, οι τραπεζίτες, οι εφοπλιστές, δηλαδή η πλουτοκρατία, που τα κέρδη της γνωρίζουν μια πρωτοφανή άνθιση τα τελευταία χρόνια, χάρη στη νεοφιλελεύθερη πολιτική που ακολουθείται, θα είναι και πάλι οι μεγάλοι κερδισμένοι με την αναδιανομή του πλούτου που γίνεται και μέσα από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, ώστε να συσσωρεύσουν ακόμα περισσότερα αμύθητα κέρδη στα θησαυροφυλάκιά τους. Γι' αυτό άλλωστε και δεν χάνουν την ευκαιρία να σας χειροκροτούν και να πανηγυρίζουν για την πολιτική σας. Δεν είχαμε βέβαια αυταπάτες ότι θα μπορούσε να είναι διαφορετικός, καλύτερος ο φετινός Προϋπολογισμός. Είναι γνωστές, καθαρές οι θέσεις της Κυβέρνησης και η αφοσίωσή της στο Μάαστριχτ και στην ΟΝΕ. Δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά τα πράγματα. 'Οποια κυβέρνηση κι αν ήταν, από τη στιγμή που βάζει σαν στόχο της την ΟΝΕ, την ίδια πολιτική θα ακολουθούσε με κάποιες πιθανόν μικροπαραλλαγές, που δεν αλλάζουν όμως την ουσία, δεν αλλάζουν το τελικό αποτέλεσμα είτε κεντροαριστερή ήταν αυτή η Κυβέρνηση είτε κεντροδεξιά. Αυτό άλλωστε δείχνει και η πείρα των άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης. Η ΟΝΕ δεν χτίζεται για τα συμφέροντα των εργαζομένων, αλλά για να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για τη μεγαλύτερη κερδοφορία των μεγάλων επιχειρήσεων, για τη μεγαλύτερη κερδοφορία των μονοπωλίων και των πολυεθνικών, ώστε να συγκεντρωθεί ακόμα περισσότερος πλούτος στα χέρια τους. Να επιταχυνθεί η διαδικασία συγκεντρωποίησης του κεφαλαίου με τις συγχωνεύσεις, τις εξαγορές επιχειρήσεων, που παρακολουθούμε καθημερινά και στη χώρα μας και στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, εξαγορές και συγχωνεύσεις που συνεπάγονται και αύξηση της ανεργίας και μια διαρκή λιτότητα. Κυρίως ακόμα πιο επιθετική στάση απέναντι στους λαούς και στα δημοκρατικά δικαιώματα, Σένγκεν, EUROPOL, το εκστρατευτικό σώμα που αποφασίστηκε πριν από λίγες μέρες στο Ελσίνκι. Εκεί ακριβώς αποβλέπουν και οδηγούνται τα πράγματα. Παντού βέβαια οι εργαζόμενοι πληρώνουν το μάρμαρο. Τώρα τους καλούν σε θυσίες για να γίνει δυνατή η ένταξη στη ζώνη του ευρώ, αύριο θα τους καλούν και πάλι σε θυσίες για να μη μας βγάλουν από την ΟΝΕ. Για όποιον βέβαια αμφιβάλλει, δεν έχει παρά να κοιτάξει τι γίνεται στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, που έχουν ήδη ενταχθεί. Δείτε για παράδειγμα τη Γερμανία. Εκεί οι εργαζόμενοι καλούνται σε νέες θυσίες στο όνομα, αυτήν τη φορά, της ανταγωνιστικότητας. Περικοπές δισεκατομμυρίων μάρκων από τις κοινωνικές δαπάνες και καθήλωση των μισθών. Δισεκατομμύρια μάρκα λιγότερα για το λαό, δηλαδή δισεκατομμύρια μάρκα περισσότερα για τους βιομήχανους. Και βέβαια θα είναι κανείς ανόητος να πιστέψει ότι, όταν αυτά συμβαίνουν στη Γερμανία, δεν θα έρθουν και σε μας, στο όνομα πάντα της ανταγωνιστικότητας. 'Αλλωστε είναι γνωστές και οι αποφάσεις που έχουν παρθεί: Συνέχιση της πολιτικής της λιτότητας στους αιώνες των αιώνων -αν δεν ανατραπεί κάτω από την πάλη των λαών- όπως προβλέπεται από το Σύμφωνο Σταθερότητας που υπογράφτηκε στο 'Αμστερνταμ. Προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών που θα σαρώσουν ό,τι έχει απομείνει από τα δικαιώματα των εργαζομένων που τα κατέκτησαν με αγώνες και αίμα τις προηγούμενες δεκαετίες, για να παραδοθούν έτσι ως φθηνή εργατική δύναμη στο μεγάλο κεφάλαιο. Εργάτες δηλαδή χωρίς δικαιώματα για την ακόμα μεγαλύτερη και ληστρική εκμετάλλευσή τους. Να γιατί πανηγυρίζουν οι βιομήχανοι και η πλουτοκρατία, να γιατί ο λαός πρέπει να ανησυχεί και να βγάζει τα συμπεράσματά του. Το Κ.Κ.Ε. καθαρά και υπεύθυνα προειδοποιεί το λαό για τα νέα σκληρά μέτρα που έρχονται με την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ. Και το ζήτημα βέβαια δεν είναι ο ρυθμός ή ο τρόπος που αυτά προωθούνται, αλλά η ανατροπή αυτών των αντιλαϊκών μέτρων. Και είναι πραγματικά πρόκληση για το λαό μας αυτός ο δικομματικός καβγάς που παρατηρούμε το τελευταίο διάστημα, ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα, στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. και τη Νέα Δημοκρατία για το ποιος από τους δυο θα φανεί πιο καπάτσος, πιο ικανός να μπορέσει να περάσει αυτά τα αντιλαϊκά μέτρα, αυτές τις διαρθρωτικές αλλαγές, οι οποίες εκπορεύονται απ' τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας και τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης. Η ίδια η ζωή βάζει το ζήτημα της ρήξης και της σύγκρουσης με την πολιτική της Ο.Ν.Ε. Θριαμβολογεί η Κυβέρνηση για τη βελτίωση ορισμένων δεικτών: Για την αήξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, τη μείωση των ελλειμμάτων και μία σειρά άλλους δείκτες. Μπήκαμε στο δρόμο της ανάπτυξης. Ακόμα και αν είναι έτσι τα νούμερα, που τουλάχιστον ορισμένα από αυτά δεν είναι έτσι -γιατί είναι γνωστές οι αλχημίες- ας δούμε τι κρύβεται πίσω από τους αριθμούς αυτούς. Για μας, το κύριο ζήτημα δεν είναι ο ρυθμός αύξησης του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος -χωρίς βέβαια να το υποτιμούμε- αλλά ποια κοινωνικά συμφέροντα ποια κοινωνικά στρώματα έρχονται να επωφεληθούν από αυτήν τη πορεία. Με άλλα λόγια, το ερώτημα στο οποίο ο καθένας καλείται να απαντήσει είναι: Ανάπτυξη για ποιον; Ποιος την καρπώνεται, τι κερδίζει ο λαός; Είναι καθαρά τα πράγματα. Η ανάπτυξη των κερδών της πλουτοκρατίας συνεπάγεται διεύρυνση της φτώχειας για τους εργαζόμενους, για το λαό. Είμαστε σε πορεία ανάπτυξης ισχυρίζεται η Κυβέρνηση. Το αποτέλεσμα για το λαό ποιο είναι; Από τη μία, η ανεργία διευρύνεται και η φτώχεια εξαπλώνεται και αγκαλιάζει ολοένα και περισσότερα στρώματα, η λιτότητα ροκανίζει το εισόδημα των εργαζομένων, οι κοινωνικές δαπάνες περικόπτονται και από την άλλη, τα κέρδη των βιομηχάνων, των μεγαλοεμπόρων, των τραπεζιτών γνωρίζουν μιά πρωτοφανή άνθηση τα τελευταία χρόνια. Εμείς αυτόν το δρόμο της ανάπτυξης τον απορρίπτουμε. Αγωνιζόμαστε για τον άλλον δρόμο ανάπτυξης, που θα ικανοποιεί τις ανάγκες των εργαζομένων, οι οποίες δεν είναι στάσιμες, συνεχώς διευρύνονται. Αυτός ο δρόμος βέβαια έρχεται σε σύγκρουση με την ασυδωσία και την κυριαρχία της ντόπιας και ξένης ολιγαρχίας και προϋποθέτει να έλθουν στη διακυβέρνηση του τόπου άλλες δυνάμεις, που θα έχουν τη θέληση και τη δύναμη να συγκρουστούν με τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου. Θριαμβολογεί η Κυβέρνηση για την οριακή μείωση του ποσοστού του δημόσιου χρέους. Η αλήθεια όμως είναι ότι, σε απόλυτους αριθμούς, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε και την προηγούμενη χρονιά κατά δύο τρισεκατομμύρια δραχμές περίπου. Και αυτά είναι χρήματα που θα φορτωθούν και πάλι στις πλάτες κυρίως των λαϊκών στρωμάτων, που είναι τα μόνιμα φορολογικά υποζύγια. Να γιατί λέμε ότι δεν είναι το ζήτημα εάν μειώνεται το ποσοστό, αλλά τι γίνεται στην πραγματικότητα. Και το στοιχείο αυτό η Κυβέρνηση θέλει να το αποκρύψει: 'Οτι δηλαδή η θηλιά συνεχίζει να σφίγγεται γύρω από το λαιμό των εργαζόμενων. Οι τραπεζίτες και το μεγάλο κεφάλαιο είναι αυτοί που σε τελευταία ανάλυση θα κερδίσουν από τους υπέρογκους τόκους με τους οποίους δανείζουν το δημόσιο. Ας πάρουμε και τον άλλον δείκτη που συχνά επικαλείται η Κυβέρνηση. Βελτιώθηκε -λέει- το κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. στη χώρα μας, σε σχέση με το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης τα τελευταία χρόνια και από το 60% έφθασε το 70%. Ακόμη και αν ληφθεί ως πραγματικό αυτό το στοιχείο, πάλι δεν αλλάζει η θέση της χώρας μας, πάλι τελευταία μένει. Και η αλλαγή αυτή, σε ένα μεγάλο βαθμό, είναι αλλαγή που οφείλεται στην αλλαγή της μεθόδου κατάρτισης των εθνικών λογαριασμών, δηλαδή είναι περισσότερο λογιστική. Ο δείκτης όμως αυτός, όταν απολυτοποιείται και εξετάζεται ξεκομμένος από άλλα στοιχεία, έρχεται να συγκαλύψει μία πραγματικότητα, που λέει το εξής: Τη διεύρυνση των τεράστιων ανισοτήτων μέσα στη χώρα μας, τη διεύρυνση των ανισοτήτων μεταξύ των πλούσιων και των φτωχών, που διευρύνονται χάρη στην πολιτική που ακολουθείτε. Τι γίνεται; Βάζουν σε ένα τσουβάλι τα δισεκατομμύρια που κερδίζει ένας εφοπλιστής, ένας τραπεζίτης, τα ανακατεύουν με τις τριάντα χιλιάδες -σαράντα χιλιάδες θα γίνει αύριο- που παίρνει ένας αγρότης ή με τα ψίχουλα του άνεργου και βγάζουν το μέσο όρο. Δηλαδή λεφτά που ποτέ του δεν θα δει χίλια χρόνια και αν ζήσει ο εργαζόμενος! Απόδειξη; 'Ολα αυτά τα χρόνια που εσείς πανηγυρίζετε για την αύξηση του Α.Ε.Π., όχι μόνο δεν βελτιώθηκε η θέση των εργαζομένων, αλλά αντίθετα, χειροτέρεψε. Νέα στρώματα στη φτώχεια και στο περιθώριο! Και ο πλούτος βέβαια, συγκεντρώνεται σε λιγότερα χέρια. Την περίοδο 1991-1997 τα συνολικά κέρδη των βιομηχάνων αυξήθηκαν πάνω από 2.500%. Και από τότε βέβαια μέχρι σήμερα, τα κέρδη τους συνεχίζουν να αυξάνουν με αλματώδεις ρυθμούς. Ισχυρίζεται η Κυβέρνηση ότι ο φετεινός Προϋπολογισμός είναι κοινωνικά δίκαιος και ότι επιτέλους, οι εργαζόμενοι βλέπουν τις θυσίες τους να αποδίδουν καρπούς, αφού οι αυξήσεις που θα πάρουν θα είναι μεγαλύτερες του πληθωρισμού. Είναι καθαρή κοροϊδία. Το αντίθετο συμβαίνει. Οι εργαζόμενοι θα δουν και πάλι το εισόδημά τους να συρρικνώνεται. Με την εισοδηματική πολιτική και τις προβλεπόμενες αυξήσεις για τους δημοσίους υπαλλήλους που κυμαίνονται από το 2,1% μέχρι το 2,9%, όχι μόνο δεν καλύπτονται οι απώλειες της προηγούμενης χρονιάς, αλλά είναι αμφίβολο αν θα καλυφθεί ακόμα και ο επίσημα προβλεπόμενος πληθωρισμός για το 2000. Λέω ότι είναι αμφίβολο αν θα καλυφθεί ο επίσημος πληθωρισμός, γιατί ουσιαστικά ο επίσημος είναι κάλπικος, αφού συμπεριλαμβάνει είδη πολυτελείας, τα οποία βεβαίως, δεν χρησιμοποιούν οι εργαζόμενοι. Ενώ ο πραγματικός τιμάριθμος, που αναφέρεται στο κόστος ζωής μιας εργατικής οικογένειας, θα έχει μεγαλύτερη αύξηση από τον προβλεπόμενο πληθωρισμό, επομένως, θα υπάρχουν νέες απώλειες για τους εργαζόμενους. Είναι γνωστό ότι η εισοδηματική πολιτική στο δημόσιο τομέα είναι ο πιλότος για την εισοδηματική πολιτική που θα ακολουθηθεί ή μάλλον του τι πρόκειται να επακολουθήσει και στον ιδιωτικό τομέα. Ακόμα και αν δεχθούμε ότι με τις προβλεπόμενες αυξήσεις οι εργαζόμενοι δεν θα έχουν απώλειες και πάλι παραμένει και συνεχίζεται η μεγάλη ληστεία σε βάρος τους τα τελευταία χρόνια. Παραμένουν οι μεγάλες απώλειες που είχαν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα τα τελευταία εννέα χρόνια, που ανέρχονται σε 20% και 25% αντίστοιχα. Η εκτίμησή μας αυτή αν θέλετε, δεν είναι μόνο από τα δικά μας στοιχεία, από τα στοιχεία των εργαζομένων. Βγαίνει και από τα δικά σας τα στοιχεία, αυτά που παραπέμπετε στην εισηγητική έκθεση, κύριε Υπουργέ. Ούτε βέβαια καλύπτονται οι απώλειες των συνταξιούχων την περίοδο 1990-1999. Από τα είκοσι ημερομίσθια του ανειδίκευτου εργάτη που ήταν η κατώτερη σύνταξη το 1990, έπεσε στα 15,3. Ανάλογη ήταν και η μείωση στη σύνταξη λόγω θανάτου. Το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης, το διαβόητο ΕΚΑΣ, όχι μόνο δεν αναπληρώνει τις απώλειες, αφού χορηγείται σε μέρος μόνο των συνταξιούχων, αλλά επιπλέον είναι και ασταθές, αφού χαρακτηρίζεται επίδομα και μπορεί ανά πάσα στιγμή να κοπεί. Αν υπολογιστούν μάλιστα, οι απώλειες που είχαν οι εργαζόμενοι στα δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα, οι απώλειες στα διάφορα επιδόματα και οι απώλειες που είχαν από τη μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας, την οποία κρατούσατε παγωμένη όλα τα προηγούμενα χρόνια, με εξαίρεση το 1998, τότε αυτά που έχουν χάσει είναι πολύ περισσότερα. 'Οσο περισσότερο αυξάνει η φτώχεια για τους εργαζέμενους τόσο περισσότερο αυξάνουν τα κέρδη της ολιγαρχίας. Εν πάση περιπτώσει, τι θα κάνει ο εργαζόμενος με τις αυξήσεις αυτές; 'Ενας που παίρνει σήμερα μισθό διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές το μήνα, στην καλύτερη απ'όλες τις περιπτώσεις θα πάρει τεσσερισήμισι χιλιάδες (4.500) δραχμές αύξηση το μήνα. Και τι θα πρωτοπληρώσει με αυτές; Τις αυξήσεις που επιβάλλονται στα δημοτικά τέλη και στις άλλες υπηρεσίες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπως για παράδειγμα τους τοπικούς σταθμούς που τους φορτώνετε συνέχεια με νέες αρμοδιότητες χωρίς να τους δίνετε τα αντίστοιχα κονδύλια; Τα φροντιστήρια για τα παιδιά; Θα βρίσκεται σε αδυναμία να καλύψει βασικές ανάγκες, που και αυτές βέβαια, δεν είναι σταθερές, αλλά μεταβάλλονται και αυξάνουν. Θα πρέπει ακόμα να επισημάνουμε ότι γρήγορα και αυτές οι αυξήσεις που είναι ψίχουλα θα εξανεμιστούν και οι εργαζόμενοι θα αναγκαστούν να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη τους, με την προώθηση και την υλοποίηση των λεγόμενων διαρθρωτικών αλλαγών, οι οποίες είτε έχουν προωθηθεί είτε σχεδιάζεται να προωθηθούν. Για ποιες αλλαγές μιλάμε; Για τη σταθερή μετατροπή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε ένα μηχανισμό επιβολής νέων φόρων, όπως το ζει καθημερινά ο λαός μας. Τις ιδιωτικοποιήσεις που θα έχουν σαν επακόλουθο και την αλλαγή της τιμολογιακής πολιτικής, με κριτήριο πάντα το κέρδος των ιδιωτών, με αυξήσεις δηλαδή, στα τιμολόγια. Την ένταση της ανεργίας. Τη συρρίκνωση των κοινωνικών παροχών στους τομείς της υγείας, της παιδείας και σε μια σειρά άλλες κατηγορίες. Και αυτό βέβαια, το νιώθουν καλά οι γονείς των μαθητών, που αναγκάζονται να ξοδέψουν περιουσίες σήμερα στην παραπαιδεία, που συνεχώς διογκώνεται προς δόξαν της κατά τα άλλα δημόσιας δωρεάν παιδείας. Η εισοδηματική όμως πολιτική, η δυσβάστακτη φορολογία και η συρρίκνωση των κοινωνικών παροχών, δεν είναι τα μοναδικά εργαλεία, που χρησιμοποιούνται για την αναδιανομή του πλούτου υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου. Οι αλλαγές οι οποίες προωθούνται στις εργασιακές σχέσεις με την υπονόμευση και την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, της πλήρους απασχόλησης και τη γενίκευση της μερικής απασχόλησης που έχουν ήδη προχωρήσει σε μεγάλο βαθμό στις προδιαγραφές της Λευκής Βίβλου και που θα προχωρήσουν ακόμη πιο αποφασιστικά στη μετά ΟΝΕ εποχή, έρχονται να χτυπήσουν την καρδιά των δικαιωμάτων των εργαζομένων, ώστε να μεγαλώσει ακόμη περισσότερο η εκμετάλλευσή τους. Και ακόμη, είναι ολοφάνερο ότι σειρά έχει πλέον το ασφαλιστικό, μόνο που το αφήνετε για μετά τις εκλογές, ώστε να μην επωμιστείτε το κόστος. Είναι γνωστό σε πιο δρόμο θα κινηθούν οι αλλαγές, οι οποίες σχεδιάζονται και μέσα από τις διάφορες εκθέσεις τύπου Σπράου και μιας σειράς άλλων παραγόντων και μέσα από τα κείμενα της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης. Μείωση των εργοδοτικών και κρατικών εισφορών, αύξηση στις ηλικίες συνταξιοδότησης και μείωση στις συντάξεις και τις κοινωνικές παροχές. Προχθές, κύριε Υπουργέ, παρουσιάσατε το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης που καταθέσατε στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση. Τι λέτε εκεί: Κατά 1,2 τρισεκατομμύρια δραχμές θα αυξηθούν την επόμενη τριετία τα έσοδα των ταμείων από ασφαλιστικές εισφορές, που κατά κύριο λόγο θα βαρύνουν τους εργαζόμενους. Να πιο είναι το πραγματικό περιεχόμενο των διαρθρωτικών αλλαγών, για το οποίο μάλιστα περηφανεύεστε ότι εσείς θα το προωθήσετε καλύτερα από τη Νέα Δημοκρατία. Σάρωμα των δικαιωμάτων των εργαζομένων, κατεδάφιση των κοινωνικών παροχών, ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας. Μόνο βέβαια που αυτά τα λέτε διπλωματικά. "Ευελιξία της αγοράς εργασίας", "ιδιωτικοποιήσεις", "γήρανση του πληθυσμού" και μια σειρά άλλες τέτοιες εκφράσεις, που να μη τις πολυκαταλαβαίνει ο κοσμάκης. Για το λαό, όμως, το δίλημμα δεν είναι ποιος θα τα καταφέρει καλύτερα να του κλέψει το ψωμί, αλλά πώς θα αναπτύξει την πάλη του για να αποτρέψει αυτήν τη λαίλαπα που έρχεται και φυσικά να βγάλει τα συμπεράσματά του για το τι πρέπει να περιμένει από κυβερνήσεις, όποιο χρώμα κι αυτές αν έχουν, όταν πινούν νερό στο όνομα της ΟΝΕ. Η Κυβέρνηση αντιστρέφοντας την πραγματικότητα, ισχυρίζεται ότι με την πολιτική της αυξήθηκε η απασχόληση. Η πραγματικότητα, όμως, λέει άλλα πράγματα, ότι εκείνο που αυξήθηκε είναι η ανεργία, η οποία πλήττει ιδιαίτερα τη νέα γενιά και τις γυναίκες, αλλά και τις άλλες ευπαθείς ομάδες. Η ανεργία ξεπέρασε ήδη το 13% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, για να μη μιλήσουμε για την υποαπασχόληση. Και τι μέτρα παίρνει η Κυβέρνηση για την ανακούφιση των ανέργων; Αντί να δώσει χρήματα για την ανακούφιση των ανέργων, με το κόλπο της επιδότησης της εργασίας στην πραγματικότητα επιδοτεί τους βιομήχανους και τους μεγαλοέμπορους με δισεκατομμύρια που προέρχονται από τον ΟΑΕΔ. Το Κ.Κ.Ε. παίρνοντας υπόψη τις ανάγκες των εργαζομένων και απ' αυτό το Βήμα προβάλλει τη θέση του: Να καθοριστεί στις δέκα χιλιάδες (10.000) δραχμές το κατώτερο μεροκάματο και στις διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) δραχμές ο κατώτερος μισθός. Η σύνταξη να ανέλθει στα είκοσι ημερομίσθια του ανειδίκευτου εργάτη, δηλαδή στις διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές και οι συντάξεις, λόγω θανάτου, έως τα δεκαοκτώ ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη. Οι συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων να καθοριστούν στο 80% των εν ενεργεία αποδοχών τους. Να μειωθούν τα όρια συνταξιοδότησης στα εξήντα για τους άνδρες και στα πενήντα πέντε για τις γυναίκες, ενώ για τα βαριά και ανθυγιεινά επαγγέλματα στα πενήντα πέντε για τους άνδρες και στα πενήντα για τις γυναίκες. Να αυξηθεί το επίδομα ανεργίας στο 80% της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας και η επιδότηση να διαρκεί όσο η ανεργία. Ανέφερα τις βασικές από τις προτάσεις και όχι βέβαια το σύνολό τους, τις οποίες άλλωστε και τις έχουμε καταθέσει στα Πρακτικά κατά τη συζήτηση της επιτροπής για τον Προϋπολογισμό, αλλά και επανειλημμένα τις έχουμε κάνει γνωστές. Βεβαίως δεν έχουμε αυταπάτες ότι αυτές τις προτάσεις θα σπεύσετε εσείς να τις υλοποιήσετε. Απευθύνονται στους εργαζόμενους για να γίνουν αντικείμενο πάλης, για να τα επιβάλουν με τον αγώνα τους. Τι μπορεί να περιμένουν οι αγρότες από τον φετινό Προϋπολογισμό και το ξαφνικό ενδιαφέρον που έπιασε την Κυβέρνηση τώρα που "ανακάλυψε" ότι υπάρχουν προβλήματα καυτά εν όψει των εκλογών, ενώ πριν τους αντιμετώπιζε με τα ΜΑΤ και τα αγροτοδικεία; Και με το φετινό Προϋπολογισμό η Κυβέρνηση συνεχίζει την αντιαγροτική της πολιτική, που εφάρμοσε με ιδιαίτερο ζήλο την τελευταία τετραετία, προσπαθώντας ταυτόχρονα να εξαπατήσει τους αγρότες, να ηφαρπάξει την ψήφο τους για να συνεχίσει την ίδια ακριβώς αντιαγροτική πολιτική που ακολούθησε και τα προηγούμενα χρόνια. 'Οσες όμως αλχημείες και αν χρησιμοποιεί το μαύρο, άσπρο δεν γίνεται. Η αντιαγροτική πολιτική που εφάρμοσε η Κυβέρνηση τα προηγούμενα χρόνια στα πλαίσια της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και της GATT του σημερινού ΠΟΕ είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τη συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής. Τα αποτελέσματά της τα βλέπουμε. Το έλλειμμα στο αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο από τα 198,2 δισεκατομμύρια που ήταν το 1995 εκτινάχθηκε στα 317,6 δισεκατομμύρια το 1998. Η χώρα μας πλέον αντιμετωπίζεται σαν μια χαβούζα, στην οποία μπορούν να εναποτίθενται χωρίς κανέναν έλεγχο τα μολυσμένα από τις διοξίνες ή από τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια ζωοκομικά προϊόντα. Να θυμίσω ακόμα ότι πριν από το 1980, δηλαδή, πριν από την ένταξη της χώρας μας στην τότε ΕΟΚ, η χώρα μας ήταν πλεονασματική στις συναλλαγές, που είχε μ' αυτές τις χώρες. Η πολιτική που ακολούθησε με την κατάργηση της παρέμβασης στα αγροτικά προϊόντα, η μεγάλη μείωση των τιμών τους τη στιγμή μάλιστα που αυξάνεται το κόστος παραγωγής σε συνδυασμό με την πλήρη ασυδοσία των εμποροβιομηχάνων είχαν σαν αποτέλεσμα τη σταθερή μείωση του καθαρού αγροτικού εισοδήματος. Οι μικρομεσαίοι αγρότες οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια στο ξεκλήρισμα. Να τα στοιχεία που δεν είναι δικά μας είναι της EUROSTAT. Είχαμε 2,5% μείωση του αγροτικού εισοδήματος το 1996, 4,4% το 1997, 3,9% το 1998, ενώ για το 1999 αναμένεται η μείωση να είναι ακόμα μεγαλύτερη. Ενώ όλα αυτά τα χρόνια η Κυβέρνηση με την πολιτική της ελεύθερης αγοράς ενίσχυε τους εκβιασμούς των εμπόρων και των βιομηχάνων σε βάρος της μικρομεσαίας αγροτιάς, τώρα ξαφνικά λίγο πριν τις εκλογές την έπιασε δήθεν ο πόνος για τις χαμηλές τιμές των αγροτικών προϊόντων, όχι βέβαια για να αυξήσει τις τιμές. Χρησιμοποιώντας διάφορα τρικ προσπαθεί, να εξαπατήσει τους αγρότες, όπως για παράδειγμα με τις δήθεν προκαταβολές με το βαμβάκι, τον καπνό, το λάδι, που σε τελική ανάλυση δεν αλλάζουν σε τίποτα την τιμή των αγροτικών προϊόντων. Ούτε μια δραχμή δεν επιβαρύνουν τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Από πού κι ως πού προκαταβολή, όταν οι αγρότες τα έχουν ήδη πουλήσει. Προκαταβολη θα ήταν αν δεν τα είχαν πουλήσει. Ουσιαστικά είναι άτοκο δάνειο που θα τον συμψηφίσετε στην εκκαθάριση που θα γίνει. Οπότε σε τίποτα δεν αλλάζει η τελική τιμή των αγροτικών προϊόντων. Τώρα προεκλογικά πήρε την Κυβέρνηση ο πόνος για τις αγροτικές συντάξεις. Αφού χρόνια τις κρατούσε καθηλωμένες στις τριάντα χιλιάδες (30.000) δραχμές τώρα με το δεκαχίλιαρο της αύξησης προσπαθεί να κρύψει το αντικοινωνικό της πρόσωπο. Αλήθεια ποια οικογένεια μπορεί να ζήσει με σαράντα χιλιάδες (40.000) δραχμές το μήνα; Τι μπορεί να πληρώσει μ' αυτά τα λεφτά; Το φως, το νερό, το τηλέφωνο ή τα είδη πρώτης ανάγκης να αγοράσει; Βέβαια πριν από κάποια χρόνια και το ΠΑΣΟΚ υποσχόταν ότι θα αυξήσει την κατώτερη σύνταξη του ΟΓΑ και ότι θα την εξισώσει με την κατώτερη σύνταξη του ΙΚΑ. Σήμερα με την αύξηση που δίνει και πάλι η αγροτική σύνταξη είναι μικρότερη από το 1/3% της κατώτερης του ΙΚΑ, που και αυτή είναι πετσοκομμένη. Και μη μας πείτε βέβαια για το νέο ΟΓΑ, γιατί οι εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες, που αδυνατούν να πληρώσουν τις ασφαλιστικές τους εισφορές, αποτελούν τη μεγάλη απόδειξη για τον εισπρακτικό και αντικοινωνικό χαρακτήρα του νόμου, όπως ακριβώς τότε προειδοποιούσε το ΚΚΕ. Τα τέσσερα χρόνια που ακολούθησαν η Κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα για να μειώσει το κόστος παραγωγής, το οποίο όλο και αυξανόταν με την ασυδοσία των βιομηχάνων. Τώρα λίγους μήνες πριν τις εκλογές την πήρε δήθεν και πάλι ο πόνος για τη μείωση του κόστους και εξαγγέλλει μέτρα για τη μείωση των επιτοκίων της ΑΤΕ κατά δύο μονάδες. 'Ομως, και τα νέα αυτά επιτόκια δεν παύουν να είναι τοκογλυφικά, αφού είναι εξαπλάσια του πληθωρισμού. Μας θυμίζει το παλιό κόλπο για τη ρύθμιση των χρεών χωρίς κανένα κόστος για τον Προϋπολογισμό και την ΑΤΕ. Τα χρέη όμως, όλο και αυγαταίνουν και έχουν ξεπεράσει το ένα τρισεκατομμύριο (1.000.000.000.000) δραχμές και έχουν γίνει θηλιά στο λαιμό της μικρής και μεσαίας αγροτιάς. Ο στόχος της Κυβέρνησης να βάλει την ΑΤΕ στο χρηματιστήριο το 2001, δεν αφήνει κανένα περιθώριο για αυταπάτες ως προς το τι πρόκειται να επακολουθήσει, όταν πλέον θα έχει περάσει ολοκληρωτικά στα χέρια των ιδιωτών. Την ώρα που υπόσχεται μέτρα για τη μείωση του κόστους παραγωγής, μειώνει τα κονδύλια για τα εγγειοβελτιωτικά έργα, που δείχνει ακριβώς τον απατηλό χαρακτήρα αυτών των υποσχέσεων. Το 1999 είχαμε 43,5 δισεκατομμύρια δραχμές στα εγγειοβελτιωτικά έργα και σαράντα δύο δισεκατομμύρια (42.000.000.000) δραχμές το 2000. Βασικά αρδευτικά έργα, όπως ο Αχελώος, ο Νέστος, μένουν έξω από τη χρηματοδότηση και δείχνουν το συνολικό προσανατολισμό και της Κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης για την αγροτική οικονομία, τι κουστούμι της έχουν ράψει. Μειώνονται τα κονδύλια για τις εξαγωγικές επιδοτήσεις αγροτικών προϊόντων. Το 1999 είναι 21,3 δισεκατομμύρια δραχμές και 11,2 δισεκατομμύρια δραχμές το 2000. Αν αυτά τα ποσά τα συγκρίνουμε με αυτά που δίνονταν το 1995, πριν δηλαδή τεθεί σε εφαρμογή η Συμφωνία της GATT, τα 34,5 δισεκατομμύρια δραχμές, τότε εύκολα καταλαβαίνει ο καθένας γιατί τα ελληνικά προϊόντα έχουν μείνει έξω, έχουν εξωστρακισθεί από τις διεθνείς αγορές, αλλά και το τι θα επακολουθήσει με τη νέα συμφωνία, η οποία ετοιμάζεται στα πλαίσια του ΠΟΕ. Με την "Ατζέντα 2000" προβλέπονται νέες μειώσεις στις τιμές των αγροτικών προϊόντων για τα σιτηρά, το βοδινό, το γάλα και έρχεται η σειρά και για το βαμβάκι και για το λάδι και για τα άλλα αγροτικά προϊόντα. 'Ολα τα στοιχεία αυτά δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για αυταπάτες ότι η συνέχιση αυτής της πολιτικής θα έχει σαν αποτέλεσμα την επιδείνωση της κατάστασης της φτωχομεσαίας αγροτιάς και το μαζικό της ξεκλήρισμα. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ασφυκτιούν κάτω από τον άνισο ανταγωνισμό των πολυεθνικών και των άλλων μεγάλων επιχειρήσεων, που εισβάλουν στα πλαίσια της ελεύθερης αγοράς, αλλά και κάτω από το δυσβάσταχτο βάρος της άδικης φορολογίας, η οποία παραμένει παρά τις εξαγγελίες για δήθεν ελαφρύνσεις και οδηγούνται στο λουκέτο και τον αφανισμό. Ισχυρίζεται η Κυβέρνηση ότι με την πολιτική της θα βγουν κερδισμένοι οι μικροεπαγγελματίες και τα άλλα λαϊκά στρώματα με τη μείωση των επιτοκίων. Ποιον κοροϊδεύει αλήθεια, αφού και τα νέα επιτόκια τα οποία εξαγγέλλονται είναι πέντε ή έξι και επτά φορές μεγαλύτερα από τον επίσημο πληθωρισμό, που εξασφαλίζουν έτσι νέα τεράστια κέρδη για τις τράπεζες; 'Αλλωστε, το λένε τα ίδια τα επίσημα στοιχεία τους. Εν πάση περιπτώσει, να μας πει γι'αυτές τις υποσχέσεις, για τη δήθεν μείωση των επιτοκίων, τι δάνειο θα πάρει ο άνεργος με το επίδομα των εξήντα χιλιάδων δραχμών το μήνα ή ο αγρότης ο οποίος μπαίνει μέσα, από πού θα βρει για να το ξεπληρώσει; Ακόμα και άτοκο δάνειο να δώσετε στον άνεργο, τα χρήματα από το εισόδημα που έχει δεν του φθάνουν ούτε για να φάει. Ας σταματήσει αυτή η απάτη σχετικά με τα χαμηλά επιτόκια. Τώρα, παραμονές των εκλογών θυμήθηκε και το πρόβλημα με τον ανατοκισμό, τα γνωστά πανωτόκια, που έχουν οδηγήσει σε απόγνωση χιλιάδες οικογένειες που βρέθηκαν στα χέρια των τραπεζών. Αν θέλετε πραγματικά λύση, πάρετε άμεσα μέτρα. Καταργείστε τώρα τα πανωτόκια και διαγράψτε όλες τις οφειλές, οι οποίες στηρίζονται στον ανατοκισμό. Η λύση, όμως, την οποία προωθεί η Κυβέρνηση, απ'ό,τι φαίνεται, είναι ένας απλός ελιγμός εν όψει των εκλογών, χωρίς βεβαίως να θέλει να λύσει το πρόβλημα. Η Κυβέρνηση στην προσπάθειά της να επιδείξει δήθεν κοινωνική ευαισθησία και αντιστρέφοντας την πραγματικότητα, ισχυρίζεται ότι αυξάνονται οι κοινωνικές δαπάνες, τα κονδύλια για κοινωνική προστασία. Μια ματιά, όμως, στα κονδύλια του κοινωνικού προϋπολογισμού είναι, ότι εκείνο που στην πραγματικότητα αυξάνεται, είναι τα έξοδα των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης και τελικά είναι χρήματα των εργαζομένων, ενώ τα έξοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού σταθερά μειώνονται και από το 30,4% που ήταν το 1990, έπεσαν στο 24,4% το 1999, όπως φαίνεται και από τον πίνακα που θα καταθέσω για τα Πρακτικά. Το 1999 είναι η χρονιά με το χαμηλότερο ποσοστό κοινωνικών δαπανών από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Δείτε τι γίνεται με το ΙΚΑ. Το 1992 η κρατική συμμετοχή στα έσοδά του ανερχόταν στο 37%. Το 1998 έπεσε στο 17%. Να δούμε και τη συνέχεια; Το 1999 έγινε εγγραφή πιστώσεων, προϋπολογίστηκαν διακόσια οκτώ δισεκατομμύρια (208.000.000.000) δραχμές, έπεσε το μαχαίρι και δόθηκαν μόνο εκατόν ενενήντα οκτώ (198.000.000.000) δισεκατομμύρια. Τώρα βέβαια ετοιμάζεστε να ρίξετε και τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων στο χρηματιστήριο για να μπορέσουν έτσι οι βιομήχανοι και οι άλλοι μεγαλοεπιχειρηματίες να βάλουν στο χέρι τους τσάμπα τα χρήματα των εργαζομένων. Και οι εργαζόμενοι βέβαια κινδυνεύουν να μείνουν με το δάχτυλο στο στόμα. Εδώ και τώρα σταματήστε αυτήν την πρόκληση, εδώ και τώρα σταματήστε αυτό το επικίνδυνο παιχνίδι, που παίζετε με τα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων. Το παράδειγμα του ΙΚΑ, που ανέφερα προηγουμένως, με την περικοπή που έγινε, δείχνει και κάτι άλλο, ότι ο Προϋπολογισμός σε πολλά μεγέθη του είναι και πλασματικός. Τι να πούμε για τη δημόσια υγεία; Κάθε χρόνο καμαρώνετε ότι δήθεν αυξάνονται τα κονδύλια, αλλά όπως τελικά φαίνεται στα απολογιστικά στοιχεία της προπροηγούμενης χρονιάς, που δημοσιεύονται, είχε γίνει η πιο άγρια περικοπή των δαπανών, 30% με 40% λιγότερα από όσα είχαν προϋπολογιστεί. Παρ' όλο που στην Τοπική Αυτοδιοίκηση μεταφέρονται κάθε χρόνο νέες αρμοδιότητες ο νέος Προϋπολογισμός δεν προβλέπει μεταφορά των αντίστοιχων κονδυλίων και έτσι η Τοπική Αυτοδιοίκηση εξωθείται στην όλο και πιο άγρια φορολογία των δημοτών. Πολιτισμός, αθλητισμός προσφέρονται στην επιχειρηματική δραστηριότητα των ιδιωτών που ξεκοκαλίζουν κυριολεκτικά το μεγαλύτερο μέρος των κρατικών χρηματοδοτήσεων. Δαπάνες για την υγεία. Το μόνο που πετυχαίνουν είναι να μην καταρρεύσει το δημόσιο σύστημα υγείας. Ολοένα και περισσότερο γίνεται καθαρό ότι όποιος θέλει να δει την υγειά του πρέπει να πληρώσει, ενώ την ίδια ώρα τα ιδιωτικά συγκροτήματα, που δραστηριοποιούνται στο χώρο αυτό, κάνουν χρυσές δουλειές. Η υποχρηματοδότηση της παιδείας, όλα αυτά τα χρόνια από τις διάφορες κυβερνήσεις, παρά το ότι έδιναν όρκους πίστης στη δημόσια παιδεία, είχε σαν αποτέλεσμα τη διαρκή υποβάθμισή της και το φούντωμα της παραπαιδείας. Ακούσαμε προηγουμένως τον εισηγητή της κυβερνητικής πλειοψηφίας να μιλάει για τα νέα κονδύλια, τα οποία διατίθενται. Εγώ θα σας διαβάσω μόνο από την εισηγητική σας έκθεση ένα απόσπασμα. Θα δώσετε έντεκα δισεκατομμύρια (11.000.000.000) δραχμές και προσέξτε για ποιους στόχους: Για να λειτουργήσουν είκοσι τρία νέα τμήματα των ΑΕΙ να συνεχιστεί το ολοήμερο δημοτικό σχολείο και το νηπιαγωγείο το πρόγραμμα επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, το πρόγραμμα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, η εφαρμογή προγραμμάτων ειδικής αγωγής. 'Ολα αυτά με τα έντεκα δισεκατομμύρια (11.000.000.000) δραχμές. Ποιον αλήθεια κοροϊδεύουμε; Και βεβαίως οι γονείς νοιώθουν βαριά τις συνέπειες στην τσέπη τους. Αναγκάζονται να ξοδέψουν όλο και περισσότερα χρήματα. Η παραπαιδεία φουντώνει και παίρνει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις με την αντιεκπαιδευτική μεταρρύθμιση της Κυβέρνησης, που ορθώνει νέους φραγμούς στη μόρφωση των παιδιών, που προέρχονται από τα φτωχά λαϊκά στρώματα και τα εξωθεί, τα διώχνει μακριά από το λύκειο στα υποβαθμισμένα ΤΕΕ ή ακόμα και έξω από την εκπαιδευτική διαδικασία. Είναι μέτρα τα οποία είναι εναρμονισμένα με τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, που βλέπουν τη σημερινή νεολαία για την αυριανή φτηνή εργατική δύναμη δηλαδή χωρίς δικαιώματα σύμφωνα με τις προδιαγραφές της Λευκής Βίβλου. Γι' αυτό και η νεολαία, η οποία βλέπει να συνθλίβεται μέσα από αυτές τις διαδικασίες, δεν σκύβει το κεφάλι της και δεν συμβιβάζεται. Αψηφώντας το πρωτοφανές κλίμα τρομοκρατίας, που καλλιεργείται με το νέο ιδιώνυμο την πράξη νομοθετικού περιεχομένου, που μας γυρίζει στις πιο μαύρες εποχές συνεχίζει τον αγώνα της. Η Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι προχωρά σε φοροελαφρύνσεις των εργαζομένων και έτσι κάνει πιο δίκαιο τον τρόπο καταβολής των βαρών. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι οι εργαζόμενοι και πάλι εργατοϋπάλληλοι επαγγελματοβιοτέχνες, αγρότες, συνταξιούχοι θα σηκώσουν τα φορολογικά βάρη. Οι πρόσφατες φοροελαφρύνσεις, που έχουν καθαρά προεκλογικό χαρακτήρα και είναι κυριολεκτικά ψίχουλα δεν αλλάζουν την κατάσταση. Φέτος προβλέπεται να εισπραχθεί ενάμισι τρισεκατομμύριο (1.500.000.000.000) δραχμές από τους έμμεσους φόρους, εβδομήντα επτά (77.000.000.000) δισεκατομμύρια λιγότερα σε σύγκριση με πέρυσι. Να ένα στοιχείο που δείχνει ότι είναι πραγματικά ψίχουλα οι δήθεν φοροελαφρύνσεις των εργαζομένων. Μείωση όμως δεν θα έχουν μόνο οι άμεσοι φόροι των φυσικών προσώπων, στους οποίους περιλαμβάνονται οι μισθωτοί, οι αγρότες, οι συνταξιούχοι. Μείωση θα έχει και το κονδύλι των άμεσων φόρων των νομικών προσώπων, στις οποίες περιλαμβάνονται οι εταιρείες όπου και εκεί προβλέπονται μειωμένα έσοδα. Από τα στοιχεία αυτά γίνεται φανερό ότι το κύριο βάρος της φορολογίας θα το σηκώσουν και πάλι στις πλάτες τους τα λαϊκά στρώματα. Θέλετε να δούμε ποια κατηγορία πληρώνει τους άμεσους φόρους; Με τα δικά σας στοιχεία μιλάμε: Το 1996 οι μισθωτοί και συνταξιούχοι κατέβαλαν συνολικά το 55% των συνολικών φόρων φυσικών προσώπων. Το 1997 το ποσοστό τους ανέβηκε στο 56,8% και το 1998 έκανε ένα ακόμα άλμα στο 58,4%. Να δούμε τώρα τι πλήρωσαν οι βιομήχανοι, οι εμποροβιομήχανοι την ίδια περίοδο; Το 1996 το 25,4% των συνολικών φόρων φυσικών προσώπων. Το 1997 έπεσαν ακόμη πιο χαμηλά στο 24% και το 1998 ακόμη πιο κάτω στο 22,8%, όπως φαίνεται και από στοιχεία του πίνακα που θα καταθέσω για τα Πρακτικά, παρά βεβαια το γεγονός ότι τα κέρδη τους όλα αυτά τα χρόνια γνώριζαν μια άνθηση. Ποιον κοροϊδεύετε συνεπώς όταν λέτε ότι επιβάλατε φόρο στο μεγάλο κεφάλαιο; Εδώ θα ήθελα να προσθέσω και κάτι ακόμα σχετικά με τις δήθεν φοροελαφρύνσεις. Ξεχνά κανείς ότι τα αφορολόγητα όρια ήταν παγωμένα και δεν τιμαριθμοποιούνται από το 1992 με μοναδική εξαίρεση, όπως είπα και προηγουμένως, το 1998; Αλλά για τη συνολική αυτή φορολογική επιβάρυνση η Κυβέρνηση δεν λέει κουβέντα. Είναι καθαρή κλοπή. Θυμίζει τον κλέφτη που, αφού έκλεψε το ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές επιστρέφει τις πενήντα χιλιάδες (50.000) και ζητάει από το θύμα του να πατσίσουν, εν όψει των εκλογών βέβαια! Η αύξηση των φορολογικών εσόδων θα προέλθει από την αύξηση κατά 9% της έμμεσης φορολογίας. Ο ΦΠΑ που επιβαρύνει κυρίως τα λαϊκά στρώματα θα αυξηθεί κατά διακόσια εξήντα τέσσερα δισεκατομμύρια (264.000.000.000) δραχμές. Η αύξηση της έμμεσης φορολογίας που είναι η πιο αντιλαϊκή μορφή φορολογίας, γιατί επιβαρύνει το ίδιο όλα τα στρώματα ανεξάρτητα από το εισόδημά τους, βρίσκεται σε αυξητική πορεία για δεύτερη συνεχή χρονιά. Το γεγονός βέβαια αυτό το αποκρύπτει η Κυβέρνηση, όταν ισχυρίζεται ότι άλλαξε η σχέση άμεσων προς έμμεσους φόρους, επικαλούμενη στοιχεία της δεκαετίας. Η μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης, για την οποία περηφανεύεται η Κυβέρνηση δεν έγινε φυσικά γιατί την πήρε ο πόνος για τα εισοδήματα των εργαζομένων. Αν ήταν αυτός ο λόγος θα έπαιρνε μέτρα για την αύξηση της τιμής του πετρελαίου βάζοντας χέρι στις εταιρείες διακίνησης, αλλά στην επιδίωξή της να πιαστούν τα κριτήρια του Μάαστριχτ για την ένταξη στην ΟΝΕ. Λέτε συνέχεια ότι δεν έχουμε προτάσεις. Προτάσεις βέβαια έχουμε και πολλές φορές σας τις έχουμε κάνει. Θα υπενθυμίσω πρόταση νόμου για τη ριζική αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος, μια πρόταση που προέβλεπε ουσιαστικές φοροελαφρύνσεις για τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους, τους μικρομεσαίους, αλλά και την κατάργηση των προνομίων και των φοροαπαλλαγών του μεγάλου κεφαλαίου, έτσι ώστε να πληρώσουν πραγματικά οι έχοντες και κατέχοντες. Τι έγινε εκείνη η πρόταση νόμου; Την καταψηφίσατε και εσείς και η Νέα Δημοκρατία. Σας ακούμε πολλές φορές βέβαια να λέτε ότι οι προτάσεις, που κάνουμε δεν είναι ρεαλιστικές. Γιατί, δηλαδή δεν ήταν ρεαλιστικό να πληρώσουν αυτοί που πραγματικά έχουν και όχι μόνο οι εργαζόμενοι; Το πρόγραμμα των δημοσίων επενδύσεων του 2000 που ανέρχεται σε δύο τρισεκατομμύρια τετρακόσια σαράντα δισεκατομμύρια (2.440.000.000.000) και αποτελεί το 13,4% του συνολικού Προϋπολογισμού έρχεται να καταρρίψει το δήθεν αναπτυξιακό χαρακτήρα του Προϋπολογισμού, πολύ περισσότερο που και αυτό το ύψος δεν είναι ακριβές και η δομή του προγράμματος των δημοσίων επενδύσεων βρίσκεται σε φιλομονοπωλιακή κατεύθυνση. Πού πάνε τα χρήματα; Το 77,9% κατευθύνεται σε έργα που συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή 'Ενωση και μόνο το 22,1% για πληρωμές έργων που χρηματοδοτούνται μόνο από εθνικούς πόρους. 'Ετσι, το σύνολο του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, σχεδόν το σύνολο κατευθύνεται σε έργα για τη δημιουργία υποδομών που ενδιαφέρουν κυρίως την Ευρωπαϊκή 'Ενωση και το μεγάλο κεφάλαιο και που από μόνα τους αυτά τα έργα δεν οδηγούν σε ανάπτυξη. Ταυτόχρονα με το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων προετοιμάζεται το έδαφος των ιδιωτικοποιήσεων. Το 27,5% των συνολικών δαπανών του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, δηλαδή εξακόσια εβδομήντα δισεκατομμύρια (670.000.000.000) είναι η συμμετοχή του δημοσίου στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών. Το κονδύλι αυτό, όχι μόνο δεν έχει αναπτυξιακό χαρακτήρα, αλλά στην ουσία προωθεί, για την ακρίβεια προετοιμάζει την ιδιωτικοποίηση των ΔΕΚΟ και τα ποσά αυτά προσβλέπουν στην "εξυγίανσή τους", ώστε να παραδοθούν στο μεγάλο κεφάλαιο είτε καθ'ολοκληρίαν είτε ορισμένες βέβαια λειτουργίες τους. Στην ουσία πρόκειται για χρήματα, τα οποία θα καρπωθούν οι μεγαλοεπιχειρηματίες, που θα βάλουν το χέρι τους σ'αυτές τις επιχειρήσεις. Τα παραπάνω στοιχεία είναι ενδεικτικά για την κατεύθυνση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα που κυριολεκτικά στρώνει το έδαφος για την επέλαση των πολυεθνικών και των μονοπωλίων. Με τον Κρατικό Προϋπολογισμό γίνεται ξαναμοίρασμα υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου, του εθνικού πλούτου, που συγκεντρώνεται μέσα από τη φορολογική αφαίμαξη των εργαζομένων με διάφορους τρόπους και μορφές, όπως: τις εκτεταμένες φοροαπαλλαγές και το άδικο φορολογικό σύστημα. Τις εκτεταμένες φοροαπαλλαγές για τους μεγάλους επιχειρηματίες, τις μεγάλες επιχειρήσεις, την αποφυγή είσπραξης περισσότερων από 1,8 τρισεκατομμυρίων δραχμών φόρων που έχουν βεβαιωθεί, αλλά που δεν εισπράττονται και κυρίως προέρχονται από τις μεγάλες επιχειρήσεις. Με την καταβολή περισσότερων από 3,1 τρισεκατομμύρια δραχμές για τόκους από την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, που κατά κύριο λόγο καταβάλλονται στο τραπεζικό και χρηματιστικό κεφάλαιο. Τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια δραχμές που καταβάλλονται υπό μορφή κινήτρων και άλλων επιδοτήσεων, τις μεγάλες βιομηχανικές και εμπορικές επιχειρήσεις. Αυτοί άλλωστε είναι που θα ξεκοκαλίσουν και το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, αλλά και του Γ' Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης. Από τα στοιχεία αυτά αποδεικνύεται πόσο βαθιά ταξικός και αντιλαϊκός είναι αυτός ο Προϋπολογισμός. Ποιος κερδίζει και ποιος χάνει από το ξαναμοίρασμα της πίτας που γίνεται; Να, γιατί σας χειροκροτούν και οι βιομήχανοι και ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων. Για το ΚΚΕ ο Προϋπολογισμός δεν είναι ένα απλά οικονομικό λογιστικό πρόβλημα, αλλά βαθύτατα πολιτικό. Σε τελευταία ανάλυση, η θέση που παίρνει η κάθε δύναμη απέναντι στον ετήσιο Προϋπολογισμό, έχει να κάνει με την πολιτική επιλογή στο κεντρικό ερώτημα: Υπεράσπιση των λαϊκών συμφερόντων ή των συμφερόντων του μονοπωλιακού κεφαλαίου; Το ΚΚΕ απορρίπτει τον Προϋπολογισμό του 2000 γιατί υπηρετεί την αντιλαϊκή πολιτική του μονοδρόμου της ΟΝΕ. Για άλλη μια φορά διακηρύσσουμε ότι ο άλλος δρόμος ανάπτυξης, προς όφελος των εργαζομένων, κινείται σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση και θα πρέπει να έχει σαν στόχο την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, τη διεύρυνση των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων, την εξασφάλιση της απασχόλησης, την υπεράσπιση και αναβάθμιση του δημόσιου συστήματος παιδείας, υγείας, πρόνοιας, την εξασφάλιση λαϊκής στέγης, τη δημόσια λαϊκή ιδιοκτησία στις βασικές πλουτοπαραγωγικές πηγές με κεντρικό σχεδιασμό, σύμφωνα με τις λαϊκές ανάγκες και την εξασφάλιση της ανάπτυξης της λαϊκής παραγωγής, την ανάπτυξη της παραγωγικότητας των μικροπαραγωγών στο χωριό και την πόλη, μέσα από παραγωγικούς συνεταιρισμούς και με την στήριξη ανάλογων πολιτικών επιλογών, την προστασία της εγχώριας παραγωγής από την ασύδοτη δράση των διεθνών μονοπωλίων και την προώθηση των εμπορικών ανταλλαγών στη βάση του αμοιβαίου οφέλους. Το ΚΚΕ καταψηφίζοντας αυτό τον αντιλαϊκό Προϋπολογισμό, καλεί τους εργαζόμενους σε αγωνιστική δράση μέσα από την προώθηση του λαϊκού μετώπου για την ανατροπή στην πράξη των κατευθύνσεων του φετινού Προϋπολογισμού, για να δημιουργηθούν οι κοινωνικές και πολιτικές προϋποθέσεις για μια άλλη διακυβέρνηση του τόπου που θα έχει τη θέληση και τη δύναμη να συγκρουσθεί με τα συμφέροντα, την ασυδοσία και την κυριαρχία των μονοπωλίων και των πολυεθνικών, την πολιτική και τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης και των άλλων ιμπεριαλιστικών οργανισμών, ώστε ν'ανοίξει ο δρόμος για μια άλλη εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας, προς όφελος του λαού και του τόπου. Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ο φετινός Προϋπολογισμός είναι ο τελευταίος του 20ου αιώνα και τις χιλιετίας, που σε λίγες μέρες μας αφήνουν. Ο 20ος αιώνας άρχισε με τα μεγάλα εθνικά και κοινωνικά κινήματα. Η οικοδόμηση του σοσιαλισμού έγινε πραγματικότητα σε μια σειρά χώρες. Στο μεταίχμιο της δεκαετίας του '80 και '90 είχαμε τις μεγάλες ανατροπές που τόσα δεινά έφεραν για τους λαούς. Ο 20ος αιώνας μας αποχαιρετά με τις μεγάλες κινητοποιήσεις ενάντια στο καθεστώς της ασυδοσίας και της κυριαρχίας των πολυεθνικών, που κορυφαία τους εκδήλωση στάθηκαν οι κινητοποιήσεις στην ίδια τη μητρόπολη του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού, στο Σιάτλ των Ηνωμένων Πολιτειών. Στους αγώνες των λαών βρίσκεται η ελπίδα και ο 21ος αιώνας έχουμε την αισιοδοξία ότι θα είναι ο αιώνας που οι λαοί θα περάσουν στην αντεπίθεση και θα βάλουν τη σφραγίδα τους. Πιστεύουμε ότι καμία δύναμη δεν θα μπορέσει να τη σταματήσει, γιατί είμαστε βαθιά πεπεισμένοι ότι όταν ένας λαός θέλει, μπορεί να νικήσει. Σας ευχαριστώ. (Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Αχιλλεύς Κανταρτζής καταθέτει για τα Πρακτικά τους προαναφερθέντες πίνακες, οι οποίοι έχουν ως εξής: (Οι σχετικοί πίνακες υπάρχουν στο τεύχος των Πρακτικών της Βουλής) ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Ν. Κρητικός): Ο γενικός εισηγητής του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου κ. Δραγασάκης έχει το λόγο. ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πιστεύω ότι τουλάχιστον φέτος πρέπει να συμφωνήσετε και εσείς ότι αυτός ο τρόπος συζήτησης του Προϋπολογισμού έχει φθάσει στα όριά του. Και αν κάποιος είχε την υπομονή να μας ακούει όλο το βράδυ, πιστεύω ότι θα έχει και αυτός την ίδια άποψη. Νομίζω ότι είναι ένα από τα θέματα που θα μπορούσαμε σε αυτήν τη χώρα να λύσουμε. Δηλαδή να αποκτήσουμε ένα τρόπο κατάρτισης και συζήτησης του Προϋπολογισμού και ένα σύστημα δημοσιονομικής διαχείρισης, που να είναι διαφανές, αξιόπιστο, να μπορεί το ελληνικό Κοινοβούλιο να κάνει αυτό, ας πούμε, που κάνει το Κοινοβούλιο της Γαλλίας, όπου συζητάνε τις πιστώσεις κατά υπουργείο και όπου οι Βουλευτές έχουν τη δυνατότητα να προτείνουν τροποποιήσεις. Για παράδειγμα, ενδεχομένως θα μπορούσαμε, όσοι είμαστε εδώ απόψε, να συμφωνήσουμε ότι μπορούν να μειωθούν κάποια κονδύλια και να αυξηθούν κάποια άλλα, όπως τα κονδύλια υπέρ των ανέργων, υπέρ των σεισμόπληκτων κλπ. Με το σύστημα το οποίο έχουμε σήμερα, δεν μπορούμε να το κάνουμε. Στην πραγματικότητα, αυτό το οποίο γίνεται είναι ότι με αφορμή τον Προϋπολογισμό βγάζουμε λόγους και στο τέλος δίνεται ψήφος εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση. 'Οσοι είναι με την Κυβέρνηση την ψηφίζουν και ας διαφωνούν με τον Προϋπολογισμό και όσοι είναι αντίθετοι με την Κυβέρνηση καταψηφίζουν, ακόμη και αν υπήρχαν κονδύλια, που θα μπορούσαν να ψηφίσουν. Σας θυμίζω ότι ο Συνασπισμός έθεσε αυτό το θέμα από την πρώτη στιγμή που ήρθε στη Βουλή και το θέσαμε με συγκεκριμένες προτάσεις. Τότε μας είχε κάνει θετική εντύπωση που και ο παριστάμενος Υπουργός Εθνικής Οικονομίας είχε αναγνωρίσει ότι όντως υπάρχει πρόβλημα. Διαπιστώνουμε όμως, ότι η Βουλή αυτή ολοκληρώνει την τετραετία της, ολοκληρώνει τον κύκλο της και είμαστε στα ίδια, ή σχεδόν στα ίδια, διότι έγιναν κάποια βήματα σε ορισμένα οργανωτικά ζητήματα. Εμείς από το Συνασπισμό δεν έχουμε καμία δυσκολία να συμφωνήσουμε με μία διαπίστωση που κάνει φέτος το ΙΟΒΕ, το οποίο λειτουργεί στα πλαίσια του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών, το οποίο λέει το εξής ενδιαφέρον: "Ο ελληνικός Κρατικός Προϋπολογισμός εξακολουθεί και σήμερα να είναι, ως προς τη βασική του δομή και λειτουργία, ο ίδιος με αυτόν που ήταν στις αρχές της δεκαετίας του '50 και κλείνουμε αιώνα και αλλάζουμε αιώνα". Πράγματι έχει δίκιο, διότι όντως στην αρχή της δεκαετίας του '50, όταν αμέσως μετά τον εμφύλιο πόλεμο, είχαμε ένα εξαιρετικά αυταρχικό καθεστώς, ως γνωστόν, ο Προϋπολογισμός καταρτιζόταν στα άδυτα του Υπουργείου Οικονομικών με υποδείξεις και της αμερικάνικης αποστολής, ερχόταν στη Βουλή για επικύρωση και σε εκείνες τις συνθήκες βεβαίως δεν μπορούσε να γίνει καμία συζήτηση. Παρά τις αλλαγές, που έγιναν όλες αυτές τις δεκαετίες, αυτός ο πυρήνας αναχρονισμού έχει μείνει άθικτος και αυτό δεν είναι χωρίς εξήγηση. Προφανώς αυτό το σύστημα που έχουμε προστατεύεται, διότι έτσι προστατεύεται η αδιαφάνεια των επιλογών και η αδιαφάνεια της διαχείρισης. Προστατεύται δηλαδή ένα σύστημα αποκλειστικών δυνατοτήτων, που έχει η Εκτελεστική Εξουσία και η εκάστοτε κυβέρνηση και αντίστοιχα προστατεύεται ένα σύστημα πελατειακών σχέσεων, το οποίο μπορεί να οικοδομηθεί σ' αυτήν τη βάση. Eπίσης, εμείς ως Συνασπισμός δεν έχουμε τη δυσκολία να αναγνωρίσουμε ότι περιμέναμε από αυτήν την Κυβέρνηση ότι τουλάχιστον τέτοιου είδους θεσμικά αποστήματα θα τα έσπαζε. Δυστυχώς και αυτή η Κυβέρνηση παρέμεινε θεματοφύλακας αυτού του σκληρού πυρήνα του πολιτικού θεσμικού αναχρονισμού που υπάρχει στη χώρα μας. Εμείς εκτιμούμε ότι με την ενταξή μας στην ΟΝΕ δεν μπορούν να μείνουν αυτά τα συστήματα έτσι. Απαιτείται μία πιο διαφανής, πιο αυστηρή δημοσιονομική διαχείριση. Και επομένως στο ερώτημα, τι πρέπει να γίνει, τα έχουμε πει χίλιες φορές, αλλά θα τα επαναλάβουμε. 'Εχουμε πει ότι χρειάζεται ένας άλλος τρόπος κατάρτισης, συζήτησης και έγκρισης του Προϋπολογισμού, όπου στο στάδιο της κατάρτισης θα μπορεί να γίνεται μία συζήτηση των εναλλακτικών επιλογών των σεναρίων. Να υπάρχει δυνατότητα παρέμβασης κοινωνικών οργανώσεων και κομμάτων. Κατά τη συζήτηση εδώ θα πρέπει να ακολουθήσουμε το παράδειγμα άλλων χωρών, που έχουν καλύτερη εμπειρία, όπως η Γαλλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, ούτως ώστε εδώ να μπορεί να γίνει και μία κατά το δυνατόν βελτίωση του Προϋπολογισμού, δεδομένου ότι τα διάφορα κόμματα έχουν και ριζικά διαφορετικές απόψεις σε μια σειρά θεμάτων. Το δεύτερο που πρέπει να γίνει είναι ότι ο Προϋπολογισμός πρέπει να έχει όλους τους λογαριασμούς. Εδώ συζητάμε τον Προϋπολογισμό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι και δεν υπάρχει μία φράση, ένας στοιχειώδης απολογισμός για το λεγόμενο πακέτο Ντελόρ, το οποίο τελειώνει 31.12.99. Ούτε υπάρχει κάποια αναφορά για τις επιλογές του τρίτου Κοινοτικού Πλαισίου που αρχίζει το 2000. Αυτά τα πακέτα είναι τεράστια ποσά, είναι βασικά εργαλεία ανάπτυξης. Εάν η Βουλή δεν έχει κάποια δυνατότητα να εκφράσει άποψη επί των επιλογών που γίνονται, αν θα κάνουμε δρόμους ή σιδηροδρόμους ή αν θα εκσυγχρονίσουμε τη διοίκηση ή θα κάνουμε άλλα πράγματα, κατανοούμε ότι εδώ μιλάμε για ένα περιορισμένο μέρος δημοσιονομικής διαχείρισης. 'Ακουσα από τις ειδήσεις ότι η Κυβέρνηση κατέθεσε το πρόγραμμα σύγκλισης για τα επόμενα τέσσερα χρόνια στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση. Η Βουλή δεν πρέπει να έχει κάποια άποψη, στη διαμόρφωση των βασικών συντεταγμένων της πολιτικής τα επόμενα τέσσερα χρόνια; Αφήνω δε που υπάρχουν και πάρα πολλοί λογαριασμοί, οι λεγόμενοι ειδικοί, οι οποίοι διαχειρίζονται κατά βούληση οι αρμόδιοι Υπουργοί, χωρίς να υπάρχει διαφάνεια ή κανένας έλεγχος. Αυτές οι ρυθμίσεις, οι εκσυγχρονισμοί δεν είναι χωρίς πρακτικό αντίκρησμα για τους πολίτες και τους φορολογούμενους. Η αδιαφάνεια στις επιλογές και τη διαχειρίση σίγουρα οδηγεί σε σπατάλη πόρων, σε λάθη, σε κακοδιαχειρίσεις, σε μονομέρειες, σε διακρίσεις. Αντίστοιχα ένας άλλος τρόπος, όπως αυτός που ο Συνασπισμός προτείνει εδώ και χρόνια, κατά τεκμήριο μπορεί να οδηγήσει σε αποτελεσματικότερη διαχείριση. Μπορούν να εξοικονομηθούν πόροι και κυρίως μπορεί να γίνει μια κατανομή πόρων πιο κοντά στις ανάγκες της κοινωνίας. Διότι βεβαίως κι εκεί θα έχουμε τις αντιθέσεις μας, αλλά σίγουρα όλοι οι Βουλευτές θα έχουν να εκφράσουν ανάγκες και πιέσεις υπαρκτές των ψηφοφόρων τους. Επίσης ένας τέτοιος τρόπος θα μπορούσε να αναζωογονήσει την πολιτική, να μας κάνει όλους πιο υπεύθυνους. Διότι άκουσα για παράδειγμα από τον κ. Πολύδωρα -και ας μου επιτραπεί να κάνω μία παρένθεση εδώ- ότι θα έπρεπε να μειώσουμε τις δημόσιες δαπάνες. Πόσες είναι οι δημόσιες δαπάνες στη χώρα μας; Είναι το 40,2% του εθνικού εισοδήματος. Πόσες είναι οι δημόσιες δαπάνες κατά μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση; Είναι 47,2% του εθνικού εισοδήματος. Θεωρεί, λοιπόν, κανείς από εμάς ότι η Ελλάδα, η χώρα των μεγάλων ελλειμμάτων σε κοινωνικές και άλλες υποδομές μπορεί να λειτουργήσει ως κράτος με λιγότερες δημόσιες δαπάνες απ' ό,τι οι ευρωπαϊκές χώρες, όταν μάλιστα το 30% των δαπανών πάει σε εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους; Αν εννοεί η Νέα Δημοκρατία περιορισμό της σπατάλης, της κακοδιαχείρισης κ.λπ., υπερθεματίζουμε. ΒΥΡΩΝ ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ: Ασφαλώς. ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Αλλά επειδή υπάρχει και μια ιδεολογική πίεση ότι η πολιτική της χώρας μας τα επόμενα χρόνια πρέπει να στηριχθεί στη μείωση των δημοσίων δαπανών, θα πρέπει αυτά τα πράγματα να τα διευκρινίσουμε. Σε ό,τι αφορά τώρα το περιεχόμενο του Προϋπολογισμού, με τον οποίο κλείνει και μια ολόκληρη τετραετία, έχουμε χρέος να δούμε τι έγινε όλα αυτά τα χρόνια. Η Κυβέρνηση παρουσιάζει τη διαφαινόμενη ένταξη στην ΟΝΕ ως ένα αυτοσκοπό, ως μία επιτυχία αυτή καθαυτή, ικανή να καθαγιάσει ό,τι έγινε και να συγκαλύψει, να δικαιολογήσει ό,τι δεν έγινε. Απέναντι σε αυτό το σχήμα λοιπόν βρισκόμαστε εμείς, βρίσκονται και πολίτες της χώρας μας. Μα, έχουμε ανεργία, μα έχουμε φτώχεια, μα έχουμε διαρθρωτικά προβλήματα. Αυτά όλα αγνοούνται, διότι μπαίνουμε στην ΟΝΕ. Η δική μας θέση είναι η εξής: Χωρίς να αρνούμαστε τίποτα απ' ό,τι πραγματικά έγινε και που είναι σε θετική κατεύθυνση, εμείς θεωρούμε χρέος μας να ενημερώσουμε τον ελληνικό λαό για τα προβλήματα που συνοδεύουν κατά τη γνώμη μας και θα επιβαρύνουν τον βηματισμό μας στην μετά την ΟΝΕ εποχή, όχι μόνο για να ασκήσουμε κριτική στην Κυβέρνηση, αλλά διότι χρειάζεται να ξέρουμε, μπαίνοντας στην ΟΝΕ, με τι δυνατότητες μπαίνουμε και με τι βάρη και με τι ανοιχτά προβλήματα. Θεωρούμε επίσης χρέος μας να υπερασπιστούμε προτάσεις που έχουμε κάνει ως Συνασπισμός, όλα αυτά τα χρόνια και που νιώθουμε σήμερα ότι, εάν είχαν υιοθετηθεί, θα είχαμε ένα θετικότερο αποτέλεσμα και για την οικονομία και για τους εργαζόμενους. Κυρίως όμως θεωρούμε χρέος μας να διατυπώσουμε και να υποστηρίξουμε το επιχείρημα ότι, ανεξάρτητα από την άποψη που έχει κανείς για το τι έγινε ως τώρα -διότι υπάρχει ένας κόσμος που λέει ότι έπρεπε να γίνει αυτή η σύγκλιση και ας ήταν άδικη- μπαίνοντας στην ΟΝΕ χρειαζόμαστε ένα νέο οικονομικό σχεδιασμό, μία νέα πολιτική, μία στροφή συνολικότερη στο τι κάναμε ως τώρα και στο πως το κάναμε, ένα σχεδιασμό με προτεραιότητα στην απασχόληση τώρα πια, στην ανάπτυξη και στην κοινωνική δικαιοσύνη, ένα σχεδιασμό που θα βρίσκεται στον αντίποδα του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος το οποίο κυριάρχησε έως τώρα, προς το οποίο προσαρμόστηκε και το ΠΑΣΟΚ, αλλά το οποίο σήμερα πια σε όλο το κόσμο, αμφισβητείται, έχει οδηγήσει σε τεράστιες ανισότητες, τεράστια προβλήματα τα οποία θα πρέπει αντιμετωπιστούν. Η Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι πέτυχε, όχι μόνο ονομαστική σύγκλιση, αλλά και πραγματική σύγκλιση. Υποστηρίζει επίσης ότι το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων συγκλίνει με το αντίστοιχο της Ευρώπης και ότι αυτή η τάση θα συνεχιστεί και μετά την ΟΝΕ. Θέλω να πω ευθέως ότι εάν αυτό ήταν αλήθεια, ο Συναπισμός θα τον αναγνώριζε. Δυστυχώς πρόκειται για μία δημαγωγία. Ο Συνασπισμός δεν υποτιμά κατ'αρχήν την επίτευξη της δημοσιονομικής σταθερότητας. Δεν υποτιμούμε τα ονομαστικά κριτήρια, αλλά όμως υπό έναν όρο, ότι αυτή η δημοσιονομική σταθερότητα θα αξιοποιείται ως βάση για τη διαμόρφωση αναπτυξιακών και κοινωνικών πολιτικών. Αν η δημοσιονομική σταθερότητα αυτονομείται, δηλαδή ο πληθωρισμός είναι χαμηλός, τα ελλείμματα χαμηλά, εάν αυτά αυτονομούνται και γίνονται αυτοσκοπός μπορεί η σταθερότητα να λειτουργήσει ως πλαίσιο στασιμότητος, ως πλαίσιο συρρίκνωσης της αναπτυξιακής δυναμικής που έχουμε και που πρέπει να ενισχύσαμε. Δεύτερο θέμα είναι το πως πετύχαμε αυτά τα κριτήρια. Κατ'αρχήν ευνοηθήκαμε από τη διεθνή συγκυρία και αυτό πρέπει να το πούμε. Σήμερα ανησυχούμε όλοι με την άνοδο της τιμής του πετρελαίου. 'Αρα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι αξιοποιήσαμε μία συγκυρία όπου το πετρέλαιο ήταν δώδεκα δολάρια, δεκατρία δολάρια, δέκα δολάρια. Είχαμε σχεδόν μηδενικό εισαγόμενο πληθωρισμό. ΓΙΑΝΝΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ (Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών): Πρόπερσι είχαμε είκοσι δύο δολάρια. ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Το αρνείστε κύριε Υπουργέ, ότι είχαμε μία ευνοϊκή διεθνή συγκυρία, η οποία μας βοήθησε και άρα πρέπει να πάρουμε τα μέτρα μας, έναντι πιθανής χειροτέρευσης της διεθνούς συγκυρίας; Αυτό είναι το νόημα της αναφοράς μου και όχι για να μειώσω το αποτέλεσμα. Στο όνομα της ανόδου της τιμής του πετρελαίου τώρα ακούμε ότι πρέπει να γίνουν νέες θυσίες κλπ. Δεύτερον στηρίχθηκε στην ανισοκατανομή των εισοδημάτων. Είχαμε μεταφορά πλούτου από τους εργαζόμενους προς το κεφάλαιο. Και αυτό αποτυπώνεται στα κέρδη. Τρίτον, είχαμε ιδιωτικοποιήσεις. Τέταρτον, είχαμε αυτό που λέγεται δημιουργική λογιστική, η οποία όμως εφαρμόζεται σε όλη την Ευρώπη, επομένως είναι κάτι αποδεκτό. Ποιο είναι το πρόβλημα; 'Οτι δεν συνδυάσαμε στο βαθμό που έπρεπε την επίτευξη της ονομαστικής σύγκλισης με την αναβάθμιση της πραγματικής οικονομίας και την αντιμετώπιση των χρόνιων, πρέπει να αναγνωρίσουμε διαρθρωτικών προβλημάτων. Και έρχομαι στην πραγματική σύγκλιση. Η Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι με βάση το δείκτη Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν κατά κεφαλή συγκλίνουμε, πάμε καλά. Θέλω να είμαι συγκεκριμένος. Το 1986 η Ελλάδα ήταν πιο πίσω από την Ισπανία, ήταν πιο μπροστά από την Πορτογαλία και ήταν στο ίδιο επίπεδο με την Ιρλανδία. Και αναφέρω αυτές τις χώρες γιατί δεν θέλω να κάνω σύγκριση με τη Γερμανία που έχουμε ιστορική απόσταση. Μιλάω για τις χώρες που είμαστε περίπου στην ίδια ομάδα. Το 2000 τι προβλέπουμε να έχουμε; Η Ελλάδα θα είναι στο επίπεδο που ήταν η Πορτογαλία το 1994, στο επίπεδο που ήταν η Ιρλανδία το 1990 και στο επίπεδο που ήταν η Ισπανία το 1986. Δηλαδή το 2000 μας χαρίζουν από την Πορτογαλία έξι χρόνια, από την Ιρλανδία δέκα χρόνια και από την Ισπανία δεκαπέντε χρόνια. Αυτή είναι η πραγματικότητα. 'Εχει σημασία διότι είμαστε ένα σύνολο που δεν έχει σημασία τι κάνεις εσύ αλλά τι κάνουν και οι άλλοι. Είναι συγκριτικό μέγεθος η ανάπτυξη. Επομένως ο ισχυρισμός της Κυβέρνησης δεν ευσταθεί. Εκείνο όμως που θέλω να προσθέσω με έμφαση από την πλευρά του Συνασπισμού είναι ότι οι δείκτες αυτοί -εφόσον τους χρησιμοποιεί η Κυβέρνηση πήρε την απάντησηδεν είναι ακριβής απεικόνιση της πραγματικότητας. Και τούτο διότι η ανάπτυξη σήμερα είναι κυρίως ποιοτικό παρά ποσοτικό μέγεθος. Σήμερα όταν μιλάμε για ανάπτυξη, σημασία δεν έχει μόνο ο ρυθμός αύξησης του εθνικού εισοδήματος. Σημασία έχει αν παράγουμε παλαιά, ξεπερασμένα προϊόντα ή νέα προϊόντα. Αν η ανάπτυξη δημιουργεί απασχόληση ή διευρύνει την ανεργία. Αν προστατεύει το περιβάλλον ή αν το καταστρέφει. Και έχει σημασία ότι ο ΟΗΕ καταρτίζει κάθε χρόνο ένα δείκτη που το λέει δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης όπου πέρα από το εθνικό εισόδημα υπολογίζει και άλλα πράγματα. Εκπαίδευση, μορφωτικό επίπεδο, αναλφαβητισμός, υγεία, θέση της γυναίκας στην κοινωνία. Συνθέτει λοιπόν ένα καλάθι από δείκτες που πραγματικά αντανακλούν την ευρύτερη ποιοτική έννοια της ανάπτυξης. Σύμφωνα λοιπόν με αυτό το δείκτη, ενώ από άποψη χρηματιστηρίου είμαστε σχεδόν πρώτοι σε όλο τον κόσμο ενώ από άποψη μεγέθυνσης είμαστε σε ένα μέτριο επίπεδο, από την άποψη του δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης του ΟΗΕ, ενώ το 1998 ήμασταν στην εικοστή θέση το 1999 πέσαμε την εικοστή έβδομη θέση. 'Αρα σε μια περίοδο που η Κυβέρνηση λέει ότι όλα πάνε καλά βλέπουμε από μία ευρύτερη σκοπιά που αυτή ενδιαφέρει ότι έχουμε πρόβλημα ως κοινωνία. Πώς εξηγείται αυτό; Πρώτον. Σε ποιο βαθμό η οικονομία μας αφομοιώνει επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνολογίας; Κατά κοινή ομολογία αυτό καθορίζει και τη μελλοντική ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα. Εδώ λοιπόν στην εισήγηση που έχουμε καταθέσει έχουμε διάφορα στοιχεία για όσους ενδιαφέρονται, που πράγματι δείχνουν ότι από την άποψη ορισμένων δεικτών που χρησιμοποιούν οι επιστήμονες όπως είναι οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές ανά χίλιοι κάτοικοι όπως είναι συνδέσεις με INTERNET, όπως είναι δαπάνες των επιχειρήσεων δημόσιων και ιδιωτικών σε έρευνα και τεχνολογία, από την άποψη λοιπόν αυτών των δεικτών υστερούμε όχι μόνο σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη αλλά εδώ έχουμε υστέρηση και σε σχέση με χώρες, όπως είναι η Πολωνία σε άλλα με την Τσεχία, με την Ουγγαρία κλπ. Δεύτερο κριτήριο. Σε ποιο βαθμό παράγουμε προϊόντα ή απλώς καταναλώνουμε προϊόντα. Η ελληνική κοινωνία είναι μία έντονα καταναλωτική κοινωνία. Εάν όμως, δεν βελτιώσουμε την παραγωγική ικανότητα, την ικανότητα της αγροτικής μας οικονομίας, της βιομηχανίας, των υπηρεσιών να παράγουν προϊόντα, δεν πάμε πουθενά. Και εδώ επίσης έχουμε πρόβλημα. Το σημειώνει και μια έκθεση της Κομισιόν που λέγει ότι η βιομηχανία σας καταναλώνει, δεν παράγει προϊόντα νέων τεχνολογιών και γι' αυτό δεν έχετε αύξηση της απασχόλησης στη βιομηχανία. 'Εχετε μείωση της απασχόλησης. Εάν λοιπόν απλώς καταναλώνουμε όλο αυτό το κύμα των νέων προϊόντων χωρίς να έχουμε ικανότητα παραγωγής, το μέλλον της απασχόλησης και της ανεργίας είναι ζοφερό. Τρίτο κριτήριο. Σε ποιο βαθμό δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας και σε ποιο βαθμό αυτές οι θέσεις ικανοποιούν την προσφορά εργατικού δυναμικού. Τα τελευταία χρόνια κάθε χρόνο είχαμε περίπου πενήντα χιλιάδες θέσεις εργασίας. Δυστυχώς όμως τα ίδια χρόνια είχαμε εβδομήντα πέντε χιλιάδες κάθε χρόνο ζήτηση νέων θέσεων εργασίας. Επομένως, το απόθεμα ανεργίας αυξανόταν κάθε χρόνο κατά είκοσι πέντε χιλιάδες άτομα. Πολλοί θεωρούν υπεύθυνους τους μετανάστες. Δεν είναι σωστό. Εάν αύριο το πρωϊ έφευγαν οι μετανάστες από την Ελλάδα, θα είχαμε οικονομική καθίζηση. Οι οικονομικοί μετανάστες βοηθούν στην ανάπτυξη της οικονομίας. Βοηθούν στη διάσωση ορισμένων κλάδων χαμηλής ανταγωνιστικότητας. Και κατ' αυτόν τον τρόπο και μ' αυτήν την έννοια ενδεχομένως χωρίς τους μετανάστες να είχαμε όχι μόνο χαμηλότερη ανάπτυξη, αλλά και υψηλότερη ανεργία. Γι' αυτό και ο Συνασπισμός επιμένει για την ανάγκη μιας σύγχρονης μακράς πνοής μεταναστευτικής και αντιρατσιστικής πολιτικής. Τέταρτο κριτήριο. Σε ποιο βαθμό η ανάπτυξη που έχουμε αμβλύνει ή διευρύνει τις περιφερειακές ανισότητες. Θέλω εδώ να κάνω μία αναφορά διότι η Κυβέρνηση για κάποιους λόγους θέλει να αγνοεί τα γεγονότα. Πόση Ελλάδα συγκλίνει; Αυτό είναι το ερώτημα. Εδώ λοιπόν η τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης για τις περιφέρειες όλης της Ευρώπης, έχει μερικά ενδιαφέροντα στοιχεία. Θέλω να τα πω για να ακουστούν τουλάχιστον από τους κατοίκους αυτών των περιοχών. Το 1986 η Πελοπόννησος ήταν είκοσι έξι σκαλοπάτια πριν από το τέλος. Δηλαδή, μετά την Πελοπόννησο υπήρχαν σε όλη την Ευρώπη άλλες είκοσι τέσσερις περιοχές πιο φτωχές. Σήμερα η Πελοπόννησος είναι στη δέκατη τέταρτη θέση. Δηλαδή, πήγε πιο κοντά προς το τέλος η Πελοπόννησος. Η περιοχή της ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης ήταν στην εικοστή θέση και έχει πάει στη δέκατη όγδοη θέση. Και αυτή έχει υποβιβαστεί. Η δυτική Μακεδονία ήταν στη δέκατη τρίτη θέση και πήγε στη δωδέκατη θέση. Και αυτή έχασε. ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΧΤΑΣ (Υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας): Με αύξηση του περιφερειακού προϊόντος. ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Κύριε Υπουργέ, αυξήστε ό,τι θέλετε. εδώ το αποτέλεσμα ενδιαφέρει. 'Εχουμε τώρα δύο περιπτώσεις που πρέπει να τις προσέξουμε κύριε Υπουργέ, μια και είστε εδώ και έχετε και την ευθύνη του ΠΕΠ. Η 'Ηπειρος από την ενδέκατη θέση έπεσε στη δεύτερη, δηλαδή αμέσως μετά τις αποικίες και το Βόρειο Αιγαίο από την όγδοη θέση στην έκτη. Εδώ, αν μας δίνατε την ευχέρεια να κουβεντιάσουμε το Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, θα μπορούσαμε να ζητήσουμε και να τεκμηριώσουμε και να δούμε από πού μπορούμε να κόψουμε, ούτως ώστε μέσω και του Τρίτου Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης να καλύψουμε αυτές τις επικίνδυνες καθυστερήσεις. Το τελευταίο είναι οι κοινωνικές ανισότητες, αν η ανάπτυξη για την οποία μιλάμε διευρύνει ή αμβλύνει τις κοινωνικές ανισότητες. Δεν θέλω να επεκταθώ. Είναι λίγο-πολύ γνωστά τα γεγονότα. 'Οτι δηλαδή, δεν υποβλήθηκαν όλοι οι 'Ελληνες σε θυσίες. Το κόστος προσαρμογής κατανεμήθηκε άνισα και άδικα σε βάρος των οικονομικά ασθενέστερων. Τόσο η εισοδηματική πολιτική που έθιξε κυρίως τα κάτω στρώματα, όσο και η φορολογική πολιτική που έπληξε και τους κάτω, αλλά περισσότερο τα μεσαία στρώματα, λειτούργησαν μονοσήμαντα σε βάρος μισθωτών, συνταξιούχων, αγροτών, επαγγελματιών. Θύματα αυτής της πολιτικής επίσης ήταν οι τομείς της υγείας και της παιδείας, της διοίκησης, η ποιότητα γενικότερα των υπηρεσιών. (Στο σημείο αυτό την Προεδρική 'Εδρα καταλαμβάνει ο Δ' Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ) Την ίδια περίοδο οι έχοντες και κατέχοντες, που απ' ό,τι ακούσαμε εδώ από τον εισηγητή της Πλειοψηφίας φορολογήθηκαν, δεν νομίζω ότι μπορούν να έχουν παράπονο. Ο ρυθμός αύξησης των κερδών στη χώρα μας είναι ο υψηλότερος στην Ευρώπη. Και οι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο επιχειρήσεις το 1998 δήλωσαν κέρδη αυξημένα κατά 82%. Με εισοδηματική πολιτική 2% και 3%, πού αλλού να πάμε για να βρούμε τέτοια μεγέθη; Συμπέρασμα: Η σύγκλιση που είχαμε ήταν μία σύγκλιση ρηχή διότι παρέκαμψε τα διαρθρωτικά προβλήματα αντί να τα αντιμετωπίσει. 'Ηταν μία σύγκλιση μονομερής, διότι δεν αντιμετώπισε μαζί με την ονομαστική σύγκλιση τις νέες απαιτήσεις που δημιουργεί η ένταξη στην ΟΝΕ, αλλά και τις νέες προκλήσεις και τις νέες απαιτήσεις που δημιουργεί η περιβόητη παγκοσμιοποίηση. Και τρίτον, ήταν μία σύγκλιση άδικη σε ό,τι αφορά την κατανομή του κόστους, του οφέλους και των κερδών που υπήρξαν αυτά τα χρόνια. Επομένως, το ερώτημα του πως μπαίνουμε στην ΟΝΕ έχει κρίσιμη σημασία. Μπαίνουμε, λοιπόν, στην ΟΝΕ, την Οικονομική και Νομισματική 'Ενωση, με κοινωνικές ανισότητες διευρυμένες, με αυξημένα ποσοστά ανεργίας, με ένα δημόσιο χρέος που μειώνεται, αλλά παραμένει πάνω από το 100% του εθνικού εισοδήματος. Κυρίως, όμως, μπαίνουμε με ένα κοινωνικό κράτος -και αυτό μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα ως αριστερά- ανίκανο να αντιμετωπίσει τις νέες πιέσεις που θα έχουμε μετά την ένταξή μας στην ΟΝΕ. Χαρακτηριστικό είναι ότι το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης χαρακτηρίζεται από ένα αναλογιστικό έλλειμμα που κατά το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ ανέρχεται σε σαράντα οκτώ τρισεκατομμύρια (48.000.000.000.000) δραχμές. Μπαίνουμε, επίσης, στην ΟΝΕ με όλα αυτά τα προβλήματα που ταλαιπωρούν τον κόσμο, τη Δημόσια Διοίκηση, την κατάσταση στους τομείς υγείας και παιδείας. 'Εχει, όμως, σημασία να σημειώσουμε ότι μπαίνουμε στην ΟΝΕ και με μία οικονομική ελίτ που έχει συνηθίσει και επιμένει να αναζητά κέρδη και υπερκέρδη όχι μέσα από παραγωγικές επενδύσεις, αλλά μέσα από τη διαπλοκή με την εξουσία και το πολιτικό σύστημα. Με επιχειρήσεις που αναπτύσσουν οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς με τις εκάστοτε κυβερνήσεις όχι μόνο ως μέσο εύκολου πλουτισμού, αλλά και ως μέσο για την ισχυροποίηση της θέσης τους έναντι ανταγωνιστών, που πολλές φορές αν και οικονομικά ισχυροί δεν έχουν το ίδιο μέσον, με Υπουργούς, με Πρωθυπουργούς, με Κυβερνήτες. Από την άλλη πλευρά οι πολιτικές δυνάμεις, που έχουν την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας μας, αντί να θωρακίσουν την κοινωνία από τέτοια φαινόμενα, έγιναν ο άλλος πόλος της διαπλοκής. Διότι είναι γεγονός ότι η διαπλοκή είναι σαν το ταγκό. Θέλει δύο για να χορευθεί. Με ένα μόνο δε γίνεται. Τα λέμε αυτά διότι η οικονομική ισχύς από μόνη της αποτελεί πρόβλημα για κάθε χώρα. Η ανομία αποτελεί πρόβλημα για κάθε χώρα. 'Οταν έχουμε ταυτόχρονα οικονομική ισχύ και ανομία, αυτό συνιστά κεντρικό διαρθρωτικό οικονομικό και πολιτικό πρόβλημα για μία χώρα, που την εμποδίζει να πάει μπροστά. Η Ελλάδα συνεπώς, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις που με αντικειμενικότητα προσπαθήσαμε να αξιολογήσουμε εδώ, θα μπει στην ΟΝΕ έχοντας επιτύχει τα ονομαστικά κριτήρια. Ταυτόχρονα, όμως, μπαίνει στην ΟΝΕ με αυξημένα ποσοστά ανεργίας, με διευρυμένες κοινωνικές ανισότητες και με μεγάλες εκκρεμότητες, άλλες από τις οποίες δημιουργήθηκαν από την πολιτική αυτών των χωρών και άλλες μας έρχονται από πιο μακριά. Το συμπέρασμα είναι ότι η είσοδος στην ΟΝΕ δεν θα είναι έξοδος από το τούνελ των μονόπλευρων θυσιών χωρίς μια γενικότερη στροφή στις ασκούμενες πολιτικές και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη πρώτον σε ό,τι αφορά την ιεράρχηση και την προτεραιότητα των στόχων και δεύτερον σε ό,τι αφορά το κοινωνικό περιεχόμενο των πολιτικών που ασκούνται. Και έρχομαι ακριβώς τώρα στο θέμα αυτό. Θέλω να διευκρινίσω ότι για το Συνασπισμό και την ευρωπαϊκή αριστερά γενικότερα, το κοινό νόμισμα θα μπορούσε να αποτελέσει μέρος και μέσο ενός σχεδίου ευρωπαϊκής ενοποίησης. Υπό ένα όρο όμως: 'Οτι θα συνδυαζόταν η δημιουργία του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος -όπως είχαμε προτείνει- και με κοινωνικά κριτήρια και με πολιτικές πραγματικής σύγκλισης σε όλη την Ευρώπη και με πολιτικές απασχόλησης και με πολιτικές που οδηγούν σε μια κοινωνική Ευρώπη. Εδώ, η μεγάλη επιλογή που έγινε στην Ευρώπη, με τη συμμετοχή και της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, ήταν ακριβώς αυτή: 'Οτι το κοινό νόμισμα αυτονομήθηκε και μπήκε πάνω από τις ανάγκες και τα αιτήματα για κοινωνική Ευρώπη. Και έτσι, έχουμε μία Ο.Ν.Ε., μια νομισματική δηλαδή ένωση, που φέρει τη σφραγίδα των δυνάμεων του χρήματος και της νεοφιλελεύθερης λογικής. 'Εχουμε, δηλαδή, μία Ο.Ν.Ε. η οποία δεν έχει καμία σχέση προς την κοινωνική Ευρώπη που αγωνίσθηκε η Αριστερά. Ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου στην Ελλάδα και οι ευρύτερες δυνάμεις της Αριστεράς, κοινωνικά κινήματα, συνδικαλιστικές οργανώσεις, ακόμη και δυνάμεις στο εσωτερικό των σοσιαλιστικών και των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων αντιτάχθηκαν στο συγκεκριμένο χαρακτήρα αυτής της νομισματικής ένωσης. Το αποτέλεσμα, όμως, είναι συγκεκριμένο. Και ακριβώς γι'αυτό, είναι κρίσιμο το ερώτημα σε ό,τι αφορά τη στάση από εδώ και πέρα. Θα ζητήσουμε να μην μπούμε στην Ο.Ν.Ε. ή να φύγουμε από την Ο.Ν.Ε., επειδή έχει αυτόν το χαρακτήρα, όπως -αν σωστά αντιλαμβάνομαι- εννοεί το Κ.Κ.Ε.; Δεν ξέρω ακριβώς τη θέση του. Θα αποδεχθούμε την Ο.Ν.Ε. ως ένα δεδομένο αναλλοίωτο και θα προσαρμοσθούμε σε αυτό, όπως κάνει η Κυβέρνηση και η Νέα Δημοκρατία; 'Η θα διαμορφώσουμε ένα πλαίσιο στόχων και μεταρρυθμίσεων γύρω από τους οποίους μπορούν να συνταχθούν πολιτικές δυνάμεις, κινήματα και φορείς σε όλη την Ευρώπη; Ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου επιλέγει ξεκάθαρα τον τρίτο δρόμο, την τρίτη επιλογή. Μια γραμμή ενωτική, αγωνιστική, που κατά τη γνώμη μας, είναι και η μόνη που ανοίγει προοπτική. Οι στόχοι και οι προτάσεις μας απαντούν σε κεντρικές αντιφάσεις που παρουσιάζει σήμερα το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Πρώτον, έχουμε κοινό νόμισμα χωρίς επαρκείς πόρους, με αποτέλεσμα τις περιφερειακές ανισότητες που έλεγα πριν, και που δεν αφορούν μόνον την Ελλάδα, αλλά όλη την Ευρώπη. Και η Γερμανία έχει προβλημα με το ανατολικό τμήμα και η Ισπανία, και η Ιταλία με το νότο κλπ. 'Αρα ή θα έχουμε αύξηση των πόρων που σήμερα είναι το 1,27 του ευρωπαϊκού εθνικού εισοδήματος ή θα έχουμε έκρηξη της ανεργίας στην Ευρώπη και έκρηξη των περιφερειακών ανισοτήτων. Πρώτος στόχος λοιπόν αυτός, αύξηση των πόρων. Δεύτερον, έχουμε κοινό νόμισμα, ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων, αλλά διαφορετικά φορολογικά καθεστώτα, με αποτέλεσμα αυτήν τη στιγμή που μιλάμε ενώ ένας 'Ελληνας, αγοράζοντας έντοκο γραμμάτειο του δημοσίου, πληρώνει φόρο, ένας θεσμικός επενδυτής μπορεί να αγοράσει το ίδιο γραμμάτειο στο Λονδίνο αφορολόγητο. Σε μια χώρα, υπάρχει φόρος στα κέρδη από το χρηματιστήριο, σε άλλη δεν υπάρχει. Σε πολλές χώρες υπάρχει φόρος στους τόκους των καταθέσεων, σε άλλες χώρες δεν υπάρχει. Αυτή η φορολογική ζούγκλα αποτελεί μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση για αδύνατες οικονομίες. 'Αρα και εδώ το δίλημμα είναι σαφές: 'Η θα πάμε σε μια φορολογική εναρμόνιση, όπως προτείνει ο Συνασπισμός, αρχίζοντας από τη φορολόγιση των κινητών αξιών και των τίτλων ή θα βρεθούμε σε μια κατάσταση, όπου για να προσελκύσουμε ξένα κεφάλαια ή για να εμποδίσουμε ελληνικά κεφάλαια να φύγουν αύριο από τη χώρα μας, θα πρέπει διαρκώς να μειώνουμε τους φορολογικούς συντελεστές και τις φορολογικές επιβαρύνσεις στα κέρδη του κεφαλαίου, με αποτέλεσμα να υπερφορολογούμε τα εισοδήματα εργασίας και να μην έχουμε τα έσοδα που χρειάζονται για να στηρίξουμε κοινωνικές και αναπτυξιακές πολιτικές. Τρίτη αντίφαση. Κοινό νόμισμα, κοινά επιτόκια, αλλά διαφορετικά κοινωνικά καθεστώτα. Προ ημερών, ο Συνασπισμός έφερε στη Βουλή ένα σχέδιο νόμου για το τριανταπεντάωρο στη χώρα μας. Ποιό επιχείρημα ακούσαμε από την Κυβέρνηση; "Εμείς" -λέει- "να εφαρμόσουμε τριανταπεντάωρο; Αφού δεν έχει εφαρμοστεί ακόμη σε όλη την Ευρώπη." Αναγνώριση δηλαδή ότι η Ελλάδα στα κοινωνικά θέματα θα είναι πάντα ουραγός. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ (Υφυπουργός Οικονομικών): Αυτό αντιληφθήκατε; ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Αυτό αναφέρατε, κύριε Χριστουδουλάκη, εσείς προσωπικά σε συνέντευξή σας στην εφημερίδα "Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ". Είπατε πως αυτό θα γίνει, όταν εφαρμοστεί στην υπόλοιπη Ευρώπη. Εν πάση περιπτώσει, εγώ θέλω να είμαι θετικός. Εάν η Κυβέρνηση έχει άλλη άποψη, να ξαναφέρουμε το νόμο. Να τον καταθέσουμε ξανά, και το ΚΚΕ, το οποίο διαφώνησε δεν ξέρω για ποιον λόγο, να κάνει κάποιες τροποποιήσεις και να τον ψηφίσετε. Εμάς μας ενδιαφέρει να υπάρξει θετικό αποτέλεσμα εδώ και τώρα. Δεν θεωρούμε πανάκεια το 35ωρο αλλά δεν μπορούμε να διανοηθούμε αντιμετώπιση της ανεργίας σε μία εποχή τεχνολογικής επανάστασης που να μην περιλαμβάνει τη μείωση των ωρών εργασίας χωρίς τη μείωση των αποδοχών. Εγώ, όμως, ήθελα να πω άλλο και με διακόψατε. Τι λένε οι Γερμανοί εργοδότες στους Γερμανούς εργάτες, όταν οι Γερμανοί εργάτες σήμερα ζητάνε 30ωρο ή ζητάνε 32 ώρες δουλειάς; Εκείνο που τους λένε είναι "τριάντα ώρες στη Γερμανία, αφού η Ελλαδα έχει ακόμα σαράντα και σαράντα πέντε ώρες;" Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι στην ΟΝΕ διαμορφώνεται ένα πολύ διαφορετικό, ένα καινούριο πλαίσιο σ'ότι αφορά την ανάπτυξη των κοινωνικώ αγώνων. 'Η θα έχουμε σύγκλιση των κοινωνικών στάνταρς προς τα πάνω, όπως ζητάμε εμείς ή θα έχουμε προς τα κάτω. Δηλαδή η κάθε οικονομία, η κάθε χώρα θα προσπαθεί να αντιμετωπίσει προβλήματα ανταγωνισμού μειώνοντας τις αποδοχές, διευκολύνοντας τις απολύσεις, μη μειώνοντας τις ώρες εργασίας. Και αν υπάρχει ένα αριστερό επιχείρημα υπέρ της ΟΝΕ, κατά την άποψή μας είναι ότι με την ΟΝΕ διαμορφώνεται η κοινωνική βάση για να υπάρξει ένα κίνημα κοινωνικής αλληλεγγύης σε όλη την Ευρώπη. Οι εργαζόμενοι που χάνουν από δω και πέρα, θα χάνουν όχι μόνο για τον εαυτό τους, αλλα θα χάνουν για όλη την Ευρώπη. Εάν οι 'Ελληνες εργαζόμενοι υποχωρήσουν σε χειρότερες συνθήκες εργασίας, σε χειρότερους μισθούς, πρέπει να ξέρουν ότι έτσι συμπαρασύρουν προς τα κάτω και τους άλλους Ευρωπαίους. Εάν οι Γάλλοι εργαζόμενοι πετύχουν το 35ωρο σημαίνει ότι τραβούν όλους τους εργαζόμενους προς τα πάνω. Τέταρτη αντίφαση, το κοινό νόμισμα, τα κοινά επιτόκια, η κοινή νομισματική πολιτική, αλλά όχι πολιτικός έλεγχος σε όλα αυτά. Αυτό διαμορφώνεται για πρώτη φορά στην ιστορία. Η κεντρική τράπεζα είναι ανεξάρτητη, τα προϋπάρχοντα δημοκρατικά ελλείμματα, όπως ονομάζονται, έχουν διευρυνθεί, επομένως έχουμε ένα ευρωπαϊκό οικοδόμημα το οποίο ή θα εκδημοκρατισθεί ή οι Ευρωπαίοι πολίτες θα το νιώθουν αρχικά σε απόσταση και στο μέλλον εχθρικά. Θα πει κανείς: Ωραία και που τα λέει ο Συνασπισμός όλα αυτά τι θα γίνει; Εάν τα έλεγε μονο ο Συνασπισμός ενδεχομένως δεν θα γινόταν τίποτα. Εάν τα προβλήματα αυτά απασχολούσαν μόνο την Ελλάδα, πάλι ενδεχομένως δεν θα γινόταν τίποτε. Τα προβλήματα όμως που συνοπτικά σας ανέφερα κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι οι μεγάλες συγκρούσεις του παρόντος και του μέλλοντος. Και απέναντι σ'αυτές τις συγκρούσεις ο Συνασπισμός ήδη από σήμερα έχει πάρει θέση με σαφήνεια και καθαρότητα. Και σ'αυτήν τη σαφή και καθαρή θεση καλούμε και τους εργαζόμενους. Στο ερώτημα, λοιπόν, που απασχολεί τον κάθε 'Ελληνα σήμερα -πρέπει να αναγνωρίσουμε, ανεξάρτητα από την κομματική τοποθέτηση- και μετά την ΟΝΕ τι θα γίνει, δώσαμε ήδη μία απάντηση. Είπαμε ότι αυτό θα εξαρτηθεί από το πώς μπαίνουμε στην ΟΝΕ -και εδώ έχουμε προβλήματα- δεύτερον, από το τι θα γίνει στην ίδια την Ευρώπη, εάν θα αλλάξουν κάποια πράγματα και σε ποια κατεύθυνση και βέβαια ο τρίτος παράγοντας και ο πιο άμεσου, πρακτικού ενδιαφέροντος για όλους εμάς είναι το τι θα γίνει στη χώρα μας. Η Κυβέρνηση απ'ό,τι φαίνεται δίνει την απάντηση ότι θα συνεχιστεί η ίδια πολιτική. Το πρόγραμμα σύγκλισης το έχει καταθέσει και ήδη δεσμεύει μία ολόκληρη τετραετία. Απ'ό,τι ακούσαμε εδώ από τον εισηγητή του ΠΑΣΟΚ δεν έχουμε προβλήματα ως χώρα. Ακόμα και το κοινωνικό κράτος βελτιώνεται, η ανεργία θα μειωθεί, οι πλούσιοι φορολογούνται, δεν υπάρχει πρόβλημα. 'Αρα, από την Κυβέρνηση έχουμε την ίδια πολιτική. Από τη Νέα Δημοκρατία ακούμε κάποια πράγματα τα οποία δικαιούμαστε να ερμηνεύσουμε ότι σημαίνουν, ενδεχομένως περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις, αν προλάβετε, διότι πουλάει ο πωλητής γρήγορα. Περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις, λοιπόν, λιγότερες δημόσιες δαπάνες. Θέλει μία συζήτηση εάν και πώς μπορεί να γίνει και σε ποια κατεύθυνση. Και τρίτον, μία καλύτερη διαχείριση, λιγότερα σκάνδαλα. Επιτρέψτε μας να θεωρήσουμε ότι διαφορές ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας υπάρχουν, αλλά είναι κυρίως ποσοτικού χαρακτήρα. ΗΛΙΑΣ ΒΕΖΔΡΕΒΑΝΗΣ: 'Οχι και στα σκάνδαλα εμείς. Μας αδικείτε. ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Κύριε συνάδελφε, τα σκάνδαλα δεν θα τελειώσουν ποτέ. Το θέμα είναι να αποκτήσουμε ένα πλαίσιο θωράκισης της κοινωνίας που σκάνδαλα να κάνουν μόνο οι απατεώνες. Σήμερα ξέρετε τι συμβαίνει. Εμείς λέμε ότι ήρθε η ώρα νέων επιλογών. Πρέπει να γυρίσουν οι ράγες που πατάει το τρένο και όχι απλώς να αλλάξουμε το χρώμα των βαγονιών. Δεν είναι απλά τα προβλήματα. Δηλαδή, δεν μπορούμε να λέμε έτσι απλά "να μειώσουμε την ανεργία". Πώς να την μειώσουμε; Με τις ίδιες πολιτικές; Δεν είναι απλό να λέμε "να δώσουμε οικολογικό προσανατολισμό στην οικονομία", διότι η Ελλάδα ένα πλούτο έχει το περιβάλλον. Πώς θα γίνει αυτό; Με την αναρχία στη χωροταξία, την πολεοδομία και με τα συμφέροντα να λυμαίνονται όπως γίνεται σήμερα; Μπορούμε να επιφέρουμε τις δραστικές αλλαγές που χρειαζόμαστε στη παιδεία, στην υγεία χωρίς μεγάλες ανακατανομές πόρων; Εμείς λέμε ότι ζούμε σε μια εποχή προβλήματων, αλλά υπάρχουν και δυνατότητες, οι οποίες πρέπει να αξιοποιηθούν. Και ακριβώς η πρόκληση που έχουμε σήμερα, είναι να διαμορφώσουμε ένα πρότυπο ανάπτυξης καινούριο. Διότι ξέρετε, ανάπτυξη σήμερα έχουμε στο κόσμο, αλλά είναι μια ανάπτυξη που αυξάνει την ανεργία αντί να τη μειώνει, διευρύνει τη φτώχεια αντί να την περιορίζει, καταστρέφει το περιβάλλον αντί να το προστατεύει, αποξενώνει τους πολίτες αντί να τους κάνει μέρος του κοινωνικού, του πολιτιστικού και του οικονομικού γίγνεσθαι. Αυτό δεν είναι αποτέλεσμα κάποιων λαθών, αλλά είναι το υπόδειγμα το νεοφιλελεύθερο που επικράτησε ως τώρα, το οποίο πάσχει. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ (Υφυπουργός Οικονομικών): Καταστροφολογείτε! ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Κύριε Υπουργέ, μερικές φορές έχετε ένα παράξενο τρόπο να κάνετε ειρωνεία. Αρνείσθε σήμερα ότι η ανθρωπότητα έχει τεράστιο πρόβλημα ανισοτήτων, φτώχειας, καταστροφών; Αμφισβητείτε τις διαπιστώσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών; Αμφισβητείτε αυτά που λέει ο Σόρος ότι έχουμε παγκόσμιες κεφαλαιαγορές, αλλά δεν έχουμε και παγκόσμιο σύστημα ρύθμισής τους και μας απειλούν κρίσεις καταστροφικές; Δεν καταλαβαίνω αυτό το χιούμορ. Αν συζητάμε για τις δικές σας ... ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ (Υφυπουργός Οικονομικών): Τώρα ο Σόρος έγινε ο βασικός ελεγκτής; ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Μη το βάζετε το "Σόρος", κύριε Υπουργέ. Αλλά επειδή εσείς αλλάξατε τοποθέτηση, παρέμεινε καπιταλισμός. Δεν άλλαξε και ο καπιταλισμός μαζί μ' εσάς. Και αυτή είναι μια εμπειρία που τη ζει όλη η ανθρωπότητα. Δηλαδή, επειδή κάποιοι πρώην αριστεροί θεωρούν ότι δεν έχει νόημα σήμερα να αγωνίζονται για την αριστερά, σημαίνει ότι η αποστολή και ο ρόλος της αριστεράς στην εποχή μας μειώθηκε; Εγώ λέω ότι η ζήτηση της αριστεράς και μάλιστα μια αριστερά σύγχρονη και ριζοσπαστική, θα μεγαλώσει στον 21ο αιώνα. Εν πάση περιπτώσει με τον Υπουργό έχω μια ιδιόμορφη σχέση συμπάθειας αλλά και διαλόγου με οξύτητα, την οποία εγώ θα κρατήσω. Κύριε Υπουργέ, το επίπεδό σας επιβάλλει ένα σοβαρότερο επίπεδο διαλόγου πιστέψτε μας. Και γνωρίζετε πράγματα και είσθε σε θέση να συμβάλετε σε ένα διάλογο. Εκεί λοιπόν που θα έπρεπε να υπερθεματίσετε ως Υπουργός του ΠΑΣΟΚ για το κοινωνικό μοντέλο ανάπτυξης στο οποίο αναφέρομαι βρήκατε να μου κάνετε αντιπαράθεση; Θα έπρεπε να είναι σημαία σας αυτό. Σημαία μιας σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας, ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης όπως το περιέγραψα. Γι' αυτό λοιπόν χρειάζεται μια αριστερά πέρα απ' όλα αυτά τα παλιά σχήματα ΠΑΣΟΚ κλπ. Επειδή τα αποσπασματικά μέτρα αφομοιώνονται εύκολα χρειάζεται μια πολιτική συνολική που θα δίνει προτεραιότητα τα επόμενα χρόνια σε αναδιανομή εισοδημάτων και εξουσιών, σε αναδιάρθρωση και αναβάθμιση πραγματικής οικονομίας με στόχο την πλήρη απασχόληση, ενίσχυση των κοινωνικών υποδομών και του δημόσιου χαρακτήρα τους, διότι εμείς δεν πιστεύουμε ότι τα δημόσια αγαθά μπορούμε να τα εξασφαλίσουμε σε όσους τα έχουν ανάγκη από ιδιωτικούς φορείς χωρίς ισχυρή δημόσια παρουσία. Κεντρική επιλογή, τουλάχιστον για το Συνασπισμό και προτεραιότητα για τα επόμενα χρόνια είναι η αντιμετώπιση της ανεργίας και η δημιουργία συνθηκών πλήρους απασχόλησης. Πάλι δεν σας κατάλαβα καλά κ. Πολύδωρα. 'Εχουμε τετρακόσιους ογδόντα χιλιάδες ανέργους με βάση τα επίσημα στοιχεία και επίδομα ανεργίας παίρνουν μόνο οι ενενήντα χιλιάδες. Στους υπόλοιπους να μη δώσουμε το επίδομα ανεργίας; Βεβαίως, αυτό δεν φτάνει. Η μείωση της ανεργίας στην εποχή μας, μια εποχή ραγδαίων τεχνολογικών επαναστάσεων, δεν μπορεί να είναι ουσιαστική, παρά μόνο με μια συγκροτημένη πολιτική, η οποία θα ξαναδημιουργήσει συνθήκες πλήρους απασχόλησης. Απ'αυτήν την άποψη και προς αυτήν την κατεύθυνση μπορεί να συμβάλουν προτάσεις τις οποίες κάνει ο Συνασπισμός. Είναι η μείωση των ωρών εργασίας, χωρίς μείωση των αποδοχών. Η τολμηρή ενίσχυση των μικρών επιχειρήσεων, αφού κυρίως αυτές δημιουργούν σήμερα θέσεις απασχόλησης. Η ανάπτυξη ενός κοινωνικού τομέα στην οικονομία, τομέα ο οποίος θα καλύπτει νέες ανάγκες των ανθρώπων που σήμερα τις αγνοούμε και που ταυτόχρονα θα δώσει θέσεις απασχολησης. Ο οικολογικός προσανατολισμός της οικονομίας, περικλείει δυνατότητες απασχόλησης. Και βέβαια είναι η αναδιάρθρωση της βιομηχανίας και της αγροτικής οικονομίας. Η Κυβέρνηση συρρίκνωσε την έννοια των διαρθρωτικών αλλαγών στις ιδιωτικοποιήσεις. Κρίσιμο όμως θέμα για τα επόμενα χρόνια, είναι η χώρα μας να έχει ένα συνολικό πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών, οι οποίες θα απελευθερώνουν τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας από τα διάφορα γραφειοκρατικά ή άλλα εμπόδια και θα διευκολύνουν την καθημερινή ζωή των πολιτών. Αυτό σημαίνει αλλαγές στη διοίκηση, ουσιαστικοποίηση της αποκέντρωσης, αλλαγές και στους τομείς της υλικής παραγωγής. Και θα έπρεπε να έχουμε ένα πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών, το οποίο να χρηματοδοτεί το τρίτο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης. Το τρίτο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης θα έπρεπε να χρηματοδοτεί όχι μόνο έργα, αλλά και πολιτικές για να μην πω κυρίως πολιτικές. Αυτό, επιχειρήθηκε πριν στη Δημόσια Διοίκηση με τον "ΚΛΕΙΣΘΕΝΗ". Δεν ξέρουμε τι έγινε τελικά. Δεν βλέπουμε αποτέλεσμα. Η Κυβέρνηση επενδύει πάρα πολλές προσδοκίες στο χρηματιστήριο. Πολύ συνοπτικά θα ήθελα να αναφέρω τις θέσεις μας. Ο Συνασπισμός δεν κερδοσκοπεί ούτε με την άνοδο ούτε με την πτώση του χρηματιστηρίου. Θεωρούμε κωμικό το φαινόμενο Υπουργοί, εκπρόσωποι κομμάτων και άλλοι κάθε μέρα να κοιτάνε το δείκτη και να κάνουν σχόλια για το πώς πάει. Εμείς επενδύουμε πολιτικά σε δυο αρχές και σε δυο στόχους. Θεσμική θωράκιση της κοινωνίας και του χρηματιστηρίου από φαινόμενα που οδηγούν σε καταστροφές πλούτου και επικίνδυνα παιχνίδια και δεύτερον, επενδυτικό προσανατολισμό του χρηματιστηρίου. Δεν υποτιμάμε το γεγονός ότι πάρα πολλές επιχειρήσεις μέσω του χρηματιστηρίου, βελτίωσαν τη χρηματοοικονομική τους κατάσταση, μείωσαν το δανεισμό, απέκτησαν ρευστότητα. 'Ομως, το κρίσιμο μέγεθος εδώ, είναι οι επενδύσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς οι επενδύσεις που έγιναν από τα κεφάλαια που αντλήθηκαν το 1998 ήταν το 40% των συνολικών κεφαλαίων που ήταν ένα τρισεκατομμύριο. Σ' αυτό το 40% όμως, υπάρχουν ακίνητα τα οποία βεβαίως είναι επένδυση αλλά δεν αυξάνουν την παραγωγική δυνατότητα. Είναι εξαγορές και συγχωνεύσεις οι οποίες πολλές φορές είναι ξαναμοίρασμα της αγοράς και όχι μεγέθυνσή της. Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι οι επενδύσεις σε αύξηση της παραγωγικής δυνατότητας των επιχειρήσεων και της οικονομίας τελικά, δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 20% των κεφαλαίων που αντλήθηκαν. Εδώ λοιπόν, υπάρχει πρόβλημα το οποίο δεν αφορά μόνο την απασχόληση και την ανάπτυξη που μας ενδιαφέρουν άμεσα, αλλά ενδιαφέρει και οσους επενδύουν και εμπιστεύονται τις οικονομίες τους στο χρηματιστήριο. Θέλω να είμαι σαφής. Το ελληνικό Χρηματιστήριο έχει δυνατότητες ανόδου, υπό τον όρο ότι τα κεφάλαια που αντλούνται γίνονται επενδύσεις και ανάπτυξη. Εάν συνεχιστεί όμως αυτή η τάση, δηλαδή αντλούνται κεφάλαια τα οποία ανακυκλώνονται κερδοσκοπικά στο χρηματιστήριο αντί να επενδύονται παραγωγικά, τότε είναι αμφίβολο εάν το χρηματιστήριο θα μπορέσει να διατηρήσει τις τιμές που έχει επιτύχει ή θα επιτύχει στο μέλλον. Εδώ πολλά μπορεί να γίνουν. Πρέπει να διευρυνθεί η έννοια της εποπτείας, διότι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και ο κ. Θωμαδάκης κάνουν σημαντικό έργο, αλλά δεν αρκεί αυτό. Πρέπει να διευρυνθεί η έννοια της εποπτείας και τα μέσα άσκησής της, πρέπει να αλλάξει όλη η λογική και όλο το σύστημα των ενημερωτικών δελτίων, που υποβάλλουν οι επιχειρήσεις για να αντλήσουν κεφάλαια. Καταθέτει μία επιχείρηση ένα δελτίο στο χρηματιστήριο και λέει, θέλω λεφτά. Για να τα κάνεις τι; Τι επενδύσεις θα κάνεις; Πότε θα τις κάνεις; Πού θα τις κάνεις; Τι απασχόληση θα δημιουργήσεις; Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επιδή δεν μου αρέσει να υπερβαίνω το χρόνο μου, θα παρακάμψω όλα τα υπόλοιπα τα οποία συνθέτουν ένα συνεκτικό πλαίσιο προτάσεων του Συνασπισμού, οι οποίες συγκροτούν μία εναλλακτική στρατηγική και πολιτική για την χώρα μας, με την βαθιά πεποίθηση, ότι αργά ή γρήγορα αυτές οι προτάσεις θα είναι εκείνες που θα κατακτήσουν τη συνείδηση του κόσμου. Εκείνο που έχει σημασία, είναι να μπορέσουμε να γίνει αυτό έγκαιρα, να μπορέσουμε αυτές οι προτάσεις να υιοθετηθούν και να υλοποιηθούν πριν εμφανισθούν προβλήματα, ορισμένα από τα οποία μπορεί να είναι επικίνδυνα. Τελειώνω με κάτι το οποίο αναφέρθηκε και από άλλους. Πράγματι αυτός ο Προϋπολογισμός έχει και ένα συμβολικό χαρακτήρα. Αλλάζουμε αιώνα, αλλάζουμε χιλιετία. Μπαίνουμε σ' έναν καινούριο αιώνα και έχει σημασία να δει κανείς με ποιες αξίες και με ποιές πολιτικές, με ποια οράματα κοινωνίας και κόσμου μπαίνουμε σ' αυτόν τον αιώνα. Για πολλούς σήμερα ζούμε το θρίαμβο του καπιταλισμού και έτσι είναι. Ταυτόχρονα, όμως, σήμερα ζούμε και τα ιστορικά όρια του καπιταλισμού. Οι ίδιες οι παραγωγικές δυνάμεις, το internet, η τεχνολογική επανάσταση, η πληροφορική, η γενετική, ό,τι είναι αυτό το οποίο δίνει σήμερα τη δυνατότητα στον καπιταλισμό να επεκτείνει την κυριαρχία του παγκοσμίως, οι ίδιες αυτές δυνάμεις αποκαλύπτουν ανάγκες ρύθμισης, ανάγκες σχεδιασμού και ελέγχου που υπερβαίνουν τα όρια του καπιταλισμού. Αυτό το μήνυμα εξέπεμψαν και οι διαδηλώσεις του Σιάτλ. 'Ηταν διαδηλώσεις όχι τυφλές, αλλά με αιτήματα ενάντια στα επικίνδυνα μεταλλαγμένα προϊόντα, ενάντια σε πολιτικές που διχάζουν τον κόσμο και οδηγούν σε εμπορικούς και ενδεχομένως και σε θερμούς πολέμους. 'Οσοι, λοιπόν, πίστεψαν, ότι με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού έκλεισε ο κύκλος της Αριστεράς ή ότι η Αριστερά σήμερα μπορεί να υπάρξει μόνο ως υπόλειμμα του παρελθόντος ή ως συμπλήρωμα του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος, κάνουν ιστορικό λάθος. Οι κοινωνίες του 21ου αιώνα θα νιώσουν εντονότερη την ανάγκη της Αριστεράς, μια Αριστερά που θα είναι και σύγχρονη και ριζοσπαστική και ο Συνασπισμός κάνει ό,τι μπορεί για να ανταποκριθεί από τώρα σ' αυτές τις ανάγκες του παρόντος και του μέλλοντος. Ευχαριστώ. ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Νικόλαος Κατσαρός): Ο γενικός εισηγητής του ΔΗ.Κ.ΚΙ. κ. Αναστάσιος Ιντζές έχει το λόγο. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΙΝΤΖΕΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο Προϋπολογισμός του έτους 2000 είναι ο τελευταίος Προϋπολογισμός του λήγοντα αιώνα και της λήγουσας χιλιετίας. Είναι, επίσης, ο τελευταίος Προϋπολογισμός που συντάσσεται και τα διάφορα κονδύλιά του απεικονίζονται σε δραχμές, στο εθνικό νόμισμα. Ο προσεχής προϋπολογισμός του 2001 θα συνταχθεί και σε δραχμές και σε ευρώ, έως ότου το ευρώ πλέον κυκλοφορήσει και ενσώματα. Ο Προϋπολογισμός του 2000 είναι απαραλλάκτως όμοιος με τους τρεις προηγούμενους, των ετών 1997, 1998 και 1999 και κοινό χαρακτηριστικό και των τριών αυτών προϋπολογισμών είναι δήθεν η δημοσιονομική εξυγίανση. Δηλαδή η σφιχτή δημοσιονομική πολιτική, ήτοι η επεκτατική φορολογική πολιτική αύξηση των υπαρχουσών φορολογιών και θέσπιση νέων και η περιοριστική πολιτική των δαπανών, κυρίως στους τομείς κοινωνικής πρόνοιας και της εισοδηματικής πολιτικής αναφορικά με τους μισθωτούς και συνταξιούχους του δημοσίου. Κοινός και αποκλειστικός σκοπός όλων των κρατικών προϋπολογισμών των τελευταίων επτά, οκτώ ετών, δηλαδή συμπεριλαμβάνω και τους προϋπολογισμούς των κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ήταν η δημοσιονομική εξυγίανση, δηλαδή η μείωση του δημοσίου ελλείμματος και του δημοσίου χρέους, δύο δημοσιονομικά κριτήρια που είναι προϋποθέσεις μεταξύ των άλλων πέντε για την ένταξη της χώρας μας στην Οικονομική και Νομισματική 'Ενωση στη ζώνη του ευρώ. Ο Προϋπολογισμός του 2000, όπως άλλωστε και οι τρεις προηγούμενοι της παρούσας Κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν αποτελεί εργαλείο άσκησης οικονομικής πολιτικής και κοινωνικής πολιτικής, ισόρροπης ανάπτυξης κέντρου και περιφέρειας, της ανάπτυξης ορισμένων περιφερειών της χώρας, οι οποίες καθυστερούν αναπτυξιακά σε σύγκριση με άλλες για διάφορους λόγους, ορεινή ή νησιωτική μορφολογία του εδάφους, τη θέση τους πλησίον των συνόρων, ιστορικοπολιτικοί λόγοι του παρελθόντος και του παρόντος, επιλογής και προώθησης ορισμένων κλάδων και τομέων της πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς παραγωγής της οικονομίας μας, εκμεταλλευόμενη τα συγκριτικά πλεονεκτήματα κλιματολογικά, πληθυσμιακά, γειτνίασης με περιοχές και χώρες με προοπτική ανάπτυξης ή χώρες που μπορούν να παίξουν το ρόλο ενδοχώρας, σε σχέση με τη δική μας οικονομία, τα έργα υποδομής, λιμάνια, αεροδρόμια, οδικοί, σιδηροδρομικοί, τηλεπικοινωνιακοί, ενεργειακοί άξονες κλπ. Αυτή η επιλογή του να αποτελεί δηλονότι ο προϋπολογισμός εργαλείο άσκησης πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, προϋποθέτει κάποιο πλαίσιο οικονομικού προγράμματος ευρέως και χαλαρού έστω, οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης. Ο Προϋπολογισμός τον οποίο συζητούμε σήμερα, έχει καταλήξει να είναι μια ταμειακή ουδέτερη απεικόνιση εσόδων και δαπανών και οι οποιεσδήποτε έμμεσες επιδράσεις, τις οποίες θα μπορούσε σε συνδυασμό με τον ισχύοντα αναπτυξιακό νόμο να ασκήσει την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη των περιφερειών της χώρας και των κλάδων και τομέων της πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς παραγωγής, αλλά προπαντός της πληθυσμιακής γεωγραφίας και του δημογραφικού προβλήματος, αφήνεται στην τυφλή λειτουργία και επιλογή των νόμων της ελεύθερης και χωρίς φραγμούς αγοράς. Αποτέλεσμα αυτής της τυφλής θα έλεγα και στρεβλής, λόγω έλλειψης ελεύθερου και πλήρους ανταγωνισμού, λειτουργίας των νόμων της ελεύθερης αγοράς είναι τα παρακάτω αναφερόμενα ενδεικτικώς φαινόμενα, τα οποία δεν οχλούνται βεβαίως μόνο στην πολιτική της παρούσας Κυβέρνησης, διότι άλλες ήταν οι γενεσιουργές αιτίες, τα οποία όμως η σημερινή Κυβέρνηση με την ασκούμενη ως άνω πολιτική της οξύνει και εντείνει: Πληθυσμιακή έκρηξη στα μεγάλα αστικά κέντρα Αθήνας, Πειραιά, Θεσσαλονίκης και ισχνή ή ημιερημωμένη περιφέρεια. Οικονομική άνθιση στα μεγάλα αστικά κέντρα με κατά κεφαλήν εισόδημα διπλάσιο εκείνων των κατοίκων της ημιερημωμένης περιφέρειας, αστικής, ημιαστικής και αγροτικής. Υπεραπασχόληση και πολυαπασχόληση, (υπερωρίες και πολλαπλή εργασία) στα μεγάλα αστικά κέντρα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν νησίδες ανέργων, αστέγων και κοινωνικής αθλιότητας στα μεγάλα αστικά κέντρα και ανεργία, ημιαπασχόληση και κοινωνική αθλιότητα στην περιφέρεια. Υπερανάπτυξη και πλούτος σε ορισμένες περιοχές της χώρας, Αττική, Βοιωτία, Κεντρική Μακεδονία, Κρήτη και ο άξονας 'Αργους-Κορίνθου-Πατρών και υποανάπτυξη στη Κεντρική ορεινή Πελοπόννησο, 'Ηπειρο, Δυτική Μακεδονία, Κεντρική Στερεά Ελλάδα και βέβαια η πεδινή και εύφορη Δυτική Θράκη. Πολιτιστικές μέχρι κορεσμού εκδηλώσεις κάθε είδους (θεατρικές, μουσικές, κινηματογραφικές, εκθέσεις ζωγραφικής, χαρακτικής, γλυπτικής, εκδόσεων κλπ.) στην Αθήνα και εν μέρει στη Θεσσαλονίκη, μαρασμός μέχρι πολιτιστικής ανυδρίας ή πολιτιστικής αποπνηκτικής άπνοιας στη περιφέρεια. Εδώ οφείλω να εκφράσω ευχαριστίες και ευγνωμοσύνη στην αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη, η οποία με την ίδρυση των Δημοτικών Περιφερειακών Θεάτρων (ΔΗΠΕΘΕ), στις σημαντικότερες πόλεις της περιφέρειας, επιτρέπει στους κατοίκους της, εκτός πρωτεύουσας Ελλάδας να αισθάνονται ακροθιγώς τη θωπεία της πολιτιστικής αύρας και να γίνονται κοινωνοί, έστω με το σταγονόμετρο των πολιτιστικών αγαθών. Διεθνείς διαπιστώσεις: Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας -βεβαίως θα προτιμούσα τη λέξη οικουμενικοποίηση ή διεθνοποίηση της οικονομίας- είναι ένα φαινόμενο που προέκυψε από την ύπαρξη δύο κυρίως παραγόντων. Πρώτον, η τεράστια ανάπτυξη της τεχνολογίας, τεχνογνωσίας, με χώρα αιχμής τις ΗΠΑ ιδίως στους τομείς της επικοινωνίας, πληροφορικής, μεταφορών, βιοτεχνολογίας, αεροναυπηγικής κλπ. και δεύτερον η πολιτική οικονομική, στρατιωτική μονοκρατορία των ΗΠΑ. Οι δύο αυτοί παράγοντες αλληλοτροφοδοτούμενοι και αλληλοεπηρεαζόμενοι σε μια διαρκή και αδιάλειπτη διαλεκτική σχέση, το φαινόμενο αυτό της διεθνοποίησης της οικονομίας το διαμορφώνουν έτσι, ώστε αυτή να εξελίσσεται ως αμερικανοποιημένη διεθνοποίηση της οικονομίας, δηλαδή, μία διενθοποιημένη οικονομία που να εξυπηρετεί την αμερικανική πολιτική και οικονομία. 'Αρα οι οικονομικές εξελίξεις στις ΗΠΑ κυρίως, αλλά και σε άλλες μεγάλες αναπτυγμένες χώρες επηρεάζουν αμέσως και ταχέως από πλευράς χρόνου και τη δική μας οικονομία. Στο διεθνές αυτό περιβάλλον καίτοι είναι ευνοϊκές οι συνθήκες χαρακτηρίζονται εν τούτοις από ρευστότητα και αβεβαιότητα. Ειδικότερα στις ΗΠΑ παρατηρούμε αύξηση των επιτοκίων για να αποφευχθεί η υπερθέρμανση της οικονομίας. Με τον τρόπο αυτό, όμως, αυξάνεται η τιμή του δολαρίου έναντι των άλλων νομισμάτων ευρώ κλπ. και έτσι έχουμε αύξηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, λόγω αφ ενός της αύξησης της ζήτησης και αφ ετέρου της μείωσης της εγχώριας παραγωγής. Αποτέλεσμα είναι η αύξηση του δημοσίου χρέους των ΗΠΑ και κατά συνέπεια του πληθωρισμού. Επίσης προβλέπεται και η αύξηση της ανεργίας καίτοι είναι αυτή σε πολύ χαμηλά επίπεδα λόγω και της υπερθέρμανσης της οικονομίας, αλλά κυρίως λόγω της μερικής απασχόλησης. 'Ετσι τεχνητά μειώνεται η ανεργία γιατί στις Ηνωμένες Πολιτείες η μερική απασχόληση αποτελεί τον κανόνα παρά την εξαίρεση. Στην Ιαπωνία προβλέπεται μείωση του ΑΕΠ, αμετάβλητο το ποσοστό, μειούμενο, της αρνητικής ανεργίας και αύξηση, ανατίμηση του νομίσματος της Ιαπωνίας. Στη Γερμανία, στη Βρετανία και εν γένει στη Ζώνη EURO προβλέπεται αύξηση του πληθωρισμού, αύξηση του ΑΕΠ, αλλά και μείωση κατά τι ή σταθερή η ανεργία. Αν σε όλα αυτά συμπληρώσουμε και την αύξηση της τιμής του πετρελαίου στη διεθνή αγορά, εδώ και τρεις μήνες έχει υπερδιπλασιαστεί και από δώδεκα δολάρια το βαρέλι έχει φθάσει περίπου στα είκοσι έξι ή είκοσι επτά, με ανοδική τάση. Αυτό σημαίνει ότι οι οποιεσδήποτε προβλέψεις είναι επισφαλείς και μπορούν να ανατραπούν επί το δυσμενέστερο. Ως γνωστόν, οι μακροοικονομικές προβλέψεις γίνονται στη βάση ορισμένων σταθερών, όπως λόγου χάρη η τιμή της ενέργειας, η τιμή των πρώτων υλών, των ημερομισθίων, τιμές που ενσωματώνονται στο πρωταρχικό κόστος του παραγομένου προϊόντος. Συνεπώς, οι σχετικές ευνοϊκές προβλέψεις για τα προσεχή δύο έτη στην πορεία της παγκόσμιας οικονομίας μπορούν να ανατραπούν εντός ταχέως χρονικού διαστήματος από σήμερα και άρδην. Παράδειγμα, η τιμή του πετρελαίου που προκαλεί αύξηση του πληθωρισμού σε όλη τη Ζώνη του EURO τουλάχιστον. Το οικονομικό περιβάλλον της αβεβαιότητας που επικρατεί ως προς τη νομισματική και οικονομική ολοκλήρωση στους κόλπους της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης δεκαπέντε χωρών-μελών, μολονότι η ηθελημένη μη ένταξη κυρίως της Μεγάλης Βρετανίας και των δύο άλλων χωρών Δανίας και Σουηδίας όπου και οι τρεις πληρούν τους όρους που θέτει η Συνθήκη του Μάαστριχτ, δημιουργεί ένα πολιτικοοικονομικό περιβάλλον δυσμενές και ένα έντονο διεθνή σκεπτικισμό για το μέλλον του ευρώ στην παγκόσμια οικονομία και το ρόλο που θα διαδραματίσει ως νόμισμα διεθνών συναλλαγών και ιδιαιτέρως ως αποθεματικό νόμισμα. Η έλλειψη πολιτικής κεντρικής εξουσίας στήριξης του κοινού νομίσματος των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, δηλαδή της Ζώνης EURO, ήδη άρχισε να αναδεικνύει τα πρώτα προβλήματα συνεργασίας μεταξύ της διοίκησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της πολιτικής εξουσίας της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης σε διακυβερνητικό επίπεδο, αφού δεν υφίσταται σήμερα κεντρική πολιτική εξουσία στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση. Ο κ. Πάαβο Λιπόνεν, πρωθυπουργός της Φιλανδίας και πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, κατά το λήγον εξάμηνο "κρίνει ως ανεπαρκώς αιτιολογημένη την απόφαση που έλαβε η διοίκηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στις 4.11.99, για να προχωρήσει στην αύξηση των επιτοκίων". Η απόφαση αυτή θεωρείται μη εποικοδομητική για την ανάκαμψη της Ευρωζώνης και στηρίζεται σε στοιχεία για τον πληθωρισμό, τα οποία γνωρίζει μόνο η ηγεσία της τράπεζας. Αλλά και σε τεχνοκρατικό επίπεδο υπάρχουν πολλές αντιρρήσεις για τη νομισματική πολιτική που χαράσσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Πέντε Γερμανοί οικονομολόγοι, επικεφαλής φημισμένων οικονομικών ινστιτούτων της χώρας τους, στην ετήσια έκθεσή τους για την οικονομία επισημαίνουν, αναφορικά με την Ευρωπαϊκή 'Ενωση, "ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα οφείλει να επιλέξει μεταξύ του πληθωρισμού και της προσφοράς χρήματος, ως βασικού κριτηρίου για τη χάραξη της νομισματικής πολιτικής". Αυτά τα δύο παραδείγματα, που ανέφερα, αναδεικνύουν το πρόβλημα ότι η ανεξάρτητη Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, εκτός δηλαδή ελέγχου πολιτικής εξουσίας, ήδη οδηγεί σε αδιέξοδο. Και το πρώτο είναι ότι το ευρώ μέσα σε ένα χρόνο, που υφίσταται λογιστικώς, έχει χάσει γύρω στο 15% της ισοτιμίας του εν σχέσει με το δολάριο. Αυτό δημιουργεί και επιτείνει την αβεβαιότητα και στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση. Ο Υπουργός Οικονομικών, στην εισηγητική του έκθεση ισχυρίζεται ότι το δημόσιο χρέος μειώθηκε δραστικά την τελευταία τριετία κατά περίπου οκτώ ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, ελαφρύνοντας έτσι σημαντικά τις δανειακές ανάγκες του κράτους, αλλά και τις μελλοντικές γενεές από τις υποχρεώσεις αποπληρωμής του. Στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Επιβαρύνει τις μελλοντικές γενιές με τη μετάθεση των ημερομηνιών καταβολής των χρεολυσίων στο μέλλον, αλλαγή σύνθεσης του δημοσίου χρέους και ταυτόχρονα κεφαλαιοποιώντας τους τρέχοντες τόκους και έτσι πάλι η καταβολή τους μετατίθεται στο μέλλον. Πρώτον, αλλαγή σύνθεσης του δημοσίου χρέους. Θα αναφέρω δύο, τρία χαρακτηριστικά. Το 1990 τα έντοκα γραμμάτεια του δημοσίου, (βραχυχρόνιος δανεισμός), ήταν 4,8 τρισεκατομμύρια δραχμές και τα ομόλογα του δημοσίου, (μέσος και μακροχρόνιος δανεισμός), ήταν 1,9 τρισεκατομμύρια δραχμές. Σύνολο 6,7 τρισεκατομμύρια δραχμές. Το 1995 έχουμε έντοκα γραμμάτεια 8,4 τρισεκατομμύρια δραχμές και ομόλογα 12,8 τρισεκατομμύρια δραχμές. Σύνολο 21,2 τρισεκατομμύρια δραχμές. Το 1998 έχουμε έντοκα γραμμάτεια 5,1 τρισεκατομμύρια δραχμές και ομόλογα 22,4 τρισεκατομμύρια δραχμές. Σύνολο 27,5 τρισεκατομμύρια δραχμές. Παρατηρούμε, δηλαδή, έτσι μία ονομαστική αύξηση σε απόλυτους αριθμούς του ύψους του εσωτερικού δημοσίου χρέους, αλλά κυρίως στροφή στο μεσομακροπρόθεσμο δανεισμό. Στο πρόσφατο παρελθόν, μέχρι και τώρα, εξοφλούσαμε τον μεσομακροπρόθεσμο δανεισμό των προηγουμένων ετών, που ήταν πάρα πολύ χαμηλός. Η μέθοδος του μεσομακροπρόθεσμου δανεισμού στο άμεσο προσεχές μέλλον, θα φέρει το ελληνικό δημόσιο σε οικονομικό αδιέξοδο και θα αναγκαστεί να απορροφά το σύνολο σχεδόν των αποταμιευτικών πόρων της οικονομίας, άρα, έλλειψη πόρων για επενδύσεις. Δεύτερον, κεφαλαιοποίηση τόκων. Η εξέλιξη του δημοσίου χρέους τα τέσσερα τελευταία χρόνια διαμορφώθηκε ως εξής: Το 1996, τριάντα έξι χιλιάδες εκατό σαράντα έξι δισεκατομμύρια δραχμές. Το 1997, τριάντα ενννέα χιλιάδες σαράντα δισεκατομμύρια δραχμές. Το 1998, σαράντα ένα πεντακόσια πενήντα δύο δισεκατομμύρια δραχμές. Και το 1999, κατά εκτιμήσεις, σαράντα τέσσερις χιλιάδες σαράντα τρία δισεκατομμύρια δραχμές. Στα ανωτέρω ποσά δεν συμπεριλαμβάνεται χρέος 1,8 τρισεκατομμύρια δραχμές, που έχει δημιουργηθεί από τη μεταφορά ανεξόφλητων τόκων, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, στις επόμενες χρήσεις. Αυτή η πολιτική όμως, δηλαδή της μη εξόφλησης του δημοσίου χρέους με τις μεθόδους, το μεν της μετατροπής του σε μεσομακροπρόθεσμο, το δε της κεφαλαιοποίησης των καταβλητέων τόκων, θα οδηγήσει σε σοβαρές περιπέπειες την ελληνική οικονομία και θα την εγκαταστήσει όμηρο της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, με οδυνηρές συνέπειες όταν, όπως διακαώς επιδιώκει η Κυβέρνηση και που το έχει αναγάγει σε εθνικό στόχο, εισέλθει η χώρα μας στην Οικονομική και Νομισματική 'Ενωση, δηλαδή στη Ζώνη του EURO. Ιδού τι είδους δημοσιονομική εξυγίανση, όπως αναληθώς η Κυβέρνηση διακηρύσσει, έχει επιτύχει, όσον αφορά τη μείωση του δημοσίου χρέους. Το δημόσιο έλλειμμα ισχυρίζεται η Κυβέρνηση ότι για φέτος το 1999 μειώθηκε στο ποσό των 1.235 δισ. δραχμών ή 3,1% του ΑΕΠ. Στην πραγματικότητα είναι πολύ μεγαλύτερο. Τα έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού και του Προϋπολογισμού των Δημοσίων Επενδύσεων, φορολογικά και μη, ανέρχονται στο ποσό των 10.977 δισ. δραχμών, αφού προηγουμένως αφαιρέσουμε το ποσό των 1.138 δισ. δραχμών, το οποίο είναι φόροι, που εισπράττονται από το δημόσιο για λογαριασμό τρίτων, (ΟΓΑ κλπ.) και τους οποίους φόρους το δημόσιο στη συνέχεια τους αποδίδει στους δικαιούχους, (ΟΓΑ, Ταμείο Νομικών κλπ.). Οι συνολικές δαπάνες του Τακτικού Προϋπολογισμού και του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων είναι 12.872 δισ. δραχμές. Εάν αφαιρέσουμε τα έσοδα από τις δαπάνες, έχουμε αρνητικό υπόλοιπο, δηλαδή έλλειμμα 1.905 δισ. δραχμές και όχι το ποσό που εμφανίζεται στον Προϋπολογισμό 1.235 δισ. δραχμές. 'Ετσι έχουμε σύνολο εσόδων πλην σύνολο δαπανών ίσον έλλειμμα. Η εμφάνιση μειωμένου ελλείμματος κατά 670 δισ. δραχμές οφείλεται στο γεγονός, ότι από τα συνολικά φορολογικά έσοδα δεν έχουν αφαιρεθεί οι αποδιδόμενοι φόροι προς τρίτους πριν από τη διαμόρφωση του ελλείμματος, αλλά αφαιρούνται στο τέλος, όταν πλέον το έλλειμμα και οι δανειακές ανάγκες έχουν προσδιοριστεί. Με τον τρόπο αυτό ένα ποσό 1.138 δισ. δραχμών δεν συμμετέχει στη διαμόρφωση του ελλείμματος. Ιδού τι είδους δημοσιονομική εξυγίανση, όπως αναληθώς ισχυρίζεται η Κυβέρνηση, έχει επιτύχει όσον αφορά το δημόσιο έλλειμμα. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάνω μία παρέκβαση και θα πω το εξής. Εάν το δημόσιο έλλειμμα περάσει τα όρια της Συνθήκης του Μάαστριχτ υπάρχει ασφαλιστική δικλείδα και αυτή είναι το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης. Εδώ η λέξη "ανάπτυξη" πρέπει να ξεχαστεί και να μείνει το σύμφωνο σταθερότητας, όπως και στην Οικονομική και Νομισματική 'Ενωση η λέξη "οικονομική" φεύγει και μένει μόνο νομισματική ένωση. Εάν λοιπόν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με τα τρικ αυτά τα λογιστικά της δημιουργικής λογιστικής, που επιτρέπεται από την Ευρωπαϊκή 'Ενωση, εισέλθουμε στη Ζώνη του Ευρώ αμέσως μετά θα ανακύψουν και τα ελλείμματα και ο πληθωρισμός. 'Αρα ας μείνουμε στα ελλείμματα. Εάν ξεπεραστούν τα όρια της Συνθήκης του Μάαστριχτ στα ελλείμματα, τότε η Ευρωπαϊκή 'Ενωση επιβάλλει πρόστιμο. Τι σημαίνει αυτό; Επιβολή φόρων με μορφή προστίμων από εξωελληνικούς θεσμούς και για να καλυφθούν αυτά τα πρόστιμα προφανώς θα αναγκαστεί η Κυβέρνηση να επιβάλει φόρους. Να γιατί εμείς λέμε ότι είμαστε εναντίον της Οικονομικής και Νομισματικής 'Ενωσης, εάν πρώτον δεν υπάρξει και η οικονομική ένωση, αλλά και το σύμφωνο σταθερότητας και κυρίως ανάπτυξης αφ' ενός και αφ' ετέρου αν δεν υπάρξουν κοινωνικά κριτήρια σύγκλισης. 'Ενα από αυτά είναι η σύγκλιση δηλαδή η μείωση στο 2% έστω στο 3% της ανεργίας, με δαπάνες φυσικά της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης. Κοιτάξτε τι γίνεται. Το ζήτημα της ανεργίας το έχει αποφασίσει η Ευρωπαϊκή 'Ενωση στα κράτη-μέλη, αλλά με εθνικούς πόρους. Δηλαδή, το μπαλάκι το πετάει στα κράτη-μέλη, δεν συμμετέχει με ευρωπαϊκούς πόρους. Εκεί όμως που θίγονται ζητήματα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, εκεί πλέον επιβάλλει ευρωπαϊκή πολιτική. Στη μείωση της ανεργίας επιβάλλει πολιτική εθνική, κράτους-μέλους. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το ότι το ισχύον φορολογικό σύστημα είναι αντιλαϊκό, αντιαναπτυξιακό και δυσβάσταχτο φαίνεται πρώτον, από τη σχέση αύξησης του Ακαθαρίστου Εθνικού Προϊόντος, ΑΕΠ και της αύξησης του συνολικού φορολογικού βάρους. Δεύτερον, φαίνεται από τη σχέση αμέσων και εμμέσων φόρων. Θα αναφέρω μερικά παραδείγματα. Πρώτον, το ΑΕΠ μεταξύ των ετών 1980-1999 -θα πάρω μεγάλες περιόδους για να φανεί αυτό που θέλω να πωαυξήθηκε δεκαοχτώ φορές. Δεν θα αναφέρω νούμερα. Τα έχω γραμμένα λεπτομερώς στην έκθεσή μου. Την ίδια περίοδο το συνολικό φορολογικό βάρος αυξήθηκε κατά είκοσι οκτώ φορές. Θα πω ενδεικτικά δύο νούμερα. Το ΑΕΠ το 1980 ήταν δύο χιλιάδες εβδομήντα δύο δισεκατομμύρια και μετά από δεκαοχτώ χρόνια είναι περίπου είκοσι επτά χιλιάδες διακόσια ενενήντα έξι. Το φορολογικό βάρος από τριακόσια είκοσι πέντε δισεκατομμύρια δραχμές το 1980, έφθασε στις εννέα χιλιάδες ογδόντα οκτώ δισεκατομμύρια δραχμές. Αυτό σημαίνει ότι η αύξηση του φορολογικού βάρους παρουσιάζει ταχυτέρους ρυθμούς αύξησης από το ΑΕΠ. Αυτό δεν θα έβλαπτε αν το μέγιστο του φορολογικού βάρους δεν έπεφτε στις πλάτες των μισθοσυντήρητων των του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα και των κάθε είδους συνταξιούχων, αν δεν υπήρχε η εκτεταμένη φοροδιαφυγή και οι κάθε είδους φοροαπαλλαγές. Δεύτερον, το 1980 τα φορολογικά έσοδα του κράτους έφθαναν στο 15,7% του ΑΕΠ. Το 1999 τα φορολογικά έσοδα φθάνουν στο 24% του ΑΕΠ. Αυτό είναι αποτέλεσμα της ταχύτερης αύξησης της φορολογίας, σε σύγκριση με την αύξηση του ΑΕΠ. Αυτή η διαπίστωση δεν ανατρέπεται από τις τελευταίες φορολογικές ελαφρύνσεις προεκλογικού χαρακτήρα, διότι ταυτοχρόνως με τη νομοθέτηση αυτών των φορολογικών ελαφρύνσεων που έγιναν πριν από δυο μήνες, επιβλήθηκαν ή αυξήθηκαν άλλοι υπάρχοντες φόροι, όπως παραδείγματος χάριν, η αύξηση των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων, το μεικτό σύστημα φορολόγησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με το λογιστικό τρόπο και με την ταυτόχρονη χρήση αντικειμενικών κριτηρίων, ανάλογα ποιο σύστημα αποδίδει περισσότερο φόρο για το κράτος από τη συγκεκριμένη επιχείρηση. Τρίτον, η σχέση αμέσων και εμμέσων φόρων είναι εντελώς απαράδεκτη, αντιλαϊκή και επιβάλλει στην ουσία καθεστώς φορολογικής απαλλαγής των εχόντων και κατεχόντων και από την άλλη σε φορολογική δουλεία τους μισθοσυντήρητους κάθε είδους και τους συνταξιούχους δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, τους αγρότες και τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες, οι οποίοι στο σύνολο ή φορολογούνται στην πηγή, άρα η φοροδιαφυγή είναι σχεδόν απολύτως αδύνατη ή καταναλώνουν ολόκληρο το εισόδημά τους και έτσι επιβαρύνεται ολόκληρο με εμμέσους φόρους. Πράγματι, το κύριο βάρος της φορολογικής επιβάρυνσης έχει πέσει στην έμμεση φορολογία -γι'αυτό και είναι δημοσιονομικώς ανορθόδοξη- η οποία με το μηχανισμό της διαμόρφωσης των τιμών μετακυλίεται στον τελικό καταναλωτή πάλι, δηλαδή στο χαμηλόμισθο, στο χαμηλό εισοδηματία, όπως θα λέγαμε γενικώς. 'Ετσι, όπως είναι διαμορφωμένη η φορολογία πλήττει βάναυσα τα εισοδήματα των μισθωτών και συνταξιούχων, γιατί δεν μπορούν να διαφύγουν από την άμεση φορολογία αφ'ενός και αφ'ετέρου επειδή ως επί το πλείστον ή σχεδόν ολόκληρο σε ελάχιστες περιπτώσεις το εισόδημά τους καταναλώνεται και συνεπώς επιβαρύνεται με εμμέσους φόρους. Αντιθέτως τα υψηλά εισοδήματα δεν καταναλώνονται ολόκληρα, αλλά κατά ένα μέρος. Το υπόλοιπο του εισοδήματος που δεν καταναλώνεται δεν επιβαρύνεται με εμμέσους φόρους και αποταμιεύεται αφορολόγητα. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εδώ και τέσσερα χρόνια η Κυβέρνηση του κ. Σημίτη έχει ένα και μοναδικό στόχο, την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Το στόχο αυτό, τον έχει αναγάγει σε εθνικό και αυτό είναι πολύ επικίνδυνο για τη χώρα μας. Διότι έτσι ήδη έχει σηματοδοτήσει τους εταίρους της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, αλλά και σε τρίτους εκτός Ευρωπαϊκής 'Ενωσης όπως ΗΠΑ, Τουρκία, ΝΑΤΟ ότι η Ελλάδα για την επίτευξη του στόχου αυτού είναι διατεθειμένη να κάνει και υποχωρήσεις -όρα Ελσίνκι- ακόμα και σε εθνικά θέματα πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν από τώρα διαφαίνεται ότι τα κριτήρια ένταξης θα είναι πολιτικά, δεδομένου ότι τα οικονομικά μάλλον είναι μη επιτεύξιμα και αναφέρομαι κυρίως στον πληθωρισμό που θα αναφερθώ παρακάτω. Τέσσερις μήνες προ της υποβολής της ένταξης και το κριτήριο του πληθωρισμού, είναι άπιαστο όνειρο. Το λήγοντα μήνα ο πληθωρισμός έτρεχε με 2,6%, τον Οκτώβριο με 2,2% και το Σεπτέμβριο με 2%. Τα αποτελέσματα της ασκούμενης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής είναι ολέθρια για την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό. Η άκρατη ιδιωτικοποίηση ολόκληρου του δημόσιου τομέα της εθνικής μας οικονομίας έχει ως αποτέλεσμα την εκποίηση όπως-όπως του εθνικού πλούτου τον οποίο με ιδρώτα και θυσίες κάθε είδους απέκτησε ο λαός μας. Αποτέλεσμα αυτής της άκρατης νεοφιλελεύθερης πολιτικής, ήταν να ιδιωτικοποιηθούν ένας μεγάλος αριθμός δημοσίων επιχειρήσεων, όπως η Τράπεζα Μακεδονίας-Θράκης, η Ιονική Τράπεζα, η ΕΥΔΑΠ -το νεράκι του Θεού- να γίνουν αντικείμενο εμπορίου και κέρδους, η Διεθνής 'Εκθεση Θεσσαλονίκης, ο ΟΛΠ και ΟΛΘ, (Λιμάνια Πειραιώς και Θεσσαλονίκης), η ΕΛΒΟ επίκειται, η ΕΑΒ Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία, η Αγροτική Τράπεζα, η Εμπορική Τράπεζα, η Εταιρεία Υδάτων και Αποχέτευσης Θεσσαλονίκης, η Ολυμπιακή Αεροπορία, η Διώρυγα της Κορίνθου, η ΔΕΗ κλπ. 'Ετσι, αποδιοργανώνεται μεγάλος τομέας της παραγωγικής δραστηριότητας της χώρας και περιέρχονται σε ιδιωτικά μονοπώλια ή ολιγοπώλια που χιλιάδες εργαζόμενοι χάνουν την εργασία τους και πυκνώνουν τις τάξεις των ανέργων. Εδώ γίνεται και μια λαθροχειρία. Οι προς ιδιωτικοποίηση στις επιχειρήσεις δήθεν εξυγιαίνονται, δηλαδή, αναλαμβάνονται όλα τα χρέη από το δημόσιο και μετά δίνονται στους ιδιώτες. 'Ετσι και συκοφαντείται το δημόσιο γιατί όταν λειτουργούσαν οι επιχειρήσεις ως δημόσιες, ασκούσε κοινωνική πολιτική το κράτος, χωρίς να αναπληρώνει τη μείωση των τιμών από την επιχορήγηση από τον προϋπολογισμό και τώρα που τις ιδιωτικοποιεί τις εξυγιαίνει, δηλαδή, αναλαμβάνει τα χρέη τους το Δημόσιο και δίνει πλήρως "εξυγιασμένες" τις εταιρείες στον ιδιωτικό τομέα, δηλαδή χωρίς χρέη. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το επίσημο ποσό της ανεργίας στην Ελλάδα είναι γύρω στο 11%. Το ανεπίσημο φτάνει στο 14%. Σε ορισμένες περιοχές όπου υπάρχει αποβιομηχάνιση της οικονομίας, η ανεργία φτάνει στο 17%-18%. Παραδείγματος χάριν στη Θεσσαλονίκη η ανεργία κατά το Εργατικό Κέντρο της Θεσσαλονίκης το οποίο ελέγχεται από συνδικαλιστές του ΠΑΣΟΚ, φτάνει γύρω στο 17%. Στην Πάτρα στο 15%, στις Σέρρες στο 14%, στην Εύβοια στο 18%, στο Νομό Ευβοίας εδώ και δύο χρόνια, ιδρύθηκε συνδικάτο ανεργων στο Μαντούδι, το πρώτο στη χώρα μας. Και από δω και πέρα, σαν μανιτάρια θα αναφύονται συνδικάτα ανέργων, σ' όλη την Ελλάδα. Η ανεργία στην Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση μετά την Ισπανία, όπου φθάνει εκεί το 16% και μετά τη Γερμανία που φθάνει στο 11,5%. Η ανεργία στην Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη από το μέσο όρο της ανεργίας και στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση και στον ΟΟΣΑ. Θα πω και δυο τρια στοιχεία για την σύνθεση της ανεργίας. Η ανεργία των γυναικών στην Ελλάδα φθάνει στο 16,5%, ενώ στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση στο 11,7%, σε νεαρές ηλικίες στην Ελλάδα φθάνει στο 14,4%, ενώ στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση στο 9,3%. Μακροχρόνια ανεργία στην Ελλάδα για τις γυναίκες είναι 10,1%, στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση είναι 6%. Η ανεργία των νέων στην Ελλάδα φθάνει στο 11,9%, στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση στο 9,3%. Σε όλα δηλαδή τα μεγέθη των ποσοστών προηγούμεθα. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στη χώρα μας αποτελούν το 90% και πλέον της οικονομικής δραστηριότητας. Απασχολούν περίπου το 85% των Ελληνων εργαζομενων στον ιδιωτικό τομεά και τα κεφάλαιά τους είναι αμιγώς ελληνικά. Η Κυβέρνηση εδώ και πολλά χρόνια με την οικονομική και δημοσιονομική φορολογικά ειδικά πολιτική που ασκεί, τείνει να τους εξοντώσει. Κανένα εξειδικευμένο πρόγραμμα ανάπτυξης για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Τα επιτόκια δανεισμού (χορηγήσεων και προεξοφλήσεων) των τραπεζών είναι εξοντωτικά. Καμια τεχνική υποστήριξη για ενημέρωση των απαιτήσεων της διεθνούς αγοράς, προβολής και προώθησης των προϊόντων τους στη διεθνή αγορά. Καμια παροχή εισαγωγής της νέας τεχνολογίας και τεχνογνωσίας από κρατικό φορέα για να καταστήσουν τα προϊόντα τους ανταγωνιστικά διεθνώς, κάτι που πολλές άλλες χώρες κάνουν εδώ και πολλά χρόνια Ιταλία, Ισπανία κλπ. Εδώ θα ήθελα να κάνω και μια παρέκβαση και να μιλήσω για τα δάνεια, τα επιτόκια και τον ανατοκισμό. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στη χώρα μας υπάρχει ένα μεγάλο, ένα μέγιστο κοινωνικό πρόβλημα που ροκανίζει τα σπλάχνα της Ελλάδας, τα σπλάχνα της παραγωγικής Ελλάδας. Είναι ο τρόπος ανατοκισμού των τόκων των δανείων. 'Εχουμε φθάσει στα όρια αντοχής, έχουμε φθάσει στα όρια της απροκάλυπτης τοκογλυφίας και χιλιάδες δανειολήπτες σ' όλη τη χώρα μας πλήττονται ανεπανόρθωτα. Καθημερινώς οικίες, χωράφια, βιοτεχνίες μικρές και μεγάλες εκπλειστηριάζονται αντί πινακίου φακής και οι τράπεζες πλουτίζουν ασυστόλως. 'Εχει ξεπεράσει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και τον ήρωα του Σαίξπηρ, τον Σάιλοκ. Ρουφάνε το αίμα του λαού ως βδέλλες. Και επί τρία χρόνια και το ΔΗΚΚΙ και άλλες δυναμεις πιέζουμε την Κυβέρνηση να λάβει μέτρα και η Κυβέρνηση δεν ακούει. Χθες, αφού το πράγμα έφθασε στο απροχώρητο και εν όψει εκλογών προφανώς, παρά το κυρίως πρόβλημα, ηυδόκησε να δεχθεί συζήτηση η Κυβέρνηση στη Διαρκή Οικονομική Επιτροπή για να λάβουμε κάποια μέτρα. Και υποσχέθηκε ότι αμέσως μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων τουλάχιστον θα νομοθετήσει μια διάταξη που θα λέει ότι αναστέλλονται οι πλειστηριασμοί, κάτι που το προτείναμε εμείς το ΔΗΚΚΙ χθες, εδώ στην Ολομέλεια, και μετά συμφώνησαν όλες οι πτέρυγες της Βουλής, έως ότου ρυθμίσουν οριστικώς το θέμα συνολικώς. Και το δέχθηκε, διότι όλες οι πτέρυγες της Βουλής ομολογουμένως και κυβερνητικοί Βουλευτές πίεσαν καταφόρως και ανάγκασαν τον Υπουργό να δεχθεί τουλάχιστον την αναστολή των πλειστηριασμών έως ότου το θέμα ρυθμιστεί. ΗΛΙΑΣ ΒΕΖΔΡΕΒΑΝΗΣ: Προεξάρχοντος του κ. Κατσαρού. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΙΝΤΖΕΣ: Για την αναστολή ήμουν εγώ. Μη με προκαλείτε, όμως, τώρα. Υπάρχουν τα Πρακτικά. Ο κ. Κατσαρός έθεσε το θέμα γενικώς. Για την αναστολή, όμως, είπα εγώ. Είπα ότι συνέβαλαν όλοι ακόμη και οι κυβερνητικοί Βουλευτές. Δεν μπορώ να το αρνηθώ αυτό και τους συγχαίρω. Με την πολιτική αυτή της Κυβέρνησης οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν περιέλθει σε οικονομικό αδιέξοδο, με αποτέλεσμα να είναι οι περισσότερες υπερχρεωμένες και πολλές καθημερινώς να κλείνουν και να αυξάνουν οι στρατιές των ανέργων. Και αντί η Κυβέρνηση με φορολογικά μέτρα να βρει τρόπους να βοηθήσει τις συνενώσεις τους για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στα αθρόως εισαγόμενα προϊόντα, φορολογεί με συντελεστή 35% τις προσωπικές εταιρείες, ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες. Κάτι που είχε κακώς, κάκιστα νομοθετήσει η Νέα Δημοκρατία. Αναγνώρισε το σφάλμα της η Ν.Δ. και τώρα ζητά την κατάργηση. Και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. είχε υποσχεθεί ότι θα το καταργήσει όταν ενομοθετείτο επί Νέας Δημοκρατίας και επί έξι χρόνια το διατηρεί. Και τι έκανε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πριν από δύο μήνες; Μείωσε το συντελεστή από 35% σε 30% για το 1999 και σε 25% για το 2000. Εμείς λέμε να καταργηθεί και να φορολογούνται οι προσωπικές εταιρείες, ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες, όπως φορολογούνται και οι προσωπικές εταιρείες, τα φυσικά πρόσωπα, για να συνενώσουμε τις εταιρείες, για να μπορέσουν να γίνουν ανταγωνιστικές, να μπορέσουν να ενσωματώσουν νέα τεχνολογία και τεχνογνωσία και να μπορέσουν να γίνουν ανταγωνιστικές και εσωτερικά -που υστερούν- και διεθνώς ή εντός τουλάχιστον της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης. 'Ετσι, όμως, αδύναμες οικονομικά εταιρείες εξαφανίζονται στον άγριο πόλεμο της αγοράς. Με την εισαγωγή των αντικειμενικών κριτηρίων φορολόγησης εδώ και έξι χρόνια ή από φέτος της καθιέρωσης του μεικτού λογιστικού συστήματος -δυσμενέστερου και δυσβάσταχτου- φορολόγησης θα επιλέγουν κάθε φορά οι φοροεισπρακτικές αρχές για το μικρομεσαίο εκείνο το σύστημα που αποδίδει μεγαλύτερο φόρο. 'Ετσι θα επιφέρει η Κυβέρνηση στους μικρομεσαίους τη χαριστική βολή εξόντωσής τους. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το είπα και πρόπερσι, θα το επαναλάβω και φέτος: Το αγροτικό πρόβλημα της χώρας μας την προσεχή δεκαπενταετία θα καταστεί το μεγαλύτερο και οξύτερο κοινωνικό πρόβλημα της Ελλάδας. Σήμερα με τα επίσημα στοιχεία ο αγροτικός πληθυσμός ανέρχεται στο 19% έως 20% του πληθυσμού της χώρας. Το 1990 ήταν γύρω στο 25% έως 26%. Προβλέπεται ότι το 2010 θα κατέλθει στο 10% έως το 13%. Είναι στόχος της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης. 'Ετσι ο αγροτικός τομέας πέραν της ανεργίας που προκαλεί η μη υποστήριξη, αν όχι το κυνηγητό, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων -είπα προηγουμένως, φορολογικό σύστημα, υψηλά επιτόκια δανεισμού, έλλειψη προγραμμάτων, τα είπαμε αυτά, να μην τα επαναλαμβάνω- συν την ανεργία των νέων επιστημόνων, τεχνικών, των αστικών κέντρων, θα τροφοδοτεί τις στρατιές των ανέργων, οι οποίοι θα κατακλύζουν και αυτοί -οι ανειδίκευτοι αγρότες- τα αστικά κέντρα -συνήθως τα μεγάλα- και θα ερημώνεται η ύπαιθρος. Και έτσι βαίνουμε με μαθηματική βεβαιότητα σε ένα κοινωνικό εκρηκτικό πρόβλημα. Η Κυβέρνηση δεν κάνει τίποτα ώστε να συγκρατήσει τους αγρότες στην ύπαιθρο. Ούτε όμως και λαμβάνει μέτρα για να τους απορροφήσει. Απεναντίας, όλα τα μέτρα είναι εναντίον της αγροτιάς, ως να εκτελεί πρόγραμμα μείωσης του αγροτικού πληθυσμού. 'Αλλωστε, χαμηλόφωνα συζητείται ότι, κατά τις προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, ο αγροτικός πληθυσμός στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση πρέπει να είναι γύρω στο 10% του πληθυσμού. 'Αλλωστε στις Η.Π.Α. είναι 3% και στην Ιαπωνία γύρω στο 7%-8%, για να μπορέσει να είναι ανταγωνιστική με τις δύο άλλες παγκόσμιες καπιταλιστικές δυνάμεις. Υψηλά, έως τοκογλυφικά επιτόκια στα καλλιεργητικά δάνεια και στα δάνεια αγοράς εξοπλισμού. Υψηλές τιμές στα λιπάσματα. Υψηλή έμμεση φορολογία, Φ.Π.Α. στην αγορά κάθε είδους προϊόντος και δη αγροτικών μηχανημάτων. Χαμηλές τιμές στα παραγόμενα και πωλούμενα προϊόντα τους. Κάθε χρόνο μειώνεται σταθερά το εισόδημά τους. Ακούστε και μία ανήθικη συμπεριφορά του κράτους έναντι των αγροτών. Ακόμη και οι φυσικές καταστροφές και ζημιές που προκαλούνται στις καλλιέργειες, γίνονται από το κράτος αιτία κερδοσκοπίας. 'Οσον αφορά τη δικαιουμένη από τον αγρότη ασφαλιστική αποζημίωση εξ αιτίας των φυσικών καταστροφών, τους καταβάλλεται μετά από οκτώ έως δώδεκα μήνες η ασφαλιστική αποζημίωση από τον ΕΛΓΑ. Κι έτσι, τα μεν δικά τους χρέη τα καλλιεργητικά στην Τράπεζα είναι τοκοφόρα, αυξάνουν, τη δε αποζημίωση που ελπίζουν και δικαιούνται να πάρουν, την κρατούν οι Τράπεζες και εισπράττουν τους τόκους ενώ για τον αγρότη είναι άγονη, μη τοκοφόρος, δεν παίρνει ούτε μία δραχμή επιτόκιο. Τέτοια απάτη, τέτοια εκμετάλλευση του αγρότη γίνεται από το κράτος του ΠΑ.ΣΟ.Κ.! Οι αγρότες, τρία συνεχή χρόνια, με τις έντονες διαμαρτυρίες στους δρόμους και στα χωράφια, ειδοποιούν με τον πιο έντονο και σοβαρό τρόπο ότι η απόγνωση έφθασε στο μη παρέκει. Η Κυβέρνηση κωφεύει. 'Ομως η Κυβέρνηση πρέπει να γνωρίζει ότι "κραυγή λαού, οργή θεού"! Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν έχω χρόνο. Θα συντομεύσω την αγόρευσή μου. Θα ήθελα να κάνω ακόμη δύο παρατηρήσεις. Το ΔΗ.Κ.ΚΙ., όπως γνωρίζετε, εδώ και τρία χρόνια που βρίσκεται στη Βουλή, πάντοτε ψηφίζει χωρίς να ελέγχει πού και πώς καταναλώνονται οι αμυντικές δαπάνες. Φέτος, μαζί με την καταψήφιση όλων των κονδυλίων του Κρατικού Προϋπολογισμού, θα καταψηφίσουμε δυστυχώς και τις αμυντικές δαπάνες. Γιατί; Γιατί διαπιστώσαμε -το γνωρίζουν πλέον όλοι- ότι οι στρατιωτικές δαπάνες, οι δαπάνες του Υπουργείου Εθνικής 'Αμυνας χρησιμοποιούνται για σκοπούς, αν δεν θα έλεγα εχθρικούς, που τουλάχιστον δεν εξυπηρετούν τα εθνικά συμφέροντα. Γιατί; Γιατί χρηματοδοτούν εκστρατείες καταπάτησης και κατάργησης ανεξαρτήτων κρατών και μεταβολής των εθνικών συνόρων γειτονικών κρατών, όπως η επέμβαση του ΝΑΤΟ στο Κοσσυφοπέδιο και αλλού. Και σ' αυτές τις απάνθρωπες εκστρατείες συμμετέχει η Ελλάδα με δαπάνες μέσω του ΝΑΤΟ, δηλαδή των Ηνωμένων Πολιτειών να λέγαμε καλύτερα. (Στο σημείο αυτό την Προεδρική 'Εδρα καταλαμβάνει ο Β' Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΓΟΥΡΙΔΗΣ) Εάν λοιπόν ο ιδρώτας και το αίμα του ελληνικού λαού χρησιμοποιείται εναντίον των συμφερότων του 'Εθνους και της Ελλάδας -γιατί όπως χθες κατακρεούργησαν τη Γιουγκοσλαβία, αποσπώντας ένα μέρος της και δημιουργώντας νέο κράτος, αυτό μπορεί να συμβεί και εναντίον της Ελλάδαςτέτοιο έγκλημα εμείς δεν θα το κάνουμε. Με αυτές τις σκέψεις, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τελειώνοντας, δηλώνουμε ότι καταψηφίζουμε ολόκληρο τον Προϋπολογισμό του 2000. ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Εισερχόμαστε στους ειδικούς εισηγητές. Πρώτος το λόγο έχει, εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Αλέξανδρος Καλαφάτης. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο τελευταίος Προϋπολογισμός του ελληνικού κράτους σε δραχμές αποτελεί ούτως ή άλλως ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός, αποκτώντας από μόνος του ξεχωριστή σημασία. Ο Προϋπολογισμος του 2000 συμπυκνώνει στις παγερές λογιστικές του γραμμές τη μεγαλειώδη προσπάθεια του ελληνικού να προχωρήσει όρθιος με αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση στους δύσκολους δρόμους του ανηλεούς ανταγωνισμού, ενός κόσμου που ολοένα οικουμενοποιείται, αλλά και ολοένα κατακερματίζεται μέσα από τη θύελλα των εθνικών, εθνικιστικών, θρησκευτικών εξτρεμισμών, σε ένα διεθνές περιβάλλον που ενώ μοιάζει πολιτισμένο, την ίδια στιγμή διέπεται απο τους πιο άγριους νόμους της αποβαρβάρωσης. Η ρευστότητα στα διεθνή πράγματα, δεν αποτελεί μία παροδική ιστορική συγκυρία που αργά ή γρήγορα θα ξεπεραστεί. Φαίνεται περισσότερο η ρευστότητα να έχει μετατραπει σε συστατικό στοιχείο της παρουσας ιστορικής περιόδου. Ο Προϋπολογισμός του 2000 ορίζει το τέλος μιάς εποχής, ορίζει την αρχή μιάς άλλης. Πολλές φορές συμβαίνει στη ζωή όταν ζεις ορισμένα γεγονότα να μη νιώθεις την ιστορική τους διάσταση. Η τυφλή μικρότητα της καθημερινότητας μπορεί να θολώνει τον ορίζοντα των γεγονότων, αυτό όμως ουδόλου σημαίνει πως τα γεγονότα δεν συμβαίνουν, δεν εξελίσσονται. 'Οπως και να το κάνουμε η Ελλάδα, αγαπητοί συνάδελφοι, θα συντάξει τον επόμενο προϋπολογισμό της, εννοώ του 2001, ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης. Η ιστορία έτσι θα γράψει ανεξαρτήτως των δικών μας προσωπικών ή κομματικών ιδιοτελειών. Αυτό βεβαίως, δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση πως ανακαλύψαμε την Εδέμ. Σημαίνει όμως με κάθε σαφήνεια, πως η ψωροκώσταινα είναι ισότιμο μέλος της λέσχης των ισχυρών. Η αυριανή ημέρα δεν θα είναι απλώς μία άλλη ημέρα, θα είναι μία καλύτερη ημέρα. Παράλληλα όμως με αυτά, ο Προϋπολογισμός του 2000 αποτελεί τη δικαίωση μίας μακρόχρονης συνεπούς πολιτικής της Κυβέρνησής μας. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και η Κυβέρνηση νιώθουν δίκαια υπερήφανοι. Αυτό φυσικά επιφέρει τη δαιμονιώδη μήνυ των πολιτικών μας αντιπάλων. Αυτό δεν μας πτοεί όμως, μας δυναμώνει. Παραλάβαμε μία παραπαίουσα χώρα με αρνητικούς οικονομικούς δείκτες, με αναξιόπιστη διεθνή παρουσία και δύο αποτυχημένα προγράμματα σύγκλισης. Δημιουργήσαμε μία ισχυρή Ελλάδα με εξυγιανσμένη οικονομία, θετικούς οικονομικούς και κοινωνικούς δείκτες, διεθνή αξιοπιστία, αφού αύριο θα είναι πλήρες μέλος στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση. Η προσπάθεια ήταν και παραμένει επίπονη. Ο Προϋπολογισμός του 2000 είναι επίσης αποκαλυπτικός. Αποκαλύπτει πασίδηλα πως η προσδοκία του ελληνικού λαού δικαιώνεται. Για πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες ο ελληνικός λαός δεν προσδοκά ματαίως, αλλά μπορεί και να απολαμβάνει. Η γενναία κοινωνική πολιτική μας που εξαγγέλθηκε απο τον Πρωθυπουργό δεν στηριζεται σε βερεσέδια. Αποτελεί ώριμο καρπό του κοινωνικού μας πλούτου. Οι φορολογικες ελαφρύνσεις, η κατάργηση των αντικειμενικών κριτηρίων, οι αυξήσεις στις συντάξεις, στα επιδόματα ανεργίας, η κατάργηση αρκετών έμμεσων φόρων, πέρα από τα άλλα μέτρα, δεν πρέπει να τα δούμε από την προσθετική πλευρά μόνο, όσο και αν αυτή έχει την αξία της. Το σπουδαιότερο είναι πως τα μέτρα κοινωνικής προστασίας της Κυβέρνησης δεν είναι το στιγμιαίο πυροτέχνημα που ψεύτικα και φευγαλέα φωτίζει την απόγνωση. Είναι το φως της γόνιμης κυβερνητικής δημιουργίας. O λαός μας μέχρι πριν από λίγο καιρό έλεγε πως έχουμε μία αποφασιστική Κυβέρνηση. Σήμερα συμπληρώνει -και αυτό είναι σημαντικό- πως επιτέλους έχουμε και μία αποτελεσματική Κυβέρνηση. Για πρώτη φορά οι θυσίες μας πιάνουν τόπο. Το 1999 ήταν και παραμένει μία ιδιατέρως κρίσιμη χρονιά, καθώς από τη θετική ή αρνητική εξέλιξη των πραγμάτων θα καθοριζόταν η αντίστοιχη πορεία μας προς την ΟΝΕ και η ευρωπαϊκή προοπτική μας. Τον ίδιο χρόνο υποστήκαμε τις δυσμενείς παρενέργειες δύο γεγονότων που συνέβησαν έξω από τη δική μας θέληση: Ο πόλεμος στο Κόσοβο και οι σεισμοί της 7ης Σεπτεμβρίου. Τα δύο θλιβερά γεγονότα παρά τη σοβαρότητά τους, δεν στάθηκαν ικανά να εκτροχιάσουν την πορεία μας. Παρόμοια γεγονότα εάν συνέβαιναν λίγα χρόνια πριν, θα ήταν ικανά να ανατρέψουν όλα μας τα δεδομένα και να μας οδηγήσουν σε μεγάλη κρίση. Μέσα από αυτά τα δυσάρεστα γεγονότα αποδείχθηκε πως η οικονομία μας είναι ισχυρή, η κοινωνία μας συνεκτική, πως η Ελλάδα και οι 'Ελληνες μπορούν βάσιμα να αισιοδοξούν. Νομίζω πως κανείς καλόπιστος κριτής δεν μπορεί να αμφισβητήσει πως η εφαρμογή κατάλληλων μέτρων στον τομέα των εσόδων και των δαπανών του κράτους έφερε αποτελέσματα. Αναφέρω ενδεικτικά τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, την πάταξη της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας που οδήγησαν σε υψηλούς ρυθμούς αύξησης στα φορολογικά έσοδα, ενώ παράλληλα τα νέα μέτρα κατέστησαν δικαιότερη την κατανομή των φορολογικών βαρών. Οι εξελίξεις στα δημοσιονομικά μεγέθη του Προϋπολογισμού αποδεικνύουν ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει στη χώρα μας κλίμα δημοσιονομικής πειθαρχίας και έχουν τεθεί οριστικά οι βάσεις για τη συστηματική εξυγίανση των οικονομικών του κράτους. Την εξαετία '94-'99 έχουμε σταθερά ανοδικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Αν μάλιστα αυτό συνέβαινε και την τετραετία '89-'93 τότε ως χώρα θα βρισκόμασταν σε πολύ καλύτερη θέση. Δυστυχώς όμως τότε σημειώθηκαν ακόμα και αρνητικά μεγέθη στην ανάπτυξη, όπως το '93 ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν -1,5% . Την πενταετία '94-'98 είχαμε κατά μέσο όρο ρυθμό ανάπτυξης 2,7% με κορυφή το '98 όταν φθάσαμε στο 3,7%. Και για το 2000 προβλέπουμε πάλι ρυθμό ανάπτυξης 3,7%. Αναμφισβήτητα, λοιπόν, η ελληνική οικονομία βαδίζει με ρυθμούς ανάπτυξης ταχύτερους από πολλούς κοινοτικούς αν λάβουμε υπόψη πως ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση είναι 2,4% , πράγμα που αποδεικνύει τη δυναμικότητα της οικονομίας μας, αλλά και ότι το κλείσιμο της ψαλίδας ανάπτυξης συμβαίνει. Σταθερά οδεύουμε προς την πραγματική σύγκλιση. Επιπλέον, ας δούμε και τα παρακάτω στατιστικά στοιχεία: Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα τη δεκαετία του '80 ήταν το 60% του μέσου κοινοτικού. Το '98 ήταν 68% του μέσου κοινοτικού και προβλέπουμε το 2006 να είναι το 80% του μέσου κοινοτικού. 'Ενα άλλο χαρακτηριστικό των οικονομικών στοιχείων είναι πως η ανάπτυξη φέρνει και το επιθυμητό αποτέλεσμα στην απασχόληση, που είναι ένα από τα κυριότερα ζητήματα. Την πενταετία '94-'98 έχουμε μέσο όρο αύξησης του ρυθμού απασχόλησης 1,3% και είναι η μεγαλύτερη που έχουμε επιτύχει τις τελευταίες δεκαετίες αν αναλογιστούμε μάλιστα πως η δεκαετία του '80 μας έδινε αντίστοιχα 0,6%. Διακόσιες πενήντα μία χιλιάδες νέοι απασχολούμενοι εισήλθαν στην παραγωγική διαδικασία την πενταετία '94-'98 εκ των οποίων οι εκατόν δέκα τέσσερις χιλιάδες μόνο το '98. Εν τούτοις παρατηρείται μια μικρή άνοδος της ανεργίας επειδή το εργατικό δυναμικό αυξάνεται πιο γρήγορα. Πιο συγκεκριμένα, τη δεκαετία του '80 έχουμε αύξηση δυναμικού με 27,6 χιλιάδες ανά έτος και την πενταετία '94-'98 η αύξηση είναι 75,9 χιλιάδες ανά έτος. Οι νέοι απασχολούμενοι όμως την πενταετία '94-'98 είναι πενήντα χιλιάδες. Αυτή η σημαντική αύξηση του νέου εργατικού δυναμικού που οδηγεί στη διόγκωση της ανεργίας παρά την αύξηση της απασχόλησης, οφείλεται στους οικονομικούς μετανάστες, στις γυναίκες, τους αγρότες, παρ' όλο που η Ελλάδα συγκρατεί ακόμα πολύ αγροτικό πληθυσμό και στους πρόσφυγες. 'Ενα άλλο σημαντικό επίπεδο της πολιτικής μας είναι η δραστική μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης που έφθασε το 1,5% του ΑΕΠ, όταν το κριτήριο σύγκλισης είναι 3%. Ο δείκτης ως γνωστόν το '93 βρισκόταν στο 14%. Ας δούμε προσεκτικά και τα παρακάτω στοιχεία: Το '98 και το '99 τα έσοδα της γενικής κυβέρνησης αποτελούν το 39,3% του ΑΕΠ όταν ο κοινοτικός μέσος όρος είναι 46,4% . Αντίστοιχα το 1993 τα έσοδα αποτελούσαν το 35,9% του ΑΕΠ ενώ ο κοινοτικός μέσος όρος ήταν 46,7%. Υπάρχει σαφής πρόοδος στα έσοδα που σταθερά προσεγγίζουν τον κοινοτικό μέσο όρο. Η αύξηση των εσόδων οφείλεται σε τρεις λόγους. Στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης που είναι απαραίτητο στοιχείο οικονομικής εξυγίανσης και κοινωνικής δικαιοσύνης, στην πάταξη της φοροδιαφυγής, στην πάταξη της εισφοροδιαφυγής. Η Ελλάδα από άσυλο των πάσης φύσεως φοροφυγάδων γίνεται μια χώρα με εμπεδωμένη φορολογική συνείδηση. Στον αντίποδα οι δαπάνες το 1998 αποτελούν το 40% του ΑΕΠ ενώ οι δαπάνες το 1999 αποτελούν το 38,9%. 'Ετσι μειώνονται οι δημόσιες δαπάνες κατά 0,5% και οι δαπάνες για τόκους κατά 0,4% ενώ παρατηρούμε αύξηση δαπανών για επενδύσεις κατά 0,3%. Η προσπάθεια για την περιστολή των δημόσιων δαπανών αποδίδει. 'Εχουμε δε ταχύτερη περιστολή δαπανών στην Ελλάδα απ' ό,τι στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση καθώς το 1993 οι δαπάνες στη χώρα μας αποτελούσαν το 93,8% του μέσου κοινοτικού ενώ το 1999 αποτελούν το 85%. Τα συνολικά έσοδα παρουσιάζουν υψηλούς ρυθμούς αύξησης σε όλη την εξαετία 1994-1999 και φθάνουν το 9,6%. Τα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 1999 προβλεπόντουσαν στο 29,2% του ΑΕΠ.'Ηδη όμως αναμένεται ότι θα φθάσουν στο 30% όταν το 1998 αποτελούσαν το 29,2% του ΑΕΠ. Είναι αξιοσημείωτο ότι τα έσοδα αυξάνονται ταχύτερα από την αύξηση του ΑΕΠ και αυτό τη στιγμή που είχαμε μείωση της έμμεσης φορολογίας τα τέλη του 1998 και το 1999. 'Ηταν μειώσεις που έγιναν για αντιπληθωριστικούς και κοινωνικούς λόγους. Την ίδια στιγμή το πρωτογενές πλεόνασμα για την κεντρική κυβέρνηση φθάνει στο 5% του ΑΕΠ σημειώνοντας αύξηση κατά 0,5 σε σχέση με το 1998. Βαδίζουμε ήδη ως μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που έχει άμεσους δημοσιονομικούς στόχους τα κράτη-μέλη να έχουν ισοσκελισμένους ή πλεονασματικούς προϋπολογισμούς χωρίς αυτό βέβαια να αποτελεί πανάκεια. Δεύτερον, ο λόγος του δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ πρέπει να βαίνει μειούμενος. Αν αυτό επιτευχθεί θα προκύψουν σταθερές τιμές, μακροπρόθεσμα χαμηλά επιτόκια, αύξηση των επενδύσεων, αύξηση της απασχόλησης, πτώση της ανεργίας κοινωνίες και κράτη αλληλεγγύης και συνοχής ικανές να αντιμετωπίσουν δυσμενείς οικονομικές αναταραχές. Οι ποσοτικοί στόχοι της γενικής κυβέρνησης για το 2000 είναι πρωτογενές πλεόνασμα ίσο με 6,8% στο 1999, μείωση του ελλείμματος στο 1,2 από 1,5 που ήταν το 1999. Αυτοί οι δείκτες για την κεντρική κυβέρνηση σημαίνουν πρωτογενές πλεόνασμα 4,9 καθαρό έλλειμμα 3,1. Τα έσοδα για τον παρόντα χρόνο αναμένεται να διαμορφωθούν στο ύψος των 10,3 τρισεκατομμυρίων δραχμών παρουσιάζοντας αύξηση του 9% σε σχέση με το 1998. Παρατηρείται επίσης μία αύξηση των εσόδων κατά 320 δισεκατομμύρια σε σχέση με τις προβλέψεις η οποία αποκτά ιδιαίτερο βάρος αν αναλογιστούμε ότι τα φετινά έσοδα θα μειωθούν λόγω της μείωσης του παρακρατουμένου φόρου από 1.1.1999. Αυτή η εξέλιξη στην οικονομία είναι αποτέλεσμα του υψηλού ρυθμού ανάπτυξης και της προσπάθειας της πολιτείας για την εμπέδωση φορολογικής συνείδησης. Κατ' αυτόν τον τρόπο η αύξηση των εσόδων του επόμενου έτους θα στηριχτεί και πάλι στην αναμενόμενη αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ και στη συνεχώς βελτιούμενη λειτουργία των φοροτεχνικών υπηρεσιών στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης προσπάθειας περιορισμού της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής. Η φορολογική μας πολιτική είναι το επιστέγασμα μιας μακρόχρονης και επίπονης προσπάθειας. Με την πολιτική αυτή η Κυβέρνηση βελτιώνει τον τρόπο κατανομής του εισοδήματος, προστατεύει τις αδύναμες οικονομικά τάξεις και κατανέμει δικαιότερα τα κοινωνικά βάρη. Οι βελτιώσεις και οι φορολογικές ελαφρύνσεις θα δημιουργήσουν κίνητρα οικονομικής απόδοσης και κινητικότητα των συντελεστών παραγωγής προς όφελος της ελληνικής οικονομίας. Με το φορολογικό νομοσχέδιο επιτυγχάνονται οι παρακάτω στόχοι: Κατανέμονται δικαιότερα τα φορολογικά βάρη. Ελαφρύνονται ιδίως οι χαμηλές εισοδηματικές τάξεις και ευνοούνται οι πολυμελείς οικογένειες. Ενισχύονται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις λόγω των σημαντικών μειώσεων του φορολογικού συντελεστή. Καταργούνται τα αντικειμενικά κριτήρια και εισάγεται η δυνατότητα φορολογήσεως με λογιστικό προσδιορισμό. Λαμβάνονται μέτρα για την ενίσχυση της απασχόλησης. Υιοθετούνται κίνητρα για την εισαγωγή της πληροφορικής στις επιχειρήσεις. Απλοποιείται ριζικά ολόκληρο το πλέγμα φορολόγησης και κυκλοφορίας των αυτοκινήτων. Περιορίζεται περαιτέρω η φοροδιαφυγή με την εισαγωγή νέων ελεγκτικών μηχανισμών. Τα έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξάνονται σημαντικά κατά τη δεκαετία 1990-1999. Το 1990 αποτελούσαν το 21,9% του ΑΕΠ, ενώ το 1999 αποτελούν το 27,2% του ΑΕΠ. Η συμμετοχή των φορολογικών εσόδων στα συνολικά έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού έχει πτωτική πορεία. Το 1990 αποτελούσαν το 93,8% των συνολικών εσόδων, ενώ το 1999 αποτελούν το 91,1%. Ομοίως πτωτική τάση παρουσιάζουν τα έσοδα από την Ευρωπαϊκή 'Ενωση ως ποσοστό επί των συνολικών εσόδων του Προϋπολογισμού. Το 1990 αποτελούσαν το 2%, ενώ το 1999 αποτελούν το 0,6%. Αντίθετα, σημαντική αύξηση παρουσιάζει η συμμετοχή των μη φορολογικών εσόδων, που από ποσοστό 4,3% το 1990 ανήλθε στο 8,3% το 1999. Το 1990 οι άμεσοι φόροι αποτελούσαν το 28,6% των εσόδων του Πρϋπολογισμού, όταν το 1999 αποτελούν το 35,7%. Παρατηρούμε μία σημαντική αύξηση του ποσοστού των άμεσων φόρων. Επίσης, το 1990 οι άμεσοι φόροι αποτελούσαν το 65,2% των εσόδων, ενώ το 1999 αποτελούν το 55,4%. Αντίθετα, εδώ παρατηρούμε σημαντική μείωση του ποσοστού των άμεσων φόρων. Είναι προφανές, πως η αύξηση του ποσοστού των άμεσων με την παράλληλη μείωση του ποσοστού των έμμεσων φόρων αποτελεί ποιοτικό χαρακτηριστικό των μεγεθών του Προϋπολογισμού. Η συμμετοχή των άμεσων και έμμεσων φόρων πλησιάζει συνεχώς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αποτυπώνοντας την πολιτική βούληση της Κυβέρνησης για αυξημένη συμμετοχή στα φορολογικά έσοδα των οικονομικά ισχυρότερων. Αυτή η τάση πρέπει να συνεχιστεί, να εναρμονιστεί πλήρως με τα δεδομένα της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, καθιστώντας έτσι πιο δίκαιη την κατανομή των φορολογικών βαρών. Τα έσοδα από την άμεση φορολογία εκτιμάται ότι θα ανέλθουν στα 3,695 δισεκατομμύρια (3.695.000.000) δραχμές, δηλαδή θα παρουσιάσουν αύξηση κατά 2,9% σε σχέση με το 1998, θα είναι δε περισσότερα κατά 6,4% από τα προβλεπόμενα. Τα έσοδα από το φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων θα μειωθούν σε σχέση με το 1998 κατά 0,6%. Αυτή η μείωση οφείλεται στην αλλαγή της φορολόγησης λόγω του νέου φορολογικού νόμου που θα ισχύσει αναδρομικά από την 1.1.1999. Εκτιμάται πως με αυτόν τον τρόπο στο τέλος του έτους θα επιστραφούν στους δικαούχους περίπου εκατόν δέκα δισεκατομμύρια δραχμές. Αντίθετα, τα έσοδα από το φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων εκτιμάται πως θα παρουσιάσουν αύξηση της τάξης του 8% σε σχέση με το 1998 και από ένα τρισεκατομμύριο (1.000.000.000.000) δραχμές θα φθάσουν στα 1,1 τρισεκατομμύρια (1.100.000.000.000) δραχμές. Επιπλέον, τα έσοδα από τους άμεσους φόρους παρελθόντων ετών θα παρουσιάσουν αύξηση 35% σε σχέση με το 1998 και θα είναι κατά 8,9% περισσότερα από τα προβλεπόμενα. Η ανοδική πορεία αυτών των εσόδων οφείλεται στην αποτελεσματικότερη λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών του Υπουργείου Οικονομικών. Τα έσοδα από την έμμεση φορολογία θα παρουσιάσουν αύξηση κατά 9,3% σε σχέση με το 1998. Η αύξηση αυτή οφείλεται κυρίως στην αύξηση των εσόδων από τη φορολογία στις χρηματιστηριακές συναλλαγές. Ο ΦΠΑ θα παρουσιάσει αύξηση κατά 7,8% σε σχέση με το 1998, θα είναι όμως μειωμένος κατά 2,1% σε σχέση με τις προβλέψεις λόγω της μείωσης του συντελεστή του ΦΠΑ στους λογαριασμούς της ΔΕΗ. Τα έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού για το 2000 εκτιμάται πως θα ανέλθουν σε δέκα εννιακόσια πενήντα πέντε δισεκατομμύρια δραχμές και θα είναι κατά 5,8% αυξημένα σε σχέση με το 1999. 'Οπως διαπιστώνεται με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο δεν επιβάλλονται νέοι φόροι, αντίθετα θεσπίζονται μέτρα που επιδρούν αρνητικά στα έσοδα. 'Αρα η προαναφερθείσα αύξηση εσόδων θα στηριχθεί στην αποτελεσματικότερη λειτουργία των φοροτεχνικών υπηρεσιών και στην αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας. Οι άμεσοι φόροι το 2000 θα ανέλθουν στα 3,6 ενενήντα δισεκατομμύρια και θα είναι οριακά μειωμένοι κατά 0,1% λόγω κυρίως των ρυθμίσεων του φορολογικού νομοσχεδίου. Αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό είναι η μείωση κατά 4,2% των εσόδων από το φόρο εισοδήματος λόγω των ευεργετικών διατάξεων του προαναφερθέντος φορολογικού νομοσχεδίου. Σε αντιδιαστολή με τα ανωτέρω προβλέπονται σημαντικές αυξήσεις εσόδων. Πρώτον από τους φόρους περίσσειας λόγω των προβλεπομένων ευνοϊκών ρυθμίσεων για την περαίωση εκκρεμουσών φορολογικών υποθέσεων και δεύτερον από τους άμεσους φόρους προηγουμένων οικονομικών ετών. Οι άμεσοι φόροι προβλέπεται να ανέλθουν στα 6,246 δισεκατομμύρια δραχμές παρουσιάζοντας αύξηση κατά 8,9 δισεκατομμύρια δραχμές. Τα έσοδα από ΦΠΑ προβλέπεται να ανέλθουν στα τρεις χιλιάδες διακόσια δισεκατομμύρια παρουσιάζοντας αύξηση κατά 9% που θα προέλθει κυρίως από την αύξηση συναλλαγών και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής. Τα έσοδα από μικρούς φόρους συναλλαγών θα αυξηθούν κατά 43,8%. Βασική αιτία αυτής της εντυπωσιακής αύξησης οφείλεται στην άνοδο των χρηματιστηριακών συναλλαγών και στο διπλασιασμό του φόρου αυτών των συναλλαγών από 0,3% σε 0,6%. Τέλος τα έσοδα από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης θα ανέλθουν στα χίλια οκτακόσια πενήντα δισεκατομμύρια δραχμές μειωμένα κατά ποσοστό 4,8% λόγω κυρίως της μείωσης κατά 50% του τέλους ταξινόμησης στα οχήματα. 'Οσο σημαντική, αγαπητοί συνάδελφοι, είναι η πολιτική βούληση της Κυβέρνησης στα οικονομικά ζητήματα άλλο τόσο σημαντική είναι η οργάνωση των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών. 'Ηδη η οργάνωση αυτή βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και έχει άμεση σχέση και θετική επίδραση στα επιτελούμενα οικονομικά βήματα. Η ανάπτυξη πληροφορικών συστημάτων, η αξιοποίηση των βάσεων δεδομένων, το χαρτοφυλάκιο εφαρμογών, υπηρετούν αποτελεσματικά την πολιτική του Υπουργείου. Αποτελεί καύχημα για την ελληνική δημόσια ζωή το νέο κτίριο ειδικών προδιαγραφών στο οποίο έχουν εγκατασταθεί οι ομάδες εργασίας όλων των ολοκληρωμένων πληροφορικών συστημάτων που αναπτύσσονται στο Υπουργείο Οικονομικών. Το περίφημο έργο TAXIS αποσκοπεί να καλύψει και να συνδέσει τις λειτουργίες όλων των ΔΟΥ και των κεντρικών υπηρεσιών η δε σημασία του είναι αυτονόητη και μεγάλη. Αναμένεται μέχρι το τέλος του έτους να λειτουργούν πλήρως διακόσιες τριάντα μία ΔΟΥ και μέχρι το τέλος του έτους τα ποσοστά που θα καλύπτονται στις συναλλαγές με τις ΔΟΥ θα φτάνουν το 95%. Σε πλήρη εξέλιξη επίσης βρίσκεται η υλοποίηση και η λειτουργία των παρακάτω ολοκληρωμένων πληροφορικών συστημάτων για τα τελωνεία, το θησαυροφυλάκιο, του προϋπολογισμού του προσωπικού μισθοδοσίας, συντάξεων, του Γενικού Χημείου του Κράτους, του φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας, του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος για την τράπεζα νομικών πληροφοριών για την ασφάλεια των πληροφορικών συστημάτων, για τον ΟΔΔΥ και για το πρόγραμμα οργανωτικού και διοικητικού εκσυγχρονισμού. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι προφανές ότι η Νέα Δημοκρατία νιώθει να χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια της κάθε φορά που συζητάμε για τις μεγάλες εθνικές επιλογές. Γι'αυτό αλλόφρων καταφεύγει στην κινδυνολογία. Κινδυνολογία κάθε χρόνο στη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό, κινδυνολογία μέχρι πρότινος για τη μη ένταξη στην ΟΝΕ, κινδυνολογία όταν η δραχμή εντασσόταν στο μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών. 'Ηταν σίγουρη η Νέα Δημοκρατία πως αντί για την Ευρωπαϊκή 'Ενωση οδηγούμασταν σε ευρωναυάγιο. Τώρα τελευταία αφού ναυάγησαν οι προβλέψεις της και οι απόκρυφες επιθυμίες της και βλέπει με σιγουριά πως μπαίνουμε στην ΟΝΕ επινόησε νέα κινδυνολογία. 'Ετσι διατείνεται η Νέα Δημοκρατία πως μετά την ένταξη θα καταρρεύσουμε. Δηλαδή ούτε λίγο ούτε πολύ, αφού το ΠΑΣΟΚ οδήγησε τη χώρα στην ΟΝΕ τώρα η Νέα Δημοκρατία ζητά να πάρει τα ηνία της μετά ΟΝΕ εποχής για να σώσει δήθεν τη χώρα από την επικείμενη κατάρρευση. Αυτό θυμίζει τον υπερφίαλο και αδαή ναυτικό που βλέποντας το πλοίο μετά τη θύελλα, να οδηγείται ασφαλώς στο λιμάνι, θέλει να αποβάλει τον άξιο καπετάνιο για να το προσδέσει αυτός στο ντόκο. Αυτήν τη χάρη βέβαια δεν θα του την επιτρέψουμε. Βεβαίως, τίθεται από μόνο του ένα σοβαρό ερώτημα που απασχολεί την κοινή γνώμη, τι γίνεται μετά την ένταξη στην ΟΝΕ. Το ερώτημα υπάρχει αρκεί μέσα από τη φρενιτιώδη αντιπολιτευτική δαιμονολογία να μην αποκτήσει μεταφυσική σημασία, αποπροσανατολίζοντας την κοινή γνώμη. Διότι ένα από τα τραγικότερα σφάλματα στη δημόσια ζωή είναι να ντύνουμε με μυστικισμό τα υπαρκτά πολιτικά προβλήματα. Φυσικά και δεν θα τρώγαμε με χρυσά κουτάλια, αλλά προφανώς -και δεν θα σταματήσουμε την προσπάθειαδεν ανεβήκαμε σε αυτήν την κορυφή για να κατασκηνώσουμε. Αυτή η κορυφή είναι μία από τις πολλές που πρέπει να οδηγήσουμε την κοινωνία μας. Η κορυφογραμμή όμως της εξέλιξης θα έχει μόνιμο και σίγουρο αναβάτη από δω και μπρος, την Ελλάδα. 'Εχουμε μπροστά μας τα μεγάλα θέματα της ανεργίας, της απασχόλησης, της κοινωνικής προστασίας, της δημόσιας υγείας, της κοινωνικής συνοχής, της παιδείας, της αλληλεγγύης, της δημοκρατικής ενίσχυσης, του περιβάλλοντος, του οράματος για μία Ευρώπη συνεκτική και τόσα άλλα. Γιατί εμείς δεν επιδιώκουμε μόνο μια ισχυρή Ελλάδα, εμείς θέλουμε ισχυρή πολιτική κοινωνία μέσα στην οποία τα μέλη της θα ζουν δημιουργικά με ασφάλεια και αξιοπρέπεια. Σήμερα βρισκόμαστε στη δύνη ασύλληπτων αλλαγών που θα καθορίσουν ανεξίτηλα τις επόμενες γενιές. Η απίθανη επιστημονική εξέλιξη, η εκρηκτική απογείωση της τεχνολογίας, ο υπέρμετρος πλούτος, η αλαζονική δύναμη, η γνώση και το χάσμα της γνώσης μεταξύ των διαφόρων ελίτ και της κοινωνίας δεν προδικάζουν αναγκαστικά ένα καλύτερο αύριο. Αυτό ελέγχεται απ'όποια σκοπιά και αν το δούμε. Το χειρότερο όμως θα ήταν αν βρισκόμασταν έξω από τις εξελίξεις. Ο αναχωρητισμός αν δεχθούμε ότι μπορεί να αποτελέσει την έσχατη προσωπική λύτρωση στην πολιτική είναι καταστροφή. Μόνο αν είμαστε ισχυροί και σύγχρονοι θα μπορέσουμε να σταθούμε στα πόδια μας. Τίποτα και από κανέναν δεν χαρίζεται. Η ισχύς της Ελλάδας και των Ελλήνων αποτελεί τη μοναδική εγγύηση για την πορεία μας. Η κυνικότητα είναι η μόνη σταθερά στις διεθνείς σχέσεις. Αυτό συνέβαινε πάντα, αυτό συμβαίνει και σήμερα. Δυστυχώς, η διεθνής κοινωνία δεν είναι κοινωνία αγγέλων διεπόμενη από απαράβατους ηθικούς νόμους βάσει των οποίων διευθετούνται οι αναφυόμενες εκάστοτε διαφορές. Αυτή είναι η πραγματικότητα και μέσα σ'αυτήν πρέπει να σταθούμε όρθιοι με γνώση, δύναμη, ευφυϊα, διορατικότητα. Οι τελευταίες εξελίξεις στη διεθνή σκηνή με αποκορύφωμα το Ελσίνκι αποδεικνύουν πως η χώρα μας είναι σεβαστή, υπολογίσιμη διεθνής δύναμη που γνωρίζει να δίνει μάχες και να τις κερδίζει. Αν οι αμήχανες αντιπολιτευτικές κραυγές του κ. Καραμανλή προσπαθούν να μειώσουν την εθνική επιτυχία, το μόνο που πετυχαίνουν είναι να καταδεικνύουν άλλη μια φορά την πολιτική ρηχότητα του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τελειώνοντας την εισήγησή μου θέλω να σχολιάσω σύντομα δύο από τις βασικές αιτιάσεις της Αντιπολίτευσης. Πρώτον, για τα περί αριθμολαγνείας και δημιουργικής λογιστικής. Κατηγορείται, δηλαδή, η Κυβέρνηση ότι δίνει ιδιαίτερη σημασία στην πορεία των αριθμών των οικονομικών δεικτών, τους οποίους μάλιστα πλάθει κατά το δοκούν με τα λογιστικά της τεχνάσματα. Κύριοι της Αντιπολίτευσης, αλίμονο αν αφαιρέσουμε από την πολιτική τους αριθμούς, όχι μόνο γιατί οι αριθμοί αποτελούν μία από τις σημαντικότερες επινοήσεις του ανθρώπινου πνεύματος, αλλά γιατί θα μετατρέπαμε την πολιτική συζήτηση σε ατέρμονα αδιέξοδη βερμπαλιστική διαδικασία μέσα από την οποία θα ήταν αδύνατον να εξαχθεί το οποιοδήποτε συμπέρασμα. 'Ισως αυτό να επιδιώκει η Αντιπολίτευση. Να συζητούμε αενάως χωρίς να βγαίνει συμπέρασμα. Η πορεία των αριθμών σημαδεύει ανεξίτηλα την πολιτική, γι'αυτό οι αριθμοί της δίνουν το απαραίτητο περιεχόμενο για να είναι αξιόπιστη. Τώρα, αν η Κυβέρνηση πλάθει τους δείκτες για να παρουσιάσει θετικά οικονομικά μεγέθη και αυτό διαφεύγει της προσοχής των Ελλήνων εμπειρογνωμώνων, των διεθνών οργανισμών και της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, ενώ αποκαλύπτεται μόνο από τη Νέα Δημοκρατία, τότε δεν έχουμε παρά να αποδώσουμε στους οικονομικούς της εγκεφάλους παράσημα ευρεσιτεχνίας. Εμείς χρησιμοποιούμε τους αριθμούς για να καταδείξουμε την αδιάψευστη θετική μας πορεία. Δεν αρκούμαστε όμως σε αυτούς. 'Εχουμε όραμα, έχουμε ψυχή στην πολιτική μας και αυτό είναι που της δίνει δύναμη, διάρκεια, ελπίδα, νικηφόρο προοπτική. Το δεύτερο σημείο: Διαρρηγνύει δήθεν η Νέα Δημοκρατία τα ιμάτιά της για την ερήμωση της επαρχίας. Ξεχνάει η συντηρητική παράταξη πως ο καθημαγμός της ελληνικής περιφέρειας έγινε στις μαύρες δεκαετίες του 1950, 1960 και του 1970; Αν η δεξιά θέλει να ξεχάσει την ιστορία της εμείς δεν μπορούμε γιατί εμείς πορευτήκαμε μέσα σ' αυτόν το ρημαγμό και είπαμε πως πρέπει να αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για τη νίκη, για την επαρχία. Και αυτό έγινε από το 1981 και μετά. Η ελληνική περιφέρεια ανάπνευσε, η ελπίδα έλαμψε και πάλι στο χωριό και τη μικρή πόλη. Πιστώσεις για έργα υποδομής, νόμοι για την περιφερειακή ανάπτυξη, κίνητρα, θεσμοί αποκέντρωσης κοινωνική, οικονομική πολιτιστική αναβάθμιση. Το μικρό χωριό, αυτό το αξεπέραστο ιστορικό και πολιτισμικό κύτταρου του Ελληνισμού, η ελληνική επαρχία με τις δικές μας κυβερνήσεις άφησε πίσω τη μαγκουφιά της εγκατάλειψης και βρήκε το χαμόγελο της ελπίδας. Γιατί στο κάτω κάτω εμείς το 1981 παραλάβαμε μια χώρα που εξήγε μετανάστευση και δημιουργήσαμε μια χώρα που εισάγει μετανάστευση, γιατί παραλάβαμε μια πατρίδα που έδιωχνε τα παιδιά της και κτίσαμε μια πατρίδα που μπορεί να περιθάλπει και τα παιδιά άλλων λαών. Αυτό θα καταγράψει η ιστορία και γι' αυτό είμαστε υπερήφανοι; (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ) ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Ο κ. Νεράντζης ειδικός αγορητής της Νέας Δημοκρατίας έχει το λόγο. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΝΕΡΑΝΤΖΗΣ: Κύριοι συνάδελφοι, δύο βραχύλογες παρατηρήσεις στα όσα ο μόλις κατελθών εκ του Βήματος συμπαθής συνάδελφος συμπολιτευόμενος είπε: Κατελόγισε στη Νέα Δημοκρατία ότι δήθεν θέλει να αφαιρέσει από την πολιτική τους αριθμούς. Καταλαβαίνω το άλγος του, είναι μαθηματικός. Εμείς θέλουμε αντιθέτως να αφαιρέσουμε από την Κυβέρνηση το εξής: Από τους αριθμούς, την πολιτική και αυτό είναι πολύ σημαντικό! Αυτοεπαινέθηκε ότι δήθεν εισάγει η Κυβέρνηση την Ελλάδα στην ΟΝΕ. Ξέχασε όμως φαίνεται ότι, από και δια της σημερινής Κυβερνήσεως και των προηγουμένων κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, η Ελλάδα κατήντησε να είναι η μόνη χώρα από την Ευρωπαϊκή 'Ενωση που ενώ ήθελε, τελικά δεν μπόρεσε να μπει στην ΟΝΕ. Είναι ανάγκη αυτά, πριν πούμε κάτι άλλο, να τα έχουμε πρόχειρα. Κύριοι συνάδελφοι, η φαρσοκωμωδία της επίσκεψης Κλίντον στην Ελλάδα, μιας επίσκεψης που σχεδιάστηκε να είναι τριήμερη και κατήντησε να γίνει διέλευση εικοσιτετράωρη, τα γεγονότα τα οποία επηκολούθησαν και οι καταστροφές, οι καταλήψεις των σχολείων, οι ποινικοποιήσεις των καταλήψεων, οι απεργίες, η Συμφωνία του Ελσίνκι και οι άστοχες και αστόχαστες εκδηλώσεις πανηγυρισμών, κυρίως όμως η καθημερινώς διογκούμενη κοινωνικοπολιτική καχεξία του μέσου 'Ελληνα συνετέλεσαν ώστε η προσοχή της κοινής γνώμης να φύγει από τον Προϋπολογισμό και να αγκιστρώνεται σε αυτήν την αδυσώπητη την αδήριτη καθημερινή πραγματικότητα. 'Ομως, οφείλω να πω ότι ο Προϋπολογισμός άξιζε καλύτερης μεταχείρισης. Και δεν εννοώ βέβαια τους συντάκτες, εννοώ την κοινή γνώμη, γιατί ο Προϋπολογισμός αποτελεί αυτόχρημα πολιτικό κείμενο πρώτης πραγματικά ιεράρχησης. Τα μεγέθη και οι αξίες τις οποίες περιλαμβάνει, ενσωματώνουν και συγχρόνως αποτυπώνουν τη στρατηγική της Κυβέρνησης, της εκάστοτε κυβέρνησης η οποία τον εισάγει, και ακριβώς μας δείχνουν την προοπτική της, τον τρόπο προσέγγισής της προς τα μεγέθη, προς το σήμερα και το αύριο. Από την άλλη πλευρά και παράλληλα,ο Προϋπολογισμός δεν παύει να συνιστά έναν κορυφαίο δημοσιονομικό θεσμό, ο οποίος πραγματικά αποτελεί πολύτιμο εργαλείο στον προγραμματισμό και στη διαφάνεια. Αλλά αυτός ο Προϋπολογισμός, όπως δυστυχώς και ο περσινός και ο προπέρσινος, αποπνέει ένα αναχρονιστικό πνεύμα, το οποίο δυστυχώς φαίνεται αναχρονιστικότερο, μια και προέρχεται από εκσυχρονιστές. Για να είμαι πιο συγκεκριμένος, η παθογένεια αυτή του Προϋπολογισμού είναι ευρέως φάσματος. Ας δούμε πρώτα αυτήν την παθογένεια που αναφέρεται στην ίδια την κατάρτισή του. Κακώς, κύριε Υπουργέ, ο Προϋπολογισμός αυτός γίνεται επί ετήσιας βάσεως. Σας δίνει το άρθρο 79 παράγραφος 6 του Συντάγματος -το οποίο διατηρεί διάταξη του Συντάγματος του 1975, εύστοχη διάταξη- τη δυνατότητα να συντάσσετε προϋπολογισμούς διετούς θητείας. Είναι καλύτεροι από πλευράς προγραμματισμού. Αυτό είναι το πρώτο σημείο, το οποίο σας προσάπτουμε, εν σχέσει με την ίδια την κατάρτιση του Προϋπολογισμού. 'Ενα δεύτερο σημείο είναι ότι αυτός είναι Προϋπολογισμός κονδυλίων. Ικανοποιεί, δηλαδή, λογιστικές ανάγκες και πρακτικές, ενώ θα έπρεπε να είναι Προϋπολογισμός προγραμμάτων, ούτως ώστε να διευκολύνεται η αξιολόγηση της σκοπιμότητας και της αποτελεσματικότητας των δημοσίων δαπανών. 'Ενα τρίτο στοιχείο για το οποίο σας ψέγουμε, είναι ότι η εκτίμηση και η έγκριση των κονδυλίων του Προϋπολογισμού σας γίνεται πάντοτε σε αναφορά με τις κατηγορίες δαπανών του περσινού Προϋπολογισμού, με αποτέλεσμα να διατηρούνται, και στο φετινό Προϋπολογισμό, κατηγορίες δαπανών που ίσως σήμερα δεν είναι αναγκαίες ή τουλάχιστον δεν είναι περισσότερο αναγκαίες από άλλες, οι οποίες παραλείπονται. Αφήνω το ότι αυτός ο τυφλοσούρτης, αυτή η αναπαραγωγή (σχεδόν με καρμπόν) των ομάδων δαπανών απαλλάσσει και τις δημόσιες υπηρεσίες, που είναι επιφορτισμένες με την κατάρτισή του, από του να επινοήσουν άλλους τρόπους διεξαγωγής των κρατικών δραστηριοτήτων. Επίσης προσάπτω στον Προϋπολογισμό που συζητούμε, αναποφασιστικότητα, έλλειψη συνέχειας των αναλαμβανομένων πρωτοβουλιών και επίσης έλλειψη εκσυγχρονισμού. Η παθογένεια όμως προχωρεί περαιτέρω στη δομή αυτού του Προϋπολογισμού που συζητάμε. Πραγματικά, αυτή η δομή στερείται φαντασίας, στερείται τόλμης, στερείται βάθους, δεν επιχειρεί τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές, τις οποίες χρειάζεται η οικονομία και μάλιστα στα κράσπεδα ενός νέου αιώνα και μάλιστα στο κατώφλι της εισόδου μας στην ΟΝΕ. Υπάρχει όμως κι άλλο μεμπτό στον Προϋπολογισμό αυτό. Είναι η ίδια η φιλοσοφία του Προϋπολογισμού σας. 'Αστοργα, κύριε Υπουργέ -δεν απευθύνομαι σε σας προσωπικά και το ξέρετε- και κακώς θα έλεγα, έχετε απεμπολήσει μερικές δοκιμασμένες ιδέες, οι οποίες παρήγαγαν στο παρελθόν θετικά αποτελέσματα. Θα σας απαριθμήσω τρεις από αυτές. Η πρώτη είναι ο Προϋπολογισμός της μηδενικής βάσης. 'Εναν προϋπολογισμό που είχε τολμήσει να καταρτίσει και να περάσει από τη Βουλή ένας πολύ σημαντικός πολιτικός, ο οποίος δυστυχώς εδώ και καιρό δεν είναι μαζί μας, ο Αθανάσιος Κανελλόπουλος. Θα έπρεπε να ξανασκεφθείτε -δεν έχετε πια το χρόνο, φαντάζομαι δεν θα έχετε εντός ολίγου και τη δυνατότητα- και εσείς και όλοι μας τη δυνατότητα αυτή της κατάρτισης ενός Προϋπολογισμού μηδενικής βάσης. Επίσης, παραλείπετε κι άλλη μια ιδέα η οποία, δια νόμου πλέον από το 1995, είναι υποχρεωτική, δηλαδή τη συμπερίληψη στον Προϋπολογισμό και στον Απολογισμό ενός ακόμη Προϋπολογισμού των φορολογικών δαπανών. Τονίζω ότι αυτός είναι υποχρεωτικός από το 1995. Δοκιμάσθηκε άπαξ και εγκαταλείφθηκε κακώς. Και τρίτον δεν κάνετε συγχρόνως κατάθεση ενός ειδικού τόμου περί φόρων υπέρ τρίτων. Νοσεί, λοιπόν, και η ίδια η φιλοσοφία αυτού του Προϋπολογισμού. Αλλά η νόσηση αυτή συνεχίζεται. Επεκτείνεται και στον τρόπο ελέγχου της σωστής εκτελέσεως του Προϋπολογισμού. Το έχω πει επανειλημμένως επί σειρά ετών εις ώτα μη ακουόντων. Ο Προϋπολογισμός πρέπει να συζητείται δύο φορές το χρόνο, μία τον Απρίλη και μία τον Οκτώβρη για να επικαιροποιείται. Πρέπει επίσης να συζητείται ξεχωριστά ο Απολογισμός, ο οποίος πνίγεται μέσα σ'αυτήν τη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό. Πρέπει επίσης να καταρτίζεται και ένας Προϋπολογισμός για τις συγχρηματοδοτούμενες παρεμβάσεις έργων και νέων θεσμών. Τέλος, πρέπει ο Προϋπολογισμός να κατατίθεται δύο τουλάχιστον μήνες πριν εισαχθεί στην αρμόδια Διαρκή Επιτροπή. Και το σωστότερο θα ήταν να εισήγετο ο Προϋπολογισμός κατά κεφάλαιο σε κάθε μια από τις επιμέρους αρμόδιες κοινοβουλευτικές επιτροπές, ούτως ώστε να γίνεται πραγματική διύλιση των μεγεθών, να μπορούμε να προσεγγίσουμε καλύτερα την ουσία του, να ασκήσουμε την κριτική της και να συμβάλουμε όλοι ενεργέστερα και ενεργότερα στην καλύτερη απόληξή του. Τίποτα όμως από αυτά δεν γίνεται και δεν μπορείτε να επικαλεσθείτε ότι είστε ανυποψίαστοι, γιατί πολλοί συνάδελφοι, εγώ δε κατά κόρον, μονοτόνως θα έλεγα, επί σειρά ετών τα επαναλαμβάνω. Πριν προχωρήσω, θα ήθελα να καταθέσω για τα Πρακτικά δύο πίνακες, τον έναν που αφορά βασικά μεγέθη του Γενικού Κρατικού Προϋπολογισμού και τον άλλο, την εξέλιξη του δημόσιου χρέους. ( Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Α. Νεράντζης καταθέτει για τα Πρακτικά τους προαναφερθέντες πίνακες, οι οποίοι έχουν ως εξής: (Οι σχετικοί πίνακες υπάρχουν στο τεύχος των Πρακτικών της Βουλής) ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΝΕΡΑΤΖΗΣ: Εκείνο που θα ηθελα να τονίσω, είναι ότι πάσχει επίσης και η συζήτηση επί του Προϋπολογισμού και αυτό είναι εξ ίσου τραγικό. Ο τρόπος με τον οποίο η Βουλή των Ελλήνων, και το 1999 και μάλιστα στο τέλος αυτού του έτους, προσεγγίζει αυτό το σπουδαίο δημοσιονομικό και πολιτικό κείμενο είναι στενά ταμειολογιστικός. Πιστέψτε με και δεν έχω καμία διάθεση να χαριτολογήσω στο σημείο αυτό, μόνο τα επιμανίκια τα μαύρα μας λείπουν -αυτά που φορούσαν οι παλαιοί ταμίες- για να μας επιδείξουν πόσο ρηχή είναι η προσέγγιση όλων μας σ'αυτό το κείμενο που λέγεται Προϋπολογισμός. Εγώ σήμερα, θα φροντίσω να καινοτομήσω, προσπαθώντας να συλλάβω την πολιτική διάσταση αυτού του κειμένου που λέγεται προϋπολογισμός και να σταθώ λιγότερο στους αριθμούς και μάλιστα μόνο στην έκταση και με την ένταση εκείνη που είναι τελείως απαραίτητη. Είναι μονότονη, μηχανιστική και ανούσια η συζήτηση του Προϋπολογισμού. Ξεκινάει με μια αρχή πανηγυρική, καταθέτει ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας ολόκληρους τόμους στον Πρόεδρο της Βουλής και καταλήγει μ'έναν τρόπο που ήδη έχει περιέλθει, κύριε Υπουργέ, στη δικαιοδοσία των επιθεωρησιογράφων. Θα έχετε δει πολλές επιθεωρήσεις, "ναι" σε όλα, "όχι" σε όλα, πλην της άμυνας κλπ. Εκεί έχουμε καταντήσει. Και δεν έχουν άδικο οι επιθεωρησιογράφοι, οι οποίοι μας παραλαμβάνουν και μας ψέγουν με αυτόν τον τρόπο. Η Ελληνική Βουλή, πρέπει να το παραδεχθούμε ότι και σήμερα, στερείται οποιασδήποτε ελεγκτικής αρμοδιότητος να προσεγγίσει αυτόν τον Προϋπολογισμό. Η προσέγγιση και η κριτική του Προϋπολογισμού εκ μέρους των υπολοίπων, γίνεται με την ανάγνωση εισηγήσεων, οι οποίες τελικά εξελίσσονται σ'έναν ατελεύτητο διάλογο κωφών. Αυτό όμως, δεν είναι συζήτηση, αυτό δεν συνιστά γόνιμη συζήτηση, αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει προσέγγιση και τοποθέτηση απέναντι σ'ένα τόσο νευραλγικό κείμενο. Κύριε Υπουργέ, οι συνθήκες μας επιβάλλουν να σας πούμε, για μια ακόμα φορά, ότι καταφέρατε το ακατόρθωτο. Αποδείξατε για μια ακόμα φορά, ότι οι καιροί αντιγράφουν αλλήλους. Σύμφωνα με τους χαρακτηρισμούς που έδωσε ο Ισοκράτης τον 4ο αιώνα, σεις σήμερα, έχετε κάνει τους 'Ελληνες να είναι "οι καθ'εκάστην ημέραν των αναγκαίων ενδεείς", "οι εις τας δεινοτάτας ανάγκας αφιγμένοι", "οι αναγκαίων απορούντες". Αν αυτοί οι χαρακτηρισμοί του Ισοκράτη, γύρω στο 325 με 330 π.Χ., αφαιρεθούν από το χρονικό περίβλημα εντός του οποίου λέχθηκαν, ποιος αντιλέγει ότι αφορούν τη σημερινή Ελλάδα, τους σημερινούς κατοίκους της, τους κατοίκους των πόλεων και της υπαίθρου; Αυτός είναι ο άθλιος άθλος τον οποίον επετέλεσε η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και η προ αυτής η σημερινή. Ο ειδικός εισηγητής του ΠΑΣΟΚ τον οποίον διαδέχθηκα, μίλησε για τα τεχνάσματα και με αναγκάζει να σταθώ λίγο, παρά το οτι δεν είχα ιδιαίτερη πρόθεση να το πράξω. Σήμερα ο Προϋπολογισμός αυτός εμφανίζεται με μια ωραιοποίηση, και για να χρησιμοποιήσω μια πιο ωραία ελληνική λέξη που έχει πέσει σε αφάνεια, με μια ψιμυθίωση, κύριε Υπουργέ, αυτό που λέμε μακιγιάρισμα οι Νεοέλληνες. Και θα μπορούσε βέβαια κανείς να πει, μα αυτό το κάνουμε για τις ανάγκες εισόδου στην ΟΝΕ. Μα, αυτήν τη μεθόδευση, την ωραιοποίηση την έκαναν και οι ξένοι και οι Ιταλοί. Συμφωνούμε. Αλλά μη μας λέτε όμως ότι απ' αυτήν την ωραιοποίηση το προσωπείο υποκατέστησε το πρόσωπο. Μη μας λέτε ότι επειδή μειώσατε με αυτόν τον τρόπο το έλλειμμα -και θα έλθω αμέσως σ' αυτό- για να μπορέσει δήθεν να συγκλίνει η χώρα προς την ΟΝΕ, σημαίνει ότι ευημερούν και οι 'Ελληνες. Κοντά στα παλιά τερτίπια, με τα οποία επερχόταν τα τελευταία χρόνια η ωραιοποίηση αυτού του Προϋπολογισμού (θα αναφέρω παραδείγματος χάρη την κεφαλαιοποίηση των τόκων, θα αναφέρω την πληρωμή των καταπτώσεων των εγγυήσεων του εξωτερικού χρέους μέσω, όχι του Προϋπολογισμού, αλλά ενός αυτοτελούς λογαριασμού διαχείρισης δημόσιου χρέους, χωρίς να καταγράφονται οι δαπάνες του Τακτικού Προϋπολογισμού, θα αναφέρω επίσης τη λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας κινητών αξιών, που αποσκοπεί στη διάθεση των προϊόντων των ιδιωτικοποιήσεων για τη μείωση του δημόσιου χρέους), θα αναφέρω και άλλα δύο. Αρχίζω από τις "δαπάνες για την απόκτηση στοιχείων ενεργητικού". 'Ετσι τις ονοματίζετε. Η Ευρωπαϊκή 'Ενωση έχει καθορίσει ως όριο ελλείμματος το 3% του ΑΕΠ. Το δικό μας όμως έλλειμμα δεν ήταν τόσο. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία τα οποία παρουσιάζετε, στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού -στη σελίδα 70 για να είμαι συγκεκριμένος- το έλλειμμα του Γενικού Κρατικού Προϋπολογισμού εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί κατά το έτος 2000 σε χίλια εννιακόσια πέντε δισεκατομμύρια δραχμές -κοιτάξτε το, κύριε Υπουργέ- ή στο 4,7% του ΑΕΠ, επίπεδο, δηλαδή, υψηλότερο κατά 1,7% από το όριο του κριτηρίου που θέτει το Μάαστριχτ. Ωστόσο το έλλειμμα αυτό των χιλίων εννιακοσίων πέντε δισεκατομμυρίων το εξωραϊζετε, το περιορίζετε στα χίλια διακόσια τριάντα πέντε δισεκατομμύρια, δηλαδή, του αφαιρείτε εξακόσια εβδομήντα δισεκατομμύρια δραχμές. Για ποιο λόγο; Διότι δήθεν αποκτώνται από το κράτος στοιχεία ενεργητικού. 'Ολες, δηλαδή, οι επιδοτήσεις και οι επιχορηγήσεις τις οποίες το πρόγραμμα των δημοσίων επενδύσεων εκταμιεύει και κατευθύνει προς τις διάφορες ΔΕΚΟ και τις δημόσιες υπηρεσίες, θεωρούνται από τους συντάκτες του Προϋπολογισμού, άρα από την Κυβέρνηση ότι μεγαλώνουν τη συμμετοχή της Κυβέρνησης στο μετοχικό κεφάλαιο των ΔΕΚΟ και συνεπώς αυτό αποτελεί στοιχείο που πρέπει να αφαιρεθεί από το έλλειμμα. Να, λοιπόν, γιατί μιλήσαμε για ψιμυθίωση και εξωραϊσμό. 'Ενα δεύτερο τερτίπι, ακόμα πιο χονδροειδές, είναι αυτό που ονομάζεται βαρύγδουπα "πλεόνασμα δημοσίων οργανισμών και λοιπές προσαρμογές". Κατεβάσατε, λοιπόν, από τα χίλια εννιακόσια πέντε δισεκατομμύρια δραχμές το έλλειμμα, με αυτόν τον τρόπο που ανέφερα προηγουμένως, στα χίλια διακόσια τριάντα και τώρα το κατεβάζετε στα τετρακόσια εβδομήντα πέντε, δηλαδή στο 1,2% του ΑΕΠ. Πώς; Πουθενά σε διακόσιες τριάντα σελίδες της εισηγητικής εκθέσεως δεν μας λέτε τα στοιχεία ανάλυσης αυτού του πλεονάσματος. Που το βρήκατε αυτό το "πλεόνασμα δημοσίων οργανισμών και τις λοιπές προσαρμογές"; Είναι ένα πλεόνασμα φάντασμα, είναι ένα πλεόνασμα μαϊμού, το οποίο καλύπτεται από ένα πυκνό πέπλο μυστηρίου, ένα πέπλο μυστηρίου, ο οποίος δεν επιτρέπει, όχι απλώς την εξήγηση, αλλά και αυτήν ακόμη την αντιμετώπιση, θα έλεγα την ενόραση. Να, γιατί ατύχησε ο προηγούμενος συνάδελφος του ΠΑ.ΣΟ.Κ., όταν μας κατηγόρησε για τις καταγγελίες μας για τα τεχνάσματα. Μην τα λέτε όμως σε μας αυτά. Εμείς αναγνωρίζουμε την αναγκαιότητα -σε όποιο σημείο μπορούμε να την αναγνωρίσουμε- κάποιων μεθοδεύσεων για την ΟΝΕ. Αλλά μη μας λέτε ότι είναι πραγματικά και όλα ρόδινα. Ας δούμε όμως τώρα και την ελληνική οικονομία απέναντι στην ΟΝΕ, πράγμα που το θεωρώ πολύ σημαντικό, αλλά και πολυσήμαντο. Είναι ανάγκη να ξεκαθαρίσουμε πολλά πράγματα, γιατί η ρύπανση της κυβερνητικής προπαγάνδας αποπειράθηκε να τα σκιάσει και να δημιουργήσει ενώπιον του ελληνικού λαού συγχύσεις. Η Νέα Δημοκρατία είναι αμετάθετα υπέρ της ΟΝΕ. Εργάστηκε γι' αυτήν την ιστορία, στηρίζει την ΟΝΕ. Διαφωνεί με την όδευση που έχετε ακολουθήσει, συμφωνεί με το στόχο. Διόλου δεν μας διαφεύγει ότι η ΟΝΕ δεν είναι πανάκεια, διόλου δεν ξεχνούμε ότι η ΟΝΕ δεν συνιστά κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Αποτελεί μία παραχώρηση και αναγνώριση ζωτικού χώρου, εντός του οποίου η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να ασκήσει το οικονομικό της αγώνισμα. Γνωρίζουμε ότι οι συνθήκες διεξαγωγής του αγωνίσματος αυτού είναι χαλεπές εντός του χώρου της ΟΝΕ. Από την άλλη όμως πλευρά είναι βέβαιο ότι εκτός του χώρου αυτού δεν είναι δυνατόν να διεξαχθεί καν οικονομική, παιδιά. Υπ' αυτά, λοιπόν, τα δεδομένα η εκλογική αναμέτρηση την οποία επισείατε επί μακρά σειρά μηνών ως φόβητρο, δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο ανακοπής της πορείας μας προς την ΟΝΕ, πολύ δε περισσότερο, όταν εμείς που θα σας διαδεχθούμε, όταν εμείς που σήμερα είμαστε Αξιωματική, αν θέλετε, Αντιπολίτευση, είμαστε αναφανδόν υπέρ αυτής της ΟΝΕ. Δεν κινδυνεύει, λοιπόν, η πορεία από τις εκλογές, δεν κινδυνεύει η πορεία προς την ΟΝΕ από μία αλλαγή κυβερνήσεως που σφόδρα πιθανολογείται. Η αναγκαιότητα της ένταξης στην ΟΝΕ δεν αμφισβητείται παρά μόνο από όποιους έχουν ιδεολογικούς λόγους ή κάποιες άλλες αγκυλώσεις, επίκτητες ή εγγενείς. Η Νέα Δημοκρατία δεν αμφιβάλει για τη σκοπιμότητα αυτού του εγχειρήματος. 'Αλλωστε, οι τελευταίοι που θα μπορούσαν να ήσαν αντίθετοι είμαστε εμείς, γιατί μην ξεχνάτε ότι, όταν εμείς μιλάγαμε για Ενωμένη Ευρώπη με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, εσείς λέγατε "ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο". Μην ξεχνάτε ότι, όταν εμείς σας μιλήσαμε πρώτοι για την Ευρώπη, εσείς του ΠΑΣΟΚ φθάσατε στο σημείο να διαγράψετε τον κ. Σημίτη γιατί μίλησε για την Ευρώπη των λαών. 'Αρα, λοιπόν, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να δημιουργεί πρόβλημα, που να ανεγείρει ένα αντέρεισμα στην πορεία της χώρας μας προς την ΟΝΕ. Και αυτό το εμπόδιο δεν μπορεί πάντως να είναι η Νέα Δημοκρατία. Η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, κύριε Υπουργέ, γνωρίζετε καλά ότι είναι δεδομένη. Απομένει μόνο η τυπική της πιστοποίηση. 'Αλλωστε, μ' αυτόν τον τρόπο, η Ελλάδα μέσα στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση, μέσα στην οικονομική αυτή 'Ενωση, θα δημιουργεί λιγότερα οικονομικά και άλλα προβλήματα, από ότι εάν ήταν εκτός. Περαιτέρω, η είσοδός μας μπορεί να συμπαρασύρει και τις τρεις άλλες χώρες που με τη θέλησή τους -όχι εμείς που θέλαμε και δεν μπορούσαμε- μένουν απ'έξω. Και εν πάση περιπτώσει το θέλουν οι δύο μεγάλες πολιτικές δυνάμεις που καλύπτουν το 80% του ελληνικού εκλογικού Σώματος. Ξεκινώντας, λοιπόν, από αυτές τις παραδοχές, θέλω να προχωρήσω ευθύς αμέσως παραπέρα. Η πολιτική σας προς την ΟΝΕ δεν είναι απλώς κακή. Εάν ήταν κακή τότε θα επιχειρούσαμε μία διορθωτική παρέμβαση εσείς, εμείς, η Βουλή. Είναι ανύπαρκτη. Και ως ανύπαρκτη ειλικρινά εγκυμονεί πολλούς κινδύνους. Γιατί ξέρετε τι κινδυνεύουμε να πάθουμε, κύριε Υπουργέ; Να εισέλθει στην ΟΝΕ όχι το ζωντανό, αλλά το χαροπαλεύον σώμα της Ελλάδος, ενώ δεν πρέπει να γίνει αυτό και πολύ περισσότερο δεν θα πρέπει να εισέλθει το πτώμα της οικονομίας μας, η σωρός της. Διερωτώμαι πολλές φορές για ποιο λόγο υπάρχει αυτός ο αγώνας, για ποιο λόγο στοιχειοθετείται αυτή η αγωνία. 'Αραγε το πρόβλημά μας είναι να προσαρμόσουμε τους οικονομικούς δείκτες ή να συγκλίνουμε τα βιοτικά μας επίπεδα με εκείνα των ευρωπαϊκών χωρών; Αν είναι να συγκλίνουμε τους δείκτες, πετύχατε πάρα πολλά, υποκλινόμαστε. Αν είναι όμως να συγκλίνουμε τα βιοτικά μας επίπεδα με εκείνα των ευρωπαϊκών χωρών, τότε πολύ φοβούμαι ότι είμαστε πολύ μακριά, κύριε Υπουργέ. Και το πιο τραγικό είναι ότι δεν υπάρχει φως στο τούνελ. Σταματήστε, λοιπόν, επιτέλους να βαφτίζετε, σαν τους παλιούς, το κρέας, ψάρι. Σταματήστε πλέον να λέτε τα πράγματα με ένα διαφορετικό όνομα. Πείτε τα ευθέως. Δεν καταλαβαίνει τίποτα ο Προϋπολογισμός αυτός, από τις συγκεκριμένες αυτές αιτιάσεις. Δεν έχει απάντηση. Δεν πέρασε ούτε δίπλα, δεν τα άγγιξε αυτά τα προβλήματα. Ας δούμε τώρα, όμως επί τροχάδην, γιατί ο χρόνος είναι αμείλικτος, τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του Προϋπολογισμού κατά τη δική μου γνώμη. Ο Προϋπολογισμός αυτός είναι τυπικής ένταξης προς την ΟΝΕ, αλλά δεν είναι ουσιαστικής σύγκλισης. 'Ετσι το 2000 προβλέπεται -λέω ένα παράδειγμαμείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος ως ποσοστού του ΑΕΠ, ενώ οι συνθήκες επιβάλουν πάντως, επιτρέπουν περαιτέρω αύξηση. Ο Προϋπολογισμός, έτσι όπως τον έχετε, παρέχει απατηλή εικόνα για άνετη όδευση της Ελλάδος προς την ΟΝΕ. Δεν μας λέγει όμως τι γίνεται μέσα στην ΟΝΕ. Είναι αλήθεια ότι κάποιοι οικονομικοί δείκτες έχουν βελτιωθεί αισθητά. Κανείς δεν το αρνείται. Αλλά ο τρόπος με τον οποίο επιδιώκεται η σύγκλιση είναι γυμνός, είναι ονομαστικός, είναι αποψιλωμένος. Κύριε Υπουργέ, γνωρίζετε ότι η εισαγωγική διείσδυση έχει μεγεθυνθεί. Γνωρίζετε ότι ο παραγωγικός ιστός διατρήθηκε. Γνωρίζετε ότι η ανεργία γιγαντώθηκε, γνωρίζετε επίσης ότι η συνοχή της κοινωνίας αποσαθρώθηκε. Οι κρατικές παρεμβάσεις εξακολουθούν να υφίστανται σε πάρα πολλούς τομείς. Είναι πυκνές, είναι συχνές, είναι ουσιώδεις. Οι μεταφορές, η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες και ένα μεγάλο μέρος του τραπεζικού συστήματος, ακόμα ανήκουν σε κρατικά μονοπώλια ή ολιγοπώλια. 'Ετσι, λοιπόν, η ονομαστική, η αριθμητική σύγκλιση προς την ΟΝΕ, αντί να συμπορεύεται μαζί με την σύγκλιση των βιοτικών επιπέδων, συναγελάζεται αντιθέτως με την ουσιαστική και πραγματική απόκλιση των δύο βιοτικών επιπέδων, της Ελλάδος και της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης. 'Ετσι, όμως, ο επιδιωκόμενος, με κάθε αντάλλαγμα, στόχος απονευρώνεται. 'Ετσι, ο στόχος γίνεται δυσδιάκριτος και εξαλάσσεται σε φως που δεν φωτίζει, σε φωτιά που δεν καίει. Η ένταξή μας στην ΟΝΕ είναι βέβαιο ότι θα ενισχύσει την ένταση και την εμβέλεια μερικών φαινομένων. Και σεις δεν κάνετε τίποτε γι' αυτά. Η Δημόσια Διοίκηση, αν εξακολουθήσει να είναι στα χέρια της ίδιας Υπουργού ή γίνεται διαχείρισή της με την ίδια τακτική, της απάθειας θα έλεγα, της μετά βδελυγμίας περιφρονήσεώς της, θα εξακολουθεί να διαθέτει ένα κράτος τεράστιο, αναποτελεσματικό, αδιαφανές, ένα κράτος συχνά διαπλεκόμενο, όπως πάρα πολλές φορές έχει επισημάνει με ξεχωριστή ευστοχία ο παριστάμενος Βουλευτής Ηρακλείου κ. Μανώλης Κεφαλογιάννης. Αλλά, εκτός από τη Δημόσια Διοίκηση, θα εξακολουθήσει και τότε να υφίσταται ένα έντονο ιδιαίτερο δημοσιονομικό πρόβλημα, ακριβώς από τις επιβαρύνσεις τις οποίες θα φέρουν στον Προϋπολογισμό και στα οικονομικά της χώρας οι ΔΕΚΟ οι περιβόητες, οι ασφαλιστικοί οργανισμοί, οι ΟΤΑ έτσι όπως είναι εξαθλιωμένοι, αν αφεθούν υπό τις ίδιες συνθήκες να υπολειτουργούν και να ρυπαίνουν οικονομικά το δημοσιονομικό πλαίσιο της χώρας. Αν εξακολουθήσουν πάλι τα ίδια πράγματα, και μέσα στην ΟΝΕ θα διευρύνονται κοινωνικές αδικίες όσο η ανεργία καλπάζει, όσο από την άλλη πλευρά η συρρίκνωση του αγροτικού εισοδήματος πλησιάζει σε ύψη δυσθεώρητα, τόσα και τέτοια που αναγκάζουν έναν εκλεκτό Βουλευτή Θεσπρωτίας να διαμαρτύρεται συνεχώς γι' αυτήν την ιστορία. Ομιλώ για τον κ. Βεζδρεβάνη. Θα συνεχίζεται επίσης και μέσα στην ΟΝΕ η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. 'Αρα λοιπόν, μας ενδιαφέρει άμεσα, δι' αυτού του Προϋπολογισμού, να επιδράσουμε στην μετά ΟΝΕ εποχή. Αλλά σεις είστε ανυποψίαστοι. 'Αλλο χαρακτηριστικό είναι ότι ο Προϋπολογισμός στερείται μακρόπνοης στόχευσης, οράματος και προοπτικής. 'Ετσι όπως είναι διατυπωμένος ο Προϋπολογισμός, κύριε Υπουργέ, τα μεγέθη του μυκτηρίζουν από τα ράκη τους, τους ισχυρισμούς του οικονομικού επιτελείου της Κυβέρνησής σας ότι δήθεν όλα πάνε καλά ότι δήθεν οι 'Ελληνες ευημερούν. Τους λοιδωρούν τους ισχυρισμούς αυτούς και στην ουσία ακυρώνουν το εθνικό διαβατήριο της χώρας για την είσοδό της στην τρίτη χιλιετία. Προοδεύουν οι δείκτες αλλά οπισθοδρομούν οι 'Ελληνες. Βελτιώνονται οι αριθμοί αλλά δυστυχεί η Ελλάδα και οι κάτοικοί της. Αντιοικονομία, αντικοινωνία, αντιπολιτισμός. Αυτό είναι το κράτος που θεμελιώσατε, αυτό είναι το κράτος την οικονομική αποτύπωση του οποίου σήμερα εμφανίζει ο Προϋπολογισμός που συζητάμε. Δεν φθάνει που εξ αιτίας σας είμαστε η μόνη χώρα που θέλησε να μπει στην ΟΝΕ, αλλά δεν μπόρεσε, που μείναμε δηλαδή δυο, τρία χρόνια έξω από την Ευρωπαϊκή 'Ενωση, με όλες τις γνωστές συνέπειες των πιέσεων των διαφόρων, θεσμικών και μη, επενδυτών επάνω στο νόμισμά μας, αλλά δεν λαμβάνετε, ούτε λάβατε ποτέ ούτε υποψιαστήκατε γι' αυτό, κανένα μέτρο, τέτοιο και τόσο που να διευκολύνει τη μετά ΟΝΕ πορεία μας. Από το συζητούμενο Προϋπολογισμό, λείπει κάθε πρωτοβουλία θεσμική, κάθε απόπειρα διαρθρωτική. Ούτε για τις αποκρατικοποιήσεις μπορεί να γίνει καν λόγος. Η Κυβέρνησή σας είναι η τελευταία που μπορεί να το κάνει αυτό. Γιατί εσείς τις αποκρατικοποιήσεις τις βλέπετε μόνο υπό τη μορφή των μετοχοποιήσεων, για να εξυπηρετήσουν, δηλαδή, στενόκαρδους, άμεσους, ούτε καν μεσοπρόθεσμους και βραχυπρόθεσμους αποταμιευτικούς σκοπούς. Η ξύλινη όμως άσκοπη και αστόχαστη, κύριε Υπουργέ, κυβερνητική επιχειρηματολογία συνεπικουρούμενη και από τους εκ συνειδήσεως αρνητές αυτής της πορείας προς την ΟΝΕ, τα φορτώνει όλα στη σύγκλιση. Και μη μου πείτε, κύριε Υπουργέ, ότι φταίει και η σύγκλιση για το ότι επί μακρόν είχατε μόλις 52%-55% δείκτη απορροφητικότητας των κονδυλίων; Μη μου πείτε ότι φταίει η σύγκλιση ότι η παιδεία είναι ανάπηρη; Μη μου πείτε ότι για την οικτρή Δημόσια Διοίκηση και το αναποτελεσματικό κράτος φταίει η σύγκλιση; Ξεχνάτε άραγε ότι υπάρχουν χώρες οι οποίες ξεκίνησαν με χειρότερους από εμάς δείκτες, ήταν σε χειρότερη θέση όπως η Πορτογαλία και σήμερα είναι καλύτερες; Ξεχνάτε ότι ο ελληνικός λαός, γι' αυτά τα πειράματα που κάνετε και στην Ολυμπιακή και αλλού, έχει πληρώσει το τίμημά του, δηλαδή οι θυσίες του είναι μεγάλες. Ξεχνάτε ότι οι μισθοί στην Ελλάδα είναι οι πιο γλίσχροι στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση; Ξεχνάτε ότι ο πολιτισμός είναι ο φτωχός συγγενής, αφού ελαχιστότατο κομμάτι από τον προϋπολογισμό διατίθεται σ' αυτόν; 'Ωστε, λοιπόν, φταίει γι' αυτά η σύγκλιση; 'Οχι βέβαια. Δεν φταίει η σύγκλιση. Φταίει ο τρόπος με τον οποίο εσείς βαδίζετε στη σύγκλιση. Ακολουθείτε με συνέπεια -η Κυβέρνηση δηλαδή- το μύθο του Σισύφου, του περιβόητου γιου του Αιόλου και της Εναρέτης ο οποίος έσπρωχνε ένα βράχο προς τα επάνω και αυτός κυλιόταν προς τα πίσω. Πρώτα αφήσατε να καταστραφεί το περιβάλλον, κύριε Υπουργέ, και μετά πήγατε να το προστατεύσετε. Πρώτα αφήσατε να χτιστούν άναρχα οικισμοί ή τους ανεχθήκατε και τώρα πάτε να τους τονώσετε. Πρώτα αφήσατε την περιφέρεια να ερημώσει και τώρα ψάχνετε πώς είναι δυνατόν να την πυκνώσετε. Από τη μια ζητάτε πίσω τα αρχαία του Παρθενώνα -και καλά κάνετε- και από την άλλη θάψατε στην Ιερά Οδό τα αρχαία λείψανα που βρήκατε. Και το σπουδαιότερο; Αρνείσθε επί τόσα χρόνια να στελεχώσετε την αρχαιολογική υπηρεσία με ανθρώπους ειδικούς, δηλαδή, με αρχαιολόγους. Πρώτα ψηφίζετε το δεύτερο βαθμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης και στη συνέχεια, κύριε Υπουργέ, χωρίς πόρους, χωρίς αρμοδιότητες τον εγκαλείτε γιατί δεν κάνει σωστά τη δουλειά του. Αυτό είναι καθολική σύγχυση. Τι Λοζάννη τι Κοζάνη. Τι Καζαντζάκης τι Καζαντζίδης. Αυτός δεν είναι τρόπος με τον οποίο μπορεί κανείς να κυβερνήσει. ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Είναι και οι δυο όμως εκλεκτοί. Και ο Καζαντζάκης ήταν εκλεκτός συγγραφέας, αλλά και ο Καζαντζίδης είναι ένας πολύ καλός καλλιτέχνης. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΝΕΡΑΝΤΖΗΣ: Τους συγχέετε και εσείς, κύριε Πρόεδρε; ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Δεν τους συγχέω. Δεν μπορούμε όμως να πούμε ότι και τους δύο... ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΝΕΡΑΝΤΖΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, περί συγχύσεως πρόκειται. Δεν θα αντιληφθήκατε τι λέω. ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): ... σε Λοζάννη και Κοζάνη. Εξάλλου θα διαμαρτυρηθεί και ο κ. Παπαφιλίππου που είναι από την Κοζάνη. Και ξεχάσατε να τον αναφέρετε και αυτόν. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΝΕΡΑΝΤΖΗΣ: Δεν θα αντιληφθήκατε, φαίνεται, τι λέω. Μιλάω περί συγχύσεως. Μάλλον και εσείς υποκύψατε στη σύγχυση. 'Αρα, λοιπόν, δεν έχετε σωστή πορεία, κύριε Υπουργέ, δεν έχετε σχέδιο. Πλέετε σε μια σχεδία. Το καρυδότσουφλο των σχεδιασμών σας μπάζει από παντού. Είναι ανάγκη, όμως, να αντιληφθείτε ότι πλέον μπήκατε σε τρικυμισμένους ωκεανούς. Εάν εξακολουθείτε να βαδίζετε και να διασχίζετε αυτούς τους ωκεανούς με γνώσεις, εμπειρίες και πρακτικές απλής ναυσιπλοίας, τότε, πολύ φοβάμαι, ότι ο κίνδυνος ενός αύτανδρου ναυαγίου είναι μέγας και εγγύς. Είναι όμως και κατάφωρα προεκλογικός αυτός ο Προϋπολογισμός. Ας μην ξεχνάμε τα τετρακόσια εβδομήντα (470.000.000.000) δισεκατομμύρια δραχμές που διανθίζονται από εξαγγελίες για μονιμοποιήσεις και για προσλήψεις. Ο Προϋπολογισμός αυτός είναι επίσης ανακριβής και εξωπραγματικός, διότι έχετε υπερεκτιμήσει τα έσοδα και έχετε υποτιμήσει τις δαπάνες. Θέλετε ένα μικρό παράδειγμα; (Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή) Αυτό αποτελούν οι εισπράξεις από το φόρο επί των μεταβιβαζομένων κεφαλαίων που εκτιμάται ότι θα αυξηθούν -προσέξτε- κατά ποσοστό 89,1%, δηλαδή, από τριακόσια είκοσι ένα δισεκατομμύρια (321.000.000.000) δραχμές το 1999, σε εξακόσια επτά δισεκατομμύρια (607.000.000.000) δραχμές το 2000. Το μεγαλύτερο μέρος των εισπράξεων αυτών θα είναι εισπράξεις από τις ηυξημένες χρηματιστηριακές συναλλαγές. Γνωρίζετε, όμως, ότι ο όγκος των χρηματιστηριακών συναλλαγών σήμερα δεν ευνοεί αυτούς τους υπολογισμούς τους οποίους κάνετε. 'Οταν, όμως, υπάρχει αυτή η υπερεκτίμηση εσόδων και η υπεκτίμηση των δαπανών, τότε δεν σημαίνει απλώς ότι είναι ανακριβής ο Προϋπολογισμός σας, αλλά σημαίνει ότι στερείται και νόμιμης βάσεως. Δηλαδή ο Προϋπολογισμός αυτός μοιάζει με ένα γίγαντα με πήλινα πόδια. Να, λοιπόν, γιατί είμαστε εναντίον. Εν τέλει δε αυτός ο Προϋπολογισμός είναι και ανεφάρμοστος, διότι το πολύ-πολύ να βγει μέχρι το Μάρτιο αυτή η ιστορία. Θα υποχρεωθεί τότε η Κυβέρνηση, που θα υπάρχει, να επιβάλει καινούριους φόρους για να τη στηρίξει. Κάτι ξέρατε εσείς που τον καταρτίσατε κατ' αυτόν τον τρόπο. 'Ισως να είχατε διαισθανθεί -και όχι άδικα- ότι δεν θα είσαστε εσείς κυβέρνηση και επομένως κάποια άλλη κυβέρνηση θα αναλάμβανε αυτό το αντιλαϊκό φορτίο, το άγος δηλαδή να επιβάλει καινούριους φόρους. Πού είναι οι ισχυρισμοί σας για στήριξη των οικονομικά ασθενεστέρων και για τους συνταξιούχους; Είδατε τι γίνεται με την ανεργία; Θα καταθέσω εδώ έναν πίνακα γιατί δεν έχω δυστυχώς χρόνο. (Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Αναστάσιος Νεράντζης καταθέτει για τα Πρακτικά τον προαναφερθέντα πίνακα ο οποίος βρίσκεται στο αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής) Είδατε ότι, ανάμεσα στις φτωχότερες περιφέρειες της χώρας, στις είκοσι πέντε, οι έξι είναι δικές μας; Είδατε τι γίνεται με την 'Ηπειρο η οποία έκαμε ρεκόρ; Είδατε τι γίνεται με την ανεργία των νέων και την ανεργία των γυναικών; Πώς μπορείτε να λέτε εν όψει όλων αυτών ότι εσείς στηρίζετε τους χαμηλόμισθους, βοηθάτε τους εργαζόμενους, βοηθάτε τους συνταξιούχους; Ποιους συνταξιούχους βοηθάτε; Αυτούς τους ξυλοκοπήσατε προ τριετίας επειδή τόλμησαν να διεκδικήσουν κάποιο αίτημά τους εν ονόματι της δημοκρατίας της πλέριας, όπως θα έλεγε και η αριστερά, η οποία υπάρχει εδώ. 'Αρα, λοιπόν, δεν είναι ανάγκη ο κύριος Υπουργός Εθνικής Οικονομίας να προσφεύγει σε τέτοιες χονδροειδείς ανακρίβειες λέγοντας ότι εμείς βοηθάμε τους συνταξιούχους, δηλαδή η Κυβέρνηση. Η μόνη ουσιαστική βοήθεια προς τους συνταξιούχους είναι η δεσμευτική εξαγγελία του Κώστα Καραμανλή του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας η οποία αναφέρει -και το εννοεί, γιατί συνηθίζει να το εννοεί εν αντιθέσει προς εσάς, όχι προσωπικώς επαναλαμβάνω- ότι το κατώτατο όριο συντάξεων θα αυξηθεί στο ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) δραχμών το μήνα. (Στο σημείο αυτό κτυπάει ξανά το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή) Μισό λεπτό, κύριε Πρόεδρε. Δυστυχώς, δεν μπορώ να προχωρήσω παραπέρα στις ενότητες που είχα στο μυαλό μου να πω, ούτε για τους κινδύνους του Προϋπολογισμού ούτε για τη φορολογία και τη φορολογική πολιτική ούτε για τα πολλά και μεγάλα ελλείμματα, τα οποία εγκυμονούν οι δημόσιες επιχειρήσεις ούτε και για τις προτάσεις μας. Ελπίζω κάποια άλλη φορά -ήδη έχω δημοσιεύσει σήμερα ένα άρθρο σε μία εφημερίδα- να επανέλθω επ' αυτού. ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Στη δευτερολογία σας. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΝΕΡΑΝΤΖΗΣ: Εκείνο που έχω να σας πω είναι το εξής: Με αυτόν τον Προϋπολογισμό ως πυξίδα, κύριε Υπουργέ, μπορείτε να τραγουδάτε και εσείς μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της Κυβέρνησης "τα Κύθηρα ποτέ δεν θα τα βρούμε, χάσαμε το πλοίο της γραμμής". Φαίνεται ότι αυτός ο Προϋπολογισμός, μαζί με την εκπνοή του αιώνα και την εκπνοή του έτους, θα είναι ο τελευταίος Προϋπολογισμός τον οποίο εισάγει η Κυβέρνηση που στηρίζεται από την παράταξη που λέγεται ΠΑΣΟΚ. Τουλάχιστον, φύγετε όσο γίνεται νωρίτερα, μπας και προλάβουμε την Ελλάδα ζωντανή! (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας) ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Ο Υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας κ. Πάχτας έχει το λόγο για ένα λεπτό. ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΧΤΑΣ (Υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας): Στο ένα λεπτό που έχω στη διάθεσή μου, θα ήθελα να κάνω ένα σχόλιο στον αγαπητό συνάδελφο της Νέας Δημοκρατίας που μόλις κατήλθε από το Βήμα της Βουλής, σε σχέση με την πορεία της χώρας μας για τη δημιουργία ανάπτυξης, απορροφητικότητας και αξιοποίησης ορθολογικής των κονδυλίων από την Ευρωπαϊκή 'Ενωση. Ο κύριος συνάδελφος αναφέρθηκε ότι κλείνουμε το 1999 και δεν έχουμε προχωρήσει πέραν του 52% -αν θυμάμαι καλά, αυτό είπε προηγουμένως στην ομιλία του- της υλοποίησης του προγράμματός μας. Θα ήθελα να επισημάνω στον κύριο συνάδελφο της Νέας Δημοκρατίας δύο, τρία πράγματα και με αυτήν την ευκαιρία, ίσως και σε όλους αυτούς που μας ακούν σε όλη αυτήν τη στιγμή. Να πω, κύριε συνάδελφε, ότι η χώρα μας, με τα στοιχεία της 15ης Νοεμβρίου 1999 είναι η δεύτερη χώρα σε ό,τι αφορά τη δέσμευση των πόρων που δικαιούται η Ελλάδα στον κοινοτικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης. 'Εχουμε φθάσει στο 95% της δέσμευσης των πόρων που δικαιούμαστε. Επίσης, είμαστε η δεύτερη χώρα μεταξύ των δεκαπέντε κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης σε ό,τι αφορά τις εισροές πόρων από την Ευρωπαϊκή 'Ενωση προς την Ελλάδα. Στο τέλος του 1999, αυτή η εισροή πόρων θα ξεπεράσει το 82% των πόρων που δικαιούμαστε. Αυτοί οι πόροι, κύριοι συνάδελφοι, εισρέουν στην Ελλάδα, επειδή τα έργα προχωρούν, επειδή η ανάπτυξη προχωρεί, επειδή το χάσμα το οποίο μας χώριζε από τις προηγμένες χώρες της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης συνεχώς βαίνει μειούμενο. Αυτή είναι μία πραγματικότητα. Είναι η πραγματικότητα ότι πράγματι η Ελλάδα μπορεί. Μπορεί και πιστεύω ότι όλοι συνειδητοποιούμε μαζί ότι προχωρούμε στην αυγή της νέας χιλιετίας πάνω σε νέους δρόμους, πάνω σε νέες γέφυρες και ανοίγουμε διάπλατα νέους ορίζοντες. Η Ελλάδα, λοιπόν, προχωρεί, κύριε συνάδελφε. Και νομίζω ότι θα συμφωνήσετε και εσείς μαζί μου ότι, επειδή στο τέλος του 1999 θα έχει εισρεύσει πάνω από το 82% των πόρων που δικαιούμαστε, πρακτικά το 2000 θα έχει εισρεύσει το σύνολο των πόρων που δικαιούμαστε από την Ευρωπαϊκή 'Ενωση, δηλαδή ένα χρόνο πριν από το 2001, που είναι η καταλυτική ημερομηνία για να εισέλθουν πόροι από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης στην πατρίδα μας. 'Ετσι, για μια ακόμη φορά, κύριε Πρόεδρε και αγαπητοί συνάδελφοι, επιβεβαιώνεται αυτό που έχουμε πει εδώ και τρία, τέσσερα χρόνια ότι η Ελλάδα δεν έχασε και ούτε μπορεί να χάσει ούτε ένα ECU ούτε μία δραχμή ούτε ένα ΕΥΡΩ. Επιβεβαιώνεται, λοιπόν, αυτή η θέση μας. Και σε όλη αυτήν την πορεία, κάποιοι είχαν δίκιο και κάποιοι είχαν άδικο. Και εσείς, κύριε συνάδελφε, είσαστε από αυτούς που δυστυχώς είχαν άδικο, ευτυχώς για τη χώρα. ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Ο κ. Τασούλας, ειδικός αγορητής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, έχει το λόγο για τριάντα λεπτά. ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΑΣΟΥΛΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, η ώρα είναι τέτοια που δεν ευνοεί να συζητάει κανένας τόσο σοβαρά πράγματα. Μιλάμε για τον Προϋπολογισμό του 2000 σε συνθήκες μιας οικονομίας της χώρας που η Κυβέρνηση την παρουσιάζει σαν καλή με μεγάλη ανάπτυξη, με μέλλον. Εμείς λέμε ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα. Αναιμική είναι αυτή η ανάπτυξη, για όσους ασχολούνται ιδιαίτερα με τα ζητήματα της οικονομίας. Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ καμαρώνετε γι'αυτήν την ανάπτυξη, από τις επενδύσεις που γίνονται -και σε αυτές πίνετε νερό και ορκίζεσθε- οι ιδιωτικές επενδύσεις είναι πολύ μικρότερες από τις δημόσιες. Αλλά εσείς όταν θέλετε λέτε "κάτω το δημόσιο" και όταν θέλετε λέτε "ζήτω το δημόσιο", πάντα όμως εξυπηρετώντας τον ίδιο σκοπό. Και αυτός ο σκοπός δεν είναι άλλος παρά τα κέρδη της πλουτοκρατίας, των πολυεθνικών, των επιχειρήσεων, γενικά του κεφαλαίου. Την ίδια ώρα όμως, που αυτή η οικονομία δίνει κέρδη στους λίγους, στους άλλους, τους πολλούς δημιουργεί φτώχεια και σε περισσότερους και μεγαλύτερη. Δημιουργεί ανεργία και σε περισσότερους και περισσότερο μακρόχρονη. Πλασματικά είναι τα στοιχεία της ανεργίας που εμφανίζονται και στις εκτιμήσεις της Κυβέρνησης αλλά ακόμα ακόμα και στο EUROSTAT. Αξίζει όμως να αναφερθούμε στο ποσοστό της ανεργίας, στη νεολαία που στη δικιά μου περιοχή, στην 'Ηπειρο φτάνει το 55% στους νέους κάτω των τριάντα χρόνων. Επομένως αυτή η οικονομία είναι καλή για μερικούς, πολύ άσχημη για άλλους. Αλλά και για όσους έχουν δουλειά, σημαίνει λιτότητα, δυσκολίες. Παίρνετε μέσα από τον προϋπολογισμό τα έσοδα τα οποία τα αναδιανέμετε μετά και θα πούμε πώς. Ακούσατε από την εισηγητή μας, από πολύ κόσμο, από τον εργαζόμενο, από το μισθωτό, από το συνταξιούχο, από το μικρομεσαίο επαγγελματία με τα λεγόμενα αντικειμενικά που τώρα τα αλλάξατε και τα κάνατε περισσότερο αντικειμενικά, περισσότερα βαριά για τους μικρομεσαίους. Παίρνετε από το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας. Συγχρόνως προσανατολίζετε τη χώρα σε μια πολιτική επιθετικότητας. Επίθεση του κεφαλαίου, αύξηση των κερδών στο εσωτερικό της χώρας, μέχρι 80% πάνω είναι τα κέρδη στις τράπεζες, τρεις χιλιάδες 200% στα τελευταία χρόνια τα κέρδη των μεγαλύτερων επιχειρήσεων και στρατοκρατική περιοχή προς τους γειτονικούς λαούς. Μη σας φαίνεται βαριά αυτή η κουβέντα. Αυτό έγινε στο Κόσοβο. Τι δουλειά είχαμε εμείς εκεί πέρα; 'Εχουμε επιθετικότητα, λοιπόν, του κεφαλαίου. Και ξέρετε πότε η επιθετικότητα είναι περισσότερο έντονη και περισσότερο επικίνδυνη. Παραπέρα, έχουμε επιθετικότητα στον ίδιο το λαό. 'Εχουμε επιθετικότητα στα δημοκρατικά του δικαιώματα και στις ελευθερίες του. Αγωνίζεται ο λαός, στα δικαστήρια τον πάτε εσείς. Φωνάζει ο μαθητής, στον εισαγγελέα τον στέλνετε. Βγαίνει στο δρόμο, το χωροφύλακα του στέλνετε. Ζητάει μόρφωση καλύτερη, πράξη νομοθετικού περιεχομένου του κάνετε εσείς. Και τι σημαίνει αυτό; Ανωμαλία πολιτική σημαίνει. Και μην ξεχνάτε ότι τέτοιου είδους πράξεις νομοθετικού περιεχομένου κατήργησαν συνολικά και τη Βουλή στη χώρα. Και μπορεί μεν να είναι μικρότερου βεληνεκούς αυτή η πράξη νομοθετικού περιεχομένου, μοιάζει όμως πάρα πολύ με εκείνες τις άλλες και αναφέρομαι στη δικτατορία του '67. Μπορεί να αισθάνεται περήφανος ο Υπουργός Δικαιοσύνης γι'αυτήν την πράξη. Εμάς δεν μας κάνει εντύπωση αυτό. Γιατί να μην αισθάνεται περήφανος ο Υπουργός Δικαιοσύνης. Αυτή είναι η πολιτική του και την εφαρμόζει με όλα τα μέσα. Εμείς βέβαια αισθανόμαστε περήφανοι για τους αγώνες που κάνει ο ελληνικός λαός και ιδιαίτερα η μαθητική νεολαία. Λέει η Κυβέρνηση ότι ο Προϋπολογισμός αυτός είναι καταρτισμένος κατά τρόπο τέτοιο που να εξασφαλίζει την είσοδο στην ΟΝΕ. Βεβαίως έτσι είναι. Ασχέτως τώρα αν είναι πλασματικοί οι δείκτες, αν είναι πραγματικοί οι δείκτες, πόσο πλασματικοί και πόσο πραγματικοί, αυτός είναι ο στόχος σας. Και έχετε αυτόν το στόχο επειδή θέλετε να διασφαλίσετε τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων και των πολυεθνικών, επειδή θέλετε να διασφαλίσετε το καθεστώς της εκμετάλλευσης και της συνέχισης της εκμετάλλευσης σ'αυτήν τη χώρα. Γιατί εδώ που τα λέμε, βλέπετε το φάντασμα του ξεσηκώματος και του ελληνικού και των άλλων λαών και σας πιάνει σύγκρυο και φροντίζετε με όλα τα μέσα να δέσετε το γάιδαρό σας για να συνεχίσει η πλουτοκρατία τη δουλειά της, την εκμετάλλευση του ιδρώτα του λαού μας. Είναι επομένως ταξικός αυτός ο προϋπολογισμός, υπηρέτης της αντιλαϊκής σας πολιτικής. Φροντίζετε όμως να παραπλανάται το λαό παρουσιάζοντας μερικά στοιχεία, μερικούς δείκτες και λέγοντας αριθμούς εδώ κατά τέτοιο τρόπο που ποιος ξέρει τι να λέει ο κόσμος, όταν ακούει όλους αυτούς τους αριθμούς και ποιος ξέρει τι συμπέρασμα βγάζει για τη ζωή του, πώς μετράει αυτούς τους αριθμούς σε σχέση με τη ζωή του και πόσο τον παραπλανεί. Πρώτα απ'όλα δεν είναι ο πραγματικός Προϋπολογισμός αυτός που έχετε στο σχέδιο νόμου. Και μια και δεν είναι και ο Υπουργός εδώ και δεν ακούει κανένας δεν χάλασε ο κόσμος. 'Οσοι δεν κοιμούνται μπορεί να μας ακούνε. Λέει ο Προϋπολογισμός στην εισηγητική έκθεση ότι και τα έσοδα και οι δαπάνες είναι δεκαπέντε τρισεκατομμύρια, στο σχέδιο νόμου είναι 18,2 τρισεκατομμύρια. Αν δούμε τα απολογιστικά στοιχεία του 1998 οι πραγματικές δαπάνες ξεπερνούν το 1998 τα είκοσι ένα τρισεκατομμύρια. Γιατί αποκρύβετε αυτό το στοιχείο; Δεν είναι χρήματα αυτά που είτε σαν έσοδα, από κάπου τα παίρνετε είτε σαν δαπάνες, κάπου τα δίνετε, δεν τα τρώνε οι τοκογλύφοι που σας δανείζουν; Δεν τα πληρώνει ο ελληνικός λαός αυτά τα χρήματα; Και εμφανίζετε τα κονδύλια για την υγεία τόσο τα εκατό. Κάντε την αναγωγή στα τριάντα ή στα είκοσι οκτώ τρισεκατομμύρια που θα είναι ο Απολογισμός του 2000 μετά από δύο χρόνια και θα δείτε ότι το κονδύλι για την παιδεία δεν είναι 7,8% που λέτε, αλλά είναι 4%, για να δούμε την πραγματικότητα. Αλλά, όσο και να τον κοροϊδέψεις τον κόσμο, εκείνος ξέρει από τη ζωή του, από το πετσί του τι τραβάει με τη δική σας την πολιτική. Τον έχετε ξεκοκκαλίσει τον ελληνικό λαό. Από πού τα παίρνετε τα έσοδα για να διανείμετε, όπως είπαμε; Σας το είπε ο γενικός εισηγητής του κόμματός μας. 'Ομως, εγώ θα επιμείνω και θα προσεγγίσω το θέμα από μια άλλη πλευρά και όχι από την πλευρά των αριθμών. Θα το προσεγγίσω από το πώς ο κόσμος καταλαβαίνει τον Προϋπολογισμό σας και την πολιτική σας. Για πάρτε τις δαπάνες για την υγεία. Εσείς έρχεσθε και λέτε ότι φέτος έχετε 6% παραπάνω από πέρσι. Δεν λέτε βέβαια ότι είχατε μείωση στο κονδύλι για την υγεία, ιδιαίτερα στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων που ποτέ δεν το πιάσατε. Πότε ήταν 35% παρακάτω, πότε 50% παρακάτω. 'Εχουμε καταθέσει τους σχετικούς πίνακες. Πώς ζει ο κόσμος το πρόβλημα της υγείας. 'Οταν αρρωσταίνει,δεν έχει πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας. Και αν θέλετε, δεν έχει όλος ο κόσμος εύκολη πρόσβαση στις υπηρεσίες της υγείας, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα. 'Η θα πρέπει να καταφύγει σε ιδιώτες ή θα πρέπει να καταφύγει στα φακελάκια ή να τύχει να έχει κανένα γνωστό ή να πέσει σε κανέναν καλό χριστιανό για να λύσει το πρόβλημά του. Πώς ζει ένα ζευγάρι που έχει πρόβλημα στειρότητας, τον Προϋπολογισμό σας για την υγεία. Ξέρετε ότι δεν καλύπτετε τις δαπάνες για αυτήν την περίπτωση. Από την άλλη πλευρά κλαίγεσθε και φωνάζετε για το δημογραφικό πρόβλημα. Πώς ζει ο λαός το πρόβλημα των εμβολιασμών; Πληρώνει στη μεγάλη του πλειοψηφία. Διαλύσατε και το ΠΙΚΠΑ με δικό σας νόμο. 'Αρα, τι αξία έχει να λέτε στο λαό ότι στον καινούριο Προϋπολογισμό θα είναι 6% παραπάνω οι δαπάνες για την υγεία ή 4% παραπάνω. Τι γίνεται στο δημόσιο υγειονομικό σύστημα; Τι είναι εκείνο που ήταν στον περσινό σας Προϋπολογισμό που δεν σας άφησε να λειτουργήσετε τα έτοιμα νοσοκομεία; Τι είναι εκείνο που σας αναγκάζει να μην προχωρήσετε στην ανέγερση νέων νοσοκομείων εκεί που χρειάζονται σε έξι ή επτά πόλεις της Ελλάδος και στις συνοικίες της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Και τι είναι εκείνο στον καινούριο Προϋπολογισμό που θα σας επιτρέψει να το κάνετε αυτό. Δώστε μας μια απάντηση, κύριε Υπουργέ. Πάντως ένας καλόπιστος άνθρωπος δεν μπορεί να βρει τι είναι αυτό που θα βελτιώσει την κατάσταση στην υγεία. Και σαν να μην έφθαναν αυτά εσείς βοηθάτε ή τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου όπως είναι το "ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ" και το "ΩΝΑΣΕΙΟ" χαντακώνοντας το ΕΚΑΒ με μείωση των δαπανών γι' αυτό, είτε στρώνετε χαλιά για να περάσει κατευθείαν η ιδιωτική πρωτοβουλία, όπως γίνεται με τον Κοντομηνά και τον Αποστολόπουλο. Αν πάτε στην ύπαιρθο θα δείτε ότι τα κέντρα υγείας έχουν εγκαταλειφθεί. Είναι πλέον αναξιόπιστα και δεν λειτουργούν. Στις δε πόλεις, στα αστικά κέντρα δεν υπάρχει καν κέντρο υγείας. Πέστε μας από τον Προϋπολογισμό σας πόσα κέντρα υγείας θα φτιάξετε; Ούτε το θέλετε ούτε και γίνονται μ'αυτόν τον Προϋπολογισμό. Μπορείτε να λύσετε το πρόβλημα του προσωπικού στο δημόσιο υγειονομικό σύστημα με αυτόν τον Προϋπολογισμό, όταν είναι είκοσι χιλιάδες κενές θέσεις νοσηλευτικού προσωπικού και μόνο με τους παλιούς οργανισμούς; Δεν μπορείτε και δεν θέλετε να το κάνετε. Γιατί την έχουμε την ιδιωτική πρωτοβουλία; Γιατί την έχετε; Από την άλλη μεριά βγάζετε και θεωρίες. Είναι πολύ το υγειονομικό προσωπικό, είναι πολλοί γιατροί, κόψτε τους, βάλτε τους εξετάσεις στην ειδικότητα κλπ. Τίποτα απ'αυτά δεν είναι αλήθεια. Αν σκεφθούμε τώρα ότι διευρύνονται κιόλας οι ανάγκες, καταλαβαίνετε ότι τα πράγματα γίνονται περισσότερο δύσκολα. Μια και είμαστε σ'αυτό το κομμάτι, δέστε τα στοιχεία σας. Η μείωση στην εκτέλεση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων είναι 34% φέτος. Για τις προτάσεις μας δεν θα σας κουράσουμε, τις έχουμε πει, έχουν καταγραφεί. Μια κουβέντα θα σας πούμε: Δημόσιο, δωρεάν, καθολικό, υψηλού επιπέδου, αξιόπιστο δημόσιο σύστημα υγειονομικό για όλη τη χώρα. Στην πρόνοια, από τη μια δημιουργείτε θύματα με την πολιτική σας, περισσότερους ανέργους, περισσότερους φτωχούς και από την άλλη μειώνετε τα κονδύλια. Και εδώ το ίδιο πρόβλημα έχουμε. Θα σας αναφέρω μερικά: Επιδόματα πολυτέκνων. Το 1998 εκατόν σαράντα έξι δισεκατομμύρια (146.000.000.000) δραχμές, το 1999 εκατόν τριάντα δισεκατομμύρια (130.000.000.000) δραχμές και το 2000 εκατόν είκοσι ένα δισεκατομμύρια (121.000.000.000) δραχμές. Αυτή είναι η πολιτική σας. Επομένως, είναι σαν τον κόρακα, δηλαδή, πώς πάνε τα παιδιά; 'Οσο πάνε και μαυρίζουν. Από κει και πέρα υπάρχουν τα παιδιά των φαναριών, τα παιδιά των μεταναστών, των τσιγγάνων. Τι να σας πω; Να σας πω για τα παιδιά που είναι χωρίς ενδιαφέρον και χωρίς φροντίδα; Είναι δυνατόν να λύσετε το δημογραφικό πρόβλημα μ'αυτόν τον τρόπο; Γι'αυτό είχαμε λιγότερες γεννήσεις και το 1997 και το 1998 από τους θανάτους. Να δούμε τι θα γίνει το 1999. 'Οσον αφορά τα άτομα με ειδικές κινητικές ανάγκες, έχετε ένα ίδρυμα όλο κι όλο στη χώρα, στην Αθήνα, με εκατόν τριάντα θέσεις, ενώ οι ανάγκες είναι τουλάχιστον για δύο χιλιάδες θέσεις. Τι θα κάνετε μ'αυτόν τον Προϋπολογισμό; Τίποτα δεν θα κάνετε. Φυσικά φορτώνετε μερικά επιδόματα των ατόμων με ειδικές ανάγκες στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση. Ποια Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση; Σ'αυτήν τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση που πέρυσι της δώσατε ενενήντα τέσσερα δισεκατομμύρια (94.000.000.000) δραχμές όλα κι όλα, παρ'όλο που λέγατε ότι θα είναι εκατόν δεκατρία δισεκατομμύρια (113.000.000.000) δραχμές και φέτος προγραμματίζετε εκατόν δεκατρία δισεκατομμύρια (113.000.000.000) δραχμές; Και μόνο τα επιδόματα θα έπρεπε να ξεπερνούν τα ογδόντα δισεκατομμύρια (80.000.000.000) δραχμές. Τι θα κάνει η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση στον προγραμματισμό της με τα υπόλοιπα; Αυτός είναι ο προϋπολογισμός σας. 'Οποιον τομέα και να πάρουμε, τα ίδια στοιχεία θα δούμε. Θα αναφερθώ όμως με λίγα λόγια στην παιδεία. 'Αλλωστε προχθές συζητήσαμε σε επερώτησή μας για την παιδεία. Εδώ, δεν είναι μόνο το ότι δεν θέλετε να ξοδέψετε. Κάνετε και τέτοιες επιλογές πολιτικής που σπρώχνετε όσους μπορούν προς την ιδιωτική παιδεία. 'Ομως σας ενδιαφέρει πολύ περισσότερο ένα κομμάτι το μισό είτε παραπάνω της νεολαίας μας να μην τελειώνει αυτό το λύκειο το οποίο δεν είναι καλό. Και εμείς σας κάναμε προτάσεις πώς είναι το καλό. Αλλά να μην το κάνουμε σαν εκείνον που λέει "έκαψα την καλύβα μου να μη με τρώνε οι ψύλλοι", επειδή δεν είναι καλό το λύκειο, διώχνουμε τους μαθητές και τους πάμε στα ΤΕΕ που εκεί πέρα τίποτα δεν κάνουν, τίποτα δεν θα πάρουν στα χέρια τους! 'Ακουγα προχθές και τον Υπουργό Δικαιοσύνης και τον Υφυπουργό Παιδείας να αντιμετωπίζει μαθητές δεκαπεντάχρονους. Ειλικρινά τους λυπήθηκε η ψυχή μου. Κατάντια είναι αυτή. Πού τα πάνε αυτά τα παιδιά; Τι ζητάνε αυτά τα παιδιά; Ζητάνε μόρφωση. Και εσείς αντί να εξασφαλίσετε μόρφωση για όλα τα παιδιά του ελληνικού λαού, τα αποκλείετε από τη μόρφωση και τους παίρνετε ό,τι έχουν και δεν έχουν μέσω των φροντιστηρίων. Παίρνουν τα φροντιστήρια, αλλά εσείς είσθε οι ηθικοί αυτουργοί, εσείς ασκείτε αυτήν την πολιτική. Και φυσικά τα πανεπιστήμια τα τινάξατε στον αέρα ενώ δεν ενισχύετε τα συμβατικά τμήματα δήθεν κάνετε τα ΠΣΕ, δήθεν κάνετε καινούρια τμήματα χωρίς ούτε έναν καθηγητή. Εξαργυρώνετε, διαφθείρετε, τα σχολικά συμβούλια με αυτά τα ΕΠΕΑΕΚ. Δήθεν κάνετε κατάρτιση. Ποια κατάρτιση κάνετε; Μιλήσατε για αξιολογήσεις. Ποια αξιολόγηση; Τι σόι αξιολόγηση μπορεί να κάνετε στα ΤΕΕ; Για κάντε την να την δούμε και εμείς τώρα; Ούτε βιβλία ούτε δάσκαλοι ούτε αίθουσες, τίποτα δεν έχετε. Τι αξιολόγηση καθηγητών κάνετε και στα ΤΕΕ και στους ωρομίσθιους αυτούς που παίρνετε και στα ΙΕΚ; Για πείτε μας για την αξιολόγησή σας! Αλλά τα λέγατε αυτά για να περάσετε την αντιδραστική σας μεταρρύθμιση, την αντιεκπαιδευτική σας μεταρρύθμιση. Και με τον προϋπολογισμό τη στηρίζετε όσο μπορείτε. Προτάσεις; Σας τις έχουμε κάνει. Τη βασική μας πρόταση για το δωδεκάχρονο βασικό υποχρεωτικό δημόσιο σχολείο θα την δούμε και τώρα, τη λέμε και εδώ γιατί πάνω σ' αυτήν θέλετε δεν θέλετε θα κουβεντιάσετε. Και θα κουβεντιάσετε θέλετε δεν θέλετε γιατί την έχει κάνει αποδεκτή η μεγάλη πλειοψηφία και των μαθητών και των γονιών τους και των καθηγητών. Να πούμε δύο λόγια για ένα γεγονός που εμφανίστηκε προχθές. Ενώ δεν ενδιαφέρεσθε ούτε για τη δημόσια υγεία ούτε για τη δημόσια παιδεία, νάσου ο Υπουργός Εξωτερικών και ο Υφυπουργός Υγείας ενδιαφέρονται να δίνεται δωρεάν ηρωίνη στα νοσοκομεία. Γιατί; Επιχείρημα: Για να έχουν έναν καλύτερο θάνατο οι τοξικομανείς του τελικού σταδίου. Και ποιοι είναι αυτοί οι τοξικομανείς του τελικού σταδίου; Αυτό το τελικό στάδιο κανένας δεν το καταλαβαίνει εκτός από αυτούς που λένε τέτοια πράγματα. Είναι δεκαεπτάχρονα και δεκαοκτάχρονα και εικοσάχρονα παιδιά. Και γιατί το θέλετε αυτό, κύριε Υφυπουργέ της Υγείας; Για να μην προσβάλλει τον πολιτισμό μας ο θάνατος αυτών των παιδιών στους δρόμους. Αυτή είναι η πολιτική σας. Και αντί να χρηματοδοτήσετε γενναία στον Προϋπολογισμό αυτό το ΚΕΘΕΑ, δεν το κάνετε. Ψάχνετε για προγράμματα μεθαδόνης, για ηρωίνη από τα νοσοκομεία, τάχα να χτυπήσετε τους εμπόρους ναρκωτικών. 'Ισα ίσα που θα τους εισαγάγετε νομίμως μέσα στα νοσοκομεία. Αυτό θα κάνετε. Δεν αποκλείεται να τους ζητήσετε και Φ.Π.Α. στην τιμή. Μπορεί. Αυτό θα κάνετε. Και επειδή ισχυρίζονται οι Υπουργοί σας να ανοίξει αυτή η κουβέντα, ε, λοιπόν, να ανοίξει. 'Αλλωστε από καιρό έχει ανοίξει. Εκείνο που λέμε εμείς είναι να αποτελέσει κριτήριο και στην ψήφο του ελληνικού λαού. Στους δήμους: Φτιάξατε τους καποδιστριακούς δήμους. Αρπάξατε από την Τοπική Αυτοδιοίκηση 1.200.000.000.000, τα πέντε - έξι τελευταία χρόνια από θεσμοθετημένους πόρους. Τους δίνετε αρμοδιότητες χωρίς πόρους και τους λέτε, βάλτε φόρους. Τους λέτε, βάλτε ανταποδοτικά τέλη ή γίνετε επιχειρήσεις. Εκεί στην περιοχή μου ξέρετε οι περισσότεροι δήμαρχοι είναι δικοί σας. Και τι δεν λένε για τα προγράμματα της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης κλπ. Συνέχεια για προγράμματα, τα ΜΟΠ παλιότερα, αλλά η 'Ηπειρος, ενώ είχε έντεκα περιφέρειες το 1986 κάτω απ' αυτήν, τώρα είναι η τελευταία και με διαφορά. Αυτά είναι τα προγράμματα. Τους δώσατε και από κανένα τζιπ εκεί, κανένα εκχιονιστικό στους κάμπους, καμιά λιμουζίνα στα ορεινά, αλλά ούτε αυτό δεν μπορείτε να κάνετε καλά. Και σας το λένε και το ξέρετε. Διαλύσατε τις υπηρεσίες που υπήρχαν. Στο περιβάλλον πυρκαγιές, πλημμύρες. Η πολιτική σας συμβάλλει τα μέγιστα στην εκδήλωση τέτοιων φαινομένων και φυσικά στους σεισμούς. Γιατί σεισμοί γίνονταν, γίνονται και θα γίνονται, οι ζημιές όμως είναι αποτέλεσμα των πράξεων των ανθρώπων. Και τι προβλέπετε εσείς; Το ακούσατε και προηγουμένως. Προβλέπετε 40.000.000.000 για τους σεισμοπαθείς. Τι θα κάνετε μ' αυτά τα λεφτά; Θα αποκαταστήσετε τις περιουσίες των ανθρώπων; Δεν μιλάω για τον αθλητισμό και τον πολιτισμό, ούτε εσείς μιλάτε, τα έχετε εναποθέσει στο ΞΥΣΤΟ, στο ΠΡΟΠΟ, στο ΛΟΤΤΟ, στον τζόγο. Αυτός είναι ο πολιτισμός της χώρας μας; Μπορούμε να καμαρώνουμε γι' αυτό το είδος του πολιτισμού; 'Ετσι θα αναπτυχθεί ο σχολικός αθλητισμός, ο λαϊκός αθλητισμός; Να σας πω δυο λόγια για τις στρατιωτικές δαπάνες. Στρατιωτικές δαπάνες είναι, αμυντικές δαπάνες δεν είναι όμως. Είναι δαπάνες που προετοιμάζουν το ελληνικό στράτευμα και τις εγκαταστάσεις του, για επιθετικούς σκοπούς εναντίον άλλων λαών. Τεράστια κονδύλια. Πέρα από το 1.800.000.000.000 και πλέον το εξοπλιστικό πρόγραμμα είναι χωριστό. Ψηφίσατε το σώμα αυτό των πενήντα, εξήντα χιλιάδων της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, συμμετέχετε στο Κόσοβο, συμμετέχετε στα έξοδα κι ενώ τέτοια κάνετε προς τα εκεί, τα δικά μας κυριαρχικά δικαιώματα τα υποθηκεύετε σε ένα δικαστήριο της Χάγης. "Κι αν έλθουν χρόνοι δίσεκτοι και μείνεις οργισμένη...", κύριε Υπουργέ και αποφασίσουν αυτοί ότι δεν είναι έτσι τα σύνορα και είναι αλλιώς και ότι δεν είναι τούτο έτσι, είναι αλλιώς, τι θα πείτε τότε; Και πού το βρήκατε αυτό το δικαίωμα να εκχωρήσετε τέτοιες αρμοδιότητες στη Χάγη; Αυτό είναι δικαίωμα του ελληνικού λαού και όχι μιας στιγμιαίας επιλογής του, όπως είναι οι εκλογές, αν θέλετε. Είναι κάτι που καθημερινά ο ελληνικός λαός έδινε ό,τι μπορούσε, για να εξασφαλίσει την εθνική του κυριαρχία. Aλλά έτσι είστε εσείς. 'Οταν είναι για το συμφέρον της πλουτοκρατίας τρώτε τα παιδιά στο όνομα της πατρίδας. Και όταν είναι πάλι προς το συμφέρον σας, όπως τώρα, να είναι αλλιώτικο, τρώτε την πατρίδα, τάχα για όφελος των παιδιών της. Τα Σώματα Ασφαλείας, αντί να κυνηγούν το έγκλημα, κυνηγάνε τους μαθητές, τους συνταξιούχους, τους αγρότες. Δεν τους έχετε εμπιστοσύνη. Φτιάχνετε ειδικά Σώματα να τους παρακολουθούν και ειδικούς κατασταλτικούς μηχανισμούς και επειδή δεν σας φθάνουν φτιάχνετε και τους μηχανισμούς των κουκουλοφόρων. Οι άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας, οι άνδρες των Ενόπλων Δυνάμεων ζουν σε δύσκολες συνθήκες. Δεν ενδιαφέρεστε γι'αυτούς και πάνω απ'όλα δεν ενδιαφέρεστε για το στρατιώτη. Κύριε Υπουργέ, η ώρα είναι περασμένη. Νομίζω ότι τα συμπεράσματα βγαίνουν και όπως εσείς είστε σκληροί και με τον Προϋπολογισμό σας απέναντι του ελληνικού λαού, απέναντι των λαϊκών στρωμάτων, των εργαζομένων, της νεολαίας, έτσι θα είναι και αυτοί απέναντί σας. 'Ηδη ξεκίνησε να συσπειρώνεται ο λαός. 'Ηδη άρχισαν να φαίνονται τα φύτρα του λαϊκού μετώπου, το οποίο θα σας αφαιρέσει την εξουσία, θα ανατρέψει αυτήν την πολιτική. Πιστεύουμε ότι η άλλη εκατονταετία, χιλιετία, θα είναι εποχή των λαών. Εμείς θα καταψηφίσουμε τον Προϋπολογισμό σε όλα του τα σημεία και φυσικά θα συντονίσουμε τον αγώνα μας με τον αγώνα των εργαζομένων. Και όσο και να φωνάζει η Κυβέρνηση και οι Υπουργοί και διάφοροι υποστηρικτές σας ότι εμείς υποκινούμε τους εργαζόμενους, έχουμε να σας πούμε τούτο. 'Οταν ο λαός θα έχει προβλήματα εμείς θα τον καλούμε να αγωνιστεί. Αν θα αγωνιστεί ή όχι, θα το αποφασίζει ο ίδιος. 'Οταν θα αποφασίζει να αγωνιστεί, εμείς θα είμαστε εκεί δίπλα του. Και δεν χρειάζονται τα ψέματα του κ. Ανθόπουλου σαν αυτό που έλεγε σε μία εκπομπή πως τάχα υποκαθιστούμε μέχρι και τους μαθητές και ότι εγώ έδωσα κιόλας το ψήφισμα στο Υπουργείο του. 'Οσοι τα είπαν αυτά, ξέρουμε την τύχη τους, και ο Γκαίμπελς και ο Σάββας Κωνσταντόπουλος και ο Γεωργαλάς και δεν συμμαζεύεται. Ευχαριστώ. ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Κύριοι συνάδελφοι, δέχεστε στο σημείο αυτό να λύσουμε τη συνεδρίαση; ΟΛΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα. Με τη συναίνεση του Σώματος και ώρα 01.25' λύεται η συνεδρίαση για σήμερα, ημέρα Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 1999 και ώρα 18.00' με αντικείμενο εργασιών του Σώματος, νομοθετική εργασία, συνέχιση της συζήτησης επί των σχεδίων νόμων: α) Κύρωση του Κρατικού Προϋπολογισμού και των προϋπολογισμών ορισμένων ειδικών ταμείων και υπηρεσιών οικονομικού έτους 2000. β) Κύρωση του Απολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους1998. γ) Κύρωση του Ισολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους1998. Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ